optionen handel.

Όλες οι εργασίες μας

ΘΕΣΣΑΛΙΑ

ΤΡΙΚΑΛA

ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ & ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ

ΕΛΑΤΗ – ΠΕΡΤΟΥΛΙ – ΝΕΡΑΙΔΟΧΩΡΙ – ΠΥΡΡΑ – ΔΕΣΗ – ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ

 ΔΡΟΣΟΧΩΡΙ – ΚΛΕΙΝΟΒΟΣ    

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Νοέμβριος 2006 

Πολιτισμός

Λαογραφικό Μουσείο Πύρρας

Στην Πύρρα δείτε το παλιό δημοτικό σχολείο, ένα μοναδικά όμορφο πετρόχτιστο ιστορικό κτήριο που εδώ και λίγο καιρό στεγάζει, την τοπική λαογραφική συλλογή. Η προσπάθεια να συνδεθεί το παρελθόν με το σήμερα άρχισε να εξελίσσεται πριν ακόμα εφαρμοστεί το σχέδιο «Καποδίστριας». Εμπνευστής του και οικονομικός αιμοδότης για τις πρώτες μελέτες και τις περίπλοκες εργασίες, στάθηκε ο εκπολιτιστικός σύλλογος Πύρρας, επί προεδρίας Σεραφείμ Καρατζά. Είναι ο μοναδικός χώρος στο δήμο Αιθήκων που ο επισκέπτης, έχει τη δυνατότητα να αντικρίσει από κοντά υφαντά, κεντήματα, σκεύη ποιμενικής και οικιακής χρήσης, εργαλεία διάφορων επαγγελματικών ομάδων, και χρηστικά αντικείμενα μιας άλλης εποχής. Τηλ – Fax: 2434091164 www.pyrraethikon.gr 

Καφενείο μπαρμπα Στέφου Γώγου στην Άνω Παλαιοκαρυά

Πέρασαν σχεδόν έντεκα χρόνια από τότε που σταμάτησα, πρώτη φορά, στο καφενεδάκι του μπάρμπα Στέφου και της κυρα Παρασκευής Γώγου, στην Άνω Παλαιοκαρυά. Είχα φτάσει με την μοτοσυκλέτα, αναζητώντας κάποιον άνθρωπο να μου πει που βρίσκεται το περίφημο και αθέατο γεφύρι της Παλαιοκαρυάς. Πέρασαν λίγα λεπτά χωρίς να ακούγεται τίποτα, εκτός τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνει ο κινητήρας όταν αρχίζει να κρυώνει. Χειμώνας ήταν, με σκληρό κρύο, από αυτό που μόνο στα ορεινά συναντάς. Στην αρχή νόμιζα ότι κι’ αυτό το καφενείο θα ήταν κλειστό.  

Απότομα, η πόρτα του καφενείου άνοιξε, και μια γιαγιά με προσκάλεσε μέσα. Έβαλα μπουφάν και γάντια κοντά στην ξυλόσομπα ενώ χάζευα την εικόνα του καταστήματος. Στον παλιό ξύλινο πάγκο σε θήκες, βρίσκεται στη σειρά το τσίπουρο, δεκάδες κουτάκια με κουμπιά, κλωστές, βελόνες, μπουκάλια με πετρέλαιο κι’ οινόπνευμα. Λίγα απορρυπαντικά, χαρτιά κουζίνας, όσπρια, μακαρόνια και μεγάλες ξύλινες κάσες με κρεμμύδια και πατάτες. Ξάφνου, απ’ το μικρό καμαράκι εμφανίσθηκε ένας καλοστεκούμενος χαμογελαστός κύριος. ‘’Τι χαλεύ’ς εδώ πάνω’’ μου είπε και του εξήγησα ότι έψαχνα το παλιό πέτρινο γεφύρι του χωριού. Κουβέντα στην κουβέντα μου είπε το όνομά του, Στέφος Γώγος. Σε λίγο φάνηκε η γιαγιά, που στο μεταξύ, ετοίμαζε μεζέδες για το τσίπουρο. ‘’Η γυναίκα μου Τσιβούλα’’, (Παρασκευή) με σύστησε ο μπάρμπα Στέφανος. Χρυσοχέρα η κυρά Παρασκευή, τουρσί από το δικό της, ομελέτα με αυγά από τις κότες τους, πατατούλες από το χωράφι κι’ ένα τσίπουρο, άρωμα σκέτο.  

Παντρεύτηκαν το 1950, την ίδια εποχή που έκανε ο μπαρμπα Στέφος το ‘’καφεπαντοπωλείο’’. ‘’Μέχρι το 1960 αυτός ο δρόμος ήταν ο κεντρικός για όλα τα χωριά της περιοχής’’ μου λέει. ‘’Πολύς κόσμος, 200 – 300 άτομα τη μέρα πέρναγαν από δω με τα πόδια, αλλά 4 – 5 έμπαιναν μέσα. Ένας ήθελε καφέ άλλος 5 δεκάρες τσιγάρα, άλλος ένα φράγκο, και έτσι πορευτήκαμε’’. Με τη σκληρή δουλειά τους στο ‘’μαγαζί’’, σπούδασαν δυο αγόρια και μια κόρη. 

Αργότερα, μου έδωσε να καταλάβω πως θα πήγαινα στο γεφύρι, κι’ έφυγα. Σήμερα, και οι δύο έχουν προ πολλού ογδονταρίσει, όμως το μικρό αλλά τόσο ζεστό καφενεδάκι λειτουργεί κανονικά για τους επισκέπτες και σαν τόπος συνάντησης των κατοίκων. Απολαύστε τον καφέ σας, το τσάι ή το τσίπουρο, έχοντας θέα από τον υπερυψωμένο δρόμο, το ποτάμι με τα κελαριστά νερά του και τα κελαηδίσματα των πουλιών, τα μόνα που ακούγονται. Από τότε που τους γνώρισα πηγαίνω μόνος ή με παρέες πολύ συχνά, είναι κάτι, σαν καταφύγιο πλέον. Χαρείτε και εσείς τις εικόνες και τις μυρωδιές από έναν κόσμο που σιγά αλλά σταθερά χάνεται, αφήνοντάς μας σίγουρα φτωχότερους. Στέφανος και Παρασκευή Γώγου 2434081450 Άνω Παλαιοκαρυά Δήμου Πύλης. 

Το λίκνο της Σμαράγδας

Ιδρύθηκε το 1994, βρίσκεται στη δεύτερη πλατεία της Ελάτης και είναι το πρώτο κατάστημα με παραδοσιακά εδέσματα του ορεινού χώρου Τρικάλων. Οι δημιουργίες του βασίζονται στην αίσθηση ότι πρέπει να διασωθεί αυτό το μεγάλο κομμάτι του λαϊκού μας πολιτισμού, που έχει να κάνει με τις αυθεντικές χωριάτικες γεύσεις των παλιών, αυθεντικών συνταγών. Εκτός από τους γνήσιους λιαστούς τραχανάδες, με πρόβειο γάλα, θα βρείτε μια απίστευτη ποικιλία φυσικών αγαθών (μέλι, πλιγούρι, λιαστές ντομάτες), την μεγαλύτερη γκάμα γλυκών κουταλιού, μαρμελάδων, φρέσκων μανιταριών, ελληνικών φαρμακευτικών φυτών, με τα παράγωγά τους, (λάδια, κεραλοιφές, φυσικά καλλυντικά) που έχετε αντικρίσει.  

Η επίσκεψη σε αυτό το χώρο φαίνεται ιδιαιτέρως ελκυστική για τους επισκέπτες αφού ‘’το λίκνο’’ διαθέτει, ήδη από το 1998, το πρώτο ‘’κέντρο ενημέρωσης’’ της περιοχής, φυλλάδια και κάρτες όλων των επιχειρήσεων, εποπτικό υλικό με αναλυτικούς χάρτες, τοπικές εκδόσεις, προτάσεις διαδρομών και προσπελάσεων, στις περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους που ο νομός Τρικάλων συνορεύει, (λίμνη Πλαστήρα, Ζαγόρι, Βάλια Κάλντα, Τζουμέρκα). Επίσης, στον ίδιο χώρο θα πάρετε πληροφορίες για το μονοπάτι Ε 4, την Αρκούδα και το Λύκο της Πίνδου μια που ταυτόχρονα, είναι κέντρο ενημέρωσης του ‘’Αρκτούρου’’. Σμαραγδή Κούλιου ‘’το λίκνο’’ – Mastic Spa Corner  2434071826, www.likno.gr

 ΘΕΣΣΑΛΙΑ

ΤΡΙΚΑΛA

ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ & ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ

ΕΛΑΤΗ – ΠΕΡΤΟΥΛΙ – ΝΕΡΑΙΔΟΧΩΡΙ – ΠΥΡΡΑ – ΔΕΣΗ – ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ

 ΔΡΟΣΟΧΩΡΙ – ΚΛΕΙΝΟΒΟΣ    

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Νοέμβριος 2006 

Διαμονή – Εστίαση 

Διαμονή 

Βροντερό Ξενοδοχεία

«Χριστοδούλου Αρχοντικό», κατηγορία Β, δωμάτια 7, τηλ: 2434071771, fax: 2434071721 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   Μεγάλο κτίσμα σε σχετικά απόμερο σημείο του χωριού. Ευρύχωρα δωμάτια και συνδυασμοί γήινων χρωμάτων.

«Έλενα», κατηγορία Β, δωμάτια 5, τηλ: 2434071878 Διώροφο απλό αλλά όμορφο κτήριο στο κέντρο του χωριού.

Ελάτη Ξενοδοχεία

«Γιαμάνδες», κατηγορία Β, δωμάτια 17, τηλ: 2434071749, fax: 2434071497 www.giamandes.com Παραδοσιακό κτήριο δίπλα στο ήσυχο δασάκι του πρφ. Ηλιά. Άνετοι κοινόχρηστοι χώροι. Ευρύχωρο πάρκινγκ.

«Λιγκέρι», κατηγορία Γ, δωμάτια 13, τηλ: 2434071454, fax: 2434071454 www.ligerihotel.gr  Πέτρινο κτήριο, με παραδοσιακά στοιχεία, στο κέντρο της Ελάτης. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες. Υπόγειο πάρκινγκ, θερμαινόμενη ράμπα.

«Μπάκου Αφοι», κατηγορία Γ, τηλ: 2434071208, fax: 2434071261 Παραδοσιακό κτήριο με μεγάλους κοινόχρηστους χώρους, και βεράντα ιδιαιτέρως ευχάριστη τους καλοκαιρινούς μήνες. Υπόγειο πάρκινγκ.

«Παπαναστασίου», κατηγορία Γ, δωμάτια 31, τηλ: 2434071280, fax: 2434071151 Πλήρως ανακαινισμένο με ευρύχωρα δωμάτια και ζεστούς κοινόχρηστους χώρους. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες.

«Τσιμπώνη Αρχοντικό», κατηγορία Β, δωμάτια 10, τηλ: 2434071422, fax: 2434071300 www.arhontiko-tsimponi.gr  Πέτρινο κτήριο στο κέντρο της Ελάτης. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες. Υπόγειο πάρκινγκ, θερμαινόμενη ράμπα.

Ελάτη Ξενώνες

Κρούπη Στεφανία,2 κλειδιά, δωμάτια 8, τηλ: 2434071312, fax: 2434071774 www.kroupi.gr

Λαγού Καλλιόπη, 2 κλειδιά, δωμάτια 5, τηλ: 2434071223,

Λαγού Βάσω, 2 κλειδιά,δωμάτια 8, τηλ: 2434071135, 

Μπρίζη Ευαγγελία, 3 κλειδιά, δωμάτια 10, τηλ: 2434071427, fax: 2434071389 www.brizi.gr

Τηλέμαχος, 2 κλειδιά, δωμάτια 7, τηλ: 2434071195, fax: 2434071826 www.kerketion.gr 

Φρετζάτο, 2 κλειδιά,δωμάτια 10,  τηλ: 2434071872, fax: 2102474582 www.fretzato.gr

Ελάτη Αυτόνομες Κατοικίες

«Τα Πέτρινα», δωμάτια 7, τηλ: 2434071712, fax: 2434071718 www.tapetrina.gr Τέσσερα πέτρινα κτήρια δίπλα από το δάσος. Πολύ όμορφο φυσικό περιβάλλον.

Καλόγηροι Ξενοδοχεία

«Δημόκριτος», κατηγορία Γ, δωμάτια 16, τηλ: 2434071891, fax: 2434071898 Όμορφο παραδοσιακό κτίσμα στο κέντρο του χωριού.

«Σαρακατσάνος», κατηγορία Γ, δωμάτια 9, τηλ: 2434071385.

Κλεινός Ξενοδοχεία

«Κλεινός», κατηγορία Γ, δωμάτια 17, τηλ: 2432096440, fax: 2432096441. Μεγάλο κτήριο με ευρύχωρα δωμάτια και βεράντες. Όμορφη θέα του χωριού από τα περισσότερα δωμάτια.

Νεραϊδοχώρι Ξενοδοχεία

«Παπαναγιώτου», κατηγορία Γ, δωμάτια 10, τηλ: 2434091500, fax: 2431025349. 

«Μαγκιώση», κατηγορία Β, δωμάτια 23, τηλ: 2434091150, fax: 2434091283 www.magiossi.gr Από τα μεγαλύτερα της περιοχής με την ομορφότερη θέα του δάσους Περτουλίου και των κορυφών «Μαρόσα» - «Αυγό». Ζεστοί, μεγάλοι κοινόχρηστοι χώροι και δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες. Διαθέτει και ταβέρνα με έμφαση στα ντόπια μαγειρευτά και σχάρας.

Νεραϊδοχώρι Ξενώνες

Πανόραμα, 2 κλειδιά, δωμάτια 7, τηλ: 2434091013, fax: 2434091013 www.holidayshop.gr/panorama

Παλαιοχώρι Ξενοδοχεία

«Βίλα Φώτη», Δώδεκα αυτόνομες και πλήρως επιπλωμένες και εξοπλισμένες γκαρσονιέρες 2 – 4ων ατόμων με τζάκι. Διαθέτει και ταβέρνα. τηλ: 2432041301, fax: 2432041322, 41428 www.vilafoti.gr

«Λείριον», κατηγορία Β, δωμάτια 20, τηλ: 2432041502 – 4, fax: 2432024919 www.leirion.gr Πολυτελές ξενοδοχείο στις κατάφυτες πλαγιές της Τριγγίας, σε υψόμετρο 1400 μ. Διαθέτει εστιατόριο. Θερμή φιλοξενία από την οικογένεια Μπαλατσού. Έκπληξη αποτελεί η ιδιωτική φάρμα ελαφιών. 

Περτούλι Ξενοδοχεία

«Διβάνη Αρχοντικό», κατηγορία Β, δωμάτια 10, τηλ: 2434091111, fax: 2434091253 www.divani.gr Προσεγμένη στη λεπτομέρεια αρχιτεκτονική, πέτρα, ξύλο, ευρύχωροι και ζεστοί χώροι αποπνέουν θαλπωρή. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες.

«Λούκα Αρχοντικό», κατηγορία Γ, δωμάτια 10, τηλ: 2434091465, fax: 2434091518 www.arhodiko-loukas.com 

«Παπαγιάννη», κατηγορία A, δωμάτια 22, τηλ: 2434091117, fax: 2434091176 www.papagiannishotel.gr Πέτρινο κτήριο, άνετα δωμάτια και ευρύχωρα μπαλκόνια με θέα.

«Χατζηγάκη Αρχοντικό», κατηγορία A, δωμάτια 20, τηλ: 2434091146, fax: 2434091116 www.chatzigaki.gr Πέτρινο αρχοντικό και μικρότερα κτήρια συνθέτουν το περίφημο ανακατασκευασμένο αρχοντικό. Επιβλητική διακόσμηση, πολυτέλεια στην μεγάλη αίθουσα. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες.

«Περτούλι», κατηγορία Β, δωμάτια 7, τηλ: 2434091360, fax: 2434091360 www.pertoulihotel.gr

Πύλη Ξενοδοχεία

«Πύλη Α. Ε.», κατηγορία Γ, δωμάτια 27, τηλ: 2434023510, fax: 2434023510 www.hotelpyli.gr Βρίσκεται σε ωραία τοποθεσία του οικισμού Πόρτα Παναγιά. Κοντά του η εκκλησία Πόρτα Παναγιά και το μονοπάτι για το γεφύρι του Αγίου Βησσαρίωνα. Κλασική ξενοδοχειακή μονάδα, με αίθουσα συνεδρίων και ευρύχωρους κοινόχρηστους χώρους. Μεγάλο υπαίθριο πάρκινγκ.

Πύλη Ξενώνες

Μπαμπανάρα, 2 κλειδιά, δωμάτια 10, τηλ: 2434022325, fax: 2434022242 www.twin.gr Πολυώροφο κτήριο στο κέντρο της Πύλης.

Πύρρα Ξενοδοχεία

«Αρχοντικό Πύρρας Εύχαρις», κατηγορία Β, δωμάτια 12, τηλ: 2434091110, fax: 2434091119 www.efharis.gr Ολοκαίνουργιο ξενοδοχείο με πανέμορφη θέα προς το δάσος και την κορυφή Αυγό. Μεγάλα μπαλκόνια, ευρύχωρα δωμάτια και ευχάριστη διακόσμηση στους κοινόχρηστους χώρους.

«Βίγλα», κατηγορία Γ, δωμάτια 14, τηλ: 2434091400, fax: 2434091404. Ολοκαίνουργιο πέτρινο κτήριο. Δωμάτια με θέα στο Αυγό και το ελατόδασος. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες. Στο χώρο του λειτουργεί ταβέρνα με τοπικές σπεσιαλιτέ, λαχανόπιτες και για επιδόρπιο γλυκά ταψιού σιροπιαστά παραγωγής τους.

Στουρναρέικα Ξενοδοχεία

«Πανόραμα», κατηγορία Γ, δωμάτια 15, τηλ: 2434093000, fax: 2434093117 Απλό κτήριο με πολύ όμορφη θέα στην κορφή «Μαυροπούλι», και στο παρακείμενο δάσος. Μεγάλο υπαίθριο πάρκινγκ.  

Στουρναρέικα Ξενώνες

 Κρομμύδα Αρχοντικό, 4 κλειδιά, δωμάτια 10, τηλ: 2434093140, fax: 2434093141 Καινούργιος ξενώνας, με όμορφο καθιστικό και εξωτερικό κήπο. Ευρύχωρα μπαλκόνια και πέτρινη επένδυση. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες.

Χρυσομηλιά Ξενοδοχεία

«Αστροβολιά», κατηγορία Β, δωμάτια 18, τηλ: 2432041434, fax: 2432041434 – 5 www.astrovolia.com Πέτρινο και ‘’βαρύ’’ κτήριο που επιβάλλεται. Ευρύχωρο καθιστικό ξεφεύγει από τα συνηθισμένα με αξιώσεις.  Πολύ κοντά στο χιονοδρομικό κέντρο Περτουλίου. Διαθέτει δωμάτια για άτομα με ειδικές ανάγκες. 

Εστίαση 

Στα χωριά, ανεξαρτήτως μεγέθους, όλα τα καταστήματα εστίασης φτιάχνουν ψητά στα κάρβουνα και πιάτα της ώρας, καθημερινά. Ζητήστε το ψήσιμο της αρεσκείας σας. Επίσης όλα, διαθέτουν κάποια – μικρή ενδεχομένως – λίστα κρασιών και σίγουρα, τσίπουρο ντόπιο. Σ/Κ = σαββατοκύριακο. Π.Σ.Κ. = Παρασκευοσαββατοκύριακο

Βλάχα

«Η Βλάχα», Ταβέρνα, Πράσινος Κώστας. Ανοιχτή Π.Σ.Κ., τριήμερα και αργίες από τις 11:00. Αγριογούρουνο, λαγό, ζαρκάδι, παραδοσιακές πίττες. Ντόπιο τσίπουρο και κρασί. τηλ: 2434071890.

Ελάτη

«Δειπνοσοφιστής», Wine Restaurant, Καλαμαράς Στέφανος. Ανοιχτό καθημερινά, όλο το χρόνο. Βρίσκεται στον ίδιο χώρο με την ταβέρνα Καλαμαράς (μαγειρευτά και σχάρα), σε κατάλληλα διαμορφωμένη σάλα – κελάρι. Ψαρονέφρι, ζαρκάδι, στρουθοκάμηλος, πλούσιες σαλάτες, εντυπωσιακή λίστα κρασιών, τηλ: 2434071080.

«Παπαναστασίου», Παραδοσιακή Ταβέρνα, ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο. Πλήρως ανακαινισμένη δίπλα από τον ομώνυμο ξενώνα. Σερβίρει μαγειρευτά, πίττες, κόκορα κρασάτο, αγριογούρουνο τηγανιά, Σ/Κ σούβλες, τηλ: 2434071280.

«Κανάβια», Παραδοσιακή Ταβέρνα, Κώστας Κρούπης. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο με ωραία θέα προς Βροντερό και Μαυροπούλι. Τοπική κουζίνα, γίδα βραστή, τραχανάς, χορτόπιτες, τηλ: 2434071201.

«Ανώγι», Ταβέρνα, Αφοί Γιδάρη. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο με ωραία θέα προς τον Κόζιακα το Βροντερό και την κορφή Μαυροπούλι. Παραδοσιακά μαγειρευτά, σούπες, πίττες, κυνήγι από εκτροφείο θηραμάτων. Γαλακτοκομικά – γαλοτύρι παραγωγής τους. τηλ: 2434071761.

«Πανσέλοινος», Ταβέρνα, Βρατσίστας Αθανάσιος. Ανοιχτή Π.Σ.Κ., τριήμερα και αργίες από Σεπτέμβρη μέχρι και Μάιο. Ελληνική κουζίνα με παραδοσιακά υλικά. Επιλεγμένο κυνήγι και φρέσκα βασιλομανίταρα. τηλ: 2434071850.

Αγ. Γεώργιος Ελάτης

«ο Γιάννης», Ταβέρνα – Ψησταριά, Γιάννης Χαμψάς. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο με ωραία θέα προς τον Κόζιακα τον Αγ. Προκόπιο τους Καλογήρους και το Μαυροπούλι. Από τις παλιότερες της περιοχής με έμφαση στα σπιτικά μαγειρευτά, φυσικά με τοπικές συνταγές (χοιρινό πρασοσέλινο, τραχανάς, φασολάδες) αλλά και γίδα βραστή, μοσχαροκεφαλή, αρνί γάστρας, κουνέλι λεμονάτο, κόκορα κρασάτο, και πολύ ζουμερά σχάρας. Κρεατικά ντόπια όπως και οι σαλάτες. τηλ: 2434071254, 71190.

Καλόγηροι

«Έντεκα», Μεζεδοπωλείο, Χριστιάς Χρήστος. Ανοιχτό καθημερινά, όλο το χρόνο μετά τις 11:00. Μαγειρευτά, πίττες, τσίπουρο και κρασί παραγωγής του. τηλ: 2434071651.

Νεραϊδοχώρι

«Μαργαρίτης», Ταβέρνα – Ψησταριά, Μαργαρίτης Δημήτριος. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο, Κυνήγι, κατσικάκι γάστρας, γουρουνόπουλο και μαγειρευτά. τηλ: 2434091217.

«Σουφλιάς», Ταβέρνα, Σουφλιάς Αθανάσιος. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο. Πίτες, σούβλας, ντόπια κρεατικά, μαγειρευτά. τηλ: 2434091271.

Περτούλι

«Το λημέρι του Βασίλη», Ταβέρνα, Οικονόμου Βασίλειος. Ανοιχτή από Πέμπτη έως Δευτέρα όλα τα τριήμερα και τις αργίες. Τοπική κουζίνα, κυνήγι, πίττες και πλαστός (φύλλο από καλαμποκάλευρο). τηλ: 2434091200.

«Η Ρούγα», Ταβέρνα, Πλακιάς Γιώργος. Ανοιχτή καθημερινά όλο το χρόνο. Κυνήγι, μαγειρευτά, σπεσιαλιτέ κόκορας με χυλοπίτες, ντόπιο κρασί. Τακτικά ζωντανή μουσική. τηλ: 2434091555.

«Ταβέρνα του Παναγιώτη», Ταβέρνα, Ανοιχτή καθημερινά όλο το χρόνο. Πανοραμική θέα στο Περτούλι και το δάσος του. Κυνήγι από εκτροφείο θηραμάτων, και τοπικά μαγειρευτά. τηλ: 2434091000.

Πύλη

«ο Πλάτανος», Ταβέρνα, Χατζιάρα Αναστασία. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο, μετά τις 19:00. Μαγειρευτά, σούβλες και το Σ/Κ, κεμπάπ χοιρινό – πρόβειο, τηλ: 2434022200.

«Στροφυλιά», Μεζεδοπωλείο, Πανάγος Γιάννης. Ανοιχτά όλο το χρόνο, καθημερινές 11:00 – 14:00 και 18:00 μέχρι αργά, Σ/Κ συνέχεια. Ψάρια και πέστροφα, τοπικές πίττες, τηλ: 2434023404.

«το Κονάκι», Ψησταριά με ξύλα, Καραδήμας Κωνσταντίνος. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο, μετά τις 17:00. Σπέσιαλ πίτσα στα ξύλα, τοπικά πιάτα και το Σ/Κ σούβλες και κοκορέτσι, τηλ: 2434023072.

«το Τζάκι», Εξοχικό κέντρο, Τσιαμπαλής Αναστάσιος. Ανοιχτό καθημερινά, όλο το χρόνο, από 12:30 μέχρι το βράδυ, το Σ/Κ από τις 10:00. Τηγανιά, ψάρια, πέστροφα, τσιπουρομεζέδες, τηλ: 2434022202.

«Χαγιάτι», Παραδοσιακό Εστιατόριο, Παππάς Αθανάσιος. Ανοιχτό καθημερινά, όλο το χρόνο. Μαγειρευτά, και τα Σ/Κ σούβλες, τηλ: 2434022248.

Πύρρα

«Πύρρας Εστία – Αντιγόνη», Ταβέρνα, Παπαθανασίου Γιώργος. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο. Κρέας και γαλακτοκομικά παραγωγής τους. Μοσχαρίσια κεφτεδάκια, τηγανιά με πράσο, ομελέτες με δικά τους υλικά. τηλ: 2434091260.

«Ο Πλάτανος», Παραδοσιακή Ταβέρνα, Απόστολος Γιώτας. Ανοιχτή καθημερινά, όλο το χρόνο. Τοπική κουζίνα μαγειρευτά, σχάρα και σούβλες. τηλ: 2434091561. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Πρόθεμα: 24340

Info: Δήμος Τρικκαίων 2431063200, 35950, www.trikalasity.gr, Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Τρικκαίων - Πνευματικό Κέντρο: Γαριβάλδη 8, τηλ 24310 76613, 71620.

Α΄ Βοήθειες: Γενικό Νοσοκομείο Τρικάλων:2431023652, Αστυνομία: 243163013, Τροχαία 2431063033. Βουλκανιζατέρ: auto Γιαγιάκος Κώστας, Καρδίτσης 90, 2431031220, Δημάκης Δημήτρης, Δέλτα Λαρίσης, 2431022461. 

Πως θα φτάσετε:

Από Αθήνα Ε-75 έως Λαμία, μετά Ε-65 έως Καρδίτσα, Τρίκαλα. Σύνολο 328 χλμ.

Από Θεσσαλονίκη Ε-75 έως Λάρισα όπου στην έξοδο Γ, θα στρίψετε δεξιά. Οδηγήστε στην παράκαμψη της πόλης μέχρι να βγείτε στον κεντρικό Ε-92 (Λαρίσης - Τρικάλων) που οδηγεί στα Τρίκαλα, σύνολο 222 χλμ.

Περισσότερες πληροφορίες για ΘΕΣΣΑΛΙΑ – ΠΥΛΗ – ΕΛΑΤΗ – ΠΕΡΤΟΥΛΙ – ΝΕΡΑΙΔΟΧΩΡΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες 

  • Σωτήρης Βογιατζής, Συμβολή στην ιστορία της εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής της Κεντρικής Ελλάδος κατά τον 16ο αιώνα. Οι μονές Αγίου Βησσαρίωνος (Δούσικο) και του Οσίου Νικάνορος (Ζάβορδα), επιμ. Μαρία Καζάκου, Χ.Α.Ε. [Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία] Αθήνα (2000) 25 κ.ε., 33.
  • Σωτήριος Απ. Γοργογέτας, Τα Πέτρινα γεφύρια του νομού Τρικάλων, Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αιθήκων, Τρίκαλα 2004.
  • Δήμητρα Λούκα – Αντώνης Παπαϊωάννου, Το Περτούλι, Πολιτιστικός Σύλλογος Περτουλίου, Τρίκαλα 2009.
  • Θεόδωρος Α. Νημάς, Τρίκαλα – Καλαμπάκα – Μετέωρα – Πίνδος – Χάσια, Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1987.
  • Σινάνης Α. Ελάτη – Περτούλι … Άγγελος Σινάνης, Ασπροπόταμος - Ελάτη – Περτούλι, αυτοέκδοση Ελάτη Τρικάλων 2000. 

Β’         Αφιερώματα περιοδικών  

  • Αναστάσιος Κ. Ορλάνδος, «Η Πόρτα Παναγιά της Θεσσαλίας», Α.Β.Μ.Ε. τ.Α’ (1935) 5 – 40.
  • Αφροδίτη Α. Πασαλή, «Το καθολικό της Μονής Κλεινού Καλαμπάκας», Δελτίον Χ.Α.Ε. [Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία] τ. ΚΑ’, Αθήνα (2000) 69 – 92.
  • Μίλτος Γαρίδης, «Ο μητροπολίτης Παΐσιος και η βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό πρόβλημα», Τα ιστορικά 3, Αθήνα, Μάιος (1985) 183 – 203.
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος, «Η Ιερά Μονή του Δούσικου», Θεσσαλικό Ημερολόγιο τ.41  (2002) 305 – 376.
  • Μιχ. Προβατάκης, «Η Πόρτα Παναγιά της Θεσσαλίας», Τρικαλινά τ.1  (1981) 77 – 103.

Ανακαλύψτε την Ελλάδα - Θεσσαλία - Εφημερίδα Τα Νέα - Ιανουάριος 2007

Ανακαλύψτε την Ελλάδα Ελάτη Περτούλι Ασπροπόταμος Τρικάλων ΤΑ ΝΕΑ Ιανουάριος 2007  

Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα 2007

Ταξίδια τόμος Θ'
0300 καλοκαίρι 2007

Πέτρινα Γεφύρια - Εφημερίδα Τα Νέα - Μάιος 2007

Πέτρινα Γεφύρια
ΤΑ ΝΕΑ Μάιος 2007

 EDITORIAL Τόμου Η’ 2006 (750 λέξεις)

Ταξίδι και μοτοσυκλέτα

Η μοτοσυκλέτα. Ένα μέσον με πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες από κάθε άλλο, που όλοι θέλουμε να πιστεύουμε ότι το ‘’γνωρίζουμε’’ καλά. Δεν είναι ακριβώς έτσι, αλλά αυτή η εκδοχή πλησιάζει στην αλήθεια. Πάντοτε υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω μάθησης – βελτίωσης – κατανόησης των λειτουργιών.

Είναι εύκολο να περιγράψω την ευδαιμονία που προσφέρει η οδήγησή της, γνωρίζοντας ότι το μεγαλύτερο ποσοστό από όσους μας διαβάζουν είναι, ήδη, μοτοσυκλετιστές. Η μοτοσυκλέτα στάθηκε όλα αυτά τα χρόνια εργαλείο μάθησης και εξερεύνησης δύσκολων στην πρόσβαση τόπων. Λόγω της κατασκευής της επιτρέπει να λειτουργούμε όλες μας τις αισθήσεις μέσα στο τοπίο, έχοντας πάντοτε καλύτερη, από ψηλότερα, και από μεγαλύτερη γωνία (180ο ) θέαση του τόπου και της διαδρομής που ακολουθούμε. 

Από εικαστικής άποψης, αυτό το μέσον μετακίνησης εκτός από αξεπέραστη ευχαρίστηση και ασφάλεια κατά την οδήγηση, μας βοηθάει να αντιλαμβανόμαστε απείρως καλύτερα τα θέματα που παρουσιάζονται από δεκάδες γωνίες λήψης. Σε συνδυασμό με την ευαισθησία του οδηγού – φωτογράφου, δημιουργούνται ανώτερα, μοναδικά πορτραίτα και απεικονίσεις τοπίων, αξεπέραστα σε οπτική, που θεωρούνται, και είναι, μοναδικά, χωρίς να μπορούν να επαναληφθούν από άλλον, ακόμα και να δει το θέμα ή την φωτογραφία ακριβώς γιατί διαφέρει η αντίληψη του χώρου όπως απλόχερα την προσφέρει και τη διαμορφώνει το μέσον. 

Για πείραμα, ταξιδέψτε μια φορά με αυτοκίνητο (λέμε τώρα), και επαναλάβετε την ίδια διαδρομή με μοτοσυκλέτα. Αμέσως θα δείτε ‘’άλλα’’ τοπία, ‘’μεγαλειώδη’’ ορεινά συγκροτήματα, ‘’διαφορετικούς’’ ανθρώπους, ‘’αλλιώτικους’’ δρόμους, πράγμα που φυσικά είναι ‘’μαγική εικόνα’’ και οφείλεται ακριβώς, στη μοτοσυκλέτα και την προσέγγιση που αυτή προσφέρει. 

Εφέτος κλείνω τα τριάντα χρόνια, από την αγορά του πρώτου δικύκλου από τον Αχιλλέα Ξύκη, στον τότε ναό της μοτοσυκλέτας που προσδιοριζόταν, σχεδόν αποκλειστικά, στην οδό Μιχαλακοπούλου. Το κατάστημά του ήταν δίπλα από του αείμνηστου Ζακυνθινού, εκεί που σήμερα είναι ο Αλέκος Ρουσιανίδης. Πέρασαν κιόλας εικοσιένα χρόνια από τότε που ξεκίνησα με την ΛΕΜΟΤ τα πρώτα, καθοριστικά για τη συνέχεια, ταξίδια. Η επιλογή των δύο τροχών, φάνταζε εκείνα τα χρόνια, με τις δυνατότητες των μοτοσυκλετών, την άκαρδη αστυνόμευση, και τους αισχρούς ‘’δρόμους’’, ουτοπία. Παρόλα αυτά εμείς ταξιδεύαμε, σε σπάνιο και πολύτιμο σήμερα, συλλογικό επίπεδο. Βαθμιαία, ‘’ανακάλυψα’’ την απεριόριστη γοητεία που προσφέρουν αυτές οι αναζητήσεις.

Πολύ αργότερα, ήρθε η ώρα των αυστηρών χωματόδρομων και της εύρεσης ξεχασμένων προορισμών, γνωστών περισσότερο σε θαρραλέους πεζοπόρους. Πολλοί από αυτούς τους τόπους βρίσκονται σε μέρη άβατα από οποιοδήποτε όχημα, εκτός της μοτοσυκλέτας. Τότε δόθηκε το έναυσμα για την αξιόπιστη αποκάλυψη όλων αυτών των θησαυρών που κρύβουν με αξιοθαύμαστο ζήλο τα νησιά και τα βουνά της χώρας μας, η βλάστηση, και επίμονα οι κατά τόπους διοικήσεις. Αυτές, δείχνουν να αγνοούν ότι όλα αυτά τα κάποτε διαλάμψαντα χωριά μπορούν να γίνουν προορισμοί έστω για ένα εξειδικευμένο ποσοστό ταξιδιωτών, που προβληματίζεται πλέον με το έτοιμο, πρόχειρο, και κακοσερβιρισμένο ‘’τουριστικό προϊόν’’. Το αποτέλεσμα είναι, ότι μέσω της ανεπαρκούς, λειψής τους γνώσης, αποσιωπούν τις μελέτες και την υπάρχουσα βιβλιογραφία, που την έφτιαξαν άξιοι ερευνητές, απ’ όλη την επιστημονική κοινότητα, έως απλοί άνθρωποι του τόπου. Μετά από αυτό, δεν πρέπει να απορεί κανείς για τον τρόπο που ‘’προβάλλονται’’ αυτοί οι χώροι από τα διάφορα ‘’τουριστικά’’ έντυπα μέσα, που με τη σειρά τους, αδιαφορούν για την υπάρχουσα γνώση και με παράδοξη όσο και διασκεδαστική υπεροψία, αποσιωπούν τόσο την πραγματικότητα, όσο και την έρευνα που έχει προηγηθεί, χρόνια τώρα.

Σε αυτό το σημείο ξεκινά η μακρά, επίπονη και ευρωβόρα διαδικασία τεκμηρίωσης και έκδοσης όλων αυτών των ταξιδιών, μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια εξερεύνησης, που συνεχίζεται και στις μέρες μας, ευελπιστώντας στη συνέχειά της και πιθανόν στην ολοκλήρωσή της. 

Η μοναδική στα χρόνια μας προσπάθεια, έχει στόχο να ανατρέψει και να διορθώσει τα κακώς κείμενα σε τόπους που έχουν τη δυνατότητα να ανελιχθούν σε εξαιρετικούς προορισμούς. Αυτός ο δύσκολος αγώνας βρήκε ανταπόκριση και αναγνώριση μόνο από το 0-300 και η συμβολή του τόσο στη διάδοση της έννοιας «ταξιδεύω με μοτοσυκλέτα», όσο και στην έκδοση των «Ταξιδιών στην άλλη Ελλάδα» υπήρξαν καθοριστικές και αξιομνημόνευτες.

Ταξιδεύοντας και αναβοσβήνοντας τα φώτα.

Άγγελος Σινάνης.

Υ/Γ: Στον τόμο Ζ’ ο ‘’δαίμων’’ εισήλθε απρόβλεπτα αλλάζοντας τις λεζάντες στην σελ. 20, όπου ο χάρτης της Ελαφονήσου εμφανίζεται να είναι της γνωστής μας ΑΝΑΒΑΣΗΣ. Όμως ο καλός χάρτης, είναι της εταιρείας ΑΤΡΑΠΟΣ. Επίσης στη σελ, 132, η λεζάντα της ιστορικής Α/Μ φωτογραφίας είναι: Κύθηρα 15 Σεπτεμβρίου 1944. Η ιστορική απόβαση των συμμαχικών δυνάμεων στο Καψάλι. Τα Κύθηρα απελευθερώνονται πρώτα απ’ όλη την Ελλάδα. Φωτογραφία © Μανώλης Σοφίος. Πολλές φορές στο κείμενο ξεφυτρώνουν ερωτηματικά (?) που δίνουν την εντύπωση ότι αναρωτιέμαι. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο, είναι θέμα γραμματοσειράς. Τα δικά μου ερωτήματα ξεχωρίζουν από το κλασικό ερωτηματικό (;). Αυτά για την τάξη.

 ΜΙΚΡΕΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (8104 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΔΟΝΟΥΣΑ αρχ. Δονούσα, Δονουσία

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Ιανουάριος 2006

Με θέα το πέλαγος

Η Δονούσα είναι ένα μικρό νησάκι στο βορειότατο άκρο των νοτιοανατολικών Κυκλάδων. Μαζί με την Ηρακλειά, τη Σχινούσα, το Άνω και το Κάτω Κουφονήσι, την Κέρο, το Άνω και το Κάτω Αντικέρι, τους Μάκαρες(1), και άλλα μικρότερα νησαία εδάφη, αποτελούν ένα πολύνησο που βρίσκεται στο τρίγωνο μεταξύ Νάξου, Ίου και Αμοργού, γνωστό περισσότερο με το όνομα ‘’μικρές Ανατολικές Κυκλάδες’’. Όλα μαζί και το καθένα ξεχωριστά αποτελούν έναν υπέροχο κόσμο με θαυμάσιες, ήπιες παραλίες και λιμάνια, που διευκολύνουν την επικοινωνία με τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα. 

Ο θρυλικός ‘’Σκοπελίτης’’ το παλιό σκαρί που ξεκίνησε το παρθενικό του ταξίδι το 1985, με πρωτεργάτη τον καπετάν Δημήτρη (Μήτσο) Σκοπελίτη, έχει πλέον αποσυρθεί. Έδωσε τη θέση του στο καινούργιο καμάρι της οικογένειας Σκοπελίτη (με καταγωγή από τη Σκόπελο ο παππούς, και από τη Δονούσα οι απόγονοι (2)), το «ExpressSkopelitis» που συνεχίζει το έργο του παλιού, ήδη από το 1999. Το καινούργιο σκαρί, συνδετικός κρίκος και τροφοδότης των μικρών Ανατολικών Κυκλάδων, προσεγγίζει καθημερινά όλα τα μικρονήσια του συμπλέγματος. Έτσι αποβιβαστήκαμε και εμείς τις ζεστές μέρες του Ιουλίου στο λιμάνι, το μητροπολιτικό κέντρο της ΔονούσαςΣταυρός σε 20 μ. υψ.), στο βορειότερο και πιο απομακρυσμένο από τις υπόλοιπες «μικρές Κυκλάδες». 

Το όνομά της διατηρείται από τους αρχαίους χρόνους ενώ οι ντόπιοι την αναφέρουν και Ντενούσα(3). Ταξιδιώτες και ναυτικοί του 18ου – 19ου αιώνα την ονομάζουν Stenosa ή Spinosa (βλ. παρακ.), και στο Βασιλικό διάταγμα για τον σχηματισμό του δήμου Αμοργού εμφανίζεται ως Γενούσης (4) (νησίς). Στις μέρες μας είναι γνωστή και ως Δενούσα. Στους αυτοκρατορικούς (27 π.Χ. – τέλος 3ου αι. μ. Χ.), όπως και άλλα νησιά του Αιγαίου, υπήρξε τόπος εξορίας.

Όλη η ζωή του νησιού εκπορεύεται από την πρωτεύουσα που έχει όλα τα καταστήματα, τα καφενεία, τις ταβέρνες, μίνι – μάρκετ και ενοικιαζόμενα δωμάτια, ικανά να εξυπηρετήσουν ένα αρκετά μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Τα λίγα λεπτά που πιάνει το καράβι είναι αρκετά να αναστατώσουν το λιμάνι και τη ζωή των ντόπιων. Έρχονται νέα εμπορεύματα, ταχυδρομείο, καινούργιοι επισκέπτες, ξένοι οι περισσότεροι, χωρίς να λείπουν όμως οι Έλληνες. Όταν φύγει το πλοίο, καταλαγιάσουν οι φωνές, τα σφυρίγματα, τα μαρσαρίσματα απ’ τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, και έρθει αυτή η μοναδική ησυχία, αμέσως αντιλαμβάνεστε ότι φτάσατε σε ένα, από τα μετρημένα στα δάχτυλα πλέον, αυθεντικά Κυκλαδονήσια. 

Το χωριό είναι μικρότερο απ’ ότι έχουμε συνηθίσει να αντικρίζουμε, η άγρια και λυσσαλέα ‘’ανάπτυξη’’ φαίνεται ότι δεν έχει φτάσει ως εδώ. Μια πρώτη γεύση φιλοξενίας και ενημέρωσης για το νησί και τα αξιοθέατά του, αποτελεί η στάση για καφέ στο υπερυψωμένο καφενείο – μίνι μάρκετ – εστιατόριο (το καλοκαίρι), εμπρός από τον μόλο, του Νικήτα και της Ευαγγελίας Μαρκουλή. Ωραία θέα προς την παραλία του ‘’Σταυρού’’, το μικρότερο προστατευμένο με κυματοθραύστη λιμανάκι που δένουν οι ντόπιοι τις βάρκες και τα ψαροκάικα, ενώ ψηλότερα και ανατολικά, πάνω στον λόφο, διακρίνεται η ολόλευκη διπλή εκκλησία της Παναγίας και του Αγ. Ιωάννη. Ανάλογα την ώρα, εκτός τον σπέσιαλ καφέ θα δοκιμάσετε σπιτικούς μεζέδες της κυρίας Ευαγγελίας και ακόμα νοστιμότερο φαγητό. Η βόλτα ανάμεσα στα σπιτάκια του παραλιακού οικισμού είναι από αυτά που επιβάλλεται να γίνουν ώστε να δείτε και να αναπνεύσετε αυτόν τον τόσο διαφορετικό αέρα της Δονούσας(5). Όσο πεζοπορείτε ανάμεσά τους, δίνουν τη θέση τους στα ψηλότερα, προς την κορφή του λόφου. Η όμορφη, καινούργια πλακόστρωση δίνει ένα τόνο πολυτέλειας ενώ οι παλιές οικοδομές, με τους μεγάλους κήπους, τα πολλά λουλούδια, τις θεόρατες φραγκοσυκιές και τις φούξια μπουκαμβίλιες, προσδίδουν στον οικισμό την χαμένη αθωότητα παιδικών χρόνων.

Η φωνές του καπετάνιου Νίκου Κωβαίου μας αφυπνίζουν για την μεγάλη βόλτα στις ‘’πίσω παραλίες’’ του νησιού, τις δυσπρόσιτες, εκεί που δεν φτάνουν οχήματα. Όλη την καλοκαιρινή περίοδο, μάλιστα σε καθημερινή βάση, η κοινότητα βάζει μια ‘’λάντζα’’ (αρκετά μεγάλη στην περίπτωσή μας) για να πηγαίνει τους επισκέπτες βόλτα ή για κατασκήνωση σχεδόν σε όποιο μέρος αυτοί τους υποδείξουν. Η νότια πλευρά της νήσου αρχίζει να δείχνει τις χάρες της μόλις η ‘’Δονούσα’’ μας ξανοίγεται με ταχύτητα προς τον αθέατο προορισμό. Αμέσως μόλις παρακάμψουμε τον κάβο ‘’της Παναγιάς’’ αντικρίζουμε την ολόλευκη, πρασινογάλανη και ευρύχωρη παραλία του ‘’Κέδρου’’. Αριστερά από τον μόλο που δένει η βάρκα μας, στην κορυφή της πλαγιάς, διακρίνεται το ιερό από το δίδυμο εκκλησάκι της Παναγίας και του Αγ. Ιωάννη ενώ, λίγο πιο κάτω, ξεχωρίζουν τα χωράφια σε μορφή αναβαθμίδων, εγκαταλειμμένα στις μέρες μας, που κάποτε, ποιος ξέρει πόση παραγωγή θα έβγαζαν. Μεταξύ των επιβατών της λάντζας, ήταν παιδιά που είχαν πάει στον κοντινό Σταυρό με τα πόδια για ψώνια, νερό, και λοιπά χρειαζούμενα και τώρα αποβιβάστηκαν στον μεγάλο μόλο.

Η περιοχή του Κέδρου έχει πρόσβαση με καλό χωματόδρομο που φτάνει μέχρι το αξιόλογο ομώνυμο της παραλίας snack bar – café, με καλαμένια σκίαστρα και αρκετά δέντρα στο πλάι που προσφέρουν, και αυτά, την πολύτιμη στις ζεστές μέρες του καλοκαιριού, σκιά τους. Εντυπωσιάζει δε, η περίσκεψη με την οποία η κοινοτική αρχή του νησιού αντιμετωπίζει τους επισκέπτες που θέλουν να στήσουν σκηνές, για να κάνουν ελεύθερη κατασκήνωση. Στα περισσότερα ‘’δήθεν’’ κοσμοπολίτικα νησιά οι campers είναι στο στόχαστρο και τους διώχνουν. Αντίθετα στον ‘’Κέδρο’’, υπάρχουν συνήθως πάνω από 20 αντίσκηνα. Κάπως ξαφνικά, μόλις αποβιβάστηκε και ο τελευταίος επιβάτης η ‘’Δονούσα’’ μας, με έναν ακροβατικό ελιγμό, ‘’σουζάρισε’’ με σκέρτσο, ξεκινώντας για την συνέχεια της ολόδροσης διαδρομής, κατά μήκος της ακτογραμμής, φέρνοντάς μας, αμέσως μετά, στο γνωστό για τον σημαντικό, γεωμετρικών χρόνων (9ος – 8ος αι. π.Χ.), οικισμό του, Βαθύ Λιμενάρι. 

Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1966 – ’67 και σε τέσσερις ανασκαφικές περιόδους ερευνήθηκε μια έκταση 80Χ40 μ., στην οποία αποκαλύφθηκαν τα ερείπια γεωμετρικών σπιτιών (δώδεκα οικοδομές), κτισμένων όχι μόνο στην επίπεδη επιφάνεια του ακρωτηρίου, αλλά και στις απόκρημνες πλαγιές. Αποκαλυπτικό είναι ότι στο νοτιότατο σημείο, όπου οι βράχοι σχηματίζουν φυσικά επίπεδα, βρέθηκαν λείψανα πρωτοκυκλαδικών σπιτιών, που σημαίνει ότι η χρήση του χώρου και η κατοίκηση άρχισε πολύ πριν τα γεωμετρικά χρόνια. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι ένας δεύτερος προϊστορικός οικισμός, με αφθονία οψιανών, έχει εντοπιστεί στη βόρεια ακτή του νησιού. Η Δονούσα λοιπόν, ήταν κατοικημένη ήδη από τα χρόνια της ακμής του πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού(6)

Η γεωγραφική θέση των Κυκλάδων μαζί με άλλα στοιχεία, όπως π.χ. το καλό κλίμα, ήταν ανέκαθεν σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη των νησιών στην αρχαιότητα. Αυτός όμως ο αξιομνημόνευτος οχυρωμένος οικισμός του 9ου αι. π.Χ. με το νεκροταφείο(7) που αποκαλύφθηκε στο Βαθύ Λιμενάρι, έδωσε πολύ ενδιαφέροντα νέα στοιχεία. Η ανασκαφική έρευνα(8) έφερε στο φως την άφθονη και αξιόλογη κεραμική του οικισμού αυτού (επιβλητικά μεγάλα αγγεία μεταφοράς υγρών, αμφορείς, υδρίες, οινοχόες), μαρτυρώντας για σχέσεις όχι μόνο με τη Νάξο, όπως θα ήταν φυσικό, αλλά και με τον ΝΑ κόσμο του Αιγαίου, και συγκεκριμένα με την κεραμική παραγωγή της Κω και της Ρόδου. Αυτό σημαίνει ότι ο γεωμετρικός οικισμός στη Δονούσα ήταν μια σκάλα ‘’ανεφοδιασμού’’ στη μέση περίπου του εμπορικού θαλάσσιου δρόμου Ευβοίας – Δωδεκανήσων – νοτιοδυτικών μικρασιατικών ακτών, στον οποίο θα διακινούνταν όχι μόνο αττικοευβοϊκά κεραμικά αλλά και προϊόντα δωδεκανησιακών εργαστηρίων, που έφταναν ως τη βορειοανατολικότερη Σάμο, αλλά και τη δυτική Κρήτη, ως και στην κοσμοπολίτικη Κυδωνία(9), της Δυτικής Μικρασίας. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε, και αυτό είναι το σημαντικό, με έναν εμπορικό σταθμό πάνω στον θαλάσσιο δρόμο που ένωνε την Αττική και την Εύβοια με το ανατολικό Αιγαίο, στον ίδιο δρόμο όπου ιδρύθηκαν η Ζαγορά και η Υψηλή της Άνδρου, η Κάρδιανη, το Χτικάδο και το καλύτερα προστατευμένο και πολύ μακροβιότερο ‘’Ξώμπουργο’’, της Τήνου(10)

Σαν τοπίο, ο κολπίσκος Βαθύ Λιμενάρι είναι ένα εξαιρετικό μέρος για κολύμπι και βουτιές. Η θάλασσα έχει αυτό το εξωτικό βαθυπράσινο, απόλυτα διαφανές χρώμα ως το βυθό. Στην μέση της στενής, με καμιά πενηνταριά μέτρα μήκος, παραλίας, βρίσκονται  δύο πέτρινοι σχηματισμοί, σαν σπιτάκια, που στις χειμωνιάτικες τρικυμιώδεις μέρες φιλοξενούσαν τις βάρκες των ντόπιων. Είναι ένα μαγευτικό σημείο, όπως και το ανάγλυφο στις πλαγιές του βουνού με τις μικρές αλλά και τις μεγαλύτερες σπηλιές, καθώς πλησιάζουμε πλέον στην τρίτη, (δεύτερη διάσημη) παραλία του νησιού, το περίφημο Λιβάδι. 

Πάνω και αριστερά από την παραλία, στο ψηλότερο σημείο, δεσπόζει με την παρουσία του πραγματικός βιγλάτορας, ο παλιός, γκρεμισμένος στις μέρες μας (μόνο αυτός ο νότιος τοίχος που βλέπετε υπάρχει), πετρόχτιστος ανεμόμυλος. Σε ολόκληρη τη διαδρομή με την ‘’Δονούσα’’ μας, είναι εμφανείς οι καλοδουλεμένες ξερολιθιές, αφάνταστα κουραστικές στην κατασκευή τους, που συμπυκνώνουν όλη τη φροντίδα των κατοίκων ώστε να στηριχθούν ακλόνητες στο πέρασμα των χρόνων, των βροχών και των δυνατών ανέμων. Αυλακώνοντας το τοπίο μέχρι ψηλά στους λόφους, ξεχωρίζουν τις ιδιοκτησίες με επιβλητικό τρόπο, οριοθετώντας καμιά φορά τα καλλιεργήσιμα από τα χέρσα χωράφια, συνοδεύοντας τον περιηγητή, με τον τρόπο τους, παντού. 

Η πλατιά, τεράστια παραλία Λιβάδι είναι μακρύτερα από τον Σταυρό (το λιμάνι), και γιαυτό δεν έχει τόσες πολλές σκηνές ή κάποιο καφενεδάκι - ταβέρνα. Επίσης δεν έχει μόλο, οπότε όποιος θέλει να κατέβει, όπως πολλοί από τους επισκέπτες σήμερα, πέφτει κατ’ ευθείαν στη θάλασσα με τις αποσκευές ψηλά, στα χέρια. Όποιος δεν επιθυμεί την βουτιά αμέσως, υπάρχει εκτός της θαλάσσιας, πρόσβαση με μονοπάτι από την κοντινή Μερσίνη σε λίγα λεπτά με τα πόδια. Ο μικρός οικισμός είναι λίγο ψηλότερα· ο προσεκτικός επισκέπτης θα διακρίνει αρκετά πάνω από την παραλία τις κολώνες της ΔΕΗ, και τον κεντρικό δρόμο που κόβει σαν μαχαίρι το βουνό, ενώνοντας τα χωριά. Λίγα μέτρα πιο δίπλα απ’ το Λιβάδι, σ’ ένα λιλιπούτειο κολπίσκο, είναι το μικρό λιμανάκι με τσιμεντένιο μόλο και η πανέμορφη παραλία Φύκιο. Από εδώ φεύγει καλογραμμένο ανηφορικό μονοπάτι μέχρι την Μερσίνη περίπου 45’ με τα πόδια. Στην διαδρομή μέχρι το χωριό υπάρχει αριστερά σας, σε 10’, μονοπάτι για το Λιβάδι.

Από τις θαυμάσιες παραλίες απομακρυνόμαστε σύντομα με κατεύθυνση τη Φωκοσπηλιά. Η ‘’Δονούσα’’ μας, πιο γρήγορη από ποτέ αφού ρίξει μια φευγαλέα ματιά στη Μερσίνη που από τα ανοιχτά, φαίνεται πιο καθαρά, παρακάμπτει το ακρωτήριο ‘’Γλαριά’’ τα λιλιπούτεια Γλαρονήσια, και ξεχύνεται προς το ιδανικό καταφύγιο. Το τοπίο στην διαδρομή αλλάζει υπερβολικά. Από τις ήρεμες παραλίες και τους γοητευτικούς κολπίσκους αντικρίζουμε σε όλο του το μεγαλείο το απότομο, απόκρημνο ανάγλυφο του βουνού και των θεόρατων βράχων που κατεβαίνουν σαν θεριά, με δύναμη και ανυπέρβλητο όγκο προς τη θάλασσα, εκεί, στο άκρο του ‘’Κάβου Μοσχονά’’. Απορήσαμε πως ακόμα δεν τα έχουν ανακαλύψει οι σπουδαίες αναρριχητικές ελληνικές ομάδες ώστε να ανοίξουν διαδρομές. Πραγματικά, η όψη τους και μόνο κόβει την ανάσα. 

Δεν έχει περάσει πάνω από ένα τέταρτο και αρχίζουν να φαίνονται καθαρά οι σπηλιές, εκεί που παλιότερα βρίσκανε καταφύγιο οι συμπαθητικές, για μας, φώκιες. Είναι δυο – τρεις στη σειρά, όμως ο έμπειρος Νίκος Κωβαίος προσεγγίζει αυτή που ξέρει καλά, την μεγαλύτερη. Από το φως μπαίνουμε σιγά – σιγά στο σκοτάδι, αφού ο όγκος της Λάντζας καλύπτει τον ήλιο, μέχρι που, με μια περίτεχνη μανούβρα του καπετάνιου μας, το όμορφο σκαρί της ‘’Δονούσας’’ πάλλεται, γυρνάει, και απελευθερώνει με μίας όλο το φως του ήλιου, που με απληστία θαρρείς, καθρεφτίζεται μέσα στην πανύψηλη, ευρύχωρη Φωκοσπηλιά. Το θέαμα είναι ασύλληπτο, αφού το ολόλευκο φως τρυπώνει από την επιφάνεια της βαθυπράσινης κρυστάλλινης θάλασσας φτάνοντας μέχρι τον ήσυχο βυθό με ευκολία. Στην πορεία του διαχέεται παντού και ‘’χρωματίζει’’ το περιβάλλον που μεταβάλλεται σε παραμυθένιο. Λες, δεν μπορεί! αν δεν εμφανιστεί κάποια φώκια θα έρθουν στα σίγουρα από κάπου γοργόνες, νύμφες, νεράιδες ή ξωτικά. Είναι εξαίσιο το θέαμα και οι βουτιές αναπόφευκτες, παρά τις εκκλήσεις του καπετάνιου για την ώρα που περνά, και πως πρέπει να γυρίσουμε πίσω.  

Η αλήθεια είναι ότι δεν περιμέναμε πραγματικά να δούμε φώκιες(11), το αντίθετο μάλιστα θα προκαλούσε εντύπωση, αφού τα ευαίσθητα αυτά θηλαστικά, όπως κάθε άγριο ζώο, απαιτούν ησυχία, απόσταση και σεβασμό. Αυτός είναι ο λόγος που ο τόπος που διάλεξαν να ζήσουν και να αναπαραχθούν είναι τόσο μακριά από κατοικημένα μέρη. Η μεσογειακή φώκια ζει στις ελληνικές θάλασσες από τα αρχαία χρόνια και μας έχει χαρίσει πολλά τοπωνύμια. Αναφέρεται από τον Όμηρο, τον Ηρόδοτο κ.ά., ενώ ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης έγραψε το γνωστό διήγημα ‘’Το μοιρολόγι της φώκιας’’. Σήμερα είναι το περισσότερο απειλούμενο με εξαφάνιση θαλάσσιο θηλαστικό της Ευρώπης. Στη χώρα μας ανήκει η μεγαλύτερη ευθύνη για την προστασία και τη διάσωση(12) της μεσογειακής φώκιας Μονάχους – Μονάχους, καθώς ο μεγαλύτερος πληθυσμός του είδους συναντάται στον ελληνικό χώρο. 

Η επιστροφή στο λιμάνι της Δονούσας είναι πιο γρήγορη, αφού δεν σταματήσαμε σε όλες τις παραλίες για να παραλάβουμε ή να αφήσουμε επισκέπτες. Η απόσταση της Δονούσας από τη Νάξο είναι περίπου 10 ναυτικά μίλια (ν.μ. στο εξής), και σήμερα μοιάζει απομονωμένη από τις υπόλοιπες Κυκλάδες, μόνη της πάνω στο σύνορο του Αιγαίου με το Ικάριο πέλαγος. Ωστόσο, ακριβώς λόγω της γεωγραφικής θέσης της, υπήρξε κατά καιρούς, ίσως αναπόφευκτος, λόγω των απότομων καιρικών μεταβολών, σίγουρα όμως, αναγκαίος σταθμός στα ποικίλα ταξίδια, εμπορικά ή περιηγητικά.

Ταξιδιώτες του 18ου – 19ου αιώνα, πλέοντας από τη Νάξο στην Πάτμο ή αντίστροφα, περνούσαν πάντα από αυτήν(13)Ένας από τους εξέχοντες και αξιόπιστους περιηγητές των αρχών του 18ου αι. είναι και ο Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ (JosephPittondeTournefort), ο οποίος αναχώρησε από την Μασσαλία τον Απρίλιο του 1700 με χρηματοδότηση του Γαλλικού Στέμματος για το περίφημο ταξίδι του στο Αιγαίο και την Εγγύς Ανατολή. «…στις 15 Σεπτεμβρίου [1700], αφήσαμε τη Νάξο, με πρόθεση να πάμε στην Πάτμο, αλλά ο νοτιοδυτικός άνεμος μας ανάγκασε να προσορμισθούμε στην Στενόζα – (Stenosa [Δονούσα], ένα άθλιο μικρό νησί χωρίς κατοίκους που έχει περίμετρο 10 – 12 μίλια. Υπάρχει μόνο μια στάνη, καταφύγιο 5 – 6 φτωχών γιδοβοσκών. Από τον φόβο μήπως τους πιάσουν (σ.σ αιχμαλωτίσουν και πουλήσουν για σκλάβους), κουρσάροι ή ληστές, αναγκάζονται να κρυφθούν στους βράχους μόλις πλησιάζει κάποιο πλεούμενο. Κάθε τρεις μήνες στέλνουν (σ.σ. από την Αμοργό) στους βοσκούς παξιμάδια. Μόλις και μετά βίας βρίσκουν νερό στο νησί. Ανήκει στην κοινότητα Αμοργού…»,  (σ.σ. στην Μονή Χοζοβιώτισσας).

Στην Δονούσα έμεινε λίγο, όσο να κοπάσουν οι άνεμοι, όμως εντυπωσιάστηκε από «….τα ωραία φυτά που ευδοκιμούν εδώ· το νησί είναι γεμάτο από σχίνα, πουρνάρια και λαδανιές». Στο τέλος της αναφοράς, και αφού έχει προηγηθεί η αναλυτική μελέτη των σαλιγκαριών, που έκαναν σούπα, γράφει: «Η Δονούσα θα άξιζε να μνημονευθεί μόνον για μερικά σπάνια φυτά και ιδίως για ένα είδος Πταρμικής (σ.σ. πραγματικά σπάνια αγριαψιθιά που μόλις την μυρίζεις φτερνίζεσαι), που δεν είχαμε δει πουθενά αλλού στη διαδρομή μας…». Τόσο τον εντυπωσίασε που παραθέτει το σχέδιό και την περιγραφή. Σήμερα γνωρίζουμε το φυτό αυτό σαν Αγριαψιθιά (Achillea aegyptiaca). Όσο αφορά τους βοσκούς που βρήκε στο νησί αναφέρει: «…οι βοσκοί, εξ’ άλλου μας πέρασαν για ληστές και δεν τόλμησαν να κατεβούν από τους βράχους τους, μολονότι οι ναύτες μας, οι οποίοι δεν ήξεραν που να βρουν νερό, είχαν υψώσει όλα τα άσπρα κουρέλια που υπήρχαν στο πλοίο για να τους πείσουν ότι είχαμε ειρηνικές διαθέσεις(14).».

Εκτός όμως από εμπορικός δρόμος χρησίμευσε κατά καιρούς σαν άντρο και καταφύγιο πειρατών ταλαιπωρώντας σκληρά τον νησιώτικο κυρίως πληθυσμό έως τους νεώτερους χρόνους. Νύχτα και ημέρα όργωναν κυριολεκτικά το Αιγαίο, σφάζοντας, καίγοντας, αρπάζοντας, ότι εύρισκαν μπροστά τους, αιχμαλωτίζοντας άντρες και γυναίκες για να τους πουλήσουν σκλάβους στα σκλαβοπάζαρα της Πόλης, της Σμύρνης ή της Μπαρμπαριάς(15). Μετά την συντριβή της πειρατείας από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια(16) πολλοί πειρατές για να αποφύγουν την σύλληψη από τις διωκτικές αρχές, κατέφυγαν φυγόδικοι στα Κουφονήσια και εξορμούσαν πλέον στα γειτονικά νησιά Σχινούσα, Ηρακλειά, Δονούσα «…κλέπτοντες τα ζώα και παν ό,τι άλλο εύρωσι χρήσιμον αυτοίς(17)….».

Στο απάνεμο από τους βοριάδες λιμάνι αναλώστε κάμποσο χρόνο, για περπάτημα ιδιαίτερα μέχρι το κεντρικότερο και πιο ωραίο σημείο του χωριού που είναι χτισμένο το νεώτερο (1962) μονοθέσιο σχολείο. Από εκεί η ματιά σας, φτάνει στο βάθος του ορίζοντα ενώ με καλό καιρό διακρίνεται η Νάξος, η Αμοργός και οι Μάκαρες. Αντίφαση αποτελεί ότι το παλιό μικρότερο σχολείο είχε 60 παιδιά(18). Στις μέρες μας, το ευρύχωρο νέο, έχει μόλις τέσσερα στο δημοτικό και έξι στο γυμνάσιο - λύκειο, όμως στο σύνολό του το νησί, είναι από τα ελάχιστα (οκτώ συνολικά), που όχι μόνο συγκράτησε, αλλά αύξησε τον πληθυσμό(19) του, σε 163 κατοίκους, έναντι 111 το 1991.

Επίσης εδώ είναι η μεγαλύτερη εκκλησία, με τον χαρακτηριστικό στις Κυκλάδες μπλε τρούλο, που ξεχωρίζει από παντού, ο Τίμιος Σταυρός,πολιούχος και μητρόπολη, απ’ όπου έλκει τη δεύτερη ονομασία της, η πρωτεύουσα. Η εκκλησία αρχικά (τέλη 19ου αι.), ήταν χτισμένη κοντά στον ‘’Ρύακα’’, ένα μικρό ποτάμι που ακόμα χωρίζει τον οικισμό στα δύο, (πρόκειται για τον ‘’δρόμο’’ που οδηγεί στην παραλία του ‘’Σταυρού’’) και που όταν βρέχει, λόγω του ύψους του νερού, είναι αδύνατο να περάσει κανείς στα απέναντι σπίτια. Κάποια χρονιά έβρεξε τόσο πολύ που τα άφθονα νερά παρέσυραν την εκκλησία, μην αφήνοντας τίποτα στο διάβα τους. Πέρασαν κάμποσες μέρες και το χαρμόσυνο γεγονός της εύρεσης της εικόνας του Τιμίου Σταυρού απάλυνε την στεναχώρια των κατοίκων. Η εικόνα είχε βρεθεί στα επιφανειακά σπηλαιώδη ανοίγματα της παραλίας της Αγίας Παρασκευής, στην νότια Αμοργό. Ο Δημήτρης Σκοπελίτης που την βρήκε, οργάνωσε αμέσως έρανο για την ανέγερση του καινούργιου ναού, ο οποίος χτίστηκε ψηλότερα και ασφαλέστερα από τον παλιό, στη θέση που τον αντικρίζουμε σήμερα. Τα θυρανοίξια έγιναν το 1902 και ήταν τόσο μεγάλη η χαρά και η αγαλλίαση των κατοίκων που μετονόμασαν τον τότε οικισμό ‘’Κάμπο’’, σε ‘’Σταυρό’’, ονομασία που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας. Δεξιά από το υπέρθυρο της κεντρικής εισόδου υπάρχει αναμνηστική μαρμάρινη πλάκα με σκαλισμένη επιγραφή που αναφέρει: 

«ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΘΗ ΥΠΟ ΔΗ
ΜΗΤΡΙΟΥ ΣΚΟΠΕΛΙΤΟΥ ΤΗ,
ΣΥΝΔΡΟΜΗ, ΚΑΛΥ
ΜΝΥΩΝ ΚΑΙ ΔΕΝΟΥΣΗς
ΙΟΥΝΙΟΝ 1902»

Ο ναός αγιογραφήθηκε σε πρώτη φάση το 1980, και σε δεύτερη φάση το 2003. Εντύπωση όμως προκαλεί εκτός της αγιογράφησης οι εικόνες που με προσοχή φυλάσσει ο νεαρός ιερέας Κωνσταντίνος Ν. Μαρκουλής. Σε μια από τις παλιότερες, που απεικονίζει τον Μυστικό Δείπνο διαβάζουμε: « ΔΑΠΑΝΗ ΜΕΝ ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΜΠΙΛΗ ΚΑΙ ΣΥΖΥΓΟΥ, ΥΠΟ ΧΕΙΡΟΣ ΔΕ ΣΚΕΥΟΦ. Γ. ΤΑΤΑΡΗ. ‘ΕΝ ΚΑΛΥΜΝΩ ΤΗ 10η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1905 ». Ο Τίμιος Σταυρός γιορτάζει με πανηγύρι στις 14 Σεπτεμβρίου προσελκύοντας πολλούς προσκυνητές από τα γύρω νησιά. Μετά την λειτουργία ακολουθεί μεγάλο γλέντι στον προαύλιο χώρο με φαγητό, κρασί, και παραδοσιακά συγκροτήματα που καλούνται από τα διπλανά νησιά. 

Οι περισσότεροι επισκέπτες της Δονούσας προτιμούν να κολυμπήσουν στην κοντινή και ευρύχωρη παραλία του ‘’Σταυρού’’, δίπλα από το λιμάνι. Εκεί που σταματάει ο δρόμος και ξεκινά η γοητευτική αμμουδιά βρίσκεται η ψησταριά – ταβέρνα «Αποσπερίτης» του Ηλία Σκοπελίτη, όπου θα γευθείτε ‘’ψημένη ρακή’’, και παραδοσιακό το σπιτικό μαγειρευτό φαγητό και τους ρακομεζέδες. Πιο πάνω, στην κορυφή του λόφου είναι ένα δεύτερο σημείο, μετά το σχολείο, που έχει υπέροχη θέα, αυτή τη φορά προς τον οικισμό του ’’Σταυρού’’ και προς την παραλία του ‘’Κέδρου’’. Στο ψηλότερο σημείο του λόφου είναι χτισμένο, όπως είπαμε, το δίδυμο ολόλευκο εκκλησάκι της Παναγίας και του Αγ. Ιωάννη, που γιορτάζει με πανηγύρι τον Δεκαπενταύγουστο. Στο μαρμάρινο υπέρθυρο της αριστερής εισόδου (της Παναγίας), υπάρχει σκαλισμένη επιγραφή με την ημερομηνία κτίσεως, «1892». Προς την μεριά της θάλασσας διακρίνεται το άρτιο ελικοδρόμιο με το μικρό κτήριο που εξασφαλίζει την λειτουργία των εγκαταστάσεων. Έχει δρομολογηθεί η άδεια λειτουργίας του, πράγμα που θα εξασφαλίσει τη γρήγορη ανταπόκριση σε επείγοντα περιστατικά υγείας των κατοίκων αλλά και των καλοκαιρινών επισκεπτών. 

Φεύγοντας από τον κυρίως οικισμό για τον γύρο του νησιού ακολουθείστε τον παραθαλάσσιο δρόμο που ασφαλτοστρώθηκε πρόσφατα (Σεπτέμβριος 2005), οδηγώντας στις εξοχές και ευκολότερα, στα μικρά χωριουδάκια του τόπου. Πριν φύγει από τα μάτια σας η Δονούσα θα δείτε, αριστερά σας, την διασταύρωση (στο εξής δστ.), που κατευθύνεται βορειοδυτικά οδηγώντας στη ‘’Λίμνη’’, μια λιλιπούτεια και ρομαντική μοναχική παραλία. Το μονοπάτι συνεχίζει μέχρι την απότομη χερσόνησο και τον περίφημο για τη θέα του βραχώδες ακρωτήριο ‘’Άσπρος Κάβος’’, στην περιοχή που γενικά ονομάζεται ‘’Ξυλομπάτη’’ και που στις σπηλιές της, λένε οι ντόπιοι, ότι προσεγγίζουν φώκιες. Με πρόσβαση από τη θάλασσα, βρίσκεται η σπουδαία ‘’Σπηλιά του Τοίχου’’ με σταλακτίτες. Δύσκολη η προσέγγιση, εμείς λόγω καιρού δεν την είδαμε, αλλά εσείς μην χάσετε την ευκαιρία γι αυτή τη σημαντική βόλτα. 

Στη συνέχεια του κεντρικού δρόμου υπάρχει δεύτερη δστ. που οδηγεί στους πρόποδες του Πάπα (383 μ. υψ.), με εκπληκτική θέα σχεδόν ολόκληρης της Δονούσας και των γύρω νησιών. Στον γυρισμό από τον Πάπα είναι προτιμότερο να επιστρέψετε από το μονοπάτι που περνά από τα μεταλλεία (παλιότερα εξόρυσσαν χαλκό, καλαμίνα και λουλάκι), και τον αθέατο Τρούλο (ένα σπίτι). Εδώ τα περασμένα χρόνια φύτευαν καπνό λόγω της ύπαρξης νερού από πηγές που υπάρχουν και σήμερα. Αργότερα εγκατέλειψαν την προσπάθεια λόγω της μικρής παραγωγής. Από τον Τρούλο θα βγείτε σύντομα σχεδόν μέσα στο χωριό, (στην δστ. που οδηγεί στο δίδυμο εκκλησάκι απέναντι από τον ‘’Σταυρό’’). Όλες αυτές οι πεζοπορικές διαδρομές δίνουν το πραγματικό στίγμα της Δονούσας, μοσχοβολώντας εκεί που ακόμα ριζώνουν οι κέδροι και τα σχίνα, το μυρωδάτο θρούμπι οι συκιές και οι αγριλιές. Όσοι προτιμήσουν την ασφαλτοστρωμένη διαδρομή δεν θα μείνουν παραπονεμένοι αφού τους δίνεται η δυνατότητα να δούνε την θαυμάσια παραλία του ‘‘Κέδρου’’από ψηλά και γιατί όχι να κατεβούν ως εκεί για βουτιές ή για δροσερό παγωτό, με θέα τη θάλασσα. Αναφέραμε στην αρχή, ότι η Δονούσα λόγω της γεωγραφικής της θέσης ήταν σπουδαίος, και σύντομος εμπορικός δρόμος, αναγκαίος σταθμός στα ποικίλα ταξίδια, εμπορικά ή περιηγητικά ενώ κατά καιρούς χρησίμευσε σαν άντρο και καταφύγιο πειρατών. 

Δεν θα μπορούσαν να λείπουν περιστατικά από τον μεγάλο Β’ παγκόσμιο πόλεμο, αφού καθ’ όλη τη διάρκεια του, το Αιγαίο, διασχίζονταν απ’ άκρη σ’ άκρη από νηοπομπές ιταλικών, γερμανικών αλλά και συμμαχικών δυνάμεων. Ειδικά τον Οκτώβριο του 1943 που επίκειται η γερμανική επίθεση κατά της Λέρου και Σάμου η κινητικότητα φτάνει στο απόγειο της, και οι στόχοι το ίδιο. Στην πορεία από τη Νάξο προς Αμοργό – Αστυπάλαια – Κω, που εξετάζουμε, δέχτηκαν επίθεση και βυθίστηκαν τα ιταλικά Tarquinia (749 τόνων), στις 15/10/43 το Kari (1.925 τόνων), στις 29/10/1943 το ατμόπλοιο Ingeborg με το περιπολικό Nioi, και στις 6 – 7 Νοεμβρίου 1943 το GA 45 (Γερμανική κανονιοφόρος) που βυθίστηκε από αγγλικό αντιτορπιλικό, καθώς πήγαινε σε σημείο συγκέντρωσης στην Αμοργό(20). Στις 23/9/1944 στο τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου βυθίστηκε ακόμα ένα Γερμανικό πλοίο, που φαινόταν μάλιστα η σκιά του μέχρι πρόσφατα από τα ψηλότερα σημεία του νησιού, την κορυφή Βάρδια (386 μ. υψ.) και τον Πάπα (383 μ. υψ.). Το πλοίο ήταν στον βυθό της παραλίας του ‘’Κέδρου’’, μέχρι το 2000 που το κόψανε και το αποσύρανε, αφήνοντας μόνο την καρίνα του σκάφους.

Σε 4,7 χλμ από το λιμάνι, σχεδόν πάνω στον περιφερειακό δρόμο και αριστερά, εμφανίζεται η Χαραυγή (πριν το 1971 Μεσαριά, σε 160 μ. υψ.). Μικρός πετρόχτιστος οικισμός, ο δεύτερος που συναντά ο επισκέπτης που κατευθύνεται προς την Καλοταρίτισσα. Έκπληξη προκαλούν οι αυθεντικές παραδοσιακές κατοικίες που λες ότι έχουν βγει από τα βάθη των αιώνων, τη γνώση και την ανθρώπινη σοφία στην κατασκευή. Ο χωματόδρομος σταματάει στο μικρό αλωνάκι, συνεχίζει όμως μονοπάτι που φέρνει τον ερευνητή πιο ψηλά στον ‘’Πάνω Μαχαλά’’, με τις εντυπωσιακές ξερολιθιές και τα σπίτια, άλλα με την πέτρα καθαρή και άλλα ασβεστωμένα, με βαμμένα προσεκτικά παντζούρια, παραθυρόφυλλα και εξώπορτες με το μπλε σκούρο, της θάλασσας το χρώμα. 

Εντυπωσιάζουν με τη λιτότητά τους, με τους λειτουργικούς και σήμερα πετρόχτιστους φούρνους στις αυλές, αναδεικνύοντας με σπάνια σαφήνεια πώς ήταν πραγματικά η ζωή, η επαφή με τη φύση και οι απολαύσεις, πριν πολλά – πολλά χρόνια. Το μικρό πετράλωνο, οι ασπρισμένες ξερολιθιές και ο γέροντας βοσκός με την καθαρή σκέψη εντείνουν την τάση για φωτογραφία ενός αληθινά ακριβοθώρητου οικισμού των Κυκλάδων. Το ρεύμα ήρθε εδώ το 2002 και μέχρι τότε απουσίαζαν οι ηλεκτρικές συσκευές, με ό,τι αυτό σημαίνει για την αισθητική παράδοση των σπιτιών και, κυρίως, του εσωτερικού τους που είναι εξίσου λιτό, με χτιστά κρεβάτια και χωνευτά στον τοίχο ντουλάπια, ενώ τμήμα του, χρησιμοποιείται σαν αποθήκη για τα χρειαζούμενα, μεταξύ των οποίων και ο ασβέστης για τα περιποιημένα ασπρίσματα, έξω και μέσα στο σπίτι. 

Από τον ‘’Κάτω Μαχαλά’’ φαίνεται ολοκάθαρα η απέναντι πλαγιά με τις αναβαθμίδες των καλλιεργειών που ξεκινούν από χαμηλά, σκαρφαλώνουν και σταματούν στο τετράγωνο μισογκρεμισμένο και εμφανώς εγκαταλειμμένο πετρόχτιστο οικοδόμημα, κατοικία, αποθήκη και στάβλος ταυτόχρονα, που οριοθετεί την ιδιοκτησία, καθορίζοντας τη γεωργική δραστηριότητα και τη κίνηση της οικογένειας, των Μαρκουλήδων σήμερα. Στην κορφή του λόφου απέναντι και κόντρα σε όλους τους καιρούς, που τελικά τον λύγισαν, στεκόταν μέχρι πριν λίγα χρόνια (2002), αλώβητος, ο επίσης πετρόχτιστος ανεμόμυλος που πριν κάμποσα χρόνια ήταν πηγή ζωής για όλους τους κατοίκους του νησιού. 

Ο επόμενος οικισμός πάνω στη διαδρομή είναι η Μερσίνη,(160 μ. υψ. το Μερσίνη για τους ντόπιους) μόλις 1,5 χλμ. από τη Χαραυγή, είναι η πρώτη είσοδος του χωριού. Αν πάτε δεξιά σε 700 μέτρα είστε στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας, ενώ λίγο πριν, αριστερά σας, είναι ο τσιμεντόδρομος που καταλήγει σε χωματόδρομο μέχρι τα μεγάλα πλατάνια και την πηγή ‘’Μερσίνη’’ με το πόσιμο νερό. Ένας πολύ όμορφος χώρος με καταπράσινο φυσικό περιβάλλον που για λίγο ξεγελάει την ζέστη που πνίγει τον τόπο. Απόλυτα δικαιολογημένα οι κάτοικοι κάνουν σε αυτή την τοποθεσία το πανηγύρι της Αγίας Σοφίας στις 17 Σεπτεμβρίου, μόλις τρεις μέρες από το μεγάλο, του Τιμίου Σταυρού. 

Η στάση είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία ενώ η παρουσία της δροσερής πηγής λειτουργεί σαν μαγνήτης, για πουλιά, ζώα, αλλά και ανθρώπους που έρχονται από το χωριό και την κοντινή Χαραυγή, με τα γαϊδουράκια τους για να πάρουν νερό. Το στενό πλέον μονοπάτι, συνεχίζει να κατηφορίζει, και σε 30’ φτάνει ως κάτω, στην θαυμάσια παραλία ‘’Λιβάδι’’. Από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, αλλά και πριν τη δστ. για το χωριό, σώζεται ένα μικρό κομμάτι από τον παλιό δρόμο, καλντερίμι που ένωνε το χωριό με την πρωτεύουσα Σταυρό. Η εκκλησία όπως μας πληροφορεί η σκαλιστή επιγραφή στο υπέρθυρο της εισόδου χτίστηκε το 1948, ενώ δίπλα της στον ακάλυπτο χώρο, υπάρχει μια χτιστή λευκή πέτρινη κατασκευή με σταυρό και κλίτος σαν μικρό εκκλησάκι. Μάλλον πρόκειται για οστεοφυλάκιο, όπως συνηθίζετε σε ορισμένα νησιά των Κυκλάδων (Ανάφη, Οία, κ.ά.).

Η δεύτερη είσοδος της Μερσίνης απέχει εξακόσια μέτρα από την πρώτη, βρίσκεται πάνω στον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, και έχει σκαλοπάτια που εισχωρούν στον μικρό οικισμό, με τα σπίτια και τις αποθήκες κολλητά το ένα στο άλλο. Δρασκελίστε τους χαμηλούς τοίχους και δείτε στις τετράγωνες στέγες των σπιτιών, το επιδέξια χτισμένο αυλάκι γύρω – γύρω, που σκοπό έχει να μαζεύει το νερό της βροχής, και με την ελαφρά κλίση που υπάρχει από την κατασκευή να το διοχετεύει, μέσω ενός σωλήνα (την άφουκλα), στη στέρνα. Προνοητικότητα και αυτάρκεια που μάλλον δεν διδάχθηκαν πουθενά, παρά απ’ ευθείας από την ίδια την φύση, το ξερό, άνυδρο, και πετρώδες της νήσου. Εκεί ανάμεσα στα σπίτια συναντήσαμε την κυρά-Ειρήνη, μόνιμη κάτοικο, και ρωτήσαμε για το μικρό κτίσμα δίπλα από την Αγία Σοφία. Μας είπε ότι πράγματι είναι μνημείο ενώ μέσα περιέχει τα ρούχα και τα παπούτσια από τέσσερις Δονουσιώτες. Το περιστατικό έγινε πριν πολλά χρόνια (ούτε εκείνη θυμόταν πόσα), όταν για κάποια επείγουσα ασθένεια έφυγαν οι τέσσερις φίλοι για να πάνε απέναντι, στην Αμοργό. Στο δρόμο όμως τους πρόλαβε κακοκαιρία και φουρτούνα που αναποδογύρισε τη βάρκα πνίγοντάς τους όλους.

Ο όμορφος παραδοσιακός οικισμός είναι χτισμένος πάνω σε έναν βραχώδη λόφο με αρκετά μεγάλη κλίση, γιαυτό το μεγάλο μέρος του χωριού παραμένει αθέατο από την άσφαλτο. Η πάνω γειτονιά είναι ακόμα ψηλότερα +/- 200μ ενώ το σύνολο των κατοίκων για τον χειμώνα είναι 20 άτομα που κατοικούν σε επτά σπίτια. Τα άλλα έξι σπίτια του οικισμού κατοικούνται μόνο το καλοκαίρι από περίπου άλλα 20 άτομα. Εδώ έγινε μια ενδιαφέρουσα έρευνα του τμήματος φυσικών πόρων και αγροτικής παραγωγής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με το τμήμα μηχανολογίας του Ε.Μ.Π., για την αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας. Εκείνη την εποχή (1998) δεν είχε έρθει ακόμα το ρεύμα, όπως συνέβαινε και στην Χαραυγή, εγκατέστησαν λοιπόν 300 φωτοβολταϊκά στοιχεία 60 Watt το κάθε ένα, ώστε η συνολική ισχύς να είναι 18 kW. Η ενέργεια αυτή υπολόγισαν ότι κάλυπτε τις ανάγκες του οικισμού, βασικό για κάθε σπίτι θεωρήθηκε, ο φωτισμός, η τηλεόραση και το ψυγείο. 

Αργότερα το σύστημα επεκτάθηκε περιλαμβάνοντας μια υδραντλία 6 kV Α και έναν στρόβιλο νερού που συνδεόταν με μια γεννήτρια 7,5 kW και δύο υδραγωγείων χωρητικότητας 150 m3 το κάθε ένα. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, οποιοδήποτε ενεργειακό πλεόνασμα από τα φωτοβολταϊκά, κατευθυνόταν στην αντλία για την άντληση του ύδατος από μια δεξαμενή χαμηλού επιπέδου (περίπου 100 μ. υψ), στη δεξαμενή υψηλού επιπέδου (περίπου 200 μ υψ.). Κατά τη διάρκεια της νύχτας, το νερό διοχετεύονταν μέσω ενός υδροστροβίλου που παρήγαγε ρεύμα προς κατανάλωση. Υπήρχε επίσης μια τράπεζα μπαταριών από 186 στοιχεία ονομαστικής τάσης 2 V το καθένα, εν σειρά, με μια συνολική χωρητικότητα 100 Α h. Οι μπαταρίες κάλυπταν κατά κύριο λόγο τα στιγμιαία υψηλά φορτία(21). Το σύστημα δούλεψε ικανοποιητικά μέχρι τον Οκτώβριο του 2002 που έγινε η επέκταση του δικτύου της ΔΕΗ, οπότε η Μερσίνη, η Χαραυγή και η Καλοταρίτισσα (2003), πήραν ρεύμα κανονικά.

Στο τελευταίο σκέλος, η διαδρομή μας κατακλύζει από όμορφες εικόνες, προσφέροντας απλόχερα το αληθινό νησιώτικο τοπίο δίπλα από τη θάλασσα, τη βραχώδη ακτή, και θέα μέχρι τα γεμάτα πυκνή θαμνώδη βλάστηση Σκυλονήσια (Σκουλονήσια των Ντόπιων). Οι κάτοικοι παλιότερα, το μεγαλύτερο απ’ αυτά, (0,246 τ. χλμ.) το χρησιμοποιούσαν για βοσκότοπο. Ο τελευταίος, πιο απομακρυσμένος, και ίσως πιο ελκυστικός οικισμός στην περιήγησή μας είναι η Καλοταρίτισσα (20 μ. υψ.) 4 χλμ. από την Μερσίνη, 10 χλμ. από τον Σταυρό. Η πρώτη παραλία που συναντάμε είναι ακριβώς μπροστά του και φαντάζει σαν μια από τις όμορφες και απόμερες του νησιού, συνδυάζοντας το μπάνιο, τις βουτιές στην καταγάλανη θάλασσα και φυσικά την γνωριμία με τον τόπο.

Προς το παρόν δεν έχει υποστεί οποιαδήποτε αλλοίωση αλλά ένα απλό καφενεδάκι είναι επιβεβλημένο, να φτιαχτεί, ώστε να αισθανθεί άνετα ο ταξιδιώτης και να χαρεί περισσότερο την θαυμάσια αμμουδιά.  Στον μικρό οικισμό, μας υποδέχεται η ολόλευκη εκκλησία του Αγ. Γεωργίου χτισμένη το 1984 με δαπάνες της οικογένειας Πράσινου, όπως μας ενημερώνει η νεότερη, μαρμάρινη επιγραφή. Τυπικά παραδοσιακό χωριό, χωρίς καμιά διαφοροποίηση στην αρχιτεκτονική από τη Χαραυγή και τη Μερσίνη. Γύρω στα 15 μικρά χαμηλά τετράγωνα πετρόχτιστα σπιτάκια, σοβατισμένα και ασπρισμένα, φούρνος στην εξωτερική αυλή, και όλοι οι στάβλοι – αποθήκες, πετρόχτιστα και αυτά χωρίς επίχρισμα, απ’ τη μεριά του μικρού ρέματος, και ακόμα, λίγα γίδια και κατσίκια που βόσκουν έξω απ’ το χωριό. Οι τέσσερις ντόπιοι που κάθονται στην φαρδιά πεζούλα μας είπαν ότι παλιότερα στο νησί είχε χιλιάδες πρόβατα, είχε όμως και πιο πολύ νερό, σήμερα έχουν μείνει λίγα, που φτάνουν δε φτάνουν για την οικογένεια. 

Δύο μονοπάτια οδηγούν στις εξοχές, προς την παραλία της Τρυπητής ή προς το ακρωτήριο Φανάρι (ανατολικά) ή προς το Ακρωτήριο Καβί (Βορειοανατολικά). Και στις δύο περιπτώσεις βαθιά στο πέλαγος θα διακρίνετε με καλό καιρό τις Μελάντιες νησίδες ή Μπούβες (τα Χτένια των ντόπιων, 0,23 τ. χλμ.), που απέχουν 7, 2 μίλια από την Άκρα Καλοτερούσα. Αποτελούν συστάδα ενός νησιαίου εδάφους με ύψος 55 μέτρα, με απότομη όψη και σχήμα πυραμίδας, εκεί που νοητά συνορεύουν δύο πέλαγα, το Αιγαίο με το Ικάριο. Το βράδυ διακρίνονται από το δυνατό τους φάρο, (56μ. υπερθαλάσσιο ύψος(22)). 

Ο ευρύστερνος βορειοανατολικός όρμος της Καλοταρίτισσας πέρασε στην ιστορία από ένα σημαντικό γεγονός που διαδραματίστηκε στη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Τότε που το γερμανικό καταδρομικό Γκέμπεν (Göben), δρούσε στη Μεσόγειο μαζί με το επίσης γερμανικό Μπρεσλάου (Breslau). Σε μια από τις πολλές επιχειρήσεις προέβη στον βομβαρδισμό και καταστροφή γαλλικών λιμανιών. Προκειμένου να αποφύγει την επαφή με τον βρετανικό στόλο κατέπλευσε και κρύφτηκε στη Δονούσα σ’ αυτό το μικρό ακρωτήρι – κρησφύγετο. Μάταια οι βρετανοί το αναζητούσαν σε όλο το Αιγαίο επί δεκαπέντε μέρες, το καταδρομικό ‘’εξαφανίστηκε’’. Βέβαια, ο λόγος που έγινε άφαντο το πλοίο ήταν η συνεννόηση με την κυβέρνηση του γερμανόφιλου Βασιλιά Κωνσταντίνου και του αγγλόφιλου πρωθυπουργού Βενιζέλου που προς το παρόν, κρατούσαν ουδέτερη την Ελλάδα(23), ώστε να βρεθεί σύντομα τρόπος για ανεφοδιασμό με κάρβουνο (ανθράκευση). Μόλις έφτασε στο ίδιο σημείο και το  Μπρεσλάου έγινε ο ανεφοδιασμός(24) και έφυγαν και τα δύο προς Δαρδανέλια όπου κατάφεραν, παρά τον εντοπισμό τους από τον βρετανικό στόλο, να εισέλθουν στις 10 Αυγούστου 1914 και να φτάσουν τελικά στην Προποντίδα που ήταν ο τελικός τους προορισμός, (Πηγή: http://el.wikipedia.org).

Οι βραδιές που περάσαμε στο νησί ήταν από τις πιο ήρεμες, βυθισμένοι σε ένα από τα ωραιότερα τοπία, γοητευμένοι από τις κρυστάλλινες παραλίες και από τους παραδοσιακούς οικισμούς που αποπνέοντας μια εντελώς διαφορετική ‘’αύρα’’, στέλνουν το μήνυμα για την άμεση προστασία τους ώστε να μην χαθούν δια παντός. Αυτό που εντυπωσιάζει πιο πολύ, είναι η αίσθηση της φιλοξενίας. Σχεδόν την τελευταία στιγμή ο Γιώργος Μαρκουλής του Βασιλείου μας έφερε σπόρο ντόπιας ντομάτας, ‘’κουμεντέρι’’ να τη φυτέψουμε στο χωριό ώστε να’ χουμε τη Δονούσα στο μυαλό μας.

Σε κουβέντα που κάναμε για τις καλλιέργειες μάς είπε ότι παλιότερα το νησί που είχε περισσότερα νερά καλλιεργούσαν τα πάντα, στάρι, φρούτα (ξεχώρισε για τη νοστιμιά τους τα ροδάκινα), κάθε είδους λαχανικά και όσπρια, σε όλα αυτά τα χωράφια που σήμερα βλέπουμε χέρσα, περιτοιχισμένα με ξερολιθιές, η κάθε οικογένεια μάζευε την ‘’κουμπάνια’’ της, την ετήσια σοδιά. Η μεγάλη παραγωγή όμως του νησιού ήταν τα κρεμμύδια. Όταν έβγαζε 100 τόνους έλεγαν ότι δεν πήγε καλά, πράγμα φυσικό, αφού συνήθως έφτιαχναν 140 – 150 τόνους. Ο ανταγωνισμός στις τιμές και αργότερα η ανάπτυξη του τουρισμού έδωσαν τέλος στη γεωργική δραστηριότητα. Σήμερα απόμειναν μόνο μικροί κήποι ίσα – ίσα για να κρατούν το σπόρο, τα περισσότερα πια, έρχονται από τη Νάξο. Επίσης στις Μάκαρες ή Άγιο Νικόλαο παλιά καλλιεργούσαν σιτηρά(25).

Σε αυτό το σύμπλεγμα νήσων και νησίδων, η Δονούσα πράγματι πλανεύει τις αισθήσεις, ίσως γιαυτό η μυθολογία μας θυμίζει την ιστορία με τη θυγατέρα του Μίνωα και της Πασιφάης. Η Αριάδνη λοιπόν, ήταν που ερωτεύτηκε τον Θησέα και τον βοήθησε να σκοτώσει τον μινώταυρο και να βγει ζωντανός από τον λαβύρινθο. Ο Θησέας, σε ένα ξέσπασμα αγάπης την έκλεψε, και πήρε το θαλάσσιο δρόμο του γυρισμού στο Σούνιο, όπου τον περίμενε ο πατέρας του, Αιγαίας. Όμως στη Νάξο το ξανασκέφθηκε και την εγκατέλειψε. Εκεί εμφανίστηκε ο θεός Διόνυσος, και πήρε την Αριάδνη στη Δονούσα. 

Τα αξιοθέατα του νησιού για λίγες μέρες διαμονή είναι αρκετά, η λιτή ομορφιά του τοπίου ανυπέρβλητη. Τόσο, που εδώ γύρισε η Αγγελική Αντωνίου (σενάριο – σκηνοθεσία) την ταινία(26) ‘’Δονούσα’’, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 1992. Καλό είναι να ολοκληρώσετε τον περίπλου του νησιού και οπωσδήποτε να πάτε στις, άγνωστες γενικά, λιλιπούτειες παραλίες ‘’Πλάκες’’, ‘’Λίμνη’’και σίγουραστην ‘’Σπηλιά του Τοίχου’’ με τους σταλακτίτες, η δεύτερη αξιόλογη μετά την ‘’Φωκοσπηλιά’’, βλέποντας αυτά τα αξιόλογα μοναχικά αραξοβόλια, διασχίζοντας αυτή την πανέμορφα γαλαζοπράσινη θάλασσα δίπλα από θαλασσοδαρμένους βράχους. 

Στη Δονούσα μόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει η ανάπτυξη του τουρισμού, προσφέροντας απλόχερα με χαμόγελο, ευγένεια και πραγματική αίσθηση της φιλοξενίας, ότι της έδωσε η φύση. Ανέμελες ώρες στις παραλίες, ανέσεις όσες χρειάζονται, εύκολες πεζοπορικές διαδρομές, κυρίως όμως, την πραγματικά σπάνια ησυχία σε ένα ήρεμο τοπίο που με καλή παρέα και ένα βιβλίο μπορεί να μετατραπεί σε πραγματικό ησυχαστήριο για χρόνια.

Σημειώσεις:

(1) Οι Μάκαρες ή Μακαριά είναι μια συστάδα τριών νησίδων μεταξύ Νάξου και Δονούσας (περνάτε πολύ κοντά στην διαδρομή Δονούσα – Πάνω Κουφονήσι). Απέχουν 4 ν.μ. ανατολικά της Άκρας Μουτσούνα της Νάξου και 4,6 ν.μ από τη Δονούσα. Οι ονομασίες τους είναι Άγιος Νικόλαος ή Μεγάλο νησί (109 μ.υψ.), Πράσινη ή Αγία Παρασκευή στο κέντρο και νοτιότερα η Στρογγυλή. Ανάμεσά τους σχηματίζονται αβαθή, με βάθη μικρότερα των 2 μέτρων. Στο κείμενο του Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ τις συναντάμε σαν Ακαριές. Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου Relation d’un voyage du Levand, Paris 1717), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο (2003) 246.

(2) Από συνέντευξη του καπετάν Δημήτρη Σκοπελίτη στον Γιάννη Παλαιολόγο περιοδικό ’’Κ’’ της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή τ.65 Σάββατο 29 Αυγούστου (2004) 62 - 66.

(3) Φωτεινή Ζαφειροπούλου,«Ο Γεωμετρικός Οικισμός της Δονούσας», στο: Α. Μιχοπούλου – Α. Μπάκαλου (επιμ.), Διαλέξεις 1986 – 1989, έκδοση ίδρυμα Ν. Π. Γουλανδρή, Αθήνα (1990) 43.

(4)Β.Δ. 1ης (13ης) Οκτωβρίου 1834 (ΦΕΚ 4 / 1835) ‘’Περί του σχηματισμού των δήμων του νομού Κυκλάδων’’.Ελευθέριου Γ. Σκιαδά, Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912, Αθήνα (1994), 446. Επίσης στο Β.Δ. 21ης Μαρτίου 1864 (ΦΕΚ 16) ‘’Περί μετασχηματισμού του δήμου Αμοργού’, ο.π. 445.

(5) Η προφορική λαϊκή παράδοση του νησιού αναφέρει ότι η ονομασία προέρχεται από τις δονήσεις που προκαλούν τα θεόρατα χειμωνιάτικα κύματα.

(6)Ζαφειροπούλου ο.π. (1990) 44. 

(7) Chr. Doumas, Vas. Lambrinoudakis, Lina G. Mendoni, Eva Simantoni – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens (1999) 295.

(8) Για τις ανασκαφικές αναφορές της Φ. Ζαφειροπούλου δείτε στα Αρχαιολογικά Δελτία (ΑΔ στο εξής), 22 (1967), Χρονικά 467, ΑΔ 24 (1969), Χρονικά 390 και εξής (κ.εξ. στη συνέχεια), ΑΔ 25 (1970), Χρονικά 426 κ.εξ., ΑΔ 26 (1971), Χρονικά 465 κ.εξ, ΑΔ 28 (1973), Χρονικά 544 κ.εξ., Ζαφειροπούλου 1971, 1973, 1990, 1994, 231 – 232 Coldstream 1977, 91 – 92.

(9) Φωτεινή Ν. Ζαφειροπούλου, «Οι Κυκλάδες στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ως την ύστερη Αρχαϊκή εποχή», στο Ν. Χρ. Σταμπολίδης – Α. Γιαννικούρη (επιμ.), Το Αιγαίο στην πρώιμη εποχή του σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος, 1 – 4 Νοεμβρίου 2002, έκδοση Πανεπιστήμιο Κρήτης – ΥΠΠΟ, Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αιγαιακών Σπουδών, Αθήνα (2004) 414, 415.

(10)  Όλγα Φιλανιώτου, «Μικρές Κυκλάδες - Δονούσα», στο: Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα  (2005) 287.

 (11) Σε γραπτή επικοινωνία με την εταιρεία για τη μελέτη και προστασία της Μεσογειακή φώκιας, γνωστής περισσότερο σαν Mom, ελήφθη (την 31/1/06) επιστολή, όπου η κυρία Αδαμαντοπούλου, υπεύθυνη δικτύου συλλογής πληροφοριών [για την εμφάνιση φώκιας] αναφέρει, και την ευχαριστώ, ότι, ‘’η περιοχή δεν έχει ερευνηθεί, υπάρχουν όμως πληροφορίες για εμφανίσεις ζώων, η πιο πρόσφατη από τις οποίες είναι το 1998’’. Και συνεχίζει, ‘’Παρόλα αυτά άλλοι ερευνητές έχουν καταγράψει στην περιοχή την ύπαρξη ενός καταφυγίου κατάλληλου για αναπαραγωγή στα ανατολικά του νησιού, αλλά δεν αναφέρουν εάν ονομάζεται ‘’φωκοσπηλιά’’. ‘’Η εμπειρία μας λέει ότι προφανώς οι ντόπιοι εννοούν αυτή’’.

(12)Στον αγώνα της διάσωσης του είδους έχουν εισέλθει και άλλες χώρες. Λίγους μήνες πριν, το Σχέδιο Έκτακτης Επέμβασης που εφαρμόζεται στις ακτές της Δυτικής Σαχάρας, ανοιχτά της Μαυριτανίας, απηύθυνε έκκληση για βοήθεια, προκειμένου να σωθεί ο πληθυσμός της φώκιας Μονάχους - Μονάχους. Και τούτο καθώς οι ερευνητές της ισπανικής ομάδας του προγράμματος LIFE, που εργάζεται στην περιοχή του Λευκού Ακρωτηρίου στη Δυτική Σαχάρα, διαπίστωσαν έντονη θνησιμότητα μεταξύ του πληθυσμού της μεσογειακής φώκιας. Οι νεκρές φώκιες που είχαν βρεθεί υπολογίζεται ότι αντιστοιχούσαν τουλάχιστον στο 65% του πληθυσμού του είδους στην περιοχή. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη και άμεση από δεκάδες μη κυβερνητικούς οργανισμούς ανά τον κόσμο, που προσέφεραν οικονομική βοήθεια για την αντιμετώπιση της κατάστασης και την καλύτερη διεξαγωγή της έρευνας στο πεδίο. ‘’Ενημερωτικό Δελτίο Τ.Ε.Ε’’.  – Τεύχος 2005 – Δευτέρα 1 Ιουνίου 1998 και στο http://www.tee.gr/online/afieromata/1998/2005/fokies.htm

(13)  Όλγα Φιλανιώτου, «Μικρές Κυκλάδες - Δονούσα», στο: Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα  (2005) 286.

(14)Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702, (τίτλος πρωτότυπου Relation d’un voyage du Levand, Paris 1717), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο (2003) 247, 248, 249.

(15)Ν. Α. Κεφαλληνιάδη, «Μαρτυρίες θυμάτων πειρατικών επιδρομών από έγγραφα της εποχής», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, 12-14 της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 1997) 12. 

(16)Δείτε στον ίδιο τόμο το ‘’Ναύπλιο’’.

(17) Νικήτας Μ. Βασσάλλος, «Αφιέρωμα στην Πειρατεία», περιοδική έκδοση του Συνδέσμου Αμοργίνων ‘’Αμοργιανά’’ (έτος δέκατο, τ. 11) Αθήνα (2005) 75. Η είδηση προέρχεται από την εφημ. ‘’ΣΚΡΙΠ’’ (5 Ιουνίου 1911), και αναδημοσιεύτηκε στην εφημ. ‘’Το κάστρο της Αμοργού’’ (Απρίλιος 2005), 3. ο.π., 95.

(18) Η πληροφορία δόθηκε τηλεφωνικά από την Χρύσα Πράσινου(31 Ιανουαρίου 2006).

(19)Αν και οι διαφοροποιήσεις από νησί σε νησί είναι σημαντικές, από τα 24 νησιά με σημαντική μόνιμη κατοίκηση στο ίδιο χρονικό διάστημα των 105 ετών, (1896 – 2001), μόνο η Δονούσα, η Σχινούσα, η Νάξος, με 163, 206, 18.188, κατοίκους (και οι τρεις όμως δεν έχουν καλύψει ακόμα τα πληθυσμιακά επίπεδα του 1940 όπου έχουμε 213, 239, 20.132 κατοίκους αντίστοιχα), το Κουφονήσι, (όπου η έντονη αλιευτική δραστηριότητα συνδυάζεται πλέον με την τουριστική ανάπτυξη), η Πάρος, η Αντίπαρος, και η Μύκονος, παρουσιάζουν αύξηση του πληθυσμού. Η ανάκαμψη της Θήρας διαρκεί ήδη μια τριακονταετία, όμως αυτή δεν έχει ακόμα υπερβεί το πληθυσμιακό επίπεδο του 1896 όπου 13.617 κάτοικοι έναντι 13.402 το 2001. Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001. Αυτοέκδοση, Τήνος (2004) 3.

(20)Ιστορικό Αρχείο του Πολεμικού Ναυτικού, Το Ιταλικό Ναυτικό στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, Aldo Levi, Giuseppe Fioravanzo, «Γεγονότα στο Αιγαίο μετά την ανακωχή», μτφ. Ιωάννης Ν. Καστής, εκδότης Δήμος Λέρου, Λέρος (1999) 441, 442.

(21)Dim. Manolakos, Gior. Papadakis, Dim. Papantonis, Spir. Kyritsis, «A stand-alone photovoltaic power system for remote villages, using pumped water energy storage», Περιοδικό Energy  57 – 69,τεύχος 29, (2004) 57, 58.

(22) Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός»,Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 4(2004) 461.

(23)Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξενοκρατία Μισελληνισμός και Υποτέλεια, Αθήνα (1990) 568 – 569.

(24)Η ανθράκευση έγινε από το γερμανικό ανθρακοφόρο «Bogador» που έφερε το ελληνικό όνομα «Πολύμητις» (ο πολλά σκεπτόμενος, ο πολύπειρος), επανδρωμένο με Έλληνες. 

(25) Μαργαρίτα Βρεττού – Σούλη, Δονούσα, Ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων ταξιδεύει στο χρόνο, αυτοέκδοση, Αθήνα (1996) 6.

(26)Μια συμπαραγωγή του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και των Von Vietinghoff Filmproduction, Kyros Film, Flash Film, WDR, Πηγή: Υπουργείο Πολιτισμού www.culture.gr/2/22/222/22200/1992/g2229204.html. Σε αυτή την ταινία ο Δημήτρης Πουλικάκος πήρε το δεύτερό του βραβείο (το πρώτο ήταν στην Ρεβάνς του Νίκου Βεργίτση), β’ αντρικού ρόλου, Πηγή: www.musiconline.gr/politiki/poylikakos.html

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Θέση: 37ο 06’ βόρειο, 25ο 41’ ανατολικό, Έκταση: 13, 6 τ.χ., Ακτογραμμή: 37 χλμ., Υψόμετρο: 0 –  386 κορυφή Βάρδια,  Πληθυσμός: 163 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Δονούσα ή Σταυρός, Νομός: Κυκλάδων, επαρχία: Νάξου, Απόσταση από Πειραιά 103 ν.μ.  – 5ω 30’, (Νάξος),  Απόσταση από Νάξο 35 ν.μ – 4ω (κάτω ‘’δρόμος’’),  24 ν.μ. – 2ω (‘’πάνω’’ δρόμος), απόσταση από Αιγιάλη Αμοργού 14 ν.μ. – 50’.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22850, Ταχυδρομικός Κώδικας: Δονούσα Κυκλάδων 84 3 00 Νάξος.

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.donoussa.net/index2.htm Ξενοδοχεία δεν υπάρχουν ακόμα, όμως, γύρω στα 150 ενοικιαζόμενα δωμάτια δίκλινα, τρίκλινα και τετράκλινα μπορούν να φιλοξενήσουν γύρω στους τετρακόσιους επισκέπτες. Επικοινωνήσετε νωρίτερα, ο παράδεισος της Δονούσας γρήγορα παρουσιάζει πληρότητα. Βενετσάνος Σταύρος 51609, Κωβαίου Άννα 51658 www.firoa-studios.gr, Μαρκουλή Μαρία 52203, Μαρκουλής Κώστας 51569, Μαρκουλής Γιώργος 51556, Μιχαλοπούλου Μαρία 51603, Μαύρος Δημήτρης 51590, Μαραμπούτ Υπακοή 51656, Πράσινος Μιχαήλ 52012, Πράσινος Δημήτριος 51579, Πράσινος Ιωάννης 51575, Πράσινος Μαρίνος 51630, Πράσινος Β. Νικόλας 51551, Πράσινος Γ. Νικόλας 51322, Πράσινου Δήμητρα 51626, Πράσινου Μαρία 51578, Πράσινου Παρασκευή 51580, Σιγάλα Σοφία 51570, Σιγάλας Χρήστος 51604, Σκοπελίτης Ηλίας 51571, Σκοπελίτης Σπύρος 52296, Κωβαίος Κώστας 51624.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στις παραλίες Κέδρος. Μην αφήσετε σκουπίδια, και  νάχετε προμήθειες.

ΦΑΓΗΤΟ: Τα φρέσκα ψάρια, πιασμένα μόλις λίγες ώρες πριν και μαγειρεμένα με την τέχνη που μόνο οι ντόπιοι διαθέτουν είναι η καλύτερη επιλογή, στη Δονούσα. Στο λιμάνι ‘’το κύμα’’ του Νικήτα & Ευαγγελίας Μαρκουλή 51566, και δίπλα του, ο ‘’καπετάν Γιώργης’’ του Μανώλη Κωβαίου & Δημήτρη Μισσίρη 51867. Στην Παραλία του ‘’Σταυρού’’ ο ‘’Αποσπερίτης’’ του Ηλία Σκοπελίτη 51571, το ‘’Ηλιοβασίλεμα’’ του Νίκου Σιγάλα 51570, 51607, και το ‘’Μελτέμι’’ 52241. Δοκιμάστε το διάσημο για τη νοστιμιά του πατατάτο (κοκκινιστό με πατάτες), επίσης τοπικό ο Καβουρμάς και φυσικά γεμιστό κατσίκι με ρύζι. Kafe – bar ''Σκατζόχειρος’’  Κωβαίος Ηλίας – Ζάχος Δημήτρης 51880, και ‘’Κέδρος’’ στην παραλία του Κέδρου Μιχάλης Πράσινος.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα 51600, Fax: 51639, Κ.Ε.Π. 29107, Αστυνομία: δεν έχει, Α’ Βοήθειες: 51506, και ελικοδρόμιο, Φαρμακείο στη Νάξο. Ενοικιάσεις – Βουλκανιζατέρ: Νίκος Πράσινος στην Ηρακλειά 71991, 71569 e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. για κάτι πιο σοβαρό Πολυκρέτης Γιώργος, Χώρα Νάξου, 24872. Να έχετε μαζί σας δύο Fast.

ΧΡΗΣΙΜΑ: http://hellas.teipir.gr/prefectures/greek/Kikladon/MikresKiklades.htm         www.donoussa.net   www.amorgos-island.gr/donusa.htmΟι δυσπρόσιτες παραλίες και η Φωκοσπηλιά έχουν εύκολη πρόσβαση με το σκάφος ‘’Δονούσα’’ που αναχωρεί καθημερινά στις 10:00 με καπετάνιο τον Νίκο Κωβαίο. Αρχαιολογικό μουσείο Νάξου για τα ευρήματα στο Βαθύ Λιμενάρι 22725, 2103250148, ανοιχτά καθημερινά 08:30 – 15:00 εκτός Δευτέρας. Τράπεζες με Α.Τ.Μ. στην Νάξο. Ξεκινώντας κάποια πεζοπορία, περάστε πρώτα από τον φούρνο του Σταυρού, για προμήθειες. Εκτός από τα ψωμάκια (για σάντουιτς), δοκιμάστε την τυρόπιτα και το σπέσιαλ γαλακτομπούρεκο. Οι χομπίστες ψαράδες και οι ψαροντουφεκάδες θα βρουν εδώ ότι τραβάει η ψυχή τους αφού η Δονούσα είναι γνωστός ψαρότοπος. Όλες οι ακτές κρύβουν πολύ ψάρι, προσοχή όμως στα βάθη γιατί αλλάζουν απότομα.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Από Νάξο για Δονούσα με τον θρυλικό ‘’Σκοπελίτη’’ κάθε μέρα εκτός Κυριακής ώρα 15:00 τον χειμώνα (Δευτ. – Τετ 13:00). Γενικά για δρομολόγια πλοία και τυχόν αλλαγές δείτε www.schinousa.gr/schinousa_transport.html Από Πειραιά για Δονούσα 3 φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, 2 τον χειμώνα με τα ‘’Ρομίλντα’’ και τη ‘’Δημητρούλα’’. Για Νάξο με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 06 – για Νάξο) 23,20 EUR το άτομο, 14,50 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 21,80 EUR πάνω από 250 cc. Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, Λιμεναρχείο Νάξου 2285022300, δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (ανταπόκριση για Πάρο ή Νάξο) 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω – 250 ν.μ.  Το συντομότερο ταξίδι είναι Πειραιάς - Νάξος (μέσω Πάρου) με τα highspeed I, II, III, IIII, διάρκεια ταξιδιού 4ω. Από εκεί αναλαμβάνει το «Express Skopelitis» με 7,50 EUR το άτομο & 5 EUR η μοτοσυκλέτα ανεξαρτήτως κυβισμού. Πρακτορείο εισιτηρίων για τον Σκοπελίτη στη Νάξο: ΖΑΣ travel 2285023330. Πρακτορείο εισιτηρίων και πληροφορίες για τα δρομολόγια και τις ανταποκρίσεις στη Δονούσα Σοφία Ν. Ρούσσου 51648 Fax: 51649.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δεν έχει. Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος είναι 12,5 χλμ. στο σύνολό του και φτάνει μέχρι την Καλοταρίτισσα. Αν γεμίσετε στον Πειραιά ή την Νάξο δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα. Γεμίστε όμως, γιατί μετά μπορεί να πάτε και στα υπόλοιπα νησιά, Ηρακλειά, Σχινούσα, Κουφονήσι. 

ΧΑΡΤΕΣ: Υπάρχει τοπική έκδοση στο νησί που περιλαμβάνει και τα μονοπάτια. Όλος ο Νομός Κυκλάδων σε κλίμακα 1:350.000, σε έναν μοναδικό πλαστικοποιημένο χάρτη που χωράει στο tang Bag. Εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ χάρτης Νο 29 ‘’Κυκλάδες’’, Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3235241, Βενιζέλου 3, Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ:  Δονούσα, Ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων ταξιδεύει στο χρόνο, της Μαργαρίτας Βρεττού – Σούλη, Αθήνα 1996. Δύσκολο αλλά πάντα υπάρχει πιθανότητα να το βρείτε στο νησί.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΔΟΝΟΥΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κ υ ρ ι ά κ ο ς  Σ ι μ ό π ο υ λ ο ς, Ξενοκρατία Μισελληνισμός και Υποτέλεια, Αθήνα 1990.
  • Φ ω τ ε ι ν ή  Ζ α φ ε ι ρ ο π ο ύ λ ο υ,«Ο Γεωμετρικός Οικισμός της Δονούσας», στο Α. Μιχοπούλου – Α. Μπάκαλου (επιμ.), Διαλέξεις 1986 – 1989, έκδοση ίδρυμα Ν. Π. Γουλανδρή, Αθήνα 1990.
  • Φ ω τ ε ι ν ή  Ν. Ζ α φ ε ι ρ ο π ο ύ λ ο υ, «Οι Κυκλάδες στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ως την ύστερη Αρχαϊκή εποχή», στο Ν. Χρ. Σ τ α μ π ο λ ί δ η ς – Α. Γ ι α ν ν ι κ ο ύ ρ η (επιμ.), Το Αιγαίο στην πρώιμη εποχή του σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος, 1 – 4 Νοεμβρίου 2002, έκδοση Πανεπιστήμιο Κρήτης – ΥΠΠΟ, Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αιγαιακών Σπουδών, Αθήνα 2004.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Ό λ γ α   Φ ι λ α ν ι ώ τ ο υ, «Μικρές Κυκλάδες», στο: Α ν δ ρ. Β λ α χ ό π ο υ λ ο ς (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2005.
  • Μ α ρ γ α ρ ί τ α   Β ρ ε τ τ ο ύ  – Σ ο ύ λ η, Δονούσα, Ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων ταξιδεύει στο χρόνο, αυτοέκδοση, Αθήνα 1996.
  • Chr. D o u m a s, Vas. L a m b r I n o u d a k i s, Lina G. M e n d o n i, Eva S i m a n t o n i – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens 1999.
  • A l d o   L e v i,  G i u s e p p e  F i o r a v a n z o, ΓεγονόταστοΑιγαίομετάτηνανακωχή, μτφ. Ιωάννης Ν. Καστής, εκδότης Δήμος Λέρου, Λέρος 1999.
  • J o s e p h   P i t t o n   d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου Relation d’un voyage du Levand, Paris 1717), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001,  Αυτοέκδοση, Τήνος 2004.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Γ ι ώ ρ γ ο ς   Π α π α δ ό π ο υ λ ο ς, «Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες», περιοδικό Ταξιδεύω τ.7 Ιούνιος 1991.
  • Ε λ έ ν η   Ο ι κ ο ν ο μ ο π ο ύ λ ο υ, «Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες», περιοδικό Cosmosτ.12 Καλοκαίρι 1995.
  • Ν. Α. Κ ε φ α λ λ η ν ι ά δ η ς, «Μαρτυρίες θυμάτων πειρατικών επιδρομών από έγγραφα της εποχής», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, 12-14 της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 1997). 
  • Dim. M a n o l a k o s, Gior. P a p a d a k I s, Dim. P a p a n t o n I s, Spir. K y r i t s i s, «A stand-alone photovoltaic power system for remote villages, using pumped water energy storage», περιοδικό Energy  τ. 26, 2001.
  • Κ ώ σ τ α ς   Ζ υ ρ ί ν η ς, «[Η]ΔΟΝΟΥΣΑ» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’ΓΕΩ’’, (τ.72) 38-48, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 25 Αυγούστου 2001).
  • Dim. M a n o l a k o s, Gior. P a p a d a k I s, Dim. P a p a n t o n I s, Spir. K y r i t s i s, «A stand-alone photovoltaic power system for remote villages, using pumped water energy storage», περιοδικό Energy57 – 69, τ. 29, 2004. 

 ΜΙΚΡΕΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (6858 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΣΧΙΝΟΥΣΑ αρχ. Εχινούσα

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2006

Κυκλαδίτικος  Παράδεισος 

Η συστάδα των Νήσων στο τρίγωνο μεταξύ Νάξου, Ίου και Αμοργού αποτελείται από έναν κεντρικό πυρήνα επτά νησιών, εκ των οποίων τα τέσσερα, Σχινούσα, Ηρακλειά, Πάνω Κουφονήσι, Δονούσα, έχουν μόνιμη κατοίκηση. Εάν σε αυτά προσθέσουμε τα τρία γειτονικά(1), που αντίθετα με τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο κατά την αρχαιότητα, σήμερα είναι ακατοίκητα, (με προεξάρχουσα την Κέρο), και τα δεκάδες ακατοίκητων παρακείμενων σ’ αυτά, τότε προκύπτει ένα μοναδικά ωραίο πολύνησο, σχετικώς σπάνιο στον ελλαδικό χώρο κυρίως λόγω της εύκολης πρόσβασης. 

Τα αξιομνημόνευτα ευρήματα της έρευνας, κυρίως αρχαιολογικής, φωτίζουν τις γνωστές αλλά κυρίως τις άγνωστες, έως τώρα, πτυχές του συμπλέγματος αποκαλύπτοντας εκτός των άλλων, την μακρά κατοίκηση, την πρόοδο, και τον μοναδικό πολιτισμό όλων αυτών των κάποτε διαλαμψάντων νησιών, που ακόμα και σήμερα πολλοί αγνοούν, προσεγγίζοντας και ονομάζοντάς τα, με ένα είδος υπεροψίας σαν ‘’ξερονήσια’’, ‘’μικρά και άγονα νησιά’’, ‘’βραχονήσια’’ κ.ά. 

Όλη η περιοχή των Μικρών Ανατολικών Κυκλάδων, ακόμα και το μικρότερο νησάκι, περιλαμβάνεται στο δίκτυο «Φύση (Natura) 2000» και είναι ενταγμένη στους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας». Σε αυτόν τον ανεξερεύνητο από τουρίστες μικρόκοσμο, κυριολεκτικά πάνω στην ‘’άγονη γραμμή’’ της ακτοπλοΐας άργησε πολύ να υποδηλωθεί ή να τύχει έμπρακτου ενδιαφέροντος από την πολιτεία, ή έστω, από επίδοξους επενδυτές. Χωρίς να απαλλάσσονται από τις ευθύνες τους οι καθ’ ύλη αρμόδιοι που κάποια φορά πρέπει με γνώση να στρέψουν την μέριμνά τους και σε αυτά τα νησιά, επισημαίνεται ότι το οικιστικό – αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα είναι πολλές φορές ευνοϊκό για τους περιηγούμενους, που αντικρίζουν το αληθινό τοπίο των Κυκλάδων χωρίς τις κραυγαλέες αντιθέσεις των μεγαλυτέρων και ‘’επωνύμων’’ νησιών.

Στο «Express Skopelitis» έχουμε αναφερθεί επανειλημμένα, όμως είναι πραγματικά δύσκολο να σκεφθεί κανείς τη γρήγορη πρόσβαση και τη γνωριμία με αυτά τα παρθένα από ανάπτυξη νησιά χωρίς την παρουσία του. Με καπετάνιο τον Γιάννη Σκοπελίτη, γιο του καπτα – Δημήτρη (Μήτσου) Σκοπελίτη, οργώνει καθημερινά, όλο το χρόνο, τις ανεμοδαρμένες θάλασσες των «μικρών Ανατολικών Κυκλάδων», εξυπηρετώντας τα Κατάπολα και την Αιγιάλη Αμοργού, Δονούσα, Πάνω Κουφονήσι, Σχινούσα, Ηρακλειά, φέρνοντας καθημερινά τα νέα αλλά και τα εμπορεύματα από τη Νάξο. 

Τα λιμάνια που ‘’πιάνει’’ τα γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους, έτσι και το Μερσίνη στον ομώνυμο φυσικό και βαθύ όρμο στα νοτιοδυτικά της Σχινούσας, όπου ‘’έδεσε’’ ένα ζεστό απομεσήμερο του Ιουλίου. Το μικρό, απάνεμο από μελτέμια αγκυροβόλι, αποτελεί το επίνειο του χωριού Σχινούσα και φημίζεται σαν ένα απο τα καλύτερα καταφύγια μικρών σκαφών στο Αιγαίο. Διαθέτει μεγάλη προβλήτα και μόλο στην απέναντι πλευρά, για να δένουν με ασφάλεια τα σκάφη. Αυτό που αμέσως γίνεται αντιληπτό από τους επισκέπτες είναι η άμεση εξυπηρέτηση, εκ μέρους των κατοίκων που διατηρούν στο νησί ενοικιαζόμενα δωμάτια ή ξενοδοχεία. Όλοι, είναι στην προβλήτα στη σειρά με τα πουλμανάκια τους, ώστε ο επισκέπτης να μην ασχοληθεί καθόλου με τον εντοπισμό του καταλύματός του. 

Τα σπιτάκια στον μικρό παραλιακό οικισμό είναι ελάχιστα, όμως υπάρχουν δύο ψαροταβέρνες η ‘’Μερσίνη’’ και του ‘’Νικόλα’’ που εκτός από ολόφρεσκα ψαρικά σερβίρουν και δροσερά αναψυκτικά – καφέ ή ρακί με τοπικούς μεζέδες. Η καλύτερη περίπτωση για την αρχή της εξερεύνησης είναι ένα μπουκάλι δροσερό νερό, γιατί παρά το απαλό δροσερό μελτεμάκι, μάλλον είναι οι πιο ζεστές μέρες του μήνα. Σχεδόν δίπλα από το λιμάνι είναι το όμορφο ακρογιάλι ‘’Πίσω Άμμος’’ με μεγάλα αρμυρίκια κατά μήκος της παραλίας που κρατούν σκιά. Πολλά από τα δέντρα του νησιού τα έχει φυτέψει ο δραστήριος σύλλογος Σχινουσιωτών σε μια προσπάθεια που ξεκίνησε πριν είκοσι χρόνια και απ’ ό,τι φαίνεται, συνεχίζεται.

Η ασφαλτοστρωμένη διαδρομή δεν είναι πάνω από ενάμισι χιλιόμετρο (χλμ. στο εξής), και σας φέρνει στη Σχινούσα ή Χώρα (πριν το 1940 Παναγιά σε 70 μέτρα υψόμετρο, μ. υψ. στο εξής), ένα δεμένο σύνολο από κατοικίες και καταστήματα. Όπως συνέβη σε όλα τα νησιά, έτσι και δω, για να προστατευτούν από τις πειρατικές επιδρομές, εγκατέλειψαν τα παράλια και έχτισαν το χωριό σε ύψωμα, ώστε να υπάρχει οπτική επαφή με τους θαλάσσιους δρόμους και να είναι δύσκολο για τους επιδρομείς να τους αιφνιδιάσουν. Από τη Χώρα σήμερα δε λείπει τίποτα, φούρνος, ψιλικά, πρακτορείο τύπου και εισιτηρίων, το παραδοσιακό καφενείο, «το κέντρο», ένα όμορφο κάτασπρο café – snack bar στην πλατεία «η λόζα», όλα γενικά είναι στο ‘’κέντρο’’, μαζεμένα δίχως όμως να έχουν σχέση με ό,τι έχετε δει σε άλλα νησιά. Υπάρχει μια δυσεύρετη αρμονία στον χώρο, όλα έρχονται πιο κοντά στα ανθρώπινα μεγέθη, και τίποτα δεν φαίνεται να είναι ικανό να το αλλάξει αυτό.

Και γιατί να το κάνει; Ο αρκετά μεγάλος οικισμός φτάνει μέχρι τους πρόποδες του κοντινού λοφίσκου, ζωηρεύοντας τις αισθήσεις και τη ματιά του περιηγητή. Οι κάτασπρες κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής κατοικίες κυριαρχούν, χωρίς να λείπουν οι εξαιρέσεις, κρατούν το χαρακτήρα τους, και χωρίς υπερβολές, κατακτούν το χώρο ξεκουράζοντας τον επισκέπτη. Τα περισσότερα σπίτια και καταστήματα είναι κοντά το ένα στο άλλο, σχεδόν κολλητά, όμως δεν λείπουν και κάποια που απέχουν αξιοπρεπώς μεταξύ τους, διαθέτοντας μικρούς κήπους για λαχανικά και κυρίως λουλούδια, πολλά λουλούδια. Δεν λείπουν, προς το χαμηλό λόφο κάποιες μικρές περιφράξεις για τα κοτόπουλα, τα χοιρινά και τα λοιπά ζωντανά. Από εκεί ψηλά η θέα απλώνεται στις κοντινές παραλίες του νησιού και ακόμα μακρύτερα, όσο φτάνει η ματιά στα κοντινά νησιά, και το απέραντο μπλε της θάλασσας.

Μιας θάλασσας που με ανυπομονησία περιμένουμε να γνωρίσουμε. Ο «Άνεμος», η γρήγορη λάντζα του Δημήτρη Κωβαίου που γνωρίσαμε από το ταξίδι στην Ηρακλειά(2), εκδράμει για ημερήσιες διαδρομές και στη Σχινούσα. Πάντα συνεπής στην ώρα του…. περιμένει στην λαμπερή από τον ήλιο Μερσίνη,χωρίς παρέα αυτή τη φορά. Ξεκινώντας, αφήνετε  πίσω σας το ολόλευκο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, που χτισμένο στην είσοδο – έξοδο του όρμου υποδέχεται ή αποχαιρετά τα πλοία, τους ναυτικούς και τους επισκέπτες. 

Με νοτιοανατολική κατεύθυνση ξανοίγεστε στο ήρεμο πέλαγος. Η δυτική πλευρά είναι άγρια, με μοναδική εξαίρεση την αμμώδη παραλία του «Γερολιμιώνα», που μέσα σε έναν βαθύ όρμο φαντάζει, και είναι, χωρίς πρόσβαση στα οχήματα. Οι χαμηλές σε ύψος πετρώδεις ακτές εναλλάσσονται με μικρούς κολπίσκους, ήπιες βραχώδεις εξάρσεις μέχρι να παρακάμψετε το βορειότερο ακρωτήριο ‘’Ψιλή’’ ή ‘’Μέσα Κάβος’’, που το τοπίο ημερεύει, με τις παραλίες ‘’Φύκιο’’ και το παράξενο γεωλογικό φαινόμενο της αμμουδερής ‘’Ψιλής Άμμου’’ που η άμμος ξεκινά από την ψηλή βουνοπλαγιά, για να καταλήξει στην όμορφη παραλία. Οι ακτές από δω και πέρα εναλλάσσονται συνεχώς σε ένα παιχνίδι με την κρυστάλλινη θάλασσα, ‘’Φουντάνα’’, ‘’Αλμυρός’’, ‘’Μπαζαίου’’, ‘’Λιόλιου’’,με ένα καινούργιο, ομώνυμο της παραλίας ξενοδοχείο, και με το Ασπρονήσι ή Λιγάρι (0,039 τ. χλμ.) πιο κάτω, μεσοπέλαγα, συνθέτουν πολλά και αξιόλογα αραξοβόλια στο νοτιοανατολικό τμήμα της νήσου. 

Ίσως το ομορφότερο τοπίο της Σχινούσας είναι όταν μπαίνετε στον μεγάλο όρμο Λυγαριά (Αλυγαριά των ντόπιων). Το τοπίο γεμίζει με την παρουσία των δύο νησιών, ο Αγριλός Αγριλού των ντόπιων, 0,088 τ. χλμ., 66 μ. υψ. +/- 1 ναυτικό μίλι μήκος, ν.μ. στο εξής), στο βάθος, και εμπρός σας η Φιδούσα ή Οφιδούσα Φιδού των ντόπιων, 0,623 τ. χλμ., 1,3 ν. μ. μήκος), που όταν τα αντικρίζεις από ψηλότερο σημείο φαίνονται σαν δύο τεράστιες προεκτάσεις του νησιού που ‘’βυθίζονται’’ σιγά – σιγά στη θάλασσα. Δεξιά, τρεις γνωστές παραλίες του νησιού, από τις οποίες η ‘’Αλυγαριά’’ έχει πρόσβαση με δρόμο, ενώ στις άλλες δύο, ‘’Κάμπος’’, και ‘’Γκαγκάβι’’, πάει μονοπάτι (60 μ.) και αυτό φαίνεται ότι είναι θετικό αφού ποτέ δεν έχουν πολυκοσμία. Από μακριά η Φιδού, φαίνεται πολύ κοντά στο υπόλοιπο νησί, όμως όταν δεις από κοντά τη ‘’Στένωση’’, (το πέρασμα ανάμεσα στα δύο νησιά με βάθος 4,5 μ.) τότε βλέπετε καθαρά την απόσταση (+/- 100 μ.) που τη χωρίζει από τη Σχινούσα.

Ο Δημήτρης δεν διακινδυνεύει να περάσει ανάμεσα από το άνοιγμα, γιατί όπως λέει έχει ξέρες. Μόνο φουσκωτό χωράει κι’ αυτό πολύ προσεκτικά. Για να βγείτε στις νοτιοδυτικές παραλίες κάνετε τον κύκλο που περνά σχεδόν σύρριζα από τις απότομες άκρες των νησιών. Στο βάθος διακρίνεται καθαρά το ακρωτήρι ‘’Βενέτικο’’ της Ηρακλειάς ενώ αμέσως μετά, η παραλία του ‘’Αγίου Βασιλείου’’ η πρώτη που φαίνεται δεξιά σας· βρίσκεται σε τεράστιας έκτασης ιδιωτικό χώρο, που περιλαμβάνει όλη την ομώνυμη χερσόνησο, όμως υπάρχει πρόσβαση από μονοπάτι. Αμέσως μετά, στο βάθος του ομώνυμου όρμου είναι το ‘’Λιβάδι’’,που μαζί με το ‘’Τσιγγούρι’’ είναι το δυνατό ατού της Σχινούσας έναντι των άλλων ‘’Μικρών’’ Κυκλάδων. Θεωρούνται οι κοσμοπολίτικες του νησιού με γαλήνια και διαυγή θάλασσα, βρίσκονται πολύ κοντά στη Χώρα, διαθέτουν υπέροχες ολόλευκες αμμουδερές αγκαλιές και υποδομές για τους επισκέπτες. 

Ο γύρος του νησιού δεν διαρκεί πάνω από μιάμιση ώρα, γι’ αυτούς που δε θα σταματήσουν για κολύμπι σε κάποια από τις απόμερες παραλίες. Ο ‘’κύκλος’’ κλείνει στο Μερσίνη ανάμεσα στα σκάφη που κατακλύζουν το λιμάνι όλη την καλοκαιρινή περίοδο. Ο φίλος Δημήτρης, έχει ήδη κλείσει την επόμενη ομάδα, που αυτή τη φορά θα εκδράμει για λίγο στην Ηρακλειά, που απέχει μόλις ένα ν. μ. Προτείνουμε πάντα τον περίπλου των νησιών και γιατί όχι, σε κάποιες περιπτώσεις τις κοντινές εκδρομές σε άλλα, γιατί με αυτό τον τρόπο προσεγγίζετε, καμιά φορά ευκολότερα, τις μοναχικές παραλίες, αποκτώντας ταυτόχρονα καλύτερη άποψη για το ανάγλυφο του νησιού, και τα τυχόν ‘’μυστικά’’ του. Δοκιμάστε το και θα διαπιστώσετε ότι τις περισσότερες φορές θα βρείτε τη δικιά σας παραλία, που συνήθως δεν έχει πρόσβαση από κανένα μονοπάτι, παρά μόνο από τη θάλασσα.

Σύντομα, είσαστε πάλι στη Χώρα και μια επίσκεψη, στο μοναδικό σε αυτά τα νησιά, λαογραφικό μουσείο είναι απαραίτητη, μια που μέσα από τις αίθουσές του θα ‘’δείτε’’ το αγροτικό στην περίπτωσή του παρελθόν, αλλά και παλιές φορητές εικόνες, παραδοσιακές φορεσιές, έναν θαυμάσιο ξυλόφουρνο στην αυλή, και δεκάδες γεωργικά εργαλεία, που στις μέρες μας, κοντεύουμε να ξεχάσουμε τι εργασίες έκαναν. Μας το θυμίζουν όμως οι προσεκτικά τοποθετημένες επεξηγηματικές πινακίδες που διαθέτουν.

Μια μαρτυρία για την κατοίκηση στο νησί, μας δίνει ο αξιόπιστος ταξιδιώτης Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ (Joseph Pitton de Tournefort). 22 Σεπτεμβρίου του 1700: Αφού περπατήσαμε λίγο στην Κέρο, διαπεραιωθήκαμε στη Σκινόζα (Skinosa [Σχινούσα], άλλο ακατοίκητο μικρό νησί, που απέχει 8 μίλια από την Κέρο και 12 από τη Νάξο. Η Σκινόζα(3) είναι προφανώς η Σχινούσα, την οποία ο Πλίνιος τοποθετεί κοντά στη Νάξο και τη Φολέγανδρο. Οι Έλληνες δεν υποψιάζονται ότι η Σχινούσα, (γιαυτό Σχινούσα είναι σωστότερο και όχι Σχοινούσα όπως επικράτησε να γράφεται) πήρε το όνομά της από τους σχίνους με τους οποίους είναι καλυμμένη(4). Στη Σχινούσα υπάρχουν μόνο τα χαλάσματα ενός ερειπωμένου χωριού, ανάμεσα στα οποία δεν βλέπει κανείς τίποτα το αξιοσημείωτο, γεγονός το οποίο μας έκανε να παραμείνουμε εκεί μόνο δύο ώρες για να βοτανολογήσουμε(5)

Σήμερα γνωρίζουμε από τα αρχαιολογικά ευρήματα του τόπου ότι υπήρξε κατοίκηση από τους αρχαίους χρόνους, όπως επίσης και κατά τους Βυζαντινούς, που παρουσίαζαν πλούσια εμπορική δραστηριότητα που μαρτυρείται από την άφθονη κεραμική και τα σπαράγματα βυζαντινών ναών.  Το ότι ο Τουρνεφόρ δεν βρήκε κατοίκους οφείλεται στις πειρατικές επιδρομές που τους είχαν ωθήσει να εγκαταλείψουν το νησί και να μετακομίσουν σε άλλο ασφαλέστερο καταφύγιο, χωρίς να αφήσουν ίχνη της πρότερης παρουσίας τους εκτός ‘’τα χαλάσματα ενός ερειπωμένου χωριού’’. Την ίδια εποχή, οι ιδιοκτησίες(6) της Ι. Μονής Χοζοβιώτισσας κατείχαν καθολικά, μεταξύ άλλων, την Ηρακλειά και τη Σχινούσα. Με μια οργανωμένη μετοικεσία, περίπου το 1840, έστειλαν στο νησί τις  πρώτες αμοργιανές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στη Χώρα, τη Μεσαριά, και πιθανά στο Σταυρό, ξεκινώντας τη νεώτερη κατοίκηση.

Το ήπιο, γλυκό και δροσερό κλίμα χωρίς τις απότομες μεταβολές άλλων νησιών, οδηγούν πολλούς στην αλιεία, ενώ οι διαθέσιμες εκτάσεις, και το επίπεδο του εδάφους βοήθησε ώστε το μεγαλύτερο ποσοστό να στραφεί κύρια στη γεωργία αλλά και τη κτηνοτροφία. Οργανωμένοι πλέον ζεύουν βοοειδή και οργώνουν τη γη, σπέρνουν κριθάρι (ωριμάζει πρώτο το καλοκαίρι χωρίς να θέλει πολύ νερό), στάρι (για ψωμί), ακόμα και καπνό, και η παραγωγή ολοένα μεγαλώνει, ασχολούνται με ζήλο στις καλλιέργειες που ευνοούνται από τις καλές συνθήκες παράγοντας τα πάντα, όλων των ειδών τα λαχανικά, φάβα, και γενικά όσπρια. 

Έτσι, με κοπιώδη εργασία αυτοί οι πρώτοι κάτοικοι έμειναν, ρίζωσαν στο νησί και εξελίχθηκαν πληθυσμιακά μέχρι που η οικονομική δυσπραγία κυρίως από το σταμάτημα της καλλιέργειας καπνού έφερε το πρώτο μεταναστευτικό κύμα προς την Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Γερμανία κ. ά. Έτσι φτάνουν ως τη δεκαετία 1940 - 1950, που άρχισε, λόγω του Β’. παγκοσμίου πολέμου η συρρίκνωση. Μετά τον πόλεμο και στη διάρκεια της εικοσαετίας 1950 – 1970 ήρθε ανατροπή αυτών των δραστηριοτήτων, χωρίς να συγκινηθεί κανείς από αυτούς που όφειλαν. Η πλήρης αδιαφορία, η έλλειψη  πρόνοιας και οποιουδήποτε σχεδιασμού ή προγράμματος εκ μέρους της διοίκησης, η ανάγκη να εξασφαλιστεί ένα καλύτερο αύριο για την οικογένεια, ανάγκασε πολλούς κατοίκους να εγκαταλείψουν το νησί και να στραφούν προς τα μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως προς την Αθήνα, για εξασφάλιση σίγουρης και μόνιμης εργασίας. Σήμερα, αντίθετα με άλλα νησιά, οι Σχινουσιώτες συνεχίζουν να ασχολούνται με την αλιεία, την κτηνοτροφία και λίγο με τη γεωργία και τη μελισσοκομία, ενώ ο τουρισμός και οι οικοδομικές εργασίες, κρατάνε τα σκήπτρα της οικονομίας. Έχει νηπιαγωγείο – Δημοτικό – Γυμνάσιο – Λύκειο με 43 παιδιά και ανεξάρτητα της απογραφής(7) του 2001 που κατέγραψε 206 κατοίκους σήμερα κατοικούν περίπου 250. Αν σε αυτούς προστεθούν και οι αλλοδαποί που απασχολούνται σε οικοδομικές εργασίες (και τον χειμώνα), τότε προκύπτουν 270 – 300 μόνιμοι κάτοικοι. 

Η εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου είναι στο κέντρο του οικισμού της Σχινούσας με το διπλό καμπαναριό και τον μεγάλο μπλε τρούλο να ξεχωρίζει από παντού. Είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου και τον Ακάθιστο Ύμνο, ενώ μέσα στο ναό φυλάσσεται η εικόνα της ‘’Παναγίας της Ακαθής’’ που παρουσιάζει τη Θεοτόκο σε μια σπάνια απεικόνιση από τον ακάθιστο ύμνο. ‘’Κάποτε λέει, ένας Μανιάτης πειρατής βγήκε στο νησί για να ληστέψει, για πειρατεία. Διάλεξε για τόπο της ληστείας την εκκλησία της ‘’Παναγίας Ακαθής’’. Την ώρα της ληστείας, έβλεπε την εικόνα και νόμιζε πως τον παρακολουθούσε (έχετε ίσως προσέξει πως πολλές εικόνες είναι έτσι ζωγραφισμένες που τα μάτια τους θαρρείς πως σε κοιτάνε). Νευρίασε κι αυτός κι έβγαλε την κουμπούρα του και πυροβόλησε την εικόνα και την τρύπησε. Τώρα αυτός, αφού πήρε τη λεία του κατέβηκε για να φύγει και στο δρόμο έπεσε κάτω, πλάι σε μια σπηλιά και σκοτώθηκε. Λένε ότι κατόπι τον κάψανε εκεί και μαύρισε η σπηλιά, κι ακόμα τα βράχια είναι κατάμαυρα’’.  Η σπηλιά είναι κοντά στην ακρογιαλιά, δίπλα στο πηγάδι, πάνω ακριβώς από το λιμανάκι. Από τότε πια πήρε τ’ όνομα ‘’η σπηλιά του Μανιάτη’’(8). Η εκκλησία γιορτάζει τρεις φορές το χρόνο (Ευαγγελισμός, Κοίμηση, Εισόδια) με παραδοσιακά νησιώτικα πανηγύρια που διοργανώνονται από τους ντόπιους, με φαγητό, κρασί, βιολιά και τραγούδια που τις περισσότερες φορές διαρκούν μέρες.

Σχεδόν δίπλα είναι η πλατεία ‘’Ντόλλι Μωνουρί’’ που ονομάστηκε έτσι στην μνήμη της γυναίκας ενός Γάλλου που ήρθε, αγάπησε το νησί, και έκανε κάποιες δωρεές. Στη ‘’Λόζα’’ της κυρίας Ευαγγελίας ή λίγο πριν, στο παραδοσιακό καφενείο ‘’το στέκι’’, με σκαλιστή τη χρονολογία ανέγερσης στο υπέρθυρο «1926» της κυρίας Κωβαίου, αληθινό στέκι για τους ντόπιους, θα βρείτε καφέ, παγωτό αλλά και ρακί με μεζεδάκια για να καταστρώσετε την εκδρομή σας με τη μοτοσυκλέτα ή με τα πόδια. Το νησί είναι μικρό με ομαλό έδαφος χωρίς μεγάλες ανηφόρες, και η πεζοπορία ενδείκνυται. Η φυσική ομορφιά και τα δέντρα κάνουν τη Σχινούσα να διαφέρει από όλες τις μικρές Κυκλάδες πράγμα που θα διαπιστώσετε, αν οδηγήσετε προς το εσωτερικό του νησιού. Παντού υπάρχει σήμανση ενώ μέσα από τη Χώρα ο δρόμος περνάει από το καινούργιο ιατρείο, διαγνωστικό κέντρο, δωρεά του υπουργείου Υγείας από την προίκα των ολυμπιακών αγώνων, και απομακρύνεται προς τις εξοχές.

Μόλις 2,5 χλμ., αρκούν για να βγείτε στην διασταύρωση (δστ. στο εξής) όπου υπάρχει πάλι σήμανση δεξιά προς Μεσαριά και Ψιλή Άμμο (παραλία), και αριστερά προς το ψηλότερο σημείο του νησιού. Προτιμείστε για αρχή τον δρόμο προς το βουνό και σε λίγο θα βγείτε σε στενό μονοπάτι, όπου αριστερά με λίγη πεζοπορία θα ανεβείτε εύκολα προς την κορφή Βάργιες (133μ. υψ.) και τον παλιό ανεμόμυλο. Κάτι παράξενο συμβαίνει με τους ανεμόμυλους εδώ· οι ντόπιοι που το παρατήρησαν το ονομάζουν ‘’φαινόμενο’’. Στο νησί υπάρχουν δύο στην Μεσαριά, δύο στη Χώρα, και ένας εδώ, στην κορφή, πέντε συνολικά. Με μετρήσεις που έγιναν βρήκαν (αν και δεν έχουν οπτική επαφή όλοι μεταξύ τους), ότι είναι χτισμένοι σε δύο ευθείες οι οποίες τεμνόμενες σχηματίζουν ορθή γωνία!. Σύμπτωση μάλλον. 

Η θέα από τον λόφο απλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις, στην κοντινή Ηρακλειά και το ‘’Κάτω’’ Κουφονήσι, μέχρι μακρύτερα στην Κέρο, και τη Νάξο. Εμπρός σας, με δύσκολη προσέγγιση λόγω των βάτων, η ήσυχη, μοναχική και λιλιπούτεια παραλία του ‘’Γερολιμνιώνα’’.Γυρνώντας πάλι στην δστ. που συναντήσατε πριν, υπάρχει δρόμος αριστερά σας, που θεωρητικά (εμείς τον βρήκαμε κλειστό με συρματόπλεγμα), οδηγεί στην παραλία ‘’Φύκιο’’, διασχίζοντας τον μεγάλο και επίπεδο σχεδόν, ‘’Κάμπο’’, που δικαιολογεί απόλυτα την ονομασία του. Σ’ αυτό το σημείο πραγματικά αντιλαμβάνεστε αυτό που αναφέραμε στην αρχή, για τις διαθέσιμες εκτάσεις και τις καλλιέργειες στο νησί. Αν στην άκρη δεν ήταν η θάλασσα θα νομίζατε ότι βρισκόσαστε σε ατελείωτη κοιλάδα. Τη μεγάλη ενιαία έκταση που καταλαμβάνει ο ‘’Κάμπος’’ δεν την αφήνουν ανεκμετάλλευτη, βόσκουν τα γελάδια τους και σπέρνουν κριθάρι – στάρι, φάβα, ακόμα και σήμερα. 

Επιστρέφοντας από τη μεγάλη, σχεδόν επίπεδη κοιλάδα περνάτε τα γεμάτα σταφύλια αμπέλια (‘’Ροδίτες’’ αλλά δε λείπουν και τα άσπρα), και μπαίνετε στον δεύτερο, μικρότερο οικισμό του νησιού, τη Μεσαριά (30 μ. υψ. 2,7 χλμ. από τη Χώρα), με τους δύο ανεμόμυλους, έναν μέσα στον οικισμό και άλλον ψηλότερα στο λόφο. Σχεδόν στην είσοδο του οικισμού, σας υποδέχεται η εκκλησία της Ευαγγελίστριας με το περίτεχνο δίλοβο καμπαναριό, χτισμένο από Σαντορινιό μάστορα. Η εκκλησία πιθανολογείται ότι χτίστηκε στη θέση παλιότερης, μάλιστα αφηγούνται(9) ότι: Πριν πολλά χρόνια ο μπάρμπα Μιχάλης πήρε τις πέτρες από την γκρεμισμένη εκκλησία, τις έστρωσε και έκανε ένα αλώνι, εδώ στη Μεσαριά. Από τότε που έκανε αυτή την πράξη, κάθε βράδυ έβλεπε στον ύπνο του την Παναγία που του έλεγε ‘’πάρε αυτά που πήρες από εκεί και πήγαινέτα πίσω’’. Κάθε βράδυ το ίδιο, μέχρι που ο παππούς το είπε στη γυναίκα του. ‘’Τάξε’’, του λέει η γυναίκα του, ‘’τάξε τα και πήγαινέτα πίσω. Τι να κάνει κι’ αυτός, χάλασε το αλωνάκι και πήγε πίσω τις πέτρες. Το ίδιο βράδυ ήρθε πάλι στο όνειρο η Παναγία, αλλά αυτή τη φορά του έλεγε ‘’σκάψε, σκάψε για να με βρεις’’. Έσκαψε λοιπόν ο μπάρμπα Μιχάλης και βρήκε την εικόνα της Ευαγγελίστριας. Η εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στολίζει μαζί με το ωραίο χρωματιστό τέμπλο και τις παλιές εικόνες την εκκλησία. Δεν έχει τοιχογραφίες όμως κάτω από το δωδεκάορτο υπάρχει ξυλόγλυπτη επιγραφή «1909» χρονολογία κατά την οποία κατασκευάστηκε το τέμπλο. Επίσης, στο εξωτερικό υπέρθυρό της δυτικής, κεντρικής, εισόδου διαβάζουμε [ΕΑΒΚΤΛΙΣΤΙΑ … 1887]. Η εκκλησία γιορτάζει με πανηγύρι στις 25 Μαρτίου. 

Στην ψηλότερη, βραχώδη περιοχή της Μεσαριάς βρίσκονται τα παλιά της κτήρια, κατοικίες και στάβλοι, με τα σημάδια και τα αποτυπώματα του χρόνου πάνω τους. Είναι επτά – οκτώ στο σύνολό τους, σαν μικρή γειτονιά στο πάνω μέρος του λόφου, εκεί που βρίσκεται ο ανεμόμυλος, εμφανώς εγκαταλειμμένα σήμερα. Αιφνιδιάζει η παρουσία τους γιατί μέσα από τον στενό δρόμο του χωριού και τα νέα ψηλότερα και νεώτερα σπίτια, αυτά τα παλιότερα κρύβονται από τα βλέμματα του κόσμου, δεν φαίνονται καθόλου. Η προσέγγιση κοντά τους χαρίζει την έκπληξη για το πώς ακόμα αυτές οι εξ’ ολοκλήρου πετρόχτιστες κατασκευές διατηρούνται, έστω έτσι. 

Γνώριμες κυκλαδικές τετράγωνες και παραλληλόγραμμες αρχιτεκτονικές φόρμες από αυτές που συναντάμε στις παλιές φωτογραφίες των αρχών του 20ου αι., με τον συνήθως μεγάλο πληθυσμό εμπρός από τις πλατείες των χωριών, που στάθηκαν στο κέντρο για τις ανάγκες της φωτογράφησης. Οι κατοικίες, ξεχωρίζουν με έναν ελαφρύ κιτρινωπό σοβά εξωτερικά, (εξασφαλίζει τη στεγανότητα), που μεριές - μεριές αφήνει μικρά ανοίγματα απ’ όπου, ξεπετάγονται θαρρείς τα αγκωνάρια της λιθοδομής γυαλίζοντας στον ήλιο. Αντίθετα, τα βοηθητικά κτήρια, στάβλοι για τα ζώα ή αποθήκες για τα γεννήματα της γης, είναι χωρίς επίχρισμα, σκέτη πέτρα, λαξεμένη και αλφαδιασμένη τέλεια. Το ίδιο στους φούρνους που καμία φορά είναι χωνευτοί, ενσωματωμένοι στην εξωτερική τοιχοποιία, αναπόσπαστο τμήμα της. Εκμεταλλευτείτε το χρόνο σας και περπατήστε, φωτογραφίστε αυτά τα κτήρια, είναι βέβαιο ότι οι περιστάσεις δεν βοηθούν στη διατήρηση αυτού που θ’ αντικρίσετε, ίσως σύντομα άλλες κατασκευές θα πάρουν τη θέση τους.  

Πιο κάτω, προς την άκρη του οικισμού, υπάρχει σήμανση με πινακίδα που κατευθύνει τους επισκέπτες προς τη παραλία. Σαν από το πουθενά ξεφυτρώνει το καφενείο – εστιατόριο, ψησταριά ‘’το Πέτρινο της Μεσαριάς’’, της Ακαθής Σκαρλάτου. Ωραία έκπληξη, τις ζεστές μέρες του Ιουλίου δίνει την ευκαιρία για δροσερό καφέ η ακόμη και για σπιτικό φαγητό και μεζέδες με ρακί. Μετά κατηφορίστε στο χωματόδρομο (400 μ.), μέχρι το επίνειο της Μεσαριάς την ‘’Ψιλή Άμμο’’. Μια μικρούλα παραλία με μεγάλα αρμυρίκια για σκιά που όμως ξεφεύγει από τις συνηθισμένες αφού η άμμος ξεκινάει και φτάνει ως τη παραλία. ….από τον ψηλό λόφο, αριστερά σας. Προσέξτε αν είστε δύο άτομα μη κολλήσετε. 

Και στις παραλίες, αλλά και σε όλες τις διαδρομές που θα κάνετε, δεν μπορεί, θα προσέξετε ότι παντού έχουν γίνει δεντροφυτεύσεις, ομορφαίνοντας το τοπίο, και δίνοντας έναν άλλο ‘’αέρα’’ στο νησί. Αυτές εντάσσονται στις πολλές, πολύπλευρες και σπάνιες σε άλλα νησιά, δραστηριότητες του συλλόγου ‘’των εν Αθήναις Σχινουσιωτών’’. Μοναδικός και ίσως ο πρώτος στις ‘’μικρές’’ Κυκλάδες, σε σχέση με τον πληθυσμό, ιδρύθηκε το 1938 ‘’…παρακινούμενοι από την ανάγκη για την διατήρηση των σχέσεων μεταξύ τους, την διατήρηση των ηθών, εθίμων και των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων του τόπου τους’’. Η δράση του συλλόγου(10) σταμάτησε βίαια με το γεγονός του Β’ Π.Π. με καταστροφή του αρχείου και του πρώτου καταστατικού. Με το πέρασμα των χρόνων την ‘’ανάπτυξη’’ των Κυκλάδων και τα νέα δεδομένα στις επιδόσεις, κυρίως, του τουριστικού τομέα, η ανάγκη για επανίδρυση έγινε περισσότερο επιτακτική. Το 1961, εγκρίθηκε με την ίδια επωνυμία το νέο καταστατικό που από το 1987 περιλαμβάνει στα μέλη του και τους μόνιμους κατοίκους, καθώς και τους Σχινουσιώτες της υπόλοιπης Ελλάδας και του εξωτερικού. Η δράση, οι διεκδικήσεις του, οι συνεστιάσεις, το πολυβραβευμένο χορευτικό, οι εκατοντάδες δεντροφυτεύσεις, και τα τελευταία δεκαέξι χρόνια οι Αυγουστιάτικες πολιτιστικές εκδηλώσεις χωρίς να είναι τα μόνα που έχει κάνει, υπήρξαν πραγματικά ευεργετικές για το νησί.

Η νοτιοανατολική πλευρά της Σχινούσας με το πολύπλοκο ανάγλυφο είναι αυτή που εμφανίζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού εκεί είναι μαζεμένες όλες οι παραλίες. Καθώς φεύγετε από τη Χώρα η πρώτη δστ. αριστερά σας (ανατολικά) οδηγεί στην ‘’Φουντάνα’’ χωρίς δέντρα αλλά με ωραία αμμουδιά. Αντίθετα, αρκετή σκιά από τα αρμυρίκια διαθέτει ο πανέμορφος όρμος του ‘’Αλμυρού’’, (1.4 χλμ. από τη Χώρα). Λίγο πριν φτάσετε εκεί περνάτε τον παλιό οικισμό του Σταυρού που παλιότερα διέσωζε κάποιες παλιές κατοικίες και αμέσως μετά το περίφημο φρούριο του Προφήτη Ηλία, που βρίσκεται στην κορυφή (120 μ.) του ομώνυμου λόφου.

Η αρχαιολογική έρευνα(11)  αποκάλυψε ότι: ‘’…το φρούριο καταλαμβάνει έκταση 90 Χ 17 μ. περίπου. Το τείχος του έχει πλάτος 0,80 μ. περίπου, με μεγάλους ογκόλιθους και στις δύο όψεις και πυρήνα από μικρές πέτρες και χώμα. Σε πρόχειρο καθαρισμό που έγινε στο νότιο τμήμα του βρέθηκαν το χείλος μεγάλου μεγέθους αγγείου. Εντοπίστηκαν δύο πύργοι, ένας στη βορειοανατολική και ένας στη νότια πλευρά της ακρόπολης, πολλοί τοίχοι κτισμάτων στο εσωτερικό της και ερείπια μονόκλιτης βασιλικής, που καλύπτονται από μεταγενέστερες κατασκευές, ενώ σώζεται παλαιότερος τοίχος, που εφάπτεται στην αψίδα του ιερού. Τα επιφανειακά όστρακα είναι διαφόρων εποχών, προϊστορικά, ελληνιστικά (πολλά από τα οποία μελαμβαφή) και ρωμαϊκά, κυρίως στη δυτική κλιτύ του λόφου, όπου βρέθηκαν πολλές λαβές αμφορέων χωρίς σφράγισμα. Σημαντικό είναι ότι επιβεβαιώθηκε η οπτική επαφή ανάμεσα στα δύο φρούρια’’(12). Επίσης: ‘’…η Σχινούσα διαθέτει, έναν λόφο με Κάστρο [πρόκειται για τον ίδιο χώρο] των ύστερων κλασικών χρόνων, κτισμένο ίσως στη θέση μια πρωτοκυκλαδικής ακρόπολης. Το Κάστρο στης Σχινούσας, που συνεχίζει να χρησιμοποιείται μέχρι την εποχή της ρωμαιοκρατίας, είναι μεσόγειο, ωστόσο δεν απέχει πολύ από τη θάλασσα’’(13).  

Η πιο ‘’μακρινή’’ (2,5 χλμ. από τη Χώρα) και για πολλούς, η πιο γραφική παραλία στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού είναι η παραλία του ‘’Λιόλιου’’. Δεν είναι μεγάλη, όμως έχει καθαρή θάλασσα, δέντρα για σκιά και διακόσια μέτρα παρακάτω είναι το Lioliou Beach hotel ένα καινούργιο συγκρότημα με οργανωμένο café – bar και εστιατόριο με τοπικά εδέσματα. Μετά το κολύμπι είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να απολαύσετε τον καφέ ή το γεύμα σας καθώς ο ήλιος βυθίζετε στη θάλασσα, δίνοντας την σκυτάλη σε μια πραγματικά λαμπερή νύχτα.

Εκεί που θα βρεθείτε οπωσδήποτε είναι στις νοτιοδυτικές κοσμοπολίτικες παραλίες του νησιού ‘’Τσιγκούρι’’, που στο άνοιγμα του όρμου του έχει ένα μικρό τριγωνικό νησάκι, την Πλάκα, και ‘’Λιβάδι’’, με τον όμορφο χτιστό περιστερώνα στην άκρη του. Αυτός, οριοθετεί τη μεγάλη ιδιοκτησία Παπαδημητρίου – Μιχαηλίδη μέχρι κάτω στο στρογγυλό ‘’παρατηρητήριο’’, πάνω από την ‘’στένωση’’ καλύπτοντας την πανέμορφη χερσόνησο του Αγίου Βασιλείου. Η καλύτερη θέα της χερσονήσου είναι από τον ανεμόμυλο του Χρήστου Νομικού, δεξιά σας καθώς κατηφορίζετε από τη Χώρα. Από εκεί, διακρίνεται ο μεγάλος ελαιώνας, η τσιμεντένια εξέδρα για το μάζεμα του νερού (σήμερα έχει διαμορφωθεί σε θεατράκι!), και στο μέσον της, ο ολόλευκος, ομώνυμος της χερσονήσου ναός.

Οι παραλίες είναι πολύ κοντά στη Χώρα(500 και 850 μ. αντίστοιχα), με πολλές υποδομές για τους επισκέπτες, αλλά και αρχαιολογικό χώρο, ‘’….Στην παράλια θέση Τσιγκούρι έχει εντοπιστεί μεγάλος οικισμός των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, μια παλαιοχριστιανική βασιλική, ενώ μαρμάρινα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μέλη έχουν συγκεντρωθεί στο χωριό από διάφορα μέρη του νησιού. Ο αρχαιολόγος L. Ross  είχε παρατηρήσει αρχαίες αναβαθμίδες και είναι δελεαστικός ο συσχετισμός με την αρχαιότητα του νεότερου, καθαρά αγροτικού χαρακτήρα της Σχινούσας, όπου μέχρι πρόσφατα λειτουργούσαν παραδοσιακά ελαιοτριβεία και αλευρόμυλοι(14).

Η ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια συμβαδίζει τις περισσότερες φορές και με μεγάλα έργα. Άλλες φορές είναι πετυχημένα και για τους επισκέπτες και για τον τοπικό πληθυσμό, που βλέπει τις προσπάθειές του (σε λίγες περιπτώσεις είναι αλήθεια), να δικαιώνονται απ’ τη διοίκηση. Το αμέσως επόμενο καλοκαίρι, έχει προγραμματιστεί να κατασκευαστεί μεγάλο, καινούργιο λιμάνι στη θέση ‘’Χοχλακιά’’ στον όρμο Λιβάδι, ενώ το πρόγραμμα περιλαμβάνει δρόμο που θα το συνδέει με το παλιό. Όσοι ταξιδεύουν, βλέπουν πως σιγά αλλά σταθερά διαμορφώνεται το ‘’καινούργιο’’ τουριστικό πρόσωπο της Ελλάδας, και μύχια ίσως, αναρωτιούνται αν όλη αυτή η συνεχής υποβάθμιση του τοπίου και ο βανδαλισμός της αρχιτεκτονικής έχουν κάποια σχέση με την ανάπτυξη. Αυτές τις ανησυχίες δείχνει να τις γνωρίζει ο πρόεδρος της κοινότητας κ. Θεοδόσης Σκαρλάτος και τα λεγόμενά του πραγματικά καθησυχάζουν όσους έχουν παρόμοιες ανησυχίες. Έχουν γίνει όλες οι περιβαλλοντικές μελέτες και το έργο θα αναβαθμίσει τις υπηρεσίες και την πρόσβαση στο νησί από μεγαλύτερα πλοία. Ο προσεκτικός σχεδιασμός θα δώσει νέα πνοή στο νησί.

Πολλοί, ιδιαίτερα οι πολιτικοί υπάλληλοι, μιλούν για την περίφημη βιώσιμη (αειφορική όπως λένε), ανάπτυξη σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος. Όλοι θα έπρεπε να έλθουν μια βόλτα από τη Δονούσα, τη Σχινούσα ή την Ηρακλειά, για να δουν πως ήταν κάποτε το φυσικό – παρθένο από επεμβάσεις τοπίο. Βλέπουμε όλοι κάθε χρόνο την πραγματικότητα στα νησιά μας· παντού κυριαρχεί η αυθαιρεσία, η ασυδοσία, η άγρια και λυσσαλέα ‘’ανάπτυξη’’ ώστε να πειστεί και ο πλέον δύσπιστος ότι την εικοσαετία που πέρασε συντελέστηκε πλήρως η αλλοίωση του κυκλαδικού τοπίου, με εγκληματικό τρόπο. Επενδύσεις εξαμβλώματα, ξένων προς τον τόπο με μοναδική έννοια το βραχυπρόθεσμο κέρδος, επενδύσεις καλοκαιρινές βεβαίως μια που το χειμώνα η ανεργία φτάνει το 15 – 20%. 

Η άνιση ανάπτυξη τα πρόσκαιρα ‘’μπαλώματα’’ και η απομόνωση ιδιαίτερα των μικρών νησιών, εξακολουθεί να είναι το αποτέλεσμα, σε μια αγορά που, επιτακτικά πλέον, αναζητεί γνήσιο και αμόλυντο κυκλαδικό περιβάλλον, που να μην θυμίζει αστικό χώρο. Μια αντίφαση που φαντάζει ευεξήγητη όσο οι πλοιοκτήτες αρνούνται να συμπεριλάβουν αυτά τα νησιά στα δρομολόγια των πλοίων που διαθέτουν. Όμως δεν είναι άμοιροι ευθυνών τόσο το πολιτικό προσωπικό, που χαράσσει (οφείλει να το κάνει) την στρατηγική, όσο και οι τοπικής εμβέλειας ‘’αναπτυξιακές’’ εταιρείες που έβαλαν τις προτεραιότητες, διαχειρίσθηκαν και διένειμαν τον πακτωλό των κοινοτικών κονδυλίων για την ανάπτυξη των Κυκλάδων. Τι έγινε με αυτά τα κονδύλια;, τι έμεινε στα νησιά και για αύριο; ουδείς γνωρίζει να απαντήσει με σαφήνεια.

Σήμερα ο προϋπολογισμός του ΠΕΠ Νοτίου Αιγαίου για τις Κυκλάδες(15) είναι, σε σταθερές τιμές, μικρότερος από τον αντίστοιχο του προγράμματος ανάπτυξης 1978 – 1982!, ενώ η απορρόφηση των κονδυλίων, παρά τις ανάγκες, φτάνει μόλις το 12%! Αφ’ ετέρου, δεν προωθήθηκαν από τη διοίκηση, όπως θα όφειλαν να κάνουν αν υπήρχε, έστω, και το παραμικρό ενδιαφέρον, οι δύο Κανονισμοί της Ε.Ε. που ήταν καίριοι για τα νησιά μας. Ο κανονισμός 1257/99 για την αγροτική ανάπτυξη (μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ανακαίνιση χωριών, για την ενίσχυση της παραγωγής και εμπορίας αγροτικών προϊόντων και για την συνταξιοδότηση των αγροτών με 1.250 ευρώ / μήνα), και ο 3577/92 για την ακτοπλοΐα, που μπορούσε να αναπτύξει περαιτέρω την συγκοινωνία – επικοινωνία ειδικά μεταξύ των μικρών νησιών. 

Το αποτέλεσμα σήμερα από την μη εφαρμογή των κανονισμών, είναι τα αγροτικά προϊόντα να παραμένουν στάσιμα στην παραγωγή, οι αγρότες να παίρνουν κατ΄ ανώτατο όριο 350 ευρώ σύνταξη, και επιπλέον η ελλιπής, περιορισμένη ή ανύπαρκτη συγκοινωνία να φέρνει δυσκολίες και απογοήτευση ακόμα και σε αυτούς που πράγματι πασχίζουν να παραμείνουν στο νησί τους. Για να στηριχθούν αυτές οι κοινωνίες πρώτη προτεραιότητα για τη διοίκηση πρέπει να γίνει η ανάπτυξη των υπηρεσιών του Δημοσίου τομέα, παιδεία, μεταφορές, και ειδικά η υγεία που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την ευαισθησία του Π. Ναυτικού(16), δηλαδή τα βασικά, που σήμερα είτε λείπουν ή είναι περιορισμένα, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες. 

Η Σχινούσα σήμερα είναι ένα από τα πλέον όμορφα, αναπτυσσόμενα σύνολα των Κυκλάδων. Άργησε να έρθει η ανάπτυξη, αλλά η εμπειρία από άλλους χώρους και νησιά, η καταστροφή και η αρχιτεκτονική κατάπτωση την οποία υπέστησαν φαίνεται να είναι ο καλός οδηγός των κατοίκων. Υπάρχουν ποιοτικά δωμάτια, οργανωμένη εστίαση, και τα περίφημα καλοκαιρινά πανηγύρια που πολλές φορές με την παραδοσιακή μουσική και τα ακούσματα μένουν αξέχαστα. Ο επισκέπτης θα απολαύσει αυτά τα πλεονεκτήματα προσθέτοντας ίσως το πιο ουσιαστικό, πεντακάθαρες παραλίες, ησυχία και φιλοξενία κοντά σε δύο διατηρημένους παραδοσιακούς κυκλαδικούς οικισμούς.

Την Σχινούσα αντιμετωπίστε την σαν έναν από τους τελευταίους ελληνικούς παράδεισους. Σεβαστείτε την και είναι σίγουρο ότι θα σας το ανταποδώσει, όταν ξανάρθετε.

Σημειώσεις:

(1)Τα τρία νησιά που επισήμως παρουσιάζουν εποχική κατοίκηση, στην ίδια πάντα γεωγραφική ενότητα, είναι το Κάτω Κουφονήσι (4,45 τ. χλμ – ακτογραμμή 16 χλμ.), που από το 1940 μέχρι το 1981 είχε 32, 16, 15, 6, και 5 κατοίκους (στο εξής κατ.), η Κέρος (15 τ.χλμ. – ακτογραμμή 27 χλμ.) που από το 1940 μέχρι το 1971 είχε 10, 2, 8, και 7 κατ. και το ιδιωτικό Κάτω Αντικέρι ή Δρίμα (1,050 τ.χλμ – ακτογραμμή 6 χλμ.), που ενώ προηγουμένως ήταν ακατοίκητο το 1981 εμφανίζει 4 κατ., το 1991, 2 κατ.(1α)και το 2001 έναν κατ.(1β). Εκτός από αυτά, υπάρχουν πραγματικά δεκάδες άλλα που χωρίς να καταγράφει κάποια κίνηση η Ε.Σ.Υ.Ε., είναι βέβαιο ότι τα επισκέπτονται εποχικά (από την άνοιξη ως το φθινόπωρο), μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι, και γεωργοί. Ενδεικτικά αναφέρουμε (από Ν. προς Β.), στην Ηρακλειά το Βενέτικο και τα δύο Αβελονήσια, στην Σχινούσα την Πλάκα, την Αγριλού την Φιδούσα ή Οφιδούσα, το Ασπρονήσι ή Λιγάρι,και τη Γαϊδούρα, ανάμεσα από Πάνω και το Κάτω Κουφονήσι τον Γλάρο, βόρεια από το Πάνω Κουφονήσι την Κοπριά, στην Κέρο το Πλακί τον Αγ. Ανδρέα, το Γουργάρι, και τη Σκάνδια (Σκαλιά), τα ιδιωτικά ‘’Πάνω’’ Αντικέρι (1,3 τ. χλμ.) και Δρύμα (Κάτω Αντικέρι), νοτιοδυτικά της Δονούσας οι τρεις Μάκαρες (Άγιος Νικόλαος ή Μεγάλο Νησί, η Πράσινη ή Αγία Παρασκευή και η Στρογγυλή), βορειοανατολικά της Δονούσας οι τρεις νησίδες Μελάντιοι ή Μπούβε(1γ). Αν προσθέσουμε και τα δεκαέξι που είναι γύρω από την Αμοργό έχουμε τριάντα επτά νησιά. Αυτά, διαθέτουν επίσημη ονομασία που την αναφέρουμε, φαντασθείτε τώρα πόσα άλλα μικρότερα – ανώνυμα βρίσκονται κατά μήκος της ακτογραμμής των ‘’μικρών Κυκλάδων’’ και θα αντιληφθείτε ότι το όνομα ‘’μικρές’’ κάθε άλλο παρά ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όλα αυτά τα νησαία εδάφη, ακόμα και τα ανώνυμα, (αν και ανεπισήμως οι ντόπιοι έχουν δώσει ονόματα σύμφωνα με τα χερσαία ή τα θαλάσσια ή λοιπά χαρακτηριστικά τους), έχουν σπουδαία και πολύπτυχη σημασία: Γεωγραφική, Γεωλογική, Στρατηγική, Ναυτιλιακή, Μετεωρολογική, Αμυντική, Αρχαιολογική – Ιστορική – Καλλιτεχνική, Θρησκευτική, Λαογραφική, Γλωσσολογική, Οικολογική – Βιολογική, Οικονομική(1δ).

(1α) Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Νησιολόγιο των Κατοικούμενων Ελληνικών Νησιών 1940 – 1991,  Αυτοέκδοση, Αγκίστρι του Σαρωνικού (1995) 26. (1β) Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001, Αυτοέκδοση, Τήνος (2004) 8.  (1γ) Φύλλο χάρτη ‘’Πάρου μέχρι Ν. Αστυπάλαια’’ σε κλίμακα 1:150.000, Αθήνα, έκδοση Υδρογραφικής Υπηρεσίας Π.Ν., Ιούνιος 1983. (1δ) Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Η πολυσήμαντη Σπουδαιότης των Νησαίων Εδαφών, Αυτοέκδοση, Τήνος (1999) 6, 7, 8.

(2)  Παρουσίαση της Νήσου στο: Άγγελος Σινάνης, «Νήσος Ηρακλειά», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2004), 46 - 62.

(3)  Για την ονομασία βλ.: Β.Δ. 1ης (13ης) Οκτωβρίου 1834 (ΦΕΚ 4 / 1835) ‘’Περί του σχηματισμού των δήμων του νομού Κυκλάδων’’.Ελευθέριου Γ. Σκιαδά, Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912, Αθήνα (1994), 446, 465. 

(4)  Είναι γεγονός ότι εκείνη την εποχή η Σχινούσα ήταν γεμάτη σχίνα τα οποία εξήγαγε στην Αμοργό. Ο Ζοζέφ Πιτόν ντε Τουρνεφόρ αναφέρει: Στην Αμοργό δεν έχει ξυλεία. Καίνε μόνο σχίνα και κέδρους που η φωτιά τα καταβροχθίζει αμέσως. Φέρνουν αυτό το ξύλο στην Αμοργό από τον Καλόγερο, από την Κέρο, από την Σχινούσα και από άλλα κοντινά μικρά νησιά. Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702, (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο (2003) 265.

(5) Tournefort ο.π. 269.

(6)  Βλ. αναφορά στα: Αντωνίου Μηλιαράκη, Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων κατά μέρος.  Αμοργός. Αθήνα 1884, στην Δ’ έκδοση στο: περ. ‘’Αμοργιανά’’, του Συνδ. Αμοργίνων έτος πρώτο, τ.1 Αθήνα (1995), 100. Επίσης στο: James T. Bend, The Cyclades, or Life among the Insular Greeks (London 1885: Longmans, Green), μτφ. Εμμ. Α. Λάμπρου, στο: περ. ’’Αμοργιανά’’ έτος έκτο, τ.7 Αθήνα (2000), 285. Οι ιδιοκτησίες της Ι. Μ. Χοζοβιώτισσας με διάφορες διοικητικές αλλαγές κράτησε μέχρι την απαλλοτρίωση των μοναστηριακών περιουσιών, από την κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα και στα χρόνια μας (1986) επί Ανδρέα Παπανδρέου που εδόθησαν στους ενοικιαστές, αφήνοντας στην μονή, όσα χρειαζόταν για τις ανάγκες των μοναχών. Αυτό ήταν και το τέλος της ‘’δέσμευσης’’ των νησιών με την Αμοργό. Τα συμβούλια περιοχής κλήθηκαν να αποφασίσουν εάν ήθελαν να συμπεριληφθούν στα συμβούλια της Αμοργού ή της Νάξου. Στις 21/2/1985 (Φ.Ε.Κ. 21 τ.Α’) επιλέχθηκε η Νάξος, χωρίς να σημαίνει κάτι ιδιαίτερο, αφού οι ρίζες, οι συγγενικοί δεσμοί, η επικοινωνία μαζί της, είναι καθημερινή. Άγγελος Σινάνης, «Νήσος Ηρακλειά», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2004), 54.

(7) Περισσότερα για τους πληθυσμούς των νησιών δείτε στην παραπομπή Νο 12, ‘’Νήσος Δονούσα’’ στον ίδιο τόμο, επίσης στο: Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001, αυτοέκδοση, Τήνος (2004) 8.

(8)  Αφήγηση: Γεώργιος Ι. Τζαννετής Εκπαιδευτικός. Πηγή: www.schinousa.gr_history.html

(9)  Την πληροφορία για τον Σαντορινιό μάστορα που έκτισε το καμπαναριό, όπως και την ιστορία για την εύρεση της εικόνας και το χτίσιμο της εκκλησίας μου αφηγήθηκε η Σχινουσιώτισα Ειρήνη Ρωσσέτου σε επιτόπια επίσκεψη στις 18/7/05.

(10)Σημερινός πρόεδρος του συλλόγου ο κ. Νερούτσος Ισίδωρος. Στοιχεία κειμένου: www.schinousa.gr/schinousa_club.html

(11)Φωτεινή Ζαφειροπούλου, ΑΔ (Αρχαιολογικό Δελτίο στο εξής) 22 (1967): Χρονικά, 466. (το έχω στο φάκελο Κουφονήσι) Βασιλική Γιανούλη, ΑΔ 46 (1991), Β’ 2 Χρονικά, 381, 382. Όλγα Φιλανιώτου, «Μικρές Κυκλάδες», στο  Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (2005) 289.

(12) Γιανούλη ο.π. (1991) 382, βλ. σημ. 9. Chr. Doumas, Vas. LambrInoudakis, Lina G. Mendoni, Eva Simantoni – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens (1999) 295.

(13) Όλγα Φιλανιώτου, «Μικρές Κυκλάδες», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα  (2005) 289.

(14)  Φιλανιώτου ο.π. 289, και AtlasoftheAegean ο.π. 295, όπου αναφέρονται ευρήματα και στη παράλια περιοχή του Αγίου Βασιλείου. 

 (15) Στοιχεία από το κείμενο προέρχονται από συνέντευξη του κ. Γιάννη Παλαιοκρασσά, τ. βουλευτή Κυκλάδων, στον Γ. Ταμπακόπουλο δημοσιογράφο της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή σε άρθρο που τιτλοφορείται: ‘’Εγκαταλειμμένες οι Κυκλάδες παρά τον πακτωλό από Ε.Ε.’’. Σάββατο 28 Φεβρουάριου 2004.

(16) ‘’…Επίσης, ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη εκστρατεία προληπτικής ιατρικής σε ακριτικά νησιά του Αιγαίου, υπό την αιγίδα των Υπουργείων Εθνικής Άμυνας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, στο πλαίσιο του προγράμματος «Ανοιχτή Αγκαλιά». Πιο συγκεκριμένα, κλιμάκιο ιατρών επισκέφθηκε στα μέσα Απριλίου για δωρεάν ιατρική εξέταση των κατοίκων, τα νησιά Ηρακλειά, Σχινούσα, Δονούσα, Κουφονήσια και Αμοργό. Η μεταφορά των ιατρών και του υγειονομικού προσωπικού, που ανήκει σε μεγάλα νοσοκομεία της Αττικής, πραγματοποιήθηκε με την πυραυλάκατο του ΠΝ «Μαριδάκης». Πηγή: Περιοδικό ‘’Νέες Ιδέες’’, «Ο κοινωνικός ρόλος των ΕΔ» Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 2005, το ίδιο, στο μενού ‘’άρθρα’’ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας στο www.mod.mil.gr

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Θέση: 36ο 52’,3 βόρειο, 25ο 31’,4 ανατολικό, Έκταση: 8, 1 τ.χ., Ακτογραμμή: 25 χλμ., Υψόμετρο: 0 –  134 κορυφή Βάρδιες, Πληθυσμός: 206 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Σχινούσα ή Χώρα, Νομός: Κυκλάδων, επαρχία: Νάξου, απόσταση από Πειραιά 103 ν.μ.  – 5ω 30’, (Νάξος), απόσταση από Νάξο 20 ν.μ – 1ω 30’, απόσταση από Ηρακλειά 1 ν.μ. – 10’.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22850, Ταχυδρομικός Κώδικας: Σχοινούσα Κυκλάδων / 84 3 00 Νάξος.

ΔΙΑΜΟΝΗ:www.schinousa.gr/schinousa_rooms.html Μόλις φτάσετε ρωτήστε που είναι το δωμάτιο και φροντίστε να πηγαίνετε μπροστά εσείς. Αν μείνετε πίσω θα σας ‘’φάει’’ η σκόνη από το πουλμανάκι που θα προηγείται. Γύρω στα 300 ενοικιαζόμενα δωμάτια δίκλινα, τρίκλινα και τετράκλινα μπορούν να φιλοξενήσουν γύρω στους χίλιους επισκέπτες. Χώρα: Ριρίκα Πράσινου 71938, Σταυρούλα Κωβαίου 74025, Στέφανος Κωβαίος 71983, Άγγελος Κωβαίος 71178, Ευδοκία Νομικού 71948, Νίκος Οικονομίδης 71987, Ευάγγελος Πράσινος 74005, Ηλίας Πράσινος 71947, Παρασκευή Πρωτονοτάριου 74224, Στράτος Σπυρίδης 71180, Μεσαριά: Γεώργιος Σκαρλάτος 71928, Λιβάδι: Γιώργος Βγόντζας 71160, Θεόδωρος Κουσουλάκος 71910, Νικόλαος Κωβαίος 71166,  Ιωσήφ Λεβαντής 2109765370, Ιωάννης Νομικός 71935, Μερσίνι: Κώστας Χρύσος 71159,  Λιόλιου: Γιάννης Σκαρλάτος 71975, Μπροβάλωμα: Γιάννης Νομικός 71936, Τσιγκούρι: Γιώργος Γρίσπος 71930.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στον ‘’Γερολιμνιώνα’’, το ‘’Φύκιο’’ και ‘’τ’ αυλάκι του Παπά’’, να έχετε προμήθειες ή φιλότιμο βαρκάρη να σας τις φέρνει. Οι κεντρικές παραλίες έχουν όλες τη γνωστή σήμανση ‘’προσοχή δεν επιτρέπεται’’ κ.τλ., που εντός σαιζόν τηρείται.

ΦΑΓΗΤΟ: Τα φρέσκα ψάρια, πιασμένα μόλις λίγες ώρες πριν και μαγειρεμένα με την τέχνη που μόνο οι ντόπιοι διαθέτουν είναι πάντα η καλύτερη επιλογή, δοκιμάστε ξινομυζήθρα. Στο λιμάνι η Ψαροταβέρνα ‘’Νικόλας’’ 71154, ‘’Μερσίνι’’ 71159, στη Χώρα ‘’Το Κέντρο’’ 71925, ‘’Λόζα’’ 71973, ‘’Μαργαρίτα’’ 74278, ‘’Όστρια’’ 71174, ‘’το Στέκι της Μαρούσας’’ 71156.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα 71150, Fax: 74190, Κ.Ε.Π. 74250, Αστυνομία: δεν έχει, Α’ Βοήθειες: 71385, και ελικοδρόμιο, Φαρμακείο στο ιατρείο. Ενοικιάσεις – Βουλκανιζατέρ: Νίκος Πράσινος στην Ηρακλειά 71991, 71569 e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. για κάτι πιο σοβαρό Πολυκρέτης Γιώργος, Χώρα Νάξου, 24872. Να έχετε μαζί σας δύο Fast.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.schinousa.grΣτους θαλάσσιους αγώνες για το 2006 περιλαμβάνεται και ένας οκταήμερος με την ονομασία ‘’Κυκλάδες’’ που ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου και τερματίζει στις 9 Σεπτεμβρίου με τις διαδρομές Βουλιαγμένη – Μύκονος, Μύκονος – Σχινούσα, Σχινούσα – Κύθνος, Κύθνος – Βουλιαγμένη. Οι δυσπρόσιτες παραλίες και ο γύρος του νησιού είναι εύκολο να γίνουν με τον Δημήτρη Κωβαίο και τον ‘’Άνεμο’’ 6977310427. Τράπεζες με Α.Τ.Μ. στη Νάξο. Επισκεφθείτε τον φούρνο της Χώρας φτιάχνει εκπληκτικά γλυκά ταψιού.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ:  Από Νάξο για Δονούσα με τον θρυλικό ‘’Σκοπελίτη’’ κάθε Δευτ – Τετ – Πέμ – Σαβ ώρα 15:00 τον χειμώνα. Από 16 Ιουλίου καθημερινά. Γενικά για δρομολόγια πλοία και τυχόν αλλαγές δείτε www.schinousa.gr/schinousa_transport.html  Από Πειραιά για Δονούσα 4 φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, 2 τον χειμώνα με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 06 – για Νάξο) 23,20 EUR το άτομο, 14,50 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 21,80 EUR πάνω από 250 cc. Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (ανταπόκριση για Πάρο ή Νάξο) 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω – 250 ν.μ. Το συντομότερο ταξίδι είναι Πειραιάς - Νάξος (μέσω Πάρου) με τα highspeed I, II, III, IIII, διάρκεια ταξιδιού 4ω. Από εκεί αναλαμβάνει ο Σκοπελίτης με 6,50 EUR το άτομο & 5 EUR η μοτοσυκλέτα ανεξαρτήτως κυβισμού. Πρακτορείο εισιτηρίων για τον Σκοπελίτη στη Νάξο: ΖΑΣ travel 2285023330. Πρακτορείο εισιτηρίων και πληροφορίες για τα δρομολόγια και τις ανταποκρίσεις στη Σχινούσα Γιώργος Γρίσπος 29329, Γιάννης Βγόντζας 71160.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δεν έχει. Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος είναι μέχρι την Χώρα, το υπόλοιπο δίκτυο είναι χωμάτινο και καλό. Αν γεμίσετε στον Πειραιά ή την Νάξο δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα. Γεμίστε όμως, γιατί μετά μπορεί να πάτε και στα υπόλοιπα νησιά, Ηρακλειά, Κουφονήσι, Δονούσα. 

ΧΑΡΤΕΣ: Αποκλειστικά για το νησί σε κλίμακα 1:10.000 θα βρείτε στο λαογραφικό μουσείο και στα καταστήματα της Χώρας. Όλος ο Νομός Κυκλάδων σε κλίμακα 1:350.000, σε έναν μοναδικό πλαστικοποιημένο χάρτη που χωράει στο tang Bag Εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ χάρτης Νο 29 ‘’Κυκλάδες’’, Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3235241, Βενιζέλου 3, Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Δεν εντοπίστηκε κάποιο αποκλειστικά για τη Σχινούσα.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826. 

Περισσότερες πληροφορίες για την ΣΧΙΝΟΥΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Β α σ ι λ ι κ ή  Γ ι α ν ο ύ λ η, Αρχαιολογικό Δελτίο 46 (1991), Β’ 2 Χρονικά, 381, 382.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Νησιολόγιο των Κατοικούμενων Ελληνικών Νησιών 1940 – 1991,  Αυτοέκδοση, Αγκίστρι του Σαρωνικού 1995.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Η πολυσήμαντη Σπουδαιότης των Νησαίων Εδαφών, Αυτοέκδοση, Τήνος 1999.
  • Chr. D o u m a s, Vas. L a m b r I n o u d a k i s, Lina G. M e n d o n i, Eva S i m a n t o n i – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens 1999.
  • J o s e p h   P i t t o n   d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001, Αυτοέκδοση, Τήνος 2004.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Ό λ γ α   Φ ι λ α ν ι ώ τ ο υ, «Μικρές Κυκλάδες», στο  Α ν δ ρ. Β λ α χ ό π ο υ λ ο ς (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα  2005.

 ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (15186 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΑΜΟΡΓΟΣ Α’ αρχ(1). Αμοργός, Παγκάλη, Ψυχία, Καρκήσιος ή Καρκησός

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2006

Αμοργός, το νησί της Χοζοβιώτισσας

Ανάμεσα ουρανού και θάλασσας στο μέσον του Αιγαίου πελάγους στέκει η Αμοργός, ανατολικότερα απ’ όλες τις Κυκλάδες, πρώτη γέφυρα για τις νοτιοανατολικές Σποράδες, τα ‘’Δωδεκάνησα’’. Απόκρημνα βουνά, δύσκολο ανάγλυφο, δυσθεώρητοι γκρεμοί, αλλά και δαντελωτά ακρογιάλια, παραδοσιακοί οικισμοί, τη διατρέχουν και ορίζουν τη γη της. Μακρόστενη στο σχήμα, αγκαλιάζει, προστατεύει θαρρείς, το πολύνησο των μικρών Κυκλάδων, ενώ η γεωγραφική της θέση καταλύτης της εξελικτικής της πορείας στην αρχαιότητα. Η παρουσία της, δημιούργησε, εξευγένισε και ανέδειξε με έμφαση, τον Κυκλαδικό πολιτισμό που σαν τηλαυγής φάρος, καταυγάζει με τη λαμπρότητά του ολόκληρο τον αιγιακό χώρο. 

Στο μεγαλύτερο νησί των ‘’μικρών’’ Κυκλάδων τα πλοία έρχονται συνήθως από τη Νάξο, έτσι και εμείς, φτάσαμε μέσω Σχινούσας παραπλέοντας τις απότομες βορειοανατολικές ακτές της Κέρου(2), μεγάλου κέντρου του  πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού κατά την 3η χιλιετία π. Χ.. Το ταξίδι δεν μας φάνηκε καθόλου, ίσα – ίσα ήταν πολύ σύντομο αντίθετα από ό,τι μας έλεγαν για εννιά, δέκα ή και παραπάνω ώρες. Τα δρομολόγια με τα καινούργια πλοία, που δυστυχώς λόγω των καιρικών συνθηκών του Αιγαίου δρομολογούνται το καλοκαιρινό εξάμηνο, έχουν συντομεύσει πολύ (3ω 30’ – 4ω) τη διάρκεια του ταξιδιού για τη Νάξο, και κατ’ επέκταση για την Αμοργό. 

Το νησί ξεπροβάλλει από το πέλαγος των επωνύμων χωρίς τυμπανοκρουσίες και θόρυβο, ενώ το «Express Skopelitis» δένει για λίγα λεπτά στον ευρύστερνο, μεγάλο και ασφαλή απ’ τους ανέμους φυσικό κόλπο - λιμάνι στα Κατάπολα, το τελευταίο και πιο απομακρυσμένο της ‘’άγονης Γραμμής’’, των Κυκλάδων!. Εκ πρώτης όψεως θάλεγε κανείς ευτυχώς, γιατί έτσι σώθηκε από την τουριστική ‘’αξιοποίηση’’ που διέλυσε την αφρόκρεμα των Κυκλάδων. Όμως, είναι πιο κοντά στην αλήθεια, ότι τα Κατάπολα εξελίχθηκαν τα τελευταία είκοσι χρόνια σε ένα πολυσύχναστο λιμάνι, με αρκετές αφίξεις και αντίστοιχες αναχωρήσεις, εμπορικό – διαμετακομιστικό κέντρο για επιβάτες και εμπορεύματα που εξυπηρετεί το νησί, με δεκάδες ανταποκρίσεις, σε λιμάνια των Κυκλάδων και των νοτιανατολικών Σποράδων - ‘’Δωδεκάνησα’’. 

Αυτό είχε αντίκτυπο στη δόμηση, την έκταση, και το ύψος των οικοδομών, με όλα τα αρνητικά που συνεπάγεται μια τέτοιου είδους ανάπτυξη. Φυσικά υπάρχουν ακόμα κάποιες νησίδες ηρεμίας, ξεκούρασης, για πολύ ενδιαφέροντες περιπάτους, ειδικά το βράδυ με την λαμπερή πανσέληνο, που κρύβονται εν’ μέρει τα καινούργια πολυώροφα κτήρια. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει σ’ αυτές τις ‘’κρίσεις’’ να ξεχνάμε τις ανάγκες του τοπικού μόνιμου πληθυσμού, που με δικές του πρωτοβουλίες αναπτύσσονται τα μέρη που επισκεπτόμαστε, και ίσως, σύμφωνα με τις απαιτήσεις μας. Ούτε οι κάτοικοι μπορούν να παραμένουν ‘’εκτός’’ οικονομικής δραστηριότητας, ούτε οι οικισμοί εσαεί να είναι, ‘’γραφικοί’’, για να πούμε εμείς πόσο όμορφα είναι, και με το επόμενο καράβι να φύγουμε!. Οι τόποι αναπτύσσονται, δυστυχώς χωρίς κάποιο πολεοδομικό σχεδιασμό ή έστω αρχιτεκτονικό έλεγχο, και εμείς σαν επισκέπτες τους δεχόμαστε, άσχετα αν κάποια πράγματα ή τοπία ενοχλούν. 

Νησί με έντονο κυκλαδικό χρώμα και πλούσια κληρονομιά, η Αμοργός, παρουσιάζει τις τελευταίες δεκαετίες σημαντική τουριστική ανάπτυξη που κατά ένα μέρος, οφείλεται στην γεμάτη αντιθέσεις ομορφιά των τοπίων της. Ένα άλλο ποσοστό, ίσως πολυπληθέστερο, καταφθάνει για να αντικρίσει τα αρχαιολογικού και θρησκευτικού ενδιαφέροντος μνημεία που σε καιρούς ‘’δύσκολους’’ προσπαθούν με την παρουσία τους, και κυρίως με τους ανθρώπους που τα επιβλέπουν, να δώσουν μια έντονη ομολογουμένως, μαρτυρία του χρόνου και του πολιτισμού που πέρασε από το νησί στο βάθος χιλιετιών. Όσο προετοιμασμένος και να είναι ο επισκέπτης, είναι βέβαιο ότι θα μείνει έκθαμβος από την ποιότητα και την εικόνα που παρουσιάζουν οι αρχαίες πόλεις, τα μνημεία, και τα ευρήματα  που θα δει, όσο και κατάπληκτος από το σθένος των ανθρώπων που εργάστηκαν και έφεραν στο φως αυτούς τους λαμπρούς θησαυρούς, που αστείρευτοι προσελκύουν κάθε χρόνο, ακόμα μεγαλύτερο αριθμό περιηγητών.  

Πρωταγωνιστής σε αυτό το μεγάλο, θαυμαστό ανασκαφικό έργο την τελευταία εικοσαετία (1981 – 2001), είναι η «μεγάλη κυρία» της Αμοργού Λίλα Μαραγκού, καθηγήτρια αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων από το 1975. Αμοργιανή η ίδια, έχει κάνει έργο ζωής μαζί με τους συνεργάτες της και τους φοιτητές της, τη διερεύνηση και την προβολή της αρχαίας κληρονομιάς του νησιού στην επιστημονική κοινότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, στους Αμοργιανούς και στους επισκέπτες της Αμοργού.

Μια πολύ συνοπτική(3) παρουσίαση γεγονότων αναφέρει ότι η πρωιμότερη κατοίκηση, σύμφωνα με τα ευρήματα, φτάνει στην 5η π.Χ. χιλιετία, την λεγόμενη Ύστερη Νεολιθική περίοδο, ενώ καλύτερα γνωστή, πληρέστερα τεκμηριωμένη, είναι η ιστορία του νησιού και οι σχέσεις της με τη Νάξο, την Πάρο, αλλά και με άλλες, απομακρυσμένες περιοχές, κατά την περίοδο του Κυκλαδικού πολιτισμού, 3η π.Χ. χιλιετία, στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, γνωστού στην επιστημονική ορολογία και ως Πρωτοκυκλαδικού(4). Στην αρχαιότητα, αναφέρεται επίσης ως τρίπολις, από τις τρεις αυτόνομες(5) πόλεις που υπήρχαν: Αρκεσίνην, Μινώα, Αιγιάλην, και Λιμένα (=Αμοργός, αύτη τρίπολις και λιμήν (6)). Παλιά και νέα αρχαιολογικά ευρήματα πιστοποιούν, ότι βαθμιαία και σταθερά εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα κυκλαδικού πολιτισμού. Ουσιώδεις παράγοντες ανάπτυξης ήταν η γεωγραφική θέση, το ευρύχωρο λιμάνι των Καταπόλων, αλλά και οι πολυάριθμοι ευλίμενοι όρμοι, στο νότιο τμήμα της νήσου. Μέχρι πριν από είκοσι χρόνια ελάχιστα γνωρίζαμε για τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους (11ος – 8ος π.Χ. αι.) και την Αρχαϊκή περίοδο (7ος – 6ος π.Χ. αι.). Από τη σύσταση της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας το 477 π. Χ. η τύχη όλων των Κυκλαδικών πόλεων είναι συνυφασμένη με την ιστορία της Αθήνας. Από επιγραφές της Αττικής με τα ονόματα των φόρου υποτελών συμμάχων,  μαθαίνουμε πως η Αμοργός συμμετέχει στην Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία (434 π.Χ.), και οι κάτοικοι των τριών πόλεων αναφέρονται με το κοινό εθνικό όνομα Αμόργιοι. 

Επιγραφικά τεκμηριωμένη είναι η συμμετοχή τους στη Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία το 357 π.Χ. Πολύτιμη πηγή πληροφοριών αποτέλεσαν οι επιγραφές που βρέθηκαν και που μαρτυρούν ότι στο νησί εγκαταστάθηκαν (3ο – 2ο π.Χ. αι.), αφήνοντας τα ίχνη τους ξένοι: Σάμιοι στη Μινώα, Νάξιοι στην Αρκεσίνη, και Μιλήσιοι στην Αιγιάλη. Από το 133 π.Χ., η τρίπολις νήσος Αμοργός υπάγεται στην κυριαρχία της νεοσύστατης ρωμαϊκής Επαρχίας της Ασίας και κατά τον ιστορικό Τάκιτο, τον 1ο μ.Χ. αι., (μέχρι τον 4ο λέει η Μαραγκού – Μινώα σελ 295)  ήταν τόπος εξορίας Ρωμαίων πολιτών. Τότε γνώρισε σημαντική ακμή, και στις μέρες μας η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως δεκάδες ευρήματα, επιγραφές, οικοδομές, ψηφιδωτά κ.ά. που τεκμηριώνουν αυτή την άνθηση.  Όλοι κάτι πήραν, όλοι κάτι άφησαν, κάπως τη σφράγισαν. Επί Διοκλητιανού (284 – 305 μ.Χ.), το νησί εντάσσεται στην επαρχία των νήσων, πρωτεύουσα της οποίας υπήρξε η Ρόδος. Τον 4ο αι. μ. Χ. ολοκληρώθηκε η σταδιακή μετακίνηση του πληθυσμού, που είχε ήδη αρχίσει στα ελληνιστικά χρόνια και εντάθηκε στην πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο, προς τα παράλια και την ενδοχώρα κοντά στους εύφορους αγρούς· τότε σύμφωνα με πολλές ενδείξεις φαίνεται πως και οι τρεις αρχαίες πόλεις εγκαταλείπονται οριστικά(7), ενώ ο κόσμος του Αιγαίου συνεχίζει να ακμάζει ως το τέλος του 7ου αιώνα. Αυτό αποδεικνύεται από το πλήθος των επισκοπών που υπάρχουν ακόμα και σε μικρά νησιά όπως ήταν η Αμοργός. 

Οι σκέψεις και η επανάληψη της μελέτης για όσα θαυμαστά έγιναν στο παρελθόν, σταματούν με την απαίτηση της συντροφιάς για βόλτες και γνωριμία με το νησί. Ξεκινώντας μπροστά από τη μεγάλη Καταπολιανή βρύση, προς τη Χώρα μια στάση στο ονομαστό πρατήριο άρτου στα Κατάπολα του Κώστα Μ. Μαύρου, (ο πατέρας του, Μιχάλης Δ. Μαύρος έχει τον παραδοσιακό φούρνο στο Ξυλοκερατίδι), μας φέρνει αντιμέτωπους με πληθώρα προϊόντων και προμήθειες που δύσκολα προσπερνάς αδιάφορα. Ξεκινήσαμε από ‘’κάτι για το δρόμο’’, και καταλήξαμε με τα πάντα, για πρωινό!. Καθώς ο δρόμος βγαίνει από το λιμάνι, περνά δίπλα από τον οικισμό στο Ραχίδι και αρχίζει να ανηφορίζει, περνώντας δίπλα από ένα όμορφο και μεγάλο μαρμάρινο προσκυνητάρι με τις εικόνες της Θεοτόκου και του Αγ. Γεωργίου στη θέση ‘’Τσεσεμές’’. Μέχρι εδώ φτάνει η πομπή των προσκυνητών που συνοδεύει τις εικόνες από τα Κατάπολα στη Χώρα, τις ημέρες εορτασμού του Πάσχα. Μετά, τις αποθέτουν για λίγο στο προσκυνητάρι, και γίνεται η ‘’Αποκινίδα’’ δηλαδή ο αποχαιρετισμός των εικόνων, που με τους ιερείς εμπρός συνεχίζουν τη διαδρομή έως τη Χώρα. 

Αμέσως παρακάτω είναι το ποτάμι της Αγ. Κατερίνας ενώ όσο ανεβαίνουμε πιο ψηλά τόσο η θέα μεγαλώνει μέχρι του σημείου που φαίνεται σε όλο του το μεγαλείο, ο βαθύς κόλπος των Καταπόλων, ο λόφος της Μουντουλιάς, όπου βρίσκεται η αρχαία Μινώα. Από τους πρόποδες του λόφου ο οικισμός των Καταπόλων κατηφορίζει έως το λιμάνι, δεξιά το παλιό ψαροχώρι Ξυλοκερατίδι, και ανάμεσα οι μικροί λόφοι που διαχωρίζουν την καλλιεργημένη κοιλάδα σε τρεις περιοχές, ‘’Γιαλινά’’δεξιά, με τον μικρό οικισμό Πέρα Ραχίδι, ‘’Μάρμαρο’’στο μέσον, και ‘’Σακκάς’’ αριστερά με τον οικισμό Ραχίδι. «Η κοιλάς αύτη παρέχει τω εισπλέοντι εις τον λιμένα της Αμοργού ικανώς τερπνήν θέαν δια της χλοερότητος αυτής, των διεσπαρμένων αγροκατοικιών και των κυματοειδών γραμμών των περί αυτήν βουνών» γράφει ο Αντώνιος Μηλιαράκης στο βιβλίο του: «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων Νήσων. Αμοργός», (σελ 26). 

Πραγματικά, παρότι ήρθε στην Αμοργό τον Ιούνιο του 1883, πριν από εκατόν είκοσι τρία χρόνια και αντί για τους οικισμούς που εμείς αντικρίζουμε, είδε κοιλάδες κατάφυτες με αμπέλια, ελιές, και χωράφια σπαρμένα κριθάρι και βαμβάκι, η θέα προς το λιμάνι παραμένει και σήμερα απίστευτα όμορφη, ενώ ο προσεκτικός επισκέπτης θα διακρίνει αρκετά αγροτόσπιτα. Στην καταπράσινη κοιλάδα έχει επικρατήσει πλέον η καλλιέργεια της ελιάς, και τα λιόδεντρα, που εδώ δεν καρπίζουν κάθε χρόνο, καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα της. 

Η βυζαντινή Αμοργός ή Χώρα (320 μέτρα υψόμετρο - μ. υψ. στο εξής), σχεδόν στο κέντρο του νησιού, είχε ρόλο στις μετακινήσεις του πληθυσμού από και προς την Απάνω και Κάτω Μεριά αφού από εδώ περνά ο κεντρικός άξονας των λιθόστρωτων μονοπατιών. Σήμερα, με τους ασφαλτοστρωμένους δρόμους παραμένει σταυροδρόμι που εμφανίζεται ξαφνικά, μετά από μια απότομη αριστερή ανηφορική επικίνδυνη στροφή, πεντέμισι χιλιόμετρα, (χλμ. στο εξής) από το λιμάνι. Μια καλή άποψη για την τοποθεσία έχετε από το παρακείμενο ελικοδρόμιο που ψηλότερα καθώς είναι προσφέρει καλύτερη θέα του οικισμού. Μια θέα που μένει βαθιά στη μνήμη του περιηγητή. Εμπρός σας λίγες ξερολιθιές, που χωρίζουν μικρές ιδιοκτησίες, χωράφια κάποτε καλλιεργημένα, με σκαρφαλωμένες πάνω τους καταπράσινες και φορτωμένες με καρπό φραγκοσυκιές. 

Αριστερά, ξεπροβάλει, σπαθίζοντας τον ουρανό, ο φυσικός βράχος του Κάστρου ενώ δεξιά προς το νοτιά το πανέμορφο κάδρο με το πετρώδες ‘’φρύδι’’ του λόφου και τους δέκα ανεμόμυλους στη σειρά· ανάμεσα από αυτά τα όρια, απλώνεται κατάλευκη η Χώρα της Αμοργού, κάτω από την περίβλεπτη κορυφή του βουνού Προφήτη Ηλία (698 μ. υψ.). Εκτός από τον περιφερειακό δρόμο που την κυκλώνει δεν υπάρχει δίκτυο που να εισχωρεί μέσα στον ιστό της πόλης. Αφήστε το όχημα στο χώρο στάθμευσης, δείτε τον ανεμόμυλο και ακολουθήστε τον ανηφορικό δρόμο προς τη ‘’Κάτω Γειτονιά’’ και την πλατεία, όπου κάνει στάση το λεωφορείο. Στο υπερυψωμένο τμήμα της, βρίσκονται οι προτομές των αδελφών Πετσετάκι (Γεώργιος ο πατέρας, Αριστόβουλος ο γιος), της γνωστής σωληνο-βιομηχανίας Πετζετάκι, ευεργέτες της γενέτειρας τους με πολλούς τρόπους. Λίγα μέτρα πιο κάτω είναι το παραδοσιακό καφενείο του Δημήτρη Γιαννακού (Πάρβα), για στάση και καφέ ενώ πρόσφατα (Αύγουστος ’05), μεταφέρθηκε εδώ το Δημαρχείο. 

Σχεδόν απέναντι, είναι ο δισυπόστατος ναός των Αγίων Πάντων (1644) της Βαϊοφόρου και του Οσίου Χριστοδούλου  με το δίλοβο καμπαναριό. Στην δεξιά είσοδο (ναός Αγίων Πάντων), βρίσκεται εντοιχισμένη σκαλιστή επιγραφή ανακαίνισης, μια από τις πολλές που διαθέτουν οι περίπου σαράντα! εκκλησίες της Χώρας (180 σε όλο το νησί), και που αποτελούν έμμεση μαρτυρία(8), για την οικονομική ακμή και την εκκλησιαστική αναγέννηση που έγινε αισθητή στην Αμοργό, ιδιαίτερα στο Κάστρο, τη Χώρα, και τη Μονή Χοζοβιώτισσας κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας (1537 – 1821), παρά τον αντίκτυπο των δύο Ενετοτουρκικών πολέμων. 

Κανείς δεν φεύγει από τη Χώρα της Αμοργού, αν πρώτα δεν ανέβει στον απόκρημνο βράχο όπου βρίσκεται το Κάστρο, σύμβολο της Χώρας, άλλωστε όλες οι στράτες οδηγούν σ’ αυτό. Από εδώ ξεκινά ο κεντρικός δρόμος, που κάποτε οριοθετούσε τον πυρήνα της βενετσιάνικης κωμόπολης, η σημερινή πλακόστρωτη μέση (οδός), που διατρέχει την κωμόπολη και ονομάζεται πλατύστενο και καλντιρίμι· από εδώ ξεκινούν και καταλήγουν στον οχυρωμένο βράχο, στο Κάστρο, όλα τα σκεπαστά δρομάκια του οικισμού, τα αψιδωτά στεγάδια, οι εμπροστιάδες των ντόπιων, πολλές από τις οποίες διατηρούν ακόμα την παλιά τους στέγη από πλάκες, πετροδόκαρα και ξύλινα δοκάρια(9). Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, μικρά ισόγεια, καταστήματα περιποιημένα με γουστόζικη διακόσμηση με ορισμένα τοπικά προϊόντα – δώρα, αποτελούν προκλήσεις για τους επισκέπτες. Τριγύρω λουλουδιασμένα μπαλκόνια, ασπρισμένοι τοίχοι, σπίτια, εκκλησιές και σκαλοπάτια δίνουν έναν ξεχωριστό τόνο καθαριότητας και ύφους, τόσο, που δεν ξέρεις που να πρωτοδείς· αν λείπανε και αυτές οι βλάσφημες κολώνες της ΔΕΗ και τα έρημα καλώδια του ΟΤΕ που φροντίζουν να αλλοιώνουν την εικόνα θα ήταν ακόμα καλύτερα. Δεν μπορούσε άραγε να γίνει υπογείωση όπως αλλού;. Το Κάστρο συνήθως είναι κλειδωμένο γιατί τα παιδιά μην έχοντας συναίσθηση του κινδύνου, ανέβαιναν και έπαιζαν στις επάλξεις. Τα κλειδιά, θα τα βρείτε στην κεντρική πλατεία της Χώρας, στη Λόζα, στο ομώνυμο Café του Μιχάλη Πολίτη απέναντι από την παλιά κοινότητα, μέχρι πρόσφατα, (Ιούλιος ’05) Δημαρχείο, νυν βιβλιοθήκη – Αρχείο του Δήμου(10), Αμοργού. Ανεβαίνοντας προς το μνημείο θα περάσετε από την εκκλησία της Αγίας Θεοδοσίας (1767), που είναι χτισμένη στη βάση σχεδόν του, 65 μέτρων λένε, απότομου, τιτάνιου βράχου. Η πρόσβαση είναι εύκολη· προσοχή χρειάζεται όταν φυσάει και ανεβαίνετε τα τριάντα δύο σχεδόν κάθετα, στενά σκαλοπάτια που φτάνουν μέχρι την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που σήμερα παίζει ρόλο και ‘’πύλης’’, όπου βρίσκεται η πόρτα που χρειάζεται το κλειδί. 

Ήταν 1207 όταν ο Μάρκος Σανούδος, ιδρυτής του Δουκάτου της Νάξου, παραχώρησε στους αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκίζη την Τήνο και τη Μύκονο. Μέσα στις προσαρτήσεις που έκαναν περιλαμβάνονταν η Σκύρος, η Σκόπελος η Σέριφος, και την ίδια χρονιά η Αμοργός, λόγω της προνομιακής γεωγραφικής της θέσης και του ασφαλούς λιμένος. Στα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας των αδελφών Γκίζη χρονολογείται η ενίσχυση με πολεμίστρες του οχυρωματικού τοίχου που περιβάλλει την κορυφή του φυσικού βράχου, του Κάστρου(11). Η κυριαρχία των Γκίζη στα νησιά του Αιγαίου διατηρήθηκε ως το 1390 που πέθανε το τελευταίο μέλος της οικογένειας, ο Γεώργιος ο Γ’. 

Η θέα απο το χαμηλό περιτείχισμα και τις πολεμίστρες είναι αριστούργημα, αγκαλιάζει όλη τη Χώρα με τα μικρά ορθογώνια σπίτια, τις δεκάδες εκκλησίες, φτάνοντας μέχρι κάτω, στη θάλασσα. Στο κέντρο του οικισμού διακρίνονται οι δισυπόστατες: με τους δύο μεγάλους λευκούς τρούλους η Μητρόπολη της Παναγίας της Κοιμήσεως και του Αγ. Ιωάννου Θεολόγου, και δίπλα η Ανάληψη του Κυρίου και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ψηλότερα, στην κορυφογραμμή του λόφου οι ανεμόμυλοι που άλεθαν για τη Χώρα, προσδίδουν στο τοπίο μια ξεχωριστή αύρα που μαγνητίζει το βλέμμα. Το εντυπωσιακό συγκρότημα αποτελούσαν παλιότερα δεκατρείς ανεμόμυλοι, από τους οποίους σήμερα υπάρχουν σε καλή ή κακή κατάσταση οι έντεκα(12), ενώ από τις επάλξεις του βραχόκαστρου φαίνονται οι δέκα. 

Οι ώρες που σουρουπώνει είναι μαγικές, όσο λιγοστεύει το φως ο τόπος αλλάζει, τα χρώματα το ίδιο, μέχρι το λευκό να γίνει πορτοκαλί κ’ έπειτα να ντυθεί στο βαθύ κόκκινο και να χαθεί. Το βράδυ, με τον ιδιαίτερο φωτισμό, αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο και το θέαμα συναρπάζει. Ακριβώς κάτω από το Κάστρο είναι το μετόχι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου, στο υπέρθυρο του οποίου υπάρχει άλλη μια επιγραφή ανακαίνισης. Η συνέχεια της γνωριμίας με τη Χώρα φέρνει τα βήματά σας στο ‘’τσαγγαράδικο’’, που εκτός από καφέ προσφέρει και φαγητό στο πλατειάκι, όμορφο σημείο για ξεκούραση. Αξίζει να δείτε το πραγματικό παλιό τσαγκαράδικο εξοπλισμένο με τα αυθεντικά εργαλεία της εποχής, το παραδοσιακό κουρείο, και να ‘’μεταφερθείτε’’ για λίγο στην προπολεμική εποχή. Όλα τα καταστήματα στην Χώρα, είναι μικρά, περιποιημένα, πλουτίζουν και ‘’χρωματίζουν’’ με την παρουσία τους τη κεντρική πλακόστρωτη οδό, σχεδόν οπουδήποτε, μπορείτε να σταματήσετε για ψώνια, φαγητό ή απλά για έναν καφέ.

Στο Πλατεάκι βρίσκεται ένα σπάνιο αρχιτεκτονικό σύνολο, η τρίδυμη εκκλησία του Σταυρού και των αγίων Θωμά – Θαλλελαίου, μάλιστα στην εκκλησία του Αγίου Θαλλελαίου υπάρχει η εικόνα της Θεοτόκου Οδηγήτριας, έργο του Κρητικού ιερέως Ιωάννη Σκορδίλη γόνου της μεγάλης οικογένειας των αγιογράφων Σκορδίληδων που εργάστηκαν σε διάφορα μέρη των Κυκλάδων(13). Η Χώρα, ευτυχώς, είναι αντάξια της φήμης της όχι μόνο επειδή κρατάει σφιχτά την κληρονομιά της χωρίς αλλοιώσεις και κακόγουστες παρεμβάσεις, αλλά γιατί αποτελεί υπόδειγμα προς μίμηση για το πώς πρέπει να διατηρούνται διαχρονικά οι οικισμοί σε όλα τα νησιά μας. Θεματοφύλακας, η Αρχαιολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, που με συνεχείς ελέγχους, έσωσε την κωμόπολη από την ανοικοδόμηση. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι ότι σήμερα οι επισκέπτες μπορούν να δουν την μακρόχρονη πορεία της Χώρας από τον βράχο – Κάστρο προς τους ελεύθερους σχηματισμούς στους Μύλους, όπου συνυπάρχουν στο ίδιο οικιστικό σύνολο, όλων των τύπων του αμοργιανού σπιτιού: από το αγροτικό κατάλυμα στα Βορεινά, μέχρι τις ημιαστικές κατοικίες και τα αρχοντικά του 18ου και 19ου αιώνα. Αυτές οι παρουσίες καθιέρωσαν τη Χώρα σαν ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα ‘’ιστορικών διατηρητέων’’ οικισμών στο νησιωτικό Αιγαίο(14)

Ο φούρνος βγάζει ακόμα ψωμιά και παξιμάδια (και άλλα πολλά), που με λίγο ντόπιο σκληρό τυρί, (μυζήθρα και ‘’τυρί’’) θα γίνει ένα πρώτης τάξεως ελαφρύ γεύμα για την πεζοπορία, γιατί αλήθεια, ένα μεγάλο τμήμα από τα μνημεία της Αμοργού, θέλει περπάτημα. Η πλακόστρωτη οδός περνά από αρκετά σκεπαστά δρομάκια του οικισμού καταλήγοντας στην τελευταία και πολύτοξη ‘’εμπροστιάδα’’, που υποβαστάζει το ιστορικό αρχοντικό Ρούσου (19ος αι.), στην έξοδο (ή είσοδο) της ’’Απάνω Γειτονιάς’’ στην ανατολική πλευρά της Χώρας. Εδώ ακριβώς έχει φτάσει άσφαλτος και ο δρόμος πλέον είναι φαρδύτερος. Λίγα βήματα αργότερα, στο τέλος ενός μικρού στενού, βρίσκεται η σπάνιας αρχιτεκτονικής (τ.4 εκκλησίες μετά την Άλωση σελ 191 σημ. 51) δισυπόστατη τρίκλιτη θολωτή βασιλική της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και του Αγίου Στεφάνου γνωστή περισσότερο σαν Φωτοδότη Χριστού, μετόχι της Ι. Μ. Χοζοβιώτισσας. 

Στο μικρό πλατειάκι μπροστά από τους ναούς είναι η προτομή του Παρθενίου Γ’ (1919 – 1996), Πατριάρχου Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής ο οποίος έθρεφε μεγάλη αγάπη για την Αμοργό και βοήθησε πολύ το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας. Έτσι λοιπόν, για να τον θυμούνται οι νεώτεροι στήθηκε αυτό το μνημείο. Η θέα προς το βραχόκαστρο και προς τη Χώρα από αυτό το πλάτωμα ή από την στέγη των μισογκρεμισμένων βοηθητικών κτηρίων στο πλάι της εκκλησίας είναι υπέροχη. Μακάρι να σας δοθεί ο χρόνος και η ευκαιρία να έρθετε το πρωί για τη θεία λειτουργία. Εκτός του ό,τι θα βρείτε ανοιχτούς τους ναούς, για να θαυμάσετε και εσείς το χρυσωμένο τέμπλο (1840) του Φωτοδότη, τις εικόνες (17ου αι.), και τα βημόθυρα του εκ Χίου(15) ιερέα, αγιογράφου και ξυλογλύπτη Σταμάτιου Θύτη (1610 – 1628), θα γνωρίσετε τον ηγούμενο της Μονής Χοζοβιώτισσας, αρχιμανδρίτη Σπυρίδωνα Δεναξά, που τελεί τη λειτουργία καθημερινά.

Αμέσως μετά, στον κεντρικό δρόμο βρίσκεται το περίφημο Σχολαρχείο Αμοργού, Γυμνάσιο στις μέρες μας, από τα πρώτα σχολεία που λειτούργησαν στην ελεύθερη Ελλάδα το 1829, σύμφωνα με την σκαλισμένη σε μάρμαρο ιδρυτική επιγραφή, πάνω από την είσοδο. Στο τέλος του δρόμου δεξιά σας, λίγο πριν τον κατηφορικό δρόμο για την παραλία της Αγίας Άννας είναι ο Καλογερικός, η πιο διάσημη πλατεία της Αμοργού, και ένα από τα ομορφότερα μπαλκόνια του Αιγαίου. Ονομάζεται έτσι γιατί εδώ βρισκόταν πρώτος στη σειρά των δεκατριών ανεμόμυλων της Χώρας, αυτός που ανήκε στην Χοζοβιώτισσα, στους καλόγερους δηλαδή. 

Εδώ πάνω περπάτησε και μέθυσε από την ομορφιά ο Νίκος Καζαντζάκης που ήρθε προπολεμικά στο νησί, έκανε παρέα με ψαράδες, περήφανος άγνωστος συγγραφέας, το ίδιο συνέβη και με τον ποιητή μας, Γιώργο Σεφέρη που αγάπησε την Αμοργό, και εκείνο τον Αύγουστο του 1961, ατενίζοντας τη θέα προς τη σκούρα θάλασσα έγραψε τη ρίμα: «Λεπίδι που με χτύπησες, ήσουν το νιο φεγγάρι, στη γέμισή του κόκκινο, στη χάση του κουφάρι». Και ο Χατζιδάκις είδε τον λαμπερό απ’ τ’ άστρα ουρανό, ο Αρκάς (από την Ασέα) Νίκος Γκάτσος πάλι, ενώ δεν ήρθε στο νησί έδωσε το όνομα ΑΜΟΡΓΟΣ στη μια και μόνη ποιητική του συλλογή, που μετά από πολλές δεκαετίες επεξεργασίας, την έχουμε στα χέρια μας. Ίσως, αν είχε έρθει, οι στίχοι να εκφράζανε περισσότερο Αιγαίο, παρά το όνομα. Έχουμε δείγματα ποιητών που γράφουν πάρα πολλά και που δεν προσθέτουν τίποτε, όχι μόνο στην ποίηση, αλλά ούτε καν στη δική τους ποιητική παρουσία. Ο Γκάτσος το απέφυγε αυτό. Έγραψε ένα μόνο έργο, όταν αυτό το λέει ο Μάνος Χατζιδάκις (που ήρθε στην Αμοργό), τότε ο λόγος, και η ποίηση εν προκειμένω έχει ειδικό βάρος. 

Λένε πως σαν έρθεις στο νησί και δεν δεις τη Χοζοβιώτισσα, δεν έχεις δει τίποτα, και πράγματι έτσι είναι. Η αθέατη Μονή που κρύβει στα σωθικά της τα ‘’μυστικά’’ μιας ορθόδοξης καταγωγής, είναι χτισμένη στη νότια κάθετη πλευρά του βουνού Προφήτης Ηλίας. Κατηφορίστε με τα πόδια από τον Καλογερικό απ’ όπου ξεκινά το μονοπάτι Νο1 με την ονομασία(16), ‘’Παλιά Στράτα’’, και σύντομα θα βρεθείτε λίγο πριν τη διασταύρωση (δστ. στο εξής) με τον ασφαλτόδρομο που πάει στην Αγία Άννα. Μπορείτε επίσης να οδηγήσετε μέχρι τον ευρύχωρο χώρο στάθμευσης, ακολουθώντας τις πινακίδες από την είσοδο της Χώρας προς: ‘’Μονή Χοζοβιώτισσας’’ – ‘’Αγία Άννα’’.

Γνώρισμα των νησιών του Αρχιπελάγους είναι τα έντονα χρώματα, μα σαν έρθετε όπως πρέπει πρωί, την ώρα που χαράζει, αυτά είναι περισσότερο από ποτέ έντονα. Οι πορφυρές ακτίνες του ήλιου πέφτουν με δύναμη στα απόκρημνα κάθετα βράχια που περιζώνουν την ασκητική αετοφωλιά της Ι. Μ. Παναγίας της Χοζοβιώτισσας κοκκινίζοντάς, κάνοντας τα να λάμπουν, θαρρείς έχουν πάρει φωτιά, εμπρός από τον βαθύ γκρεμό, του παλιού ‘’Δαιμονότοπου’’. Τέτοιος θεαματικός τόπος, ακόμα και για μοναστήρι, είναι σπάνιο. Δίπλα στον χώρο στάθμευσης, είναι ένα λιθόκτιστο κτήριο στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν πάγκοι για ξεκούραση, και ψύκτης για δροσερό νερό, που χρειάζεται για την 20λεπτη πεζοπορία. Προσέξτε την πινακίδα στην είσοδο που δίνει οδηγίες για το ντύσιμο, τηρούνται αυστηρά. Η αλίμενη ακτή φαίνεται ακόμα πιο άγρια καθώς ανεβαίνετε από το φαρδύ, στρωμένο με πέτρα, μονοπάτι με τα τριακόσια πενήντα σκαλιά, ενώ όσο πλησιάζετε, δέος και μεγαλείο κατακλύζουν την ψυχή στην όψη των λευκών γεωμετρικών όγκων της Μονής. Σε +/- 20΄λεπτά φτάνετε στην είσοδο του μοναστηριού που είναι αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου. Τριγύρω κατακόρυφος γρανίτης και βαθύς απύθμενος γκρεμός με το μπλε – πράσινο της θάλασσας να προσπαθεί με το χρώμα να ισορροπήσει, να ημερέψει το τοπίο. 

Ολόλευκο μέσα στα ερυθρωπά βράχια φαίνεται σαν να στηρίζεται απ’ τις θεόρατες αντηρίδες ή ‘’σκάρπες’’, όμως όχι, αυτές έτσι κι’ αλλιώς είναι νεώτερες, ενώ η Χοζοβιώτισσα, στέκει εκεί από τα χρόνια των ‘’Εικονομάχων’’ (8ος - 9ος αι.). Έτσι ορίζει η χρονολόγηση μιας τουλάχιστον οικοδομικής φάσης(17) και η τοπική, ζωντανή ως σήμερα, προφορική διήγηση, που συνδέει το όνομα με τον τόπο προέλευσης της εικόνας. Τα Χόζοβα ή Χόζοβο σήμερα γνωστά ως Χοζιβά ή Κοζιβά στους Αγίους Τόπους, στην περιοχή WadiQilt της Ιεριχούς, όπου σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες των βυζαντινών χρόνων, υπήρχαν από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους σημαντικά ορθόδοξα μοναστήρια(17α), ενώ στις μέρες μας, επιβιώνει ακόμα η Ι. Μ. Αγίου Γεωργίου Χοζιβά. Σύμφωνα με άλλη, παλιότερη παράδοση, που αναφέρει(18) ο Tournefort όταν ήρθε εδώ, τον Σεπτέμβριο του 1700: «Οι [εκατό(18α) σύμφωνα με την αναφορά του], μοναχοί της Αμοργού διαδίδουν ότι το μοναστήρι ιδρύθηκε όταν ανακαλύφθηκε μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη σε ξύλο, που φυλάσσουν στην εκκλησία τους ως σπουδαίο κειμήλιο. Διατείνονται ότι η εικόνα αυτή, αφού βεβηλώθηκε στην Κύπρο και έσπασε σε δύο κομμάτια, μεταφέρθηκε ως εκ θαύματος από τη θάλασσα μέχρι τη βάση του βράχου της Αμοργού. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, τα κομμάτια ενώθηκαν από μόνα τους. Φαίνεται πως η εικόνα είχε επιτελέσει στο παρελθόν και εξακολουθεί να επιτελεί ακόμη πολλά θαύματα.». Ιδιαίτερη σημασία για την ανασύσταση του ιστορικού της Μονής και τον προβληματισμό που προκαλεί η χρονολόγησή(19) της, έχει η πληροφορία που διέσωσαν και οι τέσσερις παραλλαγές της παράδοσης, ότι «η Μονή ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου τον Αλέξιο Α’ τον Κομνηνό στα 1088». 

Έχοντας προηγουμένως γνωρίσει από κοντά τον σεβάσμιο Ηγούμενο Σπυρίδωνα, μας περιμένει στην είσοδο του ανδρικού μοναστηριού ο πατέρας (π. στο εξής) Δημήτριος, συνοδεία του οποίου πραγματοποιήσαμε τη γνωριμία με τον περίπλοκο χώρο. Η χαμηλή και στενή θύρα της νεώτερης εισόδου οδηγεί στα άδυτα του οκταώροφου συγκροτήματος που έχει μήκος σαράντα μέτρα, και πλάτος που δεν ξεπερνά τα πέντε!, μέσα από δεκάδες στενά, πέτρινα σκαλοπάτια, και ξύλινες σκάλες, που δικαιώνουν την προσωνυμία ‘’Μονή των Σκαλών’’. Το δαιδαλώδες εσωτερικό χαρακτηρίζουν οι καμάρες και τα τόξα, άλλα παραδοσιακά βυζαντινού τύπου και άλλα οξυκόρυφα που μαρτυρούν την ανακαίνισή της στα χρόνια της Βενετοκρατίας(20). Στα άδυτα της Μονής εντυπωσιάζει η στενότητα και ταυτόχρονα η χρηστικότητα των θέσεων που είναι χτισμένο ή τοποθετημένο κάθε τι. 

Στους κάτω ορόφους είναι λίγα δωμάτια για τους νεαρούς ντόπιους βοηθούς των μοναχών, που κοιμούνται εδώ, ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο που υπάρχουν μεγαλύτερες ανάγκες. Οι κοιτώνες γειτνιάζουν με το μονόχωρο παρεκκλήσι του Αγίου Γερασίμου του εν Ιορδάνη, ενώ σε άλλον όροφο βρίσκεται ο παλιός λιθόχτιστος φούρνος που έπαψε να λειτουργεί από τότε που αφαιρέθηκε η περιουσία(21) της Μονής και σώθηκαν οι σοδιές στα κελάρια. Πιο πάνω είναι το μπαλκονάκι που με μια τροχαλία ανεβοκατεβάζουν τα χρειαζούμενα για τη διατροφή. Σε όλους του χώρους και τα εναπομείναντα κελλιά επικρατεί η απόλυτη τάξη και καθαριότητα, ενώ εντύπωση προκαλούν τα πολύ χοντρά δοκάρια, οι ξυλοδεσιές, τα παλιά δάπεδα, όλα από ένα εξαιρετικά σκληρό και ανθεκτικό ξύλο, την «φείδα», ένα είδος αγριοκυπάρισσου, η ανάλυση του οποίου ίσως αποσαφηνίσει την χρονολόγηση της οικοδόμησης της Μονής(22)

Στο μεγάλο ευρύχωρο μπαλκόνι, βρίσκεται το μαγειρείο,όπου ο π. Φιλάρετος προετοιμάζει τα γεύματα, και το μακρόστενο κτήριο της τράπεζας που ακόμη φιλοξενεί στο παλιό τραπέζι τους μοναχούς τις καθημερινές, και τους πιστούς τις γιορτινές μέρες. Πιο ψηλά, στο εσωτερικό, το Καθολικό με τα κειμήλια και τη μεγάλη εικόνα της Χοζοβιώτισσας, γνωστή ως «Κτητόρισσα», και ως «Παναγία η Μαυρομάτα», ενώ δεξιά, η μικρότερη εικόνα η «Κυρία η Χοζηβίτισα» με την επωνυμία «η Ταξιδιώτισσα». Και οι δύο φυλάσσουν ακόμα το μυστικό της τέχνης και της χρονολογίας τους κάτω από τα νεώτερα αργυρά καλύμματα (23).

Δίπλα από το Καθολικό, το μικρό μπαλκονάκι, όπως και το μεγαλύτερο προηγούμενο, δίνουν μιαν ανάσα από την στενότητα των χώρων, η θέα φτάνει κατ’ ευθείαν βαθιά στο πέλαγος, ενώ πιο κοντά, ανταμώνει τα απόκρημνα βράχια και το νησάκι ‘’Μικρό Βιόκαστρο’’ (0,005 τ.χλμ.) που τονίζει όσο ποτέ, την παρουσία του μέσα στη γαλαζοπράσινη, προς την ακτή, θάλασσα. Για τη δημιουργία τους γράφει («Αμοργιανά» τ. 11, σελ 53) ο δάσκαλος Νικήτας Βασσάλος: «Άπιστοι κι’ αλλόθρησκοι πειρατές πήραν τα πλοία τους και πήγαν να ληστέψουν το Μοναστήρι, όταν όμως έφτασαν κάτω απ’ αυτό, η Παναγία τα ‘’πέτρωσε’’, κι’ έτσι έχουν μείνει μέχρι σήμερα. Είναι το μικρό και το μεγάλο Βιόκαστρο» (προφορική παράδοση).

Η Εκκλησιαστική Συλλογή Αμοργού, βρίσκεται σ’ έναν βραχοσκέπαστο χώρο, το σκευοφυλάκιο, όπου μεταφέρθηκαν παλιές προθήκες και πλαίσια, δωρεά του Μουσείου Μπενάκη, με χειρόγραφα γραμμένα σε περγαμηνή και χαρτί. Επίσης, διαθέτει βιβλιοθήκη με πολύτιμους κώδικες των βυζαντινών χρόνων, ακόμα και χειρόγραφα σε μικρογραφίες, που συγκαταλέγονται μεταξύ των σπανιότερων και πλουσιοτέρων της νησιωτικής Ελλάδας(24). «Συγκεντρώσαμε στο μοναστήρι κάθε απομεινάρι» είπε ο πατήρ Επιφάνιος Αρτέμης (ο προηγούμενος ηγούμενος, σήμερα μητροπολίτης Θήρας, Αμοργού και Νήσων), στον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλο που επισκέφθηκε τη μονή τον Ιούνιο του ’98, μένοντας εκστασιασμένος από τον πλούτο των κειμηλίων. Η ξενάγησή μας ολοκληρώνεται μόνον όταν περνάμε από το αρχονταρίκι, όπου οι νεαροί βοηθοί προσπαθούν με κόπο να ετοιμάσουν, λουκούμι, ρακί, και νερό για να δροσίσουν, όσο γίνεται, τους επισκέπτες. Σπάνια θα βρεθείτε μόνοι σας στους χώρους του μοναστηριού ή στο καθολικό, μια που περισσότεροι από εξακόσιοι επισκέπτες έρχονται καθημερινά το καλοκαίρι για να θαυμάσουν τη μονή και το τοπίο, γιαυτό, όσο πιο νωρίς καταφθάσετε, τόσο καλύτερα. Η μονή γιορτάζει στις 21 Νοεμβρίου. Οι τρεις μοναχοί, ο καθείς υπεύθυνος για συγκεκριμένες εργασίες φροντίζουν και διακονούν το λειτούργημά τους με περισσή αγάπη και ευγένεια προς τους αναρίθμητους προσκυνητές, μάλιστα ο δόκιμος π. Δημήτριος μας ανέφερε ότι πολλές φορές φτάνουν ή ξεπερνούν τους εξακόσιους ημερησίως!. 

Όλη η Αμοργός διαθέτει με σήμανση, έξι μονοπάτια και ενδεικτικές πινακίδες με τους χρόνους. Μια αξιόλογη προσπάθεια που δίνει τη δυνατότητα στον περιηγητή, να διασχίζει το νησί μέσα από τις παλιές στράτες, ενώ όλες οι διαδρομές είναι έτσι διαμορφωμένες που περνούν απ’  όλους τους αρχαιολογικούς χώρους, τους πύργους, τις εκκλησίες, τις ιερές μονές, και τους παλιούς ξεχασμένους οικισμούς. Πολλοί φυσιολάτρες, ξεκινούν από εδώ την διαδρομή Νο1, που αναφέραμε πιο πάνω, (η αρχή της είναι από την πλατεία «Καλογερικού»), βαδίζοντας πάνω στο άσβηστο χνάρι της Παλιάς Στράτας, το δρόμο, που σε όλη την ιστορία του νησιού περπατήθηκε από τους Αμοργιανούς και τα υποζύγιά τους όσο κανείς άλλος, αφού εξυπηρετούσε τη Χώρα με την Αιγιάλη, τα χωριά της, και αντίστροφα. 

Στην ανατολική έξοδο του μοναστηριού είναι ο πέτρινος περίβολος, η αυλόπορτα με το χαμηλό συρματόπλεγμα που βγάζει στο πηγάδι, (παλιότερα είχε και τη μικρή άσπρη / κόκκινη ενδεικτική πινακίδα), και η συνέχεια του περίφημου ‘’καλογερικού δρόμου’’, που όσο τον διασχίζετε τόσο δέχεστε την αρχέτυπη αύρα της περασμένης αγροτοποιμενικής κοινωνίας που ζούσε και ευημερούσε με ευλάβεια σ’ αυτά τα μέρη, πριν την έλευση της οικονομίας των τουριστών. Πεζοπορώντας θα περάσετε το παλιό ασβεστοκάμινο αρχικά, την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου (αυτόνομο μοναστήρι παλιά), μετόχι της Μονής Χοζοβιώτισσας πάνω από τον όρμο του Μαστιχιά, την Παναγία τη Θεοσκέπαστη, (σκεπάζεται από θεόρατο βράχο), τον Άι Γιώργη ψηλότερα, φτάνοντας στην μεγάλη έκπληξη. Περίπου στη μέση της διαδρομής βρίσκεται το παλιό λιθόχτιστο Ξενοδοχείο, σ’ ένα σημείο που αγναντεύει όλους τους ορίζοντες και όπου παλιότερα λειτουργούσε ξενώνας για τους οδοιπόρους, με πρόνοια περιφραγμένου χώρου για τη φύλαξη των ζώων τους (ίσως η μοναδική στις Κυκλάδες τέτοια περίπτωση). «Δεν είναι κακό να πούμε πως το Ξενοδοχειό βρίσκεται υπό κατάρρευση, καθώς ανυπεράσπιστο από τις εφορμήσεις των κατσικιών και του καιρού τις ιδιοτροπίες αποσυντίθεται αργά αλλά σταθερά. Είναι σίγουρο πως σε μερικά χρόνια στη θέση αυτού του εξαιρετικού μνημείου της Αμοργού δεν θα βλέπουμε παρά ένα σωρό πέτρες και τότε θα είναι πολύ αργά για αποφάσεις(25)».

Η πεζοπορία στην Παλιά Στράτα εκτός τις σπάνιες μυρωδιές από τα αγριολούλουδα που κατακλύζουν την ατμόσφαιρα εξελίσσεται σε πραγματικό, σπουδαίο μάθημα πατριδογνωσίας. Η αίσθηση του περπατήματος σε αυτό το τοπίο δεν αντικαθίσταται από την προσπέλαση με όχημα, άλλωστε μόνο ένα μικρό κομμάτι της διαδρομής είναι προσιτό, όμως αυτοί που το θέλουν, ας οδηγήσουν από τη δυτική έξοδο της Χώρας (Καλογερικός), προς Αιγιάλη για +/- 5 χλμ. Εκεί θα δείτε δεξιά την δστ. και τον ανηφορικό, όλο σαθρή πέτρα χωματόδρομο, τα άλλα τα αναλαμβάνουν η καλή σήμανση, τα τρακτερωτά λάστιχα, και η υπομονή σας.  

Ελάχιστα λεπτά από τη Μονή βρίσκεται το εκκλησάκι της Αγίας Άννας, δίπλα στην ομώνυμη περιοχή, σε ένα ευρύτερα γνωστό τοπίο, από το φιλμ του σκηνοθέτη Λυκ Μπεσόν ‘’Απέραντο Γαλάζιο’’, (The Big Blue), που ορισμένες σκηνές του γυρίστηκαν σε αυτόν ακριβώς το χώρο, με αποτέλεσμα την ισχυρή προβολή του νησιού σε όλο τον κόσμο. Κάτι που έμεινε από τότε, εκτός τα εκατομμύρια δολάρια στις τσέπες των αρχόντων του Χόλιγουντ, είναι ότι η Αμοργός έγινε αγαπημένος προορισμός Γάλλων τουριστών. Η εύκολη πρόσβαση τώρα πια, τότε ήταν δύσβατος χωματόδρομος όλο κοτρόνες και βράχια, προσελκύει αρκετούς κολυμβητές. Μέχρι το τοπικό λεωφορείο κατεβαίνει στο μεγάλο πλάτωμα, όπου υπάρχει καντίνα για δροσερό νερό, καφέ ή αναψυκτικά. Στον μικρό ορμίσκο υπάρχει δυνατότητα να ‘’δέσουν’’ ψαροκάικα και μικρότερες βάρκες, ενώ διαθέτει μια μικρούλα παραλία, ίσα – ίσα για να προχωρήσει ο κολυμβητής ‘’στα βαθιά’’, όμως σε όσους αρέσουν οι βουτιές, αυτό είναι ίσως το καταλληλότερο σημείο, μια που τα μεγάλα βράχια – πλάκες φτάνουν μέχρι πάνω από τη θάλασσα, δημιουργώντας έναν πρώτης τάξεως χώρο απ’ όπου η βουτιά ‘’με το κεφάλι’’ φαντάζει, και είναι, ελκυστική. 

Λίγα μέτρα πιο κει, μετά τα βράχια – νησίδες, από το χρώμα και μόνο διακρίνεται το διαφορετικό, απότομο βάθος. Είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι στα ανοιχτά αυτής της περιοχής υπάρχει ο ‘’υποθαλάσσιος χάνδακας’’, βάθους 720μ., το περίφημο ρήγμα της Αμοργού(26), που πολλοί επιστήμονες το θεωρούν υπεύθυνο για το μεγάλο σεισμό που έγινε ξημερώματα (05:12’), της 9ης Ιουλίου 1956. Το μέγεθος των 7,5 Richter του πρώτου, ακολούθησε δεύτερος ισχυρός μετασεισμός (7R) ύστερα από 13 λεπτά. Αυτή η δραστηριότητα είχε αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τεράστια, για τα δεδομένα του Αιγαίου, σεισμικά κύματα, που έπληξαν την Αμοργό, την Αστυπάλαια και τη Φολέγανδρο, το ύψος των οποίων έφτασε τα 20 - 25, 20, 10 μέτρα αντίστοιχα, ενώ έγιναν αισθητά στην Πάτμο (4μ.), Κάλυμνο (3,6μ.), Κρήτη (3μ.), και στην Τήνο (2,7μ.).Αυτά τα σεισμικά φαινόμενα είχαν σαν αποτέλεσμα εκτός απο πολλές ζημιές, τις ομαδικές μετοικήσεις και από την Αμοργό, αφού η ανομβρία που ακολούθησε, στέρεψε τα πηγάδια γιατί τα νερά ξεβουΐστικαν, τόσο, ώστε οι καλλιέργειες οδηγήθηκαν σταδιακά σε συρρίκνωση(27). Η τελευταία ‘’επίσκεψη’’ στο ρήγμα(28) για επιστημονικούς σκοπούς, έγινε στην πρωινή κατάδυση (11:40’) του βιολόγου Επαμεινώνδα Χρήστου την Παρασκευή 22 Απριλίου 2005, στα πλαίσια της έρευνας «Ναυτίλος 2005». Σε αυτήν, συμμετείχε πολυπληθής ομάδα επιστημόνων του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών [ΕΛΚΕΘΕ, πρόεδρος Δρ. Γιώργος Χρόνης], με τη βοήθεια του βαθυσκάφους «Θέτις» (κυβερνήτης Α. Μάλλιος), και αρχηγό αποστολής τον διευθυντή του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας Δρ. Ε. Παπαθανασίου. 

Από τη Χώρα αρχίζουν όλοι οι επισκέπτες τη γνωριμία με το βόρειο τμήμα του νησιού, που περιλαμβάνει τους οικισμούς, Όρμος Αιγιάλης, Άνω και Κάτω Ποταμός, Θολάρια, Λαγκάδα και το συνοικισμό της Στρούμπο. Αυτό το τμήμα λόγω της εξαιρετικά πλούσια βιοποικιλότητας έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura (Φύση) 2000, μαζί με τα νησιά Κίναρος, Λέβιθα, και Μαύρα με κωδικό GR 4220012. Εκατό μέτρα όμως από τον χώρο στάθμευσης της Χώρας, προς την «Απάνω Μεριά», αριστερά σας, θα δείτε τη διακριτική σήμανση (μικρή άσπρη / κόκκινη πινακίδα) του πεζοπορικού μονοπατιού Νο2 με την ονομασία(29) ‘’Φωτοδότης’’, που περνά από τον παλιό ανεμόμυλο και συνεχίζει κατηφορικά προς τις Μηλιές, μια τοποθεσία με νερό και παλιά αγροκτήματα. Λίγο πιο κάτω υπάρχει το παλιό λιθόστρωτο που ακολουθώντας το, σας φέρνει στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, το Πέρα Ραχίδι, φτάνοντας στον οικισμό Ξυλοκερατίδι, και τις παραλίες του, δίπλα από τα Κατάπολα. 

Μια πολύ ωραία πεζοπορία, όχι πάνω από μια ώρα (ω στο εξής). που σε συνδυασμό με τη διαδρομή Νο7 σχηματίζει μια ευχάριστη κυκλική πορεία(30), που καταλήγει πάλι στη Χώρα σε 2ω. Ακολουθώντας τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο για την Αιγιάλη, καθώς ανεβαίνετε όλο ψηλότερα τη ράχη του βουνού Προφήτη Ηλία, βλέπετε πολύ ωραίες εικόνες της Χώρας, σε μια διαδρομή που το μεγαλύτερο μέρος της είναι αρκετά ψηλότερα από τις ακτές δίνοντας την ευκαιρία να θαυμάσετε την πανοραμική θέα, που πολλές φορές φτάνει μέχρι τη Δονούσα και τη Νάξο, ενώ σε καθαρό ορίζοντα ο χώρος κλείνεται εντελώς από νησιά. Σε λίγα χλμ. κοντά στο δρόμο, και αριστερά, στη ράχη παλιών καλλιεργήσιμων χωραφιών σε αναβαθμίδες είναι η τοποθεσία Ρίχτι όπου στέκουν τα λείψανα ενός, από τους πολλούς αρχαίους πύργους, που υπάρχουν στο νησί, (εικοσιτρείς έως το 1999(31)). Στην ευρύτερη περιοχή της Αιγιάλης έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα δέκα πύργων, ορθογώνιου και κυκλικού σχήματος, οι περισσότεροι σε απόμερες τοποθεσίες άλλοι κοντά σε ξωκλήσια, άλλοι μετασκευασμένοι ή ενσωματωμένοι σε κτήρια αγροτικής χρήσης. Τα λίγα κατάλοιπα και η απουσία συστηματικής έρευνας εμποδίζουν την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αρχιτεκτονική τους μορφή(32)).

Κατηφορίζοντας, ολοένα πλησιάζετε δίπλα στη θάλασσα, ενώ η Νικουριά, με τον όγκο της (2,755 τ.χ., 345 μ. υψ.) και το γειτονικό μικρότερο Γραμπονήσι ή Άτιμο, (0,162 τ.χ., 84 μ. υψ.) πλημμυρίζουν το οπτικό σας πεδίο. Όσο άγρια φαίνεται τους χειμωνιάτικους μήνες με τους βοριάδες να σηκώνουν πελώρια κύματα ροκανίζοντας τα βράχια, τόσο ήρεμη είναι το καλοκαίρι, που κατακλύζεται από σκάφη και φουσκωτά. Μάλιστα, θεωρείται ένα από τα ωραιότερα αγκυροβόλια, μαζί με αυτό του δίαυλου της Αντιπάρου, στο Δεσποτικό, αν και είναι πιο ‘’ανοιχτή’’ στον καιρό και έχει πολλά αβαθή. Λίγο πιο κάτω είναι η δστ., που οδηγεί στη μοναδικής ομορφιάς παραλία Αγίου Παύλου, μια ολόλευκη πολυφωτογραφημένη λωρίδα γης που ‘’βουλιάζει’’ δειλά – δειλά μέσα στην πρασινογάλαζη  θάλασσα. Είναι το σημείο που πλησιάζει περισσότερο τη γειτονική Νικουριά, (στα νότια παράλιά της υπάρχουν υπολείμματα ναυαγίου) και το βραχώδες Στενό Κακοπέρατο, που μόνο το όνομά του, λέει πολλά για τα στοιχειά της θάλασσας. 

Η σπάνια αυτή περιοχή κατακλύζεται το καλοκαίρι από δεκάδες κολυμβητές, που βρίσκουν εδώ το ιδανικό καταφύγιο για τις βουτιές τους. Στο χώρο υπάρχει ταβερνάκι – καφενείο ενώ όσοι επιθυμούν κάτι πρωτόγνωρο, επιβιβάζονται στο καΐκι που καθημερινά κάνει τη διαδρομή και περνούν απέναντι, στη μεγάλη αμμουδιά της Νικουριάς, λίγο μακρύτερα από το εκκλησάκι της Παναγιάς. Με μικρή πεζοπορία σε αυτό τον υπέροχο τόπο θα βρεθείτε στην ευρύτερη περιοχή του Αγίου Παύλου, όπου έχουν εντοπιστεί αρκετές νέες κυκλαδικές θέσεις που ανάγονται στην 3η π. Χ. χιλιετία, με λείψανα οικιστικών εγκαταστάσεων, κατάλοιπα κατοικιών, ορατά λείψανα κυκλαδικών τάφων, καθώς και αρκετά πήλινα αντικείμενα(31), (κτερίσματα) προσφορές στους νεκρούς, που φυλάσσονται στην αρχαιολογική συλλογή Αμοργού, στη Χώρα. 

Λίγα παραλιακά χλμ., απομένουν για να έρθετε στον Όρμο της Αιγιάλης, η Γιάλη των ντόπιων, και τον ομώνυμο οικισμό, δεκαπέντε συνολικά χλμ., από τη Χώρα. Όλη η περιοχή που περάσατε (Άγιος Παύλος, νήσος Νικουριά), αλλά και αυτή που πηγαίνετε, έχουν περάσει με άριστα (όπως κάθε χρόνο), τις εξετάσεις του προγράμματος «Καθαρές Θάλασσες και Ακτές 2005 – 2006» που διευθύνεται από το ΥΠΕΧΩΔΕ και αφορά τη καθαρότητα και την ποιότητα της θάλασσας και των ακτών. Λίγο πριν μπείτε στην Γιάλη, ο δρόμος οδηγεί προς τον Άνω Ποταμό (100 μ. υψ.), ένα χωριό χτισμένο στις πλαγιές της Σελλάδας (597 μ. υψ.), με ζηλευτά παλιά μονόπατα, δίπατα σπίτια, ασβεστωμένες αυλές, όμορφη αρχιτεκτονική, και ένα μοναδικό μπαλκόνι με άπλετη θέα που απλώνεται σ’ ολόκληρο το τοπίο, τις αμμώδεις παραλίες η μεγαλύτερη εκ των οποίων διαγράφει ένα μεγάλο τόξο, μέχρι ψηλά στον ολόλευκο οικισμό Θολάρια. Υπάρχει μονοπάτι και δρόμος που κατεβαίνει στον Κάτω Ποταμό,την εκκλησία της Ανάληψης και από εκεί στον Όρμο. 

Το μεγάλο άνοιγμα του όρμου δεν ευνοούσε, όσο δεν υπήρχαν τα τεχνικά μέσα, τη δημιουργία λιμανιού γιατί ήταν τρομερά ευάλωτος στους βόρειους ανέμους. Μόλις το επέτρεψε η τεχνολογία έγινε το λιμάνι που σήμερα βλέπουμε. Ουδέν καλόν, αμιγές κακού, που λένε. Όταν κάποιος έχει περπατήσει και γνωρίσει τη Χώρα ή έστω, τα Κατάπολα, του κάνει τρομερή εντύπωση ο διαφορετικός προσανατολισμός και η ριζικά αντίθετη προοπτική που έδωσαν οι κάτοικοι του Όρμου της Αιγιάλης στον τόπο τους. Δυστυχώς δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Όλοι σκέπτονται με σοβαρότητα τον πολεοδομικό σχεδιασμό ενός εκτεταμένου χώρου με τρόπο τέτοιο που, θεωρητικά τουλάχιστον, να καλύπτει ανάγκες σε μακρινό ορίζοντα. Η αρχιτεκτονική πάλι προσπαθεί να δώσει σχέδια που να αναδεικνύουν, στην περίπτωσή μας, τη νησιώτικη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία. Εδώ, φαίνεται ότι δεν ισχύει τίποτα από αυτά, αναδεικνύοντας το γεγονός, ότι η σκέψη και ο σχεδιασμός είναι αποστασιοποιημένος από την πρακτική και την υλοποίηση. Δεν είχαμε τη τύχη να την αντικρίσουμε τις περασμένες δεκαετίες, αλλά οι μαρτυρίες των επισκεπτών και των ντόπιων που έτυχε να γνωρίσουμε αναφέρονται σε έναν γραφικό όρμο με μικρά σπιτάκια, όμορφους κήπους, καλλιέργειες, σε μια μεγάλη κατάφυτη με ελιές και εύφορα περιβόλια, κοιλάδα που αναδείκνυε το αγροτικό τοπίο. Η αίσθηση που αποκομίζει όποιος για λίγο περπατά σ’ αυτή τη μικρή κωμόπολη μοιάζει με όλες τις αισθήσεις που μας κυριεύουν όταν βαδίζουμε σε μια κακοχτισμένη συνοικία· δυστυχώς σήμερα αυτό το συνονθύλευμα απόψεων και αρχιτεκτονικής δεν έχει σχέση με τον γραφικό οικισμό που αγάπησαν οι ποιητές μας και οι χιλιάδες επισκέπτες που πέρασαν από εδώ.

Παρήγορο είναι ότι ο μεγαλύτερος ελαιώνας της Αμοργού, που καλύπτει σχεδόν ολόκληρη την κοιλάδα, παραμένει έξω από την ψευδέστατη, με τον τρόπο που υλοποιείται, ‘’ολοκληρωμένη ανάπτυξη της υπαίθρου’’. Οι φιλόπονοι επισκέπτες, εφ’ όσον αγαπούν τη δράση, μπορούν να περπατήσουν σε όσα παλιά μονοπάτια σώζονται από την ασφάλτινη επέλαση. Ένα από αυτά, το Νο4 με την ονομασία(32) ‘’Μελανία’’, ξεκινά λίγο πριν τον Κάτω Ποταμό (υπάρχει μεγάλη ξύλινη πινακίδα), διασταυρώνεται για λίγο με τον κεντρικό (η δεύτερη είσοδος για το μονοπάτι) και συνεχίζει μέσω ενός καλοφτιαγμένου λιθόστρωτου προς την τοποθεσία ‘’Μυρίζοντας’’, εισέρχεται για λίγο στη Λαγκάδα, (40’ μέχρι εδώ, καλό είναι να πεταχτείτε στην πλατεία για δροσερό νερό), περνά το σημερινό ξεροπόταμο του Αρακλού, τον παραδοσιακό οικισμό του Στρούμπου που καταπραΰνει ότι άσχημο έχετε αντικρίσει, και αφού κάνει έναν μεγάλο περιπετειώδη κύκλο, φτάνει στα Θολάρια, κατηφορίζει μέσω Λευκών, για να καταλήξει στους Αγίους Θεοδώρους και τη ‘’Φωκιότρυπα’’,στην ακρότατη, σχετικά ήσυχη γωνιά της μεγάλης τοξοειδούς παραλίας της Αιγιάλης, που σε εκείνο το σημείο, ονομάζεται παραλία Θολαρίων, (2 – 3ω).

Παρ’ ό,τι παραμένει ο δεύτερος πόλος έλξης των επισκεπτών του νησιού, παρακινήστε τη συντροφιά σας και συντονιστείτε για τη γνωριμία με έναν από τους ωραιότερους προορισμούς της Αμοργού, την Λαγκάδα (προ του 1991 Αιγιάλη· προ του 1940 και Λαγκάδα, στα 200 μ. υψ.), που σε +/- 4 χλμ. φτάνετε στον ευρύχωρο χώρο στάθμευσής της.  Καλό σημείο συνάντησης και ανασυγκρότησης της παρέας είναι στον παράλληλο δρόμο όπου βρίσκεται η Λόζα, η κεντρική πλακοστρωμένη πλατεία, η αγορά του χωριού, κέντρο συνάντησης των κατοίκων με τα καφενεδάκια, τα πολύχρωμα λουλούδια στο δρόμο και στα μπαλκόνια, το παντοπωλείο ‘’Ο Μπέμπης’’, το πάντα ανοιχτόκαρδο καφενείο – ταβέρνα ‘’η Λόζα’’, της κυρίας Αρτεμισίας, το πιο πλατύ χαμόγελο του χωριού. Μια μικρή βόλτα στα στενά δρομάκια με τα δεκάδες σκαλοπάτια, θα σας αποκαλύψει την ενοριακή εκκλησία της Λαγκάδας την Αγία Σοφία με τους δύο τρούλους, και δίπλα της την Παναγία Ακαθή, η Αϊβαλιώτισσα των ντόπιων. Συνεχίζοντας θα νοιώσετε όλες αυτές τις ξεχασμένες μυρωδιές που αποπνέει ένας αμόλυντος τόπος και συνάμα θα εκθέσει στη ματιά σας δεκάδες γωνιές, έναν κόσμο ολόκληρο απείραχτο από ‘’προοδευτικές’’ επεμβάσεις.

Η θέση της Λαγκάδας είναι προνομιακή, ψηλά στο βουνό, όχι ιδιαίτερα μακριά από τη θάλασσα, ενώ από το μεγαλύτερο τμήμα της υπάρχει οπτική επαφή με ολόκληρο τον όρμο της Αιγιάλης. Από την τρουτσούλα ειδικά, η θέα απλώνεται παντού, και φτάνει να ελέγχει ακόμα και τα μονοπάτια. Όμως αυτή η δυνατή θέση δεν στάθηκε δυνατόν να της εξασφαλίσει την ησυχία, και όπως σε όλο το νησί έτσι και εδώ έφτασαν άλλες φορές με δόλο, οι πειρατές. Από τις πιο καταστρεπτικές επιδρομές, που γνώρισε το νησί, ήταν εκείνη των Μανιατών, στις 14 Οκτωβρίου 1797 με αρχηγό τον καπετάν Σκατούλη (αναφέρεται ως Στεκούλης), που λεηλάτησε άγρια κυρίως τη Χώρα καταληστεύοντας τους κατοίκους. Όσα συνέβησαν τότε, τα γνωρίζουμε από ποίημα αγνώστου στιχουργού στο οποίο με θαυμάσια περιγραφή και λεπτομέρειες αναφέρονται όλα όσα έγιναν(33). Είναι μεγάλο, όμως χαρακτηριστικοί στίχοι που δείχνουν την έκταση της λεηλασίας, και της δεινής καταστροφής λένε:

Πουλιά μη κηλαδήσετε, τα δένδρα μην ανθήτε,
της Αμοργού την συμφοράν πολλά να λυπηθήτε,
οπού ποτέ δεν ήλπιζε δια να την πατήσουν
Μανιάταις, τ’ άνομα σκυλιά, και να την αφανίσουν.

Να πάρουσι τα ρούχα των, και τα σκεπάσματά των,
κι’ όλα των τα μαλάμματα, και τα παπλώματά των.

Η πεζοπορία θα σας φέρει αρκετά πιο χαμηλά από τη Λόζα, στο μόλις έξι τ.μ. εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας πάνω στο βράχο του Κάστρου, στην τρουτσούλα της Λαγκάδας ανάμεσα απ’ το απόκρημνο και βαθύ φαράγγι, ομώνυμο του ποταμού Αρακλού, που παλιότερα κυλούσε εδώ τα πλούσια νερά του. Λίγο πιο κάτω συνεχίζει καλό λιθόστρωτο, που περνά την τοποθεσία ‘’Μυρίζοντας’’, ένας μεγάλος βράχος μέσα στη βλάστηση με μικρό ξύλινο σταυρό στην κορυφή, και καταλήγει κάτω, στον Όρμο.

Η παράδοση της Λαγκάδας λέει για τον ‘’Μυρίζοντα’’: «Πριν πολλά χρόνια, Ιούνιο μήνα, άντρες και γυναίκες θέριζαν στα «Καταφύδια», (σ.σ. το μεγάλο χωράφι στο κοιμητήριο της Λαγκάδας), και ενώ οι μεγάλοι ήταν απασχολημένοι, ένα μικρό παλικαράκι πήγε να αρμέξει τα λίγα κατσίκια της οικογένειας, ‘’τα μαρτίνικα’’. Καθώς γύριζε, άκουσε φωνές και πρόσεξε κάποιους άντρες να πλησιάζουν με προφύλαξη στο χωριό, τότε κατάλαβε ότι ήταν πειρατές. Φοβήθηκε, αλλά και νάτρεχε οι πειρατές θα το έβλεπαν και θα το έπιαναν. Κρύφτηκε τότε στον βράχο και με τη φλογέρα του, ‘’το λαβούτο’’, άρχισε να παίζει και να λέει τραγουδώντας: ‘’Κρυφτείτε καταφυδιανοί κι’ οι κλέφτες σας έπιασαν’’. Ακούγοντας οι κάτοικοι τον ήχο της φλογέρας και το τραγούδι, κατάλαβαν ότι κινδυνεύουν, έτρεξαν προς το Κάστρο της Αγ. Τριάδας και χτύπησαν τις καμπάνες. Ακούγοντας οι πειρατές όλη αυτή τη βοή κατάλαβαν ότι έγιναν αντιληπτοί, και αμέσως έψαξαν, βρήκαν το παιδί, που ακόμα κρυβόταν ανάμεσα στους βράχους, και το σκότωσαν». Από τότε, λέει η παράδοση, όποιος περνά από εκεί πρωί – πρωί, νοιώθει μια ευχάριστη μυρωδιά(34)

Η απότομη πλαγιά θα σας βγάλει στον κεντρικό δρόμο απ’ όπου φαίνεται, πάνω στην φυσική κοιλότητα του βράχου, η εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Τα εξηνταπέντε σκαλοπάτια θα σας οδηγήσουν στο ναό άπ’ όπου η θέαση του  οικισμού, της κοιλάδας της Αιγιάλης και μακρύτερα, στα Θολάρια, είναι ανυπέρβλητη. Αυτοί που αγαπούν την πεζοπορία και την περιπέτεια που αυτή προσφέρει, θα βρουν σε όλο το νησί, ιδιαίτερα όμως στην ευρύτερη περιοχή της Λαγκάδας, τον παράδεισό τους. Ένα από ωραιότερα θρησκευτικά μνημεία της Αμοργού, η εκκλησία του Αγίου Ιωάννου Θεολόγου,βρίσκεται σε μια μαγική τοποθεσία μόλις μία ώρα από εδώ. Το βουνό Κρούκελλος (823 μ. υψ.) σας κοιτά αγέρωχο προτρέποντάς σε μια πολύωρη γνωριμία μαζί του. Η πορεία ξεκινά λίγο μετά το χώρο στάθμευσης, απο ένα  τσιμεντοστρωμένο δρομάκο με σκαλοπάτια που λίγο πιο κάτω, γίνεται λιθόστρωτο μονοπάτι, και σε κάποια στιγμή μια διχάλα του φεύγει δεξιά, προς τον προορισμό σας, (αριστερά πάει στην Παναγία Επανοχωριανή). 

Το ανηφορικό μονοπάτι με τα διαμορφωμένα σκαλοπάτια, στριφογυρίζει ανάμεσα στις ξερολιθιές, περνά από τη ‘’Λάκκα’’, κάποτε κοίτη του Αρακλού, το «Καλογερικό», ένα τμήμα της διαδρομής με πλούσια και ψηλή βλάστηση που κρατά σωτήρια σκιά, χρήσιμη τους καλοκαιρινούς μήνες, μέχρι που βγαίνει στο μεγάλο οροπέδιο όπου ακολουθεί ευθεία πορεία φτάνοντας στο αχρονολόγητο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, με την εξωτερική οξυκόρυφη θολωτή δεξαμενή. Το νερό της είναι ακόμα χρήσιμο στους λιγοστούς κτηνοτρόφους της περιοχής (στους πεζοπόρους επίσης) που κρατούν εδώ αρκετά κατσίκια και γίδια τα οποία κάνουν αισθητή τη παρουσία τους με συνεχή κουδουνίσματα, ταράσσοντας με ήπιους τόνους την ησυχία της κοιλάδας. Η πρώτη οπτική επαφή με την εκκλησία του Θεολόγου ενθουσιάζει τους περιηγούμενους κάνοντας την προσέγγισή πιο εύκολη, περνώντας κοντά από αρκετές παλιές αγροικίες, κατοικιές των ντόπιων, ονομασία που ξεχωρίζει το αγροτόσπιτο από το σπίτι στο χωριό, που τη συναντάμε και σε άλλα νησιά (π.χ. Πάρος με ονομασία κατ’κές), και αφορά μόνο τις αυτόνομες, αυτάρκεις αγροτικές εγκαταστάσεις. Η εγκατάλειψη αυτού του δύσβατου σήμερα τόπου που κάποτε έσφυζε από ζωή, η μοίρα των παρατημένων χωραφιών πραγματικά αποκαλύπτουν τον εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής των ντόπιων και της κάποτε ακμαίας ‘’μέσα πατρίδας’’. Τα ερειπωμένα στις μέρες μας κτίσματα φορτίζουν και προκαλούν τα συναισθήματα. 

Σε λίγα λεπτά βρίσκεστε στη δστ. με τις μικρές λιθόχτιστες κατοικιές, μια εκ’ των οποίων, η ασπρισμένη, κατοικείται περιστασιακά από το Γιώργο Βασσάλο, ενώ δίπλα, στο παράσπιτο, θα δείτε κάποιες παλιές κυψέλες από μελίσσια. Ο Γιώργος είναι από τους λίγους κτηνοτρόφους και άριστος μελισσοκόμος που κάθεται εδώ την καλοκαιρινή περίοδο προσέχοντας και βοηθώντας το μοναστήρι, και τα μελίσσια του, πιθανόν να έχει και τα κλειδιά για να δείτε το εσωτερικό της εκκλησίας.

Προετοιμάστε την ψυχή σας για σπάνιες στιγμές, αφού όταν θα αντικρίσετε το μνημειακό συγκρότημα δεν θα είναι εύκολο να ανασύρετε κάτι παρόμοιο από τη μνήμη σας. Ανηφορίστε το φαρδύ μονοπάτι κι’ ανοίξτε την μεγάλη αυλόπορτα για να μπείτε στο πεντακάθαρο προαύλιο. Η τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και καμαροσκέπαστη οροφή, αφιερωμένη στη μνήμη του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου είναι μετόχι της Ι. Μονής Χοζοβιώτισσας. Ο περιφραγμένος χώρος γύρω από την κατάλευκη εκκλησία, τα βοηθητικά κτήρια, το μαγειρείο, τον φούρνο, και τους κοιτώνες, όλα μαζί, δημιουργούν μια οικεία αίσθηση. Η στιβαρότητα της κατασκευής τονίζεται ιδιαίτερα από τις δύο πλατιές αντηρίδες ή ‘’σκάρπες’’ στην νότια πλευρά, ενώ εντυπωσιάζουν οι πλάκες που εξέχουν από την ίδια όψη που πριν την ανακαίνιση, είχαν το ρόλο βάσης για τα πήλινα κιούγκια που οδηγούσαν το νερό στην δεξαμενή. Δυστυχώς καταστράφηκαν και σήμερα μοιάζουν περισσότερο με ‘’εφεύρημα’’ που έχει ρόλο ‘’σκαλοπατιών’’ που βοηθούν τους πιστούς να φτάνουν παντού για να ασπρίζουν κατά τη διάρκεια της ετήσιας συντήρησης, πράγμα που δεν ισχύει, γιατί από την άλλη πλευρά ανεβαίνει κανείς πανεύκολα. Στο βόρειο τμήμα του εφάπτεται με την μικρή ‘’Δουλωμένη’’ εκκλησία αφιερωμένη επίσης στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο. Η παράδοση αναφέρει για αυτή την παράξενη ονομασία ότι κατά τη θεία λειτουργία ο Ιερέας άφησε την τελευταία του πνοή. Από τότε η εκκλησία παραμένει αλειτούργητη ‘’δουλωμένη’’, περιμένοντας τον ήχο της σάλπιγγας που θα ηχήσει με την Δευτέρα Παρουσία, τότε που ο Ιερέας θα αναστηθεί, για να ολοκληρώσει τη Θεία Λειτουργία(35).  

Για την ανέγερση του ναού δεν υπάρχει καμία γραπτή ή προφορική μαρτυρία, που να προσδιορίζει με ακρίβεια τη χρονολογία ανέγερσης. Ο τύπος όμως της εκκλησίας, επιτρέπει να δεχθούμε, ότι η ανέγερση της πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 7ου και 9ου αιώνα.(36). Άλλωστε, η συνέχιση της ακμής του αιγαιακού κόσμου ως το τέλος του 7ου αιώνα φαίνεται από το πλήθος των επισκοπών που υπάρχουν ακόμα και στα μικρότερα νησιά του Αιγαίου (Σάμος, Χίος, Κώς, Θήρα, Πάρος, Λέρος, Άνδρος, Τήνος, Μήλος, Αμοργός) που υπάγονται στη Μητρόπολη Ρόδου(37), επιτρέποντας να αποδεχθούμε την οικοδόμηση νέων εκκλησιών ακόμα και στην ταραγμένη περίοδο ανάμεσα στον 7ο και 9ο αι., σε δύσβατες, απομακρυσμένες περιοχές, όπως ο ναός του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου(38)Άλλο στοιχείο, με το οποίο προσδιορίζεται η περίοδος κατασκευής του ναού, έρχεται από την εποχή της Εικονομαχίας (726 – 843/867), που φαίνεται πως άγγιξε για καλά τα νησιά του Αιγαίου. Δεν είναι άλλο από τον μεγάλο, βυζαντινού σχήματος σταυρό, που είναι εντοιχισμένος στην Αψίδα του Αγίου Βήματος και που μέχρι πρόσφατα η ύπαρξή του ήταν άγνωστη, γιατί ήταν καλυμμένη με μεγάλη αγιογραφία της ‘’δέησης’’. Ο κεραυνός που έπεσε κατέστρεψε ένα τμήμα της, αποκάλυψε όμως την άνω αριστερή κεραία του Σταυρού, ο οποίος είναι κατασκευασμένος με οπτόπλινθους (συμπαγή, ψημένα τούβλα). Η ύπαρξή του καταδεικνύει τη χρονική περίοδο της Εικονομαχίας(39), τότε που είχε απαγορευθεί η προσκύνηση και η τοποθέτηση εικόνων στους ναούς(40). Δεν είναι η μόνη περίπτωση στην Αμοργό αφού έχουν αποκαλυφθεί ανεικονικές τοιχογραφίες (που συνδέονται με της Νάξου), στο αρχικό από τα τρία στρώματα του ναού της Ευαγγελίστριας κοντά στα Κατάπολα, ενώ πιθανή είναι η ύπαρξή τους σε άλλη εκκλησία του νησιού, όπου έγινε δοκιμαστική έρευνα για την αποκάλυψή(41) τους. 

Πάνω και αριστερά της εισόδου υπάρχει αναμνηστική σκαλιστή σε μάρμαρο μεγαλογράμματη επιγραφή ανακαίνισης του μοναστηριού με ημερομηνία «1718». Ακολούθησαν άλλες δύο, το 1962 με δαπάνη της Λαγκαδιανής Μαργαρίτας Μ. Γέρτου, και η τελευταία μεταξύ των ετών ’91 – ’92 με πρωτοβουλία του προηγούμενου ηγουμένου της Μονής Χοζοβιώτισσας, π. Επιφάνιου Αρτέμη(42). Το εσωτερικό του ναού δεν έχει τοιχογραφίες άλλες εκτός του εσωτερικού του αγίου βήματος που και αυτές έχουν υποστεί μεγάλη καταστροφή, εντυπωσιάζει όμως λόγω της ωραίας θολωτής οροφής. Το Άγιο Βήμα χωρίζεται με ένα νεώτερο μαρμάρινο τέμπλο ενώ υπάρχουν ενδείξεις (σημεία στήριξης, σπασμένα μαρμάρινα κομμάτια, με εγχάρακτο σχέδιο παγωνιού), ότι και το παλιότερο ήταν μαρμάρινο. Κάτω από την τοιχογραφία των Ιεραρχών υπάρχει σύνθρονο, ένα σπουδαίο αρχιτεκτονικό μέλος που το συναντάμε συνήθως σε ναούς των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Για τη σημασία του σύνθρονου ο Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων υπογραμμίζει ότι «είναι τύπος Δεσποτικού θρόνου, επάνω στο οποίο εκάθησε ο Χριστός, αφού προηγουμένως νίκησε τον κόσμο, με τη σταυρική θυσία του, αναστήθηκε, και στη συνέχεια αναλήφθηκε». Μέχρι σήμερα, τα σπουδαιότερα σύνθρονα είναι της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, και της αγίας Ειρήνης Κωνσταντινουπόλεως. Με την απλότητά της, επίσης εντυπωσιάζει, η Αγία Τράπεζα, που στηρίζεται σε δύο κίονες. Στην κορυφή του ενός τοποθετήθηκε αρχαϊκό κιονόκρανο ενώ στον άλλον μαρμάρινο τμήμα, λαξευμένο σε παραλληλεπίπεδο ορθογώνιο σχήμα. Πάνω τους στηρίζεται η πλάκα της Αγίας Τράπεζας. 

Στον εξωτερικό χώρο παλιότερα υπήρχαν τα κελλιά των μοναχών και δύο φούρνοι. Με τις εργασίες επισκευής που έγιναν τη δεκαετία του ’90 φτιάχτηκε ο ένας φούρνος, (που μπορεί να ψήσει 45 κιλά ψωμί), ισοπεδώθηκαν όλα τα υπόλοιπα δίνοντας τη θέση τους στην μεγάλη πλακόστρωτη αυλή, ενώ λίγο πιο κάτω, μέσα στο μοναστηριακό κτήμα υπάρχει το μεγάλο πετράλωνο. Τη ματιά σας κερδίζουν οι μεγάλες τετράγωνες καπνοδόχοι που το καλλιτεχνικό πνεύμα και η μαεστρία του μάστορα τις έκανε αληθινό έργο τέχνης που το πάνω τμήμα τους αποτελείται από πιθάρια και στόμια αυτών, που ‘’χωνεύονται’’ μέσα στην κατασκευή. Η θέα από εδώ, αλλά και προς τα έξω μετά την περίφραξη, προς το ύψωμα που βρίσκεται η βάση για τις καμπάνες είναι πραγματικά προνομιακή. Ο επισκέπτης, αν μάλιστα το έχει προβλέψει, μπορεί να κάθεται με τις ώρες να την απολαμβάνει. Μπροστά σας ξεδιπλώνεται με δύναμη η μεγάλη και εντυπωσιακή μακρόστενη οροσειρά του όρους Κρούκελος ή Κρικέλα που οι διακλαδώσεις του απλώνονται απ’ άκρου εις άκρο σ’ ολόκληρο το νησί, και που όσο φτάνει η ματιά σας, διατρέχεται από ένα δαίδαλο ξερολιθιών που οριοθετούν τις ιδιοκτησίες, ενώ στο βάθος και ψηλότερα το βλέμμα αιχμαλωτίζεται από τους ανεμόμυλους, στη θέση «Μαχός», πάνω από τη Λαγκάδα. Αυτή η μεγάλη κοιλάδα αποτελούσε ζωτικό και εύφορο αγροτικό χώρο, για κάθε οικογένεια που είχε εδώ τα δικά της αμπέλια ενώ ξεχωριστά, έσπερναν στάρι, κριθάρι και ‘’σμιγό’’ ένα κράμα από σιτάρι και κριθάρι, ώστε αν κάτι στη χρονιά δεν πήγαινε καλά, να έβγαινε το ένα από τα δύο. Με λίγη τύχη και διαυγή ατμόσφαιρα φαίνεται η Πάτμος και το εκεί μοναστήρι του Θεολόγου.

Τα τελευταία δώδεκα χρόνια, με πρωτοβουλία της Ιεράς μονής Χοζοβιώτισσας το παλιό μετόχι ζωντανεύει δύο φορές το χρόνο, στις 8 Μαΐου (Ιωάννου του Ευαγγελιστού) και στις 26 Σεπτεμβρίου, ανήμερα της εορτής της Μεταστάσεως του Αγίου Ιωάννου και Ευαγγελιστού Θεολόγου. Εκείνη τη μέρα επισκέπτες που κάτι άκουσαν, πλήθος πιστών από όλο το νησί, αλλά και από τα γύρω χωριά με τα γαϊδουράκια τους, που σχηματίζουν μιαν ατέλειωτη θαρρείς σειρά, μαζεύονται στο μοναστήρι. Ακόμα μια εκδήλωση που ξυπνά κι’  αναμοχλεύει την παράδοση του τόπου, ξεκινά με τη θεία λειτουργία που τελεί ο ηγούμενος της Μονής Χοζοβιώτισσας π. Σπυρίδων. Οι επισκέπτες αυγατίζουν, εκεί προς το μεσημέρι που ακολουθεί το μεγάλο πανηγύρι σε ένα αγροτικό τοπίο που μετατρέπεται σε κατεξοχήν κοινωνικό χώρο και που ο κάθε νοικοκύρης έχει προβλέψει να κουβαλήσει για να προσφέρει στο κοινό τραπέζι, ότι συνήθως παράγει, άλλος κρέας, άλλος κρασί, λάδι, αλεύρι κ.ά.

Από τη Μονή μπορείτε να συνεχίσετε τη πεζοπορική διαδρομή ακριβώς στη δστ. που είναι η κατοικιά του Γιώργου Βασσάλου όπου ξεκινούν δύο μονοπάτια. Το ένα, αθέατο, πνιγμένο σε χαμηλή βλάστηση, οδηγεί στο επικίνδυνο πέρασμα που φιδογυρίζει και με κίνδυνο προσεγγίζει το Μεταλλείο Βωξίτη που βρίσκεται κάτω, στο ύψος της θάλασσας (να πείτε σε κάποιον ντόπιο ότι θέλετε να πάτε μέχρι εκεί, και να ακούσετε τη γνώμη του). Το κανονικό, εμφανές μονοπάτι συνεχίζει αριστερά από την δστ., περνά τα Καμπιά με πολλές ερειπωμένες αγροικίες, τον Ξύλινο Σταυρό και μετά από αρκετή ώρα γκρεμών και δύσκολων περασμάτων καταλήγει στον Πέρα Σταυρό (+ 1ω). Εκεί υπάρχει δεξαμενή νερού και το ομώνυμο κατάλευκο εκκλησάκι του Σταυρού με «μαγκιπειό» (μαγειριό), όπου κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου (του Τρυγητή) διοργανώνεται μεγάλο πανηγύρι, χωρίς όργανα(43)

Μέσα από αυτούς τους ξεχασμένους; κώδικες, οι αγρότες αποτιμούσαν τη συγκομιδή της χρονιάς και αναλόγως έπαιρναν ή όχι θάρρος για τη συνέχεια. Τότε βλέπετε δεν υπήρχε ο τουρισμός και η μόνη επένδυση που γινόταν ήταν ο μόχθος της καλλιέργειας των χωραφιών και η επίπονη βόσκηση των κοπαδιών. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της μοναδικής, σπάνιας φυσικής ομορφιάς διαδρομή, τη ματιά σας κερδίζουν οι βαθείς συνεχόμενοι γκρεμοί ειδικά την ώρα που το σκαμμένο μονοπάτι στην απόκρημνη πλαγιά του Κρούκελου σκαρφαλώνει με επιμονή στους αποσαθρωμένους, από τη βροχή και τον αέρα, βράχους.

Κατηφορίζοντας προς τη Λαγκάδα και αντικρίζοντας από καλύτερη θέση τον επιβλητικό πετρώδη όγκο του Κρούκελου φαίνεται απίστευτο ότι κάποτε εδώ υπήρχε πυκνό δάσος. Να πως φτάνει ως τις μέρες μας η μαρτυρία του Αντ. Μηλιαράκη, του πρωτοπόρου μελετητή της Ιστορικής Γεωγραφίας των Κυκλάδων, και της τεκμηριωμένης ιστορίας της Αμοργού έως το 1884. «Όλον το ανατολικόν και το βόρειον τμήμα του Κρίκελα μέχρι θαλάσσης είναι ανεπιτήδειον προς καλλιέργειαν, επιτήδειον δε μόνον προς νομήν ζώων. Προ του 1835 το όρος τούτο εκάλυπτεν αρχαιότατον και πυκνότατον δάσος εκ δρυών, πρίνων, αγριοκυπαρίσσων (φειδών καλουμένων υπό των εγχωρίων), και ετέρων άγριων δένδρων εξ ου υλοτομείται και ναυπηγήσιμος ξυλεία. Αλλά το 1835 πυρκαϊά φοβερά κατέστρεψεν αυτό εντελώς, επι είκοσιν ημέρας του πυρός νεμομένου τα κατάφυτα και χλοερά πλευρά του όρους. Τα νυν είναι γυμνόν δένδρων, όπως και τα λοιπά όρη της νήσου, και οσημέραι απογυμνούται και αυτής της ολίγης εναπομεινάσης φυτικής γης(44)». 

Η επιστροφή στο χωριό γίνεται σύντομα ενώ εντυπωσιάζει το γεγονός ότι στο κοντινό προσκύνημα της Παναγίας Επανοχωριανής συνυπάρχουν οι εκκλησίες του Αγ. Μάμμα, της Αγ. Φωτεινής, και λίγο πιο κάτω ο Αι Γιώργης και η Αγ. Κυριακή. Στον ευρύτερο χώρο γίνεται το μεγάλο πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου και γιαυτό υπάρχουν κάποιες εγκαταστάσεις, όπως «μαγκιπειό» (μαγειρείο) αποθήκες γεμάτες με όλα τα χρειαζούμενα για την παναμοργιανή εκδήλωση. Πλησιάζοντας τη Λαγκάδα, έχετε ωραία οπτική επαφή με τον μέχρι πρόσφατα εγκαταλειμμένο συνοικισμό της, το Στρούμπο που είναι χτισμένος στην απέναντι πλευρά του φαραγγιού πάνω σ’ έναν απόκρημνο βράχο. Φαίνεται η εκκλησία του Αγ. Νικήτα και αρκετά από τα πετρόχτιστα γκρεμισμένα οικοδομήματα. Τα ασπρισμένα που ξεχωρίζουν, είν’ αυτά που τα τελευταία χρόνια αγοράστηκαν από ξένους, αλλοδαποί οι περισσότεροι, που ήρθαν, αγάπησαν τον τόπο, επισκεύασαν τα σπίτια και σιγά – σιγά αναβιώνουν τον παλιό οικισμό, προς το παρόν, μόνο το καλοκαίρι. Το μόνο που ακούς εκεί πάνω είναι κάποια μακρινά κουδουνίσματα που περιτριγυρίζουν το μεγαλειώδες τοπίο που χάρισε η φύση σε αυτό το χωριό. Το ανεξήγητο των δώδεκα σπιτιών και των δεκατριών φούρνων του, περιπαίζει το τετράστιχο: «Όλος ο κόσμος [αλλού αναφέρεται η Λαγκάδα] να καεί κι ο Στρούμπος ν’ απομείνει, γιατί είναι τα σπίτια δώδεκα και δεκατρείς οι φούρνοι», θυμίζοντας παραλλαγή της παράδοσης που επικρατεί στον Άγιο Αχίλλειο Πρεσπών Φλώρινας, που έχει δέκα σπίτια, ότι, αν χτιστεί ενδέκατο, κάποιο άλλο θα γκρεμιστεί. 

Οι μεθυστικές μυρωδιές που βγαίνουν από την κουζίνα της κυρίας Αρτεμησίας στη Λόζα της Λαγκάδας θα σας κάνουν να αναλογιστείτε, όπως και εμείς, γιατί δεν ήρθατε να μείνετε κατ’ ευθείαν εδώ. Η σκιά που κρατά η αυλή, από τη θεόρατη φούξια μπουκαμβίλια προκαλεί μετά την πεζοπορία για στάση και ξεκούραση. Εκτός της γευστικής πανδαισίας των παραδοσιακών εδεσμάτων, του εξαιρετικά μυρωδάτου κόκκινου τοπικού κρασιού, διαθέτει και περιποιημένα καθαρά δωμάτια, ενώ ο Δημήτρης (ο γιος), πάντα πρόθυμος να δώσει πληροφορίες, για τις διαδρομές στην περιοχή. Οι ανεμόμυλοι που δεσπόζουν στη κορυφή του γυμνού ορεινού όγκου στον «Μαχό», και φαινόντουσαν από τον Θεολόγο πολύ μακριά, τώρα δεν απέχουν πάνω από μία ώρα, στα…πόδια σας εναπόκειται η γνωριμία μαζί τους. Προκαλούν με την παρουσία τους και για να τους φτάσετε στα 550 μ. υψ. του βουνού, υπάρχει πολύ καλό λιθόστρωτο μονοπάτι με κυκλική πορεία, που οδηγεί και στο εκκλησάκι του Γέρο Σταυρού, και σύντομα σας φέρνει στα απομεινάρια του δεύτερου σε μέγεθος συγκροτήματος ανεμόμυλων του νησιού, εκεί που στέκουν επτά πύργοι και οι βάσεις άλλων τριών. Έχουν χαμηλότερο ύψος από εκείνων της Χώρας, αλλά μεγαλύτερη διάμετρο, γεγονός που υποδεικνύει την ύπαρξη πιο ισχυρών ανέμων(45).

Πριν το πόλεμο εξυπηρετούσαν την εκτεταμένη και πλούσια παραγωγή της περιφέρειας Αιγιάλης, ενώ ο τελευταίος άλεθε μέχρι το 1974. Αυτά τα δείγματα της προβιομηχανικής εποχής θα έπρεπε να μην αφεθούν στη φθορά του χρόνου και των αέρηδων, έπρεπε με κάποιο τρόπο ή με πρόγραμμα της Ε.Ε. για την πολιτιστική κληρονομιά, να αναστηλωθούν και να προστατευτούν σαν κόρη οφθαλμού. Στην Κάρπαθο και τη Κρήτη τους πεταλόσχημους τους διατηρούν ακόμα εν λειτουργία! Γιατί όχι και εδώ, ή έστω, στη Χώρα; Η ευρύτερη περιοχή της Λαγκάδας πραγματικά αποκαλύπτει πίσω από τα βουνά της και μέσω των μονοπατιών της έναν μυστικό, αθέατο κόσμο, απείραχτο από επεμβάσεις πραγματικό στολίδι που αναβαθμίζει στα μάτια των περιηγητών την έννοια του χωριού σαν χώρο δράσης. Η γνωριμία με τον τόπο, οι δραστηριότητες, η φιλοξενία που επιφυλάσσουν οι κάτοικοι, αποτελούν σημείο αναφοράς για την έννοια του ταξιδιού και σαν τέτοια, θα σας μείνουν αξέχαστα.  

Η μεγάλη αμμουδιά του Όρμου της Αιγιάλης, ιδανικός προορισμός για οικογένειες με πιτσιρίκια που αφήνονται ελεύθερα στην παραλία για ανέμελο παιχνίδι, διαθέτει όλες τις υποδομές που είναι απαραίτητες, προσφέροντας ώρες ξεγνοιασιάς στην καθαρή θάλασσα. Επίσης, θα συναντήσετε το ενημερωμένο πρακτορείο τύπου, της Άννας Νομικού, που, εκτός από τον τύπο, θα βρείτε και τον οδικό – πεζοπορικό χάρτη του νησιού, την έκδοση της Ανάβασης, που είναι ότι πιο αξιόπιστο υπάρχει για την περιήγησή σας. Το σύνδρομο της ανάπτυξης είναι περισσότερο εμφανές και φανταχτερό από αλλού και αν η νυχτερινή διασκέδαση είναι ζητούμενο, τότε εδώ, θα βρείτε καταστήματα για όλα τα γούστα. Προς το ακραίο σημείο της παραλίας, στο ‘’Λακκί’’, στο ύψος του κάμπινγκ και εμπρός από τη μεγάλη αμμουδιά, είναι η θέση ‘’Δερίβα’’όπου σώζονται λιθόχτιστα τμήματα οικοδομημάτων ρωμαϊκών χρόνων, πιθανά λιμενικών εγκαταστάσεων ή καταστημάτων(46). Λίγο μετά τη ‘’Φωκιότρυπα’’ θα συναντήσετε διαδοχικά τις σχετικά άγνωστες, και γιαυτό γαλήνιες παραλίες Λεβροσού, Ψιλή Άμμο, Χόχλακα,που χρόνια τώρα τις ‘’ανακαλύπτουν’’ όλες τις ρομαντικές ψυχές και οι πεζοπόροι, μια που η πρόσβαση είναι μόνο με τα πόδια από φανερό μονοπάτι. 

Από το κάμπινγκ, η απόσταση μέχρι τα Θολάρια είναι 2,5 χλμ. Όσο ανεβαίνετε στον ανηφορικό δρόμο, τόσο η θέα μεγαλώνει μέχρι που φτάνετε στο διάσελο του βουνού Κουτουλός (433 μ. υψ.) που η θέα επιβάλλεται στη ματιά σας, αγκαλιάζοντας ολόκληρο τον πανέμορφο Όρμο, τη Λαγκάδα και τα περίχωρά της, φτάνοντας μέχρι τις πλαγιές της Σελλάδας, εκεί που βρίσκονται ο Άνω και ο Κάτω Ποταμός. Εδώ, είναι χτισμένα τα Θολάρια (220 μ. υψ.), ένας αληθινός βιγλάτορας, που εντυπωσιάζει με τα ολόλευκα ασβεστωμένα σπίτια του και τη πυκνή δόμηση. Τα δεκάδες στενά δρομάκια περιτριγυρίζουν και διασχίζουν τον οικισμό, ενώ είναι βέβαιο ότι θα μπερδευτείτε ανάμεσά τους όταν τα περπατήσετε. Η καλύτερη λύση είναι να αφήσετε τη μοτοσυκλέτα στην είσοδο του χωριού και να περπατήσετε. Δίπλα από χώρο στάθμευσης, περνά το καλοφτιαγμένο λιθόστρωτο, που έρχεται από τη Λαγκάδα, στη διαδρομή Νο4 με την ονομασία ‘’Μελανία’’ που περιγράψαμε πιο πάνω, περνά από την παλιά πετρόχτιστη πηγή, με πηγάδι στις Λεύκες και καταλήγει κάτω, στην παραλία της ‘’Φωκιότρυπας’’. Για ανθρώπους που αναζητούν ησυχαστήρια και μοναχικά ακρογιάλια, πολύ καλό μονοπάτι οδηγεί στον όρμο της Μικρής Βλυχάδας και με δυσκολία, (κλείνουν οι στράτες των βοσκών) φτάνει και στη Μεγάλη Βλυχάδα,δύο παραλίες ιδανικές για μεγάλη παρέα, αν υπάρχουν και προμήθειες, ακόμα καλύτερα. Επίσης, αν δεν θέλετε να περπατήσετε ρωτήστε στον Όρμο για το καΐκι που την καλοκαιρινή περίοδο κάνει τη διαδρομή – εκδρομή. 

Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων στα Θολάρια που ξεχώριζε από παντού, με τον θεόρατο μπλε τρούλο που φαίνεται απ’ τον Ποταμό, ακόμα κι’ απ’ τη Λαγκάδα με τα διπλά επιβλητικά κωδωνοστάσιά της είναι ένα πραγματικό στολίδι για το χωριό. Όλος ο πληθυσμός συμμετέχει στην μεγάλη γιορτή των Αγίων Αναργύρων (1η Ιουλίου), και ακόμα περισσότεροι μας προσκαλούν το Πάσχα, που λένε, θα μείνει για χρόνια χαραγμένη στη μνήμη μας, η κατάνυξη, οι μελωδικές ψαλμωδίες, οι προσφορές σε φαγητό και μυρωδάτο κρασί, αναφέρουν μάλιστα και μια συνήθεια, να ραίνουν την πομπή του επιταφίου με αρώματα. Η αποκαθήλωση αρχίζει στις 10:00 της Μεγάλης Παρασκευής και το μεσημέρι φιλεύουν τους επισκέπτες ψωμί, ελιές, χαλβά, και κόκκινο μυρωδάτο κρασί. Το απόγευμα βγαίνει ο επιτάφιος και η πομπή περνάει από τα στενά δρομάκια του χωριού κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο. Οι κάτοικοι απ’ έξω ραίνουν τους περαστικούς με αρώματα – κολόνιες. Το Μέγα Σάββατο τα βεγγαλικά, οι πολύχρωμες φωτοβολίδες, κυρίως όμως τα κεριά, η ευλάβεια, η κατάνυξη και η περισυλλογή, δημιουργούν μια αξέχαστη εμπειρία, που για καιρό θα συνοδεύει τη μνήμη όσων επισκεφθούν το νησί. 

Ο ναός για τον οποίο οι κάτοικοι είναι τόσο υπερήφανοι χτίστηκε πριν τον πόλεμο του 1940 με μελέτη και επίβλεψη μιας μεγάλης μορφής της Αμοργού, του αειμνήστου Γεωργίου Νομικού (1905 – 2003). Επιφανής ναοδόμος, με πατέρα ξυλογλύπτη εκκλησιαστικών έργων, απόφοιτος (1928), του τμήματος αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π., εργάστηκε στην υπηρεσία αναστηλώσεως και εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής του Υπουργείου Παιδείας υπό τους Κουντουριώτη και Ορλάνδο, ασχολούμενος με την επίβλεψη αναστηλωτικών εργασιών στο Άγιο Όρος και το Μυστρά. Το σύνολο των νέων ναών που μελέτησε και επόπτευε υπερβαίνει τους 115, ενώ, αν προστεθούν και εκείνοι για τους οποίους συνέταξε μελέτες αναστήλωσης, αποπεράτωσης κ.λπ., ξεπερνούν τους 240. Σπουδαία έργα κατά τη γνώμη του, στην Αμοργό, είναι οι Άγιοι Ανάργυροι στα Θολάρια και ο Άγιος Ονούφριος στην Αρκεσίνη(47). Δεινός μοτοσυκλετιστής, απο την δεκαετία του 1930, χρησιμοποιούσε στις συχνές μετακινήσεις του για την επόπτευση της κατασκευής των ναών μια μοτοσυκλέτα ARIEL.

Δίπλα από την εκκλησιά βρίσκεται το καφενείο – παντοπωλείο η ‘’Καλή Καρδιά’’, του Μιχάλη (Μιχαλιό) Οικονομίδη. Να δείτε αυτό το ζωντανό μουσείο, με τη μοναδική αισθητική από ζωγραφιστές κολοκύθες και διαρρύθμιση που παραπέμπει σε κατάστημα της δεκαετίας του ’60 και ίσως πιο πίσω. Είναι από αυτές τις αξιαγάπητες γωνιές που, όσο περνάει ο καιρός τόσο λείπουν από την καθημερινότητα, δίνοντας τη θέση τους σε πιο ‘’εμπορικές χρήσεις’’. Δοκιμάστε σπιτικό γλυκό του κουταλιού, ρακόμελο και ‘’ψημένη’’ ρακή, που αναδύουν ένα ξεχασμένο προ πολλού, φυσικό άρωμα. Από το ανοιχτό παράθυρο του καταστήματος φαίνεται η αρχαία Αιγιάλη. Η πρόσβαση είναι εύκολη, εφ’ όσον απομνημονεύσετε την τοποθεσία και το λόφο. Λίγο πριν το χώρο στάθμευσης (όπως έρχεστε από Όρμο), υπάρχει σήμανση που σας οδηγεί στον αφύλαχτο αρχαιολογικό χώρο. Η δεύτερη πινακίδα στην δστ. (+/- 500μ.) έχει πέσει, αλλά το στενό μονοπατάκι δεξιά σας, φαίνεται χαρακτηριστικά όπως και η ξερολιθιά. 

Σε ελάχιστα λεπτά θα φτάσετε το λόφο, πολύ κοντά από τη φυσικά οχυρή θέση Βίγλα, άλλοτε Παλαιόκαστρον(48)ή Παλιόκαστρο όπου βρίσκεται η αρχαία Αιγιάλη, μια από τις τρεις αρχαίες πόλεις του νησιού. Το όνομά της έζησε παραφθαρμένο ως Γιάλη και εκτός του ελληνιστικού οχυρωτικού τείχους, σώζει σημαντικά οικοδομικά λείψανα μέσα σε χωράφια και βοσκοτόπια, καθώς και επιγραφές χαραγμένες στους βράχους, που πιστοποιούν πως ο παλαιότερος οικισμός βρίσκεται στην ίδια θέση όπου αναπτύχθηκε η ομώνυμη πόλη από την αρχαϊκή περίοδο έως και την Ρωμαιοκρατία(49). Τα αναφερόμενα στις επιγραφές οικοδομήματα της πόλης όπως το Αγορανόμιον, το Αρχείον, τα ιερά κ.ά., παραμένουν άγνωστα, μόνο υποψίες για τη θέση του Θεάτρου και του Γυμνασίου υπάρχουν(50). Στην ανασύνθεση της ιστορίας, του πολιτεύματος του καθημερινού και του θρησκευτικού βίου της από τους ελληνιστικούς χρόνους (3ος αι. π. Χ.) έως τον 4ο αι. π. Χ., βοηθούν οι επιγραφές, τα νομίσματα, κυρίως χάλκινα, που έκοψε η πόλη κατά τον 3ο και 2ο αι. π. Χ., οι πύργοι και άλλα κινητά ευρήματα(51).  

Η έκπληξη για τους φυσιολάτρες έρχεται όταν γυρίσετε στη δστ. και αντί να επιστρέψετε στα Θολάρια πάτε δεξιά με κατεύθυνση το τελευταίο σπίτι στην άκρη του χωριού. Ο χωματόδρομος στρίβει δεξιά, προσπερνά το σπίτι αριστερά σας, στενεύει και σταματά εμπρός από στενό μονοπάτι. Ελαφρύ, χωρίς φορτίο enduro μπορεί να συνεχίσει (έχει σκαλάκια σε βράχο πιο κάτω), αλλά το καλύτερο, ως συνήθως, είναι η πεζοπορία. Δεξιά στην κορυφή του λόφου Γιστέρνες (288 μ. υψ.) στέκει ο ανεμόμυλος, η συνέχεια όμως της διαδρομής κατά μήκος της ξερολιθιάς σας φέρνει σε ένα εξαιρετικό τοπίο. Σε +/-300 μ. αριστερά σας είναι δυο λιθόχτιστοι στάβλοι, περάστε πάνω από το χαμηλό φράχτη και θα βγείτε μέσα στο μαντρί (με πρόβατα), όπου δεξιά σας πετράλωνο αυθεντικό, που πιθανόν χρησιμοποιείται ακόμα. Ξενίζουν λίγο τα κόκκινα βράχια και οι λαμπερές κόκκινες πέτρες, όμως, όταν προχωρήσετε πιο κάτω στο πέτρινο μονοπάτι, θα δείτε τον Όρμο της Αιγιάλης, και τον Ποταμό, όπως δύσκολα θα τον δείτε απ’ αλλού. Η διαδρομή από το κεντρικό μονοπάτι βγάζει στο εκκλησάκι του Άι Γιάννη του Χρυσόστομου και στη συνέχεια στο ακρωτήριο Πούντα με το φάρο. Από το φάρο μπορείτε να επιστρέψετε σε αχνό μονοπάτι προς τις παραλίες Χόχλακα, Ψιλή Άμμος, κ.λπ., μέχρι τη Φωκιότρυπα και τον Όρμο. 

Στα Θολάρια οι γυναίκες είναι ακόμα στο δρόμο, ζωγραφίζοντας με τον ασβέστη γεωμετρικά σχέδια, λουλούδια, που κάνουν στο σύνολό του τον οικισμό ακόμα πιο ευχάριστο. Ρωτήστε για το παραδοσιακό ελαιοτριβείο, μπορεί να είστε πιο τυχεροί από εμάς και να δουλεύει, έστω και αν αντί ελιές, να στύβει σταφύλια, που δίνουν αυτό το θεσπέσιο αρωματικό κρασί. Για το παλιό σιδηρουργείο του 1861 του μπάρμπα Ηλία Πρέκα μην ρωτάτε, έκλεισε, μια για πάντα, εξαφανίζοντας άλλο ένα παραδοσιακό επάγγελμα. Το τέλος της περιήγησης στο χωριό, καλό είναι να σας βρει στο ‘’Θαλασσινό Όνειρο’’, που η κυρία Σοφία κι’ ο Γιάννης Βεκρής βάζουν καθημερινά το μεράκι και την τέχνη τους στο ψητό κατσικάκι, την παραδοσιακή φάβα ή το απλούστερο, μεζέ και σπέσιαλ ρακόμελο, που ακούγεται δυνατό σαν ποτό αλλά δεν είναι, μάλλον προς το γλυκόπιοτο φέρνει. Δοκιμάστε το κρύο αλλά και ζεστό (ρακί βρασμένο με μέλι στο μπρίκι), με την έντονη μυρωδιά από το γαρύφαλλο. 

Αλήθεια είναι, ότι η ρομαντική «Απάνω Μεριά», μοιράζει απλόχερα έντονες συγκινήσεις που ξυπνούν και αγγίζουν τα συναισθήματα όλων των φυσιολατρών επισκεπτών. Θες είναι οι άνθρωποι, η φύση, (στην περιοχή βρίσκονται περισσότερα από εκατό είδη φαρμακευτικών φυτών – βοτάνων), τα μνημεία ή οι παραλίες, φεύγοντας, απ’ αυτόν τον τόπο, αισθάνεσαι πιο ‘’γεμάτος’’ από εμπειρίες, πιο γνωστικός. Τον πλούσιο φυσικό κόσμο που περιτριγυρίζει αυτή τη μεριά του νησιού κάτι σε ωθεί να μην τον εγκαταλείψεις ακόμα. Καλό είναι να δείτε ένα από τα λίγα παλιά χωριά της νήσου που διατηρεί ως τις μέρες μας το άρωμα του παλιού και σαν μούσα μαγεύει, αναμοχλεύοντας το παρελθόν, ξεσηκώνοντας τα συναισθήματα. 

Από την έξοδο της Γιάλης +/- 5,8 χλμ., υπάρχει ένας χωματόδρομος αριστερά σας, που σε δύο χλμ. σας φέρνει στον Ασφοντηλίτη,ένα ξεχασμένο αγροτικό χωριό που όμοιο του, δύσκολα θα βρείτε σε άλλο νησί του Αιγαίου. Από τη στιγμή που φεύγετε από τον κεντρικό δρόμο αρχίζοντας να ανηφορίζετε προς τον προορισμό σας, αριστερά σας συνοδεύει μέχρι ψηλά το ρέμα ‘’Ρουδά’’. Το καθαρά ορεινό αγριωπό τοπίο σε συνδυασμό με την όλο πέτρα και βράχια, που επικρέμονται στη διαδρομή μέχρι το χωριό, μπορεί και να σας κάνουν να ανατριχιάσετε, ειδικά όταν ταξιδεύετε μόνοι. Ο δρόμος ανοίχτηκε πριν τρία χρόνια και σταματά λίγο πιο κάτω από το Άγιο Νικόλαο και Άγιο Γεώργιο, το διπλό εκκλησάκι του χωριού, που απ’ ό,τι φαίνεται από τα οικοδομικά υλικά που βρίσκονται στον περιβάλλοντα χώρο, το επισκευάζουν και τ’ ασπρίζουν. Η θέση του χωριού αθέατη, πρέπει να είναι από τις παλιότερες αυτόνομες αγροτικές εγκαταστάσεις στην Αμοργό, αν κρίνουμε από τα πολλά σπίτια, (τα περισσότερα είναι ήδη λιθοσωροί), τα πηγάδια (ρωτήσαμε και το νερό τους είναι πόσιμο), και τις πανύψηλες ξερολιθιές που κατά κάποιο τρόπο τα προφυλάσσουν από τους αέρηδες. «Το ορεινό χωριό που γευματίσαμε είχε το μακρόσυρτο όνομα Ασφοντυλίτης. Είναι κτηνοτροφικό χωριό του τυροκομούν κι αποτελείται από χαμόσπιτα. Το σπίτι που καταλύσαμε ήταν γεμάτο με τυριά που στέγνωναν σε καλάμια, κρεμασμένα στους τοίχους με τρόπο ώστε να σχηματίζουν ράφια, που τα ονόμαζαν «Καλαμάκια». Σ’ αυτό το χωριό οι ηλικιωμένοι άντρες φοράνε μια αρχαία ενδυμασία, που αποτελείται από ένα περίεργο γιλέκο, μια κόκκινη σκούφια κι ένα πλεκτό κάλυμμα που κρέμεται από την μια πλευρά και το φτιάχνουν οι γυναίκες τους στο σπίτι, κλώθοντας το υλικό και βάφοντας το με ένα είδος βατόμουρου που βρίσκουν στους λόφους(52)». Έτσι περίγραψε τον Ασφοντηλίτη και τους κατοίκους του ο Άγγλος περιηγητής και αρχαιολόγος Τζέημς Μπέντ (James T. Bent) όταν ήρθε εδώ το 1884 για την μεγάλη γιορτή της Αμοργού, το Πάσχα. Ένα χρόνο αργότερα έγραψε το βιβλίο ‘’Οι Κυκλάδες, ή η ζωή με τους Έλληνες νησιώτες’’,  όπου περιέγραφε τη ζωή στο ελάχιστα γνωστό στους περιηγητές της εποχής νησί. 

Ο πολιτισμός των κωμοπόλεων είναι μακριά ενώ μια μικρή πεζοπορία θα φέρει στις αισθήσεις σας ξεχασμένους ήχους, μυρωδιές, και μια εκπληκτική θέαση του ανάγλυφου που κατηφορίζει προς τη θάλασσα, εκεί προς τον όρμο Σπαθί, στην άγρια και κάθετη πλευρά της Αμοργού. Η έντονη παρουσία της πέτρας στις κατασκευές και τα οικοδομήματα, και κάποια, λίγα, ασβεστωμένα σπίτια πνιγμένα στις τεράστιες φραγκοσυκιές κάνουν το τοπίο να φαντάζει εξωπραγματικό. Από την περιοχή περνά το μονοπάτι No1 ‘’Παλιά Στράτα’’ (υπάρχει σήμανση), που συνεχίζει από το ‘’Ξενοδοχειό’’ που αναφέραμε πριν, περνά τον Άγριλα έναν ακόμα εγκαταλειμμένο οικισμό, φτάνει εδώ, και λίγο πιο κάτω δρασκελίζει το διάσελο περνώντας έξω από το διάσπαρτο οικισμό της Όξω Μεριάς, με ανεμόμυλους, όπου ένα παρακλάδι του κατηφορίζει προς τα Χάλαρα, μια παρθένα ακτή (30’ η κάθοδος),  ενώ το μονοπάτι συνεχίζει προς το διάσελο του Αγίου Μάμα κατηφορίζοντας πια προς τους Αγ. Πάντες, για να καταλήξει στο μπαλκόνι του Άνω Ποταμού. «Οι τρεις ανεμόμυλοι της Όξω Μεριάς θα πρέπει να εξυπηρετούσαν και την εκτεταμένη αγροτική περιφέρεια των Χαλάρων, που μαζί με την Ρίζα είναι οι μοναδικές μόνιμες οικιστικές εγκαταστάσεις σε όλη τη νοτιοανατολική παρειά του νησιού. Τα σχολιαρόπαιδα του Ασφοντηλίτη και της Όξω Μεριάς έκαναν περίπου μια ώρα να φτάσουν από εδώ στο μονοτάξιο σχολείο στον Ποταμό(53)». Από αυτή τη θαυμάσια και τόσο συγκινητική επαφή με τον Ασφοντηλίτη φεύγετε πλουσιότεροι σε εικόνες μιας Αμοργού, που χάνεται στα βάθη του χρόνου. 

Σε 8,8 χλμ. από τον κεντρικό δρόμο είσαστε πάλι στη Χώρα. «Εκ’ τινος καταστίχου εμπόρου Γαβρά τω 1778 Αμοργίνου εξάγεται ότι πολλαί οικογένειαι(54) Αμοργίνων εξηλείφθησαν εντελώς. Ο Γαβράς ούτος εμπορεύετο μετά της Βενετίας νήματα, άτινα κατεσκευάζοντο εν Αμοργώ· εκόμιζε δ’ εκ Βενετίας υαλικά, άτινα έδιδεν αντί νήματος(55)». Σε αυτό το οικοδόμημα του 16ου αιώνα που γνωρίζουμε ως ‘’Πύργο Γαβρά’’, βρίσκεται η θαυμάσια Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού, δίπλα από την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, στην πλακόστρωτη ‘’μέση’’ (οδό), κοντά στην κεντρική πλατεία της Χώρας. Εδώ σήμερα στεγάζονται πολλά από τα ευρήματα των ανασκαφών και η ιδιωτική συλλογή του αμοργίνου Ελληνοδιδασκάλου Εμμανουήλ Ιωαννίδη (1823 – 1906). Το δυτικό τμήμα του συγκροτήματος με την ξακουστή «Σάλα του Γαβρά», δώρισε το 1963 η φιλόπατρις αμοργίνη Σόφη Γιαννακού στο Σύνδεσμο των Αμοργίνων. 

Η ανακατασκευή και οι εργασίες που ολοκληρώθηκαν το 1978, έγιναν με δωρεές πολλών φίλων της Αμοργού, Ελλήνων και ξένων, με τη συμπαράσταση του Συνδέσμου των Αμοργίνων και την προσωπική εργασία του αρχιμάστορα Μανώλη Δεσποτίδη, φύλακα αρχαιοτήτων(56). Τα εκθέματα ταξιδεύουν τον φιλομαθή επισκέπτη, από την ύστερη νεολιθική περίοδο (4η χιλιετία π.Χ.), ως τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, 4ος – 5ος αι. π.Χ. Ξεχωρίζουν τα δείγματα αρχαϊκής πλαστικής του 6ου αι. π. Χ. έργα Παριανών καλλιτεχνών, τμήματα κούρων, επιτάφιες στήλες, γλυπτά ελληνιστικών χρόνων, αρχιτεκτονικά κομμάτια και επιγραφές ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Όλα, εκτίθενται με την εξαίρετη τάξη που έχει καθιερώσει η καθηγήτρια της αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, κ. Λίλα Μαραγκού. Η πολύχρονη, πολύμοχθη προσπάθεια της ακούραστης ερευνήτριας ολοκληρώνεται με τον καλοτυπωμένο Οδηγό της Αρχαιολογικής Συλλογής Αμοργού που θα είναι ο σύντροφός σας, μαζί με την Κατερίνα Γιαννακού, τη φύλακα άγγελο και ξεναγό στη Συλλογή. 

Οι όμορφες παραλίες στα Κατάπολα, και το Ξυλοκερατίδι σας περιμένουν με τα αρμυρίκια και τους ευκάλυπτους να κρατούν καλή σκιά, ενώ από κοντά έρχονται τα παπιά που ‘’φωνάζουν’’ για φαΐ. Σε ολόκληρο τον όρμο των Καταπόλων λειτούργησε το πρόγραμμα του ΥΠΕΧΩΔΕ «Καθαρές Θάλασσες και Ακτές 2005 – 2006» εξασφαλίζοντας την ποιότητα των νερών. Οι παραλίες ξεκινούν με τη μεγάλη των ‘’Καταπόλων’’ ή ‘’Συνοδινού’’, φτάνει στην ‘’Ακτή Νεκροταφείο’’, ‘’Άγιο Παντελεήμονα’’ και ‘’Μαλτέζι’’, συνεχίζοντας προς ‘’Πλάκες’’ (Φανάρι), ένα ήσυχο μέρος με λεία βράχια – πλάκες, και ‘’Κάτω Ακρωτήρι’’. Στις πιο μακρινές απ’ αυτές πηγαίνουν καθημερινά εκδρομές ο Νομικός Αναστάσιος με το τρεχαντήρι ‘’Νατάσα’’, ο Γιώργος Γαβαλάς με τη ‘’Στάμου’’ και τον ‘’Αντώνιο’’. Και οι δύο ξεκινούν απ’ τα Κατάπολα (Βλ. παρακ. Πληροφορίες – Χρήσιμα). Η επόμενη στάση γίνεται στο όμορφο με πέτρινη επένδυση κτήριο που στεγάζει το φωτογραφικό εργαστήριο και πρακτορείο τύπου στα Κατάπολα, το ‘’Υπέρυθρο’’, του Ευθύμιου Μάρκου, για ενημέρωση εφημερίδες, μπαταρίες φωτογραφικής μηχανής. Έχει βραδιάσει για τα καλά, όταν μπαίνουμε στο στενό δρομάκι που οδηγεί στην Παναγία Καταπολιανή, όπου βρίσκεται το ενημερωμένο βιβλιοπωλείο του Τάσσου Πέππα, με αρκετές εκδόσεις για το νησί, κάτι που θα σας φανεί εξαιρετικά χρήσιμο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της περιήγησης.

Το μεγάλο και πολύβουο λιμάνι στα Κατάπολα, είναι διαφορετικό αυτή την ώρα, αποπνέει ηρεμία, ησυχάζει, όπως όλο το τοπίο, και οι άνθρωποι, μόνο απ’ ένα βαρκάκι ακούγεται ο βαρύς μπάσος ρυθμός της μηχανής καθώς ξανοίγεται στ’ ανοιχτά. Φαίνεται πάει για ψάρεμα. Από την πρώτη στιγμή της επίσκεψης στην Αμοργό γίνεται εμφανής η γενναιόδωρη φιλοξενία των ανθρώπων. Αυτή η ιδιαιτερότητα εν μέσω καλοκαιρινής περιόδου δίνει τη δυνατότητα στον περιηγητή να μυηθεί στην καθημερινότητα του τοπικού στοιχείου μέσα από το προσωπικό του βίωμα. Ευχή για το μέλλον του νησιού, από κάποιους που πέρασαν, είναι ότι όλοι κάποια στιγμή πρέπει να αντιληφθούν το νόημα της αληθινής ανάπτυξης. Αυτό, πρέπει πρωτίστως να βασιστεί στη διαφύλαξη και τη συνετή χρήση των πλούσιων φυσικών και πολιτιστικών χαρακτηριστικών της Αμοργού, του αγροτικού τοπίου μη εξαιρουμένου, μάλιστα θα λέγαμε ότι αποτελεί την κύρια αναπτυξιακή συνιστώσα.

Όπως γίνεται σε κάθε αγαπημένο τόπο, θα επιστρέψουμε, άλλωστε έχουμε να ξεναγηθούμε, εκτός απ’ τα Κατάπολα με την αρχαία Μινώα, και στην Κάτω Μεριά με τις όμορφες παραλίες……

Ευχαριστώ τους: Γιάννη Δεσποτίδη φύλακα αρχαιοτήτων, Νικήτα Βασσάλο εκπαιδευτικό και τον Νίκο Πράσινο πρόεδρο του Συνδέσμου Αμοργίνων για την αμέριστη συμπαράσταση και τη λύση όλων αποριών που εκφράστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μου στην Αμοργό αλλά και κατά τη διάρκεια συγγραφής του παρόντος. 

Σημειώσεις:

(1) Το όνομα Αμοργός, το επικρατέστερο από τα πολυάριθμα αρχαία ονόματα, διατηρήθηκε αναλλοίωτο, αλλά δεν γνωρίζομε με βεβαιότητα την προέλευση και τη σημασία του: Λίλα Ι. Μαραγκού, Αμοργός Ι – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, έκδοση: Ή εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα (2002) 3, βλ. σημ. 2.

(2) Μια εξαιρετικά αναλυτική έκδοση – μελέτη για το νησί, κυκλοφόρησε πρόσφατα (Αθήνα 2005) από το ίδρυμα Νικολάου Π. Γουλανδρή με τίτλο: Ο «Θησαυρός της Κέρου» της αρχαιολόγου Πέγκυς Σωτηρακοπούλου.

(3) Το μέγεθος της εργασίας είναι βέβαιο ότι ενδιαφέρει, όμως είναι τεράστιο. Μικρή παρουσίαση δείτε στο: Λίλα Ι. Μαραγκού, «Η Τρίπολις Αμοργός», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 4 – 7, στο Αφιέρωμα «Αμοργός» 1 – 31, και αναλυτικά: Μαραγκού ο.π. (2002) 3 – 102. 

(4) Μαραγκού ο.π. (2002) 9 σημ. 29 με βιβλιογραφία.

(5) Α. Μηλιαράκη, «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων κατά μέρος. Αμοργός» 4η  έκδοση στο περ. Αμοργιανά, έτος πρώτο, τ. 1, Αθήνα (1995), 55.

(6) Μαραγκού ο.π. (2002) 3, 4, βλ. σημ. 3,4,5,6,7 με βιβλιογραφία.

(7 )Μαραγκού ο.π. (2005) 5, 6, και Μαραγκού, (2002), 69 με βιβλιογραφία.

(8)Μαραγκού ο.π. (2002) 91 με βιβλιογραφία.

(9)Μαραγκού ο.π. (2002) 88.

(10)  Το καλοκαίρι του 2005 που επισκεφθήκαμε την Αμοργό, στο άλλοτε κοινοτικό κατάστημα στεγαζόταν το Δημαρχείο, σήμερα (14/2/06) μου μεταδόθηκε τηλεφωνικά ότι το Δημαρχείο μεταφέρθηκε (Αύγουστο ’05) στη ‘’Κάτω Γειτονιά’’, στην αρχή του πεζόδρομου σε καινούργιο κτήριο.

(11)  Μαραγκού ο.π. (2002) 87.

(12) Στέφανος Νομικός, «Μύλε μου Καλογερικέ», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 21, στο αφιέρωμα «Αμοργός», 1 – 31.

(13) Φοίβος Ι. Πιομπίνος, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα (1984) 359.

(14) Μαρία – Χριστίνα Γεωργαλή, «Σπίτι όσον να χωρείς», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 19, στο αφιέρωμα «Αμοργός», 18 – 20.

(15) Θωμάς Συνοδινός, «Αγιογράφοι στην Αμοργό», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 28, στο αφιέρωμα «Αμοργός» 28 – 29. Πιομπίνος ο.π. (1984), 367.

(16) Τάσος Αναστασίου – Πολιτιστική Εταιρία Αρχιπέλαγος, Αμοργός, Διαδρομές Πολιτιστικού Ενδιαφέροντος, χάρτης σε κλίμακα 1:10.000, παραγωγή Δήμος Αμοργού – Νομ. Αυτ. Κυκλάδων, έκδοση Αναπτυξιακή Εταιρία Κυκλάδων Α.Ε. (2001) βλ. χάρτη Α, μονοπάτι Νο1: ‘’Παλιά Στράτα’’.

(17) Μαραγκού ο.π. (2002) 83.

(17α) Μαραγκού ο.π. (2002) 83, με βιβλιογραφία. Λίλα Ι. Μαραγκού, Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, έκδοση: Ιερά Μονή Χοζοβιώτισσας, Αθήνα (1991) 23. Δείτε στο: www.bibleplaces.com/wadiqilt.htm τη Μονή του Αγίου Γεωργίου Χοζιβά, χτισμένη το 480 μ.Χ., σε παρόμοιο απόκρημνο τόπο. Καταστράφηκε από τους Πέρσες το 614 και ξαναχτίστηκε την περίοδο των σταυροφοριών. Αναστηλώθηκε από τον πατέρα Καλλίνικο σε διάρκεια εικοσιτριών χρόνων (1878 – 1901), σήμερα λειτουργεί και είναι ένα από τα δεκάδες επισκέψιμα μνημεία στα περίχωρα της Ιεριχούς. Επίσης: Κατερίνα Ασιμή, «Η Μονή Παναγίας Χοζοβιώτισσας στην Αμοργό» στο περ. Παριανά, έτος εικοστό έκτο, τ. 99, Αθήνα (2005), 407 – 408.

(18) Joseph Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702, μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο (2003) 258.

(18α) Tournefort ο.π. 257.

(19)  Μαραγκού ο.π. (2002) 83, με βιβλιογραφία.

(20) Μαραγκού ο.π. (1991) 39. Χαράλαμπος Μπούρας, «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου» στο συλλογικό έργο: Το Αιγαίο – Επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (1995) 130.

(21)  Το 1952 η κυβέρνηση Πλαστήρα προσπάθησε μήνες να πετύχει την συγκατάθεση της εκκλησίας για να παραχωρήσει μέρος της ακίνητης περιουσίας της. Τότε περισσότερα από 600.000 στρ. βοσκοτόπων και 150.000 στρ. αγροτικών καλλιεργειών ήρθαν στα χέρια του κράτους. Σε αντάλλαγμα δόθηκαν μεγάλες εκτάσεις στην Αττική.

(22)  Μαραγκού ο.π. (1991) 39.    

(23)  Μαραγκού ο.π. (1991) 44.  

(24)  Μαραγκού ο.π. (1991) 47. Μύρταλη Αχειμάστου – Ποταμιάνου, «Η βυζαντινή τέχνη στο Αιγαίο» ο.π. σημ 20, Το Αιγαίο, Αθήνα (1995) 155.

(25)  Τμήμα από την ομιλία – εισήγηση του δημοσιογράφου κ. Ηλία Προβόπουλου, στο 3ο Διεθνές Συνέδριο Πολιτισμού και Τουρισμού «ΥΠΕΡΙΑ 2005», με οργανωτές τον «Πολιτιστικό Σύλλογο Θολαρίων», Αιγιάλης και το Ξενοδοχείο «Αιγιαλίς» που έγινε στην Αμοργό (5 – 10 Μαΐου 2005, αίθουσα «Αμβροσία»), με θέμα «Πολιτιστικές Διαδρομές Αμοργού – Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού». Δημοσιεύτηκε στο ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’Γεωτρόπιο’’, (τ.263) 50 - 59, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Μ. Παρ – Μ. Σάβ. 29 – 30 Απριλίου 2005) 55.

(26)  Τάκης Κατσιμάρδος, «Το ρήγμα της Αμοργού γέννησε το ’56 τσουνάμι» εφημερίδα Αθηνών Έθνος, Κυριακή 11 Ιανουαρίου (2005) 52, 53.

(27)  Μαραγκού ο.π. (2002) 99.

(28) Αλέξανδρος Κυριακόπουλος, «Ναυτίλος στο Αιγαίο» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’Γεωτρόπιο’’, (τ.268) 36-47, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 4 Ιουνίου 2005) 44.

(29) Αναστασίου ο.π. (2001) βλ. χάρτη Β, μονοπάτι Νο2: ‘’Φωτοδότης’’.(30) Τ. Αδαμακόπουλος – Π.Ματσούκα, Αμοργός, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης σε κλίμακα 1:35.000, έκδοση Ανάβαση, Αθήνα (2004) βλ. διαδρομή 2.

(31)  Μαραγκού ο.π. (2002) 50.

(32)  Μαραγκού ο.π. (2002) 59.

(31)  Μαραγκού ο.π. (2002) 10, 17, 19.

(32)  Αναστασίου ο.π. (2001) βλ. χάρτη Δ, μονοπάτι Νο4: ‘’Μελανία’’. Αδαμακόπουλος – Ματσούκα ο.π. (2004) βλ. διαδρομή 4.

(33)  Μηλιαράκη, ο.π. 71 – 76. Νικήτα Βασσάλου, «Η Αμοργός τον καιρό της πειρατείας» στο: περ. Αμοργιανά, έτος δέκατο, τ. 11, Αθήνα (2005) 29 - 34. Για την πειρατεία γινόντουσαν συχνές αναφορές των κατοίκων προς τη διοίκηση. Μεταξύ των πολλών και αυτή που αναφέρουμε για την Αμοργό. βλ. Ν. Κεφαλληνιάδη, «Μαρτυρίες θυμάτων πειρατικών επιδρομών από έγγραφα της εποχής», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, 2-32 της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή Κυριακής 16 Φεβρουαρίου (1997) 13. επιμέλεια: Ελευθερία Τράϊου. 

(34) Βασσάλου ο.π. (2005), 48 – 50.

(35) Νικήτα Βασσάλου, «Η Εκκλησία του Θεολόγου στην Αιγιάλη» στο: περ. Αμοργιανά, έτος έβδομο, τ. 8, Αθήνα (2002) 14.

(36) Βασσάλου ο.π. (2004) 14.

(37) Νίκος Σβορώνος, «Μια αναδρομή στην ιστορία του Αιγαιακού χώρου», ο.π. Το Αιγαίο, Αθήνα (1995) 47.

(38) Μαραγκού ο.π. (2002) 82.

(39)  Άγγελος Σινάνης, «Ευρυτανία – Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ.6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2004) 121, σημ 3.

(40) Βασσάλου ο.π. (2002) 15, 16.

(41) Αχειμάστου – Ποταμιάνου, ο.π. (1995) 136, 137.

(42) Βασσάλου ο.π. (2002) 32.

(43) Για τη διακοπή του γλεντιού υπάρχει μια εκδοχή που καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2006. Αυτή, αναφέρει ότι σε γλέντι με μουσικούς και όργανα προέκυψε ένας καυγάς. Σε όλη τη διάρκειά του οι πανηγυριστές έβλεπαν το μεγάλο μανουάλι, που ήταν στηριγμένο σε σταθερή βάση, να κινείται σαν εκκρεμές. Σταμάτησε μόνο όταν ηρέμησαν τα πνεύματα. Με αυτόν τον τρόπο, λένε, το θείο δήλωσε την αντίθεσή του στα όργανα. Έτσι, εδώ και περίπου 60 χρόνια το πανηγύρι γίνεται χωρίς μουσική. Ηλία Προβόπουλου, «Στο άβατο της Αμοργού», ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό Γεωτρόπιο (τ.333), της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2006).

(44) Μηλιαράκη ο.π. 23.

(45)Νομικός ο.π. 21.

(46) Μαραγκού ο.π. (2002) 65, 66.

(47)Συλλογικό, του Συνδέσμου Αμοργίνων, «Μεγάλες Μορφές της Αμοργού - Γεώργιος Νομικός» στο: περ. Αμοργιανά, έτος ένατο, τ.10, Αθήνα (2004) 33 – 35.

(48) Μαραγκού ο.π. (2002) 4 με βιβλιογραφία.

(49)Μαραγκού ο.π. (2002) 24, 25 με βιβλιογραφία.

(50) Μαραγκού ο.π. (2002) 33, 38 με βιβλιογραφία.

(51) Λίλα Ι. Μαραγκού,«Μικρές Κυκλάδες - Αμοργός», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (2005) 292.

(52) Τζέημς Μπεντ, Η Αμοργός το 1885 από το βιβλίο «Κυκλάδες ή η ζωή με τους νησιώτες», μτφ. Νίκος Νικητίδης, έκδοση της εφημερίδας Αμοργού: Το κάστρο της Αμοργού, Αμοργός (2005) 41, 42. Πρώτη έκδ. Λονδίνο 1885: Longmans, Green, James T. Bent, The Cyclades, or Life among the Insular Greeks, Δεύτερη εκδ. Σικάγο 1965: Argonaut Inc, Aegean Islands: The Cyclades, or Life among the Insular Greeks.

(53)Πηνελόπη Ματσούκα, «Μέσα από τα παλιά μονοπάτια», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 29 Μαΐου 2005) 24, στο Αφιέρωμα «Αμοργός» 22 – 25.

(54) Την λέξη «οικογένεια», την συναντάμε πρώτη φορά σε αχρονολόγητο έγγραφο της Αμοργού. Στέφανου Κουμανούδη, Λεξικό, τύποις Π.Δ. Σακελαρίου, εν Αθήναις (1900) 714, όπου αναφέρει ότι το βρήκε στην σελ 632 του Δελτίου της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας. Βλ. Κάρολος Μπρούσαλης, «Χωρίς ‘’οικογένεια’’ οι αρχαίοι», εφημερίδα Αθηνών Έθνος, (φ.1216, σελ 56) Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2006.

(55) Μηλιαράκη ο.π. 37.

(56 )Λίλα Ι. Μαραγκού, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού Ι, έκδοση: Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου, Αθήνα (1999) 23.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Θέση: 25ο 54’ ανατολικό, 36ο 51’ βόρειο. Έκταση: 121,4 τ.χ., χωρίς τα 17 γειτονικά νησιαία εδάφη της: Νικουριά (2,755 τ.χ.), Γραμπονήσι ή Άτιμο (0,162 τ.χ.), Γραμβούσα (0,831 τ.χ.), Φελούκα (0,006 τ.χ.), Παρασκοπός ή Πρόσκοπος (0,006 τ.χ.), Πρόσκοπος ή Ψαλίδα (0,006 τ.χ.), Πεταλίδα (0,074 τ.χ.), Κισήρι (0,015 τ.χ.), Μεγάλο Βιόκαστρο (0,034 τ.χ.), Μικρό Βιόκαστρο (0,005 τ.χ.), Εξωμιά (0,002 τ.χ.), Κάτω Αντικέρι ή Δρίμα (1,050 τ.χ.), Άνυδρος ή Αμοργοπούλα (1,144 τ.χ.) Μονόπετρα ή Φώκια (0,002), Πλάκα ή Αφροκοπή (0,061 τ.χ.), Σμέρνα (0,004 τ.χ.) και τις δύο νησίδες Λιάδι (0,334 τ.χ.), πριν την Κίναρο, (η τελευταία αν και αποτελούσε βοσκότοπο για τους παλιούς Αμοργιανούς, ανήκει σήμερα στα ‘’Δωδεκάνησα’’), Λέβιθα με τις νησίδες Λάρος και Μαύρα. Πηγή (αφορά την έκταση των νησίδων): Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν. βάσει των στοιχείων που προκύπτουν από τις μέχρι πρόσφατα (Μάιος 2006) ενημερώσεις του ηλεκτρονικού αρχείου της. Αυτά τα εδάφη αποτελούν μικρά αλλά πολύτιμα κομμάτια ελληνικής γης, κομμάτια από την ταυτότητά μας και βέβαια ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα της επικράτειας. Για την αξιομνημόνευτη χρησιμότητά τους δείτε: Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης, Η πολυσήμαντη Σπουδαιότης των Νησαίων Εδαφών, Τήνος 1999.

Ακτογραμμή: 126 χλμ., Υψόμετρο: 0 – 823 κορυφή Χωραφάκια Κρούκελου,  Πληθυσμός: 1854 κατ. (’01), Πρωτεύουσα: Αμοργός ή Χώρα, Νομός: Κυκλάδων, επαρχία: Νάξου, Απόσταση από Πειραιά 103 ν.μ.  – 5ω 30’, (Νάξος), Απόσταση από Νάξο 36 ν.μ – 4ω, (κατ’ ευθείαν Πειραιάς – Κατάπολα 138 ν.μ.), Κατάπολα - Αιγιάλη 9 ν.μ.

Πληθυσμιακή ανέλιξη Αμοργού: Απογραφή 1896 / 3561 κάτοικοι, Απογραφή 1940 / 3069 κάτοικοι, Απογραφή 1991 / 1630 κάτοικοι, Απογραφή 2001 / 1858 κάτοικοι.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22850, Ταχυδρομικός Κώδικας: Αμοργός Κυκλάδων 84 300 Νάξος.

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.amorgos.net Ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια πολλά, δεν θα δυσκολευτείτε καθόλου. Ζητήστε λίστα από το Σύλλογο Επαγγελματιών Αμοργού 74133, επίσης από τον Σύνδεσμο Επαγγελματιών Αιγιάλης 73200. Κατάπολα: ‘’Villa Katapoliani’’ 71064, 71054, Πανσιόν Amorgos 71013, 71121, Χώρα: Σταμάτης Μαύρος ‘’η Αμοργός’’ 71814, 74129, Νικήτας Γαβαλάς ‘’Πανόραμα’’ 71606 - 7, 74016, Θεολογίτης Μιχαήλ ‘’Χώρα’’ 71204, Αιγιάλη: Ξενοδοχείο ‘’Αιγιαλίς’’ 73393, 5,  

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Δημοτικό Καταπόλων 71802, Γιαννακός Ηλίας 71277, 71012, 74134, www.kastanis.com, Αιγιάλη 73500. Σε όλα τα ορεινά και στα ξωκλήσια. Προσοχή, μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Εστιατόρια, Ψησταριές παντού. Κατάπολα Νομικός Μιχάλης 71312, Χώρα μεζεδοπωλείο ‘’Τσαγγαράδικο’’, Θολάρια ‘’Καλή Καρδιά’’ Οικονομίδης Μιχάλης 73457, ‘’Θαλασσινό Όνειρο’’ Σοφία & Γιάννης Βεκρής 73345, Λαγκάδα + Δωμάτια ‘’η Λόζα’’ Αρτεμισία Δενδρινού 73315. 

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ:. Δήμος Αμοργού 71100, 74035, fax: 71246, ΚΕΠ: 74100, Δ.Δ. Καταπόλων 71257, Δ.Δ. Αιγιάλης 73350, Δ.Δ. Θολαρίων 73390, Αστυνομία: Χώρα 71210, Αιγιάλη 73320, Α’ Βοήθειες: Κατάπολα 71805, Πολυδύναμο Περιφερειακό ιατρείο στη Χώρα 71207, Αιγιάλη 73222, Φαρμακεία: Χώρα 74166, Αιγιάλη 73173, και ελικοδρόμιο, Συνεργείο Βουλκανιζατέρ Auto: Χώρα Πέτρος Θεολογίτης 71030, Αιγιάλη: Βλαβιανός Ελευθέριος 73569, 6973384308, Μοτο: Πολυκρέτης Γιώργος, Χώρα Νάξου, 24872. Στις ενοικιάσεις μοτοποδηλάτων – μοτοσυκλετών μπορούν να βοηθήσουν για κάτι απλό: Evi’s 71663, Καραμπινέσης Θωμάς 71777, Κωβαίος Γιώργος 74009, Τσιούκης Φώτιος 74301, 2,  Να έχετε μαζί σας δύο Fast.

ΧΡΗΣΙΜΑ: Στους θαλάσσιους αγώνες για το 2006  περιλαμβάνεται και το πενθήμερο 43ο Ράλλυ Αιγαίου, που ξεκινά 14/7/06 (16:00) από το Φάληρο, φτάνει Αμοργό, και την άλλη μέρα 17/7/06 (10:00), συνεχίζει τη διαδρομή προς Σάμο. Εκδρομές στις παραλίες: Νομικός Αναστάσιος με το τρεχαντήρι ‘’Νατάσα’’ 74145, 6937145489, Γιώργος Γαβαλάς με τη ‘’Στάμου’’, και τον ‘’Αντώνιο’’ 6974018065. I. M. Παναγίας Χοζοβιώτισσας: 71274, 71139, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού – Μουσείο: 71831. Το 1885 ήρθαν στο φως κεραμικά και μαρμάρινα ευρήματα, που μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας: Πατησίων 44, Εξάρχεια 2108217717, επίσης στο: www.culture.gr του Υπ. Πολιτισμού, στο ευρετήριο, έχετε τη δυνατότητα να ‘’δείτε’’ τη Ι. Μ. Χοζοβιώτισσας, τη Μινώα κ.ά. Τράπεζες με Α.Τ.Μ. στην Νάξο. Πρακτορεία τύπου: Αιγιάλη, Άννα Νομικού 73001, Κατάπολα,‘’Υπέρυθρο’’, Ευθύμιος Μάρκου 71722, Βιβλιοπωλείο: Τάσσος Πέππας 71839, www.musicandbookstore.com Τα αγροτικά προϊόντα του νησιού και ειδικότερα το αμοργιανό κρασί, φημίζονται για την εκλεκτή ποιότητα τους, επίσης, το χωρίς συντηρητικά ‘’Αμόργιον’’ δηλ. «ψημένη ρακή». 

ΠΡΟΣΒΑΣΗ:  Από Λαύριο NEL Lines 2104115015, Από Νάξο για Δονούσα με τον θρυλικό ‘’Σκοπελίτη’’ κάθε Δευτ – Τετ – Πέμ – Σαβ ώρα 15:00 τον χειμώνα. Από 16 Ιουλίου καθημερινά. Δρομολόγια και αλλαγές δείτε: www.schinousa.gr/schinousa_transport.html

Από Πειραιά για Αμοργό 4 φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, 1 τον χειμώνα με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 06) 23,80 EUR το άτομο, 10,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 15,10 EUR πάνω από 250 cc. Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, Λιμεναρχείο Νάξου 2285022300, δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (ανταπόκριση για Πάρο ή Νάξο) 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω – 250 ν.μ.  Το συντομότερο ταξίδι είναι Πειραιάς - Νάξος (μέσω Πάρου) με τα highspeed I, II, III, IIII, διάρκεια ταξιδιού 4ω. Από εκεί αναλαμβάνει το «Express Skopelitis» με 10,00 EUR το άτομο & 5 EUR η μοτοσυκλέτα ανεξαρτήτως κυβισμού. Πρακτορείο εισιτηρίων για τον Σκοπελίτη στη Νάξο: ΖΑΣ travel 2285023330. Πρακτορείο εισιτηρίων και πληροφορίες για τα δρομολόγια και τις ανταποκρίσεις στην Αμοργό ‘’Πρέκας’’ - Θεολογίτου Ζωή 71256, fax: 74119, Συνοδινός Νίκος 71201, 71747.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: ΕΚΟ 71050, ΕΛΛΙΝΟΙΛ 73541.

ΧΑΡΤΕΣ: Εξαιρετική εργασία ο δίγλωσσος πλαστικοποιημένος «Περιηγητικός και Πεζοπορικός χάρτης. Αμοργός, σε κλίμακα 1:35.000». Έκδοση «Ανάβαση» 2004. Στοά Αρσακείου 6Α, Αθήνα 2103218104. Στο πρακτορείο Πρέκα στα Κατάπολα θα βρείτε την Ασπρόμαυρη φωτοτυπία του Χάρτη «Αμοργός» του Γερμανού Dr. GeorgPerreiter (Αγγλική έκδοση) με πληροφορίες για τα μονοπάτια. Πριν χρόνια ήταν ο μοναδικός καλός για το νησί, σήμερα είναι για συλλογή.

ΒΙΒΛΙΑ: Λίλας Ι. Μαραγκού, Αμοργός Ι – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια», Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 228, Αθήνα 2002, σελ 391, διαστάσεις 21Χ28 εκ. Έγχρωμες φωτογραφίες, πολυτονικό. Το απόλυτο, ελκυστικό και καλοτυπωμένο βιβλίο. Αν δεν το βρίσκετε στην Αθήνα, δοκιμάστε στο βιβλιοπωλείο του Τάσσου Πέππα στην Αμοργό 71839, www.musicandbookstore.com

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΑΜΟΡΓΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες 

  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, έκδοση: Ιερά Μονή Χοζοβιώτισσας, Αθήνα 1991.
  • Χ α ρ ά λ α μ π ο ς   Μ π ο ύ ρ α ς, «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου», Μ ύ ρ τ α λ η   Α χ ε ι μ ά σ τ ο υ – Π ο τ α μ ι ά ν ο υ, «Η βυζαντινή τέχνη στο Αιγαίο» στο συλλογικό έργο: Το Αιγαίο – Επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1995.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού Ι, έκδοση: Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου, Αθήνα 1999.
  • T a s s o s   A n a s t a s i o u – Archipelagos Cultural Corporation, A Travelogue of Amorgos, Book and Hiking Map 1:10.000, Produktion: Prefecture of Cyclades – Amorgos Municipality – Regional Development Agency of Cyclades, Cyclades 2001.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αμοργός I – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 228, Αθήνα 2002.
  • J o s e p h  P i t t o n  d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς   Α δ α μ α κ ό π ο υ λ ο ς  –  Π η ν ε λ ό π η   Μ α τ σ ο ύ κ α, Αμοργός, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης σε κλίμακα 1:35.000, έκδοση Ανάβαση, Αθήνα 2004.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, «Μικρές Κυκλάδες - Αμοργός», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2005.
  • Τ ζ έ η μ ς  Μ π ε ν τ, Η Αμοργός το 1885 από το βιβλίο «Κυκλάδες ή η ζωή με τους νησιώτες», μτφ. Νίκος Νικητίδης, έκδοση της εφημερίδας Αμοργού: Το κάστρο της Αμοργού, Αμοργός 2005.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Α ν τ ω ν ί ο υ   Μ η λ ι α ρ ά κ η, «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων. Αμοργός» Δ’ έκδοση στο περ. Αμοργιανά, έτος πρώτο, τ. 1, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 1995.
  • Ν ι κ ή τ α ς  Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Εκκλησία του Θεολόγου στην Αιγιάλη» στο: περ. Αμοργιανά, έτος έβδομο, τ. 8, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2004.
  • Συλλογικό, του Συνδέσμου Αμοργίνων, «Μεγάλες Μορφές της Αμοργού - Γεώργιος Νομικός» στο: περ. Αμοργιανά, έτος ένατο, τ. 10, Αθήνα 2004.
  • Ά γ γ ε λ ο ς  Σ ι ν ά ν η ς, «Ευρυτανία – Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα 2004.
  • Ν ι κ ή τ α ς  Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Αμοργός τον καιρό της πειρατείας» στο: περ. Αμοργιανά, έτος δέκατο, τ. 11, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2005.
  • Εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακής 29 Μαΐου 2005, (έτος 86ο, φύλλο 25.911), ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό Επτά ημέρες, αφιέρωμα στην Αμοργό, επιμέλεια: Ελευθερία Τράϊου.
  • Α λ έ ξ α ν δ ρ ο ς   Κ υ ρ ι α κ ό π ο υ λ ο ς, «Ναυτίλος στο Αιγαίο» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’ΓΕΩ’’, (τ.268), της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 4 Ιουνίου 2005).

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Κ α τ ε ρ ί ν α  Ρ ω μ ι ο π ο ύ λ ο υ, «Πανάρχαιο λιμάνι η ανεμόεσσα Αμοργός» εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 1999.
  • Τ ά κ η ς   Κ α τ σ ι μ ά ρ δ ο ς, «Το ρήγμα της Αμοργού γέννησε το ’56 τσουνάμι» εφημερίδα Αθηνών Έθνος, Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2005.

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (13484 λέξεις)

ΚΑΣΤΟΡΙΑ – ΛINOTOΠI – ΑΓΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ – ΒΕΤΕΡΝΙΚΟ – ΓΡΑΜΜΟΥΣΤΑ – ΜΟΣΧΟΠΟΛΗ

(Γράμμος 5η εργασία από 8)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2006

Ιχνηλατώντας το Γράμμο των Ανθρώπων

Η Δυτική Μακεδονία είναι η πλέον νευραλγική περιοχή της Ελλάδας, με μια θάλασσα κορυφών που ξεπετάγονται από ατέλειωτους ορεινούς όγκους, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με σπάνιας ομορφιάς οδικές και πεζοπορικές διαδρομές. Αυτές, διασχίζουν ένα ποικιλόμορφο ανάγλυφο με στενές διαβάσεις, φαράγγια, ποτάμια και ρέματα, ενώ τα τελευταία χρόνια το άνοιγμα μεγάλων δασικών δρόμων κάνει ακόμα πιο εύκολη την εξερεύνηση των βουνών και της ιστορίας τους. 

Ξεχωριστή σημασία έχει το θαυμάσιο ορεινό συγκρότημα του Γράμμου που σε κάθε βήμα, σε κάθε χιλιόμετρο, φανερώνει απέραντα υγιή δάση, τα οποία καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις. Το εξ’ ίσου άφθονο υδάτινο στοιχείο ευνοεί τη διαβίωση πλούσιας πανίδας συμπληρώνοντας αρμονικά το θεάρεστο έργο της φύσης, συνθέτοντας ίσως, το πιο πλούσιο σύνολο, στην πιο όμορφη, δυσπρόσιτη και, γιαυτό αλώβητη από επεμβάσεις, περιοχή της πατρίδας μας. 

Ο ευρύτερος χώρος του Γράμμου με υψόμετρα που κυμαίνονται από 600 μέτρα (μ. στο εξής), έως 2520 βρίσκεται στη βόρεια απόληξη της οροσειράς της Πίνδου, και πρόκειται, σύμφωνα με τις τοπογραφικές πληροφορίες του Στράβωνα, για το αρχαίο Βόιον(1). Είναι πάνω στη συνοριακή γραμμή με την Αλβανία και γειτονικό με το ορεινό συγκρότημα Μοράβα Κορυτσάς (1500 μ.). Ο κύριος κορμός του με κατεύθυνση (Ν – ΝΔ) – (Β – ΒΔ) διέρχεται από τις κορυφές(2): «Κάμενικ» (2043 μ. υψ.), «Γκόλιο» (1934 μ.), «Μαύρη Πέτρα» (2431μ.) «2520»(3), (2521 μ.), «Σακκούλι» (2412 μ.), «Μπουλογιάνη» (2251μ), «Μπαταρός» (2036 μ.). Το κεντρικό του τμήμα καταλαμβάνουν οι κορφές «Κάτω Αρένα» (2075 μ), «Πάνω Αρένα» (2192 μ.), «Κανελοπούλου» (2171 μ.), «Μαύρη Πέτρα» (2217 μ.), «Κιάφα» (2393 μ.), «Περήφανο» (2442 μ.) που οριοθετούν διοικητικά τους νομούς Ιωαννίνων (Ηπείρου) – Καστοριάς (Δ. Μακεδονίας). 

Στο συγκρότημα υπολογίζουμε και την κορυφή του όρους «Μπουχέτσι» (1.700 υψ.), που διαμορφώνει τα νοτιοανατολικά άκρα του Γράμμου, μέχρι τον Σαραντάπορο. Πιο βόρεια είναι οι κορυφές «Σούφλικας» (2146 μ.) και «Φαρμάκι» (2139 μ.). Το μεγαλύτερο και πιο ψηλό τμήμα του ανήκει στην Ελλάδα έχοντας σαν όριο από τα νότια τον ποταμό Σαραντάπορο, ενώ στα ανατολικά, χωρίζεται από το Βόιο με μια καλλιεργήσιμη κοιλάδα των χωριών Χρυσή – Πευκόφυτο – Μυροβλήτη και πιο πάνω του Πεύκου – Λιβαδοτοπίου στο βόρειο όριο, εκεί που κυλά ο Αλιάκμονας (παλιά «Βίστριζα»). Περιλαμβάνεται στις σημαντικότερες περιοχές της χώρας λόγω της μεγάλης οικολογικής, αισθητικής αξίας, και προστατεύεται καθ’ ολοκληρίαν σε εθνικό και ευρωπαϊκό(4) επίπεδο.

Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη που εκπόνησε ο Αρκτούρος σε συνεργασία με το ΥΠΕΧΩΔΕ και το Υπ. Γεωργίας, στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE της Ε.Ε., στοιχειοθετούν και προτείνουν την κήρυξη όλου του ορεινού όγκου ως ‘’Εθνικό Πάρκο’’ σύμφωνα με το νόμο για το περιβάλλον(5). Αυτό που δεν γνωρίζουν οι επισκέπτες είναι ότι ο Γράμμος διεκδίκησε το βραβείο LandscapeoftheYear («Φυσικό τοπίο της χρονιάς»), που θεσπίσθηκε από την Ε.E και απονέμεται κάθε δύο χρόνια από την οργάνωση FriendsofNature (το ελληνικό τμήμα της είναι η οργάνωση «Όμιλος Φίλων Βουνού και Θάλασσας»), σε ορεινές περιοχές που πληρούν κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης. Στη διεκδίκηση αυτή, ισοψήφησε στην συνδιάσκεψη στο LesHoushes στην Γαλλία (6 Μαΐου 2005) και στην τελική, τέταρτη συνδιάσκεψη στο Μόναχο (7 Οκτωβρίου 2005), κατέλαβε την δεύτερη θέση με πρώτο το Δέλτα του Δούναβη(6).  

Μέσα σ’ αυτό το πεδίο, παρουσιάζει εκτεταμένο ενδιαφέρον η ιστορία χιλιάδων ανθρώπων και δεκάδων κοινοτήτων που άνθισαν και έσβησαν, τυλιγμένες ακόμα και σήμερα, από ένα αδιόρατο πέπλο λήθης και λησμονιάς, τέτοιας, που ακόμα και τα υπολείμματα τους είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν από εξήντα χρόνια, η ακόμα παλιότερη ιστορία της περιοχής, αλλά και οι θρύλοι, οι παραδόσεις που έρχονται από το παρελθόν φαίνεται ό,τι έχουν χαράξει ανεξίτηλα τις ράχες του συγκροτήματος.

Η συνηθισμένη οδική πρόσβαση που βολεύει τους επισκέπτες από βόρεια Ελλάδα, έρχεται από την Καστοριά προς το Νεστόριο απ’ όπου υπάρχουν αρκετές επιλογές για ολοκληρωμένες κυκλικές διαδρομές(7). Όμως η πιο όμορφη, αυτή που βολεύει τους επισκέπτες από τη νότια Ελλάδα και βρίσκεται σε άμεση επαφή με τη φύση και τα μοναχικά τοπία του βουνού, είναι η προσπέλαση από Χρυσή – Πευκόφυτο – Αρένες εκεί που σταματήσαμε την περιήγηση στο προηγούμενο αφιέρωμα (Ταξίδια τ. Ζ’, Γράμμος 4ο, 2005, 104 – 115). 

Όλη αυτή η έκταση μέχρι το 1974, ήταν απαγορευμένη ζώνη κι’ αυτό στάθηκε καθοριστικός παράγοντας για τα δάση που αναπτύχθηκαν σε ένα παρθένο από επεμβάσεις τοπίο, φτάνοντας στις μέρες μας, να αντιπροσωπεύουν ίσως το πιο πλούσιο οικοσύστημα στην Ευρώπη. Λόγω της οικολογικής της σημασίας, η περιοχή των Αρένων και η λίμνη Μουτσάλια έχουν ενταχθεί σε ειδικό νομικό καθεστώς προστασίας, ως Καταφύγιο Άγριας Ζωής(πρώην καταφύγιο Θηραμάτων). Γνωστότερο ως «ΚΑΖ Αρρένων», καλύπτει μια έκταση 32.000 στρεμμάτων (στο εξής στρ.) με στόχο την προστασία και διατήρηση των σπάνιων ειδών της πανίδας (ΦΕΚ 527/Β/1986).  Όλη αυτή η περιοχή, ξεκινώντας από το νοτιότερο άκρο, τη Ζούζουλη, ανήκει στο Δασικό Σύμπλεγμα Δημοσίων Δασών Νοτίου Γράμμου το πρώτο, από τα έξι που υπάρχουν στο νομό Καστοριάς. 

Κατηφορίζοντας από τις Αρένες, προς Μυροβλήτη και Πευκόφυτο μέσα σε ένα καταπράσινο φυσικό περιβάλλον που κατακλύζεται από Οξιά και Μαύρη Πεύκη συναντάτε διασταύρωση (δστ. στο εξής), αριστερά σας προς «Σγούρο» (υπάρχει πινακίδα Σγούρος 4 χλμ.). Φεύγετε από το φαρδύ, κεντρικό, ακολουθώντας τον στενότερο αλλά πληθωρικό σε εικόνες δρόμο και σε λίγο, περνάτε τσιμεντένιο γεφυράκι φτάνοντας στον οργανωμένο χώρο αναψυχής. Ιδανικό τοπίο, απόκρυφο και ακαταμάχητα όμορφο με πετρόχτιστες υπερυψωμένες ψησταριές και χώρο για σκηνές. Σε 3,3 χλμ. συνολικά βγαίνετε στον κεντρικό χωματόδρομο, όπου δεξιά γυρνάει πάλι στη Μυροβλήτη και το Πευκόφυτο ενώ αριστερά φεύγει προς Γράμμο όπου ο προορισμός μας· υπάρχουν πινακίδες με τις χλμ. αποστάσεις αλλά την τελευταία φορά (Νοε 05), ήταν πεσμένες (βλ. στο τέλος, αντιγραφή τους). 

Σ’ αυτή τη κεντρική δστ., υπάρχει μεγάλη κρήνη σκεπασμένη με γκρίζα πέτρα, ολόδροσο, πεντακάθαρο νερό, χρήσιμο και στους πεζοπόρους, αφού απ’ εδώ ξεκινούν δύο από τις ομορφότερες πεζοπορικές διαδρομές για την κορφή «Κανελλοπούλου» και για «Τούμπα» (βλ. στο τέλος μήκος διαδρομής). Από τη θέση «Σγούρος» και πάνω, εισέρχεστε πλέον στο Δασικό Σύμπλεγμα Δημόσιων Δασών Βορείου Γράμμου σε ένα νοητό διαχωρισμό με το νότιο σύμπλεγμα. Σε όλη τη διαδρομή μέχρι το Λινοτόπι η οδήγηση γίνεται μέσα από μια γενναιόδωρη φύση που χρωματίζει με την παλέτα της όλες τις διαβαθμίσεις του πράσινου και του καφέ. Μικροσκοπικά και μεγαλύτερα άνθη ξεπροβάλλουν από παντού δίνοντας λίγο χρώμα στην κυριαρχία της Μαύρης Πεύκης, μέχρι που, χωρίς να το καταλάβετε, εισχωρείτε σε μια μικρή γραφική κοιλάδα στη καρδιά του δάσους ανάμεσα στις κορφές Σκάλα (1845 μ. υψ.), Μεγάλη Πέτρα (1842 μ. υψ.), Παππούλη (1601 μ. υψ.), στη κεντρικότερη δστ. της περιοχής Γράμμου. Αυτή, παλιότερα οδηγούσε στην περιοχή της Αλβανικής Κολώνιας (Kolonje), γύρω από την σημερινή πρωτεύουσα Ερσέκα και τα χωριά της. Υπάρχουν παντού πινακίδες που καθοδηγούν τον περιηγητή στην ευρύτερη περιοχή που κάποτε έλαμπε μια μεγάλη, ζωντανή κωμόπολη, το βλαχόφωνο Λινοτόπι(8) (Ληνοτόπι και Ελληνοτόπι(9) στα 1230 μ. υψ.). Αφήστε, προς το παρόν, πίσω σας την πινακίδα που γράφει ‘’προς Άγιο Ζαχαρία’’ (+/- 1,5 χλμ.) και ανηφορίστε δεξιά (500μ.). Σε λίγα λεπτά θα φτάσετε στα όρια της τοποθεσίας που υπήρχε ο ένας από τους τρεις μαχαλάδες που είχε το χωριό.

Εδώ η ιστορία γυρίζει στο 18ο αι. τότε που ο Γράμμος, αποτελούσε τον ζωτικό χώρο για όλα τα βλαχόφωνα κέντρα της περιοχής, όπως οι κωμοπόλεις Νικολίτσα, Γράμμοστα, Λινοτόπι και άλλα μικρότερα, στην ουσία περιφερειακοί οικισμοί της φημισμένης Μοσχόπολης(10). Μέχρι το 1912 – 13 και τη χάραξη των συνόρων ανάμεσα στα βαλκανικά κράτη, η περιοχή του Λινοτοπίου υπαγόταν στον καζά Χρούπιστας ( Άργος Ορεστικό), συνδετικός κρίκος τότε ανάμεσα στην Ήπειρο, τη Μακεδονία και την Αλβανία, καθώς βρίσκεται εκεί που συναντώνται τα όρια τους.

Τα πάμπλουτα βλαχοχώρια όμως, είχαν προ πολλού λεηλατηθεί από τις συνεχείς επιθέσεις Τουλκαλβανών, είχαν αποδυναμωθεί από τους πληθυσμούς τους και πλέον δεν είχαν ουδεμία σχέση με τους κυρίαρχους οικισμούς 17ου – 18ου αιώνα. Το Λινοτόπι, συνοικισμένο από Κουτσοβλάχους, συγκροτήθηκε τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας, πιθανά και νωρίτερα, όταν οι καταπιέσεις του κατακτητή ωθούν τους χριστιανικούς πληθυσμούς στα βουνά, σε πιο απόμερες και άρα περισσότερο ασφαλείς περιοχές. Ίσως είναι από τα αρχαιότερα χωριά του Γράμμου. Ονομαστό για τα ισχυρά τσελιγκάτα, τις συγκροτημένες βιοτεχνίες, το εμπόριο μάλλινων σκουτιών, την κτηνοτροφία – υφαντουργία, στηρίχθηκε οικονομικά και κοινωνικά στην ευρωστία της πρωτογενούς παραγωγής των τσελιγκάτων(11)

Φαίνεται ό,τι γνώρισε χρόνια οικονομικής ευμάρειας και πνευματικής ακμής ιδίως το 17ο και το 18ο αιώνα, με τους κατοίκους να ασχολούνται και με τεχνικές δραστηριότητες: έργα χρυσοχοΐας – αργυροχοΐας, χαλκογραφίας, εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής(12), χρύσωσης τέμπλων, ενώ την ίδια εποχή ιδρύεται σχολείο. Όλα αυτά είναι γνωστά και έχουν καταγραφεί ως ξεχωριστής σημασίας φαινόμενα. Οι Άγγλοι αρχαιολόγοι Wace και Thomson έγραψαν για τις περιοχές που κυριαρχούσαν οι βλάχοι: «Η ιστορία της Σίπισχας είναι από κάθε άποψη παρόμοια με την ιστορία της γειτονικής Μοσχόπολης. Οι δύο αυτές πόλεις με την Νικολίτσα και το Λινοτόπι ήταν σύντροφοι στην ευημερία και τη δυστυχία και θα μπορούσε να πει κανείς με σιγουριά ότι κανένα βλάχικο χωριό ποτέ ή έκτοτε δεν έφτασε σε τέτοιο βαθμό υλικής ακμής. Ο πλούτος τους και η φήμη τους είναι γνωστά σε όλη τη Βαλκανική…»(13).  Η θαυμαστή αυτή κωμόπολη ανέδειξε μια πλειάδα εξαίρετων καλλιτεχνών που έγιναν ευρύτερα γνωστοί για τη ζωγραφική τους τέχνη. Αγιογράφοι(14) και συνεργεία τους χάραξαν βήματα, που αργότερα ακολούθησαν οι Χιονιαδίτες και άλλοι ζωγράφοι. 

Ένα από τα πρωιμότερα έργα είναι του ζωγράφου Νικολάου από το Λινοτόπι που σύμφωνα με την επιγραφή, τοιχογράφησε τον ναό του Αγίου Δημητρίου στα Παλατίτσια (κοντά στη Βεργίνα – Βέροια), το 1570. Οι στιλιστικές διαφορές που υπάρχουν στις τοιχογραφίες δείχνουν ότι ο Νικόλαος δεν τις έκανε μόνος του, αλλά είχε και βοηθούς, ήταν ίσως ο επικεφαλής του συνεργείου που ανέλαβε την αγιογράφηση(15). Σύμφωνα με τα ενυπόγραφα έργα η δραστηριότητα αυτή διαρκεί ογδόντα έξι χρόνια, με τελευταία διακόσμηση αυτή του μοναστηριού της Ζέρμας, που αναφερθήκαμε ήδη (Ταξίδια τ. Ζ’, Γράμμος 3ο, 2005, 30). Η κτητορική επιγραφή στην οποία αναφέρει τη θεμελίωση (1656), με χορηγό τον προύχοντα από το Λινοτόπι Ιωάννη Νικολάου, δείχνει με τον καλύτερο τρόπο την ευημερία του χωριού. 

Η απασχόληση αυτή μας δίνει ακόμα ένα παράδειγμα, τόσο οικείο στα χωριά του Γράμμου, κατοίκων ορεινής κοινότητας που εξειδικεύονται σε συγκεκριμένες τέχνες με κοινό σημείο τον ίδιο γεωγραφικό χώρο. Το Λινοτόπι, πάνω στην ακμή του με έξι χιλιάδες κατοίκους, καταστρέφεται γύρω στο 1769 – 1770 από πάνοπλους Αλβανούς «μπορτζιλήδες» (στυγνοί δανειστές, που εξορμούσαν με πλήθος ατάκτων και επιβάλλονταν με τη βία), συγχρόνως με τη Μοσχόπολη και τα γύρω βλαχόφωνα χωριά, ο δε πληθυσμός μετακινήθηκε προς τις ελληνόφωνες περιοχές της Δυτ. και Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης(16), κυρίως όμως στο Κρούσοβο, Μεγάροβο και Αχρίδα, μεγάλα αστικά κέντρα του βλαχόφωνου ελληνισμού. Ειδικά η Αχρίδα υπήρξε ήδη από τη μεσαιωνική περίοδο το σημαντικότερο οικιστικό κέντρο, πράγμα που επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ήταν έδρα του ομώνυμου Πατριαρχείου και της Αρχιεπισκοπής(17), όπου υπάγονταν σχεδόν όλες οι μεγάλες Μητροπόλεις και Επισκοπές.

Μεταξύ των περιοχών που δέχθηκαν πληθυσμό από το Λινοτόπι ήταν η Βλάστη (και Μπλάτσι, δες Βακαλόπουλος Ιστορία Μακεδονίας 1354 – 1833) εκεί όπου γεννήθηκε ο λόγιος βαρόνος της Αυστροουγγαρίας Κωνσταντίνος Δ. Βέλιος (1772 – 1838), μέγας εθνικός ευεργέτης, που ανέγειρε μεταξύ άλλων, το δημοτικό Πολιτικό Νοσοκομείο, σημερινό Πνευματικό κέντρο του Δήμου Αθηναίων και ίδρυσε την Αρχαιολογική Εταιρία. Απόδειξη της καταγωγής του αποτελεί το εξώφυλλο της μεταφρασμένης έκδοσης του 1792, Του νέου Ρομπινσόν συμβάντα, όπου αναφέρει ότι κατάγεται «εκ Λινοτοπόλεως της Μακεδονίας, και παρ’ αυτού αφιερωθέντα». Γεννημένος στη Βλάστη με καταγωγή από το Λινοτόπι, ήταν και ο Στέργιος Δούμπας, χρυσοχόος (βλ. παρακ. σημ. 9), ο μεγαλύτερος ευεργέτης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. 

Γύρω στο 1886 η παλιά αίγλη του Λινοτοπίου έχει χαθεί και πλέον το κατοικούν λίγες μουσουλμανικές οικογένειες βοσκών, ενώ στις αρχές του 20ου αι. ερήμωσε εντελώς, το μόνο που θύμιζε την αλλοτινή λαμπρή παρουσία του ήταν τα ερείπια διακοσίων σχεδόν οικιών και τριών ναών, από τους οποίους ξεχώριζε ο μητροπολιτικός που, κατά τη μαρτυρία γερόντων, υπήρχε μέχρι το 1913 πράγμα που επιβεβαιώνει, το 1919, ένας χωροφύλακας του σταθμού Καλής Βρύσης(18). Σήμερα, μια μικρή ανιστόρητη πινακίδα «Λιανοτόπι», λιγοστοί σωροί από πέτρες και ένα μικρό λιθόκτιστο ξωκλήσι, χτισμένο ψηλότερα πάνω στο λόφο από στρατιώτες στην περίοδο του εμφυλίου, έχει μείνει να ‘’φυλάει’’ τα άγια τούτα χώματα.

Ο δρόμος είναι στρωμένος πρόσφατα (Νοε ’05) με χοντρό χαλίκι και όλη η περιοχή με κάποιον αδιόρατο τρόπο φορτίζει την ψυχή, προτιμότερο να είστε με κάποιον παρέα. Η συνέχειά του, βγάζει στον Πεύκο συναντώντας την άσφαλτο που έρχεται από το Νεστόριο. Καλύτερα όμως να επιστρέψετε στην προηγούμενη τοποθεσία, προς την κεντρική δστ. Ακολουθώντας την πλούσια σε νερά κοίτη του ρέματος Παλιοχωρίου [Λινοτοπίου] που πηγάζει ανάμεσα από το Σούφλικα και το Φαρμάκι και κάποτε ‘’χώριζε’’ τις δύο συνοικίες του χωριού, πλησιάζετε στην μικρή κοιλάδα. Στην πρώτη δεξιά δστ., υπάρχει πινακίδα προς Άγιο Ζαχαρία (4 χλμ.). 

Ο ‘’μαλακός’’ χωρίς χαλίκι δρόμος έχει κάποια νεροφαγώματα, λιμνούλες, λάσπες και ντανιασμένους στην άκρη κορμούς από τη ξύλευση, κάποια πεσμένα δέντρα, αλλά στο μεγαλύτερο από τα πέντε + χλμ. είναι εύκολα βατός οδηγώντας σας στα άδυτα του δάσους που είναι Καταφύγιο Άγριας Ζωής(πρώην καταφύγιο Θηραμάτων). Γνωστότερο ως «ΚΑΖ Ψωριάρικα – Τσάρνο»με έκταση 41.000 στρ. έχει στόχο, την προστασία και διατήρηση των σπάνιων ειδών της πανίδας (ΦΕΚ 527/Β/1986). Το όμορφο θέαμα από τον ανεξερεύνητο παράδεισο του μικτού δάσους με τα κωνοφόρα και φυλλοβόλα κερδίζουν αμέσως τα ψηλόκορμα μαυρόπευκα, μέχρι που συναντάτε ένα μεγάλο ξέφωτο που, αμέσως, αιχμαλωτίζει το αδηφάγο βλέμμα. 

Στο βάθος του ορίζοντα διακρίνεται η κορυφογραμμή των συνόρων με τις κορυφές «Σακούλι» και «Μουτσέλι» (2334 μ. υψ.), που υψώνονται πάνω από την αθέατη κοιλάδα της Γράμμοστας. Μπροστά στα μάτια σας ένα πέτρινο τείχος σφραγίζει θαρρείτε την κοιλάδα, αφήνοντας μόνο τη στενή δίοδο του φαραγγιού «Καταφύκι», όπου βρίσκει την έξοδό του ο Αλιάκμονας. Σε πρώτο πλάνο κάτω στο πλάτωμα, λιγοστά οπωροφόρα και ταπεινοί λιθοσωροί, προσδιορίζουν το χωριό Άγιος Ζαχαρίας (Ζαγάρι στα 1250 μ. υψ.) κάτω από την κορυφή «Παππούλη». «Τρείς ώρας μακράν του Γιαννοχωρίου είναι το χωριόν Άγιος Ζαχαρίας, έξ επτά οικογενειών (1928), του οποίου οι κάτοικοι ομιλούσι την Αλβανικήν και εν μέρει την Ελληνικήν, διότι, ως μοί έλεγεν ο αγροφύλαξ αυτού, οι πρόγονοι των κατοίκων ήσαν Έλληνες εξισλαμισθέντες καταγόμενοι από το Λινοτόπι. Το χωρίον επί τουρκοκρατίας ωνομάζετο Ζαγάρι εκ της μεγάλης Μονής του Αγίου Ζαχαρίου. Οι ολίγοι Αλβανοί οι κατοικούντες σήμερον, κατά την μαρτυρίαν του 95χρονου γέροντος Μουχαμέτ Μεχμέτ, ήρθον από την Στάριαν (Κολώνια) επί Αλή Πασά είς Λινοτόπι ένθα έμειναν επί 25 ακριβώς έτη»(18α). Οι ίδιες οικογένειες που αναφέρει ο γυμνασιάρχης και επιμελητής αρχαιοτήτων Παντελής Τσαμίσης, συνοίκησαν τον Άγιο Ζαχαρία (Ζαγάρι), ενώ άλλες επτά εγκαταστάθηκαν στα κελλιά του μοναστηριού, λίγα χλμ. πιο κάτω. Στην τελευταία για το χωριό απογραφή του 1928, καταγράφονται συνολικά τριάντα ένας κάτοικοι.

Τριγύρω το τοπίο έχει μια αξεπέραστη αρμονία, μόνο κάποια θροΐσματα από τα φύλλα των δέντρων και τα τιτιβίσματα των πουλιών σπάνε την άκρα σιωπή. Ο παραμικρός θόρυβος αντηχεί απέναντι στα βράχια του Φλάμπουρου (1882 μ. υψ.) και επιστρέφει πίσω δυνατότερος, ενώ ο ήχος των μοτοσυκλετών που παίρνουν μπρος, ίσως, ξενίσει και εσάς. Η διαδρομή πολύ σύντομα φτάνει στο τέλος σ’ ένα μεγάλο, χαμηλότερο από το δρόμο πλάτωμα, όπου βρίσκεται μοναχικό, ένα από τα ελάχιστα θρησκευτικά μνημεία της περιοχής Γράμμου. 

Ο μικρός μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Ζαχαρία που γλίτωσε το γκρέμισμα και την καταστροφή είναι το μοναδικό προσκύνημα που σώθηκε από τη λαίλαπα του πολέμου και του πανδαμάτορα χρόνου. Αποτελεί τμήμα της ομώνυμης Ιεράς Μονής, «…εις ήν υπήγοντο επτά μετόχια, έν οίς και η σήμερον Μονή της Τσούκας»(18β), ενώ τα κελιά των μοναχών, έχουν προ πολλών ετών αφανιστεί. Το 1921 με ενέργειες του Παν. Τσαμίση και με βοήθεια των κατοίκων του Γιαννοχωρίου, Μονόπυλου, Σλίμνιτσας και των μουσουλμάνων Αλβανών του χωριού Αγίου Ζαχαρία έγινε η προσθήκη, ώστε να προφυλαχθούν οι εξωτερικές, έως τότε, τοιχογραφίες της δυτικής πλευράς. Εξαιρουμένης αυτής της προσθήκης, όπου και η νέα είσοδος, ο περίτεχνος σωζόμενος ναός είναι μονόχωρος καμαροσκέπαστος, συνεπτυγμένος σταυροειδής εγγεγραμμένος μετά τρούλου (δηλ. ενώ η κάτοψη του είναι ορθογώνια το πάνω μέρος του εξωτερικά δείχνει έναν κανονικό σταυροειδή). 

Εξωτερικά όλο το σύνολο αμέσως υποβάλει τον επισκέπτη. Η σκεπασμένη με γκρίζα πλάκα στέγη, ο πανέμορφα λαξεμένος σε πωρόλιθο οκτάπλευρος τρούλος τα τρία τοξωτά παράθυρα όμοια με πολεμίστρες, χτισμένα σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους, στολίζουν τη νότια πλευρά του ναού δημιουργώντας ένα κομψότατο σύνολο. Κάτω από το σημερινό υπόλειμμα τοιχογραφίας της εξωτερικής επιφάνειας του νότιου τοίχου πάνω από την παλιότερη είσοδο ο Π. Τσαμίσης είχε διαβάσει επιγραφή στην κατάληξη της οποίας υπήρχε η ημερομηνία 1671, το ίδιο και ο αρχαιολόγος Μύρων Μιχαηλίδης, το 1967, και αφορά την ιστόρηση της μονής. Σήμερα, μόνο με σκάλα υπάρχει πιθανότητα να διακρίνει κάτι ο φιλόπονος ερευνητής. 

Στο εσωτερικό η κατάσταση είναι τραγική, απογοητεύοντας ακόμα και τον πιο καλοπροαίρετο επισκέπτη. Οι τοιχογραφίες της δυτικής πλευράς παρά την ύπαρξη του μεταγενέστερου πρόναου έχουν σχεδόν καταστραφεί. Ακόμα και αυτές που σώζονται δεν διακρίνονται εύκολα από τα άλατα, την υγρασία, τις φθορές και τους καπνούςπου άναβαν οι «…βλαχοποιμένες το χειμώνα εντός του…»(18γ). Πάνω από το χαμηλό υπέρθυρο της εισόδου υπάρχει επιγραφή πολύ κατεστραμμένη. Με δυσκολία διαβάζονται κάποιες λέξεις, που μαρτυρούν λογία επιγραφή, αλλά δεν αρκούν για συμπεράσματα. Αναφέρεται(19) ότι αυτή ήταν γραμμένη στα βλάχικα με ελληνικούς χαρακτήρες και έλεγε: «Κάρι βα σ’ ίντρα τρου αέστα μπισιάρικα σι βα σ’ ινκλίνα κου εβλάβιε Ντουμνιτζάου βα λι ατζιούτα», που σημαίνει ό,τι «όποιος θα μπει σ’ αυτόν το ναό και θα προσκυνήσει με ευλάβεια, ο Θεός θα τον βοηθήσει». Είναι πολύ ενδιαφέρουσα άποψη που θα έπρεπε να ερευνηθεί από ειδικούς, αφού, όσο περνάει ο καιρός, οι ‘’αποδείξεις’’ χάνονται. Μέχρι σήμερα πάντως, γνωρίζουμε μόνο μία επιγραφή, μάλιστα τρίγλωσση, «ελληνικόν» στη λόγια και επίσημη εκκλησιαστική γλώσσα, «απλούν», στη δημοτική της εποχής, και «βλάχικον», με βάση το ελληνικό αλφάβητο, στο παλιό μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων Κλεινοβού Καλαμπάκας(20). Στον κυρίως ναό περνάει ελάχιστο φως από τις λεπτές σχισμές των παραθύρων, που μοιάζουν με πολεμίστρες. Η καπνιά των αιώνων σκεπάζει όλες τις επιφάνειες, όμως οι Άγιοι είναι εδώ, όρθιοι με τις ρομφαίες τους, άλλοι με σταυρούς άλλοι με ευαγγέλια στα χέρια, ενώ στον τρούλο σώζεται ο Παντοκράτορας που περιβάλλεται από αγγελικές δυνάμεις. Οι τοιχογραφίες είναι καλό έργο τοπικού εργαστηρίου(21), αλλά χρειάζονται συντήρηση και ανάδειξη. 

Ολόκληρο το μνημείο βοά για αυτή την ανάγκη, ήδη από το 1993 που έγινε η μελέτη και η αποκατάσταση της στέγης που είχε καταρρεύσει. Όπως αναφέρθηκε, είχε επισκεφθεί το μνημείο ο αρχαιολόγος Μύρων Μιχαηλίδης, αργότερα ακολούθησαν κι’ άλλοι(22), που μελέτησε την αρχιτεκτονική και τις τοιχογραφίες του. Στο Αρχαιολογικό Δελτίο 22 (1967): Μελέται Α’, 86, κλείνει την εργασία του αναφέροντας: «…το ενδιαφέρον γι’ αυτό [το μοναστήρι] γίνεται ακόμα μεγαλύτερο εξ’ αιτίας της θέσεώς του, γιατί βρίσκεται αφ’ ενός τόσο κοντά σε πατρίδα ζωγράφων, το Ληνοτόπι, και αφ’ ετέρου σε μια περιοχή τόσο έρημη και δυσπρόσιτη, στην οποία δεν συναντά κανείς μνημείο σε μεγάλη ακτίνα». Μοναδικό μνημείο που δυστυχώς η διοίκηση όχι μόνο δεν το αξιοποιεί, αλλά δεν συγκινείται από την αντίστροφη μέτρηση, που ήδη έχει αρχίσει.

Κάποτε ο Άγιος Ζαχαρίας υπήρξε σπουδαίο μοναστήρι, διέθετε αξιόλογα κτήματα, βοσκότοπους, μεγάλη κτηνοτροφική περιουσία και πολλούς καλόγερους. Αργότερα όλα αυτά χάθηκαν, υπήχθη στον ενοριακό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου Γιαννοχωρίου, σε μια εποχή που ακόμα γιόρταζαν με μεγάλο πανηγύρι την εορτή του Αγίου, κάθε χρόνο στις 5 Σεπτεμβρίου, της Ζωοδόχου Πηγής. Στα χρόνια μας, η μονή αγρυπνεί ολομόναχη στην απεραντοσύνη του Γράμμου πολύ κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Δεν λειτουργείται πια, ούτε κανείς πλησιάζει έστω να ανάψει ένα κερί. Αναρωτιέστε ίσως, ποιος να ήταν ο πρωτομάστορας που με περίσσια τέχνη ζύμωσε την τεχνική του, με την πίστη, την ευαισθησία, το σεβασμό και μαζί με τα μαστορόπουλα και τους καλφάδες του τον θεμελίωσε; Δεν γνωρίζουμε ποιος, γνωρίζουμε όμως μέσα από την ιστορία, πόσα είδε και έζησε η μονή σε κείνους τους δύσκολους καιρούς. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών μιλούν ακόμα, έχοντας την ανάμνηση των καλών στιγμών της, πριν ακόμα ξεσπάσει ο πόλεμος, τότε που τα καντήλια άναβε ο Μουχαμέτ Μεχμέτ Αλής και όταν αυτός πέθανε, ανέλαβε ο γιος του Αλής. Φορτισμένες μνήμες από έναν τόπο που τα είδε όλα, μετατρέπουν τη θύμηση σε σουβλιά στην καρδιά. Αν στα 1924 κάποιοι Αλβανοί, μουσουλμάνοι το θρήσκευμα, άναβαν τα καντήλια και συντηρούσαν το ναό του Αγίου Ζαχαρία στο ακρότατο αυτό σύνορο της πατρίδας μας, εμείς οι Έλληνες ξεμακρύναμε πολύ….. 

Η καλύτερη εκδοχή, είναι να επιστρέψετε από τον ίδιο δρόμο, κάτω, στην μικρή κοιλάδα με το τρίστρατο, στην τοποθεσία όπου τοποθετείται ο κεντρικός οικισμός του Λινοτοπίου και ο μεγάλος μητροπολιτικός ναός του. Τη θέση του, έχει πάρει το πυκνό δάσος κι’ ένα ωραίο πλάτωμα με μικρό στέγαστρο, πετρόχτιστη κρήνη με σχεδιασμένη πάνω της με μπογιά, την ελληνική σημαία και το 595 [τ.π.], στον ευρύτερο χώρο που παλιότερα υπήρχε σκοπιά. Ολόδροσο, τρεχούμενο ‘’κρύσταλλο’’ νερό, σ’ ένα πανέμορφο περιβάλλον για ξεκούραση, ανασύνταξη της παρέας, (που το πιθανότερο είναι να έχει σκορπίσει), ή προκαθορισμένη συνάντηση με άλλους φίλους μια που αυτή η περιοχή βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο και, λόγω διαμόρφωσης, βοηθά στον εντοπισμό της. 

Όπου να πηγαίνει ο ταξιδιώτης από εδώ θα περάσει οπωσδήποτε, χώρια που είναι από τα λίγα μέρη με μεγάλο άνοιγμα που βοηθά να ‘’πιάνουν’’ τα κινητά. Το εκτεταμένο δάσος που σας περιτριγυρίζει κρύβει με επιμέλεια υπολείμματα σπιτιών και το ξεκίνημα ή την κατάληξη, ανάλογα από πού έρχεται κανείς, της φημισμένης Σκάλας της Γράμμοστας,το φαρδύ λιθόστρωτο μονοπάτι που αποτελούσε για πολλά χρόνια τη βασική οδό επικοινωνίας του Λινοτοπίου με τη Γράμμοστα. Υπάρχει μάλιστα πιθανότητα τριγύρω να υπάρχουν στημένες σκηνές ή στοιβαγμένα ξύλα για φωτιά, από πεζοπόρους ή ορειβάτες που ανακάλυψαν τη γοητεία της εξερεύνησης σε αυτή τη διαδρομή (υπάρχει σήμανση με κόκκινους ρόμβους και παλιά σύρματα τηλεφώνου). Σχεδόν πίσω και αριστερά (Δ – ΝΔ), από τη κρήνη, σας δίνεται η ευκαιρία να ξεκινήσετε μια μικρή πεζοπορία πάνω στα χνάρια αυτής της ιστορικής στράτας, που κάποτε διέσχιζαν φορτωμένα καραβάνια εμπόρων από όλα τα μήκη και πλάτη των Βαλκανίων. Εκεί προς το τέλος της, συναντάει ένα μικρό εικονοστάσι, μετά διάσελο και συνεχίζει απέναντι από τα ‘’Βολιώτικα Καλύβια’’ μέχρι το χωριό (1ω). 

Η άλλη εκδοχή, είναι να ακολουθήσετε τις πινακίδες ‘’προς Γράμμο’’ όπου σε δύο χλμ., αριστερά, είναι ο παλιός στενός δρόμος (με μικρή πινακίδα), με νεροφαγώματα, πρασινάδες (μπορεί να προκαλέσουν μικρογλιστρήματα), που οδηγεί στην κοινότητα Γράμμου. Στο χώρο κυριαρχεί το υδάτινο στοιχείο και η υπόκωφη βοή απ’ τον ορμητικό Αλιάκμονα (Προσθήκη 17/4/08: βλ. περιγραφή του ποταμού στο Καραμήτρου Μεντεσίδη Βόιον σελ 49) καθώς πετάγεται φουριόζος απ’ το απόκρημνο φαράγγι και με εξαιρετική δύναμη περνάει κάτω από τη τσιμεντένια γέφυρα για να ξεχυθεί στη νέα του κοίτη, αλλάζοντας διεύθυνση, πηγαίνοντας προς το βορά (Φούσια). Από αυτό το σημείο ξεκινά η διάσχιση του Φαραγγιού «Καταφύκι» που έχει κηρυχθεί Καταφύγιο Άγριας Ζωής(πρώην καταφύγιο Θηραμάτων), γνωστό ως «ΚΑΖ Καταφύκι – Σκάλα – Πέτρα Μεγάλη» έκτασης 11.000 στρ.με στόχο την προστασία – διατήρηση των σπάνιων ειδών της πανίδας (ΦΕΚ 522/Β/1986). 

Πληθώρα χλωρίδας συνοδεύει τα βήματα των οδοιπόρων οδηγώντας περισσότερο στα άδυτα του κρημνώδους φαραγγιού, στις πυκνές συστάδες οξιάς, δίπλα στη σπηλαιώδη βάση του, όπου κάποτε φιλοξενούσε το πρόχειρο αντάρτικο νοσοκομείο. Εκεί προς το τέλος (500 – 600 μ. σύνολο αλλά τι μέτρα!), οδηγεί σε πέρασμα μικρού καταρράκτη και λιμνούλας. Σε αυτό το σημείο μπορεί ν’ αντιμετωπίσετε πρόβλημα αφού πρέπει να περάσετε απέναντι για να ολοκληρώσετε τη διαδρομή. Αν το ποτάμι έχει πολύ νερό (εξαρτάται από την εποχή) αυτό δεν γίνεται. Όταν όμως περάσετε, είστε ήδη στο δρόμο για τα μεγάλα βοσκοτόπια της κοιλάδας της Γράμμοστας. 

Όλος αυτός ο τόπος με την εξαιρετικά ανεπτυγμένη παρόχθια φυσική βλάστηση τη συνεχή ροή του Αλιάκμονα και το δυσπρόσιτο του ποταμού έχει δημιουργήσει έναν σπάνιο βιότοπο. Από μελέτες και έρευνα στο πεδίο(23) που έγιναν από τον Αρκτούρο, έχει προκύψει ότι εδώ ζει και αναπτύσσεται η σπάνια ευρασιατική βίδρα (Lutra lutra), που θεωρείται από τα σπανιότερα και πιο απειλούμενα θηλαστικά της Ευρώπης. Γνωρίζουμε ό,τι η παρουσία της είναι ο θετικότερος δείκτης καθαρότητας και υγείας των ποτάμιων και λιμναίων οικοσυστημάτων. Άφθονα ίχνη της παρουσιάζονται σε όλο το μήκος του Αλιάκμονα από την περιοχή του Φαραγγιού «Καταφύκι» έως λίγο πριν το Νεστόριο.

Όλο το τοπίο θαρρείτε ό,τι βγήκε από παραμύθι, ενώ συνεχίζοντας άλλα διακόσια μέτρα συναντάτε τη πινακίδα που δείχνει προς τον καινούργιο δρόμο για το ομώνυμο του Γράμμου κοινοτικό διαμέρισμα. Φαρδύς, άνετος, σας ανεβάζει γρήγορα ψηλά μέχρις ότου συναντάτε δεξιά σας τους απότομους βραχώδεις σχηματισμούς, στη βάση των οποίων υπάρχουν κάποια εθνόσημα από διάφορες μονάδες του στρατού. Τα ψηλά, γυμνά από βλάστηση βράχια, εντυπωσιάζουν, ενώ για τους τολμηρούς η φύση πρόβλεψε, κι’ εκεί, σε έναν αποκομμένο από τον κύριο ορεινό όγκο, βράχο έχει αφήσει μια τεράστια οπή σχηματίζοντας ένα πολύ όμορφο, περίεργο πεδίο, ιδανικό για αναρρίχηση. 

Αριστερά σας, στο χαμηλό πλάτωμα υπήρχε κάποτε μια ανθούσα κοινότητα το Βετέρνικο (Βετεάρνικο, Βετεάρνικ(24), Βαρτένιστα σε 1400 μ. υψ.), μια από τις πολλές εξαφανισμένες κυριολεκτικά, μικρότερες βλάχικες εγκαταστάσεις. Το πιθανότερο είναι ότι αυτές βοήθαγαν στην καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών της κτηνοτροφίας, ρόλο που είχαν άλλοι, περιφερειακοί εξίσου σημαντικοί οικισμοί όπως το Λειβάδι (κοντά στον Πεύκο βλ. Βιβλίο Πεύκος σελ 11), το Πισκοχώρι (νότια προς την Αετομηλίτσα), και η Αετομηλίτσα. Το ότι υπήρχε σοβαρή εξάρτηση από τον κεντρικό πυρήνα που ήταν η Γράμμοστα, φαίνεται από το γεγονός της πλήρους αποχώρησης του ελληνικού στοιχείου μετά την καταστροφή το 1769, και κυρίως από το ότι ποτέ δεν επέστρεψαν, ακολουθώντας την τύχη τους, μόνιμα πια, σε ξένα μέρη. 

Ελάχιστες πληροφορίες διασώζονται για το Βετέρνικο, το οποίο ο Gustav Weigand αναφέρει ως Βαρτένι(25), προσθέτοντας παρακάτω ότι: «…οι Αρωμούνοι [Βλάχοι] το έχουν αφήσει. Έχουν εγκατασταθεί κάποιες οικογένειες Αλβανών βοσκών». Μετά την καταστροφή των χωριών της περιοχής βρέθηκαν πρόσφυγες μαζί με Μοσχοπολιάνους που σχημάτισαν τον αρχικό πυρήνα, στο Μοναστήρι (Βιτώλια) αλλά και αλλού. Στη διαδρομή που έκανε ο Weigand προς την Αχρίδα, μέσω Μηλόβιστας (11 – 12 Ιουλίου 1889), σταμάτησε στη Ρέσνα(26), «…ένα μεγάλο χωριό, που μετράει και περίπου εκατόν πενήντα αρωμουνικές οικογένειες, οι οποίες κατάγονται κατά το πλείστον από το Βαρτένι στην οροσειρά του Γράμμου»(27).

Στα χρόνια μας, κάποιοι λίγοι λιθοσωροί υπενθυμίζουν την παρουσία του, ενώ λίγο πιο πάνω, στο πλάτωμα, υπάρχει ένας πολύ όμορφα διαμορφωμένος χώρος αναψυχής, εξ’ ολοκλήρου πετρόχτιστος με κρήνη, υπερυψωμένες ψησταριές, τραπέζι, κάδο απορριμμάτων και γενικά ότι μπορεί να χρειαστεί ένας φυσιολάτρης. Παραδίπλα είναι (μάλλον ήταν, αφού έσπασε), η ξύλινη πινακίδα που δίνει πληροφορίες για τη πεζοπορική διαδρομή Βετέρνικο – Φούσια. Όλα αυτά τα όμορφα, χρήσιμα έργα που απευθύνονται κυρίως, στους περιηγούμενους της περιοχής, όπως οι χώροι αναψυχής, οι ξύλινες ενημερωτικές πινακίδες που συναντάτε συχνά – πυκνά, έχουν γίνει από τη Νομαρχία Καστοριάς σε μια προσπάθεια να γίνει πιο άνετη η επίσκεψη σ’ αυτά τα μέρη.  

Ανηφορίζοντας θα βρεθείτε στον αυχένα όπου υπάρχει μικρό στέγαστρο, παγκάκι, και ένα ωραίο με ξύλινη κορνίζα ενημερωτικό πάνελ για το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), που κάποιοι πληθυσμοί του, γύρω στα πενήντα άτομα, ζουν εδώ. Συνολικά η χώρα μας διαθέτει 500 – 600 από αυτά τα πανέμορφα θηλαστικά, που επιβιώνουν, διασκορπισμένα σε πέντε μεγάλες και δύο μικρότερες γεωγραφικές ενότητες. Μία από αυτές είναι ο Γράμμος όπου ζουν περίπου 50 άτομα(28). Φαίνεται ότι βρήκαν τον ιδανικό βιότοπο στην περιοχή, με επικλινείς, καλυμμένες με δάση πλαγιές, όπως είναι δηλαδή ο παρακείμενος του αυχένα μεγάλος γκρεμός, αριστερά σας. Πραγματικά, το θέαμα απ’ τις βραχώδεις κάθετες ορθοπλαγιές που, ανάμεσά τους, απύθμενο θαρρείς σχηματίζεται το βαθύσκιο κατάφυτο φαράγγι, κόβει την ανάσα κερδίζοντας τη ματιά σας. Σαν τεράστιοι τοίχοι ξεχωρίζουν οι δύο κορφές, Σκάλα (1845 μ. υψ.) σε πρώτο πλάνο και Πέτρα Μεγάλη (1842 μ. υψ.) η δεύτερη, ενώ, στο βάθος, ακούγεται ο Αλιάκμονας καθώς με περίσσια δύναμη διασχίζει με θόρυβο το φαράγγι «Καταφύκι», αναζητώντας με ανυπομονησία την έξοδο. Είναι ένα απ’ τα εξαιρετικά σημεία, με άφθονη βλάστηση που πρέπει να σταματήσετε για να το δείτε από κοντά. 

Η κατηφορική διαδρομή συνεχίζει μέσα στο  θαυμάσιο τοπίο, που σε όλη τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου βόσκουν δεκάδες γελάδια, περνάει δίπλα από τη θέση «Βολιώτικα Καλύβια» (σύμφωνα με το χάρτη της Γ.Υ.Σ.), όμως σήμερα δεν έχει, όπως υποθέτει ο επισκέπτης, κάποια σχέση με Βολιώτες. Ίσως παλιότερα να υπήρχαν και ‘’καλύβια’’, όμως από το 1980 η διεύθυνση δασών Καστοριάς έχει φτιάξει αυτά τα παράξενα ‘’σπιτάκια’’, από ελλενίτ και κάθε καλοκαίρι μένουν εδώ οι Χατζαραίοι από τη Θεσπρωτία, βόσκοντας τα κοπάδια τους. Η ίδια διεύθυνση, στην περιοχή ευθύνης της, έχει ανοίξει πάνω από 1300 χλμ. από αυτό το χρήσιμο δίκτυο δασικών δρόμων. Πιο κάτω είναι η μοναδική δστ., το ενημερωτικό πάνελ για το Γράμμο και η πινακίδα που οδηγεί στις περιοχές «Μπαρούγκα», «Μούζα» και τη θέση «Φούσια», όπου κάποτε βρισκόταν η ομώνυμη κοινότητα. 

Έχουν ήδη αρχίσει να διαγράφονται στον ορίζοντα οι μυτερές κορφές, ενώ, καθώς οδηγείτε, εμφανίζεται ένα ανυπέρβλητο θέαμα έξω από κάθε περιγραφή. Εμπρός σας, στον ευρύτερο χώρο που υπήρχε η εκθαμβωτική Γράμμοστα, απλώνεται η απέραντη ομώνυμη Κοιλάδα, η λιλιπούτεια σημερινή μετονομασμένη κοινότητα Γράμμου (στα 1350 μ. υψ.),ενώ, πιο ψηλά, ορθώνονται σε όλο το μεγαλείο τους οι θεόρατες κι’ απόκρημνες κορφές του Γράμμου που περιλαμβάνονται στο δίκτυο περιοχών «Φύση (Natura) 2000», σύμφωνα με την οδηγία 92/43. Η «2520» δεν φαίνεται απ’ εδώ, όμως η «Κιάφα», πιο πίσω το «Περήφανο» κι’ άλλες χαμηλότερες, συνθέτουν ένα αποκαλυπτικό πανόραμα με ‘’σάρες’’, ‘’λούκια’’, και ‘’διαζώματα’’ που δύσκολα θα φύγει από τη μνήμη σας. 

Σύμφωνα με τις ενδείξεις και την παράδοση, ο πρώτος οικισμός φαίνεται ότι δημιουργήθηκε περί τον 11ο ή 12ο αι. και έφτασε στη μεγαλύτερη ακμή του κατά τον 17ο αρχές 18ου αι., τότε, που θεωρείται η σημαντικότερη κωμόπολη στην ευρύτερη περιοχή με τρεις μεγάλες συνοικίες. Εκείνη την εποχή η πολυάνθρωπη μητρόπολη των Βλάχων σε αυτή τη σπάνια τοποθεσία με τα δεκάδες πλεονεκτήματα, κατοικείται από τρεις χιλιάδες οικογένειες, (15.000 κατ.) τα μέλη των οποίων ασχολούνται με την κτηνοτροφία, την παραδοσιακή υφαντουργία και το εμπόριο μάλλινων σκουτιών όπως το γειτονικό Λινοτόπι. Σε όλη την περίοδο της ακμής της οι κάτοικοι είχαν οργανώσει τις παραγωγικές δομές γύρω από μεγάλους Τσελιγκάδες, τα πλούτη των οποίων, ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα, ήταν μυθικά.

Ενδεικτικό των κτηνοτροφικών μεγεθών της Γράμμοστας είναι το τσελιγκάτο του Πατσιαούρα, που αριθμεί 10.000 πρόβατα, αποτελώντας μια πλήρως διαρθρωμένη συνεταιριστική επιχείρηση, η οποία απασχολεί πολλά εργατικά χέρια, αποδίδοντας άφθονες πρώτες ύλες για τη μεταποίηση και το εμπόριο(29). Αυτή την περίοδο, οι ισχυρότερες φάρες ήταν οι Χατζηστέργιου, Στάθη, Πατσιαούρα(30), Χατζημπίμπλου, Νάκου, Χατζητζιούλα και οι Πισιωταίοι(31). Απ’ όλους, ξεχώριζαν οι Χατζηστεργαίοι(32) [αργότερα έλαβε το επώνυμο Χατζόπουλος] και Πατσιαουραίοι· για τους τελευταίους, λέγεται ακόμα και τώρα, ότι είχαν τόσα κοπάδια και τόσο μεγάλη παραγωγή γάλατος, ώστε είχαν κάνει ολόκληρες εγκαταστάσεις πήλινων σωληνώσεων, πολλών χλμ., ώστε να το διοχετεύουν από τις στάνες στο τυροκομείο τους δίπλα από το χωριό.

Λείψανα αυτών, γνωστότερων ως ‘’κιούγκια’’, εξακολουθούν να υπάρχουν στις πλαγιές του βουνού(33). Όπως σε όλα τα βλαχόφωνα κέντρα έτσι και στη Γράμμοστα ενδιαφέρθηκαν για μόρφωση και πολύ νωρίς λειτούργησε σχολείο. Εκεί μαθήτευσε το 1756 ο Άνθιμος Ολυμπιώτης (1737 – 1794), ιερομόναχος από το Λιβάδι Ελασσόνας. Αργότερα ανέλαβε ηγούμενος της ιεράς μονής Παναγίας Ολυμπιώτισσας Ελασσόνας (1780 – 1794), όπου ίδρυσε, με δική του δαπάνη, σχολή, συγκροτώντας και μια από τις σπουδαιότερες βιβλιοθήκες, την οποία δυστυχώς έκαψαν οι Γερμανοί κατακτητές το 1944. Το 1781 ίδρυσε Ελληνικό σχολείο στο Λιβάδι Ολύμπου, δίδαξε ρητορική, φιλοσοφία και μαθηματικά κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα(34). Και αυτή η πολιτεία αναπτύχθηκε σε πνευματικό επίπεδο και ευτύχησε να δει γόνους της να εξελίσσονται σε σημαντικούς καλλιτέχνες που διακρίνονται στην αγιογραφία. Το πρωιμότερο έργο φέρεται να το ζωγράφισε ο Κωνσταντίνος μαζί με το συντοπίτη του Μιχαήλ, το 1604 που τοιχογραφούν τη βασιλική της Μονής Παναγίας στην περιοχή του Δελβίνου της Βορείου Ηπείρου. Δύο χρόνια αργότερα, το 1606 ο Δημήτριος με άγνωστο συνεργάτη του, φιλοτέχνησε τις τοιχογραφίες του Μητροπολιτικού ναού των Αγίων Αποστόλων Αρχιεπισκοπής Πωγωνίου. Αργότερα ακολούθησαν και άλλοι(35).

Αναφερθήκαμε κι’ άλλη φορά (Ταξίδια τ. Στ’’, Γράμμος 1ο, 2004, 193, 210),στο ότι η περιοχή αυτή ήταν ενιαία, δεν υπήρχαν σύνορα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που όλα αυτά τα κέντρα του βλαχόφωνου ελληνισμού αναπτύχθηκαν, φτάνοντας σε δυσθεώρητα επίπεδα πλούτου και οικονομικής αυτονομίας. Περιφερειακά της Γράμμοστας, στη σημερινή Αλβανία, ήταν και άλλες μεγάλες πόλεις της εποχής (Γράμποβα, Σίπισχα, Νικολίτσα), κυρίως όμως η Μοσχόπολη. Με τρεις συνοικισμούς αρχικά, έξι αργότερα, υπό την προστασία της εκάστοτε βαλιντέ – σουλτάνας (βασιλομήτορος) εξασφάλισε προνόμια και εξελίχτηκε σε μια από τις πλουσιότερες πόλεις με πολυάριθμα δημόσια κτήρια, αξιομνημόνευτους «..είκοσι περικαλλείς και ευρύχωρους..», ιερούς ναούς (Αγ. Παρασκευής, Αγ. Αθανασίου, Ταξιαρχών, Αγ. Αποστόλων, Αθανασίου, Δημητρίου, Νικολάου, και το περίφημο οχυρό μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου), ορισμένοι από τους οποίους σώζονται ακόμα. 

Διέθετε θαυμάσια πανδοχεία, εμπορικά καταστήματα σε άμεση σχέση με τη Βενετία, ήδη από το 1586, ενώ, αργότερα, επεκτείνεται στη Βιέννη, τη Γαλλία κι’ αλλού. Υπήρξε μια μεγάλη πόλη, η οποία από κτηνοτροφικό βλαχοχώρι το 1684, εξελίχθηκε (18ος αι.) σε πνευματικό, εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο της Άνω Μακεδονίας με συμπαγή βλάχικο πληθυσμό 30.000 – 45.000 κατοίκων, και δεκατεσσάρων συντεχνιών, με ουσιώδη προνόμια, μεταξύ των οποίων η οπλοφορία. 

Αυτά καταδεικνύουν μικρό μόνο μέρος του συσσωρευμένου πλούτου της, που, όπως ήταν φυσικό, κέντρισε το ενδιαφέρον πολλών, ήδη από την εποχή των Ορλωφικών (1769 – 1770), τότε που πλησίαζε η αποφράδα ημέρα της. Τότε που ο ρωσικός στόλος εμφανίζεται στη Πελοπόννησο, οι επαναστάσεις ενθαρρύνονται και  συνταράζουν την υπόδουλη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη. Από το ναύαρχο Ορλώφ σχηματίζεται η Ανατολική και Δυτική Λεγεώνα της Σπάρτης(36), ξεκινά η πολιορκία του φρουρίου της Κορώνης, στο Αίγιο ο μητροπολίτης Πατρών Παρθένιος, στην Κόρινθο ο Γεώργιος Νοταράς με το γιο του Μακάριο, μητροπολίτη Κορίνθου, στην επαρχία Φαναρίου ο προεστός της Ανδρίτσαινας Αναστάσιος Χριστόπουλος, στην Καλαμάτα ο Μπενάκης, στον Βάλτο ο Σταθάς Γεροδήμος, στη Βόνιτσα και το Ξηρόμερο ο Χρήστος Γρίβας, στο Αγγελόκαστρο ο Γιώργος Λαχούρης, ακολουθούν το Μεσολόγγι, τα Κράβαρα, το Λιδόρικι, ο Παρνασσός και τα χωριά του, η Λιβαδειά, τα Μέγαρα, η Κρήτη με τον Δασκαλογιάννη, η Θεσσαλία και η Ήπειρος συμμετέχουν με ενθουσιασμό κατά του βάρβαρου τουρκικού ζυγού(37). Όλα τα Βαλκάνια αναστατώθηκαν ενώ: «το απαίσιον της αναρχίας φάσμα εκυριάρχει πανταχού»(38)

Όσο γινόντουσαν αυτά, πολύ μακρύτερα, το λαμπρό άστρο της Μοσχόπολης που αναπτύχθηκε και αναδείχτηκε μέσα σ’ ένα εξαίσιο πνευματικό, αστικό, περιβάλλον και ουδέποτε αισθάνθηκε τον τουρκικό ζυγό, ετοιμαζόταν να διαγράψει την τελευταία του τροχιά. Ουσιώδες αίτιο υπήρξε μεταξύ άλλων, το θολό πολιτικό τοπίο που απλώθηκε σαν μαύρο πέπλο παντού, δίνοντας την ευκαιρία σε αγάδες ή μπέηδες να εκβιάζουν για ‘’προστασία’’, πιστώνοντας σιγά - σιγά τον πλούτο της, δήθεν για την ασφάλειά των εμπορικών δραστηριοτήτων. Η είδηση της εξεγέρσεως [και η ατυχή της έκβαση] γέμισε μανία τους Τούρκους που αντεκδικήθηκαν με μανία. «Η Τρίκκη [Τρίκαλα] επυρπολήθη και διηρπάγη, η εμπορικοτάτη και ευδαίμων Μοσχόπολις άρδην κατεστράφη, οι προεστώτες της Φιλιππουπόλεως ερραβδίσθησαν, τα υπάρχοντα των χριστιανών διηρπάργησαν, αι οικίαι των εκάησαν, και πολλοί έπεσαν θύματα της μαχαίρας των εξηγριωμένων βαρβάρων. Εις Λήμνον απεκεφαλίσθηκαν ό τε αρχιερεύς και οι προύχοντες των Ελλήνων, εν δε τη Σμύρνη πολλοί εφονεύθησαν εξερχόμενοι του ναού της αγίας Φωτεινής(39)».

Οι Τούρκοι έστειλαν στρατό αποτελούμενο από πενήντα χιλιάδες Αλβανούς που ξεκίνησαν την ερήμωση του τόπου από τις βόρειες επαρχίες, «Γενίτσαροι πλημμύρισαν τις βόρειες επαρχίες…ολόκληρη η Ελλάδα λούστηκε στο αίμα(40)», φτάνοντας μέχρι τη Φωκίδα την Παρνασσίδα και από εκεί στην Πελοπόννησο. Εξοντώθηκαν όχι μόνο οι επαναστάτες και οι ύποπτοι, αλλά και άμαχος πληθυσμός. Η Μοσχόπολη, ένα μοναδικό σε μέγεθος αυτόφωτο αστέρι που φώτισε και επηρέασε όλες τις μεγάλες πόλεις της εποχής καταστρέφεται από την 21η Μαΐου 1769 και για τρεις μέρες. Το συμβάν της ταχύτατης όσο και απροσδόκητης διάλυσης, που οφείλεται εν μέρει και στους ‘’προστάτες’’ – πιστωτές που υποχρέωναν τους εμπόρους να υπογράφουν χρεωστικές ομολογίες, επηρέασε ραγδαία όλα τα μεγάλα κέντρα, που δέχθηκαν χιλιάδες οικογένειες προσφύγων. Μετά τον αφανισμό της, οι πλούσιοι Μοσχοπολιάνοι βλάχοι (αποκαλούνται και Μοσχόβλαχοι(41)), δημιούργησαν τη «Νέα Μοσχόπολη» στο γνωστό Μοναστήρι (Βιτώλια – Μπίτουλε στη βλάχικη), τη μεγαλύτερη Μητρόπολη του βλαχόφωνου ελληνισμού που στις αρχές του 20ου αιώνα είχε συγκεντρώσει μέχρι και 3.300 βλάχικες οικογένειες. Οι φτωχότερες τάξεις, μην έχοντας την οικονομική δύναμη να αντεπεξέλθουν, επέστρεψαν, «οπότε η πόλις συνελθούσα διετέλει εν τινι ικανή ησυχία(42)». 

Μεταξύ των πόλεων και κωμοπόλεων που δέχθηκαν καίριο πλήγμα, καθοριστικό της μελλοντικής τους πορείας, ήταν και η Γράμμοστα. Οι συνεχείς επιδρομές Τουρκαλβανών είχαν φέρει από νωρίς διαδοχικά κύματα μαζικών εξόδων, σε αναζήτηση ασφαλέστερου χώρου. Οι μεγάλες πληθυσμιακές αφαιμάξεις διήρκεσαν πολύ, συμπαγείς ομάδες Γραμμοστιάνων εξαπλώνονται παντού και εγκαθίστανται στη Μακεδονία, τη Ροδόπη και ακόμα μακρύτερα, Βουλγαρία, Σερβία, Ρουμανία. Είναι βέβαιο ότι την ίδια εποχή που καταστράφηκε η Μοσχόπολη έγινε το ίδιο και στη Γράμμοστα, μάλιστα η παράδοση, όπως συνηθίζει στα σημαντικά γεγονότα, την έκανε τραγούδι(43). Οι κάτοικοι που παρέμειναν στο ερειπωμένο χωριό ήταν πια λίγοι και σίγουρα αρκετά φτωχοί. 

Ο Weigand, στη διάρκεια του ταξιδιού που πραγματοποίησε το 1889, αναφέρεται συχνά στους Γραμμοστιάνους που συναντά σε όλες τις μεγάλες πόλεις αλλά για τη Γράμμοστα γράφει(44) ότι έχει 300 ψυχές, η Αετομηλίτσα με 400 και το Πληκάτι με 250. Σε σημείωση του ιδίου όλα αυτά τα χωριά μνημονεύονται στο EthnographiedelaMacedoine, (Φιλιππούπολη 1881), με ακόμα μικρότερο πληθυσμό: 210 κεφαλές φόρου συνολικά (500 ψυχές). Όποια στατιστική και να είναι σωστή η βλαχόφωνη Μητρόπολη της Γράμμοστας παρά τις λεηλασίες και τις δύσκολες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στη Βόρεια Πίνδο κρατούσε ακόμα, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Αργότερα όμως, στη δεκαετία 1930, δεν θυμίζει σε τίποτε τον άλλοτε εκπάγλου καλλονής οικισμό, υπάρχουν μόνο ελάχιστα ταπεινά σπίτια τριγυρισμένα από απέραντα ερείπια.

Διαβάζοντας την απογραφή(45) της 15ης – 16ης Μαΐου 1928, η νεοσύστατη (1927) κοινότητα Γράμμου είχε 13 κατοίκους, πιθανά δεν είχαν ανέβει ακόμα οι κτηνοτρόφοι, αφού στο αναμνηστικό λεύκωμα(46) της Ι. Μητροπόλεως Καστοριάς διαβάζουμε ότι είχε 60 οικογένειες. Για σχολείο ούτε λόγος, ενώ τη καλοκαιρινή περίοδο στον ενοριακό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι εφημέριος ο Παπά Δαμιανός Καρακώττας που τον χειμώνα ακολουθούσε τους «βλαχοποιμένες» ενορίτες του, στο Άργος Ορεστικό. Το 1950 είναι παντέρημη, ενώ μέχρι το 1974 ολόκληρη η περιοχή θεωρείται απαγορευμένη ζώνη και δεν πλησιάζει κανείς για μόνιμη εγκατάσταση, με εξαίρεση τους ντόπιους κτηνοτρόφους που, πατροπαράδοτα, απ’ του Αγ. Γεωργίου και μετά ανέβαιναν με τα κοπάδια τους και ξεκαλοκαίριαζαν. Οι πρώτοι, έφτασαν το 1952 με ό,τι τους είχε απομείνει, ξεκινώντας την οργάνωση με καινούργιες ελπίδες. Εκείνη την εποχή χτίζεται το Κοινοτικό κατάστημα, το τυροκομείο, τα γεφύρια, έρχεται από κοντά η τηλεφωνική σύνδεση και ξεκινά η διάνοιξη του δρόμου που ολοκληρώθηκε το 1966(47). Εβδομήντα χρόνια μετά την ίδρυση της κοινότητας Γράμμου, για ιστορικούς λόγους, η πολιτεία με το σχέδιο Καποδίστριας (Ν.2539/1997, ΦΕΚ 244/Δ/4-12-1997) περί «σύστασης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης» το 1997, διατήρησε την ανεξαρτησία της κοινότητας, με έδρα το Άργος Ορεστικό (75 χλμ., μακρύτερα) και 203 εγγεγραμμένους, από τους οποίους ψήφισαν οι 185 (2002). Στο πέρασμα του χρόνου έγιναν άλλα έργα υποδομής, το 2001 ήρθε το ρεύμα και η συνεχής ζήτηση οικοπέδων φέρνει κάθε χρόνο όλο και περισσότερους στα γραφεία της κοινότητας, όπου γίνονται οι δημοπρασίες.  

Σήμερα ο επισκέπτης αντικρίζει δεκατρείς συνολικά κατοικίες, ενώ η κοινοτάρχις Γράμμου κυρία Κατερίνα Φιλιάδου, αναφέρει ότι κάθε χρόνο, όλο και περισσότεροι εκδίδουν άδειες ανέγερσης. Στο κέντρο της σχεδόν, βρίσκεται το παλιό κτήριο της κοινότητας που αρκετά χρόνια πριν επεκτάθηκε στεγάζοντας και το καφενείο, που με την παρουσία του κυρ – Ηλία Κλουσιάδηπου το νοικιάζει, έχει μεταμορφωθεί σε μια πρώτης τάξεως ταβέρνα – ψησταριά. Το εξωτερικό περιφραγμένο προαύλιο διαθέτει πολλά παγκάκια και τεράστια μακρόστενα τραπέζια που μπορούν να φιλοξενήσουν δεκάδες άτομα, ενώ οι μυρωδιές από τα ντόπια ψητά που φτιάχνει ο κυρ Ηλίας κυριολεκτικά ‘’σπάνε μύτες’’. Είναι αδύνατον κάποιος από τους επισκέπτες ή τους 28 κατοίκους (’01) που έρχεται ή που φεύγει να μην περάσει από δω ενώ ο χώρος είναι εξαιρετικά όμορφος για αυτούς που αποζητούν ησυχία και άμεση επαφή με τη φύση. Ίσως δεν θα μπορέσετε να θυμηθείτε κάτι παρόμοιο. 

Από τις τρεις περίβλεπτες εκκλησίες της παλιάς Γράμμοστας: Κοίμηση Θεοτόκου, Αγία Παρασκευή και Άγιο Γεώργιο με σπουδαία ιστορικά κειμήλια, υπάρχουν μόνο τα ερείπια της παλιάς βασιλικής του 18ου αιώνα και η καινούργια (1982), που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου.Στο ορεινό συγκρότημα του Γράμμου, ειδικά στην περιοχή του σημερινού χωριού υπάρχουν τα πιο εκτεταμένα, πλούσια και αδιάσπαστα αλπικά βοσκοτόπια στο Νομό Καστοριάς, ίσως τα μεγαλύτερα στην Ελλάδα. Η άφθονη βλάστησή τους καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 60.000 στρ., που αποτελείται από δεκάδες είδη φυτών, μεταξύ τους και πολλά σπάνια φαρμακευτικά και νανώδεις θάμνοι συχνά με αγκάθια, που κατά τόπους αναπτύσσονται από τα 1500 μ., ενώ από τα 1800 μ. και ψηλότερα κυριαρχούν ολοκληρωτικά.

Από αυτά τα αλπικά λιβάδια, τα 40.000 στρ. ανήκουν στην κοινότητα και είναι απ’ τους πιο σημαντικούς και υγιείς βοσκότοπους πράγμα σημαντικό για την μετακινούμενη (νομαδική), κτηνοτροφία, που μεταφέρει εδώ κάθε καλοκαίρι εκατοντάδες γιδοπρόβατα και γελάδια. Βέβαια, τα μέτρα που παίρνει η διοίκηση προκαλούν ερωτηματικά, γιατί πλέον δεν είναι θέμα αν επαρκούν ή όχι, αλλά για πιο λόγο αντί για την υποτιθέμενα επιθυμητή και επιδοτούμενη αύξηση αυτής της δραστηριότητας, υπάρχει δραματική μείωση. Εντύπωση προκαλεί επίσης ότι ακόμα δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς επεδίωξε το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000 - 2006» (ΚΥΑ 103/20.4.2001, ΦΕΚ 747/14.6.2001) με προϋπολογισμό 100 δις. δρχ. που εντάχθηκε στο Γ’ ΚΠΣ και με θόρυβο και πηχυαίους τίτλους(48) αναγγέλθηκε.

Αν εξαιρέσουμε τις συνεχείς παρατάσεις, επίσημος απολογισμός δεν υπάρχει, αν και το πιθανότερο είναι ότι, όπως τα άλλα ΚΠΣ έτσι και αυτό, εξαντλήθηκε χωρίς να δημιουργήσει την παραμικρή υποδομή γιαυτό το περίφημο ..αύριο ή έστω την χιλιοειπωμένη σύγκλιση. Έτσι, ενώ το 1978, υπήρχαν 1022 βοοειδή και 8900 πρόβατα και το 2000: 1200 και 6750 αντίστοιχα(49) τα στοιχεία της κοινότητας για το 2005, αναφέρουν 1.500 βοοειδή και 1.350 πρόβατα!. Αν πραγματικά ξοδεύτηκαν 100 δις. δρχ. για ανάπτυξη, και αυτή η πλούσια σε βοσκές περιοχή παρουσιάζει αυτό το αποτέλεσμα, τότε η ανοησία έχει πάρει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις από ότι πιστεύαμε.

Σε κάθε περίπτωση, οι δύσκολα χαραγμένοι αγροτικοί δρόμοι και τα δεκάδες μονοπάτια οδηγούν τα βήματα των πεζοπόρων (βλ. στο τέλος «πεζοπορικές διαδρομές»), σε εκπληκτικές κορυφές με άπλετη, χωρίς όρια θέα. Σε περασμένο αφιέρωμα για την Αετομηλίτσα είχαμε αναφερθεί στο αίτημά της για τη διάνοιξη δρόμου που θα συνέδεε τις δύο κοινότητες. Αυτό το έργο όσον αφορά τη σύνδεση Αετομηλίτσας – Αρένων θα είναι εφέτος (2006) πραγματικότητα, αφού από την μεριά της Αετομηλίτσας άρχισε, ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2005. Η δεύτερη οδός επικοινωνίας Αετομηλίτσα – Στάνη Λάμπρου ή Λάμπρη (20 χλμ.) – ύψωμα Φαρμάκι έχει εγκριθεί και είναι θέμα χρόνου να υλοποιηθεί. Άλλωστε είναι μόνο τρία – τέσσερα χλμ. και ο δρόμος Γράμμοστα – Φαρμάκι υπάρχει.

Όταν ολοκληρωθεί, η διαδρομή Γράμμοστα – Αετομηλίτσα και αντίστροφα θα είναι μόλις 25 – 28 χλμ., δέκα λιγότερο από ό,τι είναι από τον ‘’κάτω’’ δρόμο, χώρια ότι θα έχει καλύτερη θέα. Στην κοινότητα, μπορείτε να στήσετε τις σκηνές σας σχεδόν παντού, όλο το καλοκαίρι μέχρι αργά το φθινόπωρο, μόνο προσέξτε, μην είναι πάνω σε μονοπάτι που περνούν πρόβατα. Ένα καλό σημείο, εκτός του στεγασμένου αλλά τσιμεντένιου προαυλίου της εκκλησίας, είναι στην κρήνη που έφτιαξε ο σύλλογος Γραμμουστιανών ‘’η Γράμμουστα’’, το 1987. Κοντά της είναι ο καλύτερος χώρος. Στο χωριό, έρχονται δεκάδες περιηγητές με σκοπό να ανεβούν στις τριγύρω ψηλές κορφές, ενώ σχεδόν όλοι οι ορειβατικοί σύλλογοι περιλαμβάνουν στο πρόγραμμά τους, μια εξόρμηση στο βόρειο Γράμμο. 

Ένα μοναδικό τοπίο στη Βόρεια Πίνδο που θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στη μνήμη σας είναι η αθέατη από τις γύρω κορφές, αλπική Λίμνη του Γράμμου στα +/- 2380 μ. υψ. στη θέση «Γκιστόβα», η ψηλότερη στην Ελλάδα, και φυσικά η κορυφή «2520», (βλ. στο τέλος πληροφορίες πρόσβασης) τρίτη σε ύψος στη χώρα (2521 μ. υψ.), μετά τον Όλυμπο και τον Σμόλικα. Στα σκούρα μπλε νερά της, φιλοξενεί τον σπάνιο Αλπικό Τρίτωνα (Triturusalpestris) έναν από τους τρεις που συναντάμε στην Ελλάδα. Βρέθηκε εδώ, αλλά και στις λίμνες Μουτσάλια και Αρένες, όπου συμβίωνε με άλλα είδη, κυρίως με τον Κοινό Τρίτωνα (Triturusvulgaris) και τον βάτραχο των ρυακιών (Ranagraeca). Εξ’ ίσου βέβαιο είναι ότι όλη αυτή η κορυφογραμμή που καλύπτει μια μεγάλη περιοχή, μέχρι κάτω το νομό Ιωαννίνων, συνορεύει(50) με τους Αλβανικούς νομούς Κορυτσάς και Κολώνιας(51) πράγμα που επιτρέπει σε πεζοπόρους της άλλης πλευράς να έρχονται εδώ πάνω. Δεν αποκλείονται, λοιπόν, φιλικές συναντήσεις. 

Εσείς, σε κάθε περίπτωση, μη χάσετε την ευκαιρία για αυτή την περιπετειώδη διαδρομή, ειδικά αν έχει καλό καιρό. Ενημερώστε για τη πρόθεσή σας τον κυρ Ηλία στο καφενείο, ρωτήστε για σκυλιά και ξεκινήστε. Η ευρύτερη περιοχή της κοινότητας Γράμμου μπορεί να μην έχει ατελείωτα δάση όπως τα μέρη που προσπελάσατε για να φτάσετε εδώ, διαθέτει όμως πανύψηλες βουνοκορφές, θαυμάσια αλπικά λιβάδια και το κυριότερο, πεντακάθαρη ατμόσφαιρα και μια γαλήνη που θα σας θυμίσει τις πιο καλές στιγμές που έχετε περάσει δίπλα σ’ αγαπημένα σας πρόσωπα.

Σημειώσεις:

(1)  «Η δε Ορεστίς πολλή και όρος έχει μέγα μέχρι του Κόρακος της Αιτωλίας. Ένί μεν δη κοινώ ονόματι καλείται Βόιον το όρος, κατά μέρη πολυώνυμος έστιν». (Στράβωνος, 7, αποσπ. 6). Γεωργία Καραμήτρου – Μεντεσίδη, Βόιον – Νότια Ορεστίς, Αρχαιολογική Έρευνα και Ιστορική Τοπογραφία, Θεσσαλονίκη (1999) 99. επίσης: «Γράμμος: Πρόκειται για το αρχαίο Βόϊον ή Βοίον...», στο: Μάρκου Α. Γκιόλια, Παραδοσιακό Δίκαιο και Οικονομία του Τσελιγκάτου, εκδόσεις Πορεία (2004) 382.

(2)  Χάρτης Γ.Υ.Σ. ‘’Γενικής Χρήσεως’’, κλίμακα 1: 50.000, φύλλο GRAMOS, 4η έκδοση Ιούλιος 1970. Χάρτες Macedonia, MountainsPindosNo 1/12 κλίμακα 1: 50.000, «Gramos», MacedoniaEpirus και MountainsPindos Νο 2/12 κλίμακα 1: 50.000, «Smolikas» έκδοση ΕΟΤ – ΕΟΣ Αχαρνών, Αθήνα 2001. Β. Βυτανιώτης, Γ. Κοράκης, Δ. Μπούσμπουρας, Ι. Τσακνάκης, Χάρτης Περιοχής Γράμμου, κλίμακα 1:80.000, Αρκτούρος 2000.

(3)Παλιότερα, ήταν γνωστή σαν Τσιούκα (αλ) Πέτς (κορφή του Πέτση). Παραθέτουμε την λαϊκή παράδοση για την ονομασία, όπως την άφησε γραμμένη ο αείμνηστος Βουρμπιανίτης δάσκαλος Χαράλαμπος Νικ. Ρεμπέλης (1887 – 1947). «Η Τσιούκα Πέτς(2α), (κατά Κώτσιο Παπαχρήστον από Τούρνοβον(2β)). Απ’ οχπάν’ απ’ το Ροζντόλ’ είναι μια κορφή τ’ς Σκάλας που τη λεν’ Τσιούκα Πέτς, που είναι ντιπ γκόλια, γιατ’ είναι πολύ ψηλή και καν’ κρύγιο. Το καλοκαίρ’ βόσκ’ν εκεί τα πρόβατα τα Πετουλαίικα που βγαίν’ ν απ’ εδώ κι’ άλλα βλάχ’κα που βγαίν’ ν από την Κολώνια, γιατ’ είναι στο σύνορο. Από την Τσιούκα Πέτς αγναντεύονται πεκείθε η Κολώνια, τα βουνά του Σκραπαριού και της Γκιόρτζιας κι’ ο κάμπος τ’ς Μπίλιστας. Μια βολά, θα είναι καμμιά ‘κατοστή χρόνια, έσμιξαν εκεί στη κορφή καταρραχής τρείς – τέσσερ’ς τσιελεγκάδες και ξέχαζαν και κουβέντιαζαν για το’να και για τ’ άλλο. Εκεί που μασ’λατούσαν έβαλαν στοίχημα σε χίλια πρόβατα και σ’ εκατό αργκελέδες για να τα παρ’ εκείνος που θα αποφασίσ’ να κάτσ’ ένα χειμώνα σ’ αυτή τη κορφή μέσα σε μια πετρένια καλύβα που θα την έφκιαναν μέσα στης γης. Απ’ τ’ς τέσσερ’ς τσιελεγκάδες μονάχα ένας, ο Πέτ’ς(2γ), δέχτ’κε να κάτσ’ όλον το χειμώνα, μον’ να τάχ’ όλα, να μη του λείπ’ τίποτες. Τόφειακαν μια καλύβα καλή και γερή, τόβαλαν μέσα θροφή, νερό, ξύλα, σεπάσματα κι’ άλλα χρειγιαζούμενα και στα ‘βγα τ’ Άι Δημήτρ’  πόφ’γαν οι βλάχ’ για τα χειμαδιά, ο Πέτ’ς κλείσκε μέσα στην καλύβα. Πέρασ’ όπως – όπως ο δόλιος ο Πέτ’ς το Χαμένο(2δ), μον’ σα μπήκ’ ο Αντριγιάς(2ε) κι’ αρχίν’ς ο βαρύς χειμώνας κι’ έπεσαν κάνα δύο – τρίγια μέτρα χιόν’ και φ’σούσε τ’ ανεμοσούρ’, μετάνοιωσε ο καημένος, μον’ πώς να φύγ’ ; Δε μπορούσε!…Κακοπέσασ’ ο μαύρος και στον Αντριγιά και το Γενάρ’, μόν’ στα ‘μπα του Φλεβάρ’ απελπίσ’κ’ ο Πέτ’ς και γράφ’ σ’ ένα χαρτί: Ως τα τώρ’, αδέρφια, βαστάχ’κα, νταγιάντ’σα, μον απέδω κι΄ομπρός κιοτεύω, δε θα μπορέσω να νταγιαντίσω….θα πεθάνω. Ως τώρα ούτ’ από κρύγιο ‘πόφερα, ούτε από τομ πάγο ούτ’ από θροφή. Τον αγέρ’ ωρ’ αδέρφια, τον αγέρα δε μπορώ να ‘ποφέρω, με ξεκούφανε μέρα νύχτα το βουγγητό τ’ αγέρα, Κουνιέτ’ ο τόπος ώρ’ αδέρφια, και μου φαντάζ’ πως γκυλιούμαι ολοένα στα κατάβαθα τ’ς γής. Αν πεθάνω, θα πεθάνω απ’ το βουγγητό τ’ αγέρα, όχ’ από τίποτες άλλο. Αν θέλετε δίνετε το μισό το στοίχ’μα στο παιδί μ’ τον Πήλιο… Το Μάη πού’ρθαν οι βλάχοι ανέβκαν ίσια στο βουνό, ηύραν την καλύβα και μέσα τον τσιέλεγκα τομ Πέτ’ς πεθαμένον σύξυλο! Από τότες αυτή την κορφή τ’ν είπαν Τσιούκα Πέτς, κι’ όντας οι πιραστικοί βγαίνουν καμμιά βολά στο σκάρ’σμα ή στο σουρούπωμα ως’ εκεί, παίρν’ν με τη φλοέρα τους το μοιργιολόϊ του Πέτ’ς, έτσ’ σε χαβά αρβανιτοβλάχ’κο…». (2α) Υψόμετρον 2520 μ., (2β) Γοργοπόταμος Μαστοροχωρίων, (2γ) Πέτρος, (2δ) Ο Νοέμβριος, (2ε) Ο Δεκέμβριος. Χαράλαμπου Ρεμπέλη, Κονιτσιώτικα, Εκδόσεις Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών 1(1953), Επανέκδοση του Συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών «Η Πρόοδος», 2(2005) 153 – 154. Βασίλη Γ. Νιτσιάκου, Αετομηλίτσα – Λαογραφικά, Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αετομηλίτσας, Γιάννινα 2(2003) 108, 109. Για το υψόμετρο βλ. παρακ. σημ. 50.

(4)  Μετά τις καταγραφές του Αρκτούρου και της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας περιλαμβάνεται: Α) στις Σημαντικές Περιοχές για την Αρκούδα, λόγω της μεγάλης έκτασης και των κατάλληλων βιοτόπων για τη διαβίωσή της, και γιατί συνδέεται με τις περιοχές Αλβανίας και Φλώρινας που ζουν Αρκούδες. Β) Έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο περιοχών «Φύση 2000» (Natura 2000), μαζί με άλλες περιοχές της Ελλάδας, που εμφανίζουν σημαντική βλάστηση, χλωρίδα και πανίδα. Οι περιοχές αυτές πρέπει να προστατευτούν βάσει της νομοθεσίας (92/43 ΕΟΚ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περιλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό κατάλογο CORINE που βρίσκονται καταχωρημένες οι πιο σημαντικές περιοχές για την πανίδα και τη χλωρίδα σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Γ) Η περιοχή Κορυφές Όρους Γράμμος εντάχθηκε στον κατάλογο CORINE και στο δίκτυο περιοχών «Φύση 2000» κυρίως λόγω της σημαντικής χλωρίδας στις υποαλπικές περιοχές. Δ) Έχει ενταχθεί στις Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά στην Ελλάδα, γιατί περιλαμβάνει σπάνια και απειλούμενα είδη πουλιών σύμφωνα με την οδηγία 79/409. Δημήτρης Μπούσμπουρας (Συντονιστής – Υπευθ. Σύνταξης), «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη περιοχής Γράμμου – Δ. Βοΐου», Αρκτούρος, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Ένωση Γεν. Διευθ. ΧΙ, Θεσσαλονίκη (1999) § 3.2 Νομοθεσία – Καθεστώς προστασίας.  

(5) Δημήτρης Μπούσμπουρας, «Γράμμος – φυσικό περιβάλλον», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.3, Άνοιξη (2000) 31.

(6) Γιώργος Κ. Παπαγεωργίου – Δώρα Κομίνη – Διαλέτη, «Να γιατί η Ευρώπη υποκλίθηκε στο Γράμμο», περιοδικό Αζιμούθιο, έκδοση Φίλων Βουνού και Θάλασσας, τ.43, Ιαν – Φεβ – Μαρτ (2006) 33. Δέσποινα Κουρουπάκη (επιμ.), «Γράμμος, η Ευρώπη υποκλίνεται στην ομορφιά του», περιοδικό Αζιμούθιο, έκδοση Φίλων Βουνού και Θάλασσας, τ.40, Απρ – Μάιος – Ιούν. (2005) 7 – 17. Σταύρου Τζίμα, «Γράμμος εναντίον Δούναβη για βραβείο φυσικής ομορφιάς», εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Σάββατο 21 Μαΐου 2005, (έτος 86ο φύλλο 25.984) σ.7.

(7) Οι δύο βασικές ξεκινούν από το Νεστόριο (βόρεια έξοδος) προς Στενά – Χιονάτο – Κομνηνάδες – Διποταμία – Καλή Βρύση – Μονόπυλο – Γιαννοχώρι – Λιβαδοτόπι – Νεστόριο και αντίστροφαή Νεστόριο (νότια έξοδος) προς Πεύκο – Λιανοτόπι (Λινοτόπι), παράκαμψη για Γράμμοστα (Γράμμος) – Τρίλοφο – Μονόπυλο – Γιαννοχώρι – Λιβαδοτόπι – Νεστόριο και αντίστροφα.

(8)  Όσους συναντήσαμε από την Αετομηλίτσα μέχρι το Νεστόριο το αναφέρουν Λιανοτόπι, το ίδιο και οι πινακίδες, όμως η ονομασία Λινοτόπι είναι αυτή που αποτελεί «κοινό τόπο στις κτητορικές επιγραφές». Αναστασία Γ. Τούρτα, Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι, Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 44, Έκδοση ΤΑΠΑ, Αθήνα (1991) 41. 

 (9)  Τη γραφή Ληνοτόπι καθιέρωσε ο Α. Δ. Κεραμόπουλλος, ως προερχόμενη από το (Ελ)ληνοτόπι. Τούρτα ο.π. 41. Επίσης, στην εργασία του, «Αρχιερατική επιστολή…» πληροφορούμαστε ότι μετά την καταστροφή του Ελληνοτοπίου από Αλβανούς, κάτοικοι μετοίκησαν στη Βλάστη και από εκεί, στις Σέρρες. Μεταξύ αυτών ήταν και Στέργιος, γεννηθείς στη Βλάστη, γιος του Μιχαήλ της αξιόλογης οικογενείας Δούμπα, από τη Μοσχόπολη. Ο Στέργιος φαίνεται ότι από τις Σέρρες πήγε στη Βιέννη, [μετέπειτα ονομάστηκε βαρόνος] ενώ άλλος κλάδος της οικογενείας «με άλλο όνομα» βρέθηκε στο Άργος Ορεστικό όπου ασχολούνται με την χρυσοχοϊκή τέχνη. Στο νεκροταφείο της Βιέννης υπάρχει επιτάφιο επίγραμμα: «Stergio Dumba | geb.zu Blaci Macedonien 1794 | gest. Zu Wien 1870». Αντωνίου Δ. Κεραμόπουλλου, «Αρχιερατική επιστολή και αι προς Σέρβους Σχέσεις της Ελληνικής Εκκλησίας», στο: Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3, Θεσσαλονίκη (1956) 17. Για τον Βαρόνο Κων. Βέλιο βλ. Μιχ. Αθ. Καλινδέρη, «Ο Βαρώνος Κωνσταντίνος Βέλιος 1772 – 1838, η ζωή και η υπέρ του Έθνους προσφορά του», Δημοσιεύματα τ.40, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη (1973) 15 - 78. 

(10)Μοσχόπολη (Voscopoja - Βοσκόπολη):(1330 – 1600 ίδρυση, 1769 1η καταστροφή, 1792 2η καταστροφή, 1916 3η καταστροφή – 1930). Η οικονομική ευμάρεια των αποδήμων Μοσχοπολιτών (οικογένεια Σίνα) στην Βενετία, Βιέννη, Ουγγαρία, Οδησσό και τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες έφερε σχολές, (‘’Νέα Ακαδημία’’) το δεύτερο τυπογραφείο στον ελληνικό χώρο, (μέχρι τότε είχε μόνο η Κωνσταντινούπολη) επιβλητικούς ναούς, με αξιόλογες τοιχογραφίες κ.ά. «Εκ της Θεοφρουρήτου Χώρας Βοσκοπόλεως» όπως γράφει το εξώφυλλο του βιβλίου του «Πίστις» έλκει την καταγωγή του, ο Νεκτάριος Τέρπος (1690 – 1740), κληρικός και διδάσκαλος που απέτρεψε με τα κηρύγματά του πολλούς εξισλαμισμούς. Έγινε από τους μεγαλύτερους εθνοφωτιστές ενώ με τη διδασκαλία και το βιβλίο του «Πίστις» που τυπώθηκε στη Βενετία, το 1732 προετοίμασε τον ερχομό του Ρήγα. Βλ. Κ. Κούρκουλα, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα (1971) 63 - 67 και Α. Γλαβίνα, ‘’Η Συμβολή του Μοσχοπολίτη ιερομονάχου Νεκτάριου Τέρπου στην ανάσχεση των εξισλαμισμών’’, Διεθνές Συμπόσιο ‘’Μοσχόπολις’’, Θεσσαλονίκη 31 Οκτ – 1 Νοε 1996, Ε.Μ.Σ., Θεσσαλονίκη (1999) 29 – 44. Για τη Μοσχόπολη, βλ. Ιωακείμ Μαρτινιανός, Η Μοσχόπολις 1330 – 1930, Στ. Κυριακίδου (επιμ.) Θεσσαλονίκη 1965, Παναγιώτου Αραβαντινού, Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, (Εισαγ. Κ.Θ. Δημαρά) εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, τ. Α’ Γιάννινα 21984.Αστέριος Ι. Κουκούδης, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2000. Νικολάου Ι. Μέρτζου, Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, εκδόσεις Ρέκος, Θεσσαλονίκη 2001. Πύρρος Θώμος, ‘’Η Μοσχόπολη και οι σχέσεις της με τον έξω κόσμο’’, ΙΑ’ Συμπόσιο Ιστορίας και Τέχνης, Κάστρο Μονεμβασιάς 23 – 26 Ιουλίου 1998, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα (2001) 137 – 144.

(11) Γκιόλια ο.π. 382.

(12) Εργασία ανακαίνισης του παλιού τέμπλου στο Ναό της Μεταμορφώσεως του Μεγάλου Μετεώρου από τον ξυλογλύπτη Κώστα και τον συνώνυμό του Κωνσταντίνο από το Λινοτόπι, και κατασκευή του τέμπλου της Μονής Δουσίκου (Αγ. Βησσαρίωνος) κοντά στο ομώνυμο χωριό Άγιος Βησσαρίων (παλιό Δούσικο και Δούσκο) στα ριζά του Κόζιακα, «δια χειρός Κωνσταντίνου και εκ του αδελφού μακαρήτι Μιχάλη και εξαδέλφων Δημήτρη και Γεώργη. Εκ χωριων Λινοτόπι. 1767». Δημήτριος Γ. Καλούσιος, «Μετσοβίτες ξυλογλύπτες στο Νομό Τρικάλων (18ος – 19ος και 20ος αιώνες», ανάτυπο από: Πρακτικά Α’ Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών, Μέτσοβο 28 – 30 Ιουνίου 1991, Τριαντ. Δημ. Παπαζήση (επιμ.),Αθήνα (1993) 218, 231, 232. Τούρτα ο.π. 43 σημ. 138.

(13) Alan J. B. Wace – Maurice S. Thompson, Οι Νομάδες των Βαλκανίων, Περιγραφή της ζωής και των εθίμων των Βλάχων της βόρειας Πίνδου, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη (1989) 215 – 216.

 (14) Ο Γεώργιος το 1657 σε συνεργασία με τους συγχωριανούς του Ιωάννη και Δημήτριο ιστόρησε τον κυρίως ναό του Προφήτη Ηλία Ζίτσας Ιωαννίνων, το όνομα του Ζωγράφου Κωνσταντίνου φέρει εικόνα της δέησης, του 1636, που προέρχεται από το τέμπλο του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κουκούλι Ζαγορίου που φυλάσσεται στο Μουσείο Ιωαννίνων. Ο Κωνσταντίνος, γιος του αγιογράφου Μιχαήλ τον οποίο βοήθησε στην τοιχογράφηση δύο εκκλησιών: την πρώτη φορά μόνος του, το 1620, στο ναό του αλλοτινού μοναστηριού του Αγίου Μηνά στο Μονοδένδρι, και τη δεύτερη φορά μαζί με το συγχωριανό του Νικόλαο, το 1630, στο ναό του Αγίου Νικολάου στη Σαρακήνιστα της Βορείου Ηπείρου, ενώ το 1653 με τη βοήθεια του μαθητή του Νικολάου, ιστόρισε το καθολικό της Ι. Μ. Προφήτη Ηλία στη Στεγόπολη της Βορείου Ηπείρου. Φοίβος Ι. Πιομπίνος, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα (1984) 75, 124, 210. Ακολουθούν πολλοί ακόμα, πιθανά με οικογενειακά συνεργεία που διευρύνουν τους ορίζοντες και παρουσιάζουν αξιόλογη γεωγραφική εξάπλωση (Λινοτόπι, Παλατίτσια, Μονή Φωτμού, Μονή Μακρυαλέξη, Γεωργουτσάτες, Βίτσα, Μονοδέντρι, Κλειδωνιά, Riljevo, Τσιάτιστα, Σαρακήνιστα, Μονή Πατέρων, Καστοριά, Τύρναβος, Ζαγορά, Ελαφότοπος, Δρυόβουνο, Στεγόπολη, Ζέρμα). Τούρτα ο.π. πίνακες, 137 και αναλυτικά 226 – 230 με βιβλιογραφία. Στο πέρασμα των χρόνων, δημιούργησαν παραδοσιακά πρότυπα που εδραιώθηκαν.

(15)  Χρυσάνθη Μαυροπούλου – Τσιούμη, «Ένας σημαντικός Αγιογράφος του 16ου αιώνα από το Λινοτόπι», Πρακτικά Γ’ Συνεδρίου Ιστορίας Λαογραφίας – Γλωσσολογίας Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής Δυτικομακεδονικού χώρου, Θεσσαλονίκη 3 – 5 Απριλίου 1982, έκδοση Βοιακή Εστία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη χ.χ., 92 – 93. Τούρτα ο.π. 42.

(16) Alan J. B. Wace – Maurice S. Thompson ο.π. 213, σημ. 150.

(17)Γεώργιος Π. Τσότσος, Η γεωγραφική διασπορά στοιχείων της Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής της Αχρίδας, ανάτυπο από: ΛΓ’ τόμο των «Μακεδονικών» Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη (2003) 282. Για την εγκατάσταση στο Κρούσοβο και την Αχρίδα βλ. Gustav Weigand, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι),  Α’ τόμος / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (2001) 83, 99.

(18 – 18α – 18β – 18γ) Βρύσης Παντελή Τσαμίση, Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήνα (1946)126, 124, 125.

(19) Νικόλαος Δ. Σιώκης, «Η βλάχικη γλώσσα και οι προσπάθειες διατήρησής της από τους βλάχους αποδήμους (τέλη 18ου – τέλη 19ου αιώνα)», στο περ. Ελιμειακά, έτος εικοστό πρώτο, τ. 49, έκδοση: σύλλογος Κοζανιτών Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη (2002) 138.

(20) Γενικά για την επιγραφή, βλ. Μίλτος Γαρίδης, «Ο Μητροπολίτης Παΐσιος και η Βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό πρόβλημα», Τα Ιστορικά 3, Αθήνα (1985) 183 – 203.

(21) Χρήστος Πατρινέλης, Σωτήρης Κίσσας κ.ά, Μακεδονία, Οδηγός, (εκδ. ΠΤΙ. ΕΤΒΑ και ΕΟΤ), Αθήνα (1997) 199.

(22) Γενικά για τον Αγ. Ζαχαρία, βλ. Χαράλαμπος Μπούρας, «Η εκκλησιαστική Αρχιτεκτονική κατά τον 16ο αι.», ΙΑ’ Συμπ. ΧΑΕ (1991) 26 – 28. [Καθολικά Ζάβορδας, Αγίου Ζαχαρία Καστοριάς. Ναοί Καστοριάς]. Χαράλαμπος Μπούρας, «Στηρίξεις συνεπτυγμένων τρούλων σε μονόκλιτους ναούς», Ευφρόσυνον Β’, Αθήνα (1992) 407 – 415. [Καστοριά, Άγιος Ζαχαρίας]. Ε. Δεληγιάννη – Δωρή, «Εισαγωγή στη μεταβυζαντινή αρχαιολογία και τέχνη», 15ος – 16ος αι. (Φοιτητικές σημειώσεις, Α’ και Β’), Αθήνα, 1990. [Καστοριά, Άγιος Ζαχαρίας]. Πατρινέλης - Κίσσας κ.ά, ο.π. 181 – 199. [Ναοί Καστοριάς, Γράμμος, Άγιος Ζαχαρίας].

(23)Δημήτρης Μπούσμπουρας ο.π. § 4.7.2.4 Βίδρα.

(24) Βετέρνικο, Βετεάρνικο, (Βετεάρνικ): Αστέριος Ι. Κουκούδης, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη (2000) 358, 361, 505.

(25) Βαρτένι, Βετέρνικο: Gustav Weigand, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), τ. Α’, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων – Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (2001) 322.

 (26)  Η Ρέσνα (Αρέσιανη στη βλάχικη), στη σημερινή π.Γ.Δ.Μ. είχε ελληνικό πληθυσμό και σχολείο, που κατεδαφίστηκε το 1998. Ο Γ. Παπανδρέου υπουργός εξωτερικών τότε, είχε αναφέρει σε απάντηση (υπ. Αριθ. 6618 απο 8.2.99, απαντήθηκε στις 24.2.99), προς τον βουλευτή κ. Ευγ. Χαϊτίδη ότι: «…η κατεδάφιση ενός κτηρίου συνδεδεμένου με την πολιτιστική και ιστορική παρουσία του ελληνισμού στην περιοχή θεωρούμε ότι ήταν αποτέλεσμα ενεργειών διαφόρων κύκλων, που επιθυμούν την παραχάραξη ή και αλλοίωση των μνημείων και των στοιχείων της διαρκούς ελληνικής παρουσίας στην περιοχή της Πελαγονίας …». Πηγή: www.papandreou.gr, λήμμα: Ρέσνα.

(27)  Weigandο.π. 89.

(28) Χαρητάκης Ι. Παπαιωάννου, Αγριόγιδο στα όρια της επιβίωσης, Αυτοέκδοση, Ιωάννινα 2(2005) 21, 23. Δημήτρης Μπούσμπουρας ο.π. § 4.7.2.3 Αγριόγιδο σελ 4.

(29)Γκιόλια ο.π. 382.

(30)Πατσιαούρας Φίλιππος, προερχόμενος από ισχυρό οικογενειακό τσελιγκάτο των Αγράφων, υπήρξε μέλος αποστολής αντάρτικου σώματος στην Κρήτη. Ακόμα και περικυκλωμένος από δύο λόχους ιππικού και τέσσερις λόχους φαντάρων απορρίπτει την πρόταση παράδοσης: «…Παρουσιάσου, βρέ ληστή και συ βρέ Πατσιαούρα.| Μηδά είμαι κόρη να ντραπώ, νύφη να προσκηνήσω,| εγώ είμαι ο πρώτος ο ληστής(30α), με λέγουν Πατσιαούρα». Θοδωρή Α. Νημά, Τραγούδια Θεσσαλίας, τ. Α’, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2(1983) 170, Νο 18. (30α)Άγραφος νόμος των ληστανταρτών σύμφωνα με τον οποίο η αναγκαστική παράδοση κρίνεται ως ατίμωση. Γκιόλια ο.π. 510.

(31)Μεγάλο τσελιγκάτο της Γράμμοστας με χιλιάδες αιγοπρόβατα που διέσχιζε ένοπλο τη Μακεδονία επί 250 χρόνια. Στο Βελεστίνο, όπου τα χειμαδιά τους, είχαν κουμπαριά με την πατρική οικογένεια του Ρήγα Βελεστινλή την οποία εξανδραπόδισαν οι Οθωμανοί, μετά τον στραγγαλισμό του Εθνομάρτυρα στο φρούριο του Βελιγραδίου το 1798. Οι Πισιωταίοι έσωσαν από τη σφαγή τον 13χρονο τότε Παναγιώτη, ανιψιό του Ρήγα, γιο του αδελφού του Δημήτρη.  Νικολάου Ι. Μέρτζου, Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, εκδόσεις Ρέκος, Θεσσαλονίκη 2(2001) 123, 194.

(32)Μια καταστροφική επίθεση που έγινε στα χρόνια της διοίκησης του Αλή πασά και μας μεταφέρει η παράδοση του τόπου έχει σχέση με την Σιάνα, κόρη του αρχιτσέλιγκα Χατζηστέργιου. Την ήθελε ο Αλή πασάς στο χαρέμι του και έφτασε να την ζητήσει από τον πατέρα της, Χατζηστέργιο. Ούτε η Σιάνα όμως, ούτε ο πατέρας της ήθελαν να πάει στα Γιάννινα. Μαθαίνοντας ο Αλή πασάς την ανυπακοή έστειλε στρατό να αρπάξουν τη Σιάνα ή να καταστρέψουν τη Γράμμοστα. Η παράδοση θέλει τη Σιάνα να κλειδώνεται στο σπίτι της και πολεμώντας, σκοτώνεται «με το όπλο στο χέρι» για να μην πέσει στα χέρια των απίστων. Έτσι, μετά από αυτή την εξέλιξη, οι άπιστοι ‘’χάλασαν’’ τη Γράμμοστα. Αυτό που γνωρίζουμε σίγουρα, είναι ότι η χριστιανική ηθική και η οικογενειακή τιμή των βλάχων δεν θα άφηνε ποτέ κόρη απροστάτευτη [θεωρείται προσβολή για όλη την ποιμενική κοινότητα], ακόμα και εάν ήταν ορφανή, όχι που ήταν κόρη αρχιτσέλιγκα. Άρα η ‘’αποτυχημένη’’ αρπαγή ήταν βέβαιο ότι θα συνέβαινε. Παραθέτουμε μια μαρτυρία που δίνει διαφορετική άποψη, συμπεραίνοντας ότι η Γράμμοστα δεν καταστράφηκε γιαυτό το λόγο. Την παραθέτουμε ολόκληρη όπως την αναφέρει ο συγγραφέας Γιώργος Χ. Χιονίδης.

«Κάποτε ανακάλυψε ο Αλή πασάς, ότι ο τσέλιγκας Χατζηστέργιος, κάτοικος του χωριού Γράμμοστα (που ήταν ορεινή κωμόπολη με τρεις χιλιάδες σπίτια) είχε ένα πολύ όμορφο κορίτσι, που ονομαζόταν Τάνα [με το πέρασμα του χρόνου έγινε Σιάνα]. Ο Αλή πασάς παρουσιάστηκε ο ίδιος στη Γράμμοστα, επικεφαλής πολυάριθμης ομάδας Αλβανών. Ο Χατζηστέργιος και όλοι οι άλλοι τσελιγκάδες, όπως και ο αρσενικός πληθυσμός του οικισμού, βγήκαν να τον προϋπαντήσουν και να τον υποδεχθούν σε μεγάλη παράταξη. Μόλις κατέλυσε ο Αλή πασάς, άρχισαν να φτάνουν κριάρια, τα οποία έβαζαν στη σούβλα για να φιλοξενήσουν τον υψηλό μουσαφίρη τους. Τρεις μέρες συνεχίστηκε η διασκέδαση και τέλος ο Αλή παίρνει κατά μέρος τον Χατζηστέργιο και του λέει: «Έχω ακούσει ότι έχεις ένα όμορφο κορίτσι και θέλω να το πάρω στο χαρέμι μου. Πιστεύω πως η πράξη μου αυτή σε κάμνει τιμή». Ο Χατζηστέργιος, αν και η καρδιά του τραυματίστηκε βαθιά με όσα άκουσε, δεν έχασε την ψυχραιμία του και υποκρίθηκε ότι δεν περίμενε τέτοια μεγάλη τιμή από το μέρος του πασά και απήντησε ότι αποδεχόταν με μεγάλη χαρά την πρόταση, πρόσθεσε όμως ότι, επειδή υπήρχε η διαφορά της θρησκείας και ο κόσμος της κωμοπόλεως ήταν πολύ θρησκόληπτος, αν και ο ίδιος δεν έδινε σημασία σε τούτα, παρακαλεί τον πασά να μη βιασθεί και ότι στο διάστημα των ερχόμενων τριών ημερών, μετά την αναχώρησή του, θα έπαιρνε το κορίτσι του (χωρίς να ξέρει κανένας) και θα το έφερνε στο χαρέμι του. Του μίλησε τόσο πειστικά, ώστε ο πασάς τα έχαψε, τον πίστεψε και έμεινε κατενθουσιασμένος, Ο Χατζηστέργιος δεν περίμενε να περάσει ούτε μια μέρα από την αναχώρηση του πασά και έδωσε διαταγή μόλις βραδιάσει να ξεκινήσουν κρυφά τα κοπάδια με κατεύθυνση τα Βιτώλια (Μοναστήρι) δια μέσου των βουνών του Βιτσίου, αφού φορτώσουν τα υπάρχοντά τους στα μουλάρια. Τα χαράματα τα κοπάδια και οι οικογένειες βρίσκονταν στο δρόμο μακριά από την κωμόπολη. Έπρεπε να περάσουν από τέτοια μονοπάτια και δάση, ώστε να μην βρει ίχνη ο Αλή πασάς. Μετά από πολλές περιπέτειες στα βουνά του Βιτσίου έφτασαν στο Πισοδέρι. Ύστερα κατέβηκαν στη Φλώρινα. Από εκεί ανηφόρησαν προς τη δεξιά όχθη του ποταμού Τσέρνα, που διασχίζει τον κάμπο των Βιτωλίων και, αφού πέρασαν από τον Περλεπέ, έφτασαν στο Νεράτσικο, στην όχθη του ποταμού Βαρδάρη. Από εκεί πήραν τον κατήφορο του ποταμού και έφτασαν στη Γευγελή, όπου και πέρασαν τον Αξιό στην αριστερή όχθη του. Αργότερα εγκαταστάθηκαν στο χωριό Λιβάδια, κοντά στην Γευγελή. Έτσι κατόρθωσαν να γλιτώσουν την οικογενειακή τιμή τους και να διατηρήσουν καθαρή την ψυχική γαλήνη της καημένης Τάνας. Ο Αλή με τους κατασκόπους που είχε παντού πληροφορήθηκε, ουδέ τη δεύτερη μέρα, την αναχώρηση της ομάδας. Πολλές ομάδες καβαλαραίων Αλβανών (που ήταν οπλισμένοι μέχρι τα δόντια) είχαν σταλεί προς όλες τις κατευθύνσεις, από όπου μπορούσε να υποτεθεί ότι ήταν δυνατόν να περάσει ο Χατζηστέργιος, αλλά μονάχα προς το Βίτσι δεν πήγαν, γιατί κανένας δεν πίστευε ότι ήταν πιθανό να χρησιμοποιηθεί αυτός ο δρόμος». Όλα αυτά μου τα δηγήθηκε ο ενενηντάρης Μιχάλης Παπάζης, ο οποίος είχε λάβει μέρος σ’ αυτή την αναπάντεχη περιπλάνηση, όταν ήταν εφτά χρονών. Η εξιστόρηση στον Παναγιώτη (Γιώτη) Ναούμ έγινε κοντά στο 1902. Γιώργος Χ. Χιονίδης, «Οι ανέκδοτες αναμνήσεις του Γιώτη (Παναγιώτη) Ναούμ», στο: Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 24 Θεσσαλονίκη (1984) 48 – 49.

(33) Κουκούδης ο.π. 401.

(34)  Θεόδωρος Α. Νημάς, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (1995) 258. Μέρτζος ο.π. 346.

(35) Ο Γεώργιος, με τους συγχωριανούς του Ιωάννη και Δημήτριο ιστόρισε το 1657 τον κυρίως ναό του καθολικού της Ι. Μ. Προφήτη Ηλία στη Ζίτσα Ιωαννίνων.Ο Ευστάθιος υπογράφει το 1730 την παράσταση του Ευαγγελισμού, στην Ωραία Πύλη της Αγίας Παρασκευής στο Πισοδέρι Φλώρινας. Πιομπίνος ο.π. 75, 99, 118, 210, 253.

(36)Κωνσταντίνος Ν. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς 1453 – 1821, έκδοση Κ. Καμαρινόπουλος – Θ. Γυφτάκης, Αθήνα 2(1962) 482.

(37) Κ. Ν. Σάθα ο.π. 486.

(38) Ιωακείμ Μαρτινιανού, Η Μοσχόπολις 1330 – 1930, (επιμ.) Στ. Κυριακίδου, Θεσσαλονίκη (1965) 165.

(39) Κ. Ν. Σάθα ο.π. 496.

(40) Κούλα Ξηραδάκη, Γυναίκες του ’21, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα (1995) 178.

(41)Μέρτζος ο.π. 59.

(42)Μαρτινιανού ο.π. 181.

(43) Το τραγούδι Γραμμουστηνίτισσα καταγράφει ο Στίλπων Π. Κυριακίδης: «Μαρή Γραμμουστηνίτισσα κί από το Λιανοτόπι, | τί ν’ τα ντουφέκια πόπιφταν, πουλύ βαριά βρουντούσαν; | Μήνα σε γάμου ρίχνουνταν, μήνα σε πανηγύρι; | Ουδέ σε γάμου ρίχνουνταν ουδέ σε πανηγύρι. | Μας πάτησαν τη Γράμμουστα κί αυτό το Λιανοτόπι. |  Πήραν άσπρα, πήραν φλουριά, πήραν μαργαριτάρια, | πήραν τη Νικουλάκαινα, την μικροπαντρεμένη». Στίλπων Π. Κυριακίδης, «Άσματα Λεχόβου – Άργους Ορεστικού», στα: Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη (1953 – ‘55) 416, Νο 6. Παραλλαγή του έχει καταγράψει ο Χαράλαμπος Ρεμπέλης όπου αντί για φλουριά και την αρπαγή της Νικουλάκαινας αναφέρει: «Πήραν παιδιά απ’ το δάσκαλο, κορίτσι’ απ’ το γκεργκέφι, | Πήραν και τ’ αρχοντόϊπουλο το γυιό που Πατσιαούρα». Ρεμπέλη ο.π. 34, No 36.

(44) Weigand ο.π. 322.

(45)Τσαμίσης ο.π. 235.

(46)Αναμνηστικό Λεύκωμα, Ο Εφημεριακός Κλήρος της Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (1931) 12, 46.

(47) Στην κοινότητα Γράμμου υπάρχει μια σύντομη ιστορική αναφορά. Εκεί (σελ 1) υπάρχει αναφορά στις υποδομές. Βλ. επίσης στο: Πισιώτη Ανδρομάχη Αδάμ – Κων/ νος Αδάμ, «Οδοιπορικό στην Γράμμουστα, δεύτερο σεμινάριο παραδοσιακών χορών», πρακτικά σεμιναρίων βλάχικων παραδοσιακών χορών, έκδοση πανελλήνιας ομοσπονδίας πολιτιστικών συλλόγων βλάχων, Λάρισα 2005.

(48)Τασούλα Καραϊσκάκη, «Πώς θα ζωντανέψουν οι ορεινές περιοχές», εφημερίδα Αθηνών Η Καθημερινή, Κυριακής 5 Σεπτεμβρίου (1999) σ. 28. Διονύση Σταμπόγλη, «Οι 5 άξονες ανάπτυξης των ορεινών περιοχών», εφημερίδα Αθηνών το Βήμα, Κυριακής 12 Δεκεμβρίου (1999) σ.Δ16. 

(49)Τα στοιχεία προέρχονται από την Ειδική Λιβαδοπονική μελέτη όρους Γράμμου που έγινε από τον Αρκτούρο και το εργαστήριο λιβαδικής οικολογίας του ΑΠΘ: 2001. Μου μεταδόθηκαν τηλεφωνικά από τον Δημήτρη Μπούσμπουρα (5 Απριλίου 2006). Συμπληρωματικά στοιχεία Βλ. Δημήτρης Μπούσμπουρας ο.π § 5.4.2.2 Κτηνοτροφία σελ 10.

(50) Η συνοριακή γραμμή καθορίστηκε με το«Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας» στην ομώνυμη πόλη από διεθνή Επιτροπή στις 17 Δεκεμβρίου 1913 και αναφέρει τα εξής: «Η οροθετική γραμμή αναχωρεί εκ του σημείου C (επι του Αυστριακού Χάρτου υψόμετρον 1738, βορειοανατολικώς της Μάνδρας Νικολίκα), ένθα η μεσημβρινή μεθόριος του Καζά Κορυτσάς ενούται με την όφρύν του Γράμμου μέχρι της Μαύρης Πέτρας. Κατόπιν διέρχεται δια των υψομέτρων 2536 [το σωστότερα μετρημένο σήμερα 2521μ., «2520» στους χάρτες της Γ.Υ.Σ.] και 2019 και φθάνει εις Γόλο [σημερινό Γκόλιο]». Νικολάου Κ. Παπαδόπουλου, «Πώς είδε την Δρόπολιν ο Luciano Magrini» στο: Λεύκωμα Η Δρόπολις Βορείου Ηπείρου, έτος 1ο, έκδοση της εν Αθήναις ενώσεως Δροπολιτών «Ο Δρίνος», Αθήναι (1965) 57, του ιδίου: Η Δρόπολις της Βορείου Ηπείρου κατά την Τουρκοκρατίαν (1430 – 1913), εν Αθήναις (1976) 126, όπου βιβλιογραφία: Στ. Αντωνοπούλου, Αι συνθήκαι Λονδίνου, Βουκουρεστίου και Αθηνών, εν Αθήναις (1917), 29 – 30. Στις μέρες μας, πολλά από τα παλιά μονοπάτια χρησιμεύουν για τη μεταφορά λαθραίων προϊόντων, κοπαδιών προβάτων, ακόμα και ναρκωτικών. Παρά τις συχνότατες περιπολίες των χιλίων συνοριοφυλάκων της ελληνοαλβανικής μεθορίου το παράνομο εμπόριο εξακολουθεί να υφίσταται. Βλ. Σταύρου Τζίμα «Άγριες μάχες με συμμορίες στα σύνορα», εφημερίδα Αθηνών Η Καθημερινή, Τρίτη 11 Απριλίου 2006, (έτος 87ο φύλλο 26251) σ.7.

(51)Η γεωγραφική ενότητα του ορεινού συγκροτήματος του Γράμμου καλύπτει ένα σημαντικό τμήμα που ανήκει στην Αλβανία και ειδικότερα στους νομούς Κορυτσάς και Κολώνιας. Ο νομός Κορυτσάς έχει έκταση 2.181 τ. χ. και πληθυσμό 218.000 κατοίκους (‘90), συνορεύει από την ελληνική πλευρά, με τους νομούς Καστοριάς και Φλώρινας Πρωτεύουσα είναι η Κορυτσά με πληθυσμό 65.300 κατοίκους. Ο νομός είναι ο δεύτερος κατά σειρά σε έκταση και ο έκτος σε πληθυσμό στην Αλβανία. Ο νομός της Κολώνιας έχει έκταση 805 τ. χ. και πληθυσμό 31.000 κατοίκους, βρίσκεται νότια του νομού Κορυτσάς και συνορεύει μ' αυτόν στην κορυφογραμμή του Γράμμου. Με την Ελλάδα συνορεύει κυρίως στο τμήμα του νομού Ιωαννίνων. Δημήτρης Μπούσμπουρας ο.π. § 2.3. Υφιστάμενες Χρήσεις  γης - βασικές δραστηριότητες και έργα, σελ 6.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24670

ΔΙΑΜΟΝΗ: Η κοινότητα Γράμμου διαθέτει ξενώνα 61180. Τα πιο κοντινά, ανοιχτά όλο το χρόνο, είναι στο Πευκόφυτο, Γεράσης Κωσταντίνος 81585 και στο Νεστόριο ο ‘’Αλέξανδρος’’ Μιχάλης Νταούτης 31114 www.hostel-alexandros.gr , ‘’Αχχίλειον’’ 31120, ‘’Βατύνα’’ 31118, ‘’Αναστασία’’ 31101. Τους καλοκαιρινούς μήνες κατόπιν συνεννόησης λειτουργεί  ο ξενώνας Τρίλοφου, Βασίλης Μπέλλος μέλος πολιτιστικού συλλόγου 82411, 6978641877 το ‘’Ξενοδοχείο’’ Μονόπυλου, Τούλιος Βασίλης πρόεδρος πολιτιστικού συλλόγου 71824, ο ξενώνας πολιτιστικού συλλόγου Γιαννοχωρίου που λειτουργεί στα πρότυπα ορειβατικού καταφυγίου 82395 Νίκος (Βασιλική η γυναίκα του) Χαλκιάς 2467028715 και ο κοινοτικός ξενώνας Λιβαδοτοπίου, Πέτρος Κοράνης πρόεδρος πολιτιστικού συλλόγου 2467082444.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ο απόλυτος και ανεξάντλητος παράδεισος για τους λάτρεις της φύσης. Στην κεντρική δστ. προς Λιανοτόπι στο χώρο της παλιάς σκοπιάς, στο χώρο του Βετέρνικου και στο χωριό Γράμμος. Και στις τρεις περιπτώσεις έχει κρήνη με νερό. Στη Φούσια χωρίς νερό, και στην Αγία Ματρώνα του Μονόπυλου στην ‘’διμοιρία’’. Σε κάθε περίπτωση να έχετε μαζί σας παγούρι γεμάτο και προσέξτε μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Να έχετε μαζί σας προμήθειες. Αν όχι, ψωνίστε στο Επταχώρι ή το Νεστόριο. Στην κοινότητα Γράμμου υπάρχει ο μισθωτής του ξενώνα και του καφενείου (Ηλίας Κλουσιάδης προς το παρόν), που σερβίρει ψητά της ώρας, 61180.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Γράμμου:42361, Δήμος Νεστορίου 31204, 31027 – 8, Αστυνομία Νεστόριου 31218, 31205, Α’ Βοήθειες Νεστόριου 31216. Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ: Μόνο στην Καστοριά Ζουρνατζής Νίκος Λεωφόρος Κύκνων 14, www.moto-action.gr 86979, 6977705092.

ΧΡΗΣΙΜΑ:  Πολιτιστικός σύλλογος Γραμμουστιανών ‘’η Γράμμουστα’’, Ανδρομάχη Πισιώτη  41535, 6944864532. Διεύθυνση δασών Καστοριάς 26666, 22881, 22995.  

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Προσοχή στις βενζίνες. Αν έχετε μικρό ντεπόζιτο πάρτε ένα τετράλιτρο από το Επταχώρι 84064 (BP)  ή από το Νεστόριο. Κόνιτσα όλες οι εταιρείες.

ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ

ΓΡΑΜΜΟΣΤΑ – ΣΛΙΜΝΙΤΣΑ – ΜΟΝΟΠΥΛΟ

00,00 Κοινότητα – Καφενείο Γράμμου μηδενίστε:

0,2 μ. τελευταίο σπίτι Γράμμου,

1,5 χλμ. αριστερά Μπαρούγκα - Φούσια – Τρίλοφο, δεξιά Βετέρνικο και κεντρικός δρόμος για Πεύκο ή Τρίλοφο,

3,55 χλμ. (περιοχή Βετέρνικου) δεξιά παλιός δρόμος που καταλήγει στην έξοδο του φαραγγιού Καταφύκι και τον

κεντρικό δρόμο, αριστερά Πεύκος ή Τρίλοφο από τον καινούργιο δρόμο,

6,1 χλμ. δστ. κεντρικός δρόμος δεξιά Πεύκος, αριστερά Τρίλοφο,

9,7 χλμ. αριστερά Φούσια, ευθεία Τρίλοφο,

10,6 χλμ. αριστερά πλάτωμα – ξύλευση δεξιά Τρίλοφο,

11,0 χλμ. δεξιά Αλιάκμονας, ευθεία Τρίλοφο,

14,7 χλμ. αριστερά δασικός, δεξιά Τρίλοφο,

15,6 χλμ. Σλίμνιτσα.

ΓΡΑΜΜΟΣΤΑ – ΑΕΤΟΜΗΛΙΤΣΑ

00,00 Κοινότητα – Καφενείο Γράμμοστας μηδενίστε:

1,50 χλμ. αριστερά Μπαρούγκα - Φούσια – Τρίλοφο, δεξιά Βετέρνικο και κεντρικός δρόμος για Πεύκο ή Τρίλοφο,

3,55 χλμ. (περιοχή Βετέρνικου) αριστερά Πεύκος ή Τρίλοφο από τον Καινούργιο δρόμο, δεξιά Πεύκος ή Τρίλοφο από τον Παλιό δρόμο

6,1 χλμ. δεξιά Πεύκος αριστερά Τρίλοφο

  • 7,05 χλμ. δεξιά παλιός δρόμος για Γράμμοστα ο οποίος βγαίνει στον καινούργιο

9,7 χλμ. δεξιά Αετομηλίτσα Αριστερά Πεύκος κεντρική δστ. Πέτρινη κρήνη, στέγαστρο, αριστερά Τρίλοφο

14,10 χλμ. αριστερά Δασικός δεξιά Αετομηλίτσα

14,66 χλμ. δστ. με σκεπαστή κρήνη στη θέση ‘’Σγούρος’’ δεξιά Αετομηλίτσα ευθεία Μυροβλήτη

20,23 χλμ. δεξιά Αετομηλίτσα αριστερά Μυροβλήτη

21,58 χλμ. δεξιά δασικός ευθεία Αετομηλίτσα

  • 24,30 πηγή τρακοσάρα και δεξιά δασικός για στάνη και βοσκοτόπια. Ευθεία Αετομηλίτσα.
  • 25,49 Λίμνη ‘’Αρρένες’’

25,60 χλμ. δεξιά δασικός αριστερά Αετομηλίτσα

 27,00 χλμ. δεξιά Αετομηλίτσα αριστερά δασικός προς Χρυσή στη θέση ‘’στρούγκες Βέρμπη’’

  • 27,50 χλμ. ΔΙΑΣΕΛΟ στη θέση ‘’Τρίγωνο’’

28,75 χλμ. Λιβάδι στη θέση ‘’Καμπίτσιο’’ δεξιά Αετομηλίτσα αριστερά (Λούψικο – Λυκόραχη)

  • 29,50 χλμ. Πέρασμα με παχιά λάσπη. Κάντε παράκαμψη 50μ από το δάσος

33,17 χλμ. αριστερά στάνη Ευθεία Αετομηλίτσα

34,17 χλμ. δεξιά στάνη Αριστερά Αετομηλίτσα

  • Πέτρα Μούκα στα δεξιά σας

35,10 χλμ. Κεντρικός δρόμος Δεξιά Αετομηλίτσα – αριστερά Ε.Ο. Κόνιτσας – Επταχωρίου – Κοζάνης. Υπάρχει πινακίδα για Αρένες – Λιανοτόπι – Γράμμος.

35,20 χλμ. δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα υπάρχει πινακίδα για στάνη Λάμπρη – Γκούρα – Καζάνι - Σούφλικα

36,20 χλμ. Δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα.

37,80 χλμ. Πλατεία Αετομηλίτσας. Η διαδρομή είναι 1ω 07’.

ΓΡΑΜΜΟΣΤΑ – ΛΙΜΝΗ ΓΚΙΣΤΟΒΑ

Ο δρόμος που ξεκινά μέσα από το χωριό (υπάρχει πινακίδα ‘’προς Γκιστόβα’’), ανεβαίνει ψηλότερα, μόνο φροντίστε να μην έχετε φορτωμένα πράγματα ή δεύτερο άτομο. Συνεχίστε όπως πάει ο κεντρικός αγροτικός (στα 1450 μ. υψ υπήρχε μια, από τις τρεις, συνοικίες της Παλιάς Γράμμοστας), και σε 15 – 20 λεπτά θα βρεθείτε σε δστ. που αριστερά βγαίνει σε μαντριά – τόλ και την «2520», ενώ δεξιά πηγαίνει σε νεόκτιστο εκκλησάκι (12χλμ.). Εδώ, στη θέση «Γκιστόβα» αφήστε τη μοτοσυκλέτα και συνεχίστε περπατώντας αριστερά (βόρεια), σε 45 – 60 λεπτά θα την βρείτε μπροστά σας. Οι πιο θαρραλέοι είναι βέβαιο ότι θα προσπαθήσουν να ανεβούν από τα σπανά. Πηγαίνει, αρκεί το εντουράκι σας να είναι ελαφρύ, τα μεγάλα δεν ανεβαίνουν. Ο περίφημος δρόμος, (εκεί που αφήσατε τη μοτοσυκλέτα) συνεχίζει, κάνει έναν τεράστιο κύκλο στο πλάι του βουνού περνά τη δστ., για Φούσια (αριστερά) καταλήγοντας στη δστ., για Γράμμο (δεξιά) ή Βολιώτικα Καλύβια (αριστερά). Όλη η κυκλική διαδρομή είναι +/-24 χλμ. Η Πεζοπορική προσέγγιση (απο το χωριό μέχρι την λίμνη) είναι 3ω 40’.

ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΗΜΑΝΣΗ ΟΔΙΚΗ και ΜΟΝΟΠΑΤΙΩΝ:

Όπως έρχεστε από τις Λίμνες στη θέση ‘’Αρένες’’ βρίσκετε διασταύρωση που φεύγει αριστερά για Σγούρο (υπάρχει πινακίδα που γράφει ‘’Σγούρος 4 χλμ.’’). Δεξιά βγάζει πάλι στο σημείο με την ντριστέλα, απ’ όπου πιθανά ήρθατε σύμφωνα με την διαδρομή που περιγράφουμε στον τόμο Ζ’ (Επταχώρι – Χρυσή – Πευκόφυτο – Αρένες). Προτείνω να πάτε αριστερά και σε 3,3 χλμ. (όχι 4 όπως λέει η πινακίδα), βρίσκεστε στον κεντρικό δρόμο.

Εκεί υπάρχουν πινακίδες προς: δεξιά Μυροβλήτη (όπου ντριστέλα) 17 χλμ., αριστερά Λιανοτόπι 7 χλμ. – Γράμμος 12 χλμ. Το καλοκαίρι του 2005 τοποθετήθηκε πινακίδα προς Αετομηλίτσα χωρίς χλμ απόσταση. Στο ίδιο σημείο (Σγούρος) είναι η αρχή μονοπατιών και υπάρχει ξύλινη πινακίδα που γράφει: 

Μονοπάτι Η: ΣΓΟΥΡΟΣ – ΚΟΡΥΦΗ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ, υψόμετρο 1500 – 2080, Μήκος [διαδρομής] 8.350 μ.

Μονοπάτι Α: ΣΓΟΥΡΟΣ – ΤΟΥΜΠΑ, υψόμετρο 1400 - 1500 Μήκος [διαδρομής] 8.600 μ.

Στην επόμενη δστ., (περιοχή Λιανοτοπίου) υπάρχουν πολλές πινακίδες Αγ. Ζαχαρίας 5 χλμ., Πεύκος 13 χλμ., Μυροβλήτη 12 χλμ., Κοτύλη 21 χλμ.,  Επταχώρι 34 χλμ.

Στην επόμενη δστ., (κεντρική για Γράμμο) υπάρχουν πινακίδες Λιανοτόπι 2 χλμ., Μυροβλήτης 14 χλμ., Γράμμος 6 χλμ.

Στο χώρο αναψυχής Βετέρνικο υπάρχει ξύλινη πινακίδα που γράφει: Μονοπάτι Ι: Ερ [είπια] ΒΕΡΤΕΝΙΚ – ΦΟΥΣΙΑ, υψόμετρο 1400 – 1200, Μήκος [διαδρομής] 4.940 μ.   

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΖΟΠΟΡΙΕΣ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΟ

  • Ε Ο Σ  Α χ α ρ ν ώ ν, «περιγραφή της διαδρομής Γράμμος – Λίμνη Γκιστόβα – Ταμπούρι – Σμόλικας με διαγράμματα», περιοδικό Κορφές τ.61, Σεπτ. – Οκτ. 1986, 22 – 24.
  • Χ ρ υ σ η ί δ α   Τ σ ε ρ ώ ν η - Θ ε ο χ α ρ ί δ η, «περιγραφή της διαδρομής Κάμενικ – 2520 – Λίμνη Γκιστόβα – Αρένες», περιοδικό Κορφές τ.115, Σεπτ - Οκτ. 1995, 42 – 43.
  • Τ ά κ η  Ν τ ά σ ι ο υ, «περιγραφή της διαδρομής Γράμμοστα – Λιανοτόπι από τη ‘’Σκάλα Γράμμοστας’’», περιοδικό Κορφές τ.107, Μάιος – Ιουν. 1997, 56 – 57.
  • Κ ώ σ τ α ς  Τ σ ι β ε λ έ κ α ς, «περιγραφή της διαδρομής Γράμμοστα – Γκιστόβα – 2520 – Γράμμοστα», περιοδικό Γεώ  τ.23, 2000, 58 – 64.
  • Μ ί λ τ ο ς  Ζ έ ρ β α ς, «περιγραφή της διαδρομής Αετομηλίτσα – Στάνη Λάμπρου – Λιανοτόπι – Σκάλα Γράμμοστας – Γράμμοστα – Περήφανο – Κιάφα – Μαύρη Πέτρα – Αετομηλίτσα», περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.28, 2004, 40 – 46.
  • Θ ε ό φ ι λ ο υ  Δ.  Μ π α σ γ ι ο υ ρ ά κ η, «Νεστόριο, η ανατολική πύλη του Γράμμου», περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα, τ.43 Ιαν – Φεβ. 2005, 182 – 185.
  • Κ. Κ ο ύ κ ο υ ρ η  -  Κ. Κ α ρ π α δ ά κ η, «περιγραφή της διαδρομής Αμάραντος – Κάμενικ», περιοδικό Κορφές τ.176, Νοε – Δεκ. 2005, 50 – 56. εδώ αναφέρει για τον βομβαρδισμό που χαμήλωσε η 2520 κατά δύο μέτρα.

Περισσότερες πληροφορίες για τα δύο άρθρα του ΓΡΑΜΜΟΥ (5ο και 6ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

 Α’        Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Αναμνηστικό Λεύκωμα, Ο Εφημεριακός Κλήρος της Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1931.
  • Π α ν τ ε λ ή  Τ σ α μ ί σ η, Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήνα 1949.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Ν.  Σ ά θ α, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς 1453 – 1821, έκδοση Κ. Καμαρινόπουλος – Θ. Γυφτάκης, Αθήνα 21962.
  • Ι ω α κ ε ί μ   Μ α ρ τ ι ν ι α ν ο ύ, Η Μοσχόπολις 1330 – 1930, Στ. Κυριακίδου (επιμ.) Θεσσαλονίκη 1965.
  • Α ν α σ τ ά σ ι ο ς  Κυρ. Σ ι ο ύ κ α ς, Σύντομος Ιστορία Γιαννοχωρίου – Μονοπύλου – Σλημνίτσης – Καλής Βρύσης – Λειβαδοτόπου, αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη χ.χ. [1970].
  • [Γενικό Επιτελείο Στρατού / Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού],Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα (1946 – 1949. Το δεύτερον έτος του αντισυμμοριακού αγώνος, 1947, ΓΕΣ / ΔΙΣ Αθήνα 1980. 
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Τραγούδια Θεσσαλίας, τ. Α’, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 21983.
  • Π α ν α γ ι ώ τ ο υ  Α ρ α β α ν τ ι ν ο ύ, Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, (Εισαγ. Κ.Θ. Δημαρά) εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, τ. Α’ Γιάννινα 21984.
  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
  • A l a n  J. B.  W a c e – Maurice S. Thompson, Οι Νομάδες των Βαλκανίων, Περιγραφή της ζωής και των εθίμων των Βλάχων της βόρειας Πίνδου, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1989.
  • Α χ ι λ λ έ α  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Γιώργης Γιαννούλης η θρυλική μορφή του Γράμμου το άγνωστο ημερολόγιό του, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1990.  
  • Α ν α σ τ α σ ί α  Γ.  Τ ο ύ ρ τ α, Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι, Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 44, Έκδοση ΤΑΠΑ, Αθήνα 1991. 
  • Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Γ.  Κ α λ ο ύ σ ι ο υ, «Μετσοβίτες ξυλογλύπτες στο Νομό Τρικάλων (18ος – 19ος και 20ος αι.», ανάτυπο από: Πρακτικά Α’ Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών, Μέτσοβο 28 – 30 Ιουνίου 1991, Τριαντ. Δημ. Παπαζήση (επιμ.),Αθήνα 1993.
  • Α χ ι λ λ έ α  Ι.  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Η Καλή Βρύση στο πέρασμα των αιώνων, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 1995.
  • Κ ο ύ λ α  Ξ η ρ α δ ά κ η, Γυναίκες του ’21, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα 1995.
  • Χ ρ ή σ τ ο υ  Π α τ ρ ι ν έ λ η  - Σ ω τ ή ρ η  Κ ί σ σ α κ.ά, Μακεδονία, Οδηγός, (εκδ. ΠΤΙ. ΕΤΒΑ και ΕΟΤ), Αθήνα 1997.
  • Μ ι χ ά λ η  Αλ. Ρ ά π τ η, Τα μαρτυρικά Γραμμοχώρια της Καστοριάς (Σλίμνιτσα, Μονόπυλο, Γιαννοχώρι, Λειβαδοτόπι, Καλή Βρύση), αυτοέκδοση, Αθήνα 1997.
  • Γ ε ω ρ γ ί α  Κ α ρ α μ ή τ ρ ο υ – Μ ε ν τ ε σ ί δ η, Βόιον – Νότια Ορεστίς, Αρχαιολογική Έρευνα και Ιστορική Τοπογραφία, Θεσσαλονίκη 1999.
  • Α σ τ έ ρ ι ο υ  Ι.  Κ ο υ κ ο ύ δ η, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2000.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ  Ι. Μ έ ρ τ ζ ο υ, Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, εκδόσεις Ρέκος, Θεσσαλονίκη 2001.
  • Β α σ ί λ η  Γ.  Ν ι τ σ ι ά κ ο υ, Αετομηλίτσα – Λαογραφικά, Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αετομηλίτσας, Γιάννινα 22003.
  • Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Π.  Τ σ ό τ σ ο υ, Η γεωγραφική διασπορά στοιχείων της Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής της Αχρίδας, ανάτυπο από: ΛΓ’ τόμο των «Μακεδονικών» Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2003.
  • Μ ά ρ κ ο υ  Α.  Γ κ ι ό λ ι α, Παραδοσιακό Δίκαιο και Οικονομία του Τσελιγκάτου, εκδόσεις Πορεία 2004.
  • Χαράλαμπου Ρεμπέλη, Κονιτσιώτικα, Εκδόσεις Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών 11953, Επανέκδοση του Συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών «Η Πρόοδος», 22005.
  • Χαρητάκη Ι. Παπαιωάννου, Αγριόγιδο στα όρια της επιβίωσης, Αυτοέκδοση, Ιωάννινα 22005.
  • Λεύκωμα, Βαλκανικοί Πόλεμοι – Ο ναυτικός Αγώνας, Ιωάννη Παλούμπη (κειμ.), έκδοση Ναυτικού μουσείου Ελλάδας, Πειραιάς 2005.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
  • G u s t a v   W e i g a n d, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), τ. Α’, έκδοση Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2001.
  • Γ ι ώ ρ γ ο υ  Μ α ρ γ α ρ ί τ η, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946 – 1949, τ. Β’ εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2002.
  • Ν ί κ ο ς  Τ ε ρ ζ ό γ λ ο υ (Πύραυλος), Η στρατιωτική εκπαίδευση στελεχών στο ΔΣΕ, εκδόσεις Σύγχρονη εποχή, Αθήνα 2003.
  • Αμαλία Κ. Ηλιάδη, «Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές» στο: www.dide.ach.sch.gr/thriskeftika/keimena/iliadi/8/women.htm
  • Αχιλλέα Ι. Παπαϊωάννου, Ο αληθινός Γράμμος, εκδόσεις Μπίμπη, Αθήνα χ.χ. 

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Στίλπωνα Π. Κυριακίδη, «Άσματα Λεχόβου – Άργους Ορεστικού», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ‘55.
  • Αντωνίου Δ.Κεραμόπουλλου, «Αρχιερατική επιστολή και αι προς Σέρβους Σχέσεις της Ελληνικής Εκκλησίας», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ’55.
  • Απόστολος Βακαλόπουλος,«Οι Δυτικομακεδόνες απόδημοι επί τουρκοκρατίας», Ε.Ε.Μ.Σ. – ίδρυμα μελετών χερσονήσου του Αίμου Νο 22, Θεσσαλονίκη 1958 (το πρόσθεσα 17/2/07), του ιδίου, ομότιτλο, στο  περιοδικό Αριστοτέλης τ.10 Φλώρινα 2000000000000000; Θα βάλω ημερομηνία μόλις το παραλάβω
  • Μιχαήλ Αθ. Καλινδέρη, «Ο Βαρώνος Κωνσταντίνος Βέλιος 1772 – 1838, η ζωή και η υπέρ του Έθνους προσφορά του», Δημοσιεύματα τ.40, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1973. 
  • Χρυσάνθη Μαυροπούλου – Τσιούμη, «Ένας σημαντικός Αγιογράφος του 16ου αιώνα από το Λινοτόπι», Πρακτικά Γ’ Συνεδρίου Ιστορίας Λαογραφίας – Γλωσσολογίας Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής Δυτικομακεδονικού χώρου, Θεσσαλονίκη 3 – 5 Απριλίου 1982, έκδοση Βοιακή Εστία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη χ.χ.
  • Γιώργου Χ. Χιονίδη, «Οι ανέκδοτες αναμνήσεις του Γιώτη (Παναγιώτη) Ναούμ», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 24 Θεσσαλονίκη 1984. 
  • Μίλτου Γαρίδη, «Ο Μητροπολίτης Παΐσιος και η Βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό πρόβλημα», Τα Ιστορικά 3, Αθήνα 1985.
  • Γιαννάτος Γ., Γ. Μερτζάνης και Δ. Μπούσμπουρας, «Στοιχεία για την κατανομή της Αρκούδας και την κατάσταση των πληθυσμών και των βιοτόπων στην Κεντρική και Νότιο Αλβανία», Πρόγραμμα ΑΡΚΤΟΣ [Αρκτούρος, WWF - Ελλάς, ΕΕΠΦ, Υπ. Γεωργίας, Ε.Ε. (DG XI)], Θεσσαλονίκη 1995.
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, (Συντονιστής – Υπευθ. Σύνταξης), «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη περιοχής Γράμμου – Δ. Βοΐου», Αρκτούρος, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Ένωση Γεν. Διευθ. ΧΙ, Θεσσαλονίκη 1999.  
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, «Γράμμος – φυσικό περιβάλλον», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.3, Άνοιξη 2000.  
  • Νικόλαος Δ.Σιώκης, «Η βλάχικη γλώσσα και οι προσπάθειες διατήρησής της από τους βλάχους αποδήμους (τέλη 18ου – τέλη 19ου αιώνα)», στο περ. Ελιμειακά,, έτος εικοστό πρώτο, τ. 49, έκδοση συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Ελευθέριος Απ.Καρακίτσιος, «Ο Ιωάννης Βαζούρας από τη Σούρπη του Αλμυρού εθελοντής στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα 1914 - 1924», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 46, έκδοση: Κώστας Σπανός, Λάρισα 2004.
  • Βασίλης Γ. Παπαγεωργίου – Αργύρης Π.Π. Πετρονώτης, «Ο απογραφικός κατάλογος 1885 του Αγίου Όρους και οι τεχνίτες του, κυρίως οικοδόμοι», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.8, Καλοκαίρι 2005.

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (10617 λέξεις)

ΚΑΣΤΟΡΙΑ – ΦΟΥΣΙΑ – ΣΛΙΜΝΙΤΣΑ – ΜΟΝΟΠΥΛΟ – ΓΙΑΝΝΟΧΩΡΙ – ΛΙΒΑΔΟΤΟΠΙ

(Γράμμος 6η εργασία από 8)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2006

Τα Γραμμοχώρια του Άνω Αλιάκμονα

Τα θαυμάσια τοπία του ορεινού συγκροτήματος της βόρειας Πίνδου - ψηλά βουνά, απότομες χαράδρες, άφθονα νερά, πλούσια βλάστηση και σπάνια είδη του ζωικού βασιλείου, δημιουργούν την απαράμιλλα όμορφη περιοχή του βόρειου Γράμμου. Το ομώνυμο χωριό, το πεδίο «Μπαρούγκα - Φλάμπουρο» σε συνδυασμό με τα «Λιβάδια Έλμας» και το παρθένο από επεμβάσεις περιβάλλον, φροντίζουν να κατακλύζουν με ωραιότατες εικόνες τα μάτια και την ψυχή, αποτελώντας ταυτόχρονα μοναδικούς πόλους έλξης επισκεπτών. 

Η περιοχή δεν είναι διαφημισμένη, ενώ για πολλούς είναι δυσπρόσιτη και, με εξαίρεση το Νεστόριο, δεν είναι ανεπτυγμένη τουριστικά. Αυτό όμως λειτουργεί υπέρ της, αφού σε τίποτα δεν μειώνει την υψηλή οικολογική της αξία. Ίσα – ίσα, το αποτέλεσμα της απλοχεριάς της φύσης προσθέτει ειδικό βάρος και, σιγά αλλά σταθερά, κάνει την περιοχή γνωστή σ’ ένα όλο και μεγαλύτερο κύκλο μυημένων περιηγητών. 

Η διάσχιση του βουνού από το Γράμμο (χωριό) μέχρι τη Φούσια από το δασικό δίκτυο προσφέρει εντυπωσιακή θέα της πλούσιας χλωρίδας του συγκροτήματος που αποτελείται από τα πιο ενδιαφέροντα φυσικά τοπία στην Ελλάδα· δύσκολα θα εντοπίσετε παρόμοιο. Μόλις 1,5 χλμ., απέχει απ’ το χωριό η διασταύρωση (δστ. στο εξής), με την πινακίδα προς «Μπαρούγκα», «Μούζα» και «Φούσια» που προσπεράσετε πηγαίνοντας προς Γράμμο. Τώρα επιστρέψτε, ακολουθώντας πλέον τον καλοστρωμένο δρόμο που περνάει από την τοποθεσία «Λιβάδια», μέχρι την επόμενη δστ., ανάμεσα στις κορυφές 1944 και 1771, όπου ο αυχένας. Εκεί φεύγει δρόμος αριστερά (Ν), προς την τοποθεσία «τυροκομείο» ανεβάζοντάς σας ψηλότερα, σχεδόν δίπλα από τα σύνορα με την Αλβανία και κάνοντας έναν τεράστιο κύκλο, περνάει από τη θέση ‘’Γκιστόβα’’ κοντά στη λίμνη του Γράμμου (35’ – 40’ πεζοπορία) φέρνοντας σας πάλι στο Γράμμο (χωριό). Εσείς, στον αυχένα να πάτε δεξιά, και, αφού περάσετε το ρέμα «Μπαρούγκα», θα μπείτε στο θαυμάσιο δάσος. 

Σε όλη τη διαδρομή σάς ‘’συνοδεύουν’’ λίγα Ρόμπολα αρκετές στροφές, ενώ πιο κάτω, ψηλή ευθύκορμη Μαύρη Πεύκη και Οξιά. Κατηφορίζοντας, περνάτε δίπλα από την κορυφή Πέτρα (1614 μ.) μια κορυφή σαν πυραμίδα και σύντομα βρίσκεστε στον ευρύτερο χώρο της Φούσιας.Αυτός ο τομέας διασχίζεται από το ρέμα «Μπαρούγκα» που έχει δώσει το όνομά του σε όλη την περιοχή. Είναι περισσότερο γνωστή σαν Διατηρητέο μνημείο της Φύσης Φλάμπουρου, (ΦΕΚ 656/Β/1986) ονομασία που αντλεί από τη γειτονική ομώνυμη κορφή δίπλα από την οποία περάσατε και που φτάνει τα 1882 μ. υψ. Το δάσος αυτό είναι σπουδαίο, προστατεύεται, και μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει καμία δασοπονική εκμετάλλευση. Σύμφωνα με την Υπ. Απόφαση 105497/86, «…παρουσιάζει μεγάλη οικολογική σημασία», και περιλαμβάνει ένα φυσικό παρθένο μικτό δάσος οξιάς – υβριδογενούς Ελάτης και Μαύρης Πεύκης στη θέση «Μπαρούγκα» ή «Φλάμπουρο» με συνολική έκταση 130 ha (ha: εκτάρια, επί 10 = 1300 στρ.). Λόγοι περαιτέρω προστασίας οδήγησαν στο να συμπεριληφθεί στο δίκτυο «biogenetic reserves» του συμβουλίου της Ευρώπης.

Στην ελληνική πλευρά του Γράμμου, εκτός από τον κεντρικό πυρήνα υπήρχαν όπως είδαμε (βλ. στον ίδιο τόμο Γράμμος 5ο), οι περιφερειακοί οικισμοί Φούσια, Βετέρνικο, Λιβάδι και Πισκοχώρι, και οι ανεξάρτητοι, Λινοτόπι με τον περιφερειακό οικισμό του Αγίου Ζαχαρία. Οι αιτίες για την πληθυσμιακή αυτή συγκέντρωση σε τόσο ορεινά, απροσπέλαστα μέρη, πρέπει να αναζητηθούν στις ανακατατάξεις που έφερναν οι πολεμικές συγκρούσεις, η αλληλένδετη με την τουρκική κατάκτηση τρομοκρατία, οι βίαιες εξισλαμίσεις που ανάγκασαν τελικά το ελληνοχριστιανικό στοιχείο, να εγκαταλείψει τα εδάφη που μέχρι τότε ζούσαν. Η αναζήτηση ασφαλέστερου καταφυγίου ώστε να εξασφαλιστεί η κοινωνική και πολιτισμική ζωή σε μεγάλο βάθος χρόνου και όσο γίνεται πιο μακριά από τους δυνάστες τους, οδήγησε σ’ αυτά τα μέρη. 

Η οριακή γεωγραφική θέση της περιοχής είχε καθοριστική σημασία στην μετέπειτα πορεία της. Αυτή, διακρίνεται για την πολυ-πολιτισμικότητα που προέρχεται από διάφορες εθνοτικές ομάδες που κατοίκησαν είτε σε ξεχωριστές ζώνες είτε σε μικτά χωριά, ειδικά κατά την μακρά περίοδο της τουρκοκρατίας, η οποία, κράτησε μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους. Η μικρασιατική καταστροφή και η μετέπειτα ανταλλαγή των πληθυσμών αναδιοργάνωσε αυτή την πληθυσμιακή σύνθεση παίζοντας το δικό της ρόλο στις επί μέρους πληθυσμιακές ομάδες και την ιστορική παρουσία τους στην περιοχή. Η ύπαρξη αξιόλογων μεταβυζαντινών εκκλησιών μαρτυρεί κοινότητες με οικονομική αυτοτέλεια και πλούτο. 

Το ίδιο συμβαίνει και με τη Φούσια (και Φούσα(1) στα 1000 μ. υψ.), ένα μεγάλο και σημαντικό(2) χωριό που, όπως και το Βετέρνικο, λειτουργούσε και ευημερούσε περιφερειακά της Γράμμοστας και ταυτισμένο με αυτή. Πρέπει να είχε μικρή δημογραφική δύναμη, γιατί τα ίχνη των κατοίκων της χάθηκαν στις νέες συνοικήσεις ανάμεσα σε πολυπληθέστερους βλάχους από άλλους οικισμούς, όπως το Μοναστήρι, ενώ κάποιοι άλλοι αναφέρονται να ακολούθησαν γραμμουστιάνικα φαλκάρια του Οσόγκοβου, στα ανατολικά εδάφη της π.Γ.Δ.Μ(3). Σημαντικό για την κατοπινή εξέλιξη αυτών των κοινοτήτων αποτελεί το γεγονός της πλήρους εγκατάλειψης, εν αντιθέσει με τη Γράμμοστα. Οι πληθυσμοί έφυγαν χωρίς να επιστρέψουν ποτέ στα πάτρια εδάφη, όπως έγινε και με το Λινοτόπι ή τη Νικολίτσα. 

Ο αείμνηστος φιλόλογος Μιχάλης Ράπτης καταγράφει(4) ένα άγνωστο τραγούδι που του είπε ο Κώστας Πίσσιος, γεννημένος στη Σλίμνιτσα το 1904, που μέσα από τους στίχους του αναφέρεται η στενή σχέση της Φούσιας με το γειτονικό Λινοτόπι και την ταυτόχρονη καταστροφή τους ως εξής: «Φούσα και Λινοτόπι, τα δυο μαζί χωριά | Δίδυμα αδέρφια στο διάβα των αιώνων | Λόγο δώσανε να μείνουν σταυραδέρφια | Βλάμηδες πιστοί, εδώ στον Προμαχώνα, | στου Γράμμου τα μαρτυρικά χωριά. | Εδώ ‘χουνε τις ρίζες τους βαθιά, | στης Μπέλιτσας τ’ ορμητικά νερά. | Πού ‘θε να βρούνε τέτοια ευφοροχώματα | εύφορα και τόσο καρπερά; | Μα η αποφράδα μέρα έφτασε | Στάχτη τα δυό τά ‘κανε ο οχτρός | οι βάνδαλοι Τουρκαλβανοί του Αλή». 

Οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών κρατούν ζωντανή την ανάμνηση του εποικισμού από μωαμεθανούς Αλβανούς οι οποίοι, αναζητώντας καλύτερες και άδειες βοσκές, φτάσανε και εγκαταστάθηκαν σε αυτό το χώρο. Αναφέρουν(5) μάλιστα σαν επικεφαλής του χωριού τον Φετί Μπέη, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, ευνοήθηκε από τον Αλή πασά των Ιωαννίνων για τις υπηρεσίες που του πρόσφερε, και εκείνος, για ανταμοιβή, του παραχώρησε το τσιφλίκι Λιβαδοτόπι. Η ευρύτερη περιοχή ήταν θέατρο σκληρών μαχών καθ’ όλη τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα (1903 – 1908) με πρωταγωνιστές πολλούς οπλαρχηγούς, όπως ο Νταλίπης (1872 – 1906), ο Καπετάν Κώτας (1863 – 1905), ο Βαγγέλης Στρεμπενιώτης (1872 – 1904). 

Μετά ακολούθησαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912 – 1913). Με την κήρυξη του πρώτου, στις 5 Οκτωβρίου του 1912, αναπτερώθηκαν οι ελπίδες των κατοίκων για ελευθερία και ένωση με την Ελλάδα. Ήταν τόση η σιγουριά τους που, σε συνεννόηση με τους δημογέροντες, προσκάλεσαν επιτροπές από τα γειτονικά Αλβανικά χωριά, Βιδόβα, Φούσια και Ζαγάρι, και τους συνέστησαν να παραδώσουν τα όπλα, υποσχόμενοι προστασία. Όμως η περιοχή ελεγχόταν από τον Σαλή Μπούτκα με βάση την Ερσέκα και δεν την άφηνε εύκολα, ανεξάρτητα της θέλησης των επίσης Αλβανών κατοίκων. Εντυπωσιάζει όμως η στάση του επικεφαλής της Φούσιας, Φετί Μπέη που ειδοποίησε τα γύρω χωριά (Σλίμνιτσα, Μονόπυλο, Γιαννοχώρι, Καλή Βρύση), να φύγουν οι κάτοικοι, γιατί επίκειται επίθεση από την Ερσέκα. Έτσι γλίτωσε όλος ο πληθυσμός των χωριών. 

Με την ανακήρυξη της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου, (17 Μαΐου 1914) αρχίζει να συγκροτείται ο στρατός της. Εκείνη την εποχή έφτασαν στα Γραμμοχώρια πολλοί οπλαρχηγοί μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει ο Τσόντος – Βάρδας, που κοντά του μαζεύτηκαν πολλοί νέοι εθελοντές από τα γύρω χωριά. «Στις 14 Απριλίου αφίχθηκε στο Αρχηγείο των αυτονομικών δυνάμεων ο ταγματάρχης Πυροβολικού [Γεώργιος] Τσόντος – Βάρδας και ανέλαβε την διοίκηση όλων των σωμάτων που είχαν συγκεντρωθεί στην περιοχή. Στις 20 Απριλίου ο Τσόντος – Βάρδας εγκατέστησε την έδρα του αρχηγείου του στο χωριό Φούσια»(6).  Εξορμώντας από τη Φούσια προέλασαν γρήγορα, και στις 23 Ιουνίου 1914 ο στρατός της Αυτόνομης Βόρειας Ηπείρου απελευθέρωσε την Κορυτσά και την επομένη τη Μοσχόπολη. 

Αργότερα, και, ενώ στην άλλη άκρη της Ελλάδας, ξεκινούσαν οι μεγάλες διώξεις κατά των Ελλήνων της Ιωνίας, καθορίστηκαν τα νέα σύνορα και όλα αυτά τα εδάφη που περιλάμβαναν τη Βόρεια Ήπειρο δόθηκαν στο νεοσύστατο κράτος της Αλβανίας όπως έλεγε το προηγηθέν, (4/17 Δεκ.1913) κατάπτυστο «πρωτόκολλο της Φλωρεντίας». Μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914 – 1919) η Φούσια εκκενώθηκε, ακολουθώντας την τύχη των υπολοίπων και, όπως έγινε στον γειτονικό Άγιο Ζαχαρία, μόνο η ανάμνησή τους φωλιάζει πλέον στις μνήμες. Κατά τον οριστικό καθορισμό των συνόρων (1924) τύχη αγαθή στο πεπρωμένο τους έφερε τα Γραμμοχώρια στην Ελληνική επικράτεια, εγκαθιστώντας από τότε, μια διμοιρία στο Μονόπυλο και ένα φυλάκιο στο Γιαννοχώρι(7)

Στην εποχή μας, η Φούσια δεν έχει τίποτα που να θυμίζει πρότερη κατοίκηση. Περπατώντας στο λιβαδάκι εκεί που κάποτε ήταν το χωριό, διαπιστώνετε και εσείς ότι στην αιώνια πάλη της πέτρας με τη φύση, υπήρξε κι’ εδώ το γνωστό αποτέλεσμα της νίκης της δεύτερης, πάνω στα ανθρώπινα δημιουργήματα. Μόνο ψηλότερα στο λόφο, σώζεται ένα μικρό πετρόχτιστο εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου, με δύο εντοιχισμένες, σκαλισμένες σε πέτρα, επιγραφές που γράφουν: «Ανηγέρθη)(τω 1946 υπο Κρητών στρατιωτών» προφανώς κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, και η δεύτερη στο υπέρθυρο η οποία αναφέρει: «Ανακατασκευάστηκε το 1997 από το 601 τ.π.» τάγμα, της 61ης Ταξιαρχίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη, το οποίο έδρασε εδώ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου(8). Αυτό το νεώτερο εκκλησάκι είναι το μοναδικό που θα δείτε στο χώρο, ενώ σύμφωνα με τον Αχιλλέα Παπαϊωάννου(9) στη Φούσια είναι θαμμένος ο Γιώργης Γιαννούλης (από το Επταχώρι βλ. προσθήκη πιο κάτω) που θεωρείτο ένας «εκ των ικανοτέρων και τολμηρότερων ηγητόρων»(10) του Δ.Σ.Ε. που έδρασε στο Γράμμο.

 Ολόκληρη η περιοχή που διασχίσατε γειτονεύει με την περιοχή της Κορυτσάς στην Αλβανία, στην οποία υπάγεται το όρος Μοράβα (1500 μ. υψ.), και θεωρείται από τους ειδικούς συνδετική ζώνη για τους υποπληθυσμούς ειδών πανίδας, ιδιαίτερα των απειλούμενων ειδών αρκούδας (Ursus arctos) και αγριόγιδου (Rupicapra rupicapra balcanica). Στο πλαίσιο του προγράμματος Άρκτος (1η φάση) του Αρκτούρου, είχε πραγματοποιηθεί αναγνωριστική περιοδεία και αυτοψία του βιοτόπου τους στον ορεινό όγκο Μοράβα, που αποτελεί τη φυσιογραφική συνέχεια του ορεινού όγκου του Γράμμου στο Αλβανικό έδαφος, συνοδεία του διευθυντή δασών Κορυτσάς κ. Stravri Pllaho και του υπεύθυνου θήρας Κορυτσάς κ. Piro Pojani. 

Έγινε διάσχιση του Εθνικού Πάρκου Bosdovec που πρόκειται για μια θαυμάσια περιοχή με έκταση 1030 ha η οποία, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Γεωργίας της Αλβανίας, περιλαμβάνει πυκνό δάσος Ελάτης - Μαύρης Πεύκης (833 ha), βραχώδεις περιοχές (182 ha), χορτολιβαδικές (12 ha), και αγροτικές εκτάσεις (3 ha), που έχει κηρυχθεί Εθνικό πάρκο και διέπεται με τους αντίστοιχους κανονισμούς όπως τα δικά μας «Αισθητικά δάση» (11). Η έρευνα αυτή, έγινε για την εκτίμηση της κατάστασης των βιοτόπων των πληθυσμών και της εξάπλωσης της αρκούδας στην Νότια Αλβανία με ιδιαίτερη έμφαση στις συνδετικές ζώνες μεταξύ των ορεινών όγκων Μοράβα και Γράμμου»(12). Η γενική εικόνα της κατάστασης του δασικού βιότοπου παρουσιάζεται πολύ ικανοποιητική. Δεν αποκλείεται καθόλου να διασταυρωθείτε με αρκούδα ή αρκουδάκια, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο, ότι θα δείτε πατημασιές.

Η φύση εδώ οργιάζει σ’ ένα περιβάλλον που θα σας μείνει αξέχαστο. Από τη Φούσια ο κεντρικός δρόμος είναι μόλις εξακόσια μέτρα. Σε όλη τη διαδρομή προς το Τρίλοφο σάς συνοδεύει μέσα στο φαράγγι, σωστό ποτάμι πια, ο Αλιάκμονας (παλιά «Βίστριζα») που με τις φιδίσιες διαδρομές του αρκετές φορές προδιαθέτει για ψάρεμα, όπως κάνουν κοντά στην κοίτη του αρκετοί κάτοικοι το καλοκαίρι. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο ποταμό της Ελλάδας με μήκος 297 χλμ. Πηγάζει από τα όρη Βέρνο, Βαρνούντα και Γράμμο και εκβάλει στο Θερμαϊκό κόλπο.  Τα δάση, από την ώρα που αφήσατε τη μεγάλη κοιλάδα του Γράμμου, όσο πάνε πυκνώνουν προσφέροντας ολοένα πιο όμορφα, ήρεμα τοπία.

Από τις πυκνές συστάδες των δέντρων, αρκετά πριν φτάσετε στο χωριό, διακρίνετε το Τρίλοφο (προ του 1953 Σλίμνιτσα και Σλήμνιτσα(13) στα 1180 μ. υψ.), χτισμένο ανάμεσα στην κορφή «Κονοπίτσες» (1334 μ. υψ.) και «Πόρος» (1202 μ. υψ.), ο «Άγιος Χριστόφορος» των ντόπιων, ονομασία που αντλεί από το παλιό ξωκλήσι που υπήρχε εκεί μέχρι πριν τον εμφύλιο. Όπως όλες οι πρώην κοινότητες του Άνω Αλιάκμονα υπάγεται στο Δήμο Νεστορίου και παλιότερα ήταν η μεγαλύτερη της περιοχής με διακόσιες οικογένειες (1880), ενώ στην απογραφή της 15ης – 16ης Μαΐου 1928 ζούσαν εδώ 366 κάτοικοι(14). Ένας παραπόταμος του Αλιάκμονα και μια μικρή χαμηλή κοιλότητα του εδάφους χώριζε τους δύο μεγάλους μαχαλάδες που μέχρι τα χρόνια του Β’ παγκοσμίου πολέμου, διέθεταν πλήθος λιθόχτιστες αρχοντικές διώροφες και τριώροφες κατοικίες. Αυτές ήταν χτισμένες όπως σε όλα τα χωριά, σύμφωνα με την παράδοση, από Ηπειρώτες, (Πυρσογιαννίτες και Βουρμπιανίτες) μαστόρους και τα μπουλούκια τους. 

Από τη Σλίμνιτσα κατάγονται ο καπετάνιος Βάσος [Βασίλειος] Φαρμάκης [Γεωργίου], γιος του υλοτόμου Κώστα Γεωργίου, που κατά την επανάσταση της Μακεδονίας, το 1878, συνεργάστηκε με τον Δημήτριο Νταλίπη από το Γάβρο, και ο οπλαρχηγός Νικόλαος Μπέλλος(15). Το θαραλλέο αυτό κίνημα απέτυχε γιατί γύρω της ήταν πολλά Μουσουλμανικά χωριά, οι κάτοικοι των οποίων εξεγέρθηκαν εναντίον των επαναστατών. Τότε όλη η περιοχή δέχθηκε τα αντίποινα του τουρκαλβανού λήσταρχου Αμπιδίν και τα χωριά, ειδικά η Σλίμιτσα και το Μονόπυλο, λεηλατήθηκαν ενώ πολλοί κάτοικοι τα εγκατέλειψαν καταφεύγοντας στην Καστοριά. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881) εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο σημερινό Συκούριο (Μέγα Κεσερλί) Λάρισας και άλλοι στα Τρίκαλα, μεταξύ αυτών και ο προαναφερθείς Νικόλαος Μπέλλος. 

Είναι αλήθεια ότι στις μέρες μας και, ενώ πέρασαν πολλές δεκαετίες εγκατάλειψης, γίνονται μεγάλες προσπάθειες από τους τριανταένα μόνιμους κατοίκους (’01) για να χτιστούν και άλλα σπίτια, εκτός των δεκατεσσάρων που υπάρχουν σήμερα, και να ξαναζωντανέψει το χωριό. Την καλοκαιρινή περίοδο ανεβαίνουν όλοι οι ντόπιοι και φτιάχνουν, επισκευάζουν, χτίζουν θυμίζοντας μελίσσι που προετοιμάζει τη φωλιά του. Είναι βέβαιο ότι μόλις σας ακούσουν, από κάπου θα πεταχτούν, προσκαλώντας σας για ένα τσιπουράκι. Στο Τρίλοφο υπάρχουν τέσσερα απ’ τα πιο όμορφα μνημεία των Γραμμοχωρίων. Το πρώτο το συναντάτε δεξιά σας, λίγο πριν μπείτε στον οικισμό καθώς έρχεστε από τη Φούσια και δεν είναι άλλο, από την πανέμορφη πέτρινη σκεπαστή κρήνη χτισμένη πάνω στο παλιό ρέμα που διέσχιζε το χωριό. Αμέσως μετά, αριστερά σας είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου με μια πανέμορφη είσοδο που μαζί με την εικόνα της Παναγίας πάνω από το υπέρθυρο, και τους εξωτερικούς τοίχους, είναι το μόνο που σώζεται από την άλλοτε μεγάλη εκκλησία, που λειτουργούσε (1928) ο παπα-Θόδωρος Τσαλδήκας. Αργότερα, θυμούνται οι κάτοικοι τον παπα Δημήτρη και τον παπα Νικόλα. 

Μέσα στην παλιά, με έξοδα των κατοίκων και εργασία του πολιτιστικού συλλόγου χτίστηκε το 1992 μικρή, νεότερη εκκλησία, που λειτουργείται λίγες φορές το χρόνο διαδοχικά με τον Άγιο Αθανάσιο, στο μεγάλο πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου. Τότε έρχονται περισσότεροι από διακόσιοι προσκυνητές ακόμα και από τα γύρω χωριά. Στην αριστερή πλευρά της τοιχοποιίας ένα από τα χαμηλά πελεκημένα αγκωνάρια φέρει σκαλισμένη τη χρονολογία 1908. Δεν αποκλείεται να προσδιορίζει επισκευή, αφού από την κύρια μεγαλογράμματη επιγραφή στο τύμπανο της παλιότερης μνημειακής εισόδου και με την αμέριστη συμπαράσταση του καθηγητή Αρχιτεκτονικής κ. Αργύρη Πετρονώτη μαθαίνουμε ότι χτίστηκε το 1843:
Α) Η κυρίως μεγαλογράμματη επιγραφή στο τύμπανο, εκατέρωθεν της κορυφής του ανοίγματος:

α) Μεταγράφεται:

ΚΗΜΗCHC THC ΗΠΕΡ

ΑΓΗΑC  ΘΕ  ΤΩΚΩΥ  ΚΟΥ

Χ    1843    2 CΕΜΤΕ

β) Ορθογραφείται και συμπληρώνεται:

ΚΟΙΜΗCICTHC ΥΠΕΡ –

ΑΓΙΑC   ΘΕ -  ΟΤΟΚΟΥ {ΚΟΥ}

Χ    1843   2  CEM[Π]TE[MBΡIOY]

Β) Η επιγραφή στο πάνω οριζόντιο μέρος του θυρώματος και στην κεφαλή των παραστάδων:

1)  Πάνω – πάνω δύο μεμονωμένες λέξεις. Η δεξιά δυσανάγνωστη.

    Η αριστερή: α) μεταγράφεται: ΠΡωΕCTHκαι β) ορθογραφείται ΠΡΟΕΣΤΟΙ με ευνόητο νόημα.

2) Η μεγάλη συνεχής σειρά παρέχει τα ονόματα των Προεστών:

CΩΤΗΡΗ   ΓΗΩΡΓΗ  ΠΑΔΩΚΙΡΓΑ  ΘΩΜΑ  ΥΔΩΚΑΚΩ  ΧΡΗCTΩ  ΘΗΜΗ Εύκολη είναι η απόδοση των ονομάτων εκτός του τρίτου και πέμπτου, στο οποίο κάποιο «Κ» μπορεί να σημαίνει «Ν».

2α) Συνεχίζεται στη δεξιά παραστάδα: ΘΑΝΑ | CH  |  ΓΙΩΡ | ΓΗ   ΘΟ | ΜΑ   ΓΗ | ΩΡΓΟ |  ΓΗΩΡ | ΓΗ

3) Στην κορυφή της αριστερής παραστάδας: α) Μεταγράφεται: ΜΑΤΟ | ΡΟΥΔΗ (;) | ΑC β) Ορθογραφείται και συμπληρώνεται: ΜΑ[Σ]ΤΟ   ΡΟΥ – [ΑΝ] ΔΡ  ΕΑΣ (;)  ο μάστορας που από ότι φαίνεται γνωρίζει καλά τη γλυπτική.

Λίγο πιο κάτω, στον ίδιο λόφο που προσδιόριζε το όριο του Κάτω με τον Πάνω μαχαλά βρίσκεται σε καλή κατάσταση το  θαυμάσιο λιθόχτιστο Δημοτικό Σχολείο χτισμένο το 1924 με έξοδα του Αλεξίου Σαμαρά που διέπρεψε με το εμπόριο ξυλείας στο Βόλο. Αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα οικοδόμησης αρβανιτών μαστόρων από τη Στίκα της Κολώνιας (σύμφωνα με μαρτυρία του Βασ. Παπαγεωργίου – καλοκαίρι 2004, που του μετέδωσε ο αείμνηστος Πίσσος Θεόδωρος του Νικολάου). Στο διτάξιο σχολείο φοιτούσαν, το 1928, εξήντα οκτώ μαθητές, ενώ στο νηπιαγωγείο πήγαιναν άλλοι είκοσι δύο. Υπήρξε μάρτυρας όλων των συνταρακτικών γεγονότων ενώ μέχρι πρόσφατα (2004) είχε παραχωρηθεί η χρήση του από τον πολιτιστικό σύλλογο Τριλόφου στο στρατό (574 τ.π.). για να χρησιμοποιείται για φυλάκιο.

Από την καλοκαιρινή περίοδο του 2005 και μετά, φαίνεται ότι δεν επανδρώνεται(16). Στη σκέψη του συλλόγου είναι να αξιοποιηθεί σαν ξενώνας για τους περιηγούμενους, αφού αυτός που υπάρχει διαθέτει μόνο τρία δωμάτια. Είναι πραγματικά αξιόλογη ιδέα, που πρέπει να έχει απόλυτη προτεραιότητα στην υλοποίηση και χρειάζεται να υποστηριχτεί, μια που θα ωφεληθεί όλη η περιοχή. Απ’ όπου και να έρθετε, το φρουριακής κατασκευής μνημείο που πραγματικά ξεχωρίζει με την παρουσία του και τον δεκάπλευρο τρούλο του, είναι ο μεγαλόπρεπος  Άγιος Αθανάσιος στον λοφίσκο του Κάτω μαχαλά. Πετρόχτιστο οικοδόμημα του 1872, όπως πληροφορεί το λιθανάγλυφο με άνθη και αποτρεπτικές μικρές κεφαλές, υπέρθυρο. 

Πάνω από την είσοδο του ναού, εκεί που συνήθως βρίσκεται η εικόνα του αγίου στην οποία είναι αφιερωμένη, βρίσκεται ζωγραφιστή σε λαμαρίνα η εικόνα του Αγίου Νικολάου που τοποθετήθηκε εκεί, γιατί του Αγίου Αθανασίου καταστράφηκε. Ο προσεκτικός επισκέπτης θα διακρίνει γύρω απ’ την αγιογραφία τις τρύπες από τις σφαίρες. Κόσκινο απ’ αυτές, ήταν και ο δεκάπλευρος τρούλος από τις τρύπες του οποίου έμπαινε τόσο νερό, που, φοβούμενοι οι κάτοικοι μήπως διαβρωθεί η στέγη, τον σοβάτισαν (2005). Συνήθως είναι ανοιχτός, μπείτε και περπατήστε πάνω στο παλιό, στρωμένο με πλάκα δάπεδο. Ξεχωρίζει το ίδιας χρονολογίας με την ανέγερση ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ εντυπωσιάζει περισσότερο ο έντονα χρωματιστός άμβωνας, επίσης ξυλόγλυπτος.

Ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής κ. Νικόλαος Μουτσόπουλος που ήρθε εδώ επικεφαλής ομάδας φοιτητών ανέφερε ότι παρόμοιο τέμπλο υπάρχει και στο Πήλιο. Μάταια ο μοναδικός πολυέλαιος προσπαθεί να φωτίσει όλο το εσωτερικό του μεγάλου ναού που στερείται τοιχογραφιών, ενώ ο μεγάλος υπερυψωμένος γυναικωνίτης θυμίζει τις εποχές που το Τρίλοφο είχε πολλούς κατοίκους. Απέναντι από την εκκλησία είναι ο μικρός λόφος, το καραούλι των ντόπιων, με το μνημείο πεσόντων στους πολέμους σε ένα σημείο με πραγματικά ανυπέρβλητη θέα πραγματικό ‘’καραούλι’’, απ’ όπου ο επισκέπτης αγναντεύει όλο το χωριό και το πυκνό δάσος. 

Αρκετά μακρύτερα από το Τρίλοφο, λίγο πριν τα σύνορα, υπήρχε η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου κάποτε πλούσια μονή που την έκτισαν οι κάτοικοι της ακμάζουσας Νικολίτσας, στις μέρες μας καθ’ ολοκληρίαν ερειπωμένο. Ο γραμματέας του συλλόγου κ. Βασίλης Μπέλλος άκουσε από τους γεροντότερους κατοίκους ότι είχε πολλούς κοιτώνες για τους προσκυνητές, πολλά αλώνια και έκανε κουμάντο σε μεγάλες εκτάσεις. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι παλιότεροι κάτοικοι το αναφέρουν αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο, πράγμα που διορθώνει ο καθηγητής Απ. Βακαλόπουλος γράφοντας: «Ο μητροπολίτης Καστοριάς και κατόπιν Διδυμοτείχου Φιλάρετος που περιηγήθηκε την περιοχή Καστοριάς, επισκέφθηκε τα εξής Μοναστήρια:..[]…το ερειπωμένο καθ’ ολοκληρίαν τώρα μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου απέναντι από τον Γράμμο προς το άλλοτε τουρκικό χωριό Άρζα και το χριστιανικό Σλήμνιτζα»(17).  Υπάρχει μια πληροφορία από τον παλιό αγροφύλακα κ. Μιχάλη Ράπο, ότι πήγε μια αρχαιολόγος το είδε από κοντά και ίσως κατέγραψε κάποια στοιχεία του. Σε αναζητήσεις που έγιναν δεν βρέθηκε κάποια καταγραφή, ώστε να μάθουμε περισσότερα. Λένε ότι πριν 20 χρόνια υπήρχαν οι τοίχοι του, αλλά η δράση χρυσοθήρων το ξεθεμέλιωσε αρχικά, το σώριασε αργότερα. 

Η ύπαρξη νερού από τους παραποτάμους και πιο κάτω από τον ίδιο τον Αλιάκμονα, αποτελεί βασικό στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και υπήρξε καθοριστική πηγή ζωής για την οικονομία και την κοινωνική ζωή των κατοίκων στα Γραμμοχώρια. Το ίδιο και τα μεγάλα δάση του Γράμμου που απασχολούσαν επαγγελματικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η κάθε οικογένεια σε όλες τις κοινότητες είχε πάντα κάποιους να ασχολούνται με δασικές εργασίες, ενώ οι κορμοί, για χρόνια ‘’μεταφέρονται’’ με τη δύναμη της ροής του ποταμού στο Κάτω Νεστόριο, όπου μεγάλα νεροπρίονα ανελαμβάναν τον τεμαχισμό. Το δασαρχείο Καστοριάς χορηγούσε κάθε χρόνο άδειες στους «Υλοτομικούς Συνεταιρισμούς», που, εν συνεχεία, ξύλευαν τα δημόσια δάση της περιοχής και τα κέρδη τα μοίραζαν μεταξύ τους ανάλογα τις εργασίες που έκανε ο καθένας. Παράλληλα, άλλα επαγγέλματα, συνεταιρισμοί και υποδομές άνθισαν στην περιοχή. 

Εκτός από τα νεροπρίονα, υπήρχαν νερόμυλοι, νεροτριβές, μαντάνια που έδιναν δουλειά οδηγώντας στην ευημερία και την ανάπτυξη. Στην περιοχή του Γράμμου λειτουργούσαν πολλές τέτοιες εγκαταστάσεις, αρκετά πιο μακριά από τον κύριο τόπο κατοικίας των κατοίκων, για παράδειγμα το νεροπρίονο του Σλιμιτσιώτη Ζήκα, ήταν στη Μυροβλήτη, ενώ στον τομέα που εξετάζουμε υπήρχαν στο ρέμα «Μπαρούγκα» και μέσα στο δάσος, στα «Στραβά Δέντρα». Όταν ξεκινούσαν οι εργασίες οι κάτοικοι έφευγαν και γύριζαν μια φορά την εβδομάδα για προμήθειες. Μόνο στο Τρίλοφο, υπήρχαν μέχρι τη δεκαετία του ’40 τρία νεροπρίονα, τα οποία είναι γνωστά με τα ονόματα των ιδιοκτητών τους, Καραμάλη, Πίσιου, και Παπά, ενώ στο μεγάλο ρέμα της «Γερακίνας», παραπόταμου του Αλιάκμονα που περνά δίπλα από το χωριό, λειτουργούσε ο νερόμυλος. 

Λίγα χλμ. απέχει το Μονόπυλο (πριν το 1928 Πελκάτη ή Πελκάτικαι Πυλκάτη»(18)) σε μια διαδρομή που σας συντροφεύει ο Αλιάκμων. Η άμεση εξάρτηση του ανθρώπου από το νερό τον οδήγησε, και έχτισε τα χωριά του εδώ, δίπλα σχεδόν από το ποτάμι. Από το κεντρικό δρόμο το μόνο που φαίνεται είναι το τετράγωνο σπίτι του παλιού προέδρου του πολιτιστικού συλλόγου, Κλειούση Δημήτρη. Για να φτάσετε στο χωριό, προχωρήστε κάποια μέτρα προς Καλή Βρύση και αμέσως, αριστερά σας, θα δείτε το στενό ανηφορικό μονοπάτι, τη μια και μοναδική είσοδό του (από εκεί και τ’ όνομα), που βγάζει στα δύο σπίτια και την εκκλησία της Αγίας Ματρώνας, τα μόνα οικοδομήματα, που προσδιορίζουν την παλιά κοινότητα. 

Είναι εκπληκτικό πως όλοι έχουν στη σκέψη τους κάποια μικρά χωριουδάκια υλοτόμων που με τον καιρό παρήκμασαν και έσβησαν, όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με μεγάλες και δυνατές κοινότητες που δύσκολα χάνονται έτσι, δια μιας, από προσώπου γης. Το Μονόπυλο ήταν από τα μεγάλα αρχοντικά χωριά της περιοχής και, βλέποντας τη φωτογραφία που κρατάει ο πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Βασίλης Τούλιος, εύκολα πιστεύουμε ότι είχε όχι τρία παντοπωλεία – καφενεία που μας λέει, αλλά πολλά περισσότερα. Οι κάτοικοι του χωριού σύμφωνα με την απογραφή(19) του 1913 ήταν 341 και παρ’ όλους του πολέμους, το 1928 ήταν 315, ενώ την ίδια χρονιά το διτάξιο σχολείο είχε πενήντα εννέα μαθητές και το νηπιαγωγείο είκοσι τέσσερις»(20).

Πριν τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο είχαν αυξηθεί σε 120 συνολικά και το σχολείο ήταν τριτάξιο. Και εδώ οι κάτοικοι είχαν σαν κύρια ασχολία την υλοτομία και τη γεωργία, ενώ αρκετοί αναδείχτηκαν σαν αρχιυλοτόμοι και ξυλέμποροι. Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα να θυμίζει όλα αυτά τα χρόνια στους είκοσι κατοίκους (’01) και οι καλοχτισμένες με πελεκητή πέτρα μεγάλες διώροφες και τριώροφες κατοικίες αποτελούν ανάμνηση. Πραγματικά, αν δεν υπήρχε η φωτογραφία που σαν αρχιτεκτονικό δείγμα θα πρέπει να ισχύει για όλα τα χωριά, δύσκολα θα πίστευε κανείς ότι εδώ πάνω υπήρχε τέτοια ποιότητα ζωής και τέτοια μεγέθη οικοδομών. Μια μεγάλη αλήθεια για την κυριολεκτική εξαφάνιση αυτών, είναι η εγκατάλειψή τους μετά τον εμφύλιο και για πολλά χρόνια. Τότε, άλλοι γείτονες ερχόντουσαν και έπαιρναν αρχικά τις πόρτες και τα παράθυρα, την πλάκα από τις στέγες, την ξυλεία στέγης και πατωμάτων, κατόπιν τους πελεκημένους γωνιόλιθους, τις απλές πέτρες της τοιχοποιίας και σιγά αλλά σταθερά τις μετακόμισαν όλες, χτίζοντας ολόκληρες γειτονιές αλλού. 

Το μοναδικό κτήριο που καλύπτει σήμερα όλες τις ανάγκες είναι ‘’το ξενοδοχείο’’, ένα μεγάλο διώροφο που έφτιαξαν οι Μονοπυλιώτες για να μένουν τους καλοκαιρινούς μήνες. Εκεί, αν υπάρξει συνεννόηση, μπορείτε να φιλοξενηθείτε, αν και η περιοχή είναι τόσο όμορφη που οι σκηνές στο πλάτωμα της Αγίας Ματρώνας είναι η καλύτερη λύση. Η πανέμορφη, εξ΄ ολοκλήρου πετρόχτιστη εκκλησία είναι χτισμένη το 1873 σύμφωνα με λιθανάγλυφη εντοιχισμένη επιγραφή σε σιδερόφραχτο παράθυρο αλλά και στο υπέρθυρο της εισόδου. Το ωραίο πανύψηλο λιθόχτιστο κωδωνοστάσιο έγινε το 1903, την ίδια χρονιά με αυτό της Κοίμησης της Θεοτόκου (Αγίου Νικολάου ‘’του καλοκαιρινού’’), στο Γιαννοχώρι(21)

Παλιότερα, γινόταν μεγάλο πανηγύρι στις δύο Μαΐου, τον δεκαπενταύγουστο και στις εννέα Νοεμβρίου, που γιορτάζει η αγία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα(22). Στο μεγάλο, ευρύχωρο εσωτερικό της, δεν σώζονται παρά ελάχιστες τοιχογραφίες κι’ αυτές μαυρισμένες από την κάπνα της φωτιάς. Ήταν τότε, μετά την εμφύλια σύγκρουση, που είχε αδειάσει το χωριό από τους κατοίκους και οι κτηνοτρόφοι που ήρθαν για τις πλούσιες βοσκές αναγκάστηκαν να ξεχειμωνιάσουν εδώ. Μη βρίσκοντας άλλο διαθέσιμο κτήριο, όλα είχαν ερειπωθεί από τη λαίλαπα, έμπαιναν στον ναό μαζί με τα ζώα για να προφυλαχθούν από τις κακοκαιρίες. Κάποια από τις πολλές φορές που άναβαν φωτιά για να ζεσταθούν, αυτή φούντωσε και ανεξέλεγκτη έκαψε πολλά λατρευτικά αντικείμενα και κειμήλια, μεταξύ άλλων και το θαυμάσιο παλιό ξυλόγλυπτο τέμπλο κατασκευασμένο την ίδια χρονιά με την εκκλησία. Ευτυχώς σώθηκε, ο ξύλινος γυναικωνίτης, που πρόσφατα ανακαινίστηκε, και λίγες φορητές εικόνες με βαθιά σημάδια απ’ τη φωτιά. Αυτές, μαρτυρούν ‘’ρωσική’’ προέλευση, τις είχαν φέρει οι παππούδες των σημερινών κατοίκων από το Άγιο Όρος, (πιθανά από το ‘’ρώσικο’’ μοναστήρι του Αγ. Παντελεήμονος), επιβεβαιώνοντας την εκδοχή που θέλει τους Γραμμοχωρίτες να ταξιδεύουν(23) για δουλειά, πολύ μακρύτερα από τα μέρη τους. 

Μάλιστα, έχουν την ίδια συνήθεια με τους μαστόρους από το Κάντσικο (σημερινή Δροσοπηγή Δήμου Μαστοροχωρίων), να φεύγουν δηλαδή απ’ το Σεπτέμβρη και μετά, με άδεια και διαβατήριο από τις τουρκικές αρχές της Καστοριάς, και να επιστρέφουν από τις 15 Ιουνίου και μετά(24). Εκείνη την εποχή δούλευαν στο Άγιο Όρος σαν τεχνίτες, χτίστες, πετράδες, κυρίως όμως σαν υλοτόμοι («Πριονάδες»), αναλαμβάνοντας οποιαδήποτε εργασία είχε σχέση με την ξυλεία. Την εποχή μετά τον εμφύλιο χάθηκαν και τα τέσσερα κειμήλια του χωριού που φύλασσαν οι κάτοικοι στην Αγία Ματρώνα. Ένα ευαγγέλιο που είχαν φέρει από τα χωριά του Βοίου, το ιερό δισκοπότηρο, το παμπάλαιο σκευοφυλάκιο (λένε ότι ήταν του 1600 ίσως και παλιότερο), και το βαρύτιμο ιερό λείψανο του Αγίου Αλεξίου που θεωρούταν θαυματουργό και ήταν στολισμένο με 7 – 8 κιλά ασήμι. Στο τέλος του εμφυλίου (1949) η εκκλησία βομβαρδίστηκε, και ένα μικρό τμήμα της κατέρρευσε. Πολύ αργότερα (1980) πήρε την πρωτοβουλία ο Χαρίλαος Τούλιος(25) κάνοντας έρανο μεταξύ των ντόπιων και των ομογενών Αμερικής και Αυστραλίας για την αναστήλωση του γκρεμισμένου τμήματος και την ανακαίνιση του εσωτερικού της, ζητώντας και τη βοήθεια της Ι. Μητρόπολης Καστοριάς. Στη βάση του καμπαναριού, υπάρχει μαρμάρινη πλάκα με σκαλισμένη επιγραφή που θυμίζει ότι εκτός από τους ντόπιους, ο ναός «αναπαλαιώθηκε με την συνδρομή των ομογενών μας της Αυστραλίας» [και της Αμερικής]. Στις μέρες μας, η εκκλησία της Αγίας Ματρώνας γιορτάζεται με μεγάλο πανηγύρι τον δεκαπενταύγουστο, τότε που ανεβαίνουν εδώ όλοι οι κάτοικοι και, τις περισσότερες φορές, συμμετέχουν και δεκάδες  ομογενείς του εξωτερικού. 

Στενή γιδόστρατα, σας οδηγεί λίγο πιο πάνω από το Μονόπυλο σε μικρή απόσταση από το μικρό, μοναδικό εκτός του ‘’ξενοδοχείου’’, σπίτι, όπου αντικρίζετε ένα μεγάλο πλάτωμα και κτήρια της παλιάς ‘’διμοιρίας’’.  Αυτά τα οικοδομήματα ήταν οι θάλαμοι του μικρού κέντρου εκπαίδευσης υπαξιωματικών και αργότερα της διμοιρίας του λόχου προκάλυψης του 575 τάγματος. «Η δράσις του [Δημοκρατικού Στρατού] εσυνεχίσθη αμείωτος…[…]…κατά τη νύκτα της 31ης Ιανουαρίου [1947] 300μελής δύναμίς των προσέβαλε την εις το χωρίον Μονόπυλον ΒΔ Νεστορίου διμοιρίαν του λόχου προκαλύψεως του 575 τάγματος με αποτέλεσμα την ανατροπήν της, την διάλυσιν του λόχου και την σύλληψιν 65 εκ των ανδρών του. Εξ’ αυτών 38 αφέθησαν βραδύτερον ελεύθεροι»(26)

Αυτό το περιστατικό, ήταν ένα μικρό τμήμα της ιστορίας της διμοιρίας, που ξεκίνησε με την εγκατάστασή της το 1924. Στο μικρό πλάτωμα, υπάρχουν πια μόνο τα ερείπια από τα πέτρινα κτήρια, κάποια βαριά αγκωνάρια που δύσκολα μεταφέρονται και ο χώρος που κάποτε είχε γύρω του τις ασπρισμένες πέτρες πιθανά το σήμα της μονάδας, και στο κέντρο, τον ιστό για την έπαρση της σημαίας. Πραγματικά η καλύτερη θέση για κατασκήνωση με πολύ ωραία θέα στον ευρύτερο χώρο. Από τη Φούσια μέχρι το Μονόπυλο κινήστε στα χνάρια της γενικής απαγκίστρωσης του κύριου όγκου του Δημοκρατικού Στρατού από την περιοχή του Γράμμου, με αποτέλεσμα τον ιστορικό ελιγμό που τον οδήγησε στο Βίτσι. Ο ελιγμός(27) ξεκίνησε λίγες ώρες μετά την άδικη δολοφονία του Γιώργη Γιαννούλη(28) από τους ‘’συντρόφους’’ του, τη νύχτα 20 προς 21 Αυγούστου 1948 και από τη περιοχή της Φούσιας διέσχισε τη Σλίμνιτσα έφτασε στο Μονόπυλο και από εδώ, ανέβηκε τον αυχένα Αλεβίτσας – Χελώνας συνεχίζοντας προς Καλή Βρύση – Διποταμία – Κομνηνάδες – Πολυάνεμο – Χαράδρα Κρυσταλλοπηγής – Βίτσι.

Από το Μονόπυλο όπου υπάρχει η κεντρική δστ., σας δίνετε η δυνατότητα να κατευθυνθείτε προς την πρώτη έξοδο του ορεινού χώρου και τα χωριά Καλή Βρύση, Διποταμία, Χιονάτο και Νεστόριο ή Κομνηνάδες, Κρυσταλοπηγή(29) απ’ το βουνό, όμως η καλύτερη επιλογή είναι να συνεχίσετε προς Γιαννοχώρι ολοκληρώνοντας αυτή τη θαυμάσια διαδρομή. Στο χώρο κυριαρχεί ο ποταμός Αλιάκμονας που μετά την έξοδό του από την κοιλάδα της Γράμμοστας, φουσκωμένος απ’ τους δεκάδες παραποτάμους του, περνάει από το Μονόπυλο και συνεχίζοντας προς τ’ άλλα χωριά, δημιουργεί μερικά από τα πιο όμορφα, αξέχαστα τοπία. Δεξιά σας, υψώνεται η κορυφή «Ψωριάρικα» (1440 μ. υψ.), που μαζί με τον «Καβαλλάρη» (1302 μ. υψ.) οριοθετούν το «Τσάρνο» ή «Τσιάρνο» (Μαύρο(30)), ένα θαυμάσιο καταφύγιο άγριας ζωής με το κύριο τμήμα του να βρίσκεται στην πλευρά της κορυφής «Παππούλη» (1601 μ. υψ.) κοντά στον Άγιο Ζαχαρία. 

Όλες αυτές οι δασωμένες περιοχές είναι γεμάτες καταφύγια, οχυρά, και όπως λένε ακόμα και σήμερα στη διεύθυνση δασών Καστοριάς, ναρκοπέδια. Επειδή ποτέ δεν ξέρετε που ακριβώς θα βρεθείτε όταν μπείτε στους δασικούς, κόσμο στο δάσος σπάνια θα συναντήσετε (ανάλογα την εποχή βέβαια), γιαυτό χρειάζεται προσοχή και σωστός προσανατολισμός. Μην ξεχνάτε ότι υπήρχαν και παγιδευμένοι χώροι κρυφοί, χωρίς σχέδιο, που δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουν πού βρίσκονται οπότε αδυνατούν να τους εξουδετερώσουν. Βέβαια, τα περισσότερα δάση γίνονται αντικείμενο δασοπονικής εκμετάλλευσης και έχουν εδώ και χρόνια καθαριστεί από το στρατό, οι μπάρες δε, που μπορεί να συναντήσετε, αφορούν την προστασία των θηραμάτων, δεν απαγορεύουν τη διέλευση. Το καλύτερο πάντως είναι να καταστρώστε τη βόλτα σας σ’ ένα αξιόπιστο χάρτη και να περάσετε αυτούς τους δρόμους που ούτε στο όνειρο σας είχατε φανταστεί ότι υπάρχουν.

Ένα από τα χωριά που κάποτε ευημερούσαν ήταν το Γιαννοχώρι (πριν το 1928 Γιαννοβαίνη και Γιαννοβένι(31) στα 1000 μ. υψ.), το μεγαλύτερο κεφαλοχώρι, της περιοχής, που έδωσε το παρατσούκλι Γιαννοχώρια στις γειτονικές κοινότητες. Η κοινότητα, μια από τις πολλές των Νέων Χωρών τότε, ιδρύθηκε το 1917 και περιλάμβανε τους συνοικισμούς Λιβαδότοπου, Αγίου Ζαχαρία, και τα Λιβάδια ή Λειβάδια Τούχουλης (καταστραμμένο σήμερα, βρισκόταν κοντά στον Πεύκο). Είναι χτισμένο κάτω από τα ιστορικά υψώματα «Χελώνα» (1428 μ. υψ.) και «Αλεβίτσα» (1585 μ. υψ.) ενώ απέναντί του (δυτικά), έχει την κορυφή «Ψωριάρικα». 

Από το Γιαννοχώρι κατάγεται ο Βασίλειος Ιωάννου Χατζής (Καστοριά 1870 – Αθήνα 1915), σπουδαίος θαλασσογράφος που σπούδασε στο Πολυτεχνείο υπό την καθοδήγηση του καθηγητού Κωνσταντίνου Βολανάκη. Είχε τόσο καλές επιδόσεις ώστε κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού πολέμου 1912 – 1913, η Ελληνική Κυβέρνηση του ανέθεσε να αποδώσει με τη ζωγραφική του τέχνη τις ναυμαχίες του στόλου. «Ο Έλλην καλλιτέχνης με ειδικήν άδειαν παραμένων επί των Ελλην. Πολεμικών, θα δυνηθεί επί τόπου να συλλέξη όλα τα στοιχεία και όλας τας λεπτομερείας, ας χρειάζεται για το έργον του(32)». Όλες οι θαλασσογραφίες που αφορούν τους Βαλκανικούς πολέμους, «Το θωρηκτό ‘’Γ. Αβέρωφ’’ στην ναυμαχία της Έλλης», «Η ναυμαχία της Λήμνου», ο «Αβέρωφ ανθρακεύων εις Μούδρον», η «Αμφιτρίτη [βασιλική θαλαμηγός] κομίζουσα την σορόν του Βασιλέως Γεωργίου του Α’» κ.ά, εκτίθενται στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας στην ακτή Θεμιστοκλέους. 

Στο Γιαννοχώρι γεννήθηκε ο Στρατηγός Νικόλαος Λιούμπας που πολέμησε στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ενώ στον δεύτερο, υπήρξε διοικητής της πρώτης, μοναδικής τότε, Ελληνικής μηχανοκίνητης μονάδας τεθωρακισμένων, που έλαβε μέρος στον αγώνα κατά των Γερμανών στην κοιλάδα του Αξιού. Μεγάλη ήταν η προσφορά του χωριού, όπως και των δημογερόντων Β. Σιδέρη, Π. Κατσιαμάκη, Ευάγ. Άγου, Νικ. Σίμου, Ν. Χατζή, και του ιεροδιδάσκαλου Χρήστου Θ. Τσιαλντίκα(33) στη διάρκεια του πολύχρονου μακεδονικού αγώνα ενάντια στα σχέδια εκβουλγαρισμού της περιοχής αλλά και στους κατοπινούς σκληρούς αγώνες. Παρότι πέρασε πολλές δοκιμασίες, με αποκορύφωμα το κάψιμο και τη λεηλασία του από τον Αλβανό Σαλή – Μπούτκα στις 3 και 4 Δεκεμβρίου 1912, οι 481 κάτοικοι του (1928) όχι μόνο δεν το εγκατέλειψαν, αλλά στην απογραφή(34) που έγινε παραμονές του Β’ παγκοσμίου πολέμου είχε ακόμα περισσότερους (674). Επίσης, είχε έναν από τους μεγαλύτερους δασικούς συνεταιρισμούς που με τη συλλογική δουλειά και το πνεύμα αλληλεγγύης των μελών του, πρόσφερε πολλά στην περιοχή. 

Όμως η κρισιμότερη περίοδος για όλα τα Γραμμοχώρια, είχε φτάσει. Στις 28 Οκτωβρίου για λόγους αντιπερισπασμού κυρίως, (το κύριο μέτωπο ήταν στην Ήπειρο), οι Ιταλοί χτύπησαν όλη αυτή τη μεθόριο. Πρώτα δέχτηκαν τις επισκέψεις των βομβών το 29ο φυλάκιο «Νικόλαος Μπέλλος» που βρισκόταν δυτικά του υψώματος της Χελώνας και η κορυφή Αλεβίτσα, όπου πέτυχαν το ξωκλήσι του Αγίου Αχχιλείου που το είχε χτίσει ο Γκίνης απ’ τη Καλή Βρύση. Κάμποσες μέρες μετά τη γενική αντεπίθεση και αφού ο στρατός μας είχε προωθηθεί στην Αλβανία, οι κάτοικοι των χωριών που είχαν μεταφερθεί στο Νεστόριο για προστασία, επανήλθαν. Στο διάστημα εκείνου του χειμώνα όλες οι επιχειρήσεις μεταφοράς φορτηγών ζώων (κυρίως μουλάρια), προσωπικού, πυρομαχικών και λοιπών απαραίτητων εφοδίων, για το μέτωπο της Κορυτσάς και πέραν αυτής, περνούσαν από εδώ και στρατωνίζονταν στα σπίτια μαζί με τους κατοίκους. Αυτά τα χρόνια ήταν τα τελευταία που οι ντόπιοι έβλεπαν τα σπίτια τους όπως τα είχαν φτιάξει οι παππούδες και οι πατεράδες τους. Μετά τη λήξη του πολέμου, ειδικά του εμφυλίου, το μεγαλύτερο ποσοστό είχαν φύγει μετανάστες ή είχαν μετακομίσει δια παντός σε μεγαλύτερες πόλεις. Τίποτα δεν θα θύμιζε πλέον αυτές τις πλούσιες κοινότητες, τον πληθυσμό που πρόκοψε και τον πολιτισμό που άνθισε, σε τούτα τα δυσπρόσιτα μέρη. 

Η γύρω περιοχή θαμπώνει με την ανεξάντλητη φυσική της ομορφιά. Οι μοναδικές εναλλαγές τοπίων και βλάστησης φτιάχνουν ένα πεδίο ιδανικό για πεζοπορία ενώ το ποτάμι προσφέρεται για πολλές δραστηριότητες. Το καλοκαίρι ειδικά, που είναι ανοιχτός κι’ ο ξενώνας του πολιτιστικού συλλόγου Γιαννοχωρίου,είναι η καλύτερη εποχή για επίσκεψη. Στο χωριό πάντα υπάρχει κόσμος και τόσο οι ντόπιοι όσο και οι περιηγούμενοι κατεβαίνουν στο ποτάμι και με το ψάρεμα περνούν κάποιες από τις ομορφότερες ώρες τους. Αυτό που έδωσε νέα ώθηση σε όλα τα Γραμμοχώρια ήταν κυρίως το επάγγελμα του υλοτόμου και η άνθηση όλο και περισσότερο του συνεταιριστικού πνεύματος. Οι άνθρωποι εδώ μάθαιναν από τις διηγήσεις των μεγαλυτέρων για δρόμους και μονοπάτια πριν καν τους περπατήσουν, αφού άλλοι, πριν απ’ αυτούς, με το όραμα μιας καλύτερης ζωής ωθήθηκαν σε μια μετακίνηση με διάρκεια πολλών γενεών. Πολλές φορές τα βήματά τους οδήγησαν στη μετοικεσία ή ακόμα χειρότερα, στη μετανάστευση, σε μια διαρκή αναζήτηση προκοπής και προόδου.

Αγωγιάτες από τα Τρίκαλα ερχόντουσαν εδώ πάνω με τ’ άλογα και τα μουλάρια τους πηγαίνοντας στα χωριά της περιοχής για να πάρουν όλους όσους είχαν κλείσει συμφωνίες για εργασία, μεταφέροντάς τους στα δάση όπου θα δούλευαν (βλ. παρακ. σημ. 24). Σε τοπικό επίπεδο, μαζί με την παραγωγή ξυλοκάρβουνου, την κτηνοτροφία και τους μικρούς κλήρους που καλλιεργούσε με ζήλο κάθε οικογένεια, είχαν θεαματικά αποτελέσματα στην οικονομία, ξεχωριστά σε κάθε κοινότητα. Το κέρδος από τα διάφορα επαγγέλματα εξωτερικεύτηκε στα ίδια τα χωριά, με ωραίες πετρόχτιστες οικοδομές δύο και τριών ορόφων, προστέθηκαν χαγιάτια, στάβλοι, εξωτερικοί φούρνοι ενώ μετά τα σκληρά χρόνια του Μακεδονικού αγώνα, ήρθε η ανάσα της ελευθερίας που αγκάλιασε όλη τη Μακεδονία. Εκείνη την εποχή, άρχισαν να χτίζονται περισσότερες και πολυτελέστερες κατοικίες, όλο και μεγαλύτερα σχολεία.

Ειδικά για την εκπαίδευση το Γιαννοχώρι φαίνεται να έχει την πρωτοκαθεδρία στη μόρφωση ήδη από το 1868 που ανεγέρθη το πρώτο(35) διδακτήριο. Μέχρι τότε τα μαθήματα γινόντουσαν στην εκκλησία ή σε νοικιασμένα σπίτια, όπου δίδασκαν οι ιερείς. Το 1924 ιδρύθηκε από τον αείμνηστο Αναστάσιο Κυρ. Σιούκα ο «Προοδευτικός σύλλογος Γιαννοχωρίου», του οποίου σκοπός ήταν με δωρεές και προσωπική εργασία να ανεγερθή νέον διδακτήριον κατάλληλον δια την λειτουργίαν του προαχθέντος δημοτικού σχολείου εις Τριτάξιον. Το 1926 με έξοδα του δημοσίου χτίστηκε από μαστόρους της Καλής Βρύσης περικαλλές κτήριο και στην απογραφή της 15ης – 16ης Μαΐου 1928 έχει ενενήντα τέσσερις μαθητές και μονοτάξιο νηπιαγωγείο με είκοσι πέντε μαθητές(36), τους περισσότερους από κάθε άλλο χωριό στην περιοχή. Ο Αναστάσιος Κυρ. Σιούκας θήτευσε επί σειρά δεκαετιών δημοδιδάσκαλος ενώ το βιβλίο Σύντομος Ιστορία Γιαννοχωρίου – Μονοπύλου – Σλημνίτσης – Καλής Βρύσης – Λειβαδοτόπου που εξέδωσε το 1970 αποτελεί και σήμερα φάρο γνώσης που φωτίζει με λεπτομέρειες τη ζωή στα Γραμμοχώρια.

Στο Γιαννοχώρι ανεβαίνουν όλη την καλοκαιρινή περίοδο οι δεκαεπτά (’01) φιλόξενοι κάτοικοι, πολλοί μάλιστα χτίζουν σπίτια, επιθυμώντας να τους ακολουθήσουν κι’ άλλοι. Περίβλεπτος, ξεχωρίζει απ’ όπου κι’ αν έρθετε ο ναός της  Κοίμησης της Θεοτόκου θεμελιωμένος πάνω στην παλιότερη του Αγίου Νικολάου. Μάλιστα, επειδή πολλοί κάτοικοι τον είχαν προστάτη, βοήθησαν με ζήλο στην ανοικοδόμηση με προσωπική εργασία και πολλές δωρεές. Ολοπέτρινος εξωτερικά, εντυπωσιάζει ακόμα και σήμερα με τις διαστάσεις του και το διώροφο κωδωνοστάσιο φτιαγμένο την ίδια χρονιά, από τους ίδιους μαστόρους που ανήγειραν όμοιο στην Αγία Ματρώνα Μονόπυλου. 

Εκτός τον Δεκαπενταύγουστο και την 7η Ιανουαρίου, του Αγίου Ιωάννου του Πρόδρομου, γιόρταζαν και του Αγίου Νικολάου ‘’του καλοκαιρινού’’, όπως λένε ακόμα και σήμερα, με μεγάλα πανηγύρια που συμμετείχε όλο το χωριό, ενώ το απόγευμα στηνόταν, πάντα, μεγάλος χορός με οργανοπαίχτες στην πλατεία. Στο εσωτερικό, κρύβει στις σοβατισμένες κολώνες του, τα τεράστια ξύλινα δοκάρια που στηρίζουν την οροφή και με ένα είδος τσατμά, τις εσωτερικές καμάρες. Ένα ωραιότατο χρωματιστό τέμπλο, τα βημόθυρα, ο αρχιερατικός θρόνος, όλα ξυλόγλυπτα και λεπτοδουλεμένα συμπληρώνουν την εικόνα. Είναι σημαντικός, γιατί διασώζει το μοναδικό δείγμα ξύλινου διώροφου γυναικωνίτη στα Βαλκάνια, επιβεβαιώνοντας άμεσα το πολυπληθές της κοινότητας. Στον πρώτο όροφο εκκλησιαζόντουσαν οι γερόντισσες, ενώ στον δεύτερο οι νεώτερες ανύπαντρες κοπέλες. Εκεί, φυλάσσεται πέτρινη εγχάρακτη επιγραφή που αναφέρει 1903 | ΣΕΠΤΕ[Μ]ΒΡ[Ι]OY | 18, πιθανόν η ημερομηνία κτίσεως(37).

Ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής κ. Νικόλαος Μουτσόπουλος ήρθε εδώ αρκετές φορές επικεφαλής ομάδας φοιτητών καταδεικνύοντας το εξαίρετο της κατασκευής, ενώ κάποια χρονιά άφησε δύο φοιτητές του για να τον μελετήσουν. Το μόνο που γνωρίζουμε, αφού κανείς εκδότης δεν ενδιαφέρθηκε να εκδώσει τις Εκκλησίες της Καστοριάς, είναι ότι στο ναό, βρέθηκε από τον ίδιο ένα ελαιοδοχείο χάλκινο για να γεμίζουν τα καντήλια, με αφιέρωση «Βασίλη Στέφο αφιέροσεν του Αγίου Νικολάου 1769. Χωρίον Καλογέρ», με ευνόητο νόημα, που πιθανολογείται ότι έγινε σε μια από τις μετοικήσεις των κατοίκων λόγω της βαριάς φορολογίας που επέβαλε ο Αλή πασάς. Άλλη εκδοχή είναι η μετακίνηση των επαγγελματιών υλοτόμων για εργασία στα δάση της Καρδίτσας, των Τρικάλων, της Ευρυτανίας και αλλού. Πιθανά σε κάποιο ταξίδι τους να γύρισε μαζί τους ο «Βασίλη Στέφο» και να αφιέρωσε στο ναό το λαδικό. Σε ερωτήσεις που έγιναν για πιθανές μετακινήσεις στο χωριό Καλόγεροι που είναι στα Τρίκαλα, (Δήμος Αιθήκων), κανείς από τους παππούδες του χωριού δεν γνώριζε κάτι. 

Στην ευρύτερη απομονωμένη και δυσπρόσιτη περιοχή, απέναντι από το Γιαννοχώρι προς το Λιβαδοτόπι ή το Μονόπυλο υπερτερούν τα δάση και η πυκνή βλάστηση, ιδανικός χώρος που τον χαίρονται οι πεζοπόροι. Φανταστείτε αυτό το τοπίο με τις λευκές νιφάδες του χειμώνα που απλώνει για μήνες το κρύο πέπλο του, σκεπάζοντας τα πάντα. Τα χωριά είναι αρκετά ψηλά, και τα χιόνια σ’ αυτό το υψόμετρο κρατούν μέχρι το Μάιο. Όπως όλος ο Γράμμος έτσι και εδώ θεωρείται σημαντικός βιότοπος για τα πουλιά και τα αρπακτικά, όσο και για τα θηλαστικά σαν το λύκο, την αλεπού, την αγριόγατα και φυσικά την αρκούδα. Η μελέτη του Αρκτούρου έδειξε ότι υπάρχουν κατ’ ελάχιστον 15 – 20 άτομα. Μάλιστα, η εγκατάσταση αυτόματης φωτογράφησης κατέγραψε και ταυτοποίησε στην περιοχή «Τσάρνο» τρεις διαφορετικές αρκούδες με το αξιοσημείωτο συμβάν να φωτογραφηθούν κι’ τρεις την ίδια ημέρα!. Τα παραπάνω πληθυσμιακά δεδομένα δείχνουν ότι ο υποπληθυσμός της αρκούδας στην ευρύτερη περιοχή διατηρείται σε σταθερά επίπεδα(38) δείγμα της καθαρότητας των δασών και της πληθώρας τροφής. 

Περίπου επτά χλμ., απέχει το Λιβαδοτόπι (πριν το 1928 Όμοτσκον πριν το 1940 Λιβαδότοπος(39) στα 960 μ. υψ.) που αμέσως εντυπωσιάζει τον επισκέπτη περισσότερο από τα άλλα χωριά. Έχει σαρανταένα (’01) κατοίκους αρκετά καινούργια σπίτια και έναν όμορφο οργανωμένο ξενώνα πράγμα που πιθανά οφείλεται στην κοντινή απόσταση με το Νεστόριο (14 χλμ.) και την ευκολία μεταφοράς οικοδομικών υλικών. Από το παλιό χωριό δεν υπάρχει ούτε ίχνος. Γνωρίζουμε ότι ήταν μεγάλο και αποτελούσε συνοικισμό της κοινότητας Γιαννοχωρίου, σε σύγκριση δε με τ’ άλλα, είχε τους λιγότερους, 123 (1928),κατοίκους(40). Όπως σε όλη την περιοχή έτσι κι’ εδώ, η κτηνοτροφία, η γεωργία, και η υλοτομία ήταν τα κύρια επαγγέλματα. Επειδή ήταν τσιφλίκι των Μπέηδων της Φούσιας έδιναν κάθε χρόνο, τμήμα της γεωργικής τους παραγωγής πράγμα που σταμάτησε μετά την απελευθέρωση, το 1912. Τότε, διέθετε μονοτάξιο σχολείο με τριάντα μαθητές. Στο πιο ψηλό σημείο του, σε περίοπτη θέση και με πολύ ωραία θέα βρίσκεται η παλιότερη εκκλησία της περιοχής ο Άγιος Νικόλαος,χτισμένος σύμφωνα με τη παράδοση στη θέση ακόμα πιο παλιάς, αφιερωμένης στους Άγιους Ταξιάρχες. Η εγχάρακτη επιγραφή στο υπέρθυρο της εισόδου μαρτυρεί την ημερομηνία κτίσεως, 1657

Αυτά τα ακριτικά χωριά ταλαιπωρήθηκαν και εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους τους πολλές φορές στο πέρασμα των χρόνων, άλλες φορές από φυσικές καταστροφές κι’ άλλες λόγω των πολέμων του 19ου και 20ου αιώνα.  Όλες οι κοινότητες βοήθησαν με κάθε τρόπο και με όσες δυνάμεις είχαν για τον διωγμό των Τούρκων (Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, 1897), για την ελευθερία της Μακεδονίας (Μακεδονικός Αγώνας, 1903 – 1908) παίζοντας σοβαρό ρόλο στους Βαλκανικούς πολέμους (1912 – 1913), όπως έκαναν και με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου (1940 – 1941). Τότε, πολλοί κάτοικοι χρησιμοποιήθηκαν σαν οδηγοί, αφού, στις πρώτες επιχειρήσεις, στην κοντινή μεθοριακή γραμμή με την Αλβανία, χρειαζόντουσαν άνθρωποι που γνώριζαν καλά τα κατατόπια. 

Τις ‘’δάφνες’’ για την πιο τρομερή περίοδο έχει δρέψει σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων, ο εμφύλιος. Αυτός ήταν που καταρράκωσε τα συναισθήματα των κατοίκων, την κατοίκηση και τα μνημεία τριών αιώνων. Μόνο αυτός, απ’ όσους πολέμους έγιναν στάθηκε πιο αδυσώπητος και περισσότερο καταστροφικός σε όλη την πολυτάραχη ιστορία των Γραμμοχωρίων του Άνω Αλιάκμονα, ξεριζώνοντας και οδηγώντας στην αδυσώπητη μετανάστευση(41). Όλα τα χωριά εκκενώθηκαν το 1947. Η αρχή έγινε από το Μονόπυλο στις 18 Ιουλίου και στη συνέχεια ήρθε η σειρά της Σλίμνιτσας που μαζί με το Γιαννοχώρι και πιθανά το Λιβαδοτόπι εκκενώθηκαν στις 27 Ιουλίου(42)

Μετά απ’ αυτόν, σε πολιτικό επίπεδο, αντί να δοθεί όλο το βάρος για να συμμαζευτούν τα αποκαΐδια της πατρίδας, όπως ήθελε ο ελληνικός λαός όλων των παρατάξεων, ήρθαν οι μαζικές διώξεις, οι φυλακίσεις, η εξορία και οι εκτελέσεις αντιφρονούντων. Οι νέες κοινωνικές και οικονομικές ανακατατάξεις της μεταπολεμικής περιόδου, εξελίχθηκαν σε καθεστώς «περιορισμένης Δημοκρατίας» με θύμα αυτή τη φορά, τις περιουσίες όσων έφυγαν, που δεσμεύθηκαν(43) από το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος, και τα πάντα ερήμωσαν. Οι γείτονες, όπως αναφέραμε πιο πάνω, εκμεταλλευόμενοι αυτά τα αποκρουστικά νομοθετήματα, συμμετείχαν στην εγκληματική και πλήρη καταστροφή των υπερήφανων κοινοτήτων και των οικοδομημάτων τους μέχρις τελικής αποψιλώσεως.

Ακόμα και το 1956 που επετράπη από την διοίκηση ο επαναπατρισμός, ελάχιστοι ήταν αυτοί που επέστρεψαν στα λεηλατημένα, ανύπαρκτα επί της ουσίας, σπίτια τους. Οι περισσότεροι από τότε, διαμένουν μόνιμα στην Καστοριά και το Άργος Ορεστικό. Η αρχιτεκτονική των κατεστραμμένων χωριών, έτσι όπως καταγράφεται από τις παλιές φωτογραφίες, από τα εναπομείναντα ερείπια αλλά και τις μαρτυρίες, λαλούν την κοινωνική και οικονομική ευημερία. Τα σχολεία και τα νηπιαγωγεία που ήταν γεμάτα παιδιά, επίσης μαρτυρούν πνευματική ανάπτυξη. Μια εποχή τεσσάρων – πέντε ετών πως μπόρεσε να καλύψει τόσους αιώνες ιστορίας;. Στις μέρες μας, η φύση διεκδικεί ολοένα μεγαλύτερο μερίδιο απ’ αυτήν και πολλά σκεπάζονται πλέον από τις συνεχείς επιθέσεις της, ενώ ο ερευνητής, πρέπει να κοπιάσει αρκετά για να βγάλει το παραμικρό στην επιφάνεια.

Όμως το σήμερα είναι εδώ, και οι δυνατότητες όπως και οι ιδέες ή οι χρηματοδοτήσεις υπάρχουν. Αδικαιολόγητα η περιοχή του Γράμμου έγινε ‘’γνωστή’’ μόνο από τον εμφύλιο. Αυτός, υπήρξε παντού και όλα τα πρώην κέντρα του έχουν γίνει ‘’επώνυμα’’ και διάσημα για την τουριστική τους ανάπτυξη. Όχι όμως και αυτός που πραγματικά το αξίζει. Ανάμεσα από τα τέσσερα χωριά που αναφερθήκαμε και το τεράστιο δάσος απέναντί τους, κυλάει για αιώνες ο ποταμός Αλιάκμονας, που όπως και ο Σαραντάπορος πηγάζει από το Γράμμο. Και οι δύο είναι συνεχούς ροής με αντίθετες κατευθύνσεις και πλουτίζουν με την παρουσία τους το υδρογραφικό δίκτυο όλων των περιοχών που διασχίζουν. 

Όσον αφορά τον Άνω Αλιάκμονα και το πεδίο που περιγράψαμε, αυτός είναι που βοηθά να αναπτυχθεί σπουδαίας οικολογικής σημασίας παρυδάτια βλάστηση και αντίστοιχη ορνιθοπανίδα. Είναι από τους μεγαλύτερους σε μήκος ποταμούς της χώρας (320 χλμ.), που διασχίζει τους νομούς Καστοριάς, Κοζάνης, Γρεβενών, Ημαθίας και εκβάλει στο Θερμαϊκό κόλπο. Αυτό το τεράστιο φυσικό εργαστήριο, αναφέρεται για την αξία του σε διεθνείς,  ευρωπαϊκούς καταλόγους βιοτόπων – υγροτόπων, (ICBP – IWRB, CORINE Biotopes), ενώ είναι άριστο πεδίο για οικολογικές μελέτες και έρευνες. Θα πρέπει να του δοθεί μεγαλύτερη σημασία, αφού κοντά στις κοινότητες που περνά, είναι  εύκολο να δημιουργήσει σπουδαίους χώρους αναψυχής και γιατί όχι, εκτάσεις που να μπορεί ο επισκέπτης απερίσπαστος να κάνει κάποιες δραστηριότητες.

Η εποχή μας, βρίσκει τους νεώτερους ιδιοκτήτες γης μαζί με τους παλιότερους κατοίκους και τους απογόνους τους, να επιστρέφουν στους τόπους καταγωγής, επιδιώκοντας με ασίγαστο πάθος να οικοδομήσουν από την αρχή αυτές τις ξεχασμένες κοινότητες. 

Ίσως ο γειτονικός Αλιάκμων να μην έχει πια τόσους κήπους να ποτίζει, ίσως πάλι κάποιες νέες επενδύσεις τον κάνουν πρωτοσέλιδο σε αθλήματα ποταμού, σίγουρα όμως, στο πέρασμα των χρόνων οι νέοι, με ανάλογη περίσκεψη μπορούν να κάνουν την περιοχή να ανθίσει. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα όλοι θα μιλούν για την ανάσταση αυτών των χωριών, σε μια χωρίς όρια παρθένα περιοχή, ιδανική για κάθε είδους διακοπές, δίπλα από τα αξέχαστα τοπία του βόρειου Γράμμου.

Σημειώσεις:

(1) Αστέριου Ι. Κουκούδη, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη (2000) 390.

(2) Gustav Weigand, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), τ. Α’, έκδοση Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (2001) 331.

(3) Κουκούδη ο.π. 420.

(4) Μιχάλης Αλ. Ράπτης, Τα μαρτυρικά Γραμμοχώρια της Καστοριάς (Σλίμνιτσα, Μονόπυλο, Γιαννοχώρι, Λειβαδοτόπι, Καλή Βρύση), αυτοέκδοση, Αθήνα (1997) 234.

(5) Αχιλλέα Ι. Παπαϊωάννου, Η Καλή Βρύση στο πέρασμα των αιώνων, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη (1994) 50.

(6) Ελευθέριος Απ. Καρακίτσιος, «Ο Ιωάννης Βαζούρας από τη Σούρπη του Αλμυρού εθελοντής στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα 1914 - 1924», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 46, έκδοση: Κώστας Σπανός, Λάρισα (2004) 173, 174.

(7)Ράπτης ο.π. 66 – 67.

(8) [Γενικό Επιτελείο Στρατού / Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού],Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα (1946 – 1949. Το δεύτερον έτος του αντισυμμοριακού αγώνος, 1947, ΓΕΣ / ΔΙΣ Αθήνα (1980) 385, 421, 441. 

(9) Αχιλλέα Παπαϊωάννου, Γιώργης Γιαννούλης η θρυλική μορφή του Γράμμου το άγνωστο ημερολόγιό του, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα (1990) 153.  

(10) ΓΕΣ / ΔΙΣ ο.π. 213. 

(11) Δημήτρης Μπούσμπουρας (Συντονιστής – Υπευθ. Σύνταξης), «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη περιοχής Γράμμου – Δ. Βοΐου», Αρκτούρος, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Ένωση Γεν. Διευθ. ΧΙ, Θεσσαλονίκη (1999) § 2.2. σελ 2.

(12) Γιαννάτος Γ., Γ. Μερτζάνης και Δ. Μπούσμπουρας, «Στοιχεία για την κατανομή της Αρκούδας και την κατάσταση των πληθυσμών και των βιοτόπων στην Κεντρική και Νότιο Αλβανία», Πρόγραμμα ΑΡΚΤΟΣ [Αρκτούρος, WWF - Ελλάς, ΕΕΠΦ, Υπ. Γεωργίας, Ε.Ε. (DG XI)], Θεσσαλονίκη (1995) 14, παράρτημα, χάρτης.

(13) Παντελή Τσαμίση, Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήνα (1946) 232.

(14) Τσαμίση ο.π. 237.

(15) Ο Νικόλαος Μπέλλος οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα κατάγεται από το Τρίλοφο (Σλίμνιτσα). Μετά το γάμο του εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Γιαννοχώρι, γιαυτό συνήθιζε να λέει ότι κατάγεται από εκεί. Αναστάσιος Κυρ. Σιούκας, Σύντομος Ιστορία Γιαννοχωρίου – Μονοπύλου – Σλημνίτσης – Καλής Βρύσης – Λειβαδοτόπου, αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη χ.χ. [1970] 116.

(16) Σε επιτόπια επίσκεψη που έγινε στις 21 Μαΐου 2005 ήταν κλειστό, ενώ, άλλες χρονιές, οι φαντάροι ήταν εκεί τέτοια εποχή. 

(17) Απόστολος Βακαλόπουλος,«Οι Δυτικομακεδόνες απόδημοι επί τουρκοκρατίας», Ε.Ε.Μ.Σ. – ίδρυμα μελετών χερσονήσου του Αίμου Νο 22, Θεσσαλονίκη (1958) 434.

(18) Πελκάτη: Τσαμίσης ο.π. 237. Πελκάτι:Σιούκας ο.π. 104. Πυλκάτη:αναφέρεται στο αδημοσίευτο χειρόγραφο ημερολόγιο [σελ 8], του παπά Ηλία Κωνσταντίνου Τούλιου (Κιουτέζα 1918 – Ξινό Νερό 20 Ιουλίου 1947), του Γρηγορίου, που μου έστειλε ο Αλέξανδρος Τούλιος και τον ευχαριστώ. Από το ίδιο χειρόγραφο μαθαίνουμε ότι μετονομάστηκε σε Μονόπυλο γιατί είχε μια και μοναδική είσοδο, μια ‘’πύλη’’, πράγμα που ακόμα και σήμερα επιβεβαιώνουν οι γεροντότεροι κάτοικοι του χωριού.

(19) Ράπτης ο.π. 60.

(20) Τσαμίσης ο.π. 237, 243.

(21) Την πληροφορία ότι το καμπαναριό χτίστηκε το 1903 μου μετέδωσε ο Βασίλης Τούλιος σε επιτόπια επίσκεψη στις 3 Σεπτεμβρίου 2005. Τότε με άφησε να φωτογραφήσω τις περίφημες και μοναδικές απεικονίσεις του χωριού, όπως ήταν τη δεκαετία του 1930.

(22) Σιούκας ο.π. 104. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν μια αρχοντοπούλα από τη Ρόδο που πριν από επτακόσια και παραπάνω χρόνια (το 1306 βρισκόταν ήδη στη Χίο) εγκατέλειψε κρυφά την πατρική της γη, εγκαταστάθηκε στη Χίο όπου έγινε μοναχή, ενώ, με τμήμα της πατρικής κληρονομιάς, οικοδόμησε ναό. Βλ. ηλεκτρονική έκδοση του βιβλίου της κ. Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, «Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές» στο: www.dide.ach.sch.gr/thriskeftika/keimena/iliadi/8/women.htm Στη Μονή Διονυσίου, στην δυτική πλευρά του Αγίου Όρους φυλάσσεται σε περίτεχνη αργυρή θήκη η δεξιά χείρα της Αγίας. Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης, Άγιον Όρος, εκδόσεις explorer, Αθήνα (2003) 109.

(23) Την πληροφορία για μετακινήσεις μαστόρων στο Άγιο Όρος μου μετέδωσε τηλεφωνικά ο Βασίλης Τούλιος (3 Απριλίου 2006), πράγμα που μου επιβεβαίωσε την ίδια ημέρα, ο Αλέξανδρος Τούλιος ο οποίος επιπροσθέτως φυλάσσει ξύλινο, κούφιο σταυρό του παππού του, παπα - Αλέξανδρου Τούλιου, που τον έφερε από το Άγιο Όρος. Μέσα στην κοιλότητα του σταυρού υπάρχει σημείωμα που όμως δεν διαβάζεται. Στο πρόδρομο δημοσίευμα – ανακοίνωση: «Ο απογραφικός κατάλογος 1885 του Αγίου Όρους και οι τεχνίτες του, κυρίως οικοδόμοι» παρ’ ότι πληθώρα μαστόρων δηλώνουν τόπο προέλευσης την Κολώνια (Κολωνιάτες) δεν γίνεται μνεία σε μαστόρους από το Πελκάτη ή Πελκάτι. Ίσως, όταν δημοσιευθεί ολόκληρος, να υπάρξει κάποια πληροφορία. Βλ. Βασίλης Γ. Παπαγεωργίου – Αργύρης Π. Π. Πετρονώτης, περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.8, Καλοκαίρι (2005) 13 – 27. Η άλλη πληροφορία που μου μετέδωσε ο Βασίλης Τούλιος αφορά την διάρρηξη από περαστικούς Αλβανούς του ‘’ξενοδοχείου’’, όπου, μεταξύ άλλων, πήραν τις φωτογραφίες, που είχα αντιγράψει ευτυχώς λίγες μέρες πρίν, μαζί με τις κορνίζες.

(24) Σιούκα ο.π. 101 – 102.

(25) Την πληροφορία μου μετέδωσε τηλεφωνικά ο γιος του, Αλέξανδρος Τούλιος 2 Φεβρουαρίου 2006.

(26) ΓΕΣ / ΔΙΣ ο.π. 23.

(27)  Νίκος Τερζόγλου (Πύραυλος), Η στρατιωτική εκπαίδευση στελεχών στο ΔΣΕ, εκδόσεις Σύγχρονη εποχή, Αθήνα (2003) 116 – 119. Πρβλ. Γιώργου Μαργαρίτη, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946 – 1949, τ. Β’ εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα (2002) 84 – 88, Παπαϊωάννου ο.π. Γιαννούλης (1990) 150, του ιδίου: Ο αληθινός Γράμμος, εκδόσεις Μπίμπη, Αθήνα χ.χ. 153 - 159.  

(28) Παπαϊωάννου ο.π. (1990) 151.του ιδίου, υπό έκδοση:Σκοτίδας – Γιαννούλης – Γεωργιάδης, οι δολοφονημένοι καπεταναίοι του Γράμμου, εκδόσεις Μπίμπη, Θεσσαλονίκη.

(29) Μια διαδρομή που σε συνδυασμό με το Νεστόριο θα παρουσιάσουμε σε επόμενο τόμο.

(30 )Ράπτη ο.π. 161.

(31) Γιαννοβαίνη: Τσαμίση ο.π. 231. Ράπτη ο.π. 9. Γιαννοβένη:αναφέρεται στο ίδιο χειρόγραφο [σελ 8] του ημερολογίου, (βλ. σημ. 18).

(32) Απόσπασμα από τα περιοδικό ‘’Εικονογραφημένη’’, τεύχος Ιανουαρίου 1913, όπου σημειώνεται η στήριξη του τότε Υπουργού Ναυτικών Ν. Στράτου προς το ζωγράφο Β. Χατζή προκειμένου να αποθανατίσει τη νικηφόρα ναυμαχία της Έλλης, στο: Λεύκωμα, Βαλκανικοί Πόλεμοι – Ο ναυτικός Αγώνας, Ιωάννη Παλούμπη (κειμ.), έκδοση Ναυτικού μουσείου Ελλάδας, Πειραιάς (2005) 61. Βλ. και Σιούκα ο.π. 14 – 15.

 (33)  Αναμνηστικό Λεύκωμα, Ο Εφημεριακός Κλήρος της Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα (1931) 32. Ο παπα Χρήστος υπήρξε επί σειρά ετών εκτός από ιερέας και δάσκαλος στο Γιαννοχώρι. Άλλοι συγγραφείς τον αναφέρουν Τσαλδήκα (Τσαμίσης ο.π. 240), και Τσαλδίκα (Ράπτης ο.π. 65). Το σωστό πρέπει να είναι Τσιαλντίκας γιατί όσοι ιερείς περιλαμβάνονται στο «Λεύκωμα» έστειλαν οι ίδιοι το βιογραφικό και τη φωτογραφία τους.

(34) Ράπτη ο.π. 60.

(35) Σιούκα ο.π. 37.

(36) Τσαμίση ο.π. 245, 246.

(37) Ο Αναστάσιος Σιούκας ο.π. 10, αναφέρει σαν έτος κτίσεως το 1904, όμως η μαρτυρία για το καμπαναριό (βλ. σημ. 21) αναφέρει 1903. Μπορεί ο Σιούκας να έχει δίκιο όπως πιθανό είναι η πινακίδα να προέρχεται από άλλο κτήριο.

(38) Μπούσμπουρας ο.π. (1999) § 4.7.2.2.

(39) Το συναντάμε με πολλές διαφορετικές γραφές. Λειβαδοτόπι και Λειβαδιά στον Ράπτη ο.π. 43, Λιβαδότοπον και Λιβαδίτση το αναφέρει ο Τσαμίσης ο.π. 231 και 234 αντίστοιχα, Λειβαδότοπος το γράφει ο Σιούκας ο.π. 130, τελικά επικράτησε η γραφή Λιβαδοτόπι.

(40) Τσαμίσης ο.π. 234.

(41) Εξαιρετική έκδοση (Θεσσαλονίκη 2005) που αποδίδει στο αναγνωστικό κοινό σημαντικό υλικό από επιστημονικές συναντήσεις και συνέδρια με θέμα την προσφυγιά και τους πολιτικούς πρόσφυγες της περιόδου του ελληνικού εμφυλίου αποτελεί το βιβλίο:  «Το όπλο παρά πόδα» των Ε. Βουτηρά, Β Δαλκαβούκη, Ν. Μαραντζίδη, Μ. Μποντίλα (επιμ.) από τις εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Επίσης διαβάστε το σπουδαίο: Άλλος δρόμος δεν υπήρχε του Νίκου και της Αργυρώς Κοκοβλή, εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα 2002.

(42) Σύμφωνα με προφορική μαρτυρία (7 Απριλίου 2006) του γραμματέα του συλλόγου Βασίλη Μπέλλου 27 Ιουλίου 1947 εκκενώθηκε η Σλίμνιτσα. Σύμφωνα με προφορική μαρτυρία απο επιτόπια επίσκεψη (3 Σεπτεμβρίου 2005) του προέδρου του συλλόγου Βασίλη Τούλιου 18 Ιουλίου 1947 εκκενώθηκε το Μονόπυλο. 27 Ιουλίου 1947 εκκενώθηκε το Γιαννοχώρι. Σιούκας ο.π. 57. Ο ίδιος, (Σιούκας ο.π. 133) γράφει ότι το Λιβαδοτόπι εκκενώθηκε το 1948.

 (43) Θ’ ψήφισμα (24.8.1946) «περί εξυγιάνσεων των δημοσίων υπηρεσιών» που αφορούσε διώξεις εκπαιδευτικών και όσων υπηρετούσαν σε θέσεις του Δημοσίου. Για την απαλλοτρίωση και κατάληψη περιουσιών ψηφίστηκαν ειδικοί νόμοι, Ν. Δ. 2536/1953 «Περί εποικισμού των παραμεθορίων περιοχών και ενισχύσεως του πληθυσμού αυτών» και Ν. Δ. 2781/1954 «Περί αναγνωρίσεως και καταλήψεως περιερχομένων εις το δημόσιον αγροτικών ακινήτων». Πολλά παραμένουν ακόμα δεσμευμένα, και άλλα έχουν αποδοθεί στους παλιούς ιδιοκτήτες. Προσθήκη 13/4/07: Δες σελ 96 του βιβλίου Γλυκονέρι. παλιούς ιδιοκτήτες με απόφαση του Νομάρχη Καστοριάς ΚΗ/2427 της 12ης Απριλίου 1988 «Απόδοση καταληφθέντων αγροτικών ακινήτων».

ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ

ΔΙΠΟΤΑΜΙΑ – ΜΟΝΟΠΥΛΟ

Μηδενίστε στη Διποταμία. 00,00

3,28 χλμ. Καλή Βρύση. Μηδενίστε στην έξοδο του χωριού (Αγ. Δημήτριος). 

1,70 χλμ. αριστερά στάνη, δεξιά Μονόπυλο.

3,20 χλμ. αριστερά δασικός προς Αλεβίτσα και Γιαννοχώρι (προσοχή στην κλίση του ‘’δρόμου’’), δεξιά Μονόπυλο.

10,26 Μονόπυλο και δστ. δεξιά Σλίμνιτσα – Γράμμος, αριστερά Γιαννοχώρι – Λιβαδοτόπι. 

ΜΟΝΟΠΥΛΟ – ΤΡΙΛΟΦΟ – ΓΡΑΜΜΟΣΤΑ

00,00 Μηδενίστε στην δστ. Μονόπυλου.

3,40 Σλίμνιτσα

4,44 δεξιά δασικός, αριστερά Γράμμος,

8,2 αριστερά ποτάμι, δεξιά Γράμμος,

8,6 δεξιά Ξύλευση και πλάτωμα, αριστερά Γράμμος,

9,5 δεξιά ξύλευση Φούσια – Γράμμος, αριστερά Γράμμος (για αρχή να πάτε από τον κεντρικό δηλ. αριστερά, στην επιστροφή πιάστε αυτό το δρόμο όπως περιγράφουμε στο άρθρο),

13,06 δεξιά Γράμμος, ευθεία Άγιος Ζαχαρίας,

15,65 αριστερά παλιός δρόμος για Γράμμο, δεξιά νέος δρόμος για Γράμμο (για αρχή να πάτε από τον κεντρικό δηλ.  δεξιά, αλλά και ο παλιός δρόμος είναι βατός ακόμα και από 4Χ4, πιο στενός και όλο πρασινάδες),

  • Στάνες ‘’Βολιώτικα Καλύβια’’,

18,7 δεξιά Φούσια – Σλίμνιτσα, ευθεία Γράμμοστα,

20,00 Γράμμοστα,

20,19 Καφενείο.

ΤΡΙΛΟΦΟ – ΜΟΝΟΠΥΛΟ – ΓΙΑΝΝΟΧΩΡΙ – ΛΙΒΑΔΟΤΟΠΙ – ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ (προς Πεύκο ή Νεστόριο)

Από τη δστ., του κεντρικού δρόμου που οδηγεί στο ΓΡΑΜΜΟ και το ομώνυμο χωριό, το Τρίλοφο απέχει 9,6 χλμ.

00,00 Μηδενισμός στο Τρίλοφο.

3,00 χλμ. δστ. αριστερά Μονόπυλο (100μ. και πάλι αριστερά) πρώτη έξοδος προς Δήμο Ακριτών: Καλή Βρύση 9,8 χλμ. και Διποταμία 13,08 (3,28 από Καλή Βρύση), ευθεία Γιαννοχώρι, 

5,1 χλμ. Γιαννοχώρι,

11,8 χλμ. Λιβαδοτόπι,

17,6 χλμ. Άσφαλτος (5,8 χλμ. από Λιβαδοτόπι), δστ. δεύτερη έξοδος προς Δήμο Νεστορίου: δεξιά Πεύκος (6,2 χλμ.), ευθεία Νεστόριο (8,7 χλμ.).  

ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΗΜΑΝΣΗ ΟΔΙΚΗ και ΜΟΝΟΠΑΤΙΩΝ:

Στην Φούσια υπάρχει σήμανση για το Μονοπάτι Κ: ΦΟΥΣΙΑ - ΜΟΝΟΠΥΛΟ, υψόμετρο 1200 – 1080 - Μήκος [διαδρομής] 5.840. Στην δστ. Μονόπυλου υπάρχει πινακίδα για το Μονοπάτι Κ: ΜΟΝΟΠΥΛΟ – ΦΟΥΣΙΑ, υψόμετρο 1080 – 1200 - Μήκος [διαδρομής] 5.840. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24670

ΔΙΑΜΟΝΗ: Η κοινότητα Γράμμου διαθέτει ξενώνα 61180. Τα πιο κοντινά, ανοιχτά όλο το χρόνο, είναι στο Πευκόφυτο, Γεράσης Κωσταντίνος 81585 και στο Νεστόριο ο ‘’Αλέξανδρος’’ Μιχάλης Νταούτης 31114 www.hostel-alexandros.gr , ‘’Αχχίλειον’’ 31120, ‘’Βατύνα’’ 31118, ‘’Αναστασία’’ 31101. Τους καλοκαιρινούς μήνες κατόπιν συνεννόησης λειτουργεί  ο ξενώνας Τρίλοφου, Βασίλης Μπέλλος μέλος πολιτιστικού συλλόγου 82411, 6978641877 το ‘’Ξενοδοχείο’’ Μονόπυλου, Τούλιος Βασίλης πρόεδρος πολιτιστικού συλλόγου 71824, ο ξενώνας πολιτιστικού συλλόγου Γιαννοχωρίου που λειτουργεί στα πρότυπα ορειβατικού καταφυγίου 82395 Νίκος (Βασιλική η γυναίκα του) Χαλκιάς 2467028715 και ο κοινοτικός ξενώνας Λιβαδοτοπίου, Πέτρος Κοράνης πρόεδρος πολιτιστικού συλλόγου 2467082444.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ο απόλυτος και ανεξάντλητος παράδεισος για τους λάτρεις της φύσης. Στην κεντρική δστ. προς Λιανοτόπι στο χώρο της παλιάς σκοπιάς, στο χώρο του Βετέρνικου και στο χωριό Γράμμος. Και στις τρεις περιπτώσεις έχει κρήνη με νερό. Στη Φούσια χωρίς νερό, και στην Αγία Ματρώνα του Μονόπυλου στην ‘’διμοιρία’’. Σε κάθε περίπτωση να έχετε μαζί σας παγούρι γεμάτο και προσέξτε μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Να έχετε μαζί σας προμήθειες. Αν όχι, ψωνίστε στο Επταχώρι ή το Νεστόριο. Στην κοινότητα Γράμμου υπάρχει ο μισθωτής του ξενώνα και του καφενείου (Ηλίας Κλουσιάδης προς το παρόν), που σερβίρει ψητά της ώρας, 61180.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Γράμμου:42361, Δήμος Νεστορίου 31204, 31027 – 8, Αστυνομία Νεστόριου 31218, 31205, Α’ Βοήθειες Νεστόριου 31216. Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ: Μόνο στην Καστοριά Ζουρνατζής Νίκος Λεωφόρος Κύκνων 14, www.moto-action.gr 86979, 6977705092.

ΧΡΗΣΙΜΑ:  Πολιτιστικός σύλλογος Γραμμουστιανών ‘’η Γράμμουστα’’, Ανδρομάχη Πισιώτη  41535, 6944864532. Διεύθυνση δασών Καστοριάς 26666, 22881, 22995.  

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Προσοχή στις βενζίνες. Αν έχετε μικρό ντεπόζιτο πάρτε ένα τετράλιτρο από το Επταχώρι 84064 (BP)  ή από το Νεστόριο. Κόνιτσα όλες οι εταιρείες,

ΧΑΡΤΕΣ: Χάρτης σεκλίμακα 1: 50.000, με τοπογραφικό υπόβαθρο της Γ.Υ.Σ., φύλλο Γράμμος – Κάμενικ, περιοδικό Κορφές, τ.156, Ιουλ – Αυγ. 2002, Χάρτης σεκλίμακα 1: 50.000, με τοπογραφικό υπόβαθρο της Γ.Υ.Σ., φύλλο Γράμμος – Επάνω Αρένες – Κάτω Αρένες, περιοδικό Κορφές, τ.157, Σεπτ – Οκτ. 2002, Χάρτης σεκλίμακα 1: 50.000, με τοπογραφικό υπόβαθρο της Γ.Υ.Σ., φύλλο Γράμμος – Περήφανο, περιοδικό Κορφές, τ.158, Νοε – Δεκ. 2002.

Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) η μόνη λύση είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα. 

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Κ. (Μοτοσυκλετιστικός Όμιλος Καστοριάς) Τάνια Ρήμου, Περιοχή Χλόη, τηλ 2467026431, 6938045052. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών, Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τα δύο άρθρα του ΓΡΑΜΜΟΥ (5ο και 6ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

 Α’        Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Αναμνηστικό Λεύκωμα, Ο Εφημεριακός Κλήρος της Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1931.
  • Π α ν τ ε λ ή  Τ σ α μ ί σ η, Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήνα 1949.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Ν.  Σ ά θ α, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς 1453 – 1821, έκδοση Κ. Καμαρινόπουλος – Θ. Γυφτάκης, Αθήνα 21962.
  • Ι ω α κ ε ί μ   Μ α ρ τ ι ν ι α ν ο ύ, Η Μοσχόπολις 1330 – 1930, Στ. Κυριακίδου (επιμ.) Θεσσαλονίκη 1965.
  • Α ν α σ τ ά σ ι ο ς  Κυρ. Σ ι ο ύ κ α ς, Σύντομος Ιστορία Γιαννοχωρίου – Μονοπύλου – Σλημνίτσης – Καλής Βρύσης – Λειβαδοτόπου, αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη χ.χ. [1970].
  • [Γενικό Επιτελείο Στρατού / Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού],Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα (1946 – 1949. Το δεύτερον έτος του αντισυμμοριακού αγώνος, 1947, ΓΕΣ / ΔΙΣ Αθήνα 1980. 
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Τραγούδια Θεσσαλίας, τ. Α’, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 21983.
  • Π α ν α γ ι ώ τ ο υ  Α ρ α β α ν τ ι ν ο ύ, Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, (Εισαγ. Κ.Θ. Δημαρά) εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, τ. Α’ Γιάννινα 21984.
  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
  • Alan  J. B.  W a c e – Maurice S. Thompson, Οι Νομάδες των Βαλκανίων, Περιγραφή της ζωής και των εθίμων των Βλάχων της βόρειας Πίνδου, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1989.
  • Α χ ι λ λ έ α  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Γιώργης Γιαννούλης η θρυλική μορφή του Γράμμου το άγνωστο ημερολόγιό του, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1990.  
  • Α ν α σ τ α σ ί α  Γ.  Τ ο ύ ρ τ α, Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι, Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 44, Έκδοση ΤΑΠΑ, Αθήνα 1991. 
  • Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Γ.  Κ α λ ο ύ σ ι ο υ, «Μετσοβίτες ξυλογλύπτες στο Νομό Τρικάλων (18ος – 19ος και 20ος αι.», ανάτυπο από: Πρακτικά Α’ Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών, Μέτσοβο 28 – 30 Ιουνίου 1991, Τριαντ. Δημ. Παπαζήση (επιμ.),Αθήνα 1993.
  • Α χ ι λ λ έ α  Ι.  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Η Καλή Βρύση στο πέρασμα των αιώνων, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 1995.
  • Κ ο ύ λ α  Ξ η ρ α δ ά κ η, Γυναίκες του ’21, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα 1995.
  • Χ ρ ή σ τ ο υ  Π α τ ρ ι ν έ λ η  - Σ ω τ ή ρ η  Κ ί σ σ α κ.ά, Μακεδονία, Οδηγός, (εκδ. ΠΤΙ. ΕΤΒΑ και ΕΟΤ), Αθήνα 1997.
  • Μ ι χ ά λ η  Αλ. Ρ ά π τ η, Τα μαρτυρικά Γραμμοχώρια της Καστοριάς (Σλίμνιτσα, Μονόπυλο, Γιαννοχώρι, Λειβαδοτόπι, Καλή Βρύση), αυτοέκδοση, Αθήνα 1997.
  • Γ ε ω ρ γ ί α  Κ α ρ α μ ή τ ρ ο υ – Μ ε ν τ ε σ ί δ η, Βόιον – Νότια Ορεστίς, Αρχαιολογική Έρευνα και Ιστορική Τοπογραφία, Θεσσαλονίκη 1999.
  • Α σ τ έ ρ ι ο υ  Ι.  Κ ο υ κ ο ύ δ η, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2000.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ  Ι. Μ έ ρ τ ζ ο υ, Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, εκδόσεις Ρέκος, Θεσσαλονίκη 2001.
  • Β α σ ί λ η  Γ.  Ν ι τ σ ι ά κ ο υ, Αετομηλίτσα – Λαογραφικά, Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αετομηλίτσας, Γιάννινα 22003.
  • Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Π.  Τ σ ό τ σ ο υ, Η γεωγραφική διασπορά στοιχείων της Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής της Αχρίδας, ανάτυπο από: ΛΓ’ τόμο των «Μακεδονικών» Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2003.
  • Μ ά ρ κ ο υ  Α.  Γ κ ι ό λ ι α, Παραδοσιακό Δίκαιο και Οικονομία του Τσελιγκάτου, εκδόσεις Πορεία 2004.
  • Χαράλαμπου Ρεμπέλη, Κονιτσιώτικα, Εκδόσεις Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών 11953, Επανέκδοση του Συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών «Η Πρόοδος», 22005.
  • Χαρητάκη Ι. Παπαιωάννου, Αγριόγιδο στα όρια της επιβίωσης, Αυτοέκδοση, Ιωάννινα 22005.
  • Λεύκωμα, Βαλκανικοί Πόλεμοι – Ο ναυτικός Αγώνας, Ιωάννη Παλούμπη (κειμ.), έκδοση Ναυτικού μουσείου Ελλάδας, Πειραιάς 2005.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
  • G u s t a v   W e i g a n d, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), τ. Α’, έκδοση Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2001.
  • Γ ι ώ ρ γ ο υ  Μ α ρ γ α ρ ί τ η, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946 – 1949, τ. Β’ εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2002.
  • Ν ί κ ο ς  Τ ε ρ ζ ό γ λ ο υ (Πύραυλος), Η στρατιωτική εκπαίδευση στελεχών στο ΔΣΕ, εκδόσεις Σύγχρονη εποχή, Αθήνα 2003.
  • Αμαλία Κ. Ηλιάδη, «Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές» στο: www.dide.ach.sch.gr/thriskeftika/keimena/iliadi/8/women.htm
  • Αχιλλέα Ι. Παπαϊωάννου, Ο αληθινός Γράμμος, εκδόσεις Μπίμπη, Αθήνα χ.χ.  

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Στίλπωνα Π. Κυριακίδη, «Άσματα Λεχόβου – Άργους Ορεστικού», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ‘55.
  • Αντωνίου Δ.Κεραμόπουλλου, «Αρχιερατική επιστολή και αι προς Σέρβους Σχέσεις της Ελληνικής Εκκλησίας», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ’55.
  • Απόστολος Βακαλόπουλος,«Οι Δυτικομακεδόνες απόδημοι επί τουρκοκρατίας», Ε.Ε.Μ.Σ. – ίδρυμα μελετών χερσονήσου του Αίμου Νο 22, Θεσσαλονίκη 1958 (το πρόσθεσα 17/2/07), του ιδίου, ομότιτλο, στο  περιοδικό Αριστοτέλης τ.10 Φλώρινα 2000000000000000; Θα βάλω ημερομηνία μόλις το παραλάβω
  • Μιχαήλ Αθ. Καλινδέρη, «Ο Βαρώνος Κωνσταντίνος Βέλιος 1772 – 1838, η ζωή και η υπέρ του Έθνους προσφορά του», Δημοσιεύματα τ.40, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1973. 
  • Χρυσάνθη Μαυροπούλου – Τσιούμη, «Ένας σημαντικός Αγιογράφος του 16ου αιώνα από το Λινοτόπι», Πρακτικά Γ’ Συνεδρίου Ιστορίας Λαογραφίας – Γλωσσολογίας Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής Δυτικομακεδονικού χώρου, Θεσσαλονίκη 3 – 5 Απριλίου 1982, έκδοση Βοιακή Εστία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη χ.χ.
  • Γιώργου Χ. Χιονίδη, «Οι ανέκδοτες αναμνήσεις του Γιώτη (Παναγιώτη) Ναούμ», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 24 Θεσσαλονίκη 1984. 
  • Μίλτου Γαρίδη, «Ο Μητροπολίτης Παΐσιος και η Βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό πρόβλημα», Τα Ιστορικά 3, Αθήνα 1985.
  • Γιαννάτος Γ., Γ. Μερτζάνης και Δ. Μπούσμπουρας, «Στοιχεία για την κατανομή της Αρκούδας και την κατάσταση των πληθυσμών και των βιοτόπων στην Κεντρική και Νότιο Αλβανία», Πρόγραμμα ΑΡΚΤΟΣ [Αρκτούρος, WWF - Ελλάς, ΕΕΠΦ, Υπ. Γεωργίας, Ε.Ε. (DG XI)], Θεσσαλονίκη 1995.
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, (Συντονιστής – Υπευθ. Σύνταξης), «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη περιοχής Γράμμου – Δ. Βοΐου», Αρκτούρος, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Ένωση Γεν. Διευθ. ΧΙ, Θεσσαλονίκη 1999.  
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, «Γράμμος – φυσικό περιβάλλον», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.3, Άνοιξη 2000.  
  • Νικόλαος Δ.Σιώκης, «Η βλάχικη γλώσσα και οι προσπάθειες διατήρησής της από τους βλάχους αποδήμους (τέλη 18ου – τέλη 19ου αιώνα)», στο περ. Ελιμειακά,, έτος εικοστό πρώτο, τ. 49, έκδοση συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Ελευθέριος Απ.Καρακίτσιος, «Ο Ιωάννης Βαζούρας από τη Σούρπη του Αλμυρού εθελοντής στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα 1914 - 1924», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 46, έκδοση: Κώστας Σπανός, Λάρισα 2004.
  • Βασίλης Γ. Παπαγεωργίου – Αργύρης Π.Π. Πετρονώτης, «Ο απογραφικός κατάλογος 1885 του Αγίου Όρους και οι τεχνίτες του, κυρίως οικοδόμοι», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.8, Καλοκαίρι 2005.

 ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ (9885 λέξεις)

ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ – ΒΑΛΑΡΙ – ΤΡΙΔΕΝΤΡΟ – ΑΣΠΡΟΡΕΜΑ – ΤΡΟΒΑΤΟ – ΚΟΥΣΤΕΣΑ

(Άγραφα 5η εργασία από 6)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2006

Στην καρδιά των Αγράφων

Το ορεινό γεωγραφικό διαμέρισμα των Αγράφων Ευρυτανίας είναι ένα μοναδικό οικοσύστημα, σχεδόν στο κέντρο της Ελλάδος. Περιβάλλεται από τις θεόρατες διακλαδώσεις των βουνών της Πίνδου με πλήθος εξάρσεων και κορυφών που αποτελούν τη σπονδυλική της στήλη, καθιστώντας τον τόπο μια κλειστή ενδοχώρα, ιδίως σε παρελθούσες εποχές.

Από τις πλέον ορεινές, δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές είναι αυτές των Βραγγιανών, του Τρίδεντρου και του μυθικού Ασπρορέματος, η προσπέλαση των οποίων είναι προτιμότερο να γίνει από την άνοιξη και μετά, που οι δρόμοι ανοίγουν και παραμένουν βατοί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η πρόσβαση στα Βραγγιανά και από εκεί, σε όλα τα χωριά του ορεινού χώρου, γίνεται και απ’ τη  λίμνη Πλαστήρα μέσω του συνοικισμού Έλατου, διάσελο Αγίου Νικολάου, όπου ο κατηφορικός χωματόδρομος προσεγγίζει, με πολλά καγκέλια, τον μεγάλο οικισμό. Περισσότερο βατός, όμως, είναι ο κεντρικός δρόμος, που έρχεται απ’ τα Επινιανά, εκεί όπου σταματήσαμε την περιήγηση στο προηγούμενο αφιέρωμα, (Ταξίδια τ. Ζ’, Ευρυτανία 2ο, 2005, 52 – 79).

Τα νερά του Αγραφιώτη κυλούν με ανείπωτη δύναμη αντηχώντας με τη βοή τους στις πλαγιές των βουνών, και σ’ όλη τη μικρή κοιλάδα, που από την περιοχή του Τρίδεντρου, στενεύει ακόμα περισσότερο. Τον βλέπετε χαμηλότερα να κυλά αφρισμένος καλύπτοντας, τους χειμωνιάτικους μήνες, το παλιό μονοπάτι επικοινωνίας των χωριών, που συνεχίζει κάτω από το ξυλογέφυρο Μπλό, έρχεται δίπλα στην κοίτη του ποταμού, περνάει τα καλύβια Παπαποστόλη, το μικρό, θεμελιωμένο σε βράχο πέτρινο γεφύρι στη θέση «Ασφάκα» και βγαίνει πάνω στον σημερινό κεντρικό δρόμο. 

Παρακάμπτοντας όλα αυτά που βρίσκονται στο ποτάμι, και τα χαίρονται οι πεζοπόροι, φτάνετε στα λίγα λιθόχτιστα σπίτια. Φορτωμένα με μνήμες πια, παλεύουν με την βλάστηση σε έναν αγώνα που μοιραία θα κυριαρχήσει η φύση, προκαλώντας για μικρή στάση και ανασύνταξη της παρέας. Λιγοστοί οι κάτοικοι του συνοικισμού Χάνι Άγγελου Παπαδόπουλου και αυτοί μόνο το καλοκαίρι, οι εποχικοί κήποι όμως, περιποιημένοι, φορτωμένοι με λαχανικά, προσφέρουν μιαν υποτυπώδη αυτάρκεια που συμπληρώνεται με τη συχνή παρουσία πλανόδιων μανάβηδων. Ακούγεται παράξενο, στην εποχή μας, με τα δεκάδες ‘’προγράμματα ανάπτυξης’’ και τις κάθε λογής και είδους επιδοτήσεις ότι αυτοί οι πλανόδιοι, με τα μικρά ημιφορτηγά τους, βοηθούν και εξασφαλίζουν με τις πραμάτειες τους, τη συνέχεια της κατοίκησης. Αποτελεί ειρωνεία προς τη διοίκηση αλλά είναι η πικρή αλήθεια, που δεν αντισταθμίζεται με ευχολόγια. 

Η πρώτη διασταύρωση (δστ. στο εξής), για Τρίδεντρο μένει προς το παρόν πίσω, δίνοντας μετά από λίγο τη θέση της στη δεύτερη, δεξιά αυτή τη φορά, που βγαίνει στα «Ξύλα Κόκκαλη» μια θαυμάσια τοποθεσία με μικρό σπιτάκι, κιόσκι και ξύλινα παγκάκια, δίπλα ακριβώς από το ποτάμι. Ο χώρος αναψυχής παραχωρήθηκε από το Δασαρχείο Καρπενησίου στο Δήμο Αγράφων το 2002 και διαμορφωμένο πια, περιμένει τους φυσιολάτρες. Με μικρή πεζοπορία θα συναντήσετε το ένα από τα δύο βάθρα ενός πάλαι ποτέ πέτρινου γεφυριού που παρασύρθηκε από τον φουσκωμένο Αγραφιώτη πριν πολλά χρόνια. Ο χωματόδρομος συνεχίζει χαραγμένος πάνω στο παλιό μονοπάτι που σήμερα φτάνει μέχρι τις καλύβες στην Γλαβάνα. Πριν κλείσει από τη βλάστηση, συνέχιζε μέχρι τον πρώτο νερόμυλο του ρέματος «Λατόμικα», πέρναγε απέναντι φτάνοντας μέχρι τον δεύτερο νερόμυλο, σχεδόν δίπλα από τα σπίτια στο «Μεσονύχι» Βαλαρίου, που κάποτε άλεθαν εδώ τα γεννήματα της περιοχής. 

Η τρίτη δστ. (ευθεία βγαίνει στο Τροβάτο), οδηγεί στα Βραγγιανά (υπάρχει πινακίδα), μέσα από ένα θαυμάσιο φυσικό τοπίο, όπου ξεχωρίζει και επιβάλλει την παρουσία του, το πέτρινο γεφύρι«στο Δέντρο», η περίφημη Καμάρα των Βραγγιανών. Από αυτό το σημείο οι στροφές διαδέχονται η μια την άλλη, οι κατάφυτες πλαγιές και τα κρημνώδη τοπία, όσο ανεβαίνετε πιο ψηλά, τόσο αποκαλύπτονται και κατακτούν τον τόπο μπροστά στα έκπληκτα μάτια σας. Το χωριό βρίσκεται ανάμεσα στις απέραντες καταπράσινες βουνοπλαγιές Μπορλέρο, Τσεκούρα, Στοιχειό, Καταραχιά, Γκινέτσου, Πορτοπούλα, Άη – Λιά, των πανύψηλων Αγραφιώτικων βουνών. Όλη αυτή η διαδρομή και η συνέχειά της, με κατεύθυνση Κουστέσα – Τροβάτο – Τρία Σύνορα, είναι αυτή που επισήμως, ακολουθεί το ευρωπαϊκό μονοπάτι υπερσυνοριακών διαδρομών, Ε4. (δείτε κατεύθυνση και χρόνους πορείας στο τέλος). Λίγο μετά, ένα δεύτερο πέτρινο γεφύρι, «το Κακό», που δυστυχώς είναι εντελώς ασυντήρητο αφημένο στην φθορά του χρόνου, επιβεβαιώνει με την παρουσία του το πόσο σημαντικός οικισμός υπήρξαν τα Βραγγιανά (Βρανιανά ή Μεγάλα Βραγγιανά σε 1080 μ. υψ.), όπως, από την πλούσια ιστορία τους θα διαπιστώσετε. Ο οικισμός και οι συνοικίες του έχουν την τύχη να διασώζουν αρκετές από τις παλιές εκκλησίες, ενώ, μόνο το γεγονός ότι τρεις ναοί είναι του 17ου αι. αποτελεί σημαντική ένδειξη για την παρουσία και τον πλούτο του. 

Τα σπίτια του χωριού είναι απλωμένα σε μαγευτική τοποθεσία, σε μεγάλη έκταση και πολλούς μαχαλάδες - γειτονιές, ενώ αρκετά καινούργια, άλλα αναστηλωμένα και άλλα παλιότερα, που δεν άντεξαν τη φθορά του χρόνου, κερδίζουν τη ματιά του περιηγούμενου. Το δημοτικό διαμέρισμα αποτελείται από τον κεντρικό οικισμό Βραγγιανά και πέντε μικρότερους συνοικισμούς (Βαλάρι, Δέντρος, Έλατος, Καρυά, Κουστέσα). Στην απογραφή του 2001 βρέθηκε με 617 κατοίκους, πιο πολλούς από ότι είχε το 1940, (550). Καθώς διασχίζετε την πρώτη γειτονιά του, τον Άι Γιώργη, ονομασία που προέρχεται απ’ την ομώνυμη εκκλησία του πολιούχου και προστάτη του χωριού, ένα στενό δρομάκι σας οδηγεί στο κλειδωμένο σχολείο, την ευρύχωρη αυλή του (ό,τι πρέπει για σκηνές), και την κρήνη για ολόδροσο νερό. 

Αυτό ήταν το πρώτο (τριθέσιο με 75 παιδιά μέχρι το 1970), από τα τρία που είχε, το δεύτερο ήταν στο συνοικισμό Βαλάρι (διθέσιο με 75 παιδιά μέχρι το 1975 σύμφωνα με μαρτυρία του παπα – Παναγιώτη Τσιώλη 10/3/06), και το τρίτο στην Κουστέσα (μονοθέσιο με 25 παιδιά μέχρι το 1975 σύμφωνα με μαρτυρία του Κώστα Στούμπου 15/3/06). Απ’ τα σπασμένα τζάμια σήμερα μπαίνει η βροχή, ο αέρας, η σκόνη παρέα με τη λήθη. Ο ήλιος που παλιά φώτιζε τα πρόσωπα των παιδιών και των αξιέπαινων δασκάλων, ρίχνει τις ζεστές ακτίνες του κάτω, στο πάτωμα αλλά και στους τοίχους, που διακρίνεται ακόμα κρεμασμένο το εποπτικό υλικό, ο μαυροπίνακας, οι χάρτες, τα βιβλία, και λίγα τετράδια των παλιών μαθητών. Οι χάρες των μεγαλυτέρων πόλεων και η αναζήτηση εργασίας αποστέρησαν και αποδυνάμωσαν σταδιακά  τη ζωή και τον κοινωνικό ιστό στα λαμπερά Βραγγιανά.

Αμέσως μετά, η κατηφόρα σας φέρνει στη γειτονιά Στανάδες με το φιλόξενο καφενείο του Κώστα Τσιώλη που μαζί με την γυναίκα του Κατερίνα φροντίζουν όλους τους καλοκαιρινούς μήνες μέχρι και τον Οκτώβριο να μην λείπει τίποτα από τους 285 (’01) καλοκαιρινούς κατοίκους και τους ακόμα περισσότερους επισκέπτες. Ταγμένοι κάποιοι άνθρωποι διακονούν ακόμη τον τόπο τους. Ο ίδιος χωματόδρομος, φτάνει στο ιστορικό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Καθώς κατηφορίζετε προς το ποτάμι και τη ρεματιά, περνάτε από τον Άγιο Δημήτριο, την παλιότερη εκκλησία των Βραγγιανών και ολόκληρης της περιοχής, ένα όμορφο μικρό και ταπεινό επισκευασμένο εκκλησάκι, που στο εσωτερικό του διασώζει ένα σπάνιο τέμπλο χρονολογημένο στα 1588, το μοναδικό στη Θεσσαλία και ίσως στην Ευρυτανία. Επίσης, διαθέτει αξιόλογες τοιχογραφίες που αποτελούν κάποια από τα πρωιμότερα έργα που υπάρχουν στους ναούς των Αγράφων. 

Οι περισσότερες είναι φθαρμένες και άλλες, όπως στο ιερό, καλοδιατηρημένες. Αυτές, πιθανά σχετίζονται(1) με τους τρεις ζωγράφους τα ονόματα των οποίων διασώζονται στις δύο πινακίδες της προθέσεως, ο ιερέας Αλέξανδρος Δροσινός, και δύο με το όνομα Ιωάννης, ενώ άλλοι ερευνητές αναφέρουν ότι έγιναν το 1561 από ανώνυμο τοπικό ζωγράφο(1α). Μετά την δστ. προς τα Καλυβάκια χαμηλά στη ρεματιά, υπάρχει μια μικρή πινακιδούλα που σας οδηγεί στον ναό των Ταξιαρχών. Πάνω στην πλακοστρωμένη πλατεία είναι η ιστορική κρήνη  «Φοντάνα» δίπλα στην μεγάλη πλατανοσκέπαστη και ανήλια «Γούβα» Βραγγιανών. Μοναδικό κτίσμα, το ιστορικό και φημισμένο «μονύδριο» της Αγίας Παρασκευής, (το καθολικό της άλλοτε φημισμένης μονής), στην περιοχή που κάποτε υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες ανώτερες Σχολές της προεπαναστατικής Ελλάδας.

Κατά τη μακρά περίοδο του οθωμανικού ζυγού, που σε αυτά τα μέρη ξεκίνησε το 1393 – 1395, εξήντα χρόνια πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, παρά τα πρωτοφανή δεινά που αντιμετώπιζε ο Ελληνισμός, δεν έλειψαν κάποιες πνευματικές εστίες που συντηρούσαν άσβεστη την εθνική συνείδηση. Διαφύλαξαν, καλλιέργησαν, διάδωσαν και πρόσφεραν όχι μόνο πίστη προς το Θεό αλλά γράμματα και γνώσεις. Αυτός ο ιστορικός σήμερα, πνευματικός χώρος, περίκλειστος ανάμεσα σε ονομαστά βουνά, απ’ τα μεγαλύτερα της χώρας με δάση ατελείωτα, δύσβατα, συνεχόμενα και με θέσεις οχυρές από φυσικού τους, αποτέλεσε εστία και καταφύγιο για τον ελληνισμό σε όλες τις δοκιμασίες του. 

Υπολογίζεται ότι, μόνο τα εκατό πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τριπλασιάστηκαν οι οικισμοί στα Άγραφα(2), αποτέλεσμα των ομαδικών μετακινήσεων πληθυσμών από τη σκλαβιά των κάμπων της Θεσσαλίας· ανάλογα περιστατικά σημειώθηκαν και αλλού (Ασπροπόταμος Τρικάλων, Ήπειρος, Δυτ. Μακεδονία κ.ά), με κατεύθυνση πάντα τα ορεινά. Όμως, αυτή η δυσπρόσιτη και από κάποια περίοδο και μετά, αυτοδιοικούμενη(3) περιοχή, εκτός από καταφύγιο κλεφταρματωλών(4) και καπεταναίων με αναγνωρισμένα Αρματολίκια(5) υπήρξε επίσης και χώρος δράσης φωτισμένων ανδρών. Πριν από τα μέσα του 17ου αι., ήταν μια σημαντική και ακμάζουσα κοινότητα των Αγράφων, με ισχυρούς κοινωνικούς παράγοντες και προύχοντες με ζωηρό ενδιαφέρον για τον τόπο τους. Επιφανείς οικογένειες  ήταν των Στάνου, Μπούνου, Τσαναρέα, Λούτζου, Αντάρτη, Λήφου, Μαυρωτά, Αρμάγου, Αυγέρη, Πολύζου και άλλων γνωστών από αναφορές σε επιγραφές εκκλησιών και επιστολές λογίων(6). Στην εποχή της ακμής τους είχαν μεγάλα και εύρωστα τσελιγκάτα, βιοτεχνίες μάλλινων υφασμάτων (οικογενειακά υφαντήρια), ενώ ήταν ονομαστά για τα εργαστήρια κατασκευής κοσμημάτων και όπλων (πιστόλια, σπαθιά, γιαταγάνια), που αν συνδυαστεί με την ελευθερία που απολάμβαναν στη χρήση τους οι Αγραφιώτες κλεφταρματωλοί, αγωγιάτες, τσελιγκάδες, μπορούμε να συμπεράνουμε και για τα σημαντικά κέρδη των οπλοποιών(7). Για να μεταφερθούν όλα αυτά τα εμπορεύματα χτίζονται τα γεφύρια στην είσοδο του χωριού, σπάζοντας την οικονομική και επικοινωνιακή απομόνωση της ορεινής κοινότητας, με τα πεδινά. 

Περίφημοι ήταν οι αγωγιάτες των Βραγγιανών, που έφταναν με τα κατάφορτα καραβάνια τους ως την Κωνσταντινούπολη και τη Βλαχία. Ανάλογα με το επάγγελμα ήταν χωρισμένες και οι συνοικίες: Στανάδες, Σπαθάδες, Γραμματικάδες (πρόσθεση 27/3/07:σήμερα ονομάζεται Παρθενέικα πρακτικά συνεδρίου σελ 125)  , Βλαχλέϊκα, Παναγία Παζάρ και Καψαλέϊκα. Όλα αυτά δείχνουν μια έντονη κινητικότητα ενώ μαρτυρούν και πλούσια οικονομική δραστηριότητα, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξε η πρωτοβουλία των κατοίκων για την ίδρυση ανώτερης Σχολής της ελληνικής παιδείας στην κοινότητά τους(8). Η ελευθερία, η ανάγκη για μόρφωση, αλλά πιθανότατα και το αλάνθαστο κριτήριο του μεγάλου διδάσκαλου του Γένους Ευγένιου Γιαννούλη τον έφερε, μετά από την πρόσκληση των κατοίκων στη θέση Γούβα Βραγγιανών, όπου το 1661, πριν από την περίοδο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού(9) (1750 – 1828), ιδρύει ανώτερο σχολείο, την φημισμένη Σχολή ή ‘’Ελληνομουσείον’’ Βραγγιανών, εγκαταλείποντας το δεύτερο ονομαστό κέντρο ελληνικής παιδείας που είχε ιδρύσει στο Καρπενήσι (1645 – 1646).

Ο σπουδαίος λόγιος και πρωτοπόρος διαφωτιστής Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός (Μέγα Δέντρον(10) Απόκουρου Αιτωλίας 1590/1600 – Ι. Μ. Αγίας Παρασκευής Γούβας Βραγγιανών 5 Αυγούστου 1682), έμαθε τα πρώτα του γράμματα στη γειτονική προς το χωριό του ιερά Μονή Βλοχού από τον Αγραφιώτη ιεροδιδάσκαλο Αρσένιο(11) και αργότερα (1614) στην ιερά Μονή Παναγίας Τροβάτου. Έγινε κληρικός το 1616 (χειροτονήθηκε(12) διάκονος στην Ι. Μ. Τατάρνας), και τρία χρόνια αργότερα χειροτονείται πρεσβύτερος από τον πατριάρχη Αλεξανδρείας Κύριλλο Λούκαρι . Ταξίδεψε στα μεγάλα κέντρα της Ορθοδοξίας, Άγιο Όρος – Άγιοι Τόποι, και επέστρεψε για να συνεχίσει τις σπουδές του στα Τρίκαλα(13) (1624 – 1625), στην Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο, την Κωνσταντινούπολη, κοντά σε σπουδαίους δασκάλους, όπως τους Παΐσιο Μεταξά, Μελέτιο Συρίγο. Θεόφιλο Κορυδαλλέα, (ο λόγιος Αθηναίος Θεόφιλος Κορυδαλλεύς ήταν, πρώτος αυτός, που εισήγαγε και δίδαξε τα φιλοσοφικά μαθήματα στην πόλη των Αθηνών. Αργότερα δίδαξε στην Κωνσταντινούπολη και αλλού, βλ.Θεολογία τόμος ΚΓ (1952) 316. 

Ο Ευγένιος παράλληλα με τη διδασκαλία και τη συγγραφή, ιδρύει σχολεία, ανοικοδομεί ναούς, χτίζει οικοτροφεία για τους απόρους σπουδαστές. Η προσφορά του, και οι διδαχές του συνεχίστηκαν μετά το θάνατό του από τον καλύτερο μαθητή του, τον Αναστάσιο Γόρδιο, (Βραγγιανά 1654 – Βραγγιανά 8 Ιουνίου 1729) ο οποίος έγραψε τη βιογραφία του δασκάλου του. Ο Αναστάσιος Γόρδιος γεννήθηκε στα Βραγγιανά και διάκονος έρχεται πλέον στην Αθήνα το 1676, «την πάλαι περίφημον εστίαν των σοφών», όπως γράφει σε μια επιστολή του. Δάσκαλοί του εδώ, είναι ο Ιωάννης Μπενιζέλος και ο Νικόδημος Μαζαράκης που φροντίζει να τον στείλει στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές αρχαίων ελληνικών, λατινικής φιλολογίας, θεολογίας και ιατρικής, που ολοκληρώθηκαν μετά από πέντε χρόνια. 

Ακολουθώντας τα βήματα του δασκάλου του, βρέθηκε στην «ολιγάνθρωπον» πατρίδα (σ.σ τα Άγραφα συγκριτικά με τη Ρώμη, όπου σπούδαζε), όπου επιδίδεται με ζήλο στη διδασκαλία, τη συγγραφή, το θείο κήρυγμα και επιπλέον από τον δάσκαλό του, στις ιατρικές(14) συμβουλές. Οι πάνω από 750 επιστολές(15) του από τα Βραγγιανά, αποτελούν σπουδαίο κεφάλαιο της νεοελληνικής γραμματείας και ολοένα περισσότερο συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των ειδικών μελετητών. Αυτές απευθύνονται σε σημαίνοντα πρόσωπα της εποχής, προτρέποντάς τους να βοηθήσουν στην ανέγερση σχολείων, εκκλησιών, και γενικά σε έργα κοινωφελή, περιγράφοντας ταυτόχρονα τα γεγονότα της εποχής. Διακατέχεται από φοβερό πάθος για τα βιβλία, η Σχολή Βραγγιανών απόκτησε έτσι πλούσια βιβλιοθήκη, η οποία περιλάμβανε 4.000 περίπου τόμους στην ελληνική, τη λατινική και τη γερμανική γλώσσα, καθώς και πολλά χειρόγραφα(16), από τα οποία, άλλα χάρισε στους μαθητές του άλλα μετά τον θάνατό του, άφησε στη Σχολή. 

Μετά τις λεηλασίες και τις καταστροφές που αυτή υπέστη άλλα διαρπάγησαν από διάφορους, ενώ άλλα καταστράφηκαν κατά την επαναστατική εξέγερση των Ορλωφικών, το 1770. Μετά την αποδημία του Αναστασίου Γόρδιου(17), διάδοχος στη γόνιμη διδασκαλία ήταν ο μαθητής του, Θεοφάνης εκ Φουρνά έως το 1735. Η Σχολή επιβίωσε μέσα από ένα κυκεώνα δυσκολιών και λειτούργησε κανονικά μέχρι και μετά το 1736. Μεταξύ των σπουδαστών της, είναι και ο Χρύσανθος ο Αιτωλός, αργότερα καθηγητής της φιλοσοφίας και φυσικομαθηματικών στην Πατριαρχική Σχολή και αργότερα σχολάρχης στη Νάξο. Σπουδαστής κατά το 1736, είναι και ο αδελφός του Χρύσανθου, Κοσμάς ο Αιτωλός, ο μετέπειτα εθναπόστολος (Μέγα Δέντρο Αιτωλίας 1714 – Κολικόντασι Βορείου Ηπείρου 24 Αυγούστου 1779).

Σήμερα, στον εξωτερικό χώρο της Αγίας Παρασκευής υπάρχει ένα νεώτερο πετρόχτιστο καμπαναριό και ο παλιός πέτρινος τοίχος που αποτελεί τον περίβολο, ενώ μπροστά στην μικρή αυλή της εκκλησίας υπάρχουν δύο αναμνηστικές στήλες με τις προτομές των διδασκάλων Ευγένιου Γιαννούλη και Αναστάσιου Γόρδιου. Λίγο πιο κάτω σε έναν πετρώδη λοφίσκο στέκει η μαρμάρινη πλάκα που υπενθυμίζει όλα αυτά τα σημαντικά για την παιδεία και τα σχολεία στην τότε, τουρκοκρατούμενη χώρα. Η εκκλησία, που, διαμορφωμένη από τους κατοίκους, χρησίμευε σαν κατοικία του Ευγένιου Γιαννούλη, αλλά και σαν έδρα της Σχολής, έχει αναστηλωθεί από την 7η εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (έδρα Λάρισα) αρχικά το 1973 και στη συνέχεια στις μέρες μας (2003 – 2005) με κονδύλια του Γ’ ΚΠΣ. 

Γύρω από τον σημερινό ναό (η παράδοση αναφέρει ότι τμήμα του καταστράφηκε από κατολίσθηση), υπάρχουν τα λιγοστά ερείπια των κτηρίων της σχολής. Ο επισκέπτης, με την καθοδήγηση της επιτρόπου κυρίας Ιφιγένειας Παρθένη μπορεί να θαυμάσει τις τοιχογραφίες του 1648 που σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή έγιναν με δαπάνη: των τιμιωτάτων αρχόντων κυρού Αυγέρου και Αρμάγου. Μετά τον καθαρισμό τους λαμπρύνουν τον εξαιρετικό αυτό χώρο μνήμης. Την ίδια περίοδο σημειώνεται στην περιοχή ένας ευρύτερος καλλιτεχνικός οργασμός. Δύο χρόνια νωρίτερα εικονογραφείται ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου με δαπάνη της πλούσιας οικογένειας Λούτσου: Ιστορήθη ο θείος και πάνσεπτος τούτος ναός του αγίου ενδόξου και πανευφήμου αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου δι’ εξόδου και δαπάναις του τιμιωτάτου και ευγενεστάτου άρχοντος, του κυρού Χρίστου υιού του Ανδρέου Λούτσου. Οι καλλιτέχνες της περιοχής εργάζονται με πραγματικό μεράκι και γνώση των κανόνων της ορθόδοξης ζωγραφικής. Γιαυτό είναι περιζήτητοι και πέρα από την πατρίδα τους, ως τη μακρινή Ρωσία(18).

Ο βατός όλο στροφές χωματόδρομος συνεχίζει από την Αγία Παρασκευή και σκαρφαλώνει υπομονετικά μέχρι το Βαλάρι, όμως βρείτε χρόνο για να ακολουθήσετε τον κεντρικό, αυτόν που περνάει στην πάνω μεριά του καφενείου του Κώστα Τσιώλη και φεύγει προς τον αυχένα του Αγίου Νικολάου. Να δείτε αυτήν την εκκλησία, που σύμφωνα με σκαλιστή εξωτερική επιγραφή πάνω από την είσοδο, χτίστηκε το 1900. Εξωτερικά δεν προϊδεάζει καθόλου, όμως μόλις μπείτε, αμέσως εντυπωσιάζει η ολοπέτρινη ημικυκλική θολωτή οροφή της, το λιτό εσωτερικό, με λίγες φορητές εικόνες και καντηλάκια πάντα αναμμένα. Η τοποθεσία στα +/- 1500 μ. υψ. πραγματικά μαγεύει ενώ η εκθαμβωτική, απεριόριστη θέα σε όλες τις κορφές είναι μια εμπειρία που δύσκολα θα φύγει από το μυαλό και τη μνήμη σας. Ο δρόμος διασταυρώνεται με αυτόν που έρχεται από τις «Νιάλες» (δεξιά) και μ’ αυτόν που ανεβαίνει από τον Ελατάκο και το Καριτσιώτικο ρέμα (αριστερά). Όλες οι δυνάμεις της φύσης σαν να συνωμοτούν κάθε χειμώνα και παρά τις προσπάθειες του Δήμου Αγράφων και της Νομαρχίας Καρδίτσας αυτός ο δρόμος παραμένει πεισματικά αδιάβατος, δεν ανοίγει παρά μόνο από την άνοιξη και μετά. Υπάρχουν πινακίδες για τους πεζοπόρους προς Άγραφα (με μοτοσυκλέτα ή αυτοκίνητο δεξιά μέσω Νιάλας) και Ζυγογιαννέικα (βγαίνει από  τις «Πόρτες Αγράφων», κορυφή «Πετσαλούδα», (1770 μ. υψ., καταφύγιο Ελατάκος), μια που όλη αυτή η διαδρομή, αποτελεί παρακλάδι του Ε-4

Μετά, ξαναγυρίστε για λίγο πίσω (δείτε road book στο τέλος), και ακολουθείστε τη σήμανση προς Βαλάρι. Αυτά τα 12 χλμ. συνολικά, είναι που θα σας αναστατώσουν· όλη η διαδρομή κινείται μέσα στο δάσος σε στενό χωματόδρομο και οργιαστική βλάστησημέχρι που βγαίνει στο μικρό πετράλωνο στη θέση «Πλαλίστρα». Εκεί συναντιέται με τον δρόμο που έρχεται από τα Βραγγιανά. Η έξαρση του βουνού και η κορφή «Ίταμος» (1405 μ. υψ.) κυριαρχούν με την παρουσία τους σε ένα φαινομενικά περίκλειστο σημείο που τα χρώματα εξαντλούνται στις διαβαθμίσεις του πράσινου και του καφέ. Πιο κάτω βρίσκετε τη δστ., (με σήμανση) δεξιά, προς οικία Παντελή Τσιώλη, και ακόμα μακρύτερα το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Η συνέχεια του κεντρικού δρόμου αφήνει πίσω την δστ. προς το Τσιμπράκ, έναν συνοικισμό του Βαλαρίου με μικρό πετράλωνο χωρίς ‘’χείλη’’ (οι πέτρες γύρω – γύρω), (στα Παριανά τ.40 τις πέτρες γύρω - γύρω τις λέει αντραλίκοι σελ 51) και εισχωρεί στην αγκαλιά του συνοικισμού Βαλάρι (1060 μ. υψ.), που βρίσκεται σκαρφαλωμένος στις δυτικές πλαγιές του «Καταραχιά» (2002 μ. υψ.). 

Στο μικρό οικισμό σάς υποδέχεται η εκκλησία της Παναγίας – Κοίμησης της Θεοτόκου, και οι φιλόξενοι κάτοικοι που αμέσως κάτι θα σας προσφέρουν, κάπου θα σας προσκαλέσουν. Στην πλακοστρωμένη αυλή ορθώνεται το κωδωνοστάσιο, ενώ ο όμορφος κήπος και τα εκατοντάδες λουλούδια, πλημμυρίζουν την ατμόσφαιρα με χρώματα και ευωδιές, προκαλώντας σε στάση. Υπάρχουν τραπεζάκια και καρέκλες για ξεκούραση, που μαζί με την υπέροχη θέα και τον μυρωδάτο καφέ, θα σας ξυπνήσουν μνήμες πραγματικού χωριού, απ’ αυτά που ανεπιτήδευτα παρουσιάζονται πολύ αραιά πια, σε κοινή θέα. Εδώ απογράφηκαν 103 κάτοικοι, ενώ τον μεγαλύτερο πληθυσμό είχε το 1961(197 κατ.). 

Στα δεκάδες παιδιά μάθαιναν γράμματα (πληροφορία του Λευτέρη Τσιώλη 19/3/06) οι δάσκαλοι Θεοφάνου, Δημητρούλας, Ζαρλαχάς, Κολιτσίδας, Χατζημιχάλης, Κωσταράς, Γιανουλάκος, και Ζέρβας ο τελευταίος, κάτω από συνθήκες που σήμερα φαντάζουν εξωπραγματικές. Λίγο πιο πάνω από την όμορφη ανακαινισμένη εκκλησία που λειτουργεί ο παπα-Παναγιώτης Τσιώλης, είναι το καφενεδάκι που διαχειρίζεται ο Λευτέρης Τσιώλης, σπουδαίος μάστορας μεζέδων, και τσίπουρου χωρίς γλυκάνισο. Από το μεγάλο προαύλιο χώρο η θέα φτάνει ψηλά στην κορφή «Καταραχιά», και χαμηλά μέχρι το ποτάμι που υπάρχουν ακόμα κάποια παράσπιτα στη θέση «Μεσονύχι», (ο χάρτης της Ανάβασης το αναφέρει σαν «Ψωνύχι»). Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει αυτή η περιοχή εκτός της εξερεύνησης των πολύ ωραίων λιθόχτιστων κατοικιών και της πληθωρικής χλωρίδας, είναι οι εξαιρετικά δύσβατες διαδρομές που περισσότερο απευθύνονται  στους πεζοπόρους (ανοιχτές πάντως κατά καιρούς για ελαφρύ enduro), οι αδιάβατοι δρόμοι που είναι χαραγμένοι στη βόρεια πλευρά του «Κουκουρούντζου». 

Την πρώτη, την περιγράψαμε πέρυσι(19), αν στα «Πατήματα» δεν έχει φύγει ο δρόμος, (αδύνατον με τις βροχές που έριξε εφέτος) μπορεί να φτάσετε μέχρι κάτω στα «Ισιώματα» και, από εκεί, να βγείτε στην απέναντι πλαγιά μέσα από το ποτάμι. Χειρότερο ‘’δρόμο’’ δεν θα βρείτε, αλλά μόνο η προσπάθεια αρκεί. Η δεύτερη διαδρομή (+/- 13 χλμ.), φεύγει από το Βαλάρι, κατεβαίνει εύκολα στο «Μεσονύχι», και, αν περνά το ποτάμι, σκαρφαλώνει από τα «Ισιώματα», διασταυρώνεται με το ‘’δρόμο’’ που έρχεται από το «Γελαδόγραικο» και τα «Πατήματα» και φεύγει δυτικά (δεξιά). Σε λίγο θα προβάλει, αριστερά σας, η δστ. προς την Αγία Παρασκευή και Άγραφα, ενώ, δεξιά, συνεχίζει, περνά γύρω στα 300 μέτρα ψηλότερα από το γεφύρι «Μπλό», καταλήγοντας στο συνοικισμό Παπαποστόλη δίπλα από τον κεντρικό δρόμο, λίγο πριν το Τρίδεντρο. Σπουδαία διαδρομή που θα σας μείνει αξέχαστη για χρόνια από την απίστευτη θέα· κινείται στην ισοϋψή των 1300 μ. και ‘’βλέπει’’ απέναντι, τα Επινιανά, και όλο το ορεινό συγκρότημα της «Λιάκουρας» (2040 μ. υψ.), «Φτέρης» (2126 μ. υψ.) και τις μικρότερες κορφές «Τσούμα» (1518 μ. υψ.) και «Καυκί» (1607 μ. υψ.).

Αν και οι εποχές που ο τόπος ήταν γεμάτος από κοπάδια προβάτων έχει προ πολλού περάσει, ο περιβάλλων χώρος παραμένει μια πύλη στο παρελθόν.Από τα αρχαία χρόνια σε αυτά τα απροσπέλαστα, απομονωμένα, μέρη, όπως και σε όλο το συγκρότημα της Πίνδου, η κυρίαρχη οργανωμένη μορφή της οικονομίας είναι η κτηνοτροφία. Άλλωστε, εκτός από λίγους καλοκαιρινούς κήπους που διαθέτει και διαμορφώνει για τις ανάγκες της κάθε οικογένεια, δεν υπάρχει άλλο κατάλληλο έδαφος· περισσότερο από το 53% του ευρυτανικού εδάφους έχει υψόμετρο πάνω από 1000 μ., γεγονός που καθιστά προβληματικές τις γεωργικές καλλιέργειες(20). Όμως τα πλούσια, απέραντα, δάση, και τα λιβάδια για βοσκές ζώων, δεν λείπουν. Έτσι, και στην ευρύτερη περιοχή των Βραγγιανών – Βαλαρίου υπάρχουν μερικοί από τους καλύτερους και μεγάλους θερινούς βοσκότοπους. Τα «Κριθάρια», ο «Έλατος», και το «Μπορμποτσελιό» είναι κάποια από αυτά που κάποτε ήταν γεμάτα από τα μεγάλα τσελιγκάτα των Μαλαμούληδων, των Ακριβάκηδων, των Μποταίων, των Αλεξαίων και δεκάδων άλλων μικρότερων κτηνοτρόφων(21) που εφοδίαζαν τις αγορές με ολόφρεσκα ντόπια τυριά, γιαούρτια, γάλα και τόσα άλλα παράγωγα: δέρματα, μαλλί κ.ά. Πλούσια περιοχή, με ανεκμετάλλευτες βοσκές δίχως μεγάλα κοπάδια σήμερα, ενώ με εξαίρεση τα δάση που ξυλεύονται σύμφωνα με τη σήμανση του Δασαρχείου, δεν προσφέρουν πια εργασία και οικονομικό ενδιαφέρον στους εναπομείναντες ντόπιους. 

Δεκάδες στοιχεία συνυπάρχουν στο Βαλάρι και τα Βραγγιανά που δικαιολογημένα χαρακτηρίζονται σαν δύο από τα ομορφότερα κατοικημένα μέρη στον ορεινό χώρο των Αγράφων, ίσως μοναδικά με τέτοιας δύναμης τοπία, ιδανικά για διανυκτέρευση σε σκηνές ή στον εκκλησιαστικό ξενώνα, αρκεί να έχετε προμήθειες. Αν όχι, η επιστροφή στα Βραγγιανά είναι αναπόφευκτη και γίνεται μέχρι το αλωνάκι, όπου δστ., από τον ίδιο δρόμο (δείτε road book στο τέλος). Από εκεί ακολουθείτε τον βατό χωματόδρομο, αριστερά, στην όλο στροφές κατηφορική διαδρομή με πανοραμική θέα των Βραγγιανών και του Ζερβομαχαλά τους. Αν έχετε προβλέψει από προηγουμένως, στο καφενεδάκι – ψησταριά του Κώστα Τσιώλη θα σας περιμένει ό,τι ψητό – σουβλιστό και μεζέδες επιθυμείτε, από την ελεύθερη, πραγματικά βιολογική, κτηνοτροφία της περιοχής. 

Με κατεύθυνση το διπλανό χωριό βγείτε από τα Βραγγιανά, περάστε πάλι τα πέτρινα γεφύρια και θα συναντήσετε τον κεντρικό δρόμο, όπου αριστερά, σε λίγα χλμ., θα δείτε την πινακίδα προς Τρίδεντρο, όπου υπομονετικά ανεβαίνει βατός χωματόδρομος αφήνοντας πίσω τη δεξιά όχθη της δροσερής κοίτης του ποταμού Αγραφιώτη. Στα πρώτα 1200 μέτρα, αριστερά σας, είναι ένας κακοτράχαλος κατηφορικός και στενός χωματόδρομος που σταματά κοντά στα τσιμεντένια θεμέλια – βάσεις όπου θα ανεγερθεί το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, σε θέση παλιότερης που γκρεμίστηκε. Μπροστά από αυτό το χώρο, επιβάλλει την παρουσία του ένα θαυμάσιο, ίσως μοναδικό, μνημείο της φύσης, ο τεράστιος πλάτανος – ‘’σπίτι’’,που, φαντάζει απίστευτο, μετά τους σεισμούς του 1966 φιλοξενούσε τρεις οικογένειες!, τόσο μεγάλος είναι. Βέβαια οι κάτοικοί του! είχαν την πρόνοια και κατασκεύασαν γύρω – γύρω στέγαστρο για να προφυλάσσονται από το χιόνι και τη βροχή. Τα δύο μεγάλα ανοίγματα στην βάση του υπερμεγέθους δέντρου τα χρησιμοποιούσαν για πόρτες, ενώ ψηλότερα έφτιαξαν και δύο παράθυρα. Το καταπράσινο, λουλουδιασμένο λιβαδάκι είναι σκέτη πρόκληση για σκηνές, ενώ ο χώρος μέσα στον πλάτανο εμπνέει και περιμένει όσους δεν θέλουν να ‘’στήσουν’’. Στην άκρη της έκτασης υπάρχει βρύση με τρεχούμενο δροσερό νερό, τι άλλο να αναζητήσει ο επισκέπτης εκτός από χρόνο να χαρεί έστω μια διανυκτέρευση. 

Η συνέχεια του κεντρικού δρόμου οδηγεί σε πεντακόσια μέτρα στο χωριό, που είναι χτισμένο σε μαγευτική τοποθεσία στην πλαγιά της κορυφής Καυκί (1607 μ. υψ.). Ο δρόμος σταματά στη μεγάλη πλακόστρωτη πλατεία του Τρίδεντρου (προ του 1928 Βελισδόνι και Βελκοδίνο(22), στα 960 μ. υψ.), που τριγυρίζεται από όμορφα μονώροφα σπίτια με ξυλοδεσιές (ζωνάρια) και παλιά (κλειστά) καταστήματα, όπως ήταν κάποτε οι πλατείες, το κέντρο όλων των ορεινών χωριών. Πολύ αργότερα, με τις νεοπλουτίστικες επεμβάσεις διαφοροποιήθηκε αυτός ο ενδεικτικός της κοινωνικής τάξης ιστός. Στην άκρη της είναι το υπερυψωμένο καφενείο του Τιμόθεου Τσιάρα, ενώ, λίγο πιο μέσα στο στενό, είναι οι «Καμάρες» ονομασία που πήρε η γειτονιά από τις παλιές, γκρεμισμένες σήμερα, ‘’Καμάρες’’ που υπό τύπον αψίδας, κάλυπταν το μικρό στενό. Εκεί βρίσκεται το ‘’καφενείο των κυνηγών’’, της οικογένειας Πεσλή. Η κ. Λαμπρινή και ο κ. Θανάσης υποδέχονται τους επισκέπτες, εξυπηρετούν με χαρά και μαζί με τον Θανάση (ο γιος), θα σας απαντήσουν σε κάθε ερώτηση για την γύρω περιοχή, εν όσω ετοιμάζεται το σπιτικό γεύμα, ο μεζές ή το καφεδάκι. 

Όμορφος οικισμός, πάνω στο πολυσύχναστο σταυροδρόμι προς Βραγγιανά, Ασπρόρεμα και Τροβάτο υπήρξε ανέκαθεν πόλος έλξης κυνηγών, ορειβατών ή πεζοπορικών ομάδων λόγω του απαράμιλλου φυσικού κάλους των βουνών που το περιτριγυρίζουν. Είναι ευρύτερα γνωστό, λόγω της γέννησης του Νικολάου Βελισδονίτη, που διετέλεσε ένας από τους σημαντικότερους μαθητές της Σχολής του Καρπενησίου. Κοντά στον δάσκαλό του, Ευγένιο Γιαννούλη, «τα των Ελλήνων επαιδεύετο, παρά δε τινι των Αγαρηνών τα των Αράβων»(23). Όπως μας πληροφορεί ο Γόρδιος, μεταξύ των πολλών μαθητών διακρίνονταν ως προς την επίδοσή τους ο Γρηγόριος Μάνεσις, ο Αναστάσιος Παντοδύναμος, ο Θεοφάνης (εξ Αγράφων) «όστις και νύν έτι τω βίω περίεστιν», ο Ιωσήφ Αρβανιτάκης, (Σκρούμος αργότερα), ο Ιάκωβος, κατόπιν επίσκοπος Λιτζάς και Αγράφων και ο Νικόλαος από το Βελισδόνι Αγράφων που «επί μέγα ήρθη της φήμης, ώστε και βασιλικός αρχίατρος ανεκηρύχθη, ηυδοκίμει δε προς ούς αν αφίκοιτο επί θεραπεία(24)». Διέπρεψε ως γιατρός, αναδείχθηκε ερευνητής στον κλάδο της ιατρικής επιστήμης, με δισταγμό(25) του αποδίδεται η συγγραφή οκτώ σπουδαίων ιατρικών συγγραμμάτων(26), όπου απαντάται με τις επωνυμίες Νικόλαος Αγραφιώτης, Νικόλαος Βελισδονίτης, Νικόλαος ιατρός, Νικόλαος Ιερόπαις. 

Τα μικρά δρομάκια του οικισμού οδηγούν στο κατηφορικό πλακόστρωτο μονοπατάκι που σύντομα σας φέρνει στην λιθόχτιστη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου και προστάτη του χωριού. Όμορφη, καινούργια εκκλησία που χτίστηκε το 1974 στην θέση παλιότερης, η οποία ράγισε από τους σεισμούς του 1966. Στο υπέρθυρο της νοτιοανατολικής εισόδου υπάρχει καταταλαιπωρημένη και δυσκολοδιάβαστη εγχάρακτη επιγραφή. Πρόσφατα (καλοκαίρι 2005), ολοκληρώθηκε η ανακαίνιση κατά την οποία προστέθηκε ο ευρύχωρος προθάλαμος και το θαυμάσιο κωδωνοστάσιο, ευγενική «Δωρεά Νικολάου Σωτ. Χόντου 2003», όπως γράφει η μαρμάρινη πλάκα δίπλα από το κυκλικό παράθυρο. Στην άκρη της μικρής πλατείας βρίσκεται το κτήριο του παλιού σχολείου. Μαρτυρία για τον διακαή πόθο των Τριδεντριωτών να μάθουν τα παιδιά τους γράμματα, αποτελεί η σκαλισμένη σε πέτρα επιγραφή, που γράφει ότι χτίστηκε το 1940, ίσως το παλιότερο της περιοχής. 

Το 1950 – ’55 η κάθε οικογένεια είχε έξι, επτά και οκτώ παιδιά και στο τριθέσιο εκπαιδευτήριο φοιτούσαν εβδομηνταπέντε μαθητές και μαθήτριες σε συνολικό πληθυσμό 140 κατοίκων το 1951. Μετά τους μεγάλους καταστρεπτικούς σεισμούς που έγιναν στην Ευρυτανία στις 5 και 6 Φεβρουαρίου του 1966 και την κλασική αδράνεια της διοίκησης, που επιδεικνύεται μέχρι τις μέρες μας σε κάθε ευκαιρία, εκατοντάδες κάτοικοι (στο εξής κατ.) αναγκάστηκαν να μετοικίσουν από τη γενέτειρά τους (224 κατ. ’61) και να εγκατασταθούν, μόνιμα πια, σε όλες τις μεγάλες πόλεις. Το σχολείο σιγά – σιγά έγινε διθέσιο, το 1970 είχε τριανταπέντε μαθητές, (179 κατ. ‘71), και η ραγδαία πληθυσμιακή συρρίκνωση που ακολούθησε τις επόμενες δεκαετίες σφράγισε τον σχεδόν πενηνταπεντάχρονο κύκλο του το 1993, σαν μονοθέσιο πια, με τρεις μαθητές (62 κατ. ’91). 

Το αποτέλεσμα της ύπνωσης, της μη πολιτικής δράσης και της οκνηρίας που επέδειξε τότε η διοίκηση, αντικατοπτρίζεται κραυγαλέα σήμερα με την αδυναμία επαναφοράς κατοίκων, παρά τον πακτωλό των επιδοτήσεων. Και πώς να επιστρέψουν; αφού εδώ και χρόνια έχουν φτιάξει αλλού το νοικοκυριό τους, χώρια που οι επιδοτήσεις δήθεν για την ‘’αγροτική ανάπτυξη’’ και την ‘’ανασυγκρότηση της υπαίθρου’’, όπως έλεγε χαρακτηριστικά το πρόγραμμα της Ε.Ε., δόθηκαν χωρίς πρόγραμμα, δίχως καινοτομία και εκτός αναπτυξιακής λογικής, κινούμενες έξω από κάθε έννοια ανταγωνιστικότητας πράγμα που τις καθιστούσε, εν τη γενέσει τους, θνησιγενείς, κατορθώνοντας ακριβώς το αντίθετο. 

Το βλέπουμε σήμερα, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες, με την ερήμωση που επικρατεί στον τόπο, παρά τα πολύ θετικά αποτελέσματα της απογραφής του 2001 που στα χαρτιά, κατέδειξε αύξηση του πληθυσμού του Δήμου Αγράφων 184 κατ. – 1991, 1020 κατ. - 2001, όσους είχε πριν από εξήντα έξι χρόνια (1940). Μοναδική ελπίδα αναστροφής του κλίματος, σήμερα, αποτελεί η διατήρηση των φυσικών πόρων, οι ιδιωτικές επενδύσεις μόνο σε ήπιες μορφές οικοτουρισμού και η αναγνώριση των ορεινών περιοχών και της ιδιαιτερότητάς τους. Για παράδειγμα, δείτε σε άλλες σελίδες του παρόντος τόμου που αναφέρονται οι 449 περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους της χώρας μας. Αντί ολόκληρος ο ορεινός χώρος των Αγράφων ή έστω του ομώνυμου δήμου να καταγραφεί σαν οικολογικό πάρκο ή σαν κάτι ξεχωριστό δεν αναφέρονται παρά πέντε τοποθεσίες, μόνο. Ίσως η θεσμοθέτηση (χωροταξικά και νομικά), ενός Περιβαλλοντικού – Οικολογικού – Πολιτισμικού Πάρκου είναι η μόνη λύση για ανάπτυξη(27)

Από την άκρη της πλατείας ξεκινά το παλιό στενό μονοπάτι, κατά τόπους πέτρινο, κατεβαίνει στην καρδιά του χωριού, εκεί, που, σύμφωνα με την  παράδοση, ήταν χτισμένη η ‘’Ιατρική Σχολή’’ που ‘’είχε ιδρύσει’’ ο Νικόλαος Βελισδονίτης. Το ολοπέτρινο κτίσμα που σώζεται, και μας έδειξε ο Θανάσης Πεσλής, είναι πνιγμένο στην πληθωρική βλάστηση, ενώ ο τεράστιος κισσός κόβει άμεσα κάθε προσπάθεια για συλλογή πληροφοριών, εκτός του ύψους του τοίχου, που φτάνει σχεδόν τα 1, 80 μ., και της χαμηλής εισόδου που είναι φραγμένη από πέτρες και χόρτα. Η στέγη έχει πέσει, παρασύροντας τμήματα τοιχοποιίας από το πραγματικά μεγάλο οικοδόμημα, που, λόγω μεγέθους και μόνο, υποθέτει κανείς ότι μπορεί να υπήρξε Σχολή. Μακάρι να αποδειχθεί, θα είναι μια αξιομνημόνευτη παρουσία, ένα ακόμα σπουδαίο μνημείο που θα προστεθεί στον Αγραφιώτικο πολιτισμό. Προς το παρόν, όσο έντονα και να διατηρείται, ακόμα και στις μέρες μας, ο θρύλος της Σχολής(28), χωρίς έρευνες από ειδικούς που θα προσδιορίσουν και θα αποφανθούν τα του κτηρίου, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε για τη χρήση του χώρου. Πόσο μάλλον όταν οι σχετικές παραδόσεις δεν τεκμηριώνονται από τις ιστορικές πηγές ή τη βιβλιογραφία(29), η οποία δεν διασώζει κανένα όνομα δασκάλου, μαθητού ή κάποια απόδειξη καταβολής μισθού ή διδάκτρων. 

Η μικρή ανάπαυλα από την ένταση του ζεστού Ιουλίου σταματά στη θέα της συννεφιάς που μαζεύεται βιαστικά πάνω από την κορυφή «Φτέρη». Η αναπόφευκτη φυγή επιταχύνεται προς τον αθέατο τελικό προορισμό, το μυθικό Ασπρόρεμα. Στα εκατό μέτρα από την πλατεία του χωριού, δεξιά, ξεκινά η διαδρομή που ανεβαίνει ψηλά διασχίζοντας πλούσιο δάσος, κατάφυτο περήφανων ψηλών δέντρων Ελάτης και χαμηλότερα φτέρης και πουρναριών. Ο χωματόδρομος σύντομα (3,5 χλμ. δες road book στο τέλος) φτάνει στο μεγάλο πλάτωμα όπου είναι χτισμένο το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, ένα πανέμορφο και απάγκιο μέρος όπου κάθε 20 Ιουλίου οι κάτοικοι του κοντινού Τρίδεντρου διοργανώνουν μεγάλο πανηγύρι. Είναι τόσο γνωστή θρησκευτική γιορτή, που συμμετέχει κόσμος κι’ από τα διπλανά χωριά. Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας ακολουθεί πατροπαράδοτο γλέντι με όργανα και φαγητό. Υπέροχο τοπίο, στη σκιά της κορυφής Καυκί (1607 μ. υψ.)  προδιαθέτει θετικά για διανυκτέρευση σε σκηνές λόγω της κοντινής δροσερής πηγής, αρκεί να έχετε φροντίσει προηγουμένως για προμήθειες.

Αφήνοντας το μοναχικό ξωκλήσι έχετε την πρώτη οπτική επαφή με τις πλαγιές της κορφής «Γενίτσαρι» (1789 μ. υψ.), ενώ η πλούσια βλάστηση έχει μείνει πλέον πίσω. Σε λίγο φτάνετε στον πρώτο αυχένα και τη δστ. όπου δεξιά πηγαίνει προς Τροβάτο. Συνεχίστε ευθεία αντικρίζοντας τις έντονα καφεκόκκινες επιβλητικές και απόκρημνες κάθετες πλαγιές του όρους «Ντεληδήμι» (2162 μ. υψ). σε μια αγριωπή αλλά όμορφη περιοχή που σας κάνει να αναρωτιέστε αν πράγματι αυτός ο δρόμος οδηγεί κάπου. Στο δεύτερο αυχένα έχετε φτάσει περίπου στα 1600 μ. υψ. και το τοπίο είναι πλέον φαντασμαγορικά αλπικό, ενώ η θέα με καθαρό καιρό κορυφώνεται αποκαλύπτοντας ένα θαυμάσιο και σπάνιο πανόραμα κορφών, που καταπλήσσει τον περιηγούμενο, προκαλώντας οπωσδήποτε για μια στάση, αριστερά στο μικρό πλάτωμα που είναι κατάφυτο από μέντα. 

Μπροστά σας ξεδιπλώνεται ένα μοναδικό θέαμα από γυμνές κορφές, διάσπαρτα λιβαδάκια, ενώ χαμηλότερα κυριαρχούν πάλι τα δάση. Δεν υπάρχει ίσως βαθύτερη αίσθηση από αυτή της όρασης όταν ο άνθρωπος αντικρίζει τέτοιας καλλονής τοπία. Σε πρώτο πλάνο είναι η «Ασημόραχη» και το «Κουτρούλη» ενώ ευθεία στο βάθος η εντυπωσιακή κορυφή «Σαλταγιάννη» (2129 μ. υψ.). Αριστερά η «Κορυφή» (2008 μ. υψ.), το περίφημο και απότομο «Μπαλντενήσι», κάτω από την βραχώδη κορυφή «Πυραμίδα» (2002 μ. υψ.). Αριστερά του, η «Πλάκα» (1852 μ. υψ.), ενώ χαμηλότερα ο «Κουκουρούντζος» κερδίζει την ματιά σας λόγω του μεγάλου ελατόδασους που απλώνεται στην πλαγιά, καταλήγοντας στο Ασπρόρεμα. Διακρίνεται στην ίδια κατεύθυνση η «Κουρούνα» με την τεραστίου μεγέθους σάρα και το μονοπάτι στα απόκρημνα «Παλούκια», πάνω από την πεζοπορική διαδρομή Ασπρόρεμα – Μέρσα. Ένα εκπληκτικό, μεγαλειώδες και πολύτιμο στο σύνολό του ορεινό τοπίο, ίσως από τα πιο όμορφα που έχετε αντικρίσει.

Κάτω στο βάθος, διακρίνεται το σπίτι της οικογένειας Ζαρκαδούλα φωλιασμένο εκεί προς το Ασπρόρεμα, σκεπασμένο με χοντρό πλαστικό που στο φως του ήλιου γυαλίζει, σαν πολύτιμος λίθος που θαρρείς ότι θα απλώσεις το χέρι και θα τον φτάσεις. Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει, ότι για να πάτε εκεί κάτω πρέπει να διανύσετε μια απίστευτα ιλιγγιώδη κατηφορική διαδρομή που προσπαθεί επάξια να πάρει τα πρωτεία από την άλλη, που ενώνει τις πλαγιές της Καλιακούδας με τη Στουρνάρα καταλήγοντας στη Ροσκά (βλ. Ταξίδια τ. Γ’, 2001, 174, Προυσός – Ροσκά - Πανταβρέχει). Στα πρώτα πεντακόσια μέτρα προς τα κει υπάρχει μια στάνη και δεξιά, ένα μεγάλο άνοιγμα με θέα την πανέμορφη Ασπρόβρυση και το θαυμάσιο, πανύψηλο Ντεληδήμι

Παρόλο που το τοπίο ξαφνιάζει, συνεχίστε να κατηφορίζετε στο γκρέμι, προσέχοντας τις πέτρες, τα χαλίκια πάνω στο δρόμο, και γενικά τις στροφές που σε μερικές περιπτώσεις είναι πολύ κλειστές και απότομες. Σε περίπτωση βροχής ή λάσπης καλύτερα ξανασκεφτείτε το και πάντως να έχετε το νου σας στα φρένα και την υπερθέρμανση των δίσκων. Όσο κατεβαίνετε συναντάτε κάποιες στάνες και, από ένα σημείο και μετά, σάς κάνει ‘’παρέα’’ το «Τσαρκόρεμα», ενώ υπάρχουν και ξύλινες πινακίδες που δείχνουν τη συντομότερη, για τους πεζοπόρους, διαδρομή. Ποτέ δεν θα μπορούσατε να φανταστείτε ότι τα βαριά μηχανήματα θα μπορούσαν να ανοίξουν δρόμο με τέτοια κλίση. Στο τέλος, υπάρχει μια τεράστιου μεγέθους κοκκινωπή αλάνα με ψιλό χαλικάκι και από κάτω ακριβώς βρίσκεται το δυσπρόσιτο ΑσπρόρεμαΑσπρόρρευμα στα 1070 μ. υψ.), κάτω από τις νότιες πλαγιές της κορφής Ντελιδίμι. 

Η οπτική επαφή με τον μεγάλο χείμαρρο που κυλάει δυνατά κι’ αμέριμνα υπερνικά κάθε άλλη σκέψη και πράξη εδώ κάτω. Επιβάλλει την παρουσία του, ενώ το συνεχόμενο κελάρυσμα των νερών δημιουργεί μιαν αξεπέραστα γαλήνια και πεντακάθαρη ατμόσφαιρα, που σταματά μόνον από τα πυκνά τιτιβίσματα των πουλιών. Το παρακείμενο, χωρίς όρια ‘’παραποτάμιο’’ ελατόδασος αγωνίζεται μάταια να επικρατήσει στον εξίσου μεγάλο πλαταναιώνα και έτσι συνυπάρχουν σε έναν όμορφο συνδυασμό, δεύτερο χαρακτηριστικό του τόπου που πλουτίζει υπέροχα αυτό το παρθένο οικοσύστημα. Οι λέξεις ωχριούν μπροστά στην πραγματικότητα του μικρού απόμερου οικισμού. Η σιωπή έρχεται αβίαστα όταν η κυρία Μαρία Ζαρκαδούλα με καταγωγή την Πρασιά που ήρθε εδώ νύφη το 1973, με την Γιάννα και τον Κώστα, τα δύο από τα έξι της παιδιά, εξιστορούν τα του χωριού. 

Στις μέρες μας ακούγεται απίστευτο, ότι έφτασε να έχει διακόσια πενήντα άτομα (1940).  Τα σαράντα παιδιά του οικισμού (+/- 1955 – ‘60), πήγαιναν στο καλοκαιρινό μονοθέσιο σχολείο με άξιο δάσκαλο το Γιώργο Καλαρομήτρο απ’ το Τροβάτο, ενώ αργότερα, 1978 και μετά, όλα πήγαιναν στο Τρίδεντρο ή τα Επινιανά. Οι περισσότεροι κάτοικοι έφυγαν τη δεκαετία του 1960 που σημάδεψε ανεπανόρθωτα όλα τ’ Άγραφα. Μαρτυρία γι’ αυτό αποτελούν οι απογραφές του 1961 που κατέγραψαν εκατόν τριάντα δύο κατοίκους ενώ αυτή του 1971 μόλις τριάντα τρεις, οι οποίοι παρέμειναν μέχρι το 1991. Σήμερα μαζί με το σχολείο, ερειπωμένο ήδη το 1980, έχουν γκρεμιστεί όλα τα παλιά σπίτια του οικισμού, το μόνο όρθιο ακόμα είναι αυτό της οικογένειας Ζαρκαδούλα. 

Όπως μας λέει ο Κώστας Ζαρκαδούλας που ξέρει απ’ έξω το βουνό και τις κορφές του, δεν το αφήνουμε γιατί ο τόπος θα ερημώσει. Εδώ καταλήγει ή για άλλους πεζοπόρους ξεκινάει, το μονοπάτι για Επινιανά, Τροβάτο ή Πρασιά, ενώ μια όμορφη διαδρομή (εύκολα την κάνετε και εσείς), μετ’ επιστροφής, ακολουθεί την ποταμιά, φτάνει στις «Καρυές», στο «Κάτω Σφυρί» όπου στάνες, μετά περνά στο «Πάνω Σφυρί» πάλι με στάνες και διακλάδωση αριστερά, προς «Γαζουδέικα», που μέχρι τα πρόσφατα καλοκαίρια ερχόντουσαν οι απόγονοι και έμεναν κάμποσο στα σπίτια (+/-30’). Αυτό είναι το σημείο για να ξαναγυρίσετε πίσω. Οι πεζοπόροι, περνούν συχνά από δω, συνεχίζουν προς το Ντεληδήμι στο μονοπάτι που λίγο μετά το «Πάνω Σφυρί» διακλαδώνεται, οδηγώντας αριστερά προς «Αρκουδιά» και από φαρδύ μουλαρόδρομο βγάζει στα «Λακκώματα» και το Λεοντίτο και δεξιά για Τροβάτο και Πετρίλια. Συζητιέται ότι ο δρόμος από την Πρασιά – Διπόταμα θα συνεχιστεί προς «Παλούκια» – «Μπαλντενήσι» και θα κατέβει «Καρυές». Από την άλλη πλευρά θα ανοίξει από «Λακκώματα» – «Αρκουδιά» και θα ενωθεί στις «Καρυές» για να παίρνουν τα ξύλα.

Η διαδρομή της επιστροφής μέχρι του σημείου της δστ. για Τροβάτο γίνεται από τον ίδιο, ανηφορικό τώρα, δρόμο. Αυτό το φαρδύ αλπικό μονοπάτι ξεκινά αριστερά σας, κινείται στη νοτιοανανατολική πλαγιά, κάτω ακριβώς από εκεί που ορθώνεται το θεόρατο Ντεληδήμι, στην ισοϋψή των 1400 – 1500 μ. προσφέροντας άπλετη θέα, ακολουθώντας μονοπάτια χαραγμένα από αμέτρητες οπλές στη διάρκεια των μαζικών εποχικών μετακινήσεων των κοπαδιών. Μετά τον αυχένα έχετε οπτική επαφή προς τις τεράστιες χορτολιβαδικές εκτάσεις, τα γελάδια που βόσκουν νωχελικά, και τους απλωμένους σε μεγάλη έκταση συνοικισμούς, Χιόνα ή Χιόνου με αρκετές στάνες, τα Καβάκια, τους Αγίους Δημήτριο, Αθανάσιο, και Θεόδωρο που όλοι μαζί παλιότερα, δημιουργούσαν την κοινότητα Τροβάτο. 

Σε αυτή την εδαφική περιφέρεια υπήρξαν κάποια από τα μεγάλα τσελιγκάτα(30) των Αγράφων, Σαλαγιάννηδες, Καλογεραίοι, Μαργωναίοι κ.ά, που με τα χιλιάδες αιγοπρόβατα ρύθμιζαν την οικονομική ζωή του τόπου. Από δω πάνω, ανάλογα το χρόνο σας, μπορείτε να συνεχίσετε, ολοκληρώνοντας τη διάσχιση όλης της, λασπώδους προς το τέλος, αλπικής διαδρομής (+/- 13 χλμ.), βγαίνοντας στον κεντρικό, απ’ όπου θα ανεβείτε στη θέση «Τρία Σύνορα». Η καλύτερη όμως περίπτωση είναι να κατεβείτε από την πρώτη ή τη δεύτερη δστ., στο Τροβάτο(Τριβάτο(31)1000 μ. υψ.) που αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του δήμου Αγράφων, στο βορειότερο, ακραίο όριο του νομού Ευρυτανίας, το πιο απομακρυσμένο κατοικημένο χωριό (115 χλμ.) από την πρωτεύουσα Καρπενήσι που βρίσκεται πιο κοντά στην Καρδίτσα (70 χλμ.). 

Έχει 451 κατοίκους (’01) που ασχολούνται με την κτηνοτροφία κυρίως το καλοκαίρι, και εξυπηρετικά ταβερνάκια – καφενεία. Μετά την περιπέτεια του βουνού, βοηθούν στην ανασύνταξη της παρέας, με μεζέδες της ώρας, δυνατό τσιπουράκι, ενώ με λίγη τύχη θ’ απολαύσετε καταπληκτική χορτόπιτα. Ο μεγάλος οικισμός διαθέτει κάποια από τα καλύτερα βοσκοτόπια των Αγράφων δημιουργία του πλούσιου υδροσυστήματος της περιοχής με τις δεκάδες πηγές και ονομασίες, όπως «Χαλκερά», «Στέρνα», «Χιόνα», που ξεπηδούν από το πελώριο Ντεληδήμι, αποτελώντας τις κύριες πηγές του Αγραφιώτη. Αυτός ο ποτάμιος υγρότοπος(32) συνοδεύει κάθε επισκέπτη της περιοχής διασχίζοντας με νότια κατεύθυνση σχεδόν όλο τον ορεινό χώρο των Αγράφων και, ενισχυμένος από πλήθος παραποτάμων, εκβάλει μετά από εξήντα περίπου χλμ., στην τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών. Στο ομώνυμο υδροηλεκτρικό φράγμα συνεχίζει(33) να παράγεται μεγάλο τμήμα από τις ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια, ενώ στη διάρκεια της συνεχούς ροής του δημιουργεί όλη αυτή τη θαυμάσια παραποτάμια βλάστηση, τους μεγάλους παρυδάτιους πλαταναιώνες. 

Μαζί με τις ιτιές, τα δεκάδες είδη αμφιβίων, ερπετών, πουλιών και σπάνιων θηλαστικών συνθέτουν την πανέμορφη κοιλάδα του Αγραφιώτη. Η χρησιμότητά του είναι μεγάλη τόσο στην άρδευση, όσο και στην αναψυχή, την ερασιτεχνική αλιεία και άλλες χρήσεις που θα προκύψουν από την ανάπτυξη του τουρισμού. Οι αγέρωχες βουνοκορφές, ‘’κοιτούν’’ και περιζώνουν το Τροβάτο, δίνοντας το έναυσμα για πολλές πεζοπορίες προς το προκλητικό Ντεληδήμι. Από εδώ ξεκινούν ή καταλήγουν πολλές διαδρομές κυρίως προς την ομώνυμη κορφή (2126 μ. υψ.) χωρίς να λείπουν οι διήμερες, τριήμερες προς Λακκώματα – Λεοντίτο ή Ασπρόρεμα – Μέρσα – Επινιανά, που συνήθως, λόγω του μήκους τους, περιλαμβάνουν διανυκτέρευση σε σκηνές. Βόρεια, λίγο έξω από την πλατεία με τα ταβερνάκια και την μεγάλη εκκλησία του Αγίου Θεοδώρου είναι το παλιό μοναστήρι της Παναγίας αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου.

Σε αυτή τη μονή δίδασκαν οι λογιότατοι Αντώνιος από το Τροβάτο και Βαρθολομαίος από το Αιτωλικό, εκεί πήγε το 1614 μεταξύ των νέων της εποχής και ο Ευγένιος Γιαννούλης, όπου συμπλήρωσε τις σπουδές μαθαίνοντας βυζαντινή μουσική(34). Από το συγκρότημα της μονής σώζεται μόνο το καθολικό με αξιόλογες τοιχογραφίες, δημιουργίες των ζωγράφων Ιωάννη και Ιωάννη, πατέρα και γιου το 1644(34), όπως βεβαιώνει και η επιγραφή της ιστόρησης πάνω από την είσοδο: «Δια χειρός ημών Ιωάννου και ετέρου Ιωάννου έτη από Θεογονίας αχμδ’ (=1644)». Εξωτερικά της εκκλησίας είναι εντοιχισμένη μικρή επιγραφή που πληροφορεί ότι εδώ στεγάστηκε και λειτούργησε για λίγους μήνες το Παιδαγωγικό Φροντιστήριο Στερεάς το 1944. Αυτά τα σημαντικά φροντιστήρια – σχολές,  κύριο σκοπό είχαν τον «Καταρτισμό προσωρινών δασκάλων για τα σχολεία 1ου βαθμού (δημοτικά) στην ελεύθερη Ελλάδα» . Ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1944.  Ως χρόνος λειτουργίας προβλεπόταν το διάστημα από 5 Ιουλίου έως 10 Σεπτεμβρίου. Υπήρξε ένα στο Καρπενήσι, με σπουδαστές από την Στερεά και δεύτερο στην Τύρνα (σημερινή Ελάτη Τρικάλων), με σπουδαστές από τη Θεσσαλία περιλαμβανομένης και της Καρδίτσας που είναι πιο κοντά στο Τροβάτο. 

Αναμφίβολα, μια από τις ωραιότερες διαδρομές είναι αυτή που μέσα από το χωριό, κατεβαίνει κοντά στους νερόμυλους στο Τροβατόρεμα, περνάει στο απέναντι βουνό, όπου ένας καταπληκτικός δασικός θα σας βγάλει στον ξεχασμένο αλλά πανέμορφο συνοικισμό των Βραγγιανών, την αθέατη Κουστέσα (1000 μ. υψ.,101 κατ. ’01). Τα νερά του ομώνυμου χείμαρρου προσθέτουν με την παρουσία τους χιλιάδες στρέμματα ελατοδάσους, διαμορφώνοντας ένα γοητευτικό περιβάλλον, πολύ γνωστό στους πεζοπόρους. Αποτελεί το κυριότερο πέρασμα του ευρωπαϊκού μονοπατιού υπερσυνοριακών διαδρομών Ε-4, που οδηγεί από το Βλάσι (Καρδίτσα), στα Βραγγιανά (Ευρυτανία) και αντίστροφα. 

Στην απέναντι πλευρά του χείμαρρου, ο στενός δρόμος οδηγεί στον νερόμυλο του Βασίλη Μουστάκα, που ακόμα βρίσκεται σε λειτουργία, αλέθοντας κυρίως καλαμπόκι από τα γύρω χωριά, χωρίς να λείπει και το στάρι, από το Τροβάτο. Να το δείτε αυτό το εξαιρετικό μνημείο και μετά να επισκεφθείτε το καφενεδάκι – ταβέρνα του Αναστάση Στούμπου που, σημειώστε, είναι από τα λίγα στην περιοχή που ανοίγει χειμώνα – καλοκαίρι. Ο φαρδύς δρόμος συνεχίζει κι’ αυτός μέχρι τη θέση «Τρία Σύνορα» (σύνορα νομών Ευρυτανίας – Καρδίτσας), οδηγώντας σας από την άσφαλτο στα Πετρίλια και το Βλάσι. Η χωμάτινη διαδρομή όμως που διακρίνεται για την σπανιότητά της ξεκινά από την Κουστέσα και μέσω Βραγγιανών, γυρίζει στον Άγιο Νικόλαο, απ’ όπου διαλέγετε έξοδο προς Λίμνη Πλαστήρα (για Καρδίτσα ή Τρίκαλα) ή προς Νιάλα – Άγραφα σε μια θαυμάσια κυκλική, ολοκληρωμένη διαδρομή προς τον Κρέντη. 

Περιηγούμενοι αυτά τα σπάνια ορεινά τοπία της ‘’άλλης’’ Ελλάδας, που τόσο συχνά αναφέρουμε στα ομώνυμα πονήματα μας, ανακαλύπτετε μια πραγματικότητα που την αγνοούν πολλοί, την φαντάζονται ορισμένοι και τη βιώνουν με τις αλήθειες της καθημερινά, αυτοί οι λίγοι πείσμονες που με τη σοφία που τους διακρίνει έμειναν πίσω, στηρίζοντας με την παρουσία τους την ύπαιθρο χώρα. Τα βουνά των Αγράφων και τα χωριά τους θα πρέπει να μελετηθούν πολύ πριν, η μόνη υπεύθυνη για την ανάπτυξη ή την καταστροφή τους διοίκηση, δώσει έναυσμα για αναπτυξιακό έργο και αντίστοιχη προστασία του περιβάλλοντος. Οι μέχρι σήμερα εφαρμοσμένες ιδέες και τα σχέδια (αν ποτέ υπήρξαν τέτοια), όπως αποδείχθηκε στην υλοποίηση, μπαλώνουν με αφέλεια που εξοργίζει τις ανάγκες καταστρέφοντας τη φύση νομίζοντας ότι έχουν να κάνουν με ένα αναλώσιμο και διαρκώς αναγεννώμενο προϊόν. Οι επιπόλαιες, ρηχές και ανεπαρκείς πολιτικές που εφάρμοσαν οι ‘’φωστήρες’’ της ‘’ανάπτυξης’’ όχι μόνο δεν έχουν ανταπόκριση, αλλά, επειδή αγνοήθηκε τελείως ο τοπικός πληθυσμός, ούτε καν ενδιαφέρουν αυτούς που απέμειναν. 

Τα Άγραφα, είναι ένα ανεκτίμητο κομμάτι της ‘’μέσα πατρίδας’’ που πρέπει να διαφυλαχθεί ενώ οι τυχόν επεμβάσεις να υλοποιηθούν με σταθερή βάση το τοπίο και την άγρια φύση, που μόνα τους, καθοδηγούν το είδος της εξέλιξης που ταιριάζει, γιατί κάποια στιγμή, για εξέλιξη πρέπει να μιλήσουν. Σε κάθε περίπτωση, αυτή θα θεωρείται επιτυχημένη τουλάχιστον, όταν δεν προσβάλει το τοπίο και προσελκύσει πάλι τους Αγραφιώτες στον τόπο τους.  

Ε4 - κατεύθυνση και χρόνοι πορείας

Πετρίλο – Βραγγιανά 5ω, Βραγγιανά – Τρίδεντρο 1ω, Τρίδεντρο – Άγραφα 4ω, Άγραφα – Βαρβαριάδα 5ω, Βαρβαριάδα – Κερασοχώρι 3ω.

Αυχένας Αγίου Νικολάου - Βαλάρι

00,00 αυχένας και εκκλησία Αγίου Νικολάου.

Κατηφορίζοντας προς Βραγγιανά η πρώτη δστ δεξιά μετά τη στάνη οδηγεί σε αδιέξοδο στην τοποθεσία ‘’Βοϊδολίβαδο’’ (1775 μ. υψ.) και σε λιβάδια για βοσκές ζώων.

1,3 δστ. δεξιά για Αγ. Ιωάννη Θεολόγο και Κουστέσα, αριστερά για Βραγγιανά – Βαλάρι, (υπάρχει πινακίδα),

3,8 δστ. δεξιά Βραγγιανά (4 χλμ.), Τρίδεντρο (12 χλμ.), αριστερά Βαλάρι (8 χλμ. υπάρχει πινακίδα),

9,1 δστ. δεξιά Βραγγιανά, Τρίδεντρο, Τροβάτο, αριστερά Βαλάρι,

9,3 δστ. δεξιά οικία Παντελή Τσιώλη και πιο πάνω η εκκλησία του Πρφ. Ηλία, αριστερά Βαλάρι

Λίγο πιο κάτω έχει μια αριστερή δστ. που, αν είναι ανοιχτός ο δρόμος, πάει Άγραφα.

10,4 δστ. ευθεία Βαλάρι, αριστερά Τσιμπράκ,

12,1 Βαλάρι, εκκλησία Κοίμησης Θεοτόκου. 

Βαλάρι - Βραγγιανά

00,00 Βαλάρι, εκκλησία Κοίμησης Θεοτόκου.

1,3 δστ. δεξιά Τσιμπράκ, αριστερά Βραγγιανά,

2,5 δστ. δεξιά αν είναι ανοιχτός ο δρόμος πάει Άγραφα, αριστερά Βραγγιανά,

2,6 δστ. δεξιά Βραγγιανά, αριστερά οικία Παντελή Τσιώλη και πιο πάνω η εκκλησία του Πρφ. Ηλία,

2,750 δστ. δεξιά Αγ. Νικόλαος (από εκεί που ήρθατε), αριστερά Βραγγιανά,

3,0 δστ. αριστερά δρόμος για ξύλευση, δεξιά Βραγγιανά,

3,4 δστ. αριστερά δρόμος για ξύλευση, δεξιά Βραγγιανά,

5,7        Βραγγιανά.

Τρίδεντρο – Ασπρόρεμα  

00,00    Φεύγοντας από την πλατεία του Τρίδεντρου στα 100 μ. από το τελευταίο σπίτι υπάρχει δστ. δεξιά για Ασπρόρεμα χωρίς πινακίδα. Ευθεία πάει στον κεντρικό δρόμο (από όπου ήρθαμε).

600 μ. ευθεία Ασπρόρεμα, αριστερά προς σπίτια,

1,2 ευθεία Ασπρόρεμα, αριστερά προς σπίτια,

1,6 ευθεία για ξύλευση, αριστερά Ασπρόρεμα,

3,5 ευθεία Πρφ. Ηλίας, αριστερά Ασπρόρεμα,

4,5 αριστερά στάνη, δεξιά Ασπρόρεμα,

6,3 πρώτος αυχένας,

6,8 δστ. δεξιά Τροβάτο, αριστερά Ασπρόρεμα, υπάρχει πινακίδα ξύλινη.

8,2 δεύτερος αυχένας,

  • 8,7 στάνη και απέναντι η Ασπρόβρυση,

11,5 δύο στάνες,

14,5 ξύλινη πινακίδα με ένδειξη Επινιανά (7,8 χλμ πεζοπορία),

15,2 δεξιά για κοίτη Ασπρορέματος, αριστερά για σπίτι Οικογένειας Ζαρκαδούλα.

15,8 Σπίτι και οικισμός Ασπρορέματος. 

Τρίδεντρο – Τροβάτο

Φεύγοντας από το Τρίδεντρο στα 100 μ. από το τελευταίο σπίτι, υπάρχει δστ. δεξιά για Ασπρόρεμα χωρίς πινακίδα. Ευθεία πάει στον κεντρικό δρόμο (από όπου ήρθαμε).

600 μ. ευθεία Ασπρόρεμα, αριστερά προς σπίτια,

1,2 ευθεία Ασπρόρεμα αριστερά προς σπίτια ή ξύλευση,

1,6 ευθεία για ξύλευση, αριστερά Ασπρόρεμα,

3,5 ευθεία Πρφ. Ηλίας, αριστερά Ασπρόρεμα,

4,5 αριστερά στάνη δεξιά ασπρόρεμα,

6,3 αυχένας,

6,8 δστ δεξιά Τροβάτο, αριστερά Ασπρόρεμα υπάρχει πινακίδα ξύλινη. Μηδενίστε

00,00

1,5 ξύλινη πόρτα με σίτα για τα γελάδια,

2,6 αυχένας και οπτική επαφή με το Τροβάτο,

3,8 δστ δεξιά για Τροβάτο, ευθεία Τρία Σύνορα,

6,3 δστ δεξιά για στάνη, ευθεία Τρία σύνορα,

6,7 Τροβάτο (συνοικισμός Χιόνα),

11,5 δστ κεντρικός δρόμος, όπου δεξιά Τροβάτο, αριστερά «Τρία Σύνορα» - Πετρίλο.

Μηδενίστε.

Κεντρικός δρόμος προς «Τρία Σύνορα» Πετρίλο - ΠΥΡΟΦΥΛΑΚΙΟ ΛΙΜΝΗΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑ

00,00

1,750 αυχένας «Τρία Σύνορα» δεξιά Πετρίλο, αριστερά δρόμος για ξύλευση

2,3 δεξιά δρόμος για ξύλευση, ευθεία Πετρίλο,

3,8 δστ δεξιά Κουστέσα – Βραγγιανά, αριστερά Πετρίλο, αν πάτε δεξιά, λίγο πιο κάτω (100 μ.) υπάρχει 2η δστ. που αριστερά πάει Καρβασαρά, Νεοχώρι, Λίμνη Πλαστήρα, Καρδίτσα (53 χλμ.), και δεξιά  Κουστέσα (4,5 χλμ.), – Βραγγιανά (9,0 χλμ.).

8,3 Πετρίλο,

19,6 εκκλησία Αγίου Νικολάου Βλασίου, δεξιά χωματόδρομος για πυροφυλάκιο και Λίμνη Πλαστήρα.

Μηδενίστε.

00,00

2,0 ξύλινη πόρτα με σίτα για τα γελάδια,

3,8 δστ αριστερά για πυροφυλάκιο, δεξιά για λίμνη Πλαστήρα,

6,7 πυροφυλάκιο.

Σημειώσεις:

(1)Σταυρούλα Σδρόλια, «Οι τοιχογραφημένες εκκλησίες των Βραγγιανών», πρακτικά ιστορικής και αναπτυξιακής διημερίδας 25 – 26 Ιουλίου 2001 Βραγγιανά Ευρυτανίας, έκδοση Εκπολιτιστικού Συλλόγου Βραγγιανιωτών ‘’Αναστάσιος Γόρδιος’’, [Αθήνα] Ιούλιος (2002) 94.

(1α)Μάρκος Α. Γκιόλιας, Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1939 – 1821), εκδόσεις Πορεία, Αθήνα (1999) 516.

(2)Λάζαρου Αρσ.Αρσενίου, Το έπος των Θεσσαλών Αγροτών και οι εξεγέρσεις τους 1881 - 1993, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (2005) 21.

(3) Άγγελος Σινάνης, «Ευρυτανία 3ο - Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2004) 121, σημ. 5.

(4)Θεόδωρος Α. Νημάς, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη (1995) 178.

(5)Άγγελος Σινάνης, «Ευρυτανία 4ο – Επινιανά – Άγραφα – Παραμερίτα – Μάραθος» στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έβδομο, τ. 7, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα (2005) 74.

(6)  Γκιόλια ο.π. 456 με βιβλιογραφία. 

(7)  Γκιόλια ο.π. 47.

(8)Γκιόλια ο.π. 457.

(9)Νημά ο.π. 76.

(10)Εκεί που 117 χρόνια αργότερα γεννήθηκε ο Εθνομάρτυς και Ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714 – 1779).

(11) Γκιόλια ο.π. 425 με βιβλιογραφία.   

(12)Κωνσταντίνου Κούρκουλα, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα (1971) 21. Γεωργίου Χρυσικού, «Το χωριό μου Μοναστηράκι των Αγράφων Ευρυτανίας», Αυτοέκδοση, Αθήνα (2000) 69. Γκιόλια ο.π. 425.

(13) Νημά ο.π. 103, 191 με βιβλιογραφία.

(14)Νημά ο.π. 219. Κούρκουλα ο.π. 30. 

(15)Η κριτική έκδοση τριακοσίων Επιστολών του Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού εκδόθηκε το 1992 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης σε μία έξοχη εργασία των Ιωάννη Ε. Στεφανή και Νίκης –Παπατριανταφύλλου – Θεοδωρίδη (επιμέλεια). Επίσης η διατριβή της Δήμητρας Χατζημάνου – Τσίπηρα, LavieetloeuvredEugeneYannoulisdaprèssaCorrespondance (1638 – 1682), Paris 1991 (Universite de Paris – Sorbonne (Paris IV), Institut Neohellenique, («Η ζωή και το έργο του Ευγένιου Γιαννούλη σύμφωνα με την αλληλογραφία του»). Και οι δύο εργασίες συμβάλλουν στην σωστή αποτίμηση του έργου του μεγάλου διδασκάλου του Γένους. Μακάρι να ευοδωθεί η προσπάθεια της κ. Μαρίας Παν. Παναγιωτοπούλου, προϊσταμένης ΓΑΚ, Αρχείων νομού Ευρυτανίας και να μεταφραστεί η διατριβή της αείμνηστης Δήμητρας Χατζημάνου – Τσίπηρα, πηγή: Ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Ευρυτανικά Νέα, Τετάρτη 13 Απριλίου 2005 φύλλο 126, www.evrytanika.gr/0121-0140/0126/mythia.htm

(16) Μάρκου Α. Γκιόλια, Συμβολή στην Ιστορία των Αγράφων Αθήνα (1986)78 – 79, Ιωάννη Κ. Τσιουρή Δρακότρυπα δ. διατριβή (2008) 20, Νημά ο.π. 179.

(17) Με τη συμπλήρωση τριακοσίων ετών από την αποδημία του Μεγάλου και σοφού Διδασκάλου του Γένους Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ύστερα από εισήγηση της Ιεράς Μητροπόλεως Καρπενησίου με την αρ. 346/1982 Πράξη του τον ανακήρυξε Άγιο και όρισε η μνήμη του να τελείται την παραμονή της γιορτής της Θείας Μεταμορφώσεως, στις 5 Αυγούστου, η οποία συμπίπτει με την ημερομηνία αποδημίας, ο.π. Χρυσικού, 72.

(18) «Αθανάσιος – Ιερέας. Από τα Άγραφα. Αυτόν και τη συνοδεία του σύστησε στο ρώσο πατριάρχη Νίκωνα ο λόγιος Ευγένιος Ιωαννούλιος ο Αιτωλός, γύρω στο 1662, τότε που η νεοσύστατη αυτοκέφαλη εκκλησιαστική αρχή της Ρωσίας ζητούσε με επιστολές στην Ελλάδα αγιογράφους». Φοίβος Ι. Πιομπίνος, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα (1984) 26.  Γκιόλια ο. π. 517. Περισσότερα για την επιγραφή και την ζωγραφική βλ. Σταυρούλα Σδρόλια ο.π. σημ. (1) και Οι τοιχογραφίες του Καθολικού της μονής Πέτρας (1625) και η ζωγραφική των Ναών των Αγράφων τον 17ο αιώνα, τ.Α’ Κείμενο, Διδακτορική Διατριβή, Ιωάννινα (2000) 51 – 52 με βιβλιογραφία. Επίσης: Σταυρούλα Σδρόλια, «Τοιχογραφημένοι κύκλοι του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου και της Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά της Ευρυτανίας», ανάτυπο από τον 46ο τόμο του «Θεσσαλικού Ημερολογίου», Λάρισα (2004) 145 – 158.

(19)  Σινάνης ο.π. (2005) 67.

(20)  Γκιόλια ο.π. 32.

(21)  Χρυσικού ο.π. 68.

(22)  Μιχαήλ Σταματελάτου  - Φωτεινή Βάμβα – Σταματελάτου, Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια, τ. εκδόσεις Τεγόπουλου - Μανιατέα Αθήνα (1997) τ. Γ’, 346.

(23)  Νικολάου Ιερόπαιδος Εξ Αγράφων, Εκδόσεις μερικαί είς αρχάριον Ιατρόν, πρόλογος: Γ.Ν. Αντωνακόπουλος, εισαγωγή: Αγαμέμνων Τσελίκας – Γιάννης Ν. Ηλιούδης, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα (1997) ix. ο,π. Γκιόλια, 443.

(24)Γκιόλια ο.π. 442.  

(25) Νικολάου Ιερόπαιδος Εξ Αγράφων (;), Πραγματεία περί Φυσιολογίας και Παθολογίας, πρόλογος: Γ.Ν. Αντωνακόπουλος, εισαγωγή: Αγαμέμνων Τσελίκας – Γιάννης Ν. Ηλιούδης, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα (1996) 13.

(26)1) Πραγματεία «Περί Φυσιολογίας και Παθολογίας», 2) «Αντιδοτάριον εξηγημένον από την Ιταλικήν γλώσσαν…», 3) «Εκδόσεις μερικαί εις αρχάριον ιατρόν…», 4) «Βιβλίον Φαρμακοποιίας καλούμενον Αυγή των ιατρών…», 5) «Βιβλίον καλούμενον Εκλογή, φάρμακα περιέχον…», 6) «Βίβλος Ιατρική…», 7) «Λεξικόν τινων βοτάνων…», 8) «Θεραπευτική μέθοδος εν συντομία…», ο.π. Νικολάου Ιερόπαιδος (1997) xii. Με μικροδιαφορές στους τίτλους των βιβλίων Γκιόλια ο.π. 442 και Γκιόλια Συμβολή 83 – 84..

(27)  Ενδεικτικές προτάσεις στα: Ντίνος Μπομποτσιάρης, «Ευρύτερη Ευρυτανία: η αναγκαιότητα του Οικοτουριστικού Πάρκου και η Αειφορική ανάπτυξη», περιοδικό Οικοτοπία, τ. 15, Ιούλιος – Αύγουστος (1999) 38 – 39. Δρ. Δ. Κατσαρού, «Ορεινοί χώροι της Ελλάδας», περιοδικό Οικοτοπία τ.13, Μάρτιος – Απρίλιος (1999) 42, στο ίδιο: Δημήτρη Παπαχρήστου, «Η Ευρύτερη Ευρυτανία και η ενότητα του ορεινού χώρου», 43. Ηλία Προβόπουλου, «Έγκλημα στο Βελούχι» και «Πατρώα γη Ευρυτανία», περιοδικό Οικοτοπία τ.35, Οκτ – Νοε – Δεκ (2005) 44 – 45. Παρόμοιες προτάσεις ανάπτυξης σε επιστημονική βάση στο: Ε.Π. Δημητριάδης – Γ.Π. Τσότσος, «Βιώσιμη ανάπτυξη στον ιστορικό – παραδοσιακό οικιστικό χώρο του Σμόλικα», Επιστημονική περιοδική έκδοση για την αρχιτεκτονική κληρονομιά και το περιβάλλον,University Studio Press, Μνημείο & Περιβάλλον, τ.6, (2000) 143 – 160. Και ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα, παρ’ όλα τα τεράστια κονδύλια που ‘’διαχειρίζεται’’ και τα συνέδρια που έχουν γίνει γιαυτό το σκοπό, με τελευταίο στην Άρτα στις 24 Φεβρουαρίου 2006 και θέμα το οικοσύστημα του Αμβρακικού και το φυσικό περιβάλλον των Τζουμέρκων, δεν έχει καταλήξει ακόμα τι είδους ‘’ανάπτυξη’’ είναι αυτή που χρειάζεται. ‘’Αειφόρο’’ ή ‘’ενδογενή’’, ‘’συμμετοχική’’ ή ‘’αυθεντική’’, ‘’αυτοδύναμη’’ ή κάποια άλλη; Κανείς δεν γνωρίζει αρκετά, ακόμα και αυτοί που θέλουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Χρειάζονται ξενοδοχεία με πισίνες και spa; Είναι απαραίτητοι δεκάδες δρόμοι στα βουνά; Πρόσφατο (2006) παράδειγμα η εκπληκτική περιοχή της Φτέρης, κάτω από τη διαδρομή που περιγράψαμε πέρυσι (Ταξίδια τ. Ζ’, Ευρυτανία 2ο, 2005, 58, προς Απιδιά – Μέρσα – Βλαχοπούλα κ.ά.), όπου εφέτος ανοίγουν δρόμο (δείτε επιστολή των: Απ. Παντελή – Στ. Ηρακλέους στο περιοδικό Κορφές τ. 178, Μάρ – Απρ 2006, 6). Το πιο σοβαρό απ’ όλα, είναι ότι η αντιμετώπιση ακριβώς αυτών των θεμάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον και τα περιβαλλοντικά θέματα έχει αποκοπεί τελείως από τις συζητήσεις περί ανάπτυξης, δείτε σχετικά: Δημήτρη Καραβέλλα «Ελλάς, η χώρα των χαμένων ευκαιριών», περιοδικό Οίκο, τ. 42 Μάρτιος (2006) 48.

(28) Χρυσικού ο.π. 78.

(29)  Γκιόλια ο.π. 508. Νημά ο.π. 178 – 183.

(30)  Χρυσικού ο.π. 77.

(31)  Γκιόλια ο.π. 161.

(32)  Γ.Χ.  Ζαλίδη – Α.Λ. Μαντζαβέλα (συντονιστές έκδοσης), Απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων ως Φυσικών Πόρων, Συλλογικό, έκδοση Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων – Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη (1994) 361.

(33)  …541.375.000 MWH το 1994, περιοδικό Ενέργεια, Αυγ – Σεπτ (1995) 48,  και 1.200.670.000 MWH το 1996, Διεύθυνση ΕπικοινωνίαςΔΕΗ, ΥΗΣ Κρεμαστών, (φυλλάδιο).

(34)  Γκιόλια ο.π. 425.

(35)  Πιομπίνος ο.π. 149.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Πρόθεμα: Άγραφα και Τρίδεντρο 22370, Βραγγιανά – Βαλάρι – Τροβάτο - Κουστέσα 24450.

ΔΙΑΜΟΝΗ : Επινιανά Κώστας Γαντζούδης 94122, 93212, Άγραφα Γιώργος Κίτσιος ‘’ο Πύργος των Αγράφων’’ 93200, 24082, Κώστας Κομπογιάννης 93209, 23239, Ξενώνας ‘’Τα Άγραφα ‘’ Κώστας Γατής 93220, Βαλάρι: εκκλησιαστικός ξενώνας 31922. Καταφύγια: Όλα είναι μαζεμένα πάνω από τη λίμνη Πλαστήρα. Ο ‘’Ελατάκος’’ (από Ζυγογιαννέικα +/- 3χλμ) είναι πάντα ανοιχτός, δεν χρειάζεται κλειδί, φεύγοντας όμως, κλείστε την πόρτα, και μην αφήσετε σκουπίδια. Το καινούργιο στη θέση ‘’Κούλια’’, της περιοχής ‘’Καραμανώλη’’, κοιμίζει 30 άτομα, και διαθέτει νερό, ξυλόσομπες κ.λ.π. Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας, Διαχειριστής κ. Βασίλης Τασιόπουλος 6932744194. Τηλ. καταφυγίου (μόνο Σαββατοκύριακα) 2441094434. Διακόσια μ. πιο κάτω είναι το καταφύγιο του Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας. Πληροφορίες στα ίδια τηλέφωνα. Ε.Ο.Σ. Καρπενησίου 23051.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στον Προφήτη Ηλία Τρίδεντρου, στο Ασπρόρεμα. Ελεύθερο, όπου σας εμπνέει, όμως φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Πριν το χωριό Άγραφα, ‘’ο νερόμυλος’’ Δημήτρης Κίτσιος 93249, 6977702979, μπορείτε να παραγγείλετε σούβλα ή πίτα πριν φτάσετε, Βραγγιανά: Κώστας Τσιώλης 31983, Παναγιώτα Αλεξάκη 31980, Γιώργος Παρθένης 32081, Βαλάρι: καφενείο του Συλλόγου (31922) εκεί, θα βρείτε τον Ελευθέριο Τσιώλη, Τρίδεντρο: Λαμπρινή – Βασίλης Πεσλή ‘’το στέκι των κυνηγών’’ 94101, Τιμόθεος Τσιάρας 94090, Τροβάτο: Χρήστος Καλογερογιάννης 31798, Φωτεινή Καλογερογιάννη 31824, Γιώργος Κουτσολάμπρος 31805, Λάμπρος Ντάλλης 31817, Πέτρος Γεωργίου 31769, Κουστέσα: Αναστάσιος Στούμπος 31950.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Αγράφων 93276, 93333, Αστυνομία Άγραφα 93234, Κερασοχώρι 31216, Α’ Βοήθειες Άγραφα 93233, Κερασοχώρι 31219. Δασαρχείο Καρπενησίου 22204, 80097.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.evrytan.gr www.oreivatein.com/page/e/e4_d.htm  www.pezoporia.gr  Επίτροπος Ι. Μ. Παναγίας Στάνας Ανδρέας Κουτρουμάνος 94110. Ο Πρόεδρος του συλλόγου Αγράφων κ. Λάμπρος Γατής είναι στη διάθεσή σας για πληροφορίες 93240, 6977695120. Σύλλογος Αγραφιωτών Ευρυτανίας ‘’τ’ Άγραφα’’, Τζώρτζ 24, Πλ. Κάνιγγος 2102913566. Το καλοκαίρι στο Ασπρόρεμα βρίσκεται ο Κώστας Ζαρκαδούλας που μπορεί να σας δώσει πληροφορίες για πεζοπορίες στην περιοχή 6974920453. Σε εκδηλώσεις ή πανηγύρια της περιοχής μπορεί να συμμετέχει η Έφη Θώδη που είναι από τα Βραγγιανά. Βουλκανιζατέρ - συνεργεία: Moto Japan Κουτούμπας Γιάννης, Αγίου Νικολάου 40, Καρπενήσι 80480, 6974603378 καλύπτει όλη τη περιοχή Ευρυτανίας, μεταφέροντας με φορτηγάκι τη μοτοσυκλέτα σας, στο συνεργείο του. Επίσης ο Κώστας Στασινός πρατήριο ΕΚΟ, Δυτική Φραγκίστα 95316, και ο Θεοφάνης Γκιόλας, ΕΚΟ & Βουλκανιζατέρ, Γρανίτσα 61284.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κρέντης ΕΚΟ,  Γρανίτσα ΕΚΟ, Δ. Φραγκίστα ΕΚΟ, Καρπενήσι και Μουζάκι πολλές εταιρείες.

ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική ακρίβεια απο την ΑΝΑΒΑΣΗ στον πλαστικοποιημένο Χάρτη, «Άγραφα», που έχει μεγάλο μέρος της περιοχής που περιγράφουμε, συμπληρωματικά δείτε τον αντίστοιχο της σειράς, «Βόρεια Άγραφα – Λίμνη Πλαστήρα». Και οι δύο είναι σε κλίμακα 1:50.000, και περιλαμβάνουν όλα τα μονοπάτια της περιοχής. Επίσης ο χάρτης «Ευρυτανία», ο μοναδικός που παρουσιάζει όλο το νομό αναλυτικά, σε κλίμακα 1:100.000, πάλι από την Ανάβαση. Και τους τρεις θα τους βρείτε στη Στοά Αρσακείου 6 Α’, τ.κ. 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152.

ΒΙΒΛΙΑ: Μάρκου Α. Γκιόλια, Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) εκδόσεις / Πορεία 1999. Περιοδικά: Θεόφιλος Δ. Μπασγιουράκης, Άγραφα, στο περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα, τ.32 (2003) 140 – 171. Κ. Τριανταφυλλίδη – Δ. Σταβάρη, περιγραφή της διαδρομής Τροβάτο – Ντεληδήμι – Ασπρόρεμα – Επινιανά, στο περιοδικό Κορφές τ.160 (2003) 46 – 51. Αναστασία Μπουνόβα, περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Ασπρόρεμα, στο περιοδικό Κορφές τ.126 (1997) 67, 68. Μίλτος Ζέρβας, περιγραφή της διαδρομής Πρασιά – Οψιμοχώραφα – Μπαλτενήσι – Παλούκια – Βασιλέσι, στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ. 24 (2003) 48 – 52. Μίλτος Ζέρβας, περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Εκκλησίες – Ασπρόρεμα – Καρυά – Τροβάτο, στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 (2000) 40 – 52. Τάκη Ντάσιου, περιγραφή της διαδρομής Άγραφα – Πόρτες – Μπορλέρο – Μούχα, στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1 (1998) 34 – 37.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Σ.ΜΟ.Κ. Σύλλογος Μοτοσυκλετιστών Καρδίτσας Δημ. Τερτίπη 22, Καρδίτσα, 2441027515, 21090, www.karditsa-net.gr/smok.htm Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΕΠΙΝΙΑΝΑ - ΑΓΡΑΦΑ -  ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς   Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α ς, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984
  • Γ.Χ.  Ζ α λ ί δ η ς  –  Α.Λ. Μ α ν τ ζ α β έ λ α ς (συντ. έκδοσης), Απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων ως Φυσικών Πόρων, Συλλογικό, έκδοση Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων – Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Θ ε ό δ ω ρ ο ς  Α.  Ν η μ ά ς, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 1995.
  • Λ ά ζ α ρ ο υ  Α ρ σ.  Α ρ σ ε ν ί ο υ, Το έπος των Θεσσαλών Αγροτών και οι εξεγέρσεις τους 1881 - 1993, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2005.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ   Ι ε ρ ό π α ι δ ο ς Εξ Αγράφων (;), Πραγματεία περί Φυσιολογίας και Παθολογίας, πρόλογος: Γ.Ν. Αντωνακόπουλος, εισαγωγή: Αγαμέμνων Τσελίκας – Γιάννης Ν. Ηλιούδης, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα 1996.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ   Ι ε ρ ό π α ι δ ο ς  Εξ Αγράφων, Εκδόσεις μερικαί είς αρχάριον Ιατρόν, πρόλογος: Γ.Ν. Α ν τ ω ν α κ ό π ο υ λ ο ς, εισαγωγή: Α γ α μ έ μ ν ω ν  Τ σ ε λ ί κ α ς – Γ ι ά ν ν η ς  Ν.  Η λ ι ο ύ δ η ς, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα 1997.
  • Μ ι χ α ή λ  Σ τ α μ α τ ε λ ά τ ο υ  - Φ ω τ ε ι ν ή   Β ά μ β α  –  Σ τ α μ α τ ε λ ά τ ο υ, Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Α’, εκδόσεις Τεγόπουλου - Μανιατέα Αθήνα 1997.
  • Μ ά ρ κ ο υ  Α.  Γ κ ι ό λ ι α, Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1939 – 1821), εκδόσεις Πορεία, Αθήνα 1999.
  • Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Χ ρ υ σ ι κ ο ύ, Το χωριό μου Μοναστηράκι των Αγράφων Ευρυτανίας, Αυτοέκδοση, Αθήνα 2000.
  • Σ τ α υ ρ ο ύ λ α   Σ δ ρ ό λ ι α, Οι τοιχογραφίες του Καθολικού της μονής Πέτρας (1625) και η ζωγραφική των Ναών των Αγράφων τον 17ο αιώνα, τ.Α’ Κείμενο, Διδακτορική Διατριβή, Ιωάννινα 2000.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Σ τ α υ ρ ο ύ λ α   Σ δ ρ ό λ ι α, «Οι τοιχογραφημένες εκκλησίες των Βραγγιανών», πρακτικά ιστορικής και αναπτυξιακής διημερίδας 25 – 26 Ιουλίου 2001 Βραγγιανά Αγράφων Ευρυτανίας, έκδοση Εκπολιτιστικού Συλλόγου Βραγγιανιωτών ‘’Αναστάσιος Γόρδιος’’ [Αθήνα] Ιούλιος 2002.
  • Θ ε ό φ ι λ ο ς  Δ.  Μ π α σ γ ι ο υ ρ ά κ η ς, «Άγραφα», στο περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα, τ.32 2003.
  • Κ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η  –  Δ. Σ τ α β ά ρ η, «περιγραφή της διαδρομής Τροβάτο – Ντεληδήμι – Ασπρόρεμα – Επινιανά», περιοδικό Κορφές τ.160, 2003.
  • Α ν α σ τ α σ ί α  Μ π ο υ ν ό β α, «περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Ασπρόρεμα», περιοδικό Κορφές τ.126, 1997.
  • Μ ί λ τ ο ς  Ζ έ ρ β α ς, «περιγραφή της διαδρομής Πρασιά – Οψιμοχώραφα – Μπαλτενήσι – Παλούκια – Βασιλέσι», περιοδικό Ανεβαίνοντας τ. 24, 2003.
  • Μ ί λ τ ο ς  Ζ έ ρ β α ς, «περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Εκκλησίες – Ασπρόρεμα – Καρυά – Τροβάτο», περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11, 2000.
  • Τ ά κ η   Ν τ ά σ ι ο υ, «περιγραφή της διαδρομής Άγραφα – Πόρτες – Μπορλέρο – Μούχα», στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1, 1998.

 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (6840 λέξεις)

 ΝΑΥΠΛΙΟ 

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2005

Ιστορικό Λεύκωμα

Θυμάμαι τις πρώτες δειλές επισκέψεις στην πόλη του Ναυπλίου, σχεδόν είκοσι χρόνια πριν, από την κλασική τότε διαδρομή. Κόρινθος – Δερβενάκια – Άργος – Ναύπλιο, με καμία παράκαμψη για σουβλάκια στους Μύλους - επιστρέφοντας. Ο εξοπλισμός και τα μέσα ήταν διαφορετικά, η διαδρομή ήταν δύσκολη με στροφές, στενό, γλιστερό και επικίνδυνο δρόμο. Όμως οι βαθυπράσινες εκτάσεις με τα απέραντα χωράφια εσπεριδοειδών, ήταν σχεδόν δίπλα μας. Ευωδιές μανταρινιών, πορτοκαλιών, λεμονανθών, βερίκοκων, συνόδευαν πάντα αυτό το ταξίδι.

Ο δρόμος μπορεί να άλλαξε, και οι μυρωδιές να απομακρύνθηκαν, όπως αλλάζουν πάντα οι καιροί και μεταλλάσσονται τα αρώματα. Ωστόσο, η ευλογημένη Αργολική γη και το επίνειό της, το Ναύπλιο, η μεν πρώτη και σήμερα προσφέρει τους ολόγλυκους ζουμερούς καρπούς της σε όλη τη Χώρα, το δε Ναύπλιο συνεχίζει να γοητεύει κρατώντας τα σκήπτρα στην πιο συναρπαστική ιστορική περιήγηση με θέμα την Ελλάδα και τους Έλληνες. 

Η Αττική οδός και οι σήραγγες της Κακιάς σκάλας έφεραν το Ναύπλιο ακόμα πιο κοντά στην Αθήνα, το πολύ μιάμιση ώρα (148χλμ). Πλησιάζοντας, το πρώτο που φαίνεται από μακριά, είναι ο σκληρός βραχώδης όγκος του Παλαμηδίου και του ομώνυμου κάστρου που στέκει προστατευτικά πάνω από την πόλη. Μπαίνοντας στο Ναύπλιο αυτό που δίνει ιδιαίτερο τόνο είναι η ζωηράδα και η κίνηση γύρω από το Λιμάνι(1) και το τεράστιο πάρκινγκ του. Αυτό το ήσυχο θαλασσινό καταφύγιο, γνώρισε μαζί με την πόλη μεγάλες μέρες δόξας και ακμής. Στις αρχές του περασμένου αιώνα, το εμπόριο γινόταν δια μέσου του λιμανιού, που είχε την δυνατότητα να εξυπηρετεί πολυάριθμα αλλά και μεγάλης χωρητικότητας πλοία. 

Λιμάνι απλόχωρο στο μυχό του αργολικού κόλπου παρέχει ασφάλεια και κίνηση σε όλη την περιοχή της Αργολικής χώρας. Ακόμα και σήμερα, που οι οδικές μεταφορές έχουν ελαττώσει την σημασία του, εξακολουθεί να συμβάλει βοηθώντας την ανάπτυξη όλης της Αργολίδας. Το Μπούρτζι σε πρώτο πλάνο, εκεί προς το τέλος του λιμανιού προβάλλει σαν γεννημένο απ’ τη θάλασσα, και η πρώτη στάση στην μικρή πλατεία, απέναντι του, αμέσως γυρνά και ‘’ξεκλειδώνει’’ το βιβλίο της ιστορίας. Η αρμονική παρουσία των χρωμάτων φαντάζει σ’ αυτή τη σύγχρονη πόλη σαν ένας τεράστιος πίνακας ζωγραφικής, λες και έχει βγει από τα παραμύθια.

Το Ναύπλιο, δημιουργήθηκε εκεί που η εύφορη Αργολική πεδιάδα συναντά την θάλασσα, στην ανατολική πλευρά του μυχού του αργολικού κόλπου, με το πιο βαθύ γαλάζιο, αρχοντικό χρώμα. Ο μυθολογικός ήρωας Ναύπλιος, γιος του Ποσειδώνα και της Αμυμώνης, θεωρείται ως ο πρώτος οικιστής της αρχαίας Ναυπλίας και αυτός που την τείχισε με κυκλώπεια τείχη. Στον Λόφο της Ακροναυπλίας έχουν βρεθεί ίχνη της πρώτης ανθρώπινης εγκατάστασης στην περιοχή όπως και λείψανα της πρώτης ακρόπολης, διάφορα αγγεία, χάλκινα όπλα που εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης. Ως το 676 π.Χ, που καταστράφηκε από τους Αργείους, το Ναύπλιο αποτελούσε αυτόνομο κράτος. Από την εισβολή των Αργείων και μετά, η τύχη του συνδέθηκε με το Άργος και έγινε το επίνειό του. Στην Ελληνιστική περίοδο, η Ακροναυπλία απέκτησε οχύρωση, τμήματα της οποίας σώζονται και σήμερα. Στην βυζαντινή εποχή τα τείχη ενισχύθηκαν. 

Ένα χρόνο μετά τον θάνατο του άρχοντα του Ναυπλίου Λέοντα Σγουρού το 1204 οι Φράγκοι με τον Γοδεφρείδο Βιλλαρδουίνο κατέλαβαν αρχικά την Κόρινθο, μετά το Ναύπλιο (1212), και τελικά, ολόκληρη την Πελοπόννησο, ιδρύοντας το Πριγκιπάτο του Μορέως. Οι οχυρώσεις του Ναυπλίου βελτιώθηκαν αλλά οι δολοπλοκίες, οι φυλακίσεις, οι πλεκτάνες αναγκάζουν τους Φράγκους το 1389 να παραδώσουν την  πόλη στους Βενετούς όπου παρέμεινε έως το 1540. Αυτά τα χρόνια μεγάλωσε η πόλη, επεκτάθηκε στην θάλασσα με τεχνητές προσχώσεις, ισχυροποιήθηκαν οι οχυρώσεις αποτελώντας έναν απόρθητο θεωρητικά, σταθμό ανεφοδιασμού, ενώ οι Βενετοί μοίρασαν πολλά προνόμια στους Έλληνες, με αποτέλεσμα η πόλη να γίνει μια από τις πιο όμορφες και πλούσιες της Ανατολής. 

Το 1540 μετά τον τρίτο πόλεμο με τους Τούρκους και μετά από επίπονη τρίχρονη πολιορκία παραδίδουν την πόλη, μεταφέροντας τους κατοίκους σε άλλες βενετικές κτήσεις. Το 1686 όμως, κατά την διάρκεια του έκτου βενετοτουρκικού πολέμου (1684 – 1689), με αρχηγό τον παλαίμαχο αρχιστράτηγο Φραντσέσκο Μοροζίνι, επιστρέφουν πανηγυρικά στο Ναύπλιο αρχίζοντας η περίοδος της δεύτερης Βενετοκρατίας (1686 – 1715). Οι Έλληνες τότε διατήρησαν όλα τους τα προνόμια και το Napoli De Romania (Ναύπλιο) έγινε πρωτεύουσα του Βασιλείου του Μορέως. Την ίδια εποχή κτίζεται και το φρούριο στο Παλαμήδι.

Όσες φορές και αν αγναντεύεις την θέα της πόλης και την θάλασσα από το τρομερό Παλαμήδι πάντα υπάρχει κάτι καινούργιο βρεις. Υπάρχουν δύο τρόποι να φτάσει ο επισκέπτης στο κάστρο. Ο ένας, είναι ο παλιός σχολικός – από τα 857 σκαλιά – (999 τα θέλει η παράδοση) που θέλει υπομονή, αριθμομνήμονα σύντροφο, αντικαπνιστική παιδεία αλλά πολλά είναι. Αν είστε αθλητικός τύπος ή θέλετε να κάνετε προπόνηση ανεβείτε τα, αλλά και πάλι πολλά είναι.          Ο δεύτερος τρόπος, είναι να οδηγήσετε από την 25ης Μαρτίου στον δρόμο για Καραθώνα, (4χλμ) που ανεβαίνει στον λόφο και σύντομα, (2 χλμ) θα σας φέρει εμπρός από την βαριά είσοδο του Παλαμηδίου. Ο Παλαμήδης, ένας από τους τρεις γιους του οικιστή Ναύπλιου, ήταν γιατρός, αστρονόμος και εφευρέτης της εποχής, (συγγενική σχέση με τους Παλαμάονες, του γένους του Ηφαίστου – Παλάμη σημαίνει επιδεξιότητα χεριού, πρακτική γνώση, τέχνασμα). Μεταξύ των ανακαλύψεών του, ήταν τα φωτεινά σήματα (φάροι), ορισμένα γράμματα του αλφάβητου, τα αγαπημένα στους αρχαίους – και τους νέους – Έλληνες, παιχνίδια των πεσσών (ζάρια), της ντάμας και των αστραγάλων. 

Από αυτόν πήρε το όνομα το Βουνό, που πάνω του, οι Βενετοί έκτισαν το αγέρωχο Παλαμήδι, στεφανωμένο με τα τείχη της Ακροναυπλίας, που κατηφορίζουν διακόσια δεκάξι μέτρα ως τη θάλασσα. Θεωρείται το πιο μεγάλο και εντυπωσιακό κάστρο στην Ελλάδα, το τελευταίο αριστούργημα της Βενετσιάνικης Αρχιτεκτονικής. Από εκεί, αγναντεύει κανείς όλον τον κόλπο, την πεδιάδα της Αργολίδας, τα βουνά της Αρκαδίας σε μια μεγαλειώδη θέα. Περνώντας την Πύλη του, ο επισκέπτης αισθάνεται πραγματικό δέος. Οι θεόρατοι προμαχώνες και το ακόμα μεγαλύτερο εξωτερικό τείχος, τα οκτώ ανεξάρτητα μεταξύ τους φρούρια, οι δίοδοι επικοινωνίας, οι αποθήκες για τα τρόφιμα, οι δεξαμενές νερού, οι πολεμίστρες, οι ζεματίστρες. 

Τα πάντα έχουν προβλεφθεί σε έναν ιδιοφυή σχεδιασμό του Δαλματού Giaxich και του Φράγκου μηχανικού La Salle, κατόπιν διοικητή και μετέπειτα προδότη, (αποκάλυψε στους Τούρκους τα σχέδια αφήνοντας το, στα χέρια τους, μαζί με τους υπερασπιστές). Η οχύρωση ολοκληρώθηκε από τον Βενετό Αρχιστράτηγο και γενικό προβλεπτή του στόλου Αυγουστίνο Σαγρέδο (Sagredo), και όλα αυτά σε μόλις τρία χρόνια (1711 – 1714). Από το γκισέ της εισόδου, είναι χρήσιμο να προμηθευτείτε τον οδηγό του σημαντικού αρχαιολογικού χώρου, είναι βέβαιο ότι θα σας βοηθήσει. Ο πρώτος προμαχώνας που βλέπει ο επισκέπτης (δεξιά) είναι αυτός του Μιλτιάδη, ο μεγαλύτερος και ανεξάρτητος από τους υπόλοιπους επτά. Σας προτείνουμε να μην πάτε ευθεία όπως δείχνουν οι πινακίδες ‘’προς φυλακή Κολοκοτρώνη’’ αλλά αριστερά στο στενότερο καλντερίμι. 

Με αυτή την κατεύθυνση θα μπείτε απ’ το πλάι στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, θα ανεβοκατεβείτε τις πέτρινες σκάλες, τις διόδους επικοινωνίας και θα φτάσετε στο εσωτερικό του, με τις τεράστιες αποθήκες και το εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα. Να δείτε την κανονική είσοδο, (από την μεριά που είναι τα σκαλιά) με το εντοιχισμένο οικόσημοτης Βενετίας, το φτερωτό λιοντάρι του προστάτη της Αγίου Μάρκου, και μετά ακολουθήστε τις πινακίδες προς το προμαχώνα του Μιλτιάδη και τα υγρά κελιά του, που φυλακίστηκε το 1834 και για 11 μήνες, (πέντε μήνες πριν την δίκη του και έξι μήνες μετά), στα χρόνια των δολοπλοκιών της Αντιβασιλείας, ο Κολοκοτρώνης. 

Κάστρα, προμαχώνες, πυργίσκοι, πολεμίστρες, λιθόστρωτα καλντερίμια, σύμβολα εξουσίας - δύναμης αλλά και καταπίεσης – αντίστασης. Πότε όμως άρχισε το Ανάπλι, (Αναμπουλού το έλεγαν οι Τούρκοι), και οι κάτοικοί του να ζουν χωρίς τον φόβο της σφαγής και της καταπίεσης από τους λογής – λογής άρχοντες. Κατά την διάρκεια του τελευταίου (7ου) βενετοτουρκικού πολέμου ολόκληρος ο Μοριάς, (το Ναύπλιο ‘’έπεσε’’ με προδοσία το 1715) περνά για ακόμη μια φορά στην τουρκική κατοχή και πλέον η Τριπολιτσά, (Τρίπολη) γίνεται η πρωτεύουσα του Μοριά. Η δεύτερη τουρκοκρατία έληξε οριστικά το 1822, όταν ύστερα από σκληρή και μακρά πολιορκία απελευθερώνεται η πόλη, καταλαμβάνονται τα κάστρα του Ναυπλίου και του Παλαμηδίου, με πρώτο τον Δ. Μοσχονησιώτη που ‘’πήρε’’ τον προμαχώνα του Αχιλλέα, και στην συνέχεια, τον Στάικο Σταϊκόπουλο που‘’πήρε’’ τον αντίστοιχο του Αγίου Ανδρέα. Η κατάληψη συνέπεσε με την εορτή του Αγίου Ανδρέα 29 – 30 Νοεμβρίου και από τότε, κάθε χρόνο την ημέρα αυτή, εορτάζεται η επέτειος της απελευθερώσεωςμε επίσημη δοξολογία.

Έξι χρόνια αργότερα, στις 7/20 Ιανουαρίου 1828, αποβιβάζεται από το αγγλικό Δίκροτο ‘’Ουάρσπιτ’’ στο Ναύπλιο, ο άνθρωπος του πνεύματος, ο πατριώτης και ιδεολόγος κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (1776 Κέρκυρα – 1831 Ναύπλιο). Γόνος παλιάς κερκυραϊκής οικογένειας (Capo d’ Istria με καταγωγή από την Δαλματία – εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα τον 14ο αι.), με σπουδές ιατρικής στην Ιταλία (Πάντοβα 1794), αναδείχθηκε στα ύπατα αξιώματα του τσαρικού υπουργείου των εξωτερικών (1814 – 1822) και πλέον, είναι ο πρώτος κυβερνήτης, ο πρώτος πολιτικός του νέου Ελληνικού κράτους, εκλεγμένος με το ψήφισμα ΣΤ’ της Γ’ εθνικής συνέλευσης της Τροιζήνας στις 2 Απριλίου 1827 με πρόεδρο τον Γεώργιο Σισίνη. 

Το 1827 – 8, το πολύπαθο Ναύπλιο ήταν ένα βρώμικο χωριό με στενά σοκάκια, ερειπωμένες παράγκες, πλινθόκτιστα σπίτια και δυσώδεις βάλτους. Όταν ήρθε ο Καποδίστριας ήταν τόση η φτώχεια, που δεν επέτρεψε να κατεβάσουν από το καράβι τα έπιπλά του. Έδωσε εντολή να τα πάνε στην Αίγινα(2), για να μην προκαλέσει με την πολυτέλεια, δεν υπήρχε άλλωστε ούτε το κατάλληλο κτήριο για να στεγαστούν. Εκεί, είχε προγραμματιστεί συνάντηση με τη Βουλή των αντιπροσώπων του έθνους. Στις 11/24 Ιανουαρίου 1828 ο Καποδίστριας έφτασε στην Αίγινα με το ‘’Ουάρσπιτ’’ συνοδευόμενος από το γαλλικό ‘’Ήρα’’ και το ρωσικό ‘’Ελένη’’, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό στην παραλία της ‘’Περιβόλας’’. Στις 26 του μηνός ορκίστηκε στον μητροπολιτικό ναό της, ως πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας και η Αίγινα έγινε η πρώτη πρωτεύουσα(3), του νεοσύστατου κράτους. 

Με εξαίρεση τα έργα στην Αίγινα, το πρώτο μέλημα του κυβερνήτη για το Ναύπλιο (1828) θεωρείται το πολεοδομικό σχέδιο της πόλης, που ανετέθη στον Κερκυραίο Σταμάτη Βούλγαρη, μηχανικό του γαλλικού στρατού, που υλοποίησαν οι αρχιτέκτονες, Θεόδωρος Βαλιάνος και Δημήτριος Σταυρίδης. Η πόλη αρχίζει να μεταμορφώνεται και στις 3 Οκτωβρίου του 1829 ανακηρύσσεται πρωτεύουσα της Ελλάδος παραμένοντας ως το 1834. Η έντονη διπλωματική δραστηριότητα που ανέπτυξε ο Καποδίστριας, έφερε γρήγορα καρπούς με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (22 Ιανουαρίου / 3 Φεβρουαρίου 1830 ‘’περί ανεξαρτησίας της Ελλάδος’’ Αγγλία – Γαλλία – Ρωσία οι πληρεξούσιοι), και την επίσημη αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους, που περιλαμβάνει πλέον εκτός της Πελοποννήσου, την Στερεά, τις Κυκλάδες και την Εύβοια. 

Τα σύνορα προβλέπονται στη γραμμή Αχελώου – Σπερχειού αφήνοντας έξω από τον εθνικό κορμό μεγάλο τμήμα της Στερεάς Ελλάδας, ιδιαίτερα της δυτικής, Ακαρνανία – Αιτωλία – Άγραφα, (για μεταβολές βλ. το άρθρο Ευρυτανία 2). Θέτει σε κυκλοφορία τα πρώτα νομίσματα(4), τους περίφημους φοίνικες, το πρώτο επίσημο ελληνικό ‘’χρήμα’’. Στο τελείωμα του 1830 στην Ελλάδα των 600.000 κατοίκων λειτουργούν 84 σχολεία με 7327 μαθητές και το καποδιστριακό ορφανοτροφείο Αίγινας με 1500 παιδιά. Στην διάρκεια των τρεισήμισι χρόνων που κυβέρνησε λειτούργησαν συνολικά 121 σχολεία και γεωργικές σχολές, όμως ο πρώτος μεγάλος σταθμός στην ιστορία των σχολικών κτηρίων και της εκπαίδευσης γενικότερα, αποτέλεσε η σύνταξη ‘’Οδηγού’’, που από τα μέσα του 1830 είναι υποχρεωτικός τόσο για το που θα εγκατασταθούν σχολεία, πως θα χτιστούν και τι κτήρια θα περιλαμβάνουν, όσο και για την ίδια τη διδασκαλία, (αλληλοδιδακτική μέθοδος τότε).

Στις μέρες του λειτούργησαν νοσοκομεία, η πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία, η σχολή Ευελπίδων Ναυπλίου, και το περίφημο οπλοστάσιο, τα μηχανήματα του οποίου είχαν έρθει από τη Γαλλία. Σε αυτό επισκευάζονταν και συναρμολογούντο τα όπλα του στρατού. Εδώ κατατάχθηκαν τα δύο παιδιά της ξεχασμένης ηρωίδας της επανάστασης Σταυριάνας Σάββαινας από το Παρόρι Σπάρτης, που πέρασε τα τελευταία της χρόνια σε ένα φτωχικό δωματιάκι στο Ναύπλιο(5). Η μάστιγα της πειρατείας, που τότε είχε κορυφωθεί, τον βρίσκει σφοδρό πολέμιο. Την καταπολεμά σε συνεργασία με  επιφανείς ναυτικούς, επικεφαλής των οποίων ορίζει τον Ανδρέα Μιαούλη (με ενέργειες του οποίου θα αποστατήσουν αργότερα η Ύδρα και η Σύρος), όμως οι δυσκολίες παραμένουν πολλές, τα συμφέροντα των μεγαλοεφοπλιστών στα νησιά τεράστια. Η λυσσαλέα αντιπολίτευση κατά του Καποδίστρια που θα αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια, με την εμπλοκή Υδραίων και Μανιατών, έχει σαν αποτέλεσμα την ακύρωση πολλών από τα επιτεύγματα του μεθοδικού Κυβερνήτη. 

Χωρίς να παραγνωρίζεται η σπουδαιότητα και η δυσκολία του έργου του, που αποτελεί την πρώτη σοβαρή απόπειρα οργάνωσης του κράτους, δεν είναι δυνατόν, ομοίως, να αγνοηθούν και τα δικτατορικά μέτρα με τα οποία θέλησε ή αναγκάστηκε να επιβάλει το πρόγραμμά του. Το αστυνομικό κράτος, τα μέτρα κατά της ελευθεροτυπίας, σχολιάζονται με δυσμένεια από την εφημερίδα ‘’Απόλλων’’, όργανο των Συνταγματικών της Ύδρας, και σφοδρών πολεμίων του. Οι αναφορές των Ερμουπολιτών, των κατοίκων της Μυκόνου, Πάρου, Άνδρου, Νάξου, Σέριφου, Τζιάς, Σπετσών, Πόρου ακόμα και της Κρήτης εναντίον του πολλαπλασιάζονται, ενώ οι μεγαλέμποροι της Σύρου διαθέτουν μεγάλα ποσά για την αντικαποδιστριακή προπαγάνδα. Ο ‘’Ρώσος ανθύπατος’’, όπως τον χαρακτήριζαν, μπαίνει στο στόχαστρο. 

Μετά από λίγους μήνες, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, ο θεμελιωτής της ανεξαρτησίας της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας κατηφορίζει με τον μονόχειρα, πιστό σωματοφύλακά του Κοζώνη προς την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, αφιερωμένη στον συμπατριώτη του Κερκυραίο Άγιο, για την πρωινή λειτουργία. Στο σκαλί της εισόδου τον περίμεναν οι φονιάδες.  Οι επίορκοι αστυνομικοί, εντεταλμένοι για την παρακολούθηση ύποπτων αντικαποδιστριακών, Γ. Καραγιάννης και Α. Γιώργης, και οι Κωνσταντίνος και Γεώργιος Μαυρομιχάλης της γνωστής Μανιάτικης οικογενείας. Η σφαίρα του Κ. Μαυρομιχάλη τον σκοτώνει ενώ η σφαίρα του Γιάννη Καραγιάννη που αστόχησε φαίνεται και σήμερα, (το ίχνος της) στην είσοδο της εκκλησίας προστατευμένη με μια μπρούτζινη κορνίζα και κρύσταλλο.

Μετά τον φόνο δημιουργείται χάος, διακόπτονται δεκάδες ζητήματα που όδευαν προς λύση, η ανοδική πορεία του κράτους ανακόπτεται και αντικαθιστάται απο μια περίοδο αποσταθεροποίησης. Στις 25 Ιανουαρίου του 1833 οι Έλληνες, πάλι με ενθουσιασμό, υποδέχονται τον ανήλικο Όθωνα (Ότο Βίττελσμπαχ), δευτερότοκο γιο του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, ως κληρονομικό βασιλιά της Χώρας, σε ηλικία 17 ετών. Τιμώμενος, αποβιβάζεται από την Αγγλική Φρεγάτα ‘’Μαγαδασκάρη’’ μαζί με τρεισήμισι χιλιάδες Βαυαρούς στρατιώτες Οι αλλαγές αρχίζουν. Από τα πρώτα βασιλικά διατάγματα που υπέγραψε, ήταν αυτό της 8ης Φεβρουαρίου 1833 που το ελληνικό κράτος έκανε επίσημο νόμισμα την δραχμή, (η οποία έμελλε να το συνοδεύει 169 χρόνια), καταργώντας τους φοίνικες του Καποδίστρια. Ακολούθησαν και άλλα, τα οποία δεν ήταν ανώδυνα για τους Έλληνες.

Μια μεγάλη βόλτα, περπατώντας, θα σας ξεδιπλώσει την αναλλοίωτη γοητεία της πόλης των δεκαεπτά χιλιάδων κατοίκων σε κάθε σας βήμα. Εκτός από τους ‘’αυστηρούς’’ μουσειακούς χώρους, που αναμφίβολα θα επισκεφθείτε, υπάρχει και ένας πανέξυπνα φτιαγμένος, μ’ αυτό το ιδιαίτερο, δημιουργικό μεράκι, που απευθύνεται στα απανταχού ‘’παιδιά’’. Αν έρθετε με πιτσιρίκια μην το χάσετε. Στο ολάνθιστο περιβάλλον του παλιού σιδηροδρομικού σταθμού έχει δημιουργηθεί ένα πρωτότυπο ‘’Μουσείο Παιδικής Ηλικίας’’(ξεχωρίζουν απ’ έξω τα χρωματιστά ‘’βαγόνια’’), από το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα ‘’Β. Παπαντωνίου’’. Από αυτόν τον χώρο έχουν περάσει χιλιάδες παιδιά παίρνοντας μέρος στα εκπαιδευτικά προγράμματα, (διοργανώνονται κάθε χρόνο), που εφαρμόζει η μουσειοπαιδαγωγός Πόπη - Ζάχου Καλκούνου. 

Ο Ο.Σ.Ε. παραχώρησε πρόσφατα δύο βαγόνια που σχεδιάζεται να μετατραπούν σε εκθεσιακό χώρο φιλοξενώντας την Ιστορία του Σιδηροδρόμου. Ο χώρος είναι ανοιχτός καθημερινά το πρωί, (10:00 – 13:00) και (17:00 – 20:00) το απόγευμα. Απέναντι από τον σιδηροδρομικό σταθμό, είναι το σπίτι του ποιητή, Νίκου Καρούζου (1926 Ναύπλιο – 1990 Αθήνα), και η προτομή του. Δυστυχώς, από αμέλεια ξέσπασε πυρκαγιά η οποία εκτός από τις ζημιές στο κτήριο, προξένησε και την απώλεια αντικειμένων του μεγάλου μας, πολυβραβευμένου ποιητή, (ανάλυση και βιβλιογραφία δες: http://book.culture.gr/logotexnes/result.html).

Ο κεντρικός δρόμος, η Βασιλέως Κωνσταντίνου ο ‘’Μεγάλος δρόμος’’ των ντόπιων, έργο του Καποδίστρια, καταλήγει στην πλατεία Συντάγματος. Αν την βαδίσετε από την αρχή, θα δείτε ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι του σιδηροδρομικού σταθμού και το τραίνο. Τα εγκαίνια της γραμμής έγιναν στις 25 Μαρτίου 1886 και το τραίνο παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι το 1963. Σήμερα μπορείτε να το δείτε σαν περιποιημένο, καλογυαλισμένο έκθεμα. Υπάρχει, πάντα, χώρος για παρκάρισμα ενώ δίπλα, βρίσκεται το θαυμάσια ανακαινισμένο νεοκλασικό κτήριο του σταθμού, που διαμορφωμένο σε αναψυκτήριο, μέσα σε ένα καταπράσινο και λουλουδιασμένο περιβάλλον, αποτελεί την ωραιότερη πρωινή εναλλακτική λύση από τα καφενεία της παραλίας. 

Ο ανδριάντας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη έφιππου να κοιτά το Παλαμήδι – έργο του γλύπτη Λάζαρου Σώχου δίπλα, και λίγα λεπτά πιο κάτω ο ανδριάντας του Ιωάννη Καποδίστρια έργο του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου. Πρόσφατα, (8 Μαΐου 2004) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος εγκαινίασε ένα κόσμημα για το Ναύπλιο, το παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης, μια ευεργεσία του κοινωφελούς ιδρύματος ‘’Αλέξανδρος Ωνάσης’’. Το ολοκαίνουργιο μουσείο στεγάζεται σε ανακαινισμένο νεοκλασικό αρχοντικό στην οδό Σιδηράς Μεραρχίας 23, κοντά στο πάρκο του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Εκθέτει μόνιμα, έργα Ελλήνων και Ξένων ζωγράφων, από τον αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, με τις υπογραφές των Βρυζάκη, Γύζη, Βολανάκη, Λύτρα, Αλταμούρα, που στο σύνολό τους συνθέτουν ένα ειρηνικό προσκλητήριο μνήμης για το μεγαλείο του αγώνα του 1821. 

Πραγματικά, καμία άλλη πόλη δεν θα μπορούσε να προσφέρει ιδανικότερο πλαίσιο για την ίδρυση ενός μουσείου για τον Αγώνα του 1821. Το καινούργιο απόκτημα του Ναυπλίου οργανώνει, εκτός της μόνιμης και περιοδικές εκθέσεις. Απέναντι από τον ανδριάντα του Καποδίστρια είναι μεγάλη η πλατεία Τριών Ναυάρχων (πρώην Ηρώων) εκεί που ήταν το πρώτο φαρμακείο τ’ Αναπλιού, του Βονιφατίου Βοναφίν. Ο πρώτος φαρμακοποιός της Ελλάδας γεννήθηκε στην Τεργέστη και ήρθε στην Ύδρα 26 χρονών. Παντρεύτηκε εκεί και άνοιξε το πρώτο του φαρμακείο, που αποτελούσε το πρώτο της Ελλάδας. Δύο χρόνια αργότερα, γνωρίζεται με τον κυβερνήτη Καποδίστρια ο οποίος εντυπωσιάζεται από τις γνώσεις του. Η συνέχεια έρχεται με την μόνιμη εγκατάστασή του στο Ναύπλιο όπου το καλοκαίρι του 1928, το φαρμακείο ‘’ο Σωτήρ’’ αρχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον υγειονομικό τομέα. 

Το πιο δύσκολο έργο στην καριέρα του ήταν η ταρίχευση του Καποδίστρια μέσα σε λίγες ώρες, την αποφράδα 27η Σεπτεμβρίου 1831. Τα σπλάχνα του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας τοποθετήθηκαν ευλαβικά, στο ιερό του Αγίου Σπυρίδωνα, για πολλά χρόνια. Το όμορφο τριώροφο κτήριο, δίπλα ακριβώς, είναι το πρώτο ελληνικό Γυμνάσιο που ίδρυσε ο Όθωνας, (το σημερινό Δημαρχείο) το 1834. Εκεί, κοντά στην οδό Αμαλίας, βρίσκεται η πρώτη σχολή Ευελπίδων, έργο κι’ αυτό, του Ιωάννη Καποδίστρια.

Στην Σοφρώνη και Βασιλέως Αλεξάνδρου στεγάζεται το Μουσείο του Λαογραφικού ιδρύματος Βασ. Παπαντωνίου που λειτουργεί από το 1974. Θεωρείται από τα πιο σημαντικά στην Ελλάδα με εννέα χιλιάδες εκθέματα, μεγάλη συλλογή παραδοσιακών φορεσιών, χρηστικά αντικείμενα απ’ όλη την Πελοπόννησο. Ο Μεγάλος Δρόμος θα σας ‘’βγάλει’’ στην πλατεία Συντάγματος, (πλατεία Πλατάνου κατά τον αγώνα του ’21 από τον πελώριο πλάτανο που υπήρχε εκεί), κέντρο της σύγχρονης πόλης, γεμάτο παιδιά με ποδήλατα κατά το απογευματάκι. Στην πλατεία δύο κτήρια θυμίζουν την τουρκική κατοχή και τα πρώτα χρόνια της Ελεύθερης Ελλάδας. 

Το πρώτο, είναι το Μεγάλο Τζαμί που στέγασε την Πρώτη Βουλή της Ελεύθερης Ελλάδας, μετά έγινε χώρος δημοσίων θεαμάτων και αργότερα φυλακή. Μέσα στο ‘’βουλευτικό’’ καταδικάστηκε ο Κολοκοτρώνης, για να μεταφερθεί στη συνέχεια αλυσοδεμένος στην Ακροναυπλία και το Παλαμήδι όπου φυλακίστηκε στον προμαχώνα του Μιλτιάδη. Στις μέρες μας φιλοξενεί το ωδείο και διάφορες εκθέσεις. Το δεύτερο, είναι το Μικρό Τζαμί που παλιότερα λειτουργούσε το Δημοτικό Σχολείο Αρρένων και στις μέρες μας φιλοξενεί κινηματογράφο και πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Απέναντι, στο τέλος της πλατείας είναι το μνημειώδες τριώροφο κτήριο του Βενετσιάνικου Στόλου που χρησίμευε σαν αποθήκη οπλισμού. Το βαρύ πέτρινο κτήριο με τις καμάρες είναι το ιταλικό κομμάτι της πλατείας κτισμένο το 1713 από τον Αυγουστίνο Σαγρέδο την ίδια περίοδο που ολοκληρωνόταν η οχύρωση του Παλαμηδίου. Από το 1930 στεγάζει το Αρχαιολογικό Μουσείο που εκθέτει θησαυρούς από το Ναύπλιο και τα προϊστορικά κέντρα της περιοχής την αρχαία Τίρυνθα και τις Μυκήνες. Σε μια πλατεία συνυπάρχουν αιώνες ιστορίας, ρυθμών, και τελικά ένα μεγαλειώδες αίσθημα αρμονίας. Άξιο μνείας είναι ότι παρά τα τόσα μνημεία, (εκκλησίες, Ακροναυπλία, Μπούρτζι, Παλαμήδι, παλιά πόλη κ.α) γεγονός παραμένει ότι το Ναύπλιο στερείται, (παρά τις υπομνήσεις) Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην αρμοδιότητα και τον έλεγχο της οποίας ανήκουν όλα αυτά. Για την παραμικρή εργασία, ακόμα και επισκευή οικίας, απαιτείται η έγκριση της 5ης Ε.Β.Α. που όμως έχει έδρα …τη Σπάρτη! 

Στη συνέχεια είναι η οδός Σταϊκοπούλου, ανακαινισμένη με ωραία πλακόστρωση από πλακάκια πέτρας, σαν ψηφιδωτό. Εδώ βρίσκεται και ευτυχώς αναστηλώθηκε, το σπίτι της φλογερής πατριώτισσας Μαντώς Μαυρογένους, που μετά την εκστρατεία και πολιορκία της Καρύστου (1823), της απονεμήθηκε, μοναδικό προς γυναίκα κατά τη διάρκεια της επανάστασης, το αξίωμα του επιτίμου αντιστράτηγου και της παραχωρήθηκε αυτό το κεντρικό σπίτι για να εγκατασταθεί. Σήμερα λειτουργεί εδώ η δημόσια βιβλιοθήκη ‘’Παλαμήδης’’ και το ιστορικό, λογοτεχνικό και φωτογραφικό αρχείο.  Όταν έγινε στο Ναύπλιο ο μεγάλος έρανος(6), (μετά την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου – 10 Απριλίου 1826), η Μαντώ Μαυρογένους ήταν από τους πρώτους που κατέθεσε στην επιτροπή εράνου χρήματα και τα πολύτιμα κοσμήματά της, με αποτέλεσμα στην μετέπειτα ζωή της, να μην ήθελαν να την δουν ούτε η μητέρα της, ούτε η αδελφή της. Από εδώ, στις 12 Αυγούστου 1824, έστειλε τις περίφημες επιστολές προς τις Παρισινές και Αγγλίδες κυρίες παρακινούμενη από το πνεύμα φιλελληνισμού που εκδηλώθηκε στην Ευρώπη και την Αμερική. Στο Ναύπλιο αναπτύχθηκε ζωηρό αίσθημα με τον Δημήτριο Υψηλάντη, που κατέληξε σε βίαια αρπαγή, υποχρεωτική μετάβαση στη Μύκονο, και εν’ τέλει απογοήτευση.

Η οδός Σταϊκοπούλου στο τελείωμά της, περνάει την Πύλη της Θάλασσας (Porta Marina) και σταματάει στην πλατεία ‘’Πέντε Αδέλφια’’ όπου το κανονιοστάσιο, η ντάπια, με τα πέντε βενετσιάνικα κανόνια στραμμένα προς την θάλασσα. Η ύπαρξη πάρκινγκ διευκολύνει τον περιηγητή που μπορεί και από εδώ να ξεκινήσει την γνωριμία με την ΑκροναυπλίαΔίπλα σας περίπου, βρίσκεται η ‘’Αμυμώνη’’, η βενετσιάνικη έπαυλη του φαρμακοποιού και πολυβραβευμένου για το συγγραφικό του έργο, Θοδωρή Κωστούρου με τον φοίνικα, που λένε ότι, ενάμιση αιώνα πριν τον φύτεψε εκεί ο ίδιος ο Καποδίστριας. Μάλιστα, τα παλιά χρόνια υπήρχε και μια αφήγηση, πιθανά ‘’ποιητική αδεία’’ του Θ. Κωστούρου που έλεγε τον εξής θρύλο για τον φοίνικα. Μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη από τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη ο κόσμος κυνήγησε τον δολοφόνο φωνάζοντας ‘’θάνατος στον δολοφόνο του κυβερνήτη – θάνατος’’, ……αυτός, τρομαγμένος έτρεχε στα στενά σοκάκια της πόλης, ….. το δέντρο τότε, ταράχτηκε σύγκορμο …… ‘’ώστε τούτος ο αγγελόμορφος δαίμονας είχε σκοτώσει τον πατέρα μιας φυλής’’ εκείνος όμως, με το μάτι σκοτεινό τρέχοντας πάντα αναμαλλιασμένος έφτασε κοντά στον φοίνικα και κοντοστάθηκε να πάρει ανάσα….το χέρι του….το ματωμένο του χέρι,  άγγιξε το κορμί του δέντρου και κείνο ρίγησε σύγκορμο από την φρίκη και τον τρόμο. Μια στιγμή κράτησε τούτο….όμως το αίμα του κυβερνήτη από την παλάμη του φονιά αλείφτηκε πάνω στο κορμί του φοίνικα. Χρόνια ολόκληρα από τότε … λένε, φαινόταν πάνω στο κορμί του δέντρου η ανόσια παλάμη του δολοφόνου.

Υπάρχουν δύο τρόποι για ανέβει κανείς στους προμαχώνες της Ακροναυπλίας. Ο πρώτος, ο εύκολος, είναι οδηγώντας και ακολουθώντας τις πινακίδες ‘’Ακροναυπλία’’ που υπάρχουν δίπλα από την νεοαναστηλωμένη ‘’Πύλη της Ξηράς’’ στο πάρκο – πλατεία Σταϊκοπούλου, (δίπλα από το δικαστικό μέγαρο). Ο δεύτερος και καλύτερος είναι να παρκάρετε στην προαναφερόμενη πλατεία των ‘’Πέντε Αδελφών’’ να δείτε την έπαυλη Κωστούρου, τον φοίνικα και στην συνέχεια να περπατήσετε δίπλα από τους ευκαλύπτους έως την ‘’Πλατεία Ψαρομαχαλά’’ λίγο πιο πάνω. Υπάρχει και εκεί παρκινγκ. Από εκεί χαθείτε για λίγο στα ανηφορικά στενορύμια της συνοικίας, τυλιχθείτε με τα χρώματα της ώχρας και τις μυρωδιές από βασιλικούς, γεράνια και αρμπαρόριζα. Τα καλντερίμια οδηγούν σε πανέμορφες λουλουδιασμένες αυλές ψαράδων, σε παλιά σπίτια με λουλακί παραθυρόφυλλα και λαδομπογιές. Άλλος κόσμος. 

Επιστρέφοντας στην πλατεία, δοκιμάστε έναν διαφορετικό τρόπο για να ανέβετε ψηλά στον βράχο της Ακροναυπλίας. Μπείτε στην μεγάλη σήραγγα που ξεκινά από εκεί, χώνεται στα σωθικά του βράχου για καμία εκατονπενηνταριά μέτρα, και συναντά……το ασανσέρ που τάχιστα θα σας βγάλει σχεδόν μέσα στο Nafplia Palace που είναι κτισμένο σε μεγάλο πλάτωμα του φρουρίου. Από εκεί, σε μια ματιά χωράει όλος ο Αργολικός κόλπος. Από το πάρκινγκ του σύγχρονου ξενοδοχείου η καλύτερη εκδοχή είναι η πεζοπορία προς την περιοχή του παλιού ‘’Ρωμέικου Κάστρου’’ που φτάνετε σύντομα (5’) στον κεντρικό δρόμο και το διάσημο Ρολόι του Ναυπλίου. Ακριβώς μπροστά στα πόδια σας τώρα, στριμώχνονται στους στενούς δρόμους και τις δρομόσκαλες το ένα δίπλα στο άλλο, τα σπίτια της μικρής παλιάς πόλης, με σκεπές από κεραμίδια, τα περισσότερα χωρίς αυλές, άλλα με μικρές και λουλουδιασμένες, όλα όμως σαν μια υπέροχη φωτογραφία.

Πραγματικά αυτό το σημείο είναι το ωραιότερο μπαλκόνι στο Ναύπλιο με την ομορφότερη θέα της πόλης και όλου του Αργολικού κόλπου. Δεν είναι τυχαίο που αναφέρετε σαν περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της χώρας μας στην έρευνα του πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π. 1999). Περπατώντας πιο κάτω φτάνετε στο ‘’Φράγκικο Κάστρο’’ που χωρίζεται από το Ελληνικό (Ρωμέικο) με ένα ενδιάμεσο τείχος και έναν πύργο που βρισκόταν εδώ για να ελέγχει την νότια πόλη και την προσπέλαση στο Ρωμέικο Κάστρο. Πανέμορφα στην όψη τα κάστρα της Ακροναυπλίας, μελετημένα και προσεγμένα στην κάθε τους λεπτομέρεια γι’ αυτό γίνεται εύκολα πιστευτό ότι τα παλιά χρόνια η Ακροναυπλία συγκοινωνούσε με το απέναντι υψωμένο φρούριο του Παλαμηδίου με μυστικό πέρασμα. Δεν μπορεί, με τέτοια εξελιγμένη οχυρωματική τέχνη αυτό φαντάζει και σήμερα πιθανό.

Η διαδρομή πια αρχίζει να κατηφορίζει και στα αριστερά σας (δεξιά αν ανεβείτε με όχημα) βρίσκεται το Kάστρο των Τόρων (Castello di Toro) ενώ από κάτω είναι η γνωστή παραλία ‘’της Αρβανιτιάς’’ που με την εύκολη πρόσβαση τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού γεμίζει γρήγορα κόσμο που ζητάει λίγη δροσιά. Απέναντι διακρίνεται από το πιο όμορφο σημείο ο προμαχώνας Ρομπέρ και τα απόκρημνα βράχια του Παλαμηδίου. Εκεί σε αυτά τα βράχια και κατόπιν στην θάλασσα έριξαν τους Αρβανίτες οι Τούρκοι (από εκεί και η ονομασία). Η εκκαθάριση  των Αρβανιτών του Ναυπλίου από τον Χασάν Πασά έγινε με τουρκική μέθοδο. Αφού τους ανέβασαν με ξύλινη γέφυρα στον προμαχώνα του Θεμιστοκλή τους έριξαν όλους μαζί από ψηλά, στα βράχια και τη θάλασσα. Ο λόγος ήταν ότι οι ντόπιοι περνούσαν τα πάνδεινα από τους καινούργιους επισκέπτες αφού εν’ το μεταξύ είχαν γίνει μεγάλες πληθυσμιακές μετακινήσεις - ήταν λίγα χρόνια μετά την κατάληψη του κάστρου - και οι ληστείες, οι φόνοι, και οι κάθε είδους αγριότητες τους εξώθησαν να ζητήσουν την συνδρομή του Σουλτάνου. Άλλη άποψη αναφέρει ότι έτσι τους ‘’πλήρωσαν’’ οι ομόθρησκοί τους Τούρκοι για την βοήθεια που τους πρόσφεραν εναντίων των Ελλήνων που είχαν ξεσηκωθεί στα Ορλωφικά.

Σταθμός απαραίτητος στην Ακροναυπλία, είναι το εκκλησάκι της Παναγίτσας Κατακρυμμένης πίσω από το Nafplia Palace, εκεί, που η χερσόνησος πλησιάζει την Θάλασσα. ‘’Εκεί κάτω από τις φυλακές, υπάρχει μια μικρή εκκλησία με κάτασπρους τοίχους ‘’που με συγκίνησε όσο λίγα πράγματα στην ζωή μου’’ δήλωνε το 1955 ο Ζεράρ Φιλίπ, όταν επισκέφθηκε το εκκλησάκι. Πράγματι, εδώ που περπατάμε και θαυμάζουμε την θέα υπήρχαν οι σκληρές φυλακές της Ακροναυπλίας που στα χρόνια πριν και μετά τον Β’ Π.Π. φυλακίζονταν οι πατριώτες(7) αγωνιστές του ΕΑΜ και άλλοι. Πάνω στον δρόμο, υπάρχει αναμνηστική στήλη, όμως η μνήμη όλων ψάχνοντας ….δεν μπορεί, θα βρει στο τέλος,  κάποιο παλιό δημοτικό τραγούδι που αναφέρετε στου Παλαμηδιού τις φυλακές, ή το γνωστό σε όλους ζεϊμπέκικο του Μάρκου Βαμβακάρη, ‘’αντιλαλούν οι φυλακές’’, τ’ Ανάπλι και Γεντικουλές. Δεν μπορεί…τα σκληρά κάστρα θέλησαν να μιλήσουν, και το τραγούδι του Μάρκου έρχεται αυθόρμητα στα χείλη έτσι…..σαν μνημόσυνο…για τους φυλακισμένους που έφτασαν μέχρις εδώ.  Δίπλα από το εκκλησάκι της Παναγίας (αριστερά) έχουν ανοιχτεί δεκαπέντε αναρριχητικές εκπαιδευτικές διαδρομές για τους απανταχού λάτρεις της αναρρίχησης. Στη βάση των πεδίων υπάρχει γραμμένο το όνομά τους και ο βαθμός δυσκολίας.

Ο παραλιακός δρόμος θα σας φέρει σίγουρα στο τεράστιο πάρκινγκ, (Μιαούλη 2) και την καφετέρια Napoli di Romania για καφέ, όση ώρα θα περιμένετε τα μικρά καϊκάκια που κάνουν εκδρομές, να σας περάσουν απέναντι στο Μπούρτζι. Το επιθαλάσσιο οκταγωνικό κάστρο – πύργος με περίβολο εκατόν πενήντα μέτρων, χτίστηκε απο τους βενετούς αρχιτέκτονες Γκαμπέλο - Μπρανκαλεόνε γύρω στα 1471 και αναπαύεται στη μέση του λιμανιού πάνω στο αλλοτινό μικρό ξερονήσι. Αρχικά η ιστορική νησίδα ονομαζόταν ‘’των Αγίων Θεοδώρων’’ λόγω της ύπαρξης μικρής εκκλησίας, μετά την οχύρωσή της μετονομάστηκε σε Scoglio di S. Theodoro και Castellum de Scoglio, αργότερα ‘’passage’’, και σήμερα λέγεται ‘’Μπούρτζι’’ από την τούρκικη παραφθορά της λέξης ‘’πύργος’’. Το φρούριο, προστάτευε από βορειοδυτικά την πόλη, με τις βαριές ποντισμένες αλυσίδες που ‘’έπιαναν’’ κάθε νύχτα, μέχρι την απέναντι ακτή, ασφαλίζοντας την είσοδο στο λιμάνι, λειτουργώντας σαν ασπίδα προστασίας από τις λεηλασίες των κουρσάρων. Τότε λεγόταν, Porto Catena – το λιμάνι της Αλυσίδας. Το Μπούρτζι, ένα ξερονήσι, που οι Βενετσιάνοι το μετέτρεψαν σε θαλάσσιο κάστρο, και που πολύ αργότερα κατέληξε να γίνει τόπος διαμονής των δημίων για τους θανατοποινίτες του Παλαμηδίου. Λειτούργησε για ένα μικρό διάστημα σαν ξενοδοχείο και σήμερα είναι ιδανικό για βραδινό περίπατο ή πολύ πρωινή βόλτα. 

Η ζωντάνια του Ναυπλίου θα σας σαγηνέψει, οι βαριές μνήμες θα σας ταξιδέψουν…..παρατηρήστε την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα (1702), εκεί που ‘’έφυγε’’ ο Ι. Καποδίστριας. Δίπλα της σχεδόν, η πλατεία Άγγελου Τερζάκη με την κατοικία και την προτομή του σπουδαίου Ναυπλιέως λογοτέχνη και ακαδημαϊκού, Άγγελου Τερζάκη (1907 Ναύπλιο – 1979 Αθήνα), αξεπέραστου μυθιστοριογράφου, διηγηματογράφου, δοκιμιογράφου και θεατρικού συγγραφέα, (ανάλυση και βιβλιογραφία δείτε στο Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών: http://book.culture.gr/1935/detail.asp?ID=394). Ο Άγγελος Τερζάκης, πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο και έγραψε γι’ αυτό, στο αλησμόνητο βιβλίο του, ‘’Ελληνική Εποποιία - 1940 - 1941’’ που πρωτοκυκλοφόρησε το 1964, κάνοντας από τότε έως σήμερα αλλεπάλληλες εκδόσεις με τελευταία το 2002. Να το βρείτε στο βιβλιοπωλείο της Εστίας.

Δείτε την ιστορική εκκλησία του Ναυπλίου, σημερινή μητρόπολη, τον Άγιο Γεώργιο (16ου αι.), που οι  Βενετοί χάρισαν στην πόλη, στολίζοντάς την με τοιχογραφίες και εικόνες πιστά αντίγραφα μεγάλων Ιταλών Ζωγράφων. Στον ναό αυτόν, έγινε η επίσημη υποδοχή του Μοροζίνι και ο τελευταίος αποχαιρετισμός του προαναφερθέντος και των Ιωάννη Καποδίστρια (1831), Δημητρίου Υψηλάντη (1832), Παλαιών Πατρών Γερμανού (1824). Επίσης εδώ μπορείτε να θαυμάσετε αντίγραφο του μυστικού δείπνου του Λεονάρντο ντα Βίντσι, και μια έκπληξη! τον πορφυρό θρόνο του βασιλιά Όθωνα. 

Στο δικαστικό μέγαρο υπάρχουν οι προτομές των δύο δικαστών Γ. Τερτσέτη – Γ. Πολυζωίδη, οι μόνοι που έμειναν αθάνατοι από τη σύνθεση εκείνου του δικαστηρίου, αυτοί που αρνήθηκαν να υπογράψουν την απόφαση – ντροπή για την καταδίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Φεύγοντας, κοντά το κοιμητήριο της πόλης, στην συνοικία Πρόνοια  υπάρχει ο βράχος με το εκκλησάκι των Αγίων Πάντων, πάνω στον οποίο είναι λαξεμένος από το 1836 ο θλιμμένος ‘’Λέων των Βαυαρών’’, έργο του γερμανού γλύπτη Ζίγκελ, κατά παραγγελία του βασιλιά Λουδοβίκου των Βαυαρών και πατέρα του Όθωνα. Είναι αφιερωμένος στην μνήμη των Βαυαρών αξιωματικών και στρατιωτών, που έπεσαν θύματα ασθενειών το 1833 - 1834. Ήταν οι ίδιοι στρατιώτες που συνόδευαν στην άφιξή του τον Όθωνα, και είχαν επιφορτιστεί την τήρηση της τάξης και την εκπαίδευση του στρατού. Όσοι δεν πέθαναν από την επιδημία του τύφου ακολούθησαν τον βασιλιά στην Αθήνα ενώ άλλοι γύρισαν στη Βαυαρία.

Το παλιό Ναύπλιο ήταν και παραμένει από τα σημαντικότερα ‘’ζωντανά’’ μνημεία της σύγχρονης ιστορίας. Ήδη από το 1962 είχε χαρακτηρισθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και από το 1989 έχουν οριστεί αυστηροί όροι δόμησης και χρήσης γης. Βέβαια καταστροφές και αλόγιστες επεμβάσεις δεν έλειψαν παρά τις κριτικές για την ‘’αξιοποίηση’’ που υπήρχαν από παλιά. Αναφέρουμε εδώ μια, από το ενδιαφέρον βιβλίο του Θοδωρή Γκόνη ‘’ Ναύπλιο – μια πόλη στη λογοτεχνία’’ – εκδόσεις Μεταίχμιο, .….σημειώνει ο Άγγελος Τερζάκης ότι το Ναύπλιο αλλάζει χαρακτήρα(8) απ’ αυτούς που υποτίθεται ότι το αγαπούν, σκεπτόμενοι…..πρακτικά. «…Αχ αυτό το πρακτικό πνεύμα, που δεν ξέρει ότι υπονομεύει το πρακτικό ακριβώς πνεύμα! Τι θ’ αξιοποιείται τουριστικά στο Ναύπλιον αύριο όταν το Ναύπλιον θα έχει πάψει να υπάρχει;». 

Αυτό μας θύμισε, όταν ρωτήσαμε για το σπίτι (του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη), που γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1832 ένας από τους κορυφαίους των Ελλήνων Πολιτικών, ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο ‘’πατέρας’’ του κοινοβουλευτισμού και της πρώτης σημαντικής φάσης της εκβιομηχάνισης της Ελλάδας. Ακόμα, στις μέρες μας, κουβεντιάζουμε για τους πρώτους σιδηρόδρομους, τη διώρυγα της Κορίνθου, την αποξήρανση της Κωπαΐδας(9) ή ακόμα για το όραμά της ζεύξης Ρίου – Αντίρριου (10). Το σπίτι γκρεμίστηκε και δεν υπάρχει κάτι να θυμίζει τον επιφανή πολιτικό. Ευτυχώς όμως, μέσα στις απώλειες δεν περιλαμβάνονται οι αναμνήσεις, τα ιστορικά γεγονότα, οι προσωπικότητες και οι αγωνιστές που πέρασαν από αυτό τον ιστορικό χώρο, που πραγματικά, συνθέτουν την νεότερη ιστορία της χώρας. Σαν τέτοια θα πρέπει να αντιμετωπίσετε την περιήγησή σας.  

Η θάλασσα του Ναυπλίου προσφέρεται για κολύμπι διαθέτοντας αρκετές οργανωμένες παραλίες. Την γνωστή Αρβανιτιά (2 χλμ), την κοσμική Καραθώνα (4 χλμ) με άμμο, τεράστιους ευκάλυπτους, μπαράκια και ψαροταβέρνες ή μακρύτερα στο θρυλικό Βιβάρι. Το ‘’Νεράκι’’ είναι μια όμορφη παραλία, στη μέση περίπου της απόστασης μεταξύ της παραλίας Καραθώνα και Αρβανιτιάς. Εκεί έχουν ανοιχτεί οι δεύτερες στην περιοχή αναρριχητικές διαδρομές (27 προς το παρόν), που μαζί με της Παναγίας Κατακρυμμένης (15 διαδρομές) έχουν δημιουργήσει δύο από τα ομορφότερα πεδία στη Χώρα (δες αναλυτική περιγραφή και βαθμούς δυσκολίας στις Κορφές τ.126 σελ 8, τ.156 σελ 26 και τ.177 σελ 30, επίσης την καινούργια ‘’Άρτεμις’’ στο τ.190 σελ 26.). Δράστες τόσο της εξαιρετικής εργασίας, όσο και του εξοπλισμού των διαδρομών οι Άρης Θεοδωρόπουλος, Θωμάς Μιχαηλίδης με την πολύτιμη συνδρομή του Χ.Ο.Σ Άργους και ιδιαίτερα του Θάνου Σωτηρόπουλου. Στην βάση όλων των διαδρομών υπάρχει γραμμένο το όνομά τους και η δυσκολία. 

Εμποτισμένη από τη νοσταλγία, η πόλη του Ναυπλίου, φιλόξενη και μοναδική είναι μια γοητευτική σύνδεση, ένας δεσμός, με μοναδικά κάστρα, κομψά νεοκλασικά κτήρια, μαρμάρινα πεζοδρόμια, βενετσιάνικα μπαλκόνια, τούρκικες κρήνες, σιδερένια κανόνια και άγκυρες. Σαν ανοιχτό ιστορικό λεύκωμα από τον Ναύπλιο των αρχαίων χρόνων, το βυζάντιο, τους κατακτητές Φράγκους, Βενετούς, Οθωμανούς μέχρι τον Καποδίστρια, τον Πρώτο Κυβερνήτη της Χώρας και τον Όθωνα, τον ‘’Ελέω Θεού’’ βασιλιά των Ελλήνων. 

Μπορεί να ‘’έχασε’’ την πρωτοκαθεδρία από την Αθήνα, αυτό το ‘’το άθλιο χωριό των εκατόν εξήντα σπιτιών’’ που μέχρι τα χρόνια μας δεν αξιώθηκε να αγαπηθεί από κανέναν, αλλά κέρδισε με περγαμηνές στην αιωνιότητα, αυτό που πραγματικά οφείλει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού. Την αυθεντική γραφική της ατμόσφαιρα και τους δεσμούς της με το παρελθόν, που τελικά, απελευθερώνουν όλον τον ρομαντισμό του περιηγητή – επισκέπτη. 

Σημειώσεις:

(1)Κατά την κάθοδο των Γερμανών στην Πελοπόννησο (24 – 25 Απρ 1941) επιβιβάστηκαν στα πλοία του στόλου και διέφυγαν από το λιμάνι του Ναυπλίου 6685 Άγγλοι στρατιώτες. Το επόμενο διήμερο (26 – 27 Απρ) έφυγαν από το Ναύπλιο και το Τολό 4527 Άγγλοι στρατιώτες. Δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί οι 2200 της οπισθοφυλακής οι οποίοι στις 28 Απριλίου 1941 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι στα ίδια λιμάνια.

(2) Την εποχή αυτή χτίστηκαν περίλαμπρα κτήρια στο νησί. Μεταξύ αυτών, το Κυβερνείο, ένα απλό διώροφο σπίτι που στο ισόγειο είχε το νομισματοκοπείο, στο πρώτο όροφο είχε το γραφείο του ο Καποδίστριας και στα άλλα υπήρχαν τα γραφεία του Σ. Τρικούπη και των υπαλλήλων της Κυβέρνησης. Μέχρι τις μέρες μας άλλαξε πολλές χρήσεις, σήμερα στεγάζει το Ιστορικό Αρχείο Αίγινας.

(3)Το Σεπτέμβριο του 1826 εγκαταστάθηκε στην Αίγινα η έδρα της Ελληνικής Διοίκησης και τον Ιανουάριο του 1828 η πρώτη υπό τον Καποδίστρια Ελληνική Κυβέρνηση. Έτσι η Αίγινα είχε την ιστορική τύχη να είναι η Πρώτη Πρωτεύουσα του νεώτερου Ελληνικού κράτους για δύο σχεδόν χρόνια (1828 – 1829). Δείτε στην φωτογραφία ‘’Γενική Εφημερίς’’ μια από τις πρώτες εφημερίδες του νεοσύστατου κράτους που τυπωνόταν στην Αίγινα.

(4)  Οι ασημένιοι πρώτοι Φοίνικες και οι  χάλκινες υποδιαιρέσεις του ενός, πέντε και δέκα λεπτών κόπηκαν στην Αίγινα τον Ιούλιο του 1829 στο ισόγειο του Κυβερνείου. Με απόφαση της κυβέρνησης ορίστηκε η ισοτιμία του νέου νομίσματος: ένας φοίνικας ίσος με 1/6 του Ισπανικού δίστηλου (κολονάτο) και ένα λεπτό ίσο με έναν Τουρκικό παρά. (Ιστορία του Ελληνικού χαρτονομίσματος σ. 8). Τον Ιούνιο του 1831, μετά την αποτυχία της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας, ο Ιωάννης Καποδίστριας αποφασίζει την έκδοση χαρτονομίσματος. Με το ψήφισμα ΚΖ’ της 17ης Ιουνίου 1831 αποφασίζεται η έκδοση χαρτονομισμάτων των 5, 10, 50, και 100 φοινίκων, συνολικού ύψους 3.000.000 φοινίκων με ημερομηνία 1η Ιουλίου 1831. Τα χαρτονομίσματα, είχαν ακανόνιστα κομμένη την αριστερή τους πλευρά για τον έλεγχο της γνησιότητας. (Ελένη Μπίστικα, από την παρουσίαση του βιβλίου ‘’ Το Ελληνικό χαρτονόμισμα – μια διαδρομή, 1822 - 2002‘’: Εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή  Σαββατοκύριακο 31/12/05 – 1/1/06, (έτος 87ο, φύλλο 26169), σ. 2.

(5)  Κούλα Ξηραδάκη «Γυναίκες του ‘21», εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα (1995)198.

(6)  Το 1824 ήρθε από το Βουκουρέστι στην Ελλάδα, ο Αναστάσιος Γεννάδιος (1786 - 1854). Αλησμόνητη παρέμεινε η δράση του στο Ναύπλιο το 1826. Ήταν αυτός, που με την εμπνευσμένη ομιλία του στον μεγάλο έρανο και το παράδειγμά του, συνετέλεσε ώστε να συγκεντρωθούν χρήματα και να συσταθεί στρατιωτική δύναμη. Ήταν τόσο συγκλονιστική η ομιλία ώστε μέχρι και η ζητιάνα ψωροκώσταινα, (που χρησιμοποιούμε σαν έκφραση ακόμα σήμερα) έδωσε χρήματα.

(7)Στην έναρξη της εισβολής των Ιταλών (Οκτ 1940) υπήρχαν σε 22 φυλακές, στρατόπεδα και νησιά 2000 στελέχη και μέλη του ΚΚΕ, με τους ηγέτες του. Ο γραμματέας του κόμματος, Ν. Ζαχαριάδης τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ της αντίστασης στην ιταλική επίθεση. Επιστολή του, με παροτρύνσεις στους Έλληνες κομουνιστές, δημοσιεύτηκε στις 31 Οκτωβρίου 1940 στις εφημερίδες. Την ίδια ημέρα, οι κρατούμενοι στις φυλακές Ακροναυπλίας, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον Ζαχαριάδη, έστειλαν ανάλογο υπόμνημα στον πρωθυπουργό Ι. Μεταξά, (Σόλων Γρηγοριάδης – Εποποιία και Κατάρρευση / εκδ. Φυτράκης – Αθήνα 1976, σελ 140). Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου δεν έκανε δεκτό το αίτημα, με αποτέλεσμα χίλιοι εξόριστοι στα νησιά και την Ακροναυπλία, εκατοντάδες πολιτικοί κρατούμενοι (Κέρκυρα, Αίγινα, Αβέρωφ κ.τλ) να εκτελεστούν ομαδικά από τους Γερμανούς, (Θάλεια Ζαΐμη – Ο Ιπποκράτης Ζαΐμης και η εποχή του / εκδ. Απόπλους – Σάμος 2004, σελ 119, 159, 176).

(8)Οι ανησυχίες του Άγγελου Τερζάκη καταγράφονται επίσης, από τον κοινωνιολόγο Κανέλλο Κανελλόπουλο, δείτε στο ένθετο επτά ημέρες της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή 12/11/95: ‘’Το ιστορικό Ναύπλιο’’ το άρθρο Πνευματικοί Άνθρωποι, σσ. 24 - 25.

(9) Εξαιρετική η συνέντευξη του Ηλία Μαριολάκου στο Νίκο Καρρά στο περιοδικό Κορφές τ.127 σελ. 34, με θέμα την αειφόρο ανάπτυξη και παράδειγμα την Κωπαΐδα.

(10)Φως στην προϊστορία του έργου της ζεύξης και τις ομιλίες του Τρικούπη στη βουλή, δείτε στην εφημερίδα Ημερησία 4 – 5 Σεπτεμβρίου (2004) 46.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 27520

ΔΙΑΜΟΝΗ: Nafplia Palace 28981 www.nafplionhotels.gr  Αμαλία 24401 www.amalia.gr  Καποδίστριας 29366 www.greek-tourism.gr/nafplio/kapodistrias Ίλιον 24497 www.ilionhotel.gr Αγαμέμνων 28021, Λόρδος Βύρων 22351, Ξενώνες ‘’Όμορφη Πόλη’’21565, Ακροναυπλία 24418, Ιππολύτη 96088, Ναυσιμέδων 25060, Αμυμώνη 99477.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην Ασίνη το πολύ καλό ‘’Καστράκι’’ 59386, Στο Δρέπανο το επίσης καλό ‘’Lefka beach 92394, Στην Πλάκα Δρεπάνου 92376, 92121, στην Κάντια 91353, 94366, στην Ίρια το ‘’Ποσειδών’’ 91341, 94253.

ΦΑΓΗΤΟ: Στην παραλία και στην οδό Σταϊκοπούλου τα περισσότερα εστιατόρια ταβέρνες και ψησταριές. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Παραδοσιακό εστιατόριο Ελλάς (το πρώτο του Νεοελληνικού κράτους - εδώ γυρίζονται οι διαφημίσεις του Λουμίδη) Πλατεία Συντάγματος 27278. Παλιά ταβέρνα (από το 1810), και για φρέσκα θαλασσινά στο Μαγεμένο Κάστρο.  Δοκιμάστε τοπικό ούζο με απροσδιόριστους και παραπάνω βαθμούς.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Ναυπλίου 23332, τουριστικές πληροφορίες 24444, e – mail: Α’ Βοήθειες 27309, Αστυνομία 22100, Τουριστική αστυνομία 21051, Λιμεναρχείο 27022. Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ – Ενοικιάσεις: Καλκανάκος Παναγιώτης Πολυζωίδου  8, 21407, Καλκανάκος Παναγιώτης, Τσιλικανίδου 3, 27183, Νταής Χρήστος, 5ο χλμ Λ. Ναυπλίου - Άργους, Μπολάτι, 2751069697, 2752022022, Τσιρίκος Παναγιώτης Λ. Ναυπλίου - Τολού, Λευκάκια, 2752061546, Γιώργος Μαλιαρός ‘’artofracing’’.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.argolida.gr  www.nafplio.gr www.nafplionet.gr www.rodosport.gr/enlefko/nafplio.htm Ιδανική εποχή όλοι οι χειμωνιάτικοι μήνες, το Πάσχα, η Άνοιξη. Όλες οι τράπεζες διαθέτουν Α.Τ.Μ. Μουσεία: Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα ‘’Β. Παπαντωνίου’’ Βασιλέως Αλεξάνδρου 1 Παλιά Πόλη 28379, γραφεία 28947, Παιδικό μουσείο 23792. Αρχαιολογικό, στην πλατεία Συντάγματος 27502, Πολεμικό, στην παλιά σχολή Ευελπίδων 25591, Κομπολογιού, Σταϊκοπούλου 25, 23329, 21618. Παράρτημα Εθνικής Πινακοθήκης, Σιδηράς Μεραρχίας 23 - Τρίτη κλειστά 21915, 21935. Κάστρο Παλαμηδίου – Αρχαιολογικός Χώρος 28036,είσοδος 4 EUR, Ανοιχτά από Απρίλιο έως Οκτώβριο 08:00 – 18:45, από Νοέμβριο έως Μάρτιο 08:30 – 15:00, κλειστά 25/26 Δεκεμβρίου, 1η κάθε έτους, 25η Μαρτίου, 1η Μαΐου, Πάσχα. Καϊκάκια για Μπούρτζι (κόστος 5 EUR) ‘’το Αναπλάκι’’ 6945576468 εκτός από την βόλτα στο νησάκι, αναλαμβάνει και νυχτερινό θαλάσσιο περίπατο μέχρι τις 01:00 το βράδυ με τιμή κατόπιν συμφωνίας. Το ίδιο ισχύει και για τον αδελφό του Γεράσιμο Καλαθά και το σκάφος ‘’Ρεμπέκα – Ιωάννα’’ 6942423646, 2752024908 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στο Ναύπλιο όλες οι εταιρείες, στον δρόμο για την Ασίνη και το Τολό τέσσερα.

ΧΑΡΤΕΣ: Παλιός, Καλός, πιθανόν εξαντλημένος ο χάρτης ‘’Αργολίδα – Κορινθία’’ σε κλίμακα 1:200.000 των εκδόσεων Μποζινάκη.Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 2 ‘’Νομός Αργολίδας’’, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Τάσου Βουρνά Η δολοφονία του Καποδίστρια, Έλσης Σπαθάρη Ναύπλιο – Παλαμήδι, Πελοπόννησος από τις εκδόσεις Explorer και Πελοπόννησος των Καρποδίνη – Δημητριάδη από την εκδοτική Αθηνών. Στην έκδοση περιλαμβάνετε χάρτης της Πελοποννήσου, και όλα τα μουσεία και οι Αρχαιολογικοί χώροι με πανέμορφη φωτογράφηση.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΦΙΛ.Μ.Α. (Φίλοι Μοτοσυκλέτας Αργολίδας) Θερμογιάννη 19, Ναύπλιο 26830, Γ. Γραμματέας Σοφοκλής Παπαγεωργόπουλος 6977649796, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. Ανοιχτά κάθε Τετάρτη τον χειμώνα από τις 20:00 και το καλοκαίρι από τις 21:00. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για το ΝΑΥΠΛΙΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Κωνσταντίνου Κούρκουλα / Λεύκωμα διδασκάλων του Γένους / Ο.Ε.Δ.Β. / Αθήνα 1971

  • Τάσος Βουρνάς / Η Δολοφονία του Καποδίστρια / εκδόσεις Φυτράκη / Αθήνα 1976

  • Γιάννη Π. Γκίκα / Κάστρα – Ταξίδια / τομ Γ’ εκδόσεις Αστήρ / Αθήνα 1985
  • Κούλα Ξηραδάκη / Γυναίκες του ’21 / εκδόσεις Δωδώνη / Γιάννινα 1995
  • Θανάση Χρήστου / Τα σύνορα του Ελληνικού Κράτους και οι διεθνείς συνθήκες (1830 – 1947) τομ Α’ / εκδόσεις Δημιουργία / Αθήνα 1999
  • Έλσης Σπαθάρη / Ναύπλιο – Παλαμήδι / εκδόσεις Έσπερος / Αθήνα 2000
  • Η ιστορία του ελληνικού χαρτονομίσματος / εκδόσεις Finatec Α.Ε. / Αθήνα 2001
  • Όθων Τσουνάκος / Δραχμούλα μου καλό σου ταξίδι / εκδόσεις Ηλιοτρόπιο / Αθήνα 2001
  • Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Θοδωρής Γκόνης / Ναύπλιο, μια πόλη στη Λογοτεχνία / εκδόσεις Μεταίχμιο / Αθήνα 2004

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ελένη Οικονομοπούλου / Ναύπλιο / περιοδικό Κόσμος τ.10 / Μάρτιος 1995
  • Το ιστορικό Ναύπλιο – συλλογικό / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 12/11/95
  • Άγγελος Μακρής / Πρωτεύουσα σχέση / περιοδικό RIDER τ.14 / Μάιος 1996
  • Δημήτρης Παπατριανταφύλλου / Ναύπλιο / περιοδικό Κόσμος τ.18 / Αύγουστος 1996
  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσεις AD & ED / Αθήνα 1997
  • Κατερίνα Πλασσαρά / Ναύπλιο ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο / περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα τ.18 / Φθινόπωρο 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Αποκριά στο Ναύπλιο / περιοδικό VITA τ.46 / Φεβρουάριος 2001
  • Μάρθα Κορινθίου / WeekendZone / περιοδικό Voyager / Ιούνιος – Ιούλιος 2001
  • Κύρος Κόκκας / Ναύπλιο το Αρχοντικό της Αργολικής Γης / περιοδικό Γαιόραμα τ.57 / Σεπτ – Οκτ 2003
  • Άρης Θεοδωρόπουλος / αναρρίχηση Ναύπλιο / περιοδικό Κορφές τ.169 Σεπτ – Οκτ 2004
  • Γιώργος Σταματίου / Άγγελος Τερζάκης και Ναύπλιο / περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα τ.42 Νοεμ – Δεκ 2004
  • Ναύπλιο / Συλλογική εργασία / Περιηγήσεις τ.19 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 21 Αυγούστου 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Νίκου Μαστροπαύλου / Το Μπούρτζι του Ναυπλίου / ένθετο Ταξίδια Νο 24 εφημ. Βήμα 5 Οκτωβρίου 1997

 Οι 449 Περιοχές Ιδιαιτέρου Κάλλους της Ελλάδας (4607 λέξεις)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2006

Πρόγραμμα «Φιλότης» 

Η Ελλάδα είναι κυρίως, ηπειρωτική χώρα με τεράστιο αποθεματικό ιστορικών τόπων, μνημείων ανθρώπινου πολιτισμού, πλούσια σε τοπία και φυσικό περιβάλλον με δεκάδες είδη αυτοφυούς χλωρίδας και μεγάλων, πυκνών δασικών εκτάσεων που δημιουργούν φιλόξενο περιβάλλον για χιλιάδες φυτικά και ζωικά είδη. Πολλές από αυτές τις περιοχές τις γνωρίζουμε ή έχουμε σκοπό να το κάνουμε μέσα από τα ταξίδια, που ολοένα πιο πολύ φαντάζουν, και είναι, απαραίτητα για την εξισορρόπηση του άγχους που δημιουργούν οι καινούργιες συνθήκες εργασίας, κυρίως όμως, οι μεγαλουπόλεις.  

Οι επεμβάσεις του ανθρώπου σ’ αυτά τα φυσικά οικοσυστήματα, οι κάθε είδους παραγωγικές δραστηριότητες μεταβάλουν στο πέρασμα του χρόνου το περιβάλλον, και όπως αποδείχθηκε(1) πρόσφατα και το κλίμα, ενώ οι συνέπειες από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων γίνονται ολοένα και πιο αισθητές. Όλα αυτά, και κυρίως ο ορατός πλέον κίνδυνος εξαφάνισης πολλών ειδών αυτοφυούς χλωρίδας και άγριας πανίδας καθώς και ο κίνδυνος υποβάθμισης πολλών οικοτόπων είχε σαν αποτέλεσμα την κινητοποίηση για τη λήψη μέτρων που σκοπό έχει την προστασία και διατήρηση της φυσικής κληρονομιάς. Αυτή η προσπάθεια που καταβάλει ο άνθρωπος για τη διατήρηση της φύσης ξεκίνησε ήδη πριν από ενάμισι αιώνα, από τα κράτη που είχαν λύσει τις βασικές τους ανάγκες, και είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία προστατευόμενων περιοχών. 

Ως πρώτη προσπάθεια για τη θεσμοθέτηση αυτών των περιοχών θεωρείται η ίδρυση του Εθνικού Πάρκου Yellowstone(2), το 1872, αν και είχε προηγηθεί το 1864 η ίδρυση του Εθνικού Δρυμού(3) Yosemite στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. Από τότε έως σήμερα, έχουν κηρυχθεί σε όλον τον κόσμο χιλιάδες προστατευόμενες περιοχές. Η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης (σταυροδρόμι τριών Ηπείρων και βιογραφικών περιοχών), της μεγάλης ποικιλίας κλιματικών συνθηκών και της γεωμορφολογίας (έντονα ορεινό ανάγλυφο, κοιλάδες, λίμνες, χιλιάδες νησιά), παρουσιάζει σε σχέση με την έκτασή της, μεγάλη βιοποικιλότητα.  

Η έννοια της προστασίας της φύσης αναγνωρίστηκε και εκφράστηκε για πρώτη φορά με την κήρυξη του Ολύμπου σε Εθνικού Δρυμού με πυρήνα 40.000 στρ., ήδη από το 1938 (9 Ιουνίου). Την πρώτη αυτή περιοχή που χαρακτηρίστηκε «Εθνικός Δρυμός» και προστατεύεται με ειδικό καθεστώς ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, άλλες εννέα(4). Σήμερα, εικοσιτρείς περιοχές(5) χαρακτηρίζονται με τον όρο «Εθνικά Πάρκα» και προστατεύονται από την εθνική νομοθεσία, (Ν.1650/86, ο αρχικός νόμος πλαίσιο (ΦΕΚ 160/Α/16.10.86), για την προστασία του περιβάλλοντος που συμπληρώθηκε από το Π.Δ. 67/1981 (ΦΕΚ 23/Α/30.1.81) τον Ν. 2742/99 και τον Ν. 3044/02), αλλά και από τα πλαίσια που έχουν θέσει οι διεθνείς συμβάσεις, σημαντικότερες(6) από τις οποίες είναι: 

  • «Συμφωνία επί των Διεθνούς ενδιαφέροντος Υγροτόπων», γνωστή περισσότερο ως Σύμβαση Ραμσάρ, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 1974 με το Ν.Δ.191/1974 (ΦΕΚ 350/Α/20.11.1974) και στην οποία έχουν περιληφθεί οι έντεκα υγρότοποι(7) της χώρας.
  • «Σύμβαση της Βέρνης» (Συμβούλιο της Ευρώπης, 19/9/1979) για τη διατήρηση της άγριας ζωής, χλωρίδας και πανίδας, των απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών και των μεταναστευτικών πουλιών, Ν. 1335/1983 (ΦΕΚ 32/Α/14.3.83).
  • «Σύμβαση Cites» για το διεθνές εμπόριο άγριων ειδών πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση Ν. 2055/1992 (ΦΕΚ 112/Β/1.3.85).
  • «Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα» του ΟΗΕ (Ρίο,5/6/1992) για τη διατήρηση και προστασία της βιολογικής ποικιλότητας. Ν. 2204/1994 (ΦΕΚ 59/Α) και απόφαση 93/626/ΕΟΚ του Συμβουλίου, Αριθ.L 309, 13/12/1993
  • «Σύμβαση της Βόννης» για τη διατήρηση των μεταναστευτικών ειδών της άγριας πανίδας (Βόννη, 1979) που τέθηκε σε ισχύ το 1983, με σκοπό την προστασία των πτηνών, θηλαστικών, Ψαριών και ασπόνδυλων. 

Στα πλαίσια της Ε.Ε. δύο είναι οι πιο σημαντικές Οδηγίες: 

  • Οδηγία 79/409/ΕΟΚ (Ε.Ε) για «τη διατήρηση των άγριων πτηνών», η οποία σκοπό έχει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων από τα κράτη μέλη, ώστε να διατηρηθεί ο πληθυσμός της άγριας ορνιθοπανίδας σε ικανό επίπεδο, τέτοιο, που να καλύπτει τις οικολογικές και επιστημονικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις οικονομικές δραστηριότητες. Η εναρμόνιση με το ελληνικό δίκαιο έγινε με την Κοινή Υπουργική Απόφαση 414885/29.11.1985 (ΦΕΚ757/Β/18.12.85). Από αυτήν προκύψαν 52 περιοχές ως «Περιοχές Ειδικής Προστασίας», (SPASpecialProtectedAreasκαι IBAImportantBirdArea), η τελευταία, σύμφωνα με την πρόταση των ICBPIWRB (InternationalCouncilforBirdPreservationInternationalWaterfowlWetlandsResearchBureau)  .
  • Οδηγία 92/43/ΕΟΚ (Ε.Ε.) για «τη διατήρηση των οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας», στην οποία προβλέπεται η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Ειδικών Ζωνών Διατήρησης, περισσότερο γνωστό σαν Δίκτυο Natura 2000. Αυτή η οδηγία έχει σκοπό να προστατεύσει τους φυσικούς υγρότοπους και τα είδη φυτών και ζώων που έχουν ενδιαφέρων για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο ελληνικός κατάλογος περιλαμβάνει 264 περιοχές, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι προαναφερθείσες 52 σύμφωνα με την ως άνω οδηγία, 79/409/ΕΟΚ. 

Μέσα σε αυτό το θεσμικό πλαίσιο που δημιουργούν αυτές οι αποφάσεις και οι συμβάσεις, πορεύεται και η Ελλάδα η οποία, με τις σημαντικές ρυθμίσεις του Νόμου 1650/86 κατηγοριοποίησε τις προστατευόμενες περιοχές ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του τόπου. Έτσι έχουμε, περιοχές Απόλυτης Προστασίας, Φυσικά Καταφύγια, Θαλάσσια, Φυσικά και Εθνικά Πάρκα, Αισθητικά Δάση – Μνημεία της Φύσης, και τέλος, προστατευόμενα τοπία. Στα πλαίσια του Ν.1465/1950 υπάρχει η δυνατότητα ανακήρυξης ορισμένων περιοχών ως «Τοπίων Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους».  

Σε αυτή την κατηγορία, ανήκει το πρόγραμμα του Ε.Μ.Π. που αναδημοσιεύουμε. Αυτή η μοναδική έρευνα του Πολυτεχνείου δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής 4ης Ιουλίου 1999. Σε συνεργασία, και με άδεια της Καθημερινής, που και μέσα από αυτές τις σελίδες την ευχαριστώ πολύ, αναδημοσιεύουμε τα αποτελέσματα της τριετούς έρευνας με τις 449 πιο όμορφες περιοχές της Ελλάδας με την ευχή να επισκεφθείτε όσο το δυνατόν περισσότερα. 

Με την ολοκλήρωση του επίπονου προγράμματος «Οριοθέτηση και καθορισμός μέτρων προστασίας τοπίων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους», καταμετρήθηκαν οι πιο όμορφες περιοχές της Ελλάδας. Το πρόγραμμα, αποτελεί συνέχεια των αντίστοιχων προσπαθειών καταγραφής της χλωρίδας και της πανίδας καθώς και των βιοτόπων της Ελλάδας. Το ιδιαίτερο δύσκολο και φιλόδοξο πλάνο ανέλαβε να υλοποιήσει, ύστερα από ανάθεση του ΥΠΕΧΩΔΕ, ο Τομέας Υδραυλικών και Θαλασσίων Έργων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με επιστημονικό υπεύθυνο τον επίκουρο καθηγητή κ. Κίμωνα Χατζημπίρο.  

Για την εργασία αυτή, μίλησε στον δημοσιογράφο Απόστολο Λακασά της εφημερίδας Καθημερινή ο κ. Κίμωνας Χατζημπίρος: «Ο τίτλος όλου του προγράμματος είναι «Φιλότης»· λέξη που σύμφωνα με τον κ. Χατζημπίρο χρησιμοποιήθηκε από τον φιλόσοφο Εμπεδοκλή και σημαίνει την ενοποιητική δύναμη της φύσης. Στο τρίτο μέρος του προγράμματος, αυτό που παρουσιάζουμε σήμερα, τετρακόσιες σαράντα εννέα περιοχές επιλέχθηκαν για να προταθούν και να κηρυχθούν Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους (ΤΙΦΚ).  

Οι τόποι αυτοί καταλαμβάνουν περίπου το 5% της συνολικής χερσαίας επιφάνειας της Ελλάδος, ποσοστό, το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό με βάση την αξιολόγηση και τα κριτήρια που τίθενται από τους επιστήμονες σε ανάλογες έρευνες. Τα κριτήρια της επιλογής είναι πολλαπλά και τόσα, όσα και οι λόγοι προστασίας κάποιου τόπου.«Για μας το φυσικό κάλλος δεν περιορίζεται μόνο σε καθαρά φυσικά στοιχεία, όπως είναι η βλάστηση, το νερό, και άλλα γεωλογικά στοιχεία, αλλά επεκτείνεται και σε ανθρώπινες κατασκευές όπως ένας παραδοσιακός οικισμός, ένα πέτρινο γεφύρι, ένα μοναστήρι κ.λπ. προσπαθήσαμε να ορίσουμε την ομορφιά με ένα τρόπο πιο πολύπλευρο απ’ αυτό μόνο του φυσικού κάλλους. Όσον αφορά αυτό καθ’ αυτό το φυσικό κάλλος, προτείνουμε μόνο τις περιοχές εκείνες που έχουν πολύ σημαντικά φυσικά στοιχεία». 

Τι σημαίνει όμως η κήρυξη ενός τόπου ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους; Όπως μας πληροφορεί ο κ. Χατζημπίρος «ένα ΤΙΦΚ προστατεύεται από τις ανθρώπινες επεμβάσεις που θα το «διαταράξουν» και το ΥΠΕΧΩΔΕ σκοπεύει να ορίσει με σαφήνεια τις αναλυτικές προδιαγραφές για την προστασία των ΤΙΦΚ». Έως τώρα η κήρυξη μιας περιοχής σε ΤΙΦΚ ήταν στην αρμοδιότητα του υπουργείου Πολιτισμού. Όμως, παρατηρεί ο κ. Χατζημπίρος, «οι τόποι που είχαν ορισθεί από αυτό ως προστατευόμενοι ήταν μόνο ιστορικής, αρχαιολογικής και αρχιτεκτονικής αξίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των κριτηρίων, που είχαν υιοθετηθεί από το υπουργείο Πολιτισμού, είναι ότι ως ΤΙΦΚ είχε χαρακτηρισθεί ο χώρος που έγινε η μάχη των Δερβένων». Αρχικά, από το Υπουργείο Πολιτισμού ως ΤΙΦΚ είχαν κριθεί 507 τόποι. Με το πρόγραμμα του ΕΜΠ διατηρούνται 190 παλιά ΤΙΦΚ και προτείνονται 259 νέες τοποθεσίες.

ΝΟΜΟΣ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ 

  1. 1.      Δάσος Βαλανιδιάς Σκούρτου -Παλιομάνινας
  2. 2.      Δάσος Φράξου Λεσινίου
  3. 3.      Κλεισούρα Μεσολογγίου
  4. 4.      Λίμνη Κομήτη Βόνιτσας
  5. 5.      Λόφος και Φρούριο Βόνιτσας
  6. 6.      Ναύπακτος
  7. 7.      Νησάκι Κουκουμίτσα Βόνιτσας
  8. 8.      Νησίδα Κλείσοβα και λιμνοθάλασσα Κλείσοβας
  9. 9.      Νησίδα Οξειά
  10. 10.   Νησίδες Αγίου Νικολάου
  11. 11.   Νήσος Κάλαμος
  12. 12.   Όρος Βαράσοβα
  13. 13.   Στενά Αχελώου
  14. 14.   Φαράγγι Κότσαλου
  15. 15.   Φρούριο Αγ. Μαύρας και περιβάλλων Χώρος 

ΝΟΜΟΣ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ 

  1. 16.   Ακροναυπλία και Παλαμίδι
  2. 17.   Ανώνυμος Λόφος Δυτικά της Ασίνης
  3. 18.   Νέα Επίδαυρος 

ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ 

  1. 19.   Δημητσάνα, Στεμνίτσα και Φαράγγι Λούσιου
  2. 20.   Καρύταινα
  3. 21.   Καστάνιτσα Πάρνωνα
  4. 22.   Κερασιά – Βλαχοκερασιά Αρκαδίας
  5. 23.   Λόφος Στόχος Νεστάνης (Τσιπιανών)
  6. 24.   Χώρος μάχης Βερβαίνων 

ΝΟΜΟΣ ΑΡΤΑΣ 

  1. 25.   Λιμνοθάλασα Λογαρού και Δέλτα Αράχθου
  2. 26.   Λιμνοθάλασσες Ροδιάς – Τσουκαλιού
  3. 27.   Νότια Στενά Λούρου 

ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 

  1. 28.   Ακρόπολη – Αρχαία Αγορά – Λόφοι Νυμφών, Μουσών και Πνύκας
  2. 29.   Αλεποχώρι – Ψάθα – Πόρτο Γερμενό
  3. 30.   Άρμα και φαράγγι Γκούρας
  4. 31.   Βουνά Σουνίου
  5. 32.   Βραυρώνα
  6. 33.   Δάσος Καισαριανής
  7. 34.   Διαβολογέφυρο Τροιζήνας
  8. 35.   Ελλάνιο Όρος
  9. 36.   Καψάλι και Χώρα Κυθήρων
  10. 37.   Λίμνη Βουλιαγμένης Αττικής
  11. 38.   Λίμνη Κουμουνδούρου και Λόφος Ηχούς
  12. 39.   Μονή Δαφνίου
  13. 40.   Μυλοπόταμος, Κάτω Χώρα και Πίσω Πηγάδι
  14. 41.   Νήσος Δοκός
  15. 42.   Νήσος Πόρος και Μόδι
  16. 43.   Νήσος Σπέτσες
  17. 44.   Νήσος Ύδρα
  18. 45.   Παραλία Καλαδί Κυθήρων
  19. 46.   Περιοχή Αμφιαράειου
  20. 47.   Περιοχή Ραμνούντα – Λοιμικού
  21. 48.   Πρώην Βασιλικό κτήμα Τατοΐου
  22. 49.   Σχινιάς Μαραθώνα
  23. 50.   Φαράγγι Παλαιοχώρας Κυθήρων
  24. 51.   Χερσόνησος Μεθάνων 

ΝΟΜΟΣ ΑΧΑΪΑΣ 

  1. 52.   Βράχος Αγ. Λεοντίου Μονής Ταξιαρχών
  2. 53.   Λίμνη Τσιβλού
  3. 54.   Μονή Μακελαριάς, Βράχος, Γερακοβούνι, Λίμνη Ρακίτα
  4. 55.   Μπουφούσκια Αιγίου
  5. 56.   Πηγές Ποταμού Αροανίου
  6. 57.   Πηγές Ποταμού Λάδωνα
  7. 58.   Φαράγγι Βουραϊκού 

ΝΟΜΟΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ 

  1. 59.   Λίμνη Παραλίμνη
  2. 60.   Όσιος Λουκάς
  3. 61.   Σπηλιά Αλιάρτου 

ΝΟΜΟΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ 

  1. 62.   Κοιλάδα Βάλια Κίρνα Σμόλικα
  2. 63.   Μονή Ζάβορδας
  3. 64.   Σπήλαιο Γρεβενών και Όρλιακας 

ΝΟΜΟΣ ΔΡΑΜΑΣ 

  1. 65.   Βυργιώτισσα – Κεφαλόσκαλο (Δάσος Σημύδας)
  2. 66.   Φαλακρόν Όρος (αλπική περιοχή) 

ΝΟΜΟΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ 

  1. 67.   Αρχαία Κάμειρος
  2. 68.   Ασφένδιου στην Κω
  3. 69.   Κοσκινού Ρόδου
  4. 70.   Λίνδος Ρόδου
  5. 71.   Λόφος Φιλερήμου Ρόδου
  6. 72.   Μονόλιθος Ρόδου
  7. 73.   Νήσοι Μεγίστη (Καστελλόριζο), Ρω, Στρογγυλή
  8. 74.   Νήσος Γυαλί
  9. 75.   Νήσος Νίσυρος
  10. 76.   Νήσος Πάτμος
  11. 77.   Νήσος Σύμη
  12. 78.   Νήσος Χάλκη
  13. 79.   Παντέλι, Πλάτανος, Αγία Μαρίνα Λέρου
  14. 80.   Προφήτης Ηλίας Ρόδου
  15. 81.   Ροδίνι
  16. 82.   Χαράδρα Πετελούδων Ρόδου
  17. 83.   Χώρα Αστυπάλαιας 

ΝΟΜΟΣ ΕΒΡΟΥ 

  1. 84.   Παραποτάμιο Δάσος Έβρου
  2. 85.   Φαράγγι Γριά Βάθρας (Βαράδες) Σαμοθράκης
  3. 86.   Φαράγγι Στομάρι Σαμοθράκης
  4. 87.   Φαράγγι Φονιάς Σαμοθράκης 

ΝΟΜΟΣ ΕΥΒΟΙΑΣ 

  1. 88.   Ακρωτήριο Καφηρέας (Κάβο Ντόρο)
  2. 89.   Δημοσάρι και Καστανόλογγος στην Οχη Ευβοίας
  3. 90.   Κοιλάδα Ρουκλιών Καρυστίας
  4. 91.   Νησίδα Σαρακηνό Σκύρου
  5. 92.   Νησίδα Στρογγυλή Ευβοίας
  6. 93.   Νησίδες Μονολιά και Λιχάδες Ευβοίας
  7. 94.   Ορεινοί οικισμοί περιοχής Κύμης
  8. 95.   Όρμος Καλογριάς, Ατσίτσα και γειτονικό Πευκοδάσος
  9. 96.   Ρέματα Μουρτερής και Μανικιώτικο περιοχής Κύμης
  10. 97.   Χώρα Σκύρου 

ΝΟΜΟΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ 

  1. 98.   Φαράγγι Αγραφιώτη Ευρυτανίας
  2. 99.   Φαράγγι Ασπρορέματος Ευρυτανίας
  3. 100. Φαράγγι Κρικελοπόταμου
  4. 101. Φαράγγι Πανταβρέχει Ευρυτανίας 

ΝΟΜΟΣ ΗΛΕΙΑΣ 

102. Ακρωτήριο Αγ. Ανδρέα Κατάκωλου

103. Ανδρίτσαινα

104. Αρχαία Ολυμπία

105. Λίμνη και δάσος Καιάφα

106. Μονή Κρεμαστής

107. Παραπόταμοι Αλφειού 

ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ 

108. Άγιος Νικόλαος Ναούσης

109. Μονή Τιμίου Προδρόμου Βεροίας (Στενά Αλιάκμονα)

110. Ξηρολίβαδο Βεροίας 

ΝΟΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ 

  1. 111.  Αγία Ειρήνη
  2. 112. Αγία Τριάδα
  3. 113. Αστερούσια Όρη (Κοφινάς)
  4. 114. Βαθύπετρο
  5. 115. Βώρος
  6. 116. Γιούχτας
  7. 117. Γόρτυς
  8. 118. Κανλί Καστέλι (Προφήτης Ηλίας, Ρόκκα)
  9. 119. Καρφί, Κράσι, Κερά
  10. 120. Κνωσσός
  11. 121. Λύττος ή Ξυδάς
  12. 122. Μονή Βροντησιού
  13. 123. Πρινιάς
  14. 124. Σίβα
  15. 125. Σπήλαιο Καμαρών
  16. 126. Φαιστός
  17. 127. Χόνδρος 

ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ 

128. Κοιλάδα Καλαμά μεταξύ των χωριών Σίδερη και Πηγαδούλια

129. Εκβολή Καλαμά

130. Όρμος Αρίλας

131. Παραλία και Νησάκι Πέραμος

132. Στενά Καλαμά

133. Σύβοτα

134. Φράγμα Καλαμά

135. Χαράδρα Καλπακιώτικου ρέματος στο Φοινίκι

136. Χαράδρα Ρέματος Ντάλα και Στενά Αχέροντα 

ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 

137. Κέδρινος Λόφος Θεσσαλονίκης (Σέιχ Σου) 

ΝΟΜΟΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. προστατεύονται το Μέτσοβο βάσει ειδικού διατάγματος, ως παραδοσιακός οικισμός και όλα τα χωριά του Ζαγορίου και της ευρύτερης περιοχής (61 οικισμοί) οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως παραδοσιακοί με βάση το Π.Δ. της 26/9/79, όπως τροποποιήθηκε με Π.Δ. το 1995

138. Αισθητικό δάσος Ιωαννίνων

139. Βόρεια Στενά Λούρου

140. Δίλοφο Ζαγορίου

141. Εκκλησάκι Ταξιαρχών στα Κάτω Πεδινά

142. Καπέσοβο και Βραδέτο Ζαγορίου

143. Κήποι, Κουκούλι και το μεταξύ τους φαράγγι

144. Λίμνη Παμβώτιδα και Νησί Ιωαννίνων

145. Λίμνη πηγών Αώου

146. Λίμνη Ζαραβίνας

147. Μέτσοβο

148. Μικρό και Μεγάλο Πάπιγκο

149. Μονοδέντρι και Βίτσα Ζαγορίου

150. Οροπέδιο Μονοδενδρίου Ιωαννίνων

151. Στενά Άραχθου

152. Στενά Σαραντάπορου

153. Συμβολή Αώου – Βοϊδομάτη

154.  Τμήμα της Κοιλάδας του Καλαμά από Σουλόπουλο μέχρι Γρίμποβο

155. Φαράγγι Βίκου και ποταμός Βοϊδομάτης

156. Φαράγγι Δολού Πωγωνιανής

157. Φαράγγι Μονής Ρογκοβού

158. Φαράγγι ποταμού Χρούσια, Σιράκο, Καλαρίτες

159. Χαράδρα Αώου

160. Χαράδρα Θεογέφυρου

161. Χαράδρα ποταμού Γόρμου 

ΝΟΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ 

162. Άγιος Ιωάννης Καβάλας

163. Αισθητικό Δάσος Αμυγδαλεώνα Καβάλας

164. Αλυκή Θάσου

165. Αρχαία Θάσος

166. Αστρίς Θάσου

167. Ελευθερούπολη Καβάλας

168. Κοίνυρα Θάσου

169. Νέα Πέραμος

170. όρος Παγγαίο

171. Παναγία ή Αναστάσιον Θάσου

172. Συνοικία (Χερσόνησος) Παναγία Καβάλας 

ΝΟΜΟΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ 

173. Αισθητικό δάσος Καραισκάκη Καρδίτσας

174. Άλσος Παπαράντζας (Χίλια Δέντρα Καρδίτσας

175. Ιερά Μονή Ρεντίνας

176. Μονή Σπηλιάς Κουμπουριανών Αγράφων (Σπηλιώτισσα)

177. Περιοχή Λίμνης Πλαστήρα (Ταυρωπού ή Μέγδοβα) 

ΝΟΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 

178. Κρανιώνας, Χάλαρα, Παύλος Μελάς

179. Λίμνες Αρένες Γράμμου

180. Λίμνη και Χερσόνησος Καστοριάς

181. Παρόχθια τμήματα του Αλιάκμονα στο Νεστόριο Καστοριάς

182. Περιοχή Πεύκου Γράμμου

183. Υψώματα Επταχωρίου

184. Φαράγγι Κορομηλιάς Καστοριάς 

ΝΟΜΟΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 

185. Ακρωτήριο Αρίλλας και Πόρτο Τιμόνι

186. Ακρωτήριο Ελάια (Κλαμπ Μεντιτερανέ)

187. Ακρωτήριο και Όρμος Καλάμι

188. Ακρωτήριο και Όρμος Κουλούρας

189. Ακρωτήριο Καστρί και γύρω πλαγιές

190. Ακρωτήριο Κεφάλι και Νησίδες Διάπλο και Διάκοπο

191. Άνω Κορακιανά Κέρκυρας

192. Αχχίλειο και Γαστούρι Κέρκυρας

193. Βαρυπατάδες

194. Βουνό πάνω από Μπενίτσες

195. Καρουσάδες

196. Κάτω Γαρούνα και γύρω περιοχή

197. Λιμνοθάλασσα Αντηνιώτη

198. Λιμνοθάλασσα Κορισσίων

199. Λιμνοθάλασσα Χαλκιοπούλου

200. Νησίδα Λαζαρέττο (Γουβίνο)

201. Νησίδα Πτυχία (Βίδος)

202. Νησίδες Γυναίκα, Συκιά και Κραβιά

203. Νήσος Παξοί

204. Όρμος και Χερσόνησος Αγίου Στεφάνου

205. Παλιοκαστρίτσα

206. Πέλεκας – Γλυφάδα Κέρκυρας

207. Πλαγιές γύρω από τους Λάκωνες

208. Πλαγιές νότια της παραλίας Αγίου Γεωργίου και Αγγελόκαστρο

209. Ύψωμα πάνω από τα χωριά Ασπιωτάδες και Μανατάδες

210. Φρούριο Αγίου Νικολάου (Παλιό) Κέρκυρας

211. Χερσόνησος και Όρμος Κερασιάς

212. Χερσόνησος Κανόνι και Ποντικονήσι Κέρκυρας

213. Χρσόνησος Κασσιόπης (Κασσώπης)

214. Χωριό Άγιος Μάρκος και γύρω περιοχή 

ΝΟΜΟΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ 

215. Εθνικός Δρυμός Αίνου ή Μόντε Νέρο και Κόλπος Λουρδάς

216. Κάστρο Αγίου Γεωργίου, Σαν Τζόρτζιο ή πόλη της Κεφαλονιάς

217. Λίμνη Μελισσάνη

218. Όρμος Μύρτου Κεφαλλονιάς

219. Όρμος Σαρακήνικο Ιθάκης

220. Φρίκες – Κιόνι Ιθάκης

221. Χερσόνησος Άσσου

222. Χερσόνησος Ερίσου 

ΝΟΜΟΣ ΚΙΛΚΙΣ 

223. Μεγάλο Ρέμα 

ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ 

224. Καταρράκτης «Σκεπασμένο» Βελβενδού

225. Υψώματα Βυθού Πενταλόφου

226. Φαράγγι και Κάστρο Σερβίων Κοζάνης (Πόρτες) 

ΝΟΜΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ 

227. Αισθητικό δάσος Πευκιά Ξυλοκάστρου

228. Ακροκόρινθος

229. Βουνό Παναγίας Κορυφής

230. Κοιλάδα Φενεού

231. Λίμνη Στυμφαλία

232. Λόφος Παναγία Νεμέας

233. Μετέωρα Κορινθίας

234. Μονή Θεοτόκου Περαχώρας

235. Περιοχή Ηραίου Περαχώρας

236. Πέτρα Περαχώρας (Βράχος Βουνού

237. Υψώματα βόρεια του χωριού Στενό Κορινθίας

238. Υψώματα Ελληνικού

239. Υψώματα Λυγιάς 

ΝΟΜΟΣ ΚΥΚΛΑΔΩΝ 

240. Άνω Σύρος

241. Βόλαξ Τήνου

242. Διπόταμα Άνδρου

243. Ερμούπολη

244. Κλέφτικο Μήλου

245. Νάουσα Πάρου

246. Νησίδα Άνυδρος

247. Νησίδα Νικουριά Αμοργού

248. Νήσοι Θηρασία, Ασπρονήσι, Παλιά και Νέα Καμένη

249. Νήσος Ανάφη

250. Νήσος Αντίμηλος

251. Νήσος Θήρα ή Σαντορίνη

252. Νήσος Ίος

253. Νήσος Κίμωλος

254. Νήσος Μύκονος

255. Νήσος Σέριφος

256. Νήσος Σίκινος

257. Νήσος Σίφνος

258. Νήσος Φολέγανδρος

259. Όρμος Οτζιάς

260. Παναγία Χοζοβιώτισσα Αμοργού

261. Παροικιά Πάρου

262. Χώρα Αμοργού

263. Χώρα Νάξου

264. Χώρα Τήνου 

ΝΟΜΟΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ 

265. Αρεόπολη

266. Βάθεια

267. Γύθειο

268. Κεντρικός Ταΰγετος

269. Κίττα

270. Λαγκάδα Ταϋγέτου

271. Μίνα Μάνης

272. Μονεμβασιά

273. Περιοχή Μυστρά – Παρορίου – Αγίου Ιωάννου 

ΝΟΜΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ 

274. Αισθητικό Δάσος Όσσας

275. Η μεταξύ Λαρίσης και Φαρσάλων  αγροτική περιοχή

276. Κοιλάδα Τεμπών

277. Χαράδρες Ξερολάκκί και Παπά Ρέμα Ολύμπου 

ΝΟΜΟΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ 

278. Βάι

279. Βόιλα

280. Βρόκαστρο

281. Δικταίον Άντρον

282. Δρήρος

283. Ζάκρος

284. Κριτσά

285. Λατώ

286. Λιθίνες Σητείας

287. Μίλατος

288. Μονή Καψά

289. Νησάκι Ψείρα

290. Νήσοι Άγιοι Πάντες και Μικρονήσι

291. Νήσοι Διονυσιάδες

292. Νήσος και Χερσόνησος Σπιναλόγκα

293. Νήσος Κουφονήσι (Λευκή)

294. Νήσος Χρυσή ή Γαιδουρονήσι

295. Οροπέδιο Καθαρού (Δίκτη)

296. Οροπέδιο Λασιθίου

297. Περιοχή Βρυονησίου

298. Πετσοφάς

299. Σελάκανο

300. Σταυροχώρι

301. Φαράγγι Μύθων

302. Φαράγγι Χα 

ΝΟΜΟΣ ΛΕΣΒΟΥ 

303. Καρύνη Αγιάσου

304. Μήθυμνα ή Μόλυβος

305. Περιοχή Μουσείου Τεριάντ στη Λέσβο

306. Πέτρα Λέσβου 

ΝΟΜΟΣ ΛΕΥΚΑΔΟΣ 

307. Ανατολική Λιμνοθάλασσα και Αλυκές Λευκάδας

308. Βόρεια Λιμνοθάλασσα (Παλιώνης – Αβλιμών) Λευκάδας

309. Νησάκι Μαδουρή Λευκάδας

310. Νησίδα Σκορπίδι Λευκάδας

311. Νησίδα Σκορπιός Λευκάδας

312. Νησίδα Σπάρτη Λευκάδας

313. Χρσόνησος Νυδρίου Λευκάδας 

ΝΟΜΟΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ 

314. Άγιος Βλάσιος και Άγιος Γεώργιος Πηλίου

315. Αγνώντας – Λιμνονάρι Σκοπέλου

316. Αισθητικό Δάσος Κουρί Αλμυρού

317. Βράχος Μονής Αγίου Ιωάννου Σκοπέλου

318. Δράκεια και Άγιος Λαυρέντιος Πηλίου

319. Ζαγορά

320. Κόλπος Νηών Σούρπης

321. Μακρινίτσα και Πορταριά Πηλίου

322. Μηλιές, Βυζίτσα, Πινακάτες Πηλίου

323. Όρμος Κουκουναριές Σκιάθου

324. Πάνορμος – Μηλιά – Χόβολο Σκοπέλου

325. Περιοχή Ι. Μ. εΥΑΓΓΕΛΊΣΤΡΙΑς Σκιάθου

326. Στάφυλος Σκοπέλου

327. Τσαγκαράδα – Μούρεσι – Κισσός – Ανήλιο Πηλίου

328. Χερσόνησος Τραγοβούνι (Σουφλερή) 

ΝΟΜΟΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ 

329. Άνω Πόλη Κυπαρισσίας

330. Καρδαμύλη

331. Κορώνη

332. Μανιάκι – Ταμπούρια – Παπαφλέσσα

333. Μεθώνη

334. Όρος Προφήτης Ηλίας (Λιούστρα) Μεσσηνίας

335. Πύλος και Όρμος Ναυαρίνου

336. Φαράγγι Κοσκάρακας

337. Φαράγγι ποταμού Νέδα 

ΝΟΜΟΣ ΞΑΝΘΗΣ 

338. Γυφτόκαστρο Ξάνθης

339. Δάσος Τσίχλας Χαϊντούς

340. Καταρράκτης  Λειβαδίτη

341. Λιμανάκι Πόρτο Λάγος

342. Στενά Νέστου (Θρακικά Τέμπη)

343. Το παλιό τμήμα της Ξάνθης 

ΝΟΜΟΣ ΠΕΛΛΑΣ 

344. Καλή Πεδιάδα (Ντόμπρο Πόλε) Όρους Βόρα (Καϊμάκτσαλαν)

345. Καταρράκτες Έδεσσας

346. Κοιλάδα Κόζιακα Όρους Βόρας (Καϊμάκτσαλαν)

347. Λίμνη Άγρα

348. Φαράγγι Νικολάου (Λουτρά Αριδαίας) Όρους Βόρα 

ΝΟΜΟΣ ΠΙΕΡΙΑΣ 

349. Εθνικός Δρυμός Ολύμπου

350. Πιέρια όρη

351. Πλαταμώνας

352. Στενά Πέτρας Ολύμπου 

ΝΟΜΟΣ ΠΡΕΒΕΖΗΣ 

353. Κοιλάδα Αχέροντα από Αλώνι μέχρι Γλυκή

354. Αισθητικό Δάσος Μύτικα Πρέβεζας

355. Εκβολή Αχέροντα και Νεκρομαντείο

356. Έλος Καλοδίκι Πάργας

357. Λίμνη Ζηρός Φιλιππιάδας

358. Λιμνοθάλασσα Τσοπέλι Αμβρακικού

359. Νησάκια και Φρούριο Πάργας

360. Τμήμα Αχέροντα από Γλυκή μέχρι Καστρί 

ΝΟΜΟΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ 

361. Ελεύθερνα

362. Ιδαίον Άντρον ή Αγία Τριάδα

363. Μαρουλάς

364. Μονή Πρέβελη και Κουρταλιώτικο φαράγγι

365. Μπονριπάρι (Βονιπάρι ή Μονιπάρι)

366. Μύλοι

367. Πατσός (Πατσιανό Φαράγγι)

368. Σύβριτος

369. Φαράγγι Κοτσυφού

370. Φαράγγι Πετρέ

371. Χρωμοναστήρι

372. Ψηλορείτης (Ίδη) 

ΝΟΜΟΣ ΡΟΔΟΠΗΣ 

373. Μαρώνεια 

ΝΟΜΟΣ ΣΑΜΟΥ 

374. Άνω Βαθύ

375. Ζωοδόχος Πηγή και Ακρωτήριο Πράσσο Σάμου

376. Μονή Μεγάλης Παναγιάς

377. Μονή Τιμίου Σταυρού

378. Μονοπάτι από Μονή Βροντά προς πηγή Μάνα

379. Όρος Κέρκης Σάμο

380. Ποτάμι Σάμου

381. Πυθαγόρειο

382. Υδρούσσα

383. Χαράδρα από Κακοπερατό μέχρι Σεϊτάνι

384. Χαράδρα και χωριό Μανολάτες 

ΝΟΜΟΣ ΣΕΡΡΩΝ 

385. Μονή Τιμίου Σταυρού Σερρών

386. Όρος Λαϊλιάς (Όρη Βροντούς)

387. Στενά Προμαχώνα Σερρών

388. Φαράγγι Αγγίτη ποταμού 

ΝΟΜΟΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ 

389. Αισθητικό Δάσος Λόφων Κάστρου και Αηλιά Τρικάλων

390. Περιοχή Μετεώρων

391. Περιοχή Μονής Δουσίκου

392. Πύλη Τρικάλων 

ΝΟΜΟΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ 

393. Αισθητικό δάσος Τιθορέας

394. Όρος Καλλίδρομο (Μενδενίτσα)

395. Περιοχή Αγίου Κωνσταντίνου – Καμένων Βούρλων

396. Φαράγγι Γοργοποτάμου 

ΝΟΜΟΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ 

397. Βίγλα Πισοδερίου

398. Λέχοβο, Κλεισούρα, Βαρικό

399. Λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα

400. Λίμνη Μικρή Πρέσπα

401. Λίμνη Πετρών

402. Νυμφαίο 

ΝΟΜΟΣ ΦΩΚΙΔΑΣ 

403. Γαλαξείδι

404. Δελφικό τοπίο

405. Νησίδα Δριμνιά Δωρίδας

406. Νησίδα Πρασούδι Δωρίδας

407. Νήσος Τριζόνια Δωρίδας

408. Χερσόνησος Κόκκινος Μοναστηρακίου 

ΝΟΜΟΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ 

409. Άγιος Μάμμας

410. Άθυτος Κασσάνδρας

411. Βουρβουρού Σιθωνίας

412. Ιερισσός

413. Στέγειρα (Ολυμπιάδα) και Νησίδα Κάπρος

414. Στενά Ρεντίνας

415. Τορώνη – Πόρτο Κουφό Σιθωνίας

416. Χαράδρα Κηπουρίτσα Στρατωνικού 

ΝΟΜΟΣ ΧΑΝΙΩΝ 

417. Άγιος Παύλος

418. Απτέρα

419. Άσπρο

420. Γαβαλοχώρι

421. Γλυκά Νερά Σφακίων

422.  Δίκτυνα

423. Δουλιανά (Νταϊλιανά)

424. Έλυρος

425. Θέρισο

426. Ιμπριώτικο Φαράγγι

427. Λευκά Όρη (Ζώνη 2000 μ.)

428. Λίμνη Κουρνά

429. Λισσός

430. Λουτρό

431. Μεσκλά

432. Μονή Γουβερνέτου ή Καθολικό

433. Μπάλος (Γραμβούσα)

434. Νήσοι Άγρια και Ήμερη Γραμβούσα

435. Νήσος Γαυδοπούλα

436. Νήσος Γαύδος (Βόρεια ακτή)

437. Νήσος Γαύδος (Τρυπητή)

438. Νήσος Ελαφόνησος (Λαφονήσι) Κρήτης

439. Πολυρρήνια

440. Ρόκκα Χανίων

441. Σούγια

442. Υρτάνικα

443. Φαράγγι Σαμαριάς και Τάρρα

444. Φρέ 

ΝΟΜΟΣ ΧΙΟΥ 

445. Ανάβατος

446. Βόρειο Τμήμα Χίου

447. Μεστά

448. Νέα Μονή Χίου

449. Πυργί

Από το 1990 μέχρι σήμερα έχει δημιουργηθεί μια αξιόλογη τράπεζα στοιχείων για την Ελληνική φύση όπου ο κάθε πολίτης έχει πρόσβαση. Όλα τα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί παρουσιάζονται και σε ηλεκτρονική μορφή στη διεύθυνση www.itia.ntua.gr/filotis/. Μετά από όλη αυτή την αναλυτική εργασία θα περίμενε κανείς, ότι η διοίκηση θα ενδιαφερόταν ώστε αυτά τα τοπία να προστατευτούν και με κάποιο προγραμματισμό να γίνουν περισσότερο γνωστά, σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες και την «φέρουσα ικανότητα»(8) του κάθε ενός. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και όπως μας λέει ο κ. Κίμων Χατζημπίρος, αυτά τα στοιχεία δεν αξιοποιήθηκαν.

Σημειώσεις: 

(1)‘’Οι κλιματικές αλλαγές είναι μια πραγματικότητα, ο άνθρωπος έχει καταδικάσει τον πλανήτη σε έναν σταδιακό αυτοεμπρησμό, εκπέμποντας όλο και μεγαλύτερες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα’’. Ματ Κόλινς, μετεωρολόγος του Κέντρου Πρόβλεψης και Έρευνας του Κλίματος στο Hadley Center της Μεγάλης Βρετανίας σε συνέντευξή του: Μανίνα Ντάνου, «Το κλίμα έχει αλλάξει, οι πολιτικοί δεν έχουν πια δικαιολογίες», ένθετο περιοδικό ‘’ΟΙΚΟ’’, τ. 38 (2005) 32-33, Σαββάτου 12 Νοεμβρίου (2005) 32, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή, (έτος 87ον, φύλλο 26.130). Επίσης δείτε: περιοδικά ‘’ΟΙΚΟ’’ τ. 1, (15 Σεπτ. 2002) 8 – 9, άρθρο του Γιάννη Ελαφρού, του ίδιου  τ.12, (13 Σεπτ. 2003) 12 – 14, και Μανίνα Ντάνου – Γιάννη Ελαφρού τ. 24, (11 Σεπτ. 2004) 14 – 19.

(2)Κώστα Κασιούμη «Πράσινοι Παράδεισοι της ελληνικής γης», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 19 Μαρτίου 1995) 2, στο Αφιέρωμα «Εθνικοί Δρυμοί» 2 – 4, και Έφη Γουνέλα (ΕΕΤΑΑ) – Μαρία Αντωνέλου,«Ο Θεσμός των προστατευόμενων περιοχών» στο: Διαχείριση & Προστασία Φυσικού Περιβάλλοντος, Υποπρόγραμμα 3, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα (1999) 5.

(3) Βαγγέλης Ευθυμίου, «Οι Εθνικοί μας Δρυμοί», περιοδικό ‘Experiment - Γαιόραμα’’, έτος 2, τ.6, σ.σ. 96 – 135 (1995) 99.

(4)Παρνασσού (Ίδρυση 1938 με πυρήνα(2α) 36.000 στρ.), Πάρνηθας (Ίδρυση 1961 με πυρήνα(2β) 38.000 στρ.), Σαμαριάς (Ίδρυση 1962 με πυρήνα 48.500 στρ.). Εθνικός Δρυμός Αίνου (Ίδρυση 1962 με το Β.Δ. 776/19.11.1962 – ΦΕΚ 199/τ.Α’ με πυρήνα 28.000 στρ.), Οίτης (Ίδρυση 1966 Β.Δ. 218 - ΦΕΚ 56/12.3.1999/τ.Α’, με πυρήνα 30.000 στρ.), Βάλια Κάλντας (Ίδρυση 1966 με πυρήνα 34.000 στρ), Βίκου – Αώου (Ίδρυση 1973 με πυρήνα 34.120 στρ.), Σουνίου (Ίδρυση 1974 με πυρήνα 7.500 στρ.), Πρεσπών (Ίδρυση 1974 με το Ν.Δ. 191/1974 & Π.Δ. 46/1974 με πυρήνα 49.120 στρ.). Το φαράγγι της Σαμαριάς μαζί με τον Όλυμπο το 1981 ανακηρύχθηκαν Βιογενετικά καταφύγια(Biogenetic Reserves) από την UNESCO(2γ).

(2α)Πέτρος Μπρούσαλης, «Το βουνό των Μουσών», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 19 Μαρτίου 1995) 22, στο Αφιέρωμα «Εθνικοί Δρυμοί» 22 – 23.

(2β) Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος, «Πάρνηθα», περιοδικό ‘Oxygen’’, τ.1 (1995) 68, στο αφιέρωμα «Εθνικοί Δρυμοί» 60 – 79, και Γιώργος Ντούρος, «Ανάσα ζωής η Πάρνηθα» ο.π. ‘’Επτά ημέρες’’, (1995) 26.

(2γ) Ευθυμίου βλ. σημ. 3 (1995) 134.

(5)Σε αυτές τις περιοχές δεν υπολογίζονται: το Πάρκο Ταΰγετου, Αλιάκμονα – Αξιού, Βόρα (Καϊμακτσαλάν), Αμβρακικού (οριοθέτηση στο ΦΕΚ 194/Β/23.3.1990), Υγρότοπος Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης που προτάθηκαν από την Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης και σχεδιάζονται για το μέλλον. 1) Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου (Π.Δ.:ΦΕΚ 906/Α/22.12.99, τροποποίηση: ΦΕΚ 1272/Δ/27.11.03), 2) Εθνικό Πάρκο Σχινιά Μαραθώνα (Π.Δ.: ΦΕΚ 395/Δ/3.7.00), 3) Περιοχή Οικοανάπτυξης Λίμνης Παμβώτιδας Ιωαννίνων (Κοινή υπουργική απόφαση, στο εξής ΚΥΑ: 22943/ΦΕΚ 649/Δ/5.6.03), 4) Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου – Σποράδων (ΚΥΑ: 23537, ΦΕΚ 621/Δ/19.6.03), 5) Εθνικό Πάρκο Λιμνών Κορώνειας - Βόλβης (ΚΥΑ: 6919/ΦΕΚ 248/Δ/5.3.04), 6) Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου (τέως Δρυμός Βίκου – Αώου ΚΥΑ: 23069/ΦΕΚ 639/Δ/14.6.05), 7) Περιοχή Οικοανάπτυξης Κάρλας Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου (σχέδιο ΚΥΑ προς υπογραφή), 8) Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου (σχέδιο ΚΥΑ προς υπογραφή), 9) Εθνικό Πάρκο Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου (σχέδιο ΚΥΑ προς υπογραφή), 10) Εθνικό Πάρκο Υγρότοπου Κερκίνης (σχέδιο ΚΥΑ προς υπογραφή), 11) Εθνικό Πάρκο Δέλτα Έβρου (το σχέδιο ΚΥΑ υπεγράφη από τον ΥΠΕΧΩΔΕ κ. Γιώργο Σουφλιά), 12) Εθνικό Πάρκο Υγροτόπων Κοτυχίου – Στροφυλιάς (υπό διαμόρφωση τελικού σχεδίου ΚΥΑ), 13) Εθνικό Πάρκο Δρυμού Πρεσπών, με διασυνοριακή συνεργασία της Αλβανίας και Π.Γ.Δ.Μ. (υπό διαμόρφωση τελικού σχεδίου ΚΥΑ), 14) Περιοχή Οικοανάπτυξης Ολύμπου Καρπάθου – Σαρίας (σχέδιο ΚΥΑ και Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη, στο εξής ΕΜΠ, προς δημοσιοποίηση), 15) Εθνικό Πάρκο Χελμού – Βουραϊκού (υπό διαμόρφωση τελικού σχεδίου ΚΥΑ), 16) Εθνικό Πάρκο Δρυμού Αίνου (σχέδιο ΚΥΑ και ΕΜΠ προς δημοσιοποίηση), 17) Πάρκο Προστασίας της Φύσης Στενών και εκβολών των ποταμών Αχέροντα – Καλαμά (σχέδιο ΚΥΑ και ΕΜΠ προς δημοσιοποίηση), 18) Εθνικό Πάρκο Οίτης (σχέδιο ΚΥΑ και ΕΜΠ σε επεξεργασία), 19) Εθνικό Πάρκο Δρυμού Παρνασσού (σχέδιο ΚΥΑ και ΕΜΠ σε επεξεργασία), 20) Περιοχές Οικοανάπτυξης Οροσειράς Ροδόπης (σχέδιο ΚΥΑ), 21) Εθνικό Πάρκο Δρυμού Ολύμπου (σχέδιο ΚΥΑ και ΕΜΠ σε επεξεργασία),  22) Εθνικό Πάρκο Δρυμών Σαμαριάς και Λευκών Ορέων (δεν υπάρχει ΚΥΑ), 23) Εθνικό Πάρκο Δρυμού Πάρνηθας (ΕΜΠ υπό ανάθεση): Λούλη Σταυρογιάννη (επιμ.), «Ούτε στα χαρτιά προστατευόμενες περιοχές», εφημερίδα Αθηνών Αυγή, Κυριακής 29 Ιανουαρίου 2006, (έτος 54ο φύλλο 9.538) σ. 42.

(6) ΥΠΕΧΩΔΕ ο.π. (1999) 9.

(7)  Δέλτα του Έβρου, Λίμνη Ισμαρίδα & Λιμνοθάλασσες της Θράκης, Λίμνη Βιστωνίδα & Πόρτο Λάγος, Δέλτα Νέστου, Λίμνη Κερκίνη, Λίμνες Κορώνεια και Βόλβη, Δέλτα Αξιού – Λουδία - Αλιάκμονα, Λίμνη Μικρή Πρέσπα, Δέλτα Λούρου – Αράχθου, Δέλτα Αχελώου & λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου – Αιτωλικού, Λιμνοθάλασσα Κοτύχι.

(8) Η έννοια της «φέρουσας ικανότητας», στην Οικολογία, αφορά τον μέγιστο αριθμό ειδών που ένα οικοσύστημα μπορεί να υποστηρίξει κατά τη διάρκεια της εποχής του έτους με τις δυσμενέστερες συνθήκες ή τη μέγιστη βιομάζα που μπορεί να συντηρήσει αέναα ή ακόμη τον μέγιστο αριθμό ζώων που βόσκουν σε μια περιοχή και μπορούν να συντηρηθούν χωρίς επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσής τους. Γιολάντα Ζιάκα, «Πόση ανάπτυξη μπορούν ακόμη να αντέξουν τα νησιά μας;», μηνιαίο περιοδικό δαίμων της οικολογίας τ.59 Απρίλιος (2006) 10 – 11, με βιβλιογραφία. Ένθετο στην εφημερίδα Αθηνών Αυγή, (έτος 54ο φύλλο 9.595) Κυριακής 2 Απριλίου 2006.

Περισσότερες πληροφορίες για τις 449 Περιοχές Ιδιαίτερου Κάλλους της Χώρας μας αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Μ ι χ ά λ η ς   Κ α ρ α ν δ ε ί ν ο ς (υπεύθυνος Προγράμματος), Το κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων της Ελλάδας, έκδοση Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας – Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, Αθήνα 1992.
  • Γ.  Χ.  Ζ α λ ί δ η ς – Α.  Λ.  Μ α ν τ ζ α β έ λ α ς (συντονιστές έκδοσης), Απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων ως Φυσικών Πόρων, Συλλογικό, έκδοση Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων – Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας, ειδική έκδοση, Αθήνα 1994.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς  Ι ω.  Μ α ρ ο ύ δ η ς, Περί της Χρησιμότητος των Πτηνών, έκδοση Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας – Ευωνύμου Οικολογικής Βιβλιοθήκης, Αθήνα 1995.
  • Π.  Α.  Γ ε ρ ά κ η ς – Ε.  Θ.  Κ ο υ τ ρ ά κ η ς (συντονιστές έκδοσης), Ελληνικοί Υγρότοποι, έκδοση Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Αθήνα 1996.
  • Γ ι ώ ρ γ ο ς  Σ φ ή κ α ς, Τα Εθνικά Πάρκα της Ελλάδος, έκδοση Explorer – Καθημερινή, Αθήνα 2002.
  • B o b   G I b b o n s, Οδοιπορικό στην ελληνική Φύση, μτφ. Χρυσάνθη Σφήκα, έκδοση ExplorerΚαθημερινή, Αθήνα 2004. 

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μ α ν ί ν α  Ν τ ά ν ο υ, «Το κλίμα έχει αλλάξει, οι πολιτικοί δεν έχουν πια δικαιολογίες», ένθετο περιοδικό ‘’ΟΙΚΟ’’, τ. 38 (2005) της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή, Σαββάτου 12 Νοεμβρίου 2005, (έτος 87ον, φύλλο 26.130). Επίσης δείτε: περιοδικό ‘’ΟΙΚΟ’’ τ. 1, (15 Σεπτ. 2002) 8 – 9, άρθρο του Γιάννη Ελαφρού, του ίδιου  τ.12, (13 Σεπτ. 2003) 12 – 14, και Μανίνα Ντάνου – Γιάννη Ελαφρού τ. 24, (11 Σεπτ. 2004) 14 – 19.
  • Κ ώ σ τ α    Κ α σ ι ο ύ μ η, «Πράσινοι Παράδεισοι της ελληνικής γης», Π έ τ ρ ο ς   Μ π ρ ο ύ σ α λ η ς, «Το βουνό των Μουσών», Γ ι ώ ρ γ ο ς  Ν τ ο ύ ρ ο ς, «Ανάσα ζωής η Πάρνηθα», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 19 Μαρτίου 1995), στο Αφιέρωμα Εθνικοί Δρυμοί.
  • Βαγγέλης Ευθυμίου, «Οι Εθνικοί μας Δρυμοί», περιοδικό ‘Experiment - Γαιόραμα’’, έτος 2, τ.6, 1995.
  • Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς  Α δ α μ α κ ό π ο υ λ ο ς, «Εθνικοί Δρυμοί», περιοδικό ‘Oxygen’’, τ.1, 1995.
  • Έ φ η  Γ ο υ ν έ λ α  (ΕΕΤΑΑ) – Μ α ρ ί α   Α ν τ ω ν έ λ ο υ,«Ο Θεσμός των προστατευόμενων περιοχών» στο: Διαχείριση & Προστασία Φυσικού Περιβάλλοντος, Υποπρόγραμμα 3, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα 1999.

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Λ ο ύ λ η  Σ τ α υ ρ ο γ ι ά ν ν η (επιμ.), «Ούτε στα χαρτιά προστατευόμενες περιοχές», εφημερίδα Αθηνών Αυγή, Κυριακής 29 Ιανουαρίου 2006, (έτος 54ο φύλλο 9.538) σ.42.

 Ενδεικτική βιβλιογραφία εργασιών τόμου H’ 2006

Περισσότερες πληροφορίες για την ΔΟΝΟΥΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κ υ ρ ι ά κ ο ς  Σ ι μ ό π ο υ λ ο ς, Ξενοκρατία Μισελληνισμός και Υποτέλεια, Αθήνα 1990.
  • Φ ω τ ε ι ν ή  Ζ α φ ε ι ρ ο π ο ύ λ ο υ,«Ο Γεωμετρικός Οικισμός της Δονούσας», στο Α. Μιχοπούλου – Α. Μπάκαλου (επιμ.), Διαλέξεις 1986 – 1989, έκδοση ίδρυμα Ν. Π. Γουλανδρή, Αθήνα 1990.
  • Φ ω τ ε ι ν ή  Ν. Ζ α φ ε ι ρ ο π ο ύ λ ο υ, «Οι Κυκλάδες στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου ως την ύστερη Αρχαϊκή εποχή», στο Ν. Χρ. Σ τ α μ π ο λ ί δ η ς – Α. Γ ι α ν ν ι κ ο ύ ρ η (επιμ.), Το Αιγαίο στην πρώιμη εποχή του σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος, 1 – 4 Νοεμβρίου 2002, έκδοση Πανεπιστήμιο Κρήτης – ΥΠΠΟ, Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αιγαιακών Σπουδών, Αθήνα 2004.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Ό λ γ α   Φ ι λ α ν ι ώ τ ο υ, «Μικρές Κυκλάδες», στο: Α ν δ ρ. Β λ α χ ό π ο υ λ ο ς (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2005.
  • Μ α ρ γ α ρ ί τ α   Β ρ ε τ τ ο ύ  – Σ ο ύ λ η, Δονούσα, Ένα νησάκι των Μικρών Κυκλάδων ταξιδεύει στο χρόνο, αυτοέκδοση, Αθήνα 1996.
  • Chr. D o u m a s, Vas. L a m b r I n o u d a k i s, Lina G. M e n d o n i, Eva S i m a n t o n i – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens 1999.
  • A l d o   L e v i,  G i u s e p p e  F i o r a v a n z o, ΓεγονόταστοΑιγαίομετάτηνανακωχή, μτφ. Ιωάννης Ν. Καστής, εκδότης Δήμος Λέρου, Λέρος 1999.
  • J o s e p h   P i t t o n   d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου Relation d’un voyage du Levand, Paris 1717), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001,  Αυτοέκδοση, Τήνος 2004.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Γ ι ώ ρ γ ο ς   Π α π α δ ό π ο υ λ ο ς, «Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες», περιοδικό Ταξιδεύω τ.7 Ιούνιος 1991.
  • Ε λ έ ν η   Ο ι κ ο ν ο μ ο π ο ύ λ ο υ, «Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες», περιοδικό Cosmosτ.12 Καλοκαίρι 1995.
  • Ν. Α. Κ ε φ α λ λ η ν ι ά δ η ς, «Μαρτυρίες θυμάτων πειρατικών επιδρομών από έγγραφα της εποχής», ένθετο περιοδικό ‘’Επτά ημέρες’’, 12-14 της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 1997). 
  • Dim. M a n o l a k o s, Gior. P a p a d a k I s, Dim. P a p a n t o n I s, Spir. K y r i t s i s, «A stand-alone photovoltaic power system for remote villages, using pumped water energy storage», περιοδικό Energy  τ. 26, 2001.
  • Κ ώ σ τ α ς   Ζ υ ρ ί ν η ς, «[Η]ΔΟΝΟΥΣΑ» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’ΓΕΩ’’, (τ.72) 38-48, της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 25 Αυγούστου 2001).
  • Dim. M a n o l a k o s, Gior. P a p a d a k I s, Dim. P a p a n t o n I s, Spir. K y r i t s i s, «A stand-alone photovoltaic power system for remote villages, using pumped water energy storage», περιοδικό Energy57 – 69, τ. 29, 2004. 

Περισσότερες πληροφορίες για την ΣΧΙΝΟΥΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Β α σ ι λ ι κ ή  Γ ι α ν ο ύ λ η, Αρχαιολογικό Δελτίο 46 (1991), Β’ 2 Χρονικά, 381, 382.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Νησιολόγιο των Κατοικούμενων Ελληνικών Νησιών 1940 – 1991,  Αυτοέκδοση, Αγκίστρι του Σαρωνικού 1995.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Η πολυσήμαντη Σπουδαιότης των Νησαίων Εδαφών, Αυτοέκδοση, Τήνος 1999.
  • Chr. D o u m a s, Vas. L a m b r I n o u d a k i s, Lina G. M e n d o n i, Eva S i m a n t o n i – Bournia (Scientific Committee), στο Archaeological Atlas of the Aegean, Ministry of the Aegean – University of Athens, Athens 1999.
  • J o s e p h   P i t t o n   d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Γ ε ώ ρ γ ι ο ς   Κ. Γ ι α γ κ ά κ η ς, Πληθυσμιακές απεικονίσεις των Ελληνικών Νησιών 1896 – 1940 – 2001, Αυτοέκδοση, Τήνος 2004.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Ό λ γ α   Φ ι λ α ν ι ώ τ ο υ, «Μικρές Κυκλάδες», στο  Α ν δ ρ. Β λ α χ ό π ο υ λ ο ς (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα  2005. 

Περισσότερες πληροφορίες για την ΑΜΟΡΓΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας, έκδοση: Ιερά Μονή Χοζοβιώτισσας, Αθήνα 1991.
  • Χ α ρ ά λ α μ π ο ς   Μ π ο ύ ρ α ς, «Η βυζαντινή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου», Μ ύ ρ τ α λ η   Α χ ε ι μ ά σ τ ο υ – Π ο τ α μ ι ά ν ο υ, «Η βυζαντινή τέχνη στο Αιγαίο» στο συλλογικό έργο: Το Αιγαίο – Επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1995.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αρχαιολογική Συλλογή Αμοργού Ι, έκδοση: Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου, Αθήνα 1999.
  • T a s s o s   A n a s t a s i o u – Archipelagos Cultural Corporation, A Travelogue of Amorgos, Book and Hiking Map 1:10.000, Produktion: Prefecture of Cyclades – Amorgos Municipality – Regional Development Agency of Cyclades, Cyclades 2001.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, Αμοργός I – Η Μινώα, Η πόλις, ο λιμήν και η μείζων περιφέρεια, Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας αρ. 228, Αθήνα 2002.
  • J o s e p h  P i t t o n  d e  T o u r n e f o r t, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700 – 1702 (τίτλος πρωτότυπου: Relation d’un voyage du Levand), μτφ. & εισ: Μάκης – Μυρτώ Απέργη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003.
  • Υδρογραφική Υπηρεσία του Π.Ν., «Πλοηγός», Νοτιοανατολικές Ακτές, έκδοση Υδρογραφική υπηρεσία του Π.Ν., τ. Β’, Αθήνα 42004.
  • Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς   Α δ α μ α κ ό π ο υ λ ο ς  –  Π η ν ε λ ό π η   Μ α τ σ ο ύ κ α, Αμοργός, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης σε κλίμακα 1:35.000, έκδοση Ανάβαση, Αθήνα 2004.
  • Λ ί λ α  Ι.  Μ α ρ α γ κ ο ύ, «Μικρές Κυκλάδες - Αμοργός», στο Ανδρ. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Νησιά του Αιγαίου. εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2005.
  • Τ ζ έ η μ ς  Μ π ε ν τ, Η Αμοργός το 1885 από το βιβλίο «Κυκλάδες ή η ζωή με τους νησιώτες», μτφ. Νίκος Νικητίδης, έκδοση της εφημερίδας Αμοργού: Το κάστρο της Αμοργού, Αμοργός 2005.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Α ν τ ω ν ί ο υ   Μ η λ ι α ρ ά κ η, «Υπομνήματα περιγραφικά των Κυκλάδων νήσων. Αμοργός» Δ’ έκδοση στο περ. Αμοργιανά, έτος πρώτο, τ. 1, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 1995.
  • Ν ι κ ή τ α ς  Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Εκκλησία του Θεολόγου στην Αιγιάλη» στο: περ. Αμοργιανά, έτος έβδομο, τ. 8, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2004.
  • Συλλογικό, του Συνδέσμου Αμοργίνων, «Μεγάλες Μορφές της Αμοργού - Γεώργιος Νομικός» στο: περ. Αμοργιανά, έτος ένατο, τ. 10, Αθήνα 2004.
  • Ά γ γ ε λ ο ς  Σ ι ν ά ν η ς, «Ευρυτανία – Κερασοχώρι – Κρέντης – Μοναστηράκι», στο: Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα, έτος έκτο, τ. 6, εκδόσεις Χαϊσάιντινγκ, Αθήνα 2004.
  • Ν ι κ ή τ α ς  Β α σ σ ά λ ο ς, «Η Αμοργός τον καιρό της πειρατείας» στο: περ. Αμοργιανά, έτος δέκατο, τ. 11, έκδοση: σύνδεσμος Αμοργίνων, Αθήνα 2005.
  • Α λ έ ξ α ν δ ρ ο ς   Κ υ ρ ι α κ ό π ο υ λ ο ς, «Ναυτίλος στο Αιγαίο» ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό ‘’ΓΕΩ’’, (τ.268), της εφημερίδας Αθηνών Ελευθεροτυπία (Σάββατο 4 Ιουνίου 2005).

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακής 29 Μαΐου 2005, (έτος 86ο, φύλλο 25.911), ένθετο εβδομαδιαίο περιοδικό Επτά ημέρες, αφιέρωμα στην Αμοργό, επιμέλεια: Ελευθερία Τράϊου.
  • Κ α τ ε ρ ί ν α  Ρ ω μ ι ο π ο ύ λ ο υ, «Πανάρχαιο λιμάνι η ανεμόεσσα Αμοργός» εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 1999.
  • Τ ά κ η ς   Κ α τ σ ι μ ά ρ δ ο ς, «Το ρήγμα της Αμοργού γέννησε το ’56 τσουνάμι» εφημερίδα Αθηνών Έθνος, Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2005.

Περισσότερες πληροφορίες για τις 449 Περιοχές Ιδιαίτερου Κάλλους της Χώρας μας αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Μ ι χ ά λ η ς   Κ α ρ α ν δ ε ί ν ο ς (υπεύθυνος Προγράμματος), Το κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων της Ελλάδας, έκδοση Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας – Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, Αθήνα 1992.
  • Γ.  Χ.  Ζ α λ ί δ η ς – Α.  Λ.  Μ α ν τ ζ α β έ λ α ς (συντονιστές έκδοσης), Απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων ως Φυσικών Πόρων, Συλλογικό, έκδοση Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων – Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας, ειδική έκδοση, Αθήνα 1994.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς  Ι ω.  Μ α ρ ο ύ δ η ς, Περί της Χρησιμότητος των Πτηνών, έκδοση Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας – Ευωνύμου Οικολογικής Βιβλιοθήκης, Αθήνα 1995.
  • Π.  Α.  Γ ε ρ ά κ η ς – Ε.  Θ.  Κ ο υ τ ρ ά κ η ς (συντονιστές έκδοσης), Ελληνικοί Υγρότοποι, έκδοση Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Αθήνα 1996.
  • Γ ι ώ ρ γ ο ς  Σ φ ή κ α ς, Τα Εθνικά Πάρκα της Ελλάδος, έκδοση Explorer – Καθημερινή, Αθήνα 2002.
  • B o b   G I b b o n s, Οδοιπορικό στην ελληνική Φύση, μτφ. Χρυσάνθη Σφήκα, έκδοση ExplorerΚαθημερινή, Αθήνα 2004.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μ α ν ί ν α  Ν τ ά ν ο υ, «Το κλίμα έχει αλλάξει, οι πολιτικοί δεν έχουν πια δικαιολογίες», ένθετο περιοδικό ‘’ΟΙΚΟ’’, τ. 38 (2005) της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή, Σαββάτου 12 Νοεμβρίου 2005, (έτος 87ον, φύλλο 26.130). Επίσης δείτε: περιοδικό ‘’ΟΙΚΟ’’ τ. 1, (15 Σεπτ. 2002) 8 – 9, άρθρο του Γιάννη Ελαφρού, του ίδιου  τ.12, (13 Σεπτ. 2003) 12 – 14, και Μανίνα Ντάνου – Γιάννη Ελαφρού τ. 24, (11 Σεπτ. 2004) 14 – 19.
  • Κ ώ σ τ α    Κ α σ ι ο ύ μ η, «Πράσινοι Παράδεισοι της ελληνικής γης», Π έ τ ρ ο ς   Μ π ρ ο ύ σ α λ η ς, «Το βουνό των Μουσών», Γ ι ώ ρ γ ο ς  Ν τ ο ύ ρ ο ς, «Ανάσα ζωής η Πάρνηθα», ένθετο περιοδικό Επτά ημέρες, της εφημερίδας Αθηνών Καθημερινή (Κυριακή 19 Μαρτίου 1995), στο Αφιέρωμα Εθνικοί Δρυμοί.
  • Βαγγέλης Ευθυμίου, «Οι Εθνικοί μας Δρυμοί», περιοδικό ‘Experiment - Γαιόραμα’’, έτος 2, τ.6, 1995.
  • Τ ρ ι α ν τ ά φ υ λ λ ο ς  Α δ α μ α κ ό π ο υ λ ο ς, «Εθνικοί Δρυμοί», περιοδικό ‘Oxygen’’, τ.1, 1995.
  • Έ φ η  Γ ο υ ν έ λ α  (ΕΕΤΑΑ) – Μ α ρ ί α   Α ν τ ω ν έ λ ο υ,«Ο Θεσμός των προστατευόμενων περιοχών» στο: Διαχείριση & Προστασία Φυσικού Περιβάλλοντος, Υποπρόγραμμα 3, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα 1999.

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Λ ο ύ λ η  Σ τ α υ ρ ο γ ι ά ν ν η (επιμ.), «Ούτε στα χαρτιά προστατευόμενες περιοχές», εφημερίδα Αθηνών Αυγή, Κυριακής 29 Ιανουαρίου 2006, (έτος 54ο φύλλο 9.538) σ.42. 

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΕΠΙΝΙΑΝΑ - ΑΓΡΑΦΑ -  ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς   Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α ς, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984
  • Γ.Χ.  Ζ α λ ί δ η ς  –  Α.Λ. Μ α ν τ ζ α β έ λ α ς (συντ. έκδοσης), Απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων ως Φυσικών Πόρων, Συλλογικό, έκδοση Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων – Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Θ ε ό δ ω ρ ο ς  Α.  Ν η μ ά ς, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 1995.
  • Λ ά ζ α ρ ο υ  Α ρ σ.  Α ρ σ ε ν ί ο υ, Το έπος των Θεσσαλών Αγροτών και οι εξεγέρσεις τους 1881 - 1993, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2005.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ   Ι ε ρ ό π α ι δ ο ς Εξ Αγράφων (;), Πραγματεία περί Φυσιολογίας και Παθολογίας, πρόλογος: Γ.Ν. Αντωνακόπουλος, εισαγωγή: Αγαμέμνων Τσελίκας – Γιάννης Ν. Ηλιούδης, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα 1996.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ   Ι ε ρ ό π α ι δ ο ς  Εξ Αγράφων, Εκδόσεις μερικαί είς αρχάριον Ιατρόν, πρόλογος: Γ.Ν. Α ν τ ω ν α κ ό π ο υ λ ο ς, εισαγωγή: Α γ α μ έ μ ν ω ν  Τ σ ε λ ί κ α ς – Γ ι ά ν ν η ς  Ν.  Η λ ι ο ύ δ η ς, έκδοση Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – τμήμα ιατρικής, Λάρισα 1997.
  • Μ ι χ α ή λ  Σ τ α μ α τ ε λ ά τ ο υ  - Φ ω τ ε ι ν ή   Β ά μ β α  –  Σ τ α μ α τ ε λ ά τ ο υ, Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Α’, εκδόσεις Τεγόπουλου - Μανιατέα Αθήνα 1997.
  • Μ ά ρ κ ο υ  Α.  Γ κ ι ό λ ι α, Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1939 – 1821), εκδόσεις Πορεία, Αθήνα 1999.
  • Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Χ ρ υ σ ι κ ο ύ, Το χωριό μου Μοναστηράκι των Αγράφων Ευρυτανίας, Αυτοέκδοση, Αθήνα 2000.
  • Σ τ α υ ρ ο ύ λ α   Σ δ ρ ό λ ι α, Οι τοιχογραφίες του Καθολικού της μονής Πέτρας (1625) και η ζωγραφική των Ναών των Αγράφων τον 17ο αιώνα, τ.Α’ Κείμενο, Διδακτορική Διατριβή, Ιωάννινα 2000.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Σ τ α υ ρ ο ύ λ α   Σ δ ρ ό λ ι α, «Οι τοιχογραφημένες εκκλησίες των Βραγγιανών», πρακτικά ιστορικής και αναπτυξιακής διημερίδας 25 – 26 Ιουλίου 2001 Βραγγιανά Αγράφων Ευρυτανίας, έκδοση Εκπολιτιστικού Συλλόγου Βραγγιανιωτών ‘’Αναστάσιος Γόρδιος’’ [Αθήνα] Ιούλιος 2002.
  • Θ ε ό φ ι λ ο ς  Δ.  Μ π α σ γ ι ο υ ρ ά κ η ς, «Άγραφα», στο περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα, τ.32 2003.
  • Κ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η  –  Δ. Σ τ α β ά ρ η, «περιγραφή της διαδρομής Τροβάτο – Ντεληδήμι – Ασπρόρεμα – Επινιανά», περιοδικό Κορφές τ.160, 2003.
  • Α ν α σ τ α σ ί α  Μ π ο υ ν ό β α, «περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Ασπρόρεμα», περιοδικό Κορφές τ.126, 1997.
  • Μ ί λ τ ο ς  Ζ έ ρ β α ς, «περιγραφή της διαδρομής Πρασιά – Οψιμοχώραφα – Μπαλτενήσι – Παλούκια – Βασιλέσι», περιοδικό Ανεβαίνοντας τ. 24, 2003.
  • Μ ί λ τ ο ς  Ζ έ ρ β α ς, «περιγραφή της διαδρομής Επινιανά – Εκκλησίες – Ασπρόρεμα – Καρυά – Τροβάτο», περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11, 2000.
  • Τ ά κ η   Ν τ ά σ ι ο υ, «περιγραφή της διαδρομής Άγραφα – Πόρτες – Μπορλέρο – Μούχα», στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1, 1998.

Περισσότερες πληροφορίες για τα δύο άρθρα του ΓΡΑΜΜΟΥ (5ο και 6ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

 Α’        Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Αναμνηστικό Λεύκωμα, Ο Εφημεριακός Κλήρος της Ιεράς Μητροπόλεως Καστοριάς, εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 1931.
  • Π α ν τ ε λ ή  Τ σ α μ ί σ η, Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήνα 1949.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Ν.  Σ ά θ α, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς 1453 – 1821, έκδοση Κ. Καμαρινόπουλος – Θ. Γυφτάκης, Αθήνα 21962.
  • Ι ω α κ ε ί μ   Μ α ρ τ ι ν ι α ν ο ύ, Η Μοσχόπολις 1330 – 1930, Στ. Κυριακίδου (επιμ.) Θεσσαλονίκη 1965.
  • Α ν α σ τ ά σ ι ο ς  Κυρ. Σ ι ο ύ κ α ς, Σύντομος Ιστορία Γιαννοχωρίου – Μονοπύλου – Σλημνίτσης – Καλής Βρύσης – Λειβαδοτόπου, αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη χ.χ. [1970].
  • [Γενικό Επιτελείο Στρατού / Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού],Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον αντισυμμοριακόν αγώνα (1946 – 1949. Το δεύτερον έτος του αντισυμμοριακού αγώνος, 1947, ΓΕΣ / ΔΙΣ Αθήνα 1980. 
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Τραγούδια Θεσσαλίας, τ. Α’, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 21983.
  • Π α ν α γ ι ώ τ ο υ  Α ρ α β α ν τ ι ν ο ύ, Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, (Εισαγ. Κ.Θ. Δημαρά) εκδόσεις Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, τ. Α’ Γιάννινα 21984.
  • Φ ο ί β ο ς  Ι.  Π ι ο μ π ί ν ο ς, Έλληνες Αγιογράφοι μέχρι το 1821, έκδοση Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1984.
  • A l a n  J. B.  W a c e – Maurice S. Thompson, Οι Νομάδες των Βαλκανίων, Περιγραφή της ζωής και των εθίμων των Βλάχων της βόρειας Πίνδου, Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1989.
  • Α χ ι λ λ έ α  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Γιώργης Γιαννούλης η θρυλική μορφή του Γράμμου το άγνωστο ημερολόγιό του, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1990.  
  • Α ν α σ τ α σ ί α  Γ.  Τ ο ύ ρ τ α, Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι, Δημοσιεύματα του Αρχαιολογικού Δελτίου αρ. 44, Έκδοση ΤΑΠΑ, Αθήνα 1991. 
  • Δ η μ η τ ρ ί ο υ  Γ.  Κ α λ ο ύ σ ι ο υ, «Μετσοβίτες ξυλογλύπτες στο Νομό Τρικάλων (18ος – 19ος και 20ος αι.», ανάτυπο από: Πρακτικά Α’ Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών, Μέτσοβο 28 – 30 Ιουνίου 1991, Τριαντ. Δημ. Παπαζήση (επιμ.),Αθήνα 1993.
  • Α χ ι λ λ έ α  Ι.  Π α π α ϊ ω ά ν ν ο υ, Η Καλή Βρύση στο πέρασμα των αιώνων, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη 1994.
  • Θ ε ό δ ω ρ ο υ  Α.  Ν η μ ά, Η εκπαίδευση στη Δυτική Θεσσαλία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, Διδακτορική Διατριβή, εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 1995.
  • Κ ο ύ λ α  Ξ η ρ α δ ά κ η, Γυναίκες του ’21, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα – Γιάννινα 1995.
  • Χ ρ ή σ τ ο υ  Π α τ ρ ι ν έ λ η  - Σ ω τ ή ρ η  Κ ί σ σ α κ.ά, Μακεδονία, Οδηγός, (εκδ. ΠΤΙ. ΕΤΒΑ και ΕΟΤ), Αθήνα 1997.
  • Μ ι χ ά λ η  Αλ. Ρ ά π τ η, Τα μαρτυρικά Γραμμοχώρια της Καστοριάς (Σλίμνιτσα, Μονόπυλο, Γιαννοχώρι, Λειβαδοτόπι, Καλή Βρύση), αυτοέκδοση, Αθήνα 1997.
  • Γ ε ω ρ γ ί α  Κ α ρ α μ ή τ ρ ο υ – Μ ε ν τ ε σ ί δ η, Βόιον – Νότια Ορεστίς, Αρχαιολογική Έρευνα και Ιστορική Τοπογραφία, Θεσσαλονίκη 1999.
  • Α σ τ έ ρ ι ο υ  Ι.  Κ ο υ κ ο ύ δ η, Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων, εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2000.
  • Ν ι κ ο λ ά ο υ  Ι. Μ έ ρ τ ζ ο υ, Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, εκδόσεις Ρέκος, Θεσσαλονίκη 2001.
  • Β α σ ί λ η  Γ.  Ν ι τ σ ι ά κ ο υ, Αετομηλίτσα – Λαογραφικά, Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Αετομηλίτσας, Γιάννινα 22003.
  • Γ ε ω ρ γ ί ο υ  Π.  Τ σ ό τ σ ο υ, Η γεωγραφική διασπορά στοιχείων της Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής της Αχρίδας, ανάτυπο από: ΛΓ’ τόμο των «Μακεδονικών» Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2003.
  • Μ ά ρ κ ο υ  Α.  Γ κ ι ό λ ι α, Παραδοσιακό Δίκαιο και Οικονομία του Τσελιγκάτου, εκδόσεις Πορεία 2004.
  • Χαράλαμπου Ρεμπέλη, Κονιτσιώτικα, Εκδόσεις Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών 11953, Επανέκδοση του Συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών «Η Πρόοδος», 22005.
  • Χαρητάκη Ι. Παπαιωάννου, Αγριόγιδο στα όρια της επιβίωσης, Αυτοέκδοση, Ιωάννινα 22005.
  • Λεύκωμα, Βαλκανικοί Πόλεμοι – Ο ναυτικός Αγώνας, Ιωάννη Παλούμπη (κειμ.), έκδοση Ναυτικού μουσείου Ελλάδας, Πειραιάς 2005.
  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο υ  Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.
  • G u s t a v   W e i g a n d, Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι), τ. Α’, έκδοση Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη α.ε., Θεσσαλονίκη 2001.
  • Γ ι ώ ρ γ ο υ  Μ α ρ γ α ρ ί τ η, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946 – 1949, τ. Β’ εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2002.
  • Ν ί κ ο ς  Τ ε ρ ζ ό γ λ ο υ (Πύραυλος), Η στρατιωτική εκπαίδευση στελεχών στο ΔΣΕ, εκδόσεις Σύγχρονη εποχή, Αθήνα 2003.
  • Αμαλία Κ. Ηλιάδη, «Διηγήσεις και βίοι Αγίων Γυναικών της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Βυζαντινής Περιόδου ως ιστορικές πηγές» στο: www.dide.ach.sch.gr/thriskeftika/keimena/iliadi/8/women.htm
  • Αχιλλέα Ι. Παπαϊωάννου, Ο αληθινός Γράμμος, εκδόσεις Μπίμπη, Αθήνα χ.χ.  

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Στίλπωνα Π. Κυριακίδη, «Άσματα Λεχόβου – Άργους Ορεστικού», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ‘55.
  • Αντωνίου Δ.Κεραμόπουλλου, «Αρχιερατική επιστολή και αι προς Σέρβους Σχέσεις της Ελληνικής Εκκλησίας», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 3 Θεσσαλονίκη 1953 – ’55.
  • Απόστολος Βακαλόπουλος,«Οι Δυτικομακεδόνες απόδημοι επί τουρκοκρατίας», Ε.Ε.Μ.Σ. – ίδρυμα μελετών χερσονήσου του Αίμου Νο 22, Θεσσαλονίκη 1958 (το πρόσθεσα 17/2/07), του ιδίου, ομότιτλο, στο  περιοδικό Αριστοτέλης τ.10 Φλώρινα 2000000000000000; Θα βάλω ημερομηνία μόλις το παραλάβω
  • Μιχαήλ Αθ. Καλινδέρη, «Ο Βαρώνος Κωνσταντίνος Βέλιος 1772 – 1838, η ζωή και η υπέρ του Έθνους προσφορά του», Δημοσιεύματα τ.40, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1973. 
  • Χρυσάνθη Μαυροπούλου – Τσιούμη, «Ένας σημαντικός Αγιογράφος του 16ου αιώνα από το Λινοτόπι», Πρακτικά Γ’ Συνεδρίου Ιστορίας Λαογραφίας – Γλωσσολογίας Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής Δυτικομακεδονικού χώρου, Θεσσαλονίκη 3 – 5 Απριλίου 1982, έκδοση Βοιακή Εστία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη χ.χ.
  • Γιώργου Χ. Χιονίδη, «Οι ανέκδοτες αναμνήσεις του Γιώτη (Παναγιώτη) Ναούμ», Σύγγραμμα περιοδικόν Μακεδονικά, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, τ. 24 Θεσσαλονίκη 1984. 
  • Μίλτου Γαρίδη, «Ο Μητροπολίτης Παΐσιος και η Βλάχικη επιγραφή του Κλεινοβού: αλφάβητο και εθνικό πρόβλημα», Τα Ιστορικά 3, Αθήνα 1985.
  • Γιαννάτος Γ., Γ. Μερτζάνης και Δ. Μπούσμπουρας, «Στοιχεία για την κατανομή της Αρκούδας και την κατάσταση των πληθυσμών και των βιοτόπων στην Κεντρική και Νότιο Αλβανία», Πρόγραμμα ΑΡΚΤΟΣ [Αρκτούρος, WWF - Ελλάς, ΕΕΠΦ, Υπ. Γεωργίας, Ε.Ε. (DG XI)], Θεσσαλονίκη 1995.
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, (Συντονιστής – Υπευθ. Σύνταξης), «Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη περιοχής Γράμμου – Δ. Βοΐου», Αρκτούρος, ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπ. Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Ένωση Γεν. Διευθ. ΧΙ, Θεσσαλονίκη 1999.  
  • Δημήτρη Μπούσμπουρα, «Γράμμος – φυσικό περιβάλλον», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.3, Άνοιξη 2000.  
  • Νικόλαος Δ.Σιώκης, «Η βλάχικη γλώσσα και οι προσπάθειες διατήρησής της από τους βλάχους αποδήμους (τέλη 18ου – τέλη 19ου αιώνα)», στο περ. Ελιμειακά,, έτος εικοστό πρώτο, τ. 49, έκδοση συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Ελευθέριος Απ.Καρακίτσιος, «Ο Ιωάννης Βαζούρας από τη Σούρπη του Αλμυρού εθελοντής στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα 1914 - 1924», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τ. 46, έκδοση: Κώστας Σπανός, Λάρισα 2004.
  • Βασίλης Γ. Παπαγεωργίου – Αργύρης Π.Π. Πετρονώτης, «Ο απογραφικός κατάλογος 1885 του Αγίου Όρους και οι τεχνίτες του, κυρίως οικοδόμοι», περιοδική πολιτιστική έκδοση εκ Χιονιάδων, έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Χιονιαδιτών – Αδελφότητα Χιονιαδιτών «Ο Αγ. Αθανάσιος», τ.8, Καλοκαίρι 2005.
  • Άγγελος Μακρής / Πρωτεύουσα σχέση / περιοδικό RIDER τ.14 / Μάιος 1996
  • Δημήτρης Παπατριανταφύλλου / Ναύπλιο / περιοδικό Κόσμος τ.18 / Αύγουστος 1996
  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσεις AD & ED / Αθήνα 1997
  • Κατερίνα Πλασσαρά / Ναύπλιο ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο / περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα τ.18 / Φθινόπωρο 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Αποκριά στο Ναύπλιο / περιοδικό VITA τ.46 / Φεβρουάριος 2001
  • Μάρθα Κορινθίου / WeekendZone / περιοδικό Voyager / Ιούνιος – Ιούλιος 2001
  • Κύρος Κόκκας / Ναύπλιο το Αρχοντικό της Αργολικής Γης / περιοδικό Γαιόραμα τ.57 / Σεπτ – Οκτ 2003
  • Ά γ γ ε λ ο ς  Μ α κ ρ ή ς, Πρωτεύουσα σχέση, περιοδικό Riderτ.14, 1996.
  • Δ η μ ή τ ρ η ς   Π α π α τ ρ ι α ν τ α φ ύ λ λ ο υ, «Ναύπλιο», περιοδικό Κόσμος τ.18, 1996.
  • Α ν τ ώ ν η ς   Α ν α γ ν ώ σ τ ο υ, «Αργολίδα», εκδόσεις AD & ED, Αθήνα 1997.
  • Κ α τ ε ρ ί ν α   Π λ α σ σ α ρ ά, «Ναύπλιο ένα ταξίδι μέσα στον χρόνο», περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα τ.18, 2000
  • Θ ο δ ω ρ ή ς  Α θ α ν α σ ι ά δ η ς – Ζ ε ρ μ α ί ν   Α λ ε ξ ά κ η, «Αποκριά στο Ναύπλιο», περιοδικό VITA τ.46,  2001.
  • Κ ύ ρ ο ς  Κ ό κ κ α ς, «Ναύπλιο το Αρχοντικό της Αργολικής Γης», περιοδικό Γαιόραμα τ.57, 2003.

Περισσότερες πληροφορίες για το ΝΑΥΠΛΙΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς   Κ ο ύ ρ κ ο υ λ α ς, Λεύκωμα Διδασκάλων του Γένους, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1971.

  • Τ ά σ ο ς  Β ο υ ρ ν ά ς, Η Δολοφονία του Καποδίστρια, εκδόσεις Φυτράκη, Αθήνα 1976.

  • Γ ι ά ν ν η ς  Π.  Γ κ ί κ α ς, Κάστρα – Ταξίδια, τ. Γ’ εκδόσεις Αστήρ, Αθήνα 1985.
  • Κ ο ύ λ α  Ξ η ρ α δ ά κ η, Γυναίκες του ’21, εκδόσεις Δωδώνη, Γιάννινα 1995.
  • Θ α ν ά σ η ς   Χ ρ ή σ τ ο υ, Τα σύνορα του Ελληνικού Κράτους και οι διεθνείς συνθήκες (1830 – 1947),  τ. Α’, εκδόσεις Δημιουργία, Αθήνα 1999.
  • Έ λ σ η ς  Σ π α θ ά ρ η, Ναύπλιο – Παλαμήδι, εκδόσεις Έσπερος, Αθήνα 2000.
  • Γιώργου Καλλίτση – Νίκου Βασιλειάδη (επιμ.), Η ιστορία του ελληνικού χαρτονομίσματος, εκδόσεις Finatec Α.Ε., Αθήνα 2001.
  • Ό θ ω ν  Τ σ ο υ ν ά κ ο ς, Δραχμούλα μου καλό σου ταξίδι, εκδόσεις Ηλιοτρόπιο, Αθήνα 2001.
  • Α ρ ι σ τ ε ί δ η ς   Μ ι χ α λ ό π ο υ λ ο ς (υπεύθ.), Συλλογικό, Πελοπόννησος, εκδόσεις EXPLORER, Αθήνα 2002.
  • Θ ο δ ω ρ ή ς  Γ κ ό ν η ς, Ναύπλιο, μια πόλη στη Λογοτεχνία, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2004.

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ε λ έ ν η  Ο ι κ ο ν ο μ ο π ο ύ λ ο υ, «Ναύπλιο», περιοδικό Κόσμος τ.10, 1995.
  • Το ιστορικό Ναύπλιο – συλλογικό, Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 12/11/95.
  • Ά ρ η ς   Θ ε ο δ ω ρ ό π ο υ λ ο ς, «αναρρίχηση Ναύπλιο», περιοδικό Κορφές τ.169, 2004. Προσθήκη 17/3/10 βλ και τ. 202 σελ 18
  • Γ ι ώ ρ γ ο ς  Σ τ α μ α τ ί ο υ, «Άγγελος Τερζάκης και Ναύπλιο», περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα τ.42, 2004.
  • Συλλογικό, «Ναύπλιο», περιοδικό Περιηγήσεις τ.19, ένθετο στην εφημερίδα Αθηνών Ημερησία 21 Αυγούστου 2004.

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ν ί κ ο ς  Μ α σ τ ρ ο π α ύ λ ο ς, «Το Μπούρτζι του Ναυπλίου», ένθετο Ταξίδια Νο 24, εφημερίδα Αθηνών το Βήμα 5 Οκτωβρίου 1997.

Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα 2006

Ταξίδια τόμος Η'
0300 καλοκαίρι 2006

 EDITORIAL Τόμου Ζ’ 2005 (462 λέξεις)

Ορεινές Περιοχές και Τουριστική Ανάπτυξη Β’

Η αποδυνάμωση και απονεύρωση της επαρχίας τόσα χρόνια και τόσο συνειδητά, είναι δυνατόν να μην εκπορεύεται από κάποιο στόχο; Ακόμα και να δεχτούμε ότι δεν  υπάρχει, ώστε να μην κατηγορηθούμε ότι βλέπουμε παντού πλεκτάνες και λοιπές ανθελληνικές πράξεις, τότε ξεφυτρώνει μια άλλη αμείλικτη πραγματικότητα, μια διαφορετική και εξίσου ενδιαφέρουσα εκδοχή. 

Αν πραγματικά ο στόχος είναι απροσδιόριστος, τότε η διοίκηση είναι στα αλήθεια αδύναμη να προσεγγίσει τις αναπτυξιακές ανάγκες και δυνατότητες της επαρχίας και γιαυτό δεν υλοποιεί έργο χρήσιμο. Και σε αυτή την περίπτωση όμως, δεν καταλήγουμε ότι αυτή η ανεπάρκεια θα έχει κάποιο επακόλουθο; Εννοώ στην παραπέρα ερήμωση. 

Όπως και να εξετάσουμε το θέμα της ερήμωσης στην επαρχία, καταλήγουμε, και πρέπει να το παραδεχθούμε, ότι δεν ενεργοποιήθηκε καμία διαδικασία προετοιμασίας σε επίπεδο περιφέρειας τουλάχιστον, ούτε υπήρξαν ποτέ οι κατάλληλες δομές και προτεραιότητες για την υγιή ανάπτυξή της και για τον αδόκιμο και πολυφορεμένο πλέον όρο ‘’αειφόρος ανάπτυξη’’, που όλοι οι διοικούντες τον αναμασούν ανούσια.

Σε ένα περιβάλλον που ευνόησε και εξακολουθεί να ευνοεί τη μετανάστευση, που διεύρυνε με ανόητα και επικίνδυνα προσχήματα τις κοινωνικές, περιφερειακές ανισότητες και που διαμορφώθηκε από τις υψηλές μονομερείς επιδοτήσεις της εντατικής πεδινής γεωργίας, η φυσιολογική αξιοποίηση δεν πρέπει να περιμένει τίποτα. 

Καμία κυβέρνηση, και κανένα διοικητικό σχήμα, δεν αντιμετώπισε σε βάθος χρόνου με ήπιο και εύλογο τρόπο, τα πλεονεκτήματα των ‘’ορεινών και μειονεκτικών περιοχών’’. Πάντοτε το πολιτικό κόστος και η άγνοια, στεκόταν αξεπέραστο εμπόδιο ακόμα και για μοναδικές ευκαιρίες, (βλ. διατήρηση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μέσω της πρόσφατης αναθεώρησης της ΚΑΠ).  Στο μεταξύ, αν δεν έγινε αυτά τα χρόνια κάτι, αν δεν δημιουργήθηκαν υποδομές τώρα, που πέρασαν πακτωλοί κοινοτικών επιδοτήσεων, ακριβώς, και συγκεκριμένα για αυτές, τώρα που τελείωσαν ‘’προγράμματα’’ που ‘’έτρεχαν’’, πότε θα γίνουν; 

Θα ήθελα να προσθέσω ότι, δεν πρέπει να νομίζετε ότι τα προβλήματα μπορεί να λυθούν μόνο μέσω της Διοίκησης. Αυτό δημιουργεί ψευδαισθήσεις για το πώς, και από ποιους διοικούμεθα. Γνωρίζουμε χρόνια τώρα, ότι χρειάζεται σοβαρότερη πολιτική και πολιτικοί για να έχουμε όλοι, αξιοσέβαστη χώρα. Οι μη άξιοι σεβασμού πολιτικοί που ξεφύτρωσαν ανάμεσά μας, στα χρόνια τα δικά μας, κρατούν στα χέρια τους τις τύχες μας. 

Ας απαιτήσουμε λοιπόν να μειωθούν, αφού αποδεδειγμένα βλάπτουν, ακόμα και την δύσκολα διακρινόμενη αξιοπρέπεια.  

Ταξιδεύοντας και αναβοσβήνοντας τα φώτα.

Άγγελος Σινάνης  

Υ/Γ: Λυσσαλέα και σε πλήρη άνθηση η διακίνηση ''ιδεών'', και ''ταξιδιών'' σε πολιτισμούς και αγαθά που ονομάζονται κατά κόρον, ‘’ταξίδια’’. Ας είναι οπουδήποτε … από τη Γη του Πυρός μέχρι την ‘’Άγνωστη Γενεύη’’ και από το Kirkenes μέχρι την, εξ’ ίσου, ‘’Άγνωστη Βιέννη’’. Κύριος λόγος και εδώ η μόδα αλλά κυρίως η κερδοσκοπία. Αποφύγετε τις ‘’μούσες’’ και εμπιστευτείτε τους χάρτες σας και το μεράκι του ταξιδιού, που είτε φωλιάζει στην ψυχή σας, είτε όχι. Να γνωρίζετε και τούτο, στην παραμικρή οικονομική αντιξοότητα, όλοι αυτοί οι ‘’ταξιδιώτες’’ θα εξαφανιστούν.

 ΝΗΣΟΣ ΘΑΣΟΣ (8458 λέξεις)

αρχ. Αερία, Αιθρία, Ηδωνίς ή Οδωνίς, Ηερίη, Χρύση

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2005

Το νησί των Σειρήνων

Το μεγάλο υδροχαρές δάσος του Κοτζά Ορμάν, ένας πραγματικός κατάφυτος παράδεισος αριστερά σας, όπως κατευθύνεστε προς τη Χρυσούπολη, το μεγάλο διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο της επαρχίας Νέστου. Στην θαυμάσια από κάθε πλευρά βόρεια πατρίδα, κυριαρχεί το στοιχείο του νερού από τις έξι λιμνοθάλασσες, που αποτελούν πολύτιμο περιβαλλοντικό θησαυρό με σπάνια φυτά, πουλιά και ζώα, πραγματικό καταφύγιο που ξεκινά από τη Νέα Καρβάλη και καταλήγει στο Νέστο. 

Επίνειο της Χρυσούπολης, η Κεραμωτή, ένα γραφικό παραθαλάσσιο ψαροχώρι που βλέπει στο Θρακικό Πέλαγος με πολλές υποδομές για τους καλοκαιρινούς επισκέπτες της ευρύτερης περιοχής. Προορισμός, η καταπράσινη Θάσος, το νησί των Σειρήνων κατά τη μυθολογία, με θάλασσα που λαμποκοπά καθάρια στο φως του ήλιου, καταπληκτικά ακρογιάλια και  μαγευτικούς όρμους, ταυτόχρονα όμως απ’ τα νησιά, που διαθέτουν απαράμιλλους αρχαιολογικούς θησαυρούς, αυθεντικά ορεινά τοπία, παραδοσιακούς οικισμούς σπάνιας αρχιτεκτονικής και πληθώρα διαδρομών στα δάση της.  

Ήδη, από το ξεκίνημα του φέρρυ διακρίνονται τα περιγράμματα των ψηλών βουνών του νησιού. Δίπλα σας, σχεδόν στη μέση της διαδρομής, η Θασοπούλα στο κέντρο του δίαυλου της Θάσου. Πολύτιμο νησάκι για την ξεκούραση των μεταναστευτικών πουλιών και των γλάρων που καθ΄ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, εφορμούν ή λικνίζονται με χάρη προς το πλοίο, αναζητώντας από τους επιβάτες του λίγη τροφή.  Πολύ γρήγορα φτάνετε στην Θάσο, (πριν το 1928 Λιμένας – επί τουρκ. Λιμανχισάρ=Κάστρο του Λιμένα) ένα από τα δύο λιμάνια του νησιού, λαμπερό κάτω απο το φως του ήλιου. Είναι το πρώτο μέρος που σας καλωσορίζει μαζί με το αναστυλωμένο ‘’Καλογερικό’’ ένα πολύ όμορφο διώροφο κτήριο του 19ου αι., μετόχι της Ι. Μ. Βατοπαιδίου που στεγάζει τη Δημοτική επιχείρηση πολιτισμού, τουρισμού και ανάπτυξης Θάσου, (Δ.Ε.ΠΟ.Τ.Α.Θ). Κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα, συνήθως με πολύ κόσμο, καταστήματα κάθε είδους, αγορά που σφύζει από ζωή και γνωστές – άγνωστες παραλίες. 

Δεξιά από την προβλήτα είναι το κάμπινγκ ‘’Νυστέρι’’ ενώ αριστερά το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Βασιλείου. Οι πλαγιές του λόφου εμπρός σας, εκεί που βρίσκεται μέρος της σημερινής κωμόπολης, καταλαμβανόταν από την αρχαία πόλη, τμήμα της οποίας βρίσκεται κάτω από τη σύγχρονη πρωτεύουσα. Η Θάσος είναι ένας αχανής αρχαιολογικός χώρος. Από τον καταπληκτικό, σκεπασμένο με πλατάνια, κήπο της αγοράς, ως την απόμερη Αλυκή και τους δυσπρόσιτους οικισμούς - νεκροταφεία στο Καστρί, οι λάτρεις αυτού του είδους των περιηγήσεων πραγματικά θα ενθουσιαστούν.

Οι πρώτες ανασκαφές στο Λιμένα, (αρχαία Θάσος – περιοχή Τ.Ι.Φ.Κ (1) Νο 165) πραγματοποιήθηκαν από τον Γερμανό Ε. Miller το 1863 – 1864. Ακολούθησαν οι ανασκαφές του Άγγλου Th. Bent στο Λιμένα, την Αλυκή (1887), καθώς και του Th. MacridyBey στο Λιμένα (1909). Συστηματική μορφή πήραν με την επίσημη έναρξη των ανασκαφών από τους Ch. Picard, Ch. Anezou, και A. J. Reinach, (1911 – 1912) και G. Daux, (1962) της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής της Αθήνας. Οι μακροχρόνιες έρευνες της Γαλλικής Σχολής και οι έρευνες της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας έφεραν στο φως λαμπρά μνημεία, πλούσια ευρήματα και σπάνιο αρχαιολογικό υλικό, που καλύπτει την πολιτιστική ιστορία του νησιού από τα πρώτα χρόνια της αποικίας των Παρίων ως τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια. 

Πρόσφατα μάλιστα σε ιδιόκτητο οικόπεδο στον Λιμένα, στην νεκρόπολη της αρχαίας Θάσου, έγινε σωστική ανασκαφή από την ΙΗ’ Ε.Π.Κ.Α. Καβάλας που έφερε στο φως 150 κινητά ευρήματα, Αυτό που έκανε ζωηρή αίσθηση στον υπεύθυνο έφορο κ. Ζήση Μπόνια, και θα εντυπωσιάσει το κοινό όταν εκτεθούν, είναι τα ευρήματα - κτερίσματα από χρυσό. Πρώτη φορά στο νησί βρέθηκαν τόσα πολλά. Πανέμορφα σκουλαρίκια διακοσμημένα με άνθη, δελφίνια και Νίκες, περιδέραια και δακτυλίδια κ.α. Χρονολογούνται στα κλασικά και ελληνικά χρόνια και δείχνουν ότι η αρχαία Θάσος γνώρισε στον 4ο αι. π.Χ. μεγάλη ακμή. 

Αν βγαίνοντας από το φέρρυ μπότ οδηγήσετε αριστερά, θα βρεθείτε σύντομα στο αρχαιολογικό μουσείο, (πιο δίπλα η παλιά εκκλησία του Αγίου Νικολάου - 1934), που χρόνια τώρα ανακαινίζεται, επεκτείνεται, ώστε να στεγάσει πιο άνετα τα κατά καιρούς ανασκαφικά ευρήματα. Θεωρείται ένα από τα πλουσιότερα σε σπουδαιότητα  εκθεμάτων μουσεία της βόρειας Ελλάδας. Στον κήπο του εκτίθενται ένα μαρμάρινο λιοντάρι, μια υπερφυσική γλαύκα, αρχιτεκτονικά μέλη διαφόρων εποχών και γλυπτά της ρωμαϊκής εποχής.

Απέναντι, ο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος προκαλεί για αρκετές επισκέψεις. Η αρχαία αγορά, αποτελούσε το πολιτικό και εμπορικό κέντρο της πόλης. Ο αρχαίος πλακόστρωτος δρόμος οδηγεί στο ωδείο (2ος αι. μ.Χ.), στο ιερό του Ηρακλή, κοντά στην πύλη του Δία, στο μεγάλο κοινοτικό πηγάδι, και πιο πάνω το θέατρο, κουρνιασμένο σε φυσική κοιλότητα. Πιο πάνω στο λόφο η ακρόπολη, οι κατασκευές ενός βυζαντινού φρουρίου (13ου – 15ου αι.), το ιερό της Αθηνάς, το σπήλαιο – ιερό του Πανός. Περιγραφή του αρχαιολογικού χώρου βήμα – βήμα δείτε στον τόμο ‘’Ελλάδα – τα νησιά μας’’ της σειράς Μπλε οδηγοί (Lesguidesbleus) των εκδόσεων Γιαλλελή, Αθήνα 1992 σελ 96 – 105. Για βιβλιογραφία δείτε το GuidesdeThasos, 1967, σελ 193 – 198.

Στο νότιο μέρος του λιμανιού θα δείτε το πιο γραφικό σημείο του. Το μικρό λιμανάκι των ψαράδων της πρωτεύουσας, με πλατάνια που φτάνουν ως τη Θάλασσα. Ακόμα πιο κάτω το Εβραιόκαστρο,ενώ στην αντίθετη κατεύθυνση οι παραλίες Άγιος Βασίλειος, Γλυφάδα και πιο κάτω (7 χλμ) το Γλυκάδι. Καθαρή θάλασσα, υπέροχη αμμουδιά, υποδομές, bungalows έχει η κοσμοπολίτικη Μακρύαμμος, σε κοντινή απόσταση από το λιμάνι (3 χλμ). 

Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου και οι καλλιέργειες της γης, έδωσαν εξαιρετική δύναμη στους Πάριους συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη αποικιοκρατικού πνεύματος, που περί το 680 π.Χ., υλοποιήθηκε στην Θράκη. Η Θάσος ήταν η πρώτη αποικία τους και ο Τελεσικλής, πατέρας του λυρικού ποιητή Αρχίλοχου, ο πρώτος έλληνας οικιστής, (Πάρος– τ. ΣΤ’, 0–300, 13 και παραπομπή Νο 5 σ. 41). Οι παλιότεροι κάτοικοι ήταν τοπικά φύλα, που στις πηγές ονομάζονται ‘’Θράκες’’ ή ‘’βάρβαροι’’, αυτό όμως δεν εμπόδισε τους αποίκους να ακολουθήσουν το ένστικτό τους και το χρησμό της Πυθίας, στο μαντείο των Δελφών καταλαμβάνοντας το βόρειο τμήμα της Αερίας όπως, μεταξύ άλλων, λεγόταν τότε. Μια γενιά αργότερα (660 – 650 π.χ.) προωθήθηκαν στα απέναντι παράλια και δημιούργησαν την ‘’Θασίων Περαία’’, ή ‘’Θασίων Ήπειρο’’ υπό τον Αρχίλοχο, γιου του Τελεσικλή και φίλου του Γλαύκου. Ιδρύθηκαν τότε μεταξύ της Γαλυψού και της Στρύμης εμπορικοί σταθμοί.

Η γεωγραφική θέση της, στο κέντρο των θαλασσίων δρόμων που από τη νότιο Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου, έφθαναν στα μακεδονικά και στα θρακικά παράλια ήταν ο πρώτος λόγος της αρχαίας ακμής της. Νομίσματά της βρίσκονται στην Κεντρική και στη Δυτική Ευρώπη, σφραγίδες αμφορέων, που μετάφεραν το φημισμένο κρασί της, με το όνομα της πόλης συναντώνται από τη Ρωσία και τον Εύξεινο Πόντο ως την Αίγυπτο, τα γλυπτά της το ίδιο. 

Ο δεύτερος αναπτυξιακός λόγος ήταν ο υπόγειος πλούτος, χρυσάφι, ασήμι και άφθονο λεπτόκοκκο μάρμαρο, (λατομεία εξόρυξης υπάρχουν σχεδόν σε όλο το νησί) κατάλληλο για τα γλυπτά και τα οικοδομήματα. Μετά την περσική κυριαρχία η Θάσος έγινε μέλος στην πρώτη, όπου αποστάτησε, και δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία. Από το 356 π.Χ. ελέγχεται από τον Φίλιππο Β’ και απολαμβάνει σχετική ανεξαρτησία χωρίς όμως τον πλούτο που της εξασφάλιζε η θρακική ακτή, αφού πλέον οι Φίλιπποι παίζουν σπουδαίο ρόλο <<πύλη της Ευρώπης και της Ασίας>> ονομάζονται από τον Αππιανό, (Καβάλα – Παγγαίο, ταξίδια τ. Γ’, 98). Κατά την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο είχε κάποια αυτονομία και προνόμια, αντιμετωπίζοντας όμως επιδρομές Βανδάλων (467 / 68 μ.Χ.), και διεισδύσεις Σλάβων (7ος – 9ος αι. μ.Χ.). 

Η Θάσος μαζί με την Σαμοθράκη, την Ίμβρο και τη Λήμνο παραχωρήθηκαν σαν φέουδα, στον οίκο των Gattilusi (Γατελούζων), από τους βυζαντινούς βασιλείς Μανουήλ Β’ (1391 – 1425), και Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο (1425 – 1448). Δύο χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, τον Σεπτέμβριο 1455, η Θάσος παραχωρείται αναγκαστικά (σαν δώρο), από τον Domenico των Γατελούζων στους Τούρκους (Βακαλόπουλος, 19). Πολλές φορές άλλαξε χέρια ανάμεσα στους Τούρκους και τους Βενετούς ώσπου το 1479 ενσωματώνεται στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Από τις 30 Μαρτίου 1813 έως το 1902 αποτελεί με σουλτανικό φιρμάνι, ιδιοκτησία του Καβαλιώτη Μεχμέτ Αλή Πασσά(2),  (1769 – 1849) στα αραβικά Μωχάμεντ, ιδρυτή της Αιγυπτιακής δυναστείας ιδιαίτερα φιλικού προς τους κατοίκους αφού τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στο νησί, κοντά σε θασίτικη οικογένεια. 

Η Θάσος, απελευθερώθηκε στα χρόνια του Β’ Βαλκανικού πολέμου από τον ελληνικό στόλο που τότε, είχε την έδρα του στο Μούδρο της Λήμνου. Από εκεί απέπλευσαν τα αντιτορπιλικά ‘’Λόγχη’’ και ‘’Θύελλα’’, συνοδευόμενα από το οπλιταγωγό ‘’Πέλοψ’’ υπό τον Μοίραρχο πλοίαρχο Π. Γκίνη και τη γενική διοίκηση του θρυλικού Ναυάρχου, Παύλου Κουντουριώτη (1855 – 1935). Στις 18 Οκτωβρίου 1912 τα πλοία αγκυροβόλησαν στον Λιμένα, επίνειο της Παναγίας εκείνη την εποχή, αποβίβασαν έναν λόχο πεζικού με διοικητή τον λοχαγό Δ. Κονταράτο, και το νησί προσαρτήθηκε  στο ελληνικό κράτος. Η ένταξη επικυρώθηκε με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913 – 1914). Αργότερα ο Π. Κουντουριώτης έγινε ‘’προσωρινά’’ ο πρώτος πρόεδρος (Μάρτιος 1924 – Δεκ 1929), ρυθμιστής του πολιτεύματος της περιπετειώδους Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας (1924 – 1935).  

Ευτυχώς, το νησί έχει περιφερειακό δρόμο, κατά μήκος της ακτογραμμής(3) που περνά σχεδόν από όλα τα χωριά, έτσι η περιήγηση γίνεται άνετα. Εμείς ξεκινήσαμε από τα ανατολικά προς τα δυτικά στον όλο στροφές αρχικά, ασφαλτόδρομο φτάνοντας στην Παναγία σε υψ 230 μ., πρωτεύουσα της Θάσου από το 1838 έως το 1840 και ένας από τους δύο μεγάλους και παλιούς οικισμούς του νησιού (το άλλο είναι ο Θεολόγος). Ο ανύποπτος επισκέπτης βλέπει μπροστά του ένα χωριό που τα περισσότερα χαρακτηριστικά του παραπέμπουν σε ορεινή τοποθεσία. 

Πράγματι έτσι είναι. Οι ολοπέτρινες κατοικίες εμφανίζουν όλα τα στοιχεία της θρακομακεδονικής αρχιτεκτονικής με σκεπαστούς εξώστες, (σαχνισιά) στέγες από σχιστόλιθο που λαμποκοπά στον ήλιο, και στο εσωτερικό τους ξύλινη επένδυση. Η παλιότερη συνοικία και τα παλιότερα σπίτια, βρίσκονται πλαγιά του λόφου ‘’Πυργί’’, που βλέπει προς το εσωτερικό του νησιού, και είναι αθέατη από τη θάλασσα. Η πλαγιά του χωριού που βλέπει προς τη θάλασσα, κατοικήθηκε αργότερα, κατά τον προτελευταίο αιώνα, και ονομάζεται ακόμη ως σήμερα ‘’Κολιτζήδες’’, ονομασία που παραπέμπει στους εγκατεστημένους στο εκεί φυλάκιο τελωνοφύλακες, που έβλεπαν προς το πέλαγος, μήπως έρχεται κάποιο καράβι ή καΐκι.  

Η πανέμορφη, ζωντανή και κυρίως δροσερή όλο το χρόνο Παναγία έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός, περιλαμβάνεται στα Τ.Ι.Φ.Κ.(1) με το Νο 171, και προσφέρεται για διαμονή στα προσεκτικά αναπαλαιωμένα σπίτια. Τόσο η ονομασία του χωριού και τα πολλά ιστορικά ξωκλήσια όσο και η σημαντική εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου είναι ισχυροί λόγοι για να επισκεφθείτε το χωριό. Τον δεκαπενταύγουστο που γιορτάζει, γίνεται εδώ μεγάλο κουρμπάνι, (γουρμπάνι ή κουλμπάνι αλλού - εθιμική ζωοθυσία), (από όλους για το καλό όλων), και ακολουθεί γλέντι που περιλαμβάνει και φαγητό, προσφορά στους προσκυνητές. Τα μεγάλα πλατάνια στην πλατεία, τα τρεχούμενα νερά, η θαυμάσια θέα, οι και το σπιτικό γλυκό κουταλιού καρυδάκι σε όλα τα καφενεία προκαλούν ακόμα και για απλή στάση. Στα ανατολικά του χωριού, (15’) υπάρχει φυσικό σπήλαιο με σταλακτίτες, η περίφημη Δρακότρυπα, που βρίσκεται στον ορεινό όγκο που κατεβαίνει στην παραλία Αυλάκια και είναι εύκολα προσιτό. Κατά τις αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν το 1972 βρέθηκε τοπική χειροποίητη κεραμική της πρώιμης εποχής του σιδήρου (7ος αι.).

Το επίνειο της Παναγιάς είναι η Χρυσή αμμουδιά, (Σκάλα Παναγιάς), μια από τις καλύτερες ακρογιαλιές του νησιού, που επικοινωνεί με το χωριό είτε από τον κεντρικό δρόμο είτε μέσω Ποταμιάς. Στο κάμπινγκ Golden beach και στην απέραντη αμμουδιά του, έγινε η 13η (16 – 20 Ιουνίου ‘94), και η 20η (1 – 4 Ιουνίου ‘01), Πανελλήνιες Συγκεντρώσεις Μοτοσυκλετιστών. Υπάρχει δρόμος που συνδέει τα δύο χωριά με πολύ ωραία θέα στους απέραντους ελαιώνες και σε ολόκληρο τον όρμο της Ποταμιάς, από το ακρωτήρι του Πύργου έως την Γραμβούσα, ένα μικρό νησάκι στην δεξιά άκρη του κόλπου. Η Ποταμιά σε υψ 110, διακρίνεται αμυδρά από την παραλία μέσα σε ένα μικτό δάσος, κατάφυτο από πλατάνια, καρυδιές, καστανιές, και σε αντίθεση με την Παναγιά, κατακόκκινες κεραμοσκεπές που ξεχωρίζουν από μακριά. 

Παραδοσιακός τόπος παραθερισμού από παλιά, με αξιόλογο λαογραφικό μουσείο και γενέτειρα του αναγνωρισμένου στην Αμερική και την Ελλάδα, γλύπτη, Πολύγνωτου Βαγή (1894 - 1965). Στο χωριό υπάρχει το ομώνυμο μουσείο, στεγασμένο σ’ ένα αθωνικού τύπου παλιό σχολείο του 19ου αι., που παραχωρήθηκε από τη κοινότητα Ποταμιάς για να εκτεθούν εκατό περίπου γλυπτά έργα του, και πίνακες, κληρονομημένα στη Θάσο. Η απέραντη Χρυσή ακτή, (Σκάλα Ποταμιάς) αποτελεί ενιαία συνέχεια της Χρυσής αμμουδιάς σχηματίζοντας την μεγαλύτερη, ίσως, μια από τις καλύτερες παραλίες του νησιού, με μήκος 3,5 χλμ με θαυμάσια οργανωμένη τουριστική υποδομή, αρκετές ψησταριές και γραφικές ψαροταβέρνες δίπλα στο κύμα. Οδηγώντας πλέον στον κύριο περιφερειακό, απομακρυνόμαστε από την πολυκοσμία και στο ανηφορικό κομμάτι της διαδρομής, (500 μ. από το τελευταίο κτήριο της πλαζ) σταματάμε αριστερά σε ένα εικονοστάσι. Από εκεί έχουμε ένα ολοκληρωμένο πλάνο του πανέμορφου μικρού λιμανιού και ολόκληρης της τοποθεσίας.

Η διαδρομή από εδώ και πέρα είναι ήσυχη με πληθώρα ωραίων τοπίων και κυρίως, καθόλου κίνηση. Τα Κοίνυρα, σε υψ 5 μ., στην ανατολική πλαγιά του όρους Φανός με υπολείμματα αρχαίων λατομείων. Τόπος μαγικός, που περιλαμβάνεται με το Νο 168 στα Τ.Ι.Φ.Κ. Η ιστορία του χάνεται στο βάθος των αιώνων αφού οι πηγές (Ηρόδ. IV, 46, 47 εκδ. Loeb) πληροφορούν ότι, πολύ προτού εγκατασταθούν οι Πάριοι, οι δαιμόνιοι Φοίνικες(4)  ανακάλυψαν και εκμεταλλεύτηκαν τα πολύτιμα ορυχεία χρυσού και αργύρου τόσο στη Θάσο όσο κα στο Παγγαίο δίνοντας μάλιστα αυτοί πρώτοι το σημερινό όνομα(5) της νήσου. 

Μάλιστα ο Ηρόδοτος τα επισκέφθηκε και αναφέρει «Τα Φοινικικά ταύτα μεταλλεία είναι εν τη Θάσω μεταξύ δύο τόπων καλουμένων Αινύρων και Κοινήρων, απέναντι της Σαμοθράκης είναι δε όρος υψηλόν ανεστραμμένον εκ των ανασκαφών» (Παπαευστρατίου, Ιστορία Θάσου, 53).  Δεν υπάρχουν, προς το παρόν, αρχαιολογικά κατάλοιπα που να πιστοποιούν αυτήν τη εγκατάσταση παρά μόνο οι ονομασία. Απέναντι από το ακρωτήριο το ομώνυμο νησί και το μικρό ακρογιάλι Λουτρός. Πιο κάτω η ονομαστή διεθνώς αμμουδερή ακτή Παράδεισος, μια από τις πολλές του νησιού με λεπτή άμμο και πεύκα που κατεβαίνουν ως τη θάλασσα.

Η μικρή χερσόνησος της Αλυκής λίγο πιο κάτω, μαγνητίζει με την ιστορία της και τη σαγηνευτική θάλασσα, που ειδικά σε αυτά τα μέρη έχει το πιο φωτεινό γαλάζιο χρώμα. Από μακριά και ψηλά που είναι ο δρόμος, διακρίνεται η καταπράσινη φαρδιά λωρίδα γης, του ‘’λαιμού’’, που χωρίζει τους δύο κόλπους και τις δύο εξαιρετικά όμορφες παραλίες. Οδηγήστε μέχρι τον μικρό οικισμό που αποτελείται από δέκα, δεκαπέντε σπίτια - ταβερνάκια, με στέγες από σχιστόλιθο. Αριστερά σας θα δείτε την είσοδο του ανοιχτού αρχαιολογικού χώρου. Υπάρχει δρόμος πριν την είσοδο που οδηγεί κατ’ ευθείαν στην δεύτερη ακροθαλασσιά.

Η ευρύτερη περιοχή αποτέλεσε στην αρχαιότητα ένα δεύτερο φυσικό λιμάνι με σημαντική εμπορική δραστηριότητα. Στη μύτη της χερσονήσου (+/- 2 χλμ.) σήμερα, φαίνονται ακόμα οι τομές από τα αρχαία λατομεία. Εδώ έκοβαν το μάρμαρο και το φόρτωναν στα καράβια, από τον 6ο π.Χ. μέχρι τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Ένα μεγάλο τμήμα της χερσονήσου βυθίστηκε στον μεγάλο σεισμό του 365 ή το πιθανότερο, του 375 μ.Χ. Πρόκειται περί του ιδίου σεισμού που συναντήσαμε στα Κύθηρα και την Ελαφόνησο με τα τόσο καταστρεπτικά αποτελέσματα στη Μεσόγειο. Αξίζει και λόγω της επικαιρότητας, να μνημονεύσουμε την περιγραφή του όπως την αναφέρει ο Γ. Παπαευστρατίου στην ιστορία της Θάσου σελ 43 - 44.  «Την καθίζησιν ταύτην των λατομείων της Αλυκής, δυνάμεθα ν’ αποδώσωμεν εις τους δύο φοβερωτάτους σεισμούς οίτινες συνέβησαν ο μεν την 21 Ιουλίου τω 365 μ.Χ., οπότε τα ύδατα της Μεσογείου απεσύρθησαν αίφνης μακράν των παραλιών, εγκαταλείψαντα επί της άμμου πλήθος ιχθύων και πλοίων και ίλυος, εις τρόπον ώστε ο οφθαλμός του φιλοπερίεργου ηδύνατο δια πρώτην φοράν να ίδη όρη και κοιλάδας υποβυθίους, άς ουδέποτε άλλοτε είχεν ιδεί οφθαλμός ανθρώπου· αλλά μετ’  ολίγον τα ύδατα επανήλθον μετά τοσαύτης ορμής, ώστε εισεχώρησαν πολύ εις το εσωτερικόν της χώρας και συμπαρέσυραν κατά την εκείθεν επιστροφήν πόλεις ολοκλήρους….». Μη πείτε ότι δεν περιγράφει με ακρίβεια το συνταρακτικό φαινόμενο που σήμερα ονομάζουμε ‘’τσουνάμι’’.

Το στενό πετρόχτιστο μονοπάτι με σκαλοπάτια στο τέλος του θα σας φέρει στον αρχαιολογικό χώρο. Εδώ, δίπλα στα αρχαία λατομεία μαρμάρου ήρθε στο φως αρχαίο διπλό ιερό που η ίδρυσή του ανάγεται στον 7ο αι. π.Χ. και η ακμή του μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια. Πάνω στους κίονες και στους τοίχους του ιερού ήταν γραμμένες ευχές για το καλό ταξίδι (εύπλοια) των πλοίων που έρχονταν να φορτώσουν μάρμαρα. Οι περισσότερες έχουν χρονολογηθεί στα ρωμαϊκά χρόνια, εποχή ακμής των λατομείων. Σε μια από αυτές αναφέρονται και οι θεοί σωτήρες, οι Διόσκουροι πατροπαράδοτοι προστάτες των ναυτικών λόγω της ταύτισης με την Μικρή και Μεγάλη Άρκτο, αστέρια οδηγούς στα ναυτικά ταξίδια. Τα αρχαία ιερά κτίσματα διαδέχθηκαν οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές, λίγα μέτρα πιο κάτω. Στον χώρο υπάρχουν δύο τρίκλιτες βασιλικές, χτισμένες η μια δίπλα στην άλλη,  αίθριο και βοηθητικοί χώροι, (βαπτιστήριο και διαμέρισμα με ταφικό προορισμό). Το 1886 βρέθηκε εδώ ένας κούρος ο οποίος σήμερα βρίσκεται στο μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Η παραλίες της Αλυκής, ο λιλιπούτειος οικισμός σε συνδυασμό με τον αρχαιολογικό χώρο συνιστούν ένα πολύ ξεχωριστό σημείο του νησιού που περιλαμβάνεται με το Νο 164 στα Τ.Ι.Φ.Κ.. 

Μετά την Αλυκή, λίγο πιο κάτω, βρίσκεται η γοητευτική Θημωνιά μια άγνωστη γενικά παραλία και μετά, ένα από τα δύο μοναστήρια που λειτουργούν ακόμα στο νησί. Η Ι. Μ. Αρχαγγέλου, σε υψ 110 μ. μετόχι της Ιεράς Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους, αφιερωμένο στον Παμμέγιστο Ταξίαρχο των Αγγέλων, Αρχάγγελο Μιχαήλ, προστάτη του νησιού και θαυματουργό. Ευλαβικός τόπος προσκυνήματος, χτισμένος πάνω σε έναν απότομο βράχο στην ‘’Βαθιά Ποταμιά’’ όπως λεγόταν η περιοχή παλιότερα, αγναντεύει το Άγιο Όρος και όσο φτάνει η ματιά, χαρίζει μια μοναδική θέα του Αιγαίου. Τα μοναστήρια γενικότερα στα νησιά χτίζονταν σε τοποθεσίες που έδιναν τη δυνατότητα να αγναντεύουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της θάλασσας, έτσι ώστε να μπορούν να διακρίνουν εγκαίρως τους πιθανούς επιδρομείς.

Ένα πολύτιμο κειμήλιο της Μονής είναι ένα κομμάτι από τον ‘’Τίμιο Ήλο’’, το καρφί δηλαδή, που μπήκε στο Δεξί Χέρι του Χριστού κατά τη σταύρωση. Αρχικά μαζί με άλλα κειμήλια αφιερώθηκε από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα (1078 – 1081) Νικηφόρο Βοτανειάτη, στην ανακαινισμένη Ιερά Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Στο πέρασμα του χρόνου και μετά από αμέτρητες περιπέτειες το κειμήλιο παρέμεινε στην Μονή Αρχαγγέλου, (Προσκύνημα στη Θάσο, 12 – 18). Ιδανικό μέρος για κολύμπι και βουτιές άγνωστο στον πολύ κόσμο είναι  800 μ μετά την Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Στρίψτε αριστερά στον χωματόδρομο και σε 1500 μ φτάνετε σε μια μοναχική, πεντακάθαρη αμμουδιά. Στη διαδρομή υπάρχει ‘’πόρτα’’ για τα πρόβατα και η πρόσβαση γίνεται με εντουράκι ή με τα πόδια. 

’Ώ καύχημα των Αχαιών, πολύμνητε Οδυσσέα  το πλοίο κράτει, και έλα εδώ ν ’ακούσεις τη φωνή μας, κανείς δε πέρασε κανείς, εδώθε με καράβι χωρίς το γλυκολάλητο τραγούδι μας ν’ ακούσει’’. Η ωραία και τόσο ποιητική  αυτή μυθική περιπέτεια του Οδυσσέα ζει, σε μια παράδοση του χωριού Θεολόγου. Σύμφωνα με αυτήν, το νησί των σειρήνων ήταν η Θάσος, και το μέρος απ’ το οποίο πέρασε ο Οδυσσέας μαγεμένος από το τραγούδι των σειρήνων ήταν η Αστρίς, μια ωραία παραλία στην περιφέρεια του Θεολόγου. 

Ένας αγροτικός οικισμός είναι στις μέρες μας η Αστρίδα, σε υψ 70 μ. με φόντο το θρακικό πέλαγος και τα σπαράγματα αρχαίων ναών. Από τα λίγα χωριουδάκια που παραμένουν έξω από την τουριστική ανάπτυξη κρατώντας το παραδοσιακό της, αγροτικό προφίλ. Δεν είναι τυχαίο που περιλαμβάνεται με Νο 166 στα Τ.Ι.Φ.Κ.(1). Το όνομα το έδωσαν πράγματι οι κάτοικοι του Θεολόγου που κατέβαιναν εδώ για να μαζέψουν τους καρπούς της ελιάς από τα εκατοντάδες λιόδεντρα. Κοντά της, το Ακρωτήριο Σαλονικιός και ο κόλπος της Αστρίδας με την ομώνυμη παραλία και το μικρό ακατοίκητο νησάκι Αστρίς (Παπαευστρατίου, Ιστορία Θάσου, 27), Παναγιά ή ‘’Αστιριώτικο’’. Στην περιοχή υπάρχουν μοναδικής ομορφιάς παραλίες που προσελκύουν πολλούς επισκέπτες. Η καλύτερη απ’ όλες είναι η ‘’Γκιόλα’’ και η ‘’Ψιλή Άμμος’’. Δείτε τις στο www.thassos-island.gr/photoalbums/Gkiola.htm

Ο Ποτός σε υψ 5 μ. επίνειο του Θεολόγου, εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα θέρετρα του νησιού, με πολλά πολυτελή ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, ταβέρνες, εστιατόρια και έντονη νυχτερινή ζωή. Σε αυτό συνέβαλε η τεράστια παραλία του, πιθανά η μεγαλύτερη μετά τη Χρυσή αμμουδιά στον κόλπο της Ποταμιάς. Λίγο πριν μπείτε στο χωριό, αριστερά σας είναι ο χαμηλός λόφος του Αγίου Αντωνίου. Στην κορυφή του, έχει κτιστεί από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια (5ος – 6ος αι.), ένα εκκλησάκι, στη θέση πιθανότατα κάποιου αρχαίου ιερού. Στη σύντομη ανασκαφική έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 1970 με στόχο τον εντοπισμό του αρχαίου ιερού, εμφανίστηκε επίχωση προϊστορικού οικισμού. Σήμερα, εμπρός από εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου υπάρχουν κομμάτια μαρμάρινων κιόνων, ένας βωμός και απεριόριστη θέα προς τη κωμόπολη και την μαγευτική της αμμώδη παραλία. Σχεδόν ενωμένος με τον Ποτό είναι το μικρό Πευκάρι, με το γνωστό του κάμπινγκ.   

Από τον Ποτό, ξεκινά ο δρόμος που σύντομα (8χλμ) θα σας ανεβάσει στον ξακουστό Θεολόγο έναν ακόμα παραδοσιακό οικισμό στις πλαγιές του Υψάριου όρους. Στην διαδρομή ανάμεσα στα δύο χωριά (+/- 5 χλμ) έχει ανακαλυφθεί νεολιθικός οικισμός και νεκροταφεία, στη θέση ‘’Καστρί’’, που χρονολογούνται πριν την εγκατάσταση των Παρίων. Σύμφωνα με τις έρευνες και τα πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα, πρέπει να είναι ο σημαντικότερος οικισμός της πρωτοϊστορικής Θάσου. 

Στους λόφους γύρω από την ευρύτερη περιοχή του οικισμού Καστρί έχει εντοπιστεί ένα εκτεταμένο νεκροταφείο της ύστερης εποχής του χαλκού και της πρώιμης του σιδήρου. Λίγο πριν το χωριό, αριστερά, φεύγει χωματόδρομος που οδηγεί στα νεκροταφεία των θέσεων ‘’Λαρνάκι’’, ‘’Τσιγανάδικα’’, και πιο μακριά, στα ‘’Κεντριά’’ και τις ‘’Βρυσούδες’’. Σε όλους τους χώρους επιτρέπεται η πρόσβαση, μάλιστα ο κ. Παπαδόπουλος Ευστράτιος της ΙΗ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Καβάλας, μας γνωστοποίησε ότι σύντομα θα τοποθετηθεί σήμανση για διευκόλυνση των επισκεπτών. 

Ο Θεολόγος στα 240 μ υψ., (επί τουρ. Τολός και Γενίχισαρ=Νεόκαστρο) ένα κεφαλοχώρι που επανιδρύθηκε σε αυτή τη θέση τον 18ο αιώνα. Προσπάθησε και έχει καταφέρει να μην ενδώσει στις ‘’σειρήνες’’ του επιτηδευμένου τουρισμού. Λένε, πως όποιος δεν τον αντικρίσει, είναι σαν να μην ήρθε στη Θάσο. Λένε και έχουν δίκιο, μια που πρόκειται για ένα από τα ομορφότερα χωριά της, χαρακτηρισμένος από το 1972, διατηρητέος και παραδοσιακός. Πρώτη και παλιότερη πρωτεύουσα κατά την βυζαντινή περίοδο και κατά την τουρκοκρατία, είναι σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα χωριά, (το άλλο είναι η Παναγία) με πολλά παραδοσιακά πέτρινα θρακομακεδονικής αρχιτεκτονικής αρχοντικά και απλά σπίτια, πλακόστρωτα σοκάκια, και πλούσια πολιτιστική παράδοση, όλο το χρόνο. Υπάρχουν και εξυπηρετούν πλήθος επισκεπτών, χειμώνα καλοκαίρι, πολλά ταβερνάκια, ψησταριές (με το ξακουστό ντόπιο κατσικάκι), παραδοσιακά καφενεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια.

Όμως το καλύτερο που έχετε να κάνετε, είναι να περπατήσετε στο χώρο του ‘’Πέρα Μαχαλά’’ όπου σώζονται  παλιότερα του 19ου αι. κτήρια, όπως το περίφημο αρχοντικό του αρχηγού της εξεγέρσεως του Ιουνίου του 1821 και ‘’προέδρου’’, (Μπας κοτσάμπαση – ή Μπας Τσορμπατζή ανώτερο όλων των ισχυρών οικογενειών – αρχικοτσάμπαση) του νησιού, Χατζή Γιώργη Μεταξά, το αρχοντικό της Ελένης Τζιάτα, το πατρικό του συγγραφέα Βασίλη Βασιλικού. Πεζοπορώντας, θαυμάστε τα αξιόλογα πανέμορφα σπίτια, δίπατα τα περισσότερα, με ψηλούς πέτρινους μαντρότοιχους και φούρνους στην εσωτερική αυλή, ξύλινες ή σιδερένιες τοξωτές αυλόπορτες και όλα, με στέγες σκεπασμένες με σχιστόλιθο. 

Κοντά στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (1803) υπάρχει πέτρινο καλντερίμι που βγαίνει από το χωριό, κατηφορίζει κοντά στο ρέμα όπου συναντάει ένα θαυμάσιο πέτρινο γεφύρι, στην τοποθεσία ‘’στο γεφύρι’’ εκεί που ήταν το πρώτο χωριό. Το γεφύρι ένωνε τα παλιά χρόνια το Θεολόγο με την Μονή Αρχαγγέλου και την Αστρίδα, όπου κατέβαιναν για να μαζέψουν ελιές. Η Θάσος μαζί με τη Κρήτη, τα Ιόνια Νησιά, την Άμφισσα, τα παράλια της Μικράς Ασίας και τα μέρη της Πελοποννήσου, (Μεσσηνία – Ηλεία) θεωρείται από τους σπουδαιότερους ελαιότοπους της Ανατολικής Μεσογείου, με παγκόσμια πρώτη τη Λέσβο που αντιστοιχούν 113 λιόδεντρα ανά κάτοικο. 

Αξιόλογα θρησκεύτηκα μνημεία είναι ο προαναφερθείς Άγιος Δημήτριος (1803) με λεπτοδουλεμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, που φυλάσσει την μοναδική εικόνα της Παναγίας, κατασκευασμένη από μαστίχα και κερί, εικάζεται ότι είναι δημιουργία του ευαγγελιστή Λουκά. Η εικόνα βρέθηκε στο μεταβυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Η Αγία Παρασκευή (1833) με τοιχογραφίες, σπάνιες φορητές εικόνες και ένα απλό μονοκόμματο τέμπλο, η Κοίμηση της Θεοτόκου του (19ου αι.), η ‘’Παναγούδα’’ των ντόπιων, μετόχι της Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους, και το τελείως εγκαταλειμμένο εκκλησάκι της Παναγίας νοτιοδυτικά, με σπάνιες ζωγραφικές παραστάσεις του 17ου Αιώνα.

Για καφέ ή τσιπουράκι με παραδοσιακό μεζέ και κουβέντα προτιμήστε το παραδοσιακό καφενείο του Γιώργου Ψαλίδα, ‘’Αρζεντίνα καφέ’’. Εκεί έμαθα ότι οι εργάτες των ανασκαφών στην περιοχή ήταν κάτοικοι του χωριού, με πρώτο και καλύτερο τον … Βασίλη Οικονόμου τον παλιό αρχαιοφύλακα. Τακτικοί και με ζήλο όλοι κάθε χρόνο συνέχιζαν τις ανασκαφές έχοντας αποκτήσει προσωπική σύνδεση με την αρχαιολογική εργασία και τον χώρο. Ακόμα και σήμερα θα βρείτε στο καφενείο ανθρώπους να μιλούν για όλα αυτά. Προσωπικά, θυμάμαι μια εκπομπή της ΕΡΤ που κατά τη διάρκεια της ξύλευσης του δάσους για τις ανάγκες του χειμώνα, τους ρώτησε ο ρεπόρτερ για την ερήμωση του χωριού. Τότε με παράπονο ένας από τους δασεργάτες του είπε ‘’…από 3500 – 4000 κόσμο που είχε το χωριό, μείναμε 1500…’’. Το είπα στους θαμώνες του καφενείου και μου απάντησαν ότι  …’’καλά ήταν τότε, τώρα μείναμε οχτακόσιοι’’, (εκπομπή ‘’η ΕΡΤ στη βόρειο Ελλάδα’’, τίτλος αφιερώματος ‘’Θεολόγος Θάσου’’, κείμενο Αργύρης Μπακιρτζής, διάβαζε ο Χρήστος Τσάγκας, σκηνοθεσία Κώστα Κουτσομύτης – ΕΡΤ 1987). Πριν φύγετε δείτε τη Λαογραφική συλλογή που στεγάζεται στο κτήριο της πρώην κοινότητας.

Σήμερα η κυριότερη ασχολία των κατοίκων στο νησί, είναι ο τουρισμός, κάτι που φαίνεται με την πρώτη ματιά. Τα Λιμενάρια σε υψ 20 μ. όμως, η μικρή πολιτεία στο νότιο τμήμα της Θάσου, γνώρισαν ραγδαία ανάπτυξη και μεγάλη ακμή από τα πλούσια μεταλλεία που υπήρχαν στην περιοχή. Οι εγκαταστάσεις εξόρυξης και επεξεργασίας Σμισθσωνίτη (ανθρακικός ψευδάργυρος), κοινώς καλαμίνα απ’ όπου παραγόταν ο ορείχαλκος, ξεκίνησαν να φτιάχνονται τον προπερασμένο αιώνα από τη γερμανική εταιρεία Σπάιντελ (Speidel). Μετά την κατάληψη του νησιού από τον τουρκικό στρατό το 1902 κατόρθωσε να αποσπάσει την άδεια για εκμετάλλευση. Άρχισαν τη λειτουργία τους υπό την διεύθυνση του Fr. Speidel, και μέχρι τα χρόνια του μεσοπολέμου έδιναν δουλειά σε εκατοντάδες Θασίτες κυρίως από τον οικισμό του Κάστρου. 

Στις μέρες μας υπάρχουν πολλά αξιοθέατα για τους επισκέπτες, αρκεί να αναζητήσετε την γνωστή, συναρπαστική παραλία Μεταλλεία. Εκεί, εκτός από πανέμορφο πευκοδάσος που φτάνει μέχρι την θάλασσα θα κολυμπήσετε σε μια καταγάλανη ακτή, εξερευνώντας αργότερα τα απομεινάρια αυτού του βιομηχανικού μνημείου, αυτής της μακρινής πια, εκμετάλλευσης. Ολοπέτρινοι πυργοειδείς ψηλοί υψικάμινοι, επιβάλουν την παρουσία τους στον χώρο, σε αντίθεση με τις γαλαρίες που έχουν λιγότερους επισκέπτες. Αν περπατήσετε λίγο στο απότομο μονοπατάκι στην πλαγιά του λόφου θα βρεθείτε στο καμάρι της κωμόπολης, το γνωστό ‘’Παλατάκι’’. Ένα θαυμάσιο κτήριο που αποτελεί δείγμα εκλεκτής βαυαρικής αρχιτεκτονικής του 20ου αι. ξεφυτρώνει γοητευτικό απ’ το πλούσιο πευκοδάσος και πλημμυρίζει την ματιά σας με μια καινούργια εικόνα, ασυνήθιστη στην αρχή. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποιες αναστηλωτικές εργασίες ενώ ταυτόχρονα, από την πλευρά του Δήμου, συζητούνται διάφορα σενάρια αξιοποίησης.

Μέσα στη σύγχρονη κωμόπολη των Λιμεναριών γίνονται ανασκαφικές έρευνες στα υπολείμματα ενός προϊστορικού οικισμού, του οποίου το αρχαιότερο στρώμα κατοίκησης χρονολογείται στα τέλη της Μέσης και στην αρχή της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου (5981 – 5678 π.Χ.). Η αλματώδης τουριστική αξιοποίηση της δεκαετίας του ’90, και η πολυκοσμία της καλοκαιρινής περιόδου οδηγεί, σε πολλές περιπτώσεις, σε κοντινές ήσυχες εκδρομές. Ευτυχώς, γιατί από εδώ ξεκινά μια μοναδικής ομορφιάς διαδρομή. Προηγουμένως, δείτε το αξιόλογο λαογραφικό μουσείο και στα Καλύβια Λιμεναριών το ιδιωτικό ‘’μουσείο Παπαγεωργίου’’ με αρχαιολογικά, ιστορικά, και λαϊκής τέχνης εκθέματα. Κοντά στην πόλη είναι η περίφημη ακρογιαλιά Τρυπητή, που δελεάζει με τη παρουσία της. Προτιμήστε, όμως, ειδικά αν είναι απομεσήμερο, να κάνετε τη διαδρομή που από τα Καλύβια Λιμεναριών θα σας φέρει, βόρεια, στον παλιό οικισμό του Κάστρου από τον βατό χωματόδρομο. Στην επιστροφή σας το απόγευμα δίνεται η ευκαιρία για μια περιποιημένη στάση στις Μαριές για τσιπουράκι.

Η διαδρομή θυμίζει ωραίο αλπικό τοπίο με πεύκα, βελανιδιές, πουρνάρια, φτέρες, και δεκάδες, αρωματικά βότανα. Λίγο πριν μπείτε στο Κάστρο στα 520 μ. υψ. υπάρχει δστ που φεύγει αριστερά, αγνοήστε την (οδηγεί στις Μαριές), και προσεγγίστε σε ένα χλμ το παλιό χωριό. Τα Λιμενάρια γνώρισαν την ανάπτυξη μετά την εγκατάλειψη, στις αρχές του προπερασμένου αιώνα, αυτού του μεσαιωνικού οικισμού. Είναι χτισμένο γύρω στον 11ο αι. σε ένα ήρεμο καταπράσινο τοπίο με απεριόριστη θέα σε όλες τις κορυφογραμμές. Το τείχος του, ερείπια του οποίου φαίνονται ακόμα και σήμερα, χτίστηκε το 1434 από τους γενοβέζους Γατελούζους, στα χέρια των οποίων έμεινε μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους. Περπατώντας ανάμεσα στα χαλάσματα των παλιών κατοικιών βλέπετε τις διαφορές με τα λίγα καινούργια και ανακαινισμένα σπίτια που κανένα δεν ταιριάζει με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του χώρου και του παλιού χωριού γενικά. 

Η πλατεία είναι ο τόπος συνάντησης όλων των κατοίκων. Εκεί, υπάρχει η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (1804), όπου ο προσεκτικός επισκέπτης θα δει τις εντοιχισμένες επιγραφές του 15ου αιώνα που γράφουν: ‘’Ανοικοδομήθι το κάστρον 6911 (1403) και ανηγέρθη ο πύργος εκ βάθρων δια συνδρομής Κωνσταντίνου και Ιωάννου των Κωνσταντινοπολιτών’’ InCristinοminefactumest 1534 (σωστό: 1434) dieprimaaprilis έτους (6942=1434) Μπέρτο Γκριμαλτάο’’. Επίσης, υπάρχουν τα οικόσημα της οικογενείας Γκριμάλντι (Grimaldi), των Γατελούζων (Gattilusi) και τα τέσσερα βόρεια των Παλαιολόγων, (Μακεδονία, ΕΤΒΑ – ΕΟΤ, 140.). Παλιότερα συγκέντρωνε τον μεγαλύτερο πληθυσμό του νησιού, (στην απελευθέρωση του 1912 είχε 1300 κατ.) σήμερα είναι έρημο τους περισσότερους μήνες το χρόνο, χρησιμεύοντας περισσότερο σαν  αφετηρία ορεινών πεζοπορικών διαδρομών. Αναβιώνει το καλοκαίρι και για λίγες μέρες πριν τις 18 Ιανουαρίου που γιορτάζει ο Άγιος Αθανάσιος. Τότε, πολλοί  Λιμεναριώτες αφήνουν τις παραλίες και ανεβαίνουν ως εδώ τιμώντας τον άγιο και τα πατρικά τους σπίτια με εβδομαδιαίο γλέντι.

Γυρνώντας πίσω ένα χλμ., προς τη δστ., διασχίζετε ένα πευκόφυτο επίπεδο μικρό οροπέδιο, που το χειμώνα ‘’κρατάει’’ τόσο πυκνή ομίχλη και καμία φορά χιόνι, που νομίζεις κανείς ότι είναι βουνό των Άλπεων. Εκεί θα συναντήσετε πολλούς δασικούς και ένα τρίστρατο. Όλοι οι δρόμοι δεξιά, οδηγούν στη κορφή Υψάριο, το Ψαριό των ντόπιων (1203 μ. υψ.) που ευτυχώς γλίτωσε από το τεράστιο αεροπορικό ραντάρ, στο πλάτωμα Τραπέζια και στην κορφή Προφήτη Ηλία (1127 μ. υψ.). Αριστερά κατηφορίζει προς τις πανέμορφες Μαριές, μέσα σε ένα κατάφυτο περιβάλλον με την  μυρωδιά του πεύκου, τα τρεχούμενα νερά και τις καταπράσινες πλαγιές να φτιάχνουν ένα μαγευτικό σκηνικό. Περνάτε τα τρία σπιτάκια του δασαρχείου στη θέση ‘’Γέννα’’ και λίγο πριν το χωριό θα δείτε το φράγμα που σχηματίζει μια δελεαστική τεχνητή λίμνη με εκπληκτική φύση γύρω της, ίσως, το ωραιότερο φυσικό τοπίο στο νησί, που προκαλεί για κατασκήνωση. 

Οι Μαριές, στα 330 μ. υψ από τα παλιότερα χωριά του νησιού δεν απέχουν παρά λίγα λεπτά. Στην απελευθέρωση του 1912 είχε 1100 κατοίκους, δείγμα της οικονομικής ευρωστίας που κατά κύριο λόγο οφειλόταν στα ορυχεία σιδήρου. Η παράδοση αναφέρει ότι η ονοματοθεσία έγινε από τις πολλές μουριές που υπήρχαν στην περιοχή, ενώ άλλη άποψη μας μεταφέρει για δύο γυναίκες, και οι δύο Μαρίες, που επιβίωσαν μετά από πειρατική επιδρομή και κρύφτηκαν εδώ. Αλήθεια είναι ότι όλοι αυτοί οι ορεινοί οικισμοί στο Υψάριο όρος, (Θεολόγος, Μαριές, Παναγία, Μεγάλο και Μικρό Καζαβίτι) χτίστηκαν στο εσωτερικό του νησιού στη διάρκεια του 18ου – 19ου αι., τότε που η πειρατεία ήταν ο φόβος και ο τρόμος των κατοίκων και τα παράλια είχαν ερημώσει. Φαίνεται άλλωστε, ειδικά στις Μαριές, η πυκνή δόμηση των σπιτιών, το ένα δίπλα από το άλλο. Κοντά στο χωριό, σε λόφο στη θέση ‘’Παλιόκαστρο’’, διακρίνονται κτίσματα καθώς και λείψανα οχυρώσεων κατάλοιπα οικισμού της πρώιμης εποχής του σιδήρου.  

Στην μικρή πλατειούλα του ήσυχου χωριού, βρίσκεται ένα ξεχασμένο από το χρόνο παραδοσιακό καφενείο - παντοπωλείο, της κ. Πόπης Θεοδωρίδου. Καθίστε εκεί και δοκιμάστε ότι σας φτιάξει. Είτε είναι γλυκό του κουταλιού είτε μεζεδάκι για αρωματικό τσίπουρο. Είναι κάτι στιγμές, όπως αυτή, που εύχεσαι όλα τα χωριά του τόπου μας να είχαν ‘’στερηθεί’’ τον τουριστικό κατακλυσμό και την άνευ όρων ‘’ανάπτυξη’’ που μακροπρόθεσμα και έτσι όπως γίνονται, δεν έχουν κανένα ουσιαστικό κέρδος ειδικά για τους ντόπιους. Έτσι κι’ αλλιώς όμως, δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής οπότε καλύτερα είναι να σημειώνουμε αυτά τα μοναδικά και τελευταία παραδοσιακά στέκια της παλιάς Ελλάδας. Δίπλα από το καφενεδάκι υπάρχει η Ι. Μ. Παναγίας με ενδιαφέρουσες λαϊκής τέχνης τοιχογραφίες (1813) στο καθολικό. 

Στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν πολλά μοναστήρια, Καρακάλου, Σταυρονικήτα, Ξηροποτάμου, και τα τρία, μετόχια μονών του Αγίου Όρους. Οδηγώντας προς τη Σκάλα Μαριών, δεξιά σας, είναι το μοναστήρι της Κοίμησης Θεοτόκου η δεύτερη μονή του νησιού που έχει μοναχούς. Η Σκάλα, σε υψ. 10 μ. αποτελεί το επίνειο των Μαριών. Ένα γραφικό ψαροχώρι δώδεκα χλμ. συνολικά, από τις Μαριές χτισμένο στη θέση που γινόταν η φόρτωση του μεταλλεύματος των ορυχείων. 

Η δυτική ακτή του νησιού εξελίχθηκε ραγδαία, πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Παρά τις προσπάθειες ‘’αναβάθμισης’’ του τουριστικού προϊόντος, που έχουν φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, δεν ελκύει τον επισκέπτη. Αν άφηναν τις παραλιούλες όπως ήταν κάποτε, σίγουρα θα είχαν μεγαλύτερες οικονομικές αποδόσεις και ποιο αυθεντικό, (αναντικατάστατο πλέον) τουριστικό προϊόν μακροπρόθεσμα. Ευτυχώς, μετά τη Σκάλα Καλλιράχης, σε υψ. 5 μ. επίνειο της Καλλιράχης και τις ψαροταβέρνες της στο κύμα, υπάρχει η ορεινή Καλλιράχη, στα 195 μ. υψ., ένα από τα παλιότερα χωριά της, χτισμένη σε μια πλαγιά του βουνού ανάμεσα στα λιόδεντρα, με παραδοσιακά Θασίτικα σπίτια και γραφικά στενά δρομάκια. Στο χωριό υπάρχει ένα αξιόλογο Λαογραφικό μουσείο στεγασμένο σε ένα διατηρητέο αρχοντικό του 1880.  

Τα ίδια ‘’αναπτυξιακά’’ ισχύουν και τη Σκάλα Σωτήρος, σε υψ. 5 μ. επίνειο του Σωτήρα μόνο που εδώ υπάρχει αρχαιολογικό ενδιαφέρον αφού βρέθηκαν εγκαταστάσεις λουτρών ρωμαϊκής εποχής, και το ιερό του Ηρακλή. Κοσμοπολίτικη παραλία με μπαράκια, ταβερνάκια και θόρυβο. Τουλάχιστον σταματήστε στον φούρνο για ψωμί, λένε, ότι είναι το καλύτερο της Θάσου. Πιο πάνω, ο ορεινός Σωτήρας στα 330 μ. υψ., πραγματικά ένα χωριό που δεν έχει δεχθεί ‘’τουριστικές’’ παρεμβάσεις, έχει κρατήσει το χρώμα του και αυτός είναι ο λόγος που τον καθιστούν ελκυστικό. Στην κεντρική πλατεία είναι η θαυμάσια εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και η παλιά κρήνη του 1888. Σπουδαία και γνωστή στους καλοφαγάδες η ταβέρνα – καφενείο στο κέντρο του χωριού, δελεαστική και η δασική διαδρομή που βγάζει στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα (1843) που γιορτάζει κάθε χρόνο 27 Ιουλίου. Δίπλα από την μονή υπάρχει σπήλαιο με αγίασμα που η παράδοση αναφέρει ότι διαθέτει θεραπευτικές ιδιότητες.

Ο δρόμος σύντομα σας φέρνει πάλι στον κεντρικό, προς τη Σκάλα Πρίνου, στα 5 μ. υψ. (πριν το 1954 Σκάλα Μεγάλου Καζαβιτίου), έναν μεγάλο και πυκνοκατοικημένο οικισμό, εμπορικό και πολιτιστικό κόμβο, κατάφυτο με ελιές και ξενοδοχεία! ως κάτω στο ‘’Δασύλλιο’’. Μια καινούργια, οικοδομημένη περιοχή που πρόλαβε και την ‘’κατάπιε’’ η Σκάλα, το δεύτερο λιμάνι του νησιού, που εξυπηρετεί την απ’ ευθείας σύνδεση με τη Καβάλα, ευρύτερα γνωστή για τα πετρέλαια και την εξέδρα άντλησης ‘’Πρίνος 1’’ που βλέπουν οι επιβάτες του πλοίου στη διαδρομή. Η τοπική κοινωνία της Θάσου αλλά και της Καβάλας, θα μπορούσαν να έχουν ωφεληθεί τα μέγιστα από τα κοιτάσματα πετρελαίου της ευρύτερης θαλάσσιας περιοχής, ήδη, από την εποχή που δεν είχε βρεθεί θειάφι στη σύστασή του. Αντίθετα(6) από ότι θα περίμενε κανείς, δεν υπήρξε ο παραμικρός σχεδιασμός, μακροπρόθεσμος ή άλλος, που να αποδειχθεί επωφελής στην πράξη, για τους κατοίκους της.

Ο Πρίνος (πριν το 1991 Καλύβες ή Καλύβια) στα 40 μ. υψ. χτισμένος σε πιο ψηλό σημείο είναι ο κεντρικός οικισμός, που τον συναντάτε στη διαδρομή (4 χλμ.) προς τον Μικρό Πρίνο, (προ του 1954 Μικρό Καζαβίτι σε υψ. 330). Οδηγώντας άλλα επτακόσια μέτρα είστε στην πλατεία του Μεγάλου Πρίνου, (προ του 1991 Πρίνος, προ του 1954 Μεγάλο Καζαβίτι σε υψ. 340μ.), ένα γοητευτικό χωριό που μαζί με την Παναγία, την Ποταμιά, τον Θεολόγο, και τις Μαριές, κρατάνε τα σκήπτρα στο νησί τουλάχιστον όσο αφορά, τον πολιτισμό, την αρχιτεκτονική, και την ήπιας μορφής ανάπτυξη.

Από οθωμανικά φορολογικά έγγραφα πληροφορούμαστε ότι το Καζαβίτι παρουσιάζεται σαν οικισμός το 1570. Περπατώντας στα στενά καλντερίμια, που σώζονται ακόμη, θαυμάζεις την τέχνη των παλιών μαστόρων, που με εργαλεία απλά χτίσανε όλα αυτά τα σπουδαία ολοπέτρινα αρχοντικά και τα απλά σπίτια με τις πετρόχτιστες ψηλές μάντρες, (για το φόβο πειρατικών επιδρομών) και τις, αληθινά έργα τέχνης, στέγες. Κάτι που παρατηρείται σε πολλά παλιά χωριά της νήσου, και στο Καζαβίτι φυσικά, είναι ότι ένα αξιομνημόνευτο τμήμα τους έχει πουληθεί για παραθεριστική κατοικία, τις περισσότερες φορές σε πολίτες της Ε.Ε. Μάλιστα ένας απο αυτούς, που αγάπησε τον τόπο και όλη την Ελλάδα γενικά, είναι ο γερμανός Thomas Schultze – Westrumπου πολλοί ίσως των θυμούνται από τη θαυμάσια και επιτυχημένη σειρά της ΕΡΤ ‘’οι θησαυροί της Ελληνικής Φύσης’’, (1985 - 1988) που αγκάλιασε όλη τη χώρα και την παρθένα φύση της, τότε που πολύς κόσμος δεν γνώριζε τις ομορφιές της. Η πώληση δεν είναι κακό, μια που οι περισσότεροι γνωρίζουν καλά τι αγοράζουν. Αυτός είναι ο λόγος που τις περισσότερες, αν όχι όλες σέβονται και αναστηλώνουν τα σπίτια στην μορφή που είχαν παλιότερα. Αναφερόμαστε σε αυτό συχνά, όμως αναπάντητο παραμένει το ερώτημα γιατί οι Έλληνες δεν συμπεριφέρονται κατά τον ίδιο τρόπο.

Χτισμένη σε ένα μικρό πλάτωμα – μπαλκόνι με πολύ ωραία θέα, λίγο πιο ψηλά από την πλατεία του χωριού είναι η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων (1804), με μεγάλο χαγιάτι και καμάρες, χτισμένη από τους ίδιους τους κατοίκους σε 15 μέρες, όσο κράτησε η άδεια από τον Τούρκο διοικητή, με λαϊκά ξύλινα έπιπλα, μαρμάρινο θύρωμα εισόδου με ανάγλυφες παραστάσεις, χρωματισμένο αργότερα. Και τα δύο Καζαβίτια έζησαν λαμπρές εποχές τον καιρό τους, τότε που όλα τα ορεινά χωριά στο νησί είχαν κατοίκους. Ήχοι ξέμακροι ακούγονται χωρίς να τους νοιώθεις, χωρίς να τους ακούς, χωρίς να τους βλέπεις. Εκατοντάδες πρόβατα κατεβαίνουν ‘’τα πλάγια’’, και με τα κουδούνια τους και τα βελάσματα τους ξεσηκώνουν τον κόσμο. Καταπράσινη περιοχή, θαυμάσιο αγροτικό περιβάλλον, με πλατάνια, που κρατάνε δροσιά, και όμορφα παλιά καφενεία. Πιο παλιά εδώ ο κόσμος είχε αμπέλια, και έφτιαχναν καταπληκτικό κρασί, και τσίπουρο, μέχρι καπνά φύτευαν στον ευλογημένο τόπο. Θες η αδιαφορία της πολιτείας θες η οικονομική ανέχεια και τα μέτρα που δεν έφτασαν ποτέ εδώ πάνω, οι κάτοικοι έφυγαν, σκόρπισαν αρχικά στην Καβάλα και έπειτα σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. 

Αυτά είχαν επισημανθεί από παλιά, μάλιστα έγιναν και εκπομπή (‘’η ΕΡΤ στη βόρειο Ελλάδα’’ με τίτλο αφιερώματος ‘’χωριά για πούλημα’’,  (Καζαβίτι, Πρίνος, Σωτήρας) σε σκηνοθεσία Απόστολου Κρυωνά και μουσική συμμετοχή του Αργύρη Μπακιρτζή – ΕΡΤ 1988). Σήμερα το χωριό περισσότερο ταιριάζει να το αναφέρουμε σαν μνημείο παρά σαν τουριστικό προορισμό, αν και πολλοί κάτοικοι του, ειδικά το καλοκαίρι, κάνουν τις διακοπές τους εδώ. Στην ομορφότερη πλατανοσκέπαστη πλατεία της Θάσου, στις ‘’πλατάνες‘’ των ντόπιων, είναι το ταβερνάκι – ψησταριά ο Ανδρέας με τη γυναίκα του Λίτσα ενώ πιο κάτω η ταβέρνα του Βασίλη, (στην είσοδο του χωριού). Δοκιμάστε κατσικάκι, μεζέδες και τσίπουρο ίσως τα πιο νόστιμα στο νησί.

Μετά την ωραία, από κάθε άποψη, επίσκεψη στο Καζαβίτι η επιστροφή στον Λιμένα ώστε να ολοκληρωθεί ο κύκλος του νησιού φαντάζει ανεπιθύμητη. Αν και σεις αισθανθείτε έτσι οδηγήστε από την παραλία και τους απέραντους ελαιώνες μέχρι το Ραχώνι και τον ΑιΓιώργη, σε υψ. 140 μ. που απλώνονται στους πρόποδες του Υψάριου. Τα πέντε μόλις χλμ. θα σας αποζημιώσουν με μια υπέροχη θέα. Το Ραχώνι, με τα μοναδικής αρχιτεκτονικής σπίτια του είναι μια από τις πέντε πρώην κοινότητες που εμφανίζονται στα κιτάπια της εποχής (1522 – 1560) του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή. Σύμφωνα με την παράδοση, το μέρος όπου γαλουχήθηκε ο Μεχμέτ Αλή, ήταν ο Άι – Γιώργης Θάσου. Εκείνη την εποχή καταδιωκόταν από τους Τούρκους για κάποιον φόνο, και βρήκε άσυλο στην οικογένεια Καραπαναγιώτη. Στο χωριό είναι οι εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και της Κοίμησης της Θεοτόκου (19ου αι.). Από τη Σκάλα Ραχωνίου, σε υψ. 5 μ. επίνειο του Ραχωνίου, ολοκληρώνουμε τον κύκλο του νησιού περνώντας από τις πανέμορφες παραλίες, Παπαλιμάνι, Γλυκάδι, Γλυφάδα, μοναδικοί και γρήγοροι προορισμοί από την πρωτεύουσα Θάσο (Λιμένας).

Επιστρέφοντας στον Λιμένα και ανάλογα το χρόνο που έχετε στη διάθεσή σας, μπορείτε να επαναλάβετε το γύρο του νησιού από τον θαλασσινό δρόμο ή να εξερευνήσετε το συναρπαστικό βυθό της Θάσου και να ψαρέψετε. Βρείτε στον Λιμένα το σκάφος Έρως ΙΙ. Το μόνο που ίσως λείπει είναι η μάσκα, ο αναπνευστήρας και τα βατραχοπέδιλα. Προμηθευτείτε από τα μαγαζιά που υπάρχουν και ...καλές βουτιές. Ειδικά το καλοκαίρι θα βρείτε καΐκια και άλλα πιο γρήγορα μέσα, που σας μεταφέρουν σε απόμερες παραλίες για ψαροτούφεκο ή απλά για ψάρεμα με πετονιά. Η Θάσος είχε πάντοτε σημείο αναφοράς τη θάλασσα, αφού από αυτήν αντλούσε και σε αυτήν όφειλε τη δύναμή της. Μια πανδαισία χρωμάτων και εικόνων στις αναρίθμητες παραλίες, που στεφανώνονται από μικρές πεδιάδες, γεμάτες αγριόπευκα, ελιές, πεύκα, πλατάνια, καστανιές και δεκάδες άλλα δασοπονικά είδη συνθέτουν μια ποικίλη και μεγαλειώδη βλάστηση που καλύπτει όλο το νησί. 

Οι μεγάλες ζημιές από τις πυρκαγιές(7) έχουν επουλωθεί, στο μεγαλύτερο μέρος τους τουλάχιστον. Βέβαια το οικοσύστημα της νήσου θέλει ακόμα χρόνο να συνέλθει. Η διαφορά όμως είναι αισθητή για κάποιον που είχε επισκεφθεί τότε το νησί, γι’ αυτόν τον περιηγητή σίγουρα υπάρχει σαφής βελτίωση. Πραγματική άνεση για τον επισκέπτη, προσφέρει ο καλός περιφερειακός δρόμος των 92 χλμ που λίγα νησιά διαθέτουν, και που σας φέρνει γρήγορα και με ασφάλεια όπου επιθυμείτε. Σε όλα τα ορεινά χωριά και τους παραδοσιακούς οικισμούς, υπάρχουν υποδομές για φιλοξενία των επισκεπτών, ταβερνάκια και ψησταριές με παραδοσιακά εδέσματα, και φρέσκα λαχανικά από τα δικά τους περιβόλια που όλοι οι κάτοικοι διαθέτουν. 

Φυσικά θα βρείτε τα κλασικά απλά καφενεδάκια με αξέχαστους ψαρομεζέδες που συνήθως πηγαίνουν οι ντόπιοι. Ανάλογα που ταξιδεύετε στο νησί, την μια στιγμή κυριαρχεί στην περιήγηση το βουνό, και την άλλη στιγμή αυτή η αίσθηση αντικαθίσταται, κολυμπώντας σε παραλίες που η μία είναι καλύτερη από την άλλη καταντικρύ της δροσερής θάλασσας του Αιγαίου ή του Θρακικού. Η αίσθηση δε, ότι οποιαδήποτε στιγμή θελήσεις μπορείς να ….πεταχτείς στα ορεινά για χωμάτινες διαδρομές, για πεζοπορία ή αθλήματα βουνού γενικότερα, είναι κάτι πρωτόγνωρο, μια επιπλέον επιλογή που επίσης, ελάχιστα νησιά μας διαθέτουν. 

Αυτός ο παράξενα γοητευτικός συνδυασμός καταπράσινων βουνών, γαλαζοπράσινης θάλασσας με οργανωμένες παραλίες και καθαρά, απόμερα, δαντελωτά ακρογιάλια που σαν αναρίθμητες σειρήνες πλανεύουν το νου, κάνει τη Θάσο πραγματικά αξέχαστη. Ίσως γι’ αυτό αποκτά κάθε χρόνο όλο και περισσότερους φανατικούς επισκέπτες. 

Σημειώσεις:

(1) Με το πρόγραμμα του Ε.Μ.Π. ‘’Οριοθέτηση και καθορισμός μέτρων προστασίας τοπίων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους’’ του τομέα Υδατικών Πόρων, Υδραυλικών και Θαλασσίων Έργων με επιστημονικό υπεύθυνο τον επίκουρο καθηγητή κ. Κίμωνα Χατζημπίρο, διατηρούνται τα 190 παλιά Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους και προτείνονται 259 νέα. Τα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της Ελλάδας θα πρέπει πλέον να προστατεύονται από τις ανθρώπινες επεμβάσεις. Για περισσότερα δείτε ‘’Καθημερινή’’ 4/7/99 το άρθρο με τίτλο ‘’Τα ωραιότερα τοπία της Ελλάδος’’ και Περιοδικό Μετρό Αύγουστος 1999 το ένθετο αφιέρωμα ‘’Οι 449 πιο όμορφες περιοχές της Ελλάδας’’.

(2) Την ιδέα να ιδρύσει δικό του βασίλειο μέσα στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν είχε μόνο ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων αλλά και ο συνώνυμος Μεχμέτ Αλή Πασσάς. Ο Τεπελενλής το αξίωσε στην Ήπειρο, και αποστατώντας τον σκότωσαν, ενώ ο Μεχμέτ το ήθελε και το πέτυχε στην Αίγυπτο. Ο ίδιος, με τη βοήθεια Νιβεστιάνων (Νυμφαίο), χρυσικών και εμπόρων της Καβάλας, πλούτισε από το εμπόριο καπνού και το εμπόριο ξυλείας από τη Θάσο, όπου αξιοποίησε και τα ορυχεία (Μέρτζος, Βλάχοι, 65). Για την εξαγωγή ναυπηγήσιμης ξυλείας δείτε Βακαλόπουλος, Ιστορία, 115.

(3) Ανάλογα με το μέγεθός της, (379 τ.χ.) έχει μικρή ακτογραμμή (95 χλμ). Για σύγκριση βλέπουμε τη Σαλαμίνα που ενώ είναι τέσσερις φορές μικρότερη (95 τ.χ) διαθέτει 104 χλμ ακτογραμμή, (Γεωργίου Κ. Γιαγκάκη, Νησιολόγιο, σελ 24, 32, 40).

(4)Οι αναφερόμενοι ‘’Φοίνικες’’ δεν είναι ο συγκεκριμένος σημιτικός λαός, η θαλασσοκρατορία του οποίου τοποθετείται πολύ αργότερα από την ύστερη εποχή του χαλκού, αλλά Μυκηναίοι από τα ανατολικά παράλια του Αιγαίου, (ανάλυση και βιβλιογραφία δες Χ. Κουκούλη, Πρωτοϊστορική Θάσος, τομ Β’, σελ 727). Δεύτερη ερμηνεία της πληροφορίας του Ηρόδοτου και για το Παγγαίο, (ο.π. σελ 728). Για την εκμετάλλευση των μεταλλείων που αναφέρει ο Ηρόδοτος δεν υπάρχει ακόμη καμιά αρχαιολογική ένδειξη, ούτε στα Κοίνυρα ούτε αλλού στη Θάσο, (ο.π. σελ 684, 726).

(5)Η μυθολογία αναφέρει ότι μια από τις πολλές ερωτικές περιπέτειες του Δία, του υπέρτατου Θεού, βασιλέα του Ολύμπου, έγινε η αφορμή της ονοματοθεσίας της Θάσου. Στην ανατολική Φοινίκη και τη Λιβύα βασίλευε εκείνα τα χρόνια ο Αγήνορας, ο οποίος είχε τρεις γιους, τον Φοίνικα, τον Κίλικα, τον Κάδμο και μια κόρη, την Ευρώπη ή Ελλωτία, (λεπτομερή αναφορά στο: Μάριος Βερέττας, Μέγα Ονομαστικόν σελ 17, 155, 174, 205, 217). Μια ανοιξιάτικη μέρα ο Δίας είδε την Ευρώπη, του άρεσε, μεταμορφώθηκε σε ταύρο και....την απήγαγε. Ο Αγήνορας τότε, έδωσε εντολή στα παιδιά του αλλά και στον γιο του Ποσειδώνα Θάσο, (σε άλλες πηγές εμφανίζεται σαν αδελφός του Κάδμου, δες: Χ. Κουκούλη, Πρωτοϊστορική Θάσος, τομ Α’, σελ 27, ενώ σε άλλες εγγονός του Αγήνορα, δες: Γ. Παπαευστρατίου, Ιστορία της Θάσου σελ 33 σημείωση 2.), να ψάξουν παντού για να τη βρουν. Αν δεν το κατορθώσουν, να μην γυρίσουν πίσω. Ο Φοίνικας έφτασε μέχρι τα παράλια της Αφρικής και εγκαταστάθηκε εκεί αποκτώντας την Αστυπάλαια με την Περιμήδη, θυγατέρα του Οινέα. Οι Κίλικας έφτασε μέχρι την Κιλικία και της χάρισε το όνομά του. Ο Κάδμος έφτασε στη Βοιωτία και εκεί ίδρυσε τη Θήβα. Κανείς από τους τρεις δεν την βρήκε. Ο Θάσος περιπλανήθηκε χρόνια ψάχνοντας παντού, εκτός από ένα ειδυλλιακό παραποτάμιο τοπίο στην Κρήτη, εκεί που αργότερα χτίστηκε η Γόρτυνα, και που ο....πονηρός  Δίας έκρυβε την Ευρώπη. Έτσι έφτασε στη Θάσο. Αφού δεν είχε επιτύχει στον σκοπό του εγκαταστάθηκε εκεί, στο νησί που από τότε φέρει το όνομά του, «ήτις νυν από του Θάσου τούτου του Φοίνικος το όνομα έσχε» (Ηρόδ. IV, 47 εκδ. Loeb), και «όταν μετά του Θάσου απώκησαν την νήσον ταύτην, ήτις σήμερον έχει τ’ όνομα από του Θάσου τούτου», (Γ. Παπαευστρατίου, Ιστορία της Θάσου σελ 34).

(6) Η μεγάλη υφαρπαγή των πετρελαίων ξεκίνησε το 1998 – 1999 με την αποχώρηση της NAPC, και τη διάλυση της ΔΕΠ – ΕΚΥ. Στη συνέχεια ‘’φύτρωσε’’ το, μοναδικής έμπνευσης, επιχειρηματικό σχήμα της Kavala Oil, συνεπικουρούμενο από την συνεχή χαριστική συμπεριφορά του υπουργείου ανάπτυξης και των ΕΛΠΕ, που ακολούθησαν αντίθετη κατεύθυνση προς τις συμβατικές υποχρεώσεις της Ευρωτεχνική Α.Ε. Όλες αυτές οι μεθοδεύσεις, καθιστούν σήμερα το μέλλον ‘’αόρατο’’ από άποψη διαχείρισης και φυσικά καθιστούν αόρατα τα πιθανά οφέλη κερδοφορίας και απασχόλησης, αν και είναι ευρύτερα γνωστό το πρόβλημα της ανεργίας της ευρύτερης περιοχής, (ανάλυση στο άρθρο Κ. Ν. Σταμπόλη εφημ. Καθημερινή 31/10/04 σελ 4, 5). Για τη νέα γεώτρηση της Καλλιράχης δες εφημ Ημερησία φ.17228 – 16/17 Απριλίου 2005 άρθρο του Δ. Δημητριάδη σελ 4.

(7) Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80 η Θάσος είχε τις χειρότερες πυρκαγιές. Η αρχή έγινε τον Ιούλιο του 1984 στη θέση ‘’Σκαλιά’’, και το 1985 στη θέση ‘’Κεραμίδι’’. Τότε κάηκαν μεγάλες εκτάσεις στα Λιμενάρια, το Θεολόγο και τις Μαριές. Τον Αύγουστο του 1989 πάλι μεγάλες εκτάσεις την περιοχή Ραχώνι, Πρίνος, Σωτήρας, Καλλιράχη, Μαριές, Λιμενάρια. Τον Αύγουστο του 1993 στην περιοχή Ποταμιάς, τότε κάηκε και τμήμα της Παναγιάς. Τελευταία μεγάλη Πυρκαγιά ήταν το 1998 στη Θέση ‘’Μπάμπουρα’’ και τον Ιούλιο 2004, 200 στρ στην Καλλιράχη.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 379 τ.χ., Ακτογραμμή: 95 χλμ, Υψόμετρο: 0 –  1203 μ. κορυφή Υψάριο, Πληθυσμός: 13758 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Θάσος - Λιμένας, Νομός: Καβάλας, Απόσταση από Καβάλα 18 ν.μ. (Λιμένας), 12 ν.μ. (Σκάλα Πρίνου), από Νέα Πέραμο 13 ν.μ., από Κεραμωτή 5,6 ν.μ.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 25930

ΔΙΑΜΟΝΗ: Ένωση Ξενοδόχων Θάσου 23331, Σύνδεσμος Ξενοδόχων Θάσου 22101,  Σύλλογος ενοικιαζομένων δωματίων 23950. ‘’Αμφίπολις’’ στην Θάσο (Λιμένας) 23101, Makryammos Bangalows 22101 www.makryammos-hotel.gr  Ενοικιαζόμενα Δωμάτια: ‘’η Μολόχα’’ 52808 στη Ψιλή Άμμο, στα Κοίνυρα και την Αστρίδα Ψαλίδας Γιώργος 31200, 31250, 51237. ‘’Κλήμης’’ 51998 στην Αστρίδα, Παραλία Τρυπητής www.rodonhouse.gr - Δασύλλιο Πρίνου www.ilionmare.gr - Σκάλα Ποταμιάς www.mouragio.gr - Καζαβίτι www.kazaviti.gr  

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: ’’Νυστέρι’’ στην Θάσο (Λιμένας) 23327, ‘’Χρυσή Αμμουδιά’’ στη Σκάλα Ποταμιάς 61472-3, ‘’Πευκάρι’’ στο Πευκάρι 51190, Ε.Ο.Τ. Πρίνου - Θάσου στον Πρίνο 71270, 71171 – 2 – 3, ‘’Δαίδαλος’’ στη Σκάλα Σωτήρος 58251, ‘’Περσεύς’’ στη Σκάλα Ραχωνίου 81242, Πότος – Παράδεισος 51906, 51950. Αν κατασκηνώσετε στο Κάστρο, στη λίμνη στις Μαριές ή αλλού, προσέξτε μην ανάψετε φωτιά και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: ‘’Ωραία Σύμη’’ και ‘’Συρτάκι’’ στην Θάσο (Λιμένας) στην άκρη του παλιού λιμανιού. Ψητά κάθε είδους στον ‘’Βασίλη’’ και τον ‘’ο Ανδρέας’’ στο ολόδροσο Καζαβίτι 71760, στο Θεολόγο ‘’Αρζεντίνα καφέ’’ κος Γιώργος 31250. καφενείο ‘’ο Ζήσης’’ στο Ραχώνι 81262, και Καφέ - ούζο ‘’το στέκι της Κατερίνας’’. Καφενείο στις Μαριές Πόπη Θεοδωρίδη 42259.Δεκάδες ψαροταβέρνες φτιάχνουν με τοπικά προϊόντα πεντανόστιμους μεζέδες, από ψάρι και χταπόδι στα κάρβουνα έως σπέσιαλ σαγανάκι. 

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος 23118, 23918, Δ.Ε.ΠΟ.Τ.Α.Θ. 58374, Κέντρο Υγείας στον Πρίνο 71100 - 1, Αστυνομία 22500, Ενοικιάσεις - Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ για μικροπροβλήματα: Στη Χρυσή Αμμουδιά ‘’Weel ’s’’ 23907, Εμπορική. Συνεργεία - Λάδια- Τακάκια - Βουλκανιζατέρ Ιωαννίδης Γεράσιμος 23421, Πελελής Βασίλειος 22490.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.thasos-island.gr www.gothassos.ws/index.htm Για πεζοπορικές διαδρομές από 20’ έως ημερήσιες απευθυνθείτε στον κ. Αργύρη Γκίσσα, που οργανώνει κάθε είδους ορεινές εξορμήσεις, 22080, 2310427429. Αρχαιολογικό Μουσείο 22180, Μουσείο Παπαγεωργίου – Καλύβια Λιμεναριών 51205, Μουσείο Πολύγνωτου Βαγή – Ποταμιά 61400, Τράπεζεςμε ΑΤΜ / στο Λιμένα όλες, Ι. Μ. Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις Μαριές 51394, Ι. Μ. Αρχαγγέλου 31500. Βιολογικά ελαιοτριβεία Θάσου και τα εκλεκτά προϊόντα τους www.vieltha.com/frames_gr.htm

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Αθήνα - Καβάλα 680 χλμ, Καβάλα  - Κεραμωτή 51 χλμ. Η Θάσος συνδέεται μέσω Καβάλας, (Χρυσούπολη) με αεροπλάνο από το Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος 2103530000, ΟΑ Αθήνας 2109666666, Αεροδρόμιο Καβάλας 2591053273, Ο.Α. Καβάλας 2510830711, 223622, 2591053271 – 2, και με τα λιμάνια: Καβάλας - Σκάλας Πρίνου (1ω 10’), Λιμένα Θάσου (με δελφίνι 40’), Νέας Περάμου – Σκάλας Πρίνου (1ω 20’), και Κεραμωτής – Λιμένα Θάσου (35’). Λιμεναρχεία Καβάλας 2510223716, (προσθήκη 23/4/12 2510622037 απ ευθείας) Κεραμωτής 2591051204, Θάσου 22106, 22355, Πρίνου 71390, 71290, Ναυτιλιακές Εταιρείες ΑΝΕΘ 22694 - 5, ΝΕΚ 22426, Πρακτορεία εισιτηρίων Καβάλας 2510223421, Κεραμωτής 2593022318, info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Εισιτήρια: Κόστος από Καβάλα (Μαρτ 05) 3,30 EUR το άτομο, 3,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 4,30 EUR πάνω από 250 cc. Κόστος από Κεραμωτή (Μαρτ 05) 1,60 EUR το άτομο, 1,90 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 2,90 EUR πάνω από 250 cc.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Συνολικά έξι, BP, MOBIL, AVIN, κενό υπάρχει από ανατολικά προς δυτικά από τη Θάσο – (Λιμένας) έως τον Πότο όπου ΕΚΟ & BP.

ΧΑΡΤΕΣ: Μια προσπάθεια του Δ. Σαρούχου με σχεδιάγραμμα του αρχαιολογικού χώρου στον Λιμένα σε επιμέλεια των εκδόσεων Τουμπή 2106645548 με τον τίτλο ‘’Θάσος’’ με αδιευκρίνιστη κλίμακα. Τουριστικός χάρτης με τίτλο ‘’Thasos’’ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ρέκου 2103251564, 2310271063 σε κλίμακα 1:105.300!  

ΒΙΒΛΙΑ: Στο βιβλιοπωλείο του Σωτήρη Χατζηπαναγιώτου στα Λιμενάρια 52666 θα βρείτε τα πάντα. Επίσης ο εκδότης της εφημερίδας ‘’Θασίων Γη’’ Σωτήρης Γερακούδης 52987, fax 52177, διαθέτει την επανέκδοση της Ιστορίας της Θάσου του Γ. Παπαευστρατίου, την ομώνυμη δική του και την Απελευθέρωση Καβάλας - Θάσου του Ι. Βαρδαβούλια.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Μοτολέσχη Καβάλας, Φαναρίου 8, 2510246424, 6937115742 www.motoclubkavala.gr  ΜΟΤΟΛΕΣΧΗ ΘΑΣΟΥ στην Παναγία 2593061704, 61619. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΘΑΣΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’  Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος / Ιστορία της Θάσου 1453 – 1912 / Ε.Μ.Σ. Θεσσαλονίκη 1984
    Σωτήρης Γερακούδης / Ιστορία της Θάσου / Εκδοτική Ομάδα / Θεσσαλονίκη 1986
    Χάιδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη / Πρωτοϊστορική Θάσος Α.Δ. αρ. 45 / Τόμοι Α’, Β’, Γ’ έκδοση Τ.Α.Π.Α. -   Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων / Αθήνα 1992
    Ιωάννης Τουράτσογλου / Μακεδονία / Εκδοτική Αθηνών 1995
    Γ
    εώργιος Κ. Γιαγκάκης / Νησιολόγιο των Κατοικούμενων Ελληνικών Νησιών 1940 – 1991 / Αγκίστρι του Σαρωνικού 1995
    Ιωάννης Γ. Βαρδαβούλιας / Η απελευθέρωση της Θάσου και της Καβάλας / εκδόσεις Νιραγός / Αστρίς Θάσου 1996
    Μακεδονία / συλλογική εργασία / Πολιτιστικό τεχνολογικό ίδρυμα ΕΤΒΑ – ΕΟΤ / Αθήνα 1997
    Μάριος Βερέττας, Μέγα Ονομαστικόν ή τα ονόματα των Ελλήνων, εκδόσεις Μάριος Βερέττας – Αθήνα 1997
    Το προσκύνημα του Αρχάγγελου Μιχαήλ στη Θάσο / έκδοση της Ι. Μ. Αρχαγγέλου Μιχαήλ / Θάσος 1999
    Γεώργιος Παπαευστρατίου / Η ιστορία της Θάσου / εκδόσεις Νιραγός / Αστρίς Θάσου 2001

Β’  Αφιερώματα περιοδικών

  • Γιώργος Εμμανουηλίδης / Θάσος / ένθετο περιοδικό Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα Τομ. Β’ / έκδοση Χαϊσάϊντινγκ Ε.Π.Ε. 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / 4 αποδράσεις σε φόντο Μπλε / περιοδικό VITA τ.41 Σεπτέμβριος 2000
  • Θάσος / συλλογικό / αφιέρωμα 7 Ημερών εφημ. Καθημερινή 10/8/03
  • Ειρήνη Κοντογεωργίου / Θάσος / περιοδικό ΓΕΩ τ.69 Αύγουστος 2001
  • Αργύρης Γκίσσας / Διαμαρτυρία για το Radar / περιοδικό Κορφές τ.150 Ιούλιος – Αύγουστος 2001
  • Αργύρης Γκίσσας / Θάσος / περιοδικό Κορφές τ.162 Ιούλιος – Αύγουστος 2003  

Γ’  Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ντίνου Κιούση / Θάσος / εφημ. Καθημερινή 22 Ιουλίου 2001
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Θάσος / εφημ. Έθνος 19 Σεπτεμβρίου 2004
  • Γιώττα Συκκά / Αρχαίοι Θησαυροί της Θάσου / εφημ Καθημερινή 16 Δεκεμβρίου 2004
  • Τάκη Κατσιμάρδου / Οι πρώτοι πρόεδροι την περίοδο του μεσοπολέμου / εφημ. Ημερησία 5 – 6 Μαρτίου 2005
  • Τάκη Κατσιμάρδου / Οι περιπέτειες της Προεδρικής Δημοκρατίας στον Μεσοπόλεμο / εφημ. Ημερησία 12 - 13 Μαρτίου 2005

 ΝΗΣΟΣ ΚΥΘΗΡΑ - αρχ. Πορφυρούσα – Πορφυρίς, μεσ. Τσιρίγο (12268 λέξεις)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2005

Ακροπέλαγη Οπτασία 

Τα Κύθηρα μαζί με τα Αντικύθηρα είναι τα ακραία όρια των αποκαλουμένων ‘’Επτανήσων’’ και της Ιονίου πολιτείας, αλλά διοικητικά, ανήκουν στο νομό Αττικής. Η μοναδική γεωγραφική τους θέση, νότια του ακρωτηρίου Μαλέας (κάβο Μαλιάς) της Πελοποννήσου, και στο σημείο επαφής τριών πελάγων μας, Αιγαίου (Μυρτώου & Κρητικού) Λιβυκού και Ιονίου τα έκανε να δεχθούν επιδράσεις τόσο από την Πελοπόννησο, όσο και από την Κρήτη. 

Νησί της Αφροδίτης, θεάς της ομορφιάς και του έρωτα, τα Κύθηρα είναι ιδανικός ρομαντικός προορισμός για ήσυχες διακοπές χειμώνα – καλοκαίρι. Υπάρχει τακτική συγκοινωνία κατ’ ευθείαν από τον Πειραιά, αλλά το καλύτερο είναι η διάσχιση της Πελοποννήσου και η προσέγγιση στη Νεάπολη του δήμου Βοιών (378 χλμ από Μεταμόρφωση - Αθήνα). Από το λιμάνι της φεύγουν καθημερινά τρία – τέσσερα δρομολόγια για την Αγία Πελαγία ή το Διακόφτι. 

Κατά τη μυθολογία, εδώ γεννήθηκε και λατρεύτηκε στους αρχαίους χρόνους, ως Ουρανία(1), η Αφροδίτη, που φαίνεται να είχε μεγάλο ιερό και την προσωνυμία Κυθέρεια. Η ανάδυση της θεάς από την θάλασσα των Κυθήρων, η ομηρική ‘’εϋστέφανος Κυθέρεια’’ είναι μια προσπάθεια των αρχαίων οικιστών να ερμηνεύσουν την ανάδυση της ίδιας της νήσου και να δικαιολογήσουν τον πλούτο των ευρημάτων από τη θαλάσσια ζωή που έχουν εντοπιστεί και στις μέρες μας σε πολλά ορεινά σημεία. Ο μύθος συνεχίζει, αφού φέρει την Αφροδίτη να προστατεύει τον Πάρι και την Ωραία Ελένη, όταν αυτός την έκλεψε από τη Σπάρτη, μεταφέροντας τη κατόπιν στα Κύθηρα για να προσφέρουν σπονδές στη θεά που τους βοήθησε, μέχρι να φυσήξει ούριος άνεμος ώστε να μπορέσουν να φύγουν για την Τροία. Όσο αφορά την κατοίκηση τον νησιού κατά τη διάρκεια των αρχαίων χρόνων, επιβεβαιώνεται ότι αυτό υπήρξε σημαντικό ναυτικό – εμπορικό κέντρο των Μινωιτών και κατοικείται συστηματικά ολόκληρη τη Μινωική εποχή (3000 – 1200 π.Χ), και τη Μυκηναϊκή (1400 – 1100 π.Χ.). 

Στους ιστορικούς χρόνους, λόγω της πολύτιμης γεωγραφικής θέσης του, στην είσοδο του Λακωνικού κόλπου, έγινε συχνά αντικείμενο διαμάχης μεταξύ Σπαρτιατών, που ήρθαν εκδιώκοντας τους Δωριείς στα μέσα του 6ου π.Χ. αι, και Αθηναίων, που κατέλαβαν τη νήσο αρκετές φορές (456 π.Χ. με τον Αθηναίο Ναύαρχο Τολμίδη και 424 π.Χ. με τους Νικία, Νικόστρατο και Αυτοκλή), καταστώντας τη ορμητήριο στις εναντίον των Σπαρτιατών και της Νοτίου Λακωνικής επιθέσεις τους, στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Με τη λήξη του και την ήττα των Αθηναίων, τα Κύθηρα επέστρεψαν (πιθανά το 410 π.Χ.) στην κυριαρχία της Σπάρτης. Στην πορεία το χρόνου, ξεχωρίζουν με τις αντιθέσεις τους, η Ρωμαϊκή κυριαρχία, με τις ελάχιστες αναφορές στο νησί που όπως φαίνεται, έχει χάσει πλέον τη σημασία του λόγω της εξάπλωσης των Ρωμαίων σε όλη την Ανατολή, και ο 14ος αι. με την κυριαρχία των Βενετών. Κάστρα στις βραχώδεις ακτές αλλά και στα μεγάλα χωριά στο εσωτερικό, ερείπια τειχών σε κοιλάδες μαρτυρούν τις επιμελημένες οχυρώσεις των Βενετσιάνων για την καλύτερη άμυνα στις επιδρομές και τις επιθέσεις των πειρατών.  

Η Τουρκική κατοχή στο νησί δεν φαίνεται να διήρκεσε πάνω από ένα χρόνο και οι μεταξύ Βενετών και Τούρκων διενέξεις έληξαν με τη ‘’Συνθήκη του Πασσάροβιτς’’, (1718) και την επιστροφή των Βενετών. Οι Άγγλοι εγκαταστάθηκαν μετά τη σύντομη παρουσία των Γάλλων και, με τη μακρότατη αποικιοκρατική τους πείρα, προχώρησαν γρήγορα στην οργάνωση των νησιών σύμφωνα με τα δικά τους πρότυπα. Θα δείτε πιο κάτω συνοπτικά τα χρόνια της Αγγλοκρατίας. Η επιλογή του Γεωργίου του Α’ ως βασιλιά της Ελλάδος οδήγησε την Αγγλία στην παραχώρηση των Επτανήσων. Έτσι μετά από μια κατοχή 50 και πλέον χρόνων η Ιόνιος Πολιτεία, το πρώτο Ελληνικό κράτος στα τέλη του 18ου αιώνα, ενώνεται με την ελεύθερη Ελλάδα στις 21 Μαΐου 1864. 

Το καλοτάξιδο πλοίο(2) ‘’Νήσος Κύθηρα’’ προσεγγίζει σε μια ώρα (10 ν.μ.) έναν από τους νεώτερους οικισμούς και παλιό λιμάνι των Κυθήρων για τα τοπικά δρομολόγια, την Αγία Πελαγία, που απλώνεται νωχελικά εμπρός μας κάτω από τους γραφικούς λόφους με την υπέροχη θέα προς το στενό της Πελοποννήσου. Ο ολιγόλεπτος συνωστισμός των ταξιδιωτών γρήγορα δίνει τη θέση του στην ησυχία. Μια πρωτόγνωρα ήσυχη γωνιά ίσως μοναδική για νησί και μάλιστα αρχές Ιουνίου. Πολλά μικρά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια, εστιατόρια και κάθε λογής μαγαζάκια πλημμυρίζουν τον χώρο. Παρ’ όλα αυτά ..ησυχία.  

Η τουριστική υποδομή είναι εμφανής και προδιαθέτει τον ταξιδιώτη για τη διαμονή του εδώ. Γύρω, αλλά και πιο μακριά από το λιμάνι, βρίσκονται θαυμάσιες παραλίες, όπως οι νότιες της Φυρής Άμμου, του Λορέντζου, το Καλαμίτσι, αλλά και βορειότερα, η Αγία Πατρικία για ψάρεμα, ενώ μετά τον γραφικό Καραβά, κατά σειρά, είναι οι παραλίες των Φούρνων (με βότσαλο), και της Πλατιάς Άμμου (αμμουδερή). Ίσως η ομορφότερη, πάντως σίγουρα η βορειότερη, βρίσκεται στο τέλος του δρόμου σε μια αριστερή διακλάδωση πριν το ακρωτήριο Σπαθί και το φάρο του Μουδαρίου. Μια μικρή ερημική παραλία ιδανική για σκηνές, δίπλα από το ξωκλήσι του Αγίου Νικολάου.  

Ο καλός ασφαλτοστρωμένος δρόμος από το λιμάνι, σας φέρνει σύντομα στο κεφαλοχώρι του νησιού, στο μεγαλύτερο χωριό του βορείου τμήματος των Κυθήρων, τον Ποταμό, (Villa Grante των Ενετών) που θεωρείται ένας από τους παλιότερους οικισμούς. Αναφέρεται μάλιστα ότι, όταν ο Ευδαιμονογιάννης διαδέχεται το Γεώργιο Παχύ στην κατοχή και διοίκηση των Κυθήρων (τέλη 12ου αι.), χτίζει έναν πύργο στη περιοχή του Ποταμού για την προστασία των κατοίκων από τις επιδρομές. Ο πύργος αυτός κατεδαφίστηκε στις αρχές του 20 αι. για να γίνει η πλατεία του χωριού. Αργότερα, επικρατεί και αναφέρεται σαν ‘’της κυράς το χωριό’, από το όνομα του αφιερωμένου στην Παναγία ναού της Λαριώτισσας που χτίστηκε από την οικογένεια Λεβούνη, μια από τις πολλές που εγκαταστάθηκαν εδώ μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, το 1453. 

Στην κεντρική πλατεία του Ποταμού, όλους τους καλοκαιρινούς μήνες, κάθε Κυριακή γίνεται στις μέρες μας το πολύχρωμο υπαίθριο παζάρι, όπου οι ντόπιοι παραγωγοί διαθέτουν τυριά, μέλι, ρίγανη και δεκάδες τοπικά προϊόντα. Παρά την τεράστια και δραματική(3), μεταναστευτική αφαίμαξη των Κυθήρων, ειδικά μετά το 1946, αυτοί που έμειναν τότε στο νησί προσπάθησαν κάτω από φοβερές αντιξοότητες, να καλύψουν τις ανάγκες τους, αφού η διαλυμένη μετά τον πόλεμο διοίκηση δεν μπορούσε να προσφέρει ούτε τα βασικά. Έτσι, με ιδιωτική πρωτοβουλία από Κυθηρίους των Αθηνών και της Αμερικής, με επικεφαλής τους Νικόλαο Τριφύλλη και Μιχαήλ Σεμιτέκολο γίνεται πραγματικότητα το χτίσιμο νοσοκομείου στον Ποταμό. Αργότερα, πάλι με τη βοήθεια των Κυθηρίων της διασποράς, χτίζεται το γηροκομείο και το αεροδρόμιο (1968), που είναι το πρώτο που κατασκευάζεται στην Ελλάδα και μάλιστα σε νησί, με πρωτοβουλία και χρήματα των κατοίκων.  

Ανάμεσα στα μνημεία του Ποταμού, το παλιότερο, απ’ όπου προκύπτει ασφαλής ένδειξη κατοίκησης στο νησί αλλά ειδικότερα στην περιοχή του Ποταμού, είναι τα σπαράγματα ενός ψηφιδωτού των αρχών του 6ου αι. που προέρχεται από τον μικρό ναό του Αγίου Ιωάννου (13ου αι.), λίγο έξω από το χωριό. Μπορείτε να το θαυμάσετε στη συλλογή έργων βυζαντινής τέχνης στο Κάτω Λιβάδι. Στον Ποταμό, επίσης, πρέπει να δείτε το παλιό σχολείο που χτίστηκε επί Αγγλοκρατίας, το Δηλαβέρειον δημοτικό και βεβαίως, ένα από τα παλιότερα καφενεία των Κυθήρων και ίσως.. της Ελλάδας, αφού ‘’ο Αλέξανδρος’’ άνοιξε το 1903 και από τότε λειτουργεί ανελλιπώς.  

Με τους πρώτους ιδιοκτήτες, οικογένεια Πολυχρόνη Λειβαδίτη, λειτουργούσε και ως κουρείο, ενώ από το 1957 δύο φορές την εβδομάδα έπαιζε κινηματογραφικές ταινίες!. Το 1989 το παράλαβε ο σημερινός, εξίσου μερακλής, ιδιοκτήτης Νίκος Αναματερός, και το πλούτισε με διάφορες καλοσυντηρημένες συλλογές. Παλιά ρολόγια, καπέλα, αφίσες συνθέτουν έναν χώρο ‘’ζωντανό’’ που θα σας πάει δεκαετίες πίσω, σήμερα. Γράψτε στο δερματόδετο βιβλίο επισκεπτηρίου, καθίστε στους αναπαυτικούς καναπέδες και πιείτε τον καφέ ή το ποτό σας στα τραπεζάκια που έκλεισαν ήδη εκατονταετία.  

Φεύγοντας από τον Ποταμό περνάτε τη θαυμάσια γέφυρα με τις επτά καμάρες, έργο της Αγγλοκρατίας, και βρίσκετε σύντομα τη δστ αριστερά σας (υπάρχει πινακίδα της αρχαιολογικής) που σας οδηγεί στα Ζαγλανικιάνικα και τον μονόχωρο τρουλαίο ναό του Αγίου Νίκωνα. Στο εσωτερικό του διασώζονται τρεις σειρές τοιχογραφιών, που ξεκινούν από τον 11ο αι. και καταλήγουν στον 17ο αι.  Ο ναός πιθανολογείται ότι χτίστηκε πριν από τον 11ο αι. Σε κάθε περίπτωση είναι ένα μνημείο που δεν περνά απαρατήρητο. Επιστρέφοντας στον κεντρικό δρόμο περίπου σε 500 μ. δεξιά σας, είναι η αξιόλογη Μονή του Οσίου Θεοδώρου πολιούχου των Κυθήρων. 

Γεννημένος στη Κορώνη, ο Άγιος Θεόδωρος, είχε έρθει από τη Μονεμβασιά για να ασκητέψει στα έρημα Κύθηρα στο διάστημα της Βασιλείας του Ρωμανού Α’ Λεκαπηνού. Κατοίκησε στον εγκαταλειμμένο ναό των Αγίων Σεργίου και Βάκχου. Στο μοναστήρι φυλάσσεται η κάρα του Αγίου που απεβίωσε στις 12 Μαΐου το 922, και οι τάφοι των Μητροπολιτών Νεόφυτου Λεβούνη και Νικιφόρου Μόρμορη. Ο κυρίως ναός (12ου – 13ου αι.) θεωρείται ως υπόδειγμα αρχιτεκτονικής τελειότητας με Μονεμβασιώτικη επίδραση. Στο υπέρθυρο σώζεται οικόσημο του ενός εκ των μητροπολιτών Διονυσίου Κατηλιανού ή Αθανασίου Βαλεριανού. Το μνημείο διατηρείται σε καλή κατάσταση όπως επίσης και το παρακείμενο ανακαινισμένο σχολείο της Αγγλοκρατίας χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Ηγούμενου της Μονής, Αρχιμανδρίτη Πέτρου Κασιμάτη, και των μοναχών που προσπαθούν να τα κρατούν πεντακάθαρα και επισκέψιμα σχεδόν όλες τις ώρες. 

Αμέσως μετά την Ι. Μονή, προς Αρωνιάδικα (2,4 χλμ συνολικά από τον Ποταμό), φεύγει αριστερά σας ο δρόμος που οδηγεί στη βυζαντινή πρωτεύουσα των Κυθήρων. Η επίσκεψη στην Παλιόχωρα, (Παληόχωρα με την παλιότερη γραφή), είναι κάτι που επιβάλετε στον επισκέπτη που επιθυμεί να μάθει περισσότερα για τα Κύθηρα. Η πρόσβαση είναι εύκολη και από τον Ποταμό (προς Χώρα) και από τα Αρωνιάδικα (προς Ποταμό), παρά τον μικρό σε μήκος (4 + χλμ) καλοστρωμένο χωματόδρομο. Υπάρχουν παντού πινακίδες της αρχαιολογικής υπηρεσίας (καφέ με κίτρινα γράμματα) που σας καθοδηγούν. Πρόκειται για έναν ξεχωριστό ιστορικό χώρο όπου η ιστορία μπερδεύεται με τους μύθους, την καστροπολιτεία και τους πειρατές. Το πρώτο μνημείο του χώρου που θαυμάζει ο περιηγητής είναι ο πετρόχτιστος ημιερειπωμένος ναός της Αγίας Βαρβάρας στα αριστερά σας. Λέγεται ότι αυτό το θαυμάσιο δείγμα εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής με τις τέλειες αναλογίες χτίστηκε το 13ο αι. από τεχνίτες της Μονεμβασιάς. Αυτό είναι φυσικό, αφού όπως θα δούμε πιο κάτω, οι πρώτοι άρχοντες των Κυθήρων ήταν μονεμβασιώτικης καταγωγής. Στο βάθος, ήδη φαίνεται η απόκρυφη πολιτεία και οι θεόρατοι γκρεμοί γύρω της. Η ιστορία καταγράφει τον πρώτο άρχοντα των Κυθήρων στο πρόσωπο του Γεωργίου Παχύ από τη Μονεμβασιά, ο οποίος αναλαμβάνει τη διοίκηση στα τέλη του 12ου αι.  

Κατά την παράδοση, (δες Βαρυπάτη Δανιήλ ‘’Χρονικά’’, Δημοσιεύματα στην εφημ. ‘’Κυθηραϊκά’’ φ. 88 – 94) η Παλιόχωρα ή Άγιος Δημήτριος των βυζαντινών κτίστηκε επί αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου, όταν αυτός, το 1273 επέβαλε μεγάλη φορολογία στους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης. Πολλοί από αυτούς εγκατέλειψαν τη πόλη για να τους αποφύγουν. Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος παραχώρησε το 1275 το νησί στον Νικόλαο Ευδαιμονογιάννη, γόνο ευγενούς μονεμβασιώτικης οικογενείας. Εκεί σε ένα φυσικά οχυρωμένο και απόκρημνο τόπο, περίκλειστο από το φαράγγι της Κακιάς Λαγκάδας κτίστηκε η πολιτεία του Αγίου Δημητρίου πρωτεύουσα του νησιού την εποχή αυτή, με 70 εκκλησιές όσες και οι οικογένειες.  

Σε όλα τα νησιά αλλά και σε πολλές παράκτιες πόλεις οι απειλές και οι λεηλασίες από πειρατές ήταν σύνηθες φαινόμενο. Ένα μέσο αντίστασης στις αλλεπάλληλες συμφορές που έφερνε η πειρατεία, ήταν οι πόλεις ή τα χωριά να μην φαίνονται από τη θάλασσα. Αυτό ακριβώς έγινε και εδώ. Καμιά φορά όμως, ούτε αυτό το προληπτικό μέτρο έφερνε αποτέλεσμα, αν και κατά την επίθεση των πειρατών στις 12 Σεπτεμβρίου του 1537 η πόλη διατηρούσε ήδη ζωή 300 χρόνων. Οι καταστροφές που προξενούσε ο διαβόητος Έλληνας εξωμότης – πειρατής Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα ήταν κάτι παραπάνω από λαίλαπα, (βλ. νήσος Αντίπαρος τ. Ε’ – 45, ταξίδια 2003 – και νήσος Πάρος τ. ΣΤ’ – 30, ταξίδια 2004).  Οι κάτοικοι κλείστηκαν στο κάστρο μαζί με λιγοστούς Ενετούς στρατιώτες που δεν πίστευαν ότι είναι δυνατό πειρατές να καταλάβουν την καστροπολιτεία με τα μεγάλα, δυνατά, εξωτερικά τείχη. Η επίθεση στην ψηλότερη νοτιοδυτική πλευρά της, (αυτή που και σήμερα έχει πρόσβαση ο επισκέπτης), με βολές πυροβόλων, (οι υπερασπιστές του κάστρου αγνοούσαν ότι οι πειρατές μπορεί να είχαν αυτό το δυνατό όπλο), εκεί που υπήρχε το μοναδικό αδύνατο σημείο της αμύνης γρήγορα έφερε αποτέλεσμα. Το κάστρο κατελήφθη γρήγορα και λεηλατήθηκε. Όλοι, μαζί με τους υπερασπιστές του αφανίστηκαν. Όσοι κάτοικοι πρόλαβαν έφυγαν, άλλοι έπεσαν μαζί με τα παιδιά τους στον γκρεμό για να αποφύγουν την αιχμαλωσία και τα σκλαβοπάζαρα, άλλοι πιάστηκαν και βασανίστηκαν για να αποκαλύψουν κρυμμένους θησαυρούς. Οι Ενετικές πηγές αναφέρουν υπερβολικό αριθμό Κυθηρίων, (επτά χιλιάδες) που σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν, που δεν δικαιολογείται από το μέγεθος του κάστρου εκτός αν αναφέρονται σε όλο το νησί, πράγμα που δεν επιβεβαιώνουν οι ιστορικές πηγές ούτε οι παραδόσεις. Γεγονός είναι ότι από τότε, ο Άγιος Δημήτριος δεν ξανακατοικήθηκε ποτέ, αντίθετα με τους θρύλους και τις παραδόσεις που επικράτησαν μετά τη συμφορά.   

Ο χρόνος, οι αέρηδες τα στοιχεία της φύσης δεν χωρατεύουν εδώ πάνω. Σήμερα, η απουσία των υπευθύνων είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, ενώ η διατήρηση της καστροπολιτείας σε μια καλή κατάσταση παραμένει ακόμα ζητούμενο.  Η εγκατάλειψή της για πολλά χρόνια είχε σαν αποτέλεσμα παράνομες ανασκαφές από τυμβωρύχους και τυχοδιώκτες που κατέστρεψαν πιθανά στοιχεία, στερώντας τα από σημερινούς επιστήμονες και αρχαιολόγους που θα μπορούσαν να τα μελετήσουν και να συμπληρώσουν την ιστορία των Κυθήρων. Ο επισκέπτης πάντως έχει να δει έξω από το τείχος του κάστρου την εκκλησία της Παναγίας στο Φόρο, που είναι ο μόνος ναός που σώζεται σε καλή κατάσταση, καθώς παλιότερα έγιναν εργασίες συντήρησης. Στην είσοδο του κάστρου βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου (15ου αι.), και μέσα της δύο παρεκκλήσια του Αγίου Δημητρίου (14ος αι.) και Αρχάγγελου Μιχαήλ (15ου αι.).  

Μια ενδιαφέρουσα πεζοπορική διαδρομή ξεκινά από τον οικισμό Τριφυλλιάνικα και περνάει δίπλα από την κατεστραμμένη καστροπολιτεία της Παλιόχωρας όπου συναντάει άλλο φαράγγι, δυτικότερα, με κατεύθυνση τη θάλασσα. Στο τέλος της γραφικής διαδρομής, που θυμίζει το φαράγγι της Σαμαριάς στην σύντομη εκδοχή του, δημιουργείται η Λίμνη της Κακής Λαγκάδας, από την φυσική κατάληξη των χειμάρρων, ενώ δίπλα είναι η θάλασσα όπου έχουν παρατηρηθεί άτομα μεσογειακής φώκιας. Πρόκειται για έναν πανέμορφο βιότοπο, με έκταση 19000 στρ. ενώ απο κάθε γωνιά αναδύεται η ελληνικότητα και οι μνήμες απο σημαντικές στιγμές της ιστορίας των Κυθήρων.  

Το τοπίο καθ’ αυτό αλλά και η διάσχιση του φαραγγιού καθιστά ευεξήγητο στον πεζοπόρο το γιατί οι άνθρωποι εκείνης της εποχής διάλεξαν αυτό το χώρο να κτίσουν τη Χώρα τους. Εξαιρετικά εντυπωσιακή εμπειρία για εκδρομή και ψησίματα στην άμμο αλλά και για φωτογράφηση ή κολύμπι. Δεν είναι τυχαίο, που το μαγευτικό Φαράγγι Παλιόχωρας Κυθήρων φιγουράρει στο Νο 50 στην πρωτότυπη τριετή έρευνα ομάδας ερευνητών του Ε.Μ.Π. σαν περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους (Τ.Ι.Φ.Κ.)(4). Προσέξτε όμως τα απρόοπτα, δεν είναι τόσο εύκολο αφού σε πολλά σημεία το μονοπάτι κόβεται, ενώ σε άλλα σημεία τα φυτά και τα δέντρα το έχουν κλείσει. Το καλύτερο είναι να έχετε μαζί σας κάποιον ντόπιο να σας οδηγήσει. Είναι περιττό να προτείνουμε στο Δήμο να ανοίξει το μονοπάτι και να βάλει σήμανση. Τα αυτονόητα θα πούμε; Ας δει το θέμα σε βάθος χρόνου η Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών τουλάχιστον ή κάποιοι ιδιώτες, που θα το ‘’εκμεταλλευτούν’’ ταυτόχρονα.  

Συνεχίζοντας τον δρόμο προς τη Χώρα φτάνετε σε έναν σημαντικό συγκοινωνιακό κόμβο όπου βρίσκονται τα ιστορικά Αρωνιάδικα. Εκεί θα δείτε την πινακίδα που γράφει Πιτσινάδες. Στρίψτε δεξιά και σε ένα χλμ θα μπείτε στο χωριό το οποίο αποτελεί παλιό συνοικισμό της κοινότητας Αρωνιάδων. Ένα έξοχο δείγμα παραδοσιακού οικισμού με παλιά σπίτια. Επιστρέψτε από τον ίδιο δρόμο στα Αρωνιάδικα που είναι από τα παλιότερα χωριά του νησιού. Λέγεται ότι χτίστηκε μετά την καταστροφή της παλιάς πρωτεύουσας, του Αγίου Δημητρίου (Παλιόχωρα). Κατά την εποχή της κοινωνικής αναταραχής, που ακολούθησε τη σφαγή των ευγενών, μεταφέρθηκε εδώ το δικαστήριο (Κριτήριο) και η έδρα των επαναστατημένων κατοίκων των Κυθήρων, ώστε να βρίσκονται όσο το δυνατόν μακρύτερα από τη Χώρα αποφεύγοντας έτσι τις πιέσεις των ευγενών.  Στο χωριό υπάρχουν αρκετά ενοικιαζόμενα δωμάτια, και το πρατήριο του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού που διαθέτει το φημισμένο θυμαρίσιο μέλι Κυθήρων. Χαρακτηριστικό του χωριού σήμερα, είναι τα παλιά σπίτια με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, αρκετά από αυτά είναι ερειπωμένα, και ο μεγαλοπρεπής λιθόκτιστος Ι. Ν. του Σωτήρος χτισμένος ‘’επί βασιλέως Γεωργίου του Α’ ’’, το 1911. 

Από τα Αρωνιάδικα ο δρόμος συνεχίζει περνώντας τα Φριλιγκιάνικα (το παλιό Κυπέρι), χωριό γνωστό από τον 16ο αι. Εκεί  υπάρχουν μερικά από τα καλά μεζεδοπωλεία, μια κατάφυτη δροσερή πλατεία για ξεκούραση, και μια θαυμάσια ευκαιρία για αγορά μελιού Κυθήρων. Προσωπικά γνώρισα την οικογένεια του κ. Παναγιώτη Νοταρά, από τις πολλές ξεχωριστές του χωριού που είναι παραγωγοί. Το θυμαρίσιο μέλι το παράγουν στην γειτονική, τεράστια σε έκταση, περιοχή της Αγίας Μόνης, που θεωρείται από παλιά ότι παράγει το πιο αρωματικό μέλι του νησιού, και ίσως της Ελλάδος. Στην έξοδο του χωριού αγνοήστε την δεξιά δστ. ‘’προς Μητάτα’’ και συνεχίστε ευθεία. Αμέσως ξεπροβάλει ο ολόλευκος ναός των Αγίων Αναργύρων (13ου αι.), ενώ λίγο πιο κάτω αριστερά, υπάρχει πινακίδα που σας φέρνει από έναν σχετικά δύσβατο χωματόδρομο στον δίδυμο ναό του Αγ. Βλασίου και της Παναγίας. Θεωρείται ένα από τα σημαντικά μνημεία του νησιού, γιατί διατηρεί επάλληλα στρώματα τοιχογράφησης του 13ου αι. και μεταγενέστερες επιζωγραφήσεις του 15ου και 17ου αι.  

Βγαίνοντας πάλι στον κεντρικό δρόμο σύντομα φτάνουμε στη δστ. που αριστερά οδηγεί στο αεροδρόμιο και δεξιά στο Διακόφτι. Ίσως ο καλύτερος δρόμος του νησιού, με καλή άσφαλτο, φαρδύς, και όπως όλα τα ωραία …σύντομος. Πολύ γρήγορα θα δείτε τη δστ που αριστερά σας οδηγεί στον ψηλό λόφο στην Αγία Μόνη. Πρόσφατα, ακριβώς στη διασταύρωση που οδηγεί στο μοναστήρι τοποθετήθηκε σε περιφραγμένο χώρο προτομή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για να θυμίζει το πέρασμά του από τα Κύθηρα, ειδικότερα από τη Μονή στην οποία κατευθύνεστε. Οδηγώντας στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο προς το πανέμορφο μοναστήρι της Αγίας Μόνης (18ου αι.) που βρίσκεται σκαρφαλωμένο στο βραχώδες, γυμνό βουνό σε υψόμετρο 348 μ., η θέα όσο πάει μεγαλώνει, μέχρι που αντικρίζετε ολόκληρο το στενό της Πελοποννήσου και τον Κάβο Μαλιά. Ο καθαρός αέρας εδώ πάνω μοσχοβολά θυμάρι και φασκόμηλο. Εμπρός σας απλώνονται ασύνορες οι μεγάλες εκτάσεις και, φαίνονται τα χωριά Μητάτα, Βιαράδικα, οι εντυπωσιακοί λόφοι της Αγ. Ελέσσας, του Αγ. Γεωργίου, το αεροδρόμιο, κ.α. 

Στη φρουριακής κατασκευής μονή δεσπόζει το επιβλητικό πώρινο καμπαναριό χτισμένο μεταξύ των ετών 1845 – 1868. Ατυχώς δεν έχουμε κάποια πληροφορία για το όνομα του μάστορα (σημείωση 29/7/06 από τον Α.Π. από τα Κύθηρα που ήταν την Τρίτη 25/706: Το καμπαναριό χτίστηκε από το συνεργείο του Αντώνη Βλαντή τοπικού μάστορα). Σε όλο το ύψος του είναι διακοσμημένο με ανάγλυφα σχέδια, διαφορετικά σε κάθε ένα από τα τρία επίπεδα που σχηματίζουν οι καμάρες του. Με εξαιρετική λεπτομέρεια και τέχνη είναι σκαλισμένη η μνημειώδης είσοδος για το κλιμακοστάσιο. Γύρω από την εκκλησία υπάρχουν τα εικοσιπέντε κελιά σε τυπική αρχιτεκτονική σχεδίαση που καταδεικνύει ότι η καρδιά της μονής είναι ο ναός. Η Αγία Μόνη είναι μονόκλιτη βασιλική με στέγη από κεραμίδια. Στο εσωτερικό βρίσκονται τοιχογραφίες προφητών χρονολογημένες τον 19ο αι, λίγες εικόνες του 18ου αι. και ένα όμορφο χρωματιστό τέμπλο του 1841 με μάστορα - ξυλογλύπτη τον Ιωάννη Αργύρη. Οι Κυθήριοι αδελφοί Αργύρη(5), φαίνεται ότι ήταν οικογένεια ταγιαδόρων γιατί τους συναντάμε να έχουν φτιάξει και το τέμπλο στην μεγάλη εκκλησία του Εσταυρωμένου, τη μητρόπολη που βρίσκεται στη Χώρα, και του Αγίου Αντωνίου στα Καστρισιάνικα.

Δίπλα από τον μαρμάρινο δεσποτικό θρόνο υπάρχει το προσκυνητάρι με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας με την επιγραφή ‘’Η Μόνη Πάντων Ελπίς’’, η οποία ανακαλύφθηκε το 1767 από ένα βοσκό σε κοντινό από τη μονή σημείο. Στη μονή έφτασε το 1803, κατά την Αγγλοκρατία, ο ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, διωκόμενος από τους Τούρκους. Δεν ήταν ο μόνος. Μεγάλος αριθμός αγωνιστών εξόριστοι λόγιοι, ιερωμένοι, φιλέλληνες και άμαχος πληθυσμός βρίσκουν καταφύγιο στα Κύθηρα μεταξύ αυτών ο Γ. Κωνσταντάς, ο Λ. Κατσώνης (στον Αυλαίμονα), ο Διονύσιος Πύρρος ο Θεσσαλός που φιλοξενήθηκε και δίδαξε στην Ι. Μ. Μυρτιδιών. Στα απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης αναφέρει ότι: ‘’Μια φορά επήγα εις το πανηγύρι της Αγίας Μόνης. Αυτό το μοναστήρι ήταν μεγάλο, και εχαλάσθη εις την πρώτη Τουρκιά. Όταν επέρασα ήταν μια μάντρα χαλασμένη και σκεπασμένη η εκκλησία με κλάδους δέντρων. Έκανα τάμα λέγοντας, Παναγία μου βοήθησέ μας να ελευθερώσωμεν  την πατρίδαν μας από τον τύραννο και θα σε φκειάσω καθώς ήσουν πρώτα’’. Ξεπλήρωσε το τάμα του μόλις το δεύτερο χρόνο της επανάστασης, έστειλε χρήματα βοηθώντας έτσι σημαντικά στην ανέγερση του ναού. Όπως πολλοί αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης καταφεύγουν στα Αγγλοκρατούμενα Κύθηρα έτσι και πολλοί κρητικοί, καταφεύγουν εκεί στη διάρκεια των επαναστάσεων στη μεγαλόνησο. Μεταξύ τους, ο μικρός Ελευθέριος Βενιζέλος(6) που η επαφή του με το νησί έμελλε να κρατήσει πολλά χρόνια. Η μονή διαθέτει αξιόλογη βιβλιοθήκη, κηροπλαστείο και βοηθητικούς χώρους ώστε να καλύπτει τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς πανηγυρίζει τρεις φορές το χρόνο: 6 & 15 Αυγούστου, και τη Κυριακή των Βαΐων. 

Συνεχίζοντας την όμορφη διαδρομή αγνοούμε, προς το παρόν, την πρώτη δστ δεξιά μας, (τσιμεντόδρομος) που οδηγεί στην Παλαιόπολη και τον Αυλαίμονα και συνεχίζουμε λίγο ακόμα μέχρι τη δεύτερη δστ δεξιά μας που ο βατός χωματόδρομος, αφού περάσει κάποια μαντριά με γίδια, αρχίζει να σκαρφαλώνει στη πλαγιά του λόφου του Αγίου Γεωργίου που δεσπόζει στο τοπίο. Σε περίπου 2,5 χλμ από την άσφαλτο φτάνετε στην κορυφή του λόφου στα 350μ. Η απεριόριστη θέα από κει πάνω κόβει πραγματικά την ανάσα. Τα δύο κατάλευκα εκκλησάκια που από μακριά φαίνονται σαν πάλλευκα στίγματα, του Αγίου Γεωργίου στο Βουνό και της Παναγίας ή του Αγίου Νικολάου, στέκουν τώρα εμπρός σας σε όλο τους το απέριττο μεγαλείο, πραγματικοί βιγλάτορες.  

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου θεωρείται μεταγενέστερος του 12ου αι, ενώ μέσα στο ναό σώθηκε ψηφιδωτό δάπεδο με σκηνές κυνηγιού του 7ου αιώνα. Το ψηφιδωτό, που θεωρείται σημαντικό και για τη χρονολόγηση του δαπέδου πάνω στο οποίο χτίστηκε ο σημερινός ναός, έχει καταστραφεί σε μεγάλο τμήμα του σήμερα, όμως υπάρχει περιγραφή του περιηγητή Nicolay de Nicolay (1551) τότε που σωζόταν ολόκληρο (για λεπτομέρειες ναών στα Κύθηρα και βιβλιογραφία βλ. Ι. Μπίθα / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημ. 5 Ιουλίου ’98: 9, 10, 11, 12). Στο χώρο αυτό λοιπόν, πραγματοποιήθηκε ανασκαφή από τους Γιάννη Σακελλαράκη και Έφη Σακελλαράκη. Η ανασκαφή ξεκίνησε το 1991 και ολοκληρώθηκε το 1994 με την οργάνωση και τη χρηματοδότηση της Εταιρείας Κυθηραϊκών Μελετών βεβαιώνοντας με τη σειρά της ότι εδώ που βρίσκεστε λειτουργούσε ένα ιερό κορυφής(7), με όλα τα χαρακτηριστικά της Μινωικής λατρείας. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι το ιερό ήρθε στο φως ασύλητο, με πλήθος ευρημάτων. Φαντάζεστε την έκπληξη της ανασκαφικής ομάδας και του Γιάννη Σακελλαράκη όταν στα μέχρι τότε 170 γνωστά χάλκινα μινωικά ειδώλια, ο Άγιος Γεώργιος στο Βουνό έσωζε, για το μελλοντικό μουσείο των Κυθήρων άλλα 83. Το σημαντικότερο, ίσως, εύρημα της ανασκαφής είναι ένα μικροτεχνικό αγγείο κατασκευασμένο από μαύρο στεατίτη με μιαν εγχάρακτη επιγραφή στη Γραμμική Α’ Γραφή, την πρώτη μινωική επιγραφή που γίνεται γνωστή από τα Κύθηρα. 

Οι δύο ναοί εποπτεύουν με καθαρή ατμόσφαιρα όχι μόνο μέχρι τα Αντικύθηρα αλλά και τα βουνά της Κρήτης, τα Λευκά Όρη ακόμη και τον Ψηλορείτη, και ολόκληρο το νότιο Αιγαίο. Φυσικά ‘’βλέπουν’’ τις ακτές της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου από τον Κάβο – Μαλέα μέχρι τον Ταΰγετο βόρεια. Το νέο λιμάνι στο Διακόφτι, ο Αυλαίμονας, το Καστρί, η Παλιόπολη και οι παραλίες τους είναι σε πρώτο πλάνο, λάμποντας στον καλοκαιρινό ήλιο σαν πολύτιμα πετράδια. Η ορατότητα και η διαύγεια που προσφέρεται αφειδώς σε όλα σχεδόν τα σημεία του ορίζοντα, είναι εξαιρετικά σημαντικά στοιχεία για την πρώιμη ναυσιπλοΐα. Για τη σημασία της θέσης του Αγίου Γεωργίου στο βουνό των Κυθήρων, είναι χαρακτηριστικές οι πληροφορίες από την εποχή της ενετοκρατίας. Από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο, τους μήνες που πραγματοποιούνταν ναυτικές επιχειρήσεις στο Αιγαίο, υπήρχε πάντοτε ένας φρουρός στον Άγιο Γεώργιο (το Capo San Giorgio των Ενετών), που με τις φωτιές που άναβε μάθαιναν οι Ενετοί στην Κρήτη τη θέση του Τούρκικου στόλου. Το ίδιο αποδείχθηκε ότι έκαναν και οι Μινωίτες θαλασσοπόροι, χρησιμοποιούσαν το χώρο ως ιερό, αλλά και ως σημείο μετάδοσης μηνυμάτων κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους. Όπως και γι’ αυτούς, έτσι και για τους Βενετούς, αργότερα και για τους Άγγλους θαλασσοκράτες τα Κύθηρα ήταν ‘’ο φανός ή το μάτι της Κρήτης’’ όπως εύστοχα αποκαλείται το νησί σε βενετικό έγγραφο, και όποιος ήθελε να διαφεντεύει το Αιγαίο έπρεπε να κατέχει τα Κύθηρα. 

Κατηφορίζοντας τον ίδιο χωματόδρομο γοητευμένοι από τη θέα και περήφανοι για τις ανακαλύψεις των αρχαιολόγων, διανύουμε τα τελευταία μέτρα μέχρι να βγούμε πάλι στην άσφαλτο, με δεξιά κατεύθυνση προς το καινούργιο λιμάνι, το Διακόφτι. Όταν ρώτησα, πιο πριν, έναν ντόπιο αν είναι ο σωστός δρόμος για την ‘’αρχαιολογία’’ και τον Αι - Γιώργη μου είπε: ‘’να δεις καλά και το λαγό’’. Δεν καλοσκέφτηκα τότε τι ήθελε να πει και συνέχισα. Μόλις όμως έφτασα στην κορυφή και αντίκρισα το νέο λιμάνι στο Διακόφτι κατάλαβα. Εκπληκτικό θέαμα, τόσο που αν δεν το δείτε δεν μπορείτε να το πιστέψετε. Ούτε ζωγραφική να ήταν δεν θα είχε τόση ομοιότητα. Το νησί των Μακρυκυθήρων είναι ίδιο με λαγό! που τρέχει μάλιστα. Με κυρτό ‘’κεφάλι’’ και ‘’αυτιά’’ το βόρειο μέρος του νησιού, ‘’ουρίτσα’’ που κοιτά το Φιδονήσι, ενώ για ‘’πόδια’’ έχει τη νέα γέφυρα που συνδέει το πρώην νησί με τα Κύθηρα. 

Η πρώτη προσπάθεια για κατασκευή λιμανιού εδώ, έγινε επί Αγγλοκρατίας και συνεχίστηκε πιο έντονα το 1875. Παρά τις προσπάθειες λιμάνι τελικά δεν κατασκευάζεται, γιατί εκτός από την έλλειψη κρατικής υποστήριξης, τις προσπάθειες υπονόμευσαν τοπικιστικές διαφορές. Τα έργα, στις μέρες μας πια, ξεκίνησαν το 1988 και ολοκληρώθηκαν το 1993. Σήμερα, το Διακόφτι καμαρώνει για το ολοκαίνουργιο λιμάνι, που προστατεύει από όλους τους καιρούς και εξυπηρετεί πλέον το νησί. Ολόκληρη η περιοχή αποτελεί εξαιρετικό ψαρότοπο με όμορφες αμμουδιές, ψαροταβέρνες, αρκετά ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια… και ένα νορβηγικό ναυάγιο στο Φιδονήσι για αξιοθέατο. Μην αμελήσετε και δεν δοκιμάσετε τα περίφημα γλυκά ξεροτήγανα με μέλι. 

Από το καινούργιο λιμάνι γυρίζουμε πίσω στην δστ. που σας οδήγησε στον Αι – Γιώργη και λίγα μέτρα πιο κάτω στρίψτε αριστερά στην δστ. που προ ολίγου είπαμε να αγνοήσετε. Κατηφορίζοντας τον τσιμεντόδρομο γλιτώνετε έναν αρκετά μεγάλο κύκλο. Σε 3,5 χλμ θα βγείτε στην Παλιόπολη όπως είναι σήμερα γνωστή η ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Σκάνδειας,επίνειο της ομώνυμης πόλης του νησιού, όπου εντοπίζονται ήδη από τη δεκαετία του ’30 τα πρώτα ίχνη των Μινωιτών στα Κύθηρα. Μόλις το 1963 – 1965 έγινε μια σπουδαία ανασκαφή στο Καστρί, από την Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή με τους N. Coldstream και  G. L. Huxley. Τα ευρήματα μαρτύρησαν με ασφάλεια τόσο τον μινωικό αποικισμό των Κυθήρων, ήδη από την τρίτη χιλιετία π.Χ., όσο και τις εκτεταμένες διαβρώσεις του εδάφους από τις καταστροφικές συνέπειες ισχυρού σεισμού που έπληξε το νησί το 1798. Η αρχαία πόλη Σκάνδεια, ‘’πόλισμα επί των λιμένι’’ κατά τον Θουκυδίδη, δεν εντοπίστηκε και πιστεύεται ότι έχει βυθιστεί στη θάλασσα από σεισμό αφού παλιότεροι περιηγητές αναφέρουν ότι έχουν δει τμήματά της μέσα στη θάλασσα. Κάποια από τα  ευρήματα των ανασκαφών βρίσκονται στο Αρχαιολογικό μουσείο Πειραιά και λίγα στο Μουσείο Κυθήρων, στη Χώρα, αλλά ακόμη δεν έχουν μπει σε προθήκες για να τα βλέπουν οι επισκέπτες. Με τέτοια πληθώρα ευρημάτων, είναι ανάγκη να γίνει ένα νέο, σύγχρονο μουσείο, αντάξιο της πλούσιας κληρονομιάς του νησιού.  

Η παραλία της Παλιόπολης είναι η μεγαλύτερη του νησιού και σχηματίζεται από δύο όμορφες αμμουδιές, την Πιάτσα και τη Λίμνη με εύκολη πρόσβαση. Τεράστιες σε μήκος και πλάτος είναι βέβαιο ότι δεν θα βρείτε συνωστισμό ακόμα και τις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Ειδικά από την δεξιά πλευρά, που φαίνεται στο βάθος ένα τεράστιο άνοιγμα στο πρανές της στεριάς που καταλήγει στη θάλασσα είναι πιο όμορφη από την πρώτη. Η ωραιότερη όμως και η πιο εντυπωσιακή στην περιοχή, ίσως και σε ολόκληρο το νησί είναι η παραλία στο Καλαδί με τον χαρακτηριστικό βράχο. Είναι το δεύτερο τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλους στα Κύθηρα και ανάμεσα στα 449 της Χώρας με το Νο 45, που κατέδειξε η έρευνα του Πολυτεχνείου, (δες παραπομπή Νο 4). Για να πάτε ακολουθείστε για λίγο το δρόμο προς Φράτσια και στο γεφυράκι στρίψτε αριστερά, στον χωματόδρομο και οδηγείστε για 1,5 χλμ. Υπάρχει και άλλη πρόσβαση, ασφάλτινη, από το χωριό Αλεξανδράδες που καταλήγει πάλι στην παραλία.  

Πιο κάτω από την αρχαία Σκάνδεια βρίσκεται ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραλιακά χωριά των Κυθήρων, ο πανέμορφος Αυλαίμονας. Αρχαιότατες παραδόσεις συνδέουν το νησί με τη θεά Αστάρτη και τους Φοίνικες εμπόρους και αλιείς οι οποίοι είχαν εκμεταλλευτεί την άφθονη πορφύρα, ενός θαλασσινού γαστερόποδου της θαλάσσιας περιοχής του σημερινού Αβλέμονα. Από εκεί έβγαζαν την πολύτιμη βαθυκόκκινη χρωστική ουσία με την οποία έβαφαν τα βασιλικά ενδύματα και αργότερα τα κεραμικά αγγεία. Κατά την  βενετική κυριαρχία (1565) χτίστηκε μικρό φρούριο εξοπλισμένο με μικρή φρουρά, κανόνια και πυροβόλα όπλα. Σαν σκοπό είχε να προστατεύει το λιμάνι  και τα πλοία που κατέφευγαν εκεί κυνηγημένα από τους πειρατές.  

Στον ίδιο Πορτολάνο (χάρτης ναυσιπλοΐας) του 1559 που αναφέρει τη Χώρα και το Καψάλι αναφέρεται για πρώτη φορά και ο Αυλαίμονας με τη διευκρίνιση ότι πρόκειται για τον Άγιο Νικόλαο. Εδώ έκανε επισκευές στα πλοία του και έπαιρνε πληρώματα ο Λάμπρος Κατσώνης στις εξορμήσεις του κατά του τουρκικού στόλου. Στον κόλπο της ευρύτερης περιοχής βυθίστηκε το1802 ο ‘’Μέντωρ’’, ένα από τα πλοία που μετέφεραν τα κλεμμένα από τον λόρδο Έλγιν, (πρεσβευτή της Μεγ. Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη το 1800) μαρμάρινα τμήματα του Παρθενώνα. Μετά το ναυάγιο όλα τα αρχαία ανασύρθηκαν από ειδικούς δύτες, που ήρθαν τότε στα Κύθηρα για το σκοπό αυτό. 

Κατά την είσοδο στο γραφικό ψαροχώρι λες και ο χρόνος έχει σταματήσει χρόνια πριν. Κρατώντας χαμηλούς τόνους στην ήπια τουριστική του ανάπτυξη πραγματικά μεταφέρει τον επισκέπτη σε άλλες εποχές ξυπνώντας του τις πιο όμορφες παιδικές, εφηβικές, ενήλικες αναμνήσεις από διακοπές αλλά και την πραγματική ζωή στα νησιά. Στην πεντακάθαρη διαυγή γαλαζοπράσινη θάλασσα υπάρχει πρόσβαση και με σκαλοπάτια αφού το στενό που μπαίνει η θάλασσα είναι βραχώδες. Στο χωριό υπάρχει κοινοτικό κάμπινγκ, ενοικιαζόμενα δωμάτια, καφετέριες, και αρκετές ταβέρνες με ολόφρεσκο ψάρι. Γενικά οι υποδομή είναι αρκετή για τους επισκέπτες που φτάνουν ως εδώ, και ευτυχώς όχι κραυγαλέα. Πίσω στο λόφο η άσπρη κουκίδα στην κορυφή είναι ο Άγιος Γεώργιος Βουνού. (Αγ. Γεώργιος στο Βουνό - Αυλαίμονας 7,5 χλμ).  

Επιστρέφοντας στην δστ της Παλιόπολης έχετε δύο επιλογές για την ίδια κυκλική διαδρομή. Δεξιά (βόρεια) προς Φριλιγκιάνικα Μητάτα – Βιαράδικα – Φράτσια ή ευθεία (δυτικά) προς Φράτσια – Βιαράδικα – Μητάτα – Φριλιγκιάνικα. Εμείς διαλέξαμε την βόρεια και λίγο πριν τα Φριλιγκιάνικα στρίβουμε αριστερά στην πινακίδα που γράφει Μητάτα. Λίγο πριν τα Μητάτα δεξιά, υπάρχει πινακίδα που γράφει ‘’Άγιος Ιωάννης’’ – ‘’Μαύρη Σπηλιά’’. Ακολουθήστε για 400μ τον χωματόδρομο που οδηγεί στον Άγιο Ιωάννη, μια παράξενη εκκλησία μέσα σε βράχο. Χαρακτηριστικό του προαυλίου χώρου είναι οι δύο μεγάλες στέρνες με νερό απ’ έξω, που χρησιμεύουν για το πότισμα των χωραφιών, και για να ξεδιψούν οι οδοιπόροι. Ο ναός πανηγυρίζει με παρουσία δεκάδων προσκυνητών, στις 29 Αυγούστου. Λίγο πιο κάτω από τον παράλληλο κατηφορικό χωματόδρομο είναι η Μαύρη Σπηλιά 

Μου διηγήθηκαν ότι τα παλιά τα χρόνια σε μια πειρατική επιδρομή μάζεψαν όσους κατοίκους βρήκαν στα γύρω χωριά και τους φυλάκισαν εδώ. Αυτοί, κλειδωμένοι όπως ήταν προσπάθησαν, ανεβαίνοντας ο ένας πάνω στον άλλο, να φτάσουν την χαμηλή τότε οροφή της σπηλιάς. Σκάβοντας και ξανασκάβοντας για να βγουν στην επιφάνεια δημιούργησαν αυτούς τους θόλους που βλέπουμε σήμερα. Μόλις οι πειρατές αντιλήφθηκαν τι προσπαθούσαν να κάνουν οι φυλακισμένοι κάτοικοι, έβαλαν φωτιά με σκοπό να τους κάψουν, γι’ αυτό μέσα η σπηλιά είναι μαυρισμένη. Δέκα μέτρα δίπλα από τη Σπηλιά είναι ο Άγιος Γεώργιος, ένα ημικατεστραμένο ξωκλήσι με λίγα κομμάτια από την Αγία τράπεζα να σώζονται ακόμη, χτισμένο προφανώς εις μνήμην όσων χάθηκαν εδώ.  

Τα κατάφυτα Μητάτα με τα πολλά νερά και τις γραφικές ρεματιές, ιδανικές για πεζοπορία, είναι ο παλιότερος,τεκμηριωμένος από τις πηγές, οικισμός των Κυθήρων. Αναφέρεται ήδη τον 12ο αι. ως έδρα του Μονεμβασιώτη άρχοντα Γεωργίου Παχύ, που στάλθηκε ως διοικητής της νήσου από το δεσπότη της Σπάρτης. Στην ευρύτερη περιοχή των Μητάτων υπάρχουν επτά σπουδαίοι βυζαντινοί ναοί με αξιόλογες τοιχογραφίες, ξεχωρίζει η Μεταμόρφωση του Σωτήρα στη θέση ‘’Βρύση’’ με τοιχογραφίες των αρχών του 14ου αι. Επίσης έχουν βρεθεί πολλοί υπόσκαφοι ή σπηλαιώδεις ναοί, οι οποίοι χρονολογούνται από τον 17ο αι. και είναι πολύ πιθανόν να χρησιμοποιήθηκαν και ως καταφύγια σε πειρατικές επιδρομές. Τόσος ήταν ο τρόμος που προκαλούσαν αυτές οι επιδρομές ώστε οι κάτοικοι να φτάνουν να κρύβονται σε απόκρημνα μέρη και σπηλιές. Ένας από τους δύο ισχυρότερους σεισμούς στον Ελληνικό χώρο κατά τον 20ο αιώνα έγινε εδώ, στα Μητάτα, στις 11 Αυγούστου του 1903, δημιουργώντας αρκετές καταστροφές στο χωριό αφού είχε ένταση 8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Εκείνη την εποχή έγιναν ορισμένες εντυπωσιακές αλλαγές του φυσικού τοπίου, που έχουν παρατηρηθεί στην τοποθεσία Γωνιά, ανατολικά του χωριού, όπου κατά τον προπερασμένο αιώνα είχαν επισημανθεί λείψανα αρχαιοτήτων. 

Στα Μητάτα έχετε την ευκαιρία να γευθείτε παραδοσιακά εδέσματα από ντόπια προϊόντα βιοκαλλιέργειας στην ταβέρνα ‘’του Μιχάλη’’ απολαμβάνοντας τη θέα από το ‘’μπαλκόνι των Μητάτων’’. Το χωριό ‘’κρέμεται’’ στην άκρη του γκρεμού χαρίζοντας μια πανοραμική θέα στο καταπράσινο φαράγγι του Τσάκωνα, και απέναντι, μετά τις στροφές, στα Βιαράδικα, παλιό χωριό και αυτό, από τα παλιότερα των Κυθήρων. Πιστεύεται ότι οφείλει το όνομά του στον Ιάκωβο Βιάρο, που ακολούθησε τον Μάρκο Βενιέρη τον 13ο αιώνα στην κατάληψη των Κυθήρων. Και στους δύο οικισμούς σώζονται πολλές παλιές κατοικίες με την χαρακτηριστική παραδοσιακή αρχιτεκτονική που δίνει χώρο και σε πανέμορφους ολάνθιστους κήπους και δροσερά περιβόλια με ολόφρεσκα λαχανικά και πολλά φρούτα, από τα οποία ξεχωρίζει μια ποικιλία ροδάκινων με εξαιρετικό άρωμα. 

Επόμενος σταθμός στην ίδια διαδρομή τα Φράτσια, ένα χωριό με δεκάδες εξοχικά αρχοντόσπιτα από οικογένειες της Χώρας, ένα πανέμορφο σχολείο από την εποχή της Αγγλοκρατίας, και το περίφημο Σύμβολο του Απόδημου Τσιριγώτη στην πλατεία, για να θυμίζει στις νεώτερες γενιές την μάστιγα της μετανάστευσης που ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια του 18ο αιώνα. Εκείνο τον καιρό σημειώθηκαν οι πρώτες σημαντικές μετακινήσεις Κυθηρίων προς τη Σμύρνη και τη Κωνσταντινούπολη. Τότε τοποθετήθηκαν τα θεμέλια της μετανάστευσης στη Σμύρνη η οποία παίρνοντας μεγαλύτερες διαστάσεις τον 19ο αι. φτιάχνει την Κυθηραϊκή κοινότητα Σμύρνης που αποτέλεσε την πολυπληθέστερη Ελληνική ομάδα ακόμη και από αυτή του Πειραιά. Άλλος προορισμός είναι η Αίγυπτος ειδικά κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας. 

Εκεί δημιουργήθηκαν δυνατοί πυρήνες του Ελληνισμού της Αιγύπτου, που θα έχει μεγάλη οικονομική και πνευματική άνθηση. Η είσοδος του 20ου αι. βρίσκει τα Κύθηρα πάνω στην έξαρση του μεταναστευτικού ρεύματος αυτή τη φορά όμως προς την Αυστραλία και την Αμερική, (δείτε περισσότερα για την παρουσία των Κυθηρίων της διασποράς και τις κυθηραϊκές κοινότητες στον κόσμο: Ηλία Μαρσέλου ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 5 Ιουλίου 1998, 25, 26, 27, 28 και Ε. Καλλίγερου Συνοπτική ιστορία των Κυθήρων,  119, 160, 175, 176, 182). Αυτό που έμεινε να συμβολίζει και να θυμίζει το μεταναστευτικό ρεύμα των Κυθηρίων ανά τον κόσμο, είναι η ολόλευκη μαρμάρινη πλάκα με τα τέσσερα ανάγλυφα δελφίνια και μια πυξίδα. Τα σιδερένια γράμματα δίπλα από το σύμβολο - μνημείο των αποδήμων, κάποτε έπρεπε να έγραφαν, (ούτε τα σπασμένα γράμματα δεν μπαίνουν στον κόπο να στηρίξουν οι ‘’υπεύθυνοι’’), με κεφαλαία την φράση: ‘’Σε ανάμνηση της αποδημίας η γενέθλια γη αφιερώνει’’.  

Από τα Φράτσια η πιο ωραία διαδρομή οδηγεί στο χωριό Δόκανα, απ’ όπου προέρχονται δύο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα που βρίσκονται στο Μουσείο της Χώρας. Αμέσως μετά οι Αραιοί, (1,5 χλμ από την δστ προς Μυλοπόταμο), ένα παλιό χωριό με σπουδαία δείγματα τοπικής αρχιτεκτονικής, την Αγία Ελεούσα με τις δύο εντοιχισμένες μαρμάρινες πλάκες δωρεά του Γεωργίου Α. Κονόμου τα έτη 1981 - 1984. Η πρώτη είναι αφιερωμένη στους δωρητές του νοσοκομείου και του γηροκομείου Κυθήρων, και η δεύτερη αναφέρεται στους ξενιτεμένους και το χωριό. Δίπλα από την Αγία Ελεούσα φεύγει ένα στενός ασφαλτοστρωμένος δρόμος που σε 300μ οδηγεί σε ένα από τα παλιότερα κτίσματα του νησιού, στον μικρό κουκλίστικο βυζαντινό ναό του Αγίου Πέτρου (13ος αι.) Ο ναός είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος, έχει δεχθεί πλήρη συντήρηση τόσο το κτήριο και το δάπεδο όσο και οι τοιχογραφίες (15ου – 18ου αι.) πολλές από τις οποίες σώζονται σε καλή κατάσταση. Μόλις 1300μ θα οδηγήσετε από τους Αραιούς για να βρεθείτε στο γραφικό Μυλοπόταμο, που χωρίζεται σε τρεις κύριους οικισμούς. Θα σας εντυπωσιάσει η ηρεμία, η φυσική ομορφιά και τα ακατάπαυστα κελαριστά νερά του.  

Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους (1902) με το ψηλό όμορφο καμπαναριό, και σχεδόν δίπλα ο ενοριακός του Αγίου Σώζοντος. Μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού, η κεντρική πλατεία με τα αιωνόβια πλατάνια φαντάζει σαν όαση. Η στάση για λίγη δροσιά στο κλασικό καφενείο - μεζεδοπωλείο ο ‘’Πλάτανος’’ απαραίτητη. Εκεί θα βρείτε, όλο το χρόνο τον κ. Γιώργο ή την κ. Καλλιόπη και μαζί με τον δροσερό καφέ ή τα φρέσκα σάντουιτς θα πάρετε και πολύτιμες πληροφορίες (τηλ 33397), για τον καταρράκτη, το κάστρο, και το σπήλαιο της Αγ. Σοφίας. Κοντά στην πλατεία και σχεδόν δίπλα από το καφέ – μπαρ ‘’ το Καμάρι’’ περνάει το μεγάλο ρέμα, που μετά από μια διαδρομή τρακοσίων περίπου μέτρων καταλήγει στον καταρράκτη της Φόνισσας. 

Η πρόσβαση γίνεται εύκολα από τον κεντρικό δρόμο όπου σε τετρακόσια μέτρα δεξιά θα δείτε το μονοπάτι δεξιά που κατεβαίνει προς το ποτάμι. Όσο εισέρχεστε στα άδυτα του κατάφυτου χώρου τόσο χάνεται ο ήλιος. Σύντομα θα περάσετε από έναν εγκαταλειμμένο νερόμυλο και από το μικρό πέτρινο γεφύρι. Στο μισοσκόταδο που επικρατεί θα ακούτε το νερό που παφλάζει πέφτοντας από ύψος 12 – 15μ  κάτω από τα πλατάνια. Σε λίγο ο ‘’κρυμμένος’’ καταρράκτης αποκαλύπτεται με όλες του τις εξωτικές διαστάσεις. Εμπρός σας σε πρώτο πλάνο, η πρασινογάλαζη λίμνη βάθους 3ων μέτρων, που φωτίζεται διακριτικά από τις επίμονες ακτίνες του ήλιου που τρυπώνουν από το μικρό άνοιγμα που υπάρχει πάνω από τον καταρράκτη. Πραγματικά ένα παραδεισένιο τοπίο σε ένα μαγευτικό περιβάλλον που αξίζει όλο το ταξίδι γι’ αυτό.  

Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω, είναι ο οικισμός της ‘’Κάτω Χώρας’’, ο παλιότερος του Μυλοποτάμου, όπου τα διώροφα σπίτια αναπτύχθηκαν πριν από την ύπαρξη του μικρού κάστρου. Αυτά ήταν χτισμένα το ένα δίπλα από το άλλο, με χοντρούς πέτρινους τοίχους ώστε να σχηματίζετε ένας ισχυρός προστατευτικός περίβολος με την γνωστή στα νησιά διάταξη για περισσότερη προστασία. Ακόμα και σήμερα, διατηρεί πολλά από τα τμήματα της αρχικής του δομής δίνοντας πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία αυτής της εποχής στους ερευνητές. Στο πολυάνθρωπο τότε χωριό υπήρχαν 24 νερόμυλοι που λειτουργούσαν στη ρεματιά του, αλέθοντας καθημερινά μεγάλες ποσότητες σταριού και κριθαριού. Όλοι οι μύλοι ανήκαν σε ευγενείς οι οποίοι τους νοίκιαζαν στους χωρικούς. 

Το φρούριο χτίστηκε στις αρχές του 16ου αι. από τους βενετσιάνους, με σκοπό να μαζεύεται εκεί ο πληθυσμός σε περίπτωση πειρατικής επιθέσεως. Παράλληλα έλεγχε την θαλάσσια περιοχή δυτικά των Κυθήρων. Έξω ακριβώς από το φρούριο βρίσκεται το σχολείο, χτισμένο το 1825 κατά τη περίοδο της Αγγλοκρατίας. Πλησιάζοντας το Κάστρο αντικρίζετε στο υπέρθυρο τον φτερωτό λέοντα της Βενετίας που κρατεί το ευαγγέλιο ενώ στη λατινική επιγραφή αναγράφεται: PAXTIBIMARCOEVANGELISTAMEUS [Ειρήνη σοι [σε σένα] τω Ευαγγελιστή μου Μάρκω]. Κατά την Ενετική παράδοση, αυτή τη φράση την είπε ένας άγγελος στον Ευαγγελιστή κατά τη διάρκεια ενός τρικυμιώδους θαλάσσιου ταξιδιού μεταξύ Αιγύπτου και Ακουϊληίας(8)

Για την κατοίκηση στο κάστρο οι πηγές αναφέρουν διαφορετική σύνθεση και πληθυσμό. Βέβαιο είναι ότι υπήρχαν οικογένειες Ενετών στρατιωτών υπευθύνων για την άμυνα του φρουρίου, αυτές είναι 50. Μετά το 1545 εγκαθίστανται οικογένειες προσφύγων από την Κύπρο και την Κρήτη, που προσφέρουν και αυτοί τον αναγκαίο αριθμό στρατιωτών για τη φύλαξή του, (αυτές κυμαίνονται από 50 έως 80). Σε κάθε περίπτωση περνώντας την πύλη του προς το εσωτερικό, ο επισκέπτης πραγματικά πλημμυρίζει από δέος στην θέα του οικισμού. Αν και εγκαταλειμμένος, εντυπωσιάζει η εκμετάλλευση και η αντίληψη για τον χώρο όπως και η διαρρύθμιση των διώροφων σπιτιών. Καμάρες, αψιδωτές δίφυλλες ή μονόφυλλες πόρτες και πορτοπούλες, πέτρινα σκαλιά, σπίτια ερειπωμένα, φούρνοι και αραχνιασμένα υγρά υπόγεια, κλήματα, χόρτα. Ο μεσαιωνικός οικισμός σας απορροφά.

Πεζοπορώντας στους στενούς δρόμους διαπιστώνετε ότι σώζεται σημαντικός αριθμός βυζαντινών εκκλησιών. Παναγία Μεσοσπορίτισσα, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (1518), Αγ. Δημήτριος (τέλη 15ου αι.), Μεταμόρφωση του Σωτήρος (τέλη 15ου αι.), Αγ. Αθανάσιος, και άλλοι πέντε τουλάχιστον. Οι πιο σημαντικές τοιχογραφίες εδώ, είναι στο Σωτήρα του 15ου αι. με σκηνές από το δωδεκάορτο. Αξιόλογες είναι οι τοιχογραφίες του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου με την πολύστιχη κτητορική επιγραφή του 1518 και σκηνές από τον κύκλο της ζωής του Προδρόμου. Οι υπόλοιπες εκκλησίες ανάγονται στους 17ο και 18ο αιώνες, εποχή που αναπτύχθηκε το Μυλοπόταμο μια και εκεί κατέφυγαν αρκετοί από τους κατοίκους της κατεστραμμένης το 1537 Παλιόχωρας.  

Δυτικά από το κέντρο του χωριού, ξεκινά ο δρόμος που καταλήγει (4 χλμ – χώμα) στο μικρό μοναστήρι της Παναγίας Ορφανής ένα εκκλησάκι χτισμένο στο κοίλωμα μικρής σπηλιάς. Στο βάθος της σπηλιάς βρέθηκαν ανθρώπινα λείψανα. Αυτό σύμφωνα με τους ειδικούς, ενισχύει την αντίληψη ότι οι εκκλησίες χρησίμευαν και σαν καταφύγια κατά τη διάρκεια πειρατικών επιδρομών.

Η διαδρομή προς την πεντακάθαρη μικρούλα παραλία του Λιμνιώνα οδηγεί στο σπήλαιο της Αγίας Σοφίας το μεγαλύτερο και πιο εντυπωσιακό στα Κύθηρα με πολυάριθμες αίθουσες και το ομώνυμο εκκλησάκι στην είσοδό του. Ήταν το πρώτο που εξερεύνησε, μελέτησε, και χαρτογράφησε το ακαταπόνητο ζεύγος των αείμνηστων ερευνητών Ιωάννη και Άννα Πετροχείλου. Μπαίνοντας στην αίθουσα της εισόδου βλέπετε στον χτιστό πάνω σε σταλαγμίτες τοίχο να εικονίζονται (δεξιά) οι Άγιοι Νικόλαος, Παντελεήμων, Θεοδόσιος ο κοινοβιάρχης, ο πολιούχος των Κυθήρων Όσιος Θεόδωρος και ο αρχάγγελος Μιχαήλ. Αριστερά εικονίζεται η Δέηση και η Αγία Σοφία με τις κόρες της Αγάπη, Ελπίδα και Πίστη. Όλες οι τοιχογραφίες είναι έργο του «ειστωρουγράφου» Θεοδώρου της τελευταίας εικοσιπενταετίας του 13ου αιώνα. Από την δεύτερη αίθουσα και μετά ο πλούσιος σε σταλαγμιτικό και σταλακτιτικό διάκοσμος προτρέπει για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παραμονή. Η συνολική του έκταση είναι 2.000 m2, και η τουριστική διαδρομή 200μ. Τις μέρες που πήγαμε εμείς ήταν όλα κλειδωμένα, αλλά όπως μας είπαν οι ντόπιοι είναι ανοιχτό όλη την καλοκαιρινή περίοδο με ξεναγό για τους επισκέπτες.  

Μέσα από το Μυλοπόταμο ο δρόμος οδηγεί στην μονή Μυρτιδιών περνώντας μέσα απο τα Σκουλαντριάνικα και στο ύψος της περιοχής Μαραθέας στρίβει δεξιά προς το χωριό Καλοκαιρινές. Η διαδρομή από το χωριό μέχρι κάτω στην Μονή Μυρτιδιών είναι 3,7 χλμ και πολύ όμορφη. Περνά από ένα μονότοξο πέτρινο γεφύρι του 1821 και μια μικρή δίοδο σε βράχο, και τα δύο κατασκευές από τα χρόνια της Αγγλοκρατίας, συνεχίζοντας την κατηφορική πορεία πάντα με θέα τη θάλασσα και τα νησάκια Λήδα και Λυδία ή Μακρονήσι. Στην συνέχεια ο θαυμασμός για το τοπίο μετατρέπεται σε θλίψη που προκαλείται από τη θέα του καμένου πευκοδάσους στις φωτιές του 2000, οι οποίες κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος του. Το δάσος είχε σχηματισθεί από τεχνητές αναδασώσεις και έφτανε μέχρι κάτω στο μοναστήρι. Ευτυχώς, αποζημιώνουν οι καταπράσινοι ολάνθιστοι και μαγευτικοί κήποι της Μονής, της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας,που αναδύεται θαρρείς, μέσα από ένα παραμυθένιο περιβάλλον που ευφραίνει την όραση.  

Σύμφωνα με την παράδοση η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας βρέθηκε μέσα σε κλαδιά μυρσίνης από ένα βοσκό πιθανά τον 14ο αι. Η διήγηση της εύρεσης μοιάζει με άλλες που συναντάμε στον ελλαδικό χώρο. Ο βοσκός καθάρισε τον τόπο που βρέθηκε η εικόνα και έκτισε μικρό ναό που τον ονόμασε Μυρτιδιώτισσα. Αργότερα ο μοναχός Λεόντιος επέκτεινε το ναό με δύο κλίτη – παρεκκλήσια, αφιερωμένα το μεν δεξί στην Ζωοδόχο πηγή, το δε αριστερό στον Άγιο Θεόδωρο. Σήμερα από αυτά τα παρεκκλήσια σώζεται ο παλιός ναός, το ‘’καθολικό’’ ή ‘’ναός της ευρέσεως’’, όπου φυλάσσεται η εικόνα της Μυρτιδιώτισσας.  

Σύμφωνα με επιγραφή το χρύσωμα της, έγινε από τον Νικόλαο Θ. Σπιθάκη το 1837. Ο μεγαλοπρεπής ναός ρυθμού βασιλικής που αντικρίζει σήμερα ο επισκέπτης αρχίζει να οικοδομείται  το 1841 και ολοκληρώθηκε το 1857 από τον ηγούμενο Αγαθάγγελο Καλλίγερο. Γύρω από τον καινούργιο ναό κτίζονται αρκετά κελιά, μεγάλη υπόγεια δεξαμενή νερού, και το ψηλό μεγαλόπρεπο καμπαναριό που σχεδίασε και έχτισε ο ντόπιος μάστορας, Νικόλαος Φατσέας – Φουριάρης από το Λιβάδι το 1888. Χαρακτηριστικό της αγάπης και του σεβασμού που τρέφουν οι Κυθήριοι του νησιού και της Διασποράς για την προστάτιδα της νήσου είναι και τα ονόματα που δίνουν στα περισσότερα Κυθηραϊκά πλοία κατά τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας, τότε που επικρατούσε η παρουσία τους στη ναυτιλία της Σμύρνης. 

Σχεδόν όλα φέρουν το όνομα ‘’Παναγία Μυρτιδιώτισσα’’. Η μονή όλο το διάστημα από 1η έως 15 Αυγούστου, σ’ αυτή την γλυκύτητα και την ηρεμία του τοπίου, φιλοξενεί, στα κελιά της προσκυνητές για τη μεγάλη περίοδο του Δεκαπενταύγουστου. Γιορτάζει με μεγάλο θρησκευτικό πανηγύρι στις 24 Σεπτεμβρίου ημέρα επίσημης αργίας στα Κύθηρα. Καθώς φεύγετε από το Μοναστήρι, ο χωματόδρομος αριστερά, σας οδηγεί σε 1,5 χλμ στα Λιμνάρια, έναν όμορφο όρμο -  αγκυροβόλιο και μια απόμερη παραλία. Η καλύτερη επιλογή για τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες.  

Αν συνεχίσετε την γνωριμία με το νησί, κατευθυνθείτε στο Λιβάδι (9χλμ από την Ι. Μονή) από τη διαδρομή Καλοκαιρινές – Δρυμώνας – Λιβάδι (5,3 χλμ). Μετά τον Δρυμώνα η πρώτη δστ δεξιά οδηγεί στο βουνό της Αγίας Ελέσας. Στην κορυφή του (+/- 3χλμ) είναι ο ναός και ένα μικρό συγκρότημα με κελιά, που χρησιμοποιούνται και εδώ, όπως και στις Μονές Μυρτιδιών και Αγίας Μόνης. Η θέση που είναι χτισμένος ο ναός παρέχει απεριόριστη θέα προς τα νοτιοδυτικά παράλια του νησιού. Η νεαρή χριστιανή, έφτασε στα Κύθηρα το 375 (την εποχή που πιστεύεται ότι έγινε μεγάλος σεισμός στην Πελοπόννησο), για να αφιερωθεί στο θεό, πιστή στην ανατροφή που της έδωσε η μητέρα της. Μαρτύρησε εδώ, κυνηγημένη από τον ειδωλολάτρη πατέρα της Ελλάδιο τον 4ο αι. όταν ακόμα το νησί ήταν ακατοίκητο. Στην επιστροφή προς το Λιβάδι υπάρχει μια μικρή δστ δεξιά σας που γράφει ‘’Άγιος Δημήτριος’’. Ακολουθείστε την και θα φτάσετε στο Πούρκο όπου βρίσκεται άλλη μια σημαντική εκκλησία του νησιού με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά γνωρίσματα της τοπικής αρχιτεκτονικής, ο Άγιος Δημήτριος. Ο ναός αποτελεί σύμπλεγμα τεσσάρων ναών που επικοινωνούν διαδοχικά μεταξύ τους. Οι τοιχογραφίες που σώζονται σε τρία τοιχογραφικά στρώματα δημιουργήθηκαν από τον 11ο έως τον 14ο αιώνα και θεωρούνται εξαιρετικά δείγματα βυζαντινής ζωγραφικής.  

Το Λιβάδι αποτελεί συγκοινωνιακό κόμβο και το δεύτερο, μετά τον Ποταμό, μεγάλο εμπορικό κέντρο του νησιού καθώς δραστηριοποιούνται δεκάδες επιχειρήσεις. Διαθέτει ό,τι ενδιαφέρει τον ταξιδιώτη – επισκέπτη, γραφεία ταξιδιών - εισιτηρίων, βενζινάδικα, ξενοδοχεία, βιβλιοπωλείο, τα γραφεία της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (για επισκέψεις στις εκκλησίες), αλλά και ό,τι χρειάζονται οι μόνιμοι κάτοικοι. Αξιοθέατα στο χωριό είναι το παλιό σχολείο της Αγγλοκρατίας, στον κοντινό λόφο Μηλαπιδέα. Ήταν το πιο όμορφο στα Κύθηρα και με τους περισσότερους μαθητές στην περιοχή. Αρχιτεκτονικά παραμένει εντυπωσιακό με τα τοξωτά του, γοτθικής κατάληξης ανοίγματα, που κάποτε φιλοξενούσαν αντίστοιχης τεχνοτροπίας πορτοπαράθυρα. 

Ο Άγιος Ανδρέας, μια από τις σημαντικότερες εκκλησίες του νησιού βρίσκεται εδώ, σχεδόν απέναντι από τα γραφεία της 1ης Ε.Β.Α. Η πρώτη οικοδομική και τοιχογραφική φάση χρονολογείται στα τέλη 10ου αρχές 11ου αι. Είναι σπουδαίος ναός όχι μόνο γιατί διασώζει στο εσωτερικό του τις παλιότερες τοιχογραφίες στο νησί, αλλά και γιατί τόσο η ποιότητα της ζωγραφικής και αυτά που εικονίζουν, όσο και η νέα αρχιτεκτονική του ναού είναι πολύ υψηλής στάθμης, όχι μόνο για την περιοχή.  Οι τοιχογραφίες, έργο ικανού ζωγράφου, ανάγονται στον 13ο αι, σε τεχνοτροπία που παράλληλή της δεν εντοπίζεται στα Κύθηρα αλλά σπανίζει και αλλού. Σε διάφορα σημεία του χωριού σώζονται πολλές εξοχικές, την εποχή που χτίστηκαν, αρχοντικές κατοικίες οικογενειών της Χώρας, για τις οποίες το Λιβάδι ήταν ο επιλεγμένος τόπος για θερινή διαμονή. Στο Κάτω Λιβάδι (1 χλμ) στο μεταβυζαντινό ναό της Ανάληψης, έναν μονόχωρο καμαροσκέπαστο ναό που παραχωρήθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Κυθήρων, στεγάζεται από το 1996 η Συλλογή έργων Βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης των Κυθήρων με σπουδαία δείγματα από όλο το νησί.  

Σε 500μ. από το κέντρο του Κάτω Λιβαδιού είναι ο οικισμός Κατούνι και το περίφημο πέτρινο γεφύρι του, με μήκος 110 μ., ύψος 15 μ., πλάτος 6 μ. με 13 τόξα, και 12 ανακουφιστικά ανοίγματα - θυρίδες, που ολοκληρώθηκε το 1826 αποτελώντας ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια έργα στη διάρκεια της Αγγλοκρατίας. Αυτά τα έργα ήταν πολλά, και σώζονται ως τις μέρες μας. Ειδικότερα επί διοικήσεως του Άγγλου αρχιμηχανικού Τζων Μακφέιλ, τοποτηρητή του Ύπατου αρμοστή στα Κύθηρα στα τέλη της δεκαετίας του 1810, έγιναν πρωτοποριακής αντίληψης κατασκευές στο νησί με την μέθοδο της προσωπικής εργασίας και της αγγαρείας που επέβαλαν ακόμα και στα ζώα (έλειπαν άλλα μέσα μεταφοράς).  

Αυτή την εποχή έγιναν οι φάροι στο Καψάλι (1854), στο Μουδάρι του Καραβά (1857) στο επικίνδυνο στενό της Ελαφονήσου. Τότε έγινε η πρώτη κεντρική Αγορά και τα έργα ύδρευσης – αποχέτευσης στη Χώρα, κατασκευάστηκε η επιβλητική γέφυρα στο Κατούνι πιθανά η μεγαλύτερη αυτού του είδους στην Ελλάδα, δεύτερη μονότοξη γέφυρα και μικρή σήραγγα στο δρόμο για την Ιερά μονή Μυρτιδιών, και τέσσερα σχολεία, λίγο έξω από τα χωριά, με το σκεπτικό αφ’ ενός την επαφή των παιδιών με την ύπαιθρο, αφ’ ετέρου δε την εξυπηρέτηση και άλλων χωριών εκτός αυτών που παραχώρησαν την έκταση. Αυτά τα σχολεία, Μηλαπιδιάς, Αγίου Θεοδώρου, Ποταμού και Μυλοποτάμου, σώζονται ακόμα στις μέρες μας αλλά όχι στην κατάσταση που θα έπρεπε να ήταν. 

Ο Μακφέιλ όχι μόνο επέβλεψε την κατασκευή και πήγε και στα εγκαίνια (βλ. λόγο του Δασκάλου Πέτρου Μαρσέλου κατά τα εγκαίνια του σχολείου Κάτω Χώρας Μυλοποτάμου στην εφημερίδα ‘’Φωνή των Κυθήρων’’ αρ. φ. 57 Οκτ. 1928), αλλά παρακινούσε τους χωρικούς να στέλνουν τα παιδιά  τους στο σχολείο. Όρισε μάλιστα ότι, κατά τις ημέρες που αυτά θα πήγαιναν, δεν θα υπήρχε αγγαρεία για τα ζώα, ενώ αντιθέτως αν απουσίαζαν αδικαιολόγητα, ακόμα και αν δεν ήταν μέρα αγγαρείας, τα ζώα θα τα φύλαγε ο αστυνόμος, ώστε να μην τα χρησιμοποιήσει ο χωρικός. Ευνόητο είναι ότι αυτά τα μέτρα είχαν μεγάλη ανταπόκριση, και έτσι παρουσιάζεται σε μια δημοσίευση του Ανδρέα Κάλβου το 1827, (περιοδικό Revue Encyclopedique - αναδημοσίευση στο περιοδικό Ελληνική Δημιουργία τ.15 Μάιος 1949, 744) ‘’η σχετικά μικρή νήσος των Κυθήρων, έχει 8 σχολεία και 772 μαθητές, έναντι των νήσων Κερκύρας, Κεφαλληνίας, και Ζακύνθου που ο αριθμός των σχολείων είναι 3, 2, 13, οι δε μαθητές αντιστοίχως 239, 157, 383’’.    

Από το Κάτω Λιβάδι λίγο πριν την έξοδο του χωριού η αριστερή δστ οδηγεί, μετά από 3 χλμ, στην δστ της Αγίας Τριάδας. Αν πάτε αριστερά σε +/- 4 χλμ είστε στην βοτσαλωτή παραλία της Φυρής Άμμου (από το Πορφυρή, καθώς η παραλία είναι ‘’κόκκινη’’). Αν συνεχίσετε ευθεία θα φτάσετε σε 6,5 χλμ στον Κάλαμο και από εκεί στις αμμουδερές παραλίες του Χαλκού και της Βρουλέας 

Η Χώρα είναι η πρωτεύουσα, το διοικητικό κέντρο, η έδρα της Μητρόπολης, και των περισσοτέρων υπηρεσιών στα Κύθηρα. Είναι ένας από τους παραδοσιακούς και ενδιαφέροντες οικισμούς τους. Η παρουσία του περίοπτου κάστρου επιβλητική, απ’ όπου και να προσεγγίσετε. Η ιστορία του φαίνεται να ξεκινάει από τους Βενιέρους, άρχοντες των Κυθήρων από το 1207, που για να προστατέψουν το νότιο κομμάτι του νησιού αποφάσισαν να χτίσουν ένα ισχυρό κάστρο. Αρχικά επιλέχθηκε ένα σημείο στα βόρεια, το Καστροβούνι κοντά στο Στραπόδι. Η παράδοση αναφέρει πως οι μάστορες μετέφεραν εκεί από το βράδυ τα εργαλεία τους για να πιάσουν δουλειά το πρωί. Την άλλη μέρα όμως ήταν όλα άφαντα. Ένα περιστέρι τα είχε μεταφέρει στο ύψωμα της Χώρας εκεί που τελικά χτίστηκε το κάστρο. Η ακριβής χρονολογία θεμελίωσης ή αποπεράτωσης δεν είναι γνωστή, όμως αναφέρεται ήδη από τις αρχές του 14ου αι. 

Η περιοχή άρχισε και πάλι να αποκτά σημασία μετά την καταστροφή του Αγίου Δημητρίου από τον Μπαρμπαρόσα, όταν οι Ενετικές αρχές αποφάσισαν τη μεταφορά της πρωτεύουσας στο σημερινό κάστρο της Χώρας. Έτσι το κέντρο βάρους του νησιού μετατοπίστηκε στη Χώρα, ενώ το Καψάλι αναδείχθηκε σημαντικό λιμάνι του νησιού. Από παλιά είναι γνωστό, αν και δεν φαίνεται να κατοικείται συστηματικά, το Καψάλι. Γύρω σε αυτά τα χρόνια τοποθετούνται οι πρώτες κατοικήσεις στην περιοχή αυτή. Το λιμάνι πάντως στο Καψάλι και η Χώρα είναι γνωστά ως τοπωνύμια και στους Πορτολάνους (χάρτες ναυσιπλοΐας) από το 1559.  Η θέση του κάστρου και η κατασκευή του ήταν τέτοια που εξασφάλιζε στους Ενετούς το άβατο από τη θάλασσα και την εύκολη τροφοδοσία από το κοντινό λιμάνι. Το κάστρο ανακατασκευάστηκε πάνω σε παλιές οχυρώσεις το 1503.

Ανάλογη με τον καιρό είναι και η αίσθηση του περίπατου. Αν έχει συννεφιά όπως σήμερα, ο χώρος γεμίζει από ένα απόκοσμο φως που διεγείρει τις αισθήσεις και κάνει τη φαντασία να ταξιδεύει. Οι παλιές εκκλησίες του Παντοκράτορα, του Αγίου Ιωάννη, της Παναγίας της Ορφανής και της Παναγίας Καστρινής ή Μυρτιδιώτισσας, που προβάλλει με το πανέμορφο καμπαναριό της είναι από τα πολλά αξιοθέατα μέσα από τα τείχη. Μάλιστα από το 2004 έχουν ξεκινήσει με τη συνδρομή της Ε.Ε. και του Γ’ Κ.Π.Σ. οι εργασίες συνολικής ανάδειξης και φωτισμού του Κάστρου Κυθήρων, με προϋπολογισμό 2.812.458 ευρώ από το πρόγραμμα ‘’Κάστρων Περίπλους’’ του υπουργείου πολιτισμού.  

Όταν φτάσαμε είχε ανασκαφθεί σχεδόν σε όλα τα σημεία η διαδρομή που ξεναγείται ο επισκέπτης και περνούσαν καλώδια. Παρά τις δυσκολίες οι υπεύθυνοι φρόντισαν να μας διευκολύνουν στην φωτογράφηση.Έξω από τα τείχη, απλώνεται το Βούργο, οι πλατείες Εσταυρωμένου και  Σπυρίδωνος Στάη. Η γοητευτική αυτή συνοικία κατεβαίνει νωχελικά στην πλαγιά του βουνού μέχρι που φτάνει στα σφιχταγκαλιασμένα σπίτια, εκκλησιές, και παλιά τμήματα της οχύρωσης. Παλιότερα υπήρχαν πολλά βοτσαλωτά δάπεδα σε απλά σπίτια σε αρχοντικά αλλά και σε αυλές εκκλησιών. Με το πέρασμα του χρόνου καταστράφηκαν τα περισσότερα. Όμως στο Βούργο, κάτω από το κάστρο σώζεται ακόμη η βοτσαλωτή αυλή του αρχοντικού Καλούτση. Στη Χώρα υπάρχει αρχαιολογικό μουσείο γεμάτο με ευρήματα από τις ανασκαφές στο νησί. Περιέχει ως και τον περίφημο μαρμάρινο λέοντα των Κυθήρων(9) που μετά την περιπέτειά του δεν κόσμησε ξανά το κάστρο της Χώρας.  

Ψηλά από το κάστρο, φαίνεται ο χωματόδρομος που κατεβαίνει προς την παραλία και όλο το ύψος των τειχών του κάστρου μέχρι κάτω στο ρέμα, προς το νοτιά. Διακρίνεται καθαρά το νησάκι Αυγό ή Χύτρα για τους ντόπιους. Για να φτάσετε εκεί κάτω, πρέπει να βγείτε λίγο από τη Χώρα και να στρίψετε αριστερά στον πρώτο κατηφορικό χωματόδρομο. Σε 600 μ ο δρόμος κατευθύνεται αριστερά και εσείς οδηγείτε παράλληλα στα χωράφια και το ρέμα. Αριστερά η Χώρα και στο βάθος το μεγαλειώδες κάστρο.  Ο χωματόδρομος όσο πάει στενεύει και κάποια στιγμή σταματά σε ένα χαμηλό ανάχωμα. Το περνάτε και στρίβετε αριστερά, όπως συνεχίζει και κατεβαίνει στο γκρεμό. Απέναντι, όσο οδηγείτε, τόσο τα καλοδιατηρημένα τείχη του κάστρου πλησιάζουν στο οπτικό σας πεδίο. Το μεγάλο ρέμα ανάμεσα από τον δρόμο και το κάστρο σταματά για λίγο τον ενθουσιασμό, αλλά ο δύσβατος πλέον χωματόδρομος συνεχίζει δεξιά και κατεβαίνει μέχρι τη θάλασσα σχεδόν.

Ίσως είναι ομορφότερη από εδώ η θέα. Φαίνονται σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια τα τείχη του κάστρου αλλά και η είσοδος του λιμανιού στο Καψάλι, αφού στο μεταξύ έχετε παρακάμψει ολόκληρο το λόφο του κάστρου. Γύρω - γύρω απο το κάστρο, αλλά και σε άλλα σημεία του βοτανικού(10) παράδεισου των Κυθήρων βγαίνουν τα όμορφα άγρια μωβ – ρόζ, κυκλάμινα και ο αμάραντος ή μόσχος αυτό το πανέμορφο κίτρινο λουλούδι (Helihrisumorientale) που είναι αφιερωμένο στην Παναγία, ακριβώς επειδή δεν μαραίνεται ποτέ. Στα Κύθηρα το ονομάζουν ‘’σεμπρεβίβα’’ (ενετική ονομασία), που περιέργως παραπέμπει σε άλλο άνθος. Είναι από τα κυριότερα λουλούδια που έβαζαν στα στεφάνια οι αρχαίοι για να διακοσμήσουν τον χώρο αλλά και τα αγάλματα. Πρώτη το μάζεψε η νύφη Ελιχρύση, από εκεί και το όνομα. Ο Θεόκριτος φαίνεται να είχε εντυπωσιαστεί από την λαμπρότητα του χρώματός του. Στον κεντρικό δρόμο της Χώρας είναι ένα κατάστημα – εργαστήριο, λίγο πιο κάτω από το εστιατόριο ‘’Ζορμπάς’’, που φτιάχνει εντυπωσιακές και καλλιτεχνικές συνθέσεις από αμάραντο, λένε ότι είναι, το καλύτερο ενθύμιο από το νησί της Αφροδίτης.  

Μόλις δύο χλμ από τη Χώρα, βρίσκεται το κέντρο των τουριστικών Κυθήρων, το μαγευτικό παραθαλάσσιο Καψάλι, δεύτερο λιμάνι του νησιού. Πραγματικά, δεν είναι τυχαίο, ούτε περιγράφεται εύκολα αυτός ο συνδυασμός. Επάνω, ψηλά στο βραχώδη λόφο, η Χώρα με το Ενετικό φρούριο να δεσπόζουν με την παρουσία τους στην περιοχή, σαν να εποπτεύουν. Κάτω, το Καψάλι με τους πανέμορφους υπήνεμους κολπίσκους και τις πεντακάθαρες πρασινογάλαζες ακτές. Είτε κοιτάζεις από πάνω προς τα κάτω είτε το αντίθετο, το τοπίο προκαλεί δέος. Το Καψάλι και η Χώρα Κυθήρων είναι η τρίτη περιοχή στα Κύθηρα, με Νο 36, που έχει χαρακτηριστεί τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλους και περιλαμβάνεται στην έρευνα του Πολυτεχνείου.  

Επιπροσθέτως, αν υπήρχε βραβείο για τον ομορφότερο - γραφικότερο συνδυασμό, αυτό έπρεπε να δοθεί σε αυτό το τοπίο. Ο δρόμος κατεβαίνει ομαλά μέχρι τη θάλασσα και τις παραλίες Μπρός Γιαλός, Πίσω Γιαλός, απλωμένες στους δύο παραδεισένιους ορμίσκους – αγκυροβόλια που φιλοξενούν τους παραθεριστές. Στην άκρη του όρμου η παραλία Καψαλάκι η πιο εύκολη και γρήγορη επιλογή του καλοκαιριού για εκατοντάδες επισκέπτες και η ‘’κρυφή’’ Σπαραγαριό με τη σπηλιά του Αγίου Παύλου,που παρότι είναι κοντά στο Καψάλι δεν είναι πολύ γνωστή. Εδώ, όλοι χαίρονται από μια απλή ήρεμη και ρομαντική βόλτα στο λιμάνι το βραδάκι, μέχρι βόλτες στα καλόγουστα εστιατόρια, καφέ και μπαράκια όλο το 24ωρο. Στο μεγάλο πευκοδάσος κάτω από τον ‘Αϊ – Γιάννη το Βαπτιστή υπάρχει κοινοτικό κάμπινγκ, στην ίδια περιοχή που παλιότερα εντοπίζεται ο χώρος αναψυχής των Ενετών με λαμπρό εξάγωνο κτίριο και άγαλμα της θεάς Αφροδίτης.  

Η μικρή χερσόνησος με το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου στέκεται ανάμεσα στους δύο κόλπους, αλλά το αποκορύφωμα του φαντασμαγορικού τοπίου είναι ο βράχος με το μοναστήρι – ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη που, στην κυριολεξία, ‘’κρέμεται’’ στο γκρεμό και δεσπόζει πάνω από το πανέμορφο πευκοδάσος του Καψαλιού και το λιμάνι. Αυτός είναι ο λόγος που συνοδεύεται από τα προσωνύμια στο Γκρεμό, Κρημνό, ή εν Κρημνοίς. Το κάτασπρο κτίσμα κολλάει σα στρείδι πάνω στον βράχο και δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται από μακριά. Ο εσωτερικός χώρος διαθέτει ένα μεγάλο θάλαμο – σπηλιά 20Χ4Χ3 μέτρα και στο βάθος υπάρχει μικρό χώρισμα με τοίχο και πήλινες λεκάνες με νερό (αγίασμα).  

Περπατήσετε λίγο στον χωματόδρομο, ανάμεσα στα πεύκα, τους ευκάλυπτους με τις ευωδιές να πλημμυρίζουν την ατμόσφαιρα και ανεβείτε τα 148 σκαλιά για να βρεθείτε στην πόρτα της μικρής εκκλησίας απ’ όπου θα απολαύσετε την μαγευτική θέα προς την απέναντι πλευρά του κόλπου και το σύγχρονο λιμάνι. Οι κάτοικοι των Κυθήρων τρέφουν μεγάλη ευλάβεια για τον Άγιο Ιωάννη στο Γκρεμό, (γιορτάζει στις 29 Αυγούστου) γιατί, σύμφωνα με τη παράδοση, εκεί έγραψε την Αποκάλυψη του ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Το Καψάλι χρησιμοποιήθηκε ως λιμάνι κατά την Αγγλοκρατία. Τότε (1817) ανάμεσα στα άλλα μεγαλεπήβολα έργα που θα διευκόλυναν τη χρήση του ως λιμανιού κατασκευάστηκε η μεγάλη δεξαμενή, γνωστή σήμερα σαν ‘’ντεπόζιτο’’, καθώς και τα κτήρια μπροστά από την παραλία, το γνωστό Λαζαρέττο ή Λαζαρέτα όπως το λένε εδώ. Και σε άλλα νησιά έχουν κατασκευαστεί τέτοια έργα που χρησίμευαν για να ελέγχουν και να αποκλείουν με απολύμανση, τυχόν μεταδοτικές ασθένειες των ναυτικών που, ίσως, αποκτούσαν κατά τη διάρκεια των πολύμηνων θαλασσινών ταξιδιών τους. Αυτά τα κτήρια λέγονται Λοιμοκαθαρτήρια αλλά έμειναν γνωστά με την ιταλική ονομασία ‘’Λαζαρέττο’’, από τον Άγιο Λάζαρο που θεωρείται ο προστάτης των ασθενών. 

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, τη δεκαετία του ’60, έγιναν πολλά τοπικά οδικά έργα με πρωτοβουλία των κατοίκων και των Κυθηρίων της διασποράς, ώστε να βγει το νησί από την συγκοινωνιακή απομόνωση, ίσως αυτός είναι ο λόγος που στο μυαλό των περιηγητών ξεκινά η φυγή στα Κύθηρα που όμως ποτέ δεν φτάνουν. Τότε λοιπόν (1962) κατασκευάζεται λιμενοβραχίονας στο Καψάλι με το οποίο τα Κύθηρα γίνονται ένα από τα πρώτα νησιά στα οποία μπορεί το πλοίο να πλευρίσει για την επιβίβαση και αποβίβαση των επιβατών. Μέχρι τότε, (όπως στα περισσότερα νησιά εκείνη την εποχή), η μεταφορά γινόταν με βάρκες, που ξεκινούσαν από το μικρό πρώτο μώλο (1905) του λιμανιού και αναλάμβαναν το δύσκολο πραγματικά έργο της μεταφοράς των επιβατών αλλά και των αποσκευών τους. Το ίδιο συνέβαινε με τα κάθε λογής εμπορεύματα που έφευγαν ή έρχονταν στο νησί. 

Σημαντικό γεγονός, που χαιρετίστηκε και από τους Κυθήριους, όπως και από όλους τους Έλληνες, είναι η απελευθέρωση του 1944, την οποία οι Κυθήριοι είχαν τη χαρά να γιορτάσουν πρώτοι από όλους τους Έλληνες καθώς τα Κύθηρα ήταν το πρώτο κομμάτι Ελληνικής γης που απελευθερώθηκε. Συγκεκριμένα στις 15 Σεπτεμβρίου 1944 πλοία του Αγγλικού στόλου αποβίβασαν στρατό στον Αυλαίμονα και την επομένη εδώ, στο Καψάλι. Στις 26 Σεπτεμβρίου πάτησε για πρώτη φορά σε ελεύθερο Ελληνικό έδαφος ο εκπρόσωπος της ‘’Ελληνικής κυβερνήσεως’’ του Καΐρου υπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος.  

Η απελευθέρωση γέμισε χαρά τον πληθυσμό του νησιού αλλά γρήγορα η οικονομική δυσπραγία θα επικρατήσει. Το αποτέλεσμα είναι η φυγή και η μετανάστευση. Την τριετία 1946 – 1949 έφυγαν από το νησί 3000 άτομα, δηλαδή 1000 άτομα το χρόνο κυρίως για Αυστραλία – Αμερική (Ε. Καλλίγερος -  Ιστορία Κυθήρων, 188). Η πληθυσμιακή κατάρρευση ήταν πλέον θέμα χρόνου. Μόνο με την Ήπειρο, (παρά την τεράστια διαφορά σε έκταση) μπορούν να συγκριθούν αυτά τα νούμερα. Την πενταετία 1956 – 1961 μετανάστευσαν, κυρίως στη Γερμανία, 9515 άτομα δηλαδή 1903 άτομα το χρόνο, (Ι. Έξαρχος - Οικονομικός Προγραμματισμός στην Ήπειρο, σελ 10 Αθήνα 1963).  

Κάποια πράγματα που δεν γνωρίζει ο ανυποψίαστος επισκέπτης αλλά συγκαταλέγονται στην πολιτιστική κληρονομιά του, και στους πόρους που μελλοντικά μπορεί να γίνουν εκμεταλλεύσιμοι είναι, ότι τα Κύθηρα, σχηματίζουν το πρώτο εκπληκτικό πολύνησο στην περιοχή, που αποτελεί και ‘’μεταναστευτικό διάδρομο’’ για τα πουλιά. Στο σύνολό του αριθμεί εβδομήντα δύο νησαία εδάφη, (τα τριάντα ένα παραμένουν ακόμα ανώνυμα), μεγαλύτερα των οποίων, μετά τα Κύθηρα, είναι το Μακρονήσι (392 στρ), γνωστότερο ως Μακρυκύθηρα. Πρόσφατα, το έργο για το νέο λιμάνι στο Διακόφτι, που ξεκίνησε το 1988 και ολοκληρώθηκε το 1993, περιλαμβάνει την ένωση με σταθερή, πλατειά γέφυρα, των Μακρυκυθήρων με τα Κύθηρα. Έτσι έπαψε να είναι νησί και το πολύνησο πλέον περιλαμβάνει εβδομήντα ένα νησαία εδάφη, εκ των οποίων τα μεγαλύτερα σε έκταση είναι η Μεγάλη Δραγονέρα (381 στρ), το Αυγό ή Χύτρα (322 στρ), και η Αντιδραγονέρα (187 στρ).  

Το δεύτερο πολύνησο στην ίδια περιοχή είναι των Αντικυθήρων που αποτελείται από έντεκα, (τα τρία παραμένουν ακόμα ανώνυμα), νησαία εδάφη μεγαλύτερα από τα οποία, μετά τα Αντικύθηρα, είναι το Πρασονήσι ή Πορί (344 στρ), και ο Λαγουβάρδος ή Πορέτι (35 στρ). Όλα αυτά τα εδάφη στις θάλασσές μας εκτός από τον πολύτιμο ρόλο που έχουν για τα μεταναστευτικά πουλιά(11), αφού αποτελούν κυριολεκτικά μικρές νησίδες σωτηρίας, ξεκούρασης και ανεφοδιασμού, κατά τη διάρκεια των μεταναστευτικών ταξιδιών τους προς την ανατολική Μεσόγειο και την Αφρική, αποτελούν μικρά αλλά πολύτιμα κομμάτια ελληνικής γης, κομμάτια από την ταυτότητά μας και βέβαια ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα της επικράτειας. Ο Δήμος Κυθήρων και η κοινότητα Αντικυθήρων, σε συνεργασία με πολιτιστικούς φορείς και με τις αρχές, πρέπει να προχωρήσουν στην ονοματοθεσία αντλώντας ονόματα από το σχήμα, τη θέση, τη μορφολογία, ακόμα και από την χλωρίδα και πανίδα τους ή τη μυθολογία και τη θρησκευτική – ιστορική παράδοση.  

Τα Κύθηρα σήμερα, παρά το ότι έχουν κρατήσει την δική τους φυσιογνωμία, δεν έχουν τους επισκέπτες που τους αναλογούν σε σχέση με την ιστορική, αρχαιολογική, θρησκευτική, θαλάσσια και οικολογική τους αξία. Αυτό το μοναδικό δέσιμο βενετσιάνικων, επτανησιακών, αιγαιοπελαγίτικων, πελοποννησιακών και κρητικών στοιχείων αποτελεί σήμερα, ένα ασυνήθιστο όσο και αρμονικό σύνολο. Οι Τσιριγώτες από παλιά υποστήριζαν ότι το νησί μαγεύει τους επισκέπτες, που έρχονται και ξανάρχονται ανακαλύπτοντας κάθε φορά καινούργιες γωνιές και κρυμμένα μυστικά.  

Αποφασίστε το μαγικό ταξίδι στα Κύθηρα και εσείς, πάνω στα αυλάκια της θάλασσας, της ίδιας θάλασσας που μετέφερε τόσους και τόσους ταξιδιώτες – περιηγητές – εμπόρους ήδη από τα αρχαία χρόνια, τότε που το νησί αποτελούσε κέντρο της Μεσογείου. Ακόμα και οι Γάλλοι περιηγητές, ποιητές και ζωγράφοι που διέδωσαν τον ρομαντισμό και τη μαγεία, συνώνυμα πλέον με το ταξίδι, όταν έφτασαν σε κάποιους σπάνιους, μακρινούς(12) και εξωτικούς τόπους, σαγηνεύτηκαν, στοχάστηκαν και ‘’Καινούργια Κύθηρα’’ τα ονόμασαν (για το εξωτικό ταξίδι διάβασε – Πιέρ Λοτί - ‘’ Ο γάμος του Λοτί’’). 

Ξαναδείτε την θαυμάσια ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, αποθησαυρίστε πάλι τα ποιήματα του Ουγκώ, του Μπωντλαίρ ή του Ουράνη, που εμπνεύστηκε από τον περίφημο πίνακα του Γάλλου ζωγράφου Ζαν Αντουάν Βατό ο οποίος ζωγράφισε(13) το ‘’Προσκύνημα στο Νησί των Κυθήρων’’ και το ‘’Ταξίδι στα Κύθηρα’’ έχει ήδη αρχίσει. 

Σημειώσεις:  

(1) Η Ουρανία θεωρείται θεά προστάτης της αγάπης και του αγνού έρωτα. Ύψιστη προσωνυμία της Θεάς Αφροδίτης σε αντιδιαστολή προς την Πάνδημο - Θεά προστάτιδα του σαρκικού έρωτα και της αναπαραγωγής, με κύριο τόπο λατρείας την Κύπρο. Παλιοί περιηγητές ψάξανε να βρούνε το ιερό, το ίδιο και ο Ερρίκος Σλήμαν. Μάταια. 

(2) Το F/B ‘’Νήσος Κύθηρα’’ αντικαταστάθηκε από το F/B ‘’Άγιος Ανδρέας’’ που πιάνει στο λιμάνι Διακόφτι.  

(3) Αρκεί να λάβουμε υπ’ όψιν τις απογραφές πληθυσμού και τις μαρτυρίες των ντόπιων. Ο πληθυσμός Κυθήρων – Αντικυθήρων το 1940 είναι 8.178 κάτοικοι (7932 Κύθηρα – 246 Αντικύθηρα). Το 1944 με τη λήξη του πολέμου οι μαρτυρίες των ντόπιων ερευνητών (Εμμ. Καλλίγερος Ιστορία των Κυθήρων σελ 187),  αναφέρουν ότι ο πληθυσμός πιθανά ξεπέρασε τις 14.000. Στην απογραφή του 1951 βρέθηκαν 6.507 κάτοικοι (6297 Κύθηρα – 210 Αντικύθηρα). Στις μέρες μας φαίνεται σε όλη την έκταση η Κυθηραϊκή μετανάστευση (μόνο στην Αυστραλία είναι δέκα χιλιάδες) και τα προβλήματα που δημιούργησε. Η απογραφή του 2001 κατέγραψε 3.354 κατοίκους στα Κύθηρα (+ 85% από το ’91) και 41 κατοίκους στα Αντικύθηρα (-41,4%) από το ’91). Το νησί με τις 14 πάλαι ποτέ κοινότητες και τους 50 οικισμούς είναι έρημο όλους τους χειμωνιάτικους μήνες, τα κτήματα χερσώνουν, χωριά ολόκληρα ερημώνουν, περιουσίες αποδυναμώνονται και όλα αυτά υπό την ‘’υψηλή’’ εποπτεία μιας ανίκανης να αντιδράσει διοίκησης.  

(4) Με το πρόγραμμα του Ε.Μ.Π. ‘’Οριοθέτηση και καθορισμός μέτρων προστασίας τοπίων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους’’ του τομέα Υδατικών Πόρων, Υδραυλικών και Θαλασσίων Έργων με επιστημονικό υπεύθυνο τον επίκουρο καθηγητή κ. Κίμωνα Χατζημπίρο, διατηρούνται τα 190 παλιά Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους και προτείνονται 259 νέα. Τα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της Ελλάδας θα πρέπει πλέον να προστατεύονται από τις ανθρώπινες επεμβάσεις. Για περισσότερα δείτε ‘’Καθημερινή’’ 4/7/99 το άρθρο με τίτλο ‘’Τα ωραιότερα τοπία της Ελλάδος’’ και Περιοδικό Μετρό Αύγουστος 1999 το ένθετο αφιέρωμα ‘’Οι 449 πιο όμορφες περιοχές της Ελλάδας’’.  

(5) Πληροφορία του Κρητικού ιερέα του Αυλαίμονα, Γεωργίου Αδικημενάκη βασιζόμενη σε μαρτυρίες ντόπιων. Μου μεταδόθηκε 21/4/05. 

(6)Το 1866 φτάνει στα Κύθηρα η οικογένεια Βενιζέλου με τον μικρό Ελευθέριο να είναι 2 μόλις ετών. Μείνανε, όπως και αργότερα, στο Λιβάδι. Μετά καταφύγανε στη Σύρο όπου ο Ελευθέριος Βενιζέλος γράφεται στο Δημοτικό σχολείο. Το 1891 ο εικοσιεπτάχρονος Βενιζέλος κάνει τον πρώτο του γάμο με την Κυθήρια, Μαρία Κατελούζου. Το 1911 στον Ποταμό, ο ίδιος ο Βενιζέλος κάνει τα αποκαλυπτήρια της προτομής του ήρωα του απελευθερωτικού αγώνα της Κρήτης στρατηγού Πάνου Κωρωναίου.   

 (7) Ιερά κορυφής ονομάζονται στην κρητική αρχαιολογία τα ιερά που ιδρύθηκαν στα ψηλότερα σημεία των βουνών, που φαίνονται από τα παλάτια ή και τους Μινωικούς οικισμούς. Και όπως έχει καταδειχθεί, τα ιερά κορυφής είναι ιδρυμένα πάντοτε κοντά, ακριβώς όπως και ο Άγιος Γεώργιος στο Βουνό σε σχέση με το Καστρί (στον Αυλαίμονα) και σε σημεία με μεγάλη ορατότητα και βατότητα για την προσπέλαση των προσκυνητών. 

(8)Αρχαία ονομασία της Ιταλικής πόλης Ακυλέια ή και Ακυληία που κτίστηκε το 181 π.Χ. και καταστράφηκε από τον Αττίλα το 452. Οι διασωθέντες κάτοικοί της ίδρυσαν τη Βενετία.  

(9)Η παράξενη περιπέτειά του αρχαιοελληνικού, (πιθανά από την αρχαία Σκάνδεια) και όχι ενετικού λέοντος των Κυθήρων ξεκίνησε από την Γερμανική κατοχή του νησιού. Τότε, ο Γερμανός διοικητής Μπρουνς κατέβασε το μαρμάρινο λιοντάρι και το έστειλε στη Γερμανία. Μετά το τέλος του πολέμου εντοπίστηκε από τον Γερμανό ιστορικό Χάγκεν Φλάισερ από κάποιες φωτογραφίες του λέοντος που έφτασαν στην Πέργαμο. Με τη σειρά του ο καθηγητής ειδοποίησε τον Γεώργιο Κασσιμάτη, καθηγητή συνταγματικού δικαίου, και το αίτημα της επιστροφής ήταν έτοιμο. Έλα όμως που το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος…..δεν είχε διπλωματικές σχέσεις με την Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Οι ανατολικογερμανοί τελικά, σε μια ένδειξη καλή θέλησης, το επέστρεψαν. 

(10) Στο νησί φυτρώνουν 723 είδη και υποείδη φυτών από τα οποία πολλά φυτρώνουν μόνο εδώ. 

(11)Το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού του Μαυροπετρίτη κατά τη μεταναστευτική περίοδο, συγκεντρώνεται στις νησίδες του Αιγαίου, όπου υπολογίζεται ότι φωλιάζουν κάθε καλοκαίρι 4.200 ζευγάρια. Είδηση αποτέλεσε πριν λίγα χρόνια για τους ορνιθολογικούς κύκλους της Ευρώπης το γεγονός ότι στα Αντικύθηρα πιάστηκε ένας πρασινοφυλλοσκόπος, είδος που φωλιάζει στον Καύκασο, και διαχειμάζει στην Ινδία και τη Σρι Λάνκα. 

(12)Πρόκειται για τα νησιά Ταϊτή, Μπόρα – Μπόρα και Μοορέα στο Αρχιπέλαγος της Πολυνησίας. 

(13)Ένα έργο του 18ου αιώνα (1717) που ονομάζεται επίσης ‘’Η επιβίβαση για τα Κύθηρα’’. Βρίσκεται στο Λούβρο, πτέρυγα Ρισελιέ 2ος όροφος, αίθουσες 36 – 37, (Jan Antoine Watteu - L’ Embarquement pour l’ ile de Kythere). 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης 

Έκταση: 278 τ.χ. μαζί με τα 392 στρ των Μακρυκυθήρων, Ακτογραμμή: 121,7 χλμ μαζί με τα 3,7 χλμ των Μακρυκυθήρων, Υψόμετρο: 0 –  506 μ. κορυφή Μερμηγκάρης, Πληθυσμός: 3.354 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Χώρα, Νομός: Αττικής,  Απόσταση από Πειραιά 108 ν.μ. (Αγία Πελαγία) 6ω 30’, Απόσταση από Νεάπολη 12ν.μ - 1ω. 

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 27360 το ίδιο και για Αντικύθηρα. 

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.clickhere.gr/hotels-greece/catdestypegr.asp?Accomodation=3-Kythira-Hotels  Αρκετές ξενοδοχειακές μονάδες πολυτελείας και ενοικιαζόμενα δωμάτια σε κάθε χωριό. Στον σύλλογο ενοικιαζομένων δωματίων ‘’η Μυρτιδιώτισσα’’ θα μάθετε για τις προσφορές των μελών του αλλά και τις τιμές 31855. Ξενώνας ‘’Πορφυρούσα’’ στο Μυλοπόταμο 38281 – 2, ‘’το σπίτι στα Δόκανα’’ στα Δόκανα και ‘’το σπίτι στο Κεραμωτό’’ στο Κεραμωτό έχουν τα ίδια τηλέφωνα 2109840326, 6932294169, Αυγερινός Γιάννης στο Καψάλι 31189, στην Αγία Πελαγία ‘’Romantica’’ 33834 – 35, 6944203656, ‘’Kythereia’’ 33321, ‘’Prapas’’ 39033. Για Διαμονή στα Αντικύθηρα Πατακάκης Μύρων (λίγα δωμάτια & ταβέρνα) 38143. Δείτε και το www.antikythera.8m.com   

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στο ξωκλήσι και την παραλία του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται πριν από το φάρο του Μουδαρίου, (Ακρ. Σπαθί) αριστερά στον χωματόδρομο. Η παραλία του Λιμνιώνα (3,5 χλμ από το Μυλοπόταμο) προσφέρεται για ελεύθερη κατασκήνωση (Σεπτ – Ιούν). Δημοτικό στον Αυλαίμονα Φωτεινή & Γιώργος Φριλίγκος 33742 – 33704, Δημοτικό στο Καψάλι Ανδρέας & Μαρία Καλλιγέρου 31580. 

ΦΑΓΗΤΟ: Δεκάδες επιλογές σε όλα τα μεγάλα χωριά. Ρωτήστε για παραδοσιακά Κυθηραϊκά εδέσματα. Ταβέρνα ‘’ο Μιχάλης’’ στα Μητάτα – προϊόντα βιοκαλλιέργειας 33626, ‘’Υδραγωγείο’’ στο Καψάλι 31065, Ψαροταβέρνα ‘’ο Σωτήρης’’ στον Αυλαίμονα 33722, στο Μυλοπόταμο ο ‘’Πλάτανος’’ 33397, και το ‘’Καμάρι’’ 33006, ‘’Πανάρετος’’ στον Ποταμό 34290, ‘’η Μαρία’’ στα Λογοθετιάνικα 33211, το ουζερί του Θοδώρα στα Αρωνιάδικα 33971.  

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος 31213, Κέντρο Υγείας Ποταμού 33325, 33203, Α’ Βοήθειες Χώρα 31243, Κάτω Λιβάδι 31012, Καρβουνάδες 31015,  Αστυνομία Χώρα 31650, Ποταμός 31206, Ενοικιάσεις και Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ για μικροπροβλήματα: Θοδωρής Φαρδούλης 33824, 33486, 6944443766, Παναγιώτης Δευτερέβος 31600, 31004, 31551, 6944263757.  

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.kythira.com Οι δυσπρόσιτες παραλίες και η φωκοσπηλιά της Νησίδας Αυγό έχουν εύκολη πρόσβαση με το νέο σκάφος ‘’Αλέξανδρος’’, (με γυάλινο πάτωμα). Επικοινωνήστε με τον Σπύρο Κασιμάτη στο Καψάλι 31156, 6974022079. Αρχαιολογικό μουσείο στη Χώρα 31739. Όλες οι εκκλησίες είναι κλειδωμένες, συνεννοηθείτε πρώτα με την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο Λιβάδι 31195, Συλλογή Βυζαντινής τέχνης στο Κάτω Λιβάδι 31731 ανοιχτά καθημερινά 08:30 – 15:00 εκτός Δευτέρας με ελεύθερη είσοδο. Μοναστήρια: Αγία Ελέσα 31083, Αγία Μόνη 33251, Οσίου Θεοδώρου 33889, 33673, Παναγία Μυρτιδιώτισσα 31184. Στον φούρνο των Καρβουνάδων δοκιμάστε καταπληκτική τυρόπιτα και εξαιρετικά Κυθηραϊκά Κουλουράκια, για Θυμαρίσιο μέλι εμπιστευθείτε τον Αγροτικό Μελισσοκομικό Συνεταιρισμό Κυθήρων 34370 στα Αρωνιάδικα, και τον μελισσοκόμο Νοταρά Παναγιώτη στα Φριλιγκιάνικα 33678. Στο κατάστημα της Ποθητής Κορωναίου 31345 θα βρείτε την περίφημη Σεμπρεβίβα, το καλύτερο ενθύμιο του νησιού. Το καφενείο στο Μυλοπόταμο ο ‘’Πλάτανος’’ δίνει πληροφορίες για το σπήλαιο της Αγ. Σοφίας 33397. Τράπεζες με Α.Τ.Μ. Εθνική στη Χώρα και τον Ποταμό. Για τους χομπίστες ψαράδες αλλά και τους ψαροντουφεκάδες η Αγία Πατρικία, το Διακόφτι, ο Αυλαίμονας, το Καψάλι, αλλά και όλες οι ακτές κρύβουν πολύ ψάρι, ιδιαίτερα ροφούς, προσοχή στις ξέρες.  

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Τα Κύθηρα συνδέονται με αεροπλάνο από το Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος 2103530000, ΟΑ Αθήνας 2109666666, Αεροδρόμιο Κυθήρων 33292, Ο.Α. Κυθήρων 33362, και με τα λιμάνια: Πειραιά (6ω 30’), Καστέλι Κισσάμου Κρήτης (4ω), Γυθείου (2ω 30’), Καλαμάτας (4ω 30’), Νεάπολης (1ω). Τα πλοία της γραμμής είναι το  F/B ‘’Άγιος Ανδρέας’’ (νέο) στο δρομολόγιο Νεάπολη – Κύθηρα (Διακόφτι) και αντίστροφα. Πρακτορεία εισιτηρίων Νεάπολης 2734024004, 22660 Κυθήρων (Ποταμός) 34371, (Λιβάδι) 31160, 31888, www.kythira.info (Χώρα) 31390, 31461. Επίσης το ‘’Μυρτιδιώτισσα’’ στη Γραμμή Πειραιάς – Κύθηρα (Διακόφτι). Το ίδιο πάει στο Γύθειο – Καλαμάτα – Καστέλι Κισσάμου Κρήτης – και αντίστροφα. Πρακτορεία εισιτηρίων Αθηνών 2103827360, Πειραιά 2104197420, Γυθείου 2733022207, Καλαμάτας 2721020704, 28029, Κυθήρων 31888 - 9. Δρομολόγια πλοίων – αεροπλάνων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχεία Πειραιά 2104226001 - 4, Νεάπολης 2734022228, Γυθείου 2733022262, Λιμεναρχεία Κυθήρων: Καψάλι 31222, Αγία Πελαγία & Διακόφτι 33280. Από τα Κύθηρα υπάρχει σύνδεση με Αντικύθηρα (2ω), info Κοινότητα Αντικυθήρων 31930, Αστυνομία 33767, ή στα πρακτορεία των Κυθήρων. Εισιτήρια: Κόστος από Πειραιά (Φεβ 05) 19,10 EUR το άτομο, 14,20 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 21,30 EUR πάνω από 250 cc. Κόστος από Νεάπολη (Φεβ 05) 6,48 EUR το άτομο, 4,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 6,14 EUR πάνω από 250 cc. 

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: BP και Cyclon στον Ποταμό, Cyclon και πρακτορείο τύπου στα Κοντολιάνικα, Shell στο Λιβάδι. 

ΧΑΡΤΕΣ: Καλή προσπάθεια αναλυτικής απεικόνισης σε μικρή, αδιευκρίνιστη όμως, κλίμακα στον χάρτη ‘’τα Κύθηρα’’ των εκδόσεων Α. Σιόλα – Ε. Αλεξίου με την συνεργασία της Στερέωμα Α.Ε. 2106426393. Εντελώς τουριστικός Χάρτης Κυθήρων σε κλίμακα 1:50.000 από τις εκδόσεις Τουμπή 2106645548. 

ΒΙΒΛΙΑ: Εμμανουήλ Π. Καλλίγερου, δύο βιβλία η Συνοπτική Ιστορία των Κυθήρων και ο Ιστορικός και Τουριστικός Οδηγός, θα τα βρείτε στο νησί από τις Εκδόσεις Κυθηραϊκά, επίσης καλό του Μανώλη Δαπόντε, Ένας Αιώνας Κύθηρα / Κύθηρα 2004, Ενδιαφέρον κείμενο της κ. Κατερίνας Κατσώρη στη διεύθυνση www.istoselides.gr/news/article.php?sid=816 

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.ΜΟ.Σ. (Λέσχη Μοτοσυκλέτας Σπάρτης), Αικατ Γρηγορίου 32, 2731020202. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826. 

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΚΥΘΗΡΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:  

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες 

  • Μανώλη Δαπόντε / Φουρτούνες στα Κύθηρα – Τριάντα Χρόνια Εθελοντισμός / Κύθηρα 1992
  • Γεωργίου Κ. Γιαγκάκη / Τα Περίοπτα πολύνησα των Κυθήρων και των Αντικυθήρων / Τήνος 1994
  • Γιάννη Π. Γκίκα / Κάστρα – Ταξίδια / τομ Ε’ εκδόσεις Αστήρ / Αθήνα 1995
  • Μάριου Βερέτα / μέγα ονομαστικόν ή τα ονόματα των Ελλήνων / Αθήνα 1997
  • Σοφοκλή Δ. Καλούτση / Παναγία Μυρτιδιώτισσα / Κύθηρα 2000
  • Εμμανουήλ Π. Καλλίγερου / Εδώ γεννήθηκε η Αφροδίτη – Συνοπτική Ιστορία των Κυθήρων / εκδόσεις Κυθηραϊκά Αθήνα 2001
  • Εμμανουήλ Π. Καλλίγερου / Κύθηρα – Ιστορικός και Τουριστικός Οδηγός / εκδόσεις Κυθηραϊκά 2001
  • Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια / Μιχαήλ Σταματελάτος – Φωτεινή Βάμβα Σταματελάτου / εκδόσεις Τεγόπουλος – Μανιατέας. 
  • Μανώλη Δαπόντε / Ένας Αιώνας Κύθηρα / Κύθηρα 2004 

Β’         Αφιερώματα περιοδικών 

  • Μιχαήλ Κ. Πετρόχειλου / Τα επί της Ιονίου Πολιτείας σχολεία των Κυθήρων / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία ανάτυπο τ.87 Αθήνα 1973
  • Δημήτρης Χίλιος / Κύθηρα – το νησί της Αφροδίτης / περιοδικό Ταξιδεύω τ.7 Ιούνιος 1991
  • Φώτης Μάρκου / Ταξίδι στα Κύθηρα / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.68 Αύγουστος 1991
  • Ελένη Οικονομοπούλου / Κύθηρα – το σταυροδρόμι με τα τρία πέλαγα / περιοδικό Cosmos τ.17 Ιούλιος 1996
  • Γιώργος Ζαρκαδάκης / Στο νησί της Αφροδίτης / περιοδικό Cosmos τ.24 Οκτώβριος – Νοέμβριος 1997 
  • Γιάννη Σακελλαράκη / Ασύλητο Μινωικό Ιερό Κορυφής / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 26 Ιανουαρίου 1997
  • Χρύσας Α. Μαλτέζου / Βυζάντιο και Ενετοκρατία / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 5 Ιουλίου 1998
  • Ιωάννας Μπίθα / Οι τοιχογραφίες των Κυθήρων / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 5 Ιουλίου 1998 
  • Γκέλη Σπανού – Αλέξης Ροδόπουλος / Ταξίδι στα Κύθηρα / περιοδικό Ταξιδεύοντας τ.5 Απρίλιος 1998
  • Άγγελος Μακρής / Στα χνάρια του Μάνου… / περιοδικό Rider τ.42 Σεπτέμβριος 1998
  • Γιάννης Σακελλαράκης – Ανδρέας Σμαραγδής / Κύθηρα – Το πέρασμα των αιώνων / περιοδικό Γαιόραμα / τ.31 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Κλαίρη Παπάζογλου / Οι μικρές νησίδες των Αποδημητικών / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 1 Οκτωβρίου 2000
  • Ελευθερία Λαλουδάκη – Βασίλης Συκάς / Κύθηρα / περιοδικό Οξυγόνο τ.15 Ιούλιος 2000
  • Τζέλη Χατζηδημητρίου / Ταξίδι στα Κύθηρα – Παληόχωρα / περιοδικό ΓΕΩ τ.50 Μάρτιος 2001 
  • Δημήτρης Τζανής / Κύθηρα / περιοδικό BHMAGAZINO ένθετο στην εφημερίδα Βήμα 21 Ιουνίου 2001
  • Θοδωρής Αθανασιάδης - Ζερμαίν Αλεξάκη / Κύθηρα – Ένας τόπος Μαγικός / περιοδικό VITA τ.40 Αύγουστος 2000
  • Αγγέλα Τσιβρένη / Το σπίτι στα Δόκανα / περιοδικό VITA τ.62 Ιούνιος 2002
  • Ζερμαίν Αλεξάκη - Θοδωρής Αθανασιάδης / Κύθηρα – Καψάλι / περιοδικό ΓΕΩ τ.117 Ιούλιος 2002
  • Ηλίας Προβόπουλος / Παληόχωρα / περιοδικό ΓΕΩ τ.214 Μάιος 2004 
  • Συλλογική εργασία για τα Κύθηρα / Περιηγήσεις τ.43 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 21 Αυγούστου 2004 

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες  

  • Ελένης Σιάτρα / Η άγρια ομορφιά στα ήρεμα Κύθηρα / εφημ. Καθημερινή 22 Αυγούστου 1996
  • Ελένης Σιάτρα / Η διαχρονική γοητεία των Κυθήρων / εφημ. Καθημερινή 13 Ιουλίου 1997
  • Αρτέμιου Καλίγερου / Κύθηρα – παρουσίαση από τον Δήμαρχο Κυθήρων / εφημ. Έθνος 21 Σεπτεμβρίου 2003
  • Νίκου Πηγαδά / Ένα καφενείο ετών 100 / εφημ. Έθνος 11 Οκτωβρίου 2003
  • Απόστολου Διαμάντη / Οι ελληνικοί δρόμοι της μετανάστευσης / εφημ. Ελευθεροτυπία 25 Σεπτεμβρίου 2004
  • Νίκου Πηγαδά / Χτίζουν γέφυρα για απόδημους / εφημ. Έθνος 30 Οκτωβρίου 2004

 ΝΗΣΟΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΣ - αρχ. Όνου Γνάθος (3030 λέξεις)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2005

Μαργαριτάρι στον Λακωνικό

Από την εποχή της πρώτη γνωριμίας με την Ελαφόνησο, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80 με τις πρωτοποριακές εκδρομές της ΛΕΜΟΤ, έχουν περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια. Περνάγαμε στο νησί πάντοτε από τα Βιγκλάφια, με βάρκα στην αρχή και καϊκάκι αργότερα. Ούτε λόγος να γινόταν για να έχουμε μαζί μας τις μοτοσυκλέτες. Τις κλειδώναμε λοιπόν στο μώλο της Πούντας και αντί να έχουμε το μυαλό μας στα σμαραγδένια νερά της παραλίας εμπρός μας, το είχαμε στραμμένο στις μοτοσυκλέτες, μήπως και τις πειράξει κανείς περαστικός. 

Βέβαια όλοι τότε περνούσαν απ’ τη Νεάπολη, με τα οχήματά τους, αλλά που εμείς, το μυαλό μας και η ματιά μας, πάντα πίσω στο ρομαντικό και μοναχικό μώλο. Στα χρόνια που πέρασαν, αυτή η ακριτική γωνιά της Λακωνίας γινόταν πάντοτε  θέμα συζήτησης για το πότε θα την επισκεφτούμε ξανά.

Κοντά στο ανατολικότερο σημείο της Πελοποννήσου – της Άκρας Μαλέας (Κάβο Μαλιάς), είναι χτισμένη η Νεάπολη (πριν το 1928 Βάτικα σε 10 μ υψ), έδρα του δήμου Βοιών στη θέση της αρχαίας πόλης των Βοιών. Αυτή τη φορά έπρεπε να υπάρξει η εμπειρία της διαδρομής από την Νεάπολη. Φτάνοντας, μετά από 378 χλμ στο λιμάνι, διαπιστώνουμε ότι ‘’το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον’’ αφού εκείνη τη μέρα δεν είχαν αρχίσει τα τακτικά δρομολόγια. Έτσι αποχαιρετήσαμε το άγαλμα του ναύτη στο λιμάνι, και οδηγήσαμε πάλι μέχρι τα γνώριμα Βιγκλάφια. Από εκεί φτάσαμε στο ακόμη πιο γνώριμο, λόγω της παραλίας, επίνειό τους. 

Η θαυμάσια ολόλευκη αμμουδερή παραλία της Πούντας και η θάλασσα με όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου και του πράσινου, προδιαθέτει τον επισκέπτη – περιηγητή. Ο δρόμος, αριστερά από το λιμάνι, σε λίγες δεκάδες σας φέρνει στην αθέατη από την Πούντα λιμνούλα Στρογγύλη που αποτελεί σημαντικό και αναγνωρισμένο υγροβιότοπο με αξιόλογη χλωρίδα. Παλιότερα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη φτάνοντας στην περιοχή Μάγγανου και Νεραντζιώνα. Το γεγονός ότι έχει  συμπεριληφθεί από τη διοίκηση στους ‘’προστατευόμενους’’, μέσω του προγράμματος Natura - Φύση 2000, δεν έχει εμποδίσει τους τοπικούς φορείς να αδιαφορούν για τις χρήσεις γης και για την προστασία του περιβάλλοντος γενικότερα.

Περιφερειακά της λίμνης, υπάρχουν θαλαμωτοί τάφοι σε στρογγυλό σχήμα που φαίνονται σαν σπηλιές, ενώ απέναντι, σε απόσταση διακοσίων μέτρων, βρίσκεται το νησάκι Παυλοπέτρι. Στην περιοχή της νησίδας έχει εντοπιστεί σημαντικός μυκηναϊκός οικισμός (1600 – 1200 π.Χ.) σήμερα Βυθισμένος στη θάλασσα. Σε αυτή ακριβώς τη περιοχή ανακαλύφθηκε το 1967 από τον N. C. Flemming του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του Πανεπιστήμιου του Κέιμπριτζ, μια σπάνια προϊστορική πόλη της εποχής του Χαλκού με οικιστικό σχέδιο, κτίσματα, δρόμους, πλατείες, το προαναφερθέν νεκροταφείο και ηλικία…πέντε χιλιάδων χρόνων. 

Τη μοναδική αυτή πόλη, τοπογράφησε και αποτύπωσε το καλοκαίρι του 1968, σε έξι εβδομάδες, το ίδιο το ινστιτούτο, με την ομάδα υποβρύχιας εξερεύνησης του Καίμπριτζ, αποτελούμενη από επτά μέλη υπό την καθοδήγηση του R. C. Jones. Έτσι βρέθηκε ότι στον θαλάσσιο χώρο που περικλείεται μεταξύ της νησίδας Παυλοπέτρι και της απέναντι ακτής του Αγίου Σπυρίδωνα βρίσκεται βυθισμένη προϊστορική πόλη – προέκταση της Ελαφονήσου. Ο κύριος όγκος της βρίσκεται διακόσια μέτρα νοτιοδυτικά της νησίδας και εβδομήντα μέτρα απέναντι από τις ακτές της Πούντας σε βάθος 2 – 3ων μέτρων.

Σε αυτή τη μεγάλη περιοχή προσδιορίστηκαν και ερευνήθηκαν 15 κτίσματα, 5 δρόμοι, 2 θαλαμοειδείς και τουλάχιστον 37 λακκοειδείς τάφοι. Ανάμεσα στις σπουδαίες ανακαλύψεις, περιλαμβάνονται και λάμες οψιδιανού που γνωρίζουμε πλέον την σημασία του στις θαλάσσιες μεταφορές και τη ναυσιπλοΐα από τα ευρήματα στην νησίδα Σάλιαγκος, (βλ. Αντίπαρος ταξίδια 2003 τ. Ε’, 39.), και από τα αντίστοιχα ευρήματα στο Σπήλαιο Φράχθι Ερμιονίδας (βλ. εργασία Πόρτο Χέλι σ’ αυτόν τον τόμο). 

Έτσι, αν και αυτό αποτελεί μια άλλη ιστορία, δεν αποκλείεται η προϊστορική Ελαφόνησος να χρησιμοποιήθηκε από τους Κυκλαδίτες σαν ενδιάμεσος σταθμός στα ταξίδια τους προς τη  Δυτική Μεσόγειο και τις ακτές της Μικράς Ασίας. Αυτή η μεγάλη, ενιαία, μοναδική οικιστική μονάδα, με τα ευρήματα της, έχει κηρυχθεί (ΦΕΚ 1431/ 29/11/76) αρχαιολογικός χώρος εδώ και 29 χρόνια, (από την ανακάλυψή της έχουν περάσει 37), και δεν έχει γίνει τίποτα όχι μόνο για την ανάδειξη - αξιοποίησή της, αλλά και για την επικείμενη καταστροφή της. Οι ανεξέλεγκτες μηχανικές επεμβάσεις στο ευρύτερο χώρο – δίαυλο, για τη ‘’διαμόρφωση’’ του χώρου είχε σαν αποτέλεσμα από τους 60 θαλαμωτούς τάφους του νεκροταφείου, οι μεν παιδικοί που βρίσκονται κοντά στην ακτή να ποδοπατούνται από τους διερχόμενους, οι δε υπόλοιποι, να χρησιμοποιούνται για ελεύθερη κατασκήνωση και σαν σκουπιδότοποι. Παρά τα υπομνήματα και τις δεσμεύσεις, το υπουργείο πολιτισμού και οι αρχές του Ν. Λακωνίας κωφεύουν και ο αρχαιολογικός χώρος συνεχίζει να παραμένει στην αφάνεια, έρμαιο στην καταστροφή. 

Μόλις λίγα λεπτά από την Πούντα αρκούν για το καινούργιο φέρυ, να καλύψει τα 350 μ. του δίαυλου (ελάχιστο βάθος 1μ. περίπου), και να ‘’πιάσει’’ στο λιμάνι του νησιού. Αυτά τα λεπτά είναι αρκετά για αλλάξουν τον τρόπο που κάνετε διακοπές. Το σύντομο, ίσως το συντομότερο ταξίδι για νησί, δεν είναι το μοναδικό ατού της Ελαφονήσου. Αμέσως αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το λιλιπούτειο μέρος εκπέμπει μια διαφορετική αύρα. Πραγματικά, το περπάτημα κατά μήκος της προβλήτας και μετά πάνω στη φαρδιά πεζογέφυρα, μέχρι την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα που είναι χτισμένη στην άκρη του λιμανιού, είναι το καλύτερο καλωσόρισμα στο Ελαφονήσι.

Στο υπήνεμο αραξοβόλι, βρίσκονται πλήθος τα ψαροκάικα, οι τράτες, οι τρατοπούλες και τα παραγαδιάρικα συνθέτοντας έναν από τους μεγαλύτερους στόλους της Χώρας, που σπάνια ο επισκέπτης τον αντικρίζει ολόκληρο λόγω της διασποράς του στα πέλαγα και τους κόλπους της Πελοποννήσου, τα Κύθηρα και τ’ Αντικύθηρα. Στο Κεφαλόσκαλο, την πρώτη από τις γραφικές παραλίες που έχει επαφή ο επισκέπτης η ψαράδικη ζωή κρατάει αναλλοίωτες τις συνήθειές τις εδώ και δεκάδες χρόνια. Τα απλωμένα δίχτυα σε όλο σχεδόν το μήκος της προβλήτας πλημμυρίζουν με τα χρώματά τους την ατμόσφαιρα, σταθερά, λες και δεν πέρασε στιγμή στην αιωνιότητα των ίδιων εργασιών. Ρίξιμο στη θάλασσα, καλή ψαριά, μάζεμα, καθάρισμα, ράψιμο, ξήλωμα, μπάλωμα και ξανά από την αρχή σε μια διαδικασία που θαρρείς δεν έχει τέλος. Οι ψαροταβέρνες, κι’ αυτές λες από πάντα εκεί, έξι μέτρα από την προκυμαία, περιμένουν το μερακλή να ζητήσει το φρέσκο, το μυρωδάτο από θαλασσινό ιώδιο μεζέ, που θα έρθει απ’ το καΐκι στη θράκα, κι’ από εκεί στο πιάτο του. 

Η Ελαφόνησος(1) Λακωνίας πανέμορφο μαργαριτάρι στο Λακωνικό Κόλπο, ακολούθησε σχεδόν σε όλη την πορεία της ιστορίας, την τύχη των Κυθήρων και των Αντικυθήρων. Άλλωστε η παράδοση, οι ιστορικές πηγές, και η βυθισμένη πόλη με τους δρόμους να βγαίνουν ακόμα στο νησί αποδεικνύουν χωρίς αμφιβολία ότι στην προϊστορική εποχή ήταν ενωμένη με την απέναντι Λακωνική ακτή. Ένας τρομαχτικός σεισμός που έγινε το 375 μ.Χ. καταπόντισε νησίδες και πόλεις, δημιούργησε παλιρροϊκά κύματα και άλλαξε τον χάρτη της χερσονήσου του Μαλέα. Πολλά τμήματα του νησιού μαζί και ο βραχίονας που την ένωνε με την ακτή καταποντίστηκαν, οικοδομήματα κατέρρευσαν σε πολύ μεγάλη έκταση. 

Ο φοβερός σεισμός βύθισε και ένα μεγάλο μέρος της πόλης των Βοιών. Και στα Κύθηρα, την ίδια χρονική περίοδο, η Αγία Ελέσα σώθηκε από το ανελέητο κυνηγητό που πατέρα της, επειδή ‘’σχίστηκε’’ ο βράχος και μπόρεσε έτσι να κρυφτεί. Οι βιβλικές καταστροφές αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία, αφού η Όνου Γνάθος μετετράπη σταδιακά σε νησί. Αξίζει να σημειωθεί ότι 1300 χρόνια αργότερα (1675) μπορούσαν να περάσουν τον κατακλυσμένο βραχίονα – δίαυλο, σχεδόν περπατώντας. 

Η πρώτη ματιά της επαρκώς αναπτυγμένης Ελαφονήσου με την πληθώρα καταστημάτων κατά μήκος της παραλιακής ζώνης αρχικά ξενίζει τον επισκέπτη. Συγκριτικά όμως με άλλα νησιά, είναι βέβαιο ότι βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα. Φυσικά χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή από το τοπικό στοιχείο, και από τον κάθε τουριστικό κλάδο ξεχωριστά, ώστε στο πέρασμα του χρόνου να μην απολεσθεί η αισθητική, και ο αναπτυξιακά ελπιδοφόρος τουριστικός τομέας γίνει προβληματικός. Υπάρχουν πολλά καταστήματα κατά μήκος της ακτής, με μια παρουσία που επιδοκιμάζεται παρά επικρίνεται από τους ταξιδιώτες. Άλλωστε, αυτοί είναι που διευκολύνονται με τις υποδομές και τις επιλογές, που πλέον είναι περισσότερες απ’ ότι στο παρελθόν. 

Η Ελαφόνησος εισήλθε στον τουριστικό χάρτη αρχικά ως ‘’εναλλακτικός΄’’ προορισμός. «Τα τελευταία χρόνια η κίνηση έχει ανέβει. Ο κόσμος έρχεται στο νησί μας για τις παραλίες της Παναγιάς και του Σίμου, που είναι πλέον διάσημες για τη χρυσή τους άμμο και τα καταγάλανα νερά τους!», είπε πρόσφατα σε συνέντευξη στην Καθημερινή(2)  ο πρόεδρος της κοινότητας, κ. Χαράλαμπος Λιάρος. «Διαθέτουμε περίπου 900 κλίνες και ένα από τα καλύτερα κάμπινγκ της Ελλάδας. Το νησί μας προτιμούν, παρά την απόσταση, πολλοί Θεσσαλονικείς (τουλάχιστον το ένα τρίτο των επισκεπτών μας) και από ξένους, οι Ιταλοί. Το ευχάριστο είναι ότι όλοι οι επαγγελματίες είναι από την Ελαφόνησο, άνθρωποι που ζουν μόνιμα στην περιοχή, όχι όπως στα περισσότερα νησιά, που έρχονται από την Αθήνα μόνο το καλοκαίρι». Αυτό το τελευταίο που αναφέρει ο κοινοτάρχης είναι το κεντρικό χαρακτηριστικό σε όλα τα ‘’ανεπτυγμένα’’ νησιά μας. Κάποιοι που επενδύουν με αποκλειστικό στόχο το μεσοπρόθεσμο κέρδος παίρνουν μερίδιο της πίττας που το επαναπροωθούν στην γενέτειρά τους, αφού εκεί μένουν και έχουν τα συμφέροντά τους. Αυτό, το έχουμε αναφέρει(3), δεν είναι ανάπτυξη, αλλά καταστροφή. Ευτυχώς σε ορισμένα μικρονήσια, όπως και στο Ελαφονήσι αυτό δεν συμβαίνει και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναπτύσσεται σταθερά.

Ξεκινώντας από το λιμάνι με νοτιοδυτική κατεύθυνση (προς τον οικισμό Κάτω Νησί), αμέσως μετά τον Άγιο Σπυρίδωνα συναντάτε τις παραλίες Κοντογώνι και Καλόγερας, με εύκολη πρόσβαση ακόμα και με τα πόδια. Περίπου ένα χλμ από εκεί είναι το Καπάρι ένας μικρός συνοικισμός με λίγους κατοίκους, που μαζί με το Κάτω Νησί και την Ελαφόνησο σχηματίζουν την ομώνυμη κοινότητα. Στο βάθος σιγά – σιγά ξεπροβάλει άγριος, ο Λεπτός Κάβος στο χώρο που έγινε η Γ΄ Βενετοτουρκική ναυμαχία της Ελαφονήσου το 1718, η τελευταία πράξη πριν την ειρήνευση που έφερε η συνθήκη του Πασσάροβιτς. 

Το ψάρεμα, το κολύμπι, οι χρυσές αμμουδιές, ο ζεστός ήλιος, το δειλινό, το κρασάτο χταπόδι, η κακαβιά και τα κάθε είδους φρέσκα θαλασσινά, είναι τρόπος ζωής για τους επισκέπτες αλλά και για τους φιλόξενους κατοίκους. Αυτά, και μια εκπληκτική σε ομορφιά, μέγεθος και λάμψη παραλία, θα βρείτε πιο κάτω, στην Παναγιά, με λευκή ψιλή αμμουδιά, κέδρα και αμμόλοφους. Όλα μαζί συνθέτουν ένα εκπληκτικό θαλασσινό περιβάλλον που εκτός από τη μεγάλη παραλία, διαθέτει και τα νησιά Ξεροπούλες, Λεπτονήσι, Πρασονήσι ή Γαϊδουρονήσι, Κασέλλα, και τις Νησίδες Ποριά. Ένα μίλι άνοιγμα έχει η αγκαλιά της Παναγιάς και το οπτικό πεδίο γεμίζει από τα νησάκια. 

Στο Κάτω Νησί είναι το τέλος του δρόμου, η εκκλησία της Παναγίας (1825) που γιορτάζει με μεγάλο πανηγύρι κάθε δεκαπενταύγουστο και ο παλιός φάρος. Σε αυτή τη θέση, στην περιοχή της Παναγίας, έχει εντοπιστεί μυκηναϊκός οικισμός και θαλαμωτοί μυκηναϊκοί τάφοι. Αν μένετε στην Ελαφόνησο μπορείτε δια θαλάσσης να προσεγγίσετε όλες τις γνωστές και άγνωστες παραλίες αλλά να πάτε και πιο μακριά, απέναντι, στο μοναστήρι της Αγίας Ειρήνης και το φάρο του Κάβο Μαλιά με το κλασσικό σκαρί ‘’Αγωνιστής’’ και με το νεότευκτο ‘’Βασίλης Παπούλας’’ του Καπετάν Χαράλαμπου Παπούλια.  

Η δεύτερη διαδρομή ξεκινά πάλι από το λιμάνι με νοτιοανατολική κατεύθυνση, περνάει τον μαγευτικό κόλπο της Λεύκης καταλήγοντας ή δεξιά στο οργανωμένο, (και με ταβέρνα) κάμπινγκ ‘’Σίμος’’ και με τα πόδια στο κέντρο της παραλίας Σαρακήνικο, ή ευθεία στην παραλία του Σίμου, με το ομώνυμο μοναχικό καφέ – μπαρ, και με μικρή πεζοπορία, στο Σαρακήνικο, (το Τσερατσίνικο των ντόπιων) από την πλευρά του ακρωτηρίου Έλενα. Η παραλία του Σίμου, ένας πραγματικός μύθος που έχει φιλοξενήσει στην αγκαλιά της, αμέτρητες κλασικές βραδιές με σκηνές, κιθάρες, φωτιές και τσίπουρα. Όλα εκεί απείραχτα, οι αμμοθίνες, οι λευκοί αμμόλοφοι και οι αιωνόβιοι κέδροι που φυτρώνουν στην άμμο, σπάνιο φαινόμενο που επαναλαμβάνεται μόνο στην ομώνυμη παραλία στο νότιο μέρος των Χανίων, και τα ρηχά τιρκουάζ νερά με την ολόλευκη αμμουδιά παραμένουν αναλλοίωτα. Όπως τους πρέπει. Σε ποιο νησί των Κυκλάδων θα είχε γίνει αυτό, αναρωτιόμαστε.

Λίγο πιο κάτω από το Σίμο είναι το νοτιότερο ακρωτήριο του νησιού, το Φράγκο. Μαζί με της Αγίας Μαρίνας ή Μαρίας στα δυτικά, σχηματίζουν την αρχή του στενού ή διέκπλου της Ελαφονήσου, που καταλήγει μετά από 4,5 ν.μ. στο βόρειο τμήμα των Κυθήρων στο ακρωτήρι Σπαθί ή Μουδάρι. Το στενό, αποτελεί τον πιο σύντομο και σημαντικό θαλάσσιο δρόμο μεταξύ ανατολικής και δυτικής Μεσογείου, ενώ μέχρι το 1893 που άνοιξε η διώρυγα της Κορίνθου, αποτελούσε για τη ναυσιπλοΐα τη συντομότερη διαδρομή μεταξύ ανατολικής και δυτικής Ελλάδας. Είναι το περίφημο Cervi Chanell των Άγγλων που συναντάται σχεδόν σε όλους τους χάρτες, ιδιαίτερα κατά τη Μεσαιωνική εποχή.

Αυτός ο όρμος που σχηματίζεται με άνοιγμα εισόδου κοντά στα 2 ν.μ., και βάθος ¾ του Μιλίου είναι ο νοτιότερος του Λακωνικού κόλπου, ο σπουδαιότερος και πιο ιστορικός της Ελαφονήσου. Χρησίμευε ως αγκυροβόλιο από τους περισσότερους πολεμικούς και εμπορικούς στόλους που διέπλεαν τη περιοχή αποτελώντας ταυτόχρονα, σημαντικό σταθμό του υπερπόντιου εμπορικού δρόμου μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η στρατηγική του θέση στάθηκε μοιραία. Οι Σαρακηνοί πειρατές το κατέλαβαν στα μέσα του 9ου αι. εξολοθρεύοντας τους κατοίκους, ενώ όσοι γλίτωσαν σύρθηκαν στα σκλαβοπάζαρα ή χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες των πλοίων.

Το νησί μετετράπη σταδιακά σε ισχυρή πειρατική βάση των Σαρακηνών, (από εκεί και η ονομασία) απ’ όπου εξορμούσαν, καταδυναστεύοντας και λεηλατώντας όλα τα παράλια της Λακωνικής και τα νησιά, νότια της Πελοποννήσου. Για πάνω από 100 χρόνια ξετρύπωναν από τη ‘’σπηλιά του Μπατζήκα’’, το Φράγκο, τη Λυγιά αποτελώντας το φόβο και τον τρόμο των πλοίων που πέρναγαν από τους υδάτινους δρόμους που έλεγχαν. Το τέλος γι’ αυτούς ήρθε από τον πολυθρύλητο στρατηγό του Βυζαντίου Νικηφόρο Φωκά το 961 που με τρεις χιλιάδες τριακόσια πλοία κυρίευσε τον Χάνδακα, (Ηράκλειο Κρήτης), κατατροπώνοντας περισσότερους από σαράντα χιλιάδες πειρατές.

Ο Άγιος Σπυρίδωνας χτισμένος με πρωτοβουλία της μανιάτικης οικογενείας των Γρηγοράκηδων είναι το τελευταίο ευδιάκριτο σημάδι του νησιού καθώς απομακρυνόμαστε. Εδώ και χρόνια φεύγουμε από το Ελαφονήσι αποχαιρετώντας το, πάντα με συναισθήματα θλίψης, αλλά σε λίγο καιρό πάλι εδώ καταλήγουμε. Γύρω του, μας ‘’αποχαιρετά’’ το απέραντο γαλάζιο του όρμου της Νεάπολης και του στενού των Κυθήρων ενώ οι αμμόλοφοι τα μικρά κέδρα και τα σχίνα προσδίδουν κάτι εξωτικό. Για μας είναι πλέον βέβαιο ότι οι λάτρεις της φύσης και της απλότητας θα βρουν εδώ τον προορισμό τους. 

Αν διακοπές σημαίνει, πρώτα απ’ όλα, να βγείτε από την καθημερινή ρουτίνα, να μην έχετε ωράριο, να κολυμπάτε μέχρι να κουραστείτε, να ψαρεύετε ή να τρώτε ψαράκια πάνω στο κύμα, να λάβετε σοβαρά υπ’ όψιν σας αυτήν την επιλογή.

Σημειώσεις:

(1) Σχετικά με την ονομασία, υπάρχει ο μύθος που αναφέρετε σε ένα πλοίο γεμάτο ελάφια, το οποίο προσάραξε στις ακτές της ακατοίκητης τότε νήσου. Άλλα πνίγηκαν άλλα σώθηκαν. Ένα από τα θηλυκά που σώθηκε, γέννησε τα μικρά του και σε λίγα χρόνια γέμισε ο τόπος από ελάφια. Όταν το νησί κατοικήθηκε όλα τα ελάφια έγιναν νόστιμος μεζές. Η ονομασία όμως έμεινε.

(2) Γιώργος Λιάλιος, ‘’Βουλιάζουν από τουρίστες’’: Εφημερίδα Αθηνών Καθημερινή, Σαββάτου 4 Ιουνίου 2005 (Έτος 87ον, φύλλο 25.996) σ. 6.

(3)Editorial τόμου Ε’, έτος 5ο (2003), σ. 34.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 18 τ.χ., Ακτογραμμή: 26 χλμ., Υψόμετρο: 0 –  267 μ. κορυφή Βάρδια, Πληθυσμός: 744 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Ελαφόνησος, Νομός: Λακωνίας επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς,  Απόσταση από Νεάπολη 2 ν.μ. – 00.30’, Απόσταση από Πούντα 350 μ. – 00.10’.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 27340

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.elafonisos.net Παρά το μικρό μέγεθος υπάρχουν αρκετές επιλογές από ξενοδοχεία ‘’Αστέρι’’ 61271 – 2, ‘’Ελαφόνησος’’ 61268, 61189, ‘’Εννέα Μούσες’’ 61345 – 6, και 36 επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ‘’Λινάρδος’’ 61137 – 9, ‘’Elafonisos Mare’’ 61349, ‘’Εν Πλω’’ 61140, ‘’Πανόραμα’’ 61101, 2104620508, ‘’Lafotel’’ 61180, 61138, Καπάρι 61200, ‘’Ρομάντικα’’ 61230, Λιάρος Θεόδωρος 61240, Μέντης Παντελής 61201, Μέντη Ευφροσύνη 61164.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Κάμπινγκ Σίμος Paradise Ελαφόνησος 22672, fax: 22673. Για το ελεύθερο κάμπινγκ ισχύει ότι και στα περισσότερα, νησιά που δεν υπάρχει σήμανση. Εννέα μήνες το χρόνο επιτρέπεται και τις μέρες που το τοπικό κάμπινγκ ή τα ενοικιαζόμενα δωμάτια δεν έχει πληρότητα ‘’απαγορεύεται’’. Αν και αστυνομία δεν υπάρχει στον νησί, τα πολλά τηλέφωνα που πέφτουν, τους αναγκάζουν να έρχονται από τη Νεάπολη.

ΦΑΓΗΤΟ: www.elafonisos.net/food.htm Κυριαρχούν οι φρέσκοι ψαρομεζέδες οι γαρίδες και οι αστακοί, σε ότι μέγεθος και με ότι τρόπο φαντάζεστε μαγειρεμένα ή ψημένα. Ταβέρνες ‘’Αρώνης’’ 61280, ‘’Αδελφοί Μέντη’’ 61263, ‘’Νταγιαντάς’’ 61165, ‘’Da Constantino’’ 61261, ουζερί ‘’Κώστας Παπούλιας’’, ‘’Νικόλας’’.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Ελαφονήσου 61238, Δήμος Βοιών - Νεάπολη 24052 – 3, Α’ Βοήθειες: 61294, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ: Στην Σπάρτη πολλοί, στο Γύθειο Πατσουράκος Ιωάννης 24100, Τσιριμπής Παναγιώτης 22422.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.gianniskofinas.com/lakonia/koin_elaf/vima_elaf.htm, www.vatika2000.com www.vatika2000.com/elafonisos/elafonisos, www.papagiannakos.com/lakonia/elafos.htm Οι δυσπρόσιτες παραλίες αλλά και η μακρινή Αγία Ειρήνη στο Κάβο Μαλιά έχουν εύκολη πρόσβαση με το κλασικό σκαρί ‘’Αγωνιστής’’ και με το νεότευκτο ‘’Βασίλης Παπούλας’’ του Καπετάν Χαράλαμπου.  Επικοινωνήστε με το 61117, 6944786795. Όλες οι διαδρομές κυκλικά στο νησί είναι 4,5 χλμ έως το Κάτω Νησί και 5 χλμ μέχρι την παραλία του Σίμου. 

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Λιμεναρχείο Νεάπολης 22228. Εισιτήρια θα προμηθευτείτε για τα  Ε/Γ – ΟΓ Ελαφόνησος και Παναγίτσα, από την Πούντα την ώρα που θα φτάσετε. Κόστος (Φεβ 05) 0,80 EUR το άτομο - 2,70 EUR η μοτοσυκλέτα. Από Νεάπολη – Ελαφόνησο, ο καπετάν Χαράλαμπος με το ‘’Βασίλης Παπούλας’’ καθημερινά στις 12:00 εκτός Σαββατοκύριακο. Επίσης από Ελαφόνησο – Νεάπολη καθημερινά στις 08:30 εκτός Σαββατοκύριακο. Διάρκεια ταξιδιού 30’. Πληροφορίες Χαράλαμπος Παπούλιας 61117.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Μονεμβασιά και τη Νεάπολη.

ΧΑΡΤΕΣ: Ο τίτλος ‘’Χερσόνησος Μαλέα – Ελαφόνησος’’ σε κλίμακα 1:50.000 από την Ατραπό. Πολλή καλή εργασία με λεπτομερή απεικόνιση ακόμα και των μονοπατιών. Κεφαλληνίας 45 Χαλάνδρι 2106718559.

ΒΙΒΛΙΑ: Ο Δήμος Βοιών με έδρα τη Νεάπολη έχει τα φυλλάδια ‘’Βάτικα’’ και ‘’Νεάπολη Λακωνίας – Δίκτυο Πεζοπορικών Διαδρομών’’, ’’Σπήλαιο Καστανιάς’’ που διευκολύνουν την γνωριμία με την περιοχή, info 24052 - 3, 22226, e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.ΜΟ.Σ. Λέσχη Μοτοσυκλέτας Σπάρτης Αικατ. Γρηγορίου 32, Σπάρτη τηλ Fax: 2731020202,  Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κωνσταντίνος Σ. Μέντης / Ελαφονήσι – το Σμιγοπέλαγο Νησί / Λαφονησιώτικη Βιβλιοθήκη Πειραιάς 1993

  • Λακωνία + Χάρτης Λακωνίας / Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λακωνίας / Χωρίς χρονολογία έκδοσης

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Νίκος Μαστροπαύλος / Ελαφόνησος / περιοδικό Cosmos τ.17 Καλοκαίρι 1996

  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Θαλασσινές πολιτείες / περιοδικό ΓΕΩ τ.78 Οκτώβριος 2001

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Χριστιάνα Στύλου / Αδιαφορία για την προϊστορική Ελαφόνησο / Η άγρια ομορφιά στα ήρεμα Κύθηρα / εφημ. Καθημερινή 3 Σεπτεμβρίου 1997.

  • Κωνσταντίνου Σ. Μέντη / Καταστρέφεται πολιτισμός 5.000 ετών / εφημ. Ελευθεροτυπία 12 Ιουλίου 1997

  • Ηλέκτρα Σαμοΐλη / Ελαφόνησος / εφημ. Καθημερινή – ένθετο ταξιδεύοντας 20 Ιουλίου 2003

  • Αλέξανδρου Τσαντούλα / Από τη Νεάπολη στο Σίμο / εφημ. Έθνος – ένθετο Ταξίδια 25 Ιουλίου 2004

  • Νίκου Μαστροπαύλου / Η διπλή παραλία Σίμου στην Ελαφόνησο / ένθετο Ταξίδια Νο 21 εφημ. Βήμα 6 Ιουλίου 1997

  • Κώστα Σ. Τσίπηρα / 12 δροσεροί παράδεισοι / ένθετο Ταξίδια Νο 33 εφημ. Βήμα 5 Ιουλίου 1998

  • Νίκου Μαστροπαύλου / Ελαφόνησος – το νησί της άμμου / ένθετο Ταξίδια Νο 35 εφημ. Βήμα 6 Σεπτεμβρίου 1998

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (6012 λέξεις)

ΦΛΩΡΙΝΑ – ΔΡΟΣΟΠΗΓΗ – ΝΥΜΦΑΙΟ

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2005

Η Γοητεία της Ιστορίας και της Παράδοσης  

Οδηγώντας πριν καιρό στην Φλώρινα, με οδηγό ένα παλιό βιβλίο για τον Μακεδονικό Αγώνα (ΓΥΣ, Μ. Αγών § 180, 288), με ιδιαίτερες αναφορές στα Κορέστεια και σε γειτονικές τοποθεσίες, βρεθήκαμε στο Βέρνον, ένα ήπιο βουνό της Δυτικής Μακεδονίας που αναγνωρίζεται περισσότερο από το όνομα της ψηλότερης κορφής του, Βίτσι (2128 μ.).

Γνωστός ορεινός χώρος, αγαπητός ιδιαίτερα στους βορειοελλαδίτες λόγω του εξαιρετικά οργανωμένου χιονοδρομικού κέντρου που λειτουργεί στον αυχένα της θέσης ‘’Βίγλα’’ Πισοδερίου, λίγο χαμηλότερα από την ομώνυμη, δεύτερη σε ύψος κορυφή του (1931 μ.).

Η διαδρομή από την ακριτική Φλώρινα, ακολουθεί τον κεντρικό δρόμο μέσω Τροπαιούχου και Υδρούσας προς Καστοριά ή Νυμφαίο, όπου τα εκτεταμένα δάση οξιάς και βελανιδιάς αρχίζουν να πυκνώνουν καταλαμβάνοντας όλο το οπτικό μας πεδίο. Εκεί υπάρχει η Δροσοπηγή, ένα όμορφο χωριό της μέσα πατρίδας, χτισμένο στα 900 μ. υψ., στις δυτικές πλαγιές του Βέρνου, σε μια από τις πολλές εύφορες κοιλάδες του. Προορισμός η Μπελκαμένη (παλιά Δροσοπηγή), ένα παλιό μαστοροχώρι χτισμένο στα 1100 μ. υψ., δημιουργία της πολυπληθούς μετακίνησης κατοίκων από το Πληκάτι Κόνιτσας (ταξίδια, τ. ΣΤ’, 213), μιας Αρβανίτικης(1) αποικίας των χωριών της Κολώνιας (Φράσαρη, Μπαρμάσι, Στίκα, Κιαφζέζι, Κιουτέζα), που και αυτή, έγινε από μετοικεσία τον 18ο αιώνα.

Οι μετακινήσεις πληθυσμών στην περίοδο της Τουρκικής κατάκτησης(2) και μέχρι τα μέσα του 19ου αι., δεν είναι άγνωστη. Οι βίαιες εξισλαμίσεις, η τρομοκρατία των κατακτητών, οι δολοφονίες και οι κάθε είδους εκβιασμοί, εξανάγκασαν το ελληνικό στοιχείο, να εγκαταλείψει τα εδάφη που μέχρι τότε αναπτυσσόταν η γεωργία. Συνοικισμοί αρχικά, χωριά ολόκληρα αργότερα, ερημώθηκαν. Ειδικότερα μετά τις πιέσεις και τις επιδρομές, των Τουρκαλβανών της Κολώνιας, των Καραμουρατάτων και διαφόρων άλλων αρνησίθρησκων του Αργυροκάστρου, του Τεπελενίου, και της Πρεμετής, οι κυριότερες ανεπτυγμένες πόλεις της εποχής, ερημώθηκαν και ένα μεγάλο μέρος των χριστιανικών, βλάχικων, πληθυσμών έφυγε προς τη Μακεδονία. Μεταξύ αυτών βρέθηκαν να έχουν καταφύγει Αρβανίτες και Αρβανιτόβλαχοι (Κουκούδης, τ. Α’ 301.). 

Ο καλός ασφαλτοστρωμένος δρόμος, από την Υδρούσα (πριν το 1928 Κάτω Κόττορι στα 720 μ. υψ.), μας φέρνει πολύ γρήγορα στο καφενεδάκι του φιλόξενου κυρ – Γιώργου Κύρκου, στη Δροσοπηγή. Μετά την απαραίτητη ξεκούραση, τη μοσχομυριστή χορτόπιτα και το δροσερό, δικό τους, ξινόγαλο ζητήσαμε πληροφορίες για το παλιό χωριό. Συγκινήθηκαν από την ερώτηση, ίσως δεν φανταζόντουσαν ότι κάποιοι ενδιαφέρονται να το γνωρίσουν. Μας είπαν ιστορίες γιαυτό, δίνοντας μας ταυτόχρονα οδηγίες για το πώς θα πάμε και τι θα δούμε. 

Ο βατός χωματόδρομος διασχίζει τις πυκνά δασωμένες πλαγιές του ‘’Φαλακρού’’ (1607 μ. υψ.), (Γκολίνα για τους ντόπιους), και μετά από μια σύντομη διαδρομή δύο χλμ, μπαίνει στη μνημειώδη, γκρεμισμένη σήμερα Μπελκαμένη. Στη θέα της, είναι δύσκολο να φανταστείς μιαν ανθούσα κοινότητα, πόσο μάλλον να βρεις εκφράσεις που θα περιγράφουν αυτό που βλέπεις, δεν έχουν μείνει και σπουδαία πράγματα άλλωστε, όμως η αύρα του παλιού είναι αυτή που επισκιάζει τη σκέψη και σε ωθεί να αναζητήσεις περισσότερες πληροφορίες για τον τόπο. Ο φωλιασμένος στο βουνό, σιωπηλός εκατόχρονος ερειπιώνας, εκπέμπει την ανάσα μιας άλλης εποχής που ‘’βγαίνει’’ προς τα έξω, όταν περπατήσεις ανάμεσα στα παλιά σπίτια και την σειρά από τις κρήνες. Φαίνεται ότι στη νεότητά του είχε σπουδαία ιστορία σηματοδοτούμενη πάντα, σε όλες τις σημαντικές στιγμές της, από τον Απρίλη. 

Για να ξεκινήσει μια οργανωμένη μετοικεσία έπρεπε να βρεθεί η κατάλληλη τοποθεσία για τη δημιουργία του νέου χωριού. Έτσι λοιπόν, οι κάτοικοι του Πληκατίου έφτιαξαν μια επιτροπή και πήγαν να βρουν τον Φατίλ Μπέη (Γιαγγιώργος, 143), στην Φλώρινα που είχε έδρα του, πιθανά τον Απρίλιο 1841, μια εποχή, που τα θεμέλια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας(3) άρχισαν να τρίζουν. Είχαν ακούσει, ότι αυτός είχε προς πώληση το τσιφλίκι ‘’Μπαλκμέν’’ (Χαρίσης, 9), ή ‘’Ασπρόπετρα’’, κατά τον παπα Χρήστο Νεγοβάνη, που επιβεβαιώνει πιο κάτω στο χειρόγραφο, ‘’Ασπροπέτρα και Νεγοβάνι σαν πλικάτι δεν είναι ’’ (Ιστορία του Πληκάτι, 7, 9). 

Έλεγξαν το μέρος, συμφώνησαν το ποσό (3000 λίρες Τουρκίας), και την άνοιξη του 1843 υπέγραψαν τα ταπιά(4) (τίτλοι ιδιοκτησίας), αρχίζοντας αμέσως δουλειά. Χάραξαν τα όρια του καινούργιου χωριού, κάθε 5 – 6 οικόπεδα άφηναν τέσσερα μέτρα για το δρόμο, και σαν παλιοί μαστόροι – οικοδόμοι (τσανακάρηδες), ξεκίνησαν το χτίσιμο των μεγάλων ολοπέτρινων τετράγωνων διώροφων – τριώροφων σπιτιών, για δύο οικογένειες, και άλλων με μικρότερες διαστάσεις. Τα υλικά ήταν φυσικά, πέτρα από τη γύρω περιοχή, άφθονη ξυλεία οξιάς και βελανιδιάς απο το παρακείμενο δάσος, απαραίτητη για τα πυκνά υποστυλώματα, τις σκεπές που ήταν στρωμένες με πλάκα (ντράσα), τα πατώματα και τα πορτοπαράθυρα. Όλα έγιναν στην εντέλεια, με πολύ μεράκι από μαστόρους και μαστορόπουλα που ήξεραν τη δουλειά τους, και τον Απρίλιο του 1844 άναψε το πρώτο τζάκι. 

Μόλις δύο χρόνια από την υπογραφή των συμβολαίων, δημιουργήθηκε ένα χωριό από τα ελάχιστα με πολεοδομικό σχέδιο, με αποχέτευση!(κεντρικό δίκτυο υπονόμων(5)), και πρόβλεψη για το νερό της βροχής, που διοχετευόταν σε αυλάκια (λούκια) για να μην υπάρχει λάσπη!. Ακόμα και σήμερα οι κάτοικοι αναφέρουν ότι, για να πάνε στη Φλώρινα, μεγάλο εμπορικό κέντρο της εποχής που πήγαιναν συχνά για τα χρειαζούμενα, φόραγαν άλλα παπούτσια, γιατί εκεί είχε λασπόδρομους. Έτσι, ξεκίνησε η πορεία της ακριβοθώρητης πριγκίπισσας ενάντια στο χρόνο. Βυθισμένη στην καταπράσινη φύση, απομονωμένη από τα άλλα χωριά ζούσε μια ήρεμη, ανεπηρέαστη ζωή. 

Το 1853 χτίστηκε η μεγάλη εκκλησία της Αγίας Τριάδας, βασιλική με τρούλο (σώζεται το καμπαναριό), με ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο από τα χέρια ντόπιων μαστόρων, και το 1864 – 1868 το σχολείο, με δύο μεγάλες αίθουσες και μια μικρότερη για τα λίγα παιδιά της 5ης και 6ης τάξης. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, η Μπελκαμένη ήταν ένα μεγάλο κεφαλοχώρι με περισσότερους από χίλιους κατοίκους, συνεχίζοντας να προσελκύει και άλλους από διαφορετικά, γειτονικά μέρη. Μεταξύ τους, εγκαταστάθηκαν πολλοί βλάχοι από τα Γραμμοχώρια που έδωσαν με την κτηνοτροφία, πρόσθετη ανάπτυξη. Όλοι οι δρόμοι της ήταν στρωμένοι καλοφτιαγμένο καλντερίμι, που σώζεται ακόμα, αν περπατήσετε από το πέτρινο γεφύρι(6), ‘’Ούρα’’ των ντόπιων, πάνω στο ίχνος του παλιού δρόμου (καγκιόλε – καλντερίμι), προς το χωριό. Συνολικά υπήρχαν τέσσερα πέτρινα γεφύρια στο ρέμα αυτό, τα δύο που σώζονται κατασκευάστηκαν από Μπελκαμενιώτες, με αρχιμάστορα τον Ιωάννη Στύλο (Γιανστύλος), ο οποίος είχε εργαστεί σε κατασκευές στη Μονή Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους.

Οι αγωγιάτες και οι υλοτόμοι είχαν πολλή δουλειά στο δάσος, οι γεωργοί παρήγαγαν επαρκείς ποσότητες λαχανικών (πράσα, κρεμμύδια, πιπεριές, πατάτες κ.λπ.), για τις οικογένειες του χωριού. Κάθε Κυριακή γινόταν μεγάλο παζάρι στην πλατεία, όπου οι νοικοκυρές έβρισκαν τα πάντα από τους γύρω τόπους. Σαρακατσάνοι ξεπουλούσαν γρήγορα τα μυθικά τυριά τους (μπάτζιο, φέτα και μυζήθρα), οι καμπίσιοι από το Αμύνταιο, έφερναν σταφύλια για κρασί και τσίπουρο, ενώ από την Περικοπή έφταναν οι καλλιεργητές με καρπούζια και πεπόνια. Γενικά ένα κύμα ευφορίας πλημμύριζε τους κατοίκους του χωριού, και τους συναλλασσόμενους με αυτούς.

Όπως γινόταν σε όλα τα μαστοροχώρια μετά την άνοιξη, οι οικοδόμοι, και οι ‘’σκαλιστές – ταγιαδόροι’’, ταξίδευαν για τις οικοδομικές εργασίες. Εργάστηκαν στη Νάουσα, τη Βέροια, τα Σέρβια Κοζάνης, ενώ αργότερα οι χώρες των Βαλκανίων, μια συνηθισμένη διαδρομή που την έκαναν από τα σύνορα και πέρα με το τραίνο, και ιδιαίτερα η Ρουμανία, έγινε ο μεγάλος τροφοδότης της οικονομίας και των αρχιτεκτονικών επιρροών. Εκεί δούλεψαν καλά, επιστρέφοντας με χρήματα στο χωριό που αξιώθηκε να γνωρίσει τη δική του ‘’χρυσή εποχή’’. Ήταν μια μεγάλη χρονικά περίοδος που χτίστηκαν πολλά μεγαλοπρεπή καινούργια σπίτια, ενώ τα παλιά άλλαξαν όψη. 

Πολλοί από τους μαστόρους – χτίστες, έφτασαν μαζί με τα παιδιά τους στην Χαλκιδική αναζητώντας εργασία στα χωριά, αλλά και στο Άγιο Όρος όπου έμειναν για χρόνια. Από επιγραφή στην σκήτη του Αγίου Ανδρέα (1881 – 1900) μαθαίνουμε ότι το ρωσικό σχέδιο για το κυριακόν (το αντίστοιχο του καθολικού των μοναστηριών), κατασκευάστηκε από τον αρβανίτη ‘’κτίστη Ιωάννη Στυλιανού από το χωριό Μπελκαμένη, της Φλώρινας’’. Επιστρέφοντας από εκεί, έφεραν την τέχνη της Αγιογραφίας στο Βέρνον, εμφανίζοντας τους αξιόλογους ζωγράφους Στέργιο και Θωμά Ζωγράφο, τον Αθανάσιο και Χαρίσιο Χαρίση, τον Κωνσταντίνο Τζιάτζιο, τον Αναστάσιο και Στυλιανό Στυλιάδη (1850 – 1910), μάλιστα ο τελευταίος ήταν ο αρχαιότερος και αργότερα μετονομάστηκε Ζωγράφος.

Τα χρόνια πέρναγαν ειρηνικά, όμως τα σύννεφα από τους ξεσηκωμούς των Βαλκανικών λαών για τη δημιουργία των πρώτων ανεξάρτητων κρατών άρχισαν να κατακλύζουν τον ορίζοντα. Η εξέγερση του Ήλιντεν(7) (1903), οι συγκρούσεις του Μακεδονικού αγώνα (1904 – 1908), και οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912 – 1913), έφεραν την πρόσκαιρη στασιμότητα αλλά και την ελευθερία για τη Μακεδονία. Η Νέβεσκα (Νυμφαίο), Μπελκαμένη (Δροσοπηγή), και Νεγ(κ)οβάνη (Φλάμπουρο), ήταν το βαρύτιμο κλειδί για το Βίτσι, και γιαυτό γρήγορα αποτέλεσαν προπύργια του ελληνισμού κατά το Μακεδονικό αγώνα, οργάνωσαν Ιερούς Λόχους εθελοντών που διέλυσαν τη δύναμη των Βούλγαρων(8)  κομιτατζήδων και εξόντωσαν τον Βασίλη Τσακαλάρωφ(8α) στα δάση της Νέβεσκας, την οποία αυτός είχε καταλάβει κατά την εξέγερση του Ήλιντεν, τον Αύγουστο του 1903.

Η εγκατάλειψη της Μπελκαμένης ξεκίνησε με το κάψιμό της από τους Γερμανούς στις 4 Απριλίου 1944, εκατό χρόνια από την οικοδόμησή της, και συνεχίστηκε με την αναγκαστική μετακίνηση των κατοίκων στην Σκοπιά (Απρίλιος 1947), ίσως, η πιο τραγική περίοδος του χωριού, που πριν τον Β’ Π.Π. παρουσιάζεται στις απογραφές με 765 κατοίκους, χώρια αυτούς που έλειπαν. Εκείνη την εποχή εκκενώθηκαν(9) από το στρατό δεκάδες κοινότητες, από τα Κονιτσοχώρια μέχρι τις Πρέσπες και μακρύτερα σε γειτονικές περιοχές (Νυμφαίο – Φλάμπουρο κ.ά.), για να μην βρίσκει υποστήριξη, εφεδρείες και εφόδια ο ΔΣΑ. Η επόμενη μετακίνηση έγινε μετά το τέλος του εμφυλίου στην Υδρούσα, πάλι Απρίλιο, του 1950. Όσοι από τους κατοίκους μετά από μακροχρόνιες εκτοπίσεις - εξορίες επέστρεψαν στην Μπελκαμένη, αντίκρισαν ένα χωριό φάντασμα, ερειπωμένο,….« βρήκαμε μόνο τους τέσσερις τοίχους και τους σκελετούς των κρεβατιών, σανίδι κανένα….,πήραν ακόμα και την μόρσα που την είχα στον πάγκο με τα εργαλεία» (Χαρίσης, 94). Τα πολλά συντρίμμια που άφησε πίσω ο πόλεμος οδήγησαν αργότερα τους νέους, στη μετανάστευση κυρίως προς τα μεγάλα αστικά κέντρα και την Αμερική, αποκόπτοντας το χωριό από την όποια προσπάθεια αναδιοργάνωσης. Στην απογραφή του 1951 ο πληθυσμός είναι στο απόλυτο μηδέν, ενώ στη νέα Δροσοπηγή το 1961 εμφανίζονται 581 κάτοικοι.

Σήμερα, περπατώντας στα ερείπια του χωριού αντικρίζετε τη μικρότερη, νεότερη εκκλησία της Αγίας Τριάδας (1958), την πετρόχτιστη κρήνη του Μπαλιάση (1854), ενώ πλησιάζοντας τους τοίχους από τις παλιές εκατόχρονες οικοδομές και ότι έχει απομείνει από το εσωτερικό των σπιτιών, χωνευτά ντουλάπια, τζάκια που χρησίμευαν για θέρμανση αλλά και για το μαγείρεμα με κρεμαστές τσουκάλες, ανασυνθέτεις άθελά σου ίσως, τη ζωή στο χωριό. 

Η καινούργια προσηλιακή Δροσοπηγή στα 1050 μ. υψ., με 355 κατοίκους σήμερα, ξεκίνησε να χτίζεται τον Απρίλιο του 1952 από τους ίδιους τους μαστόρους - κατοίκους, μάλιστα η κάθε οικογένεια βοηθούσε την άλλη στην οικοδόμηση, έτσι που σύντομα το νέο χωριό ήταν έτοιμο. Το 1958 κατασκευάστηκε το μεγάλο σχολείο, κοντά στη σημερινή εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Σήμερα, λίγοι νέοι έχουν μείνει πίσω, υπάρχουν όμως δύο πανέμορφα ομώνυμα ξενοδοχεία ‘’Πούλια Α’ & Β’ ’’, που αναλαμβάνουν τη φιλοξενία των επισκεπτών, δίνοντας τις σωστές πληροφορίες, ώστε να γνωρίσετε καλά τα γύρω βουνά και τις θαυμάσιες δασικές διαδρομές που τα διασχίζουν.

Αξίζει να επισκεφθείτε το θαυμάσιο Λαογραφικό Μουσείο του Μορφωτικού Συλλόγου Δροσοπηγής, ‘’η Πρόοδος’’, που βρίσκεται στο Δ. Διαμέρισμα. Περιλαμβάνει πλούσια, καλοδιατηρημένα εκθέματα αντικειμένων της καθημερινής ζωής, φωτογραφιών, βιβλίων και θρησκευτικών εικόνων που βοηθούν να σχηματίσετε μια άποψη για την ιστορία της περιοχής. Να δείτε και τον παλιό νερόμυλο του Στύλου, χτισμένο από μαστόρους της Μπελκαμένης το 1852, και που παρά τα χρόνια του, λειτουργεί κανονικά. Κάθε άνοιξη και όλο το καλοκαίρι υπάρχουν απ’ έξω δεκάδες πλυμένα βαριά κλινοσκεπάσματα, βελέντζες, κουβέρτες, ολόκληρο νοικοκυριό που φέρνουν οι κάτοικοι από τα γύρω χωριά για καθάρισμα. Πραγματικά, μεταφέρεστε σε άλλη εποχή. Εκεί θα σας υποδεχθεί ο Σωτήρης Τσόγκας, θα σας εξηγήσει τη λειτουργία του μύλου και φυσικά θα σας ξεναγήσει στους χώρους του. Κάτι πολύ θετικό για τους επισκέπτες είναι η ύπαρξη του καινούργιου Περιβαλλοντικού Κέντρου Δροσοπηγής,που από το καλοκαίρι του 2005 θα προσφέρει τις υπηρεσίες του, ενημερώνοντας για την πλούσια πανίδα - χλωρίδα της γύρω περιοχής, και φυσικά την ιστορία του χωριού. Όλο το σύστημα ενημέρωσης περιέχει, εκτός των άλλων, σύγχρονες μεθόδους προβολής φιλμ, διαφανειών αλλά και παλιών φωτογραφιών. 

Αυτό που ενισχύει την αίσθηση της συνέχειας πέρα από τις όποιες χρονολογίες ανέγερσης κτηρίων ή οικισμών, είναι οι δρόμοι. Πιο παλιοί από τα κτήρια που σώζονται δίπλα τους, εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά την καταστροφή, την κατεδάφιση ή την ανοικοδόμηση των τελευταίων. Το ίδιο ισχύει και για τα μονοπάτια που ενώνουν ή χωρίζουν τα διάφορα μέρη των χωριών και των πόλεων, φέρνουν ή οδηγούν έξω από αυτά. Από ένα τέτοιο μονοπάτι – δρόμο προτείνουμε να κατευθυνθείτε προς την εγκαταλειμμένη Περικοπή ή στο Νυμφαίο απολαμβάνοντας τη θέα του εξαίσιου φυσικού περιβάλλοντος. Η επιλογή της διαδρομής για το Νυμφαίο, είναι τμήμα του Ε – 4 που σε αυτή τη περιοχή έχει τρεις διαδρομές Φλώρινα – Δροσοπηγή (7 – 8ω), Δροσοπηγή – Νυμφαίο (4ω), Νυμφαίο – Ξινό Νερό (8ω). Κατά γενική ομολογία των πεζοπόρων η ομορφότερη είναι Δροσοπηγή – Μπελκαμένη (Παλιά Δροσοπηγή) – Νυμφαίο. Υπάρχει σήμανση Ε - 4, και ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής κινείται σε πυκνό δάσος οξιάς, στην ισοϋψή 1350 – με 1600 μ. υψ., οπότε μέχρι τέλη Μαΐου υπάρχει υγρασία και νερά. Θα βγείτε σε 10 χλμ. στο πάρκινγκ του Νυμφαίου. 

Ένας τόπος μοναδικής φυσικής ομορφιάς περιβάλλει το Νυμφαίο (πριν το 1928 Νέβεσκα, στα 1350 μ. υψ.), έναν διατηρητέο ιστορικό και παραδοσιακό οικισμό, από τους ωραιότερους της Μακεδονίας, και από τους ελάχιστους στη Χώρα, που ξαφνιάζει με το μέγεθος, το παρουσιαστικό, και τη μεγαλειώδη ηπειρωτική αρχιτεκτονική του. Ειδικά μετά τις αναστηλώσεις που έγιναν με σεβασμό, διατηρώντας στο ακέραιο τα εμφανή αστικά χαρακτηριστικά του, την αίγλη, την αρχοντιά και τη διάχυτη ακτινοβολία που σκόρπιζαν αφειδώς οι κωμοπόλεις των αρχών του αιώνα, αναζητά, με αξιώσεις πλέον, τη θέση του και στο σημερινό ιστορικό γίγνεσθαι.

Οι συνοικιστές του ήταν Βλάχοι νομάδες κτηνοτρόφοι, οροφύλακες της Αυτοκρατορίας, που ήρθαν σε μια μετοικεσία από τη λίμνη Ζάζαρη όπου αρχικά ζούσαν.  Το περίλαμπρο βλαχοχώρι αναπτύχθηκε σε οροπέδιο στις ανατολικές απολήξεις του Βέρνου από το 1375 - 1380, σχεδόν από τότε που η Μακεδονία κατελήφθη απο τους Οθωμανούς επιδρομείς (1385). Εκείνη την εποχή, τα πρόχειρα καλύβια των κτηνοτρόφων ήταν ‘’κρυμμένα’’ στις οξιές, αργότερα έδωσαν τη θέση τους σε σταθερές πέτρινες κατοικίες και ο οικισμός άρχισε να κατοικείται σε μόνιμη βάση και σε νέα ηλιόλουστη θέση. Προστατευόταν από την εκάστοτε Βαλιντέ Σουλτάνα (βασιλομήτωρ), και μέσα από τα εξαιρετικά προνόμια που είχαν αποσπάσει οι Νιβεστιάνοι(10), έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη ανάπτυξης και οικονομικής αυτονομίας, ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα… που κάποτε πρέπει να αναθεωρηθούν.

Στα τέλη του 19ου αι., ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα διακίνησης καπνού και προϊόντων αργυροχρυσοχοΐας προς τη βόρεια και κεντρική Ευρώπη με αναφορές για 8500 κατοίκους, πολλοί από τους οποίους ‘‘σκάλιζαν το χρυσό που έφτανε από το Μυσίρι και το Ασήμι από την Ευρώπη’’, φτάνοντας στον Δούναβη, στις ακτές του Ιονίου, της Μαύρης Θάλασσας, και του Αιγαίου πελάγους (Λούστας, Ιστορία, 34, 258). Οι δεσμοί του Νυμφαίου με την Αίγυπτο από τις αρχές του 19ου αι. με τις οικογενειακές επιχειρήσεις του Αναστασίου Ν. Τσίρλη, τις καπνοβιομηχανίες Σωσσίδη (Κάιρο – Βέλγιο), και το εμπόριο βαμβακιού του κυρ Μίχα εφένδη Τσίρλη, συσσωρεύουν αμύθητα πλούτη. 

Απο τα πλουσιότερα κεφαλοχώρια της Βόρειας Ελλάδας, φαίνεται ότι έδωσε πολλά στον απελευθερωτικό Μακεδονικό Αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους, και σε όλα όσα ακολούθησαν. Η οικονομία αυτή την εποχή, συνεχώς αιμορραγούσε, μαζί με τα παιδιά του που έπεφταν στο πεδίο της μάχης. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους τελειώνει η εποχή της πολυεθνικής οθωμανικής αυτοκρατορίας και αρχίζει εκείνη των ανεξάρτητων εθνικών κρατών. Η απελευθέρωση (1913), φέρνει μεν την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος(11) αλλά, και δύο θεμελιώδους σημασίας αλλαγές. Την διάσπαση του ενιαίου, έως τότε, χώρου της Βαλκανικής, τον καθορισμό νέων εθνικών συνόρων, και την ένταξη των τοπικών κοινοτήτων σε ένα νέο σύστημα διοίκησης. Από την δεκαετία του 1930, μετά από αυτές τις δραματικές αλλαγές του χώρου δράσης, τους συνεχείς πολέμους που προηγήθηκαν και τα επακόλουθα αυτών, αρχίζει να παρακμάζει, αλλά προσπαθεί να κρατηθεί και τα καταφέρνει, δεν άδειασε από κατοίκους όπως άλλα χωριά, είχε γερές ρίζες. 

Ο Β’ Π. Π. ήταν αυτός που με την πείνα και την κατοχή, άνοιξε διάπλατα τις πύλες της μοίρας για το Νυμφαίο, το προπύργιο του ελληνισμού. Εκείνη την εποχή, Απρίλιο – Μάιο του 1947 (το λεγόμενο δεύτερο αντάρτικο), όπως είδαμε πιο πάνω, εκκενώθηκαν από το στρατό πάρα πολλά χωριά της μεθορίου ώστε να μην βρίσκει υποστήριξη ο ΔΣΑ. Με την ίδια άκαμπτη και πολλές φορές λανθασμένη και εγκληματική(12) πολιτική, δόθηκε εντολή να εκκενωθεί και το Νυμφαίο, (ένα μήνα νωρίτερα είχε εκκενωθεί η Δροσοπηγή). Έτσι οι αυτόχθονες κάτοικοί του, πήραν τα κλειδιά από τα αρχοντικά τους, ακολουθώντας την κοινή μοίρα. Από τότε, όπως δεκάδες άλλα χωριά στην Ελλάδα έτσι και το ονομαστό Νυμφαίο, οδηγήθηκε στην εγκατάλειψη. Στα νέα μέρη που εγκαταστάθηκαν και ρίζωσαν, έφεραν μαζί τους τις αναμνήσεις, το νόστο, και τον πολιτισμό. Οι απογραφές πληθυσμού είναι ενδεικτικές της κατάστασης που διαμορφώθηκε· πριν τον πόλεμο είχε επίσημα 929 κατοίκους συν άλλους τόσους που έλειπαν (μιλούν για πάνω από 2000 συνολικά), ενώ στην απογραφή του 1951 παρουσιάζεται με 360.

Το Νυμφαίο, Νιβεάστα -Νιβίστα (Ni Vista - το χωριό που δεν βλέπω – Αθέατο, και Νύμφη και Χιονάτη -  Nives Sta), ή Νέβεσκα (σαν και μας δεν υπάρχει, δεν είναι άλλος), με το σπουδαίο ιστορικό του παρελθόν, και τα πάνω από 150, πετρόχτιστα δίπατα και τρίπατα αρχοντικά και απλά σπίτια - οχυρά του που αναστηλώθηκαν την πενταετία 1993 – 1998 είναι χαρακτηρισμένο διατηρητέο απο το 1978. Η πέτρα, το ξύλο οξιάς ή βελανιδιάς είναι το κύριο υλικό κατασκευής τους. Μέσα σε δύο μόνο μήνες, το καλοκαίρι του 1994, στρώθηκαν 80.000 τ.μ. λιθόστρωτοι δρόμοι και έγινε υπογείωση στο δίκτυο του ΟΤΕ και της ΔΕΗ κ.ά. Πρόσφατα (2000), τιμήθηκε με την ειδική διάκριση της Ε. Ε. ‘’αναγέννηση χωριών’’, και συγκαταλέγεται στις έξι κοινότητες της στεριανής και νησιωτικής Ελλάδας που έχουν μείνει εκτός του καταστρεπτικού προγράμματος ‘’Ιωάννης Καποδίστριας’’, και σώθηκαν. Ανήκει στο πρόσφατα ιδρυθέν (Χριστούγεννα 1997 – Μακρινίτσα Πηλίου), Εθνικό δίκτυο Πολιτισμού, παράδοσης και κοινοτικού βίου, ακολουθώντας ένα πρότυπο αξιών(13), που αποτέλεσε το καταστατικό για τη δημιουργία του δικτύου, ‘’Των Ελλήνων Οι Κοινότητες’’, μαζί με τα Αμπελάκια Θεσσαλίας, την Μακρινίτσα Πηλίου, τον Πάνορμο Τήνου, το Πάπιγκο Ζαγορίου, και την Οία Σαντορίνης. 

Την αναγέννηση του παραδοσιακού οικισμού σφραγίζει με την παρουσία του το νέο τριώροφο Μουσείο Αργυροχρυσοχοϊας, αυθεντικό αντίγραφο παραδοσιακού αρχοντικού που χτίστηκε μεταξύ 1998 – 2000 από ντόπιους λαϊκούς μαστόρους. Το μουσείο εγκαινιάσθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2000, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλο που κατόπιν, ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης Νυμφαίου. Στο τριώροφο κτήριο με την επωνυμία ‘’Το Σπίτι των Χρυσικών’’, έχουν συγκεντρωθεί μοναδικές συλλογές εργαλείων χειροτεχνικής αργυροχρυσοχοΐας, ασημικών, κοσμημάτων, εκκλησιαστικών σκευών καθώς και μετάλλια περιώνυμων χαρακτών. Επίσης εκτίθενται, προσωπογραφίες επιφανών Ελλήνων Βλάχων εις μνήμη της μεγάλης προσφοράς τους στο Έθνος, πιστά αντίγραφα των πρωτοτύπων, που φυλάσσονται σε πολλά μουσεία, ιδρύματα και συλλογές της Χώρας. Ένα τμήμα του, έργο ζωής του γιατρού και ευεργέτη του Νυμφαίου Νικολάου Γ. Φίστα, λειτουργεί ως εθνολογικό – λαογραφικό με εκατοντάδες, αντικείμενα και έγγραφα, που με τον τρόπο τους, διηγούνται και μεταφέρουν στις μέρες μας, τα περασμένα. Θα σας υποδεχθεί ο Δημήτρης Οικονόμου, ο φύλακας άγγελος του χώρου, που θα σας μιλήσει για όλα τα εκθέματα. Εκεί θα βρείτε το θαυμάσιο βιβλιαράκι ‘’Αρμάνοι, επιφανείς Έλληνες Βλάχοι’’ που αποτελεί έναν θαυμάσιο δίγλωσσο οδηγό των προσωπογραφιών που θα αντικρίσετε στο μουσείο. 

Τα είκοσι επτά χιλιάδες στρέμματα δασικής έκτασης όχι μόνο αποτέλεσαν μεγάλο αναπτυξιακό κεφάλαιο για τους ντόπιους, αλλά συντέλεσαν και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Δεκάδες μνημεία πλημμυρίζουν τον χώρο και τα μάτια του περιηγητή, που μπορεί να δει αντιπροσωπευτικά δείγματα αστικής ανάπτυξης ορεινού οικισμού της Μακεδονίας, σε μια καθ’ όλα άψογη αρχιτεκτονική σχεδίαση, που ξετυλίγεται από τα μέσα του 18ου αι., και  εξελίσσεται έως τα μέσα του 20ου. Τα αρχοντικά του Νάνου Σωσσίδη και του Λεωνίδα Σωσσίδη (ξενοδοχείο), στην είσοδο του χωριού, του Αναστάσιου Τσίρλη, του Κωνσταντίνου Μίσσιου,του Γιάννη Μπουτάρη, του Νικόλα Μέρτζιου, αποτελούν αψευδείς μάρτυρες της αναγέννησης. Στο ερειπωμένο αρχοντικό του κυρ Μίχα εφένδη Τσίρλη, που λειτούργησε σαν στρατηγείο του Μακεδονικού αγώνα (1904 – 1908), η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού εντοίχισε αναμνηστική πλάκα, αναγνωρίζοντας τόσο το έργο που επιτέλεσε, όσο και τη σπουδαιότητά του.

Η περίφημη ολοπέτρινη Νίκειος Σχολή χτισμένη από μαστόρους της Μπελκαμένης (Δροσοπηγή), και της Άνω Μακεδονίας (Μέρτζος, Βλάχοι, 355), ξεχωρίζει απ’ όπου και να κοιτάξει κανείς. Το τριώροφο κτήριο με το ελβετικό ρολόι στον πυργίσκο του, θεμελιώθηκε το 1925 και ολοκληρώθηκε μετά απο δύο χρόνια, στη θέση προηγούμενης Αστικής σχολής, με δωρεά του καπνέμπορου Ιωάννη Ζαν Νίκου (1875 Νυμφαίο – 1930 Στοκχόλμη), φιλοξενώντας στις αίθουσές της δημοτικό και ημιγυμνάσιο με 250 παιδιά. Αποτελεί ένα σπάνιο και θαυμάσιο δείγμα αρχιτεκτονικής και ευμάρειας, μιας εποχής που έφυγε. Σήμερα, περιλαμβάνει τη βιβλιοθήκη, δύο αμφιθέατρα των πενήντα θέσεων το καθένα, και μια διπλή αίθουσα στρογγυλής τραπέζης τριανταπέντε θέσεων. Έχει παραχωρηθεί στο Α.Π.Θ. και λειτουργεί ως συνεδριακό εκπαιδευτικό κέντρο του ιδίου, και της κοινότητας. Εντυπωσιακές είναι οι στέγες, αυτές οι νεότερες (οι παλιότερες ήταν από πλάκες σχιστόλιθου), παράξενες αργυρόχρωμες ή γκρίζες μπακλαβαδωτές λαμαρίνες, που είναι καλοδουλεμένες από ειδικούς τεχνίτες και διευκολύνουν το γλίστρημα του χιονιού και την πτώση του, ώστε να απαλλάσσεται από το μεγάλο βάρος η σκεπή. 

Ο περίφημος ιστορικός ναός του προστάτη του Νυμφαίου Αγίου Νικολάου, (πεντάκλιτη ξυλόστεγη Βασιλική), με πλακόστρωτη σκεπή και αυλή και τις γλυκόηχες χάλκινες καμπάνες, αποτελεί λαμπρό μνημείο μακεδονικής αρχιτεκτονικής και αναστηλώθηκε εκ βάθρων με  κονδύλια – δύο εκατομμύρια δολάρια – που διέθεσε ο διεθνής τραπεζίτης κ. Νικόλαος Σωσίδης, γιος του πρέσβη ε.τ. Τζών Σωσίδη, ο οποίος κατάγεται από το Νυμφαίο. Ο σημερινός πελώριος ναός χτίστηκε το 1867 πάνω σε παλιότερη και ταπεινότερη εκκλησία από τον κυρ – Μίχα εφένδη Τσίρλη(14), και αργότερα αγιογραφήθηκε από τον επίσης εθνικό ευεργέτη Ιωάννη Ζαν Νίκου, καπνέμπορο και Δωρητή της Νικείου Σχολής. Θεωρείται υπόδειγμα της πιο σύγχρονης αναστηλωτικής και, παρά τις καταστροφές που υπέστη κατά καιρούς (1878 – 1903 – 1943), διατηρεί σπάνια στοιχεία παραδοσιακής και λαξευτικής τέχνης στους εξωτερικούς τοίχους. Η ιστορία του είναι ταυτισμένη με αυτήν του ιστορικού οικισμού του Νυμφαίου από το 1386. Αναστηλώθηκε για πρώτη φορά το 1867 και επί ογδόντα χρόνια υπήρξε περιώνυμος για τη τέχνη του και τα βαρύτιμα αναθήματα των περίφημων χρυσικών και διεθνών εμπόρων του Νυμφαίου. Σχεδόν καταστράφηκε στον εμφύλιο, τον Απρίλιο του 1947, ανοικοδομήθηκε το 1951, για να αναστυλωθεί εκ βάθρων το 2000. Μετά την ανακαίνιση, έγιναν τα εγκαίνιά του από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο.

Το Νυμφαίο περιτριγυρίζεται από τα ήπια υψώματα Τσούκα 1478 μ. υψ., Τζένη 1583 μ. υψ., Ψηλώματα 1627 μ. υψ, που το καθιστούν κυριολεκτικά αθέατο από όποια κατεύθυνση και αν έρχεται ο περιηγητής. Το γοητευτικό ανάγλυφο των υψωμάτων, συμπληρώνεται μοναδικά από τα πυκνά αιωνόβια δάση οξιάς, με τα υπέροχα γήινα χρώματα του φθινοπώρου, αλλά και τη δροσιά που κρατούν σε όλη την καλοκαιρινή περίοδο. Σ’ αυτό το θαυμάσιο περιβάλλον, κατάλληλο για κάθε είδους δραστηριότητα, μαζί με τις αξιέπαινες προσπάθειες των ιδιωτών, κατάφεραν να δημιουργήσουν έναν αξεπέραστο προορισμό - πρότυπο από κάθε άποψη, που λειτουργεί δώδεκα μήνες το χρόνο. 

Η βόλτα στα καλντερίμια του οικισμού θα σας αποκαλύψει και άλλους αδιάψευστους μάρτυρες της βαριάς κληρονομιάς, και άλλα ‘’κρυμμένα’’ μυστικά του Νυμφαίου, που κερδίζουν τη ματιά του ταξιδιώτη. Πετρόχτιστες κρήνες, και θαυμάσια αρχοντικά που μετατράπηκαν σε ξενώνες, το καφενεδάκι της Αννούλας της Κλεισούρας (για την ιστορία της, δες εφημ. Καθημερινή 16/4/02, σ. 2), ο συνεταιρισμός γυναικών Νυμφαίου που συστάθηκε το 1995, από μια εξέλιξη του εκπολιτιστικού συλλόγου, ‘’Οι φίλοι του Νυμφαίου’’. Στο μικρό κατάστημα – πρατήριο, θα βρείτε ορισμένα αξιόλογα είδη παραγωγής τους, άξια για γευσιγνωσία, αλλά και για δωράκι στα αγαπημένα σας πρόσωπα. Όλα αυτά, και άλλα που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά, οφείλονται κατά ένα μεγάλο μέρος στον διαρκή αγώνα του άξιου προέδρου της κοινότητας κ. Νικολάου Ι. Μέρτζου, (πετυχημένου δημοσιογράφου της Θεσσαλονίκης), απόγονου της γνωστής οικογενείας του Νυμφαίου, ένθερμου υποστηρικτή κάθε νέας, καινοτόμου ιδέας, που με την στάση, και την αγάπη του για τη Μακεδονία, ενισχύει και προστατεύει τις ελληνικές παραδόσεις τα ήθη και τα έθιμα.

Η ρομαντική διάθεση που αποπνέει η ατμόσφαιρα είναι πιθανό να σας οδηγήσει μακρύτερα από το κέντρο, ακόμα και στον Προφήτη Ηλία στην ‘’Τσιούκα’’. Αν ξεμακρύνετε με την πεζοπορία, την ιππασία ή τη φωτογραφία, θα βρεθείτε στην θερμή αγκαλιά του Αρκτούρου (παρουσίαση στο ταξίδια, τ. Δ’, 200, 201,202,203), του πρωτοποριακού και διάσημου κέντρου προστασίας της αρκούδας, του λύκου, του ελληνικού ποιμενικού και των βιοτόπων τους στην Ελλάδα. Η επιτυχημένη προσπάθεια ξεκίνησε από πρωτοβουλία και με χρηματοδότηση των νέων ευεργετών του Νυμφαίου, της οικογένειας Μπουτάρη, των πασίγνωστων οινοπαραγωγών. Αρχικά ήταν να στεγαστεί στο ιδιόκτητο δάσος τους, ‘’ΡΑΔΟΣΙ’’ (νυν ιδιοκτησία Νικολάου Σωσσίδη), αλλά τελικά, με πρωτοβουλία της κοινότητας, παραχωρήθηκε μια μεγάλη κοινοτική δασική έκταση 100 στρ. για τις εγκαταστάσεις του, εκ των οποίων τα 50 στρ. είναι το καταφύγιο για τις αρκούδες. Από εκεί οι εξαιρετικές βόλτες στους δασικούς μπορούν να σας οδηγήσουν εύκολα στο Φλάμπουρο, μέσα από ένα στενό μονοπάτι – δρόμο. Μια υπέροχη διαδρομή, μέσα από πυκνό δάσος οξιάς που με το μέγεθός τους καλύπτουν το οπτικό πεδίο ακόμα και προς τον ουρανό (βλ. στο τέλος Road Book). 

Οικογενειακές καταστάσεις για παιδιά αλλά και για μεγάλους που αισθάνονται σαν κι’ αυτά, θα ζήσετε στον Ιππικό όμιλο Νυμφαίου, που διαθέτει 10 καθαρόαιμα άλογα ιππασίας - περιπάτου και 10 μικροκαμωμένα Σκυριανά. Επίσης νοικιάζονται mountain bikes για ευκολότερες βόλτες στο παρακείμενο δάσος. Στην περιοχή δραστηριοποιείται επίσης η ‘’Άρτεμις’’, εταιρεία περιβαλλοντικών περιηγήσεων και υπαίθριων δραστηριοτήτων.

Στην επίθεση της Άνοιξης τελευταία παραδίνονται τα ψηλά βουνά και, στον κανόνα, ούτε το όρος Βέρνον αποτελεί  εξαίρεση. Κρατάει χιονοσκεπή την κορυφή του, ενώ χαμηλότερα ο Μάρτιος αλλάζει τους ρυθμούς της περιοχής.      Ακολουθώντας αυτή τη διαδρομή που περιγράψαμε, θα ανακαλύψετε και εσείς την ‘’Παράλληλη Ελλάδα’’, έξω από κραυγαλέες ‘’παρουσίες’’, μακριά απο διαφημισμένα μέρη και αγριεμένα πλήθη. Όλες οι εποχές είναι καλές όμως από την άνοιξη και μετά είναι ανοιχτοί όλοι οι δρόμοι, μην διστάσετε  ούτε στιγμή να κάνετε τις δασικές διαδρομές που προτείνουμε. 

Τόσο η νέα Δροσοπηγή, και ο ερειπιώνας της παλιάς Μπελκαμένης όσο και το αρχοντικό βλαχοχώρι Νυμφαίο, (βλαχοχώρια – βλάχοι ‘’ποίοι και τι είναι’’ δες στο Ασπροπόταμος Πίνδου 1ο ‘’οι πηγές’’ τομ Ε’ ταξίδια 2003, 176 - 177), θα σαν ενθουσιάσουν. Ανάλογα από πού θα έρθετε, μπορείτε να επιστρέψετε είτε από Φλάμπουρο (προς Φλώρινα), είτε από τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα (προς Κοζάνη), είτε προς τη Φλώρινα μέσω Λεχόβου να βρεθείτε στην Καστοριά.

Διαδρομή Νυμφαίο – Φλάμπουρο

Πάρκινγκ Νυμφαίου προς Αρκτούρο. Μηδενίζουμε και μπαίνουμε στον πλακόστρωτο δρόμο, προσεκτικά γιατί κυκλοφορούν επισκέπτες. Φτάνουμε και προσπερνάμε τις εγκαταστάσεις του Αρκτούρου.

6,00 χλμ τριπλή δστ. υπάρχει πινακίδα ‘’Φλάμπουρο’’ αριστερά δασικός, δεξιά ο ‘’κεντρικός’’, ευθεία Φλάμπουρο,

7,7 χλμ τριπλή δστ υπάρχει πινακίδα ‘’Φλάμπουρο’’ ευθεία δασικός, δεξιά δασικός, αριστερά Φλάμπουρο,

10,9 χλμ Φλάμπουρο.

Στην πλατεία, μπροστά στο σχολείο είναι το ψητοπωλείο της Ανθής Τζέτζη 2385067368 και το καφενείο Ζιώγα 67361.

Σημειώσεις:

(1) Χρήστος Γεωργίου (Κίτσος Γιαγγιώργος) ‘’Μπελκαμένη’’ εκατό χρόνια ζωή, εκδόσεις Διογένης Αθήνα 2000, σελ 22. Αρβανίτικη ή Αλβανική που αναφέρεται, αφορά δίγλωσσους Έλληνες Βορειοηπειρώτες. Αρβανίτικο στοιχείο εγκαταστάθηκε και στην Αττική (Δερβένια Χασιάς – Μεγάλα Δερβένια), από τον 14ο αι. και είναι κυρίαρχο μέχρι σήμερα, (Ορεινός Χώρος της Βαλκανικής, Πλέθρον 2000, 150).

(2)Αυτή η κατάκτηση, επεκτεινόταν πολύ πιο πέρα από τα σημερινά Εθνικά σύνορα, που καθορίστηκαν με το Πρωτόκολλο ανεξαρτησίας της Αλβανίας – Λονδίνο 29/7/1913, στον χώρο της σημερινής Αλβανίας, και της σημερινής Π.Γ.Δ.Μ.. Όπου έφτανε, το χριστιανικό στοιχείο υπέφερε.

(3)Δεκάδες τιτλούχοι (αποκλειστικά Μουσουλμάνοι), προείδαν την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ρευστοποίησαν εκτάσεις που τους ανήκαν.

(4)  Οι τίτλοι κυριότητας της γης λεγόντουσαν ταπιά ή χοτζέτια που μετεγράφοντο στο Υποθηκοφυλακείο των Βιτωλίων (Μοναστήρι) εν προκειμένω, πρωτεύουσας του ομώνυμου Βιλαετιού. Για περισσότερα, δείτε την έκδοση της κοινότητας Νυμφαίου (1997), Συμβόλαια Νεβέσκης 1860 – 1910.

(5)Όλοι οι ‘’δρόμοι’’ του χωριού σκάφτηκαν σε βάθος 70 πόντων, στρώθηκαν με πλάκα κάτω, και δεξιά – αριστερά χτίστηκαν με πέτρα. Το μέγεθος της αποχέτευσης ήταν 40Χ40. Από πάνω σκεπάστηκαν με πλάκα.

(6) Ο Μιχάλης Αθ. Χαρίσης αναφέρει (σελ 15), ότι έγινε πριν από την εκκλησία (1853), ‘’γιατί πρέπει να αναρωτηθούμε πώς πήγαν τα υλικά εκεί πάνω;’’ [για να χτίσουν την εκκλησία.]. Ο Κίτσος Γιαγγιώργος γράφει (σελ 149), ότι χτίστηκε το 1888 – 1890 από τον Γιανστήλο ‘’ο αρχιμάστορας, που το όνομά του είναι γραμμένο σε μεγάλο μοναστήρι στο Άγιο Όρος’’. Ο Γεώργιος Π. Τσότσος αναφέρει (σελ 109) 1860 [σύμφωνα με μαρτυρίες των ντόπιων]. Οι άνθρωποι που μου μίλησαν γιαυτό (12/4/05), μου είπαν ότι κατέληξαν στο έτος 1881. Πιο κοντά στην αλήθεια φαίνεται να είναι το 1888 – 1890 γιατί ο Γιαγγιώργος προσθέτει λεπτομέρειες για την κατασκευή του καλντεριμιού από το γεφύρι προς το χωριό.

(7) Πολύ ενδιαφέρον το βιβλίο της Σοφίας Ηλιάδου – Τάχου, Το Κρούσοβο, πέρα από την Ιστορία και την Μνήμη (1845 – 1903). Παρουσιάζονται όψεις από την οικονομία, την εκπαίδευση και την Κοινωνία του ως την εξέγερση του Ήλιντεν, μέσα απο το αρχείο του Γ. Νιτσιώτα. Εκδόσεις Σταμούλη – Θεσσαλονίκη.

(8)Μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897 οι Βούλγαροι εντείνουν τις προσπάθειές τους για εκβουλγαρισμό της τουρκοκρατούμενης Μακεδονίας. Με οπλισμένες συμμορίες (κομιτάτα), με εκβιασμούς, με πυρπολήσεις, με στυγνές δολοφονίες σε βάρος του ελληνικού στοιχείου, προσπαθούν να πετύχουν εκείνο που δεν κατόρθωσαν τριάντα χρόνια με την προπαγάνδα και τα χρήματα (Σοφοκλής Γ. Δημητρακόπουλος / Ιστορία και δημοτικό τραγούδι, 278 / εκδόσεις Παρουσία 1998).

(8α)Τσακαλάρωφ, αρχικομιτατζής της Δυτικής Μακεδονίαςπου στην έναρξη του Β’ Βαλκανικού πολέμου τον Ιούνιο του 1913 επανήλθε από τη Βουλγαρία επικεφαλής ενόπλου σώματος για να οργανώσει επαναστατικό κίνημα στα μετόπισθεν του Ελληνικού Στρατού (Μέρτζος, Βλάχοι, 101). Ενδεικτική της εγκληματικής του δραστηριότητας είναι το τραγούδι: «Τ’ είν’ το κακό που γένηκε το φετινό χειμώνα, κλαίγαν μανάδες για παιδιά, γυναίκες κλαιν για άντρες. Κλαίγουν και δυο Βουλγάρισσες στης Φλώρινας τον κάμπο: - Ανάθεμά σας βόιβοντες και σένα, Τσακαλάρωφ, όπου ‘ στε σεις οι αίτιοι, σεις είστε η αιτία, που σκότωσαν τους άντρες μας μαζί και τα παιδιά μας» (Δ. Πετρόπουλου: ‘’Δημοτικά τραγούδια του Μακεδονικού Αγώνα, περιοδικό Μακεδονικά, Β’, 353), Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Σοφοκλή Γ. Δημητρακόπουλου (βλ. σημ. 8).

(9) Στον Εμφύλιο 700.000 – 800.000 κάτοικοι των ορεινών περιοχών μετακόμισαν βιαίως στις πόλεις για να μην έχουν οι αντάρτες πηγές ανεφοδιασμού, στρατολογίας και υπηρεσιών. Λίγοι από αυτούς επέστρεψαν στα χωριά τους το 1950, με τον επαναπατρισμό, όπως είχε ονομαστεί. (Λεωνίδας Λουλούδης – εξαμηνιαία έκδοση ‘’Γεωγραφίες’’ καλοκαίρι 2003 – τ.5 - εκδόσεις Εξάντας σελ 39).

(10)Οι Νιβεστιάνοι όχι μόνοδεν υπόκειντο σε κανέναν Οθωμανό τοπάρχη, (πασά, μπέη, και αγά), αλλά οπλοφορούσαν όλοι – κάτι που συναντάμε μόνο στα πολύ ιδιαίτερα προνόμια της περιοχής Χειμάρας (Ήπειρος, εκδ. Αθηνών, 243).

(11)Αποτελεί μια μεγάλη και τραγική αντίφαση της ιστορίας μας, το γεγονός ότι η πολυπόθητη απελευθέρωση σήμανε ταυτόχρονα την αρχή μιας πορείας προς την παρακμή των άλλοτε ανθηρών κοινοτήτων (τ. ΣΤ’, 217 και Πολιτιστική Γεωγραφία, Νομαρχία Ιωαννίνων, 85).

(12) Εκκενώνοντας τα χωριά οι κάτοικοι, αυτά καταλαμβανόντουσαν από τον ΔΣΑ και γινόντουσαν σωστά φρούρια. Για να τα ξαναπάρει ο στρατός χύθηκε άδικα τόσο αίμα. Μετά τη λήξη του πολέμου, είχαμε τόσο έξυπνη διοίκηση, που δεν καταλάβαιναν γιατί οι παλιοί κάτοικοι δεν γύριζαν πίσω. Κανενός δεν πέρασε η ιδέα ότι, α) δεκάδες χιλιάδες είχαν φύγει ήδη, μετανάστες (σήμερα ζούμε το αποτέλεσμα και τον αντίκτυπο), και β) όσοι έμειναν ρίζωσαν στα καινούργια μέρη, βρήκαν νέες εργασίες, μεγάλωναν τα παιδιά τους στη νέα γενέτειρα (εκείνη την εποχή το σπίτι στο χωριό, έγινε, ‘’το πατρικό’’.). Απ’ ό,τι βλέπανε τότε (1950 – 1955), και απ’ ό,τι αντικρίζουμε εμείς οι νεώτεροι σήμερα, απ’ όσα χωριά εκκενώθηκαν, ποτέ, κανένα δεν ξαναβρήκε την παλιά του αίγλη και ούτε κατά διάνοια έφτασαν τον πληθυσμό που είχαν.

(13)Οι κοινές αυτές αξίες ορίστηκαν και είναι: α) η παράδοση, η λαϊκή αρχιτεκτονική και ο λαϊκός πολιτισμός β) η ήπια, ισόρροπη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, γ) η διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος και δ) ο κοινοτικός βίος, ως αυθύπαρκτος τρόπος ζωής των Ελλήνων, διαποτισμένος βαθιά από την αλληλεγγύη και την επιείκεια, τη Δημοκρατία και τη συνεισφορά, στα κοινά του τόπου (Μέρτζος, Νέα Οικολογία, 20).

(14)Ο άρχοντας της Νεβέσκας (Νυμφαίου), κυρ Μίχας εφένδης Τσίρλης, βαθύπλουτος έμπορος βαμβακιού και γαιοκτήμων της Αιγύπτου ανέπτυξε πολυσχιδή δραστηριότητα υπέρ του μακεδονικού ελληνισμού. Μέγας εθνικός ευεργέτης τιμήθηκε δύο φορές με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος από τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Επίσης για την εθνική εισφορά τους, με Μεγαλόσταυρους τιμήθηκαν από τον Χαρίλαο Τρικούπη, ο ευεργέτης Νάνος Σωσσίδης, και από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ο Ιωάννης Ζαν Νίκου.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: περ. Φλώρινας 23850, περ. Νυμφαίου - Αμύνταιου 23860

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.e-city.gr/florina/index.php Στη Δροσοπηγή Φλώρινας υπάρχουν τρία ξενοδοχεία – ξενώνες. ‘’Γαλαξίας’’ 30354, ‘’Πούλια Α’’’ και ‘’Πούλια Β’’’, το ένα μέσα στο χωριό και το άλλο 2 χλμ έξω από αυτό 30625, 6. Νυμφαίο Λα Μοάρα και Λα Σοάρε 31377, κρατήσεις απο Θεσσαλονίκη 2310287626, 287401, Αθηνά 31141, Λα Γκάλμπα 31314, Λα Μπέτλου 41282, Νεβέσκα 31442, Εντερνέ 31230, 31351, Gura di Valle 6972929612, Τα Λινούρια 31030, 31133, Κοινοτικό 31382.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην Μπελκαμένη και στα πλατώματα του δρόμου προς Νυμφαίο.

ΦΑΓΗΤΟ: Στη Δροσοπηγή στον Ξενοδοχείο ‘’Πούλια Α’ ’’,  στο καφενείο του ξενοδοχείου ‘’ο Γαλαξίας’’ του Γεωργίου Αθ. Κύρκου 30354, και στο Δημοτικό παραδοσιακό καφενείο ‘’ο Λάλας’’ του Θεοδωρίδη Σταύρου 30815. Στο Νυμφαίο το καφε – ουζερί ‘’ Ο Μπέκας’’, δυνατό τσίπουρο με μεζέδες, ταβέρνα ‘’Αρχοντικό’’ του κ. Στέργιου και της κ. Νικολέτας 31107, Παραδοσιακή ταβέρνα ‘’ η πλατεία’’ 31321. Σε κάθε περίπτωση δοκιμάστε κρασί ΟΠΑΠ Ροζέ Αμυνταίου.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Φλώρινας 44325, Δήμος Περάσματος 31000, Α΄ Βοήθειες 22555, 6, Αστυνομία 22100, 44240, 1, Κοινότητα Νυμφαίου 31382, 31400, Αστυνομία 31361, 3, Α’ Βοήθειες 31360, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ Φλώρινα Μικρόπουλος Νικόλαος, 28259, 22666. Αμύνταιο Παπαδάκη Όλγα, 22496, Χρήστος Στάιος, 23990.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.myflorina.gr www.florinaonline.gr Λαογραφική συλλογή Δροσοπηγής, επικοινωνήστε με τον Γραμματέα Τατσιώκα Σωτήρη 30351. Το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο ‘’σπίτι των Χρυσικών’’ στο Νυμφαίο, ανοιχτό καθημερινά 10:30 – 18:30 εκτός Δευτέρας, τη Κυριακή, ανοίγει μετά την εκκλησία στις 11:00, 31065. Ιππασία ή Mountain Bike, στον Ιππικό όμιλο Νυμφαίου 31117. Συνεταιρισμός Γυναικών Νυμφαίου 31117. Επίσκεψη στο κέντρο διάσωσης της Αρκούδας του λύκου και των βιοτόπων τους ‘’Αρκτούρος’’ Αετός 41500 www.arcturos.gr ‘’Άρτεμις’’, εταιρεία περιβαλλοντικών περιηγήσεων και υπαίθριων δραστηριοτήτων 31028, 31286. Διεύθυνση Δασών Φλώρινας 22529, Χιονοδρομικό στο Βίτσι, Βίγλα (1.650μ.), 45801, 22082, 29939, www.vigla-ski.gr Info: Σ.Ο.Χ. Φλώρινας 46026, 29939, 23688. Info: Ε.Ο.Σ. Φλώρινας, 28008, 23377, 22354, Φ. Ο. Φλώρινας 26567

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Φλώρινα όλες οι εταιρείες, στο Αμύνταιο πολλές ενώ προς Δροσοπηγή υπάρχει στον Τροπαιούχο Cyclon και την Υδρούσα Rodoil.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 47 ‘’Φλώρινα’’, εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Μια καλή χαρτογραφική εργασία του μελετητή Αλέξανδρου Πέτρους σε ένα όμορφο διπλό φάκελο, ζητήστε την από τη Νομαρχία Φλώρινας, 54409, 10, Διεύθυνση τουρισμού – πολιτισμού 54460, 1, 2, 3 Τ.Ε.Δ.Κ. 28887, 24539.

ΒΙΒΛΙΑ: Μιχάλης Αθ. Χαρίσης / η ζωή και οι περιπέτειες στη Δροσοπηγή / Δροσοπηγή 2000, και Κίτσος Γιαγγιώργος / Μπελκαμένη / εκδόσεις Διογένης / Αθήνα 2000.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Κ. (Μοτοσυκλετιστικός όμιλος Καστοριάς) 25ης Μαρτίου 17, Τηλ 2467029514, 23470. Μ.Ο.Π. (Μοτοσυκλετιστικός όμιλος Πτολεμαΐδας) 2463080272, Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσυκλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τη ΔΡΟΣΟΠΗΓΗ και το ΝΥΜΦΑΙΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Νικολάου Αργ. Λούστα / Λαογραφική μελέτη Νιβεάστας – Νεβέσκας – Νυμφαίου Φλωρίνης / Θεσ/νίκη 1996
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Συμβόλαια Νεβέσκης 1860 – 1910 / έκδοση Κοινότητα Νυμφαίου 1997
  • Μιχάλης Αθ. Χαρίσης / 1844 – 1994 Η ζωή και οι περιπέτειες στη Δροσοπηγή / Δροσοπηγή 2000
  • Κίτσος Γιαγγιώργος / Μπελκαμένη – εκατό χρόνια ζωή / εκδόσεις Διογένης / Αθήνα 2000
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις Ρέκος / Θεσσαλονίκη 2001
  • Νικολάου Αργ. Λούστα / Η ιστορία του Νυμφαίου – Νεβέσκας Φλωρίνης / Θεσ/νίκη 2002
  • Λεύκωμα φωτογραφιών Νυμφαίου / έκδοση αστικού συνεταιρισμού γυναικών Νυμφαίου 1998

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ιούλιος Μ. Ευλαμπίου / Νυμφαίο / περιοδικό Cosmos τ.7 Δεκέμβριος 1994
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Νυμφαίο – Κλεισούρα / Περιοδικό Vita τ.5 Σεπτέμβριος 1997
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Νυμφαίο / περιοδικό Ταξιδεύοντας τ.1 Δεκέμβριος 1997
  • Αναστασία Γκολιομύτη / Νυμφαίο / περιοδικό Οξυγόνο τ.7½ Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Από τη Νεβέσκα στο χωροχρόνο / περιοδικό Νέα Οικολογία τ.160 Φεβ. 1998
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Πάσχα στο Νυμφαίο / Περιοδικό Vita τ.12 Απρίλιος 1998
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / περιοδικό Μετρό Φεβρουάριος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Ξενώνες με άποψη / Περιοδικό Vita τ.44 Δεκέμβριος 2000
  • Κώστας Ζυρίνης / Νυμφαίο / περιοδικό ΓΕΩ τ.59 Μάιος 2001
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαμαρίνα – Νυμφαίο / Περιοδικό Vita τ.79 Νοέμβριος 2003
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Φλώρινα / ένθετο Ταξιδιωτικοί Οδηγοί τ.16 εφημ. Ημερησία
  • Νίκος Σπανός / Νυμφαίο / ένθετο Action Zone τ.9 περιοδικό 0-300 Νοέμβριος 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Συλλογικό / Φλώρινα – Βίτσι / ένθετο Περιηγήσεις τ.15 εφημ. Ημερησία 24/1/04
  • Ραχήλ Χάουαρντ / Καστοριά – Νυμφαίο / ένθετο ταξίδια Νο 24 εφημ. Βήμα 5/10/97
  • Έφη Χατζηιωαννίδου / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή 19/10/99
  • ΤΗΛΕΦΟΣ / Tα νέα της Αννούλας της Κλεισούρας / εφημ. Καθημερινή 3/9/00
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή ένθετο ταξιδεύοντας 4/11/01
  • ΤΗΛΕΦΟΣ / Το σπίτι των Χρυσικών / εφημ. Καθημερινή 16/4/02
  • Ντίνου Κιούση / Βέρνο / ετήσιος οδηγός της εφημ. Καθημερινή ε. 86ο, φ. 25381, 14/11/04
  • Μιχάλη Κωστάρα / Χορεύοντας με τις Αρκούδες / εφημ. Ελευθεροτυπία 24 – 25/12/04
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή ένθετο ταξίδια 27/3/05

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (4665 λέξεις)

ΚΑΣΤΟΡΙΑ – ΕΠΤΑΧΩΡΙ – ΧΡΥΣΗ – ΠΕΥΚΟΦΥΤΟ – ΑΡΕΝΕΣ

(Γράμμος 4η εργασία από 8)

Κείμενο – Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Απρίλιος 2005

Στις Αρένες του Γράμμου

Το όρος Βόιο, (1806 μ. υψ. Παλιοκριμίνι - 1805 μ. υψ. Πρφ. Ηλίας Πεντάλοφου), αποτελεί το δυτικό όριο του νομού Κοζάνης, στα ‘’σύνορα’’ με το νομό Καστοριάς. Χαρακτηρίζεται, και είναι, ανεξάρτητο βουνό σαν σφήνα ανάμεσα στο Γράμμο και το Σμόλικα. Αυτός ο όμορφος τόπος στην καρδιά της Πίνδου, θα σας διεγείρει με τα ανεξερεύνητα τοπία, τις κατάφυτες από φλαμουριές, βελανιδιές, οξιές, πεύκα και έλατα περιοχές του. Και οι καλόκαρδοι άνθρωποί του, που άλλοι γοητευμένοι, άλλοι κατατρεγμένοι μαζεύτηκαν εδώ και έδωσαν ζωή, θα σας ενθουσιάσουν με την ευγένεια και τη φιλοξενία τους. 

Η συναρπαστική αρχαία Ορεστίς σας υποδέχεται, και σύντομα μπαίνετε στο σπουδαίο Επταχώρι, (πριν το 1928 Βουρβουτσικό και Μπουρμπουτσικό, Μπρουμπίσκα στα βλάχικα, στα 880 μ. υψ., 52 χλμ από Κόνιτσα, 15 χλμ από Πλαγιά.). Το σημαντικό και μεγάλο χωριό είναι έδρα της κοινότητας Αρένων που περιλαμβάνει τα χωριά Ζούζουλη, Χρυσή, και Πευκόφυτο με εξακόσιους δεκατρείς κατοίκους. Είναι το πιο απομακρυσμένο τμήμα του νομού, αφού απέχει από την πρωτεύουσα Καστοριά 52 χλμ., μέσω Νεστόριου και 100 χλμ. μέσω Νεάπολης. Το πέρασμα του χρόνου έφερε, κυρίως για λόγους συγκοινωνιακούς, εμπορικούς και εργασιακούς, την εξάρτηση από την Ήπειρο (Κόνιτσα – Γιάννινα), παρά απο τη Δυτική Μακεδονία (Καστοριά – Κοζάνη), στην οποία ανήκει διοικητικά. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου αποτέλεσε την έδρα του αποσπάσματος Πίνδου με διοικητή τον συνταγματάρχη Δαβάκη. Ήταν από τα σημεία ‘’κλειδιά’’ του ανεφοδιασμού και των εφεδρειών, και πολύ κοντά στον ευαίσθητο άξονα Λυκόρραχη – Κάντσικο – Φούρκα – Σαμαρίνα, όπου προέλασε τις τέσσερις πρώτες μέρες του πολέμου, η ιταλική μεραρχία ‘’Τζούλια’’. Κατά τη διάρκεια της αντεπίθεσης, υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Βραχνού, γράφτηκαν λαμπρές σελίδες δόξας. 

Προτείνουμε τη στάση, γιατί εδώ θα βρείτε τα τελευταία πριν το Νεστόριο σούπερ μάρκετ, ψησταριές και φούρνο, για να ψωνίσετε τα χρειαζούμενα για την κατασκήνωση στις Αρένες, το Γράμμο, ή αλλού, πάνω στη διαδρομή. Επίσης υπάρχει βενζινάδικο απ’ όπου που θα ξετρυπώσετε, αν δεν έχετε προβλέψει, κάποιο ξεχασμένο μπιτόνι, τουλάχιστον τετράλιτρο, για βενζίνες. Το Επταχώρι περιτριγυρίζεται από υπέροχα φυσικά τοπία, απ’ όπου ξεκινούν πολλές διαδρομές. Εδώ καταλήγουν ή ξεκινούν, οι παμπάλαιες θρυλικές βλαχόστρατες, οι δρόμοι – μονοπάτια που ενώνουν τα χωριά Δοτσικό, Ζούζουλη (ταξίδια τ. ΣΤ’, 156), Φούρκα και Σαμαρίνα.

Αυτός ο όμορφος τόπος στην αγκαλιά της βόρειας Πίνδου, τράβηξε για αμυντικούς λόγους, τους ανθρώπους από τους διάσπαρτους παλιούς και μεταγενέστερους αγροτικούς οικισμούς, τα Παλιοχώρια(1) της περιοχής. Οι λόγοι ήταν το συστηματικό πλιατσικολόγημα, η αρπαγή και η βία από τους Τουρκαλβανούς της Κολώνιας. Πριν ακόμα πατήσει το πόδι του εκπορθητή Μωάμεθ στην Κωνσταντινούπολη τα τουρκικά στρατεύματα είχαν γίνει κυρίαρχα σε όλη την ελληνική χερσόνησο. Σημασία δεν έχει αν σε ορισμένα παράλια της Ελλάδας κυριαρχούσε ο στόλος των Βενετών. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια εγκαταστάθηκαν αξιωματικοί Τούρκοι, οι μπέηδες, με απεριόριστα δικαιώματα για φορολογία και αρπαγή. Το προνόμιο να λυμαίνονται την περιοχή των παλιοχωρίων, το είχαν οι μπέηδες από την Κολώνια. Κάθε τόσο εξαπέστελναν τρομοκράτες Τουρκαλβανούς, που επιδίδονταν σε συστηματικό πλιατσικολόγημα. 

Συχνά λάβαιναν χώρα μάχες, με αιματηρά αποτελέσματα και για τις δυο πλευρές. Δεν περνούσαν όμως οι πλιατσικολόγοι εύκολα από τα χωριά. Έπρεπε να πληρώσουν κι αυτοί με το αίμα τους τη βία, την αρπαγή. Όσο όμως περνάει ο χρόνος η κατάσταση ολοένα χειροτερεύει. Γίνεται ανυπόφορη. Οι κάτοικοι χτίζουν και ξαναχτίζουν τα καμένα σπίτια τους. Πολλοί τα εγκαταλείπουν ομαδικά. Οι περισσότεροι όμως δεν αναζήτησαν τη σωτηρία τους στη φυγή. Μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις που έγιναν στα μοναστήρια, οι κάτοικοι των παλιοχωρίων, γονυκλινείς, πήραν την απόφαση να ενωθούν σε ένα χωριό. Σε ακαθόριστο χρόνο, τα επτά από αυτά τα παλιοχώρια (απ’ εκεί και τ’ όνομα), έξι κατά άλλους ερευνητές, έκαναν μια οργανωμένη μετοικεσία. Έτσι γεννήθηκε το Βουρβουτσικό, το σημερινό Επταχώρι, ένα χωριό που κτίστηκε για την άμυνα. Τα πρώτα παλιοχώρια ήταν η Τσιούκα, η Ζάμπιανη, το Δρυάνοβο, το Παλιοκρυμμίνι και το Πετρίτσι. 

Οι κάτοικοι των πρώτων αυτών χωριών πλήθαιναν, και μετά από κάμποσες γενιές δεν μπορούσαν να ζουν όλοι μαζί, στη γη που διάλεξαν οι πρόγονοί τους, για τους πρώτους οικισμούς. Έτσι μεταφέρθηκαν εκεί που μέχρι τότε καλλιεργούσαν χωράφια και χρειαζόταν, πολλές φορές, και μια μέρα περπάτημα για φτάσουν και να επιστέψουν. Εκεί αργότερα εγκαταστάθηκαν μόνιμα και δημιούργησαν με τη πάροδο του χρόνου καινούργια χωριά γνωστά σήμερα από τις τοποθεσίες που βρίσκονται τα ερείπια τους. Παρατσκό, Παλιοχώρι, Ρέντα, Χαλκιά και η Φράξος.

Οι εργασίες των κατοίκων φαίνεται από μια πρώτη ματιά, ότι ήταν αγροτικές, κτηνοτροφικές και δασικές. Αυτό όμως που έμεινε απαρατήρητο αλλά τους έκανε γνωστούς σε ένα μεγαλύτερο κύκλο ήταν η μαστορική. Δεν είναι ευρύτερα γνωστό ότι από εδώ προέρχεται πλειάδα καλλιτεχνών της πέτρας, που δούλεψαν σε όλη την Ελλάδα. Οι ίδιοι, χτίζανε και επισκευάζανε για δεκάδες, αν όχι για εκατοντάδες χρόνια όλα τα Παλιοχώρια τους, αλλά και το νεώτερο Βουρβουτσικό, μάλιστα στην Τσιούκα και το Δρυάνοβο, στέκουν ακόμα αδιάψευστοι μάρτυρες της μαστορικής τέχνης τους, τα λείψανα υδραγωγείου που είχαν κατασκευάσει για την ύδρευση και άρδευση των κτημάτων τους (Τσίγκαλος, 79, 81).

Άλλη ‘’ζωντανή’’ πιο πρόσφατη μαρτυρία αποτελεί το πέτρινο γεφύρι του Κουσιουμπλή (18ος – 19ος), που κατασκευάστηκε από τους Μπουρμπουτσικιώτες μαστόρους Γεώργιο Δήμο, Τσιαμοχρήστος και τους αδελφούς Γαλάνη (Τσότσος, 95). Επίσης, σε μια απογραφή που έγινε στα μοναστήρια του Αγίου Όρους το 1885, σε σύνολο τετρακοσίων περίπου τεχνιτών, που δήλωσαν ‘’κτίστης’’, πρώτοι στη λίστα εμφανίζονται 254 Αλβανοί χριστιανοί μαστόροι, προερχόμενοι από τα μαστοροχώρια της Κολώνιας, (στην πίσω πλευρά του Γράμμου). Ακολουθούν δεύτεροι, με 122 καταγραφές, οι μαστόροι από το Μπουρμπουτσικό, το σημερινό Επταχώρι (Πετρονώτης, ένας Σταριτσιώτης Πρωτομάστορας, 902).

Μέσα στο χωριό, στην πλατεία του, βρίσκεται το πέτρινο γεφύρι του Επταχωρίου με άγνωστη ημερομηνία κατασκευής, ενώ στον δρόμο προς Πεντάλοφο κάντε μια μικρή παράκαμψη για να δείτε την πάντα ανοιχτή Μονή Αγίου Γεωργίου (1625). Αν κάποιοι από την παρέα θέλουν να φύγουν, παροτρύνετέ τους, γιατί εδώ βρίσκονται οι κατάλληλες δστ. Η πρώτη, είναι στο προαναφερθέν μοναστήρι και βγαίνει Σαμαρίνα ή Δοτσικό μέσα από μια σπάνια (και δύσκολη μέχρι τέλη Μαΐου), διαδρομή. Η δεύτερη είναι στο χωματόδρομο προς Ζούζουλη – Φούρκα (υπάρχει πινακίδα), που περνάει δίπλα από το γεφύρι του Κουσιουμπλή σε ένα θαυμάσιο τοπίο που κυριαρχεί το ήρεμο Ζουζουλιώτικο ποτάμι. Ο χωματόδρομος περνάει δίπλα από μια χοιροτροφική μονάδα και ανηφορίζει προς Ζούζουλη, και μέσω Σαμαρίνας πάει Γρεβενά ή Κόνιτσα ενώ μέσω Φούρκας γυρνάει στην Αγ. Παρασκευή (Κεράσοβο), κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο που βγαίνει πάλι στην κεντρική οδό Κόνιτσας – Επταχωρίου. 

Η τρίτη, είναι αυτή που θα ακολουθήσουμε (προς Γράμμο), επιστρέφοντας +/- 2,5 χλμ. πίσω, στη δστ. προς Χρυσή και Πευκόφυτο (υπάρχουν πινακίδες). Στην αρχή της διαδρομής (+ / - 2,5 χλμ. από τη δστ. προς Χρυσή), ξεκινά αριστερά σας η παλιά βλαχόστρατα που περνάει από την θέση ‘’Ζάμπιανη’’ ανηφορίζει προς το ‘’Μπουχέτσι’’ φτάνει στη Ζέρμα περνά απέναντι στην Πλαγιά και συνεχίζει προς Λούψικο. Παλιά, από αυτή τη βλαχόστρατα περνούσαν όλα τα κοπάδια προς τα ορεινά βοσκοτόπια της περιοχής. Αν υπάρχει χρόνος καλό είναι να την περπατήσετε.

Η συνέχεια της ασφαλτοστρωμένης διαδρομής προς Χρυσή, διεισδύει μέσα σε θαυμάσια τοπία με έντονη βλάστηση, πανύψηλες βουνοκορφές, βαθιές θεοσκότεινες χαράδρες και διαδοχικά χωμάτινα – αμμώδη υψώματα με έντονα σημάδια διάβρωσης, όμως είναι βατή, και από τις ωραιότερες που έχετε δει. Όλος ο τόπος διασχίζεται από τα νερά των χειμάρρων, που κατεβαίνουν στις μικρές ρεματιές άλλοτε αργά και άλλοτε με τη βοή του καταρράκτη, ενώ όλα μαζί, δημιουργούν τον Άνω ρου του Σαραντάπορου που δίνει μια ξεχωριστή έμφαση στο χώρο, καθορίζοντας ταυτόχρονα και σε αυτή τη περιοχή, τα φυσικά όρια ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Γράμμου και του Βοίου. 

Ακολουθώντας αντίθετα το ρου του ποταμού συναντάτε τη δστ., που δεξιά πηγαίνει Κυψέλη ή στην Παλιά(2) και Νέα Κοτύλη. Λίγο αργότερα (8 χλμ.), από τη διασταύρωση του Επταχωρίου, μπαίνετε στην Χρυσή (πριν το 1928 Σλάτινα στα 1040 μ. υψ., 55 χλμ. από Κ.). Η μικρή κοινότητα είναι χτισμένη στις ανατολικές πλαγιές της Κάτω Αρένας (2075 μ. υψ.), σε ένα καθαρά αγροτικό τοπίο που περιβάλλει όλο το χωριό. Κατά την παράδοση, ο αρχικός οικισμός ήταν στη θέση ‘’Παλιοχώρι’’, ανάμεσα στη σημερινή του θέση και στο χωριό Πευκόφυτο. Στην ευρύτερη περιοχή ήταν και ένας άλλος οικισμός, στη θέση ‘’Λακαβίτσα’’, γύρω από δύο μεγάλα μοναστήρια του Αγίου Δημητρίου και της Παναγίας. 

Όντας πάνω στον κεντρικό οδικό δίκτυο αποτελούσε μεν, τον εμπορικό κόμβο που συνέδεε την Καστοριά με την Κόνιτσα και την Κορυτσά αλλά ταυτόχρονα υπέφερε από τις συνεχείς λεηλασίες των Αλβανών και των Αρβανιτόβλαχων. Αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα ώθησαν τους κατοίκους των συνοικισμών να συνενωθούν και να συγκροτήσουν έναν μεγαλύτερο στην θέση που βλέπουμε σήμερα. Το παλιό χωριό όπως και τα μοναστήρια σιγά – σιγά παρήκμασαν και στο τέλος καταστράφηκαν. Εδώ καταλήγουν οι γνωστές πεζοπορικές διαδρομές από Αετομηλίτσα και Κεφαλοχώρι (Λούψικο) που είδαμε (Γράμμος 3ο). Στο καφενείο του Βασίλη Τσιγάρα, πάνω στον κεντρικό δρόμο, μπορείτε να πάρετε πληροφορίες για τις πεζοπορίες, αλλά και να γευθείτε σπουδαία ψητά, με ντόπιο τσιπουράκι. 

Οι κάτοικοι παλιότερα, όταν τελείωναν τις γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες τους, έφτιαχναν παρέες, 3 – 4 ζευγάρια χτίστες και 1 – 2 ‘’μαστορούλια’’, για να κουβαλούν τη λάσπη, και έφευγαν για τα ‘’ξένα’’. Συνήθως δούλευαν στη Θεσπρωτία, (που την έλεγαν Τσιάμ’κου), στο Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας, (που το έλεγαν Κατουχή), στη Χαλκιδική, στα Τρίκαλα, και την Καρδίτσα στη Θεσσαλία. Εκεί έμεναν όλο το χειμώνα, αντίθετα από τους άλλους μαστόρους, και κατά τα μέσα Ιουνίου γύριζαν στο χωριό ‘’καζαντισμένοι’’, αρχίζοντας πάλι τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες τους. Αυτός ήταν ο βασικός κύκλος της ζωής τους. Ένας από τους παλιούς δασκάλους ο αείμνηστος Παύλος Στεφόπουλος είχε καταγράψει και συγκεντρώσει πολλά στοιχεία και ιστορικό υλικό για την γύρω περιοχή. Δεν πρόφτασε όμως να τα εκδώσει γιατί τον πρόλαβε ο εμφύλιος, όπου πολλά εξαφανίσθηκαν στην δίνη του, μεταξύ αυτών και η βιβλιοθήκη του, όπου τα φύλαγε. Ο γιος του, Ανδρέας Στεφόπουλος, μαθητής γυμνασίου τότε επίσης δάσκαλος αργότερα, συγκέντρωσε πολύτιμο λαογραφικό υλικό που αποτέλεσε μια μοναδική και πολύτιμη στις μέρες μας, συλλογή, για τη Χρυσή Καστοριάς. Τρεις εργασίες, το γλωσσάριο, η τροφή, και τα παιδικά παραδοσιακά παιχνίδια, με την περιγραφή 100 παιχνιδιών από την περιοχή μας δίνουν μια ιδέα για τη ζωή και τις εικόνες της γενέτειράς του.

Η Χρυσή, κρατάει αρκετούς κατοίκους και το χειμώνα και μαζί με την ζεστή φιλοξενία και την περιποίηση ακούει ο επισκέπτης και τα παράπονα, για την εγκατάλειψη. Όχι πως ήταν εύκολη η ζωή παλιότερα αλλά τώρα είναι πιο προκλητική η σπατάλη για ανούσια έργα, που δήθεν θα ‘’αναβαθμίσουν’’ τουριστικά το Γράμμο. Αυτό που παρατηρήσαμε εμείς, και μας έκανε εντύπωση, πέρα από τις απόλυτα δικαιολογημένες προσεγγίσεις των κατοίκων περί έλλειψης υποδομών, είναι ότι, τα τελευταία χρόνια έχει καλυτερεύσει η πρόσβαση σε αυτό το χώρο. Οι δρόμοι γενικά έγιναν φαρδύτεροι, τοποθετήθηκε σήμανση, πολλοί ασφαλτοστρώθηκαν και γενικά η επικοινωνία μεταξύ των χωριών αλλά και με τα μεγάλα κεφαλοχώρια αναβαθμίστηκε. 

Συνεχίζοντας τη διαδρομή σε 2 χλμ., θα φτάσετε στο Πευκόφυτο (πριν το 1928 Βύσσαντσκο και Βύσαντσικο στα 980 μ. υψ., 57 χλμ από Κ.), χτισμένο και αυτό στις πλαγιές της Κάτω Αρένας. Όμορφος, πνιγμένος στο πράσινο και τα νερά χώρος, ολόδροσος το καλοκαίρι ότι πρέπει για ατέλειωτες βόλτες στα δάση και τον διπλανό Σαραντάπορο. Στην πλατεία του, είναι η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, το μικρό λαογραφικό μουσείο που στεγάζεται στο παλιό πετρόχτιστο σχολείο και ο καινούργιος ξενώνας. Δίπλα, βρίσκεται το θαυμάσιο ‘’Αρχονταρίκι’’ ένα εξελιγμένο καφενείο – εστιατόριο, που δεν περιμένει ότι θα βρει εδώ πάνω ο επισκέπτης. Πρόκειται για το κτήριο της παλιάς κοινότητας που ο λαογραφικός σύλλογος το διαμόρφωσε σε χώρο συνάντησης επισκεπτών και ντόπιων.  Το διαχειρίζεται ο φιλόξενος Γεράσης Κωνσταντίνος που θα σας εξυπηρετήσει σε ότι του ζητήσετε και έχει να κάνει με την ευρύτερη περιοχή. Ζητήστε του να σας δείξει το μονοπάτι, κάτω από το χωριό, που οδηγεί στον παλιό νερόμυλο. Δίπλα σχεδόν από το ‘’Αρχονταρίκι’’ είναι η λιλιπούτεια, πλακόστρωτη πλέον, πλατεία Κατσαντώνη με μια όμορφη λιθόχτιστη κρήνη με παγωμένο, σαν κρύσταλλο νερό. Πιείτε ή εφοδιαστείτε στον τελευταίο σταθμό και οδηγήστε πλέον μέσα στο συναρπαστικό τοπίο του Γράμμου. 

Η περιοχή που διασχίσατε είναι γνωστή και σαν Κατσιαουνοχώρια και τους κατοίκους Κατσιαούνηδες, που κατά μια ερμηνεία σημαίνει ‘’φευγάτος’’. Σε αυτά περιλαμβάνονται, η Χρυσή, το Πευκόφυτο, η Κοτύλη, η Λάνκα, ο Βράχος, η Κυψέλη, ο Πεύκος, το Επταχώρι, και η Ζούζουλη σχεδόν όλα τα χωριά της κοιλάδας του Σαραντάπορου. Κατά την εποχή της ακμής τους, ο ανδρικός πληθυσμός ασχολούνταν κυρίως με τη μαστορικήκαι αξιώθηκαν να γίνουν μύθος και δημοτικό τραγούδι. Έντονη είναι και η πολιτισμική τους συγγένεια με την Ήπειρο, όπως άλλωστε και η καταγωγή της πλειονότητας των κατοίκων. Όλες αυτές οι μοναχικές κοινότητες φθίνουν πληθυσμιακά, σε μια άνευ προηγουμένου απερήμωση, που ξεκίνησε από την απελευθέρωση και ολοκληρώθηκε με τον εμφύλιο που όλα τα χωριά της περιοχής Βοίου – Γράμμου ήταν στο επίκεντρο των γεγονότων και καταταλαιπωρήθηκαν. Μόνο το καλοκαίρι τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια επιστροφή από τα μεγάλα αστικά κέντρα, ευκαιριακή και αυτή, για ολιγοήμερες καλοκαιρινές διακοπές. 

Στα περισσότερα ‘’χωριά’’ που θα ‘’δείτε’’ στο πεδίο από το Πευκόφυτο και πέρα, έχουν μείνει μόνο τα τοπωνύμια και οι σωροί από τις πέτρες να θυμίζουν το πολυθρύλητο ένδοξο παρελθόν. Χρειάζεται προσπάθεια από τη μεριά του ταξιδιώτη – περιηγητή ώστε να ανασυνθέσει και να αναπλάσει στη σκέψη του αυτά τα διαλάμψαντα για τον πλούτο, για τους μαστόρους, και το πληθυσμό κεφαλοχώρια. 

Ο χωματόδρομος από το Πευκόφυτο και μετά δεν διασταυρώνεται πουθενά και σε 6 χλμ σας φέρνει στην τοποθεσία ‘’Ερείπια Μυροβλήτη’’. Η Μυροβλήτη (Μυροσλάβιστα), ένα χωριό φάντασμα που στην απογραφή της 15ης – 16ης Μαΐου 1928 απογράφηκαν είχε 92 κατοίκους, κυρίως μουσουλμάνους. Ο γνωστός αρχικομιτατζής Τσιακαλάρωφ (βλ. Δροσοπηγή – Νυμφαίο στον ίδιο τόμο) σε μια από τις πολλές επιδρομές του, έκαψε τη Μυροβλήτη(3), σκοπεύοντας καταλάβει το Πευκόφυτο και τη Χρυσή, όμως οι κάτοικοί τους αντιστάθηκαν στη θέση ‘’Κεφαλόβρυσο’’ (λίγο έξω από το Πευκόφυτο), και τελικά απώθησαν τα Βουλγάρικα ένοπλα σώματα, που δεν ξαναφάνηκαν στην περιοχή. Από το αμφιθεατρικά χτισμένο χωριό δεν έχει απομείνει τίποτα, παρά μόνο τα θεμέλια από τα πολλά σπίτια του, και αυτά χωμένα στις πρασινάδες. Εδώ υπήρχαν παλιές καλλιέργειες, που έχουν εγκαταλειφθεί πριν δεκαετίες, μετατρέποντας το χώρο σε πλούσιο βοσκότοπο. Η κεντρική δστ. (τρίστρατο), οδηγεί δεξιά στον Πεύκο, ευθεία Γράμμο, αλλά εσείς θα πάτε αριστερά προς Αρένες.

Οδηγώντας στον ανηφορικό αρχικά δρόμο, δεν θα πιστεύετε στα μάτια σας, ζούγκλα κυριολεκτικά. Δροσερά ρέματα, μικρότερα ρυάκια, ένα εκτεταμένο πάμπλουτο σε είδη οικοσύστημα, που υπερτερεί η οξιά, απλώνεται σε όλη τη διαδρομή, ένας υπέροχος τόπος. Μέχρι πρότινος πολύ λίγα ήταν γνωστά για τη φύση του Γράμμου, αφού κανείς από αυτούς που υποχρεούνται να το κάνουν δεν φρόντισε για αυτό. Άλλωστε η πολιτική ‘’προστασίας’’ του περιβάλλοντος από πλευράς κράτους, εστιάζεται αποκλειστικά, στους υγρότοπους και στα θαλάσσια οικοσυστήματα, αγνοώντας τους ορεινούς όγκους, τους οποίους όλοι θυμούνται το καλοκαίρι όταν αρχίζουν οι φωτιές. Παρά τα τεράστια σε ύψος πρόστιμα από την Ε. Ε., που πληρώνουμε όλοι μας, συνεχίζουν την καταστροφική και ψευδεπίγραφη ‘’προστασία’’.

Οι διαρκείς καταγραφές για την πανίδα και το φυσικό περιβάλλον που έγιναν από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ, στο πλαίσιο του προγράμματος Life – Nature / Άρκτος II, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1990 – 2000 βοήθησαν να μάθουμε πολλά για τη φύση του Γράμμου και να αναγνωριστεί η αξία του. Σήμερα συμπεριλαμβάνεται στις σημαντικότερες περιοχές για τη φύση στην Ελλάδα, στο Natura 2000 και στις σημαντικές περιοχές για τα πουλιά, σύμφωνα με τις καταγραφές της Ε.Ο.Ε. (Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία) και του Birdlife International. Τα στοιχεία που αξίζουν να προστατευτούν στο Γράμμο, έγιναν γνωστά μετά την ειδική περιβαλλοντική μελέτη που εκπονήθηκε από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ σε συνεργασία με το ΥΠΕΧΩΔΕ και το Υπ. Γεωργίας, στο πλαίσιο του προγράμματος Life – Άρκτος (β’ φάση). Παρά τη σοβαρότητα των οργανισμών που ασχολήθηκαν με τον Γράμμο οφείλουμε να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στη διοίκηση. Έχουμε αναφερθεί ξανά όχι μόνο στην απαξίωση του Natura αλλά και σε άλλων προγραμμάτων που διασφάλιζαν υποτίθεται το περιβάλλον. Άλλωστε, μια ματιά σε ‘’προστατευόμενες’’ τοποθεσίες θα δώσει απαντήσεις στα ερωτήματά σας. 

Ίσως με αυτούς τους συλλογισμούς και εσείς, φτάνετε στην πρώτη δστ, που δεξιά οδηγεί προς ‘’Σγούρο’’ (4 χλμ.), και από εκεί ‘’Λιανοτόπι’’ (7χλμ,), και Γράμμο (12 χλμ.). Εσείς συνεχίστε ευθεία και αφού περάσετε μια στάνη, δεξιά σας στο ξέφωτο, θα βγείτε στα απέραντα λιβάδια της Τρακοσάρας, (10, 8 χλμ., από Πευκόφυτο) στην ομώνυμη πηγή που λένε ότι το νερό της είναι ελαφρύ και χωνευτικό. Μάλιστα για να δώσουν έμφαση στο ‘’ελαφρύ’’ λένε ότι ‘’μια οκά (400 δράμια), ζυγίζει 300 δράμια’’(3α)

Το σίγουρο είναι ότι θα πιείτε (αν έχει νερό), ένα από τα καλύτερα και πιο χωνευτικά νερά της Πίνδου. Βρισκόσαστε στην ενότητα των Αρένων, που αποτελούνται από δύο ενωμένους ορεινούς όγκους, την Πάνω Αρένα (2192 μ. υψ.), και την Κάτω Αρένα (2075 μ. υψ.). Είναι ένα μακρύ, πέτρινο τείχος σε συνεχόμενη διάταξη που από τα νοτιοανατολικά προς τα δυτικά ενώνεται με τον κύριο όγκο του συγκροτήματος του Γράμμου, στην κορφή Μαύρη Πέτρα (2217 μ. υψ.), δίπλα από την ψηλότερη Κιάφα ή Αρίνα στα βλάχικα (2398 μ. υψ.). Το τοπίο είναι ένα αριστούργημα της φύσης, έξω από τα συνηθισμένα, επιβάλει την παρουσία του με τις γκριζόλευκες ψηλές κορφές και τα καταπράσινα δάση οξιάς που εδώ, κοντά στα δασοόρια, έχουν βρει το βέλτιστο της ανάπτυξής τους. Φανταστείτε μόνο, αυτά τα τεράστια ορεινά βοσκοτόπια της περιοχής, πως θα είναι τους βαρείς και συννεφιασμένους χειμωνιάτικους μήνες ‘’στολισμένα’’ με χιόνι, ενώ χαμηλότερα οι δασωμένες πλαγιές και τα λιβάδια θα ζουν στους δικούς τους ρυθμούς. 

Σε λιγότερο από ένα χλμ. και σε υψόμετρο 1700 μ. κάτω από την κορφή Επάνω Αρένα συναντάτε την υποαλπική λίμνη Μουτσάλια(4),(11, 5 χλμ. από Πευκόφυτο). Πρόκειται για μια μαγική τοποθεσία, κρυμμένη θαρρείς, από τα αδιάκριτα βλέμματα. Εδώ καταλήγει η διαδρομή που έχουμε περιγράψει από την Αετομηλίτσα (τ. ΣΤ’, 226), και από το Κεφαλοχώρι (Λούψικο – Γράμμος 3ο). Φυσικά μπορείτε να τις κάνετε και από τη λίμνη προς Αετομηλίτσα, ή Κεφαλοχώρι (βλ. RoadBook στο τέλος). 

Η φύση σε αυτά τα σημεία είναι εκθαμβωτική, το τοπίο παραπέμπει σε παραμύθι τόσο έντονα που λες, δεν μπορεί,  από κάπου θα πεταχτούν νεράιδες και ξωτικά. Όλος ο χώρος περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τις 449 περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της χώρας μας, ταυτόχρονα είναι ένας από τους σημαντικότερους βιότοπους της αρκούδας ενώ στα νερά της λίμνης και τα υγρά αλπικά λιβάδια ζουν τρία είδη τριτώνων (αμφίβια σαν τη σαλαμάνδρα), Triturus alpestris, (Αλπικός), Triturus vulgaris, (Κοινός) και ο σπάνιος Triturus cristatus (Λοφιοφόρος). Η ομαλή και φυσική διαδοχή του νερού και της δασικής βλάστησης καθώς και η παρόχθια χλωρίδα, δημιουργούν ένα  από τα ελκυστικότερα τοπία της περιοχής. Το δάσος περιτριγυρίζει και αγκαλιάζει τη λίμνη με ένα καταπράσινο μανδύα, ο οποίος καθρεφτίζεται στο νερό και επηρεάζει χρωματικά την επιφάνειά της. Δεν χρειάζεται καν να προτείνουμε την κατασκήνωση, είναι βέβαιο ότι μόλις αντικρίσετε το μέρος θα ξεφορτώσετε και θα στήσετε. Μόνο φροντίστε από πριν για προμήθειες.   

Αυτό που παρατηρούμε σε όλα τα χωριά που περάσαμε σε όλα όσα θα πάμε(5), και μας βάζει σε σκέψεις, είναι ότι το καλοκαίρι που η πρόσβαση είναι εύκολη, οι παραθεριστές, λειτουργώντας αντίθετα απο την κοινή λογική, καταφεύγουν στη ζεστή αγκαλιά των νησιών. Αυτό το αξιοπερίεργο φαινόμενο παρουσιάζεται μάλιστα τη περίοδο, που όλοι οι παράγοντες συνηγορούν για επίσκεψη σε αυτά τα τελευταία καταφύγια φυσικής ζωής. Υπάρχουν περισσότεροι κάτοικοι – παραθεριστές, οι σκηνές στήνονται χωρίς προβλήματα, όλα τα καφενεία – ψησταριές είναι ανοιχτά καθημερινά, οι δρόμοι είναι καθαροί, υπάρχει δροσιά, χώρια που σχεδόν παντού έχουν δημιουργηθεί θαυμάσιοι ξενώνες. Μεγάλο ατού επίσης είναι η διάρκεια της ημέρας που λόγω του μήκους της δίνει τη δυνατότητα να περιηγηθούμε σε πολλά περισσότερα μέρη απ’ ότι το χειμώνα. Προσθέτουμε στο τέλος το γεγονός του καλού οδικού δικτύου, που κάποτε ήταν μόνο για ορειβάτες ή πεζοπόρους. Στις μέρες μας όμως ανοίχθηκαν καινούργιοι, διευκολύνοντας τα μέγιστα την γνωριμία με αυτούς τους επίγειους παράδεισους. 

Εμείς σας προτείνουμε ανεπιφύλακτα τη γνωριμία με τη περιοχή των μαστοροχωρίων του Γράμμου, τα  Κατσιαουνοχώρια αλλά και με το ίδιο το βουνό, πριν αρχίσει η αλόγιστη και απρογραμμάτιστη ‘’ανάπτυξη’’ και τουριστικοποίηση της περιοχής, όπως έγινε με όλες τις παράκτιες, κατεστραμμένες πλέον, περιοχές της Ελλάδας. 

Αναλυτικά η διαδρομή – Τρακοσάρα – Λίμνη Μουτσάλια – Αετομηλίτσα

00,00 πηγή τρακοσάρα και δεξιά δασικός για στάνη και βοσκοτόπια, ευθεία Αετομηλίτσα

1.190 μ. Λίμνη ‘’Αρρένες’’

1.300 μ. δστ. δεξιά δασικός, αριστερά Αετομηλίτσα

2.700     δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά δασικός προς Χρυσή στη θέση ‘’στρούγκες Βέρμπη’’

3.200 ΔΙΑΣΕΛΟ στη θέση ‘’Τρίγωνο’’

4.450    Λιβάδι στη θέση ‘’Καμπίτσιο’’ και δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά (Λούψικο – Λυκόραχη),

5.200 Πέρασμα από ρέμα, πιθανά λάσπη, κάντε παράκαμψη 50μ από το δάσος

8.850    δστ. αριστερά στάνη, ευθεία Αετομηλίτσα

9.850 δεξιά στάνη αριστερά Αετομηλίτσα

Πέτρα Μούκα στα δεξιά σας

10.780 Κεντρικός δρόμος και δστ. δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά Ε.Ο. Κόνιτσας – Επταχωρίου – Κοζάνης. Υπάρχει πινακίδα για Αρένες – Λιανοτόπι – Γράμμος.

10.880 δστ. δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα υπάρχει πινακίδα για στάνη Λάμπρη – Γκούρα – Καζάνι - Σούφλικα

11.880 δστ. δεξιά στάνες ευθεία Αετομηλίτσα.

13.480 Πλατεία Αετομηλίτσας. Η διαδρομή είναι 00.40’.

Σημειώσεις:

(1) Τα παλιότερα παλιοχώρια ήταν, το Παλιοκρυμμίνι, το Δρυάνοβο, το Πέτριτζκο (Πετρίτσι), η Τσιούκα, η Ζάμπιανη, τα μεταγενέστερα ήταν το Παρατσκό, το Παλιοχώρι, η Ρέντα, η Χαλκιά, η Φράξος, (Τσίγγαλος 79, 81, 84, 85).

(2) Αν πάτε προς τα εκεί, να δείτε οπωσδήποτε την Παλιά Κοτύλη, ένα χωριό χτισμένο στην εντυπωσιακή κοιλάδα που σχηματίζεται κάτω από τον διάσημο ‘’Χάρο’’, ένα ορεινό βραχώδες συγκρότημα που η θέα του και μόνο, κόβει την ανάσα. Το μεγαλύτερο μέρος του χωριού είναι ερειπωμένο, όμως υπάρχουν ακόμα λίγα σπίτια, η παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και μέσα στο κατάφυτο ρέμα της, το ξεχασμένο παραδοσιακό πέτρινο γεφύρι της. Επίσης από εκεί ξεκινούν θαυμάσιες πεζοπορικές διαδρομές με σήμανση και χρόνους διάσχισης.

(3)Την Μυροβλήτη (παλιά ονομασία Μυροσλάβισσα και Μυροσλάβιστα), την πρόλαβαν σαν ένα αμιγώς μουσουλμανικό χωριό, όμως κάποια στοιχεία από συνήθειες, βάζουν σε σκέψεις τον σημερινό ερευνητή, ‘’….οι γυναίκες κατά την εορτή του Αγίου Γεωργίου, τον εσπερινό πήγαιναν κόλλυβα σε κάτι ερείπια (πιθανόν εκκλησίας), άναβαν και κεριά και κάθονταν αμίλητες ώσπου να σβήσουν και μετά επέστρεφαν στο σπίτι τους. Κατά μαρτυρία ενός μουσουλμάνου Κιαζήμ ονομαζομένου, πολλές φορές οι χωριανοί έβλεπαν ιεροφορεμένο τον ιερέα να περιέρχεται τα ερείπια και να θυμιατίζει. Φαίνεται πως το χωριό ήταν χριστιανικό και εξισλαμίστηκε, δεν παρέλειπαν όμως να υμνούν τον άγιο με τον τρόπο τους…’’ (από ανέκδοτο αντίγραφο εργασίας του Ανδρέα Στεφόπουλου – διατηρείται η σύνταξη και η ορθογραφία του συντάκτη).

(3α)Η λέξη «δράμι» προέρχεται από το αραβικό ντιρχάμ (ασημένιο νόμισμα) το οποίο ήταν έως την 1η Ιουλίου 1959 επίσημο μέτρο βάρους στην Ελλάδα, ως υποδιαίρεση της οκάς, Το δράμι αντιστοιχούσε σε 3,2 γραμμάρια και η οκά είχε 400 δράμια. Από αυτό προέκυψε η παροιμιακή φράση «τα έχει τετρακόσια» δλδ. είναι πανέξυπνος και μαζί προσεκτικός, δεν «χάνει».

(4) Μουτσάλια: ‘’….στο δικό μας το βουνό είχε τα κοπάδια του ένα στοιχειό, ένας δράκος. Ένα άλλο στοιχειό είχε τα κοπάδια του στο απέναντι βουνό, στο Σμόλιγκα. Τα πρόβατα του δικού μας στοιχειού ήταν καλύτερα. Μια φορά έφυγαν τα κριάρια από το δικό μας στοιχειό και πήγαν στα κοπάδια του στοιχειού του Σμόλιγκα. Έστειλε μήνυμα το δικό μας στοιχειό, στο στοιχειό του Σμόλιγκα να του φέρει πίσω τα κριάρια. Εκείνο αρνήθηκε και άρχισαν να μαλώνουν. Το δικό μας στοιχειό ξερίζωνε έλατα και τα πέταγε στο στοιχειό του Σμόλιγκα. Εκείνο πάλι ξερίζωνε οξιές και τις πετούσε στο δικό μας στοιχειό. Καθώς δεν μπορούσαν να τα πετάξουν ως την κορυφή του βουνού, που ήταν το στοιχειό, έπεφταν παρακάτω. Έτσι στο δικό μας βουνό τα έλατα είναι πιο πάνω από τις οξιές ή ανακατεμένα, ενώ στο Σμόλικα είναι κάτω τα έλατα και παραπάνω οι οξιές…’’ (από ανέκδοτο αντίγραφο εργασίας του Ανδρέα Στεφόπουλου - διατηρείται η σύνταξη και η ορθογραφία του συντάκτη).

(5) Σε επόμενα άρθρα θα αναφερθούμε στον παλιό πυρήνα των βλαχοχωρίων του Γράμμου, το ομώνυμο χωριό μέχρι το Νεστόριο, (4η διαδρομή 1η έξοδος), και στα χωρία από το Μονόπυλο μέχρι Κρυσταλοπηγή στα προσφυγοχώρια (5η διαδρομή 2η έξοδος). 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24670

ΔΙΑΜΟΝΗ: Επταχώρι οι ξενώνες Γακίδη 84081 και Τριανταφύλλου 84159, Πευκόφυτο ξενώνας Γεράσης Κωσταντίνος 81585.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στις Αρένες στη Λίμνη ή πριν τον αυχένα, προς Αετομηλίτσα, στο πλάτωμα της ‘’στρούγκας Βέρμπη’’. Σε κάθε περίπτωση ρωτήστε πρώτα, μια που η περιοχή ελέγχετε αυστηρά από την αστυνομία και τους συνοριοφύλακες λόγω λαθρομεταναστών. Μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Επταχώρι καφενείο - ψησταριά 84141 (απέναντι από την BP) κ. Τούλα, 2ο καφενείο – ψησταριά στην πλατεία 84164 Περικλής Τσάνγκας, Χρυσή καφενείο – ψησταριά 84196 Βασίλης Τσιγάρας, Πευκόφυτο ‘’Αρχονταρίκι’’ 81585 Γεράσης Κωσταντίνος.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Αρρένων 84029, Αστυνομία Επταχωρίου 82700, Κόνιτσας 22202, Α’ Βοήθειες Επταχώρι 84022. Συνεργεία: Τούσιας Θωμάς 1ο χλμ, Ε.Ο. Κόνιτσας – Κοζάνης 22904, Ζώτος Νικόλαος 22910. Βουλκανιζατέρ: Αντωνίου Ευάγγελος, Κιλελέρ 1, 23081, Βαγενάς Σωτήρης 22818, Ντελής Σπύρος 22939. Τα συνεργεία & τα βουλκανιζατέρ που εντοπίσθηκαν είναι για αυτοκίνητα. 

ΧΡΗΣΙΜΑ:  www.kastoria.net Η περιοχή των Αρένων είναι ότι καλύτερο για κατασκήνωση. Προστατέψτε την. Καλού κακού, το κατακαλόκαιρο, καλό θα είναι να έχετε μαζί σας Autan η ένα κερί σιτρονέλας για τα κουνούπια. Προσοχή στις βενζίνες. Αν κατευθυνθείτε προς το Γράμμο και τα χωριά του φροντίστε για ένα τετράλιτρο τουλάχιστον. Επόμενο βενζινάδικο έχει στο Νεστόριο.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κόνιτσα όλες οι εταιρείες, Επταχώρι BP, 84064, και στον Πεντάλοφο.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) η μόνη λύση είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα.

ΒΙΒΛΙΑ: Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος, Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου, Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας – Πρακτικά, Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Κ. (Μοτοσυκλετιστικός Όμιλος Καστοριάς) Τάνια Ρήμου, Περιοχή Χλόη – Καστοριά, τηλ 2467026431, 6938045052. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών, Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για το άρθρο ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ – ΠΛΑΓΙΑ – ΧΡΥΣΗ – ΑΡΡΕΝΕΣ (Γράμμος 3ο & 4ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Παναγιώτου Η. Πουλίτσα / Επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ’ της Βορείου Ηπείρου / Ε.Ε.Β.Σ. έτος Ε’ 1928, 5 – 6.
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Παιδικά Παραδοσιακά Παιχνίδια από τη Χρυσή Καστοριάς / Ανάτυπο Μακεδονικών τομ. 12 / Θεσσαλονίκη 1972
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Το γλωσσάρι της Χρυσής Καστοριάς / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Ανάτυπο ΙΗ Μακεδονικών / Θεσσαλονίκη 1978
  • Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος / Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου / Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας - Πρακτικά / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Τροφές της Χρυσής Καστοριάς / Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – δημοσιεύματα Λαογραφικού μουσείου, αρχείο αρ.3 / Γιάννινα 1981
  • Σπύρου Ι. Μαντά / Τα ηπειρώτικα γεφύρια / Τεχνικές εκδόσεις Αθήνα 1984
  • Αναστασία Γ. Τούρτα / Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι - Αρχαιολογικό Δελτίο 44 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1991
  • Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση / Γνωριμία με την Επαρχία Κονίτσης / Κόνιτσα 1993
  • F. Pouqueville / Ταξίδι στην Ελλάδα, Τα Ηπειρωτικά τόμος Α’ / Ε.Η.Μ. Γιάννινα 1994
  • Βασίλης Παπαγεωργίου – Αργύρης Πετρονώτης / Ο Πυρσογιαννίτης Πρωτομάστορας Ζιώγας Φρόντζος και τα έργα του / Ανάτυπο από το συλλογικό τόμο ‘’Η επαρχία Κόνιτσας στο Χώρο και το Χρόνο’’ / Δήμος Κόνιτσας 1996
  • Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου Α’ & Β’ / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 1996
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων 1998
  • Αγόρω Τσίου – Άλκης Ράφτης / Λούψικο Κόνιτσας / έκδοση διεθνούς οργάνωσης λαϊκής τέχνης – ελληνικό τμήμα και θέατρο ελληνικών χορών ‘’Δόρα Στράτου’’ Αθήνα 1999
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
  • Αργύρης Π. Π. Πετρονώτης / Ένας λίγο γνωστός Σταριτσιώτης πρωτομάστορας στη Ναυπακτία / Ανάτυπο από την έκδοση των πρακτικών του Β’ διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας / Μάρτιος 2003
  • Χαρίλαος Γ. Γκούτος / Η επαρχία Κόνιτσας και η Μόλιστα επί τουρκοκρατίας / Αθήνα 2003
  • Ιωάννη Β. Τσάγκα / Κονιτσιώτικα – Ζερματινά Α’ / αυτοέκδοση Αθήνα 2004
  • Χαράλαμπου Ν. Ρεμπέλη / Κονιτσιώτικα / επανέκδοση του συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών ‘’Η Πρόοδος’’ / Γιάννινα 2005

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μάνος Πατέλαρος / Διάσχιση Πίνδου / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.34 Οκτώβριος 1988
  • Ηλιάνα Ν. Φασούλη / Ο νερόμυλος του χωριού μου / περιοδικό Κόνιτσα τ. 92 Ιούνιος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαραντάπορος / περιοδικό ΓΕΩ τ. 239 13/11/04
  • Κώστας Β. Παπαδημητρίου – Κώστας Ζήνδρος / Το λημέρι των Μαστόρων / περιοδικό ΓΕΩ τ. 244 18/12/04
  • Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης / Η Ιερά Μονή Ζέρμας (αναδημοσίευση από το Ηπειρωτικό Ημερολόγιο του 1911;)  Περιοδικό Κόνιτσα τ. 120 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2005

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

 ΗΠΕΙΡΟΣ (5224λέξεις)

ΚΟΝΙΤΣΑ – ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ – ΠΛΑΓΙΑ

(Γράμμος 3η εργασία από 8)  

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Απρίλιος 2005

Από τα Μαστοροχώρια στο Γράμμο

Μετά τα πανέμορφα μαστοροχώρια, τον σημερινό πυρήνα τους, το παραδοσιακό Πληκάτι και το ξακουστό βλαχοχώρι Αετομηλίτσα με τα εξαιρετικά φυσικά θέλγητρα τους, και τις διαφορετικές οδικές προσεγγίσεις που αποκαλύψαμε στο περασμένο αφιέρωμα· κατηφορίζουμε προς την κοιλάδα του Σαραντάπορου, και την κεντρική οδό επικοινωνίας Κοζάνης – Κόνιτσας – Ιωαννίνων. 

Ο ομώνυμος ποταμός, με μήκος 40 χλμ, αποτελεί το φυσικό όριο ανάμεσα στο Γράμμο και το Σμόλικα. Δεν εντυπωσιάζει με την ποσότητα των νερών του, όμως γητεύει τους επισκέπτες, χαρακτηρίζοντας όλη τη περιοχή και την ενότητα των Μαστοροχωρίων που βρίσκονται κατά μήκος της πορείας του, προσφέροντας απλόχερα απολαυστική οδήγηση για πολλά χιλιόμετρα σε μια από τις ωραιότερες διαδρομές στην Ελλάδα. 

Από τον κεντρικό δρόμο, πολύ κοντά, βρίσκονται δύο ονομαστοί οικισμοί, η Θεοτόκος (παλιά Φετόκο και Φιτόκο) δίπλα στο ποτάμι, και ψηλότερα η Λαγκάδα, (παλιά Μπλίσ(δ)ιανη). Λαμπρά μαστοροχώρια της Λάκκας Σαραντάπορου, μιας ιδιαίτερης ανθρωπογεωγραφικής ζώνης, είναι βέβαιο ότι μαζί με τη Καστανέα (παλιά Καστάνιανη) και τη Δροσοπηγή (Κάντσικο), θα αποτελέσουν θέμα για επόμενο αφιέρωμα, ώστε να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν ολοκληρωμένος ο Δήμος Μαστοροχωρίων(1) και η ευρύτερη περιοχή που έζησαν και δημιούργησαν, οι φημισμένοι μαστόροι της πέτρας και τα ‘’μπουλούκια’’ τους. Αν υπάρχει χρόνος για επίσκεψη, αξίζει σε κάθε περίπτωση να τα εξερευνήσετε, ειδικά την παλιά Θεοτόκο με την μισογκρεμισμένη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και το ξωκλήσι του Αγίου Αθανασίου. 

Η άλλη διαδρομή που προτείνουμε, προς Κεφαλοχώρι – Πλαγιά (Γράμμος 3ο), και Χρυσή – Πευκόφυτο – Αρένες (Γράμμος 4ο), είναι αυτή που ξεκινά στη συνέχεια το τρίτο ταξίδι - γνωριμία με τον ορεινό χώρο της Βόρειας Πίνδου και το Γράμμο. Πολύ σύντομα, από τη δστ. της Αετομηλίτσας θα φτάσετε στο παραποτάμιο Κεφαλοχώρι (πριν το 1928 Λούψικο, πριν το 1978 Λυκόρραχη στα 680 μ. υψ. 37 χλμ από Κόνιτσα, στο εξής Κ.). Ένα θαυμάσιο χωριό σε πολύ όμορφη τοποθεσία, κάτω από την κορυφή ‘’Μάρμαρα’’ με φαρδείς δρόμους, και αυλές γεμάτες λουλούδια και οπωροφόρα δέντρα. 

Το έντονο ανάγλυφο του εδάφους σε συνδυασμό με την πληθώρα μικρών και μεγάλων χειμάρρων είδαμε (ταξίδια τ. ΣΤ’, 198, 216), ότι σε όλη την ιστορία της επαρχίας Κόνιτσας δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα και κατολισθήσεις. Φοβερές ζημιές έχουν καταγραφεί, με αποτέλεσμα την αναγκαστική εγκατάλειψη χωριών όπως η Πλαγιά, η Θεοτόκος, και το Λούψικο, που μεταφέρθηκε σε αυτή την τοποθεσία το 1977, στη θέση της κοινότητας Αμπέλια. Εκείνη την εποχή (1970), είχε ολοκληρωθεί η εθνική οδός Ιωαννίνων – Κοζάνης και η διοίκηση αποφάσισε να χτιστεί εδώ το νέο χωριό, δίπλα από τον δρόμο, σε μια προσπάθεια – συμβολή, στην ανάπτυξη όλης της περιοχής που εκείνο τον καιρό ερήμωνε. Τον επόμενο χρόνο (1978), μετονομάστηκε σε Κεφαλοχώρι επιβεβαιώνοντας αυτή τη πρόθεση. 

Σήμερα αποτελεί ένα από τα πιο ζωντανά χωριά της περιοχής, περιλαμβάνεται στο Δήμο Μαστοροχωρίων, είναι έδρα του δημοτικού σχολείου, και του κέντρου φροντίδας οικογένειας του δήμου. Οι υποδομές δεν είναι φανταχτερές, όμως υπάρχει η φιλοξενία και η εξυπηρέτηση στον όμορφο ζεστό χώρο, του Δημήτρη και της Ναυσικάς Φασούλη. Στον ξενώνα τους, δίπλα από το τζάκι θα γευθείτε ντόπια εδέσματα και αληθινό ηπειρώτικο τσιπουράκι, χωρίς γλυκάνισο. Κοντά, είναι και η ταβέρνα ‘’το σπιτικό’’ του Αναστάση Φασούλη. Και στα δύο στέκια θα βρείτε από καφέ μέχρι εξαιρετικής ποιότητας ψητά, και σπέσιαλ μυρωδάτα μανιτάρια από τα διπλανά δάση. Επίσης θα πάρετε πληροφορίες για πεζοπορικές ή οδικές διαδρομές ώστε να ανεβείτε στο παλιό Λούψικο, από τον μοναδικό βατό χωματόδρομο. 

Την καλοκαιρινή περίοδο, στο πανηγύρι του Προφήτη Ηλία, γίνεται μεγάλο γλέντι από την παραμονή, ενώ την επομένη όλοι ανεβαίνουν στο ξωκλήσι του Αγίου, στα 1800 μ. υψ., συνεχίζοντας τον εορτασμό. Επίσης, ο φιλοπρόοδος σύλλογος  Κεφαλοχωρίου Κόνιτσας (1983), οργανώνει αρκετές μουσικού περιεχομένου εκδηλώσεις, μεταξύ των οποίων είναι η πολυπληθής του καλοκαιρινού ανταμώματος των Κεφαλοχωριτών, με συνδιοργανωτή το δήμο Μαστοροχωρίων. Γίνεται κάθε χρόνο 12 – 13 Αυγούστου και είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για τους επισκέπτες να παρακολουθήσουν τα δρώμενα. Χορευτικοί όμιλοι από τα γειτονικά μέρη με τις φορεσιές τους, χορωδίες γυναικών του χωριού αλλά και του δήμου, τραγουδούν παραδοσιακά τραγούδια διατηρώντας τη συλλογική μνήμη, προσπαθώντας με αυτές τις εκδηλώσεις να γνωρίσουν και σε άλλους, την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά του τόπου. 

Πραγματικά οι Λουψιώτες από παλιά τραγουδούσαν όπου και να βρίσκονταν, ότι εργασία και να έκαναν, σε χαρές και λύπες, σε γιορτές και ειδικά σε αρραβώνες και γάμους. Μέχρι τις μέρες μας διασώζεται το, σπάνιο πια, αυθεντικό τραγούδι από μια ομάδα δεκατριών γυναικών του χωριού, που τις απολαύσαμε στο θέατρο Πέτρας της Πετρούπολης το Σάββατο 31 Μαΐου 2003. Άλλες ή μελλοντικές εμφανίσεις, δείτε στο: www.polyphonic.gr/4glavas.htm ή στην εφημ. Καθημερινή 25/5/03 και στο http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_572930_25/05/2003_64153  

Μια εξαιρετική δασική διαδρομή ξεκινά από τον παράλληλο στο ποτάμι της ‘’Λυγερής’’ δρόμο, (ντιβόϊκα των ντόπιων), που περνά, στα όρια του οικισμού τη στάνη, στο ‘’τουρκί’’, και ανηφορίζει προς το παλιό Λούψικο σε μια περιοχή με ξεχωριστό ενδιαφέρον. Η μετάβαση μέχρι εκεί από τον χωματόδρομο, διατρέχει το πυκνό πανέμορφο δάσος βελανιδιάς (δρυς), ενώ όσο ανεβαίνετε ψηλότερα αντικαθίσταται με τα ώριμα δάση πανύψηλης οξιάς. Όλη η διαδρομή είναι πέντε εκπληκτικά χλμ., μια πραγματικά σπάνια εμπειρία που αν έχετε enduro ή 4Χ4 δεν πρέπει να την προσπεράσετε αδιάφορα. Στο παλιό Λούψ’κο ή Λυκόρραχη στα 1000 μ. υψ., θα σας υποδεχτούν οι βοσκοί, οι μόνοι που πηγαίνουν εκεί πάνω τη καλοκαιρινή περίοδο συνεχίζοντας την κτηνοτροφική παράδοση. 

Αναφέρεται (Τσίου – Ράφτης, 15, 16), ότι γύρω στο 1800 υπήρχαν τρεις συνοικισμοί, ‘’Ράμστα’’, ‘’Μεσοχώρι’’, και ‘’Λούψικο’’ χωρίς να γνωρίζουμε από πότε υφίστανται. Η σημερινή βιβλιογραφία αναφέρει ότι πιθανά να είναι οι 70 οικογένειες βλάχων προσφύγων, που λόγω της καταστροφής της Μοσχόπολης (1η το 1769), εγκαταστάθηκαν στο Λούψικο (Pouqueville τ.Α’, 169 και Γκούτος, 27), ίσως και στη γειτονική Πλαγιά (Κουκούδης τ.Β’, 302). Το πιθανότερο όμως είναι να είναι λανθασμένη η αναφορά του Πουκεβίλ, αφού οι παλιότεροι κάτοικοι δεν θυμούνται κανένα ίχνος αυτής της εγκατάστασης, ούτε γνωρίζουν, ούτε μιλούν τη βλάχικη (βλ. Ευριπίδη Σούρλα, Ηπειρωτικά Χρονικά τ.4, 1929, Συμβολαί εις την Επαρχίαν Κονίτσης, 195 – 254). Εφ’ όσον εγκαταστάθηκαν στο Λούψικο, πιο κοντά στην αλήθεια είναι ότι μετακινήθηκαν ξανά, σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι δύο οικισμοί πάντως, εγκαταλείφθηκαν μετά το 1870 εξ αιτίας ληστρικών επιδρομών των Τουρκαλβανών. Η παράδοση διασώζει ότι πολλές οικογένειες αποτελούσαν την πρώτη κατοίκηση (Καρανικάδες, Τσιάδες, Φασουλαίοι, Κουταβασαίοι, Βουζαίοι), ενώ οι Σδουκάδες ήρθαν από το Μοναστήρι (Μπιτόλια). Άλλες πάλι έφτασαν από τα χωριά της Αλβανικής Κολώνιας (Κολωνιαραίοι), και οι Νουτσαίοι από τη Λάκκα Σουλίου. Αργότερα, φαίνεται ότι από άλλες επιδρομές διασκορπίστηκαν κυρίως στην Καστοριά, το Μοναστήρι, τα Γιάννινα, και την Κορυτσά. Όταν τα πράγματα ηρέμησαν, επέστρεψαν ξανά στους οικισμούς, και τις ασχολίες τους, κτηνοτροφία και γεωργία, πράγμα που διαπιστώνουμε και σήμερα από τους απογόνους, στον νέο οικισμό.

Οι Λουψιώτες ζούσαν πολύ φτωχικά. Η σοδιά της χρονιάς ήταν σε απόλυτη εξάρτηση από τις καιρικές συνθήκες. Έβρεχε, θα είχαν ψωμί, δεν έβρεχε, θα υπήρχε πρόβλημα στην οικογένεια. Οι οικονομικές συναλλαγές, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60, στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην ανταλλαγή. Ο δικηγόρος πληρωνόταν με σακιά σιτάρι για να αναλάβει μια υπόθεση. Ο γιατρός, που τον έφερναν και τον επέστρεφαν στην Κόνιτσα με μουλάρι έπαιρνε αμοιβή κότες ή αυγά. Έπαιρναν (κυρίως από την Αετομηλίτσα), τυριά και βελέντζες, έδιναν φασόλια, καρύδια, γουρούνια, χόρτο, και άχυρο για ζώα (Τάτσης 207 – 208 & Γ. Σδούκος, Λυκόρραχη, 91). 

Το παλιό χωριό, υπήρξε ένα από τα κεντρικά θέατρα του πολέμου, και ‘’είδε’’, μαζί με τους κατοίκους το ξέφρενο πολεμικό χορό των επιχειρήσεων στις πρώτες τέσσερις μέρες της εισβολής των Ιταλών, την άτακτη υποχώρηση του αποσπάσματος Πίνδου, όπως και τις αιματηρές συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, της μελανότερης σελίδας στη νεότερη ιστορία μας. Άλλωστε, είμαστε στην περιοχή του Γράμμου, που ήταν ένας από τους επιδιωκόμενους προς κατάληψη στόχους των Ιταλών, και το βασικό καταφύγιο εφοδιασμού, οργάνωσης και νοσηλείας ανταρτών αργότερα (ταξίδια τ. ΣΤ’, 226 αναφέρονται οι θέσεις τους). Ανεξάρτητα της κατάληξης, σήμερα όλα αυτά τα επεισόδια της σύγχρονης ιστορίας, και τις τοποθεσίες που αυτά διεξήχθησαν τα σκεπάζει η λήθη και η μοναξιά.

Ότι έχει απομείνει από τον άλλοτε μεγάλο οικισμό, απλώνεται σε μια πανώρια πευκόφυτη κατηφορική πλαγιά του Γράμμου, ένα πολύ όμορφο θέαμα, ακόμα ομορφότερα όμως είναι όσα σώζονται. Ο ναός των Ταξιαρχών (1929), το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής, το σχολείο, και ο διατηρητέος βακούφικος νερόμυλος των Ταξιαρχών χτισμένος από ντόπιους μαστόρους το 19ο αιώνα. Στον μύλο άλεθαν μέχρι το 1970 οι Λουψιώτες, και οι κάτοικοι των γύρω χωριών την παραγωγή της χρονιάς (στάρι, καλαμπόκι, βρίζα), που τους εξασφάλιζε τροφή για την οικογένειά και τα ζωντανά τους. Μετά το νερόμυλο, είναι το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου (1923), ανακαινισμένο το 2004 με το καλοκαιρινό πρόγραμμα εθελοντικής εργασίας του δήμου Μαστοροχωρίων.

Η περιοχή είναι ασύγκριτη για πεζοπορία αλλά και εξερεύνηση από τους δασικούς. Ένας απάτητος, πρασινισμένος από τη χλόη άγνωστος γενικά δρόμος, συνεχίζει ανηφορικά, και ανάμεσα από το Λούψικο και τον Προφήτη Ηλία διασταυρώνεται με την παλιά βλαχόστρατα που πηγαίνει στην Πλαγιά. Μετά την δστ. περνάει δίπλα από την κορυφή Οχυρό (1800 μ. υψ.), και συνολικά +/- 16 χλμ. από το παλιό χωριό βγαίνει στο λιβάδι στη θέση ‘’Καμπίτσιο’’, ένα κατάφυτο από οξιές τοπίο, όπου υπάρχει δστ. δεξιά για Χρυσή, αριστερά για Αετομηλίτσα. Πολύ όμορφες διαδρομές, που από το λιβάδι και πέρα είναι γνωστές μόνο στους οδοιπόρους, που κατευθύνονται από Αετομηλίτσα προς ‘’Αρένες’’ – ‘’Μυροβλήτη’’ ή Χρυσή, μέσω αυχένα ‘’τριγώνου’’ και ‘’στρούγκας Βέρμπη’’. Όσοι από την παρέα δεν ακολουθήσουν αυτή την επιλογή ή δεν ανέβουν καθόλου από το δασικό, μπορείτε να κανονίσετε συνάντηση στη Χρυσή (βλ. Γράμμος 4ο ), απ’ όπου θα έρθουν από το κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο. 

Στο Κεφαλοχώρι, το νέο χωριό, μπορείτε να επισκεφθείτε το λαογραφικό μουσείο, τη κεντρική εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (1985), με το άριστης τέχνης επιζωγραφισμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, έργο του Χαράλαμπου Σκαλιστή, της γνωστής οικογενείας από το Γοργοπόταμο (Τούρνοβο) που έχουν σκαλίσει και το τέμπλο της μητρόπολης στα Γιάννινα (1830). Το τέμπλο μεταφέρθηκε από την εκκλησία των Ταξιαρχών, του παλιού χωριού. Λίγο πριν βγείτε στην ‘’εθνική’’, δεξιά σας, είναι η Αγία Τριάδα (1973), με αξιόλογη θέα προς τα υψώματα ‘’Ρόγγια’’, και ‘’Στούπη’’ στα 800 μ. υψ και τα δύο, ανάμεσα από τα οποία ξεχύνεται και ξεχωρίζει στο λαμπρό φως του ήλιου το γραφικό Κεφαλοχώρι με τις κατακόκκινες κεραμοσκεπές του.

Σε όλη τη διαδρομή, σας συνοδεύει ξέγνοιαστος ο Σαραντάπορος που κυλά στη φαρδιά κοίτη του προσφέροντας ωραία τοπία στους ταξιδιώτες, σε μια διαδρομή που ικανοποιεί όλες τις αισθήσεις. Σύντομα, πλησιάζετε εκεί που η κοιλάδα και το πέρασμα του ποταμού στενεύουν, στο διοικητικό όριο του νομού Ιωαννίνων, στα ‘’σύνορα’’ με τη δυτική Μακεδονία και το νομό Κοζάνης. Εκεί βρήκαν την ευκαιρία οι έμπειροι μαστόροι να γεφυρώσουν το ποτάμι με το επιβλητικό δίτοξο πέτρινο γεφύρι της Ζέρμας ή Κάντσικου στα όρια των χωριών Πλαγιά (Ζέρμα) και Δροσοπηγή (Κάντσικο). Ένα γνωστό μνημείο της περιοχής, που με τα οξυκόρυφα τόξα του έγινε το επίσημο ‘’σήμα κατατεθέν’’ για το δήμο Μαστοροχωρίων, που χρησιμοποιεί την ζωγραφική αποτύπωσή του στα έγγραφα και την αλληλογραφία του. Πότε χτίστηκε το περίτεχνο γεφύρι και από ποιους, κανείς δεν μπορεί να τεκμηριώσει με σιγουριά, οι μαρτυρίες του παρελθόντος, αναφέρουν ότι υπήρχαν στην περιοχή του γεφυριού επάλξεις, και άλλου είδους οχυρώσεις και ότι επισκευάστηκε στην αρχή του προπερασμένου αιώνα (Μαντάς, 40). Είναι το μοναδικό στην βασική κοίτη του ποταμού, και λόγω της θέσης του, είναι σίγουρο πως θα εξυπηρέτησε τόσο τα κοντινά ομώνυμα χωριά, όσο και τους προσκυνητές του μοναστηριού της Ζέρμας, που ιδρύθηκε και λειτούργησε ήδη από τον 15ο αιώνα. Σήμερα βλέπουμε ένα σύμπλεγμα από τρία γεφύρια το παλιό πέτρινο, το σιδερένιο του 1948 τύπου Bailey (Μπέλεϋ), και το τσιμεντένιο, με τρία διαφορετικά υλικά κατασκευής, χτισμένα στους τρεις τελευταίους αιώνες.

Στο σύνορο των δύο νομών είναι και τα ‘’τελευταία’’ δυο μαστοροχώρια από τα δώδεκα του Δήμου, η Δροσοπηγή, στη δεξιά πλευρά του Σαραντάπορου, και η Πλαγιά στις πλαγιές του Γράμμου. Οι Καντσιώτες μαστόροι (όπως και της Σλάτινας = Χρυσή), ξεχώριζαν σε ένα σημείο από τους άλλους, γιατί ήταν οι μόνοι που είχαν τη συνήθεια να δουλεύουν σε αντίθετες εποχές. Έφευγαν κατά τα μέσα Οκτωβρίου και επέστρεφαν τέλη Μαΐου, αφού στο χωριό, τους περίμεναν οι αμπελοκαλλιέργειες, τα κηπευτικά και βέβαια, η συνέχιση της παραδοσιακής βαρελοποιίας, ίσως η βασικότερη αιτία αυτής της ‘’παραξενιάς’’. Αυτό το ανορθόδοξο σύστημα, δεν τους εμπόδισε να εργαστούν και να διαπρέψουν σε όλη την Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό, ενώ στο χωριό, που θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα διατηρημένα της επαρχίας, άφησαν σπουδαία δείγματα της δουλείας τους. Μη χάσετε την ευκαιρία για εξερεύνηση. 

Αριστερά σας, από τον ανηφορικό όλο στροφές δρόμο θα βρεθείτε σε τρία χλμ. στην ιστορική Ι. Μ. Ζέρμας, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μοναστήρια της Κόνιτσας(2) και γενικότερα της Ηπείρου, που έχει ανακηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο (ΦΕΚ 35/2-2-62 τ.Β’). Κατά παράδοση, χτίστηκε το 679, από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνο Δ’ Πωγωνάτο (668 – 685), στη θέση ‘’Παλιομονάστηρο’’. Όμως λόγω της κατολίσθησης του εδάφους ξαναχτίστηκε, εκεί που βρίσκεται σήμερα. Το μοναστήρι εντυπωσίασε τους ερευνητές με τον πλούτο και το δυναμισμό του σε όλη τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας. 

Πρώτη και αξιόλογη περιγραφή της Μονής, με την συνεργασία του ηγουμένου της Διονυσίου Παπαδάτου, δημοσίευσε (Ηπειρωτικά Χρονικά 1930, σ.σ. 19 – 29), ο αείμνηστος δάσκαλος Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης(3) (1887 – 1947), που διακρίθηκε για την προσφορά του στην επαρχία Κόνιτσας ιδιαίτερα δε, στη γενέτειρά του Βούρμπιανη. Από σπάνια και πανέμορφη λιθανάγλυφη επιγραφή στην εξωτερική επιφάνεια της Δυτικής πόρτας εισόδου του καθολικού, και από την κτητορική επιγραφή του, συμπεραίνουμε ότι θεμελιώθηκε το 1656, με χορηγία του προύχοντα από το Λινοτόπι Ιωάννη Νικολάου, και ανακαινίστηκε το 1802 με ηγούμενο τον Παρθένιο από την Πυρσόγιαννη. 

Χορηγοί ήταν οι Βουρμπιανίτες και Πυρσογιαννίτες Ρίζος ιερέας, Γεώργιος Παπαγιάννης και ο Κώστας Σούρλας, ενώ πρωτομάστορες ήταν οι Κώστας Δήμος και Σίμος από τη Βούρμπιανη (Τριανταφυλλόπουλος Α.Δ.29, (1973 – 1974), Χρονικά Β2,  621, 622  και Παπαγεωργίου – Πετρονώτης, Ζιώγας Φρόντζος, 242, σημ 72). Τεκμήριο ύπαρξης της μονής πριν το 1656 αποτελεί μια σφραγίδα, που αναφέρει ο ιερέας Παΐσιος(4), και που έχει χαραγμένη στο κέντρο της την εικόνα της Κοίμησης της Θεοτόκου, ενώ στην περιφέρεια υπάρχει επιγραφή: «Η ΚΙΜΗΣΙC ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ: ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΝ ΖΕΡΜΑC 1618» (Καμαρούλιας, τ. Α’, 200). Το μοναστήρι είναι από τα λίγα ιστορικά μνημεία της περιοχής, τρίκλιτη βασιλική με τρεις τρούλους, ένα στον κυρίως ναό, δύο στον πρόναο, και το μοναδικό στην Ήπειρο με αυτή την αρχιτεκτονική. 

Πάνω στους τρούλους φαίνονται, στενά σαν πολεμίστρες, τα παράθυρα (τέσσερα σε κάθε τρούλο, τοποθετημένα σε σχήμα σταυρού), που αφήνουν το φως να περάσει και να φωτίσει το εσωτερικό του ναού. Οι τοιχογραφίες του καθολικού έγιναν σε δύο ζωγραφικές φάσεις, οι παλιότερες, πολύ κατεστραμμένες σήμερα από τη μεγάλη φωτιά που ξέσπασε ‘’…τη νύχτα της Παρασκευής προς το Σάββατον της 1ης Μαρτίου του 1947 …‘’, (ο.π. 201)., καλύπτουν τον κυρίως ναό και τον εσωνάρθηκα. Στην ίδια πυρκαγιά καταστράφηκαν τελείως το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο και τα κελιά. Αυτές που διασώθηκαν απεικονίζουν ολόσωμους αγίους και ιεράρχες, βοηθώντας στην εκτίμηση της τέχνης των δύο ζωγράφων. Η ανέγερση και αγιογράφηση του καθολικού έγιναν επί αρχιερατείας του επισκόπου Βελλάς Παχωμίου όπου ανήκε η μονή, τις ζωγραφικές εργασίες εκτέλεσαν ο Νικόλαος και ο Γεώργιος, αδέλφια του κτίτορα, οι οποίες αποτελούν το τελευταίο (1656), ως τώρα γνωστό επιτοίχιο έργο ζωγράφων από το Λινοτόπι Γράμμου(5), (Τούρτα, 41). 

Τελευταίος ηγούμενος, φαίνεται ο Διονύσιος Παπαδάτος, ο επονομαζόμενος Κουτλουμουσιανός, ένας λόγιος κληρικός που έφτασε εδώ κατόπιν προτροπής των Ζερματινών μαστόρων, την εποχή που δούλευαν στη μονή Κουτλουμουσίου στο Άγιο Όρος. Με τη στάση του, συσπείρωσε και οργάνωσε τους κατοίκους, ακόμα και από τα όμορα χωριά κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Το 1912 είχε οργανώσει ολόκληρο λόχο από αντάρτες, τους εξόπλισε μάλιστα με όπλα απ’ τη Λαψίστα (τη σημερινή Νεάπολη Κοζάνης), (Ηπειρωτικό Ημερολόγιο 1991, 317 και Καμαρούλιας τ. Α’, 200). Ήταν μυημένος στην ιδέα της απελευθέρωσης της Ηπείρου, και σπουδαίος ‘’αντάρτης’’ έλεγαν χαρακτηριστικά οι γεροντότεροι, τον θαύμαζαν ακόμα και οι Αλβανοί. Η Ιερά Μονή Ζέρμας εγκαταλείφθηκε το 1930, αφού πρόλαβε να χαρεί τη συμμετοχή της, ως θρησκευτικό, πνευματικό και παιδευτικό κέντρο, και τη συμβολή της στην ελευθερία της Ηπείρου και της Μακεδονίας. 

Στον ευρύτερο χώρο του μοναστηριού φαίνεται ο μισογκρεμισμένος μαντρότοιχος και τμήμα από τα ερειπωμένα κελιά (25 μεγάλα και άλλα τόσα υπόγεια το 1930), ενώ γύρω της, κατακλύζεται απο ωραίο δάσος βελανιδιάς. Σε αυτό το χώρο, κάθε δεκαπενταύγουστο που γιορτάζει, γινόταν και συνεχίζει να γίνεται μεγάλο πανηγύρι με τη συμμετοχή κατοίκων από τα γύρω χωριά αλλά και από ντόπιους παραθεριστές που ζουν σε άλλες πόλεις, ακόμα και στο εξωτερικό. Απέναντι, στις εντυπωσιακές πλαγιές του βουνού Μπουχέτσι (1700 μ. υψ.), ανάμεσα απ’ τα πεύκα, είναι η παλιά Ζέρμα, εγκαταλειμμένη σήμερα. 

Τα μικρά κιάλια βρίσκουν, έστω για λίγο και από μακριά, τα άλλοτε καλοχτισμένα πανώρια σπίτια, μισογκρεμισμένα σήμερα, την εκκλησία, και κάποιες αυλές ανάκατα με χώματα και κοτρόνες στα σοκάκια. Έρημη και προκλητική ταυτόχρονα, φαντάζει σαν αστραφτερό διαμάντι στα μάτια των ξένων οδοιπόρων που τι δε θάδιναν για να βρεθούν εκεί, και να περπατήσουν στους έρημους ‘’δρόμους’’ της, αγγίζοντας για λίγο τον ερειπιώνα. Το αλύχτισμα των σκυλιών, αναμφίβολα ήρεμων, το χρυσαφί σούρουπο που καταφθάνει και η έλλειψη σήμανσης, εξαλείφει γρήγορα τη διάθεση για πεζοπορία μέχρις εκεί. Από τις αρχές του 1980, λόγω των συχνών κατολισθήσεων, οι κάτοικοι την εγκατέλειψαν και μετακινήθηκαν απέναντι, στη θέση ‘’Κρούσενα’’, στο ίδιο υψόμετρο και πιο κοντά στο Μοναστήρι της Παναγίας όπου έχτισαν την καινούρια. Από τις αρχές της άνοιξης, τα καλοκαίρια, μέχρι αργά το Νοέμβρη, κάποιοι βοσκοί πάνε προς τα εκεί με τα κοπάδια τους. 

Ανηφορίζοντας για ένα χλμ. περίπου, θα βρεθείτε στο κέντρο της προσήλιας Πλαγιάς (πριν το 1955 Ζέρμα, στα 980 μ. υψ., 45 χλμ. από Κ.). Σχεδόν όλα τα σπίτια, η εκκλησία του Αγίου Δημήτριου (1988), και το πολιτιστικό κέντρο, είναι καινούργια με μεγάλες αυλές και κήπους με λουλούδια, πολλά λουλούδια που ζωντανεύουν το χώρο. Η Όμορφη θέα στις γύρω κορφές ειδικά προς τις πλαγιές του Σμόλικα, χαρακτηρίζει τον καινούργιο οικισμό. Στη μεγάλη περιποιημένη πλατεία βρίσκεται το καφενεδάκι – καταφύγιο του Γιάννη Παπαδημητρίου, ένας μοναδικά ζεστός χώρος για τους πενήντα περίπου κατοίκους που ξεχειμωνιάζουν στο χωριό. Εκτός από το γλυκόπιοτο τσιπουράκι και τη σπέσιαλ ομελέτα, με πιπεράτο λουκάνικο, ο Γιάννης θα σας εξυπηρετήσει με κάθε τρόπο. Η δεύτερη απασχόληση είναι η κτηνοτροφία, οπότε γνωρίζει όλες τις πεζοπορικές διαδρομές απ’ έξω, θα σας δώσει σίγουρες πληροφορίες πρόσβασης στην παλιά Ζέρμα αλλά και στη Χρυσή ή το Λούψικο αφού υπάρχουν ανοιχτοί δασικοί δρόμοι, οι παλιές βλαχόστρατες, που ενώνουν τα χωριά. 

Από εδώ καταγόταν ο οπλαρχηγός Γιαννούλης Ζέρμας (1854), που συνεργάστηκε με το Νικόλα Αδάμο και τους καπετάνιους, Λεωνίδα αρχικά (1877), και στην εξέγερση της Δυτικής Μακεδονίας το 1878 – 9 με τον Νταβέλη. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881), και την προσάρτησή της στην Ελλάδα, διέλυσε το επαναστατικό σώμα του, και εγκαταστάθηκε στην Φάλαννα (προ του 1928 Τατάρ), Τιρνάβου. Τα κατορθώματά τους έγιναν τραγούδι, που τραγουδιέται ακόμα (δες Τσάγκα, Ζερματινά, 17). Και η Ζέρμα έβγαλε άξιους μαστόρους, άλλωστε το σπουδαιότερο δείγμα είναι το μαγευτικό από μια άποψη, παλιό χωριό. Εκεί υπάρχει ο  Άγιος Δημήτριος (1864), η πέτρινη κεντρική κρήνη (1750), το νεώτερο σχολείο (1927) και δεκάδες πετρόχτιστα δίπατα σπίτια· στο πρώτο πάτωμα – κατώγι – διανυκτέρευαν τα ζώα, και στο δεύτερο ήταν η κύρια κατοικία. Τα μπουλούκια των Ζερματινών, έφτασαν σε όλη την Ελλάδα (Αγρίνιο, Αμφιλοχία, Άγιο Όρος), όργωσαν την Ήπειρο, τη Θεσπρωτία, τη Θεσσαλία, αλλά και την Αλβανία(6), (Δέλβινο, Αργυρόκαστρο). 

Λιγότερο(7) γνωστό είναι, ότι στα βενετσιάνικα αρχεία, αναφέρεται ότι μαστόροι και αρχιτέκτονες απο τη Ζέρμα (γράφεται Germa), δουλέψανε στα Γιάννινα ενώ στη Λάκκα Σουλίου το 1750, χτίσανε την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου στο χωριό Μουκοβίνα (σημερινή Μπεστιά), όπως επίσης, ότι υπήρξε ένα, έστω μικρότερο, κέντρο αγιογραφίας. Το 1662 στη Μονή Κάμενας έξω από το Δέλβινο της Αλβανίας διαβάζουμε «δηα χυρος καμου του αμαρτολου Μιχαλις ζογραφος εκ κομις Ζέρμας» (Πουλίτσα, Επιγραφαί, 91). Είναι οι τόποι τέτοιοι εδώ πάνω, που έβγαλαν χιλιάδες λαϊκούς τεχνίτες που ταξίδεψαν χτίζοντας στον ευρύτερο χώρο της Βαλκανικής αλλά και σε όλη την Ελλάδα, επηρεάζοντας ιστορικά την πολεοδομία και την αρχιτεκτονική. Η ανάπτυξη της μαστορικής και η διάχυσή της για αιώνες σφράγισε ανεξίτηλα τον κοινωνικό βίο αυτού του μοναδικού μπουκέτου κοινοτήτων με απόγειο τον 18ο – 19ο αιώνα. 

Στις αρχές του 20ου αι., άρχισαν να αλλάζουν οι περιοχές δράσης, ήρθαν οι αιματηροί αγώνες του Μακεδονικού (1904 – 1908), και αργότερα οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912 – 1913), για την δημιουργία των πρώτων εθνικών κρατών στη περιοχή των Βαλκανίων. Αυτά με τη σειρά τους, έφεραν την ελευθερία για τη Μακεδονία και την Ήπειρο αλλά, και την χάραξη καινούργιων εθνικών συνόρων, την υπαγωγή σε νέα διοίκηση, και την εν γένει μετατροπή του έως τότε ενιαίου χώρου της Βαλκανικής. Η έλευση των καινούργιων υλικών και μεθόδων κατασκευής αποτέλεσε το κερασάκι στην τούρτα, από τη στιγμή που οι μεγάλες ‘’αγορές’’ των μαστόρων είχαν κλείσει. Από τότε αρχίζει η αποδόμηση και η παρακμή τόσο των ξεχωριστών αυτών κοινοτήτων όσο και αυτών των διαδεδομένων στην περιοχή επαγγελμάτων. Αποτελεί μια μεγάλη και τραγική αντίφαση της ιστορίας μας, το γεγονός ότι η πολυπόθητη απελευθέρωση σήμανε ταυτόχρονα την αρχή μιας πορείας προς την παρακμή των άλλοτε ανθηρών κοινοτήτων (ταξίδια τ. ΣΤ’, 217 και Πολιτιστική Γεωγραφία, Νομαρχία Ιωαννίνων, 85).

Αφήνοντας την περιοχή των πεντάμορφων μαστοροχωρίων, την μαγευτική αρχαία Περαυαία, βγαίνετε πάλι στον κεντρικό δρόμο, με κατεύθυνση το Επταχώρι. Από περιβαλλοντική άποψη αυτοί οι πετρόχτιστοι οικισμοί που γνωρίσατε, άλλοι κηρυγμένοι παραδοσιακοί άλλοι όχι, προσφέρουν ένα μοναδικό πολιτιστικό και αισθητικό περιβάλλον στους επισκέπτες τους, κυρίως, σε συνδυασμό με τη σαγηνευτική φύση και την πανίδα τους. Αυτός είναι ο λόγος που χρειάζεται σήμανση στα μονοπάτια και χάραξη εκ’ νέου, όπου χρειάζεται, πεζοπορικών ή ορειβατικών διαδρομών. Αυτά τα παρθένα οικοσυστήματα σε όλη την έκταση, διακρίνονται για την πληθώρα διάσπαρτων μικρών και μεγάλων θρησκευτικών μνημείων (ξωκλήσια, εκκλησίες, μονές), και κυριολεκτικά πλεονεκτούν έναντι άλλων, ‘’διάσημων’’ παραθεριστικών κέντρων, στα στοιχεία λαϊκού πολιτισμού, (πέτρινα γεφύρια, νερόμυλοι, πετράλωνα, κρήνες, νεροτριβές κ.α.). 

Είναι βέβαιο ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την αποτύπωση των μνημείων του χώρου, η δημοσιότητα που δίνεται σε συνδυασμό με την σήμανση, θα αναβαθμίσουν μακροπρόθεσμα την ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών και θα αξιοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο, τις αναπτυξιακές προσπάθειες του δήμου Μαστοροχωρίων.

Σημειώσεις:

(1) Πέρα από τη λογική που επέβαλε το ‘’σχέδιο Καποδίστριας’’ για τους νέους δήμους της χώρας, τα μαστοροχώρια της περιοχής είναι περισσότερα από τα δώδεκα που περιλαμβάνει ο ομώνυμος Δήμος. Μαστοροχώρια ήταν η Βούρμπιανη, το Πληκάτι, οι Χιονιάδες, το Ασημοχώρι (Λισκάτσι), ο Γοργοπόταμος (Τούρνοβο), η Οξυά (Σέλτση), η Πυρσόγιαννη, η Καστάνιανη, η Λυκόραχη (Λούψικο), η Θεοτόκος (Φετόκο), η Δροσοπηγή (Κάντσικο), η Λαγκάδα (Μπλίζ(δ)ιανη), η Πλαγιά (Ζέρμα), ο Πύργος (Στράτσιανη), η Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο), ο Αμάραντος (Ίσβορος), η Πουρνιά (Σταρίτσανη), το Γαναδιό, η Μόλιστα (Μεσαριά), το Μοναστήρι (Μποτσιφάρι), η Αγία Βαρβάρα (Πλάβαλη), η Πυξαριά (Μπλιθούκι), η Τράπεζα (Βράνιστα), ο Νικάνορας (Κορτίνιστα), η Πηγή (Πεκλάρι) και το Ελεύθερο (Γκριζμπάνι). Από τα γειτονικά Βλαχοχώρια, μαστόρους σε περιορισμένο αριθμό έβγαλε μόνο η Φούρκα στις πλαγιές του Σμόλικα (δες και www.mastorohoria.gr/index1.htm). Με έντονα γράμματα φαίνονται αυτά που ήδη έχουμε παρουσιάσει.

(2)Η κοιλάδα της Καραμουρατιάς (γύρω από τη Μεσογέφυρα Κόνιτσας), άκμαζε οικονομικά και πληθυσμιακά από το 13ο μέχρι τουλάχιστον τον 17ο αι. Εκείνη τη περίοδο υπάρχει γενικά μια μεγάλη κινητικότητα όσον αφορά τις μετοικεσίες πληθυσμών το χτίσιμο νέων μονών και εκκλησιών. Την ίδια εποχή με τη μονή Ζέρμας ιδρύθηκε ο ναός του Αγίου Νικολάου Καλόβρυσης, επίσης, λόγω της εγκατάλειψης του οικισμού Καλύβια Κλειδωνιάς (τέλη 16ου αι.), και ίδρυσης της ορεινής Λιτονιάουστας ή Κλειδωνιάουστας (η σημερινή Άνω Κλειδωνιά),  ιδρύονται οι δύο ναοί του οικισμού, του Αγίου Αθανασίου (1617), και του Αγίου Νικολάου (1620), όπως επίσης οι δύο μονές, των Αγίων Αναργύρων (1658), και των Αγίων Αποστόλων (1662). Αυτές που έχουν αφανισθεί πλέον, ιδρύθηκαν από τον 15ο με 17ο αι., στη Καστάνιανη (Καστανέα), η Μεταμόρφωση του Σωτήρα, στη Βούρμπιανη 4 μονές, στη Στράτσιανη (Πύργος), η μονή του Αγίου Συμεών και έπειτα της Αγίας Τριάδος κ.α. (Γκούτος, 57).

(3) Χαράλαμπος Νικ. Ρεμπέλης (1887 – 1947), απόφοιτος της Ζωσιμαίας σχολής Ιωαννίνων και του Μαράσλειου Διδασκαλείου Αθηνών (1909). Τα πρώτα χρόνια δίδαξε στην Βήσσανη Δελβινακίου (1910 – 1911), αλλά μετά, και επί 37 χρόνια, τον απορρόφησε η γενέτειρά του Βούρμπιανη. Ακούραστος δάσκαλος και πνευματικός φωτοδότης για τους μαθητές του, δημιούργησε μια εξαιρετική χαρτογραφική εργασία της περιοχής Κόνιτσας και την βραβευμένη εργασία του, ‘’Κονιτσιώτικα’’, που εκτός του πλήθους των λαογραφικών στοιχείων που περιέχει αποτελεί, ακόμα και σήμερα, πρότυπο για την φωνητική ακρίβεια της λαϊκής προφοράς. Επίσης, πρόσφερε την πρώτη παρουσίαση της Μονής Ζέρμας στο Ηπειρωτικό Ημερολόγιο (1911), (δες αναδημοσίευση στο περ. Κόνιτσα τ.120, 24 – 25,  Ιαν – Φεβ 2005), και στα Ηπειρωτικά Χρονικά (1930). Σκοτώθηκε από τους Αντάρτες στα γεγονότα του Μαΐου 1947, σε άγνωστη τοποθεσία του Γράμμου. Στο ιστορικό σχολείο στην Βούρμπιανη, υπάρχει η προτομή του (ταξίδια τ.ΣΤ’, 199).

(4)Παΐσιος Γ., ιερέας, Μικρά συμβολή εις την ιστορίαν της εκκλησιαστικής επαρχίας Βελλάς και Κονίτσης. ΙΓ’. Σφραγίδες (Ηπειρωτική Εστία, 18, 335 – 339, 1969). Αποτύπωμα της σφραγίδας βρέθε σε επιστολές του ηγούμενου της μονής Διονυσίου Παπαδάτου – Κουτλουμουσιανού – προς τον δάσκαλο της Βούρμπιανης Χαράλαμπο Ν. Ρεμπέλη, γραμμένες το 1910 – 1912.

(5) Το βλαχοχώρι Λινοτόπι, βρισκόταν σε μια κοιλάδα στην καρδιά του Γράμμου, πάνω στο δρόμο που οδηγούσε, στη περιοχή της Κολώνιας. Ευτύχησε να βγάλει, όπως όλα τα μαστοροχώρια, τεχνίτες που ασκούσαν τη ζωγραφική για επάγγελμα, αρκετές δεκαετίες πριν τους Χιονιαδίτες. Το κατερειπωμένο Λινοτόπι καταστράφηκε τα τέλη του 18ου αιώνα, έμεινε όμως η ζωγραφική τους. Αυτή, ‘’…παρουσιάζει πολυμορφία και εκλεκτικούς συγκερασμούς από διάφορες ζωγραφικές σχολές, πράγμα που επιτρέπει να γνωρίσουμε αρκετά καλλιτεχνικά ιδιώματα για το συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και την εποχή αυτή’’ (Τούρτα, 11).

(6) Και μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου (1913) έχουμε μετακινήσεις ‘’μπουλουκιών’’ από Ζερματινούς μαστόρους, ‘’…πήγα στο Ντέλβινο, Αργυρόκαστρο, Ξηρόμερο. Χτίζαμε τούρκικα σαράγια. Πληρωνόμαστε μεροκάματο. Τα χρήματα ήταν πρώτα Ελληνικά, Ιταλικά και μετά Αλβανικά. Τα χρήματα τα χαλούσαμε στα Γιάννενα.Τα λέκια είχαν αξία τότε. Μια λιρέτα ήταν 3 δραχμές. Δώδεκα χρονών πήγα στο Ντέλβινο (δηλ. το 1922). Όταν ο πρωτομάστορας κούμπιαζε (κουραζόταν) τον διαδεχόταν ο άλλος. Βαστούσε ο άλλος το μπουλούκι. Οι Χρηστομητσαίοι είχαν πρωτομάστορα τον παππού Μήτση και παππού Κώτα. Τρώγαμε από τους νοικοκυραίους κυρίως κουρκούτια και κατσιαμάκι…’'. Από διήγηση του τελευταίου ‘’πετρά και πλακά’’ της Ζέρμας=Πλαγιάς Κωνσταντίνου Μήτση γεννημένου το 1910, στον Ιωάννη Β. Τσάγκα τον Ιούνιο του 1990. (Τσάγκας, τ. Α’, 104 - 105).

(7) Με την ευκαιρία αυτή πρέπει να υπογραμμιστεί ότι γενικότερα η γνώση μας για τους μαστόρους και τα μαστοροχώρια είναι λειψή, για δύο βασικούς λόγους. Αφ’ ενός υπήρχαν μαστοροχώρια κάποτε διαλάμψαντα, σήμερα ξεπεσμένα και ξεχασμένα ή λίγο γνωστά (ταξίδια τ.ΣΤ’, 196), αφ’ ετέρου καλλιεργείται η γνώση εκείνων των τόπων και των οικοδομών τους, που σήμερα βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Μιλώντας για παραδοσιακούς αρχιτέκτονες και παραδοσιακή τέχνη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα τότε πεδία δράσης δεν περιορίζονταν από τα σημερινά σύνορα. Και συνήθως μπορεί να κάνουμε μνεία για μακρινά ταξίδια των μαστόρων μας, αλλά κατά κανόνα αγνοούμε ότι πρωτομαστόροι με τα συνεργεία τους ορμώμενοι πέρα από τα σημερινά σύνορα, έρχονταν αθρόοι να χτίσουν στην χώρα μας, όπως στο Άγιον όρος και εκαλούντο και έως κάτω στην Πελοπόννησο (Πετρονώτης, ένας Σταριτσιώτης Πρωτομάστορας, 901).  

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 26550

ΔΙΑΜΟΝΗ: Κεφαλοχώρι ξενώνας Φασούλη Δημήτρη 81481, 6947402194, Επταχώρι οι ξενώνες Γακίδη 84081 και Τριανταφύλλου 84159, Αετομηλίτσα: Στο καταφύγιο, Θοδωρής Φερφέλης 6974389788, 31345.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ανάλογα την εποχή που θα πάτε. Άνοιξη και φθινόπωρο δεν υπάρχει πρόβλημα όπου και να ‘’στήσετε’’. Στο παλιό Κεφαλοχώρι (Λούψικο) στην εκκλησία, ή στο νερόμυλο. Σε κάθε περίπτωση ρωτήστε πρώτα, μια που η περιοχή ελέγχετε αυστηρά από την αστυνομία και τους συνοριοφύλακες λόγω λαθρομεταναστών. Μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Κεφαλοχώρι ταβέρνα ‘’το σπιτικό’’ 81451 Φασούλης Αναστάσιος, Πλαγιά καφενείο Γιάννης Χ. Παπαδημητρίου 81295, 7, 6973492897.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Κόνιτσας 22191, Δήμος Μαστοροχωρίων 31269, 31111, Fax: 31112, Αστυνομία Κόνιτσας 22202, Πυρσόγιαννη 31216, Συνοριακή φύλαξη 31100, Α’ Βοήθειες Κόνιτσας 23111, Πυρσόγιαννης23111, 22222. Συνεργεία: Τούσιας Θωμάς 1ο χλμ, Ε.Ο. Κόνιτσας – Κοζάνης 22904, Ζώτος Νικόλαος 22910. Βουλκανιζατέρ: Αντωνίου Ευάγγελος, Κιλελέρ 1, 23081, Βαγενάς Σωτήρης 22818, Ντελής Σπύρος 22939. Τα συνεργεία & τα βουλκανιζατέρ που εντοπίσθηκαν είναι για αυτοκίνητα. 

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.mastorohoria.gr www.konitsa.gr Ορειβατικός Σύλλογος Κόνιτσας 22464, Δασαρχείο 22498. Κάθε χρόνο τον Ιανουάριο συνήθως στις 16 ή 17 - ανάλογα πότε ‘’πέφτει’’ Σαββατοκύριακο - γίνεται στην Πυρσόγιαννη η ετήσια συνάντηση Πυρσογιαννιτών και φυσικά ανάμεσά τους είναι παλιοί, (όσοι έχουν μείνει) και νεώτεροι τεχνίτες της πέτρας.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κόνιτσα όλες οι εταιρείες, Επταχώρι BP, 84064, και στον Πεντάλοφο. Άν κατευθυνθείτε προς το Γράμμο και τα χωριά του φροντίστε για ένα τετράλιτρο τουλάχιστον. Επόμενο βενζινάδικο έχει στο Νεστόριο. 

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) η μόνη λύση είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα.

ΒΙΒΛΙΑ: Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Νομού Ιωαννίνων, έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων, Φύση και έργα ανθρώπων, έκδοση Κέντρου περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.Μ.Ι. (Λέσχη Μοτοσυκλετιστών Ιωαννίνων) Ανεξαρτησίας 130, Γιάννινα τηλ Fax 2651048501, http://lemimoto.freeshell.org Μ.Ο.Κ. (Μοτοσυκλετιστικός Όμιλος Καστοριάς) Τάνια Ρήμου, Περιοχή Χλόη, τηλ 2467026431, 6938045052. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών, Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για το άρθρο ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ – ΠΛΑΓΙΑ – ΧΡΥΣΗ – ΑΡΡΕΝΕΣ (Γράμμος 3ο & 4ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Παναγιώτου Η. Πουλίτσα / Επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ’ της Βορείου Ηπείρου / Ε.Ε.Β.Σ. έτος Ε’ 1928, 5 – 6.
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Παιδικά Παραδοσιακά Παιχνίδια από τη Χρυσή Καστοριάς / Ανάτυπο Μακεδονικών τομ. 12 / Θεσσαλονίκη 1972
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Το γλωσσάρι της Χρυσής Καστοριάς / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Ανάτυπο ΙΗ Μακεδονικών / Θεσσαλονίκη 1978
  • Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος / Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου / Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας - Πρακτικά / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Τροφές της Χρυσής Καστοριάς / Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – δημοσιεύματα Λαογραφικού μουσείου, αρχείο αρ.3 / Γιάννινα 1981
  • Σπύρου Ι. Μαντά / Τα ηπειρώτικα γεφύρια / Τεχνικές εκδόσεις Αθήνα 1984
  • Αναστασία Γ. Τούρτα / Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι - Αρχαιολογικό Δελτίο 44 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1991
  • Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση / Γνωριμία με την Επαρχία Κονίτσης / Κόνιτσα 1993
  • F. Pouqueville / Ταξίδι στην Ελλάδα, Τα Ηπειρωτικά τόμος Α’ / Ε.Η.Μ. Γιάννινα 1994
  • Βασίλης Παπαγεωργίου – Αργύρης Πετρονώτης / Ο Πυρσογιαννίτης Πρωτομάστορας Ζιώγας Φρόντζος και τα έργα του / Ανάτυπο από το συλλογικό τόμο ‘’Η επαρχία Κόνιτσας στο Χώρο και το Χρόνο’’ / Δήμος Κόνιτσας 1996
  • Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου Α’ & Β’ / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 1996
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων 1998
  • Αγόρω Τσίου – Άλκης Ράφτης / Λούψικο Κόνιτσας / έκδοση διεθνούς οργάνωσης λαϊκής τέχνης – ελληνικό τμήμα και θέατρο ελληνικών χορών ‘’Δόρα Στράτου’’ Αθήνα 1999
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
  • Αργύρης Π. Π. Πετρονώτης / Ένας λίγο γνωστός Σταριτσιώτης πρωτομάστορας στη Ναυπακτία / Ανάτυπο από την έκδοση των πρακτικών του Β’ διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας / Μάρτιος 2003
  • Χαρίλαος Γ. Γκούτος / Η επαρχία Κόνιτσας και η Μόλιστα επί τουρκοκρατίας / Αθήνα 2003
  • Ιωάννη Β. Τσάγκα / Κονιτσιώτικα – Ζερματινά Α’ / αυτοέκδοση Αθήνα 2004
  • Χαράλαμπου Ν. Ρεμπέλη / Κονιτσιώτικα / επανέκδοση του συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών ‘’Η Πρόοδος’’ / Γιάννινα 2005

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μάνος Πατέλαρος / Διάσχιση Πίνδου / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.34 Οκτώβριος 1988
  • Ηλιάνα Ν. Φασούλη / Ο νερόμυλος του χωριού μου / περιοδικό Κόνιτσα τ. 92 Ιούνιος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαραντάπορος / περιοδικό ΓΕΩ τ. 239 13/11/04
  • Κώστας Β. Παπαδημητρίου – Κώστας Ζήνδρος / Το λημέρι των Μαστόρων / περιοδικό ΓΕΩ τ. 244 18/12/04
  • Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης / Η Ιερά Μονή Ζέρμας (αναδημοσίευση από το Ηπειρωτικό Ημερολόγιο του 1911;)  Περιοδικό Κόνιτσα τ. 120 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2005

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

ΗΠΕΙΡΟΣ (4204 λέξεις)

ΠΩΓΩΝΙ – ΤΟ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ 

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Απρίλιος 2005

Ταξιδεύοντας με το Πολυφωνικό Τραγούδι

Η Ήπειρος, αν και δεν αποτελεί εξαίρεση από το παγκόσμιο φαινόμενο πολιτιστικής ομογενοποίησης, κατάφερε μέχρι τώρα να διατηρήσει ολοζώντανες τις μουσικές της παραδόσεις, και μέσα από αυτές, να συντηρήσει τα αυθεντικότερα στοιχεία της μουσικής παράδοσης του έθνους μας. Γενικότερα η Ήπειρος, και ένα τμήμα των Βαλκανίων αποτέλεσαν επί πολλά χρόνια μια ενιαία πολιτισμική ενότητα χαρακτηριστική για την ξεχωριστή μουσική της. Αυτή η μουσική προσελκύει το ενδιαφέρον των μελετητών και πέρα από το χώρο αυτό, γιατί ανακαλύπτουν σ’ αυτή βαθιές αρχαιοελληνικές και βυζαντινές μουσικές ρίζες που γεφυρώνουν το μακρινό παρελθόν, ενώνοντας μουσικά τους λαούς σήμερα.

Η παραδοσιακή μουσική γεννήθηκε σε συγκεκριμένες εθνολογικές ζώνες, σε λαούς και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες εκφράζοντας την ιδιομορφία της ζωής τους. Και αλλού, ειδικότερα όμως στο Πωγώνι αναπτύχθηκαν εκτός των άλλων, ιδιαίτερα μουσικά ιδιώματα και ρυθμοί. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν εκεί γνήσιες φωνητικές και οργανικές λαϊκές φόρμες, που βρίσκουν την δύναμη της επιβίωσης και στα χρόνια του σύγχρονου πολιτισμού. 

Έχουμε ήδη αναφέρει (τ. ΣΤ’, 216), ότι η περιοχή είναι ένα πολιτιστικό σταυροδρόμι ανάμεσα από την Αλβανία και την Ήπειρο. Η μουσική παράδοση, ειδικότερα το πολυφωνικό τραγούδι, αν και ιδιαίτερο σαν είδος, εκφράζει ακριβώς αυτές τις διάφορες επιδράσεις που έχουν συμβεί στο χώρο και στο βάθος του χρόνου, αποτελώντας ακόμα ένα τεκμήριο γιαυτό.

Πέντε Διεθνείς Συναντήσεις Πολυφωνικού Τραγουδιού είχαν γίνει, πλούσιες σε σταθμούς, πάντα κοντά στην παραμεθόρια Ήπειρο και εκτός συνόρων όταν χρειαζόταν. Βόρειος Ήπειρος, με ή χωρίς εισαγωγικά, η ιχνηλασία του τραγουδιού δεν σταματά στα σύνορα, ούτε εμείς, που ακολουθούμε και παρακολουθούμε την έκτη. Κάθε βράδυ και άλλος τόπος, κάθε μέρα και άλλοι συνταξιδιώτες, άλλοι έρχονται γιατί μόλις το έμαθαν, άλλοι φεύγουν λόγω της, ήδη πολυήμερης απουσίας τους. Σε αυτή τη παρέλαση καλλίφωνων συγκροτημάτων και μεμονωμένων καλλιτεχνών όλοι έχουν μια θέση, ακόμα και οι επισκέπτες όπως εμείς. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την Πέμπτη 29 Ιουλίου ’04 από την Ιεροπηγή Καστοριάς, πέρασαν στην Αβδέλλα Γρεβενών την επόμενη μέρα, και από τη Δυτική Μακεδονία έφτασαν στην Ήπειρο με πρώτη στάση στην Αετομηλίτσα, το βράδυ του Σαββάτου 31/7/04. Μια γλυκιά έναστρη βραδιά που ξεδίπλωσε συγκινητικά, ενθουσιώδεις φωνές από την ξεχασμένη μέσα πατρίδα. Η σκληρή δουλειά και οι άοκνες προσπάθειες της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρίας ‘’Άπειρος’’ (Δωρική ονομασία της Ηπείρου), κατάφεραν να καθιερώσουν στα χρόνια που πέρασαν το διεθνές φεστιβάλ πολυφωνικού τραγουδιού. Μια κίνηση που γίνεται αισθητή κάθε χρόνο στα παραμελημένα παραμεθόρια χωριά της χώρας μας. Οι παρουσιάσεις των συγκροτημάτων από την Άνω Δερόπολη, τη Βουλγαρία, μαζί με τον δεξιοτέχνη Γιώργο Μακρή από την Αλιστράτη Σερρών με την γκάιντα του και τη Χαονία,ταξίδεψαν τους επισκέπτες αλλά και τους ντόπιους στα μονοπάτια της πολυφωνικής μουσικής μας παράδοσης. Τη συνέχεια ανέλαβε η κομπανία των αδελφών Χαλκιά από τη Βούρμπιανη που έδωσε έντονο τοπικό χρώμα. 

Η επομένη μέρα μας βρήκε όλους μαζί σε μια θαυμάσια τοποθεσία της Αετομηλίτσας που είχε επιλεγεί για την παρουσίαση των συγκροτημάτων, η ‘’Γκούρα’’ στα 1700 μ. υψ., μόλις 2 χλμ. από τον κεντρικό δρόμο. Γνωστή τοποθεσία, στο ίδιο μέρος γίνεται η ετήσια γιορτή της κτηνοτροφίας εκεί προς το τέλος Ιουλίου. Ο δρόμος σταματά πιο ψηλά, στη ‘’στάνη Λάμπρη’’, αφού διασχίσει απέραντα βοσκοτόπια. Από εκεί με μικρή πεζοπορία φτάνει κανείς στον παραμεθόριο Γράμμο. 

Παλλαϊκή θαρρείς η συνάντηση, όλοι οι ντόπιοι με τις οικογένειές τους, δεκάδες παιδιά ντυμένα με τις παραδοσιακές φορεσιές τους σε ένα πανηγύρι χορών και μουσικής. Πραγματικά σε κάτι τέτοιες εκδηλώσεις νοιώθεις αβίαστα ότι η αληθινή ιστορία των Ελλήνων και της Ελλάδας σφύζει απαραχάρακτη και απαράλλαχτη, στη ζωντανή παράδοση του λαού που εκφράζεται μέσα από το δημοτικό τραγούδι. Οι γυναίκες του ομώνυμου ομίλου από το Λούψικο Κόνιτσας (Κεφαλοχώρι), τραγούδησαν τα ομαδικά τους τραγούδια που μαρτυρούν την πολυφωνική τους καταγωγή, με την απαράμιλλη τέχνη, όπως εκείνες ξέρουν, ενθουσιάζοντας τους ακροατές.

Επίσης η ‘’Χαονία’’, ένα πολυφωνικό σύνολο που δημιουργήθηκε το 1996 από τους μαθητές του Μουσείου Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, έσμιξε τις φωνές της στην απόδοση γνωστών τραγουδιών, όπου όλοι τραγουδούν μαζί. Εθισμένη η ακοή μας θαρρείς, τόσο από τα σύνολα όσο και από τις παραστάσεις ακολουθούμε το πολυφωνικό καραβάνι σαν υπνωτισμένοι. Σπάνια πια δίνεται η ευκαιρία να δει και να ακούσει ο ακροατής τόσο τέλεια συγχρονισμένες φωνές και μάλιστα στο φυσικό τους περιβάλλον που δεν είναι άλλος από τις πετρόχτιστες πλατείες και τις καταπράσινες εξοχές. Αυτά τα σύνολα δεν μπορούν να ειδωθούν χωριστά από το πλαίσιο που τα παράγει αλλά και από τα συμφραζόμενα που τους δίνουν νόημα, ούτε μπορούν να προσδιοριστούν μόνο με την στενή μουσικολογική προσέγγιση. Και κάτι που πρέπει να τονιστεί είναι ότι δεν έχουν σχέση με τις γνωστές, ανά την καλοκαιρινή Ελλάδα ‘’γιορτές’’ ή ‘’πολιτιστικές εκδηλώσεις’’, που έχει επιβάλει το σύγχρονο μάρκετινγκ (και οι επιδοτήσεις των δήμων από ‘’προγράμματα’’ της Ε.Ε.), σβαρνίζοντας και εξευτελίζοντας τον λαϊκό πολιτισμό.

Στο πλαίσιο της παράδοσης και του εθνικού πολιτισμού το πολυφωνικό κατέχει διπλό ρόλο, αφού είναι ταυτόχρονα κεντρικό αλλά και απομακρυσμένο από το ευρύ κοινό. Απομακρυσμένο γιατί η παρουσία του ελάχιστα ξεπερνά το τοπικό επίπεδο όπου και δημιουργείται. Στην τεράστια δισκογραφική παραγωγή της λεγόμενης δημοτικής μουσικής, το πολυφωνικό τραγούδι δεν καταλαμβάνει παρά ένα ελάχιστο κομμάτι, μετρώντας λιγότερες από 10 δισκογραφικές εκδόσεις έως το 1990. Οι περισσότερες μάλιστα από αυτές είναι ηχογραφήσεις που έγιναν είτε από λαογράφους για ερευνητικούς λόγους είτε από συλλόγους της διασποράς (στην Αμερική κυρίως). Και στις δύο περιπτώσεις το πολυφωνικό έμεινε  μακριά από το εμπορικό κύκλωμα που στήθηκε γύρω από την υπόλοιπη παραδοσιακή μουσική και οι συντελεστές του δεν έγιναν επαγγελματίες. Διατηρώντας δε, τον δυναμικό του εθνικό χαρακτήρα απέφυγε την τυποποίηση που επηρέασε αρχικά, κατέστρεψε αργότερα σε μεγάλο βαθμό την υπόλοιπη λαϊκή μουσική.

Το μεράκι, το πάθος και ο ενθουσιασμός, μας οδηγούν μέσα από μια μαγευτική διαδρομή στο ακριτικό Δελβινάκι, απ’ όπου θα ξεκινήσουν οι εκδηλώσεις στην ακριτική περιοχή του Πωγωνίου, που βρίσκεται στα όρια, στο ύστατο γεωπολιτικό σημείο της πατρίδας μας. Σαν απομακρυσμένη περιφέρεια η σημασία και ο ρόλος της διίστανται αφού είναι ταυτόχρονα, μακριά από την Αθήνα, το κέντρο των αποφάσεων, και κεντρικά όσον αφορά το φρόνημα και την ιδεολογική συνοχή του, κάτι που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη διοίκηση. Το Πωγώνι αποτελείται από δύο τμήματα. Το Κάτω Πωγώνι (Λάκα Πωγωνίου) και το Άνω που και αυτό είναι χωρισμένο σε ανατολικό και δυτικό, με κέντρο το Δελβινάκι.

Το Δυτικό Άνω Πωγώνι περιλαμβάνει τα χωριά, Ξηρόβαλτος, Ορεινό, Αργυροχώρι, Χρυσόδουλη, Μαυρόπουλο, Ζάβροχο, Νεοχώρι, Κτίσματα, Τεριάκι, Σταυροδρόμι, Φαράγγι, Ποντικάτες, Πωγωνιανή, Σταυροσκιάδι, Δρυμάδες, Δολό. Το Κάτω Πωγώνι (Λάκα Πωγωνίου), περιλαμβάνει τα χωριά, Κεράσοβο, Περιστέρι, Στρατίνιστα, Ψηλόκαστρο, Δημοκόρη, Άνω Λάβδανη, Κάτω Λάβδανη, Αγία Μαρίνα, Χαραυγή, Καστάνιανη πλέον (Καστανή). 

Ολόκληρη η περιοχή(1) Δελβινακίου είναι γεμάτη μνημεία και όμορφα χωριά σε έναν κατάφυτο τόπο που εμπνέει για πολυήμερη γνωριμία. Μέσα στην πρωτεύουσα του ομώνυμου Δήμου βρίσκονται, η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου (1620), με αξιόλογες τοιχογραφίες οι οποίες ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και χρονολογούνται από το 1646, το παρθεναγωγείο - αρρεναγωγείο χτισμένα το 1874, και ο ναός του Αγίου Αθανασίου (1790). Στον απέναντι λόφο με την εκπληκτική θέα στο Δελβινάκι και τους γύρω λόφους, υπάρχουν ερείπια  αρχαίας ακρόπολης και το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου. Στην πλατεία θα αντικρίσετε το εντυπωσιακό ρολόι, τον δημοτικό ξενώνα και αρκετά καταστήματα. Κάθε καλοκαίρι, γίνονται σε όλα τα χωριά δεκάδες πολιτιστικά δρώμενα τοπικού χαρακτήρα ενώ το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου πραγματοποιείται παρουσίαση πολυφωνικών συγκροτημάτων από την Ελλάδα αλλά και από γειτονικές χώρες. Είναι θαυμάσια εμπειρία η συμμετοχή σε αυτές τις εκδηλώσεις και σας συστήνουμε ανεπιφύλακτα να προγραμματίσετε την επίσκεψή σας ακόμα και το αυτό το καλοκαίρι που διανύουμε. 

Νωρίς το πρωί αναχώρησε όλη η παρέα προς το ακριτικό ελληνικό φυλάκιο των Δρυμάδων, απ’ όπου θα ξεκινήσει η παρουσίαση των πολυφωνικών στο μικρό ή ξεκομμένο Πωγώνι, ένα μικρό γεωγραφικά κομμάτι που  βρίσκεται στη σημερινή Αλβανία και περιλαμβάνει τα ελληνικά χωριά, Σωπική, Σχωριάδες, Πολύτσανη, Σέλτσι, Χλωμό, Τσάτιστα, Οψάδα (δεν υπάρχει πια), και Μαυρόγερο (τέλη 2000 έφυγε για την Ελλάδα και η τελευταία από τις 35 οικογένειες). Προορισμός μας τα χωριά Σωπική και Πολύτσανη. Η διαδρομή από το Δελβινάκι διασχίζει το πολύ όμορφο τοπίο περνά από την Πωγωνιανή φτάνοντας στη συνοριακή γραμμή των Δρυμάδων. Εκεί είναι το πάρκινγκ του στρατοπέδου όπου αφήνουμε τα αυτοκίνητα και τις μοτοσυκλέτες, αφού δεν υπάρχει δυνατότητα εισόδου με όχημα στην Αλβανική πλευρά. 

Ο έλεγχος διαβατηρίων από τους Έλληνες φαντάρους διεκπεραιώνεται σύντομα, και με τα πόδια πλέον (το φορτηγό που περιμέναμε στο αλβανικό φυλάκιο δεν ήρθε), ξεκινάμε να καλύψουμε την απόσταση των τεσσάρων χλμ. που μας χωρίζουν από τη Σωπική. Η πρόσχαρη συντροφιά, καταγράφει τις πρώτες ‘’πεζοπορικές διαδρομές’’ σε Αλβανικό έδαφος από τον στενό αγροτικό δρόμο που συνδέει τα χωριά· με το ζόρι χωρά ένα αυτοκίνητο, που κι’ αυτό δεν το είδαμε ποτέ. Γενικά το ορεινό οδικό ‘’δίκτυο’’ δεν είναι από αυτά που γνωρίζουμε στην Ελλάδα. Στο μικρό ολοπέτρινο χωριό μας υποδέχονται οι αλβανοί φίλοι της ‘’Χαονίας’’ και σε χρόνο ρεκόρ στήνεται το μεσημεριανό γλέντι.

Πολύ όμορφη και μεγάλη η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου με το εξαιρετικό ξυλόγλυπτο τέμπλο. Ο επίτροπος της εκκλησίας κ. Αλέξανδρος Κώττης μας είπε την ιστορία για τη δημιουργία του τέμπλου…‘’φτιάχτηκε με υπομονή  από Κονιτσιώτη μάστορα (πιθανά από το Τούρνοβο, σημερινό Γοργοπόταμο), που για βοηθό είχε τον γιο του. Ο  μάστορας, μετά από 36 τόσα χρόνια δουλειάς αρρώστησε βαριά και πέθανε. Ο γιος του ήταν αυτός που ολοκλήρωσε το τέμπλο μετά από κάμποσα χρόνια [δεν θυμόταν πόσα]. Εκεί σταμάτησε τη διήγηση. Εμείς βέβαια είχαμε μείνει αποσβολωμένοι να κοιτούμε αυτή τη μοναδική δημιουργία, που πραγματικά ξεπερνάει σε τέχνη και λεπτομέρειες ό,τι έχουμε δει έως σήμερα.

Αργότερα ήρθε το φορτηγό, και φτάσαμε αισίως στο παλιό κεφαλοχώρι Πολύτσανη, όπου η ‘’Χαονία’’ τραγούδησε με την συνοδεία ενός Πολυτσανίτη γέροντα. Οι παλιές πετρόχτιστες οικοδομές με τις λιθανάγλυφες επιγραφές και τους σταυρούς, λαξεμένες από τα μαστορικά μπουλούκια στα τέλη του 19ου αι., θυμίζουν έντονα το ελληνικό στοιχείο που διέπρεψε σ’ αυτά τα μέρη. Τα τρία χωριά που περάσαμε, δείχνουν πως ήταν χτισμένα τα χωριά σε ολόκληρη την Ήπειρο, κάποτε. Η αλήθεια είναι ότι εδώ, δεν έφτασε ποτέ η ‘’τουριστική’’ ανάπτυξη παρά μόνο η ανέχεια και οι μύθοι για ένα καλύτερο αύριο (όπως τα δικά μας δλδ.). 

Αυτό το καθ’ όλα γοητευτικό γύρισμα του χρόνου προς τα πίσω, και η γνωριμία με τα άγνωστα σε μας τοπία έπρεπε να συντομεύσει γιατί σουρούπωνε. Ειδικά όμως για την Σωπική, τους Σχωριάδες και την Πολύτσανη θα επανέλθουμε με πλήρη παρουσίαση. Γυρίσαμε με το φορτηγό, μέσω Σωπικής στο φυλάκιο των Δρυμάδων για να φτάσουμε βράδυ πια στο Δολό, όπου στήθηκαν τα μηχανήματα στην αμφιθεατρική πλατεία του Αγίου Νικολάου (1812). Η φιλοξενία και το Ηπειρώτικο μερακλίδικο γλέντι είναι έξω από συνηθισμένα σε αυτές τις μικρές παραδοσιακές κοινωνίες. Η διαχρονικότητα της μουσικής και ιδιαίτερα του πολυφωνικού τραγουδιού παρουσιάζεται εδώ πιο έντονη απ’ οπουδήποτε αλλού. 

Το δημοτικό τραγούδι στο Πωγώνι, τη Δερόπολη και στις άλλες περιοχής της Βορείου Ηπείρου παρουσιάζει δύο αξιοπρόσεκτα στοιχεία, την πολυφωνική αντίληψη και τη μουσική περιγραφή του περιβάλλοντος, στοιχεία, που αποτελούν βασικούς παράγοντες της μουσικής τέχνης και επιστήμης.  Πάνω απ’ όλα όμως είναι πολυφωνική. Δηλαδή περιέχει στοιχεία του λεγόμενου οριζόντιου μουσικού συστήματος, σύμφωνα με το οποίο, δύο ή περισσότερες φωνές, αποτελούν ανεξάρτητα ηχητικά σύνολα, που στην πορεία τους δημιουργούν κάθετες ηχητικές ‘’στήλες’’ και μας δίνουν έτσι την αρμονική αντίληψη. Αντίθετα, τα τραγούδια της μέσης και βορείου Αλβανίας, είναι αποκλειστικά μονοφωνικά, χωρίς να συναντιέται μέσα σε αυτά η αρμονική αντίληψη.

Η εκτέλεση των πολυφωνικών τραγουδιών γίνεται από ομάδα αντρών ή γυναικών ή μικτή και χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων. Η ομάδα των τραγουδιστών συγκροτείται από τον παρτή, τον γυριστή ή τσακιστή ή κλώστη και τους ισοκράτες. Ο παρτής παίρνει, δηλαδή αρχίζει το τραγούδι, ο γυριστής το γυρίζει ή το τσακίζει και οι ισοκράτες, που μπορεί να είναι περισσότεροι από δύο, κρατούν το ίσο και γεμίζουν το τραγούδι. Την κύρια μελωδία την τραγουδάει ο παρτής, ενώ ο τσακιστής και οι ισοκράτες μπαίνουν στο τραγούδι μετά από τον πρώτο στίχο. Στο σύνολό της η πολυφωνική μελωδία πλέκεται με τα λυγερά και παιχνιδιάρικα γυρίσματά της και παίρνει έτσι το δικό της ιδιόμορφο ύφος, τέτοιο που όμοιό του δεν συναντιέται πουθενά αλλού στον καθαρά Αλβανικό χώρο (Ζώτος, 12). 

Τη σχέση και την πιθανή συγγένεια του βορειοηπειρωτικού τραγουδιού, με εκείνο του ελληνικού χώρου της Ηπείρου θα την αναζητήσουμε στους γενικότερους εθνικούς και πολιτιστικούς δεσμούς, που ενώνουν τη βόρεια Ήπειρο με την Ελλάδα. Με τον όρο ‘’Βόρειος Ήπειρος’’, εννοούμε σήμερα την περιοχή, που παρά την αναμφισβήτητη ελληνικότητά της παραμένει έξω από τα όρια του ελληνικού κράτους. Η Ήπειρος, που ο Αριστοτέλης την ονομάζει(2)’η Ελλάς η αρχαία’’ από τα πανάρχαια χρόνια ήταν ιστορικά, εθνολογικά και γεωγραφικά ενιαία. 

Ο διαχωρισμός της σε Βόρειο και Νότιο είναι καθαρά τεχνικό κατασκεύασμα της ξένης διπλωματίας, που έγινε στις αρχές του περασμένου αιώνα, με την παραχώρηση του βορείου τμήματος στο αλβανικό κράτος. Εθνολογικά η βόρειος Ήπειρος ορίζεται μεταξύ του Γενούσου ποταμού και της σημερινής, οροθετικής γραμμής Ελλάδας – Αλβανίας. Ιστορικά ακολούθησε τη μοίρα του ελληνισμού, που της προσδίδει την εθνική καταγωγή και την πολιτιστική της φυσιογνωμία. Η ζωή της, ακτινοβολεί όλα εκείνα τα στοιχεία που απαρτίζουν και συγκροτούν τον χαρακτήρα της. Τα ήθη και τα έθιμα, οι θρύλοι και οι παραδόσεις, τα τραγούδια και οι χοροί, η λαϊκή τέχνη και οι ενδυμασίες, η ψυχή και το φρόνημα επισφραγίζουν την ελληνικότητα των κατοίκων της. Έτσι λοιπόν και το βορειοηπειρωτικό τραγούδι τοποθετείται στο φυσικό του, ελληνικό πολιτιστικό του χώρο, σαν ένα ιδιότυπο είδος ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, που δεν μοιάζει απόλυτα με κανένα άλλο. Είναι όμως ελληνικό όπως είναι τα κυπριακά, τα ποντιακά, τα κρητικά και τόσα άλλα ξεχωριστά είδη της εθνικής μας δημοτικής μουσικής.

Η θέση αυτή προσδιορίζεται ακόμη, με την ανημίτονη πεντατονική κλίμακα, κοινό γνώρισμα(3) της αρχαίας, δώριας ελληνικής μουσικής και του σημερινού πολυφωνικού τραγουδιού, με μερικά στοιχεία που μοιάζουν μεταξύ της βυζαντινής μουσικής και του βορειοηπειρωτικού τραγουδιού, και τέλος οι ομοιότητες αυτών των τραγουδιών με εκείνα των άλλων περιοχών της Ηπείρου. Σήμερα το πολυφωνικό τραγούδι, εκτός από τις περιοχές της Βορείου Ηπείρου, τραγουδιέται και σε ένα γειτονικό τμήμα της, την επαρχία Πωγωνίου και σε μερικά χωριά των επαρχιών Κόνιτσας, Φιλιατών, και το βλαχόφωνο σε ορισμένα χωριά των Γρεβενών, της Καστοριάς και της Βέροιας. Οι ανώνυμοι λαϊκοί δημιουργοί του, ήταν οι εκφραστές των κοινών αισθημάτων και στοχασμών της κοινωνικής ομάδας, στην οποία ζούσαν. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που έδωσε στον Γάλλο μελετητή Claude Fauriel, κάποιος Έλληνας χωρικός, όταν τον ρώτησε γιατί τραγουδάει τα γεγονότα. Η απάντηση ήταν απλή, αλλά τόσο φιλοσοφημένη: ‘’….καθώς δεν ξέρω να διαβάζω, ούτε να γράφω, για να μην ξεχάσω αυτή την ιστορία την έκανα τραγούδι…’’, (Γ. Ι. Βελλάς περ. Κόνιτσα τ.120, 43).

Το υγρό κλίμα, η πλούσια βλάστηση και τα πεντακάθαρα νερά των ποταμών συνθέτουν ένα πανέμορφο τοπίο γύρω από το γαλήνιο Δολό τα γύρω υψώματα, το φαράγγι του Κουβαρά με τον διατηρημένο νερόμυλο, το γεφύρι της Νονούλως(4) και την Πωγωνιανή (Βοστίνα). Σε κάθε γωνιά, σε κάθε σπίτι σε όσα χωριά περάσαμε υπάρχουν όμορφοι κήποι με εντυπωσιακά λουλούδια και περιποιημένες πεντακάθαρες αυλές. Ένα πλήθος οικοσυστημάτων περιτριγυρίζουν τον τόπο συνθέτοντας μαζί με τα πουλιά και τα ζώα ένα πολύτιμο δίκτυο περιοχών που θα έπρεπε να προστατεύεται. Στην Πωγωνιανή να δείτε την συλλογή του λαογραφικού μουσείου Πωγωνίου – Δερόπολης, την κεντρική εκκλησία του Αγίου Νικολάου (1873), το όμορφο ‘’Κέντρο παιδικής μέριμνας Αρρένων Πωγωνιανής’’, και όλα τα πετρόχτιστα κτήρια – καταστήματα της κεντρικής πλατείας.

Στο χωριό λειτουργεί το καφενεδάκι του Βαγγέλη Γκριμότση για στάση και ανασύνταξη της παρέας. Στο ακριτικό παλιό κεφαλοχώρι λειτουργεί το κέντρο επαγγελματικής εκπαίδευσης του Ιδρύματος Αποκατάστασης ομογενών από την Αλβανία, το οποίο ίδρυσε και φροντίζει για τη λειτουργία του ο όμιλος επιχειρήσεων Λάτση. Από εδώ αποφοιτούν με ειδικότητες που θα τους βοηθήσουν στην επαγγελματική αποκατάστασή τους, παιδιά βορειοηπειρωτών. 

Λίγο πιο μακριά είναι τα Κτίσματα, η Χαραυγή και η Καστάνιανη, τρία πανέμορφα χωριά εκ των οποίων το τελευταίο, διαθέτει ένα μοναδικό στην περιοχή μουσείο φυσικής ιστορίας, ανοιχτό καθημερινά. Αν είστε τυχεροί και είναι εκεί ο δάσκαλος Ευάγγελος Πριώνης, θα σας κάνει μια αξέχαστη ξενάγηση στα εκθέματα, και στην λαογραφία του τόπου. Τοποθετημένα ευλαβικά σε μια γυάλινη προθήκη του μουσείου, υπάρχουν το βιολί και το κλαρίνο του Περικλή Χαλκιά - ‘’Μέγα τέκνο της Καστάνιανης’’ - και πατέρα του Δελβινακιώτη Πετρο - λούκα Χαλκιά.

Στα Κτίσματα (Αρίνιστα) Πωγωνίου, εκεί που διδάχτηκε σε ορισμένα μέλη του συγκροτήματος ΤΕΡΙΡΕΜ(5) το πολυφωνικό(6) τραγούδι, έγινε την Τρίτη 3 Αυγούστου ’04, η επίσημη έναρξη της έκτης διεθνούς συνάντησης πολυφωνικού τραγουδιού, που εξελίχθηκε σε μια σπάνια σύναξη φωνών, λαών και γλωσσών. Η εκδήλωση είχε προετοιμαστεί προσεκτικά, στην κεντρική πλατεία εμπρός από την παλιά εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου. Πλήθος κόσμου από τα γύρω χωριά και οι επίσημοι του τόπου ήρθαν να παρακολουθήσουν.

Τη συνάντηση άνοιξε το σύνολο από τα Κτίσματα. Η Αλβανική πλευρά εκπροσωπήθηκε με το σχήμα Elena Gjika από Πρεμετή, που είναι από τους γνωστότερους ερμηνευτές του αλβανικού, τόσκικου πολυφωνικού τραγουδιού. Από Δερβιτσάνη ήρθε ο γυναικείος ομώνυμος όμιλος που απαρτίζεται από μέλη της οικογένειας Δέδε που τα τελευταία χρόνια ζουν στην Αθήνα. Συνεχίστηκε με το φωνητικό σύνολο Vay Doudouley, των τεσσάρων γυναικών από τη Βουλγαρία με καταγωγή από την περιοχή της Φιλιππούπολης, κυρίως από το χωριό Μάρκοβο. Το σύνολο έχει εμφανιστεί σε πολλές χώρες και έχει επανειλημμένα δισκογραφήσει. Η συμμετοχή του δεξιοτέχνη της γκάιντας Γιώργου Μακρή από την Αλιστράτη Σερρών, σόλο ή σε συνδυασμό με το σχήμα από τη Βουλγαρία, έδωσε στους ακροατές, όπου εμφανίστηκαν μια φανταστική μουσική εμπειρία. Την εκδήλωση μετά από ώρες έκλεισε το μουσικοχορευτικό συγκρότημα Asteria του ομώνυμου πολιτιστικού συλλόγου του χωριού Sternatia, της περιοχής Grecia Salentina της Κάτω Ιταλίας.  

Το ταξίδι συνεχίστηκε για αρκετές μέρες….Κεράσοβο….Παρακάλαμος…. Αετόπετρα….Μαργαρίτι, φτάνοντας μέχρι την Κάτω Ιταλία στα χωριά της Καλαβρίας. Κάθε βράδυ και ένα νέο άκουσμα, κάθε μέρα και ένας καινούργιος τόπος, όλοι με μια κοινή συνιστώσα, το πολυφωνικό τραγούδι. 

Όσοι ξεκινήσουν μαζί με την ‘’Άπειρο’’, τη ‘’Χαονία’’, και όλα τα άλλα σχήματα αυτή την αναζήτηση ήχων και εικόνων να γνωρίζουν ότι είναι κάτι συλλογικό και σαν τέτοιο είναι μοναδικό και ανεκτίμητο. Μια σπάνια συνάντηση σε τόπους όπου το θαύμα συντελείται ακόμη, εκεί που πραγματικά η Ελλάδα ανασαίνει, ονειρεύεται και τραγουδά.

Σημειώσεις:

(1)Εκτενέστερη παρουσίαση της περιοχής και των διαδρομών θα γίνει σε επόμενο αφιέρωμα, περιληπτικά δες ταξίδια τ. Α’, 166 -  172.

(2)Αριστοτέλη, Μετεωρολογικά, Α – 14, 21, 22.

(3)  Η πεντατονική κλίμακα, ένα είδος μουσικής τεχνοτροπίας, ανθούσε στην αρχαία Ελλάδα. Αυτή διατηρήθηκε μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους, οπότε σημειώνεται ένας σημαντικός διαχωρισμός σε δύο μεγάλα ρεύματα. Το δυτικό ρεύμα, που η λατινική εκκλησιά, το εξελίσσει σε κολοσσό και το ανατολικό, που με την επίδραση της Ορθοδοξίας παραμένει πρωτόγονο. Έτσι η βυζαντινή εποχή εξαφανίζει από όλη την Ελλάδα τη χρήση της πεντατονικής κλίμακας, με μόνη εξαίρεση την περιοχή της Βορείου Ηπείρου (Ζώτος 21).  Για το πώς διατηρήθηκε μέχρι σήμερα δες Ζώτο, 22, 23 και Σπ. Περιστέρη, Δημοτικά τραγούδια Δροπόλεως, 105.

(4)Η παράδοση αναφέρει για τη Νονούλω ότι δουλειά της ήταν να μαζεύει καυσόξυλα από την γενέτειρά της το Δολό και να τα πουλάει απέναντι στην Πωγωνιανή. Για να πάει όμως εκεί έπρεπε να περάσει το ποτάμι. Όσο ήταν καλοκαίρι δεν υπήρχε πρόβλημα, τον χειμώνα όμως που γέμιζε νερό και φούσκωνε ήταν κάτι παραπάνω από επικίνδυνο το πέρασμα. Άλλη λύση δεν υπήρχε από την κατασκευή αυτού του μικρού γεφυριού. Έδωσε λοιπόν χρήματα στους μαστόρους από αυτά που μάζευε, το γεφύρι έγινε και πήρε το όνομά της.

(5) Το ‘’ΤΕΡΙΡΕΜ’’ ξεκίνησε από τα Γιάννινα γύρω στο 1990, σε συνεργασία με το ΘΕΗ (Θεατρικό εργαστήρι Ηπείρου), λαμβάνοντας μέρος σε πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες κ.ά. Ορισμένα μέλη του διδάσκονται το πολυφωνικό τραγούδι στα Κτίσματα Πωγωνίου από δασκάλους παραδοσιακής μουσικής. Μέλη του ήταν: Φώτης Καραβιώτης (κλαρίνο , φλογέρα), Κώστας Κωσταγιώργος (βιολί), Μιχάλης Μπέλλος (λαούτο), Πέτρος Μόκκας (κλαρίνο), Αντώνης Τζιάσιος (ντέφι), Χρήστος Τζιτζιμίκας (τραγούδι), και δύο τακτικοί συνεργάτες: ο Γιώργος Κωτσίνης (κλαρίνο, φλογέρα), και ο Θοδωρής Βαγενάς (τουμπερλέκι). Δυστυχώς για τη μουσική μας παράδοση το 1992, διαλύθηκε οριστικά. Πριν την διάλυση έχει χάσει για πάντα τον ακριβό φίλο και συνεργάτη Μιχάλη Μπέλλο (από τον δίσκο Ζαγορίσια και Γιαννιώτικα, 17, εκδόσεις ίαμβος).

(6)Εκάστη ομάς τραγουδιστών πρέπει να περιλαμβάνει το ολιγώτερον τέσσαρα μέλη, άλλως ‘’τραγούδι δεν γίνεται’’. Συνήθως όμως αύτη απαρτίζεται εκ πέντε, ενίοτε από εξ επτά και περισσότερους ακόμη αοιδούς. Η σύνθεσις αύτη εξαρτάται από την συντροφιάν, η οποίαν ήθελε τύχει εις ένα γάμον ή εις άλλην εορταστικήν διασκέδασιν. Σημειωτέον έτι ότι οι τραγουδισταί έχουν και ειδικά ονόματα, αναλόγως της μουσικής συμβολής ενός εκάστου· περί του θέματος όμως τούτου συζητούμε κατωτέρω. Όταν η ομάς των τραγουδιστών αποτελείται μόνον από τεσσάρων μελών, ο είς εξ αυτών είναι ο κορυφαίος, ο οποίος τραγουδεί την κυρίως μελωδίαν του άσματος και λέγεται παρτής ή πάρτης ή και σηκωτής, διότι, αυτός παίρνει το τραγούδι, δηλαδή αρχίζει την μελωδίαν του. Η ομάς των αοιδών τούτων εξ όσων δήποτε μελών και αν αποτελείται περιλαμβάνει ένα μόνον πάρτην. Ο δεύτερος τραγουδιστής καλείται γυριστής, διότι γυρίζει το τραγούδι, ή, όπως λέγουν οι ίδιοι, το τσακίζει. Οι άλλοι δύο της ομάδος λέγονται ισοκράται, διότι κρατούν το ίσον. Η σύστασις αυτή της ομάδος δύναται να μεταβληθεί μόνον ως προς τον γυριστήν, καθ’ όσον εις την θέσιν αυτού τοποθετείται άλλος τραγουδιστής, όστις λέγεται κλώστης. ‘’Ένας από την ομάδα μας το παίρνει, ένας άλλος το γυρίζει ή το κλώθει, και οι άλλοι της παρέας κρατούν το ίσον’’. Έτσι λέγεται κλώστης, διότι το κλώθει το τραγούδι. Όταν η ομάς απαρτίζεται εκ περισσοτέρων των τεσσάρων τραγουδιστών, τότε αυξάνονται μόνον οι θέσεις των ισοκρατών, αι άλλαι δε φωναί παραμένουν πάντοτε σταθεραί. Επίσης σπανίως συνυπάρχουν εις την ομάδα ο γυριστής και ο κλώστης· η ύπαρξις του ενός αποκλείει τον έτερον. (Απόσπασμα από το άρθρο του Σπυρίδωνος Δ. Περιστέρη ‘’Δημοτικά τραγούδια Δροπόλεως Βορείου Ηπείρου’’. Ανάτυπο από την επετηρίδα του Λαογραφικού Αρχείου, τομ 9 και 10 Αθήνα 1958). Από τον δίσκο ‘’Ηπειρώτικα 1926 – 1950’’ των φίλων του μουσικού λαογραφικού αρχείου, Αφοι Φαληρέα – ΑΦ 401 Lyra 1993, που περιέχει το επιτραπέζιο πολυφωνικό ‘’στης Δερόπολης τον κάμπο’’ (3:18), με τον Τάσο Χαλκιά. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Για τους ανυπόμονους υπάρχει η μουσική σκηνή Άλλη Όχθη, Αρτέμωνος 9 στον Νέο Κόσμο 2109270628, 3310919 www.a-o.gr που μπορείτε να πάρετε μια ιδέα για τα πολυφωνικά και τις μουσικές του κόσμου. Οι συναντήσεις πολυφωνικού τραγουδιού γίνονται κάθε χρόνο, όμως ακολουθούν διαφορετική πορεία και πιθανά αφορούν διαφορετικά χωριά. Επειδή σίγουρα περνούν από το Πωγώνι, στις Πρακτικές Πληροφορίες θα αναφερθεί ότι έχει σχέση με το Δελβινάκι και τη γύρω περιοχή. Πληροφορίες για τις επόμενες συναντήσεις πολυφωνικού τραγουδιού, από που θα ξεκινήσουν και που θα καταλήξουν δίνει ο οργανωτής και διευθυντής του μη κερδοσκοπικού σωματείου ‘’Άπειρος’’ Αλέξανδρος Λαμπρίδης στα 2103310919, 6945338676 e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. και στο www.polyphonic.gr

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 26570

ΔΙΑΜΟΝΗ: Δελβινάκι Δημοτικός ξενώνας – Πανωραία Παπαδοπούλου 22606, Ξενώνας Δελβινακίου – Δωρεά Ν. Μούτσιου 22070, ξενώνας ‘’Παιώνια’’ Μενέλαος Βίλλης 22007, Βήσσανη ‘’Αρετή’’ 71208, Κτίσματα ‘’Πωγώνι’’ Μήτσης Δημήτριος 51122, Πωγωνιανή Δολό: Χριστόφορος Κωσταράς 31396.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Από δάση, ξωκλήσια και νερόμυλους άλλο τίποτα. Όμως η παρέα θα είναι μεγάλη αφού πολλοί επισκέπτες κατασκηνώνουν όπου γίνεται η συνάντηση οπότε σε κάθε περίπτωση ρωτήστε. Μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Ταβέρνες – ψησταριές στα Κτίσματα 51122, στο Δελβινάκι 22606, καφενείο στην Πωγωνιανή Βαγγέλης Γκριμότσης 31352, καφενείο στην Καστάνιανη Παπαγιάννης Δημήτριος 51551, κοινοτικό καφενείο στο Δολό 31048. Επίσης στον ξενώνα στο Δολό σε όλη την καλοκαιρινή περίοδο σερβίρονται ντόπια εδέσματα, αλλά και καφές στην αυλή, Χριστόφορος Κωσταράς 31396.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Δελβινακίου 22041, Κοινότητα Πωγωνιανής 31227, Συνοριοφύλακες (Αστυνομία), 31086, Κέντρο Υγείας Δελβινακίου 22222.

ΧΡΗΣΙΜΑ: Δείτε τη 2η συνάντηση πολυφωνικού τραγουδιού
www.i-m-patron.gr/news2/polyphonic.html την 4η www.polyphonic.gr/4glavas.htmτην 5η www.tsamantas.com/news/2003/july/polyphonic και την 6η  www.polyphonic.gr/6programme.htm
Δημοτική πινακοθήκη Δελβινακίου 22204, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Καστάνιανης 51551, Λαογραφικό Μουσείο Πωγωνιανής 31583.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Κόνιτσα όλες οι εταιρείες, Καλπάκι BP, SHEL, Κεφαλόβρυσο ΑVIN, Παρακάλαμος BP, Μάζι ΑVIN, επίσης στο Χάνι Δελβινάκι.

ΧΑΡΤΕΣ: Ο δήμος Δελβινακίου έχει αναλυτικό χάρτη της περιοχής Πωγωνίου τον οποίο διανέμει δωρεάν, 22041.

ΒΙΒΛΙΑ - ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ: Δείτε τμήμα από την ελληνική δισκογραφία
www.i-m-patron.gr/news2/polyphonic_02.html και στο www.polyphonic.gr/diskogragia.htm για την ξένη δείτε στο www.polyphonic.gr/diskogragiaINTER.htm Πολυφωνικά τραγούδια Α’, Ζωντανή ηχογράφηση της ‘’Μεγάλης Συναυλίας Πολυφωνικού Τραγουδιού που οργάνωσε η ‘’Άπειρος’’ στα πλαίσια του Διεθνούς φεστιβάλ στις 14 Απριλίου 2000 στο Παλλάς.  Πολυφωνικά τραγούδια Β’ – Παλλάς 2001, Φωνές της Πέτρας Γ’ επιλογή από τις μεγάλες συναυλίες πολυφωνικού τραγουδιού  2002 – 2004 με βιβλιογραφία και δισκογραφία. Και τα τρία CD τα διαθέτει η Άπειρος 2103310919. Λούψικο Κόνιτσας τραγούδια και χοροί του Γάμου σε ένα χωριό της Κόνιτσας, Διεθνής Οργάνωση Λαϊκής τέχνης 2103246188. Συμπληρωματικά ακούστε τα: Α) ‘’τραγούδια και σκοποί από τους Χουλιαράδες της Ηπείρου’’ μια έκδοση του Μουσικού λαογραφικού αρχείου της Μέλπως Μερλιέ, θα το βρείτε στη λέσχη του δίσκου 2103631819, Β) η Ζυγιά του Περικλή ‘’τα Περικλούτσια’’ από τις εκδόσεις Μίλητος 2106109610, το CD περιλαμβάνεται στην έκδοση ‘’τα Άνω Ραβένια….’’, Γ) ‘’Ηπειρώτες Πρωτομάστορες’’ μια έκδοση των αδελφών Φαληρέα 2106400255, διανομή 2109938888, Δ) τραγούδια του παραδοσιακού Γάμου της Σκλίβανης Ξηροβουνίου,μαζί με το βιβλίο θα το βρείτε στην αδελφότητα Σκλιβανιτών Ιωαννίνων, πρόεδρος Ανδρέας Μπούρας 2651032781, μέλος Λευτέρης Σταυρόπουλος 2654051376.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.Μ.Ι. (Λέσχη Μοτοσυκλετιστών Ιωαννίνων) Ανεξαρτησίας 130, Γιάννινα τηλ Fax 2651048501, http://lemimoto.freeshell.org Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τo ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ & το ΠΩΓΩΝΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Μενέλαου Σ. Ζώτου / Το δημοτικό τραγούδι της Βορείου Ηπείρου / εκδόσεις Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Ερευνών / Γιάννινα 1978
  • Χρήστος Μ. Μάτσιας / Πωγώνι – Δερόπολη – Ήθη – Έθιμα – Τραγούδια / εκδόσεις Δωδώνη / Γιάννινα 1988
  • Κώστας Λώλης / Μοιρολόι και σκάρος / έκδοση κέντρου μελέτης Ηπειρώτικης και Βαλκανικής μουσικής παράδοσης / Γιάννινα 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Κωνσταντίνος Μάντζιος / Παράδοση ή παραδόσεις: η χρήση της πολιτισμικής διαφοράς. Πολυφωνικό τραγούδι / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003
  • Κώστας Λώλης / Ισοκράτες και Ισοκράτημα / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003
  • Βασίλης Νιτσιάκος / ‘’Βόρειος Ήπειρος’’ ο χώρος και οι άνθρωποι / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003

 ΘΕΣΣΑΛΙΑ (8481 λέξεις)

ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟΣ – ΠΟΛΥΘΕΑ – ΚΡΑΝΙΑ – ΔΟΛΙΑΝΑ – ΠΑΛΙΟΧΩΡΙ 

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2004 

Στα Βλαχοχώρια του Ασπροποτάμου

Μια από τις περιοχές της Κεντρικής Πίνδου, που συναρπάζουν τον ταξιδιώτη – περιηγητή, είναι αυτή των βλαχοχωρίων του Ασπροποτάμου. Υψηλής οικολογικής και αισθητικής αξίας δάση, παρθένες από την ανθρώπινη δραστηριότητα εκτάσεις περιτριγυρίζουν τους γεμάτους μνημεία οικισμούς. Ολόκληρος ο τόπος είναι ενταγμένος στο δίκτυο Φύση 2000 αποπνέοντας μια διαφορετική αύρα υψηλών πολιτισμικών στοιχείων που φαίνονται ικανά να φέρουν πολλές φορές στον ίδιο χώρο και τον πιο ‘’δύσκολο’’ επισκέπτη.

Η Δυτική Θεσσαλία, παρόλο που βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο του ελληνικού ηπειρωτικού χώρου, παραμένει για τον έξω κόσμο ελάχιστα γνωστή ή και τελείως άγνωστη. Οι αιτίες της απομόνωσής της οφείλονταν στο απρόσιτο, γεωφυσικό ανάγλυφο, στην ανυπαρξία ως τα πρόσφατα χρόνια αξιόπιστου οδικού δικτύου αλλά και σε παράγοντες ιστορικούς, οικονομικούς, και κοινωνικούς. Από την άλλη πλευρά όλες αυτές οι ‘’δυσκολίες’’ την έκαναν ευρύτερα γνωστή σε οδοιπόρους, ορειβάτες, και έναν κύκλο απαιτητικών περιηγητών που αναζητούν άθικτη και αμόλυντη φύση.

Τα δημόσια δάση Πολυθέας – Κρανιάς και Δολιανών, ανάμεσα από τη Τριγγία (2204 μ. υψ.), τη Σκλίβα (1995 μ. υψ.), το Καπ – Γκράς (1824 μ. υψ.), και τη Μπουτζά (1997 μ. υψ.), είναι από τα ομορφότερα του Ασπροποτάμου, αλλά και της χώρας, με πολλές δασικές διαδρομές, άγριες κορφές, φαράγγια, ρέματα στεφανωμένα με απέραντα δάση Ελάτης – Οξιάς. Έχοντας περιγράψει (ταξίδια, τ. Ε’, 168 – 169), την οριοθέτηση των Δασικών συμπλεγμάτων, των βουνών της Κεντρικής Πίνδου που διαρρέονται από τον Ασπροπόταμο, και την πρόσβαση σε αυτά, θα προσθέσουμε μόνο ότι ο πυρήνας Καπ – Γκράς – Νεράιδας στον οποίο θα αναφερθούμε, έχει έκταση 43.500 στρ και καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα του σχηματισμού της Νεράιδας, στο όριο με την Τριγγία.

Ολόκληρη η περιοχή και η φύση της έχει παραμείνει αναλλοίωτη και αμόλυντη και λόγω αυτού του γεγονότος, είναι από τους ελάχιστους στη χώρα με πλουσιότατη πανίδα και χλωρίδα. Δεκάδες είδη φαρμακευτικών φυτών, αγριολούλουδα, άγρια ζώα και πουλιά. Ορεινές πέρδικες, τσίχλες, αγριοπερίστερα, δρυοκολάπτες, φάσες, και όλα σχεδόν τα είδη των ενδημικών μικροπουλιών, αλλά και ελάφια, λύκοι, αγριογούρουνα ζουν και αναπαράγονται στα απέραντα δασικά συμπλέγματα. Είναι ένας από τους σημαντικούς βιότοπους της αρκούδας, συχνότατα δε οι επισκέπτες, οι ντόπιοι αλλά και οι ειδήμονες αναφέρουν την εμφάνισή της. Σε όλη τη διαδρομή, όσο προσεγγίζετε το ‘’κέντρο’’ της, τόσο γίνεται αισθητή η παρουσία του νερού, σαν ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία του περιβάλλοντος. Σε αυτά τα ποτάμια και τα ρέματα υπάρχει αραιή παρουσία της ορεινής Πέστροφας Ασπροποτάμου (Truta Fario). 

Ο ταξιδιώτης που θα φθάσει μέχρι εδώ, θα μείνει έκθαμβος από τον πολιτιστικό πλούτο, τη φύση και τα μνημεία του χώρου. Βαθιά μέσα στον ορεινό όγκο Τρικάλων, κοντά στον ρου του Άνω Αχελώου, του Αράου Άλμπου των βλάχων (αρχ. Ίναχος) ή όπως επικράτησε να λέγεται, Ασπροπόταμος, βρίσκεται η ομώνυμη περιοχή και τα χωριά της. Τα ιστορικά, εξήντα επτά χωριά του Ασπροποτάμου, παλιότερα ήταν ενιαία επαρχία των πρώην Δήμων Λάκμωνος, με έδρα το Χαλίκι (ΦΕΚ 126 31/ 3/1883), και Χαλκίδος με θερινή έδρα την Κρανιά και χειμερινή τον Κλεινοβό (στο ίδιο ΦΕΚ ), μετά δε την επανάσταση(1), διέθεταν εκπρόσωπο στην βουλή του Ναυπλίου, τον Ιωάννη Χατζηπέτρο

Τα βουνά της περιοχής, κατοικούνται τα καλοκαίρια από τους βλάχους, τους Σαρακατσάνους και τους  ‘’ντόπιους’’. Τα βλαχοχώρια που βρίσκονται στην κοιλάδα του Ασπροποτάμου, είναι τα περισσότερα και τα μεγαλύτερα στην περιοχή, αποτελώντας την νοτιότερη εκτεταμένη και πυκνή ομάδα, που απλώνεται στις ψηλές πλαγιές της Πίνδου, φτάνει βόρεια ως το Μέτσοβο, στην ομάδα των χωριών της Χώρας Μετσόβου, και δυτικά στην ομάδα βλαχοτζουμέρκων. Οι γηραιότεροι κάτοικοι μιλούν ακόμη αραιά και πού, την τοπική βλάχικη, διάλεκτο, τουλάχιστον μεταξύ τους, (βλ. ‘’βλάχοι – ποιοι είναι’’ - ταξίδια, τ. Ε’, 176 - 177). Μέχρι τις μέρες μας, η οικονομία των χωριών βασίστηκε στην κτηνοτροφία, δραστηριότητα οι οποία μαζί με την επεξεργασία του ξύλου, έδινε δουλειά και τροφοδοτούσε όλα τα χωριά με τα προϊόντα της. 

Στο κέντρο της περιοχής Ασπροποτάμου, στην περιοχή ‘’Τρία Ποτάμια’’, δεσπόζει το Διοικητήριο, απ’ όπου ξεκινούν όλες οι διαδρομές, και η γνωριμία με τον τόπο. Αν έρχεστε από την Πύλη Τρικάλων περίπου 500 μέτρα πριν το διοικητήριο θα δείτε την πινακίδα, και τον ανηφορικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο που σύντομα σας φέρνει στην Πολυθέα (πριν το 1928 Δραγοβίστι ή Ντράουζα στα βλάχικα σε 1100 μ. υψ.). Όπως παραπέμπει το όνομά της, έχει πολύ ωραία θέα προς την μεγάλη κοιλάδα του Ασπροποτάμου, και τις κορφές της Νότιας Πίνδου, Αυγό 2.148 μ, Μεγάλος Πύργος 1.938 μ, και Νεράιδα 1.931 μ, ενώ βαθιά μέσα στο δάσος διακρίνεται η γειτονική Μηλιά.

Πανέμορφα πέτρινα αρχοντικά, λιθανάγλυφα υπέρθυρα εκκλησιών και σπιτιών, αποπνέουν ένα απαράμιλλο τόνο αρχοντιάς, που συνυπάρχει τόσο με το ιστορικό παρελθόν, όσο και με την σύγχρονη πραγματικότητα. Παλιά, όμορφη και αρχοντική η Πολυθέα, μνημονεύεται η ύπαρξή της σε Τούρκικο φιρμάνι της 9ης Μαΐου 1542, σύμφωνα με το οποίο διευθετούνται κτηματικές περιουσίες της Μονής του Μεγάλου Μετεώρου, που βρισκόταν εδώ. Από εδώ καταγόταν ο Σαραχούμης, μυστικοσύμβουλος του Σουλτάνουο  γιος του ήταν μέλος της φιλικής Εταιρείας (Νημάς, 341). Ο GustavWeigand που ταξίδεψε στα βλαχοχώρια του Ασπροποτάμου, δεν πέρασε από το χωριό, όμως βρήκε στα Τρίκαλα άτομα και πήρε πληροφορίες για τη θέση και το μέγεθός της. Αναφέρει ‘’…Δραγοβίστι, μια ώρα νότια από τη Μηλιά με τριακόσιες Ψυχές..’’. Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι έγραφαν μόνο τον αντρικό πληθυσμό συμπεραίνουμε ότι ο πληθυσμός ήταν τουλάχιστον διπλάσιος, (Weigand, τ. Α’, 317). 

Ο κεντρικός δρόμος στρώθηκε με πέτρα, σε ανάμνηση των παλιών καλντεριμιών, που φτάνει μέχρι την πλατανοσκέπαστη σκιερή πλατεία. Εκεί, τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργούν καφενεδάκια, με σπέσιαλ τοπικούς μεζέδες, για τσιπουράκι, κοκορέτσι, ολόφρεσκες σαλάτες και θαυμάσια τυροκομικά προϊόντα. Υπάρχει και ο ξενώνας ‘’Κάζα Κάλντα’’, με νέο ιδιοκτήτη που τον ανακαίνισε με σκοπό να λειτουργεί και τον χειμώνα, πράγμα θετικό, για τη προσέγγιση του τόπου. Αν τύχει και βρεθείτε εδώ χειμωνιάτικα, ίσως γνωρίσετε και εσείς τη ‘’μασκώτ της Πολυθέας’’, που γυροφέρνει τα καφενεία για κάποιο κοψίδι. Πρόκειται για μια αλεπού, που με τη συνεχή επαφή της με τους κατοίκους απέκτησε οικειότητα, και τους επισκέπτεται συχνότερα από ότι οι ίδιοι φανταζόντουσαν. 

Στην άκρη της πλατείας, δίπλα από τον πλακόστρωτο δρόμο, ήταν το μεγάλο αρχοντικό (18ου αι.) των Τεγόπουλων. Ο πατέρας Τεγόπουλος, μεγαλέμπορος στα Τρίκαλα των αρχών του περασμένου αιώνα και μετά στην Αθήνα, πτώχευσε στο παγκόσμιο κράχ του 1929. Μετά την πτώχευση, ο νεαρός τότε Κίτσος – (Χρήστος) Τεγόπουλος, ένα από τα τέσσερα παιδιά, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ, φυλακίστηκε, εξορίστηκε. Το 1951 ήρθε στην Αθήνα και το 1975 εκδίδει, την εφημερίδα ‘’Ελευθεροτυπία’’. Σήμερα, ο εκδότης και μέτοχος του ‘’Mega’’ Κίτσος Τεγόπουλος είναι ένας ισχυρός πολιτικοκοινωνικός παράγων της Ελλάδας, γνήσιος απόγονος των βλάχων της Πολυθέας, (Μέρτζος, 370).

Στην σκιερή πλατεία υπάρχει το μνημείο ηρώων, προσφορά των εκπολιτιστικών συλλόγων Αθηνών – Τρικάλων – Λαρίσης, και η παλιά πετρόχτιστη κρήνη στην άκρη της. Όλη η περιοχή θεωρείται, δικαίως, ‘’ανεξερεύνητη’’ και έξω από οποιαδήποτε ‘’τουριστική’’ υποψία ή εκμετάλλευση. Φροντίστε να έχετε κάμποσο χρόνο και περπατήστε στα καλντερίμια της, βλέποντας ορισμένα από τα αναστηλωμένα αρχοντικά. Όπως όλοι οι βλάχικοι οικισμοί έτσι και εδώ, οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Διέθεταν βέβαια και μικρούς κλήρους, τα ‘’Κήπια’’ μια περιοχή έξω από το χωριό όπου έσπερναν τα χρειαζούμενα για την οικογένεια. Η δυναμική παρουσία της Πολυθέας χαρακτηρίζεται κυρίως από την κατεργασία μαλλιού, την υφαντουργία, τη ραπτική, και την τυροκομία. Μέχρι το 1912, υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή της δώδεκα τυροκομεία, που έστελναν την παραγωγή τους στις μεγαλύτερες αγορές του νομού. Ο πλούτος που συσσωρεύτηκε εκφράστηκε με δεκάδες έργα στην γενέτειρα και μεγάλα δίπατα, τρίπατα αρχοντικά με εξώστες, ελάχιστα εκ΄ των οποίων σώζονται, αναστηλωμένα. Το χωριό ακολούθησε την τύχη που είχαν όλοι οι οικισμοί του Ασπροποτάμου, κάηκε από τους Γερμανούς στις 23 Οκτωβρίου του 1943, και ξανακατοικήθηκε μετά από αρκετά χρόνια.  

Στους καιρούς μας, θα έλεγε κανείς ότι η Πολυθέα ξανακτίζεται από την αρχή. Δεκάδες ντόπιοι που έρχονται, σύμφωνα με τις παλιές συνήθειες, μόνο το καλοκαίρι, αναστηλώνουν ή επισκευάζουν και προεκτείνουν τα σπίτια τους, περιποιούνται τους ολάνθιστους κήπους με τις αγριοτριανταφυλλιές, και γενικά ο επισκέπτης έχει την αίσθηση τις κίνησης. Στις 8 Σεπτεμβρίου στη γέννηση της Θεοτόκου (ή Γενέθλιον),γίνεται το μεγάλο πανηγύρι που πρέπει να είστε εδώ, για να πιστέψετε το μεγάλο γλέντι που ακολουθεί. Θα έχετε την ευκαιρία να ακούσετε τα θαυμάσια τραγούδια του Ασπροποτάμου, που με το τοπικό κλαρίνο αποκτούν μαγικές διαστάσεις. Επίσης, το πρώτο ή δεύτερο Σάββατο του Αυγούστου, ο σύλλογος Πολυθεατών Τρικάλων ή και οι τρεις μαζί, (Αθήνας – Τρικάλων & Λάρισας), κάνει το ετήσιο αντάμωμα, και γίνεται μεγάλη γιορτή μέχρι το πρωί. 

Λίγο πριν την κεντρική πλατεία, είναι ο τρίκλιτος Ναός της Γεννήσεως της Θεοτόκου ή Παναγίας Φανερωμένης (1748). Στο ιερό βήμα υπάρχουν τοιχογραφίες που φέρουν χρονολογία 1851 Οκτωβρίου 4. Σε μια προσπάθεια καλλωπισμού που έγινε τα τελευταία χρόνια, έχασε αρκετή από την παλιά πατίνα του χρόνου. Αλώβητο από επεμβάσεις έμεινε, το πραγματικά πανέμορφο μνημείο του χώρου, που βρίσκεται λίγο πριν μπείτε στον κεντρικό οικισμό, στα δεξιά σας, εκεί που φεύγει ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος, (υπάρχει πινακίδα), προς τον κάτω μαχαλά. Αυτός ο δρόμος οδηγεί στον πετρόχτιστο τρίκλιτο Ναό του Αγίου Δημητρίου (1830), ένα από τα εξαιρετικά μνημεία του Ασπροποταμίτικου τοπίου, με περίτεχνο - πιθανά από Πραμαντιώτες μαστόρους - λεπτοδουλεμένο καμπαναριό. Η εικόνα του Ιησού Χριστού στην συρόμενη πόρτα της Ωραίας Πύλης, είναι έργο του Σαμαριναίου ζωγράφου Γεωργίου Ζήση (1850 – 1879), που δημιουργήθηκε, σε συνεργασία με τον συχωριανό του Αθανάσιο στις 4 Αυγούστου 1858. Πάνω της υπάρχει μικρογράμματη επιγραφή της ιστόρησης, με πέντε στίχους, (Καλούσιος, Σύμμεικτα ΙΓ’, 164, 184). Ξακουστό πανηγύρι γίνεται εδώ, στην γιορτή του αγίου (26 Οκτωβρίου), προσελκύοντας Πολυθεάτες αλλά και κατοίκους από τα γύρω χωριά, τόσους, ώστε το ‘’μποτιλιάρισμα’’ να είναι αναπόφευκτο. Στον ‘’κάτω μαχαλά’’ ομώνυμο της εκκλησιάς, θα δείτε μερικά από τα πολύ όμορφα και απλοϊκά παλιά σπίτια του χωριού. 

Η διαδρομή συνεχίζει μέχρι τον μεγάλο χώρο αναψυχής - ξεκούρασης, στον Αγ. Αθανάσιο (1,5 χλμ) που φαίνετε απέναντι, με το μεγάλο κιόσκι. Ωραίος χώρος για σκηνές, με ανυπέρβλητη θέα στις απέναντι βουνοκορφές και τη Μηλιά. Από εδώ ο κακοτράχαλος χωματόδρομος κατηφορίζει, διασχίζει όλο το δάσος με τα έλατα, (υπάρχουν πιθανότητες να βρεθεί κάποιος κορμός πεσμένος στο δρόμο), περνάει το ποτάμι, και φτάνει σε +/- 8 χλμμέχρι κάτω τον κεντρικό δρόμο. Εκεί, λίγο πριν αλλά και μετά από την δστ προς Μηλιά, (υπάρχει σήμανση) είναι τα σημεία που οι απανταχού φίλοι του κανόε - καγιάκ δίνουν το ραντεβού τους, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες. Οι ολοκαίνουργιες ‘’γλίστρες’’ διευκολύνουν την είσοδο των κανό στο ποτάμι και η κατάβαση, που μπορεί να αρχίσει και από τα ‘’τρία ποτάμια’’, ξεκινά. Για όσους δεν έχουν την απαιτούμενη εμπειρία ή τον εξοπλισμό, υπάρχει ο Θανάσης Σαμούρης της Trekking Hellas (γραφείο Θεσσαλίας), που διοργανώνει ασφαλείς - περιπετειώδεις καταβάσεις.

Φεύγοντας από τη Πολυθέα, υπάρχει η δυνατότητα να μην γυρίσετε στον κεντρικό δρόμο προς το Διοικητήριο, αλλά από το βουνό, να κατευθυνθείτε προς την Κρανιά, απ’ τον μεγάλο και φαρδύ δασικό που ενώνει τους δύο οικισμούς, (δες Road Book στο τέλος). Ακριβώς στο πλάτωμα της εξόδου από το χωριό πηγαίνετε δεξιά στον ανηφορικό χωματόδρομο, μπαίνοντας στο πανέμορφο δάσος. Η διαδρομή κινείται στην ισοϋψή των 1250 μ και στην αρχή ‘’γλύφει’’ σε όλο της το μήκος τον αχανή γκρεμό αριστερά σας ενώ μετά από +/- 2,5 χλμ. σας χαρίζει σπάνια θέα μεγάλου μέρους του ανυπέρβλητου Ασπροποταμίτικου τοπίου. 

Ατενίζοντας την περιοχή σε πρώτο πλάνο, σαν να βλέπετε από αεροπλάνο, είναι ο ξενώνας ‘’Μαντάνια’’, πιο ψηλά η ιστορική Καλλιρρόη με το καινούργιο ξενοδοχείο της, και η ψηλή κορφή ‘’Τρία σύνορα’’ (1796 μ). Λίγο πιο κάτω (+/- 3,5 χλμ), υπάρχει η μοναδική στη διαδρομή, δστ που οδηγεί αριστερά, στον κεντρικό δρόμο. Αγνοήστε τη, και χωθείτε ακόμα βαθύτερα στο δάσος, ώσπου θα βγείτε σε πλάτωμα με πέτρινη κρήνη και δστ δεξιά σας (στην αρχή έχει λίγο τσιμέντο), που καταλήγει στη κορυφή ‘’Ψήλωμα’’ στα 1637 μ. υψ, εκεί που βρίσκονται οι κεραίες(2).  Σε ολόκληρη τη διαδρομή (βλ. Road Book στο τέλος), θα βρείτε πολλούς χώρους – πλατώματα για να ‘’στήσετε’’ σκηνές, όμως, ξεχωρίζει αυτό με τη παλιά πετρόχτιστη κρήνη ‘’ΠΑΙΑΝΑ’’.

Αν διαλέξετε τον κεντρικό δρόμο για τη συνέχεια, η διαδρομή περνά έξω από το Διοικητήριο – κέντρο ενημέρωσης για την ζωή στον Ασπροπόταμο και την αρκούδα της Πίνδου - στο πίσω ύψωμα του οποίου υπάρχει η ταβέρνα – ψησταριά του Απόστολου Δρόσου, και συνεχίζει, περνώντας μπροστά από το ξενοδοχείο ‘’τα Μαντάνια’’ του Λάμπρου και του Γιώργου, φτάνοντας μέσα από καταπράσινα τοπία στην δστ για Κρανιά, τον πανέμορφο και πεντακάθαρο χώρο αναψυχής ‘’Κρανιά’’. Στον χαμηλό λοφίσκο, διακρίνεται ο ναός του Αγ, Νικολάου (1966) κτισμένος στην ίδια θέση άλλου, μικρότερου και πολύ κομψού, που κάηκε το 1943 από τους Γερμανούς. Δίπλα από το δρόμο, είναι το ταβερνάκι του Στέφου Ζαραμπούκα, ανοιχτό καθημερινά όλο το χρόνο, και το χειμώνα, σε ένα από τα ομορφότερα και πιο βολικά σημεία του Ασπροποτάμου. Ο χώρος αναψυχής και η θαυμάσια περιφραγμένη παιδική χαρά, προσφέρει ανέμελο παιχνίδι, στα τα πιτσιρίκια της παρέας, ενώ στο ταβερνάκι οι μεγαλύτεροι θα γευθούν ασπροποταμίτικες νοστιμιές. Οι διαδρομές στο βουνό σ’ αυτό το σημείο προσφέρουν δυνατότητες κατασκήνωσης, νερό υπάρχει άφθονο (κρήνες με καθαρό νερό υπάρχουν σε πολλά σημεία), σε ένα μοναδικής φυσικής ομορφιάς τοπίο. 

Συνολικά 48 χλμ από Καλαμπάκα ή 60 χλμ από Ελάτη, βρίσκεστε στην Κρανιά (παλιά Κόρνου ή λα Κόρνου στα 1140 μ. υψ.), το μεγαλύτερο βλαχοχώρι της περιοχής Ασπροποτάμου. Στην διαδρομή, σας συνοδεύει το Κρανιώτικο ρέμα που τρέχει να ενωθεί με το Σληνιασώτικο, κάτω στη διασταύρωση όπου και τα δύο μαζί ενώνονται με τον Αχελώο στη θέση ‘’τρία ποτάμια’’. Στην είσοδό του χωριού, σας υποδέχεται το καλοδιατηρημένο παραδοσιακό πέτρινο γεφύρι ‘’Κατούνα’’, κτισμένο σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες το 1860 – ’70. Το γεφύρι διευκόλυνε την επικοινωνία μεταξύ των δύο μεγάλων συνοικισμών, του Αγίου Δημητρίου, στις υπώρειες του βουνού ‘’Τσονάρικο’’ (1767 μ. υψ.) και της αγίας Παρασκευής, στην πλαγιά της ράχης ‘’Γκιώναλη’’ (1913 μ. υψ.), που τους χώριζε το προαναφερθέν ρέμα. Και εδώ έφτασαν οι Βουρμπιανίτες μαστόροι, αφού στην ιστορία του το γεφύρι δέχθηκε εργασίες συντήρησης, (πριν το 1900) που έγιναν από τον πρωτομάστορα Σκούφια από το χωριό Βούρμπιανη Κόνιτσας, (Γοργογέτας, 193). Δίπλα του, ακόμα και σήμερα διακρίνονται τα ερείπια του παλιού νερόμυλου. Στον ίδιο χώρο, λειτουργούσαν και μαντάνια.

Πανέμορφο κεφαλοχώρι, με 600 - 700 μόνιμους κατοίκους το καλοκαίρι, (στις γιορτές και τα πανηγύρια φτάνουν και ξεπερνούν τους δύο χιλιάδες), που σφύζει από ζωή, με μίνι μάρκετ, ταβερνάκια, καφενεία, καφετέριες, νέους ανθρώπους, που μεταφέρει στον περιηγητή την αίσθηση μεγαλούπολης. Η θαυμάσια πλατεία της, με την παιδική χαρά, κάτω από το πλακοστρωμένο προαύλιο του κοινοτικού ξενώνα και της ταβέρνας, είναι από τις ελάχιστες που έχουν απομείνει στα χωριά φυτεμένη με γκαζόν για να παίζουν τα πιτσιρίκια, πραγματική προκλητική αποκάλυψη και για τους μεγάλους, που λιάζονται στον ήλιο. 

Μια πολύ όμορφη τοποθεσία για πεζοπορία, ξεκινά από την πλατεία προς το ακραίο σημείο του χωριού, στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία (1880). Εκεί, στην κορυφή του λοφίσκου που δεσπόζει στη συνοικία του Αγίου Δημητρίου, πηγαίνει μονοπάτι από το χωριό, που βγάζει μπροστά στο μεταλλικό κωδωνοστάσιο, ή δρόμος, ακολουθώντας τις πινακίδες ‘’Γκουντρουσέϊκο’’ – ‘’Προφήτης Ηλίας’’. Μονόκλιτη βασιλική σκεπασμένη σήμερα με κεραμίδια που αντικατέστησαν την πλάκα. Στο υπέρθυρο της κεντρικής εισόδου υπάρχει ανάγλυφη επιγραφή 1880. Μέσα στον Ναό βρίσκεται μια φορητή εικόνα του Παντοκράτορα με μεταγενέστερη επιγραφή: ‘’Διασωθείσα υπό Στέφ. Νικ. Σιάχου και Ηλίαν Αθ. Σκρέταν εκ της εκκλησίας Μπαλτζάβας Μικράς Ασίας κατά την οπιστοχόρισιν τη 26 Αύγουστος 1922’’. Σ.σ. Διατηρείται η ορθογραφία της επιγραφής. (Καλούσιος τρικαλινό ημερολόγιο 1988 χρόνος 12ος, 122).

Η μεγάλη γιορτή της φύσης, γίνεται σε ολόκληρη την περιφέρεια του χωριού, που περιστοιχίζεται από θαυμάσια δάση Ελάτης, παρθένα τοπία και αξιόλογες τοποθεσίες, που δίνουν τη δυνατότητα να χαραχθούν πολλές διαδρομές σε μια πολυήμερη γνωριμία με τον τόπο. Η εικαστική, πολιτιστική, πνευματική και επιχειρηματική παράδοση(3) της Κρανιάς, αποτελεί έκπληξη για τον ανυποψίαστο επισκέπτη. Οι ιδιαιτερότητες του ορεινού χώρου, δεν εμπόδισαν και μάλλον διευκόλυναν, την επιχειρηματική, καλλιτεχνική και γενικότερα την πνευματική παρουσία. Αρκετοί Κρανιώτες, ασχολήθηκαν επίσης με το εμπόριο μάλλινων υφαντών και καπνού, στην Κύπρο, (Α. Γ. Πατίκης) όπου διέπρεψαν. Μέχρι πρόσφατα μάλιστα, υπήρχαν τα καπνά ‘’Πατίκη’’, στη Πάφο.

Δείτε από κοντά, στον ομώνυμο μαχαλά, τον μεγαλοπρεπή ναό της Αγ. Παρασκευής (1869), με το επιβλητικό πετρόχτιστο καμπαναριό, και το καινούργιο μαρμάρινο τέμπλο. Η εκκλησία δεν γλίτωσε από τη μήνη των Γερμανών και ανατινάχτηκε, αλλά επειδή ήταν πολύ προσεκτικά κτισμένη δεν έπεσε. Ότι όμως υπήρχε μέσα κάηκε, και από τα ξυλόγλυπτα καλλιτεχνήματα (άμβωνας, τέμπλο), που θυμούνται οι παλιοί, δεν έμεινε τίποτα. Σώθηκε μόνο η εικόνα της αγίας, που βρίσκεται και σήμερα στο ναό, και ορισμένα άγια σκεύη που φυλάσσονται στην γυναικεία μονή του αγίου Στεφάνου Μετεώρων. Δίπλα από την εκκλησία, υπάρχει η ορειχάλκινη προτομή του Πατροκοσμά του Αιτωλού ο οποίος, περιόδευσε και δίδαξε στον Ασπροπόταμο, το 1777 και 1778. Λίγο πιο πάνω, στη θέση ‘’Σταυρός’’, ‘’Λα Κρούτσια’’ για τους βλαχόφωνους, βρίσκεται ο μεγάλος λευκός σταυρός, (στη θέση ξύλινου που είχε τοποθετήσει ο ίδιος ο Άγιος – αναφέρει η παράδοση), που στήθηκε το 1988 δαπάνη του Κρανιώτη, ταξίαρχου εν αποστρατεία κ. Γιαννίκα Αθανασίου, σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος, στο σημείο που πιστεύεται ότι έγινε το κήρυγμα. Σχεδόν δίπλα απ’ την εκκλησία, είναι ένα κτήριο που κατείχε από παλιά, ξεχωριστή παρουσία στο χώρο και στις καρδιές των κατοίκων αφού εκτός των άλλων, γλίτωσε από τους Γερμανούς. 

Το λιθόκτιστο σχολείο, που από το καλοκαίρι του 2001 στεγάζει το πολύ ενδιαφέρον, μοναδικό στην ευρύτερη περιοχή, Λαογραφικό Μουσείο Κρανιάς. Δημιουργήθηκε και διαχειρίζεται από τον δραστήριο πολιτιστικό σύλλογο, που αφουγκράστηκε την επιθυμία των επισκεπτών και των κατοίκων κατορθώνοντας, μετά από πολλά χρόνια, να το κάνει πραγματικότητα. Τα εκθέματα του, αναπτύσσονται σε τρεις αίθουσες εκ’ των οποίων οι δύο είναι οι παλιές τεράστιες ψηλοτάβανες ‘’τάξεις’’, και η τρίτη ο προθάλαμος του σχολείου. Τα πάσης φύσεως αντικείμενα, ταξιδεύουν τον επισκέπτη και ‘’αφηγούνται’’ τη ζωή στις ορεινές κοινότητες της Κεντρικής Πίνδου και ιδιαίτερα, των χωριών του Ασπροποτάμου, καλύπτοντας μια περίοδο από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ως τις μέρες μας. Στις συλλογές του υπάρχουν πολύτιμα υφαντά, με ασπροποταμίτικα σχέδια και χρονολογίες ύφανσης, ενδυμασίες με λεπτοδουλεμένα κεντήματα, βαριές υφαντές κουρτίνες, οικιακά σκεύη, τα μέσα που επεξεργάζονταν το μαλλί, αργαλειός, και πλούσιο φωτογραφικό υλικό. Πραγματικά ο επισκέπτης μένει έκθαμβος από τον πλούτο των εκθεμάτων. Αναζητήστε το μέλος του πολιτιστικού συλλόγου και επίτροπο της εκκλησίας της αγίας Παρασκευής, κ. Κωνσταντίνο Ψαρρή, που θα σας ‘’ξεκλειδώσει’’, το μουσείο, και μαζί, τα ‘’μυστικά’’ του τόπου. 

Ενός τόπου, που καλύπτεται από την άχλη της ιστορίας. Εξετάζοντας τα ιστορικά δεδομένα, τις μετακινήσεις πληθυσμών, ειδικά μετά τη δεύτερη καταστροφή (1792), του εμπορικού και πολιτισμικού κέντρου της Βαλκανικής, τη Μοσχόπολη, είναι δύσκολο για τον ερευνητή να μην δεχθεί, ότι υπήρχε κάποια σχέση με τη μητρόπολη του βλαχόφωνου Ελληνισμού. Τα παλιά χρόνια, η Κρανιά είχε ανεπτυγμένη κτηνοτροφία, (Ζαφόλιας, Πατίκης, Κλιάφας κ.λπ.) με τουλάχιστον εικοσιπέντε - τριάντα χιλιάδες πρόβατα. Το κάθε τσελιγκάτο είχε τρεις ως τέσσερις χιλιάδες πρόβατα και διακόσια γίδια. Μαζί με το Στεφάνι, έκανε έντονη τη παρουσία της, με τη βιοτεχνία επεξεργασίας μαλλιού. 

Στις προβιομηχανικές εγκαταστάσεις τους, έφτιαχναν κυρίως σκουτιά, μαύρα και άσπρα, κάπες, βελέντζες, ‘’μαλιότου’’ (μάλλινη χοντρή ποιμενική κάπα), μάλλινα και φλοκωτά υφάσματα γενικά, που τα εξήγαγαν στην Κύπρο, (Χρήστος Παπαμάνος), και σε άλλες πόλεις του εξωτερικού. Την τελική επεξεργασία την έκαναν στα μαντάνια του χωριού, αλλά και κάτω, στα άφθονα νερά του Σκληνιασώτικου και Κρανιώτικου ρέματος στην τοποθεσία που και σήμερα ονομάζεται ‘’τα Μαντάνια’’, εκεί που τώρα είναι το ξενοδοχείο. Από αυτή τη δραστηριότητα άλλωστε, πήρε την ονομασία του. Εκεί λοιπόν, υπήρχαν τα μαντάνια ή κοπάνες, που με τις παλινδρομικές κινήσεις τους, χτυπούσαν όλη αυτή την μάλλινη παραγωγή για να ‘’δέσει’’, και να γίνει πιο απαλή.

Στην απογραφή του 1840 εμφανίζεται με 4080 κατοίκους, την στιγμή που η Καλαμπάκα, την ίδια περίοδο είχε 1043. Με τον σχηματισμό σε δήμο το 1883, εμφανίζεται με 2444 κατοίκους, (600 οικογένειες – Γεωργιάδης, Θεσσαλία, 199), δεύτερη σε πληθυσμό πόλη του νομού μετά τα Τρίκαλα!. Ο Gustav Weigang, γράφει στο βιβλίο του, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1895, ότι: η Κρανιά, είχε 500 σπίτια 2500 ‘’ψυχές’’ και 30 σπίτια τα γειτονικά Δολιανά με 150 ‘’ψυχές’’. Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι) κάτοικοι, είχαν αφήσει τα δυο χωριά τους τον Οκτώβριο κιόλας. Οι κοιλάδες δεν κατοικούνται, όχι όμως επειδή κάνει τόσο κρύο, αλλά επειδή τα μονοπάτια για τους πεζούς γίνονται εντελώς αδιάβατα έπειτα από κάποιες χιονοπτώσεις, και σε τέτοια περίπτωση οι άνθρωποι θα ήταν αποκομμένοι από κάθε επικοινωνία και εκτός απ’ αυτό δεν θα υπήρχε τροφή για τα πολυάριθμα κοπάδια. (Weigang, τ. Α’, 205).

Όλη αυτή η ανάπτυξη διεκόπη, στον πόλεμο του 1940, όταν οι Γερμανοί, μεταξύ του Οκτωβρίου 1943 και Οκτωβρίου 1944, πυρπόλησαν όλα(4) σχεδόν τα βλαχοχώρια και αποδεκάτισαν τον πληθυσμό τους. Από τα πρώτα θύματα ήταν ο Κλεινοβός (έδρα υποδιοίκησης), και άλλα οκτώ βλαχόφωνα χωριά του Ασπροποτάμου. Η μνήμη των ηλικιωμένων έχει σταματήσει στις 23 με 26 Οκτωβρίου 1943. Αυτό το δραματικό τριήμερο, που οι εισβολείς εκτέλεσαν τους επτά γέροντες που έμειναν στη Κρανιά, και στη συνέχεια βάλανε φωτιά καίγοντας όλο το χωριό, μην αφήνοντας κανένα(5)  από τα οκτακόσια είκοσι!, δίπατα – τρίπατα αρχοντικά όρθιο εκτός από ορισμένα που έμεναν οι ίδιοι. Μέχρι πρόσφατα(6), θεωρούσαν ότι αυτή η καταστροφή έγινε σε αντίποινα για την αιχμαλωσία και εκτέλεση ογδόντα(7) περίπου Γερμανών στρατιωτών, που είχαν συλλάβει  οι αντάρτες του ΕΛΑΣ μετά την μάχη του Σαραντάπορου. 

Σύμφωνα με νεώτερα έγγραφα, αποκαλύφθηκε ότι αξιωματικοί του Γερμανικού επιτελείου είχαν ήδη, από το καλοκαίρι του 1943, σχεδιάσει εκκαθαριστική επιχείρηση κατά των ανταρτών, η οποία έγινε πραγματικότητα όταν αποφασίστηκε να κρατηθεί ανοικτός ο δρόμος, Τρικάλων – Ιωαννίνων. Την εκκαθάριση, με τον κωδικό ‘’Πάνθηρας’’ έκανε το 22ο Σώμα Στρατού το φθινόπωρο του 1943 (Κλιάφα, 63). Μυστήριο καλύπτει το γιατί δεν εμφανίστηκαν οι αντάρτες, της γύρω περιοχής. Μάλιστα στην Καστανιά είχε εγκατασταθεί το αρχηγείο του ΕΛΑΣ και είχε λάβει χώρα, η Πανθεσσαλική συνδιάσκεψη, με συμμετοχή του Άγγλου Έντυ Μάγερ και εκπροσώπων της Αλβανίας και Γιουγκοσλαβίας. Αναφέρουν μάλιστα χαρακτηριστικά ότι, ‘’μόνο η μεραρχία του Στρατηγού Σαράφη είχε 7-8.000 άντρες’’, οι οποίοι δεν φάνηκαν για να αποτρέψουν την καταστροφή.

Μετά την εκκαθάριση, και του ορεινού συγκροτήματος της θεσσαλικής Πίνδου, όλα τα χωριά ερήμωσαν και εγκαταλείφθηκαν. Η Κρανιά, για οκτώ ολόκληρα χρόνια. Μόλις τον Αύγουστο του 1951 ορισμένα δημοσιεύματα στις εφημερίδες κάλεσαν τους Κρανιώτες να ξανανέβουν στα πάτρια. Σιγά – σιγά με κόπο, θυσίες των ιδίων, και βοήθεια του τομέα ανοικοδόμησης(8) του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, άρχισαν να ξανακτίζουν. Τα επόμενα χρόνια, και άλλοι Κρανιώτες ξεθάρρεψαν, γύρισαν πίσω και μετά από πολύ καιρό η Κρανιά έγινε αυτό που σήμερα αντικρίζει ο επισκέπτης, χωρίς ποτέ να μπορέσει να ξαναβρεί την παλιά της αίγλη. Στις μέρες μας, συνεχίζεται η ανοικοδόμηση, και το χωριό έχει φτάσει να έχει 450 – 500 σπίτια. Όλα τα καμένα βλαχοχώρια του Ασπροποτάμου Χαλίκι, Ανθούσα, Μηλιά, Κρανιά, Αγ. Παρασκευή (Τζούρτζια), Πολυθέα (Δραγοβίστι), Κατάφυτο, Στεφάνι, Καλλιρρόη, Δολιανά, Γαρδίκι κ.α. ξανακτίστηκαν. Αλλά δεν ξανάζησαν!…

Από τη συνοικία της αγίας Παρασκευής, (1,5 χλμ χώμα) αλλά και από τον κεντρικό δρόμο (3,0 χλμ + 700 μ. χώμα), υπάρχει πρόσβαση προς την εκκλησία του Τίμιου Σταυρού, μέσα στο δάσος των Δολιανών. Αν πάτε από την Κρανιά, είναι ευκολότερο να προτιμήσετε τον κεντρικό δρόμο, έχοντας το νου σας, μην ‘’χάσετε’’ την δστ. με την πινακίδα, που κατευθύνει (δεξιά) τους επισκέπτες της Εκκλησίας, λίγο πριν από τις εγκαταστάσεις του Δασαρχείου στην περιοχή ‘’Κουκουφλί’’. Ο ανηφορικός χωματόδρομος φτάνει πρώτα στα ερείπια της Ιεράς Μονής Αγίας Ζώνης που χρονολογείται το 1770, ενώ η προφορική παράδοση πιστεύει ότι υπήρχε ήδη από το 1630. 

Από την μονή δεν διακρίνεται τίποτα ή σχεδόν τίποτα, αν εξαιρέσουμε ένα μικρό τοιχίο που φάνηκε μετά τις εργασίες αποκάλυψης του μνημείου. Οι εργασίες συνεχίζονται από τις μοναχές του Αγίου Στεφάνου Μετεώρων και έτσι θα υπάρχει κάποια περαιτέρω εξέλιξη, ίσως και αναστήλωση. Περνώντας την μοναδική δστ αριστερά σας, που οδηγεί στον μικρό οικισμό των Δολιανών, με την ταβέρνα του ‘’Μπόμπα’’ και το καλό τσίπουρο, βρίσκεστε ξαφνικά σε ένα μαγικό τοπίο, απ’ όπου ξεπροβάλει με θάρρος η εκπληκτική σε σύλληψη και κατασκευή, δεκατριάτρουλη εκκλησία τουΤιμίου Σταυρού Δολιανών, χαρακτηρισμένο ιστορικό διατηρητέο μνημείο (ΦΕΚ 143 Β/13.3.1984). 

Αξιοθαύμαστα μνημεία της περιοχής, και μοναδικές παρουσίες στην Ελλάδα που καλύπτονται από Πέπλο μυστηρίου, όσον αφορά την ιστορία της Μονής Αγίας Ζώνης, αλλά και της μνημειώδους εκκλησίας που αποτελούσε εξάρτημά της. Ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά και αυτά, από την μέση ηλικία τους, και πέρα. Το πιο παράξενο είναι ότι τόσοι περιηγητές που μελέτησαν την Θεσσαλία και τον ορεινό της χώρο δεν αναφέρουν τίποτα για την ύπαρξή τους. Τα πρώτα, και μοναδικά γραπτά ευρήματα, είναι δύο έγγραφα(9) που αφορούν την εκκλησία του Τιμίου Σταυρού αναφέροντας την ανακαίνιση το πρώτο (1839), και την ανοικοδόμηση το δεύτερο (1841). Και τα δύο φυλάσσονται στο αρχείο της γυναικείας Ιεράς Μονής Αγίου Στεφάνου Μετεώρων όπου ανήκει διοικητικά (ΦΕΚ 134 Α/ 14.6.1924), μαζί με την Μονή Αγίας Ζώνης και μεταφέρθηκαν εκεί μαζί με τα ελάχιστα υπολείμματα του αρχείου της εκκλησίας, μετά την καταστροφική φωτιά που έβαλαν οι Γερμανοί στις 25 Οκτωβρίου 1943. 

Η εκκλησία σε ρυθμό βασιλικής με τρία κλίτη, έχει μικρό σύνθρονο, ίσως μεταγενέστερο. Σπουδαίο αρχιτεκτονικό μέλος που το συναντάμε συνήθως σε ναούς των πρώτων χριστιανικών χρόνων.  Για τη σημασία του σύνθρονου ο Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων υπογραμμίζει ότι ‘’είναι τύπος Δεσποτικού θρόνου, επάνω στο οποίο εκάθησε ο Χριστός, αφού προηγουμένως νίκησε τον κόσμο, με τη σταυρική θυσία του, αναστήθηκε, και στη συνέχεια αναλήφθηκε’’. Μέχρι σήμερα, τα σπουδαιότερα σύνθρονα είναι της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, και της αγίας Ειρήνης Κωνσταντινουπόλεως. Το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε το 1924 και ο τελευταίος μοναχός, κατά τις διηγήσεις των παλιότερων, ζούσε εδώ μέχρι το 1943. Είναι από τα μνημεία της περιοχής που ο επισκέπτης πρέπει να αντικρίσει, όχι μόνο λόγω της μοναδικότητάς του στον Ελλαδικό χώρο, αλλά και της ομορφιάς του. Μελετήθηκε από τον καθηγητή Παύλο Μυλωνά, ο οποίος την χαρακτηρίζει από τα σπάνια δείγματα αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, οικοδομημένο πιθανά το 1770. Εξωτερικά διακρίνονται οι λεπτομερείς λιθανάγλυφες διακοσμητικές παραστάσεις βοηθούμενες και από τις εργασίες καθαρισμού και στήριξης που έγιναν, από την 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Οι πιο ενδιαφέρουσες είναι η τριάδα, που αποτελείται από την ύψωση του Τιμίου Σταυρού και τους στρατιωτικούς αγίους, Άγιο Γεώργιο και Άγιο Δημήτριο.

Πρόκειται για τους δύο αγίους που εκτός της φύλαξης του σταυρού, χαρακτηρίζουν την αρχή και το τέλος της ποιμενικής περιόδου, τότε δηλαδή που βγαίνουν και αντίστοιχα επιστρέφουν τα κοπάδια απ’ τις βοσκές και τότε που είναι κατοικημένα τα βλαχοχώρια. Ο σκοτεινός λιτός εσωτερικός του χώρος αναδεικνύει την χωρίς επίχρισμα πέτρα. Δεν υπάρχουν τοιχογραφίες ή κάτι που να εντυπωσιάζει περισσότερο από την ίδια την κατασκευή.  Οι εικόνες του τέμπλου φέρουν τις χρονολογίες 1883 και 1885. Προφανώς εκείνη την εποχή θα έγιναν κάποια μικρά έργα, και πιθανά το τέμπλο που κάηκε το 1943. Η εκκλησία γιορτάζει με κάθε επισημότητα, δύο φορές το χρόνο, τον 15 Αύγουστο και το μεγάλο πανηγύρι του Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου. Οι Κρανιώτες και οι κάτοικοι από τα γύρω χωριά την αγαπούν πολύ, και επανειλημμένα έχουν βοηθήσει και οικονομικά την περιποίησή της. Στην εκκλησία του τιμίου Σταυρού κρατήθηκαν οι γερμανοί αιχμάλωτοι, μάλιστα λέγεται(10) ότι προσευχόμενοι για να σωθούν, άφησαν τα δαχτυλίδια(11) τους στα καντήλια της εκκλησίας σαν αφιέρωμα. Αφού οι αιχμάλωτοι πέρασαν στρατοδικείο, δόθηκε η εντολή της εκτέλεσής τους. 

Πόλος έλξης η Τριγγία (2204 μ. υψ.), για όλους τους απλούς επισκέπτες, αλλά και τους πεζοπόρους – ορειβάτες. Στον ευρύτερο χώρο της, από την μεριά που είναι το καταφύγιο του Κλεινοβού έχει γίνει η 59η Πανελλήνια Ορειβατική συνάντηση. Δεν θα μπορούσε να λείπει η παρουσία Μοτοσυκλετιστών εδώ πάνω. Υπάρχουν δύο διαδρομές που προσεγγίζουν το χώρο της, και συγκεκριμένα την κορυφή ‘’Γκιώναλη’’ (1913 μ. υψ). Η πρώτη ξεκινά από τον συνοικισμό της αγίας Παρασκευής και ακολουθώντας την πινακίδα ‘’Κονάκια’’ ή ‘’Παλιοχώρι’’  βγαίνει από το χωριό και ανηφορίζει προς τον συνοικισμό ‘’Κονάκια’’. Στην δεύτερη – πιο ‘’σκληρή’’ – (δες Road Book στο τέλος), ξεκινάτε από την πλατεία της Κρανιάς. Είναι η ίδια, που θα κάνετε αν έρθετε από τον δασικό της Πολυθέας στην Κρανιά. Περνάτε το νεκροταφείο, τη ‘’Διαλονή’’, και σύντομα θα βρείτε το παραδοσιακό πέτρινο γεφύρι του ‘’Γκίκα’’, που πήρε τ’ όνομά του από τον μυλωνά Γκίκα, που είχε εκεί κοντά τον νερόμυλό του, και το μαντάνι. 

Αμέσως μετά, η διαδρομή εισχωρεί βαθιά στο δάσος, στη ‘’Λάκα’’ των ντόπιων, ακολουθώντας την ημικατεστραμμένη πλέον βλαχόστρατα, που ένωνε την Κρανιά με το Σαρακατσάνικο συνοικισμό ‘’Κονάκια’’ και από εκεί, ‘’Γκολέμι’’,  ‘’Μπάμπα’’, Τρίκαλα ή στο Παλιοχώρι. Ο συνοικισμός στα Κονάκια (1450 μ. υψ.), δημιουργήθηκε από τους Σαρακατσάνους ‘’βοηθούς’’, των μεγαλοτσελιγκάδων της Κρανιάς ώστε να έχουν ευκολότερη πρόσβαση στις βοσκές. Αργότερα, όταν οι Κρανιώτες εγκατέλειψαν την κτηνοτροφία (1960 – 1970), άλλαξαν οι ‘’ρόλοι’’ και έγιναν αυτοί οι τσελιγκάδες. Ακόμα και σήμερα, όλους τους καλοκαιρινούς μήνες θα συναντήσετε στο θαυμάσιο οροπέδιο και στα λιβάδια της ‘’Τριγγίας’’, οικογένειες που ανεβαίνουν εδώ και βόσκουν τα κοπάδια τους (πρόβατα και γελάδια). Τα παιδιά, βρίσκουν τη χαρά τους εξερευνώντας το βουνό, κρατώντας μέσα τους, τη φύση και τη μακραίωνη φιλοσοφημένη παράδοση της ποιμενικής ζωής. Στον μικρό οικισμό, υπάρχει η εκκλησία της Γεννήσεως της Θεοτόκου (1970), ή Φανερωμένης, που κτίστηκε κατά το πλείστον, με δωρεά της Κρανιώτικης οικογενείας, Γεωργίας Μπέλου. Οι κάτοικοι την γιορτάζουν στις 23 Αυγούστου, και στις 8 Σεπτεμβρίου. 

Μετά τον συνοικισμό (+/- 1χλμ), ο χωματόδρομος συνεχίζει προς τον αυχένα ‘’Γκολέμι’’, ενώ αριστερά σκαρφαλώνει προς τον στόχο, την περιοχή Τριγγίας και την κορυφή ‘’Γκιώναλι’’. Φανταστική διαδρομή, από τις λίγες που η μοτοσυκλέτα ανεβαίνει άνετα μέχρι τα + 1800 μ. υψόμετρο. Δεν υπάρχουν διασταυρώσεις για να μπερδευτείτε και ο δρόμος σταματά την στάνη την οποία εξυπηρετεί. Εσείς, λίγο πριν τη στάνη θα ‘’κεντράρετε’’ το υψομετρικό της Γ.Υ.Σ. αριστερά προς τα σπανά, και θα το προσεγγίσετε εύκολα αφού φαίνεται από παντού. Από τη στάνη, οι πεζοπόροι θα ‘’κόψουν αζιμούθιο’’, και θα χαρούν μια εξαιρετική διαδρομή προς τη Τριγγία η οποία είναι σχεδόν δίπλα. Από εκεί, κατηφορίζοντας θα συναντήσουν το δασικό, που περνά από την χαμηλότερη κορυφή ‘’Κακούρενα’’ (2027 μ. υψ.), και ‘’Μπάμπα’’ (1761 μ. υψ.), πάνω ακριβώς στη παλιά βλαχόστρατα Τρικάλων – Κρανιάς, καταλήγοντας είτε στο Παλιοχώρι, είτε στο καταφύγιο και το Κλειβοβό. Μετά το καταφύγιο μάλιστα, υπάρχει δστ αριστερά σας (δες Road Book στο τέλος), που σας βγάζει στον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, στην θέση ‘’Ορθή πέτρα’’ ή Ορθόπετρα, ‘’Κιάτρα Μπροάστα’’ στη Βλάχικη.

Αφού χαρείτε την εξαιρετική θέα των βουνών του Ασπροποτάμου, και ολόκληρου του οικισμού της Κρανιάς και των Δολιανών, από την κορυφή ‘’Γκιώναλη’’, επιστρέψτε, κατηφορίζοντας προς τον ‘’κεντρικό’’ χωματόδρομο με κατεύθυνση το Δ.Δ. Παλιοχώριου (980 μ. υψ),που ανήκει πλέον στο Δήμο Κλεινοβού, ενώ παλιότερα στην Κρανιά. Η ‘’σκληρή’’ διαδρομή ανεβαίνει προς τον αυχένα ‘’Γκολέμι’’ (1662 μ. υψ.), έχοντας αριστερά (βόρεια), τον όγκο της Τριγγίας (2204 μ. υψ.), και δεξιά (νότια) την Κάλτσα (2062 μ. υψ.). Όπως αντιλαμβάνεστε κινείστε μέσα σε μια πανέμορφη χαράδρα, σε ‘’λούκι’’, όπου δροσερές πηγές αρχίζουν να σχηματίζουν το ρέμα που καταλήγει στη Κρανιά. Σε 3,6 χλμ από τη στιγμή που ‘’βγήκατε’’ στον κεντρικό δρόμο φτάνετε στα καταπράσινα λιβάδια της θέσης ‘’Γκολέμι’’, και στην εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα

Η θέα προς τον ορεινό άγριο όγκο της Νεράιδας (2074 μ. υψ.), των εξάρσεών της, και της απότομης, σχεδόν όρθιας πλαγιάς της Κάλτσας, ενθουσιάζει όσους βρεθούν σε αυτό το σημείο. Στα πόδια σας απλώνεται το Παλιοχώρι, με την εύφορη πεδιάδα του, και απέναντι η Αηδόνα, το πανέμορφο χωριό με την αιωνόβια φτελιά στην αγκαλιά του. Μετά τα επιφωνήματα θαυμασμού για την μεγαλοπρέπεια της φύσης και των βουνών της περιοχής, κατηφορίστε στον καλό χωματόδρομο, περάστε την στάνη στα δεξιά σας, την τεραστίου μεγέθους κατολίσθηση (σάρα), κάτω από την κορυφή ‘’Κάλτσα’’, και μπείτε στο αραιό δάσος. Μέχρι να το καλοσκεφτείτε σε 10,1 χλμ έχετε φτάσει στην πλατεία του Παλιοχωρίου (Γκορτσιά ή Παλιογκορτσιά), και τα άριστα οργανωμένα χωριάτικα καφενεδάκια της κ. Μαρούλας, και του κ. Γιώργου. Παλιότερα, και πάντα ανάλογα τις περιστάσεις, κάτοικοι μικρότερων χωριών συγκεντρωνόντουσαν ή αντίστοιχα μετακινούνταν σε άλλα μέρη, δημιουργώντας νέα ή ενισχύοντας πληθυσμιακά ήδη υπάρχοντα χωριά. Σε μια τέτοια μετακίνηση, οι κάτοικοι της παλιάς Γκορτσιάς εγκατέλειψαν το χωριό τους, ίσως από κάποια επιδημία, στα τέλη του 17ου αι. Οι τότε κάτοικοι του μετακινήθηκαν στη Κρανιά, δίνοντάς της νέα δυναμική.

Στο χώρο της πλατείας υπάρχει η παλιά πετρόχτιστη κρήνη ενώ στο χώρο δεσπόζουν με την παρουσία τους, το παλιό πετρόχτιστο σχολείο που αν κρίνουμε από το μέγεθός του πρέπει να είχε πολλά παιδιά, και η εκκλησία του αγίου Βησσαρίωνα (1933), πολιούχου των Τρικάλων. Ο άγιος, γιορτάζεται με τρανό πανηγύρι στις 15 Σεπτεμβρίου. Στο Παλιοχώρι, ασχολούνται αρκετά με την κτηνοτροφία και την υλοτομία, ενώ κάτω στην μικρή κοιλάδα του, υπάρχουν μικροί γεωργικοί κλήροι, 1380 στρ σε σύνολο 19400 στρ, (Δ/ση Αγροτικής Ανάπτυξης – Νομαρχία Τρικάλων 1999), που συμπληρώνουν, το χαμηλό εισόδημα των διακοσίων πενήντα έξι κατοίκων (‘01). Επίσης παράγουν νοστιμότατα καρύδια, φασόλια, και ανάλογα τη χρονιά, εξαιρετικό ελατόμελο σκέτο, ή ανθόμελο ελατόμελο μαζί.

Τα τελευταία χρόνια, έχουν αρχίσει και εδώ να γίνονται επενδύσεις αξιώσεων, μερικές μάλιστα ξεπερνούν και τη πιο δυνατή, φαντασία. Η ‘’Bίλα Φώτη’’ με τα όμορφα διαμερίσματα, το εστιατόριο - καφετέρια μέσα στα έλατα και το πεντακάθαρο ποτάμι, λίγο πιο κάτω από την πλατεία, το αρχοντικό ‘’Λείριον’’ πάνω στο βουνό, σε μια θαυμάσια κατάφυτη τοποθεσία, με ιδιωτική φάρμα ελαφιών, ότι πρέπει για τα μικρά, αλλά και τα μεγάλα παιδιά. 

Το πνιγμένο στα έλατα χωριό, διαθέτει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες διαδρομές. Φαίνεται απομονωμένο, και η άποψη του επισκέπτη συγκλίνει σε αυτό, απλά επειδή όλοι οι δρόμοι καλύπτονται από το δάσος. Αν ανεβείτε ψηλότερα, θα δείτε χαρακτηριστικούς δασικούς δρόμους να διασχίζουν το τοπίο, επικοινωνώντας με όλα τα γειτονικά χωριά. Μια από τις πολύ όμορφες, με κατάληξη εξ’ ίσου αξεπέραστης ομορφιάς τοπίο, είναι αυτή που ξεκινά απέναντι από το καφενείο, ανηφορίζει για λίγο (δες Road Book στο τέλος), και στρίβει δεξιά στον πρώτο χωματόδρομο. Περνάει το ποτάμι, τον αυχένα της ‘’Μπάμπας’’, (παλιά βλαχόστρατα), το πέτρινο εικονοστάσι του Αγίου Βησσαρίωνα, και στο πρώτο του μέρος, καταλήγει στο καταφύγιο της Ορειβατικής Λέσχης Καλαμπάκας στις πλαγιές της Τριγγίας ή στον Κλεινοβό. 

Όσο ταξιδεύετε στην πολυδαίδαλη ενότητα των βουνών της Κεντρικής Πίνδου τόσο αποκαλύπτονται καινούργια μέρη, ειδικά εδώ, στον επίγειο παράδεισο του Ασπροποτάμου, ίσως του μοναδικού οικοσυστήματος στην Ελλάδα που έχει παραμείνει αλώβητο, από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις. 

Ολόκληρη η Ασπροποταμίτικη χώρα, αποτελεί μνημείο φυσικής ομορφιάς, με άφθονο δασικό πλούτο, κρυστάλλινα πεντακάθαρα ποτάμια, διακριτική ανθρώπινη παρουσία και εκπληκτικά διατηρημένη άγρια πανίδα και χλωρίδα. Είναι στο χέρι των κατοίκων, να διατηρήσουν και να διαχειρισθούν τον τόπο καλά. 

Διαδρομή Πολυθέα – Κορυφή ‘’Ψήλωμα’’ (1637 μ. υψ Κεραίες) – Κρανιά

Έξοδος Πολυθέας, στο Πλάτωμα δεξιά στο χωματόδρομο.

Μηδενισμός – 0

1.     3,5 χλμ δεξιά κεραίες – Κρανιά, αριστερά σε 2,7 κεντρικός ασφαλτόδρομος

2.     4,9 χλμ πλάτωμα με πέτρινη κρήνη ‘’ΠΑΙΑΝΑ’’, δεξιά προς κεραίες και κορυφή ‘’Ψήλωμα’’, ευθεία Κρανιά

3.   5,4 δστ δεξιά προς κεραίες και κορυφή ‘’Ψήλωμα’’, αριστερά δρόμος για ξύλευση

4.   7, 9      κεραίες και κορυφή ‘’Ψήλωμα’’,

Πίσω στο πλάτωμα με την πέτρινη κρήνη ‘’ΠΑΙΑΝΑ’’

Μηδενισμός – 0

1.   3,5 χλμ δστ αριστερά προς Κρανιά, δεξιά προς Διαλονή Κρανιάς

2.   5,5 χλμ δστ αριστερά Διαλονή – Κρανιά (κέντρο), δεξιά Ασβεσταριά – πέτρινο γεφύρι Γκίκα

3.   5,8 χλμ δστ πέτρινο γεφύρι Γκίκα - αριστερά Κρανιά, δεξιά παλιός δασικός προς Κονάκια Κρανιάς (+ 2, 3 χλμ)

Διαδρομή Πλατεία Κρανιάς – Γεφύρι Γκίκα – Κονάκια – Τριγγία (2204 μ. υψ)

Ξεκινώντας από την πλατεία της Κρανιάς στα πρώτα μέτρα βλέπετε την πινακίδα που σας στέλνει αριστερά προς τον συνοικισμό της αγίας Παρασκευής ή δεξιά προς ΓκουντρουσέΪκο. Ακολουθήστε την δεξιά διαδρομή μέχρι να βρείτε την επόμενη πινακίδα που γράφει δεξιά Γκουντρουσέϊκο, αριστερά Διαλονή, Ασβεσταριά και ακολουθήστε τη.

Μηδενισμός στο πέτρινο γεφύρι ‘’Γκίκα’’

1.  2,0 χλμ κεντρικός δρόμος δστ αριστερά Κρανιά, δεξιά Κονάκια - Τριγγία

  • Αν πάτε αριστερά θυμηθείτε, στον πρώτο δρόμο που θα βρείτε δεξιά σας, να ανεβείτε στο καταπράσινο πλάτωμα με την πετρόχτιστη κρήνη ‘’ΤΣΙΟΥΡΗ’’. Ιδανικός χώρος για κατασκήνωση.

2.  3,3 χλμ δστ ευθεία αυχένας Παλιοχωρίου (έχετε περάσει τα ‘’Κονάκια’’), αριστερά κορυφή ‘’Τριγγία’’

3.  8,8 χλμ ο δρόμος συνεχίζει δεξιά προς τη στάνη (που έχει βρύση) εσείς όμως πάτε αριστερά στα σπανά με      κατεύθυνση το υψομετρικό, εκτός και αν θέλετε να ανεβείτε στην Τριγγία.

4.  9,3 χλμ υψομετρικό κορυφής ‘’Γκιώναλη’’ (1913 μ υψ)

Διαδρομή Πλατεία Παλιοχωρίου – Καταφύγιο Ορειβατικού Καλαμπάκας – Κλεινοβός ή ‘’Κιάτρα Μπροάστα’’

Απέναντι από το καφενείο, ανηφορίστε λίγο, και στρίψτε δεξιά στον χωματόδρομο.

1.  6,9   χλμ δστ αριστερά προς Γκολέμι (1662 μ. υψ.) και εκκλησία Μεταμόρφωσης (ο ‘’δρόμος’’ έχει πέσει), ευθεία καταφύγιο

  • 8,2   χλμ αυχένας ‘’Μπάμπα’’ και πέτρινο εικονοστάσι,

2.  10,2 χλμ δστ αριστερά κορυφή Κακούρενα (2027 μ. υψ.), ευθεία Καταφύγιο

3.  14,0 Καταφύγιο Δδξιά σε 4,7 Κλεινοβός (Ξενοδοχείο – Εστιατόρια), αριστερά ‘’Κιάτρα Μπροάστα’’

  • 8,9 χλμ πέτρινο εικονοστάσι σε απότομο βαθύ γκρεμό

4.  28,4 χλμ ‘’Κιάτρα Μπροάστα’’ και δστ δεξιά Καστανιά – Καλαμπάκα, αριστερά Στεφάνι – Κουκουφλί – Κρανιά

Σημειώσεις:

(1)  Η Ελληνική επανάσταση του ’21, διαδόθηκε σε όλα τα τμήματα της Ελλάδας με ταχύτητα, όπως είπαν, φυσικού φαινομένου, και ασφαλώς στην Δυτική Θεσσαλία, Άγραφα, Αργιθέα και Ασπροπόταμο. Είναι γνωστό πια ότι οι κάτοικοι της Θεσσαλίας ξεσηκώθηκαν δίνοντας μεγαλειώδες μάχες με τον υπεράριθμο κατακτητή. Η αρχή είχε γίνει με τις αποτυχημένες επαναστατικές ενέργειες του 1600 – 1611, όταν οι χριστιανικοί, ορεινοί κυρίως, πληθυσμοί, ακολούθησαν το κάλεσμα του μητροπολίτη Τρίκκης Διονυσίου Φιλόσοφου. Μετά την καταστολή του κινήματος αφαιρέθηκαν από πολλά χωριά τα ‘’προνόμια’’ με επακόλουθο να χάσουν την αυτοδιοίκησή τους πέφτοντας σε οικονομική και δημογραφική εξαθλίωση. Η ‘’μαύρη εποχή’’ είχε φτάσει για τα βλαχοχώρια της Πίνδου. Πολλοί αρματολοί που τους αφαιρέθηκαν οι εξουσίες (αρματολίκια) έγιναν κοινοί κλέφτες ληστεύοντας εμπόρους και διαβάτες των ορεινών διαβάσεων, φτάνοντας στο σημείο να επιτίθενται και σε χριστιανικά χωριά. Οι αντιπαλότητες είχαν σαν αποτέλεσμα τα μεγαλύτερα και πλουσιότερα χωριά του Ασπροποτάμου να λεηλατηθούν και να καταστραφούν. Στις 6 Αυγούστου 1809 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης έκαψε την μισή Πολυθέα, και ίσως αυτός ήταν ο λόγος που στην απογραφή του 1820 είχε μόνο 25 σπίτια. Κατά τη διαμάχη του με τον Ράγγο και τον Στορνάρη, τον Απρίλιο - Μάιο του 1824, ο στρατηγός πλέον Γεώργιος Καραϊσκάκης, ξανάρθε στον Ασπροπόταμο, στην Πολυθέα και τη Κρανιά, όπου λεηλάτησε τα σπίτια, επειδή έλειπαν οι κάτοικοι (λεπτομέρειες, απόψεις και παραδόσεις δες Αλεξ. Κ. Χατζηγάκη, Παραδόσεις, 34, και Μαλαβάκη, Πολυθέα, 22). Κατά την κλέφτικη παράδοση το άδειασμα του χωριού ήταν εχθρικό σημάδι.  Κανονικά οι κάτοικοι έπρεπε να δώσουν ‘’κονάκι’’ αλλιώς ήταν εχθροί. Η συνέχεια ήρθε στις 5 Ιουλίου 1821 που κηρύσσεται η Επανάσταση στην περιοχή Ασπροποτάμου.

Ονομαστοί καπετάνιοι στην περιοχή είναι ο Νικόλαος (Νικολός) Στορνάρης, ο Αθανάσιος (Νάσιος) Μάνταλος, οι αδελφοί Λιακατά και ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, ο οποίος ήταν μυημένος στην Φιλική Εταιρεία από το 1819. Με αρχηγό τον Στουρνάρα οι Ασπροποταμίτες και οι άλλοι κάτοικοι της Πίνδου επαναστατούν στην Πόρτα (Πύλη), Πρεβέντα (Διάβα), Καλαμπάκα, και σ’ όλο τον Ασπροπόταμο καταφέρνοντας σε λίγο χρόνο να ελέγχουν ολόκληρη την περιοχή. Από προδοσία του καπετάνιου των Αγράφων Σταμάτη Γάτσου η επανάσταση άρχισε να χάνει έδαφος.

Οι Τούρκοι βρίσκοντας ευκαιρία από τις εσωτερικές διενέξεις των Ελλήνων ανασύνταξαν τα στρατιωτικά σώματα και με την βοήθεια της στρατιωτικής δύναμης που είχε καταλάβει το Συράκο και τους Καλαρρύτες επιτέθηκε στις 29 Ιουλίου. Οι εκκλήσεις του Μουσταή πασά για να ‘’προσκυνήσουν’’ έγιναν απειλές και εισβολή – καταστροφή, παρά την ηρωική αντίσταση του αρματολικιού με αρχηγό τον Στορνάρη (μάχη της Πόρτας) και έπειτα με τον Καραϊσκάκη. Το αποτέλεσμα ήταν άδοξο, και το κλίμα ηττοπάθειας και φόβου, ύστερα από τις απανωτές αποτυχίες τους στα Άγραφα, τον Ασπροπόταμο και την Ήπειρο (Συράκο – Καλαρρύτες), κυριάρχησε, επηρεάζοντας τους Έλληνες αγωνιστές. Ο Στορνάρης οδηγήθηκε σε συμβιβασμό με τον εχθρό και η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα. Μετά το άδοξο τέλος της επανάστασης, χιλιάδες Ασπροποταμίτες έφυγαν από τις πατρογονικές τους εστίες, με κατεύθυνση η πλειοψηφία, τα χωριά του Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, όπου μετά από πορεία 45 ημερών έφτασαν εξαντλημένοι. Παρ ότι πέσανε θύματα ληστειών, κατόρθωσαν σε σύντομο διάστημα να οργανωθούν και με απαράμιλλη ορμή να προσφέρουν στον αγώνα για την ελευθερία.

Αργότερα, οι αρχηγοί του αρματολικιού Στορναραίοι και Μανταλάιοι, υπόγραψαν συνθήκη ειρήνης με τον δερβέναγα των Τρικάλων Σούλτζια Κόρτζια, σύμφωνα με την οποία οι Τούρκοι δεν θα ανέβαιναν στον Ασπροπόταμο και οι Έλληνες θα συγκέντρωναν τους φόρους και θα τους παρέδιδαν μόνοι τους. Δεν υπάρχει μάχη της Ελληνικής Επανάστασης που να μην πήραν μέρος Θεσσαλοί αγωνιστές, ιδίως Αγραφιώτες και Ασπροποταμίτες. Δεν θα μπορούσε να λείπει ο Ασπροπόταμος από το πάνθεον των οπλαρχηγών μια που ανέδειξε πολλούς, που πήραν μέρος σε όλες τις μάχες του αγώνα. Ο Νικόλαος Στορνάρης που έπεσε στην έξοδο του Μεσολογγίου, ο Γρηγόρης Λιακατάς στο ολοκαύτωμα του Ντολμά, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος που αγωνίστηκε στα βουνά Πίνδου μέχρι το 1854 για την απελευθέρωσή της Θεσσαλίας. Τέτοιοι αγώνες που για να μιλήσει κανείς ή να γράψει θα πρέπει να αναφερθεί σε όλες τις μάχες της επανάστασης.

(2) Από τις κεραίες ξεκινά μια δύσκολη διαδρομή, χωρίς εμφανή χάραξη που κατευθύνεται νοτιοανατολικά προς τα σπανά του Καπ Γκράς (1824 μ. υψ), που σας φέρνει στον ημικατεστραμμένο χωματόδρομο της αγίας Τριάδας, καταλήγοντας στη Δέση, στην άλλη μεριά του βουνού. Να την κάνετε τη διαδρομή, χωρίς δεύτερο άτομο και φορτίο. 

(3) Ο φιλόλογος – συγγραφέας εκπαιδευτικών βιβλίων, επιθεωρητής μέσης εκπαίδευσης, που διετέλεσε και ανώτατος εκπαιδευτικός σύμβουλος του υπουργείου παιδείας, Γεώργιος Ν. Ζούκης (1890 – 1974) κατάγεται από την Κρανιά Ασπροποτάμου. Συγκαταλέγεται σε αυτούς που έδωσαν ώθηση, στην αρχαία ελληνική γλώσσα, δημιουργώντας προπολεμικά, το συντακτικό των αρχαίων Ελληνικών – ‘’Αναγνωστικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης’’. Παράλληλα με τα πρώτα κείμενα της αρχαιοελληνικής, έδινε τις βάσεις και διδασκόταν, στην πρώτη και δευτέρα γυμνασίου μέχρι τη δεκαετία του ’60. Ο Κωνσταντίνος Δεμίρης (1928) με σπουδές στο Ε.Μ.Π, μηχανικός του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, (1955 – 1976), τακτικός καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ, (1976 – 1996). Συγκλητικός (1979 – 1980), Κοσμήτωρ της Πολυτεχνικής (1982 – 1983), Αντιπρύτανης (1988 – 1991) και Πρύτανης του Α.Π.Θ, (1991 – 1994). Ήταν αυτός που αναγόρευσε τον Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, σε επίτιμο διδάκτορα του Α.Π.Θ. Ο γνωστός συνθέτης και δημιουργός, Κώστας Γ. Βίρβος, που έγραψε τα περισσότερα τραγούδια της Σωτηρίας Μπέλλου, και αρκετά του Διονύση Σαββόπουλου, γεννήθηκε εδώ το 1943, στο μουσείο μάλιστα, υπάρχει το παλιό θρανίο του, με χαραγμένο επάνω το όνομά του. Ο γνωστός επιχειρηματίας Θεόδωρος Κλιάφας, ιδρυτής του παγοποιείου, που αργότερα ο γιος του, Κωνσταντίνος Κλιάφας, το επέκτεινε παράγοντας αναψυκτικά αρχικά για τα Τρίκαλα. Σήμερα, ο εγγονός του ιδρυτή, Θεόδωρος και αυτός, έφτασε να κατακτά όλο και μεγαλύτερη συμμετοχή στην ‘’πίττα’’ των αεριούχων ποτών. Επίσης η συγγραφέας - ερευνήτρια Μαρούλα Κλιάφα, με εξαιρετική παρουσία στην βιβλιογραφία της Τρικαλινής ζωής, και των χωριών του Ασπροποτάμου είναι από την Κρανιά. Ο Κώστας Γκέσκος (1875 – 1951), ζωγράφος, έλκει επίσης την καταγωγή του από εδώ. Εμπνευσμένος από τον τόπο και τα τοπία του, είχε κάνει μια θριαμβευτική είσοδο στον χώρο της τέχνης στις αρχές του περασμένου αιώνα. Δέκα εννέα ετών, γράφτηκε στη Σχολή Ζωγραφικής του Πολυτεχνείου, όπου το δυνατό ταλέντο του γρήγορα επεβλήθη και απέσπασε βραβεία και κρίσεις, προμηνύματα για το μέλλον του. Η επιθυμία του να αναπτύξει την δημιουργική του έφεση, τον φέρνει μετά την αποφοίτησή του, στο Παρίσι όπου φοιτά στην ακαδημία Ζουλιάν. Και εκεί διακρίνεται, ανάμεσα στους σπουδαστές, που ήταν τα ταλέντα της εποχής. Μετά το Παρίσι, παρακολουθεί μαθήματα στην Ακαδημία του Μονάχου με δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα. (Αυτό το πήρα μάλλον από το περιοδικό Ελληνική Δημιουργία τ.125 του Μελά). Προσθήκη 20/02/13: για τον Γκέσκο βλ. Τρικαλινά τ.11 (1991) 153 – 180. Οι τουριστικές επιχειρήσεις Ζαφόλια, δημιουργία των τριών Ζαφολαίων αδελφών από την Κρανιά, από κοινού με τον Θεσσαλό ξενοδόχο Διβάνη, δημιουργώντας τα ξενοδοχεία Ζαφόλια (του γνωστού, στη Λ. Αλεξάνδρας), και Παρθενών. Οι Αδελφοί Χρυσικόπουλοι από την Κρανιά, διατηρούσαν τα ομώνυμα πολυκαταστήματα νεωτερισμών, στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Τη ‘’στοά Χρυσικοπούλου’’, επί των κεντρικών οδών Τσιμισκή και Μητροπόλεως της Θεσσαλονίκης την έκτισε ο τελευταίος Χρυσικόπουλος, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ενώ στη Κασσάνδρα Χαλκιδικής δημιούργησε το πρώτο στα χρονικά πολυτελές ξενοδοχείο, ‘’Μένδη’’, δίπλα στην ακρόπολη της αρχαίας Μένδης (Μέρτζος, 294). Και τόσοι άλλοι, γιατροί, δικηγόροι, άξιοι επιστήμονες, που θα χρειαζόταν ολόκληρος τόμος, μόνο για να αναφερθούν.

(4)  Το βαρύ τίμημα της ένταξης σε όλα τα κινήματα της εθνικής αντίστασης, (και κατά της ‘’Ρωμαικής λεγεώνας’’ των τυχοδιωκτών Αλκιβιάδη Διαμάντη και Νικόλαου Μουτούση), πλήρωσαν σχεδόν όλα τα βλαχοχώρια. Η απαρίθμηση των πυρπολημένων βλαχοχωρίων, και οι θυσίες τους στους δώδεκα μήνες που κράτησαν οι επιχειρήσεις, προϋποθέτει ειδικό τόμο. Ενδεικτικά αναφέρουμε όλον τον Ασπροπόταμο, το Συράκο στη Νότια Πίνδο. Στη βόρεια, τα βλάχικα χωριά στο Ζαγόρι, η Σαμαρίνα, το Περιβόλι, η Αβδέλλα, η Φούρκα. Στο Βέρμιο το Γραμματικό, το Σέλι κ.α. Στο Βίτσι η Κλεισούρα και η Δροσοπηγή (που δεν κατοικήθηκε ως σήμερα). Στον Όλυμπο το Λιβάδι, και ο Κοκκινοπλός, (Μέρτζος, 112).

(5)Οι αριθμοί των σπιτιών διαφέρουν, ο Καλούσιος στο Τρικαλινό Ημερολόγιο (1986), σελ 142, αναφέρει 720,  ο Δούνης στο βιβλίο Κρανιά (1991), σελ 26 λέει 766, και σε 1000 τα ανεβάζει ο Μποντίλας, Εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 23/11/02.

(6) Στην επίσκεψη που είχα κάνει το χειμώνα του 1999 στο χωριό, μας μίλησε για αυτή την ιστορία ο … Σεδίκος Χαράλαμπος, αναφέροντας για 60 – 65 Γερμανούς αιχμαλώτους. Επίσης, ότι πράγματι είχαν συλληφθεί στην μάχη του Σαραντάπορου, (στην αρχή μας είπε της Ελασσόνας), και οι αντάρτες ζήτησαν να τους ανταλλάξουν με δικούς τους. Όταν αυτό απορρίφθηκε τότε τους πέρασαν από δίκη και τους εκτέλεσαν.

(7) Διαφέρουν οι εκδοχές, συγκεκριμένα, Καρανάσιος 85, Χατζηγάκης 87 – 88, Μαλαβάκης 87, Δούνης 78, Μπίτσιος 76, Κλιάφα 80 περίπου (δες Καλούσιος, Μοναστήρι Δολιανών, 199, με ανάλογη βιβλιογραφία).

(8) Αυτή είναι η καθοριστική εποχή για την μετέπειτα εξάπλωση του τσίγκου στις στέγες των σπιτιών, γενικά, σε όλη την τότε κατακαμένη Ελλάδα. Ο τομέας Ανασυγκρότησης επειδή δεν διέθετε τα απαιτούμενα κονδύλια, προώθησε τη χρήση του τσίγκου, σαν ‘’προσωρινή’’ λύση. Σήμερα διαπιστώνουμε το ‘’ουδέν μονιμότερον του προσωρινού’’ και μάλιστα σε τιμή διπλάσια! από τα κεραμίδια.

(9) Μια ακόμη καταγραφή από τον αείμνηστο Αλέξ. Κ. Χατζηγάκη, ‘’Η παράδοση αναφέρει ότι δύο καλόγεροι από την Σκληνιάσα (Στεφάνι) πήγαν στην Ρωσία όπου μάζεψαν χρήματα για την ίδρυση μοναστηριού στο χωριό τους. Μη βρίσκοντας κατάλληλο μέρος αποτάθηκαν στους Δολιανίτες, που τους πρόσφεραν 40 στρέμματα (Καλούσιος, το Μοναστήρι Δολιανών, 20).  Έγινε η εκκλησία της αγίας Ζώνης και λίγα κελιά. Αργότερα, το 1840, οι διάδοχοί τους έκτισαν νέα εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, ρυθμού βασιλικής τρίκλιτου σταυρεπίστεγου με 12 τρούλους και μετά χορών αγιορείτικου τύπου. Η κατασκευή κράτησε 8 χρόνια’’.

(10) Είναι η συνέχεια της ιστορίας που αναφέρω στην σημείωση Νο 5. Μετά την εκτέλεση, ένας προσποιούμενος τον νεκρό, κατάφερε να διαφύγει και να ειδοποιήσει το αρχηγείο του στην Καλαμπάκα. Μαθαίνοντας τι είχε γίνει οι Γερμανοί έριξαν 300 αλεξιπτωτιστές; στο βουνό Νέγκρη οι οποίοι κατευθύνθηκαν στην Κρανιά όπου την κάψανε μην αφήνοντας από τα 820 τότε σπίτια, κανένα, εκτός από αυτά που χρησίμευαν για να μείνει η φρουρά.

(11) Ο Δ. Καλούσιος στο βιβλίο του Μοναστήρι Δολιανών Καλαμπάκας αναφέρει ότι οι Γερμανοί διασκόρπισαν παντού αντικείμενα, (επωμίδες, κουμπιά, γαλόνια, σημειώματα κ.λπ.) ώστε αν έφταναν ως εκεί οι συμπατριώτες τους να καταλάβαιναν το τέλος τους.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24320

ΔΙΑΜΟΝΗ: Ο ‘’Πύργος Μαντάνια’’ στην Καλλιρρόη είναι ανοιχτά χειμώνα καλοκαίρι και για φαγητό Γιώργος Μπάμπος & Λάμπρος Παπαγεωργίου 87351 www.mantania-ae.gr . Στην διευρυμένη κοινότητα Ασπροποτάμου υπάρχουν πολλά κοινοτικά καταλύματα, τους καλοκαιρινούς μήνες, με εξαίρεση τον ξενώνα στο Χαλίκι, που είναι ανοιχτός και το χειμώνα. Πολυθέα: Ιωάννης Τζιμουράγκας ‘’Κάζα Κάλντα’’ (& ταβέρνα 87288), Κρανιά: Βασίλης Δ. Ψαρής & ταβέρνα 87235, 87277, Νικόλαος Δεμίρης. Παλιοχώρι: Βίλα Φώτη www.vilafoti.gr 41301, 41322, ‘’το Λείριον’’ Αρχοντικό Μπαλατσού www.leirion.gr 41502, 41504.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στους Αγίους Αποστόλους στην Πολυθέα, επίσης στο λιβαδάκι με την κρήνη ‘’ΠΑΙΑΝΑ’’, πάνω στη δασική διαδρομή Πολυθέα – Κρανιά. Στον χώρο αναψυχής ‘’Κρανιά’’, δίπλα σχεδόν από το κεντρικό δρόμο, ακριβώς στην δστ. για Κρανιά. Πριν τα ‘’Κονάκια’’ αριστερά, στο ξέφωτο του δάσους με την κρήνη ‘’ΤΣΙΟΥΡΗ’’. Στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία στην Κρανιά. Στον αυχένα Γκολέμι στο προαύλιο της εκκλησίας της Μεταμόρφωσης, έχει και νερό, αλλά κάνει κρύο. Ρωτήστε πρώτα τους ντόπιους για να αποφύγετε την ταλαιπωρία, και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Ξεχωριστή περιοχή, εξαιρετικής ποιότητας τοπικοί, παραδοσιακοί μεζέδες, αληθινές χωριάτικες γεύσεις. Στα καφενεία των χωριών νόστιμες ομελέτες με λουκάνικα, τυρί φέτα ή κατσικίσιο, και φυσικά χορτόπιτες ή τυρόπιτες. Τρία Ποτάμια (στο διοικητήριο) Δρόσος Απόστολος 87702 - 3, 6972921999, Πολυθέα: Τζιμουράγκας Ιωάννης 87288, Σελιώνης Ηλίας 87381, Κρανιά: Βασίλης Ψαρής 87235, Θεόδωρος Νταμάτης ‘’το Ελληνικόν’’ 87178, Στέφανος Ζούκης (απέναντι στον μαχαλά της αγίας Παρασκευής στο ‘’Γκουργκάτσι’’)  87290, Στέφος Ζαραμπούκας (κάτω στην διασταύρωση για Κρανιά ) 87688,Γιώργος Ματσός 87291. Δολιανά: Απόστολος Νταμάτης ‘’ο Μπόμπας’’ 87233,  Κουκουφλί: Αναστασία Νταμάτη 87368, 87275, Παλιοχώρι: Γιώργος Οικονομίδης 41275, Μαρούλα Αλεξόπουλου 41150.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Διευρυμένη Κοινότητα Ασπροποτάμου: 2431077641, 710, Δήμος Κλεινοβού 31420, 1, Α΄ Βοήθειες: Καλαμπάκα:22222, Πύλης:22870 - 1, Αστυνομία: Πύλης22201, Ελάτης 71222, Καστανιάς: 61202.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.3kala.gr www.geocities.com/mavroad/index.html  http://clubs.pathfinder.gr/pindos/ Λαογραφικό μουσείο Κρανιάς 87235, ζητήστε κάποιον από τον Πολιτιστικό σύλλογο που έχει τα κλειδιά. Trekking Hellas Γραφείο Θεσσαλίας, Αθανάσιος Σαμούρης 2431087964, 6977451953. Ορειβατική λέσχη Καλαμπάκας: Λιόλιος Κώστας 22386, ανοιχτά ώρες καταστημάτων. Για πεζοπορία, διαβάστε το περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.20 με τίτλο ‘’Τριγγία’’. Τράπεζες με ΑΤΜ / όλες στην Καλαμπάκα & Εθνική – Αγροτική στην Πύλη. Συνεργείο - Βουλκανιζατέρ ‘’Δίτροχα Τρικάλων’’ Λάζαρος Αμπατζίδης 0431 35045, Βουλκανιζατέρ Τζανής Βασίλειος στο Παλαιομονάστηρο 51366.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Καλαμπάκα όλες οι εταιρείες και στην Ελάτη Τρικάλων Jet Oil το τελευταίο του Ορεινού χώρου. 

ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική εργασία ακριβείας, με αποτέλεσμα, τον πλαστικοποιημένο Χάρτη, ‘’Κόζιακας - Αυγό ‘’, από την ΑΝΑΒΑΣΗ, σε κλίμακα 1:50.000, θα τον βρείτε στην Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152. Επικουρικά, ο αναλυτικός χάρτης Ορεινού Χώρου Τρικάλων σε κλίμακα 1 : 100.000. Όλες τοπικές εκδόσεις υπάρχουν στο ‘’λίκνο’’ και στέλνονται αντικαταβολή 2434071826.

ΒΙΒΛΙΑ: Αρμάνοι – Οι Βλάχοι, του Νικολάου Μέρτζου. Εξαιρετική εργασία με πολλά στοιχεία για όλους τους Βλάχικους οικισμούς. Εκδόσεις Ρέκος, 2310696587, 696070. Ασπροπόταμος – Ελάτη – Περτούλι θα το βρείτε στο ‘’λίκνο’’ της Ελάτης, μαζί με τους τόμους ‘’ταξίδια στην άλλη Ελλάδα’’ των εκδόσεων Highsiding, στέλνονται αντικαταβολή σε όλη την Ελλάδα.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΜΟ.ΛΕ.Τ. Μοτοσυκλετιστική Λέσχη Μοτοσικλέτας Τρικάλων, Πελέκειο Κτήριο / πλατεία Δεσποτικού, www.molet.4t.com Τηλ: 2431072424, ΜΟ.ΛΕ.Κ Καλαμπάκας Δημ Τερτίπου 22, Τηλ: 2432022447, Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΘΕΣΣΑΛΙΑ - ΠΟΛΥΘΕΑ - ΚΡΑΝΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία 

  • Παύλος Μ. Μυλωνάς / Η Μονή Δολιανών ή Κρανιάς στην Πίνδο / Τρικαλινά τομ 2 / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων 1982
  • Γ. Ι. Κούτσια / Τζούρτζια – αναδρομή στο χρόνο / Τρίκαλα 1986
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Η Κρανιά – Οδοιπορικό 1984 / Τρικαλινό Ημερολόγιο χρόνος 10ος Τρίκαλα 1986
  • Θεόδωρος Α. Νημάς Τρίκαλα – Καλαμπάκα – Πίνδος – Χάσια / εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1987
  • Alan J. B. Wace – Maurice S. Thompson / Οι Νομάδες των Βαλκανίων / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1989
  • Leon Heuzey / Οδοιπορικό στην Τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1991
  • Φώτης Ν. Βογιατζής / Τα Τρίκαλα στη Θεσσαλική Ζωγραφική / Τρικαλινά τομ 11 / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων 1991
  • Δημήτριος Δούνης / Η Κρανιά Ασπροποτάμου / Κρανιά 1991
  • Νικ. Κ. Γιαννούλη / Τ’ Ασπροπόταμο Πίνδου και ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων -       Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1992
  • Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς / Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912 / Αθήνα 1994
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Τρικαλινά Σύμμεικτα τομ ΙΑ’ / Ανάτυπο - Θεσσαλικό Ημερολόγιο / Λάρισα 1995
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Τρικαλινά Σύμμεικτα τομ ΙΓ’ / Ανάτυπο - ‘’Τρικαλινά’’ τομ 16 / Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων 1996
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων Β’ τόμος / εκδόσεις Ζήτρος Θεσ/νίκη 2000
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Το μοναστήρι Δολιανών Καλαμπάκας / εκδόσεις γένεσις Τρίκαλα 2000
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις Ρέκος / Θεσσαλονίκη 2001
  • Gustav Weigand / Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι) Α’ τόμος / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 2001
  • Νικόλαος Ι. Μέρτζος / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις ΡΕΚΟΣ / Θεσσαλονίκη 2001
  • Μαρούλα Κλιάφα / Μουλτι χερετιματι ντι λα Κορνου / Τρίκαλα 2003
  • Σωτήριος Α. Γοργογέτας / Τα πέτρινα γεφύρια των Τρικάλων / Πολιτιστικός οργανισμός Δήμου Αιθήκων Τρίκαλα 2004

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ανατολής Λαζαρίδης / Κώστας Γκέσκος / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία τ.125 / Αθήνα 1953
  • Καρτερλή Ελένη / Τριγγία / περιοδικό Κορφές τ.137 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Γιάννης Χολέβας / Καγιάκ στον Ασπροπόταμο / περιοδικό Κορφές τ.137 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Νίκος Μαστροπαύλος / Στις Κορφές της Νότιας Πίνδου / περιοδικό Vita Τ30 Οκτώβριος 1999
  • Ανάβαση / Τριγγία – μια κυκλική πορεία / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.20 Δεκ – Ιαν 2002 - 2003
  • Θοδωρής Αθανασιάδης - Ζερμαίν Αλεξάκη / Στις Πηγές του Ασπροποτάμου / περιοδικό Vita τ. 71 Μάρτιος 2003

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • ‘’Σαρακατσάνικα Κονάκια’’ / Δ. Καλούσιου εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 10/10/84
  •  ‘’Το μνημείο του Σταυρού’’ /Δ. Καλούσιου εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 31/3/93
  • ‘’Η μασκώτ της Πολυθέας’’ / Λ. Σ. εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 30/4/02

 ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ (9877 λέξεις)

ΕΠΙΝΙΑΝΑ – ΑΓΡΑΦΑ – ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟΣ

(Άγραφα 4η εργασία από 6)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2005

Φυσικό κάλλος και Ιστορία

Την εποχή της δημιουργίας των εθνικών κρατών, ένα τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αφυπνίζεται από το μακραίωνο λήθαργό του. Η Ελλάδα των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων μπαίνει στην ευρωπαϊκή σκηνή, αρχίζοντας να σχηματίζεται από μια αυτοκρατορία που καταρρέει, στη ζωτική περιοχή της Μεσογείου. 

Κατόπιν σκληρών αγώνων η μία μετά την άλλη, ολόκληρες περιοχές ελευθερώνονται, νέες επαρχίες εμφανίζονται αποζητώντας, με λαχτάρα, τον άνεμο της ελευθερίας και τη θέση τους στη νέα Ελλάδα. Αργά, δειλά στην αρχή, αρχίζει να ανατέλλει η διαδικασία ανακατάταξης - αναδιοργάνωσης του χώρου, κυρίως του ορεινού που παρέμενε απροσπέλαστος, κρατώντας μεταξύ των άλλων, τα δικά του πολιτιστικά στοιχεία, τις παραδοσιακές δομές - συμπεριφορές και την πίστη, μακριά από τα αλλοεθνή εχθρικά στίφη. Μέσα σε αυτόν το κυκεώνα των ιδεών που περιπλέκεται γύρω από προκαθορισμένες προδιαγραφές (αγροτική - ναυτική οικονομία), το νεαρό ελληνικό κράτος επιχειρεί να οργανώσει το δικό του χώρο, ώστε, καινοτόμα και δυναμικά, όχι χάρη νεωτερισμού όπως συνέβαινε στην Ευρώπη, να στηρίξει την ύπαρξή του. 

Ένας από τους σημαντικότερους ορεινούς χώρους είναι τα Άγραφα, μια από τις ομορφότερες περιοχές, θεϊκό δώρο για τη χώρα μας. Βλέποντάς τα στον χάρτη αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για ένα τόπο που περιβάλλεται από βουνά - θεόρατες κορφές, φαράγγια, ρυάκια, χείμαρρους, ποτάμια. Θαρρείς είναι αδιάβατα αυτά τα μέρη και πολλές φορές έχεις δίκιο. Αδιάβατα, απρόσιτα, κακοτράχαλα, αιτιολογούν απόλυτα την ονομασία(1) τους, γνωστοποιώντας ταυτόχρονα στους περιηγητές ότι γνωρίζουν να φυλάν καλά τις μνήμες από την ιστορία, και τους ανθρώπους τους. Διάσπαρτοι απ’ τα προεπαναστατικά χρόνια οι οικισμοί τους, βρίσκονται σε μεγάλη έκταση, πολλές φορές σε σημαντική απόσταση μεταξύ τους. Μια διείσδυση σ’ αυτά τα αστραποκαμένα βουνά, μια γνωριμία με την αναλλοίωτη αμόλυντη φύση, την ιστορία, την τεράστια λαογραφική αξία του τόπου, πάντοτε φορτίζει συναισθηματικά, σαν άθελά της να θέλει να καταδείξει στον αμύητο ταξιδευτή την παράδοση, και τις κοινές μνήμες, που διέπουν αυτά τα ορεινά συγκροτήματα της μεγάλης οροσειράς της Πίνδου, που περικλείουν τον Αγραφιώτη(2), τη κοιλάδα του, και τα χωριά των Αγράφων.

Στο προηγούμενο αφιέρωμα (τ. ΣΤ’ Ευρυτανία 3ο.), συγκρατήσαμε την περιήγηση στον Καρβασαρά και τις δύο, πραγματικά αξιόλογες, πεζοπορικές διαδρομές που ξεκινούν ή αντίστοιχα καταλήγουν εκεί. Είπαμε επίσης για το δρόμο που ξεκινά αμέσως μετά τη Βαρβαριάδα προς Σελίστα - Μάραθο.Η δεύτερη οδική διαδρομήπου θα χαράξουμε προς τα χωριά Άγραφα - Επινιανά, είναι από τις καλύτερες επιλογές για τη συνέχεια, μια που δίνεται η δυνατότητα να εισχωρήσετε βαθιά στο ορεινό περιβάλλον των βουνών από το κύριο χωματόδρομο, προσδιορίζοντας την έξοδό σας από τα ‘’Τρία Σύνορα’’, αν βιάζεστε, από τα Βραγγιανά, αν θέλετε πέστροφα Καριτσιώτικου ρέματος, και από Μάραθο – Κλοπουκίτσα σε μια θαυμάσια κυκλική ολοκληρωμένη διαδρομή με έξοδο στο Κερασοχώρι, αν έχετε το κατάλληλο μέσον.

Ο μικρός Καρβασαράς (440 μ. υψ.) Μαράθου είναι στις μέρες μας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κτηνοτροφικού οικισμού, από τους πολλούς των Αγράφων, που κατοικείται μόνο το καλοκαίρι που έρχονται τα κοπάδια. Παλιότερα αποτελούσε κόμβο στάθμευσης των καραβανιών που διέσχιζαν την περιοχή. Τα πρώτα σπίτια – κονάκια δημιουργήθηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα από κτηνοτρόφους που αναζήτησαν τοποθεσίες με πλούσιες βοσκές. Στο διάστημα του χειμώνα, ενόψει των δύσκολων κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν, κατεβαίνουν στα χειμαδιά του Βόλου (Αλίαρτος – Αγχίαλος κ.ά.), με τα κοπάδια τους. Αυτή η διαδικασία που γινόταν δύο φορές το χρόνο, τέλη Απριλίου, τέλη Οκτωβρίου (Άϊ Γιώργη  - Άϊ Δημήτρη), συνεχίζει και σήμερα, παρά τον μειωμένο πληθυσμό των ζώων. Το καλοκαίρι γυρνούν πάλι στα ίδια μέρη για να αρχίσει ακόμα μια φορά ο αέναος κύκλος της ζωής και της μετακίνησης.

Από τον Καρβασαρά μέχρι την δστ για τα Άγραφα, ο εικοσάχρονος χωματόδρομος καθορίζει την πορεία του επισκέπτη για εννιάμισι πολύ όμορφα χλμ., κοντά στον Αγραφιώτη που κατηφορίζει αφρίζοντας, για να χυθεί στη λίμνη των Κρεμαστών. Η θέα της πετρώδους κοίτης, με τα άφθονα καθαρά νερά, σε συνδυασμό με το καταπράσινο απόκρημνο τοπίο παρασύρει τη σκέψη στις πρώτες μοναχικές αλλά και συλλογικές εκδρομές με μοτοσυκλέτα, ήδη από το 1985 μαζί με τις μπουλντόζες που άνοιγαν τους πρώτους πραγματικά στενούς και αδιάβατους δρόμους. Πέρασαν από εδώ και άφησαν τις ροδιές τους στη λασπουριά και στα τότε κατσάβραχα οι πρωτοπόροι εντουράδες, Λάκης Τρίτας, Αλέξης Ζαφειρίου, Θοδωρής Δελαπόρτας, ο Ντόβας, ο Νίκας, ο Στεργιόπουλος, και τόσοι άλλοι των οποίων τα ονόματα διαφεύγουν. Αυτούς ρωτάγαμε τότε, για να βγούμε εδώ πάνω.

Στη διαδρομή θα συναντήσετε ένα εικονοστάσι, ενώ δεξιά φαίνεται ακόμα η τσιμεντένια γέφυρα του 1968. Από το πλάτος της καταλαβαίνετε ότι τίποτα δεν έφτανε εδώ πάνω με τέσσερις, και καμιά φορά δύο ρόδες. Αριστερά λίγο πιο πάνω πριν κάποια χρόνια (2000), υπήρχαν τα σύρματα από μια εναέρια αυτοσχέδια πεζογέφυρα, όπου, με τρόμο, οι κάτοικοι περνούσαν απέναντι. Το προαιώνιο όνειρο των Αγραφιωτών είναι να ασφαλτοστρωθεί ο δρόμος, ο οποίος θα βγάλει την περιοχή από την απομόνωση και θ’ αφήσει κάποιο αμορτισέρ στη θέση του. Το έργο άρχισε να συζητιέται το 2000 αφού χωρίστηκε σε δύο τμήματα Κρέντης – Βαρβαριάδα, Βαρβαριάδα – Άγραφα. Ως συνήθως θα χορτάσουν μελέτες καμία δεκαριά γραφεία, ενστάσεις, αναθέσεις, απορρίψεις. Τότε υπάρχει περίπτωση να ξεκινήσει ….με όσα χρήματα περισσέψουν και πάλι από την αρχή για το υπόλοιπο. Κατά γενική ομολογία πάντως, η κατασκευή του θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας επενδύσεων και ανάπτυξης της περιοχής.

Αφήστε πίσω την δστ που, δεξιά, οδηγεί σε τρία χλμ, στα Άγραφα και συνεχίστε ευθεία. Λίγο πιο κάτω υπάρχει η ξύλινη πινακίδα που δείχνει την είσοδο του μονοπατιού για την ‘’Τρύπα του Αγραφιώτη’’, ένα από τα ομορφότερα φαράγγια των Αγράφων, που βγάζει στα Επινιανά (1ω 40’). Συνεχίζοντας ευθεία θα φτάσετε στην τσιμεντένια καινούργια, φαρδιά, γέφυρα (3, 3 χλμ από τη προηγούμενη δστ.), όπου οι πινακίδες σας κατευθύνουν στην Ι. Μ. Στάνας και τα Επινιανά (ευθεία πάει Τρίδεντρο 5 χλμ., ή Βραγγιανά 10 χλμ., Φράγμα λίμνης Πλαστήρα). Ο ανηφορικός, απότομος όλο στροφές δρόμος (1,5 χλμ), γρήγορα  φτάνει στο πλάτωμα της εγκαταλειμμένης και αλειτούργητης (με εξαίρεση το πανηγύρι στις 7 - 8 Σεπτεμβρίου), Ιεράς Μονής Παναγίας Στάνας ή Σίκας (16ου αι.), αφιερωμένης στη Γέννηση (Γενέθλιον) της Θεοτόκου. Για την ιστορία της, μόνο η παράδοση έχει να διηγηθεί κάποια περιστατικά όσον αφορά την εικόνα, και το χτίσιμο του ναού. Η περιουσία της ήταν κτηνοτροφική, ενώ, ως τα μέσα του 18ου αι., έχει 800 γιδοπρόβατα που έβοσκαν σε δικούς της βοσκοτόπους. Η παράδοση(3) αναφέρει ότι εκεί μεταφέρθηκε η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας από το χωριό Στάνου του πρώην δήμου Αμβρακίας (νυν Αμφιλοχίας), της επαρχίας Βάλτου κατά τη περίοδο της εικονομαχίας.

Μεγάλες αλλαγές έγιναν τα τελευταία χρόνια στο χώρο, μόνο η καμπάνα του 1856 βρίσκεται σταθερά εκεί εκπέμποντας τους μελωδικούς της ήχους με εκπληκτική καθαρότητα. Οι εργασίες ξεκίνησαν από τον καθαρισμό του μοναστηριού, την πλακόστρωση του χώρου, ενώ στο διπλανό κτήριο που είναι τα κελιά, έγιναν επισκευές και βαψίματα, μπήκαν καινούργιες πόρτες, πατώματα κ.ά. με σκοπό, απ’ ό,τι φαίνεται, να μετατραπεί σε ξενώνα. Ο εξωτερικός χώρος, εκεί που γίνεται το πανηγύρι, έχει καθαριστεί από τα αγριόχορτα και φτιάχτηκε από αλβανούς μαστόρους μια καινούργια πετρόχτιστη κρήνη. Πάει καιρός που πελεκούσαν τις πέτρες με περίσσια τέχνη και υπομονή. Σε λίγες εβδομάδες πήραν τη μορφή προσόψεων, θολωτών παραθύρων, θαυμάσιων εισόδων, για το βοηθητικό κτήριο – τραπεζαρία που ανακαινίστηκε ριζικά.

Η θέα από τα 800 μ. υψ. είναι καλή, τόσο προς τον Αγραφιώτη και το γκρεμό εμπρός σας όσο και προς τη πλευρά του Ασπρορέματος που κυλάει κάτω βαθιά στη χαράδρα, φαίνεται μάλιστα, νωρίς την άνοιξη που δεν έχουν φύλλα τα δέντρα, το μονοπάτι που κατεβαίνει προς το συνοικισμό ‘’εκκλησιά’’ και στο ρέμα. Πολύ όμορφη τοποθεσία για να ‘’στήσετε’’ τη σκηνή σας μια βραδιά. Η μονή Στάνας είναι από τα σημαντικά μνημεία των Αγράφων. Το καθολικό είναι ναός τρίκοχος με ψηλό τρούλο, πιθανώς του 18ου αι. Σώζεται και μικρότερος ναός μονόχωρος ενώ στο εσωτερικό υπάρχει ένα θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο με δεσποτικές εικόνες του 1798 αφιερώματα του ‘’Χρήσου γεωργίου εκ χώρας βραηνών και έργα του Δημητρίου Λάμσου’’. Το πρώτο από τα βημόθυρα ανήκει στο υπάρχον τέμπλο, είναι έργο του ζωγράφου Ιωάννη Παναγιωτόπουλου και σύμφωνα με επιγραφή είναι του 1881 (Φλώρου ΑΔ 50, 398, και Σδρόλια ΑΔ 39, 168). Για να επισκεφθείτε το μοναστήρι, επικοινωνήστε με τον Κώστα Γαντζούδη στα Επινιανά που έχει το κλειδί.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τα Άγραφα υπήρξαν σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ενιαία περιοχή(4) από άποψη  ιστορικών και οικονομικών συνθηκών, οι οποίες διαμόρφωσαν και την καλλιτεχνική τους ενότητα με γνωστούς αγιογράφους. Ο χωρισμός σε Θεσσαλικά και Ευρυτανικά Άγραφα επικράτησε μετά την απελευθέρωση (Γκιόλια, Συμβολή, 11 και Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, σημείωση 3, σελ 64). Ήδη το 15ο αι. οι ζωγράφοι των Αγράφων είχαν δημιουργήσει μια ολόκληρη σχολή ζωγραφικής. Το 1743 ο Διονύσιος εκ Φουρνά, ζωγράφος και συγγραφέας κατά το Θεοφάνη, ζωγραφοδιδάσκαλος κατά τον Αναστάσιο Γόρδιο, ιδρύει το φημισμένο σχολείο στον Φουρνά για τα κοινά γράμματα, φροντιστήριον εις σπουδήν των εκείσε ευρισκομένων παίδων, μοναδικό για τον αποκλεισμένο αυτό τόπο. Το συγγραφικό του έργο, Περί Ζωγραφικής και Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της μεταβυζαντινής τέχνης (Γκιόλια, Ιστορία Ευρυτανίας, 406, 477, 481,520, 526). Οι ζωγράφοι των Αγράφων δίνουν εξαιρετικά δείγματα της τέχνης τους σε εκκλησίες της ευρύτερης περιοχής (βλ. Μάραθο), χωρίς να λείπουν και αυτοί που ταξιδεύουν μακριά, ζωγραφίζοντας. Ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου στη Μοσχόπολη, τη μητρόπολη του βλαχόφωνου ελληνισμού στη σημερινή Αλβανία, ήταν ο μεγαλύτερος της πόλης και λειτουργούσε ως καθεδρικός. Από επιγραφή στη δυτική είσοδο πληροφορούμαστε ότι ο ναός χτίστηκε και αγιογραφήθηκε από τους αγραφιώτες ζωγράφους Θεόδωρο, Αναγνώστη και Στεριανό το έτος 1712 (Θώμος, 138). 

Ανεβαίνοντας προς τα αθέατα Επινιανά περνάτε τη δστ που δεξιά οδηγεί στον συνοικισμό τους, Άγιοι Θεόδωροι, όπου λίγο μετά, πάνω στην επόμενη στροφή, βλέπετε τις μεταλλικές πινακίδες ‘’προς Φαράγγι Ασπρορέματος’’. Από εκεί ξεκινάει πεζοπορική διαδρομή προς το φημισμένο Ασπρόρεμα. Το μονοπάτι κινείται μέσα σε πυκνή βλάστηση είναι ευδιάκριτο, ομαλό και πολύ σύντομα θα σας φέρει στο πέτρινο εικονοστάσι του Αγίου Αντωνίου απ’ όπου η θέα προς τα κάτω στη χαράδρα του Ασπρορέματος και βορειοανατολικά προς τη μονή Στάνας είναι απεριόριστη. Το μονοπάτι στο σύνολό του είναι περίπου δέκα χλμ (+/- 2ω30’ – 3ω), διασχίζει ένα εξαιρετικό ανέγγιχτο τοπίο, περνάει τον συνοικισμό Εκκλησιές (1ω30’), το Σκυλόρεμα, και φτάνει μέχρι στον εγκαταλειμμένο συνοικισμό του Ασπρορέματος μέσα απο μοναδικά χρώματα.

Όσο και να φανεί παράξενο μέχρι το 1978 είχε μονοθέσιο δημοτικό σχολείο (ερειπωμένο σήμερα), με 25 – 30 μαθητές, και έμενε μέχρι πρόσφατα ( καλοκαίρι ’99 - ’00), μια οικογένεια. Από εκεί ξεκινά ή καταλήγει, ανάλογα με το πως θα έρθετε, ο δρόμος από το Τρίδεντρο. Η πεζοπορία φυσικά συνεχίζεται προς Τροβάτο (5 – 6ω), ή βορειοδυτικά στην αρχή, μετά στρίβει νότια κάνοντας ένα μεγάλο κύκλο κάτω απο την επιβλητική κορυφή Φτέρη (2126 μ.), και βγαίνει καλύβια Μέρσας, στο Στουρναράκι, (περ. Ανεβαίνοντας τ. 29, 46), όπου διακλαδώνεται αριστερά προς τα Επινιανά (οροπέδιο Απιδιάς), και δεξιά προς το Προσήλι και τη Βλαχοπούλα ( 5 – 6ω), όπου συναντάει το κακοτράχαλο ‘’δρόμο’’ που έρχεται από το Μοναστηράκι (ταξίδια τ. ΣΤ’, 114).

Να κάνετε τη πεζοπορική διαδρομή σε αυτό το αυθεντικό κομμάτι της Αγραφιώτικης φύσης, τουλάχιστον μέχρι το πρώτο σκέλος που φτάνει στο Ασπρόρεμα. Μπορείτε και εδώ να εφαρμόσετε το ‘’κόλπο’’ (ταξίδια τ. Ε’, 212), του χωρισμού της ομάδας. Η μια να ξεκινήσει από το Ασπρόρεμα προς Αγίους Θεοδώρους Επινιανών και η άλλη το αντίθετο. Έτσι η μια ομάδα θα πάρει στην επιστροφή τις μοτοσυκλέτες της άλλης, αποφεύγοντας, ειδικά αν δεν υπάρχει χρόνος, το τρίωρο της επιστροφής. Για ολόκληρη τη διαδρομή Επινιανά – Ασπρόρεμα – Τροβάτο ή την κυκλική Επινιανά – Ασπρόρεμα – Μέρσα – Προσήλι – Μοναστηράκι είναι καλύτερα να είστε παρέα 5 – 6 ατόμων με πρόβλεψη για διανυκτέρευση, και κάποιοι ντόπιοι να γνωρίζουν την πρόθεσή σας.

Συνολικά, από την τσιμεντένια γέφυρα του Αγραφιώτη, θα διανύσετε τέσσερα χλμ μέχρι τα Επινιανά, που φανερώνονται ξαφνικά σ’ ένα πανέμορφο οροπέδιο στα 1050 μ. υψ., σκαρφαλωμένο στη δυτική πλευρά της κορφής Φτέρη (2128 μ. υψ.). Παλιότερα λεγόταν Επαινιανά από τη λέξη έπαινος, κατά λάθος όπως λένε, κάποιος επίσημος το έγραψε Επινιανά και από τότε έμεινε. Οι ντόπιοι το αναφέρουν Πινιανά και Πηγκιανά, το βρίσκουμε όπως και Πενιανά(00).(Γκιόλια 183) Τα τελευταία χρόνια, με αφορμή τους δρόμους που ανοίχτηκαν, δόθηκε το έναυσμα για μεγάλη οικοδομική δραστηριότητα με πολλές καινούργιες, και αρκετές αναστηλώσεις παλιών κατοικιών. Στην απογραφή του 2001 είχε 730 κατοίκους, πράγμα που δικαιολογεί την ανοικοδόμηση που γίνεται, και αιφνιδιάζει τον ανύποπτο επισκέπτη, ειδικά αυτόν που έχει ξανάρθει. Ήταν έδρα της ομώνυμης κοινότητας που περιλάμβανε τους συνοικισμούς Φτέρη, Ανηφόρα, Ασπρόρεμα, χωρίς μεγάλες δυνατότητες στη γεωργία λόγω του πετρώδους εδάφους, με εξαίρεση το καταπράσινο οροπέδιο της Απιδιάς στα 1300 μ. υψ., όπου υπάρχει μικρός εγκαταλειμμένος συνοικισμός (3 – 4 σπίτια) και φαίνεται ότι καλλιεργούσαν συστηματικά. 

Το αντίθετο όμως συνέβαινε με την κτηνοτροφία που ήταν ανεπτυγμένη, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’  ό,τι σήμερα, χάρη στα απέραντα και έξοχα βοσκοτόπια. Είχαν, και διατηρούν ακόμα, πολλά μελίσσια που παράγουν ένα εξαιρετικά αρωματικό και διάφανο ελατόμελο – ανθόμελο, ‘’Ασπρορέματος’’, όπως το λένε. Στα Άγραφα ξεγελούν τις μέλισσες και ανακαλύπτουν τα άγρια μελίσσια καίγοντας μέσα στο δάσος κερήθρα, πάνω σε ένα ξύλο. Κατεβαίνουν οι μέλισσες να το γευθούν, να το βυζάξουν, ενώ ο μελισσοκυνηγός τις παρακολουθεί. Μόλις αυτές χορτάσουν και σηκωθούν, τις παρακολουθεί σε ποια κουφάλα ή πέτρα θα πάνε να κρυφτούν. Τότε σημαδεύει το μέρος και γυρνά αργά το φθινόπωρο να τρυγήσει το αγριόμελο (Λουκόπουλος, 406).  

Περπατώντας στο χωριό, θα βρεθείτε στο κλασικό καφενεδάκι του Αποστόλη Αποστόλου, με τη ξυλόσομπα να ζεσταίνει το χώρο και τις καρδιές των πεζοπόρων εδώ και χρόνια. Καφές ή τσιπουράκι με όλα τα μεζεδάκια της στιγμής (ομελέτες, λουκάνικα κ.λπ.), στη διάθεσή σας. Στην όμορφη πλακόστρωτη πλατεία των Επινιανών βρίσκεται ο θαυμάσιος καινούργιος ξενώνας ‘’το Πανόραμα’’ του Κώστα (γραμματέας στο δήμο Αγράφων), και της Γιώτας Γαντζούδη που προκαλεί για στάση και ανασύνταξη της παρέας και γιατί όχι για διανυκτέρευση.

Η μεγαλοσύνη του ήλιου και η καθαρή καλοκαιρινή ατμόσφαιρα προσφέρει ανείπωτη θέα προς τις απότομες δυτικές πλαγιές του Κουκουρούντζου. Πραγματικά, απ’ αυτό το θαρραλέο μπαλκόνι φαίνονται οι δρόμοι – μονοπάτια που ξεκινούν από το ξύλινο γεφυράκι ‘’Μπλό’’ και χαράζουν, ανεβαίνοντας όλο και πιο ψηλά, τις πλαγιές του βουνού μέχρι να φτάσουν στα Άγραφα, ενώ κάτω χαμηλά συμπληρώνει το ανυπέρβλητο θέαμα ο Αγραφιώτης. Η αφάνταστη γοητεία του τοπίου φέρνει στο μυαλό τις δυσκολίες που οι ζεστές καλοκαιρινές μέρες με την εύκολη πρόσβαση, κρατούν μακριά απ’ τη σκέψη. Δεν μπορείς όμως να μην συλλογιστείς τους κρύους, χιονισμένους και ομιχλώδεις χειμωνιάτικους μήνες και τα δισεπίλυτα προβλήματα που αυτοί υπόσχονται. 

Αυτό ίσως στάθηκε καθοριστικός παράγοντας στη συνέχιση της κατοίκησης ή μη όλων των ορεινών χωριών στην επικράτεια, που, μετά το 1970, ήρεμα αρχικά με γοργούς ρυθμούς αργότερα, η δυσφορία αντικαταστάθηκε με την εσωτερική, μόνιμη τις περισσότερες φορές, μετακίνηση. Το ρεύμα, όπως και στο Μοναστηράκι, ήρθε εδώ το 1990 με ό,τι αυτό σημαίνει για την όποια ανάπτυξη, αν υποθέσουμε ότι αυτό το θέμα υφίσταται για τη διοίκηση. Τα τελευταία χρόνια κάτι φαίνεται να αλλάζει από την ιδιωτική πρωτοβουλία, αν δούμε την τελευταία απογραφή του 2001, που ο καταγραμμένος πληθυσμός στο χωριό άγγιξε τα 730 άτομα, ενώ συνολικά, τα χωριά του δήμου Αγράφων παρουσίασαν αύξηση των κατοίκων κατά 266,3%!. Οι σκέψεις διακόπτονται απο τη παρέα που φωνάζει για το έτοιμο πλέον γεύμα. Ο ξενώνας λειτουργεί και σαν ψησταριά με απίστευτη ποικιλία μεζέδων από ντόπια προϊόντα που μοσχοβολούν φρεσκάδα. Ζητήστε από τον Κώστα, και τη τύχη σας, αν έχει, να σας φτιάξει νοστιμότατες άγριες πέστροφες απ’ το πεντακάθαρο Ασπρόρεμα.

Οι διαδρομές από εδώ είναι μετρημένες, μικρές, αλλά αξίζουν όσο λίγες στην Ελλάδα. Πάνω από τη μνημειώδους αρχιτεκτονικής εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που άρχισε να χτίζεται 1890 από ντόπιους, Πηγκιανίτες μαστόρους και ολοκληρώθηκε το 1910, φεύγει ένας στενός δρομάκος προς τους Αγίους Αναργύρους. Συνεχίζει γύρω στα 3 χλμ φτάνοντας στο ‘’Αγνάντι’’, αληθινά όνομα και πράγμα η θέα, αγναντεύει ως κάτω τον ηλιόλουστο Αγραφιώτη. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990 αυτός ήταν ο μοναδικός ‘’δρόμος’’, μονοπάτι λιθόστρωτο η ‘’στράτα’’ των ντόπιων, που έφτανε ή έφευγε κάποιος από το χωριό. Από εδώ περνούσαν καθημερινά φορτωμένοι οι ίδιοι και τα ζώα τους με προμήθειες ή άλλα εμπορεύσιμα είδη (κυρίως αλάτι, στάρι). 

Σήμερα διασχίζεται από δεκάδες φυσιολάτρες πεζοπόρους που ακολουθούν τα χαμένα εδώ και χρόνια χνάρια των ντόπιων στο σκληρό και άφιλο τοπίο των Αγραφιώτικων μονοπατιών. Όλη η διαδρομή μέχρις αυτό το σημείο, κυρίως δε, από εδώ και πέρα είναι το μονοπάτι που διασχίζει το ρέμα της Φτέρης (+/- 4ω Επινιανά – Βαρβαριάδα) και περνά από το πέτρινο γεφύρι της Ανηφόρας (ταξίδια τ. ΣΤ’, 115). Στο γεφύρι βρίσκει το Φτεριώτικο ρέμα ενώ πιο πάνω, το άγνωστο σχετικά, φαράγγι ‘’Απάτητο’’. Από την πλατεία του χωριού κατευθυνθείτε προς τα τελευταία σπίτια, δείτε το μικρό αλωνάκι, το παλιό σχολείο, δίπλα από την εκκλησία του Προφήτη Ηλία και ξεκινήστε για τη περιπετειώδη διαδρομή προς το μικρό συνοικισμό της Απιδιάς. Αν είναι κάποιοι γρήγοροι και θέλετε να αποφύγετε το ντουμάνι από τη σκόνη (ή τη λάσπη αν είναι νωρίς το Ιούνιο), αλλά και τις πέτρες (πάντα), αφήστε τους να πάνε μπροστά (έτσι κι αλλιώς είναι αδιέξοδο), γιατί ο ‘’δρόμος’’ έχει κάποιες ιδιαιτερότητες. 

Χωρίς αμφιβολία θα κοπανηθείτε για 5,9 χλμ. μέχρι να φτάσετε στο επίπεδο και καταπράσινο οροπέδιο της Απιδιάς, ένα σπάνιο τοπίο που συνεπαίρνει με την ομορφιά του, ίσως από τα ωραιότερα που έχετε αντικρίσει ποτέ. Όπου και να κοιτάξετε θεόρατα βουνά, ψηλές κορφές, κι’ απότομες κορυφογραμμές χαράζουν στον ορίζοντα, μια θέα ανεκτίμητη. Μπορούμε άνετα να το κατατάξουμε σε ένα από τα καλύτερα σημεία που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια για ελεύθερη κατασκήνωση. Δίπλα σχεδόν, είναι ένα κανονικό πετράλωνο (αλώνι στρωμένο με πέτρα), που του λείπουν τα χείλη (οι πέτρες γύρω – γύρω), και που μαρτυρά ότι υπήρχαν καλλιέργειες σταριού στο χωριό. ‘’Δεν έσπειρες, δε θέρισες, δεν αλώνισες να πάρεις το σιτάρι της χρονιάς σου; Όλο το χρόνο πεινασμένος θα είσαι!’’, λέει η παροιμία και έτσι ήταν εκείνα τα χρόνια. Η κάθε οικογένεια είχε τα αποθέματά της για να περάσει το χειμώνα. Κοντά στο αλώνι βρίσκονται τα μισοερειπωμένα σπίτια – καλύβια που ο χρόνος και οι χειμώνες που πέρασαν από πάνω τους τα σημάδεψαν ανελέητα, ώστε σήμερα, να χρησιμεύουν περισσότερο για στάνες παρά για κατοικία. Στα Άγραφα αντίθετα από άλλους τόπους, δεν είχαν αχυρώνες, αποθήκευαν το άχυρο στην ύπαιθρο. Το ‘’έστρωναν’’ πάνω σε ένα δέντρο (κλαδαριές το λεν στην Ήπειρο), που το στήριζαν με διχάλες και εκεί το τοποθετούσαν σκεπάζοντάς το με βρίζα για να φεύγουν τα νερά της βροχής. 

Η συνέχεια είναι συναρπαστική αλλά μόνο για πεζοπόρους με καλό χάρτη, πυξίδα και γνώση. Από εδώ συνεχίζει μονοπάτι προς τους συνοικισμούς Μέρσα (όπου συναντιέται με αυτό που έρχεται από το Ασπρόρεμα), Προσήλιο, Βλαχοπούλα, καταλήγοντας στο Μοναστηράκι. 

Αποχαιρετώντας, τα Επινιανά, κατευθυνθείτε στην προηγούμενη δστ που θα σας οδηγήσει στο χωριό Άγραφα. Υπάρχει πινακίδα στην άκρη του δρόμου που γράφει Άγραφα 3 χλμ, ίσως τα πιο όμορφα ολόκληρης της διαδρομής και ας φαίνονται 33. Εδώ πριν χρόνια (1997) γινόντουσαν ακόμα νέες διανοίξεις του δρόμου μια που οι κατολισθήσεις, λόγω των σχιστολιθικών πετρωμάτων των βουνών (ασβεστόλιθος – φλύσχης), είναι συχνότατες, ειδικά τον χειμώνα με τις βροχές και τον πάγο. Προσπαθούν λοιπόν να δώσουν περισσότερο φάρδος στο δρόμο, ώστε, σε περίπτωση κατολίσθησης, να μην κλείνει. Όταν ξεκίνησαν οι επεμβάσεις, γινόντουσαν χωρίς σχεδιασμό και χωρίς προηγούμενη μελέτη, ευτυχώς που στις μέρες μας τα μπάζα από τις φαγωμένες πλαγιές, τα φορτώνουν σε φορτηγά και δεν τα παίρνει το ποτάμι όπως παλιότερα, κάτι είναι κι’ αυτό. 

Η οδήγηση στο κατάφυτο πλατανοσκέπαστο φαράγγι (Ατσιαούρα των ντόπιων), του Σμπορορέματος, σας φέρνει στον πολύ όμορφο ‘’Νερόμυλο’’ και το καινούργιο εκτροφείο πέστροφας. Το εστιατόριο – ψησταριά είναι χτισμένο στην κυριολεξία…..πάνω στη θέση του παλιού εγκαταλειμμένου και ερειπωμένου πριν χρόνια νερόμυλου, απ’ όπου πήρε το όνομά του. Δύο δημιουργίες ζωής για τον Δημήτρη Κίτσιο και την οικογένειά του. Ο τόπος είναι εκπληκτικός, ολόδροσος και προδιαθέτει για στάση, αν μάλιστα έχει φτιάξει πίτα η γυναίκα του Δημήτρη, η κυρία Βάσω Κίτσιου, τότε δε θα σηκώνεστε απ’ το τραπέζι. Μέσα στο ευρύχωρο κατάστημα, στο κέντρο του σχεδόν, υπάρχει αναστυλωμένος τώρα πια, ο νερόμυλος. 

Αυτή η ιδέα δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά. Ο μύλος κρατήθηκε όπως ήταν και γύρω του, σκάφτηκε μια μεγάλη και βαθιά χωνευτή κοιλότητα ώστε ο επισκέπτης να έχει το περιθώριο από τα σκαλιά, να κατέβει κοντά του να δει πως δουλεύει, από πάνω του.…χτίσανε το κατάστημα. Έχει γούστο πάντως για τους μεγάλους και είναι επιμορφωτικό για τα πιτσιρίκια όταν τον βάζει να αλέσει καλαμπόκι. Θα μάθετε πώς εκμεταλλευόντουσαν για αιώνες τη δύναμη του νερού οι κάτοικοι, όταν δεν υπήρχε ρεύμα. Το ίδιο ισχύει και για τη ντριστέλα που είναι έξω από τον νερόμυλο. Σε αυτήν έβαζαν τα βαριά κλινοσκεπάσματα, τις βελέντζες, τα υφαντά χαλιά και με τη δύναμη του νερού που έπεφτε από ψηλά αυτά στριφογύριζαν με δύναμη στη κωνική βαρέλα και γινόντουσαν πεντακάθαρα αλλά και… ασήκωτα μια που τότε, ήταν όλα μάλλινα. 

Απέναντι από τον νερόμυλο κυλάει αφρισμένο το Σμπορόρεμα ενώ σε μεγάλο μήκος διακρίνεται το πετρόχτιστο μονοπάτι, η παμπάλαια οδός επικοινωνίας των Αγράφων με τα χωριά και το κέντρο. Μάρτυράς του, στέκει λίγο πιο πάνω, το μονότοξο Πετρογέφυρο, χωρίς κτητορική επιγραφή και καταχώρηση στην ανάλογη βιβλιογραφία, δεν το βρίσκουμε ούτε στα μνημεία των Αγράφων, έτσι ώστε να προσδιοριστεί το πότε χτίστηκε. Ο σύλλογος αγραφιωτών προσκάλεσε την 7η εφορεία βυζαντινών αρχαιοτήτων Λάρισας, οι αρχαιολόγοι της οποίας προσδιόρισαν από τη τεχνοτροπία του και τα έτη κτίσεως, ανάμεσα 1600 - 1650. Το γεφύρι είναι κλειστό με μια πρόχειρη ξύλινη πόρτα για να μην φεύγουν τα πρόβατα. Αν την ανοίξετε και περπατήσετε πάνω στο τόξο του, θα προχωρήσετε συνάμα βαθιά μέσα στον αδυσώπητο χρόνο, τότε που οι Αγραφιώτες για ό,τι χρειαζόντουσαν έπρεπε δυο και τρεις μέρες να περπατούν για να φτάσουν στο Καρπενήσι ή αλλού, να τα αγοράσουν. Βαδίστε στο μονοπάτι – ‘’στράτα’’ που δεκάδες χρόνια κουβαλούσαν οι κυρατζήδες τις πραμάτειες για πούλημα και οι κάτοικοι των Αγράφων τις προμήθειες για τον βαρύ τους χειμώνα. 

Η συνέχεια θα σας φέρει στη δστ προς Παραμερίτα – Μάραθο (δεξιά) ή προς Άγραφα (αριστερά). Απότομη η ανηφόρα με μεγάλη κλίση, ευτυχώς μικρή και σίγουρα η ‘’τελευταία επιτέλους’’ πριν το χωριό Άγραφα, που υποδέχεται λαμπρό και καταπράσινο μες τις ανταύγειες του καλοκαιρινού ήλιου, τους επισκέπτες του. Τα πιτσιρίκια μόλις έχουν τελειώσει τον δικό τους ‘’πόλεμο’’, βουτηγμένα στα νερά, μεταφέροντας αυτόματα τη σκέψη μας στα ‘’δικά’’ μας μπουγελώματα. 

Άγραφα, παλιό κεφαλοχώρι στα 880 μ. υψ. χτισμένο στις πλαγιές του Κουκουρούντζου (1720 μ. υψ.), έδρα(5)του ομώνυμου δήμου (Φ.Ε.Κ. 244 τ. Α’ 4/12/1997) με έκταση 29.000 ha (290.000 στρ), που περιλαμβάνει τα χωριά Μοναστηράκι, Επινιανά, Τρίδεντρο, Τροβάτο, Μάραθο, Βραγγιανά και δεκάδες διάσπαρτους ιστορικούς συνοικισμούς και ισάριθμους βοσκότοπους, Βαλάρι, Καμάρια, Νεράϊδα (Νιάλα), Πετράλωνα (Σάικα), Παραμερίτα, Γιαννισέικα, Σκαρφιάδες, Μιάλα (Χοντέικα), Γαβρολισιάδα, Λίπα, Σελίστα, Κλοπουκίτσα, Σέλο, κ.ά. Στη τελευταία απογραφή του 2001 εμφανίζει μεγάλη αύξηση πληθυσμού (1020 κατ.), όσους είχε πριν τον πόλεμο του ’40. Συγκριτικά όμως με αυτή του 1991 (184 κατ.), δείχνει ότι κάτι αλλάζει στην ορεινή ζώνη. 

Πραγματικά, όσοι δεν έχουν έρθει ακόμα σε αυτόν τον παραδεισένιο τόπο σαν επισκέπτες, με έκπληξη θα βλέπουν τις προσπάθειες των ντόπιων για την ανάπτυξη της περιοχής και ίσως αναρωτιούνται, τι ήταν αυτό που, ενώ διατηρούσε στη μνήμη την επίσκεψη, ταυτόχρονα τους κράταγε τόσα χρόνια μακριά. Η απάντηση βρίσκεται πρώτα από όλα, στα οχήματα που έχει πλέον στη διάθεσή του ο περιηγητής, συνήθως 4Χ4, και δευτερευόντως στο οδικό δίκτυο που στις περισσότερες των περιπτώσεων κρίνεται ανεπαρκές, παρά τα έργα που έγιναν. Σε κάθε περίπτωση δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Η περιοχή των Αγράφων είναι ορεινή και άγονη, η οικονομία της στηριγμένη στη μοναδική απασχόληση με τη κτηνοτροφία και λίγο με τη γεωργία, υστερούσε πολύ σε σχέση με άλλους τόπους. Ακόμα όμως και αυτός ο μοναδικός πλουτοπαραγωγικός πόρος της περιοχής έμενε εν μέρει αδιάθετος αφού δεν υπήρχαν δρόμοι για την επικοινωνία με τα κέντρα της εποχής. Αυτοί είναι οι κύριοι λόγοι που δεν μπορούσε να προσφέρει στους κατοίκους της παρά μια ζωή λιτή και στερημένη, ένα κατώτερο βιοτικό επίπεδο. Πολλά από τα απαραίτητα αγαθά τα πρόσφερε άφθονα η φύση και το θαυμάσιο κλίμα με το πλούσιο υδροσύστημα (καθαρά νερά, δασικά προϊόντα, καρποί από τα δέντρα, ξύλα), ενώ άλλα παρήγαγαν σαν καλλιεργητές και κτηνοτρόφοι οι άνθρωποι. Κηπευτικά (πατάτες, ντομάτες, σταφύλια), μελισσοκομία, ορνιθοτροφία, άριστη και με προοπτικές στις μέρες μας, ελεύθερη κτηνοτροφία στις πλούσιες θερινές βοσκές με υπερεπάρκεια χλόης, αλλά και οικόσιτη τους χειμωνιάτικους μήνες με δικής τους παραγωγής χορτάρια. Μαλλί, γάλα, βούτυρο, τυρί ποτέ δεν έλειψαν από καμία Αγραφιώτικη οικογένεια. 

Αργότερα που ήρθε στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας η εντατικοποίηση της γεωργίας, είδαμε άλλες γειτονικές περιφέρειες να ευνοούνται ή να ενεργοποιούνται προς αυτή τη κατεύθυνση. Γι’ αυτά τα απροσπέλαστα, απομονωμένα, μέρη δεν υπάρχει ούτε κατάλληλο έδαφος· περισσότερο από το 53% του ευρυτανικού εδάφους έχει υψόμετρο πάνω από 1000 μ., γεγονός που καθιστά προβληματικές τις καλλιέργειες(00), ούτε μέριμνα, με αποτέλεσμα να μείνουν στο περιθώριο. Αυτό είναι καλό σήμερα, που βλέπουμε ότι η χωρίς φραγμό μονοκαλλιέργεια και οι ανεξέλεγκτες ζωοτροφές έχουν αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Τότε όμως, που τα κέρδη από αυτή την άφρονα πολιτική δεν άγγιξαν τις ορεινές περιοχές, αυτές με τη σειρά τους, υφιστάμενες τις συνέπειες της εντατικοποίησης, μαράζωσαν και στα χρόνια που ακολούθησαν, έμειναν στο περιθώριο. (00)καλλιέργειες: Μάρκου Α. Γκιόλια, «Ιστορία της Ευρυτανίας τους Νεώτερους Χρόνους (1939 – 1821)», εκδόσεις Πορεία, Αθήνα (1999) 32.

Η περιήγηση ξεκινάει από την κεντρική πλατεία, που είναι μαζεμένη όλη η υποδομή και τα καταλύματα. Εδώ ο ταξιδιώτης θα βρει σχεδόν τα πάντα εκτός από εφημερίδες, περιοδικά, μια που ακόμα δεν έρχεται λεωφορείο, (με εξαίρεση το δημοτικό που πηγαινοέρχεται στο Καρπενήσι), όμως από είδη παντοπωλείου, μεζέδες στις ψησταριές και γνήσιο τσίπουρο στα καφενεία δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή. Οι ντόπιοι γνωρίζουν στις περισσότερες περιπτώσεις τις διαδρομές, αν βρείτε δυσκολίες απευθυνθείτε στο δημαρχείο απ’ όπου υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας με γειτονικά Δ. διαμερίσματα, όσον αφορά τη βατότητα των δρόμων. 

Περπατώντας στον οικισμό θα διακρίνετε τα καινούργια έργα και τις πλακοστρώσεις των δρόμων που έγιναν την διετία 2003 – 2004, το δημοτικό σχολείο, που έχει 7 – 8 μαθητές, την παλιά τεχνική σχολή ηλεκτρολόγων, χτισμένη από τότε που το χωριό δεν είχε ρεύμα!. Το δημαρχείο μεταφέρθηκε, και στεγάζεται πλέον στο παλιό σχολείο που ανακαινίστηκε όπως και η πλατεία εμπρός του. Από την παλιά αρχιτεκτονική του δεν υπάρχει τίποτα, εκτός απ’ το κοινοτικό γραφείο (1915 - 1920), που στέγαζε μέχρι πρότινος το παλιό δημαρχείο. Δύο μεγάλες κοσμοχαλασιές θυμούνται οι Αγραφιώτες, η πρώτη με τις καθιζήσεις του 1897; που βούλιαξε ολόκληρο το χωριό, λένε μάλιστα ότι εκεί που βρίσκεται τώρα η πλατεία υπήρχαν 24 εκκλησίες, πράγμα που αναδεικνύει, ειδικά αν αποδειχθεί, τη βαθιά τους πίστη (δες περί ονομασίας(1) ). Η άλλη καταστροφή ήταν η πυρπόληση και το κάψιμο του χωριού, τον Δεκέμβριο του 1941, από τους Ιταλούς. Τότε σχεδόν γκρεμίστηκαν όλα τα παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια.

Σήμερα υπάρχουν οι εκκλησίες Αγ. Αθανασίου, του Σωτήρος αφιερωμένη σε τρεις Αγίους, ο Αγ. Δημήτριος πολιούχος και προστάτης άγιος του χωριού, οι  Άγ. Απόστολοι κτισμένοι πάνω στην παλιότερη (σώζεται το δάπεδο), η Παναγία (Κοίμηση της Θεοτόκου) και ο Αγ. Γεώργιος (1608), η αρχαιότερη, πετρόχτιστη με σπάνιες τοιχογραφίες (1610).Στην ανατολική έξοδο του χωριού είναι η Αγία Βαρβάρα στο ομώνυμο ύψωμα. Αυτό το ψηλό σημείο διάλεξαν και έστησαν το ύψους δύο μέτρων ορειχάλκινο ανδριάντα του κορυφαίου επαναστάτη των Αγράφων Αντώνη Κατσαντώνη, μεταμορφώνονταν τον σε ένα χώρο μνήμης. Είναι ένα έργο του γλύπτη Θύμιου Παπαγιάννη που ολοκληρώθηκε το 2003 δένοντας τα χαρακτηριστικά της αγραφιώτικης ψυχής, με το τοπίο και τη θρησκεία. Είναι μια ακόμη προσφορά του Γεωργίου Σωτηρίου Χόντου προς τη γενέτειρά του και πραγματικά προσθέτει στην εικόνα των Αγράφων πολλά. 

Ο Λάμπρος Γατής, πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Αγράφων, πρόθυμος όπως πάντα αναλαμβάνει την πεζοπορική ξενάγηση μιλώντας μας πρώτα απ’ όλα για το φημισμένο υδρονομείο, οι ‘’κόφτρες’’ ή ‘’ποτιστάδες’’ των ντόπιων. Τα χρόνια που πέρασαν μόνο η παράδοση ήταν ο θεματοφύλακας του εθίμου στη μοιρασιά των νερών, έθιμο το οποίο επίσης καθόριζε μέχρι και τη σειρά στο πότισμα. Μπροστά σε αυτό ούτε ο γραφτός  νόμος είχε ισχύ. Πώς όμως θα γινόταν το μοίρασμα από τόσα ρυάκια, σε τόσους συνοικισμούς και μάλιστα σε ίσα μέρη ώστε να μείνουν όλοι οι δικαιούχοι ευχαριστημένοι; Αυτόν τον μυστηριώδη γρίφο και τη λύση του θα αντικρίσετε ανηφορίζοντας ή οδηγώντας πάνω στο παλιό ανηφορικό μονοπάτι στη βόρεια μεριά του χωριού.

Από τον άγιο Αθανάσιο φεύγει αριστερά το μονοπάτι Ε-4 που κατηφορίζει στο ξύλινο γεφυράκι Μπλό, Τρίδεντρο, Γούβες, Βραγγιανά (4ω30’). Σύντομα θα φτάσετε στην πλαγιά εκεί που είναι κτισμένο το ξωκλήσι του αγίου Νικολάου. Αυτό το σημείο ήταν κατάλληλο μετά τις καταστροφικές καθιζήσεις του 1897, και εδώ οι κάτοικοι, με προσωπική εργασία και με αυλάκια, έφεραν ένα από τα πολλά ρυάκια που σχηματίζουν τον Αγραφιώτη και έφτιαξαν το σύστημα που θα μοίραζε το νερό στο χωριό. Μια ολοπέτρινη κατασκευή σαν λιλιπούτειο σπιτάκι, που στη βάση του, παράλληλα με τη ροή του ρυακιού, έχουν τοποθετηθεί τρεις μεγάλες πέτρες.

Πέφτοντας με δύναμη το νερό πάνω τους χωρίζεται και ταυτόχρονα διανέμεται, σε τρία ξεχωριστά αυλάκια, υποδιαιρούμενο όσον αφορά την ποσότητα σε 3,5 – 2, και 1,5 μέρος, αντίστοιχα για τον πάνω, το μέσο, και τον κάτω μαχαλά του χωριού έτσι ώστε όλοι να έχουν το νερό που χρειάζονται για τα χωράφια τους. Εκπληκτική πέτρινη κατασκευή τόσο στη σύλληψη της ιδέας όσο και στην απλότητα της. Άφωνοι έμειναν Άγγλοι μηχανικοί που την είδαν για πρώτη φορά, αναφέροντας μάλιστα ότι κάτι τέτοιο δεν έχουν ξαναδεί σε ολόκληρη την Ευρώπη, άφωνοι μείναμε και εμείς, αν και γνωρίζαμε το κοφτερό μυαλό των μαστόρων και την άφθαστη τεχνική των πέτρινων κατασκευών.

Η διαδρομή συνεχίζεται στον χωματόδρομο, κάνει έναν τεράστιο κύκλο (+/- 11 χλμ.), στις απότομες και κακοτράχαλες ανατολικές πλαγιές του Κουκουρούντζου και βγαίνει στον ‘’κεντρικό’’ που κατεβαίνει από Νιάλα προς Άγραφα, εξακόσια μέτρα πριν τη δστ. για τον συνοικισμό Γαβρολισιάδας. Από το ίδιο σημείο, αριστερά όμως από το δρόμο, φεύγει και το πολύ ανηφορικό μονοπάτι προς τη Νιάλα που το ακολουθούν οι οδοιπόροι (Άγραφα – Οροπέδιο Νιάλας 6ω). Είναι πολύ όμορφη διαδρομή με μια δστ στο εικονοστάσι του Αγ. Νικολάου στην τοποθεσία ‘’Πατήματα’’ (1ω), όπου δεξιά βγαίνει στο χωματόδρομο, αριστερά κατηφορίζει προς τα Ισιώματα και το (ο Τσιώλης Ελευθέριος 2268023447 μου είπε 8/3/06 πως λέγεται Μεσονύχι) Ψωνύχι (2ω), βγαίνοντας τελικά στο Βαλάρι συνοικισμό των Βραγγιανών, και ευθεία περνάει κάτω από την Τούρλα (1827 μ. υψ.), διασχίζει απότομες σάρες φτάνοντας στο μνημείο του Εμφυλίου πάνω στο χωματόδρομο. Από εδώ συνεχίζει προς Πόρτες φτάνοντας στο διάσελο του Αγ. Νικολάου όπου χωρίζεται. Αριστερά Βραγγιανά, δεξιά Μπορλέρου (2016 μ υψ.), και λίμνη Πλαστήρα.

Οι δεκάδες συνοικισμοί περιφερειακά των χωριών, τα σπίτια που τους απαρτίζουν και που εκτείνονται σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, χτίστηκαν έτσι μακριά το ένα από το άλλο, πρωτίστως για αμυντικούς λόγους, αποφεύγοντας έτσι την ολοκληρωτική καταστροφή από τυχόν επιδρομές. Ένας άλλος παράγοντας είναι ο ζωτικός χώρος που χρειαζόταν η πολυμελής τότε οικογένεια για την ανάπτυξη των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων (στάρι – καλαμπόκι), και της ανάλογης των κοπαδιών, έκτασης για βόσκηση και ανάπτυξη της κτηνοτροφίας που, κυρίως αυτή, αύξανε το μικρό εισόδημα. Όπου υπήρχε το παραμικρό κομμάτι χώματος εκεί έχτιζαν το σπίτι τους και εκεί ζούσαν καλλιεργώντας τη γη, βόσκοντας τα οικόσιτα πολλές φορές κοπάδια τους, με τη μέθοδο της Γιδοβίτσας. Λένε οι ντόπιοι Γιδοβίτσα (στη Πελοπόννησο λέγεται Σεμπριά), τη συνήθεια της βοσκής των προβάτων από ένα άτομο. Μια που όλοι είχαν πρόβατα για να μην πήγαιναν ο καθένας ξεχωριστά στα ‘’μανάρια’’ και άφηναν τον οικισμό μόνο του, στέλνανε έναν για όλα. Αργότερα, όταν οι αιτίες εξαλείφθηκαν ή δεν απέδιδαν τα αναμενόμενα, μεγάλο τμήμα αυτών των συνοικισμών εγκαταλείφθηκαν για να κατοικηθούν πιο πυκνά οι πυρήνες των χωριών ή για αναζήτηση καινούργιας κατοικίας που συνήθως συνοδευόταν και από νέα εργασία στα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής. Σήμερα, διασχίζοντας αυτά τα μέρη, το μόνο που υπάρχει για να θυμίζει την πληθωρική παρουσία κατοίκων, και κατοίκησης είναι οι χορταριασμένες ‘’πεζούλες’’ ή αναβαθμίδες, που κάποτε διευκόλυναν την καλλιέργεια κηπευτικών.  

Τώρα όλες αυτές οι δυσκολίες του ορεινού χώρου είναι χαραγμένες στη μνήμη των γερόντων που θυμούνται ότι τα κοπάδια έκαναν μέρες έως ότου περάσουν όλα, προς τους βοσκότοπους Καμάρια και Νιάλα. Μνήμες όπως ξέρει να τις χαράζει η ζωή με τα διάσημα ‘’τσελιγκάτα’’ των Τσιγαριδαίων, των Πλαταίων, των Καραϊσκαίων, των Πατσαουραίων, των Μιχαλοπουλαίων κ.ά., που δεν βρίσκονται πια στα Αγραφιώτικα βουνά και που μιλούν για καιρούς πολέμων ή ειρήνης, για πατρίδες και χώματα που εγκαταλείφθηκαν φεύγοντας άλλοι μετανάστες άλλοι στις μεγάλες πόλεις. Αποθησαυρίζοντας κείμενα μαθαίνουμε ότι τα Πάνω Άγραφα παζαρεύονται στην Καρδίτσα κάθε χρόνο στις 21 Μαΐου, όπου πουλούσαν και τα βοτάνια των βουνών τους. Σε αυτά τα παζάρια εκτός από τους εμπόρους και τους ψιλικατζήδες που στήνουν παραπήγματα, παράγκες (τσατούρια), και ξαπλώνουν τα εμπορεύματα τους για πούλημα, έρχονται και οι χωριάτες. Κατά κανόνα τότε τα παζάρια διαρκούσαν οκτώ μέρες. Τις τρεις πρώτες πουλιούνται τα ζώα, γίνεται το ζωοπάζαρο, όπως λένε, από τους γεωργούς που φέρνουν βόδια, μουλάρια, γαϊδούρια, καλοθρεμμένα πρόβατα ή γίδες (μαρτίνια), κοτόπουλα, αυγά, κ.λπ. αγοραστές, είναι άλλοι γεωργοί που έχουν ανάγκη από ζώα. 

Εκείνα τα χρόνια την εβδομάδα της Λαμπρής, που αρχίζει τη Κυριακή του Πάσχα και τελειώνει του Θωμά, την ονόμαζαν Ασπροβδομάδα, και δεν έκαναν καμιά εργασία σε κανένα γεωργικό χωριό, ούτε σε χωράφι πηγαίνουν, ούτε για ξύλα. Ειδικά στα Άγραφα παραδέχονται πως η βδομάδα αυτή ονομάστηκε έτσι επειδή ασπρίζουν οι ρόκες, τα καλαμπόκια (Λουκόπουλος, 165). Εδώ όπως και στην Ήπειρο, τα καλαμπόκια δεν τα ξεφλουδίζουν ούτε τα ξεσπειρίζουν  το φθινόπωρο που τα μαζεύουν. Τα αποθηκεύουν και όταν έχουν ανάγκη να φέρουν άλεσμα στο μύλο, ξεφλουδίζουν όσα χρειάζονται (ρόκες), και τα άλλα τα φυλάνε. Αυτές λοιπόν οι ρόκες, όπως ξέρουμε, είναι κίτρινες, οι αγραφιώτες παραδέχονται πως τη Λαμπροβδομάδα ασπρίζουν. 

Παράδοση, μύθοι, δοξασίες και μεγάλος σεβασμός στην εκκλησία, κυριαρχούν στα απόκρημνα και απομονωμένα αυτά χωριά. Στις 30 Νοεμβρίου του Αγίου Ανδρέα ‘’αυτός που αντρειεύει τα σπαρτά’’ στα Άγραφα έφερναν τα πολυσπόρια (στάρι, καλαμπόκι, κουκιά, φασόλια κ.λπ.), μπροστά στην ωραία πύλη να τα διαβάσει ο παπάς για το καλό. Στις μέρες της ξηρασίας πάλι, έπιαναν μια χελώνα και τη κρεμούσαν στο δέντρο. Γνωρίζουν σίγουρα πως μετά από τρεις μέρες θα βρέξει, όση ξηρασία κι αν έχει.

Θαρρείς έχει σταματήσει ο χρόνος σε αυτή την Ελλάδα, την τόσο έξω από τα δρώμενα της χώρας και τα πάσης φύσεως κυκλώματα. Μια εξαιρετική πεζοπορική διαδρομή (1ω30’), ξεκινά μετά τη γέφυρα που περνά πάνω από το Σμπορόρεμα 2500μ. από το κέντρο του χωριού προς Καμάρια. Προσοχή, γιατί υπάρχουν δύο δρόμοι που στρίβουν δεξιά, εμείς αναφερόμαστε στον δεύτερο, που ξεκινά κατηφορικός και θα σας φέρει στις Μιάλες (Χοντέικα), έναν πανέμορφο συνοικισμό με παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια, αυλές, μονοπάτια και το θόρυβο που κάνει παφλάζοντας νερό του Σμπορορέματος, που συναντάτε πιο κάτω. Αν προβλέψετε και έχετε μαζί σας σορτσάκι, μποτάκια ή παπούτσια τρέκκινγκ περπατήστε το ολόδροσο ρέμα περάστε το στενό φαράγγι που θα βρείτε και λίγο πιο πάνω θα δείτε τους μικρούς καταρράκτες. Η ομορφιά των πιο κρυφών σημείων του τόπου, παρασύρει όλο και πιο ψηλά, στον δυσπρόσιτο μεγάλο καταρράκτη, προς τη Λίπα όπου φτάνει ο δρόμος από τη Γαβρολισιάδα

Η ξεκούραση στην πλατεία των Αγράφων και η διακριτική επίσκεψη στις ψησταριές τους είναι απαραίτητη μετά από όλα αυτά, προσοχή όμως στις ολοήμερες κραιπάλες γιατί το πρωί θα πρέπει να συνεχίσετε τη διαδρομή, μην το κάνετε και σεις ‘’θα έπρεπε’’.  Τα ψητά και τα νόστιμα λαχανικά είναι όλα ντόπια, νοστιμότατα. Από ότι όμως παράγεται στα Άγραφα, εκλεκτά και φημισμένα θεωρούνται τα τυριά τους και είναι λογικό αφού βόσκουν σε μια από τις καθαρότερες και πιο πλούσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις της χώρας, ίσως και της Ευρώπης. Ακούγεται αστείο αλλά είναι αληθινό, κεφαλοτύρι (πρωτοπορία τότε) με το όνομα ‘’τυρός Αγράφων Τζουμέρκων’’, έφτιαξε το 1909 σε ‘’κεφάλια’’ των 8 – 18 κιλών στους Μελισσουργούς Άρτας, ο τυροκόμος Βασίλειος Γκονέζος. Μάλιστα τον ίδιο χρόνο βραβεύτηκε στην τυροκομική έκθεση της Αθήνας (Παπακώστας, 196).

Ακόμη μια φορά αποχαιρετούμε ένα αγαπημένο μέρος χαιρετίζοντας τους ατόφιους και φιλόξενους κατοίκους. Κατηφορίζοντας αρχικά από το δρόμο που ήρθατε, βρίσκετε τη δστ. στο ενάμισι χλμ, και αριστερά (δεξιά πάει στο νερόμυλο για πρωινό), περνάτε το Σμπορόρεμα αρχίζοντας να ανεβαίνετε τις βορειοανατολικές πλαγιές τις Κόφτρας. Ο ύπνος στη σκηνή κάτω στο Σμπορόρεμα που μόλις περάσατε είναι φανταστικός. Όσο σουρουπώνει  ακούγονται τα τελευταία κελαηδίσματα των πουλιών μέσα σε μια γαλήνια ατμόσφαιρα, μέχρι που πέφτει τελείως το φως και τα πάντα σωπαίνουν, εκτός από το ποτάμι. Αν η εποχή που θα στήσετε είναι κατά τον Ιούλιο, εκατοντάδες πυγολαμπίδες θα σας κάνουν παρέα και όσο για φωτιά, ξύλα υπάρχουν άφθονα, περάστε απέναντι από το ποτάμι και θα βρείτε πολλά.

Την Παραμερίτα στα 1400 μ. υψ. θα τη συναντήσετε δεξιά σας ανεβαίνοντας τον όλο στροφές αρχικά, χωματόδρομο προς Μάραθο. Είναι ένας μικρός συνοικισμός απέναντι από τα Άγραφα στις πλαγιές της κορυφής ‘’Κόφτρα’’ (1505 μ. υψ.). Κάποτε αρκετούς κατοίκους (143 άτομα το 1961), ενώ σήμερα κάποιοι επιστρέφουν ανακαινίζοντας τα παλιά τους σπίτια. Ο δρόμος είναι γεμάτος πέτρες και χαλίκια στις στροφές, πρέπει να προσέχετε τον μπροστινό τροχό, ειδικά αν έχετε πολύ βάρος πίσω. Κοντά στην προτελευταία στροφή στη θέση ‘’Κουκωτό’’ περίπου στα 1300 μ. υψ. δεξιά σας είναι μια στάνη. Όλοι της παρέας θυμόμαστε κάποιο απόγευμα πριν χρόνια που μας φιλοξένησε ο κτηνοτρόφος – βοσκός Γιώργος Πλατής και η γυναίκα του Ευδοκία, που μένουν εδώ, μαζί με τα κοπάδια προβάτων που έχουν. 

Υπέροχοι άνθρωποι ταπεινοί και καταπονημένοι μες στη μεγαλοσύνη του τοπίου και της ψυχής τους, μοιράστηκαν μαζί μας λίγες σκέψεις για το μέλλον. Η σοφία τους ξεχείλιζε με λίγα λόγια που εισχωρούσαν στη μνήμη σα βελόνες. Αντιστέκονται στο χρόνο επιβιώνοντας με το μοναδικό πράγμα που έχουν μάθει να κάνουν καλά, κερνώντας μας μάλιστα το θαυμάσιο περιζήτητο τυρί τους, ζυμωτό ψωμί από τα χέρια της κυρίας Ευδοκίας και τσίπουρο. Γενικά οι αγραφιώτες (Ευρυτάνες), σε πολλές συμπεριφορές και πολιτιστικά στοιχεία θυμίζουν τζουμερκιώτες (Ηπειρώτες), το ίδιο ισχύει για τα μέρη που διάλεξαν να ζουν, το πείσμα να τα κρατήσουν έξω από οποιαδήποτε κυριαρχία και τους αγώνες που έδωσαν για να διατηρήσουν αυτή την ελευθερία. Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι τα πιο δυνατά αρματολίκια στην προεπαναστατική Ελλάδα ξεκίνησαν από αυτούς τους τόπους, ούτε είναι τυχαίο ότι αυτά άντεξαν σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της κατάκτησης.

Λίγο πιο πάνω ένα μικρό πετράλωνο, χωρίς ‘’χείλη’’ κι’ αυτό, μαρτυράει παλιότερη κατοίκηση του τόπου. Περνώντας τον αυχένα του Κουκοτού η διαδρομή αρχίζει να χειροτερεύει, και όσο κατηφορίζει τόσο παραμορφώνεται. Η θέα είναι καταπληκτική αλλά η κλίση του δρόμου μας κάνει να μην τον αφήνουμε από τα μάτια μας. Όσο χάνει ύψος, με συνεχόμενα πέταλα, τόσο οι γκρεμοί πλησιάζουν ενώ η θέα προς τις βουνοκορφές δεν περιγράφεται. Όπως απερίγραπτη είναι και η κατάσταση στο δρόμο, τώρα πια. Γκρεμισμένος σε πολλά σημεία, καλύπτεται με μεγάλες κοτρόνες απ’ τις συνεχείς κατολισθήσεις, σχεδόν σε όλο το πλάτος. Υπομονετικά εσείς, γιατί παραδίπλα χάσκει ο γκρεμός, προσπαθήστε να αποφύγετε τα νεροφαγώματα και τα ψιλογλιστρήματα των τροχών στο χοντρό χαλίκι και τις πρασινάδες. Οι αναρτήσεις θα ταλαιπωρηθούν αλλά τελικά μόλις περάσετε τον συνοικισμό ‘’Πλάτανο’’ και τα εκατοντάδες κοτόπουλα που κατακλύζουν τον τόπο, θα μπείτε μετά από δεκαεννιά συνολικά χλμ στον πανέμορφο και ιστορικό Μάραθο.

Ο Μάραθος (από 1836 ως 1928 Μύρισι, γράφεται και Μύρησι ή και Μύρεσι ), σε υψόμετρο 890 μ. περιβάλλεται από τις κορφές Προσηλιάκου (1861 μ. υψ.), Ουρανός (1619 μ. υψ.), Κατσαντώνη ή ‘’στ’ Αντών’’ (1431 μ. υψ.), Κόφτρα (1505 μ. υψ.). Είναι περισσότερο υπερήφανο από τα άλλα χωριά γιατί εδώ βρίσκεται η εκκλησία των Ταξιαρχών (1760), σπουδαίο Αγραφιώτικο μνημείο που ξεχωρίζει από μακριά, και βέβαια εδώ γεννήθηκε ο Κατσαντώνης, η μεγάλη μορφή του Αρματολικιού των Αγράφων. Υπήρξε έδρα της ομώνυμης κοινότητας με 13 συνοικισμούς και πάνω από τριακόσιους μόνιμους κατοίκους, που ασχολούνταν κυρίως με τη κτηνοτροφία και τη δασική εκμετάλλευση. Μετά, ήρθε η εγκατάλειψη και για πολλά χρόνια, όπως και σήμερα άλλωστε, λίγες μόνο οικογένειες έρχονται για διακοπές ή για να επισκευάσουν τα σπίτια τους, γύρω στα πενήντα άτομα. Το 2001 η απογραφή ήταν μια έκπληξη αφού κατέγραψε τριακόσιους τριάντα κατοίκους, που οι αντιξοότητες του χειμώνα τους κρατούν μακριά εκτός από δέκα που ξεχειμωνιάζουν στη γενέτειρά τους.

Στα κλασικά χωριάτικα καφενεδάκια του κυρ - Χρήστου Πεσλή και της κυρίας Μαρίας Μπούρα θα βρείτε σπέσιαλ μεζέδες για τσιπουράκι ντόπια φέτα αλλά και τηγανιά. Κυρίως όμως θα ξετρυπώσετε εικόνες της παλιάς Ελλάδας και την αντίληψη του χρόνου που έχει χαρακώσει στο πέρασμά του αυτές τις μορφές. Την τελευταία φορά που περάσαμε μας κέρασε η γυναίκα του κυρ – Χρήστου ένα φανταστικό λικέρ από…ανθό έλατου. Ζητήστε το όταν βρεθείτε εκεί…θα μας θυμηθείτε.

Ο Μάραθος παρά το μέγεθός του, έχει αξιοθέατα που θα ζήλευαν άλλα, μεγαλύτερα χωριά. Περιβάλλεται από ένα κατάφυτο περιβάλλον με δεκάδες μονοπάτια για πεζοπορία, μέχρι κάτω στο βάθος του γκρεμού που κυλάει το Μυρισιώτικο ρέμα, που έδινε δύναμη στη βαριά μυλόπετρα του παλιού πετρόχτιστου νερόμυλου. Η προτομή, και ο ορειχάλκινος ανδριάντας του Αντώνη Κατσαντώνη (1775; - 1808), που δεσπόζει στην ομώνυμη πλατεία είναι έργο του γλύπτη Βασίλη Παπασάικα. Η χρονολογία της γέννησής του ‘’αετού των Αγράφων’’ δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Τοποθετείται ανάμεσα στα έτη 1773 – 1777 με πιθανότερο το 1775 (για βιβλιογραφία δες Σταμέλος, 34). Πατέρας του ήταν ο Σαρακατσάνος αρχιτσέλιγκας Γιάννης Μακρυγιάννης από το Βασταβέτσι, σημερινό Πετροβούνι στα Ηπειρώτικα Τζουμέρκα. Γύρω στο 1770 γνωρίστηκε με την Αρετή, κόρη μεγαλοτσέλιγκα από τον Μάραθο και στέριωσε για λίγο εκεί. Ο πρωτότοκος γιος ήταν ο Αντώνης, αργότερα Κατσαντώνης(6), ο ατίθασος(7)  που ‘’...είχε παντού λημέρια’’, οι άλλοι δύο ήταν ο Κώστας Λεπενιώτης και ο Γιώργος Χασιώτης. Η δράση του θρυλικού Κατσαντώνη πριν, και των δύο αδερφών του κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τους χρόνους της Επανάστασης, απλώθηκε πέρα απ’ τα Άγραφα, στην Αιτωλία και την Ακαρνανία κυρίως. Θανατώθηκε μαζί με τον αδελφό του Χασιώτη στα Γιάννινα το 1807 – 1808, (Σταμέλος,  186, 187, 188).

Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί κορυφαίο γεγονός της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας που στόχευε στην εξουδετέρωση ή και σύνθλιψη απολυταρχικών εξουσιών. Η νομιμοποίηση της, το αίσθημα ελευθερίας που σαν ντόμινο δημιούργησε σειρά αντιοθωμανικών εξεγέρσεων από την Πελοπόννησο και την Κρήτη μέχρι τον Πόντο, ήρθε από τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, και ξεκίνησε από τις Παραδουνάβιες περιοχές. Γρήγορα, σαν ποτάμι που δεν γυρίζει πίσω, εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Η βάση της ήταν η ιδεολογική - οργανωτική προετοιμασία των ταπεινών εμπόρων και διανοουμένων της Φιλικής εταιρείας (Υψηλάντης, Μουρούζης, Ξάνθος, Σκουφάς, Τσακάλωφ, Αναγνωστόπουλος κ.ά). 

Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι στην Ελλάδα ο πόθος για τη απόκτηση πατρίδας καλύπτεται, και διδάσκεται, ακόμα και σήμερα, από κενή περιεχομένου ρητορεία με επακόλουθο, να έχει καλυφθεί πλήρως η ευρωπαϊκή της διάσταση. Η κατάληξη είναι ότι πολλές ‘’δύσκολες’’ στη κατανόησή τους πτυχές της, παραμένουν ακόμα άγνωστες. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι καπεταναίοι, από τη προεπαναστατική περίοδο ακόμα, αγωνίστηκαν για την Ελευθερία. Τα αρματολίκια των Αγράφων είχαν αναγνωριστεί επί σουλτάνου Μουράτ Β’ (1421 – 1451), και από τότε εγκαινιάστηκε ο θεσμός και μια μορφή αυτοδιοίκησης (ταξίδια τ. ΣΤ’, 121 παραπομπή 5). Δοξασμένοι κλέφτες και αρματολοί έδρασαν σε τούτα τα μέρη….‘’Ο Καπετάν Γιάννης Μποκουβάλας εσυγκρότησε εις τα Άγραφα τόσους πολέμους προς τους Τούρκους, ώστε και τον πάππον του Αλή Πασά Μέντζο Χούσον εβίασε δια των όπλων να οπισθοχωρήσει εις την πατρίδα του (Περραιβός, Ιστορία, 23). 

Αργότερα, και παρά τα όσα λέγονται, βοήθησαν οι κοτζαμπάσηδες και η εκκλησία. Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσε να διεξαχθεί αγώνας οκτώ και πλέον ετών. Στη διάρκεια του, ο Καραϊσκάκης και ο χιλιοτραγουδισμένος όσο κανένας άλλος Κατσαντώνης (ταξίδια τ. ΣΤ’, 118), δώσανε πολλά, χωρίς όμως να ξεχνούν το αρματολίκι τους στα Άγραφα, ενώ κανείς δεν αναφέρει ότι η προοπτική για σύσταση εθνικού κράτους, κοινού για όλους, στηρίχθηκε και ίσως ανήκει, στους εμπόρους, τους καραβοκύρηδες, και τους διανοουμένους της διασποράς που ταυτόχρονα ήταν φορείς του ευρωπαϊκού φρονήματος και του εκσυγχρονισμού.

Στα χρόνια μετά το 1821, που σχηματίστηκε το Ελληνικό κράτος, (πρωτόκολλο Λονδίνου 22 Ιαν - 3 Φεβ 1830, ολόκληρη η Θεσσαλία, οι δύο επαρχίες του Καρπενησίου(η ομώνυμη και των Αγράφων), η Αργιθέα, η Ήπειρος και η Άρτα, παρέμειναν υπό Τουρκική εξουσία (άρθρο 2), παρά το γεγονός της ενεργής συμμετοχής και των μαχών που είχαν δώσει για την απελευθέρωση οι Αγραφιώτες. Η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης 27 Ιουν – 9 Ιουλ.1832 και το πρωτόκολλο του Λονδίνου του ιδίου έτους θα ρυθμίσουν τα νέα σύνορα (Αμβρακικός – Παγασητικός), οριστικά. Η Ευρυτανία συμπεριλαμβάνεται πλέον στην ελεύθερη ελληνική επικράτεια και τα Άγραφα είναι τα όρια Ελληνικού κράτους.

Ο Μάραθος έχει δύο εκκλησίες, της Αγίας Αικατερίνης έξω από χωριό, και στο κέντρο του οικισμού, την ξεχωριστή των Αγίων Ταξιαρχών (1760), που είναι αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ. Γιορτάζει με πανηγύρι δύο φορές το χρόνο, του Αγίου Πνεύματος και στις 8 Νοεμβρίου. Ρωτήστε στο κατάστημα του κυρ – Χρήστου Πεσλή για το κλειδί. Σύντομα θα έρθει ο θείος του, Στέλιος Πεσλής, επίτροπος και θεματοφύλακας των μνημείων της περιοχής, που θα αναλάβει και την ξενάγηση. Ο ναός των Ταξιαρχών είναι μνημείο μεγάλης αρχιτεκτονικής αξίας και ο μεγαλύτερος σε μέγεθος από όλους τους προεπαναστατικούς ναούς των Αγράφων, γεγονός που υποδηλώνει σημαντικό πληθυσμό. Ιδιαίτερα αξιόλογης τέχνης θεωρείται η αγιογράφηση του ναού που έγινε σε δύο φάσεις (1769 και 1791), από τους δημιουργικότερους επιγόνους της σχολής του Διονυσίου, στο Φουρνά, οι Γεώργιος Γεωργίου και Γεώργιος Αναγνώστου (Γκιόλιας, 534). Οι ίδιοι που έχουν αφήσει εξαιρετικές εργασίες τους σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια των Αγράφων.

Ο ναός έπαθε σημαντικές ζημιές από τους σεισμούς του 1966 – ’67, με αποτέλεσμα την κατάρρευση τμήματος του νάρθηκα και του γυναικωνίτη, ζημιές στους θόλους και τη τοιχοποιία. Υπό την επίβλεψη του Π. Λαζαρίδη πραγματοποιήθηκαν οι απαιτούμενες επισκευές το 1967, ενώ την περίοδο 1985 – ’86 ανακαινίστηκαν οι τοιχογραφίες με δαπάνες της Κοινότητας. Ο Χρήστος Πεσλής στο καφενείο έχει τα κλειδιά, ζητήστε να σας δείξει το εσωτερικό του ναού που καλύπτεται στο σύνολό του με αγιογραφίες και ζωγραφικές διακοσμήσεις. Σημαντικό είναι το σκαλιστό ξυλόγλυπτο τέμπλο του 18ου αι. με πλούσιες φυτικές διακοσμήσεις, αποτρεπτικούς δράκοντες και δεσποτικές εικόνες ηπειρωτικής τέχνης του 1746, (Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, Εκκλησίες 57 – 65  και Λαζαρίδης ΑΔ τ.16, 199). Υπεύθυνη γι’ αυτό, όπως και του μοναστηριού της Στάνας, είναι η 7η εφορεία βυζαντινών αρχαιοτήτων Λάρισας. 

Είναι 20 Ιουλίου και οι ετοιμασίες για το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία βρίσκονται στη κορύφωσή τους, περιμένουν άλλωστε κόσμο ακόμα και από τα γύρω χωριά. Το ‘’αγροτικό’’ του Χρήστου Πεσλή έχει μπατάρει από το πολύ βάρος, γεννήτρια για τα φώτα, προσανάμματα για τη φωτιά, κεριά και λαμπάδες για την εκκλησία, το μεγάλο καζάνι για το βραστό και η σιδερένια βάση του φορτώνονται με επιμέλεια. Ο Παναγιώτης Τσιγαρίδας τοποθετεί τα αναψυκτικά προσπαθώντας να βάλει ακόμα ένα κομμάτι πάγου στο βαρέλι, για να παγώσει τα ποτά που θα συνοδεύουν το γεύμα. Αμφιβάλλουμε αν με τόσο βάρος θα βγάλει την ανηφόρα για να βγει από το χωριό ή αν θα σταματήσει έγκαιρα στη κατηφόρα της Δραμάλας. Με την εμπειρία που έχουν βέβαια στα κατσάβραχα, το πιθανότερο είναι να τα καταφέρουν, και το γλέντι, ως συνήθως, να κρατήσει μέχρι αργά το βράδυ.

Η διαδρομή από εδώ και κάτω, μέχρι το Κερασοχώρι είναι καθαρά δασική, διασχίζει ένα εκπληκτικό ελατόδασος και μέρη που σπάνια αντικρίζει ο περιηγητής, αναδεικνύοντας άλλη μια φορά την παντοδυναμία και την ομορφιά της φύσης. Πρόκειται για την παλιότερη οδό επικοινωνίας, μαζί με την κρυφή και παντελώς άγνωστη στους οδηγούς (εξαιρούνται οι οδοιπόροι), που έρχεται από Άγιο Δημήτριο, προς Μάραθο και Άγραφα. Ήταν ο παλιός και μοναδικός δρόμος με εύκολη πρόσβαση στα χωριά μέχρι το 1985, που άνοιξε ο δεύτερος από το ποτάμι. 

Λίγο έξω από το Μάραθο (+/- 2,3 χλμ) αγνοείστε την δεξιά δστ., που οδηγεί(8) στον συνοικισμό Δραμάλα και το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία (που γίνεται το πανηγύρι), και θα δείτε τη μικρή πινακίδα που σας στέλνει αριστερά προς ‘’Κλοπουκίτσα’’. Ακολουθήστε τον, διασχίστε για τα επόμενα επτά χλμ απότομες βουνοπλαγιές, ισιώματα, και θα βγείτε στη μικρούλα Κλοπουκίτσα (700 μ. υψ.), έναν ακόμη συνοικισμό του Μάραθου με λίγα αγροτόσπιτα, την εκκλησία της Παναγίας και μια οικογένεια που μένει εδώ μόνιμα. Ενάμισι χλμ. πιο κάτω, είναι η δστ που οδηγεί στον μεγαλύτερο συνοικισμό του Μαράθου, με 4 – 5 οικογένειες να μένουν μόνιμα εδώ, το Σέλλο (980 μ. υψ.), χτισμένο στις βορειοδυτικές πλαγιές της κορφής Καυκί (1751 μ. υψ.). 

Ο τόπος εδώ είναι απερίγραπτος από φυσική ομορφιά, και πανέμορφη θέα. Μέσα στο χωριό εκτός από τα λίγα καλοδιατηρημένα πετρόχτιστα σπίτια υπάρχει η ωραία εκκλησία του Αγίου Νικολάου (1700), και κάτω στο ρέμα ο παλιός πετρόχτιστος νερόμυλος του χωριού, παρατημένος και μισογκρεμισμένος σήμερα. Ψηλότερα, στη δασωμένη βουνοπλαγιά του Μούσκου υπάρχει μια σπηλιά, με οκτώ περίπου μέτρα άνοιγμα που η παράδοση διασώζει ότι τα χρόνια της τουρκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε για νομισματοκοπείο. 

Ο δασικός δρόμος μοιάζει ατελείωτος, οδηγώντας ανάμεσα σε βουνοπλαγιές, πυκνά δάση από έλατα και ρεματιές που το χειμώνα μαστιγώνονται από τις θύελλες και τα χιόνια. Στα πεντέμισι χλμ θα βρείτε αριστερά σας, τη δστ. που από μονοπάτι – δρόμο σας βγάζει στη Χρύσω, ενώ ευθεία σε άλλα 3,5 χλμ βγαίνετε στα λιβάδια, στις κεραίες της Ψηλόραχης (1332 μ. υψ.), και τελικά στο ‘’καραούλι’’ του Κερασοχωρίου, συμπληρώνοντας εικοσιτέσσερα αξέχαστα χλμ από το Μάραθο ανάμεσα σε χαράδρες και βάραθρα. Η κεντρική χάραξη του δρόμου, ακολουθεί ένα εκτεταμένο δίκτυο μονοπατιών στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια των Αγραφιώτικων διαδρομών (ταξίδια τ ΣΤ’ παραπομπή 1, 121). Να θυμάστε ότι η διαδρομή Μάραθος – Κερασοχώρι, το χειμώνα καλύπτεται από άφθονα χιόνια παραμένοντας αδιάβατη για μεγάλο χρονικό διάστημα. 

Αλήθεια είναι ότι ξεκινάμε πολλές φορές να περιηγηθούμε τον ορεινό όγκο Αγράφων, τις περισσότερες φορές φτάνουμε άλλες πάλι όχι. Οι δρόμοι και κυρίως η φαντασία παίζουν τον δικό τους μαγικό ρόλο, ώστε να βρεθούμε ‘’εκτός πορείας’’. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν και πόσες φορές, έχετε πράγματι ‘’παρασυρθεί’’ από μονοπάτια που ‘’ο Θεός ξέρει που βγάζουν’’ και κατά πόσο ο χρόνος που έχετε στη διάθεσή σας επιτρέπει να ‘’χαθείτε’’. Έτυχε όμως πολλές φορές και πάντα ανακαλύπταμε καινούργια μνημεία, ξεχασμένα γεφύρια, ‘’άλλους’’ ανθρώπους, διαφορετικές διαδρομές. Τα Άγραφα γοητεύουν και έχουν υπόσταση, χάρις στα εκατομμύρια χρώματα από την παλέτα της φύσης και την απόλυτη κυριαρχία του τοπίου. Δεν διαθέτουν μεγάλους ασφαλτοστρωμένους δρόμους, αντίθετα κυριαρχούν τα μονοπάτια και οι χωματόδρομοι. Δεν έχει παρά την απαραίτητη σήμανση, ‘’στερείται’’ τις χλιδάτες ξενοδοχειακές υποδομές που έχουν καταστρέψει τους πραγματικούς κατοίκους σε άλλες περιοχές, όμως κρατάει αλώβητα χιλιάδες στρέμματα δασών, παρθένες τοποθεσίες, άφθονο φως, χρώμα, και άπλετο χώρο για όποια δραστηριότητα επιλέξει ο επισκέπτης. Αυτό είναι που εντυπωσιάζει και τελικά ‘’δένει’’ τον περιηγητή, η ολοένα μεγαλύτερη και στενότερη σύνδεσή του με το χώρο.

Σε αυτό το απομονωμένο τμήμα της χώρας μας, που προσπαθεί μόλις τα τελευταία χρόνια να γίνει γνώριμο και οικείο, η καλύτερη εποχή για επίσκεψη ξεκινά την άνοιξη, τότε που τα χιόνια ‘’τραβιούνται’’ στις ψηλότερες κορφές και φτάνει μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη που ξαναρχίζουν. 

Τα Άγραφα είναι πραγματικά οι τελευταίοι παράδεισοι που έχουν μείνει στην Ελλάδα, με μια φύση και με βουνά που διαθέτουν μια απαράμιλλη – παρθενική ομορφιά. Όλα αυτά προσκαλούν τους ανθρώπους σε μια καινούργια συνάντηση, ένα αντάμωμα που είναι καιρός να το γευθείτε και εσείς.

Σημειώσεις:

(1) Περί ονομασίας βλ. ‘’Ταξίδια στην Άλλη Ελλάδα’’, ταξίδια 2004 τόμος ΣΤ’, σημείωση Νο 3, σελ 121.

(2)Οι δρόμοι που τόσο τους χαιρόμαστε έχουν αναμφίβολα αλλάξει το περιβάλλον των Αγράφων. Φυσικά δεν υπήρχε άλλη λύση για να σπάσει η απομόνωση. Όμως πριν γίνουν έργα, θα έπρεπε να μελετηθεί το πώς θα απομακρυνθούν τα μπάζα και από πού πρέπει να περάσει ο δρόμος. Αυτά τα αυτονόητα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90 δεν υπήρχαν, με αποτέλεσμα να έχει συντελεστεί μια σημαντική φθορά στο περιβάλλον, στις δασοσυστάδες και στον ποταμό Αγραφιώτη, που δεχόταν δεκάδες κυβικά χωμάτων από τα ‘’νέα έργα’’. Επακόλουθο αυτής της πολιτικής (όπως το ψάρεμα με δίχτυα και άλλες μεθόδους), ήταν να μειωθεί αισθητά ο γόνος της πέστροφας (φτάνοντας έως και τον αφανισμό της), και η ζωή στο ποτάμι, που πριν λίγα χρόνια έδινε σε πολλούς περιηγητές τη χαρά του ψαρέματος και στους ντόπιους ένα πρόσθετο εισόδημα. Ευτυχώς, το δασαρχείο το απαγόρευσε και η κατάσταση μοιάζει αναστρέψιμη.

(3)Πολλές παραδόσεις συνοδεύουν τη Ι. Μ. Στάνας και την εύρεση της εικόνας. Παραλείπω τα συνηθισμένα που συναντάμε σε όλα σχεδόν τα απόμερα μοναστήρια (έτρεχε νερό από σχισμή του βράχου και ο βοσκός που έβλεπε κάτι να λάμπει) και αναφέρω κάτι που λένε ακόμα οι κάτοικοι. Στα Επινιανά κατοικούσε η οικογένεια Στάνου, που είχε κοπάδια από γιδοπρόβατα. Σε μια δυνατή μπόρα ο Στάνος κρύφτηκε σε μια κοιλότητα ενός κατακόρυφου βράχου. Εκεί βρήκε την εικόνα της Παναγίας και δίπλα ένα αναμμένο καντήλι. Από τότε που αντίκρισε την εικόνα περπατούσε πιο ανάλαφρα, όλοι οι δρόμοι συντόμευσαν, σαν να τον έσπρωχνε μια υπέρτατη δύναμη. Το είπε στην οικογένειά του και όλοι μαζί αποφάσισαν να χτίσουν την εκκλησία που της έδωσαν το όνομά τους. (Γ. Χρυσικού, Μοναστηράκι, σελ 81).

(4)Η καθαρά ορεινή γεωγραφική περιοχή της Ευρυτανίας περιλαμβάνει την ενότητα των Αγράφων (βουνά και χωριά). Είναι μια, μοναδική, και δεν έχει σχέση με το πρώην οροπέδιο της Νευρόπολης (νυν τουριστικό θέρετρο λίμνης Πλαστήρα), στο Νομό Καρδίτσας. Ο διαχωρισμός έγινε όταν δημιουργήθηκαν τα σύνορα της Ελλάδος μετά την απελευθέρωση. Τότε τα Ευρυτανικά συμπεριλήφθηκαν στο Ελληνικό έδαφος ενώ τα Θεσσαλικά παρέμειναν στην τότε τουρκοκρατούμενη περιοχή (Γιαννίτσαρης – Βρυνιώτης, τομ 6, σελ 64) το πρόσθεσα 27/3/07 και στα συμπεράσματα του συνεδρίου (2001) 173 αναφέρεται ότι: «Ο δήμος Αγράφων είναι τα πραγματικά Άγραφα της Ελλάδας. Η καταχρηστική χρήση του ονόματος από την ορεινή – πεδινή Καρδίτσα για επαγγελματικούς λόγους δημιουργεί σύγχυση και παραποίηση της ιστορίας». Δες επίσης Σδρόλια εις μνήμην Θεοχάρη σελ 502 σημ. 17.

(5) Αρχικά δημιουργήθηκε ο δήμος Αγραίων (Β. Δ. της 18ης (30) Σεπτεμβρίου 1836) με έδρα την Αγραϊδα (Κεράσοβο αργότερα Κερασοχώρι). Η ανωτέρω απόφαση δεν δημοσιεύτηκε στην Ε.τ.Κ. και αργότερα το ίδιο συνέβη με τη προσάρτηση του Δήμου Κυφαίων (Άγραφα) - (ΓΑΚ. Οθ. Αρχ. Υπ. Εσ. Φ. 115. Ad. N. 10920). Αργότερα, ένα τμήμα του αποσπάστηκε (ΦΕΚ 51 Β.Δ. 18/11/1876) με έδρα τα Άγραφα δημιουργώντας τον ομώνυμο δήμο (περισσότερα στο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς, Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912, σελ 212, 213.).

(6)Πολλές απόψεις διατυπώθηκαν για την ετυμολογία του ονόματος. Η επικρατέστερη αναφέρει πως ο Αντώνης Μακρυγιάννης, έγινε Κατσαντώνης από τη συχνά παρακλητική φωνή της μάνας του, ‘’κάτσε, κάτσε Αντώνη’’, όταν παιδί ακόμα, φοβέριζε ότι θα φύγει στα βουνά.

(7) Από συκοφαντία, δήθεν για κλοπή ενός προβάτου, φυλακίστηκε στα Γιάννινα. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του, ο Αλή Πασάς προείδε τα ψυχικά και σωματικά του χαρίσματα και του έκανε πρόταση να τον κατατάξει στους εκλεκτούς σωματοφύλακές του (Αληπασαλήδες Τζοχανταραίοι). Ο Κατσαντώνης του απάντησε ‘’μου λέτε πράμα που δεν θα κάνω ποτέ, αν μπορούσα μόνο να πηδήσω έξω από τη φυλακή’’. Και τότε; του λέει ο Αλής, τι θα γίνει; Θα στείλω τους έφιππους χωροφύλακες (Σοφαρίδες) να σε συλλάβουν. ‘’Μου δίνεις, λέει ο Κατσαντώνης 15 δρασκελιές μπροστά απ’ αυτούς; και τότε θα δεις’’. Εμπρός, είπε ο Αλής και τον άφησε. Έ λοιπόν …οι έφιπποι χωροφύλακες – στη πεδιάδα των Ιωαννίνων – δεν κατόρθωσαν να τον συλλάβουν! (Δ. Παπακώστα, Ηπειρωτικά, σελ 546).

(8) Αυτή η διαδρομή, είναι τμήμα του παλιού μονοπατιού που συνέδεε το Μάραθο, με τον κεντρικό ‘’δρόμο’’ – μονοπάτι τότε, με τα Άγραφα. Μέχρι πριν μια δεκαετία ήταν ανοιχτή, πέρασαν με κόπο από εκεί, συνάδελφοι μοτοσυκλετιστές (1η φορά Β. Σπαντιδάκης – Θ. Γαζούλης – 2η φορά Θ. Γαζούλης, Δ. Γιαννακούρας, Θ. Πινιάρης), περιγράφοντας ένα ανυπέρβλητο κατάφυτο τοπίο, που πρωταγωνιστούσε το βαθύ Μυρισιώτικο ρέμα.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης 22370

ΔΙΑΜΟΝΗ : Επινιανά Γαντζούδης Κώστας 94122, 93212, Άγραφα Γιώργος Κίτσιος ‘’ο Πύργος των Αγράφων’’ 93200, 24082, Κώστας Κομπογιάννης 93209, 23239, Ξενώνας ‘’Τα Άγραφα ‘’ Κώστας Γατής 93220, Μάραθος Χρήστος Πεσλής95869. Καταφύγια: Όλα είναι μαζεμένα πάνω από τη λίμνη Πλαστήρα. Ο ‘’Ελατάκος’’ (από Ζυγογιαννέικα +/- 3χλμ) είναι πάντα ανοιχτός, δεν χρειάζεται κλειδί, φεύγοντας όμως, κλείστε την πόρτα, και μην αφήσετε σκουπίδια. Το καινούργιο στη θέση ‘’Κούλια’’, της περιοχής ‘’Καραμανώλη’’, κοιμίζει 30 άτομα, και διαθέτει νερό, ξυλόσομπες κ.λ.π. Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας, Διαχειριστής κ. Βασίλης Τασιόπουλος 6932744194. Τηλέφωνο Καταφυγίου (απαντούν μόνο τα Σαββατοκύριακα) 2441094434. Στη διάθεσή σας 200 μ. πιο κάτω είναι το καταφύγιο του Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας. Πληροφορίες στα ίδια τηλέφωνα. Ε.Ο.Σ. Καρπενησίου 23051.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ελεύθερο, όπου σας εμπνέει, όμως φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια. Στο μοναστήρι της Στάνας, στο οροπέδιο της Απιδιάς στα Επινιανά, πριν το χωριό Άγραφα στη διασταύρωση με τον δρόμο προς Παραμερίτα στο ποτάμι ή διασχίστε το ποτάμι και στα 300 μ. ‘’στήστε’’ στο πλάτωμα. Προσέξτε την κατασκήνωση κοντά στο ποτάμι ειδικά τους φθινοπωρινούς μήνες.

ΦΑΓΗΤΟ: Τοπικοί μεζέδες, παραδοσιακές χορτόπιτες, τηγανιά, λουκάνικα στα κάρβουνα και φυσικά, σούβλες και ψητά τα Σαββατοκύριακα. Αγραφιώτικα γαλακτοκομικά προϊόντα και δυνατό τσίπουρο. Τυρί, μέλι, καρύδια, & τσιπουράκι αγοράστε οπωσδήποτε. Καφενεία για τσιπουράκι και μεζέδες: Χάνι Βαρβαριάδας Λάμπρος Κοντογούνης 94039, Πριν το χωριό Άγραφα, ‘’ο νερόμυλος’’ Δημήτρης Κίτσιος – Βάσω 93249, 6977702979, μπορείτε να παραγγείλετε σούβλα ή πίτα πριν φτάσετε. Άγραφα Κώστας Γατής 93220, Κίτσιου Αγόρω 93248, Νίκη Κομπογιάννη ‘’ η Κυρά Νίκη’’ 93209. Επινιανά Κώστας Γαντζούδης 93212, Απόστολος Αποστόλου 94121. Μάραθος Μαρία Μπούρα 95690, Χρήστος Πεσλής 95869, Τσιγαρίδας Παναγιώτης 24875 Καρπ, 96079 Μαυρομάτα.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Αγράφων 93276, Αστυνομία Άγραφα 93234, Κερασοχώρι 31216, Α’ Βοήθειες Άγραφα 93233, Κερασοχώρι 31219.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.evrytan.gr www.oreivatein.com/page/e/e4_d.htm  www.pezoporia.gr 
www.hellaspath.gr/bouna/Agrafa.Svoni/Agrafa.Svoni.htm  Ο Πρόεδρος του συλλόγου Αγράφων κ. Λάμπρος Γατής είναι στη διάθεσή σας για πληροφορίες 93240, 6977695120. Σύλλογος Αγραφιωτών Ευρυτανίας ‘’τ’ Άγραφα’’, Τζώρτζ 24 Πλ. Κάνιγγος 2102913566. Βουλκανιζατέρ - συνεργεία: Moto Japan Κουτούμπας Γιάννης, Αγίου Νικολάου 40, Καρπενήσι 80480, 6974603378 καλύπτει όλη τη περιοχή Ευρυτανίας, μεταφέροντας με φορτηγάκι τη μοτοσυκλέτα σας, στο συνεργείο του. Επίσης ο Κώστας Στασινός πρατήριο ΕΚΟ, Δυτική Φραγκίστα 95316, και ο Θεοφάνης Γκιόλας, ΕΚΟ & Βουλκανιζατέρ, Γρανίτσα 61284.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κρέντης ΕΚΟ,  Γρανίτσα ΕΚΟ, Δ. Φραγκίστα ΕΚΟ, Μουζάκι πολλές εταιρείες.

ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική εργασία ακριβείας, με αποτέλεσμα, τον πλαστικοποιημένο Χάρτη, ‘’Άγραφα’’ σε κλίμακα 1:50.000 από την ΑΝΑΒΑΣΗ, περιλαμβάνει και τα μονοπάτια που περιγράφουμε. Επίσης ο χάρτης ‘’Ευρυτανία’’ ο μοναδικός που παρουσιάζει όλο το νομό αναλυτικά, σε κλίμακα 1:100.000, πάλι από την Ανάβαση. Και τους δύο θα τους βρείτε στη Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152.

ΒΙΒΛΙΑ: Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) & Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / Π. Γκιόλιας / Πορεία 1999. Περιγραφή όλης της διαδρομής Επινιανά – Εκκλησίες – Ασπρόρεμα – Καρυά – Τροβάτο διαβάστε στο περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 – Φθινόπωρο 2000. Περιγραφή της διαδρομής στο Ασπρόρεμα δείτε στο περιοδικό Κορφές τ.126 Ιούλιος 1997. Περιγραφή της διαδρομής Τροβάτο – Ασπρόρεμα – Επινιανά δείτε στο περιοδικό Κορφές τ.160 Μαρτ – Απρ 2003.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Σ.ΜΟ.Κ. Σύλλογος Μοτοσυκλετιστών Καρδίτσας Δημ. Τερτίπη 22, Καρδίτσα, 2441027515, 21090, www.karditsa-net.gr/smok.htm Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΕΠΙΝΙΑΝΑ - ΑΓΡΑΦΑ -  ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Αναστάσιος Ορλάνδος / Επιγραφαί εξ Εκκλησιών Αγράφων / Επετηρίδα Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών – ΕΕΒΣ / τομ Γ’ / Αθήνα 1926  
  • Γεώργιος Γιαννίτσαρης – Νάσος Βρυνιώτης, Ο ιερός Ναός Αγίων Ταξιαρχών Μάραθου Αγράφων, Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την άλωση / Αθήνα Ε.Μ.Π. Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής
  • Παύλος Λαζαρίδης / Αρχαιολογικό Δελτίο 16 (1960): Χρονικά / Αθήνα 1962, Ο ίδιος, Αρχαιολογικό Δελτίο 23 (1968): Β.2 Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1969
  • Κ. Τρίκκας, ονόματα καλλιτεχνών εκ’ μεταβυζαντινών επιγραφών ΕΕΒΣ, τομ Β’ (1925).
  • Νικόλαος Χ. Παπακώστας / Ηπειρωτικά / Αθήνα 1967
  • Δημήτρης Λουκόπουλος / Γεωργικά της Ρούμελης / εκδόσεις Δωδώνη 1983
  • Σταυρούλα Σδρόλια Αρχαιολογικό Δελτίο 39 (1984): Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1984.
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Συμβολή στην ιστορία του κοινωνικού και πολιτισμικού χώρου της Ευρυτανίας και των Αγράφων κατά τη Τουρκοκρατία / Αθήνα 1986.
  • Μαρία Συναρέλη / Δρόμοι και Λιμάνια στην Ελλάδα 1830 – 1880 / εκδόσεις πολιτιστικού τεχνολογικού ιδρύματος ΕΤΒΑ / Αθήνα 1989.
  • Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς / Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912 / Αθήνα 1994
  • Καλλιόπη Φλώρου / Αρχαιολογικό Δελτίο 50 (1995): Χρονικά Β’1 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1995.
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
  • Γεωργίου Κ. Χρυσικού / Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας / Αθήνα 2000
  • Πύρρος Θώμος / Επικοινωνίες και μεταφορές στην Προβιομηχανική περίοδο / πρακτικά ΙΑ’ συμποσίου ιστορίας και τέχνης Μονεμβασιά 1998 / Έκδοση ΕΤΒΑ 2001

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Βασίλης Χαρίτος – Δημήτρης Παπαζυμούρης / Η ωραία Ελλάδα – Άγραφα / περιοδικό Motorrad τ.6 1984
  • Βασίλης Σπαντιδάκης – Θεόδωρος Γαζούλης / Άγραφα – Τυμφρηστός / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.65 Μάιος 1991
  • Γιώργος Παπασπανόπουλος / Τρίτη και Καλύτερη – Άγραφα / περιοδικό Motosport τ.218 Φεβρουάριος 1997
  • Τάκης Ντάσιος / Άγραφα, χώρα των βουνών και των ανθρώπων / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1 Άνοιξη 1998
  • Δημήτρης Παπαχρήστος / Η Ευρυτανία και η ενότητα του ορεινού χώρου / περιοδικό Οικοτοπία τ.13 Μαρτ – Απρ 1999
  • Λάζαρος Παμπέρης / Μια διαδρομή στην Πίνδο / περιοδικό Κορφές τ.136 Μάρτ – Απρ 1999
  • Ντίνος Μπομποτσιάρης / Ευρύτερη Ευρυτανία – Οικοτουριστικό πάρκο / περιοδικό Οικοτοπία τ.15 Ιουλ – Αυγ 1999
  • Μίλτος Ζέρβας / Άγραφα τα σκληρά βουνά / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 Σεπτ – Οκτ – Νοε 2000
  • Άγραφα / Συλλογική εργασία / Περιηγήσεις τ.76 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 9 Απριλίου 2005

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Τάκη Ντάσιου / Άγραφα / ένθετο ‘’ταξίδια’’ εφημερίδα Βήμα 1/10/2000
  • Βλάση Αγτζίδη / Η Έλληνες της Ανατολής στη Επανάσταση / εφημ. Καθημερινή 25/3/04
  • Αντώνη Καρκαγιάννη / Η ευρωπαϊκή Επανάσταση του 1921 / εφημ. Καθημερινή 25/3/04

  ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (3333 λέξεις)

ΚΟΙΛΑΔΑ – ΚΡΑΝΙΔΙ – ΠΟΡΤΟ – ΧΕΛΙ   

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Ιανουάριος 2004

Σαγηνευτικό Αραξοβόλι

Από την Παλιά Επίδαυρο ο δρόμος ανηφορίζει προς Κολιάκι & Τραχειά, διάσημα χωριά για τους φούρνους, το φρέσκο ψωμί, τα νοστιμότατα παξιμάδια, τα εξαιρετικής ποιότητας τυριά και γαλακτοκομικά τους. Φτάνοντας στην Τραχειά, διασταυρώνεται με αυτόν που έρχεται απο το ιερό του Ασκληπιού και το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Η διαδρομή δεν είναι απο αυτές που ενθουσιάζουν τον περιηγητή, όμως οδηγεί σε μερικές απο τις πιο όμορφες περιοχές και μνημεία της Αργολίδας, χειμωνιάτικα. Απόκοσμη όμως, μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς την μουντάδα του τοπίου, καθώς αρχίζει να φαίνεται μες την ομίχλη ο ορεινός όγκος των Διδύμων, εκεί κάπου μετά το Νεοχώρι.

Πραγματικά, η κάθε εποχή έχει τη χάρη της, ειδικά όταν ‘’έξω’’ απο τη ζεστή δερμάτινη στολή επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες. Οι λαμπρές καλοκαιριάτικες μέρες έχουν αντικατασταθεί με τις βαριές συννεφιασμένες του προχωρημένου Νοέμβρη, η φύση έχει ησυχάσει, έρχεται φουριόζος ο χειμώνας βλέπεις, και τα πάντα είναι σιωπηλά. Προσοχή χρειάζεται να μην ‘’χάσετε’’ την δστ. Λίγο πριν αρχίσει να ανηφορίζει ο δρόμος για τις στροφές των Διδύμων, υπάρχουν δύο πινακίδες που η μεν μια γράφει, ‘’Πελεή’’,και η άλλη,χαρακτηριστική της Αρχαιολογικής υπηρεσίας, (καφέ με κίτρινα γράμματα), γράφει‘’Ι. Μονή Αυγού’’. Εκεί, στρίβετε δεξιά, στον βατό χωματόδρομο και σχεδόν αμέσως προσεγγίζετε, στην αθέατη από το δρόμο, πετρόχτιστη Πελεή στα 265 μ. υψ.

Το χωριό είναι χτισμένο κάτω από την κορυφή Σπηλιές (789 μ. υψ.), στα βόρεια λιβάδια του Διδύμου όρους. Πριν μερικές δεκαετίες, τέτοια εποχή, μια άλλη κατηγορία ανθρώπων άφηνε την πεδιάδα στους γεωργούς, και ανηφόριζε στα γύρω βουνά. Οι παραδοσιακοί κτηνοτρόφοι ξεχειμώνιαζαν εδώ μαζί με τα κοπάδια τους χτίζοντας μάλιστα και έναν ολόκληρο οικισμό για να στεγάζουν τις οικογένειες τους και τα ζωντανά τους, μικρά κοπάδια από κατσίκια και γίδια. Τα γηρατειά συνέβαλαν στην απότομη μείωση των νομάδων και σχεδόν ερήμωσε αυτό το υποτυπώδες χωριό. Έμειναν όμως τα κτίσματα, και καμία δεκαριά κάτοικοι, αψευδείς μάρτυρες αυτής της ζωής, που θα γυρίσουν ακόμη μια σελίδα στην ιστορία ενός πολύ διαδεδομένου στην περιοχή επαγγέλματος. 

Ο χωματόδρομος βγαίνει από το λιτό τοπίο και τον μικρό οικισμό – σκηνικό, και συνεχίζει ανεβαίνοντας τις πλαγιές των Διδύμων. Απέναντι διακρίνεται ο ‘’κεντρικός’’ χωματόδρομος, που περνώντας από Σταυροπόδι και Καρνεζαίικα, οδηγεί στα πασίγνωστα πλέον Ίρια, και το Δρέπανο με τις κοσμοπολίτικες παραλίες τους, τα οργανωμένα κάμπινγκ και φυσικά, το επιφανές Ναύπλιο με τα καθοριστικά στην ιστορία μας συμβάντα. Δύο από τους δρόμους που διασταυρώνονται με αυτόν που βρισκόμαστε τώρα, περνάει το ρέμα που είναι ακριβώς από κάτω, και ενώνεται με τον ‘’κεντρικό’’. Δασική με ποτάμι δίπλα, και σχετικά άγνωστη αυτή η διαδρομή, αφού για να βγει ο ταξιδιώτης στα Ίρια συνήθως – τι συνήθως δηλαδή, πάντα, δια μέσου Ασίνης και Δρέπανου φτάνει. 

Αρκετά ψηλά πια, και αφού οι διασταυρώσεις και τα ξερά, προς το παρόν, ορεινά ρέματα διαδέχονται το ένα το άλλο, (αναλυτικό Road Book στο τέλος) περνάτε μια μικρή στάνη και φτάνετε στην δεύτερη πινακίδα της Αρχαιολογικής υπηρεσίας και σε έναν υπό διαμόρφωση χώρο πάρκινγκ, επτά χλμ συνολικά από την Πελεή. Μπροστά σας, αντικρύζετε ένα ψηλό πέτρινο κτήριο κατά πάσα πιθανότητα ξενώνα για τους επισκέπτες και ταυτόχρονα βοηθητικό χώρο για τις εορταστικές μέρες της Ιεράς Μονής Αυγού, που είναι λίγο πιο κάτω σε ένα σημείο που περιβάλλεται από βράχια. Το ερημικό μοναστήρι του 11ου αι. είναι αφιερωμένο στον Άγιο Δημήτριο και πρόσφατα έχει δεχθεί πλήρη αναστήλωση.

Η εξωτερική πόρτα είναι ανοιχτή, το ίδιο και αυτή που οδηγεί στα κελιά και τον κυρίως ναό, έτσι μπορείτε να δείτε τις παμπάλαιες καπνισμένες τοιχογραφίες στο ιερό. Κατανυκτική και σκοτεινή η ατμόσφαιρα μέσα στο ιερό, ολόφωτη στα αναστηλωμένα κελιά - δωμάτια. Από τα παράθυρα η σαγηνευτική θέα ξεκινά από το καταπράσινο φαράγγι του Ράδου και φτάνει ως κάτω στον κόλπο των Ιρίων σε ένα περιβάλλον που χαρίζει γαλήνη. Αν είστε παρέα, συστήνεται ανεπιφύλακτα η διανυκτέρευση, μέσα στα κελιά ή έξω στο γρασίδι δεν έχει σημασία, ο τόπος και η ησυχία είναι μοναδική. 

Τα τελευταία χρόνια το άθλημα της αναρρίχησης αποκτά ολοένα και περισσότερους φίλους. Η περιοχή της Αργολίδας προσφέρει πολλά και έχει αρχίσει με τη βοήθεια των πρωτοπόρων ελλήνων και ξένων να γίνεται διάσημη. Αναρριχητική κοσμογονία ονομάζει το περιοδικό Κορφές την ανάπτυξη νέων πεδίων στην ευρύτερη περιοχή. Όλες οι διαδρομές είναι άψογα ασφαλισμένες και προσφέρουν ποιοτική αναρρίχηση, σε όλους τους αναρριχητές ανεξάρτητα ηλικίας, ανάλογα με το επίπεδό τους. Πολλές διαδρομές υπάρχουν στη ΒΔ πλευρά των Διδύμων ενώ, υπό ανάπτυξη, είναι η πανέμορφη περιοχή στη μονή Αυγού (για λεπτομέρειες των διαδρομών δες περ. Κορφές τ.154, 20.).

Υπάρχουν μέρη στη χώρα μας που θα μπορούσαν να έχουν έμβλημά τους την ομίχλη, και την υγρασία, ειδικά τους χειμερινούς μήνες. Ένα από αυτά τα μέρη είναι η ευρύτερη περιοχή του Διδύμου όρους, που παρά το χαμηλό του υψόμετρο, μόλις 1121 μ., σε όλο το μήκος του κατηφορικού κεντρικού δρόμου που οδηγεί προς το ομώνυμο χωριό, πάντα τους χειμωνιάτικους μήνες, ‘’κρατάει’’ ακόμη και πάγο. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, λόγω υψομέτρου, έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται πολλά ατυχήματα. 

Τα Δίδυμα (παλιά Δίδυμοι) δίπλα από τον κεντρικό δρόμο πήραν το όνομά τους από τις δίδυμες κορυφές του βουνού και δεν κεντρίζουν την περιέργεια, όμως εκεί θα βρείτε μικρά καταστήματα, φούρνο, και μίνι μάρκετ. Αντίθετα με το χωριό, οι δύο μεγάλες κοιλότητες Μεγάλη και Μικρή Σπηλιά, που φαίνονται χαρακτηριστικά σαν μεγάλες τρύπες λατομείου στα βορειοδυτικά του χωριού, κεντρίζουν την περιέργεια. Υπάρχει πινακίδα της Αρχαιολογικής υπηρεσίας που σας οδηγεί πρώτα στην περιφραγμένη Μικρή Σπηλιά, με διάσταση τουλάχιστον 120 μέτρων κατά τους ντόπιους. Στο σημείο εισόδου υπάρχουν πεύκα, η ενδεικτική πινακίδα και τα σκαλοπάτια που μέσα από μια στενή τρύπα σας κατεβάζουν, μέσα από μια ακόμα στενότερη δίοδο, καμία εικοσαριά μέτρα μέχρι τον πυθμένα της ‘’σπηλιάς’’. 

Τα ψηλά κατακόρυφα και παράξενα τοιχώματα, μαζί με την παρουσία της πυκνής βλάστησης και τα κρωξίματα των τρομαγμένων πουλιών επιβάλλονται με μιας στον επισκέπτη. Η πεζοπορία μέχρι το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου επαναφέρει στην πραγματικότητα. Η πόρτα συνήθως είναι ανοιχτή, και το πολύ στενό εσωτερικό του με τις τοιχογραφίες του 13ου αι., είναι σαν σκαλισμένο, στο τοίχωμα της κοιλότητας. Υπάρχει και η σφραγίδα ενός Παλαιολόγου που φαίνεται να μόνασε εδώ, το 1489. Είναι μεγαλύτερο από το δεύτερο εκκλησάκι, της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα (1200), που βρίσκεται σχεδόν αντικριστά και στην απέναντι πλευρά της περίεργης ‘’σπηλιάς’’. 

Ακολουθώντας την ίδια διαδρομή, θα βγείτε πάλι στο φως του ήλιου ανηφορίζοντας πλέον, +/- 200 μ., σε δρόμο με κροκάλα, μέχρι τη μεγαλύτερη κοιλότητα με διαστάσεις 180 μέτρων. Εδώ βρέθηκαν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας της Ύστερης νεολιθικής εποχής (4000 – 2800 π.Χ.), καθώς και λίθινα εργαλεία. Είναι πιο κοντά στην αλήθεια ότι οι δύο κοιλότητες προήλθαν από καθίζηση του εδάφους, ενώ ήταν παλιότερα σπήλαια. Η μεγάλη όμως, παρέχει στον περιηγητή και τις κατάλληλες αποδείξεις για το σπηλαιώδες, ανεπίστρεπτο παρελθόν. Στις άκρες της, η προσεκτική παρατήρηση αποκαλύπτει διάσπαρτο σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό υλικό. 

Μετά τα Δίδυμα στο τέλος της ευθείας, κοντά στο βενζινάδικο, υπάρχει δστ δεξιά με πινακίδα ‘’προς Σαλάντι – Βουρλιά’’. Στενός – παλιός δρόμος με λακκούβες που περνά το διάσελο αποκαλύπτοντας μια εξαιρετική θέα, μια ολόλευκη τεράστια παραλία και ένα τερατώδες ξενοδοχείο από αυτά που χτιζόντουσαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και κατά καιρούς ‘’γύριζαν’’ εκεί, ελληνικές ταινίες. Το ξενοδοχείο Saladi Beach υπολειτουργεί, και η παραλία δεν έχει πολύ κόσμο το καλοκαίρι, αλλά, αν θέλετε την πλήρη απομόνωση, διανύστε περίπου 11 χλμ μέχρι τον όρμο της Βουρλιάς, όπου μπορείτε ακόμα και να κατασκηνώσετε. Εκεί δεν θα σας ενοχλήσει κανείς.

Οι Φούρνοι, ένα από τα πιο ανθισμένα χωριά της Ερμιονίδος με μυρωδάτες αυλές γεμάτες λουλούδια και φυτά. Λίγο πριν μπείτε στο χωριό, εκεί κοντά στα πρώτα σπίτια, στρίψτε αριστερά προς το Μαυροβούνι. Περάστε το ξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων και σε τρία συνολικά χλμ ο δρόμος σταματάει, σχεδόν στην είσοδο του φαραγγιού Καταφύκι και την πηγή με το τρεχούμενο νερό, τα ‘’Παπούλια’’ των ντόπιων. Ένας αξιόλογος κατάφυτος τόπος με θαυμάσια φύση που διασχίζοντάς τον (το πολύ σε 30’) βγαίνετε στην άλλη μεριά του φαραγγιού, όπου ο αντίστοιχος δρόμος οδηγεί στην Ερμιόνη. Ομοίως (αν ταξιδεύετε απο Ερμιόνη) μπορεί να γίνει η πεζοπορική διαδρομή από την Ερμιόνη στο Φαράγγι και τα ‘’Παπούλια’’. 

Μέσα στις ορθοπλαγιές του φαραγγιού έχουν ανοιχτεί πολλές αναρριχητικές διαδρομές, οι περισσότερες των οποίων διαθέτουν βύσματα στα σημεία ρελέ και ραπέλ. Το ίδιο ισχύει και για την σπηλιά Φράχθι (αναλυτικά περ. Κορφές τ.160, 24, 25, 26). Αυτό που σίγουρα δεν πρέπει να χάσετε είναι το κολύμπι στα πεντακάθαρα νερά δίπλα σχεδόν από το σπήλαιο Φράχθι. Ένα χλμ από τους Φούρνους, προς Κοιλάδα, υπάρχει δρόμος ο οποίος σε τρία μόλις χλμ οδηγεί σε δύο όμορφες μοναχικές παραλίες, ανάμεσα στις οποίες υπάρχει ένα περιποιημένο εκκλησάκι – του Άι - Γιάννη και μοναδική θέα προς το νησάκι Κορωνίδα και την παραλιακή Κοιλάδα (δες road book στο τέλος).

Τα τραπεζάκια έξω, λιάζονται μαζί με τους λίγους πρωινούς θαμώνες. Ψαράδες οι περισσότεροι, με έδρα το γραφικό ψαροχώρι Κοιλάδα. Οι πολλές και καλές ψαροταβέρνες προσφέρονται για στάση και ανασύνταξη της παρέας. Η ζωή του χωριού που κρατάει χίλιους διακόσιους περίπου κατοίκους είναι η αλιεία και ο εποχιακός τουρισμός. Ξεχωρίζει ο παραδοσιακός ταρσανάς, όπου επισκευάζονται και κατασκευάζονται κυρίως ψαροκάικα. Ακριβώς απέναντι βρίσκεται το μικρό νησάκι Κορωνίδα, ‘’του Λιβανού’’ των ντόπιων. Λιβανός, ο γνωστός επιχειρηματίας που έχει συστήσει και αναπτυξιακή εταιρεία. Μια από τις ομορφότερες παραλίες της περιοχής, η Λεπίτσα, βρίσκεται δίπλα από το χωριό. 

Το πλέον σημαντικό σημείο όμως, είναι η ‘’σπηλιά της Κοιλάδας’’ που βρίσκεται απέναντι από το λιμάνι, στο βουνό Φράχθι, απ’ όπου πήρε τελικά την ονομασία του. Στο Σπήλαιο Φράχθι, οι πρόσφατες επιστημονικές έρευνες αποκαλύπτουν ότι, πριν από 40.000 χρόνια αποτελούσε κατοικία, περιστασιακά αρχικά, μόνιμα αργότερα, του παλαιολιθικού ανθρώπου, ενώ πριν από 25.000 χρόνια διαβιούν εκεί ολιγομελείς ομάδες κυνηγών. Η σπηλιά κατοικήθηκε και εγκαταλείφθηκε πολλές φορές λόγω των ηφαιστειακών αναταραχών, που διέκοψαν πολλές φορές την κοινωνική εξέλιξη. Σύμφωνα με τα ευρήματα, αυτές ήταν το δεύτερο μισό της παλαιολιθικής περιόδου (23.000 – έως 8.000 π.Χ.), στην μεσολιθική περίοδο (8.000 έως 7.000 π.Χ.), και στη νεώτερη νεολιθική περίοδο (4.000 έως 3.000 π.Χ.), οπότε ένας σεισμός οδήγησε στην κατάρρευση του σπηλαίου και την εγκατάλειψη από τους κατοίκους του. 

Στα στρώματα της ανασκαφής της μεσολιθικής περιόδου, (8ης χιλιετίας) βρέθηκε οψιδιανός (οψιανός) της Μήλου, (δες Αντίπαρος τ. Ε’, 39) πράγμα που κάνει τους αρχαιολόγους να πιστεύουν, ότι οι Κυκλάδες όχι μόνο είχαν κατοίκηση στην εποχή εκείνη, αλλά είχαν αναπτύξει και εμπορικές σχέσεις με την Ερμιονίδα. Στο σπήλαιο Φράχθι διαπιστώθηκε η παρουσία του HOMOSAPIENS και τα υπολείμματα της διατροφικής του οργάνωσης. Το πρόγραμμα των ανασκαφών υπό την εποπτεία του καθηγητή των κλασικών σπουδών του πανεπιστημίου της Indiana Τόμας Γιάκομπσεν, έφερε στο φως το πιο εντυπωσιακό εύρημα, τον αρχαιότερο σκελετό ανθρώπου στην ΕλλάδαΤα συμπεράσματα του Αμερικανού καθηγητή είναι διαφωτιστικά. ‘’….Ο νεολιθικός οικισμός στο Φράχθι αντιπροσωπεύει τους πρώιμους γεωργικούς οικισμούς σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο. Μετά την εγκατάστασή του, άνθισε για 3000 χρόνια περίπου. Στο διάστημα αυτό, οι κάτοικοι της σπηλιάς και του οικισμού της Παραλίας, [στην σημερινή Κοιλάδα], φαίνεται πως είχαν όλο και περισσότερες επαφές με άλλα σημεία της λεκάνης του Αιγαίου, καθώς και με περιοχές πολύ πιο μακριά από το Αιγαίο….’’ (Tomas Jacobsen, FRAHTHI CAVE - A Stone Age in Southern Greece, Archaeology 22, 1969). Στο σπήλαιο Φράχθι βρέθηκαν εργαλεία της λεγόμενης Μουστιαίας περιόδου χρήσιμα για την κατεργασία του λίθου. 

Από την Κοιλάδα, υπάρχει παραλιακή χωμάτινη εντουροδιαδρομή, (προς το Δορούφι) που βγαίνει στην απόμερη παραλία της Κορακιάς και, μέσω Βερβερόντας, καταλήγει στο Πόρτο Χέλι. Παρακάμπτετε βέβαια το Κρανίδι αλλά μπορείτε να το δείτε επιστρέφοντας. Αν δεν διαθέτετε enduro βγείτε από την Κοιλάδα και ακολουθήστε την κεντρική οδό που πηγαίνει μέσα στο Κρανίδι, και από εκεί Πόρτο Χέλι. Υπάρχει παρακαμπτήριος δρόμος που περνάει απ’ έξω, αλλά προτιμείστε να πιείτε τον καφέ σας στο ιστορικό Κρανίδι,την πρωτεύουσα της επαρχίας Ερμιονίδας, έδρα του ομώνυμου δήμου που αντιπροσωπεύει πέντε χωριά και πάνω από δέκα χιλιάδες κατοίκους. 

Το Κρανίδι είναι χτισμένο πάνω σε βραχώδεις λόφους σε 200 μ. υψ, εξασφαλίζοντας ωραία θέα προς όλες τις κατευθύνσεις, και ιδιαίτερα στην χερσόνησο της Ερμιονίδας. Πάνω από την πόλη, είναι ο πευκόφυτος καταπράσινος λόφος της Αγίας Άννης και το γυναικείο μοναστήρι της Παντάνασσας. Το Κρανίδι αναπτύχθηκε γύρω από το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη, σημερινή μητρόπολη, και βρίσκεται στα όρια της αρχαίας πολιτείας του Μάσητος, που περιλάμβανε την περιοχή της Κοιλάδας και τμήμα της κοντινής κοινότητας των Φούρνων. Οι κάτοικοί του από παλιά ασχολούνται με την γεωργία, την κτηνοτροφία και την ναυτιλία, με την τελευταία να φέρνει σημαντική ανάπτυξη και πλούτο, που διατέθηκε στον αγώνα για την απελευθέρωση, το 1821. Το 1823 – 1824, υπήρξε έδρα του βουλευτικού και εκτελεστικού σώματος της Ελεύθερης Ελλάδας. Μέχρι και τις αρχές του 20ου αι., διέθετε εμπορικό στόλο, στη συνέχεια η ατμήλατη ναυτιλία υπήρξε η αιτία που οδήγησε το θαλάσσιο εμπόριο σε μαρασμό.

Αξιοθέατο παραμένει το παραδοσιακό Κρανίδι, χτισμένο με προδιαγραφές ναυτικής αρχιτεκτονικής παρόμοιες με αυτήν των νησιών του Αργοσαρωνικού. Ανεμόμυλοι, καμάρες, παραδοσιακά λιοτρίβια, πέτρινες κρήνες, στενά δρομάκια και μάντρες, χωρίζουν τα δίπατα και τρίπατα αρχοντικά που χαρακτηρίζουν τον διατηρητέο παλιό οικισμό. Οι σχεδόν πέντε χιλιάδες κάτοικοι του, δίνουν ζωντάνια που δύσκολα συναντάς σε αυτά τα μέρη. Ξεχωρίζουν οι τρεις πλατείες, από τις οποίες η πλατεία Ρέπουλη, αφιερωμένη στον στενό συνεργάτη, αντιπρόεδρο και υπουργό εσωτερικών των κυβερνήσεων Ελευθερίου Βενιζέλου, κρανιδιώτη πολιτικό Εμμανουήλ Ρέπουλη(1).

Μόλις εννέα χλμ απέχει το παραθαλάσσιο Πόρτο Χέλι, γραφική κωμόπολη που εξελίσσεται ραγδαία, στις όχθες μια διαρκώς γαληνεμένης κλειστής θάλασσας. Ένα από τα ασφαλέστερα ‘’κλειστά’’ λιμάνια της Αργολίδας, από την αρχαιότητα, τότε που ονομαζόταν ‘’Αλία’’. Το μικρό ψαροχώρι της δεκαετίας του ‘60 έχει εξελιχθεί σε κοσμοπολίτικο κέντρο παραθερισμού με τα κάθε είδους και μεγέθους ιδιωτικά σκάφη να κατακλύζουν κάθε καλοκαίρι το λιμάνι του. Προς το παρόν έχει κρατήσει κάποια γραφικότητα, που γίνεται αισθητή όλο τον χρόνο, εκτός την καλοκαιρινή περίοδο με τους πολλούς επισκέπτες. Πολλοί διάσημοι επιχειρηματίες έχουν αγοράσει μεγάλες εκτάσεις, προσδιορίζοντας πλέον, εκτός από τις αντικειμενικές αξίες, και τη  μελλοντική ανάπτυξη του τόπου.

Η ευρύτερη περιοχή Κοιλάδα – Πόρτο Χέλι – Ερμιόνη έχει ακτογραμμή 80 χλμ., που βρίθουν από δεκάδες πεντακάθαρες αμμουδερές παραλίες, καταγάλανα νερά, μικρούς κολπίσκους, συνθέτοντας ένα μαγευτικό προορισμό για ξεκούραση και ψάρεμα. Στη νότια περιοχή του σημερινού Πόρτο - Χελίου βρίσκονται τα κατάλοιπα της αρχαίας πόλης των Αλιέων Τιρυνθίων, της βυθισμένης πολιτείας που υπήρχε εδώ από τον  7ο π.Χ. αι. και που, ιστορικά, εμφάνισε αξιοζήλευτη ανάπτυξη. 

Η βυθισμένη πολιτεία παρουσιάζει υψηλό αρχαιολογικό ενδιαφέρον και σε αυτή πραγματοποιήθηκαν συστηματικές έρευνες από έλληνες και ξένους επιστήμονες, που έφεραν στο φως ασημένια νομίσματα, περιδέραια και βραχιόλια πολλά από τα οποία εκτίθενται στα μουσεία των Σπετσών και του Ναυπλίου. Από τα σημαντικότερα κατάλοιπα της ιστορικής παρουσίας των Αλιέων, είναι το περιτειχισμένο λιμάνι της, ο ναός του Απόλλωνα, το νεκροταφείο της πόλης με τα κτερίσματα των τάφων, καθώς και η ακρόπολη των Αλιέων. Από τα έως τώρα ευρήματα πιθανολογείται ότι η πόλη είχε τριάντα χιλιάδες κατοίκους και προστάτης της ήταν ο Απόλλων. 

Η καλοκαιρινή πολυκοσμία δεν βοηθά στη χαλάρωση και τη ξεκούραση που πολλοί ζητούν, γι’ αυτό προτιμήστε, αυτή η εκδρομή να γίνει Άνοιξη η Φθινόπωρο. Οι περιπλάνηση στα δαντελένια ακρογιάλια, ο απογευματινός καφές στο ‘’Παπαγκαλίνο’’, ιδιοκτησία του Γρηγόρη Χατζηγρηγορίου, ενημερωμένου για όλες τις καινούργιες εντουροδιαδρομές, και η πεζοπορία στο ολοζώντανο λιμάνι, αναδεικνύουν την ξεχωριστή γοητεία του Πορτοχελίου. Καλά ‘’καταφύγια’’ στις ζεστές μέρες του καλοκαιριού είναι η κοντινή παραλία στην Βερβερόντα, και η πιο μακρινή αλλά, κατά γενική ομολογία, η καλύτερη της περιοχής, Κορακιά. Σχετικά απομονωμένη και αναξιοποίητη με δυνατότητα, εκτός σεζόν, να ‘’στήσετε’’ τη σκηνή σας για διανυκτέρευση. Ένα ακρωτήρι χωρίζει στη μέση δυο μεγάλες αμμουδιές και ένα νησάκι, το Κορακονήσι, στολίζει την πεντακάθαρη θάλασσα. Πολύ κοντά από την παραλία του νησιού έχει εντοπιστεί ένα πρωτοβυζαντινό ναυάγιο, που πρόκειται να ανελκύσει τμηματικά, μαζί με τα δεκάδες βυζαντινά ευρήματα η ανασκαφική ομάδα του ΙΕΝΑΕ (Ινστιτούτο Ενάλιων Ερευνών). 

Νότια, απλώνετε σε καταπράσινο περιβάλλον η δαντελωτή ακτή, της Ερμιονίδας, ‘’τα λιμανάκια’’ των ντόπιων, με πολλές μικρές παραλίες, μία εξ αυτών του Αγίου Αιμιλιανού, που διαθέτει και ταβέρνα, και η συναρπαστική διαδρομή προς Ερμιόνη. Σε πέντε συνολικά χλμ βρίσκεστε στην Κοστούλα ή την Κόστα, κατάντικρυ των Σπετσών με την αμμουδιά της, το μικρό λιμανάκι που δένουν τα θαλάσσια ταξί, κατάλληλο για βουτιές, και γιατί όχι, μια αξέχαστη βόλτα μέχρι τις θρυλικές Σπέτσες. Η Κόστα αποτελεί θαλάσσιο συγκοινωνιακό κόμβο για τη γρήγορη μετάβαση σας, (με φέρρυ – μπωτ σε 20’ και με θαλάσσια ταξί σε 3’ – 4’ ) στο νησί της Μπουμπουλίνας.

Αναμένοντας την αναχώρηση του φέρρυ μπότ, έχετε όλη την χρονική άνεση να αγναντεύσετε τον πευκόφυτο παράδεισο των Σπετσών και την πόλη που σκαρφαλώνει αμφιθεατρικά και περιζώνει με αρχοντικά και κοινά σπίτια το λιμάνι. 

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ROAD BOOK ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ

Από δστ προς το χωριό ΠΕΛΕΗ και την Ι. Μονή Αυγού (χώμα)

0 – 700 μ. ευθεία Πελεή, αριστερά χωματόδρομος αδιέξοδος

  • 900 μ Χωριό ΠΕΛΕΗ,
  • στην έξοδο του χωριού δεξιά υπάρχει χωματόδρομος που βγάζει στο ποτάμι

1700 μ ευθεία Ι. Μ. Αυγού, δεξιά χωματόδρομος άγνωστος

1800 μ ευθεία Ι. Μ. Αυγού, δεξιά χωματόδρομος που βγάζει στο ποτάμι

  • Μικρή στάνη δεξιά σκεπασμένη με ξερά κλαριά

4.300 μ. ευθεία Ι. Μ. Αυγού, αριστερά δρόμος για βοσκοτόπια

4.500 μ. δεξιά Ι. Μ. Αυγού, αριστερά δρόμος για βοσκοτόπια

4.520 μ. δεξιά Ι. Μ. Αυγού, αριστερά δρόμος για βοσκοτόπια

7.420 μ. ευθεία Ι. Μ. Αυγού αριστερά δρόμος άγνωστος

7.620 Πάρκινγκ και πινακίδα Ι. Μ. Αυγού

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ROAD BOOK ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ

από Φούρνους – σπήλαιο Φράχθι και παραλίες (άσφαλτος - χώμα)

  • Από την κλασική μπλε πινακίδα που προσδιορίζει την ‘’είσοδο’’ στους Φούρνους θα οδηγήσετε άλλα 1300μ.

Εκεί υπάρχουν δύο βενζινάδικα, (δεξιά BP αριστερά ΕΛΙΝ), και η πινακίδα της αρχαιολογικής ‘’προς σπήλαιο Φράχθι’’, που ακολουθείτε.

3.700 μ. τρίστρατο δεξιά ‘’Λάζες’’ και παραλία, αριστερά ‘’Λαμπαγιαννά’’ και παραλία, ευθεία εκκλησία Αι Γιάννη, πάτε αριστερά.

3.900 μ. δεξιά σας είναι η παραλία Λαμπαγιανά. Στο τέλος της παραλίας το γραμμένο μονοπάτι οδηγεί στο σπήλαιο Φράχθι με πορεία 20’.

  • Μηδενίστε και συνεχίστε στον χωματόδρομο πλέον, που περνάει έναν μικρό οικισμό. Σε 2.460 μ. ξαναβγαίνουμε στο χωριό Φούρνοι στο ύψος του παλιού τσιμεντένιου γεφυριού του παλιού δρόμου που είναι ο κεντρικός για Φούρνους (αριστερά) ή για Κρανίδι (δεξιά).

Σημειώσεις:

(1)Τον επιφανή πολιτικό τον συναντάμε εκτός των άλλων, υπουργό εσωτερικών να υπογράφει τα διατάγματα, στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αρ. φύλλου 261, της 31ης Αυγούστου 1912, ‘’περί συστάσεων δήμων και κοινοτήτων του νομού Τρικάλων’’. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 27540

ΔΙΑΜΟΝΗ: Saladi Beach 23702, ‘’Ερμιονίδα’’ 21750 στο Κρανίδι, ‘’Αναστασία’’ 53555 και ‘’Ρόζος’’ 51410 στο Πόρτο Χέλι.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην Ι. Μονή Αυγού, στις Παραλίες Βουρλιάς και Κορακιάς. Οργανωμένα στην Κοιλάδα το ‘’Relax’’ 61205 και στην παραλία της Κόστας το ομώνυμο ‘’Κόστα’’ 51571.

ΦΑΓΗΤΟ: ‘’το Στέκι’’ στο Κρανίδι, μικρό κουτούκι με νόστιμα μαγειρευτά και τσιπουράκι 22928. Στο Πόρτο Χέλι καφέ και γλυκά στο Παπαγκαλίνο 52259, στην ταβέρνα ‘’Paradise’’ o Άγγελος Μπούκοσης θα σας φροντίσει 51879. Στο άκρο του λιμανιού ο ‘’Παπαδίας’’ 51322, 52342, το La Casa Vecchia 52422, και τη ‘’Ρότα’’ 51243. Επίσης στο δρόμο για Βερβερόντα ‘’το Μαϊστράλι’’. Στην παραλία Βερβερόντας καφέ στην ‘’Καραμούζα’’ 51192 μπροστά στο κύμα.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Κρανιδίου 21136, 22589, Κοινοτικό Πορτοχελίου 51300, 52335, Α’ Βοήθειες Κρανίδι 22222, 22353, Πόρτο – Χέλι 51133, Αστυνομία 21210, Λιμεναρχείο 53333, 51408, Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ - Ενοικιάσεις: Μαραγκάκης Δημήτριος στην Βερβερόντα 51178, Ρουμελιώτης Νίκος στην αρχή του περιφερειακού στο Κρανίδι.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.naarg.gr, www.ermionida.net Α.Τ.Μ. στην Εθνική στο Κρανίδι και στο Πόρτο Χέλι Εθνική, Alpha.  Μπαταρίες, φακό και μποτάκια για τις σπηλιές των Διδύμων και το σπήλαιο Φράχθι. Πριν πάτε ειδοποιήστε κάποιον για την πρόθεσή σας. Κόστα – Σπέτσες τέσσερα δρομολόγια την ημέρα χειμώνα – καλοκαίρι, 08:00, 10:30, 13:30, και 17:00.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Παντού, Τραχειά 1, Δίδυμα 2, Κρανίδι 2, Πόρτο Χέλι 3 δεν θα αντιμετωπίσετε κανένα πρόβλημα.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 2 ‘’Νομός Αργολίδας’’, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.ΜΟ.ΕΡ. (Λέσχη Μοτοσυκλέτας Ερμιονίδας) Κρανίδι, 23422, 6937140084. ΦΙΛ.Μ.Α (Φίλοι Μοτοσυκλέτας Αργολίδας) Θερμογιάννη 19, Ναύπλιο 26830, Γ. Γραμματέας Σοφοκλής Παπαγεωργόπουλος 6977649796, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. Ανοιχτά κάθε Τετάρτη τον χειμώνα από τις 20:00 και το καλοκαίρι από τις 21:00. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για το ΠΟΡΤΟ ΧΕΛΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
    Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αργολίδας / ‘’Αργολίδας Περιήγηση’’ / Ναύπλιο 1997
    Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αργολίδας / Αργολίδα ‘’η γοητεία του Αυθεντικού / Ναύπλιο 1998

Β’       Αφιερώματα περιοδικών

  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσεις AD & ED / Αθήνα 1997

 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (3758 λέξεις)  

ΣΠΑΡΤΗ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΔΙΟΥ 

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2005

Ένα σύγχρονο μουσείο για την αιώνια Ελιά 

Ο Ταΰγετος, το ψηλότερο βουνό του Μωριά, σχηματίζει μια επιβλητική κορυφογραμμή που ξεκινά από την Αρκαδία και φτάνει μέχρι το νοτιότερο ακρωτήρι της Πελοποννήσου. Ορόσημο και οροθέτης της Λακωνίας δεσπόζει στο τοπίο της, καθώς ο περιηγητής προσεγγίζει το μικρό χωριό Βουτιάνοι λίγο πριν τη Σπάρτη. 

Η θέα από το χωριό προς την άνω κοιλάδα του Ευρώτα και τον τρομερό, πολύπτυχο όγκο του Ταϋγέτου είναι απεριόριστη. Δεν ήταν άμοιροι της αυστηρής όψης του οι σκληροί νόμοι και οι συνήθειες της αρχαίας Σπάρτης, ούτε τυχαία έλαμψε για τελευταία φορά το φως του Βυζαντίου πάνω σε ένα οχυρωμένο αντέρεισμά του. Μαζί με την αρχαία Αθήνα αποτελούσαν τις πιο γνωστές πόλεις – κράτη του αρχαίου Ελληνικού κόσμου.

Πρώτη πόλη της Λακωνίας στους αιώνες που πέρασαν, πρωτεύουσα και σήμερα, χτισμένη πάνω στα ερείπια της μητρόπολης των Δωριέων, ούτε δυόμισι ώρες πλέον απ’ την Αθήνα. Η Σπάρτη, ιδρύθηκε το 1834 πάνω σε πολεοδομικό σχέδιο των Βαυαρών μηχανικών του Όθωνα, που πρόβλεψαν μεγάλες λεωφόρους, πάρκα, και χώρους για σημαντικά δημόσια κτήρια. Υπάρχουν τόσα πολλά αξιοθέατα γύρω της που προσελκύει το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών όλο το χρόνο. Εντός της πόλεως είναι ο αρχαιολογικός χώρος, το αρχαιολογικό μουσείο, το πρώτο που δημιουργήθηκε σε επαρχιακή πόλη ήδη από το 1874  - 1876, βιβλιοθήκη, πινακοθήκη, η μεγάλη λεωφόρος Κ. Παλαιολόγου με τους φοίνικες, και ένα νεότευκτο εξαιρετικό μουσείο Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού, ο λόγος για τον οποίο βρισκόμαστε εδώ.  

Σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού η ελιά, δεν είχε κανένα τόσο ολοκληρωμένο θεματικό μουσείο προς τιμή της στην Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες μεσογειακές χώρες, που είναι συνηθισμένο(1). Το Πολιτιστικό ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), δημιουργός περιφερειακών μουσείων(2) σχετικών με την παλιά ιστορία κάθε τόπου, πρότεινε τη δημιουργία ενός, κατ’ αρχήν στην Καλαμάτα. Όμως εκεί έλειπε το κατάλληλο προς παραχώρηση κτήριο. Αυτή η έλλειψη κατεύθυνε το βλέμμα στη Σπάρτη που άδραξε την ευκαιρία, αγκάλιασε τη φιλοσοφία του μουσείου ελιάς και ευνοημένη πλέον, το καμαρώνει μαζί με τον τοπικό πληθυσμό και τους εκατοντάδες εκδρομείς. 

Από την ώρα που ο επισκέπτης θα μπει στη Σπάρτη οι πανταχού παρούσες πινακίδες θα τον οδηγήσουν εύκολα στο νούμερο 129 της οδού Όθωνος - Αμαλίας. Όμως μπορείτε να αφήσετε την μοτοσυκλέτα ή το αυτοκίνητο στη Μητρόπολη (5’ με τα πόδια) ή στο Δημαρχείο (10’ με τα πόδια) και να δείτε πηγαίνοντας προς τα εκεί, την πόλη. Το μουσείο ελιάς και ελληνικού λαδιού, ένα καινούργιο ουσιαστικά κτήριο που όπως το αντικρίζει εξωτερικά ο επισκέπτης δεν μπορεί να μην συγχαρεί τους αρχιτέκτονες της Πλειάς ΕΠΕ, Δ. Διαμαντόπουλο, Ο. Βιγγόπουλο και Κ. Γκιουλέκα που διατήρησαν τον εξωτερικό πετρόχτιστο περίβολο του κτηρίου. 

Μπαίνοντας στον εξωτερικό χώρο υποδοχής, ευθεία οδηγούμαστε στα σκαλοπάτια που κατεβαίνουν στο δεύτερο επίπεδο και το πολύ ωραίο αίθριο, διακοσμημένο με μικρά, προς το παρόν, λεπτεπίλεπτα δεντράκια ελιάς. Αριστερά της κύριας εισόδου υπάρχουν τρεις αναμνηστικές εισαγωγικές πινακίδες με φωτογραφίες και κείμενο, που πληροφορούν ότι το παλιό κτήριο στέγαζε την πρώτη ηλεκτρική εταιρεία της Σπάρτης στο μεσοπόλεμο, ‘’σαν χειρονομία προς την πόλη, τη συλλογική μνήμη των κατοίκων της’’ όπως δηλώνει ο Δημήτρης Διαμαντόπουλος σε συνέντευξή του, στην Ντόση Ιορδανίδου (περ. ‘’Κ’’ τ. 86 Καθημερινή 23/1/05). Παράλληλα όμως, δημιουργήθηκε μια εξ’ ολόκληρου νέα αντίληψη για τα υλικά κατασκευής και τον εσωτερικό χώρο του μουσείου. Αντιπαρέθεσαν με επιδεξιότητα και σοβαρότητα μια σύγχρονη κατασκευή έντεχνου βιομηχανικού κτηρίου με μεταλλικό σκελετό. Και το αποτέλεσμα είναι θαυμάσιο. 

Μετά τον κύριο χώρο υποδοχής, με τον ευγενέστατο φύλακα κ. Παναγιώτη Γαλάτα, αντικρίζετε το εσωτερικό του μουσείου που αναπτύσσεται σε δύο ορόφους, δύο φωτεινούς χώρους πολιτισμού. Παντού κυριαρχούν  τα γήινα χρώματα τόσο στο δάπεδο που δίνει την αίσθηση του χώματος όσο και στους τοίχους που χτίστηκαν με τούβλα και ξύλο. Το φυσικό φως ξεχύνεται άφθονο στο άνω επίπεδο, όμως δεν λείπουν οι φωτισμένες με ευαισθησία γωνιές του, με έναν εξαιρετικό τρόπο, τέτοιο, που παίρνει από το ‘’χέρι’’ τον επισκέπτη οδηγώντας τον με προσεκτικά βήματα ακόμα πιο κοντά στα εκθέματα.  

Το ολόφωτο δεύτερο επίπεδο παρουσιάζει ακόμα καλύτερες συνθήκες αφού παράπλευρα βρίσκεται ο περιποιημένος κήπος που διαχωρίζεται από τον χώρο των εκθεμάτων με γυάλινες επιφάνειες. Προβλέπεται μάλιστα η επέκταση του μουσείου στον εξωτερικό χώρο και η δημιουργία υπαίθριας έκθεσης και αίθουσας πολλαπλών χρήσεων. Η προεργασία του μουσειακού υλικού αλλά και η τοποθέτησή του με τόσο ευρηματικό τρόπο δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι δούλεψαν καταθέτοντας και εξαντλώντας πολλές ιδέες τους, αναδεικνύοντας την παράδοση της περιοχής σε συνδυασμό με τη βιομηχανική αρχαιολογία.  

Το Άνω Επίπεδο είναι αφιερωμένο στην ιστορία και τον πολιτισμό της ελιάς και του λαδιού με πρώτο έκθεμα τα απολιθωμένα φύλλα που βρέθηκαν στα τοιχώματα της ηφαιστειακής Καλντέρας στην Σαντορίνη. Η χρονολόγηση έδειξε 50000 χρόνια π.Χ. Οι θεματικοί χάρτες, οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες των πινακίδων της γραμμικής Β’ (αντίγραφα), από την Κνωσό (14ος αι. π.Χ.), και από την Πύλο (13ος αι. π. Χ.). Ακολουθεί η κλασσική αρχαιότητα με συγκριτικά στοιχεία για την οικονομία, το κόστος και τους υπολογισμούς, φτάνοντας με τα ίδια στοιχεία στην οικονομία του Βυζαντίου. Οι αγώνες, τα Παναθήναια με τα έπαθλακαι το κατ’ αναλογία του αθλήματος ‘’κέρδος’’ για τον νικητή. Αυτό θέλει να δείξει το αντίγραφο του μελανόμορφου παναθηναϊκού αμφορέα που δεσπόζει στο χώρο. Πολλές λεπτομερείς αναπαραστάσεις μεταφέρουν τον επισκέπτη στις εποχές της χρήσης του λαδιού στη λατρεία, στις τελετουργίες και την τέχνη.  

Η Ελληνική Μυθολογία αναφέρει την ελιά ως δώρο της θεάς Αθηνάς, όταν έγινε διαγωνισμός ανάμεσα σ' αυτήν και το θεό Ποσειδώνα για το ποιος από τους δυο θα έδινε το όνομα του στην πόλη. Ο Ποσειδώνας χτύπησε τον ιερό βράχο της Ακρόπολης και αμέσως ξεπήδησε ένα κύμα αλμυρού νερού. Όταν χτύπησε η Αθηνά με τη σειρά της, τότε ξεπετάχτηκε ένα δέντρο ελιάς γεμάτο καρπό, το οποίο θεωρήθηκε ως υπόσχεση για δόξα και ευημερία της πόλης.  Η σχέση του ανθρώπου με το ιερό αυτό δέντρο ανέκαθεν γοήτευε τους ερευνητές με αφετηρία τον πολιτισμό που έφερε, σε όλο το μήκος και πλάτος της Μεσογείου. Μια σχέση που χάνεται στα βάθη της ιστορίας. Γιατί η ελιά, ‘’μέγιστον αγαθόν προς πάσα του βίου θεραπείαν’’, όπως τη χαρακτηρίζει ο Σόλωνας, από την αρχαιότητα φέρει μαζί της έναν πλούσιο συμβολισμό: ειρήνη, σοφία, ευφορία, γονιμότητα, αγνότητα, δύναμη, νίκη, ανταμοιβή.…και ευγευσία. Βασικοί καταλύτες της γεύσης στο αρχαιοελληνικό διαιτολόγιο ήταν, μαζί με τα μπαχαρικά, το λάδι και οι ελιές. Τόσο στα πλούσια συμπόσια και στα δείπνα όσο και στα απλά συσσίτια, η παρουσία τους, ιδιαίτερα του λαδιού, ήταν απαραίτητη.  

Τα ελαιόδεντρα συμβολίζουν πανανθρώπινες αξίες, δέντρα ιερά τόσο στον αρχαίο κόσμο όσο και στον χριστιανικό(3) που τον διαδέχθηκε, και γι’ αυτό προστατεύονται, όσοι τα έβλαπταν λογοδοτούσαν. Στον ομηρικό Ύμνο για τη θεά Δήμητρα θεοποιούνται. Στη Ρώμη ήταν αφιερωμένα στον Δια και την Αθηνά, στην Ιαπωνία, συμβολίζουν τη χάρη και την επιτυχία, στην Κίνα σύμφωνα με τη μυθολογία, εξουδετερώνουν τα φαρμάκια και τα δηλητήρια, ενώ στις εβραϊκές και χριστιανικές παραδόσεις, είναι σύμβολο ειρήνης. Στη γλώσσα του μεσαίωνα, είναι σύμβολο του χρυσού και της αγάπης, ενώ στο Ισλάμ είναι ο άξονας του κόσμου, η πηγή του φωτός. 

Ο πολιτισμός που φέρνει η ελιά έχει δημιουργήσει παραδόσεις, οι οποίες επιβιώνουν μέχρι σήμερα. Το στεφάνι από άγρια ελιά (ο αρχαϊκός κότινος), ως έπαθλο(4) των νικητών στους αθλητικούς αγώνες που γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια εκεί κατά τη διάρκεια των Παναθηναίων, των μεγάλων γιορτών προς τιμή της πολιούχου θεάς Αθηνάς, ο κλάδος ελαίας που συμβόλιζε και συμβολίζει την ειρήνη. Τα λιόδεντρα προσφέρουν την εκλεκτή ξυλεία τους για έπιπλα, για καυσόξυλα και για την παραγωγή ξυλάνθρακα. Ο καρπός προσφέρει τις βρώσιμες ελιές, τον ελαιοπυρήνα για καύσιμο, και το μοναδικό λάδι, εξαίσιο διατροφικό στοιχείο, ιαματικό (επουλωτικό πληγών), αφροδισιακό, στοιχείο καθαριότητας (σαπούνι), καθώς και βασικό μέσο φωτισμού (λύχνοι – λυχνάρια).  

Ο λαός μας ανέκαθεν ‘’λαδάκι του Θεού’’ ή ‘’το λάδι το βλόγησε ο θεός’’ έλεγε. Στις δύσκολες ώρες, όταν λείπουν τα αγαθά (ψωμί, κρασί, λάδι, νερό…) τα λέμε ‘’του Θεού τα θεία δώρα’’. Αλλά το ελληνικό λάδι είναι ‘’του Θεού’’ με μεγάλη αξία παλιότερα για τη λατρευτική του χρήση, αποτελώντας τη συχνότερη προσφορά των ανθρώπων στους αγίους και στους νεκρούς. Δίχως λάδι πως θα άναβαν το καντηλάκι στην εκκλησία; Και με σβηστά καντήλια, γίνεται να μην έρθουν ασθένειες και πολλά κακά στο χωριό; Έτρεχαν λοιπόν οπουδήποτε χωρίς να υπολογίζουν κόπο και αποστάσεις. Πήγαιναν, το έφερναν, το έβαζαν στο φαΐ,  άναβαν και το καντήλι να τους βοηθά ο άγιος.  

Σήμερα η αξία του είναι κυρίως διατροφική. Πάντα όμως η έρευνα φέρνει στο φως καινούργια στοιχεία. Σε πρόσφατη ανακοίνωση, (Ιανουάριος 2005) του δρ. Ξαβιέ Μενέντεζ της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Νορθγουέστερν, με έδρα το Σικάγο, γνωστοποιήθηκε ότι κατάφεραν να ανακαλύψουν τον μηχανισμό και να αποδείξουν την αντικαρκινική δράση του ελαιολάδου. Έτσι επιβεβαιώνεται αυτό που οι έλληνες επιστήμονες κατά καιρούς λένε και γράφουν, ‘’η μεσογειακή διατροφή θεωρείται η καλύτερη επιλογή, όχι μόνο κατά των καρδιαγγειακών παθήσεων αλλά και κατά του καρκίνου’’,  (εφημ. Καθημερινή 11/1/05 σ. 11). 

Τα ίχνη της καλλιεργούμενης ελιάς εντοπίζονται στο ‘’πρώτο γεωργικό κύμα’’, όπως ονομάζεται η πρώτη περίοδος καλλιέργειας, στην περιοχή της Ιεριχούς, δώδεκα χιλιετίες π.Χ. Το δεύτερο αγροτικό κύμα, οκτώ χιλιετίες π.Χ. φέρνει την ελιά στην Κύπρο, από εκεί την έκτη χιλιετία π.Χ. στην Κρήτη, απ’ όπου διαδίδεται σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο. Οι μινωίτες θεωρούσαν την ελιά πολύ σημαντική, σχεδόν ιερή, όχι μόνο γιατί έτρωγαν τους καρπούς και το λάδι της, αλλά γιατί χρησιμοποιούσαν το ελαιόλαδο για χρήσεις στον αθλητισμό, τον καλλωπισμό, στην ιατρική, στις προσφορές και στα ιερά μύρα, καθώς και σαν λιπαντικό για τα εργαλεία, τέλος, σαν αγνό προϊόν φυσικής διατροφής.   

Ένας καθοριστικός άθλος στον τομέα της γεωπονίας των αρχαίων Ελλήνων, ήταν η μαζική καλλιέργεια της ελιάς σε όλο το μήκος της Μεσογείου γύρω στον 7ο αιώνα. Άποικοι αναζήτησαν κατάλληλα χωράφια και καλλιέργησαν τις ελιές κατά μήκος της Τυρρηνικής θάλασσας, Σικελίας, Καλαβρίας, Θεσσαλίας, Βόρειας Ιωνίας και της παραλιακής Ανατολίας. Οι μετέπειτα ελαιώνες της Ισπανίας, της νότιας Γαλλίας και της Ιταλίας, της Κυρηναϊκής, της περιοχής στο δέλτα του Νείλου, των ακτών της Συρίας και του Λιβάνου καθώς και της Τουρκίας μέχρι την Τραπεζούντα και τη Διοσκουριάδα(5), δεν οφείλεται μόνο στη φύση. Οφείλεται κατά κύριο λόγο στους Έλληνες αποίκους οι οποίοι μετέτρεψαν την αγριελία, (Olea europaea oleaster) στο εξημερωμένο, και καλλιεργήσιμο πλέον, δέντρο που παράγει το λάδι (Olea europaea L.).  

Το Κάτω Επίπεδο αναδεικνύει το μεγαλείο και τις τεχνολογικές κατασκευές κάθε εποχής προβιβάζοντας κάθε ξεχωριστό έκθεμα στην αδιαμφισβήτητη μοναδικότητά του. Με έκπληξη στην αρχή, παρατηρεί ο επισκέπτης ένα – ένα όλα τα στάδια των ανθρώπινων εφευρέσεων, σε κάθε μικρό βήμα της προσπάθειας για την τελική εκμηχάνιση, και κατάκτηση του ποθητού από παλιά…λιγότερος κόπος….περισσότερο λάδι. Μεταβυζαντινά χειροκίνητα ελαιοτριβεία, προβιομηχανικά ζωοκίνητα, ξύλινες και σιδερένιες πρέσες απόσταξης, πληροφορίες για την προβιομηχανική κατασκευή σαπουνιών, παρελαύνουν μπροστά στα έκπληκτα μάτια όσων τ’ αντικρίζουν, ειδικά τα πιτσιρίκια,….παίρνουν ένα ύφος…. 

Στο τέλος της αίθουσας βρίσκεται το αξιοπρεπές πωλητήριο με βιβλία, κονκάρδες, κοσμήματα, παιχνίδια, αφίσες – καρτποστάλ, σαπουνάκια, όλα τόσο προσεκτικά φτιαγμένα που το δωράκι φαντάζει, και είναι, αναπόφευκτο. Αν δυσκολευτείτε στην επιλογή, θα σας βοηθήσει ο κ. Δημήτρης Βύρης. Δίπλα, το πεντακάθαρο κυλικείο για ξεκούραση, συζήτηση και επαναληπτική παρατήρηση των λαμπρών εκθεμάτων. Υπάρχει δυνατότητα για μυρωδάτο καφέ, αναψυκτικά αρκεί να το πείτε στην κ. Μαρία Καπετανέα. Στους άμεσους στόχους του μουσείου είναι να αναπτύξει στον ευρύτερο χώρο, ένα προϊστορικό, ένα ελληνιστικό και ένα βυζαντινό ελαιοτριβείο, τα οποία θα λειτουργούν για την πολύτιμη προσφορά του ιδρύματος στα εκπαιδευτικά προγράμματα, που οργανώνει το ίδιο για τα σχολεία, αλλά και τις ανάγκες των μεγαλυτέρων, να ενημερωθούν και γιατί όχι, να μάθουν.  

Μέχρι το λάδι της ελιάς να πάρει τη θέση του στο τραπέζι, μια ολόκληρη διαδικασία έχει μπει σε λειτουργία. Μια διαδικασία που ξεκινά το φθινόπωρο με το μάζεμα του καρπού και μέχρι να ολοκληρωθεί πολλές φορές, ειδικά τα παλιά χρόνια, έφτανε Φλεβάρης και Μάρτης. Όμως εκείνα τα χρόνια ήταν μια ασχολία που έδινε χαρά στους κατοίκους της υπαίθρου και συνοδευόταν πάντα από συμπεριφορές που έχουν περάσει βαθιά πλέον, στην παράδοση του κάθε τόπου. Για πολλούς, που τα παλιά τα χρόνια πήγαιναν εργάτες στο μάζεμα της ελιάς αποτελούσε και ένα είδος εσωτερικής μετακίνησης και σαφώς μια όχι τόσο προσοδοφόρα εργασία αφού δεν υπήρχε αμοιβή σε χρήμα, αλλά σε είδος. Έτσι λοιπόν πολλοί ξεκινούσαν από μακριά με μόνο σκοπό την εργασία ‘’στις ελιές’’ μόνο για να έχουν λάδι στο σπίτι.  

Ειδικά στα ορεινά της Πίνδου στα χωριά της δυτικής Θεσσαλίας αλλά και πιο ψηλά (Τζουμέρκα – Γρεβενά – Κοζάνη – Νεάπολη κ.α.), καραβάνια ολόκληρα νοικοκυραίων με τις γυναίκες και τα παιδιά τους έκαναν πολυήμερες πορείες μέχρι το ευλογημένο Πήλιο και τα χωριά του, που εκείνα τα χρόνια έδιναν δουλειά όχι μόνο στους ντόπιους αλλά και στους εποχιακούς. Οι πορείες έβρισκαν κουρασμένους τους ‘’ορεινούς’’ που ‘’πέφτανε’’ για ύπνο σκεπασμένοι με τις κάπες τους στη μεριά των παραλιών του Βόλου. Οι Βολιώτες έτσι όπως τους έβλεπαν μονολογούσαν, ‘’ήρθαν οι Βλάχοι να μαζέψουν ελιές’’, ανεξάρτητα από τον τόπο καταγωγής των εποχιακών εργατών, που η μόνη τους αμοιβή όπως είπαμε πιο πάνω ήταν το πολύτιμο λάδι για να ξεχειμωνιάσει η οικογένεια. 

Μετά το μάζεμα, που είχε τους δικούς του κώδικες, ημερομηνίες και χρήσεις(6), ερχόταν η σειρά του αλέσματος στους μύλους ή στα λιοτρίβια. Εκεί, η παράδοσή μας συναντά τον θρυλικό χιλιοτραγουδισμένο μυλωνά ή ‘’λιοτριβιάρη’’, άλλο βασικό πρόσωπο στην ελαιοπαραγωγή. Ήταν αυτός που κανόνιζε το πότε ο κάθε νοικοκύρης θα αλέσει, ήταν εκείνος που μαζί με τους μαστόρους ή ‘’πασπαλιάρηδες’’, δεν σήκωναν κεφάλι μέχρι να ολοκληρωθεί το άλεσμα και αυτός που έπαιρνε πρώτος το ‘’δίκιο’’, το ‘’μερτικό’’ ή ‘’λιοτριβιάτικο’’ του από το λάδι του νοικοκύρη. Ανάλογα την εποχή που αναφερόμαστε ήταν και τα ελαιοτριβεία, ζωοκίνητα, χειροκίνητα από τ’ αρχαία χρόνια, ατμοκίνητα, πετρελαιοκίνητα (19ος – 20ος αι.), μέχρι τις μέρες μας που όλα γίνονται αυτόματα. 

Τα ελαιοτριβεία είναι μεμονωμένα πέτρινα κτήρια ή συγκροτήματα (για λάδι και διάφορα είδη απο αλεύρι), συνήθως έξω από το χωριό, πολλές φορές μέσα στους ελαιώνες με ψηλές πλίθινες καμινάδες. Μια συνηθισμένη ονομασία, τότε στα πρώτα βήματα της εκβιομηχάνισης ήταν το ‘’Σύγχρονον Μηχανοκίνητον στην αρχή, και αργότερα Ηλεκτροκίνητον Ελαιουργείον’’. Η χωροταξική οργάνωση αυτών των πρώτων βιομηχανικών κτιρίων διαφέρει από τόπο σε τόπο, ανάλογα τον χώρο και το χρόνο που είναι χτισμένα, (ενδεικτικά δες Σαμοθράκη τ. Ε’, 76, 78, 87, 88, 91, και www.iama.gr/ethno/mytilini/stratis.html).  

Στην αρχή δημιουργούνται ελαιοτριβεία μονόχωρα. Πρόκειται για μακρόστενα κτήρια 25 ή και παραπάνω μέτρων με αποθηκευτικούς χώρους για τον καρπό της ελιάς που ενσωματώνονται στο κτίσμα. Τα νέα αυτά κτίσματα αντικατέστησαν στο τέλος του 19ου αρχές 20ου αιώνα, τους μικρότερους ελαιόμυλους, λιοτρίβια ή λιόμυλοι, που είχαν σαν κινητήρια δύναμη τα ανθρώπινα χέρια, ή τη δύναμη των ζώων και το νερό. Ελάχιστα από αυτά τα κτήρια, που εντυπωσιάζουν, τόσο για την αρχιτεκτονική τους όσο και από τον τρόπο που εντάσσονται μέσα στο περιβάλλον, σώζονται σε αξιοπρεπή κατάσταση στις μέρες μας. Θα ήταν σημαντικό η τοπική αυτοδιοίκηση, οι συνεταιρισμοί αλλά κι οι απλοί κάτοικοι των οικισμών όπου βρίσκονται τέτοια κτήρια – βιομηχανικά μνημεία, να βρουν τρόπους ώστε αυτά να ξαναζωντανέψουν έστω και αν αλλάξουν χρήση.  

Είναι τόσο παλιά η ιστορία της ελιάς και του λαδιού που πάντα θα υπάρχουν και άλλα ενδιαφέροντα να ειπωθούν, όπως για παράδειγμα οι τριάντα δύο ανακοινώσεις του Δ’ Τριήμερου Εργασίας του Πολιτιστικού Τεχνολογικού Ιδρύματος ΕΤΒΑ, που έγινε στην Καλαμάτα, με θέμα την ιστορία της Ελιάς και του λαδιού, απο την αρχαιότητα ως το 1940. Παρουσιάστηκαν πολλές μελέτες ελαιοτριβείων, απο ιστορικούς, εθνολόγους, αρχιτέκτονες και αρχαιολόγους, ο ρόλος τους στην οικονομία των οικισμών αλλά και της Χώρας, η θέση της ελιάς και του λαδιού στη διατροφή, απο τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Όλα αυτά, με τις πλήρεις ανακοινώσεις – εισηγήσεις και τη βιβλιογραφία, περιλαμβάνει το βιβλίο ‘’Ελιά και Λάδι’’ που θα το βρείτε στο πωλητήριο του μουσείου. 

Το βέβαιο είναι, μετά την επίσκεψη σε αυτό το μουσείο, ότι αλλάζει ο τρόπος που αντικρίζουμε τα εκθέματα. Είναι τόσο οικείος ο χώρος, θαρρείς κι’ έχεις ξανάρθει. Πιστεύω, και το πιστεύουν πολλοί, ότι αυτό είναι το σημαντικό σε τέτοιους χώρους. Να προβάλουν την κάθε ιστορία, τα τόσο διαφορετικά πολλές φορές με τα καθ’ υμάς πολιτιστικά στοιχεία, του κάθε τόπου με τέτοιο τρόπο που να γίνονται κτήμα του κάθε επισκέπτη, ανεξάρτητα των πολιτιστικών στοιχείων και του τόπου καταγωγής. 

Αυτός είναι ένας, από τους πολλούς λόγους που ανάμεσα από εκατό συμμετοχές, το ακτινοβόλο θεματικό Μουσείο της Ελιάς στην Σπάρτη απέσπασε το πρώτο βραβείο της κατηγορίας, ‘’Έργα του ευρύτερου δημόσιου τομέα’’ στον διαγωνισμό ‘’βραβεία αρχιτεκτονικής 2004’’, που διοργάνωσε το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής, ως ένα από τα καλύτερα κτήρια της τελευταίας πενταετίας στην Ελλάδα. 

Σημειώσεις:  

(1)Στην Ελλάδα υπάρχουν δεκάδες ελαιοτριβεία (Κρήτη, Μυτιλήνη, Λήμνος, Πήλιο κ.α.), που παρουσιάζουν την λειτουργία τους. Ενδεικτικά δείτε το ελαιοτριβείο Χέλμη και το ελαιοτριβείο Λεμπέση στην Άνδρο: www.musioelias.gr  Σε άλλες χώρες υπάρχει μια πιο ολοκληρωμένη μουσειακή άποψη, ενδεικτικά δείτε τα: www.foodmuseum.com/olive.htm 
www.museodellolio.com 
www.travelwithachallenge.com/Turkey_Olive.htm 
www.smith.edu/hsc/museum/ancient_inventions/hsc07b.htm
www.gemsinisrael.com/e_article000008702.htm
 
www.museionline.it/eng/cerca/museo.asp?id=4834
 

(2) Το μουσείο της Ελιάς και του Ελληνικού λαδιού είναι το τρίτο κατά σειρά που δημιουργεί το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ). Το πρώτο ιδρύθηκε το 1990 στο Σουφλί και δεν είναι άλλο από το περίφημο Μουσείο Ελληνικής Μετάξης στο αρχοντικό Κουρτίδη (δες Νομός Έβρου ταξίδια, τ. Β’, 39). Το δεύτερο δημιουργήθηκε το 1997 στην Δημητσάνα που, από τότε εκτός από την ιστορία της, υπερηφανεύεται και για το διάσημο Μουσείο Υδροκίνησης που προσελκύει πάνω από σαράντα χιλιάδες επισκέπτες το χρόνο. Αυτό το συνεχώς επεκτεινόμενο με σταθερότητα, δίκτυο μουσείων, αποτελεί μια μοναδική πολιτιστική παρέμβαση. Στόχος του είναι να μεταδώσει μια άλλη αντίληψη στις τοπικές κοινωνίες και τη νεολαία, που μακροπρόθεσμα θα αποτελέσει οδηγό για τη κινητικότητα τη δραστηριότητα και την ενίσχυση της περιφέρειας.

 (3)Το οποίο για τον πρώτο νικητή στους παίδες συνοδευόταν από τριάντα παναθηναϊκούς αμφορείς και έφτανε τους εβδομήντα στους άνδρες, ανάλογα το αγώνισμα. Με χωρητικότητα 35 – 40 κιλά λάδι ο καθένας συμπεραίνουμε ότι ο νικητής κέρδιζε, εκτός τον κότινο, και δυόμισι τόνους λάδι που σε άλλα αθλήματα μπορούσε να φτάσει το διπλάσιο. Όπως είναι φυσικό τέτοιες ποσότητες λαδιού, δεν ήταν δυνατό να καταναλωθούν από τους ίδιους τους νικητές, και το πιθανότερο ήταν να διοχετεύονται στην αγορά. Συγκρίνοντας το κόστος του λαδιού με το ημερομίσθιο ενός εργάτη, διαπιστώνουμε ότι το έπαθλο αντιστοιχούσε σε ημερομίσθια τουλάχιστον πεντέμισι χρόνων. Το τεράστιο οικονομικό αντίκρισμα έχει χρησιμοποιηθεί συχνά ως επιχείρημα, για να υποστηριχθεί πως ο ερασιτεχνισμός στους αθλητικούς αγώνες της κλασσικής περιόδου, και ο αγώνας μόνο για το στεφάνι, δεν είναι παρά ένας μύθος, (Πέτρος Βαλαβάνης, ελιά και λάδι σελ 71).

(4)Κατά τη Παλαιά Διαθήκη, το περιστέρι που άφησε ο Νώε, επέστρεψε κρατώντας ένα κλωνάρι ελιάς, δείγμα του ότι τα νερά του κατακλυσμού, είχαν υποχωρήσει και η στεριά φαινόταν πλέον. Κατά τους Χριστιανικούς χρόνους η ελιά ήταν το ευλογημένο δέντρο του Χριστού.

(5)Επαρχία Κολχίδος το σύγχρονο Σοχούμι στη Γεωργία, αρχαία ελληνική αποικία που ίδρυσαν οι Μιλήσιοι, τον 7ο π.Χ. αι.  

(6) Το πρώτο μάζεμα ή πρώτο χέρι ξεκινούσε Αύγουστο ή Σεπτέμβρη με τα πρωτοβρόχια και λεγόταν ‘’κουρούκι’’ ή ‘’χαμάδες’’ (Τριφυλία). Τότε έπεφταν κάτω οι σακάτ’ κες (χαλασμένες) που χρησίμευαν περισσότερο για σαπούνι. Το δεύτερο χέρι ήταν το ‘’ντίπ’’ (ξεκαθάρισμα; ή τσάμπα κούραση) και είχε άμεση σχέση με τις καιρικές συνθήκες. Αν είχε αέρα ή βροχή και έπεφταν από το δέντρο τις μάζευαν, αν όχι τις άφηναν πάνω χωρίς να κάνουν τίποτα. Το τρίτο χέρι ήταν το κανονικό μάζεμα, ‘’χαμάδες’’ στη Τριφυλία, ‘’βεντέμα’’ στα Κύθηρα, ‘’λούρο’’ στη Ρούμελη, ‘’γκρέμισμα’’ στο Βόλο, ‘’ντέμπλα’’ στις περισσότερες περιπτώσεις, ονομασία από το ραβδί (ή ράβδος, κοκκολόημα, τ’ απόραβδα στην Τριφυλία), που χρησιμοποιούσαν για το ράβδισμα του δέντρου, τότε που ο καρπός είχε ‘’δέσει’’, είχε μαυρίσει και ήταν έτοιμος για τη μεταφορά στο σπίτι όπου τον στράγγιζαν από το νερό σε σχάρες. Από το τρίτο χέρι προερχόταν κατά σειρά, οι επιτραπέζιες ελιές, το λάδι της χρονιάς και η ‘’μούργα’’ ή ‘’μούρκα’’ απ’ όπου έφτιαχναν σαπούνι. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ 

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης 

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Όθωνος και Αμαλίας 129, τ.κ. 231 00 Σπάρτη, 2731089315 fax: 2731089325. Πολιτιστικό ίδρυμα ομίλου Πειραιώς – υπηρεσία μουσείων – γραφείο Αθηνών 2103219523. 

ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Καθημερινά 10:00 – 16:00, κλειστά κάθε Τρίτη και όπως όλα τα μουσεία, στις επίσημες αργίες, Μ. Παρασκευή έως τις 12:00, 25/26 Δεκεμβρίου, 1η κάθε έτους, 1η Μαΐου, Κυριακή του Πάσχα, 15 Αυγούστου, 26 Νοεμβρίου. 

ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ: Γενική είσοδος 2 ευρώ, μειωμένο 1 ευρώ, άτομα με αναπηρίες ελεύθερα. 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Στο πωλητήριο υπάρχει δυνατότητα αγοράς όλων των βιβλίων, των οδηγών και των εργασιών που έχουν εκδοθεί ή επανεκδοθεί από το ίδρυμα. Για τους ανυπόμονους υπάρχει και η λύση του διαδικτύου όπου βλέπει τις εκδόσεις και κατόπιν τις παραγγέλνει με αντικαταβολή, από τον επίσημο αντιπρόσωπο, τις εκδόσεις ‘’Κατάρτι’’ Μαυρομιχάλη 9, τ.κ. 106 79 Αθήνα, 2103601271, 3604793. 

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ: www.piop.gr / e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.  Με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Πειραιώς, υπάρχει στο διαδίκτυο ένας τόπος αφιερωμένος στην ελιά και το ελαιόλαδο. Πρόκειται για το www.oliveoilmuseums.gr η ιστοσελίδα των Μουσείων Ελιάς της Μεσογείου (25 μουσεία) που χρηματοδοτήθηκε από το Γ’ ΚΠΣ (ΠΕΠ Πελοποννήσου 2000 – 2006), στο πλαίσιο υλοποίησης της β’ φάσης του Μουσείου Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού. 

Περισσότερες πληροφορίες για το ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΑΣ στην ΣΠΑΡΤΗ την ΕΛΙΑ και το ΛΑΔΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:  

Α’         Αυτοτελή Βιβλία 

  • Γενναίος Γ. Γαρδίκης / Γεωργική και Συνεταιριστική Ανθοδέσμη / Ηλιούπολη Αττικής 1957
  • Γεωργίου Α. Μέγα / Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας τ. 3 / Ακαδημία Αθηνών ανάτυπο 1950
  • Δημήτρης Λουκόπουλος / Γεωργικά της Ρούμελης / εκδόσεις Δωδώνη1983 
  • Δημήτρης Σ. Λουκάτος / Τα φθινοπωρινά / εκδόσεις Φιλιππότη / Αθήνα 1995 
  • Ελιά και Λάδι / τριήμερο εργασίας – Καλαμάτα, 7 – 9 Μαΐου 1993 / έκδοση Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ / Αθήνα 1996
  • Μυρσίνη Λαμπράκη / Λάδι – γεύσεις και πολιτισμός 5.000 χρόνων / εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα / Αθήνα 2000
  • Μανώλης Δαπόντες / Ένας αιώνας Κύθηρα / Κύθηρα 2004
  • Λαογραφικά Σύμμεικτα / Ελιά / έκδοση Ελληνοδασκάλων νομού Αργυροκάστρου / Αργυρόκαστρο 2004 

Β’         Αφιερώματα περιοδικών 

  • Αγγελική Μήλλα / Δυο σταγόνες Λάδι / περιοδικό Γεύση τ.11 1990
  • Γιώργος Χαραλαμπόπουλος / Το Λάδι στην Αρχαία Ελλάδα / περιοδικό Γεύση τ.23 1991
  • Άρτεμις Τζίτζη / Ελληνικό Ελαιόλαδο Α’ & Β’ ομότιτλο μέρος / περιοδικό Γεύση τ.28 – τ.29 1992
  • Κώστας Μπαζαίος / Αναζητώντας την ψυχή του ελαιόλαδου / περιοδικό Διατροφή και Υγεία τ.56 Ιούνιος 1993
  • Μινωική και Μυκηναϊκή Διατροφή / συλλογικό / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 23/4/2000
  • Ναταλί Χατζηιωάννου / Στο μουσείο του λαδιού / περιοδικό & 7 ένθετο στην εφημ. Ελευθεροτυπία 20/4/03
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / Το Μουσείο της Ελιάς και του Ελληνικού λαδιού στην Σπάρτη / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.8 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Μάιος 2003
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / the Blauel oil story / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.8 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Μάιος 2003
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / Το χωριό Κεφαλάς Σπάρτης και το βιολογικό λάδι του / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.12 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Σεπτέμβριος 2003
  • Συλλογικό / Έλαιον το Σεπτόν / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 28/3/04
  • Τάνια Γεωργοπούλου – Αθηνά Καζολέα / Από το δέντρο στο μπουκάλι / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.28 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Ιανουάριος 2005
  • Ντόση Ιορδανίδου - Κανάρης Τσίγκανος / Τα Μετάλλια της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής / περιοδικό ‘’Κ’’ τ.86 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή 23/1/05 

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες 

  • Νίκου Μιχελάκη / Λάδι – απο το χύμα στην τυποποίηση / εφημ. Βήμα 12/9/99
  • Ελένη Πετάση / Λάδι / εφημ. Ελευθεροτυπία 1 Οκτωβρίου 2000
  • Γιώτα Συκκά / Ένα μοντέρνο μουσείο για την πολύτιμη ελιά / εφημ Καθημερινή 20/4/03 και στο: www.kathimerini.gr/4dcgi/ _w_articles_civ_764403_20/04/2003_60773

   Ενδεικτική βιβλιογραφία εργασιών τόμου Z’ 2005

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΚΥΘΗΡΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Μανώλη Δαπόντε / Φουρτούνες στα Κύθηρα – Τριάντα Χρόνια Εθελοντισμός / Κύθηρα 1992
  • Γεωργίου Κ. Γιαγκάκη / Τα Περίοπτα πολύνησα των Κυθήρων και των Αντικυθήρων / Τήνος 1994
  • Γιάννη Π. Γκίκα / Κάστρα – Ταξίδια / τομ Ε’ εκδόσεις Αστήρ / Αθήνα 1995
  • Μάριου Βερέτα / μέγα ονομαστικόν ή τα ονόματα των Ελλήνων / Αθήνα 1997
  • Σοφοκλή Δ. Καλούτση / Παναγία Μυρτιδιώτισσα / Κύθηρα 2000
  • Εμμανουήλ Π. Καλλίγερου / Εδώ γεννήθηκε η Αφροδίτη – Συνοπτική Ιστορία των Κυθήρων / εκδόσεις Κυθηραϊκά Αθήνα 2001
  • Εμμανουήλ Π. Καλλίγερου / Κύθηρα – Ιστορικός και Τουριστικός Οδηγός / εκδόσεις Κυθηραϊκά 2001
  • Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια / Μιχαήλ Σταματελάτος – Φωτεινή Βάμβα Σταματελάτου / εκδόσεις Τεγόπουλος – Μανιατέας
  • Μανώλη Δαπόντε / Ένας Αιώνας Κύθηρα / Κύθηρα 2004

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μιχαήλ Κ. Πετρόχειλου / Τα επί της Ιονίου Πολιτείας σχολεία των Κυθήρων / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία ανάτυπο τ.87 Αθήνα 1973
  • Δημήτρης Χίλιος / Κύθηρα – το νησί της Αφροδίτης / περιοδικό Ταξιδεύω τ.7 Ιούνιος 1991
  • Φώτης Μάρκου / Ταξίδι στα Κύθηρα / περιοδικό Μοτο τ.68 Αύγουστος 1991
  • Ελένη Οικονομοπούλου / Κύθηρα – το σταυροδρόμι με τα τρία πέλαγα / περιοδικό Cosmos τ.17 Ιούλιος 1996
  • Γιώργος Ζαρκαδάκης / Στο νησί της Αφροδίτης / περιοδικό Cosmos τ.24 Οκτώβριος – Νοέμβριος 1997
  • Γιάννη Σακελλαράκη / Ασύλητο Μινωικό Ιερό Κορυφής / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 26 Ιανουαρίου 1997
  • Χρύσας Α. Μαλτέζου / Βυζάντιο και Ενετοκρατία / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 5 Ιουλίου 1998
  • Ιωάννας Μπίθα / Οι τοιχογραφίες των Κυθήρων / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 5 Ιουλίου 1998
  • Γκέλη Σπανού – Αλέξης Ροδόπουλος / Ταξίδι στα Κύθηρα / περιοδικό Ταξιδεύοντας τ.5 Απρίλιος 1998
  • Άγγελος Μακρής / Στα χνάρια του Μάνου… / περιοδικό Rider τ.42 Σεπτέμβριος 1998
  • Γιάννης Σακελλαράκης – Ανδρέας Σμαραγδής / Κύθηρα – Το πέρασμα των αιώνων / περιοδικό Γαιόραμα / τ.31 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Κλαίρη Παπάζογλου / Οι μικρές νησίδες των Αποδημητικών / ένθετο 7 ημέρες εφημ. Καθημερινή 1 Οκτωβρίου 2000
  • Ελευθερία Λαλουδάκη – Βασίλης Συκάς / Κύθηρα / περιοδικό Οξυγόνο τ.15 Ιούλιος 2000
  • Tζέλη Χατζηδημητρίου / Ταξίδι στα Κύθηρα – Παληόχωρα / περιοδικό ΓΕΩ τ.50 Μάρτιος 2001
  • Δημήτρης Τζανής / Κύθηρα / περιοδικό BHMAGAZINO ένθετο στην εφημερίδα Βήμα 21 Ιουνίου 2001
  • Θοδωρής Αθανασιάδης - Ζερμαίν Αλεξάκη / Κύθηρα – Ένας τόπος Μαγικός / περιοδικό VITA τ.40 Αύγουστος 2000
  • Αγγέλα Τσιβρένη / Το σπίτι στα Δόκανα / περιοδικό VITA τ.62 Ιούνιος 2002
  • Ζερμαίν Αλεξάκη - Θοδωρής Αθανασιάδης / Κύθηρα – Καψάλι / περιοδικό ΓΕΩ τ.117 Ιούλιος 2002
  • Ηλίας Προβόπουλος / Παληόχωρα / περιοδικό ΓΕΩ τ.214 Μάιος 2004
  • Συλλογική εργασία για τα Κύθηρα / Περιηγήσεις τ.43 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 21 Αυγούστου 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ελένης Σιάτρα / Η άγρια ομορφιά στα ήρεμα Κύθηρα / εφημ. Καθημερινή 22 Αυγούστου 1996
  • Ελένης Σιάτρα / Η διαχρονική γοητεία των Κυθήρων / εφημ. Καθημερινή 13 Ιουλίου 1997
  • Αρτέμιου Καλίγερου / Κύθηρα – παρουσίαση από τον Δήμαρχο Κυθήρων / εφημ. Έθνος 21 Σεπτεμβρίου 2003
  • Νίκου Πηγαδά / Ένα καφενείο ετών 100 / εφημ. Έθνος 11 Οκτωβρίου 2003
  • Απόστολου Διαμάντη / Οι ελληνικοί δρόμοι της μετανάστευσης / εφημ. Ελευθεροτυπία 25 Σεπτεμβρίου 2004
  • Νίκου Πηγαδά / Χτίζουν γέφυρα για απόδημους / εφημ. Έθνος 30 Οκτωβρίου 2004

Περισσότερες πληροφορίες για την ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Κωνσταντίνος Σ. Μέντης / Ελαφονήσι – το Σμιγοπέλαγο Νησί / Λαφονησιώτικη Βιβλιοθήκη Πειραιάς 1993
  • Λακωνία + Χάρτης Λακωνίας / Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λακωνίας / Χωρίς χρονολογία έκδοσης

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Νίκος Μαστροπαύλος / Ελαφόνησος / περιοδικό Cosmos τ.17 Καλοκαίρι 1996
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Θαλασσινές πολιτείες / περιοδικό ΓΕΩ τ.78 Οκτώβριος 2001

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Χριστιάνα Στύλου / Αδιαφορία για την προϊστορική Ελαφόνησο / Η άγρια ομορφιά στα ήρεμα Κύθηρα / εφημ. Καθημερινή 3 Σεπτεμβρίου 1997.
  • Κωνσταντίνου Σ. Μέντη / Καταστρέφεται πολιτισμός 5.000 ετών / εφημ. Ελευθεροτυπία 12 Ιουλίου 1997
  • Ηλέκτρα Σαμοΐλη / Ελαφόνησος / εφημ. Καθημερινή – ένθετο ταξιδεύοντας 20 Ιουλίου 2003
  • Αλέξανδρου Τσαντούλα / Από τη Νεάπολη στο Σίμο / εφημ. Έθνος – ένθετο Ταξίδια 25 Ιουλίου 2004
  • Νίκου Μαστροπαύλου / Η διπλή παραλία Σίμου στην Ελαφόνησο / ένθετο Ταξίδια Νο 21 εφημ. Βήμα 6 Ιουλίου 1997
  • Κώστα Σ. Τσίπηρα / 12 δροσεροί παράδεισοι / ένθετο Ταξίδια Νο 33 εφημ. Βήμα 5 Ιουλίου 1998
  • Νίκου Μαστροπαύλου / Ελαφόνησος – το νησί της άμμου / ένθετο Ταξίδια Νο 35 εφημ. Βήμα 6 Σεπτεμβρίου 1998

Περισσότερες πληροφορίες για την ΘΑΣΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’  Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος / Ιστορία της Θάσου 1453 – 1912 / Ε.Μ.Σ. Θεσσαλονίκη 1984
    Σωτήρης Γερακούδης / Ιστορία της Θάσου / Εκδοτική Ομάδα / Θεσσαλονίκη 1986
    Χάιδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη / Πρωτοϊστορική Θάσος Α.Δ. αρ. 45 / Τόμοι Α’, Β’, Γ’ έκδοση Τ.Α.Π.Α. -   Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων / Αθήνα 1992
    Ιωάννης Τουράτσογλου / Μακεδονία / Εκδοτική Αθηνών 1995
    Γεώργιος Κ. Γιαγκάκης / Νησιολόγιο των Κατοικούμενων Ελληνικών Νησιών 1940 – 1991 / Αγκίστρι του Σαρωνικού 1995
    Ιωάννης Γ. Βαρδαβούλιας / Η απελευθέρωση της Θάσου και της Καβάλας / εκδόσεις Νιραγός / Αστρίς Θάσου 1996 
    Mακεδονία / συλλογική εργασία / Πολιτιστικό τεχνολογικό ίδρυμα ΕΤΒΑ – ΕΟΤ / Αθήνα 1997
    Μάριος Βερέττας, Μέγα Ονομαστικόν ή τα ονόματα των Ελλήνων, εκδόσεις Μάριος Βερέττας – Αθήνα 1997
    Το προσκύνημα του Αρχάγγελου Μιχαήλ στη Θάσο / έκδοση της Ι. Μ. Αρχαγγέλου Μιχαήλ / Θάσος 1999
    Γεώργιος Παπαευστρατίου / Η ιστορία της Θάσου / εκδόσεις Νιραγός / Αστρίς Θάσου 2001

Β’  Αφιερώματα περιοδικών

  • Γιώργος Εμμανουηλίδης / Θάσος / ένθετο περιοδικό Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα Τομ. Β’ / έκδοση Χαϊσάϊντινγκ Ε.Π.Ε. 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / 4 αποδράσεις σε φόντο Μπλε / περιοδικό VITA τ.41 Σεπτέμβριος 2000
  • Θάσος / συλλογικό / αφιέρωμα 7 Ημερών εφημ. Καθημερινή 10/8/03
  • Ειρήνη Κοντογεωργίου / Θάσος / περιοδικό ΓΕΩ τ.69 Αύγουστος 2001
  • Αργύρης Γκίσσας / Διαμαρτυρία για το Radar / περιοδικό Κορφές τ.150 Ιούλιος – Αύγουστος 2001
  • Αργύρης Γκίσσας / Θάσος / περιοδικό Κορφές τ.162 Ιούλιος – Αύγουστος 2003

Γ’  Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ντίνου Κιούση / Θάσος / εφημ. Καθημερινή 22 Ιουλίου 2001
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Θάσος / εφημ. Έθνος 19 Σεπτεμβρίου 2004
  • Γιώττα Συκκά / Αρχαίοι Θησαυροί της Θάσου / εφημ Καθημερινή 16 Δεκεμβρίου 2004
  • Τάκη Κατσιμάρδου / Οι πρώτοι πρόεδροι την περίοδο του μεσοπολέμου / εφημ. Ημερησία 5 – 6 Μαρτίου 2005
  • Τάκη Κατσιμάρδου / Οι περιπέτειες της Προεδρικής Δημοκρατίας στον Μεσοπόλεμο / εφημ. Ημερησία 12 - 13 Μαρτίου 2005

Περισσότερες πληροφορίες για το ΠΟΡΤΟ ΧΕΛΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002

  • Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αργολίδας / ‘’Αργολίδας Περιήγηση’’ / Ναύπλιο 1997
  • Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αργολίδας / Αργολίδα ‘’η γοητεία του Αυθεντικού / Ναύπλιο 1998

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσεις AD & ED / Αθήνα 1997 

Περισσότερες πληροφορίες για το ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΙΑΣ στην ΣΠΑΡΤΗ την ΕΛΙΑ και το ΛΑΔΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Γενναίος Γ. Γαρδίκης / Γεωργική και Συνεταιριστική Ανθοδέσμη / Ηλιούπολη Αττικής 1957
  • Γεωργίου Α. Μέγα / Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας τ. 3 / Ακαδημία Αθηνών ανάτυπο 1950
  • Δημήτρης Λουκόπουλος / Γεωργικά της Ρούμελης / εκδόσεις Δωδώνη1983
  • Δημήτρης Σ. Λουκάτος / Τα φθινοπωρινά / εκδόσεις Φιλιππότη / Αθήνα 1995
  • Ελιά και Λάδι / τριήμερο εργασίας – Καλαμάτα, 7 – 9 Μαΐου 1993 / έκδοση Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ / Αθήνα 1996
  • Μυρσίνη Λαμπράκη / Λάδι – γεύσεις και πολιτισμός 5.000 χρόνων / εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα / Αθήνα 2000
  • Μανώλης Δαπόντες / Ένας αιώνας Κύθηρα / Κύθηρα 2004
  • Λαογραφικά Σύμμεικτα / Ελιά / έκδοση Ελληνοδασκάλων νομού Αργυροκάστρου / Αργυρόκαστρο 2004

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Αγγελική Μήλλα / Δυο σταγόνες Λάδι / περιοδικό Γεύση τ.11 1990
  • Γιώργος Χαραλαμπόπουλος / Το Λάδι στην Αρχαία Ελλάδα / περιοδικό Γεύση τ.23 1991
  • Άρτεμις Τζίτζη / Ελληνικό Ελαιόλαδο Α’ & Β’ ομότιτλο μέρος / περιοδικό Γεύση τ.28 – τ.29 1992
  • Κώστας Μπαζαίος / Αναζητώντας την ψυχή του ελαιόλαδου / περιοδικό Διατροφή και Υγεία τ.56 Ιούνιος 1993
  • Μινωική και Μυκηναϊκή Διατροφή / συλλογικό / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 23/4/2000
  • Ναταλί Χατζηιωάννου / Στο μουσείο του λαδιού / περιοδικό & 7 ένθετο στην εφημ. Ελευθεροτυπία 20/4/03
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / Το Μουσείο της Ελιάς και του Ελληνικού λαδιού στην Σπάρτη / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.8 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Μάιος 2003
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / the Blauel oil story / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.8 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Μάιος 2003
  • Τάνια Γεωργοπούλου - Κανάρης Τσίγκανος / Το χωριό Κεφαλάς Σπάρτης και το βιολογικό λάδι του / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.12 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Σεπτέμβριος 2003
  • Συλλογικό / Έλαιον το Σεπτόν / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 28/3/04
  • Τάνια Γεωργοπούλου – Αθηνά Καζολέα / Από το δέντρο στο μπουκάλι / περιοδικό ΟΙΚΟ τ.28 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή Ιανουάριος 2005
  • Ντόση Ιορδανίδου - Κανάρης Τσίγκανος / Τα Μετάλλια της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής / περιοδικό ‘’Κ’’ τ.86 ένθετο στην εφημ. Καθημερινή 23/1/05

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Νίκου Μιχελάκη / Λάδι – απο το χύμα στην τυποποίηση / εφημ. Βήμα 12/9/99
  • Ελένη Πετάση / Λάδι / εφημ. Ελευθεροτυπία 1 Οκτωβρίου 2000
  • Γιώτα Συκκά / Ένα μοντέρνο μουσείο για την πολύτιμη ελιά / εφημ Καθημερινή 20/4/03 και στο: www.kathimerini.gr/4dcgi/ _w_articles_civ_764403_20/04/2003_60773 

Περισσότερες πληροφορίες για ΘΕΣΣΑΛΙΑ - ΠΟΛΥΘΕΑ - ΚΡΑΝΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Παύλος Μ. Μυλωνάς / Η Μονή Δολιανών ή Κρανιάς στην Πίνδο / Τρικαλινά τομ 2 / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων 1982
  • Γ. Ι. Κούτσια / Τζούρτζια – αναδρομή στο χρόνο / Τρίκαλα 1986
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Η Κρανιά – Οδοιπορικό 1984 / Τρικαλινό Ημερολόγιο χρόνος 10ος Τρίκαλα 1986
  • Θεόδωρος Α. Νημάς Τρίκαλα – Καλαμπάκα – Πίνδος – Χάσια / εκδόσεις Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1987
  • Alan J. B. Wace – Maurice S. Thompson / Οι Νομάδες των Βαλκανίων / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1989
  • Leon Heuzey / Οδοιπορικό στην Τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1991
  • Φώτης Ν. Βογιατζής / Τα Τρίκαλα στη Θεσσαλική Ζωγραφική / Τρικαλινά τομ 11 / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων 1991
  • Δημήτριος Δούνης / Η Κρανιά Ασπροποτάμου / Κρανιά 1991
  • Νικ. Κ. Γιαννούλη / Τ’ Ασπροπόταμο Πίνδου και ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων -       Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 1992
  • Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς / Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912 / Αθήνα 1994
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Τρικαλινά Σύμμεικτα τομ ΙΑ’ / Ανάτυπο - Θεσσαλικό Ημερολόγιο / Λάρισα 1995
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Τρικαλινά Σύμμεικτα τομ ΙΓ’ / Ανάτυπο - ‘’Τρικαλινά’’ τομ 16 / Φ.Ι.ΛΟ.Σ. Τρικάλων 1996
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων Β’ τόμος / εκδόσεις Ζήτρος Θεσ/νίκη 2000
  • Δημήτριος Γ. Καλούσιος / Το μοναστήρι Δολιανών Καλαμπάκας / εκδόσεις γένεσις Τρίκαλα 2000
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις Ρέκος / Θεσσαλονίκη 2001
  • Gustav Weigand / Οι Αρωμούνοι (Βλάχοι) Α’ τόμος / Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. Τρικάλων - Αφοι Κυριακίδη Θεσ/νίκη 2001
  • Νικόλαος Ι. Μέρτζος / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις ΡΕΚΟΣ / Θεσσαλονίκη 2001
  • Μαρούλα Κλιάφα / Μουλτι χερετιματι ντι λα Κορνου / Τρίκαλα 2003
  • Σωτήριος Α. Γοργογέτας / Τα πέτρινα γεφύρια των Τρικάλων / Πολιτιστικός οργανισμός Δήμου Αιθήκων Τρίκαλα 2004

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ανατολής Λαζαρίδης / Κώστας Γκέσκος / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία τ.125 / Αθήνα 1953
  • Καρτερλή Ελένη / Τριγγία / περιοδικό Κορφές τ.137 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Γιάννης Χολέβας / Καγιάκ στον Ασπροπόταμο / περιοδικό Κορφές τ.137 Μάιος – Ιούνιος 1999
  • Νίκος Μαστροπαύλος / Στις Κορφές της Νότιας Πίνδου / περιοδικό Vita Τ30 Οκτώβριος 1999
  • Ανάβαση / Τριγγία – μια κυκλική πορεία / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.20 Δεκ – Ιαν 2002 - 2003
  • Θοδωρής Αθανασιάδης - Ζερμαίν Αλεξάκη / Στις Πηγές του Ασπροποτάμου / περιοδικό Vita τ. 71 Μάρτιος 2003

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • ‘’Σαρακατσάνικα Κονάκια’’ / Δ. Καλούσιου εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 10/10/84
  •  ‘’Το μνημείο του Σταυρού’’ /Δ. Καλούσιου εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 31/3/93
  • ‘’Η μασκώτ της Πολυθέας’’ / Λ. Σ. εφημ. ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων 30/4/02

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΕΠΙΝΙΑΝΑ - ΑΓΡΑΦΑ -  ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΑ – ΜΑΡΑΘΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Αναστάσιος Ορλάνδος / Επιγραφαί εξ Εκκλησιών Αγράφων / Επετηρίδα Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών – ΕΕΒΣ / τομ Γ’ / Αθήνα 1926  
  • Γεώργιος Γιαννίτσαρης – Νάσος Βρυνιώτης, Ο ιερός Ναός Αγίων Ταξιαρχών Μάραθου Αγράφων, Εκκλησίες στην Ελλάδα μετά την άλωση / Αθήνα Ε.Μ.Π. Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής
  • Παύλος Λαζαρίδης / Αρχαιολογικό Δελτίο 16 (1960): Χρονικά / Αθήνα 1962, Ο ίδιος, Αρχαιολογικό Δελτίο 23 (1968): Β.2 Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1969
  • Κ. Τρίκκας, ονόματα καλλιτεχνών εκ’ μεταβυζαντινών επιγραφών ΕΕΒΣ, τομ Β’ (1925).
  • Νικόλαος Χ. Παπακώστας / Ηπειρωτικά / Αθήνα 1967
  • Δημήτρης Λουκόπουλος / Γεωργικά της Ρούμελης / εκδόσεις Δωδώνη 1983
  • Σταυρούλα Σδρόλια Αρχαιολογικό Δελτίο 39 (1984): Χρονικά / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1984.
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Συμβολή στην ιστορία του κοινωνικού και πολιτισμικού χώρου της Ευρυτανίας και των Αγράφων κατά τη Τουρκοκρατία / Αθήνα 1986.
  • Μαρία Συναρέλη / Δρόμοι και Λιμάνια στην Ελλάδα 1830 – 1880 / εκδόσεις πολιτιστικού τεχνολογικού ιδρύματος ΕΤΒΑ / Αθήνα 1989.
  • Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς / Ιστορικό Διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδας 1833 – 1912 / Αθήνα 1994
  • Καλλιόπη Φλώρου / Αρχαιολογικό Δελτίο 50 (1995): Χρονικά Β’1 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1995.
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
  • Μάρκος Α. Γκιόλιας / Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / εκδόσεις Πορεία Αθήνα 1999
  • Γεωργίου Κ. Χρυσικού / Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας / Αθήνα 2000
  • Πύρρος Θώμος / Επικοινωνίες και μεταφορές στην Προβιομηχανική περίοδο / πρακτικά ΙΑ’ συμποσίου ιστορίας και τέχνης Μονεμβασιά 1998 / Έκδοση ΕΤΒΑ 2001

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Βασίλης Χαρίτος – Δημήτρης Παπαζυμούρης / Η ωραία Ελλάδα – Άγραφα / περιοδικό Motorrad τ.6 1984
  • Βασίλης Σπαντιδάκης – Θεόδωρος Γαζούλης / Άγραφα – Τυμφρηστός / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.65 Μάιος 1991
  • Γιώργος Παπασπανόπουλος / Τρίτη και Καλύτερη – Άγραφα / περιοδικό Motosport τ.218 Φεβρουάριος 1997
  • Τάκης Ντάσιος / Άγραφα, χώρα των βουνών και των ανθρώπων / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.1 Άνοιξη 1998
  • Δημήτρης Παπαχρήστος / Η Ευρυτανία και η ενότητα του ορεινού χώρου / περιοδικό Οικοτοπία τ.13 Μαρτ – Απρ 1999
  • Λάζαρος Παμπέρης / Μια διαδρομή στην Πίνδο / περιοδικό Κορφές τ.136 Μάρτ – Απρ 1999
  • Ντίνος Μπομποτσιάρης / Ευρύτερη Ευρυτανία – Οικοτουριστικό πάρκο / περιοδικό Οικοτοπία τ.15 Ιουλ – Αυγ 1999
  • Μίλτος Ζέρβας / Άγραφα τα σκληρά βουνά / περιοδικό Ανεβαίνοντας τ.11 Σεπτ – Οκτ – Νοε 2000
  • Άγραφα / Συλλογική εργασία / Περιηγήσεις τ.76 - ένθετο στην Εφημερίδα Ημερησία 9 Απριλίου 2005

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Τάκη Ντάσιου / Άγραφα / ένθετο ‘’ταξίδια’’ εφημερίδα Βήμα 1/10/2000
  • Βλάση Αγτζίδη / Η Έλληνες της Ανατολής στη Επανάσταση / εφημ. Καθημερινή 25/3/04
  • Αντώνη Καρκαγιάννη / Η ευρωπαϊκή Επανάσταση του 1921 / εφημ. Καθημερινή 25/3/04

Περισσότερες πληροφορίες για τη ΔΡΟΣΟΠΗΓΗ και το ΝΥΜΦΑΙΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Νικολάου Αργ. Λούστα / Λαογραφική μελέτη Νιβεάστας – Νεβέσκας – Νυμφαίου Φλωρίνης / Θεσ/νίκη 1996
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Συμβόλαια Νεβέσκης 1860 – 1910 / έκδοση Κοινότητα Νυμφαίου 1997
  • Μιχάλης Αθ. Χαρίσης / 1844 – 1994 Η ζωή και οι περιπέτειες στη Δροσοπηγή / Δροσοπηγή 2000
  • Κίτσος Γιαγγιώργος / Μπελκαμένη – εκατό χρόνια ζωή / εκδόσεις Διογένης / Αθήνα 2000
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
  • Nικολάου Ι. Μέρτζου / Αρμάνοι – Οι Βλάχοι / εκδόσεις Ρέκος / Θεσσαλονίκη 2001
  • Νικολάου Αργ. Λούστα / Η ιστορία του Νυμφαίου – Νεβέσκας Φλωρίνης / Θεσ/νίκη 2002
  • Λεύκωμα φωτογραφιών Νυμφαίου / έκδοση αστικού συνεταιρισμού γυναικών Νυμφαίου 1998

Β’         Αφιερώματα περιοδικών 

  • Ιούλιος Μ. Ευλαμπίου / Νυμφαίο / περιοδικό Cosmos τ.7 Δεκέμβριος 1994
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Νυμφαίο – Κλεισούρα / Περιοδικό Vita τ.5 Σεπτέμβριος 1997
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Νυμφαίο / περιοδικό Ταξιδεύοντας τ.1 Δεκέμβριος 1997
  • Αναστασία Γκολιομύτη / Νυμφαίο / περιοδικό Οξυγόνο τ.7½ Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998
  • Νικολάου Ι. Μέρτζου / Από τη Νεβέσκα στο χωροχρόνο / περιοδικό Νέα Οικολογία τ.160 Φεβ. 1998
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Πάσχα στο Νυμφαίο / Περιοδικό Vita τ.12 Απρίλιος 1998
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / περιοδικό Μετρό Φεβρουάριος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Ξενώνες με άποψη / Περιοδικό Vita τ.44 Δεκέμβριος 2000
  • Κώστας Ζυρίνης / Νυμφαίο / περιοδικό ΓΕΩ τ.59 Μάιος 2001
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαμαρίνα – Νυμφαίο / Περιοδικό Vita τ.79 Νοέμβριος 2003
  • Αλέξανδρος Τσαντούλας / Φλώρινα / ένθετο Ταξιδιωτικοί Οδηγοί τ.16 εφημ. Ημερησία
  • Nίκος Σπανός / Νυμφαίο / ένθετο Action Zone τ.9 περιοδικό 0-300 Νοέμβριος 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Συλλογικό / Φλώρινα – Βίτσι / ένθετο Περιηγήσεις τ.15 εφημ. Ημερησία 24/1/04
  • Ραχήλ Χάουαρντ / Καστοριά – Νυμφαίο / ένθετο ταξίδια Νο 24 εφημ. Βήμα 5/10/97
  • Έφη Χατζηιωαννίδου / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή 19/10/99
  • ΤΗΛΕΦΟΣ / Tα νέα της Αννούλας της Κλεισούρας / εφημ. Καθημερινή 3/9/00
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή ένθετο ταξιδεύοντας 4/11/01
  • ΤΗΛΕΦΟΣ / Το σπίτι των Χρυσικών / εφημ. Καθημερινή 16/4/02
  • Ντίνου Κιούση / Βέρνο / ετήσιος οδηγός της εφημ. Καθημερινή ε. 86ο, φ. 25381, 14/11/04
  • Μιχάλη Κωστάρα / Χορεύοντας με τις Αρκούδες / εφημ. Ελευθεροτυπία 24 – 25/12/04
  • Ντίνου Κιούση / Νυμφαίο / εφημ. Καθημερινή ένθετο ταξίδια 27/3/05

Περισσότερες πληροφορίες για το άρθρο ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙ – ΠΛΑΓΙΑ – ΧΡΥΣΗ – ΑΡΡΕΝΕΣ (Γράμμος 3ο & 4ο) αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Παναγιώτου Η. Πουλίτσα / Επιγραφαί και ενθυμήσεις εκ’ της Βορείου Ηπείρου / Ε.Ε.Β.Σ. έτος Ε’ 1928, 5 – 6.
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Παιδικά Παραδοσιακά Παιχνίδια από τη Χρυσή Καστοριάς / Ανάτυπο Μακεδονικών τομ. 12 / Θεσσαλονίκη 1972
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Το γλωσσάρι της Χρυσής Καστοριάς / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Ανάτυπο ΙΗ Μακεδονικών / Θεσσαλονίκη 1978
  • Δημήτριος Ν. Τσίγκαλος / Τα Παλιοχώρια του Επταχωρίου / Β’ Συνέδριο Βοϊακής Εστίας - Πρακτικά / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Ανδρέας Στεφόπουλος / Τροφές της Χρυσής Καστοριάς / Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων – δημοσιεύματα Λαογραφικού μουσείου, αρχείο αρ.3 / Γιάννινα 1981
  • Σπύρου Ι. Μαντά / Τα ηπειρώτικα γεφύρια / Τεχνικές εκδόσεις Αθήνα 1984
  • Αναστασία Γ. Τούρτα / Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδέντρι - Αρχαιολογικό Δελτίο 44 / εκδόσεις Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων - Αθήνα 1991
  • Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση / Γνωριμία με την Επαρχία Κονίτσης / Κόνιτσα 1993
  • F. Pouqueville / Ταξίδι στην Ελλάδα, Τα Ηπειρωτικά τόμος Α’ / Ε.Η.Μ. Γιάννινα 1994
  • Βασίλης Παπαγεωργίου – Αργύρης Πετρονώτης / Ο Πυρσογιαννίτης Πρωτομάστορας Ζιώγας Φρόντζος και τα έργα του / Ανάτυπο από το συλλογικό τόμο ‘’Η επαρχία Κόνιτσας στο Χώρο και το Χρόνο’’ / Δήμος Κόνιτσας 1996
  • Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου Α’ & Β’ / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 1996
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων 1998
  • Αγόρω Τσίου – Άλκης Ράφτης / Λούψικο Κόνιτσας / έκδοση διεθνούς οργάνωσης λαϊκής τέχνης – ελληνικό τμήμα και θέατρο ελληνικών χορών ‘’Δόρα Στράτου’’ Αθήνα 1999
  • Αστέριος Ι. Κουκούδης / Οι μητροπόλεις και η διασπορά των Βλάχων / εκδόσεις Ζήτρος / Θεσσαλονίκη 2000
  • Αργύρης Π. Π. Πετρονώτης / Ένας λίγο γνωστός Σταριτσιώτης πρωτομάστορας στη Ναυπακτία / Ανάτυπο από την έκδοση των πρακτικών του Β’ διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας / Μάρτιος 2003
  • Χαρίλαος Γ. Γκούτος / Η επαρχία Κόνιτσας και η Μόλιστα επί τουρκοκρατίας / Αθήνα 2003
  • Ιωάννη Β. Τσάγκα / Κονιτσιώτικα – Ζερματινά Α’ / αυτοέκδοση Αθήνα 2004
  • Χαράλαμπου Ν. Ρεμπέλη / Κονιτσιώτικα / επανέκδοση του συλλόγου Ασημοχωριτών Αθηνών ‘’Η Πρόοδος’’ / Γιάννινα 2005

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μάνος Πατέλαρος / Διάσχιση Πίνδου / περιοδικό ΜΟΤΟ τ.34 Οκτώβριος 1988
  • Ηλιάνα Ν. Φασούλη / Ο νερόμυλος του χωριού μου / περιοδικό Κόνιτσα τ. 92 Ιούνιος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Σαραντάπορος / περιοδικό ΓΕΩ τ. 239 13/11/04
  • Κώστας Β. Παπαδημητρίου – Κώστας Ζήνδρος / Το λημέρι των Μαστόρων / περιοδικό ΓΕΩ τ. 244 18/12/04
  • Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης / Η Ιερά Μονή Ζέρμας (αναδημοσίευση από το Ηπειρωτικό Ημερολόγιο του 1911;)  Περιοδικό Κόνιτσα τ. 120 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2005

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

Περισσότερες πληροφορίες για τo ΠΟΛΥΦΩΝΙΚO ΤΡΑΓΟΥΔΙ & το ΠΩΓΩΝΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Μενέλαου Σ. Ζώτου / Το δημοτικό τραγούδι της Βορείου Ηπείρου / εκδόσεις Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Ερευνών / Γιάννινα 1978
  • Χρήστος Μ. Μάτσιας / Πωγώνι – Δερόπολη – Ήθη – Έθιμα – Τραγούδια / εκδόσεις Δωδώνη / Γιάννινα 1988
  • Κώστας Λώλης / Μοιρολόι και σκάρος / έκδοση κέντρου μελέτης Ηπειρώτικης και Βαλκανικής μουσικής παράδοσης / Γιάννινα 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Κωνσταντίνος Μάντζιος / Παράδοση ή παραδόσεις: η χρήση της πολιτισμικής διαφοράς. Πολυφωνικό τραγούδι / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003
  • Κώστας Λώλης / Ισοκράτες και Ισοκράτημα / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003
  • Βασίλης Νιτσιάκος / ‘’Βόρειος Ήπειρος’’ ο χώρος και οι άνθρωποι / περιοδικό Άπειρος τ.3 Ιούλιος 2003

Ταξίδια στην άλλη Ελλάδα 2005

Ταξίδια τόμος Ζ'
0300 καλοκαίρι 2005

 EDITORIAL Τόμου ΣΤ’ 2004 (1023 λέξεις)

Ορεινές Περιοχές και Τουριστική Ανάπτυξη Α’

Πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα για την Ελλάδα αν με τα χρήματα που εισέπραξε και συνεχίζει να εισπράττει από την Ε.Ε. μπορούσε να προμηθευτεί κάμποση ακέραιη πολιτική λογική, για να την εφαρμόσει στην ορεινή ταλαιπωρημένη Ελλάδα. 

Την τελευταία δεκαπενταετία, οι χρήσεις της γης έχουν αλλάξει και η γεωργία, πλέον, απασχολεί πολύ μικρό ποσοστό. Η κτηνοτροφία σε άλλες περιπτώσεις αναπτύσσεται με πλεονεκτήματα, (σχεδόν βιολογική κτηνοτροφία) ενώ αλλού παραπαίει με δήθεν ‘’προγράμματα’’, που όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά παραπλανώντας, εξανεμίζουν τα όποια επενδυτικά κεφάλαια των τοπικών επενδυτών – κτηνοτρόφων. Ο ιστός της χώρας, φυλλορροεί και αποδομείται με προεξάρχον πρόβλημα, την εξαφάνιση των γεννήσεων σε αγροτικές περιοχές, και την εν γένει ελλειμματική ανανέωση των γενεών. 

Το όραμα για ανάπτυξη της ορεινής Ελλάδας, που απέσπασε σεβαστά ευρωπαϊκά σχόλια και κατόπιν δυσθεώρητα κονδύλια, κινδυνεύει να μείνει ανενεργό και απραγματοποίητο. Μόνο με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία μπορεί να συγκριθεί το ελληνικό δίκτυο υποδομών στην περιφέρεια, (Δ. Καδδά, Ελευθεροτυπία 10 – 11 Απριλίου 04, σελ 10) κατόπιν μάλιστα, δεκαπενταετούς πακτωλού επιδοτήσεων και δήθεν, (όπως αποδεικνύεται) μεγάλων έργων.

Και είναι φυσικό, αφού τα εκατό δις + δρχ του Γ’ ΚΠΣ που εκταμιεύτηκαν δεν φτάνουν να αναθερμάνουν τον καθοριστικό παράγοντα της ανάπτυξης. Το πολύτιμο, όπως αποδεικνύεται, έμψυχο υλικό που στις μέρες μας απουσιάζει, γιατί στερείται σοβαρών κινήτρων.

Το μόνο που μένει ανέγγιχτο είναι το δάσος, οι εκτάσεις του οποίου παραμένουν ίδιες. Αυτές οι απέραντες, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους παρθένες, εκτάσεις αναβαπτίζουν την έννοια του ταξιδιού. Μακροπρόθεσμα όμως, αν οι τοπικές κοινωνίες δεν ενεργοποιηθούν, είναι βέβαιο ότι θα αλλοιωθεί ο χαρακτήρας τους. Αυτό είναι κρίσιμο, με δεδομένο, και κατοχυρωμένο με νόμο πλέον, (Ν. 3208 γνωστός σαν δασοκτόνος) ότι η διοίκηση, αν και με τη δική της ανεπάρκεια μετακινήθηκε όλο το παραγωγικό μέρος του πληθυσμού, στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδος και του εξωτερικού, δεν θα αφήσει ανεκμετάλλευτο το πλούσιο δασικό τοπίο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ένα νέο πρότυπο χρήσης ή ‘’κατανάλωσης’’ των ορεινών τοπίων, των ‘’ορεινών και μειονεκτικών περιοχών’’ όπως ονομάζονται επίσημα. Των μεγάλων χαμένων, των πόρων και των προγραμμάτων βιώσιμης ανάπτυξης που ξεκίνησαν με την ένταξη στην τότε Ε.Ο.Κ. το 1981, και σήμερα βρίσκονται στο έσχατο όριο. Κινητήριος δύναμη για αυτού του είδους την ανάπτυξη, αποτελεί η αναζήτηση μια ειδικού τύπου βιωματικής εμπειρίας της ζωής και των ‘’καινούργιων’’ δραστηριοτήτων στα βουνά, που ειδικά σε αυτές τις περιοχές διαθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό δασοκάλυψης στη χώρα. 

Υπάρχει πάντοτε το ερώτημα σε αυτού του είδους την χρήση. Από ποιους θα γίνει; Η απογοητευτική εμπειρία του παρελθόντος δείχνει την πλήρη άγνοια της διοίκησης για το θέμα, (βλ. αναθεώρηση της ΚΑΠ, δασικό νομοσχέδιο – δασικά χωριά (η πληγή) – τροπολογίες, ‘’ανάπτυξη’’ Κυκλάδων, ρυμοτομία Σπάτων, αποκαλύψεις για επίορκους δασικούς υπαλλήλους κ.ά.). Μια λύση υπάρχει, με την προϋπόθεση του αισιόδοξου ελέγχου από τις τοπικές ευνομούμενες κοινωνίες.

Η ιδιωτική πρωτοβουλία επιχειρηματιών του τόπου, η παρουσία εμπνευσμένων νέων που θα φέρει την επιθυμία δημιουργίας, και το δυνάμωμα των τοπικών συλλόγων που θα φέρει την ανανέωση σπάζοντας το απόστημα της άνισης κατανομής των πόρων, και της ακόμη μεγαλύτερης ανισότητας στην εκπαίδευση. Αυτά είναι ικανά να στηρίξουν και να αποτελέσουν ισχυρά σημεία αναφοράς που μπορεί να έχουν σαν συνέπεια τη ρήξη, όμως σίγουρα θα φέρουν και την υλοποίηση της, ωριμότατης πλέον, ανάπτυξης. 

Δεν πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι τα προβλήματα μπορεί να λυθούν μόνο μέσω της Διοίκησης. Αυτό δημιουργεί ψευδαισθήσεις για το πώς, και από ποιους διοικούμεθα. Σε ένα περιβάλλον που ευνόησε και εξακολουθεί να ευνοεί τη μετανάστευση, που διεύρυνε με ανόητα και επικίνδυνα προσχήματα τις κοινωνικές, περιφερειακές ανισότητες και που διαμορφώθηκε από τις υψηλές μονομερείς επιδοτήσεις της εντατικής πεδινής γεωργίας, η φυσιολογική αξιοποίηση δεν πρέπει να περιμένει τίποτα. Καμία κυβέρνηση, και κανένα διοικητικό σχήμα, δεν αντιμετώπισε σε βάθος χρόνου με ήπιο και εύλογο τρόπο, τα πλεονεκτήματα των ‘’ορεινών και μειονεκτικών περιοχών’’. Πάντοτε το πολιτικό κόστος στεκόταν αξεπέραστο εμπόδιο ακόμα και για μοναδικές ευκαιρίες, (βλ. διατήρηση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μέσω της πρόσφατης αναθεώρησης της ΚΑΠ).  

Τελικά, τα προβλήματα του σήμερα (δημογραφική συρρίκνωση, κοινωνική και οικονομική υποχώρηση, ανασφαλές επενδυτικό περιβάλλον, ανύπαρκτη ανταγωνιστικότητα, σχεδόν πλήρης απώλεια του Γ’ Κ.Π.Σ., υπαρκτός κίνδυνος προστίμων από την Ε.Ε.) θα είναι, δυστυχώς, προάγγελοι επώδυνων ‘’τομών’’ με επιπτώσεις στα ορεινά οικοσυστήματα. Και εδώ η διοίκηση, στάθηκε ανώριμη και ανίκανη να τα καθορίσει και κατόπιν να τα θωρακίσει θεσμικά, (δουλειά της είναι η προστασία τους) με αποτέλεσμα, να υπάρχει συνεχώς ο κίνδυνος για αλλότριες ‘’επενδύσεις’’. Προετοιμάζονται μεγάλα τουριστικά πάρκα στα βουνά, αγνοώντας την κτηνοτροφία, μελετώνται μεγάλες τουριστικές μονάδες, ‘’ξεχνώντας’’ τις ήδη υπάρχουσες, ιδιωτικοποιήσεις, αποκρατικοποιήσεις, ενοικιάσεις εκτάσεων του δημοσίου για τουριστική αξιοποίηση 30 – 50 ετών, επέκταση φορολογικών κινήτρων κ.ά. 

Υπάρχει άραγε πρόγραμμα για αυτές τις επενδύσεις; Θα έχουν αισθητική και ιδεολογική αντίληψη αυτές οι προσπάθειες; Εμείς, εσείς, δεν είναι σίγουρο ότι μπορούμε να αλλάξουμε ή έστω να απαλύνουμε την πορεία των πραγμάτων, εκτός ίσως, από τη δραστηριοποίησή μας μέσα από τοπικούς ή πανελλήνιας εμβέλειας συλλόγους. Σίγουρα όμως, μπορούν και πρέπει να το κάνουν, μέσα από συνεχή επαγρύπνηση οι τοπικές κοινωνίες. 

Γράφοντας, επί πολλούς χειμωνιάτικους μήνες για έναν κόσμο που δεν μου έχει απευθυνθεί, θέλω να επιμείνω σε κάτι που έχω αναφερθεί ξανά στο παρελθόν. Διαβάστε προσεκτικά, και αυτές τις διαδρομές που κάποτε χαράχθηκαν από ανθρώπους και ζώα. Σε κάμποσα χρόνια, τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Είναι βέβαιο, ότι ο συνδυασμός, άνθρωποι - φυσικός πλούτος θα σας ενθουσιάσουν. Τα μεθυστικά αρώματα των δασών, αλλά και της θάλασσας θα χαραχθούν για πολλά χρόνια στη μνήμη σας. 

Τόσα, ώστε κάποτε  αυτές οι διαδρομές θα αποτελούν το δικό σας παρελθόν……… 

Ταξιδεύοντας και αναβοσβήνοντας τα φώτα

Άγγελος Σινάνης  

Υ/Γ: Το ταξιδιωτικό άρθρο, οι περιηγήσεις σε τόπους που δεν γνωρίζουμε την κουλτούρα που επικρατεί, δίνει τις περισσότερες φορές λανθασμένες εντυπώσεις, μεταφέροντας με κακό τρόπο στον αναγνώστη, τη ζωή στα χωριά. Δεν είναι σωστό να γράφουμε χωρίς να έχουμε σε πραγματική βάση επαφή με αυτόν. Να μην τον έχουμε επισκεφθεί επανειλημμένα ώστε η ματιά μας στο πεδίο, να έχει τεκμηριώσει και να έχει κατασταλάξει στην αντίληψη που έχουν οι κάτοικοι, και το συγκεκριμένο υπό έρευνα στις πλείστες των περιπτώσεων, αγροτικό τοπίο. Γνωρίζω τμήμα μόνο των δυσκολιών του εγχειρήματος, και γι’ αυτό πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτιώσεων, που είναι ορατά, αν δείτε με προσεκτική ματιά τις προσεγγίσεις του τόμου ΣΤ’ που κρατάτε στα χέρια σας.

 ΚΥΚΛΑΔΕΣ (9030 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΠΑΡΟΣ αρχ. Μινωίς

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2004

Της Ιστορίας και της Παράδοσης

Μεστό καλοκαίρι. Ο ήλιος σκληρός φωτίζει, καίει, λες και θέλει να λιώσει τα πάντα γύρω. Τα ημίγυμνα σώματα των ‘’ξένων’’ λιάζονται στο κατάστρωμα αναζητώντας λες, λύτρωση από την μόνιμη συννεφιά των χωρών τους. Οι ‘’δικοί’’ μας… ξεχωρίζουν, αποφεύγουν την κάψα ψάχνοντας καταφύγιο, σκιά, με την δροσιά ενός παγωμένου αναψυκτικού ή μπύρας στο χέρι. 

Οι ‘’Πόρτες’’, δύο τεράστιες κάθετες, αγριωπές, βραχονησίδες, και το εκκλησάκι του Αγίου Φωκά είναι η πρώτη εικόνα, λίγο πριν το πλοίο αγκυροβολήσει στο λιμάνι. Η ανεπτυγμένη τουριστικά Πάρος, εντυπωσιάζει τον επισκέπτη που πρώτη φορά έρχεται στο νησί, και δικαιολογημένα. Οι επί εικοσιτετραώρου βάσεως αφίξεις και αντίστοιχες αναχωρήσεις, κάνουν την Παροικιά ένα από τα πιο πολύβουα, πολυσύχναστα, και ανεπτυγμένα λιμάνια του Αιγαίου. 

Η Πάρος, χαρακτηρίζεται από πολλούς γραφική, με μαγευτικά παράλια, και επαγγελματισμό στο προϊόν που προσφέρει. Σίγουρα έχει πολλές τέτοιες εικόνες να χαρίσει στους επισκέπτες, όμως, δεν θα πάψει ποτέ να συγκεντρώνει ένα μεγάλο αριθμό περιηγητών, λόγω του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που, σε πείσμα των αιώνων, των αλμυρών βοριάδων, και των καιρών στέκουν εκεί ριζωμένα. Η ιστορία της αρχίζει από τα προϊστορικά χρόνια. 

Κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής περιόδου γύρω στο 4.000 π.Χ. (οικισμός νησίδας Σάλιαγκου – δες ‘’Αντίπαρος’’ - ταξίδια στην άλλη Ελλάδα - τόμος Ε’ 2003) η ανάπτυξη της όμως, άρχισε δέκα αιώνες μετά, γύρω στο 3.000 π.Χ. Την 2η χιλιετία π.Χ. η Πάρος συνδέθηκε με τον Μινωικό πολιτισμό και την Μινωική Κρήτη.  Ναύσταθμος σημαντικός των Κρητών του Μίνωα, με πρώτο οικιστή τον Αλκαίο. Στο γεγονός αυτό οφείλεται και η αρχική ονομασία του νησιού, Μινωίς. Στην μακρά της πορεία προστέθηκαν και άλλα: Καβαρνίς, Υρία, Αγκόστα, Παναιτία που βαθμιαία και σταθερά την εξέλιξαν σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του κυκλαδικού πολιτισμού.

Στην Πάρο έχουν αφήσει τα ίχνη τους Ίωνες, Δωριείς, Πέρσες, Ρωμαίοι, Αρκάδες, Αθηναίοι, Σλάβοι, Γότθοι και Βυζαντινοί. Οι Ίωνες κυριάρχησαν, στην στρατηγική του Μίνωα, και στους χρόνους που οι Δωριείς θριαμβεύουν στην Πελοπόννησο, άποικοι Αρκάδες με επικεφαλής τον Πάρο συνεχίζουν την πορεία του νησιού στην ιστορία με το όνομά του πλέον. Η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου και οι καλλιέργειες της γης, δίνουν εξαιρετική δύναμη συμβάλλοντας στην ανάπτυξη αποικιοκρατικού πνεύματος που υλοποιείται στην Θράκη, ιδρύοντας κατά σειρά αποικίες στην Θάσο, την Γαλυψό στο Παγγαίο, την Αισύμη, το Δάτον και την Στρύμη, στην Μαρώνεια, το Πάριον στον Ελλήσποντο, και άλλες στις Δαλματικές ακτές. 

Η καταστροφή έρχεται από τους Γότθους το 267 μ.Χ. και τους Σλάβους το 675 μ.Χ.  Αργότερα, οι Βυζαντινοί χτίζουν με αρχαία μέλη το ναό της Εκατονταπυλιανής και οι πάροικοι, αναβιώνουν την Παροικιά. Οι Φράγκοι είναι οι κατοπινοί αφέντες, μέχρι το 1537, που η Πάρος περνά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.  Οι βενετοτουρκικοί πόλεμοι επιφέρουν μεγάλες καταστροφές, ενώ κατά την περίοδο των ρωσοτουρκικών πολέμων (1768 – 1774) και (1787 – 1792), η Πάρος γίνεται ναύσταθμος των ρώσων με έδρα την Νάουσα γνωρίζοντας μεγάλη ανάπτυξη. 

Την τιμή των Κυκλάδων, στη σκοτεινή για αυτές περίοδο του Εθνικοαπελευθερωτικού 1821, υπεραμύνθηκε επάξια η Μαντώ Μαυρογένους (1796; – 1848), γεννημένη στην Τεργέστη, που πρόσφερε όλη της την περιουσία στον Αγώνα. Ήταν η μοναδική γυναίκα που της απονεμήθηκε το αξίωμα του επίτιμου αντιστράτηγου, κατά τη διάρκεια του αγώνα, πράξη που επικύρωσε επίσημα ο Καποδίστριας το 1828 στο Ναύπλιο. Μετά την Ανεξαρτησία, έζησε με την πενιχρή σύνταξη που της χορήγησε η πολιτεία, ανάμεσα σε συγγενείς της στην Μύκονο, (απ’ όπου έλκει την καταγωγή της), στη Σύρο, τη Τήνο και την Πάρο όπου τον Ιούλιο του 1840 άφησε την τελευταία της πνοή. Σήμερα ο τάφος της δεν υπάρχει, το πέρασμά της από την Πάρο θυμίζει μόνο το λιτό μνημείο δίπλα από το παλιό κτήριο της κοινότητας, αντίστοιχο της προτομής της στην Μύκονο, και η ονομασία του δρόμου δίπλα από την πλατεία Εκατονταπυλιανής. 

Ο πάταγος από τις άγκυρες σταματάει απότομα τις σκέψεις για το παρελθόν. Στην ‘’Παρκιά’’ των ντόπιων γίνεται ο συνηθισμένος συνωστισμός, όπως τους περισσότερους μήνες του χρόνου. Πλήθος ανθρώπων, άλλοι για να υποδεχθούν, άλλοι για να ταξιδέψουν. Ο ανεμόμυλος σταθερά εκεί, διαχρονικό σύμβολο καλωσορίσματος ή αποχωρισμού. Το πρώτο που αντικρίζει ο επισκέπτης όταν βγαίνει από το καράβι, το τελευταίο που βλέπει από το κατάστρωμα, σκεπτόμενος πότε θα ξανάρθει πίσω, πως πέρασε, ποιους, και τι γνώρισε σ’ αυτό το ταξίδι.

Η Πάρος, δεμένη άρρηκτα με τρεις έννοιες που γέννησε και έθρεψε, το αμίμητα λευκό μάρμαρο, τον ιαμβογράφο Αρχίλοχο και τον παλαιοχριστιανικό ναό της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, υποδέχεται κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες από όλο τον κόσμο, που ευχαριστημένοι έρχονται και ξανάρχονται. Περπατήστε προς την Παναγία μέσα από τα στενά δρομάκια της πόλης, πάνω στα παλιά πλακόστρωτα. Δεκάδες καταστήματα δίνουν το στίγμα και το μέγεθος της ανάπτυξης που έχει επιτελεσθεί την τελευταία δεκαπενταετία. Στην Πάρο όμως, η ανάπτυξη συμβαδίζει με την πίστη. Στο νησί υπάρχουν περισσότερες από τριακόσιες εκκλησίες, πολλές από αυτές ιδιωτικές, όλες όμως με μια λιτότητα που χαρακτηρίζει γενικά τις εκκλησίες στο Αιγαίο. 

Μοναδική σε μέγεθος, ιστορία... και τύχη, αφού στο πέρασμα του χρόνου το κτήριο σώθηκε σχεδόν ακέραιο, είναι η Παναγία η Εκατονταπυλιανή ή Καταπολιανή. Ένα από τα πρώτα μνημεία που επισκέπτονται όλοι όσοι έρχονται  εδώ. Πλησιάστε την φρουριακής κατασκευής περιτείχιση – περίβολο και μπείτε από την βαριά σιδερένια πόρτα στους κήπους και το αίθριο. Εδώ η παράδοση και η ιστορία σφιχταγκαλιάζονται σε ένα πανορθόδοξο σύμβολο, από τα μεγαλύτερα της Ελλάδας. Η μεγαλόπρεπη Παναγία η Εκατονταπυλιανή θεωρείται το τρίτο κατά σειρά σπουδαιότητας παλαιοχριστιανικό μνημείο της χώρας μετά την Αχειροποίητο και τον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης. 

Περιτριγυρίζεται από δεκάδες θρύλους και παραδόσεις(1) για την ίδρυσή της, όμως η επικρατέστερη αναφέρει ότι οικοδομήθηκε τον 4ο αι., μεταξύ των ετών 328 και 337. Στην εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, (527 - 565) πέρα από την κατά μεγάλο μέρος ανακατασκευή της μεγάλης εκκλησίας πάνω στο αρχικό σχέδιο, υπέστησαν και τα τρία παλαιοχριστιανικά κτίσματα μια ουσιώδη μετατροπή. Η ξυλόστεγη σκεπή τους αντικαταστάθηκε από τρούλλους και θόλους, και έτσι, από σταυρικές ξυλόστεγες βασιλικές μετεβλήθησαν σε τρουλλαίες βασιλικές. 

Πολύ σημαντικό, γεγονός στην ιστορία της υπήρξε η στερέωση και αναπαλαίωση των ετών 1959 – 1964. Το σπουδαίο αυτό έργο πραγματοποιήθηκε από τον καθηγητή και γενικό γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας αείμνηστο, Αναστάσιο Ορλάνδο, χάρις στην αποφασιστικής σημασίας χρηματοδότηση και το προσωπικό ενδιαφέρον του τότε πρωθυπουργού αειμνήστου Κωνσταντίνου Καραμανλή, και την ιδιαίτερη αγάπη, του εκ Πάρου, αειμνήστου Δημητρίου Αλιπράντη, υφυπουργού τότε Οικονομικών, προς την γενέτειρά του. 

Κόσμημά για όλους η Εκατονταπυλιανή, με το ολόλευκο μαρμάρινο τέμπλο της και την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας με την ήρεμη μορφή που ακολουθεί το βλέμμα σας σε όποιο σημείο της εκκλησίας και αν σταθείτε. Το συγκρότημα περιλαμβάνει στην πραγματικότητα μια σύνθεση τεσσάρων βασιλικών, που ενώνονται σχηματίζοντας σταυρό. Ο επισκέπτης απ’ έξω δεν το αντιλαμβάνεται, όμως εισχωρώντας στον κυρίως ναό της Παναγίας, με τους εντυπωσιακούς θόλους, τον τεράστιο τρούλο, βλέπει εκτός από το σύνθρονο και το βαπτιστήριο, τα άλλα τρία μεγάλα παρεκκλήσια, των Αγίων Φιλίππου, Νικολάου, Αναργύρων, και το μικρότερο της Οσίας Θεοκτίστης. (12ος αι).

Στον εξωτερικό περίβολο, υπάρχουν τα παρεκκλήσια της Αγίας Θεοδοσίας και του Αγίου Δημητρίου. Επίσης τα ανακαινισμένα κελιά που πλέον στεγάζουν το Επισκοπείο, γραφεία, πωλητήριο βιβλίων, και το Εκκλησιαστικό Μουσείο με συλλογές από παλιά άμφια, εκκλησιαστικά σκεύη, βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες. Πρόκειται ίσως για τη σημαντικότερη συλλογή του είδους της στις Κυκλάδες, επισκέψιμη από το Πάσχα έως τον Οκτώβριο. 

Φεύγοντας από τον κατανυκτικό χώρο της Παναγίας, ο χαρακτηρισμένος παραδοσιακός οικισμός της Παροικιάς (παλιά Παροικία σε 10 μ. υψ.) έχει αρχίσει να βρίσκει τους γνώριμους απογευματινούς ρυθμούς του. Είναι η καλύτερη ώρα για να ανεβείτε στο κάστρο της Παροικιάς, περπατώντας δίπλα από πολυάριθμα καταστήματα, περνώντας κάτω από σκιερές καμάρες φορτωμένες με μπουκαμβίλιες και γεράνια. Ένας λαβύρινθος είναι η πρωτεύουσα, που φιδοσέρνεται και παρασύρει. Ακολουθήστε την οδό Μαντώς Μαυρογένους σε μια αρχιτεκτονική περιπλάνηση και γνωρίστε ορισμένα από τα αρχοντόσπιτα της Παροικιάς.

Τα ίχνη της ζωής μέσα στον χρόνο οδηγούν στην ολόλευκη, από τα ασβεστωμένα σπίτια συνοικία, ‘’του Κάστρου’’, που βρίσκεται σε αυτή τη θέση ήδη από την αρχαιότητα. Μια ιδιαίτερη φρουριακή παρουσία καθώς ανάμεσα στις στιβαρές πέτρες ξεχωρίζουν ολόλευκα, αρχαία μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη. Το 1207 ο Ενετός Μάρκος Σανούδος κατακτά τις Κυκλάδες και με έδρα την Νάξο ιδρύει το Δουκάτο του Αιγαίου. Το Κάστρο κτίσθηκε απο τους βενετούς κατακτητές στα 1260, (σώζεται μέρος του τείχους και ένας αναστηλωμένος πύργος), ‘’πάνω’’ στα ερείπια της  αρχαίας ακρόπολης της Πάρου. Στην ακρόπολη υπήρχε το ιερό και τρεις τουλάχιστον μαρμάρινοι ναοί. 

Κεντρική θέση στην κορυφή του λόφου είχε ιωνικός ναός αφιερωμένος στη θεά Αθηνά, (530 – 520 π.Χ.) προστάτιδα της πόλης. Εκεί, βρίσκονται σήμερα μέρος από τα απομεινάρια (θεμέλια), του ναού, μέχρι πρότινος κάτω από ένα σπιτάκι!!, που μετά από χρονοβόρες δικαστικές περιπέτειες γκρεμίστηκε, και έτσι οι αρχαιολόγοι είναι πλέον ελεύθεροι να κάνουν τις εργασίες που απαιτούνται, για την πλήρη αποκατάσταση και ανάδειξη του μνημείου. Η θέα από εδώ, αγκαλιάζει όλο το λιμάνι μέχρι πέρα στον Άγιο Φωκά, τον αρχαίο προστάτη των Ναυτικών, και τα ιερά του Απόλλωνα Δηλίου και της Άρτεμης. Αξίζει πράγματι να έρθετε εδώ, αργά το απόγευμα, την ώρα που βασιλεύει ο ήλιος, και αυτό το πορφυρό χρώμα πλημμυρίζει τα πάντα. Δίπλα σχεδόν από τα πρώτα θεμέλια που βλέπει ο επισκέπτης είναι ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης κτισμένος στη μεταβυζαντινή περίοδο, με λεπτοδουλεμένο, επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, επίσης κτισμένος πάνω στα θεμέλια του αρχαίου ναού της Αθηνάς. Από τα σκαλιά δίπλα του, κατεβαίνετε δεξιά στην παραλία, περνώντας από τη δροσερή βεράντα ενός παλιού, και καλού Jazz Bar ή αριστερά προς το κέντρο της πόλης, από έναν όχι τόσο πολυσύχναστο δρόμο. Τα καφέ και τα μπαράκια, όλα ανοιχτά, γεμάτα με νεαρόκοσμο προϊδεάζουν για το νυχτερινό γλέντι που….συνήθως σταματάει το πρωί. 

Ξημερώνει άλλη μια ηλιόλουστη, φωτεινή ημέρα, και η Πάρος ξεμουδιάζει διώχνοντας τον ύπνο από πάνω της. Η ευεξία της φύσης είναι μεταδοτική και στους ανθρώπους. Το πρωινό καφεδάκι τελειώνει γρήγορα ενώ η μοτοσυκλέτα περιμένει. Από την Παροικία μια ωραία, ασφάλτινη, πλέον, διαδρομή – περιήγηση, από την αρχή του περιφερειακού θα σας φέρει πάνω, ψηλά στο βουνό, στους Αγίους Αποστόλους που φαίνονται από παντού. Το ολόλευκο μοναστήρι, κτισμένο σε πλεονεκτική θέση, στέκει πραγματικός βιγλάτορας ατενίζοντας την πόλη. 

Στο λόφο, ακριβώς απέναντι από το λιμάνι είναι ο αρχαιολογικός χώρος που λατρευόταν ο θεός Απόλλωνας, και η θεά Άρτεμις. Από το ιερό στο Δήλιο σώζονται τα θεμέλια. Για να πάτε εκεί κατευθυνθείτε από το λιμάνι προς τον Κριό και το Καλάμι λίγο πριν τον μικρό οικισμό, θα πάτε αριστερά στον ανηφορικό ασφαλτόδρομο – σύνολο τρεισήμισι χλμ για τον αρχαιολογικό χώρο, που είναι επισκέψιμος με πολύ ωραία θέα της Παροικιάς και του λιμανιού, που ακόμη περιμένει την επέκτασή του. Πιο κάτω από το Καλάμι, προς Νάουσα, είναι οι Καμάρες (10 μ Υ) και εδώ φιλοξενεί, σε έκταση τριών στρ, τα ζώα και τα πουλιά η ‘’Αλκυόνη’’(2).Ο χώρος είναι επισκέψιμος καθημερινά 10:00 με 13:00. 

Θυμούνται όσοι έχουν ξανάρθει, τους τεράστιους γερανούς εκσκαφείς που είχαν αρχίσει το έργο της επέκτασης του λιμανιού. Όλη η Πάρος είναι γεμάτη αρχαία. αλλά αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια των εργασιών δεν το περίμενε κανείς, αφού μάλιστα είχε προηγηθεί σωστική ανασκαφή, κατά την διάρκεια της οποίας δεν προέκυψαν αρχαιολογικά ευρήματα. Μόλις λοιπόν άρχισαν οι εργασίες, ανασύρθηκαν από το βυθό τα πρώτα, σπάνια μάλιστα, ευρήματα. Δύο κιονόκρανα οκτώ τόνων το καθένα, 330 μαρμάρινες τεφροδόχοι, αγάλματα, γλυπτά, το πόδι μαρμάρινου λιονταριού, διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη, μεγάλος αριθμός κεραμικής, δύο επίχρυσα ρωμαϊκά νομίσματα, επιτύμβιες στήλες και άλλα. Όπως ήταν φυσικό προκλήθηκε σάλος, οι εργασίες διαπλάτυνσης σταμάτησαν, και η αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας έμεινε στα χαρτιά. 

Ο περιφερειακός δρόμος οδηγεί παντού, όμως η ιστορία του νησιού καταγράφεται με μοναδικό τρόπο στο αρχαιολογικό μουσείο ανάμεσα από την Εκατονταπυλιανή και το Λύκειο. Πρέπει να σημειωθεί ότι το μουσείο της Πάρου, είναι από τα λίγα μουσεία αρχαίας ελληνικής τέχνης που περιλαμβάνει στις συλλογές του πρωτότυπα έργα της λεγόμενης μεγάλης πλαστικής, της αρχαϊκής και της κλασικής εποχής. Έξω από το μουσείο, υπάρχουν αρκετές Μαρμάρινες σαρκοφάγοι, και στην αυλή εκτίθενται κυρίως ταφικά - αναθηματικά μνημεία, και ψηφιδωτό δάπεδο με παραστάσεις από τους άθλους του Ηρακλή. Η επίσκεψη στις αίθουσες αρχίζει χρονολογικά από τα προϊστορικά ευρήματα, συνεχίζεται στα νεότερα, υστεροελληνιστικά - ρωμαϊκά καταλήγοντας πάλι σε έργα του 6ου – 5ου αι.  

Στην αίθουσα Β,  εκτίθενται τα ευρήματα από τις ανασκαφές στις νησίδες Σάλιαγκος και Δεσποτικό Αντιπάρου και στην αίθουσα Γ, το περίφημο Πάριο Χρονικό,ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της ελληνικής αρχαιότητας. Πρόκειται ένα από τα τρία τμήματα, μαρμάρινης ενεπίγραφης πλάκας με τριάντα δύο στίχους, που βρέθηκε το 1897 στην περιοχή Θόλος της Παροικιάς. Οι πρώτες δύο πλάκες με τους υπόλοιπους στίχους, μετά από περιπέτειες, που ξεκίνησαν το 1627, κατέληξαν μετά από δωρεά (1667) στο Ασμολιανό μουσείο της Οξφόρδης. Η σπουδαιότητα της επιγραφής, έγκειται στο ότι περιλαμβάνει 134 στίχους, στο σύνολό της, καταγράφοντας με λεπτομέρειες ιστορικά και μυθικά γεγονότα από το 1582 π.Χ. έως το 264 – 3 π.Χ. που συνέβησαν στην Ελλάδα και τις αποικίες.

Εκτός όμως από την ιστορία αιώνων του τόπου, υπάρχει και ένα εξ’ ίσου ενδιαφέρον σήμερα, που ενθουσιάζει τους επισκέπτες. Μέσα στην Παροικιά, θα δείτε την μεγάλη πλατεία πινακίδες με διάφορες κατευθύνσεις και χωριά. Ακολουθήστε αυτές που λένε Λεύκες – Νάουσα. Ο ασφαλτόδρομος φτάνοντας στο βενζινάδικο χωρίζεται, ο ένας με ανατολική - δεξιά - κατεύθυνση ανηφορίζει προς Λεύκες και ο άλλος - αριστερά - προς Νάουσα.

Ακολουθήστε την διαδρομή προς Νάουσα και σύντομα (3,0 χλμ) θα δείτε τις πινακίδες Μονή Λογγοβάρδας. Κατευθυνθείτε προς το επιβλητικό φρουριακό συγκρότημα της μονής που είναι αφιερωμένη στην Ζωοδόχο Πηγή (160 μ Υ). Η ίδρυσή της ανάγεται το 1638 από τον Χριστόφορο Παλαιολόγο από τη Νάουσα, πιθανώς στην θέση παλιότερης, ενώ το 1652, επί Οικουμενικού Πατριάρχη Παϊσίου, έγινε πατριαρχικό σταυροπήγιο, φάρος της Ορθοδοξίας στο Αιγαίο. Είναι ανδρική μονή, (ισχύει το Άβατο για τις γυναίκες) με μεγάλη φιλανθρωπική δράση, φημισμένη στα νεώτερα χρόνια από την παρουσία του γέροντα Φιλόθεου Ζερβάκου(3).

Το αξιόλογο μοναστήρι έχει θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο με εικόνες εξαιρετικής τέχνης, πλούσια βιβλιοθήκη και εργαστήρια αγιογραφίας και βιβλιοδεσίας. Από τις δράσεις που ξεχωρίζουν στις μέρες μας, και έμμεσα μας αφορούν, είναι η παραχώρηση δωδεκάμισι στρεμμάτων, στην θέση ‘’Καμάρες’’, στον σύλλογο Περίθαλψης και προστασίας Αγρίων Ζώων  ‘’η Αλκυόνη’’, που εδρεύει στην Παροικιά. Ένας σύλλογος που ιδρύθηκε το 1995 και λειτουργεί σε εθελοντική βάση σκοπό την περισυλλογή, θεραπεία και επανένταξη στη φύση των αγρίων ζώων και πουλιών της ελληνικής πανίδας που για κάποιο λόγο, (και είναι πολλοί), βρέθηκαν σε θέση να χρειάζονται περίθαλψη. 

Στον κεντρικό δρόμο και πάλι, για την συναρπαστική συνέχεια. Μετά από τρεις ασφάλτινες διασταυρώσεις στρίψτε αριστερά προς Κολυμπήθρες, (υπάρχουν πινακίδες) και τον μεγάλο κόλπο της δεύτερης σε ανάπτυξη Νάουσας. Άξια προσοχής και στάσης, τα τεράστια στρογγυλεμένα βράχια, που μοιάζουν γλυπτά βγαλμένα από την έμπνευση πρωτοποριακού καλλιτέχνη. Ο μεγάλος όρμος φιλοξενεί τις παράξενες, διάσημες σε όλο τον κόσμο από παλιά, Κολυμπήθρες (10 μ Υ), με την λευκή σχεδόν, ψιλή άμμο. Μια βραχώδης, ανοιχτού γκρίζου χρώματος, γεωλογική ιδιοτροπία, ένα θαλασσινό στολίδι για όλο το νησί, εισχωρεί στην θάλασσα δημιουργώντας αλλεπάλληλους ορμίσκους. Στον χώρο υπάρχει υπαίθριο πάρκινγκ, ταβέρνα και το καλό, παλιό, κάμπινγκ ‘’Νάουσα’’. Όλη η περιοχή είναι όνειρο, αλλά, με πολυκοσμία σχεδόν όλο το καλοκαίρι. Να έρθετε όμως έτσι και αλλιώς να δείτε από κοντά αυτό το καπρίτσιο της φύσης. Τώρα, αν αυτή η επίσκεψη γίνει αρχές άνοιξης ή Σεπτέμβρη ακόμα καλύτερα.   

Η διαδρομή συνεχίζει με πρώτο στο πλάνο το νησάκι της Αγίας Καλής με το ξωκλήσι της Ανάληψης, ένα από τα τρία νησάκια που φιλοξενεί ο όρμος. Τα άλλα δύο είναι του Οικονόμου και ο Άγιος Αρτέμιος. Απέναντι απλώνεται η Νάουσα και το λιμάνι της. Μόνο δυόμισι χλμ από τις κολυμπήθρες είναι η αμμώδης παραλία του Αγ. Ιωάννου του Δέτη. Θαυμάσια θέα προς την Νάουσα, νόστιμοι μεζέδες στην ταβέρνα ενώ, ο χωματόδρομος πλέον, συνεχίζει λίγο ακόμα φτάνοντας στην βόρεια εσχατιά του νησιού, στο ακρωτήριο Κόρακας, με θέα το πέλαγος και τον φάρο στον οποίο πηγαίνετε από το πετρώδες μονοπάτι σε δέκα λεπτά. 

Η Νάουσα,(10 μ. υψ. – 97 ν.μ. από Πειραιά) είναι φημισμένο λιμάνι από παλιά με άνοιγμα εισόδου περίπου ένα ν. μ ενώ στο εσωτερικό έχει πλάτος 2 – 2,5 ν.μ. και σήμερα συγκροτεί τον δεύτερο σε μέγεθος πυρήνα ανάπτυξης του νησιού. Το τοπίο, αλλά και η πόλη, είναι πιο γραφική από την πρωτεύουσα, έχοντας κρατήσει περισσότερα παραδοσιακά στοιχεία (έχει κηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός) που την κάνουν ξεχωριστή και πιο ‘’φιλική’’ στους περιηγητές. Τα κάτασπρα σπίτια, οι ασπρισμένες εκκλησίες, τα παλιά σοκάκια, τα σκεπαστά περάσματα και το ειδυλλιακό λιμάνι με τις λιλιπούτειες παραλίες, ‘’Μικρό’’ και ‘’Μεγάλο Πιπέρι’’ δίνουν έμφαση στην παλιά μορφή του χωριού. Η οικοδομική δραστηριότητα μεγάλη, όμως ο τόπος έχει  διαφορετική ποιότητα, αποπνέοντας ηρεμία και γαλήνη. Μπροστά από το λιμάνι της Νάουσας, είναι το μισογκρεμισμένο κάστρο κτίσμα των Βενετών αρχόντων Σομμαρίπα (1389 – 1521), γνωστής ηγεμονικής οικογενείας στο Αιγαίο. 

Κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768 – 1774, που συνοδεύτηκε από τα Ορλωφικά (δες τις Παραπομπές των Σπετσών στον ίδιο τόμο) και την αποτυχημένη εξέγερση στην Πελοπόννησο, οι Ρώσοι κατέλαβαν για ένα διάστημα τις Κυκλάδες. Έστησαν το στρατηγείο τους στο νησάκι της Αγίας Καλής, απέναντι από το λιμάνι της Νάουσας, και από εδώ εξορμούσαν, στις θάλασσες του Αιγαίου επί μια τετραετία. Σύμμαχοι τους, οχτακόσιοι περίπου Ηπειρώτες – Σουλιώτες, υπό τον Λευκαδίτη Λουίτζη Σωτήρη – απεσταλμένο του Αλεξίου Ορλώφ - που ενίσχυσαν τις ναυτικές επιχειρήσεις. Ο στόλος των Ορλώφ, συμπαρέσυρε σε αυτή την κυριαρχία και τη Νάουσα, που εκείνη την εποχή γνώρισε μεγάλες δόξες. 

Στην πόλη, λειτουργεί Λαογραφικό Μουσείο και στη Μονή Αγίου Αθανασίου Εκκλησιαστικό,από το 1963 παρακαλώ, με βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες Κρητικών και άλλων αγιογράφων, που αποτελεί τμήμα μια ευρύτερης συλλογής, (χαλκογραφίες, ξυλόγλυπτα), που οργανώθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία. Παλιότερα, φιλοξενείτο στο ναό του Αγίου Νικολάου, στο κάστρο της Νάουσας. Στον ίδιο χώρο υπάρχουν οι θαυμάσιες τοιχογραφίες από βυζαντινό Ναό στα Πρωτόρια Νάουσας, η αποτοίχιση και συντήρηση των οποίων έγινε, από την Αρχαιολογική υπηρεσία το 1969 – ’70. Επίσης, η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου που ξεχωρίζει για τις λαϊκότροπες τοιχογραφίες. Τους καλοκαιρινούς μήνες με βάρκα ή καΐκι (υπάρχει και δρόμος από το εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής) περάστε απέναντι στον όρμο ‘’Λάγγερη’’ και την ομώνυμη απόμερη σχετικά παραλία. 

Προς βορρά είναι η άγνωστη ‘’Πλατειά Άμμος’’. Αν δεν φυσάει, είναι καλή μοναχική επιλογή. Από το λιμανάκι της Νάουσας, το ‘’Μαντράκι’’(4) ξεκινά η διαδρομή που περνά από την παραλία ‘’Άγιοι Ανάργυροι’’ (με ταβερνάκι), τον αμμουδερό όρμο Ξιφαρά, που διασταυρώνεται καταλήγοντας μετά απο επτά χλμ στην γνωστή Σάντα Μαρία ή στην Αλυκή (1,6 χλμ). Σάντα Μαρία, μια υπέροχη γαλαζοπράσινη παραλία με ψιλή χρυσή άμμο, καλαμένιες ομπρέλες, ξαπλώστρες, μπαράκι με σωστά ποτά, καλή μουσική και τουριστικό ταβερνάκι παραδίπλα. Στην μεγάλη ακτή ο κόσμος σκορπίζεται και δεν γίνεται ‘’χαμός’’. 

Αν σας απογοήτευσε η πολυκοσμία στα χωριά, εδώ έχετε τουλάχιστον άλλες δύο προσιτές επιλογές, την ‘’Αλυκή’’ στα δεξιά σας, με την βραχώδη άκρη που εισχωρεί στην θάλασσα φτάνοντας σχεδόν μέχρι το νησάκι Φιλίτζι, και την μοναχική του ‘’Ζευλογιάννη’’ πίσω από το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, και τον ομώνυμο οικισμό, αριστερά από την Σάντα Μαρία. Ακόμα πιο ερημικά τοπία, με εξαιρετική θέα, είναι οι συνεχόμενες δαντελένιες ακτές του ‘’Άργιακα’’, ‘’Γλυφάδες’’, ‘’Τσουκαλά’’, ‘’Μώλος’’, ‘’Βίγλα’’ (Καλόγερας). Τις συναντάτε στον χωμάτινο βατό ακροθαλάσσιο δρόμο από το κάμπινγκ της Αλυκής, προς το ωραίο χωριό του Αμπελά, (10 μ. υψ.) έως και τη Μάρπησσα. Τους καλοκαιρινούς μήνες από το μικρό λιμανάκι του Αμπελά, υπάρχει τακτική συγκοινωνία και ημερήσιες εκδρομές προς Νάξο, Ίο, Σαντορίνη, Μύκονο, Δήλο, Αντίπαρο και Κουφονήσια.

Η Πάρος, με τις πέντε γαλάζιες σημαίες του 2003, για την ποιότητα την καθαρότητα των ακτών και της θάλασσας της, έχει αρχίσει να αποκαλύπτεται, όσο πλησιάζετε στο όρμο του Κέφαλου, από τον παράκτιο χωματόδρομο. Τα Κυκλαδονήσια χαρακτηρίζονται για τη λιγοστή τους βλάστηση, όμως αυτό, δημιουργεί μια μοναδική αντίθεση με την χρυσαφιά καλοκαιρινή ξεραΐλα των χωραφιών, που χύνονται να ανταμώσουν το αστραφτερό γαλάζιο της θάλασσας, και του ουρανού. Το αναστηλωμένο, παλαιοχριστιανικό εκκλησάκι, του Σταυρού, δεξιά σας, και ο Άγιος Νικόλαος ‘’ο πλούσιος’’ πιο κάτω αριστερά, σας υποδέχονται σε αυτή την ιδανική, γαλήνια γωνιά, για κολύμπι. Δίπλα είναι η παραλία του Μώλου και η μεγαλύτερη του Κέφαλου. Ιδανικός χώρος για να χαλαρώσετε με την ησυχία σας και να δροσιστείτε στα πεντακάθαρα νερά. Στην απέναντι μεριά, κάτω από την σκιά του λόφου Αντικέφαλος (Δικέφαλος των ντόπιων) είναι ο Άγιος Νικόλαος ‘’ο φτωχός’’, ο μόλος, οι ψαρόβαρκες, και τα καΐκια που στριμώχνονται να χωρέσουν, ενώ η προκυμαία είναι γεμάτη τραπέζια από τη διπλανή ταβέρνα. 

Ανεβαίνοντας προς τους χαρακτηρισμένους παραδοσιακούς, οικισμούς Μάρμαρα (20 μ. υψ.) και Πρόδρομος (Παλιά Δραγουλάς – Τραγουλάς 30 μ. υψ.) θα περάσετε έξω από την πόρτα της μικρής εκκλησίας του Αγίου Σάββα (16ος αι.) δίπλα στο γυμνάσιο Αρχίλοχου. Δείτε το παμπάλαιο περίτεχνο καμπαναριό και περπατήστε στο μικρό αγροτικό οικισμό με τα παλιά αρχοντόσπιτα και τους βασιλικούς, μέσα από στους χρωματιστούς ντενεκέδες. Από τον Πρόδρομο, αρχίζει το βυζαντινό πλακόστρωτο καλντερίμι που κατευθύνεται στις Λεύκες και είναι για τον επισκέπτη, μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εξόρμηση. Ξεκινά από τον κεντρικό δρόμο, δίπλα από το κοιμητήριο, περνά από την οικία Ιωάννη Βραχωρίτη και ανεβαίνει στις Λεύκες. Υπάρχουν πινακίδες της Αρχαιολογικής, (οι κλασικές, με το καφέ χρώμα και τα κίτρινα γράμματα) που βοηθούν. Η διαδρομή δεν είναι πάνω από μια ώρα. Περισσότερες πληροφορίες στα Δ.Δ. Πρόδρομου και Λευκών. 

Το κεφαλοχώρι της Μάρπησσας (παλιά Τσιπίδος στα 40 μ Υ) αστράφτει στον Ήλιο γύρω από την παλιά εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα. Στο χωριό, εκτός από την Βυζαντινή Πινακοθήκη που στεγάζετε δίπλα από την νέα εκκλησία της Μεταμόρφωσης, με εκθέματα κυρίως παλιές ενδιαφέρουσες βυζαντινές εικόνες, διαθέτει και ένα φροντισμένο Λαογραφικό Μουσείο από τα πιο ωραία του νησιού.Το δυσεύρετο πλεονέκτημα του, είναι ότι στεγάζεται σε ένα παραδοσιακό σπίτι εξοπλισμένο με όλο το νοικοκυριό της εποχής, ξαναζωντανεύοντας με ακρίβεια το παρελθόν. Πραγματικά οι επισκέπτες βλέποντας αυτή την πλούσια, πρωτόγνωρη παρουσίαση, μεταφέρονται σε άλλη χρονική περίοδο. Αυτό όμως που δεν πρέπει να ‘’χάσετε’’, είναι το περίφημο Μουσείο Νίκου Περαντινού που έχει φιλοτεχνήσει τα περισσότερα έργα που βλέπουμε σε διάφορα σημεία του νησιού, της Ελλάδος, και του εξωτερικού. Στον Νίκο Περαντινό απενεμήθη από την Ακαδημία Αθηνών, τον Μάρτιο του 1991, το σημαντικό ‘’Αριστείο καλών Τεχνών στον Τομέα της Γλυπτικής’’. 

Ο δεξιοτέχνης γλύπτης δούλεψε και με τον Παριανό Λυχνίτη και δημιούργησε, μεταξύ των άλλων, την ‘’Κόρη της Πάρου’’. Τα περισσότερα έργα του - κυρίως προτομές - είναι από Πεντελικό μάρμαρο, γιατί, την εποχή που τα φιλοτέχνησε ήταν όχι μόνο δύσκολη, αλλά και εξαιρετικά ασύμφορη η εξόρυξη από το βάθος των λατομείων. Έργα του πολυβραβευμένου καλλιτέχνη εκτίθενται σε κτίριο που έχει παραχωρηθεί από το δημοτικό διαμέρισμα Μάρπησσας. Παράλληλα, έχει δωρίσει το εργαστήριό του στην Παροικιά – στην Αγία Άννα – όπου κάθε καλοκαίρι πραγματοποιούνται σεμινάρια, σε δύο κύκλους, Μαρμαρολατίπα (ψηφιδωτό) και – Μαρμαρογλυπτική. Τα σεμινάρια είναι ανοιχτά σε όλους όσους θα ήθελαν να μάθουν αυτές τις τεχνικές. Ενόψει δε, του 2004, θα εκτεθούν Εικοσιεννέα έργα μικρογλυπτικής στο εργαστήριό του στην Παροικιά.  

Τρεις πολύ όμορφες διαδρομές ξεκινούν από την Μάρπησσα, μέσα από το χωριό. Η πρώτη σκαρφαλώνει ανατολικά στον διπλανό λόφο του Κέφαλου, που έτσι κι’ αλλιώς, δεν περνά απαρατήρητος λόγω ύψους. Από αυτό το σημείο έχετε πολύ ωραία θέα προς τον κάμπο τον όρμο του Κέφαλου και την Νάξο. Εδώ υπάρχουν ακόμα τα ερείπια της βενετικής οχύρωσης του 1260, (την ίδια περίοδο έγιναν τα κάστρα στην Παροικιά στην Νάουσα και στον Κέφαλο), ενισχυμένα από τον Βενιέρη (1521), και τον τελευταίο των ηγεμόνων Βερνάρδο Σαγρέδο (1536) ο οποίος, διατήρησε την διοίκηση εδώ, όπως είχε εγκατασταθεί από την εποχή του Νικολάου Σομμαρίπα, (1462 – 1505). Τα τείχη όμως, όσο ψηλά και αν ήταν δεν τον προφύλαξαν και παρά την ηρωική άμυνα, το κάστρο και μαζί του η Πάρος, (1537) έπεσε στα χέρια του διαβόητου Έλληνα εξωμότη, πειρατή από τη Μυτιλήνη, Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, ερημώθηκε και με το πέρασμα του χρόνου μετεβλήθη, (όπως πολλά νησιά του Δουκάτου του Αιγαίου) σε πειρατικό κρησφύγετο. 

Σε όλη την διάρκεια του 17ου αι. ο μοναχισμός γνώρισε ιδιαίτερη ακμή στην Πάρο. Ήδη, από τον 16ο αι. είχαν δημιουργηθεί αξιόλογα μοναστικά κέντρα, ένα από αυτά, η Μονή Αγίου Αντωνίου στην κορφή σχεδόν του λόφου. Μαζί με τον Άγιο Χαράλαμπο ανήκει στις μονές που σημείωσαν αξιόλογη ανάπτυξη και πρόσφεραν πολλά στο νησί. Τόσο ο Άγιος Αντώνιος όσο και ο Άγιος Χαράλαμπος ανήκαν στην ιδιοκτησία του βοεβόδα της Μολδοβλαχίας Νικολάου Π. Μαυρογένη (1735 – 1790), που καταγόταν από την Πάρο (θείος της εξέχουσας μορφής του αγώνα της Ανεξαρτησίας Μαντώς Μαυρογένους), στην οποία έκανε πολλά έργα και δωρεές. 

Η δεύτερη κατευθύνεται προς το σχεδόν έρημο τον χειμώνα παραθεριστικό οικισμό Πίσω Λιβάδι, (10 μ Υ) που εκτός από την ωραία παραλία και το λιμανάκι σώζεται ακόμη ο Άγιος Γεώργιος ο Θαλασσίτης μια από τις πιο αξιόλογες εκκλησίες του νησιού. Η αρχαιολογική του αξία είναι αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους του. Δέσποζε στην κορυφή ενός λόφου και έβλεπε το Αιγαίο και το μικρό γραφικό κάποτε λιμανάκι. Κατά τον βυζαντινολόγο καθηγητή Αναστάσιο Ορλάνδο, (Οι μεταβυζαντινοί ναοί της Πάρου) το ξωκλήσι αυτό είναι του 13ου αι. και οι τοιχογραφίες του από τα μέσα του 14ου αι. δηλαδή είναι οι αρχαιότερες της Πάρου. Δυστυχώς θα πρέπει ψάξετε να το βρείτε πίσω από το ξενοδοχείο! και τις εξοχικές κατοικίες. Πάλι καλά που δεν τον γκρέμισαν για να κάνουν πάρκινγκ. Αλλά επειδή τίποτα δεν αποκλείεται, να το δείτε τώρα, και να το φωτογραφίσετε. 

Η τρίτη και καλύτερη διαδρομή, ξεκινά με νοτιοανατολική κατεύθυνση, περνά έξω από τον ερειπωμένο και πολυφωτογραφημένο  Τούρλο, με τις μακριές ξερολιθιές, και ανεβαίνει στην πλαγιά της οροσειράς της Μάρπησσας περίπου στα 400 μ. Υ, όπου βρίσκεται το αντρικό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Ο δρόμος, με τις πολλές διασταυρώσεις θα προσπαθήσει να σας μπερδέψει, όμως εσείς δείτε το μοναστήρι που κρέμεται γαντζωμένο στον βράχο, όπως επίσης διακρίνεται και ο δρόμος που φτάνει ως εκεί, ‘’χαράξτε’’ την διαδρομή και πηγαίνετε, είναι εκπληκτικά, και δεν θα κάνετε πάνω από είκοσι λεπτά. 

Η ίδρυση της Μονής ανάγεται στο πρώτο μισό του 17ου αι. Ανακαινίστηκε το 1682 και το 1691, επί Οικουμενικού Πατριάρχη Καλλίνικου και έγινε πατριαρχικό σταυροπήγιο. Έχει καλοδουλεμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, που αργότερα επιχρυσώθηκε, ενώ οι εικόνες του ναού φιλοτεχνήθηκαν το 1699 από τον Νικόδημο Γεράρδη. Από εκεί, όπως και από τον Άγιο Αντώνιο, κατοπτεύετε ολόκληρο το ανατολικό μέρος της Πάρου από τον Άργιακα μέχρι τον Δρυό και το Δρυονήσι.

Ο έφορος κάμπος των χωριών Μάρπησσα, Πρόδρομος, Μάρμαρα που απλώνεται εμπρός σας υπήρξε από παλιά ο κυριότερος τροφοδότης αγροτικών προϊόντων του νησιού. Λένε ότι ο μαζικός τουρισμός έσωσε του Κυκλαδίτες και αυτό είναι, εν μέρει, σωστό αλλά δεν ισχύει για όλα τα νησιά. Ισχύει για όσα δεν είχαν πολλές καλλιέργειες και δεν παρήγαγαν κάτι αξιόλογο. Αυτά τα νησιά, έδωσαν το βάρος τους στον μαζικό τουρισμό καταστρέφοντας το φυσικό τοπίο, ‘’ξεχνώντας’’ τις οικογενειακές εκμεταλλεύσεις της γης, και τις συνέπειες της αλόγιστης τουριστικής ‘’ανάπτυξης’’. Και η Πάρος παρασύρθηκε από αυτόν τον οικονομικό – οικοδομικό οργασμό, εν μέρει όμως από τις επενδύσεις των ξένων προς τον τόπο, και όχι των Παριανών. Δεν άφησαν οι γεωργοί την γη τους ακαλλιέργητη. Υπάρχουν, όπως παντού, και τέτοιες περιπτώσεις όμως, είναι οι εξαιρέσεις εδώ. Εξήντα χιλιάδες στρέμματα που αποτελούν το 28% της έκτασης των νησιών Πάρου και  Αντιπάρου καλλιεργούν οι γεωργοί των νησιών αυτών, από τα οποία τα 25 – 30.000 στρ είναι σιτηρά. Το σύνολο των βοσκοτόπων που εκμεταλλεύονται για την κτηνοτροφία εκτιμάται ότι είναι 88.000 στρ. 

Εύκολα από αυτά τα στοιχεία, συνάγεται ότι η Πάρος δεν είναι μόνο τουρισμός. Αξίζει να σημειωθεί ότι το νησί θεωρείται παραγωγικό, όχι μόνο γιατί είναι ζώνη που εξάγει ντόπια κρασιά ονομασίας προέλευσης ανωτέρας ποιότητος, (6,5 – 7.000 στρ αμπέλια), που υπάρχουν πλέον σε όλη την Ελλάδα, αλλά και γιατί έχει δικά του γαλακτοκομικά, λάδι (8 – 10.000  ελαιόδεντρα), άφθονα λαχανικά, κηπευτικά (6.000 στρ), και φρούτα, τόσο από μικρές καλλιέργειες όσο και από οργανωμένες με ελαιουργείο, οινοποιείο, και τυροκομείο. Βέβαια, το καλοκαίρι που το νησί κατακλύζεται από κόσμο, που να φτουρήσουν μόνο τα τοπικά προϊόντα. Επισκεφθείτε στην Παροικιά, την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Πάρου για να ψωνίσετε πραγματικά τοπικά προϊόντα.

Το βοριαδάκι εδώ πάνω φαίνεται να δυναμώνει, τα λευκά σύννεφα ‘’τρέχουν’’ γρηγορότερα στον γαλάζιο ουρανό, ομορφαίνοντας τον, προσθέτοντας γοητεία σε όλη την Νότια πλευρά της Πάρου. Παρά την τουριστική ανάπτυξη της παραλίας, αυτή η πλευρά είναι πιο κοντά στον επισκέπτη κρατώντας, σε πολλά θέματα, την παράδοση και την απλότητα που λείπει από τα τουριστικά ανεπτυγμένα βορειοδυτικά παράλια. 

Ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο προς τον Δρυό,(20 μ. υψ) περνάτε τον σχεδόν εγκαταλειμμένο, τον χειμώνα, οικισμό του Λογαρά με την ομώνυμη παραλία, (με πολύ κόσμο τα καλοκαίρια) τη ‘’Μεσάδα’’, και τα ‘’Τσερδάκια’’ μπαίνοντας σιγά – σιγά στον μαγικό κόσμο του surfing. ‘’Αγκάλη Χρυσής Ακτής’’, ‘’Χρυσή Ακτή’’, μία κρυφή, ‘’Δρυός’’, ‘’Πυργάκια’’, ‘’Λωλαντώνη’’ (διάσημη από παλιά – αλλά τελευταία δεν έχει κόσμο), ‘’Πούτ’’, ‘’Ιταλός’’ (με τα πόδια), ‘’Γλύφα’’, ‘’Πετρή’’ (Τρυπητή). Όλο αυτό το κομμάτι της Πάρου είναι από τα πιο αξιόλογα. Οι περισσότερες παραλίες έχουν εύκολη πρόσβαση, ενώ ορισμένες επικοινωνούν με στενά τσιμεντοστρωμένα δρομάκια. Η τεράστια αμμουδερή παραλία της Χρυσής ακτής (Golden Beach) αλλά και τα νησάκια Δρυονήσι, Μακρονήσι, Πρασονήσι, προσθέτουν στο φυσικό περιβάλλον και συγκεντρώνουν πολλούς surfers και μη, από όλον τον κόσμο. 

Εδώ ξεκίνησε να πραγματοποιείται γύρω στον Δεκαπενταύγουστο, σε πανελλήνιο επίπεδο αρχικά, παγκόσμιο λίγα χρόνια αργότερα, το μεγαλύτερο ετήσιο πρωτάθλημα windsurf στην χώρα. Αυτό, στάθηκε έναυσμα οικοδομικής δραστηριότητας για όλη την παραλιακή ζώνη. Υπάρχουν πολλά καταστήματα που θα καλύψουν κάθε ανάγκη όπως υπάρχουν και ωραίες ορεινές διαδρομές για όσους δεν τους ενθουσιάζουν αυτά. 

Αμέσως μετά τον Δρυό θα δείτε την πινακίδα που λέει  Άσπρο Χωριό (160 μ Υ). Μηδενίστε και οδηγήστε προς τα εκεί. Μόλις φτάσετε στο χωριό το κοντέρ θα γράφει περίπου 3, 2 χλμ. μηδενίστε πάλι και διαλέξτε διαδρομή ή προς Αγίους Θεοδώρους (3,0 χλμ), ή προς Λαγκάδα (4,3 χλμ) το ψηλότερο χωριό της Πάρου (400 μ. υψ.) με τρεις κατοίκους (‘01) από δεκαπέντε (‘91) που είχε. Και οι δύο, καταλήγουν στον ‘’κεντρικό’’ προς Λεύκες ή Άγιους Πάντες (κορυφή). Στην πρώτη επιλογή θα ανεβείτε τον χωματόδρομο προς την μεριά του βουνού της Μάρπησσας φθάνοντας στην μοναδική δστ, όπου δεξιά, σε λιγότερο από ένα χλμ, είναι το πανέμορφο Μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων. Συνολικά 6,2 χλμ από τον Δρυό, και έχετε βρεθεί πάνω στο βουνό σε ένα περιβάλλον που κάθε άλλο παρά νησί θυμίζει. Από εδώ έχετε δύο εξ’ ίσου ωραίες επιλογές.

Η πρώτη είναι να συνεχίσετε δεξιά προς τον ανηφορικό χωματόδρομο διασχίζοντας τοπία απέριττα, ξωκλήσια ξεχασμένα, βαθιές χαράδρες, να αγνοήσετε την πρώτη δστ αριστερά, και να βγείτε στον ‘’κεντρικό’’ δρόμο που δεξιά πάει στην Μονή Αγίου Ιωάννου Καπαρού, καταλήγοντας στις Λεύκες για καφέ στον Λουκά, και αριστερά σε δυόμισι χλμ, πηγαίνει στο πιο ψηλό σημείο της Πάρου – 771 μ. υψ. - τους Αγίους Πάντες, με το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, πνιγμένο στις αντιαισθητικές κεραίες. Από εδώ, η θέα είναι απεριόριστη. Ειδικά αν ανεβείτε πρωί με διαύγεια, το πανόραμα από τα νησιά που θα αντικρίσετε είναι έξω από κάθε περιγραφή. Ολόκληρη η Πάρος, η Νάξος, η Αντίπαρος με όλα τα μικρονήσια τριγύρω, Σίφνος, Ίος κ.α.

Η άλλη επιλογή είναι να κατηφορίσετε τον τσιμεντόδρομο από τους Αγίους Θεοδώρους να περάσετε μέσα από το όμορφο ορεινό Καμάρι,(350 μ. υψ.),στην παραδοσιακή Αγκαιριά (40 μ. υψ.) για ζυμωτό ψωμί, καταλήγοντας στην παραλία της ανεπτυγμένης Αλυκής, (10 μ. υψ.), με την απαράμιλλη θέα στα απέναντι νησάκια - που είναι ψαρότοποι - Τηγάνι, Παντερονήσι, Γλαρόμπι. Στο χωριό, υπάρχουν από τα ομορφότερα εστιατόρια - ψαροταβέρνες του νησιού, και η ατμόσφαιρα, ειδικά το βράδυ, είναι πολύ ζεστή και βέβαια πολύ ρομαντική. Στην Αλυκή επίσης είναι και ο όμορφος ξενώνα ‘’Βίλα Κονιτόπουλου’’ στο εσωτερικό της οποίας μπορείτε να θαυμάσετε το πορτρέτο του αξέχαστου βάρδου της νησιώτικης μουσικής μας παράδοσης, Γιώργου Κονιτόπουλου, καθώς και τους χρυσούς και πλατινένιους δίσκους επιβράβευση της δισκογραφικής του δουλειάς.

Λίγο έξω από την Αλυκή, στην τοποθεσία ‘’Σκορπιός’’, δίπλα από το αεροδρόμιο αξίζει με το παραπάνω να επισκεφθείτε το λαογραφικό μουσείο (Κυκλαδίτικη Λαογραφία το ονομάζει ο ίδιος) του Μπενέτου Σκιαδά. Γιος ψαρά ο Μπενέτος, εργάτης της Θάλασσας και πλοιομοντελίστας όπως αποδείχθηκε, ξεφόρτωσε τις εμπειρίες του σε αυτόν τον φιλόξενο χώρο. Και τι εμπειρίες!! αντίγραφα ακριβείας από Γριγρί, ανεμότρατες, ατμόπλοια, τρεχαντήρια, σφουγγαράδικα, σε μορφή μινιατούρας. Στον περίβολο του μουσείου συμπληρώνουν τις γνώσεις των νεοτέρων ο θαυμάσιος ανεμόμυλος και νερόμυλος σε τομή (για να φαίνονται πως δουλεύουν), περιστερώνες, το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας Αμοργού, και άλλα που έχουν μετατρέψει αυτόν τον  πολυχώρο, σε οικομουσείο και ναυπηγείο ταυτόχρονα. Μεγάλη η προσφορά του Μπενέτου Σκιαδά στην λαϊκή παράδοση της Πάρου, και έχει βραβευθεί για αυτό, από τον πρόεδρο του Δημοτικού Διαμερίσματος Αγκαιριάς. 

Ο κύκλος του νησιού μοιάζει να τελειώνει αλλά η Πάρος έχει αμέτρητες ομορφιές. Μετά την Αλυκή ο δρόμος συνεχίζει και εύκολα ο επισκέπτης φτάνει στην Παροικιά, (12,9 χλμ) ή την Πούντα, (8, 9 χλμ), (5 μ. υψ.)  γνωστή στους surfers, με όμορφη παραλία, αν αυτός είναι ο προορισμός.  Όμως, μετά το αεροδρόμιο ξεκινά δεξιά σας, μια ασφαλτοστρωμένη άγνωστη διαδρομή που οδηγεί σε ένα μαγευτικό ξεχασμένο μικρό οικισμό. Περάστε το λατομείο που πληγώνει τον χώρο, και ανεβείτε μέχρι εκεί που ο δρόμος στενεύει, κοντά στην εκκλησία του Άγιου Χαράλαμπου. Μην συνεχίσετε ευθεία γιατί είναι αδιέξοδο, αλλά δεξιά. Θα περάσετε τον Άγιο Κωνσταντίνο φτάνοντας στην μοναχική Ανερατζά με τις σπάνιες Παριανές αγροικίες ενώ λίγο πιο πάνω, εκεί που σταματά ο δρόμος, είναι οι Δάφνες. Ωραίος τόπος, ορεινός και δύσβατος με τα παραδοσιακά αυτόνομα αγροτόσπιτα - κατοικίες ‘’κατοικιές’’ των ντόπιων, τις αναβαθμίδες που εξοικονομούν χώρο και που παλιότερα χρησίμευαν για πληθώρα καλλιεργειών. 

Μέσα στα πολλά δείγματα μιας άφθαστης πλαστικότητας, που χαρακτηρίζει όλα τα παλιότερα αλλά και τα καινούργια κτήρια – κατοικίες, θα συναντήσετε αρχιτεκτονικά στοιχεία υψηλής αισθητικής, που αποτελούν χαρακτηριστικά της λαϊκής αρχιτεκτονικής του νησιού. Αυτό υποστηρίχθηκε, από την ανάγκη κατασκευής σπιτιών όχι χάριν εντυπωσιασμού, αλλά σύμφωνα με τις πραγματικές, επιβεβλημένες ανάγκες, και τα υπάρχοντα υλικά. Ξεχωρίζουν δύο κύριες κατηγορίες οικισμών. Αυτές που κτίσθηκαν συγκροτημένα, όπως οι Λεύκες, και εκείνες που έχουν δημιουργηθεί από μεμονωμένες αυτόνομες αγροτικές κατοικίες, τις περίφημες ‘’κατοικιές’’.

Στην παραθαλάσσια επιστροφή σας προς Παροικιά υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή που παρακάμπτει όλη την παράκτια ζώνη και μπαίνει κατ’ ευθείαν στον περιφερειακό της. Εξυπακούεται, ότι μπορείτε να την χρησιμοποιήσετε εξ’ ίσου καλά για να βγείτε από την πρωτεύουσα του νησιού. Λίγο μετά την δστ για Πούντα και κοντά στην ωραία παραλία της Αγίας Ειρήνης με το ομώνυμο εκκλησάκι, τη σκιά από τα θαλασσινά πεύκα (αρμυρίκια), και τους τεράστιους φοίνικες, φεύγει δεξιά σας – ανατολικά – ο δρόμος που οδηγεί στο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Χριστού ή του Αγίου Αρσενίου (2,3 χλμ). 

Ο Άγιος Αρσένιος υπήρξε Πνευματικός του γυναικείου μοναστηριού και απεβίωσε εδώ στις 31 Ιανουαρίου 1877. Οι ντόπιοι το λένε μονή Χριστού στο Δάσος ή του Αγίου Αρσενίου, αφού εδώ βρίσκεται το μνήμα του, πάνω στο οποίο ανεγέρθη ο Ναός. Πλήθος πιστών από την Πάρο και από τα γύρω νησιά συρρέει εδώ και γιορτάζει εκτός από την Μεταμόρφωση, και στις 31 Ιανουαρίου ημερομηνία που κοιμήθηκε ο Άγιος, και στις 18 Αυγούστου. Ο Άγιος Αρσένιος ο νέος (1800 – 1877) ανακηρύχθηκε Άγιος από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1969. Ακριβώς στην γωνία του μοναστηριού, ο δρόμος κατηφορίζει ή προς τις Πεταλούδες (1,0 χλμ), έναν εξαιρετικό κατάφυτο τόπο που πάνω στα δέντρα του και τις φυλλωσιές, φιλοξενούνται μεγάλοι πληθυσμοί νυχτοπεταλούδων ή πάλι κατηφορικός προς Άγιο Νικόλαο (900 μ) - Κακάπετρα (2,4) – Παροικιά (3,4). Και σε αυτή την ωραία παράκαμψη περνάτε μέσα από μια πράσινη κοιλάδα, οικισμούς, καλλιεργημένες εκτάσεις, εκκλησάκια, ‘’παίρνοντας’’ εικόνες από μιαν άγνωστη Πάρο, ένα νησί που ξέρει να γοητεύει όσους ζητούν και ψάχνουν κάτι παραπάνω από αυτό που διαφημίζεται. 

Το τέλος της παραθαλάσσιας διαδρομής, σας βρίσκει πάλι στην αδιαμφισβήτητη βασίλισσα του νησιού την Παροικιά. Αυτή τη φορά φύγετε στην διασταύρωση του βενζινάδικου ανατολικά – δεξιά – προς Λεύκες και το καθαρό ορεινό τμήμα της Πάρου. Θα περάσετε τον Έλητα, και στο πέμπτο χλμ στο Μαράθι (180 μ Υ) θα στρίψετε δεξιά προς τα αρχαία λατομεία μαρμάρου. Το πρώτο εκκλησάκι που βλέπετε δεξιά σας είναι η Αγία Παρασκευή και μετά από ένα χλμ πάνω στον λόφο ο Άγιος Μηνάς. Λίγο μετά, αριστερά σας, είναι οι τρεις είσοδοι, (η τρίτη είσοδος – η μεσαία – δεν είχε αναφερθεί, μέχρι που χαρτογραφήθηκε από μέλη της Σπηλαιολογικής εταιρείας), του αρχαίου λατομείου που φέρει το όνομα των Νυμφών από το λιθανάγλυφο με την παράσταση Πάνα και Νυμφών που είναι στην δεξιά του είσοδο.

Να έχετε φακό μαζί σας και να μπείτε μέσα στις παλιές στοές, στους αρχαίους και νεότερους διαδρόμους με χαραγμένα ονόματα στους τοίχους που οδηγούν σε βαθιές ανήλιαγε σπηλιές. Τα λατομεία στο Μαράθι ανοίχθηκαν κατά την Αρχαϊκή εποχή (7ος αι π.Χ.) και μεταξύ των άλλων τύπων μαρμάρου εξήγαγαν και τον μοναδικό ‘’λυχνίτη’’ ή φεγγίτη λίθο. Μια φημισμένη ποικιλία με μοναδικές ιδιότητες, που έγιναν γρήγορα αντιληπτές από τους διάσημους γλύπτες, λευκότητα, λάμψη και εντυπωσιακή διαφάνεια. Το φως διεισδύει και διαχέεται σε βάθος 3,5 χιλιοστών ενώ στο μάρμαρο της Ιταλικής Καράρα (Απουανές Άλπεις) σε 2,5 χλστ, και στο Πεντελικό στα 1,5 χλστ. Αυτές οι ιδιότητες ήταν που το κατέστησαν απαράμιλλο στην λάξευση μνημείων και ιδίως αγαλμάτων. Εκτός της ανάπτυξης σε οικονομικό επίπεδο (η Πάρος έγινε κέντρο εξαγωγής της Πάριας Λίθου), συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη της γλυπτικής τέχνης και στην εξύψωση της αρχιτεκτονικής ιδιαίτερα στους κλασσικούς χρόνους, 5ος – 4ος αι. π.Χ., που θεωρούνται η χρυσή εποχή της Πάρου.

Μοναδικά αριστουργήματα της αρχαιότητας και μνημεία, όπως οι αετωματικές συνθέσεις του ναού του Διός στην Ολυμπία, η Αφροδίτη της Μήλου, ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Νίκη της Σαμοθράκης ο ναός του Απόλλωνα στην Δήλο, ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, η αρχαία Αγορά της Αθήνας, η Νίκη του Παιωνίου και πολυάριθμα άλλα δημιουργήθηκαν με το μοναδικό αυτό είδος μαρμάρου. Στο νησί διέπρεψαν πολλοί Πάριοι καλλιτέχνες. Από τους γνωστότερους για τα έργα τους, με παριανό μάρμαρο, είναι οι κορυφαίοι γλύπτες (Σκόπας, Θρασυμήδης, Αριστίωνας, Αγοράκριτος), που γλυπτά τους βρέθηκαν διάσπαρτα από τη Μαύρη θάλασσα μέχρι την Αίγυπτο, και από τα ιωνικά παράλια της Μικρά Ασίας μέχρι τις Στήλες του Γιβραλτάρ. Επίσης γνωστοί καλλιτέχνες υπήρξαν οι ζωγράφοι (Νικάνορας, Αρκεσίλαος) ενώ στην λυρική ποίηση ο Αρχίλοχος(5), τον οποίο οι αρχαίοι θεωρούσαν ισάξιο με τον Όμηρο. Πρόσφατες ανασκαφές και συνέδρια(6), επιβεβαίωσαν την οικονομική ευρωστία της Πάρου στην αρχαιότητα, καθώς και την παρουσία αριθμού σημαντικών εγχώριων εργαστηρίων γλυπτικής. 

Μπορείτε εύκολα να γυρίσετε πίσω, στον κεντρικό δρόμο, και να πάτε μέσα από τον καταπράσινο πευκώνα στα στενά δρομάκια του Κώστου,(160 μ. υψ) ενός όμορφου παραδοσιακού χωριού, και από εκεί να βγείτε στον δρόμο για τις Λεύκες. Όμως, υπάρχει μια εντουράδικη διαδρομή που ξεκινά από τα λατομεία, περνά κοντά από την Πέρα Παναγιά φτάνει στα Πάνω Βουνιά όπου διακλαδώνεται και ευθεία πάει στην Αγία Κυριακή ενώ αριστερά – ανατολικά – βγαίνει στον κεντρικό δρόμο – πάνω στο πέταλο – λίγο πριν τις Λεύκες

Δεύτερη, ωραία, άγνωστη και φυσικά χωμάτινη διαδρομή συνεχίζει από την προαναφερθείσα Αγία Κυριακή, (μονοπάτι βατό με ελαφρύ εντουράκι χωρίς φορτίο) και βγάζει στην γυναικεία Ι. Μ. Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας περισσότερο γνωστής ως Μονής Θαψανών, (Θαψανά - τοπωνύμιο της περιοχής) και κατηφορίζει προς τον Έλητα. Ο αείμνηστος ηγούμενος της μονής Λογγοβάρδας Φιλόθεος Ζερβάκος ανακαίνισε το μοναστήρι (1935), που παλιότερα, ήταν μετόχι της Νέας Μονής Χίου και ήταν αφιερωμένη στην Υπαπαντή του Κυρίου (17ος αι.). Πιο πάνω από τη μονή υπάρχουν επίσης θέσεις αρχαίων λατομείων. Στο μεγαλύτερο από αυτά, ανακαλύφθηκαν κάτω από τεράστιους βράχους τρεις ανθρώπινοι σκελετοί μαζί με σιδερένια σφήνα. Οι ερευνητές αρχαιολόγοι είναι σίγουροι ότι πρόκειται για αρχαίους λατόμους, που σκοτώθηκαν εξαιτίας της πτώσης βράχων. 

Οι αρχοντικές Λεύκες, (200 μ. υψ.) στα ορεινά του βουνού της Μάρπησσας, είναι στην πορεία σας μετά τον Κώστο. Ο οικισμός προστατεύεται από δύο λόφους, απ’ όπου η θέα στην θάλασσα είναι απολαυστική. Το χωριό, πιθανώς ιδρύθηκε το 16ο αι. από πρόσφυγες που ήρθαν από την Κρήτη και την Πελοπόννησο, αλλά και από Παριανούς που ήθελαν να βρουν καταφύγιο από τους πειρατές που έκαναν επιδρομές στους παραθαλάσσιους οικισμούς. Η λευκή εκκλησία που δεσπόζει στον χώρο είναι η Αγία Τριάδα (1830), με τα περίτεχνα μαρμάρινα καμπαναριά της, αποτελεί  το καμάρι των κατοίκων. Το τέμπλο και το ιερό είναι περίτεχνα σκαλιστά σε μαρμάρινες επιφάνειες από τους εξαιρετικούς Παριανούς τεχνίτες. 

Ξύλινα αντικείμενα, οικιακά σκεύη και εργαλεία έχουν συγκεντρωθεί με την βοήθεια των κατοίκων και την φροντίδα του πολιτιστικού συλλόγου στο Λαογραφικό Μουσείο Λευκών. Στις ήσυχες γωνιές των Λευκών, θα βρείτε υφαντά από ντόπιες υφάντρες με παραδοσιακά τοπικά σχέδια και εργαστήρια κεραμικής. Το καφεδάκι στο υπεραιωνόβιο παραδοσιακό καφενείο του Λουκά θα τελειώσει γρήγορα αναζητώντας τον δρόμο, (λίγο πριν το κέντρο του χωριού δεξιά) προς τον Άγιο Στέφανο και το Μοναστηράκι του Αι – Γιάννη Καπαρού. Αυτή η διαδρομή βγάζει πιο εύκολα στην κορυφή του βουνού, και είναι κατά ένα μεγάλο μέρος της, ίδια με αυτή που ξεκινά από το Άσπρο Χωρίο, την Λαγκάδα ή τους Αγίους Θεοδώρους. Σίγουρα όμως, είναι αυτή που σας ξεναγεί μεγαλόπρεπα την ορεινή Πάρο, βγάζοντάς σας στην πίσω μεριά του νησιού (Αγκαιριά – Αλυκή) από τον συντομότερο δρόμο ικανοποιώντας ταυτόχρονα όλες τις αισθήσεις. 

Ο ήλιος αρχίζει να χαμηλώνει, οι περίπατοι σταματούν σε κάποιο ακρογιάλι, και η γνωριμία με το νησί της Πάρου σταματά για σήμερα. Οι διαδρομές, και οι περιγραφές που προαναφέρθηκαν είναι απόσταγμα δεκαετιών, όμως το νησί, διαθέτει τεράστια αρχαιολογικά και πολιτιστικά αποθέματα. Ανάλογα την παρέα, η Πάρος δείχνει το αντίστοιχο πρόσωπο, πάντα σε αρμονία όμως με την εποχή. Αυτό που θα προσέξετε και εσείς είναι, ότι για να ολοκληρωθεί μια διαδρομή, παίρνουμε υπ’ όψιν μας τα δεκάδες εκκλησάκια που βρίσκονται παντού, και με τον τρόπο τους λειτουργούν σαν ‘’οδοδείκτες’’, στους παλιούς κακοτράχαλους δρόμους, εκεί που ακόμα ταξιδεύει η παράδοση. Είναι αυτό που επισημάνθηκε στην αρχή της γνωριμίας με το νησί. Ότι η ανάπτυξη και η παράδοση είναι πιασμένες χέρι – χέρι με την πίστη. Αυτό είναι το νησί, αρχαιολογικοί χώροι, χρωματιστά πορτοπαράθυρα, ασπρισμένες αυλές, μοναστήρια και καμάρες, ξωκλήσια και μαρμάρινες κρήνες, δαντελωτές παραλίες, κάτασπρες εκκλησιές. Η ενδοχώρα με τα ορεινά της περάσματα, τις καλλιεργημένες κοιλάδες και τα γραφικά χωριά, τα αμπέλια, οι αγριοσυκιές και τα μποστάνια. 

Μέσα από τους ίσκιους που γεννά το πρώτο φως στο ήρεμο τοπίο, γλιστρήστε από άκρη σε άκρη στο νησί γνωρίζοντας μιαν γνήσια αιγαιοπελαγίτικη κόρη, ένα από τα πιο φωτεινά κοσμήματα των Κυκλάδων. Και να θυμάστε ότι πάντα θα υπάρχουν ήσυχες γωνιές, και γιορτές για να γιορτάσετε και να χαρείτε, μαζί με τους Παριανούς, την φιλοξενία. 

Σημειώσεις:

(1)  Παραδόσεις για την Εκατονταπυλιανή: Η πρώτη αναφέρει ότι: το πλοίο που ταξίδευε η Αγία Ελένη προς τα Ιεροσόλυμα για την εύρεση του Τιμίου Σταυρού, λόγω θαλασσοταραχής, έπιασε λιμάνι στην Πάρο. Εκεί η Αγία Ελένη προσευχήθηκε στην Παναγία να βρει τον σταυρό, και έταξε την ίδρυση ναού στην περίπτωση που αυτό επιτευχθεί. Επικρατέστερη έτσι, είναι η εκπλήρωση του τάματος της Αγίας Ελένης μετά τον θάνατό της, το 328, από τον γιο της Μέγα Κωνσταντίνο ασφαλώς πριν τον δικό του θάνατο, το 337. Ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός, Αρχιτέκτων, και επιφανής καθηγητής Αρχαιολογίας Αναστάσιος Ορλάνδος, αναφέρει σχετικά με την ιστορία του χώρου και το κτίσιμο του ναού : ‘’Συνοψίζοντες δυνάμεθα τον μεν ναό του Αγίου Νικολάου (σ.σ. τότε της Παναγίας που προσευχήθηκε η Αγία Ελένη) να θεωρήσωμεν ως τον πρώτον εκεί ναόν (σ.σ. μετά το 313, γιατί τότε υπεγράφη το διάταγμα των Μεδιολάνων και άρχισαν να κτίζονται αυτοτελείς ναοί, και πριν του 326, χρόνος μεταβάσεως της Αγίας Ελένης στους Άγιου τόπους) και παρά τον ναόν τούτον, ανακαινισθέντα εκτίσθη επί Μ. Κωνσταντίνου, δια βασιλικής χορηγίας, μεγάλη σταυρική ξυλόστεγος βασιλική και παρ’ αυτή το βαπτιστήριον με την ωραίαν σταυρόσχημον κολυμβήθραν’’.

Η Δεύτερη παράδοση συνδέει άμεσα τον ναό της Εκατονταπυλιανής με την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης αναφέροντας ότι: κάποιος τεχνίτης Ιγνάτιος, μαθητής του πρωτομάστορα της Αγίας Σοφίας στάλθηκε από τον Ιουστινιανό για να χτίσει την Εκατονταπυλιανή, ναό μεγαλοπρεπή όπως το Εκατόπυλον της Αρχαίας Αιγύπτου. Μόλις τέλείωσε το έργο, ήρθε ο πρωτομάστορας να επιβλέψει, θαμπώθηκε όμως από την τελειότητα του ναού και ζήλεψε αφόρητα, καλώντας τον Ιγνάτιο να του δείξει, δήθεν, κάποια ατέλεια. Μόλις έσκυψε ο μαθητής να δει το λάθος του, ο δάσκαλος τον έσπρωξε στο κενό, αλλά ο μαθητής, πρόλαβε να κρατηθεί από τον δάσκαλο παρασύροντάς τον. Έτσι και οι δύο γκρεμίστηκαν βρίσκοντας τραγικό θάνατο μπροστά στην είσοδο του ναού. Ο θρύλος λέει ότι έχει 100 πύλες, αλλά έχουν βρεθεί μόνο οι 99 και αν βρεθεί η εκατοστή θα παρθεί η Πόλη.

(2) Αλκυόνη: Ο σύλλογος περίθαλψης και προστασίας Άγριων Ζώων ιδρύθηκε το 1985, με σκοπό την περισυλλογή, θεραπεία, και επανένταξη στην φύση των αγρίων ζώων της πατρίδας μας. Η περιβαλλοντική εκπαίδευση, καθώς και διάφορες άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, προστέθηκαν άμεσα στις ενέργειες του συλλόγου με στόχο, την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση ώστε μέσα από αυτή, να υπάρξει και στην χώρα μας ουσιαστική και πλήρης προστασία της πανίδας. Ο σύλλογος λειτουργεί σε εθελοντική βάση παρουσιάζοντας αξιόλογο έργο, στο πεδίο δράσης του. Ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ζώων που δεχόταν και φιλοξενούσε η ‘’Αλκυόνη’’ στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της, έφερε αναπόφευκτα και την ανάγκη επέκτασης σε νέες μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Την λύση στην ανεύρεση οικοπέδου έδωσε ευγενικά και με αγάπη, η ιερά Μονή Λογγοβάρδας της Πάρου.

(3) Φιλόθεος Ζερβάκος (1884 – 1980): Αρχιμανδρίτης της μονής Λογγοβάρδας από το χωριό Πάνια Λακωνίας, που διακρίθηκε για την αγιότητα, και πνευματικότητά του. Στα χρόνια της κατοχής συνδέθηκε με την σωτηρία 125 νέων του νησιού από βέβαιο θάνατο, στον οποίο τους είχαν καταδικάσει οι Γερμανοί. Διατηρούνται ακόμη στο νησί, με αισθήματα ευγνωμοσύνης, οι μνήμες από την εξασφάλιση φαγητού κάθε μέρα επί τρεισήμισι χρόνια σε χίλιους πεντακόσιους νησιώτες. 

(4) Παραδόσεις για την Νάουσα: Το ‘’Μαντράκι’’ το μικρό λιμανάκι της Νάουσας όπως και τα σοκάκια της καλλωπίζονται κάθε χρόνο στις 2 Φεβρουαρίου, στην γιορτή της Υπαπαντής, για να υποδεχτούν την στολισμένη με λουλούδια εικόνα ‘’η πάντων Χαρά’’.  Την περιφερόμενη εικόνα οι ντόπιοι την θεωρούν θαυματουργή και ως προστάτιδα της Νάουσας, η Παναγία η Πεντάνουσα, τιμάται ιδιαιτέρως. Τη κωμόπολη την επισκέπτονται από κάθε σημείο του νησιού, και είναι τοπική αργία. Η λαογράφος Υπαπαντή Ρούσσου αναφέρει ότι οι γεροντότεροι: είδαν ένα απόγευμα ένα αντικείμενο στην θάλασσα που έπλεε, και δύο φλόγες μικρές να σιγοκαίνε. Παραξενεύτηκαν αλλά όταν πλησίασε την παραλία του Αγίου Δημητρίου είδαν ότι επρόκειτο για μια εικόνα και δύο ανάμενες λαμπάδες. Χτύπησαν τότε τις καμπάνες του χωριού και μαζεύτηκαν όλοι, και μεταξύ αυτών και ιερείς. Ένας ιερέας πρόθυμος, προσπάθησε να πιάσει την εικόνα, αλλά όσο πλησίαζε, τόσο αυτή απομακρυνόταν προς τα βαθιά. Το ίδιο συνέβαινε και με άλλους ιερείς που επιχείρησαν το εγχείρημα. Τελικά, πλησίασε ο γεροντότερος, ο παπά – Λαμπρινός. Ήταν ο μόνος στον οποίο η εικόνα στάθηκε, για να την πάρει στα χέρια του. Όλοι μαζί οι κάτοικοι μετά, πήραν την εικόνα και την άφησαν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου.

Την άλλη ημέρα, η εικόνα βρέθηκε πάνω σε βούρλα, στο εκκλησάκι του Αγίου Βασιλείου. Έφεραν ξανά την εικόνα στον Άγιο Δημήτρη και την κλείδωσαν με 14 κλειδαριές και κάθε ιερέας πήρε από ένα. Το βράδυ μια ηλικιωμένη είδε στον ύπνο της την παναγία που της είπε ‘’Να πεις στους παπάδες, ότι δεν ήρθα να με φυλάξουν, αλλά να φυλάξω την Νάουσα, κι εκεί που βρίσκομαι κάθε πρωί, να μου φτιάξουν το σπιτάκι μου. Το άλλο πρωί, η εικόνα ξαναβρέθηκε πάνω στα ίδια βούρλα, και τότε, οι Ναουσαίοι έχτισαν ένα μικρό εκκλησάκι δίπλα στον Άγιο Βασίλη και αργότερα ένωσαν τα δύο εκκλησάκια, στην κεντρική πλατεία της κωμόπολης. Ο ακαταπόνητος βυζαντινολόγος Αναστάσιος Ορλάνδος, υποστηρίζει πως η εικόνα προέρχεται από την Κρήτη και χρονολογείται περί τα τέλη του 17ου ως 18ου αι.. Φαίνεται ότι σε κάποια από τις Κρητικές επαναστάσεις, οι κάτοικοι, φεύγοντας από το νησί, επιβιβάστηκαν στα πλοία με τα ιερά τους κειμήλια, μεταξύ των οποίων και η εικόνα της Παναγίας.

(5) Αρχίλοχος: Έναν αιώνα περίπου μετά τον Όμηρο εμφανίζεται, στην περιοχή του Αιγαίου, η λυρική ποίηση. Η άνθηση της ποίησης και της σκέψης στα νησιά ‘’το λίκνο της λογοτεχνίας’’ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του πολιτισμού της Αθήνας κατά τον 5ο αι. Από τους πρώτους λυρικούς είναι ο Πάριος Αρχίλοχος (7ος αι.). Η οικογένειά του ήταν αριστοκρατική και ο πατέρας του, ο Τελεσικλής, ήταν ο ιδρυτής της πρώτης αποικίας στην Θάσο. Μαζί με άλλους αποίκους ήταν και ο πολυταξιδεμένος Αρχίλοχος ο οποίος σαν ανήσυχο πνεύμα δεν άντεξε και γύρισε πίσω. Μόνο λίγα αποσπάσματα από το έργο του έχουν διασωθεί, επιβεβαιώνουν, όμως, αυτά ότι πράγματι πρόκειται για μεγάλο ποιητή.

Είναι ο πρώτος που μιλά για τον εαυτό του, πράγμα που ποτέ δεν έκανε ο Όμηρος. Ο Αρχίλοχος ήταν δύστροπος χαρακτήρας, παθιασμένος και ενθουσιώδης και το ύφος του ήταν συχνά δηκτικό. Σατίρισε βίαια την φαυλότητα φίλων και εχθρών, την αδικία, και για τον λόγο αυτό ονομάστηκε ‘’Σκορπιός’’. Θεωρείται ο πατέρας της σάτιρας και του ρεαλισμού, πρωτοπόρος της προσωπικής δηκτικής ποίησης. Επίσης η παλιότερη αναφορά του όρου Έλληνες προέρχεται από τον Αρχίλοχο. Οι Αλεξανδρινοί θα τον περιλάβουν στον κανόνα των Ιαμβικών ποιητών, ενώ στην Πάρο, τον 1ο αι. π.Χ. τον τίμησαν με ενεπίγραφο αξιόλογο μνημείο. Μετά το 480 π.Χ. και τους μηδικούς πολέμους, παύει ο πρωταρχικός ρόλος των νησιών, καθώς η Αθήνα γίνεται το κέντρο της δύναμης στην πολιτική, την λογοτεχνία και των καλών τεχνών. Αρχίζουν πλέον τα χρόνια του ‘’Ελληνικού Θαύματος’’ όμως αυτό δεν θα ήταν δυνατό αν δεν είχε προϋπάρξει η άνθηση της ποίησης της λογοτεχνίας και της σκέψης στην περιοχή του Αιγαίου. 

(6) Συνέδρια: Στην Πάρο, έγινε το Α’ διεθνές Συνέδριο Αρχαιολογίας Πάρου και Κυκλάδων, με τίτλο ‘’Παρία Λίθος – Λατομεία – Μάρμαρο και εργαστήρια Γλυπτικής της Πάρου’’ τον Οκτώβριο του 1997. Το διεπιστημονικό συνέδριο συγκέντρωσε εβδομήντα εισηγητές (αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες, γεωλόγους, ιστορικούς, αρχαιομέτρες και φυσικούς επιστήμονες) από δεκαπέντε χώρες. Ακολούθησε στις 7 – 10 Σεπτεμβρίου 1998, διεθνές συνέδριο  με θέμα την ‘’αρχαϊκή πλαστική στις Κυκλάδες’’ με  οργανωτή την Εφορεία Κυκλάδων, σε συνεργασία με την Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 194,5 τ.χ., Ακτογραμμή: 118 χλμ, Υψόμετρο: 0 –  771 μ. κορυφή Προφήτης Ηλίας, Πληθυσμός: 12.783 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Παροικιά (5812 κατ ‘01), Νομός: Κυκλάδων, Απόσταση από Πειραιά 95 ν.μ. - 4ω 30’, από Θεσσαλονίκη 250 ν.μ – 15ω, από Ραφήνα 82 ν.μ. - 6.30’.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22840

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.aegeanstyle.com/paros/paros-apartments.html Οι τουριστικές υπηρεσίες της Πάρου χαρακτηρίζονται άψογες. Πληθωρική προσφορά με 9.500 + κρεβάτια σε ξενοδοχεία, και 16000 + στα νόμιμα δωμάτια. Προσοχή: Στο λιμάνι θα σας ‘’καμακώσουν’’ αρκετοί για δωμάτια, με τιμές δελεαστικές. Ανοίξτε απαλά το γκάζι και ξεφύγετε. Σύλλογος Ξενοδόχων 28140, Σύλλογος Ενοικιαζομένων Δωματίων 24528, 28428, Σύλλογος Ενοικιαζομένων Δωματίων & Διαμερισμάτων Νάουσας 52158. Κατηγορίες τρεις: Χλιδάτα, Πολυτελείας, Οικονομικά. Parian Village 23187 22524, Ritz Bungalows 21268, Νάουσα: Αστέρας Πάρου 51975, Δημήτρης Studios 51944, Christina Hotel 51755, 51017, ‘’Πέτρες’’ 52467, ‘’Καλλίστη’’ 22218, 9, Μάρπησσα Afentakis Hotel 41141, 41993, Λεύκες Lefkes Village 41827, Ξενία Λευκών 2284041646. ‘’Βίλα Κονιτόπουλος’’ στην Αλυκή 91202, ‘’Έλενα’’ στο Πίσω Λιβάδι 41082. Η Ι. Μ. Λογγοβάρδας έχει παροιμιώδη φιλοξενία, η είσοδος απαγορεύεται σε γυναίκες 22476.  

ΚΑΜΠΙΝΓΚ:. Παροικιά, ‘’Παρασπόρος’’ 21100, ‘’Κούλα’’ 22081 – 2, ‘’Κριός’’ 21705, ‘’Αγ. Ειρήνη’’ 22340, 91496, Νάουσα ‘’Κολυμπήθρες’’ 51595, 51565 Σάντα Μαρία ‘’Surfing Beach’’ 51013, 52490 – 1, Πίσω Λιβάδι ‘’Κάπταιν Καφκής’’ 41392, 41479, Αλυκή 91303.

ΦΑΓΗΤΟ: Ισχύουν τα ίδια με την διαμονή σε τέσσερις κατηγορίες: Χλιδάτα, Πολυτελείας, Οικονομικά, στο πόδι, Στην Νάουσα το ‘’Λιμανάκι’’ του Χρήστου έχει πάνω από 20 χρόνια λειτουργίας, στις Λεύκες στην πλατεία του χωριού το καφενεδάκι του Λουκά Λουκή πάνω από έναν αιώνα λειτουργίας. Από το κοινοτικό τυροκομείο της Μάρπησσας ψωνίστε γαλακτοκομικά. Στον Πρόδρομο να πάτε στην ταβέρνα του ‘’Τσιτσάνη’’ 41375, Το θαλάμι στον Λογαρά ουζερί ψαροταβέρνα με θέα την παραλία του Λογαρά 43050,41296.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Πάρου 21200, 22079, 21333, Δ.Δ. Πρόδρομου 41173, Δ.Δ. Λευκών 41990. Α’ Βοήθειες Παροικιάς 22500, 5, Μάρπησσας 41205, Νάουσας 51220, Αγκαιριάς 91277, Ιατρικό Πάρου 24410 – 2, Τουριστική αστυνομία 21673, Αστυνομία Παροικιάς 23333, Νάουσας 51202,Μάρπησσας 41202, Συνεργεία: Παροικιά, Λούκης Κώστας 22488, Ρούσος Στράτος 22746, Ιωαννίδης Νικόλαος 25135, Λούπης Δημήτρης (Yamaha) 24852 Auto: Πατέλης Μανώλης 21729, Σιδίκα Α.Ε. 28459, Αλιφιέρης Νίκος 24093 Βουλκανιζατέρ: Παροικιά, Παντελαίος Πέτρος, 22636, Καλακώνας Χρήστος 23250, Νάουσα: Μπαρμπαρήγος Δημήτρης 51934, Μάρπησσα: Άγουρος Ιωάννης 43214, Auto: Γιαννάκης Δημήτρης 41079, Τζιώτης Ιωάννης 41142.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.aegeanstyle.com/paros/paros-info-gr.html‘’Αλκυόνη’’ 22931, www.alkioni.gr e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   2107488501, 6944741616. Υπεύθυνος: Μάριος Φούρναρης. Αρχαιολογικό Μουσείο – Παροικιά 21231, www.culture.gr Κυκλαδίτικη Λαογραφία Μπενέτου Σκιαδά - Αλυκή από το Πάσχα μέχρι τέλος Σεπτέμβρη 91129, Εκκλησιαστικό Μουσείο Νάουσας 51455 κος Χατζόπουλος, 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων 2103218075, Λαογραφικό μουσείο Νάουσας 53453, Μουσείο Νίκου Περαντινού στην Μάρπησσα 41217,  εργαστήριο στην Παροικιά 23851. Παναγία Εκατονταπυλιανή 21243 e- mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.    Τράπεζες με Α.Τ.Μ. Εθνική, Εμπορική, Αγροτική, Alpha στην Παροικιά. Βόλτες με άλογα στην Τσουκαλιά Koukou Riding Center – Ιβάν Λεφέβρ 51818. Ατομικά πλυντήρια ρούχων White Laundry Περιφερειακός Παροικιάς 22409. Ενοικιάσεις Παροικιά 21057, Parai 21771, 23681, Παναγιώτης Κονδύλης 22514, Νάουσα Moto Center 52068. Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Πάρου - Παροικιά 22235, 22179.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4 διάρκεια ταξιδιού 4ω 30’ - 95 ν.μ., Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω –250 ν.μ, Λιμεναρχείο Ραφήνας 2294028888 διάρκεια ταξιδιού 6ω 30’- 82 ν.μ, Λιμεναρχείου Πάρου 21240. Η συντομότερη επιλογή είναι από Πειραιά με τα high speed I, II, III, IIII, 2ω30’, ή με τα Blue Star του Στρίντζη www.bluestarferries.com. 2108919800. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 04) 21,50 EUR το άτομο, 13,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 19,50 EUR πάνω από 250 cc. Τους καλοκαιρινούς μήνες από τον Αμπελά υπάρχει τακτική συγκοινωνία με Νάξο, Ίο, Σαντορίνη, Μύκονο, Δήλο, Αντίπαρο, Κουφονήσια.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Υπάρχουν 12 σχεδόν παντού. Ενδεικτικά αναφέρω στην Παροικιά (Περιφερειακός), στην Νάουσα στην είσοδο και στην έξοδο (Αι – Γιώργης), κατηφορίζοντας από Λεύκες προς Πρόδρομο με βουλκανιζατέρ Auto – Moto (Άγιος Ελευθέριος), Μέσα στον Πρόδρομο, Στα Μάρμαρα με βουλκανιζατέρ Auto – Moto, στον Άγιο Γεώργιο  λίγο πριν τον Δρυό, στο Αεροδρόμιο (όρια Αλυκής).

ΧΑΡΤΕΣ: Εργασία, με μοναδική ακρίβεια στον Χάρτη ‘’Πάρος - Αντίπαρος’’ της εταιρείας ΑΝΑΒΑΣΗ σε κλίμακα 1:40.000, Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα. 2103218104, 3210152. Όλος ο Νομός Κυκλάδων σε έναν μοναδικό πλαστικοποιημένο χάρτη που χωράει στο tang Bag. Εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ χάρτης Νο 29 ‘’Κυκλάδες’’, Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3235241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Πάρος – Αντίπαρος εκδόσεις Τουμπής 2106645548, Κυκλάδες, εκδόσεις EXPLORER 2103811815, Τα Νησιά μας, εκδόσεις Γιαλλελή 2103641249.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΠΑΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία 

  • Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992.
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Β. Σφυρόερα – Α. Αβραμέα – Σ. Ασδραχά / Χάρτες και χαρτογράφοι του Αιγαίου / εκδόσεις Ολκός / Αθήνα 1985.
  • Κούλα Ξηραδάκη / Γυναίκες του ’21 / Εκδόσεις Δωδώνη / Γιάννινα 1995
  • Φωτεινή Ζαφειροπούλου / Πάρος / εκδόσεις Τ.Α.Π.Α. / Αθήνα 1998
  • Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998.
  • Πάρος – Αντίπαρος / εκδόσεις Μ. Τουμπή / Αθήνα 1998
  • Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου / Υπουργείο Αιγαίου – Πανεπιστήμιο Αθηνών 1999
  • Βυζαντινά Μουσεία και Συλλογές στην Ελλάδα / εκδόσεις Τ.Α.Π.Α. / Αθήνα 1999
  • Θεολόγος Αλιπράντης / Η Εκατονταπυλιανή της Πάρου / Πάρος 2001
  • Γιώργος Τόλιας / Τα νησολόγια, η μοναξιά και η συντροφιά των νησιών / εκδόσεις Ολκός / Αθήνα 2002
  • Παναγιώτη Πατέλη / Ξενάγηση στην Εκατονταπυλιανή / Πάρος 2002
  • Κυκλάδες / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Joseph Pitton de Tournefort / Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους / Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης / Ηράκλειο Κρήτης 2003
  • Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια / Μιχαήλ Σταματελάτος – Φωτεινή Βάμβα Σταματελάτου / Εκδόσεις Τεγόπουλος – Μανιατέας Αθήνα 1997.
  • Κυριακή Ραγκούση Κοντογιώργου / Πάρος – Αντίπαρος / Με τα μάτια των Χαρτογράφων και περιηγητών 15ος – 19ος αι. / Εκδόσεις Ανθέμιον / Πάρος 2000

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Πάρος / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 8/9/96
  • Μαρία Τσιάντου – Νίκος Σωτηρόπουλος / Πάρος / περιοδικό Κόσμος Τ4 Αύγουστος – Σεπτέμβριος 1994
  • Κάλια Χυτήρογλου – Αντώνης Πουλίδης / Πάρος / περιοδικό Οξυγόνο Τ12 Ιούλιος 1999
  • Ιωάννης Ιωάννου / Παριανό Μάρμαρο / περιοδικό ΓΕΩ Τ18 Αύγουστος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Πάρος Μαρμαρογέννητη / περιοδικό ΓΕΩ Τ75 Σεπτέμβριος 2001
  • Θάλεια Αργείτη – Μιχάλης Κωσταράς / Λεύκες κατάλευκες /  περιοδικό ΓΕΩ Τ139 Δεκέμβριος 2002

 ΝΗΣΟΣ ΣΠΕΤΣΕΣ αρχ. Πιτυούσσα (5559 λέξεις)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Ιανουάριος 2004

Ναυτοσύνη και Αρχοντιά

Η πολύ όμορφη διαδρομή Κρανίδι – Πόρτο – Χέλι (ή Ερμιόνη - Αγ. Αιμιλιανός) φτάνει σύντομα στο μικρό λιμάνι της Κόστας που είναι σε σχετικά κοντινή απόσταση από την Αθήνα, μόλις 188 χλμ. Απέναντι, ήδη φαίνεται ο πυκνός πευκόφυτος παράδεισος των Σπετσών και η πόλη, κατάλευκη από την έντονη ηλιοφάνεια, που σκαρφαλώνει και περιζώνει με αρχοντικά και κοινά σπίτια τα δυο λιμάνια. 

Προσεγγίζουμε για τρίτη φορά από τις αρχές του περασμένου χειμώνα τούτη την ασύγκριτη αρχόντισσα του Αργολικού κόλπου που απλώνεται νωχελικά μπροστά στα έκθαμβα μάτια μας. Φυσικές ομορφιές, γνωστές και άγνωστες, σε συνδυασμό με την ιστορική προσφορά του νησιού των Σπετσών, το έχουν αναγορεύσει σε τόπο ‘’ζωντανής’’ ιστορικής μνήμης και ξεχωριστής γοητείας.

Οι Σπέτσες, που στην αρχαιότητα λεγόταν Πιτυού(σ)σα, δηλ. πευκόφυτη (από το πίτυς – υος = πεύκη), σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, κατοικήθηκαν για πρώτη φορά κατά την Πρωτοελλαδική εποχή, περί τα 2.300 π.χ. Ο πρώτος οικισμός του νησιού πιθανολογείται στους Ομηρικούς χρόνους, αποτελώντας τμήμα του βασιλείου του Άργους. Την εποχή αυτή μεγάλη άνθηση γνωρίζει το εμπόριο εξαιτίας και της πολύτιμης γεωγραφικής θέσης, (δίπλα στην είσοδο του Αργολικού κόλπου), που επιβεβαιώνεται σε τρία τουλάχιστον σημεία των ακτών της, Αγία Μαρίνα, Αγία Παρασκευή και Ζογεριά, ισάριθμα λιμάνια - σταθμούς. 

Στην εποχή της Φραγκοκρατίας, υπάγεται στους Ενετούς (1200 – 1460) και μετά στους Τούρκους. Τον 17ο αι. ο πληθυσμός άρχισε να αυξάνεται κυρίως με την αθρόα εγκατάσταση στο νησί εποίκων από την Ερμιονίδα και την Κυνουρία, φτάνοντας το 1808 τους είκοσιμία χιλιάδες πεντακόσιους, εξελισσόμενο πλέον σε σημαντικό κέντρο. Από πληροφορίες και διάφορα ευρήματα ο πρώτος μεσαιωνικός οικισμός κτίστηκε στην βορειοανατολική πλευρά του νησιού σε υπερκείμενους λόφους, στο σημερινό ‘’Καστέλι’’. Ο οικισμός ήταν τοιχισμένος, με ακρόπολη στον λόφο, όπου σήμερα βλέπουμε τον ακριτικό ναΐσκο του Αγίου Βασιλείου,μία από τις τέσσερις εκκλησίες του οικισμού. Μετά το 1800, οι πιο μεγάλοι άρχοντες των Σπετσών ξεθάρρεψαν και άρχισαν να κτίζουν τα σπίτια τους, αληθινά φρούρια, έξω από τις οχυρώσεις του Καστελιού. Έτσι, αρχές του 19ου αι. σχηματίστηκε ο νέος οικιστικός ιστός, που, όσο πέρναγε ο καιρός, πύκνωνε, μιας και οι λιγότερο ισχυροί οικονομικά, ξεθάρρεψαν κι αυτοί, κι έχτισαν τα σπίτια τους ανάμεσα στα αρχοντόσπιτα.

Σήμερα ό,τι σώζεται από το Καστέλι είναι ένα – δύο σπίτια με εξαιρετικές βοτσαλωτές αυλές και οι τέσσερις εκκλησίες του, ο προαναφερθείς Άγιος Βασίλειος, η Αγία Τριάδα, οι Ταξιάρχες, η Παναγία Κοίμηση ο παλιότερος ναός του νησιού κτισμένος με την εργασία των ντόπιων. Μέσα στο ναό υπάρχουν μισοκατεστραμμένες, μετά την φωτιά που έβαλαν οι τουρκαλβανοί κατά τα Ορλωφικά, τοιχογραφίες της Κρητικής σχολής. Τα άλλα κτίσματα παραχώρησαν τη θέση τους σε διώροφες και τριώροφες κατασκευές. Ένα πολύτιμο και σπάνιο βιβλίο που αποτύπωσε με την βοήθεια του Βύρωνα Κεσσέ τον παλιό οικισμό, είναι του γιατρού και ιστοριοδίφη Θεόδωρου Δημητριάδη με τίτλο ‘’Το Καστέλλι, ο προ του 1800 οικισμός’’. 

Η μεγάλη ακμή του νησιού αρχίζει στις αρχές του 19ου αι. και φτάνει στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, που οι Σπέτσες με την πλούσια ναυτική παράδοση, την ευημερία, τον ισχυρό στόλο, (ο πρώτος που προσχώρησε στην Επανάσταση με 54 μεγάλα και καλά εξοπλισμένα σιτοκάραβα), και τα κατορθώματα των ηρωικών ναυμάχων τους αναδεικνύονται σε πρωταγωνιστές του Αγώνα της Παλιγγενεσίας. Μαζί με την Ύδρα(1) και τα Ψαρά δεν γνώρισαν καταδυναστευτική την τούρκικη σκλαβιά, συμμετείχαν αποτελεσματικά στον θαλάσσιο αγώνα, συγκροτώντας τον τρινήσιο στόλο, και συνέβαλαν καταλυτικά στην απελευθέρωση του Γένους των Ελλήνων. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς η συμμετοχή στα έξοδα της επανάστασης μόνο των τριών νησιών, Ύδρας, Σπέτσες, και Ψαρών, ισοδυναμεί σχεδόν με τη συμβολή ολόκληρου του επαναστατημένου ελληνικού χώρου.

Οι Σπέτσες ανέδειξαν μια σειρά από ηρωικούς ναυμάχους (καπετάνιους και πυρπολητές) που πρωτοστάτησαν στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα με τα αήττητα καράβια τους. Μονάχα η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα αυτή η πρόωρα χειραφετημένη γυναίκα με την αδάμαστη λεβεντιά, βρέθηκε το 1821 με ένα οικογενειακό στολίσκο από πέντε πλοία, βαριά εξοπλισμένα και με δικό της στρατιωτικό σώμα. Μετά τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα, η ναυτική δύναμη των Σπετσών παρήκμασε, με μια μικρή αναλαμπή στην εικοσαετία 1850 – 1870. 

Η αδυναμία των Σπετσιωτών να αντικαταστήσουν τα ιστιοφόρα με άλλα πλοία ατμοκίνητα (μοναδική εξαίρεση οι Κούτσηδες και οι Γουδήδες), επιτάχυνε τη ναυτιλιακή πτώση που συμπαρέσυρε και τη ναυπηγική τέχνη σε μείωση της παραγωγικότητας. Το νησί συνέχισε τη ναυτική δραστηριότητά του, ως τις παραμονές του Β’ Π. Π. όχι όμως σε επίπεδο εφοπλιστικό (τελευταίοι εφοπλιστές μέτριας όμως δυναμικότητας ο Σωτήριος Ανάργυρος, οι Κουφοί, οι Γκουμαίοι και, τελευταίος χρονολογικά, ο Μπαλτατζής), αλλά σε επάνδρωση ξένων πλοίων με άξια πληρώματα, κατώτερα και ανώτερα. Στο ξεκαθάρισμα των εκλογικών καταλόγων (1924), οι άρρενες του νησιού, σε ποσοστό 50%, είναι ναυτικοί. Απ’ αυτούς, αν και οι Σπέτσες δεν είχαν Σχολή Εμποροπλοιάρχων, ένα σημαντικό ποσοστό ήταν αξιωματικοί. 

Μετά τον Α’ Π. Π, όταν ο παραθερισμός και ο περιηγητισμός αναβαθμίζεται σε τουριστική βιομηχανία, οι Σπέτσες, χάρη στα έργα τουριστικής υποδομής που δημιούργησε ο μεγάλος τοπικός καιεθνικός ευεργέτης Σωτήριος Ανάργυρος (ξενοδοχείο ‘’Ποσειδώνιο’’, δρόμοι, υδραγωγείο, ανάπλαση του πευκόφυτου δάσους κ.α.), έστρεψε την οικονομία του νησιού προς τον τουρισμό.  Μεταπολεμικά η τουριστική ανάπτυξη σημείωσε έξαρση, με κορύφωση τις δεκαετίες 1960 – 1980. Οι Σπέτσες, τοποθετούνται τουριστικά σε μια από τις δέκα πρώτες θέσεις της Χώρας μας. Χαρακτηρίζονται δε από έναν κοσμοπολιτισμό, που αποτελεί μετεξέλιξη της μεταπολεμικής μεγαλοαστικής παραθεριστικής ακμής. 

Σήμερα οι Σπέτσες θεωρούνται και είναι κοσμοπολίτικες, συνώνυμες με τις διακοπές επωνύμων Ελλήνων και ξένων, πράγμα φυσικό μια που το νησί αποτελεί πλέον ωραιότατο προορισμό και περιζήτητο θέρετρο. Πριν καλά – καλά το καταλάβετε (η απόσταση από την Κόστα είναι μόλις 1,3 μίλια), το μικρό φέρυ προσεγγίζει το λιμάνι, την Ντάπια. Ο ζωοδότης Ήλιος έχει αντικαταστήσει τις μουντές – ευτυχώς όχι βροχερές – μέρες του Νοέμβρη και με λαμπρότητα φωτίζει όλο τον οικισμό. Η γαλήνια εικόνα δεν είναι και τόσο συνηθισμένη για λιμάνι, αν εξαιρέσει κανείς τα τρίκυκλα που περιμένουν να μεταφέρουν εμπορεύματα και αποσκευές, άλλωστε οι περισσότεροι επισκέπτες της καλοκαιρινής περιόδου έχουν ήδη αναχωρήσει. 

Η μικρής διάρκειας αναστάτωση που δημιουργεί η άφιξη του πλοίου γρήγορα σταματά με την αναχώρηση του. Στο νέο λιμάνι δεσπόζει με την παρουσία του το θαυμάσιο ανακαινισμένο δίπατο κτήριο που στέγασε το δημαρχείο από το 1902 και, στα μεταπολεμικά χρόνια, το λιμεναρχείο των Σπετσών. Δίπλα, η ιστορική πλατεία της Ντάπιας – το επίκεντρο της τουριστικής κίνησης – με το κανονιοστάσιό της, η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, τα πρώτα θαυμάσια βοτσαλωτά δάπεδα, τα παραδοσιακά καφενεδάκια, καφετέριες, η πιάτσα των θαλάσσιων ταξί, και παραδίπλα η μικρή ψαραγορά. Διαβαίνοντας τα στενά σοκάκια του κεντρικού οικισμού διαπερνά την ψυχή η αίσθηση ότι ξεφυλλίζεις ένα μεγάλο βιβλίο Ιστορίας και Τέχνης, που απλώνεται από την ακροθαλασσιά, εκεί που το κύμα φιλάει θαρρείς τα αρχοντικά, μέχρι ψηλά στους δασωμένους καταπράσινους λόφους. Τα περισσότερα νεοκλασικά στολίζονται με κομψές καμινάδες, στρογγυλές, χωρίς μεγάλο όγκο. Σχεδόν στο κέντρο του οικισμού βρίσκεται η πλατεία του Ρολογιού πλαισιωμένη από δεκάδες καταστήματα κάθε είδους. Στη νοτιοδυτική πλευρά της είναι το Ρολόι της πόλης, χτισμένο στις αρχές του περασμένου  αιώνα, (1915), με χρήματα του τότε βουλευτή Ιωάννη Γ. Λεωνίδα. 

Στα στενορρύμια της ‘’ανακαλύπτει’’ ο περιηγητής ιστορικές εκκλησίες, πέτρινα γεφυράκια, συμπαθητικά καταστήματα και πάντως όχι αυτό το κραυγαλέο που έχει πλημμυρίσει άλλα, δήθεν ‘’ανεπτυγμένα’’ νησιά. Τα στενά δρομάκια απλώνονται και αγκαλιάζουν τις τέσσερις συνοικίες της πόλης, την Κουνουπίτσα (βορειοδυτικά), το Καστέλλι (ο ψηλότερος και παλιότερος οικισμός στο νησί), τα Κοκκινάρια (νότια) και το Παλιό Λιμάνι. Ο περίπατος – γνωριμία με την πόλη είναι το καλύτερο που έχει να κάνει ο επισκέπτης, ειδικά αν έχει προβλέψει για μια – δυο διανυκτερεύσεις. 

Καθώς από την Ντάπια κατευθύνεστε προς το Παλιό Λιμάνι (και Μπάλτιζα, τόπος δηλ. που βαλτώνει) συναντάτε την πλαζ και το ομώνυμο εκκλησάκι του Αγίου Μάμαντα, μερικά από τα επιβλητικότερα αρχοντικά του νησιού, κάποια κτισμένα από τον 18 αι., αψευδείς μάρτυρες της πολιτιστικής και οικονομικής ανάπτυξης που υπήρχε τότε στο νησί.. Κοιτώντας δεξιά, απο την παραλία (για κολύμπι) αντικρύζετε και το κανονιοστάσιο του Αγίου Νικολάου. Το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, ένα εκκλησιαστικό σύνολο με πολυσήμαντη θέση στον οικισμό, η μητρόπολη του νησιού, στη βοτσαλωτή αυλή της οποίας βρίσκεται το μνημείο των ηρώων, έργο και αυτό του αείμνηστου καλλιτέχνη - γλύπτη Βύρωνα Κεσσέ.

Είναι από τις παλαιότερες εκκλησίες των Σπετσών μεταβυζαντινού σταυροειδούς ρυθμού. Το μαρμάρινο κωδωνοστάσιο της μονής κτίστηκε, σύμφωνα με την ανάγλυφη επιγραφή, το 1805. Αποτελεί σύμβολο των Σπετσών με ιδιαίτερη ιστορική και καλλιτεχνική αξία. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα δείγματα της Κυκλαδίτικης λαϊκής λιθουργικής τέχνης του περασμένου αιώνα. Με την ανακαίνιση μάλιστα που δέχθηκε τα έτη 1998 – 2000 ανέδειξε όλη του τη μεγαλειώδη λεπτομέρεια. Στο βοτσαλωτό προαύλιο του ναού, το πρωί της 3ης Απριλίου 1821 οι Σπετσιώτες ύψωσαν τη σημαία της Επανάστασης. Απέναντι από τη μητρόπολη υπάρχει η εκκλησία των Τριών Σπετσιωτών Νεομαρτύρων με τον μπλε τρούλο (παλιότερα ήταν λευκός) και το περίφημο αρχοντικό Σέκερη,ενώ ο δρόμος οδηγεί λίγο πιο πάνω στο αρχοντικό Γ. Πάνου, σημερινή οικία Κριεζή. 

Συνεχίζοντας πάντα ανατολικά εμφανίζεται το Παλιό Λιμάνι με τους γνωστούς ‘’ταρσανάδες’’ ή ‘’καρνάγια’’ που πραγματικά ενθουσιάζει τον επισκέπτη. Στο βάθος ξεχωρίζουν οι ‘’τρεις καμάρες’’ που τα παλιά χρόνια ήταν εργαστήρια κεραμικής – λαϊνάδικο και έφτιαχνε τα περίφημα ‘’τσανάκι καλεσί’’. Ενδέχεται η μία καμάρα για μικρό διάστημα να ήταν καρνάγιο. Τα μικρά σπιτάκια με τις τετράριχτες στέγες, τα όμορφα ταβερνάκια και τα κάθε λογής καταστήματα πάνω στον δρόμο, οι δεκάδες μικρές και μεγαλύτερες ψαρόβαρκες, τα καΐκια, τα μικρά και μεγάλα γιοτ, πλημμυρίζουν το οπτικό πεδίο. Είναι πραγματικά ευχάριστο να διασχίζεις όλη αυτή την ζωντάνια, να μυρίζεις τις μπογιές και το κατράμι και να ακούς τους ήχους των σφυριών.

Εδώ γύρω από το παλιό λιμάνι των Σπετσών η πατροπαράδοτη ναυπηγική τέχνη δεν έχει σβήσει ακόμη, παρά τον ανελέητο ανταγωνισμό. Κατά τον μελετητή της ιστορίας του νησιού, φιλόλογο καθηγητή Γιώργο Σταματίου ξεκίνησε μετά τον εποικισμό των Σπετσών από τους αρβανιτόφωνους Έλληνες της Πελοποννήσου, που παράλληλα με τις τότε ενασχολήσεις τους, που δεν απέφεραν σοβαρή ανάπτυξη (ψάρεμα, κτηνοτροφία, λαχανόκηποι), ναυπήγησαν με ντόπια ξυλεία πεύκης τα πρώτα μικρά πλοιάρια. Αργότερα όταν έμαθαν καλά την τέχνη και πάντως μετά τα Ορλωφικά(2) (1769 – 1770) ήρθε να κατοικήσει στο νησί κάποιος ονόματι, Μήλιος Μιχελής. Αυτός ναυπήγησε τα πρώτα καΐκια που έγιναν προάγγελοι της μεγάλης ναυτικής δραστηριότητας. Μετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης (1789) ξεκινά η δεύτερη ναυπηγική περίοδος που ξεπέρασε γρήγορα όλες τις αντιξοότητες του παρελθόντος μέχρι το τέλος του 18ου αι. Η συνθήκη του Κιουτσούκ – Καϊναρτζή(3) (1774) επιτρέπει στους Σπετσιώτες να ταξιδεύουν με ρωσική σημαία μέχρι τα λιμάνια της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Αγγλίας και της Αμερικής! Τότε ‘’κτίζονται’’ τα μεγαλύτερα ιστιοφόρα μέχρι 80 τόνους. Η τρίτη ναυπηγική περίοδος, η χρυσή εποχή της ναυπηγικής τέχνης για τις Σπέτσες, οριοθετείται ανάμεσα στα πρώτα χρόνια του 19ου αι. και τις αρχές της Ελληνικής Επανάστασης. 

Οι Έλληνες ναυπηγοί ταξιδεύουν με τα πλοία των Ελλήνων καραβοκύρηδων στα μεγάλα ναυπηγικά κέντρα της Ευρώπης και κυρίως τη Νάπολη, Λιβόρνο, Γένοβα, Βενετία άπ’ όπου αντλούν πολύτιμες γνώσεις από την προηγμένη τεχνολογία τους. Κατά το τέλος της τρίτης ναυπηγικής περιόδου (1810 – 1820) ναυπηγούνται στους ταρσανάδες του νησιού τριάντα πέντε μεγάλα ιστιοφόρα, ό,τι εκλεκτότερο από άποψη ναυπηγικής κατασκευάστηκε ποτέ στα ναυπηγεία του νησιού. Ήταν σκάφη που διέθεταν την ευρυθμία και στερεότητα των Ευρωπαϊκών πολεμικών και χρησιμοποιήθηκαν στον υπέρ της Ανεξαρτησίας θαλάσσιο αγώνα του 1821.

Στις μέρες μας, και μετά τους κλυδωνισμούς που υπέστη η ιστιοφόρος ναυτιλία, έχει υποχωρήσει η ξυλοναυπηγική  δραστηριότητα. Ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν στις Σπέτσες έξι μικρά ναυπηγεία από τα εκατόν σαράντα περίπου όλης της χώρας. Οι ξυλοναυπηγοί του νησιού είναι από τους καλύτερους στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το γεγονός ότι πάρα πολλά αλιευτικά σκάφη, ‘’κτίστηκαν’’ πάνω στο νησί από Σπετσιώτες καραβομαραγκούς. Επίσης δεν είναι τυχαίο ότι το καθ’ ολοκληρίαν ξύλινο ομοίωμα της αρχαίας ‘’Αργώς’’ κατασκευάστηκε σε καρνάγιο των Σπετσών, από τον ξυλοναυπηγό Βασ. Δελημήτρο. 

Σε αυτούς τους ταρσανάδες φτιάχνεται κάθε χρόνο και η Αρμάτα, το ‘’καράβι’’ που πυρπολείται την πρώτη Κυριακή μετά τις οκτώ Σεπτεμβρίου (Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου) σε ανάμνηση της νικηφόρας ναυμαχίας αλλά και του θαύματος της Παναγίας που έσωσε τις Σπέτσες στις 8 Σεπτεμβρίου του 1822. Την άμυνα της νήσου είχε αναλάβει ο πρώτος άρχοντας του νησιού Χατζηγιάννης Μέξης και εκείνου ιδέα ήταν η τοποθέτηση φεσιών πάνω στους ασφόδελους (τα καραμπούσια των ντόπιων) της περιοχής, για να παρέχεται στους Τούρκους η εντύπωση ότι οι υπερασπιστές του νησιού ήταν εκατοντάδες. 

Για να ευχαριστήσουν την Αγία Μητέρα και για να περάσει στη συλλογική μνήμη η σπουδαία νίκη του νησιού κατά των Τούρκων οι κάτοικοι έχτισαν, κοντά στον φάρο, την εκκλησία της Παναγίας της Αρμάτας (1850) με χρηματοδότηση από τον Ιωάννη Γ. Κούτση. Κάθε χρόνο τα πλοία, τα ιπτάμενα δελφίνια, τα θαλάσσια ταξί μέχρι και τα καΐκια από την Κόστα φέρνουν προσκυνητές. Λίγα λεπτά πριν την αναπαράσταση της πυρπόλησης τα πάντα ησυχάζουν, το κάθε λεπτό έχει την ιδιαίτερη σημασία του, ενώ τα πάντα είναι χρονομετρημένα με ακρίβεια δευτερολέπτου. Η συγκίνηση πλημμυρίζει την ατμόσφαιρα και η πυρπόληση της ‘’ναυαρχίδας’’ του Τούρκικου στόλου είναι σαν να σταματάει τον χρόνο. Ξαφνικά, πυροτεχνήματα, και ένας πραγματικός ορυμαγδός θορύβων από κόρνες και σφυρίχτρες ταράζουν τον αγέρα και την θάλασσα. Το τοπίο μεταβάλλεται σε πραγματική ναυμαχία, και θαρρείς ότι όλα ….ανατινάζονται, όλα φλέγονται και καταυγάζουν τον ουρανό. Η τηλεόραση κάθε χρόνο δείχνει εικόνες από την εκδήλωση, που όλοι έχουμε δει, αλλά πάντα η φυσική παρουσία είναι καταλυτική.

Φεύγοντας από τον κυρίως οικισμό για τον γύρο του νησιού ακολουθούμε τον παραθαλάσσιο δρόμο που οδηγεί στις εξοχές και τις ανεξερεύνητες μυρωδιές του τόπου. Μοσχοβολά πράγματι το νησί με την καθαρή φύση, τα πεύκα, τη ρίγανη, το θρούμπι και τα λουλούδια. Το κατάφυτο χαρούμενο τοπίο συντροφεύει μαζί με την θάλασσα την περιήγηση μας, μην αφήνοντάς μας να πάρουμε ανάσα. Μας κατακλύζουν οι όμορφες εικόνες, ειδικά αν κινηθούμε προς την βορειοανατολική πλευρά του οικισμού (προς Αγ. Μαρίνα) και νοτιοδυτικά (προς Αγ. Αναργύρους). Η πρώτη παραλία, που συναντάμε, της Αγίας Μαρίνας,είναι η πιο καλά οργανωμένη του νησιού, συνδυάζοντας το μπάνιο, τις βουτιές στην καταγάλανη θάλασσα, τα σπορ, και φυσικά το καλό φαγητό (που δεν λείπει από πουθενά στο νησί). 

Στο ακρωτήρι της Αγίας Μαρίνας, στα ‘’πόδια’’ του φερώνυμου ξωκλησιού, το 1969 – 70 ο αείμνηστος Δημήτριος Θεοχάρης (1919 – 1977) ερεύνησε και έφερε στο φως αξιόλογα δείγματα της πρωτοελλαδικής και της υστεροελλαδικής εποχής και διατύπωσε την εκτίμηση της καίριας γεωγραφικής θέσης των Σπετσών ως σταθμού διαμετακομιστικού εμπορίου προς την Αργολίδα, κατά την περίοδο της χαλκοκρατίας. Η ανασκαφή αποκάλυψε τοίχους οικημάτων, θραύσματα αγγείων, ανεπίγραφα αγγεία παρόμοια με τα κυκλαδικά, λεπίδες, σκεύη και άλλα λίθινα και κεραμικά αντικείμενα που εκθέτονται στο Ιστορικό Μουσείο Σπετσών. 

Συνεχίζοντας την περιήγηση βγαίνουμε από τα όρια του οικισμού συναντώντας την παραλία Κουζουνός που προτιμούν για το μπάνιο τους όσοι από τους ντόπιους – και είναι πολλοί αυτοί – διαθέτουν δίκυκλο. Η ιδιοκτησίας Νιάρχου κατάφυτη Σπετσοπούλα και το ομώνυμο στενό της, αυτή η μικρή (μόλις 2 τ.χ.) και διάσημη νησίδα, γρήγορα κάνει την εμφάνιση της στην αγκαλιά του Μυρτώου πελάγους. Απέχει από τις Σπέτσες μόλις 750 μ. και ανάλογα την ώρα που θα περάσετε, ‘’δίνει’’ ωραία κάδρα. Μετά τον Γκουζουνό ή Κουζουνό που τείνει να εξελιχθεί σε οικισμό εξοχικών κατοικιών – επαύλεων, ανταμώνουμε τις Αγριόπετρες (σκουπιδότοπος του νησιού, μια από τις ελάχιστες ασχήμιες του) και το αγρόκτημα του Νίκου Μοσχοβίτη. 

Στο σημείο αυτό, αρχίζει μια εντουράδικη διαδρομή (δεξιά) από τον ανηφορικό δύσβατο χωματόδρομο που φτάνει στην κορυφογραμμή του νησιού (κατεύθυνση από ανατολή προς δύση). Η απέριττη ομορφιά του τοπίου θα σας υποχρεώσει να σταθείτε στο ξωκλήσι της Απάνω Παναγιάς της Έλωνας, αφιερωμένο στην Ζωοδόχο Πηγή, και στην αγροικία Σαββόπουλου – Μιμηκόπουλου. Έπειτα, από ομαλότερο δρόμο, θα κινηθείτε βόρεια προς τη βίλα ‘’Χαρά’’ (ιδιοκτησία Μπόταση – Γέροντα), όπου βρίσκεται ο τάφος της ποιήτριας Μαρίας Μπόταση και το ξωκλήσι των Τριών Σπετσιωτών Νεομαρτύρων. Από το πλάτωμα της εκκλησίας η θέα προς Σπετσοπούλα, νησάκι Άγιος Γιάννης, Τρίκερι, Ύδρα, Δοκός, ακτές Ερμιόνης ως το βουνό Δίδυμα είναι πανοραμική. Όμως ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η θέαση από τον Προφήτη Ηλία (300 μ. υψ περίπου), την ψηλότερη του νησιού. Συνεχίστε μετά τον Προφήτη Ηλία στον χωματόδρομο, ανάμεσα στο καμένο δάσος και στα μισογκρεμισμένα – αριστοτεχνικά πέτρινα γεφύρια (έργα και αυτά του εθνικού ευεργέτη Σωτ. Ανάργυρου), και θα ‘’πέσετε’’ στην Ζωγεριά και τον Βρέλλο. Αυτές οι θαυμάσιες, όσο και φημισμένες τοποθεσίες του νησιού, προσεγγίζονται φυσικά και από τον ασφαλτοστρωμένο παράκτιο – περιφερειακό δρόμο. 

Η συνέχεια της διαδρομής παραλιακά είναι πιο συναρπαστική με την παραλία Ξυλοκέριζα πολύ κοντά  και ταυτόχρονα μοναχικά. Θα πάτε, εγκαταλείποντας τον περιφερειακό, στρίβοντας αριστερά, και μετρώντας δύο χλμ στον βατό χωματόδρομο. Ένα από τα ωραιότερα τοπία είναι ο ευρύστερνος κόλπος των Αγίων Αναργύρων  με τα δύο εκκλησάκια τους, τους απάνω και κάτω Αγίους Αναργύρους, την ομώνυμη μεγάλη παραλία τους, τον μικρό και παλιό παραθεριστικό οικισμό τους και τα καλά οργανωμένα εστιατόρια τους. Μέχρις εδώ υπάρχει τακτική συγκοινωνία – με λεωφορεία – από τον Μάιο μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου. 

Όλο τον χρόνο όμως μπορείτε να έρθετε με θαλάσσιο ταξί και το καλοκαίρι με ημερήσια εκδρομή από την πόλη των Σπετσών. Ένα από τα ομορφότερα αξιοθέατα όλου του νησιού βρίσκεται εδώ. Είναι η περίφημη και ιστορική ‘’Σπηλιά του Μπεκίρη’’ όπου, κατά τα Ορλωφικά, κρύφτηκαν τα γυναικόπαιδα στα σπλάχνα της για να γλιτώσουν τους διωγμούς των Τούρκων. Η πρόσβαση (10’ – 200μ) είναι πανεύκολη ενώ η σπηλιά διαθέτει χερσαία και θαλάσσια είσοδο. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή κυκλική αίθουσα περίπου 50 μέτρων, ενώ στο βάθος υπάρχει αμμουδιά. Ένα θαυμάσιο δημιούργημα της φύσης με μικρούς σταλακτίτες και χαρακτηριστική λεία οροφή που δεν πρέπει να  προσπεράσετε χωρίς να το δείτε. 

Επιστρέφοντας στον περιφερειακό, πραγματοποιείστε την επόμενη στάση σας στην πευκόφυτη δημοτική παραλία της Αγ. Παρασκευής στον ομώνυμο κολπίσκο. Το περιβάλλον γύρω αλλά και πιο μακριά από την εκκλησία είναι από τα ωραιότερα του νησιού, χωρίς να διαταράσσεται από σπίτια ή ταβέρνες. Η βλάστηση και τα μεγάλα πεύκα που, τιθασευμένα από τον άνεμο, στέκουν λυγισμένα, φτάνοντας σχεδόν ως την αμμουδερή και με χοντρά βότσαλα παραλία, συνθέτουν ένα από τα μαγευτικότερα τοπία.

Ολοκληρώνοντας σχεδόν τον κύκλο φτάνετε στο σημείο του περιφερειακού δρόμου (1,5 χλμ περίπου), όπου προβάλλει ανάμεσα στο πευκοδάσος και τους ελαιώνες με απαράμιλλη ομορφιά, η παραδεισένια παραλία της Ζογεριάς με τους δύο ορμίσκους - αγκυροβόλια, το ταβερνάκι, και την ωραία θέα προς τις απέναντι Πελοποννησιακές ακτές. Είναι η πιο εύκολη και γρήγορη επιλογή του καλοκαιριού για εκατοντάδες επισκέπτες. Παλιά στην Ζογεριά (Ζωγιωργιά των ντόπιων) υπήρχε και το Λοιμοκαθαρτήριο, που έμεινε γνωστό με την ιταλική ονομασία του ‘’Λαζαρέττο’’, από τον Άγιο Λάζαρο που θεωρείται ο προστάτης των ασθενών. Τα λιγοστά ερείπια του βρίσκονται στο μυχό του δυτικού κόλπου. Εδώ άραζαν τα καράβια, μετά από τα μακρινά ταξίδια τους, και λίγο πριν μπουν στην χώρα, για να γίνει η απολύμανση.

Ο γύρος του νησιού ολοκληρώνεται σε είκοσι τρία χλμ, με την θλίψη που προκαλεί το καμένο δάσος από τις φωτιές του Ιουλίου - Αυγούστου του 2000, αλλά και τον θαυμασμό για το ολάνθιστο μαγευτικό περιβάλλον του Λιγονερίου, όπου ο ‘’δακρύων’’ βράχος και το κουκλίστικο εκκλησάκι της Κάτω Παναγιάς της Έλωνας, (ιδιοκτησίας Μαρίας Βουδουράκη και Ευαγγελίτσας Τσαπάρα).  Ο χωματόδρομος κατεβαίνει ομαλά μέχρι τη θάλασσα και την ωραία παραλία, με τα πεύκα να προσφέρουν την σκιά τους στους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες. 

Το Λιγονέρι και η Κάτω Έλωνα ήταν ο αγαπημένος περίπατος του Γιώργου Σεφεριάδη (Σεφέρη), του Κωνσταντίνου Τσάτσου τα προπολεμικά, ειρηνικά, καλοκαίρια. Στο πεζούλι της εκκλησίας, σε αυτή την γλυκύτητα και την ηρεμία του τοπίου, καθόταν τη δεκαετία του πενήντα, ο Οδυσσέας Ελύτης και στοχαζόταν. Όλη η περιοχή αλλά και όλη η περιφερειακή διαδρομή με τα πεύκα να σκεπάζουν το νησί, με τις ευωδιές να πλημμυρίζουν την ατμόσφαιρα, δίνουν δίκιο στους Ενετούς που σαν κατακτητές επισκέφθηκαν το νησί, και εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ από τα αρώματα του αέρα και από τα αμέτρητα αρωματικά φυτά και του έδωσαν την ονομασία izola di Spezzie (νησί των αρωμάτων). 

Λίγο πριν εισχωρήσετε πάλι στα στενά σοκάκια της πόλης με τους ολάνθιστους κήπους και τις βοτσαλόστρωτες αυλές, περνάτε έξω από την Αναργύρειο και Κοργιαλένειο Σχολή Σπετσών, έδρα σήμερα επιστημονικών συνεδρίων κατά τους θερινούς κυρίως μήνες, που συγκροτείται από πέντε τριώροφα κτήρια. Όταν το 1899 ο Σωτήριος Ανάργυρος εγκατέλειπε για πάντα την Αμερική μετά από μια άκρως επιτυχημένη επιχειρηματική πορεία, (ήταν ο μεγαλύτερος Έλληνας καπνοβιομήχανος της Βόρειας Αμερικής) και επέστρεψε στην Ευρώπη, έφερε μαζί του το μυθικό ποσό των εξακοσίων πενήντα χιλιάδων δολαρίων, που κατέθεσε σε τράπεζες του Λονδίνου και της Αιγύπτου. Αμέσως μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα και κατόπιν στις Σπέτσες (1900) βάλθηκε να βοηθήσει τους κατοίκους του γενέθλιου νησιού που βυθίζονταν καθημερινά στην φτώχεια, μετά μάλιστα τη ναυτιλιακή παρακμή των Σπετσών. Κυρίως όμως ασχολήθηκε με έργα υποδομής που ανέδειξαν τις φυσικές ομορφιές του νησιού. Για παράδειγμα αγόρασε μια τεράστια έκταση στο βουνό των Σπετσών μόνο και μόνο για να την αναδασώσει, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην καλυτέρευση του φυσικού περιβάλλοντος της νήσου.

Το 1914 ανέγειρε το πολυτελέστατο ξενοδοχείο ‘’Ποσειδώνιο’’, το μεγαλύτερο τότε επαρχιακό ξενοδοχείο των Βαλκανίων, που και σήμερα ακόμη συνεχίζει τη λειτουργία του, προκαλώντας τον θαυμασμό με το μέγεθός του και την ‘’ρυτιδωμένη’’ αρχοντιά του. Έτσι προσέλκυσε τους μεγαλοαστούς της πρωτεύουσας και τους πλούσιους ομογενείς του εξωτερικού. Όμως θέλει να κάνει το μεγάλο βήμα. Κάτι που να έχει πανελλήνια εμβέλεια σε συνδυασμό με την υποβοήθηση της υλικής και πολιτιστικής προαγωγής του νησιού του. Τότε ο Ελευθέριος Βενιζέλος του ζητάει να συμβάλει στην ίδρυση ενός ‘’σχολείου  ηγητόρων’’ κατά τα πρότυπα των αγγλικών κολεγίων αλλά αυτό να μην κτισθεί στην Αθήνα. Το αίτημά του γίνεται δεκτό. Τον Σεπτέμβριο του 1918 προσφέρει τα πρώτα χρήματα, σαράντα χιλιάδες χρυσές λίρες Αγγλίας (1.000.000 δρχ), όσα είχε διαθέσει και ο μεγάλος εθνικός ευεργέτης από την Κεφαλονιά Μαρίνος Κοργιαλένιος για τον ίδιο σκοπό. Προσφέρει επίσης το κατάλληλο παραθαλάσσιο οικόπεδο χιλίων περίπου στρ. στα βόρεια του νησιού. Η Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών, θα πρωτολειτουργήσει το σχολικό έτος 1927 – 1928 με πρώτο διευθυντή τον Άγγλο Ερρίκο Σλόμαν. Όμως ο εθνικός ευεργέτης Σωτήριος Ανάργυρος έφυγε από τη ζωή ξαφνικά το σχολικό έτος 1928 – 1929 και δεν πρόλαβε να χαρεί ολοκληρωμένο το έργο του. 

Η Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών ‘’Μητέρα Τροφός’’ εκατοντάδων προσωπικοτήτων του πολιτικού, επιχειρηματικού, δημοσιογραφικού και καλλιτεχνικού δυναμικού της χώρας ανέστειλε την λειτουργία της, το 1983. Σήμερα περιμένει την πολιτεία να την κάνει να ξαναζωντανέψει. Κατά καιρούς έχουν ακουστεί πολλά, όμως αυτό που πρόσφατα επιμένει σαν φήμη είναι ότι η Σχολή θα στεγάσει από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος σπουδαστές των Τ.Ε.Ι. Πειραιά.

Κοντά στο κεντρικό λιμάνι του νησιού, την ‘’Ντάπια’’, τους γεμάτους ζωή καλοκαιρινούς μήνες, εκτός από τα κουδουνάκια από τα μόνιππα και το ρυθμικό θόρυβο από τα πέταλα των αλόγων που τραβούν τις άμαξες κάνοντας ρομαντικές βόλτες τους επισκέπτες, υπάρχει η αμμουδερή παραλία του Αγ. Μάμμα που διαθέτει – εκτός από την κοσμοβριθή πλαζ – ένα κοσμικό χαρακτήρα, μια πολυκοσμία, με τα μπαράκια, τις καφετέριες, και τα εστιατόρια γεμάτα νεολαία και πρόθυμους ‘’κριτές’’ του γυναικείου σώματος και των νέων μοντέρνων μαγιό που φορούν αιθέριες υπάρξεις. Μπροστά στο ‘’Ποσειδώνιο’’ εκτείνεται η τεράστια πλατεία, τόπος περιπάτου τους καλοκαιρινούς μήνες. Εκεί στέκει από τις 31/3/1985 το ορειχάλκινο άγαλμα της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, της μεγάλης Κυράς των Σπετσών και πρώτης καπετάνισσας του Αγώνα. Το γλυπτό είναι έργο της γνωστής γλύπτριας Ναταλίας Μελά - Κωνσταντινίδη που τα ζωομορφικά έργα της μαζί με τη ‘’γοργόνα’’ και τον ανδριάντα του πυρπολητή Κοσμά Μπαρμπάτση κοσμούν και την περιοχή του φάρου κοντά στο κανονιοστάσιο. 

Μια άλλη, κατά πολύ παλιότερη, Σπετσιώτικη καλλιτεχνική παρουσία, παρά το γεγονός ότι δεν είναι γνωστά τα έργα της, έχουμε με την πρώτη Ελληνίδα Ζωγράφο, την Ελένη Αλταμούρα – Μπούκουρα (1821 – 1900), που γεννήθηκε στο νησί, κι ήταν μητέρα ενός από πιο σημαντικούς θαλασσογράφους μας, μαθητή του Νικηφόρου Λύτρα, του Ιωάννη Αλταμούρα (1852 – 1878). Με σπουδές στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Ρώμης, η Ελένη Αλταμούρα, που για να σπουδάσει ζωγραφική μεταμφιέστηκε σε άνδρα, είναι η τραγική μητέρα που , μετά τον θάνατο του γιου της Ιωάννη σε ηλικία 26 χρονών από φυματίωση, κατέστρεψε τα περισσότερα και πιο ολοκληρωμένα έργα της. Δείτε το αρχοντικό του πατέρα της Γιάννη Μπούκουρα ή Χρυσίνα, γενναίου αρβανίτη Ναυμάχου του ’21 και ατρόμητου θαλασσοπόρου που η καρδιά του ήταν γεμάτη καλλιτεχνικές ανησυχίες (ήταν ο πρώτος θιασάρχης της Οθωνικής Αθήνας με το ξακουστό τότε ‘’Θέατρο Μπούκουρη’’).

Στην κορυφή της Ντάπιας ορθώνονται το αρχοντικό του Σωτ. Ανάργυρου (σε ρυθμό αρχαιοελληνικό – αιγυπτιακό) και το απέριττο αρχοντικό της ηρωίδας του ’21 Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας (κατασκευασμένο το 1670, με πολύ μεταγενέστερες προσθήκες) που στεγάζει το ομώνυμο μουσείο, πασίγνωστο ανά το Πανελλήνιο. Η όλη κατασκευή υποδηλώνει αρχοντική καταγωγή και οικονομική ευμάρεια, έχει ισόγειο και δύο ορόφους στο σύνολο 670 τ.μ. Στα πολλά και σημαντικά εκθέματά του περιλαμβάνονται προσωπικά αντικείμενα της ηρωίδας, έπιπλα και αντικείμενα του 18ου, έως και τις αρχές του 20ου αι. Συλλογές όπλων, εικόνων, πορσελάνες, πίνακες που μαζί με το αριστουργηματικό φλωρεντιανό σκαλιστό ταβάνι της μεγάλης σάλας μεταφέρουν τον επισκέπτη σε άλλες εποχές. Την ξενάγηση στους χώρους του σπιτιού – μουσείου αναλαμβάνει ο ίδιος ο δημιουργός του, Φίλιππος Δεμερτζής – Μπούμπουλης τετρασέγγονός της ηρωίδας και ιδιοκτήτης του αρχοντικού.

Το δεύτερο μουσείο που πρέπει να επισκεφθείτε είναι το περίφημο Ιστορικό Μουσείο Σπετσών, που στεγάζεται στο παλιό Αρχοντικό Χατζηγιάννη Μέξη, του πρώτου άρχοντα του νησιού κατά τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας, κτισμένο μεταξύ 1795 – 1798. Στην αίθουσα αρχαιολογίας ο επισκέπτης θα συναντήσει τα παλαιότερα ευρήματα από τον πρωτοελλαδικό οικισμό της Αγίας Μαρίνας, και τα ευρήματα του Δοκού που, ενώ διοικητικά ανήκει στην Ύδρα, αποφασίστηκε να εκτεθούν στις Σπέτσες αφού το μουσείο του νησιού κάλυπτε τις ανάγκες προβολής και ασφάλειας των ενάλιων ευρημάτων. Στα δεκάδες κειμήλια της Επανάστασης μπορείτε να θαυμάσετε αυθεντικές επιστολές του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Αθανασίου Διάκου, πορτραίτα καραβιών, συλλογή όπλων, τη σημαία της Σπετσιώτικης εξέγερσης, ακρόπρωρα ιστιοφόρων του 19ου αι, κ.ά. Συνολικά τα εκθέματά του, αντιπροσωπεύουν περισσότερα από 4.000 χρόνια πολιτιστικής ιστορίας του νησιού και καλύπτουν όλες τις μορφές εκδήλωσης της τέχνης. Κεραμική, μαρμαρογλυπτική, ξυλογλυπτική, ζωγραφική, μικροτεχνία, μεταλλουργική, υφαντική, κεντητική.

Το νησί των αρωμάτων κρύβει επιμελώς πολλές εκπλήξεις στον ταξιδευτή που θέλει να γνωρίσει τον τόπο. Νότες από το παρελθόν συναντούν το μέλλον σε μια αρμονική συνύπαρξη που σαγηνεύει τον κάθε περιηγητή. Είναι πανέμορφη η φύση του, ενώ σε κάθε γωνιά του αναδύεται η ελληνικότητα και οι μνήμες απο σημαντικές στιγμές της ιστορίας της χώρας μας. Δεν είναι τυχαίο, που ολόκληρο το νησί, στην έρευνα του πολυτεχνείου αναφέρετε σαν περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους (ΤΙΦΚ)(4). Η φύση απλόχερη έδωσε το τεράστιο δάσος των είκοσι χιλιάδων στρεμμάτων (τα μισά περίπου ανήκουν στο Ίδρυμα της Α.Κ.Σ.Σ.), ο χρόνος και οι άνθρωποι έφτιαξαν και διατηρούν εξήντα πέντε εκκλησίες και ξωκλήσια. Όλα αυτά, σε ένα τόσο δα νησάκι, δίνουν την ευκαιρία για περιπάτους σε ανεξερεύνητα από τους πολλούς μονοπάτια.

Ταξιδέψτε στις Σπέτσες (οι αρχές του χειμώνα, πιστεύω, είναι μια θαυμάσια εποχή) και ανακαλύψτε ότι υπάρχουν μέρη που, χωρίς να έχουν ‘’δυναμική’’ ή κραυγαλέα εμφάνιση, στολίζουν με το παραπάνω την χώρα μας. 

Ευχαριστώ τον Γ. Σταματίου για τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις που έκανε για αυτό το άρθρο.

Σημειώσεις:

(1) Ύδρα: Για διαφορετικούς λόγους αφού οι Υδραίοι πλούσιοι καπετάνιοι και προύχοντες είχαν άριστες σχέσεις με τους Τούρκους και τεράστιες περιουσίες για να εξαγοράσουν (αν χρειαζόταν) την εύνοιά τους.

(2) Ορλωφικά: Οι μικρές επιτυχίες των επαναστατημένων Ελλήνων, με την υποκίνηση και τη βοήθεια των Ρώσων, στην Κρήτη, την Πελοπόννησο και τα Επτάνησα σταμάτησαν βίαια μετά την οργάνωση των Τούρκων και τις συνεχείς αντεπιθέσεις τους. Οι αδελφοί Ορλώφ πριν φύγουν κατάφεραν ισχυρό πλήγμα στον τούρκικο στόλο έξω από την Χίο (Τσεσμέ). Οι Σπετσιώτες είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση με τον εμπορικό στόλο τους που μετετράπη σε πολεμικό.       Η τιμωρία για την συμμετοχή ήταν καταστροφική. Στρατιά Τουρκαλβανών αποβιβάστηκε στο νησί το 1770, πυρπόλησε το Καστέλι, σκοτώνοντας τους περισσότερους κατοίκους και αφήνοντας πίσω την ερήμωση μέχρι την συνθήκη του Κιουτσούκ – Καϊναρτζή (1774) που επέτρεψε σε όσους είχαν απομείνει να γυρίσουν και να ξαναρχίσουν τη ζωή τους στο νησί των προγόνων τους.

(3) Κιουτσούκ – Καϊναρτζή: Ιδιαίτερη σημασία για την ναυτιλιακή ανάπτυξη της περιοχής έχουν οι ρωσοτουρκικοί πόλεμοι της Αικατερίνης Β’, ο πρώτος του 1768 – 1774 και ο δεύτερος του 1787 – 1792. Η συμμετοχή των Νησιωτών στην δράση του ρώσικου στόλου στην ανατολική Μεσόγειο ενισχύει το ελληνικό νησιωτικό στόλο. Ιδιαίτερη σημασία έχει εδώ η συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή στην οποία καταλήγει ο πρώτος ρωσοτουρκικός πόλεμος, η συμφωνία του Αιναλή Καβάκ (1779) και η εμπορική συμφωνία της Κωνσταντινούπολης (1783) που την διασαφηνίζουν και τη συμπληρώνουν. Η συνθήκη οδήγησε στην αναγνώριση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία του δικαιώματος της Ρωσίας στην προστασία των Ορθοδόξων και την παραχώρηση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στις τουρκικές θάλασσες σε πλοία με ρώσικη σημαία. Από αυτή την κατάληξη επωφελούνται κυρίως οι Έλληνες ναυτιλλόμενοι του Αιγιακού χώρου. Από το 1792 η Γαλλία υποχρεώθηκε, για να αντιμετωπίσει τον Αγγλικό αποκλεισμό, να καταφύγει στα ουδέτερα πλοία για να εξασφαλίσει την διπλωματική αλληλογραφία με τα γαλλικά προξενεία της Μεσογείου, να διατηρήσει ό,τι μπορούσε από την Γαλλική εμπορική κίνηση και κυρίως τον ανεφοδιασμό των μεσογειακών της περιοχών σε τρόφιμα, κυρίως σιτηρά. Τα υδραϊκά και σπετσιώτικα καράβια, καθώς και των άλλων ελληνικών νησιών και οι έμποροι της Σμύρνης ανέλαβαν αυτή την επικίνδυνη και κερδοφόρα αποστολή που για να την φέρουν σε πέρας, έπρεπε να παραβιάζουν τον αγγλικό αποκλεισμό των γαλλικών Παραλίων. Με αυτόν τον τρόπο συγκεντρώθηκε όλος αυτός ο πλούτος των νησιών και των καραβοκύρηδων (το 1794 – 1769 η ελληνική ναυσιπλοΐα στη Μασσαλία κατέχει τη δεύτερη και τρίτη θέση) που μετά από λίγα χρόνια διατέθηκε στην Επανάσταση και τη δημιουργία του νέου Ελληνικού Κράτους.

(4) Τ.Ι.Φ.Κ.: Τα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλους της χώρας προστατεύονται από τις ανθρώπινες επεμβάσεις. Με το πρόγραμμα του ΕΜΠ διατηρούνται τα 190 παλιά ΤΙΦΚ και προτείνονται 259 νέα. Για περισσότερα δες ‘’Καθημερινή’’ 4/7/99 και Περιοδικό Μετρό Αύγουστος 1999. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 22,5 τ.χ., Ακτογραμμή: 29 χλμ, Υψόμετρο: 0 – 285 Προφήτης Ηλίας, Πληθυσμός: 3.982 κάτ. (’01), Πρωτεύουσα: Σπέτσες, Νομός: Αττικής, Απόσταση από Πειραιά 53 ν.μ - Διάρκεια ταξιδιού 02.00ω, Ραφήνα 60 ν.μ. Κόστα 1,3 ν.μ.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22980

ΔΙΑΜΟΝΗ: Παραδοσιακό Ξενοδοχείο ‘’Ποσειδώνιο’’ 72308, 72006, Ξενοδοχείο ‘’Ρουμάνης’’ 72244 www.hotelroumani.gr  ‘’Zoes Club’’ 74447 – 8,  www.zoesclub.com, ‘’Lefka Palace’’ 72311 – 3 e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   ‘’Σπέτσες’’ 72602, Παραδοσιακή Πανσιόν ‘’Βίλλα Χριστίνα’’ 72147, ‘’Βίλλα Ειρήνη’’ 73137. Ενοικιαζόμενα δωμάτια και διαμερίσματα υπάρχουν πολλά, μέλη του συλλόγου ‘’η Πιτυούσα’’ είναι πάνω από πενήντα επαγγελματίες. Επικοινωνήστε με την γραμματέα κυρία Μαρία Μπή στα τηλ. 74339, 73585 & για αναλυτικές πληροφορίες. 

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Απαγορεύεται σε όλο το νησί.

ΦΑΓΗΤΟ: Στις Σπέτσες τα ενδιαφέροντα δεν είναι μόνο ιστορικά αλλά και γευσιγνωστικά. Το ψάρι ‘’αλα-σπετσώτα’’ που ψήνεται στο φούρνο με μπόλικη ντομάτα, λάδι ελιάς, σκόρδο και αλατοπίπερο ξυπνάει τις αισθήσεις. Λουκουμάδες και Μιλφέιγ από τον ‘’Κλήμη’’ στην Ντάπια, δοκιμάστε τα περίφημα Αμυγδαλωτά Σπετσών στου ‘’Πολίτη’’ στην Ντάπια 72248,  προς το Παλιό λιμάνι ουζομεζεδοπωλείο το ‘’Βυζαντινό’’ (νέα ονομασία ‘’Ορλώφ’’) 72870. Φρέσκα ψάρια στον‘’Ταρσανά’’ των Αφων Καλοσκάμη (στο Παλιό λιμάνι) 74490, στου ‘’Πατράλη’’ των Αφών Πατράλη στην Κουνουπίτσα 72134, στην Αγορά ‘’Μανταλένα’’ 72288. ‘’Λιοτρίβι’’ 72269, ‘’Τρεχαντήρι’’ 72112, Σιώρα ή Εξέδρα 73497, όλα στο Παλιό λιμάνι. Ψησταριές, στην Αγορά του ρολογιού. Καφέ ‘’Πορτολάνος’’ 73504, ‘’Μπρατσέρα’’, ‘’Θρούμπι’’, ‘’Φιγκαρό’’ 74451, όλες στο Παλιό Λιμάνι.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Σπετσών 72225, 74517, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. , Δ.Ε.Π.Α.Σ. (Δημοτική επιχείρηση Ανάπτυξης Σπετσών) 75211, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. , Α’ Βοήθειες 72472, Αστυνομία & Τουριστική Αστυνομία  73100, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ – Ενοικιάσεις: Εξουσιοδοτημένο Piaggio – Yamaha Γιώργος Σταματόπουλος 74581, Άλλες επιλογές Δημήτρης Πάνου 74969, Κώστας Δελαπόρτας 72088.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.spetses.gr, www.saronictravel.gr. Στο νησί δεν επιτρέπονται τα αυτοκίνητα από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο (από το Πάσχα μέχρι την Αρμάτα). Εξαιρούνται όσοι έχουν ειδική άδεια. Οι μοτοσυκλέτες κυκλοφορούν ελεύθερα χωρίς περιορισμό. Ιστορικό Μουσείο Χατζηγιάννη Μέξη 72994, Μουσείο Μπουμπουλίνας 72416, ξενάγηση κάθε 45’  www.greekislandspetses.gr/Bouboulina-History.htm Υπάρχουν τριάντα μόνιππα για τις ρομαντικές καλοκαιρινές βόλτες σας. Θα τα βρείτε στην Ντάπια 73171 και στην πλατεία Ποσειδωνίου 73170.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, 4511311, Δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Με πλοίο από Πειραιά 4ω με ‘’Δελφίνι’’ 1ω 40’. Κόστος διαδρομής (Φεβ 04’) Κόστα – Σπέτσες 1,70 EUR η μοτοσυκλέτα 0,74 λεπτά το άτομο.Φέρρυ – μπωτ στη διαδρομή Κόστα – Σπέτσες τέσσερα δρομολόγια την ημέρα χειμώνα – καλοκαίρι, 08:00, 10:30, 13:30, και 17:00. Λιμεναρχείο Σπετσών 72245, Πρακτορείο Σπετσών 73141, Θαλάσσια ταξί όλο το 24ωρο, 74885, όμως αν πάτε σε κάποια παραλία του νησιού εκτός από την τιμή συμφωνήστε πότε θα σας φέρει πίσω.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δύο, στο κέντρο της Ντάπιας το πρώτο και προς Αγ. Μαρίνα το δεύτερο.

ΧΑΡΤΕΣ: Τουριστικός Χάρτης ‘’Σπέτσες’’ σε αδιευκρίνιστη κλίμακα Greco card 2109248293, Χάρτης ‘’Σπέτσες’’ TOUBIS 2109923874 - 6.

ΒΙΒΛΙΑ: Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley εκδόσεις ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998, Νησιά Αργοσαρωνικού / εκδόσεις Explorer Φειδίου 18, 2103811815, 3306392 Αθήνα 2002.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Σ.Μ.Α.Σ. (Σύλλογος Μηχανοκίνητου Αθλητισμού Σπετσών). Μια αξιόλογη κίνηση νέων ανθρώπων των Σπετσών, με συμμετοχές στους Πανελλήνιους αγώνες Moto Cross. Έχουν δημιουργήσει και πίστα για όσους ενδιαφέρονται. Υπεύθυνος είναι ο Γιώργος Σταματόπουλος 75364 στην Ευαγγελίστρια (πιο πάνω από την Ντάπια). Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τις ΣΠΕΤΣΕΣ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Δημήτρης Ρ. Θεοχάρης / Αγία Μαρίνα Σπετσών / Αρχαιολογικό δελτίο 26 (1971): Χρονικά, 84, 93.
  • Θεοδ. Δημητριάδη / Το Καστέλλι, ο προ του 1800 οικισμός
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Ανδρέας Α. Κουμπής / Σπετσιώτες Ναυμάχοι τομ Α’ (Α – Κ) έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001
  • Φίλιππος Δεμερτζής Μπούμπουλης / Μουσείο Μπουμπουλίνας 2001
  • Ανδέας Α. Κουμπής / Οι Σπέτσες στον Αγώνα / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001
  • Γ. Σταματίου / Ο Εθνικός Ευεργέτης Σωτήριος Ανάργυρος / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001              
  • Γ. Σταματίου / Η Ξυλοναυπηγική τέχνη των Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2002
  • Παύλος Παρασκευαϊδης / Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα / έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Σπετσών / Αθήνα 2002
  • Γ. Σταματίου / Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών 2003
  • Ανδρέας Α. Κουμπής / Οι Παλιές Εκκλησίες των Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Μυρτώ Μακρή / Σπέτσες / περιοδικό Κόσμος Τ1 / Μάιος 1994
    Σπέτσες / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 26/7/1998
    Αναστασία Γκολιομύτη / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού Οξυγόνο2 Τ9 / Ιούλιος – Αύγουστος 1998
    Γιάννης Παπαδόπουλος Τετράδης / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού ΓΕΩ Τ68 / 28/7/2001
    Θεόφιλος Μπασγιουράκης – Άννα Καλαϊτζή / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού Ελληνικό Πανόραμα Τ33 / Μάιος – Ιούνιος 2003

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ελένη Σιάτρα / Σπέτσες – Ύδρα / Εφημ. Καθημερινή / 3/4/97
  • Λίνα Γιάνναρου / IsoladiSpezzie / Εφημ. Καθημερινή / 19/5/02
  • Σπετσιώτικος Αντίλαλος / Αρμάτα 2003 / Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2003

 ΜΙΚΡΕΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (4978 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΑ αρχ. Πέρινθος

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2004 

Μικρή Ελλάδα Μεγάλη Καρδιά

Η ανάπτυξη των θαλάσσιων συγκοινωνιών στις Κυκλάδες, είναι δεδομένη. Πιο πολλά, ταχύτερα, ασφαλέστερα πλοία συνδέουν την νησιωτική με την στεριανή Ελλάδα. Οι μυημένοι όμως, λένε ότι ‘’αν ταξιδέψεις στις Μικρές Κυκλάδες με άλλο πλοίο, εκτός από τον ‘’Σκοπελίτη’’ τότε το ταξίδι θα έχει χάσει …. τη μισή του γοητεία’'.

Έτσι λένε, και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην εμπιστευτείτε το θαρραλέο αυτό δημιούργημα της ναυπηγικής, που ακόμη οργώνει τις ανεμοδαρμένες θάλασσες των Μικρών Ανατολικών Κυκλάδων, εξυπηρετώντας τα Κατάπολα Αμοργού (αφετηρία), την Αιγιάλη, τη Δονούσα, Άνω Κουφονήσι, Σχινούσα, Ηρακλειά, Νάξο με επιστροφή. 

Με απαλές κινήσεις μαέστρου ο καπετάνιος προσεγγίζει και δένει το φρεσκοβαμμένο σκαρί στην προβλήτα του νησιού. Οι κάτοικοι καλωσορίζουν τους παραθεριστές ή αποχαιρετούν κάποιον δικό τους άνθρωπο. Λιτό και καθαρό σας υποδέχεται και το λιμάνι της Ηρακλειάς. Το μικρό νησάκι είναι το δυτικότερο του συμπλέγματος των Μικρών Κυκλάδων και βρίσκεται ανάμεσα στην Ίο και τη Νάξο σε απόσταση 6 ν. μ. από τις ανατολικές ακτές τις πρώτης και 2,5 ν. μ. από τα ακρωτήρια Γαϊτάνι και Κατωμέρι της δεύτερης. 

Αυτό που αμέσως εντυπωσιάζει τον επισκέπτη μετά το βουητό της αναχώρησης του καραβιού είναι η ησυχία. Μια ηρεμία που δεν υπάρχει σε άλλα λιμάνια. Οι πρώτες εντυπώσεις επιβεβαιώνουν τους λόγους που έρχεται κάποιος εδώ. Λιγοστές παρέες στην παραλία του λιμανιού, τον Αι – Γιώργη, κάποια βλέμματα από τα ταβερνάκια και τα καφενεία, πιο μέσα στο χωριό, είναι οι μοναδικές ενδείξεις ότι εφέτος επιλέχθηκε το σωστό μέρος για ξεκούραση. Η τουριστική κίνηση εξαρτάται κατά ένα μέρος από τους επισκέπτες που δέχεται η Νάξος. Λίγοι είναι οι μυημένοι στην ηρεμία που προσφέρει για να ταξιδέψουν κατ’ ευθείαν για Ηρακλειά. Αυτή η ‘’αύξηση’’ της τουριστικής κίνησης έχει διαφοροποιήσει τη ζωή του χωριού, στο οποίο πλέον μπορείτε να βρείτε αρκετές ‘’παροχές’’.

Τα σπιτάκια στον μικρό παραλιακό οικισμό του Αγίου Γεωργίου απέχουν αξιοπρεπώς μεταξύ τους, διαθέτουν μικρούς κήπους για λαχανικά, λουλούδια, μικρές περιφράξεις για τα κοτόπουλα και τα λοιπά χρειαζούμενα. Οι κάτοικοι κτηνοτρόφοι, ψαράδες, και μελισσοκόμοι ασχολούνται τελευταία και με τον τουρισμό. Τα λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια, οι ταβέρνες, τα μίνι μάρκετ δεν λείπουν, όπως και τα στέκια για καφέ ή ποτό, όμως καμία σχέση με ότι γνωρίζετε. Υπάρχει μια, δυσεύρετη πλέον, αρμονία στον χώρο και τίποτα δεν φαίνεται να είναι ικανό να το αλλάξει αυτό. Και γιατί να το κάνει. 

Μέχρι πριν λίγα χρόνια οι άνθρωποι εδώ ζούσαν χωρίς το ενδιαφέρον της πολιτείας, και με όλα τα προβλήματα που έχουν τα δήθεν ‘’απομακρυσμένα’’ νησιά. Για παράδειγμα, το ρεύμα ήρθε στις 26 Νοεμβρίου 1983, κάτι πρωτόγνωρο για την Ηρακλειά, χωρίς όμως την απαιτούμενη τάση. Μετά από δεκατέσσερα χρόνια, (το 1997), επισκέφθηκε το νησί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωστής Στεφανόπουλος, και το ρεύμα, παρά τις επίμονες αξιώσεις, ακόμη δεν είχε την απαιτούμενη τάση, (220 V), με αποτέλεσμα, να μην δουλεύουν τα μικρόφωνα και τα μεγάφωνα. Οι εκδηλώσεις υποδοχής του προέδρου της Ηρακλειάς κ. Φάνη Γαβαλά έγιναν διά ζώσης. 

Φαντάζεστε την ζωή δίχως ηλεκτρικό ρεύμα; ε! εδώ ζούσαν κιόλας χωρίς αυτό το αγαθό. Για να γίνει το έργο είχαν προηγηθεί δεκάδες χρονοβόρα υπομνήματα, μελέτες με κόστος δυσβάσταχτο για την μικρή κοινότητα. Τελικά ‘’ανοίχτηκε’’ ο δρόμος από την Αγιασσό μέχρι τον όρμο ‘’Στοιβό’’ της Νάξου και τοποθετήθηκε εναέριο καλώδιο. Στις 2 Ιουνίου 1997 άρχισε η πόντιση του καλωδίου, και στις 16 Ιουνίου 1997, ολοκληρώθηκε η κατασκευή του μέχρι το Λιβάδι Ηρακλειάς. Με αυτό το υποβρύχιο καλώδιο, βελτιώθηκε η τάση, και εξυπηρετούνται άμεσα η γειτόνισσα, (μόλις 1 ν.μ.) Σχινούσα και το Άνω Κουφονήσι, αλλά 220 V υπάρχει σπάνια, με αποτέλεσμα, ακόμα και στην καλοκαιρινή σαιζόν, να υπάρχουν προβλήματα και συνεχείς ζημιές στον ηλεκτρικό - ηλεκτρονικό εξοπλισμό. Η Διοίκηση ακόμα άλλη μια φορά άργησε πολύ, αφού το σχολείο είχε ήδη κλείσει από το ’92 που είχε ένα μαθητή. Ήρθε το ρεύμα, ο πολιτισμός, έφυγαν οι άνθρωποι μετά την τόση κοροϊδία. 

Τα αξιοθέατα του νησιού είναι λιγοστά η ομορφιά όμως του τοπίου ανυπέρβλητη. Τα καλοκαίρια γίνονται τακτικές ημερήσιες εκδρομές με καϊκάκια για το γύρο της Ηρακλειάς και για παραλίες που δεν είναι προσιτές σε οχήματα και πεζοπόρους. Καλό είναι να ολοκληρώσετε τον περίπλου του νησιού. Αν όχι, τουλάχιστον να δείτε τα αξιόλογα μοναχικά αραξοβόλια – παραλίες, διασχίζοντας αυτή την μοναδικά κρυστάλλινη θάλασσα δίπλα από θαλασσοδαρμένους βράχους. Οι ακτές και οι παρθένες παραλίες εναλλάσσονται από ήπιες αμμώδεις (Αγ. Γεώργιος, Λιβάδι, Βορινή Σπηλιά, Αλιμιά) με βότσαλα (Τουρκοπήγαδο, Αμμούδι του Μέριχα, Καρβουνόλακος), χαμηλές βραχώδεις (Ξυλομπάτης, Τρίμπουνας) μέχρι απότομες και απόκρημνες (Μέριχας, Βάλα, Στρογγυλός, Κάβος του Θόδωρου, Καθρέπτης). 

Η βόλτα ξεκινά και ο ‘’Άνεμος’’ ξανοίγεται με ταχύτητα προς τον αθέατο προορισμό, παρακάμπτοντας το ακρωτήριο με νοτιοανατολική κατεύθυνση, που οδηγεί σύντομα σε ένα δεύτερο λιμανάκι το ‘’Πηγάδι’’, το στενολίμανο των ντόπιων, που συνήθως φιλοξενεί σκάφη αλλά είναι πολύ ωραίο για βουτιές αν δεν έχει ‘’καιρό’’. Στην συνέχεια ο όρμος Μέριχας που περιβάλλεται από θεόρατους κατακόρυφους βράχους με ύψος περισσότερο από 100 μέτρα, ο ‘’Καρβουνόλακος’’ και στο ‘’τέλος’’ της εντυπωσιακής ακτογραμμής η ‘’Αλιμιά’’ που είναι λίγο μικρότερη από του Αι Γιώργη με άμμο, βότσαλα και  παγωμένα νερά. Απέναντι τα μικρά βραχώδη αδελφάκια ο μεγάλος και ο μικρός Αβελάς τα ‘’Αβελονήσια’’ των ντόπιων. 

Αυτή η παραλία αποτελεί κατά κάποιον τρόπο την ‘’ατραξιόν’’ του νησιού και εσείς για να συμμετέχετε, θα πρέπει να την επισκεφθείτε έχοντας μαζί σας και μάσκα που θα σας διευκολύνει να παρατηρήσετε (150 μέτρα μακρύτερα) το κουφάρι ενός Γερμανικού Πολεμικού αεροπλάνου - υδροπλάνου από την εποχή του Β’ Π.Π.. Ήταν μια από τις πολλές αερομαχίες πάνω από τα νερά του Αιγαίου που έλαβαν χώρα το ’41. Οι ντόπιοι παρακολουθούσαν την εξέλιξη έως ότου το γερμανικό αεροπλάνο χτυπήθηκε και προσθαλασσώθηκε κοντά στο νησί, όχι όμως στην θέση που βρίσκεται τώρα. Μετά από χρόνια κάποια ανεμότρατα το ‘’έπιασε’’ και το έσυρε ως εδώ στην Αλιμιά.

Το σημερινό αναποδογυρισμένο αξιοθέατο, είναι σε σχετικά καλή κατάσταση, αν και στο πέρασμα του χρόνου του αφαιρέθηκαν τα όπλα, και θα πρέπει οι φορείς της Ηρακλειάς να ενεργοποιηθούν με μια περαιτέρω έρευνα, με την βοήθεια της πολεμικής αεροπορίας. Αυτό το ιστορικό εύρημα που κάποτε σκόρπισε τον θάνατο πρέπει να πάρει την θέση του σε κάποιο μουσείο ή ακόμα να εκτεθεί στο νησί, παράγοντας πλέον πολιτισμό. Ας έρθει η κοινότητα σε επαφή με την Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων, και με τον κ. Κώστα Θωκταρίδη, τον γνωστό ερευνητή του βυθού, που έχει εντοπίσει και καταγράψει με τον φακό του, δεκάδες ναυάγια και αεροσκάφη, ώστε να μπορέσει να αξιοποιήσει το εύρημα. Πρόσφατα μάλιστα έγινε κάτι αντίστοιχο στην Λέρο των Δωδεκανήσων (δες ‘’Λέρος’’ τομ Ε’ 2003 & Γαιόραμα – η ανέλκυση – Τ60 2004) και τελικά ανελκύστηκε από βάθος 34 μέτρων το ‘’JUNKERS - 52’’ που βρισκόταν μέσα στον κόλπο των Αλίντων.

Στον θαλασσινό δρόμο του γυρισμού οι βραχώδεις αιχμηρές εξάρσεις του νησιού δίνουν νόημα στις έννοιες δέος, υπέρτατη θέα, και μοναχικότητα, αφού όλοι οι επισκέπτες άφωνοι, θαυμάζουν το τοπίο προσπαθώντας να επωφεληθούν από το κάθε δευτερόλεπτο. Μετά την Αλιμιά και αρκετή ώρα πριν ολοκληρωθεί ο κύκλος ο ‘’Άνεμος’’ σας φέρνει κοντά στον όρμο ‘’Βουρκαριά’’. Από εδώ οι ντόπιοι, αλλά και οι επισκέπτες που δεν συμπαθούν την πεζοπορία, φτάνουν σε είκοσι περίπου λεπτά στο Σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη, το καμάρι των ντόπιων.

Μόνο ο θόρυβος της μηχανής του σκάφους και τα κύματα ακούγονται μέχρι που ο ‘’Άνεμος’’ ελλιμενίζεται στον Αι - Γιώργη. Μετά από μια γεμάτη περιπέτεια μέρα, ξεκούραση και μεζέδες είναι το ζητούμενο. Η παραλία του Αγίου Γεωργίου δίπλα στο λιμανάκι είναι καλή επιλογή, η ταβέρνα ‘’το Περιγιάλι’’, το μεζεδοπωλείο ‘’Σύρμα’’, και σε απόσταση 350 μ. το εστιατόριο, ‘’ο Πεύκος’’ του Δημήτρη Γαβαλά, είναι από ώρα καθ’ όλα έτοιμα, όπως και το εστιατόριο – μπαρ ‘’Γιώργος’’ στην παραλία Λιβάδι.

Το πρωί, γαλήνιο και ανέφελο, ήρθε γρήγορα, οι ήρεμοι λόφοι του νησιού κοιτούν αγέρωχα, και η γνωριμία μαζί τους είναι αναπόφευκτη. Μετά τον πρωινό καφέ στην παραλία, γραμμή προς το Λιβάδι και την Χώρα πεζοπορώντας ή οδηγώντας, από τον μοναδικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο του νησιού. Η διαδρομή μέσα από το χωριό είναι εξ ‘ ίσου όμορφη. Ο Άγιος Γεώργιος, ομώνυμος του παραλιακού οικισμού χτίσθηκε το 1834. Το ανελέητο σφυροκόπημα του βοριά και της αλμύρας προκάλεσε ανεπανόρθωτη ζημιά στην οροφή του, που έσταζε, και έτσι ανακατασκευάστηκε το 1897. Στον οικισμό εκτός τον Άγιο Γεώργιο, είναι και οι Ταξιάρχες, λίγο πιο πάνω. Η ιδιόκτητη εκκλησία κτίστηκε πέτρα – πέτρα από τον παπά Μανόλη Σίμο στο τέλος του 19ουαι. Παλιές εικόνες κοσμούν το ξύλινο τέμπλο ενώ υπάρχει ειδική βιτρίνα όπου φυλάσσονται με ευλάβεια τα ιερά άμφια του κτήτορα. Ένα από τα μεγάλα πανηγύρια του νησιού γίνεται εδώ στις 8 Νοεμβρίου ημέρα της εορτής των παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ – Γαβριήλ με συμμετοχή όλων των κατοίκων. 

Διασχίζοντας το ολόλευκο χωρίο, το ιδιαίτερο άρωμα του τόπου μπερδεύεται με τις ευωδιές από τα λουλούδια, τα γινωμένα φραγκόσυκα και τα κέδρα ‘’σπάζοντας την μύτη’’ και πλημμυρίζοντας τον αέρα αγαλλίαση. Χωρίς ιδιαίτερο κόπο φτάνετε στην άτυπη κατασκήνωση – εστιατόριο – καφέ ενώ ήδη φαίνεται στο βάθος και αριστερά σας η παραλία ‘’Λιβάδι’’. Ο ‘’Μούρτος’’ των ντόπιων απλώνεται όσο πλησιάζετε και πράγματι είναι η ωραιότερη και μεγαλύτερη παραλία του νησιού. Αμμουδερή, πλατιά και αρκετά ρηχή για μπάνιο…ένα καλό βιβλίο για συντροφιά (από αυτά που μαζεύονται στο ράφι τον χειμώνα) και είστε στο κέντρο της ζωής του νησιού. 

Δεν υπάρχει επισκέπτης, που να περάσει από εδώ και να μην μπει στον πειρασμό να βουτήξει, και να κολυμπήσει στα γαλαζοπράσινα νερά του νησιού. Είναι χωρίς αμφιβολία η καλύτερη της Ηρακλειάς, και από τις ωραίες των Κυκλάδων, με εύκολη πρόσβαση, ησυχία, διάφανα νερά, ανεκμετάλλευτη τουριστικά χωρίς ομπρέλες και ‘’μαγαζιά’’. Με εξαίρεση τον δεκαπενταύγουστο, τους υπόλοιπους μήνες η γαλήνη σας δεν απειλείται.

Μπροστά στην παραλία Λιβάδι βρίσκεται η βραχονησίδα Βενέτικο – ανάμνηση λένε οι ντόπιοι, από την εποχή που είχαν εδώ οι Βενετοί το κάστρο τους - και πίσω ο Λόφος με το παλιό Κάστρο, μια αρχαία ακρόπολη, που περιτριγυρίζεται από πυκνούς θάμνους και βάτα. Ταφικά ανάγλυφα και επιγραφές, μαρτυρούν την κατοίκηση του νησιού στους ιστορικούς χρόνους. Φορέστε τις μπότες σας, παντελόνι και περπατήστε μέχρι εκεί, πλησιάστε κοντά του και θα δείτε το αλώνι, τις αυλές, και τα σπιτάκια που ήταν κτισμένα με μεγάλους λιθογκόλιθους.

Το Κάστρο στο Λιβάδι, ήταν κατοικημένο σε όλη τη διάρκεια του μεσαίωνα, και τα νεώτερα χρόνια. Αποτελούσε, μέχρι το 1920 που εγκαταλείφθηκε από επιδημία ελονοσίας, ο τέταρτος οικισμός του νησιού. Οι άλλοι τρεις, είναι ο Άγιος Γεώργιος στο λιμάνι, η Παναγία (Χώρα), και ο Άγιος Αθανάσιος πιο ψηλά. Το κάστρο υπήρξε κέντρο δράσης της αντίστασης στη διάρκεια του Β’ π.π. Μέχρι το 1940 ερχόταν εδώ, ο Νικόλαος Σίμος, που χειριζόταν τον ασύρματο του νησιού. Ο εν λόγω ασύρματος, συνδεόταν με το ‘’δίκτυο’’ μέσω των Φούρνων Ικαρίας, και έδινε πληροφορίες για το νησί, ή ζήταγε να καλυφθούν κάποιες ανάγκες, ίσως και επείγουσες υπηρεσίες, από το ‘’κέντρο’’, που βρισκόταν στην Αθήνα και τον Πειραιά. 

Η κ. Όλγα Φιλανιώτου, της ΚΑ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, με έδρα τη Νάξο, αναφέρει ότι: οι μέχρι σήμερα γνωστές αρχαιολογικές θέσεις της Ηρακλειάς, ανήκουν στην πρώιμη χαλκοκρατία (3η χιλιετία π.Χ.), και τους ιστορικούς χρόνους. Προϊστορικές θέσεις (οικισμοί και νεκροταφεία), έχουν επισημανθεί στον κάμπο Αγίου Αθανασίου και στον Άγιο Μάμα. Τα ευρήματα υποδηλώνουν μια νησιώτικη κοινωνία πολυάνθρωπη και ευημερούσα. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σπείρες, χαραγμένες με τη μέθοδο της επίκρουσης σε επίπεδες επιφάνειες βράχων, ανάλογες με αυτές που έχουν επισημανθεί στη Νάξο και σε άλλα νησιά, τις οποίες ο Μ. Μπαρδάνης ερμηνεύει ως αστρικά σύμβολα. 

Για την ιστορία όμως του κάστρου, λίγα είναι γνωστά. Σύμφωνα με τη χρονολόγηση του Λουδοβίκου Ρος ανήκει στην Ελληνιστική περίοδο, αλλά η ακριβής χρονολόγηση, δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί. Κτισμένο με μέτρο, με λογική, καθόλου υπερφίαλο, ίσα – ίσα αρμονικά δεμένο με την φύση της Ηρακλειάς. Όλα τα δημιουργήματα αυτή τη χάρη αποπνέουν. Αρχαίοι ναοί και σκόρπια αγάλματα, Κούροι και ειδώλια, μοναστήρια και κάστρα, εκκλησίες και ξωκλήσια, λιθόστρωτα σοκάκια και πλατείες, αρχοντικά και αγροτόσπιτα, αψιδωτές καμάρες και πετρόχτιστες κρήνες, ξέφωτα, χαλάσματα και ερειπωμένοι μύλοι, όλα μαζί θυμίζοντας το χτες, μας προκαλούν σήμερα, με την ιδιαίτερη μαγεία τους. Να είστε σίγουροι δε, πως ‘’χτες’’ υπήρχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για όλα αυτά, με αποστολές τεραστίου κόστους, για τα μέτρα της εποχής, που είχαν σκοπό την καλλιέργεια της έμφυτης διάθεσης, των ανθρώπων και της επιστημονικής κοινότητας για γνώση.

Στις αρχές του 17ου αι. παρατηρείται μια αναγέννηση του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος για την Ελλάδα. Πολλοί περιηγητές έρχονται στην χώρα μας με διάφορες ιδιότητες, ως έμποροι, διπλωμάτες, κληρικοί, αρχαιόφιλοι, ή λάτρεις της τέχνης, και ορισμένοι από αυτούς έχουν περιγράψει αναλυτικά τις περιπέτειες των ταξιδιών τους. Ένας από τους εξέχοντες και αξιόπιστους ταξιδιώτες των αρχών του 18ου αι. είναι και ο Ζοζέφ Πιττόν ντε Τουρνεφόρ (JoseptPittondeTournefort), ο οποίος αναχωρεί από την Μασσαλία τον Απρίλιο του 1700 με χρηματοδότηση του Γαλλικού Στέμματος για το περίφημο ταξίδι του στο Αιγαίο και την Εγγύς Ανατολή.

23 Σεπτεμβρίου του 1700: Διανυκτερεύσαμε στην Ηράκλεια στις εικοσιτρείς του μηνός με σκοπό να φύγουμε αμέσως για την Ίο. Υπήρχε όμως τέτοια τρικυμία, που αναγκαστήκαμε να παραμείνουμε σχεδόν τρεις μέρες. Υπάρχουν δύο μόνο όρμοι ή μικρά λιμανάκια στην Ηράκλεια, το ένα στον βορρά απέναντι από τη Νάξο και το άλλο στα βορειο – βορειοανατολικά.  Οι μοναχοί της Αμοργού, (σ.σ της Μονής Χοζοβιωτίσσης) στους οποίους ανήκει η Ρακλειά, εκτρέφουν εδώ 800 – 900 αιγοπρόβατα. Συνήθως συναντά κανείς μόνο δύο φτωχούς καλόγερους που τα φροντίζουν και που επιζούν με μαύρο παξιμάδι και οστρακοειδή. Μας προσφέρανε λίγο από το τυρί που φτιάχνουνε εδώ και είναι πολύ καλό. Οι μοναχοί κατοικούν ψηλά στο βουνό, δίπλα σε μια πηγή με άφθονο νερό και αναστατώνονται συνεχώς από τους κουρσάρους που έρχονται για να αρπάξουν μερικά γίδια. Οι δικοί μας, τις τρεις μέρες που μείναμε σκότωσαν επτά από αυτά τα ζώα και παρ’ όλο που ήταν μόνο τρεις τα έφαγαν μέχρι το κόκαλο. Εμείς όμως πήγαμε και τους πληρώσαμε ένα τέταρτο της κορώνας για το καθένα. Αυτοί ευχαριστήθηκαν από την πράξη μας και μας δώρισαν ένα τυρί και ένα κατσίκι…που έγινε αρκετά νόστιμο. 

Αυτή η αφήγηση συνεχίζεται με διάφορες περιπέτειες του Τουρνεφόρ, και στα άλλα νησιά του Συμπλέγματος των μικρών Κυκλάδων. Φέρνει ως τις μέρες μας το γεγονός, ότι και τα τέσσερα νησιά των μικρών Κυκλάδων υπάγονταν διοικητικά – ιδιοκτησιακά, στην Αμοργό. Ο λόγος ήταν οι ιδιοκτησίες της Μονής Χοζοβιωτίσσης που όσον αφορά την Ηρακλειά και τη Σχινούσα ήταν καθολική. Τα Κουφονήσια και η Δονούσα, είχαν κατοικηθεί από Αμοργιανούς, οι οποίοι ενοικίαζαν τα χωράφια, τα καλλιεργούσαν και με τον καιρό έφτιαξαν μικρά σπιτάκια στην αρχή, οικισμούς ολόκληρους στο τέλος. Αυτό, με διάφορες διοικητικές αλλαγές κράτησε μέχρι την απαλλοτρίωση των μοναστηριακών περιουσιών, από την κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα και στα χρόνια μας (1986) επί Ανδρέα Παπανδρέου που εδόθησαν στους ενοικιαστές, αφήνοντας στην μονή, όσα χρειαζόταν για τις ανάγκες των μοναχών. 

Αυτό ήταν και το τέλος της ‘’δέσμευσης’’ των νησιών με την Αμοργό. Τα συμβούλια περιοχής κλήθηκαν να αποφασίσουν εάν ήθελαν να συμπεριληφθούν στα συμβούλια της Αμοργού ή της Νάξου. Στις 21/2/1985 (Φ.Ε.Κ. 21 τεύχος Α’) επιλέχθηκε η Νάξος, χωρίς να σημαίνει κάτι ιδιαίτερο, αφού οι ρίζες των περισσοτέρων κατοίκων είναι Αμοριανές, και η επικοινωνία μαζί της είναι καθημερινή.

Έχετε ανέβει πιο ψηλά τώρα κι’ ο άνεμος φέρνει από το ανοιχτό πέλαγος δροσιά διώχνοντας και την παραμικρή υποψία ζέστης. Η Ηρακλειά ωστόσο έχει και δεύτερο οικισμό, την ‘’πρωτεύουσά’’ του, την ‘’Χώρα’’. Συνεχίζοντας από το Λιβάδι, περνάτε τα ‘’Λαβουτάκια’’ και την δστ δεξιά που οδηγεί στον παλιό οικισμό του Αγίου Αθανασίου. Εκεί μένουν ακόμη δύο κάτοικοι, από τους παλιούς, που δεν εγκαταλείπουν τον τόπο που γεννήθηκαν για τις ‘’χάρες’’ του πολιτισμού.   

Όσο πλησιάζετε την Παναγία ή Πάνω Μέρη όπως λέγεται από τους ντόπιους, τόσο πιο έντονα διακρίνονται λεπτομέρειες ενός οικισμού που δεσπόζει σε ψηλό σημείο. Είναι σχετικό, αλλά περίπου δύο ώρες χρειάζονται από την παραλία (περιλαμβάνεται η επίσκεψη στο Λιβάδι και το Κάστρο) μέχρι το επάνω χωριό που αποτελείται από μια συστάδα σπιτιών πολλά εκ των οποίων είναι νεόκτιστα άλλα επισκευασμένα – αρμολογημένα, ορισμένα παλιότερα εκ’ των οποίων αρκετοί πετρόχτιστοι στάβλοι – στάνες που χρειάζονται άμεση επισκευή για να μην σωριαστούν. Διακρίνονται πάντως ορισμένα ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία ακόμη και σε αυτά τα απλοϊκά αγροτόσπιτα – παράσπιτα.

Η Χώρα είναι γεμάτη αυλές και χρώματα απ’ τα λουλούδια και τις πανταχού παρούσες μπουκαμβίλιες και κατιφέδες, ενώ η δστ στην έξοδο της οδηγεί δεξιά προς το διάσημο και ανεκμετάλλευτο Σπήλαιο του Αγίου Ιωάννου και αριστερά, προς το καινούριο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία,κτισμένο στα ερείπια του παλιού με την συνδρομή του Συλλόγου των εν Αθήναις Ηρακλειατών το 1960 με βασική δωρήτρια την Σοφία Βιδάλη.Από εδώ, πηγαίνουν οι επισκέπτες στην ψηλότερη κορυφή της Ηρακλειάς τον Πάππα.  Η θέα από την κορυφή είναι ασύγκριτη, με καλό καιρό φαίνεται και η Ικαρία. Φαίνονται όλα τα γύρω νησιά (Ίος, Πάρος, Αντίπαρος, Νάξος) ως πέρα στον ορίζοντα τα μικρότερα (Κουφονήσια, Κέρος, Δονούσα, Αμοργός).

Οι μυρωδιές που πλανώνται στον χώρο, κάνουν τους περιηγητές να προαισθάνονται ότι κάτι καλό υπάρχει εδώ, και ψήνεται. Πράγματι η όσφρηση δεν λανθάνει, και οδηγεί στον φούρνο, απ’ όπου ξεπετάγονται θαρραλέες οι ευωδιές του φρέσκου τραγανιστού  ψωμιού και των διαφόρων καλουδιών που ετοιμάζονται εδώ, με τον παραδοσιακό τρόπο. Παλιότερα, με τον ίδιο τρόπο και το γοητευτικό νησιώτικο μεράκι, φτιαχνόντουσαν και σε άλλα  νησιά, όμως το ‘’γρήγορα’’ και το ‘’πιο πολύ’’ τα κατέκτησαν πλέον, μην αφήνοντας περιθώρια να επιβιώσει το πάθος. Εξαίρεση, και όαση γεύσης αποτελεί πραγματικά, το γεμιστό κατσικάκι της Άννας στον παραδοσιακό ξυλόφουρνο, η σπέσιαλ φάβα και το νοστιμότατο τυρί στο ‘’Στέκι’’ της Χώρας. 

Η βόλτα στην Παναγία, θα φέρει τα βήματά σας στην εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου που για τα μέτρα του νησιού είναι πολύ μεγάλη. Χτιζόταν από το 1919 μέχρι το 1930 πλάι στην παλιότερη Παναγία, που μετονομάστηκε και σήμερα λέγεται Άγιος Νεκτάριος. Η θέα από τον αυλόγυρο που γίνονται τα πανηγύρια, απλώνεται σε όλο το ανάγλυφο της Ηρακλειάς, από τις απότομες πλαγιές, τις ράχες και τους αυχένες, ως κάτω τις ξερολιθιές και τα ανεκμετάλλευτα στις μέρες μας κτήματα. Η ζέστη του μεσημεριού οδηγεί τα βήματα πάλι στην σκιά που έχει το ‘’Στέκι’’, για καφεδάκι και κουβέντα, μέχρι που θα απελευθερωθεί από τα δεσμά του μπουκαλιού μια εξαίσια ευωδιά ούζου. Ο δεύτερος ‘’γύρος’’, με το ξεροψημένο χταποδάκι στο ξύδι, μόλις άρχισε, και το πιο πιθανό είναι να καθίσετε εδώ μέχρι αργά, που αρχίζει να σουρουπώνει και το κατακόκκινο χρώμα του ήλιου, πλημμυρίζει την θάλασσα και όλο το νησί.  

Στο μικρό αυτό νησί, υπάρχει ένα από τα πιο σημαντικά Σπήλαια της Ελλάδας με κατάλοιπα διαφόρων εποχών. Η ύπαρξή του, γνωστοποιήθηκε στην Σπηλαιολογική εταιρεία από το μέλος της Μ. Μπαρδάνη, από την Απείραθο της Νάξου, και το Φεβρουάριο του 1970 πραγματοποιήθηκε η μελέτη και η χαρτογράφησή του από την αείμνηστη Άννα Πετροχείλου, την Ι. Γκουρβέλου και τον Ν. Κατσιώρχη. Τα αποτελέσματα της αποστολής, πραγματοποιήθηκε με έξοδα του ΕΟΤ, δημοσιεύτηκαν στο δελτίο της Ε.Σ.Ε. τεύχος 3 – 4, Ιούλιος – Δεκέμβριος 1971.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει, η ανακάλυψη της εισόδου του σπηλαίου που σύμφωνα με την επικρατούσα παράδοση έγινε όταν: ‘’πριν από πολλά χρόνια ένας βοσκός που είχε βγάλει το κοπάδι για βοσκή αναζήτησε καταφύγιο κάτω από ένα φουντωτό σχίνο για να προφυλαχθεί από μια ξαφνική καταιγίδα. Εκεί έγειρε και κοιμήθηκε. Μόλις σταμάτησε η καταιγίδα και επέστρεψε στο χωριό οι συγχωριανοί του τον πλησίασαν, ξαφνιασμένοι με αυτό που έβλεπαν στην πλάτη του, και των ρώτησαν: ‘’τι είναι αυτό’’; Τότε μόνο διαπίστωσε και ο ίδιος, ότι στην πλάτη του ήταν αποτυπωμένη η εικόνα του Αι Γιάννη του Πρόδρομου. Θες από περιέργεια, θες από το θέλημα του αγίου, ξεκίνησαν την άλλη μέρα όλοι μαζί και πήγαν στο σημείο όπου ο χωριανός τους κοιμήθηκε για να ερευνήσουν. Ψάχνοντας τον τόπο, βρήκαν στην εικόνα του αγίου κάτω από τα κλαδιά του σχίνου και συγχρόνως την είσοδο της σπηλιάς. 

Από τότε, κάθε χρόνο στις 28 Αυγούστου, μαζεύονται όλοι εκεί για να γιορτάσουν. Ξεκινούν από την Παναγιά προς το σπήλαιο,με την εικόνα του Αγίου Ιωάννη, που βρέθηκε όταν ανακαλύφθηκε το σπήλαιο. Δεκάδες προσκυνητές ανεβαίνουν, κουβαλώντας άλλοι με τα χέρια, άλλοι με γαϊδουράκια, τα χρειαζούμενα για την λειτουργία και το γλέντι. Μετά την λειτουργία, ακολουθεί μικρό τσιμπούσι, σε μια κοντινή μικρότερη σπηλιά του βράχου, στην επονομαζόμενη και ‘’Σπηλιά του Κύκλωπα’’ αφού σύμφωνα με την παράδοση εδώ έμενε ο Πολύφημος όταν τον επισκέφθηκε ο Οδυσσέας. Και όταν ο ήρωας τον τύφλωσε, συνεχίζει η παράδοση, αυτός εκσφενδόνισε δύο μεγάλους βράχους προς την θάλασσα, εκεί που είχε ελλιμενιστεί το ‘’καράβι’’. Αυτοί οι δύο βράχοι είναι τα ‘’Αβελονήσια’’ των ντόπιων, απέναντι από την παραλία της Αλιμιάς.

Από την Χώρα του νησιού χρειάζεται περπάτημα περίπου μιάμισης ώρας για να φτάσει ο επισκέπτης στην χαράδρα σε υψόμετρο περίπου 100 μ. Η είσοδος του Σπηλαίου έχει ένα μέτρο φάρδος και περίπου εβδομήντα πόντους ύψος. Για να μπει ο επισκέπτης, χρειάζεται (εκτός από ισχυρό φακό και διπλές μπαταρίες) να συρθεί, σε ένα διάδρομο έξι μέτρων, ώστε να βγει στην πρώτη τεράστια αίθουσα 40Χ20Χ10 μέτρα ύψος, στην οποία, εκτός από τους ογκώδεις σταλαγμίτες και τις τεράστιες κολώνες, υπάρχουν σε πολλά σημεία εικόνες του Αγίου Ιωάννη και κεριά, κατάλοιπα από την λειτουργία που κάνουν οι κάτοικοι κατά τον εορτασμό του.Δυστυχώς η κάπνα από τα κεριά έχει σε μεγάλο βαθμό μαυρίσει το σταλακτιτικό διάκοσμο και στις δύο μεγάλες αίθουσες.

Όπως σε όλο το Αιγαίο έτσι και εδώ γιορτάζουν την Παναγία τον δεκαπενταύγουστο. Στις 28 Αυγούστου όμως, παραμονή της αποτομής της κεφαλής του Άγιου Ιωάννου Πρόδρομου, είναι η καλύτερη περίοδος για επίσκεψη αφού όλοι οι κάτοικοι είναι στο νησί. Τότε γίνεται μέγας εσπερινός μέσα στην μεγάλη αίθουσα του ομώνυμου σπηλαίου. Συρρέει πλήθος κόσμου και από τα γύρω νησιά. Το θέαμα είναι φαντασμαγορικό και η αργή καταστροφή του σπηλαίου τέλεια. Μάλλον, αντί να προσπαθούν να πείσουν τους επισκέπτες να το σέβονται (πράγμα που έτσι και αλλιώς γίνεται), πρέπει πρώτα να πεισθούν οι ίδιοι, αφού κάθε χρόνο, το επιβαρύνουν ίσως χωρίς αναστροφή. 

Αν πραγματικά επιθυμούν αυτή η φαντασμαγορία να συνεχιστεί, το Σπήλαιο πρέπει να αξιοποιηθεί όπως του αρμόζει και όπως η σπηλαιολογία καθιστά δυνατό. Για την αξιοποίηση του η κοινότητα έχει αγωνιστεί εδώ και τριάντα χρόνια με τελευταία προσπάθεια την αξιόλογη μελέτη και ένταξη στο Γ’ Κοινοτικό πλαίσιο στήριξης σαν έργο πρώτης προτεραιότητας. Σαν συνέχεια λοιπόν αυτής της αξιόλογης προσπάθειας – διεκδίκησης πρέπει αργά ή γρήγορα να προβληματιστούν, να το πάρουν απόφαση και την θεία λειτουργία να την μεταφέρουν έξω από το Σπήλαιο.  

Ένα από τα link της περιεκτικής ιστοσελίδας του ΣΠ.ΕΛ.Ε.Ο. (Σπηλαιολογικός Ελληνικός Εξερευνητικός Όμιλος), πληροφορεί ότι το Σπήλαιο έχει συνολική έκταση δύο χιλιάδες τ.μ. και αναπτύσσεται σε δύο πλευρές. Η πρώτη, έχει διεύθυνση Β – Ν και μήκος ογδονταπέντε μέτρα ενώ η δεύτερη, ΒΑ – ΝΔ και έχει μήκος ογδόντα μ. Το Σπήλαιο είναικαρστικό, (έχει δημιουργηθεί μέσα σε ασβεστόλιθο) και οι ποικίλες διακλάσεις που υπάρχουν στον ασβεστόλιθο του Α. Κρητιδικού έχουν συμβάλει στην δημιουργία του. Το Σπήλαιο του Αι – Γιάννη  με πλούσιο και εντυπωσιακό διάκοσμο από σωληνοειδείς σταλακτίτες, σταλαγμίτες, κολώνες, κουρτίνες, ενώ υπάρχει και σε αρκετή ποσότητα σπηλαιογάλα, θεωρείται από τα πιο όμορφα, μεγάλα, και αμόλυντα σπήλαια των Κυκλάδων, ένα από τα πολλά ανεκμετάλλευτα φυσικά μνημεία της Ελλάδος.

Απέναντι από την Ηρακλειά είναι η Σχινούσα με τους τρεις οικισμούς. Καταφύγιο πειρατών κάποτε, σημερινός παράδεισος με χρυσές αμμουδιές. Το Μερσίνη, το λιμάνι του νησιού βρίσκεται στα δυτικά και φημίζεται σαν ένα απο τα καλύτερα καταφύγια μικρών σκαφών στο Αιγαίο . Στη Σχινούσα ή Παναγιά υπάρχει το ομώνυμο εκκλησάκι της Παναγίας της Ακάθης, και στην Μεσσαριά η Ευαγγελίστρια. Ανατολικά της Νάξου βρίσκεται η Δονούσα ενώ Νότια το Κουφονήσι το κάτω Κουφονήσι και η Κέρος.  Τρία νησιά με καταπληκτικές παραλίες και μοναχικούς ορμίσκους. Η χρυσαφένια άμμος και τα διάφανα νερά τους προσδίδουν μαγικό χρώμα. Το Κουφονήσι είναι το πλέον πυκνοκατοικημένο. Οι θαλάσσιες σπηλιές, οι μικρές αμμουδιές και οι όμορφοι κολπίσκοι θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον σας για εξερεύνηση. Το κάτω Κουφονήσι είναι σχεδόν έρημο, εκτός του δεκαπενταύγουστο που γεμίζει από προσκυνητές λόγω της μικρούλας εκκλησίας της Παναγίας. 

Το πιο νότιο είναι η Κέρος. Πουθενά αλλού σε όλο τον ελλαδικό χώρο η μουσική δε γνώρισε μέσα στους αιώνες τόσο πλούτο και τόση ποικιλία όσο στο Αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Εκτός από τις γραπτές πηγές, την πλούσια μουσική ζωή στο Αιγαίο της Αρχαιότητας, μαρτυρούν και ένα πλήθος από αρχαιολογικά ευρήματα. Ήδη από την εποχή του χαλκού χρονολογούνται τα γνωστά κυκλαδικά ειδώλια - σύμβολα του κυκλαδικού πολιτισμού - του αρπιστή και του αυλητή, κατασκευασμένα από λευκό παριανό μάρμαρο που ανακαλύφθηκαν στην Κέρο, (μπορείτε να τα θαυμάσετε στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας). Στην νότια πλευρά του άγονου και ηλιοψημένου νησιού υπάρχει ένα μικρό λιμανάκι που αγκυροβολούν, εκεί ακριβώς που ο βυθός συνδυάζει άμμο και βράχια.

Σπαρμένα στα ανατολικά της Κυκλαδίτικης θαλασσινής πολιτείας, τα νησάκια των μικρών Κυκλάδων αποτελούν τον ορισμό του παραδεισένιου τοπίου και της χαλάρωσης. Βουτηγμένα στην ηρεμία με την γαλάζια θάλασσα πανταχού παρούσα, έτσι μικροσκοπικά που είναι, με αμμουδερές παραλίες, και γαλαζοπράσινη γη, αγκαλιάζονται από το βαθύ γαλάζιο των νερών του αιγαίου. Από την Ηρακλειά, εύκολα μπορείτε να επισκεφθείτε και τα διπλανά νησάκια που μοιάζουν να κολυμπούν στο πέλαγος. 

Η Σχινούσα απέχει μόλις 1 ν.μ., το Κουφονήσι 5 ν. μ. και τα Κατάπολα της Αμοργού ‘’πιο μακριά’’ 19 ν. μ και Ζητήστε αυτή την διαδρομή από τον Δημήτρη με τον καλοτάξιδο ‘’Άνεμο’’ (σαν ημερήσια εκδρομή) ή σκεφθείτε την λύση του πλοίου της γραμμής και τον Σκοπελίτη αν είναι να μείνετε μέρες. Με τον πρωινό καφέ στο Λιβάδι ή στην παραλία διαπιστώνεται για άλλη μια φορά το πολύ φιλικό κλίμα που επικρατεί. Οι μέρες κύλησαν γρήγορα, οι νύχτες υγρές, μουσκεμένες με ουζάκι και ξεροψημένο χταπόδι το ίδιο, βόλτες, πεζοπορίες και κολύμπι, σε μέρη του νησιού εύκολα προσπελάσιμα αλλά και δύσκολα – μόνο με το καΐκι ή τη βάρκα.    

Η Ηρακλειά, ευτυχώς, μέχρι σήμερα κρατάει και ‘’πουλάει’’ ένα διαφορετικό ύφος και ήθος που έχει σαν επίκεντρο τον άνθρωπο. Δεν αλώθηκε και δεν καθυποτάχθηκε από τον τουρισμό όσο άλλες περιοχές. Είτε η καθυστερημένη ‘’ανάπτυξη’’, είτε το ενδιαφέρον των κατοίκων της, που είδαν τι έγινε τις προηγούμενες δεκαετίες στον μικρόκοσμο των Κυκλάδων, τους έκαναν πιο προσεκτικούς.  

Σήμερα δικαιώνονται, αποδεικνύοντας την αγάπη τους για τον τόπο με πράξεις, φροντίζοντάς τον, για να μπορούν αυτοί αλλά και οι επισκέπτες, να μυρίζουν τις αμόλυντες ευωδιές του Αιγαιοπελαγίτικου αέρα.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 18, 078 τ.χ., Ακτογραμμή: 29 χλμ, Υψόμετρο: 0 – 418 μ. κορυφή Πάπας, Πληθυσμός: 151 κατ (’01), Πρωτεύουσα: Παναγία, Νομός: Κυκλάδων, Απόσταση από Πειραιά 121 ν. μ. (103 για Νάξο) από Νάξο 18 ν.μ. από  Κατάπολα Αμοργού 19 ν.μ. Διάρκεια ταξιδιού 8ω, 1ω 20’, 1ω 30’ αντίστοιχα.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22850

ΔΙΑΜΟΝΗ: Νίκος ‘’το Μαϊστράλι’’ 71807, 71648, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. Συνοδινός Αντώνης & Μαρία 71485, ‘’Αλεξάνδρα’’ 71482, ‘’Άγγελος’’ και  ‘’Ηλιοβασίλεμα’’ 71569, 71486, Αθήνα 2104520260, 4531059, ‘'Anna’s Place’’ 71145, 74234, ‘’Δημήτρης’’ 71484, 2109933894, Villa Glafkos 71892, 2104516910, ‘’Μαριέτα’’ 71252, ‘’Πανόραμα Ηρακλειάς’’ 71991, 71569 e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. ‘’Sohoro’’ 71565, 6977189903, Villa Zografos στα Λαβουτάκια Λιβαδιού 71946, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.  Κρατήσεις δωματίων για Ηρακλειά, Αμοργό, Δονούσα, Σχινούσα, Koufonissia Tours 71671 – 2.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ:. Πριν την παραλία Λιβάδι υπάρχει καφετέρια με ιδιωτικό χώρο κατασκήνωσης, σκίαστρα για τις σκηνές,  αλλά σε κάθε περίπτωση όχι οργανωμένο κάμπινγκ. Ο Γιώργος και η Στέλλα θα αναλάβουν τα υπόλοιπα. Ποτά – καφέδες - μεζέδες 71226, 29034. 

ΦΑΓΗΤΟ: Το νησί φημίζεται για την μέθοδο ‘’απ’ τη θάλασσα στο τηγάνι’’, όσον αφορά τα ψάρια. Βεβαίως υπάρχουν δικής τους παραγωγής κατσίκια – αρνιά, ντόπια ξυνομυζήθρα, ανθότυρο και κατσικίσιο τυρί. Σπέσιαλ χειροποίητο παστέλι, ξεροτήγανα και δίπλες. Φυσικά δεν λείπουν και τα μαγειρευτά, στον Αι – Γιώργη ‘’ο Πεύκος’’ 71568 και ‘’το Περιγιάλι’’ της καπετάνισσας Ακαθής στην παραλία για ψάρια, χταποδάκι και ουζομεζέδες 71118, στο Λιβάδι ‘’Γιώργος Place 71226 και στη Χώρα του νησιού (Παναγιά) ‘’το Στέκι’’ 71579, και το παραδοσιακό καφενείο ‘’Η Δροσιά’’ 71578. 

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα Ηρακλειάς 71545, 74184, Fax 74183, η μοναδική αρχή του νησιού, Α’ Βοήθειες 71388. Φαρμακείο στη Νάξο.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.iraklia.gr Σπήλαιο Αγίου Ιωάννη www.geocities.com/irakliagr/greek.htm Δείτε το πολύ καλό site του ΣΠΕΛΕΟ για το θέμα σπήλαια www.speleo.gr/en/Links_en.html . Τράπεζες με Α.Τ.Μ. στην Νάξο. Στο Bar Aki της Ηρακλειάς καθαρά ποτά και μουσική 71487. ΝτόπιοΘυμαρίσιο μέλι από την Κα Φανή στον Άγιο Γεώργιο 71565. Με την γρήγορη λάντζα ‘’ο Άνεμος’’, ο Δημήτρης θα σας γυρίσει στις δυσπρόσιτες παραλίες 74234, 6977310427. Συνεργείο δεν υπάρχει, όμως ο Αντώνης Βλαβιανός, νοικιάζει σκούτερ ‘’Rent a scooter – Iraklia’’ 71564, 6974397580 αν τύχει κάτι, θα σας βοηθήσει πολύ. Για κάτι σοβαρό Πολυκρέτης Γιώργος, Χώρα Νάξου, Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ – Ανταλλακτικά 24872.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ:  Από Νάξο για Ηρακλειά με το τοπικό Σκοπελίτης κάθε Δευτ – Τετ – Πέμ – Σαβ ώρα 15:00 τον χειμώνα. Από 16 Ιουλίου καθημερινά. Από Πειραιά για Ηρακλειά 4 φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι, 2 τον χειμώνα με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 04) 19,80 EUR το άτομο, 9,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 13,50 EUR πάνω από 250 cc. Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226001 - 4, δρομολόγια πλοίων info ΟΤΕ 1440, www.yen.gr/main.htm Διάρκεια ταξιδιού από Πειραιά 8ω – 120 ν.μ., από Νάξο 1ω – 18 ν.μ. Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (ανταπόκριση για Πάρο ή Νάξο) 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15ω – 250 ν.μ. Η συντομότερη επιλογή είναι Πειραιάς - Πάρος ή Νάξος με τα highspeed I, II, III, IIII, διάρκεια ταξιδιού 2ω30’ και με την πρώτη ανταπόκριση για Νάξο. Από εκεί αναλαμβάνει ο Σκοπελίτης. Πρακτορεία Ηρακλειάς ‘’Αιγαίο’’ – ‘’Μέλισσα’’ Ευάγγελος Γαβαλάς 71561, 71539, ‘’Αγιάζι’’ Δημήτρης Ρούσσος 74236, 71788.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δεν έχει. Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος είναι 4 χλμ, και οδηγεί από το Λιμάνι, στην Χώρα του νησιού, την Παναγιά. Συν 2,5 οι χωματόδρομοι για τον Άγιο Αθανάσιο και τον Πρφ Ηλία σύνολο 6,5. Αν γεμίσετε στον Πειραιά ή την Νάξο δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα. Γεμίστε όμως, γιατί μετά την Ηρακλειά (που είναι το πρώτο λιμάνι) μπορεί να θέλετε να πάτε και στα υπόλοιπα νησιά (Σχινούσα, Κουφονήσια, Δονούσα). 

ΧΑΡΤΕΣ: Όλος ο Νομός Κυκλάδων σε έναν μοναδικό πλαστικοποιημένο χάρτη που χωράει στο tang Bag. Εκδόσεις ‘’Ελλάδα’’ χάρτης Νο 29 ‘’Κυκλάδες’’, Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3235241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Καταπληκτικό αφιέρωμα του περιοδικού Γαιόραμα για το Σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη Ηρακλειάς / Τ50 Ιούλιος – Αύγουστος 2002.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΗΡΑΚΛΕΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Joseph Pitton de Tournefort / Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους / Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης / Ηράκλειο 2003
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Κυκλάδες / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Αντώνης Βεκρής / Αμοργός και Μικρές Κυκλάδες / εκδόσεις Αμοργός 2002

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Σειρήνες των Κυκλάδων / περιοδικό για τις Κυκλάδες / Τ4 1997
  • Ιωάννα Δεικτάκη – Γιώργος Αβαγιανός / Σπήλαιο Αγίου Ιωάννη Ηρακλειάς Νάξου / περιοδικό ΓΑΙΟΡΑΜΑ Τ50 Ιούλιος – Αύγουστος 2002
  • Θάλεια Αργίτη – Μιχάλης Κωσταράς / Ο Άθλος της Ηρακλειάς / περιοδικό ΓΕΩ Τ119 Ιούλιος 2002

ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ (5505 λέξεις)

ΕΠΑΡΧΙΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙOY

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.  

© Φεβρουάριος 2004 

Μεσολόγγι, Πατρίδα Ποιητών και Πρωθυπουργών

Ανάμεσα στον Εύηνο, τον Αχελώο και τις βόρειες ακτές του Πατραϊκού κόλπου, μέχρι τα ορεινά της Ευρυτανίας, απλώνεται νωχελικά η Αιτωλία, μια σπουδαία περιοχή με μοναδική μορφολογική ποικιλία. Συγκεντρώνει στο έδαφός της απόκρημνα βουνά, όπως η Βαράσοβα, γνωστή για τα δεκάδες αναρριχητικά πεδία, φαράγγια σαν τη Κλεισούρα, ορθοπλαγιές και εύφορους κάμπους. 

Στο τοπίο κυρίαρχο και πρωτεύοντα ρόλο έχει το υγρό στοιχείο με μια σπάνιας ποικιλίας παραλιακή ζώνη, με πανέμορφους όρμους, εκτεταμένες αμμουδιές και δεκάδες νησίδες. Ποτάμια, λίμνες και λιμνοθάλασσες δίνουν σε αυτή την πολυπρόσωπη περιοχή τη χαρά της εξερεύνησης, πάντα σαν την πρώτη φορά. Και για πολλούς, ίσως είναι η πρώτη φορά που την εξερευνούν, αφού αυτή η γωνιά είναι από τις λιγότερο ανεπτυγμένες τουριστικά, γεγονός, που της προσθέτει γοητεία και αυθεντικότητα. 

Ο νομός Αιτωλοακαρνανίας είναι ο μεγαλύτερος της χώρας, και ίσως, ο πλουσιότερος από πλευράς φυσικού περιβάλλοντος, με έκταση 5.500 περίπου τ.χ. και πληθυσμό 223.000 (‘01) κατοίκους. Χωρίζεται σε πέντε επαρχίες Ναυπάκτου, Μεσολογγίου, Βόνιτσας – Ξηρομέρου, με ομώνυμες πρωτεύουσες, Τριχωνίδας με πρωτεύουσα το Αγρίνιο, και Βάλτου με πρωτεύουσα την Αμφιλοχία. Ένας νομός που το μεγαλύτερο μέρος του είναι βιότοπος και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν απέραντο ανοιχτό μουσείο, που καλύπτει με τα μνημεία και τα εκθέματά του, όλη την ιστορική πορεία του τόπου μας. Περισσότεροι από εκατό αρχαίοι οικισμοί, τουλάχιστον δέκα αρχαία θέατρα, και περίπου εκατόν σαράντα βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί ναοί, μεταξύ τους και είκοσι παλαιοχριστιανικές εκκλησίες, περιμένουν τον επισκέπτη αποκαλύπτοντας στο βλέμμα του τα μυστικά του παρελθόντος.

Η Αιτωλία και η Ακαρνανία αποτελούσαν στην αρχαιότητα, δύο ξεχωριστές χώρες με όχι τόσο καλές σχέσεις μεταξύ τους. Το φυσικό σύνορο του θεοποιημένου ποταμού Αχελώου δεν εμπόδισε να γίνουν εκστρατείες, συγκρούσεις, πόλεμοι και καταστροφές. Λόγω της γεωγραφικής διαμόρφωσης, και της πολυτάραχης ζωής της, η Αιτωλοακαρνανία είναι ο μόνος νομός της χώρας που έχει να επιδείξει τόσες πολλές οχυρές θέσεις. 

Περνώντας από το Ρίο στο Αντίρριο, δίπλα ακριβώς από το λιμάνι, προβάλλει το κάστρο του Αντιρρίου (της Ρούμελης) κτισμένο στα τέλη του 15ου αι. Μαζί με το ‘’κάστρο του Μοριά’’, στο Ρίο, έλεγχαν το στενό πέρασμα στον Κορινθιακό, και ήταν γνωστά ως ‘’μικρά Δαρδανέλια’’. Η γνωστή ωραία διαδρομή σας φέρνει να ανηφορίζετε, με συνεχή εσάκια, τις πλαγιές του κώνου της Κλόκοβας, (αρχ. Ταφιασσός), ένας από τους τρεις γιγάντιους οροφύλακες της Αιτωλίας, περνώντας τις ψαροταβέρνες, στα ‘’Χάνια Γαβρολίμνης’’. 

Μόλις δύο χλμ έξω από τη Γαυρόλιμνη υπάρχει ο θαυμάσιος βυζαντινός ναός της Παναγίας Παναξιώτισσας (10ος αι). Αριστερά σας ο δρόμος οδηγεί στον όρμο της Κάτω Βασιλικής (2,5 χλμ) το επίνειο και λιμάνι της αρχαίας αιτωλικής Χαλκίδας. Από έρευνες της ΣΤ’ Εφορείας (Ε.Π.Κ.Α.) σε συνεργασία με το Δανικό Ινστιτούτο, ήρθαν στο φως η οχύρωση (Πύργος στη θέση ‘’Πάγκαλη’’) και τα κατάλοιπα του οικιστικού ιστού της κλασικής και ελληνιστικής πόλης. Από την Κάτω Βασιλική μπορείτε να παραπλεύσετε τον όγκο της  Βαράσοβας, φτάνοντας στο Σπήλαιο του Αγίου Νικολάου. Ο φυσικός όρμος, που θα σας αφήσει το καΐκι, ενδείκνυται, ειδικά τις ζεστές καλοκαιρινές μέρες, για μοναχικό κολύμπι. Εδώ, η συστηματική ανασκαφή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, το 1991, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Αθανασίου Παλιούρα, έφερε στο φως τεράστια παλαιοχριστιανική Βασιλική φρουριακού χαρακτήρα (περιβάλλεται από τείχος), όπου ησύχαζε μια μικρή αδελφότητα, στη διάρκεια δέκα αιώνων (9ος – 18ος).  

Αμέσως μετά τη Γαβρόλιμνη, ο δρόμος δεξιά σας, παρακάμπτει για λίγο την εθνική οδό, και δίνει ωραία πλάνα του Εύηνου ή Φίδαρηποταμού, του αρχαίου Λυκόρμα. Γιος του Άρη και της Δημονίκης, βασιλέας των Αιτωλών, είχε ένα...μικρό ελάττωμα, μια κακή συνήθεια καλύτερα. Όποιον μνηστευόταν την κόρη του Μάρπησσα ‘’Καλλίσφυρον’’ – είχε ωραία πόδια, κατά τον Όμηρο, μετά από λίγο καιρό τον σκότωνε. Γνωρίζοντας αυτή την...συνήθεια, ο πρώην Αργοναύτης Ίδας – γιος του Ποσειδώνα, την έκλεψε, χωρίς να δώσει…λογαριασμό. Ο Εύηνος έψαχνε με αγωνία να βρει την κόρη του, και μέσα στην απελπισία του, αφού η καταδίωξη δεν έφερνε αποτέλεσμα, έπεσε στον Λυκόρμα ποταμό που από τότε φέρει το όνομά του. Πηγάζει από τα Βαρδούσια όρη, την Οξιά και τα όρη της Ναυπακτίας και μαζί με τον Αχελώο, έχει συμβάλει τα μέγιστα, στη δημιουργία της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Οι φερτές του ύλες, σχημάτισαν τον κάμπο, που σήμερα ‘’θρέφει’’ τα Δ. Δ. Ευηνοχωρίου και Γαλατά.

Η παράκαμψη συναντάει πάλι την Εθνική, στο ύψος του Περιθωρίου. Ο μονοκόρυφος (Σφυρί (914 μ.), ορεινός όγκος Βαράσοβας ή και Βουνό, (αρχ. Χαλκίς), το ‘’Άγιον Όρος’’ της Αιτωλοακαρνανίας, με τα δεκάδες εκκλησάκια και ασκηταριά του, και τις γνωστές, στους λάτρεις της αναρρίχησης, ορθοπλαγιές, συντροφεύει το ταξίδι σας, απ’ όπου και να περάσετε. Μια διακλάδωση όμως, λίγο πριν την γέφυρα του Ευήνου, οδηγεί πολύ κοντά της, στον Γαλατά,και από εκεί στον όρμο του Κρυονερίου (6χλμ),ένα λιτό χωριό με λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια, και ταβερνάκια στο λιμάνι. Δεν υπάρχει κάμπινγκ, όμως, μπορείτε να ‘’στήσετε’’ τη σκηνή σας στην παραλία. Όλο και κάποια παρέα αναρριχητών θα είναι εκεί κοντά. 

Εδώ ήταν ο τελευταίος σταθμός του ατμοκίνητου σιδηρόδρομου της γραμμής Αγρινίου – Κρυονερίου. Υπάρχουν ακόμη οι σκουριασμένες σιδηροτροχιές και ο μισογκρεμισμένος τερματικός σταθμός. Την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, ο λιμένας Κρυονερίου, έπαιξε το δικό του σημαντικό ρόλο αφού, από εδώ, φορτώνονταν σε καραβάκι και διακινούνταν στην απέναντι Πατραϊκή ακτή, όλα τα αγαθά του εύφορου Αιτωλικού κάμπου. Από αυτό το σημείο, υπάρχει προσπέλαση στα αναρριχητικά πεδία, (άνω των εκατό, όλων των δυσκολιών και στυλ), της Βαράσοβας. 

Πέρα από αυτά τα βουνά, προς τον βορρά, η ματιά απλώνεται μακριά στην πλατιά πεδινή έκταση της Αιτωλίας, με τις λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχία. Η συνέχεια θα σας φέρει από την, κατ’ ευφημισμό, ‘’εθνική οδό’’ στη μεγάλη γέφυρα του Ευήνου, και πολύ σύντομα, εκεί που χτυπά η καρδιά του Ιστορικού Μεσολογγίου, πρωτεύουσας της ομώνυμης επαρχίας με τους δεκαεπτά χιλιάδες κατοίκους. Η Ιερά Πόλη, όπως καθιερώθηκε να λέγεται, χωρίς να είναι καμιά αρχαία πόλη, ανέπτυξε τόσο πολύ την Εθνική της Συνείδηση, το Χρέος, χαρίζοντας στην Ελλάδα, πέντε Πρωθυπουργούς, τον Σπυρίδωνα (1788 – 1873), και τον Χαρίλαο Τρικούπη (1832 – 1896), τον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη (1829 – 1879), τον Ζηνόβιο – Ζαφείριο (1800 – 1886) και τον Δημήτριο Βάλβη (1814 – 1892). 

Ταυτόχρονα, η ψυχική και ηθική της υπόσταση, ανέπτυξε το πνεύμα και τη νόηση, που γέννησε με τη σειρά της, μεγάλους ποιητές όπως, ο Κωστής Παλαμάς (1859 – 1943), ο Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869 – 1943), ο Γεώργιος Δροσίνης (1859 – 1951), Αντώνης Τραυλαντώνης (1867 – 1943), Ρήγας Γκόλφης (1886 – 1957), Μίμης Λυμπεράκης (1880 – 1967), προσφέροντας στον εαυτό της, εκτός από τα στεφάνια της δόξας και της Ιερότητας, και τον τίτλο του ευλογημένου δωρητή, στην Πατρίδα πλέον, Ποιητών και Πρωθυπουργών.

Μπαίνοντας από την πύλη της ηρωικής εξόδου στην πόλη, δεξιά σας, συναντάτε το νεοκλασικό κτήριο του παλιού νοσοκομείου, κτισμένο από κουδαραίους μαστόρους και αρχιτέκτονες, όπως και το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας οι παλιοί στρατώνες κ.α. Αμέσως μετά, το κατάφυτο Ηρώο των Πεσόντων ή ο Κήπος των Ηρώων. Το τείχος του Μεσολογγίου την εποχή της εξόδου, ήταν πολυγωνικό και μακρύτερο από το σημερινό, σχεδιασμένο από τον Μιχαήλ Π. Κοκκίνη. Ο μεγάλος αυτός χώρος άρχισε να δημιουργείται την δεκαετία του 1860, από τον λοχαγό Κουρκουτσάκη, αφού είχε μεσολαβήσει το κτίσιμο μέρους του γκρεμισμένου τείχους, από τον Καποδίστρια (1830) σχεδόν αμέσως, μετά την παράδοση του Μεσολογγίου στους Έλληνες, με συνθήκη (Μάιος 1829). Συνέχεια στις επισκευές δόθηκε και από τον βασιλιά Όθωνα (1838). 

Σε μικρό τύμβο συγκεντρώθηκαν τα οστά των ανώνυμων νεκρών, και σε ιδιαίτερους χώρους – μνημεία εκείνα των ηγετών. Στο κέντρο του Κήπου των Ηρώων, υπάρχει το μαρμάρινο μνήμα του Μάρκου Μπότσαρη, και ο ανδριάντας του Άγγλου ποιητή και φιλέλληνα Λόρδου Βύρωνα, στη θέση που υπήρχε η εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Ενός ποιητή, του οποίου το όνομα έχει περάσει στην ιστορία ως του ανθρώπου που έδωσε τα πάντα στον ιερό Αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία. Στους δαιδαλώδεις διαδρόμους, που στολίζονται από πανύψηλους φοίνικες, θα συναντήσετε αρκετά μνημεία, φρεσκάροντας την ιστορική σας μνήμη, διαβάζοντας τις σχετικές πινακίδες. Περπατήστε σε αυτόν τον υποβλητικό τόπο, στον Τύμβο των αγνώστων Ηρώων, το μνημείο των Φιλελλήνων, έτσι, σαν χρέος.

Το Μεσολόγγι, ιδρύθηκε πάνω σε τρεις νησίδες, που αργότερα, ενοποιήθηκαν από τις προσχώσεις των ποταμών Ευήνου και Αχελώου, δημιουργώντας τρεις γραφικές λιμνοθάλασσες. Μετά τις σταυροφορίες, (1204) οι Βενετοί, που τους είχαν επιδικαστεί όλες οι βυζαντινές χώρες, αναζήτησαν μικρούς κόλπους, που θα τους παρείχαν κάλυψη και ασφάλεια. Τις προϋποθέσεις τις βρήκαν στο ασταθές, επικίνδυνο, και απροσπέλαστο ελώδες περιβάλλον της σημερινής πόλης, και των γειτονικών ‘’Αιτωλικού - Οινιάδων’’ . Η ιδιόμορφη φυσική οχύρωση βρέθηκε, ταυτόχρονα λύθηκε και το πρόβλημα της διατροφής, με τα άφθονα ψάρια, και έτσι ξεκίνησε η πρώτη εγκατάσταση. Η στρατηγική του θέση μνημονεύεται και ανδεικνύεται, για πρώτη φορά, με τη ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571. Μέχρι τότε αναφέρεται στις πηγές σαν ιχθυοτροφείο με μικρό συνοικισμό ψαράδων.

Η εποχή της μεγάλης ακμής του χωριού, είναι το χρονικό διάστημα 1740 – 1770. Εκείνη την περίοδο, το Μεσολόγγι, διακρίνεται ως το σημαντικότερο εμπορικό και ναυτικό κέντρο της Στερεάς. Το ανεπτυγμένο εμπόριο φουντώνει την κερδοφορία, που με τη σειρά της φτιάχνει εβδομήντα πέντε καράβια, απογειώνοντας τον συναγωνισμό, που πλέον, με τόλμη, ανταγωνίζεται τους βενετούς και τους γάλλους. Η διανόηση και το πνεύμα της εποχής, βρίσκει έκφραση με την ίδρυση της Παλαμαϊκής σχολής, από τον Παναγιώτη και τον Γρηγόριο Παλαμά το 1760. Την δεκαετία που λειτούργησε (το 1770 κάηκε με τα Ορλωφικά) πρόλαβε να εξελιχθεί σε ένα από τα σημαντικότερα πνευματικά κέντρα της Ελλάδας. Όλα αυτά κατέρρευσαν στον πρώτο ρωσοτουρκικό πόλεμο της Αικατερίνης Β’ (1768 – 1774) και ό,τι έμεινε, περιήλθε στους Τούρκους. 

Η δεύτερη αναγέννηση της πόλης, πλέον, γίνεται στις αρχές του 19ου αι., έχοντας σαν σταθερή βάση την αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της περιοχής. Μέχρι το 1804, η πολιτεία, εκτός της σημαντικής πνευματικής ζωής, διαθέτει εξήντα καράβια και εξάγει λάδι, σταφίδα, στάρι, αλάτι κ.ά, αναθερμαίνοντας ταυτόχρονα τις ναυπηγικές δραστηριότητες που βοηθούν στην ανοικοδόμηση των αλυκών. Μετά από λίγα χρόνια, η πόλη μπήκε στην υπηρεσία του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα, με πρωτεργάτες τον Φιλικό Αναστάση Παλαμά, και τον οπλαρχηγό του Αράκυνθου Δημήτριο Μακρή. Οι Μεσολογγίτες, ήσαν άνθρωποι μορφωμένοι και έδιναν με το γραπτό τους λόγο, υψηλό νόημα στον Ξεσηκωμό. Αυτή η μικρή πόλη, έμελλε να γράψει μια από τις ενδοξότερες σελίδες της Ελληνικής Επανάστασης, αναδεικνύοντας τους κατοίκους της σε πρότυπα ‘’Ελεύθερων Πολιορκημένων’’.  

Είναι 178 χρόνια περασμένα, από τότε. Μα, αν παρακολουθήσετε μια φορά τις γιορτές στην Ιερή Πόλη (Κυριακή των Βαΐων κάθε χρόνο) θα είναι, σαν όλα αυτά να έγιναν χτες. Λες και κάποια γεγονότα είναι πάνω από το χρόνο, και δεν σβήνουν από τη συλλογική μνήμη. Πραγματικά, τότε ήταν μια δύσκολη εποχή, κοντά στην τρίτη χρονιά του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, και το επαναστατημένο Μεσολόγγι πέρναγε τις τελευταίες μέρες της δεύτερης πολιορκίας, που άρχισε στις 15 Απριλίου 1825, και έληξε στις 12 Απριλίου 1826. Όλη η δύναμη του εχθρού αυτά τα τέσσερα χρόνια, προσπαθούσε να το υποτάξει, να το αφανίσει, γιατί γνώριζε τι άξιζε η πτώση του, καθώς και τις συνέπειες από την Υψηλή Πύλη, αν αυτό δεν γινόταν. Έτσι: ‘’Ανατολίτες Τούρκοι Αλβανοί, και τακτικοί Άραβες εβάλθηκαν όλοι δια ένα Μεσολόγγι!’’, όπως μαρτυρεί ο Ψύλλας.

Πάνω από δύο χιλιάδες πέθαναν από πείνα, αφού είχε εξαφανιστεί κάθε είδους τροφή από τον αποκλεισμό. Εκατό χιλιάδες μπόμπες – όπως γράφει ο Ιακ. Μάγερ εκδότης των ‘’Χρονικών’’ και του ‘’Ελληνικού Τηλέγραφου’’ – είχαν καταστρέψει προμαχώνες και σπίτια. Ο Σπετσιώτης Ναύαρχος Ανδρούτσος, που περιπολεί έξω από το νησί Σκροφάκι, γράφει από το καράβι του ‘’Παγκρατίων’’, πέντε μέρες πριν την έξοδο, ‘’Το Μεσολλόγγιον ευρίσκεται εις την εσχάτην στεναχώριαν, έχει πέντε ημέρας σήμερον άσιτον, άλογα, γαϊδάρους, τα πάντα ετελείωσαν, ελπίδα να εισέλθουν από κανέν μέρος ζωοτροφίαι δεν υπάρχει, όλα τα μπογάζια και νησίδια τα έχουν πιασμένα, ώστε δεν μπορεί να εισέλθει ούτε μονόξυλον’’.

Πολιορκημένες πολιτείες και αγωνιστές που αντιστάθηκαν γενναία στον κατακτητή δεν λείπουν από την Ελληνική ιστορία. Τα ολοκαυτώματα της Κάσου, (βλ. Νήσος Κάσος, τομ. Δ’ 0-300, 2002) των Ψαρών, και της Χίου αντιμετωπίστηκαν ηρωικά. Αλλά το Μεσολόγγι δεν είναι μόνο αυτό, απλώνεται παραπέρα όπως το αίμα και η φωτιά. Σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα, έδειξε απαράμιλλη ανδρεία, και αυτοθυσία. Αυτά τα σκελετωμένα κορμιά, που μόλις μπορούσαν να κρατήσουν το όπλο, στάθηκαν απέναντι σε πολυάριθμους και καλύτερα εξοπλισμένους στρατιώτες του Κιουταχή, και στο τέλος του Ιμπραήμ, νικώντας και εξευτελίζοντας τον εχθρό. Τη νύχτα της 10ης Απριλίου 1826, ενώ έξω από το ‘’γελοίο φράχτη’’ και το ‘’καλυβάκι’’, όλοι περίμεναν να παραδοθούν, αυτοί σαν γνήσιοι Έλληνες, με το σπαθί στο χέρι, τόλμησαν και έκαναν πράξη το αφάνταστα ηρωικό κατόρθωμα της εξόδου.

Οι αριθμοί των σκοτωμένων στον τελικό απολογισμό, και αυτών που σύρθηκαν σκλάβοι, ανατριχιάζουν και τους πιο ψύχραιμους. Τα ‘’κατορθώματα’’ των νικητών, και τα ‘’ζωντανά’’ τεκμήρια της ‘’νίκης’’ ακόμα περισσότερο. Όμως η ιδέα του ελεύθερου ανθρώπου σώθηκε, ο κόσμος συγκλονίστηκε από το κατόρθωμα, και ήταν η έξοδος τελικά, η σπίθα, που ξεσήκωσε τον μέχρι τότε μάλλον αδιάφορο χριστιανικό κόσμο, να πάρει θέση υπέρ της Ελλάδος, αποθεώνοντας, την οικουμενική πλέον έννοια, του αγώνα των Ελλήνων. Η ηρωική έξοδος των πολιορκημένων, αποτέλεσε πρόσθετη πηγή έμπνευσης, για την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού και του λόρδου Βύρωνα, που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, και την ζωγραφική, με τον Ευγένιο Ντελακρουά να ζωγραφίζει τη δύναμη, και τον πόθο της ελεύθερης ψυχής, αφήνοντας με το εμπνευσμένο έργο του, αιώνια υποθήκη στις ανθρώπινες αξίες. 

Νοιώστε τη δύναμη αυτού του αγώνα, στο παλιό δημαρχείο, στην κεντρική πλατεία, όπου στεγάζεται η Πινακοθήκη και το Μουσείο της Πόλης. Τα έργα της Πινακοθήκης του Δήμου εικονογραφούν την αντίσταση και την ηρωική έξοδο. Εκεί βρίσκεται η συλλογή πορτραίτων, όπλων, προσωπικών αντικειμένων των πρωτεργατών της επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα. Επίσης, αντίγραφο του περίφημου πίνακα της εξόδου του Θ. Βρυζάκη, ‘’Η υποδοχή του Byron στο Μεσολόγγι’’, και αντίγραφο (το αυθεντικό βρίσκεται στην γαλλική πόλη Μπορντό), του πίνακα του Ντελακρουά (1823) ‘’Η Ελλάς αναδύεται μέσα από τα ερείπια του Μεσολογγίου’’. 

Η πόλη βρίθει πολιτιστικής και πολιτικής κληρονομιάς, δείχνοντας υπερήφανη τα μουσεία και τις συλλογές της.     Το Μουσείο Τρικούπη, στο σπίτι που γεννήθηκε και έζησε ο πρώτος πρωθυπουργός της Ελλάδας, Σπυρίδων Τρικούπης, και ο γιος του Χαρίλαος Τρικούπης, επίσης μεγάλος πολιτικός και καινοτόμος πρωθυπουργός γεννημένος στο Ναύπλιο στις 11 Ιουλίου 1832. Το νεοσύστατο Λαογραφικό Μουσείο, με έπιπλα και χρηστικά αντικείμενα αστικών κυρίως νοικοκυριών, το Μουσείο Κωστή Παλαμά, συνυφασμένο με την τοπική ιστορία, (Παλαμαϊκή σχολή). Η Δημοτική ΒάλβειοςΒιβλιοθήκη, με είκοσι χιλιάδες τόμους,  στο σπίτι του Πρωθυπουργού Ζηνόβιου Βάλβη, και το Κέντρο Λόγου και Τέχνης, που στεγάζεται στο σπίτι του Θανάση Ρατζή – Κότσιρα, το Τρικούπειο Πολιτιστικό Κέντρο στο παλιό αμαξοστάσιο του σιδηροδρομικού σταθμού, είναι αυτά που κεντρίζουν το ενδιαφέρον, και αναδεικνύουν το πνευματικό – ποιητικό και πολιτικό επίπεδο της Ιερής Πόλης.

Όμως το Μεσολόγγι, δεν είναι μόνο φάρος της ποίησης1, και της νεότερης ιστορίας μας, αλλά και μια μοναδικού φυσικού κάλλους λιμνοθάλασσα, η μεγαλύτερη στην Ελλάδα, και η δεύτερη στην Ευρώπη. Συγκαταλέγεται, ανάμεσα στους έντεκα διεθνούς σημασίας υγρότοπους της χώρας μας, και προστατεύεται από τη ‘’Σύμβαση Ραμσάρ’’2. Επιπροσθέτως αναφέρεται, στην έρευνα του πολυτεχνείου για τις 449 περιοχές ιδιαίτερου κάλλους της χώρας μας, μαζί με το Όρος Βαράσοβα, τη Κλεισούρα, τη λιμνοθάλασσα Κλείσοβας και τις Νησίδες Κλείσοβα και Οξειά.  

Οι λιμνοθάλασσες Μεσολογγίου – Κλείσοβας, μαζί με τη γειτονική του Αιτωλικού3, το δέλτα του Αχελώου, και τις εκβολές του Εύηνου,καλύπτουν μια έκταση4 258.000 στρ, από τις μεγαλύτερες της Μεσογείου, με πλουσιότατη αλιευτική παραγωγή. Η έκτασή τους στην πραγματικότητα, μετά τις απερισκεψίες του ανθρώπου, δεν ξεπερνά τα 150.000 στρ. Συμβαίνει ακριβώς, (όσον αφορά τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις) ότι έχει πάθει η λίμνη Βεγορίτιδα (δες Κοζάνη – Βεγορίτις τομ Δ’ 0-300, 2002), λες και εφαρμόζεται το ίδιο ‘’πρόγραμμα’’5. Σε κάθε περίπτωση, η σπουδαία θέση του, τον ταξινομεί στους σημαντικούς σταθμούς πουλιών, τόσο για μόνιμη διαμονή ή ξεκούραση, όσο και για λήψη τροφής κατά την διάρκεια της αποδημίας. 

Από τα στενά δρομάκια της πόλης, κατευθυνθείτε προς την Λιμνοθάλασσα της Κλείσοβας, που σε λίγα λεπτά, θα πλημμυρίσει το οπτικό σας πεδίο. Ο δρόμος, το ‘’ράμμα’’ των ντόπιων, που κατασκευάστηκε από το 1870 μέχρι το 1884, για να διευκολύνει τους ψαράδες, αποτελεί για έξι χλμ. μοναδική οδηγική εμπειρία, (προσέξτε μόνο, μην λοξοδρομήσετε). Η Κλείσοβα, με έκταση περίπου 22.000 στρ, δεν αποτέλεσε μόνο την φυσική οχύρωση της πόλης κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, αλλά, και την σπουδαιότερη πλουτοπαραγωγική πηγή, από παλιά. Στάθηκε μάλιστα αφορμή και αιτία της εγκατάστασης, εδώ, των πρώτων αλιέων.

Το διάσημο, πολυφωτογραφημένο πασσαλόπηκτο σπιτάκι, (πελάδα), που αφήνετε αριστερά σας, σε λίγο καιρό θα γίνει κέντρο ενημέρωσης επισκεπτών, ενώ η ιστορική νησίδα Βασιλάδι, με τον παραδοσιακό φάρο, θα συντηρηθεί με σκοπό την μετατροπή του, σε χώρο υποδοχής επισκεπτών6. Στα τέσσερα χλμ, υπάρχει δρομάκι, που οδηγεί κοντά στο ιστορικό, από τις ένδοξες μάχες, νησάκι Τουρλίδα, με το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας,ενώ ο κεντρικός, συνεχίζει για άλλα δύο χλμ, μέχρι την ονειρική Τουρλίδα, ένα λιμναίο ψαροχώρι, με ‘’παραδοσιακές’’ ξύλινες πασσαλόπηκτες καλύβες, στην κυριολεξία, πάνω στο νερό. ‘’Λόφοι’’ με απλωμένα δίχτυα, νησιώτικοι ρυθμοί και τραγούδια, ακούγονται κατά τη διάρκεια του ξεψαρίσματος.

Ο χώρος παλιότερα ήταν γεμάτος ‘’πελάδες’’, οι πραγματικές, αυθεντικές ψαράδικες καλύβες, φτιαγμένες από καλάμια και ντόπιο χορτάρι (ρένα) που προϋπήρχαν της πόλης. Σήμερα αποτελούν παρελθόν. Μετά τις καταστροφικές αποξηράνσεις της δεκαετίας του ’70 τα πάντα άλλαξαν, και μαζί με αυτά και τα σπίτια, που ναι μεν καλύπτονται από καλάμια (για να ‘’κόβει’’ η ζέστη), αλλά, από κάτω, έχουν τσίγκο. Ευτυχώς, στο λιμανάκι της θα δείτε Σαΐτες, Σταφνοκάρια, Πρυάρια, τα γραφικά παλιά σκαριά, δίχως καρίνα, των λιμνοθαλασσιτών ψαράδων, και μεγάλη  ποικιλία μοντέρνων σκαφών, με μηχανές. Μια καλή, ρομαντική ιδέα, (ειδικά αν είστε δύο), αφού δεν υπάρχει πρόσβαση παντού, είναι να εξερευνήσετε την λιμνοθάλασσα, και τα δεκάδες νησάκια, με κάποιον ντόπιο οδηγό και βάρκα. Υπάρχουν αρκετοί, και είναι βέβαιο ότι γρήγορα θα καμφθούν οι τυχόν πρώτες αντιρρήσεις.

Τα ηλιοβασιλέματα σε αυτό το μαγευτικό τοπίο, αποκτούν μαγικές προεκτάσεις, και η φυσική ομορφιά, γοητεύει τους επισκέπτες, τονίζοντας τη διαφορετικότητα του χώρου. Οι δύο λιμνοθάλασσες, οι δεκάδες νησίδες, εναλλάσσονται με τους αλμυρόβαλτους, τους καλαμιώνες, τις λουρονησίδες, και τα φυλλοβόλα δάση, από ιτιές, λεύκες και φράξους. Όλο αυτό το ‘’σύστημα’’, επικοινωνεί με ‘’δρόμους’’ που δίνουν μια εντελώς διαφορετική άποψη του φυσικού στοιχείου. Στα πεντακάθαρα νερά μεγαλώνει μια απίστευτη ποικιλία ψαριών. Αθερίνες, γοβιοί, κεφαλοειδή, γλώσσες, σουπιές, καλαμαράκια, χταπόδια, γαριδούλες, καβουράκια μικρά και μεγάλα, ιφάδες (σαν αχιβάδες), χέλια, μέχρι και πίνες, που γίνονται νοστιμότατες τηγανιτές ή μαγειρευτές με ντομάτα. 

Η πολυειδής  βλάστηση, η συνακόλουθη πανίδα που αναπτύσσονται στους λασπώδεις αλμυρόβαλτους, δρα σαν ένα τεράστιο βιολογικό φίλτρο, απορροφώντας ρύπους από τη μια, προστατεύοντας τη λίμνη από την άλλη, και δημιουργώντας, ταυτόχρονα, τροφή για χιλιάδες πουλιά. Τα (δ)ιβάρια ‘’λειτουργούν’’ με τους φυσικούς νόμους της παλίρροιας και της άμπωτης. Αυτή η διεργασία, έχει σαν αποτέλεσμα να τονώνεται η παραγωγή, και το ‘’προϊόν’’, (δόλωμα) να είναι πεντακάθαρο. Έτσι προσελκύονται ψάρια από το Ιόνιο, οδηγούνται, στην ελεγχόμενη πορεία τους, από τους ατέλειωτους φράχτες και τις καλαμωτές, μπαίνουν στα ιβάρια (φυσικά ιχθυοτροφεία) για να βρουν τροφή, παχαίνουν, νοστιμίζουν….και παγιδεύονται σε ειδικούς χώρους. Μετά, πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος, οι ψαράδες του αλιευτικού συνεταιρισμού πιάνουν δουλειά, πλουτίζουν το τραπέζι τους, την κεντρική ψαραγορά και τα γεύματά μας, με πλούσια αλιεύματα. Από όλα τα ψάρια της λιμνοθάλασσας, από αρχές Αυγούστου μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου, ξεχωριστή θέση στο εισόδημα των ψαράδων, και στα ορεκτικά υψηλής γαστρονομίας, αποτελούν οι ‘’μπάφες’’, ο θηλυκός κέφαλος, απ’ όπου βγαίνει το διάσημο στο εξωτερικό, αβγοτάραχο Μεσολογγίου. Μεγάλο μέρος της φήμης, αυτής της εκλεκτής λιχουδιάς, προέρχεται από την πικάντικη γεύση και την φυσική παραγωγή.   

Λίγο βορειότερα από την Κλείσοβα, και την Ιερή Πόλη, στον δρόμο για Αιτωλικό, είναι οι φημισμένες Αλυκές Μεσολογγίου, σπάνια παραγωγικά οικοσυστήματα, που καλύπτουν σχεδόν εντεκάμισι χιλιάδες στρ. Οι ‘’Ελληνικές Αλυκές ΑΕ’’, οριοθετούν τολμηρά ένα παράξενο ολόλευκο τοπίο. Τα παλιά χρόνια όλοι οι απομονωμένοι κάτοικοι των ορεινών χωριών των Αγράφων, των Τζουμέρκων ακόμα και της μακρινής νότιας και βόρειας Πίνδου, έφταναν μέχρις εδώ, οι φτωχότεροι με τα πόδια, άλλοι με ζώα, και οι επαγγελματίες αγωγιάτες με τα δεκάδες μουλάρια τους. Αγόραζαν το πολύτιμο αλάτι, απαραίτητο για το ξεχειμώνιασμα της οικογένειας, την συντήρηση των τροφίμων, και την ανεπτυγμένη εκείνα τα χρόνια κτηνοτροφία και στην συνέχεια επέστρεφαν στη γενέτειρά τους, με στάση και διανυκτέρευση σε χάνια που ήταν στους δρόμους, αλλά και στις ορεινές διαβάσεις. Κόπος και ιδρώτας…για ένα σακί αλάτι, τότε, που τα αγαθά ήταν μετρημένα και πολύτιμα, τότε, που η απόκτησή τους, προϋπέθετε ηρωικές προσπάθειες, και ξεπέρασμα κάθε είδους αντιξοοτήτων. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής έχει εκμηχανισθεί (με χειρονακτική εργασία βγαίνει στη δημοτική αλυκή) και η εταιρεία, καλύπτει το 50% της πανελλήνιας παραγωγής, που ανέρχεται σε εκατόν είκοσι χιλιάδες τόνους το χρόνο.

Πιο κάτω, (8ο χλμ Μεσολογγίου – Αιτωλικού), υπάρχει το αξιόλογο Κέντρο Πληροφόρησης Υγροβιότοπων, απ’ όπου μπορείτε να πάρετε πληροφορίες, χάρτες και φυλλάδια, για την πανίδα και τη χλωρίδα του οικοσυστήματος των λιμνοθαλασσών. Στα σχέδια, παράλληλα με τις δραστηριότητες αυτές, περιλαμβάνεται η απόκτηση πλοιαρίων, με τα οποία, γίνεται η γνωριμία και η ξενάγηση των επισκεπτών και μαθητών, στις λιμνοθάλασσες. 

Στο Αιτωλικό φτάνετε, περνώντας πάνω από το πολύτοξο ομώνυμο γεφύρι του, έργο των κουδαραίων από τα μαστοροχώρια της Κόνιτσας. Και εδώ τα περίφημα ‘’μπουλούκια’’, έφτιαξαν εκκλησίες, καπναποθήκες, και αρχοντικά. Από εδώ ξεκινούν, ωραίες, απόμερες διαδρομές, που σας φέρνουν σε επαφή με το υγρό στοιχείο, το πλουσιότατο φυσικό περιβάλλον, και τον ποταμό Αχελώο, που πλέον, κυλάει τα τελευταία από τα 213 χλμ, ταπεινωμένος, σε τσιμεντένιο αυλάκι.

Προς Νεοχώρι, απ’ όπου η δστ για την λουρονησίδα ‘’Λούρος’’ (3,5 χλμ) σας φέρνει (αριστερά) στην ‘’παραλία’’ (6χλμ). Από το Λούρο, η εναλλακτική διαδρομή, (δεξιά) σας φέρνει σε 10 χλμ στις εκβολές Αχελώου, (με πολλές δστ είναι αλήθεια – να έχετε χάρτη) από την μεριά του όρμου της Οξειάς. Από την ‘’εξωτερική διαδρομή’’, την ‘’παράκτια’’ φτάνετε στο ‘’τέλος’’, στον Ναό των Ταξιαρχών, που φημίζεται για το ξυλόγλυπτο τέμπλο, του 18ου αι. Πίσω από το ιερό όμως, είναι η έκπληξη για τον ανυποψίαστο επισκέπτη. Το μνήμα της Βασιλικής Κονταξή, πιο γνωστής σαν ‘’κυρά – Βασιλική’’, της ευνοούμενης του Αλή Πασά των Ιωαννίνων που έφυγε εδώ, στο Μεσολόγγι. Απέναντι, φαίνονται οι δεκάδες νησίδες, και τα ιχθυοτροφεία, της λιμνοθάλασσας Θολή επιβάλλοντας τη, πανέμορφη έτσι κι’ αλλιώς, παρουσία του υγρού στοιχείου. 

Άλλη διαδρομή, από το Νεοχώρι (δεξιά), περνάει τη γέφυρα προς Κατοχή – Αστακό - Λεσίνι, ή την περιοχή Τρικαδόκαστρο με το αρχαίο θέατρο Οινιάδων, ένα ακόμη κέντρο πολιτισμού για τη Δυτική Ελλάδα, φτάνοντας στο Διόνι, στον ομώνυμο όρμο, δίπλα από τις εκβολές του Αχελώου. Απέναντι φαίνονται οι νότιες Οινιάδες νήσοι.

Στο πληγωμένο, από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, δάσος,‘’Μνημείο της Φύσης’’, του Φράξου ή Φραξιά στο Λεσίνι, και στις αμμοθίνες της λιμνοθάλασσας, παρά την ανεξέλεγκτη υλοτομία, καταφέρνουν ακόμη, να παρέχουν φωλεά σε πολλά είδη πουλιών, σε υψηλούς αριθμούς. Φαλαρίδες, καλαμοκανάδες, κυνηγόπαπιες, μπεκατσίνια, αργυροπελεκάνοι, λευκοπελαργοί, και αρπακτικά πουλιά. Όρνια, και θαλασσαετοί, σπάνια είδη για την Ευρώπη, εδώ συναντιούνται σε μεγάλους αριθμούς.

Βορειοδυτικά, του Μεσολογγίου, επί της ‘’εθνικής οδού’’, βρίσκεται η δστ. προς Νέα Πλευρώνα, το ‘’κάστρο της κυρά Ρήνης’’ των ντόπιων, μια από τις σπουδαιότερες πόλεις – συμμάχους της Αιτωλικής Συμπολιτείας7, που μαζί με την αρχαία Καλυδώνα,στο Ευηνοχώρι, και την Αλίκυρνα, στον Άγιο Θωμά Μεσολογγίου, θα έλεγε κανείς, ότι ‘’κυκλώνουν’’ την περιοχή. Η αρχαία πόλη είναι κτισμένη ψηλά στον Αράκυνθο, (υπάρχει πινακίδα της αρχαιολογικής) λίγο πριν το Αιτωλικό δεξιά, όπως έρχεστε από Μεσολόγγι. Είναι επισκέψιμη, και στον χώρο σώζεται η μοναδική  οχύρωσή της, με μεγάλο τμήμα των τειχών, και δεκάδες πύργους, το θέατρο, η μεγάλη υδατοδεξαμενή, και η αγορά της. Για την πόλη αυτή, έχουν γίνει μεγαλεπήβολα σχέδια ανάδειξής της.

Από εδώ, η θέα του Μεσολογγίου, και της ευρύτερης περιοχής των αλυκών και των λιμνοθαλασσών στο βάθος, είναι εξαίσια. Καθ’ οδό προς το Αγρίνιο, προτείνεται η στάση στο Φαράγγι της Κλεισούρας – υπάρχει και αναψυκτήριο – στην Ζωοδόχο Πηγή, σε ένα ολόδροσο σκιερό περιβάλλον κατάλληλο για ξεκούραση και ανασύνταξη. Ο Σπυρίδων Τρικούπης αναφέρει στην ιστορία του, ότι στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου η πόλη σώθηκε, από κάποιον Ηπειρώτη, από τα Γιάννινα μάλιστα, και δίνει την πληροφορία ότι αυτός ο σωτήρας έγινε8 κατόπιν καλόγερος, σ’ ένα ξωκλήσι που βρίσκεται στην είσοδο της Κλεισούρας. Αυτό το ξωκλήσι, είναι το σημερινό μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής, που είναι αφιερωμένο στην Αγία Ελεούσα.

Μια παράξενη διαδρομή, που δεν μοιάζει με ο,τιδήποτε έχετε κάνει ως τώρα, ξεκινά σχεδόν πάνω απ’ τη γέφυρα Ευηνοχωρίου, εννέα χλμ από Μεσολόγγι, και, ακολουθώντας τα τελευταία από τα 92 χλμ του Εύηνου ποταμού, φτάνει ως τη θάλασσα, στην ‘’Μπούκα’’ των ντόπιων. Οι χάρτες αναφέρουν ‘’Βαμβακούλα’’, αλλά δεν υπάρχουν πινακίδες για να επιβεβαιωθεί, παρά μόνο ένα υπερυψωμένο ανάχωμα, μια χωμάτινη ευθεία έντεκα χλμ. 

Τα πλατάνια, οι λόχμες και οι καλαμιές, καλύπτουν όλο τον τόπο αριστερά σας εκεί που κυλάει ο ποταμός, κρύβοντας στα σίγουρα, φωλιές άγριων πουλιών. Δεξιά κάποιες μικρές περιποιημένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, διαφοροποιούν το τοπίο που όσο πάει απογυμνώνεται. Τα τελευταία μέτρα αυτής της πανέμορφης διαδρομής θα σας λαχταρίσουν, αφού δεν υπάρχει τίποτα, και ταυτόχρονα υπάρχουν τα πάντα. Ανάλογα πως θα ‘’σας πάρει’’ η μυστηριώδης ατμόσφαιρα. Η περιοχή δεν έχει παρά μόνο, απέραντες ευθείες, απροσμέτρητες εκτάσεις, βάλτους (οδηγείτε στο ‘’πατημένο’’), και αλυκές με πολλά βούρλα και αρμυρίκια. Στο βάθος, δύο ξύλινες μεγάλες πασσαλόπηκτες καλύβες, προσθέτουν έμπνευση στον χρωστήρα του ζωγράφου, και άλλον αέρα στην εξερεύνηση. Λες, υπάρχει ζωή, όμως φευ…το παντέρημο μεταφυσικό τοπίο, ισορροπεί, μόνο και μόνο, επειδή πριν έχετε δει την λιμνοθάλασσα, και οι απέραντες ευθείες είναι κάτι συνηθισμένο στην οπτική σας, αλλιώς…….

Το Μεσολόγγι, αναδεικνύεται μέσα από μια μυθική, σκοτεινή και συνάμα γαλήνια, αχλύ, που συχνά τυλίγει την πόλη. Σίγουρα είναι θαλασσινή πολιτεία, όλη του η ιστορία άλλωστε αξιολογείται, από το θαλασσινό στοιχείο. Έτσι είναι και οι κάτοικοι. Πιο πολύ θαλασσινοί. Δίπλα όμως υψώνονται χαμηλοί, ήπιοι λόφοι, και βουνά. Ο Αράκυνθος, και η Βαράσοβα, μοιάζουν να προφυλάσσουν το θαλασσινό Μεσολόγγι, από τα χούγια και τις συνήθειες των ορεινών. 

Έτσι η Ιερά Πόλη, μέσα στη μοναξιά του μύθου της και της διαμορφωμένης εδώ και χρόνια κουλτούρας, αποπνέει διαφορετικό αέρα, ομολογώντας, σ’ αυτούς που ακούν, τη διαφορετικότητά της από τις άλλες παραθαλάσσιες πόλεις.

Σημειώσεις:

(1)  Όταν βρέθηκε στο δίλημμα να πεθάνει ή να παραδοθεί, προτίμησε το δεύτερο, υπερβαίνοντας τον ηρωισμό, κατακτώντας ταυτόχρονα το ανώτερο ιδανικό, την Ελευθερία. Ακολουθούν δεκάδες δημοτικά τραγούδια, που περιγράφουν την ζωή ‘’μέσα στο φράχτη’’, αλλά και μετά την ηρωική έξοδο. Οι πρώτοι Μεσολογγίτες ποιητές που ύμνησαν τον άθλο ήταν οι: Στασινός ‘’ο Μικρός’’, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Κωστής Παλαμάς. Πολλοί όμως είναι οι ποιητές, (αρκετοί ανώνυμοι) και ακόμα περισσότερα τα ποιήματα που γράφτηκαν με θέμα την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου. Ο Στασινός, του οποίου ο αδελφός σκοτώθηκε στην πρώτη πολιορκία, σύνθεσε μεγάλο ποίημα, πάνω από 100 στίχους. Δημοτικά τραγούδια, αλλά και μοιρολόγια που θρηνούν το Μεσολόγγι, είναι πολλά στις συλλογές του Χασιώτη, Αραβαντινού, Πάσσωβ (‘’CarminaGreca’’), Λελέκου, κ.α.

Στην έντεχνη ποίηση, εκείνος που πλησίασε περισσότερο τη δόξα του Μεσολογγίου, ήταν ο μεγάλος Εθνικός μας ποιητής Δ. Σολωμός,ο ιδρυτής της λεγόμενης Επτανησιακής σχολής, με το ποίημα ‘’Μεσολόγγι’’ ή ‘’Ελεύθεροι Πολιορκημένοι’’ ή ‘’Το Χρέος’’, όπως το ονομάζει ο ίδιος. Επίσης ο Γ. Ζαλοκώστας που βραβεύθηκε ιδιοχείρως, από τον βασιλιά Όθωνα, το Μάιο του 1851, για το ποίημά του ‘’το Μεσολόγγιον’’. Ο Σπ. Τρικούπης, ύμνησε τους αγώνες του Μεσολογγίου με πολλά ποιήματα, όπου ξεχωρίζει, ‘’η Λίμνη του Μεσολογγίου’’. Ο Αλέξ. Πάλλης έπλεξε το εγκώμιο του Μεσολογγίου με το ποίημα ‘’Ο Μεσολογγίτης’’. Ο Συρακιώτης τραγουδιστής ‘’του βουνού και της στάνης’’, Κ. Κρυστάλλης δεν έμεινε ασυγκίνητος, γράφοντας τον ‘’Καλόγερο’’ της Κλεισούρας’’.

Από τους νεότερους, ξεχωρίζει ο μεγάλος μας ποιητής Κ. Παλαμάς, με τις συλλογές του, ‘’Τραγούδια της Πατρίδας μου’’ και ‘’Καημοί της Λιμνοθάλασσας’’. Στο δεύτερο, περιέχεται το ποίημα ‘’Μια παράδοση’’, όπου διαφαίνεται όλη η ιστορία του Μεσολογγίου. Ο επίσης Μεσολογγίτης Μ. Μαλακάσης, με πολλές εμπνεύσεις, και δύο ομότιτλα ποιήματα ‘’Το Μεσολόγγι’’. Τέλος, ο σύγχρονος ποιητής, Σ. Σκίπης, με ποίημα που αναφέρεται στη μεγάλη απόφαση των πολιορκημένων, και την ‘’Ωδή στο Λόρδο Βύρωνα’’. 

(2)  Το είδος της ‘’προστασίας’’ που απολαμβάνει, δεν είναι τόσο ευχάριστο για τους φορολογούμενους, αφού για πολλοστή φορά η χώρα μας θα βρεθεί κατηγορούμενη, και για τη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου, επειδή δεν λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, στον διεθνούς σημασίας βιότοπο. Πρέπει να αναφερθεί, ότι η Διεθνής Σύμβαση Ραμσάρ, έχει περιφρονηθεί στον έσχατο βαθμό από την διοίκηση. Οι υγρότοποι κινδυνεύουν από την έλλειψη διαχειριστικών προγραμμάτων, που θα έθεταν στόχους, αλλά και θα υποδείκνυαν ταυτόχρονα, τις μεθόδους προστασίας τους. Η Ελλάδα δεν έκανε απολύτως τίποτα.  

Οι υπόλοιποι ‘’υπεύθυνοι’’, από τους δημάρχους ή τις ‘’επιτροπές τουρισμού’’ των δήμων, τους Νομάρχες, και όλους τους εμπλεκόμενους, αγνοώντας τις συνέπειες, αρκούνται στις ενέργειες του τύπου: η περιοχή μας προστατεύεται κ.λπ. Ο αρνητικός αντίκτυπος που, ήδη, έχει σχηματίσει η Ε.Ε, ανακοινώνεται κατά καιρούς με βαριά πρόστιμα, και κυρίως, με αναστολή υλοποίησης προτάσεων για χρηματοδότηση έργων που έχουν να κάνουν με δράσεις ανάδειξης και ανάπτυξης, αναγκάζοντας τη διοίκηση, αφού χάνει τους πόρους από την Ε.Ε., να τα ‘’βάζει από τη τσέπη της’’, ενώ θα μπορούσε να τα διοχετεύσει αλλού. 

(3)  Θα αποτελέσει αντικείμενο επόμενης αναφοράς, ‘’Επαρχία Μεσολογγίου 2’’ Αιτωλικό – Δέλτα Αχελώου – Οινιάδες. 

(4)  Το νούμερο 258.000 στρ, εδόθη από τη δικτυακή πύλη ενημέρωσης Αιτωλοακαρνανίας, τον Μάρτιο του 2004, και δεν συμβαδίζει με τις δραματικές αλλαγές που έχουν συντελεσθεί. Σύμφωνα με την απογραφή των Ελληνικών Υγροτόπων του 1994 που έγινε από το Ε.Κ.Β.Υ. και το Μουσείο Γουλανδρή – Φυσικής Ιστορίας οι εκτάσεις ήταν οι ακόλουθες: Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού (Λ/Θ) 26.000 στρ, Λ/Θ Μεσολογγίου 100.000 στρ, Λ/Θ Κλείσοβας 30.000 στρ, Εκβολές Ευήνου 2.500 στρ, Δέλτα Αχελώου 66.500 στρ σύνολο 225.000 (1994). Το 1996 στην αξιόλογη έκδοση της Εμπορικής Τράπεζας, ‘’Ελληνικοί Υγρότοποι’’, που έγινε πάλι από το Μουσείο Γουλανδρή, και το Ε.Κ.Β.Υ, διαβάζουμε ότι η έκταση ’’ξεπερνά τα 220.000 στρ’’ ενώ μόνο η Λ/Θ Μεσολογγίου – Αιτωλικού έχει ‘’έκταση 140.000 στρ’’.

Ο φορέας διαχείρισης των λιμνοθαλασσών, με έδρα το Μεσολόγγι, το 2004 δηλώνει ότι, ‘’η έκταση των Λ/Θ Μεσολογγίου – Αιτωλικού είναι 150.000 στρ’’. Το μόνο βέβαιο, για να δικαιολογήσουμε τα διαφορετικά νούμερα στις εκτάσεις, είναι αυτό που γνωρίζουμε ήδη. Η Δεκαετία που πέρασε ήταν καταστροφική, και ουσιαστικά ο άνθρωπος περιόρισε την έκταση, με αποξηράνσεις, μπαζώματα, επιχώσεις (για τη δημιουργία καλλιεργήσιμης γης, αφού η υπεραλίευση έχει αρχίσει να δείχνει τα δόντια της – μείωση της παραγωγής – φυγή των νέων), αυθαίρετη δόμηση, καταπατήσεις, χωματερές, σκουπιδότοποι κ.λ.π. Η μόνη εξήγηση που φαντάζει, (προς το παρόν δεν είναι), λογική, είναι ότι ετοιμάζονται, να γίνουν αγρότες! αφού το φράγμα Μεσοχώρας, έτσι και αλλιώς θα μειώσει, (τότε θα είναι λογικό), την παροχή νερού προς τις λιμνοθάλασσες. Αλλά το φράγμα δεν έχει κλείσει ακόμα, οπότε προς τι η ανάπτυξη των καλλιεργειών εις βάρος του υγρότοπου; Προετοιμάζονται άραγε;

(5)  Η λίμνη Βεγορίτιδα ήταν, η βαθύτερη στην Ελλάδα, με μέγιστο βάθος 75 μ. και η τρίτη σε μέγεθος με 72,5 τ.χ. Η ΔΕΗ λεηλάτησε τον υδροφόρο ορίζοντα (όπως όταν θα ‘’κλείσει’’ το φράγμα Μεσοχώρας, στην περίπτωσή μας). Τότε λοιπόν ‘’δώρισαν’’, (μέσω του Υπ. Οικονομικών), στρέμματα για καλλιέργεια, (στην περίπτωση του Μεσολογγίου δεν δωρίζουν, αλλά μπαζώνουν και πουλάνε). Αυτά τα στρέμματα όμως ….για να αποδώσουν, θέλαν και ….πότισμα. Όσο λοιπόν, πότιζαν, τόσο μίκραινε η λίμνη, όσο μεγάλωναν οι καλλιέργειες, τόσο μειωνόταν το μέγεθος της. Τελικά από 3,5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερό έμειναν τα 500 εκατομμύρια κυβικά.

(6)  Η προσαρμογή αυτή θα περιλαμβάνει πλήρη συντήρηση του κτίσματος και του παραδοσιακού φάρου, εκθεσιακό χώρο, που θα αναφέρεται στην ιστορικότητα της θέσης, σε σχέση με την πολιορκία του Μεσολογγίου, στη σημασία και λειτουργία του φάρου, στο ιδιαίτερο περιβάλλον των νησίδων, στο μέτωπο της λιμνοθάλασσας, και στην οργάνωση της παραδοσιακής αλιείας (ιβαριών) εκεί. Επίσης, θα διαμορφωθεί ο εξωτερικός χώρος, και θα κατασκευαστεί μικρή ξύλινη προβλήτα προσέγγισης και πρόσδεσης παραδοσιακών!! Σκαφών.

(7)  Τα χρόνια της ακμής της Αιτωλικής συμπολιτείας αρχίζουν μετά το 279 π.Χ., όταν αυτοί κυρίως ήταν, που απέκρουαν τους Γαλάτες επιδρομείς στις Θερμοπύλες και τελικά στους Δελφούς όπου και τους σύντριψαν. Τα μέχρι το 220 π.Χ. χρόνια είναι τα καλύτερα της Συμπολιτείας αφού έχει αναπτύξει καλές σχέσεις τόσο με τους Ηπειρώτες, όσο και με τους Μακεδόνες του βασιλιά Αντίγονου Γονατά. Το τέλος, έρχεται μετά από πολέμους και καταστροφές, το 189 π.Χ, με την σύναψη της Αιτωλορωμαϊκής συνθήκης ειρήνης, πράξη τέλους για τη Συμπολιτεία.

(8) Στην πρώτη πολιορκία το 1822, ο Ομέρ Βρυώνης έκανε ένα ‘’κόλπο’’, αφού έβλεπε ό,τι δεν μπορούσε να κατακτήσει το Μεσολόγγι. Πήρε όλο του το στρατό και έφυγε, με την σκέψη να ξαναγυρίσει, παραμονές Χριστουγέννων, όταν όλοι θα ήταν στις εκκλησιές. Ίσως να το είχε καταφέρει, αν δεν υπήρχε ο καλόγερος της Κλεισούρας, που άκουσε τον στρατό να έρχεται, και έτρεξε στη πόλη, ειδοποίησε τους Μεσολογγίτες και έτσι γλίτωσαν. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 26310

ΔΙΑΜΟΝΗ: ‘’Θεοξένια’’ 28098 στο δρόμο για Τουρλίδα, ‘’Liberty’’ 28050, ‘’Αγάπη’’ 28801, ‘’Αύρα’’22284, ‘’Ηλιοβασίλεμα’’ 25360.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην παραλία του Κρυονερίου ελεύθερο. Φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Δοκιμάστε αυγοτάραχο ή πάρτε για το σπίτι. Φτιάχνεται από τα αυγά του θηλυκού κέφαλου, ο ‘’Μπάφος’’ των ντόπιων. Τα εστιατόρια και οι ψησταριές ειδικεύονται στα ψαρικά, κέφαλοι, χέλια και λοιπά φρέσκα προϊόντα της λιμνοθάλασσας. Στη ρομαντική Τουρλίδα ‘’το ηλιοβασίλεμα’’. Με το ουζάκι, στην πλατεία πρωθυπουργών, δοκιμάστε γαριδούλες. ‘’Καρβέλης’’ 51532, ‘’Μαρόκια’’ 26832, ‘’Τα Ρεμπάκια’’ στο Αιτωλικό 2632023588, 23377.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Νομαρχία Μεσολογγίου 59602, www.aitoloakarnania.gr Δήμος Μεσολογγίου 55120, 55128, Α’ Βοήθειες 26331, Αστυνομία 22222, Τροχαία 23117, Τουριστική Αστυνομία 27220, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ: Κατσαρός Οδυσσέας, συνοικία Ανατολικά Αλίπεδα, 28467, Μαντέλος Γιώργος, Ναυπάκτου 41, 25058, Ζοχιός Σωτήριος, Κατσή 2, 25575, Μανθάτης Νίκος, Πολυτεχνείου 3, 22312.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.29dytika.gr/main/travel/mesologi.htm www.29dytika.gr/main/nav/history/oikosysthmata.htm www.ornithologiki.gr Η πόλη είναι επίπεδη. Μια καλή πρόταση για άλλου είδους γνωριμία είναι αυτή του ποδηλάτου. Νοικιάζουν παντού. Ο Κήπος των Ηρώων είναι ανοιχτός μέχρι τις 18:00. Μουσεία: Πινακοθήκη – Ιστορίας της Ιεράς Πόλης 22134, Λαογραφικό 22134, Τρικούπη 26283, Κωστή Παλαμά 51767, Κέντρο ενημέρωσης υγροτόπων Μεσολογγίου – Αιτωλικού 8 χλμ από το Μεσολόγγι προς Αιτωλικό 2632022110.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Ιερά Πόλη όλη όλες οι μάρκες, στα περίχωρα στο Ευηνοχώρι, και από την μεριά του Αιτωλικού στο Νεοχώρι και τη Κατοχή.

ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική εργασία ακριβείας, με αποτέλεσμα, τον Χάρτη ‘’Αιτωλία’’, από την ΑΝΑΒΑΣΗ, σε κλίμακα 1:100.000, θα τον βρείτε στην Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152.

ΒΙΒΛΙΑ: Αιτωλοακαρνανία: Τόποι – Μνημεία – Ιστορία, Αγρίνιο 1995, Νότια Αιτωλία – το οδικό Δίκτυο ως τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, Αθήνα 1993, ‘’Γνωρίστε το Μεσολόγγι’’ της Ακακίας Κορδόση, εκδόσεις Ασημακόπουλος 1999 Μεσολόγγι.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ – ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ  αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Αλεξανδροπούλου Σ. / Νότια Αιτωλία – το οδικό Δίκτυο /  Αθήνα 1993
  • Γιώργος Σφήκας – Γρηγόρης Τσούνης / Οικοτουριστικός Οδηγός Ελλάδας / Γ.Γ.Ν.Ε. – Ε.Ε.Π.Φ. Αθήνα 1993
  • Αιτωλοακαρνανία / Τόποι – Μνημεία – Ιστορία / έκδοση Ιστορικής – Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Στερεάς Ελλάδας / Αγρίνιο 1995
  • Απογραφή Ελληνικών Υγροτόπων / εκδότης ΕΚΒΥ – Μουσείο Γουλανδρή / Θεσσαλονίκη Ιούνιος 1994
  • Ελληνικοί Υγρότοποι / Μουσείο Γουλανδρή – ΕΚΒΥ / εκδότης Εμπορική Τράπεζα Αθήνα 1996
  • Ακακία Κορδόση / Γνωρίστε το Μεσολόγγι / εκδόσεις Ασημακόπουλος / Μεσολόγγι 1999
  • Κωσταντίνου Παπαδόπουλου / Τουριστικός Οδηγός Αρχαίας Πλευρώνας / εκδόσεις ΑΛΦΑ / Αθήνα 2001
  • Λύντια Τρίχα / Ο γνωστός και ο άγνωστος Χαρίλαος Τρικούπης / Εκδόσεις Καπόν / Αθήνα 2002

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Παναγιώτης Κρήτας / Το επαναστατημένο Μεσολόγγι στην Ποίηση / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία Τ125 / Αθήνα 1953
  • Μεσολόγγι / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 24/4/94
  • Τάκη Ντάσιου / Μάζωξη στην Βαράσοβα / περιοδικό Κορφές / Τ115 Σεπτ – Οκτ. 1995
  • Κώστας Παπανδρέου / Με τη Γαΐτα / περιοδικό Ταξιδεύοντας (το μικρό) / 4 Τροχοί Νοέμβριος 1996
  • Ρούλα Χάιδου – Άγγελος Ρασιάς / Μεσολόγγι / περιοδικό Cosmos / Τ21 Απρίλιος – Μάιος 1997
  • Μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 27/9/98
  • Γιώργος Ζαρκαδάκης – Γιάννης Σμαραγδής / Μεσολόγγι / περιοδικό Γαιόραμα / Τ34 Νοέμ – Δεκ.1999
  • Ιωάννα Σωτήρχου – Σπύρος Τσακίρης / Γεύση από Αλάτι / περιοδικό ΓΕΩ / Τ1 Απρίλιος 2000
  • Ντίνα Μπατζιά – Διονύσης Μοσχονάς / Αυγο-ταραχή Ουρανίσκου / περιοδικό ΓΕΩ / Τ88 Δεκέμβριος 2001
  • Μίρκα Παλιούρα / Ευγένιος Ντελακρουά / περιοδικό Γαιόραμα / Τ48 Μάρτιος – Απρίλιος 2002
  • Θάλεια Αργείτη – Μιχάλης Κωσταρής / Μνήμες Ιστορίας / περιοδικό ΓΕΩ / Τ161 Μάιος 2003
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Ο αγιασμός των υδάτων / περιοδικό ΓΕΩ / Τ163 Μάιος 2003
  • Διονύσης & Σπυρογεράσιμος Δημητράτος / Μεσολόγγι / περιοδικό Κορφές / Τ164 Νοέμ – Δεκ 2003

Για τις κάθε είδους καταστροφές στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου – Αιτωλικού διαβάστε αναλυτικά , στο περιοδικό ‘’Νέα Οικολογία’’ Ιούνιος ’96 / Το δάσος Φραξιά κινδυνεύει, Οκτώβριος – Νοέμβριος ’99 / Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού, Ιούνιος ’00 / Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού, του Μεσολογγίτη Ιωάννη Λεονάρδου και τα δύο.

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ενεπεκίδη Π. / Στο πένθιμο Μεσολόγγι του 1824 / Εφημ Καθημερινή 12/9/1999
  • Αλέξανδρος – Πηνελόπη Τσαντούλα / Στις εκβολές του Αχελώου / ένθετο Νο 10 2003 στην εφημερίδα Ημερησία.
  • Ντίνος Κιούσης / Mezzolaghi / Εφημ Καθημερινή 12/5/02

Για τις παντοειδείς καταστροφές στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου – Αιτωλικού διαβάστε αναλυτικά, στις εφημερίδες, ‘’Καθημερινή’’ 18/9/99 άρθρο της Έφης Χατζηιωαννίδου / ‘’Βαριανασαίνει η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού’’, και ‘’Καθημερινή’’ 8/10/00, άρθρο των, Γιάννη Μακρή – Ελένης Ντινιά – Μπουντάλη / ‘’Έγκλημα στη λιμνοθάλασσα’’, επίσης, το ‘’Βήμα της Κυριακής’’ 21/1/01 άρθρο της, Παναγιώτας Μπίτσικα / ‘’το Υδρόθειο πνίγει το Αιτωλικό’’, και το ‘’Βήμα της Κυριακής’’ 29/9/02 άρθρο των, Παναγιώτας Μπίτσικα – Μάχης Τράτσα / ‘’Καταστρέφεται η λιμνοθάλασσα’’, για την παραπομπή στο ευρωδικαστήριο, δείτε την ‘’Καθημερινή’’ 30/1/04 άρθρο – ανταπόκριση από Βρυξέλες, του Κωνσταντίνου Καλλέργη.

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (4039 λέξεις)

ΓΡΕΒΕΝΑ – ΑΓ. ΚΟΣΜΑΣ – ΚΑΛΛΟΝΗ (1ο άρθρο από 2)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Στα Μαστοροχώρια των Γρεβενών

Εκεί που οι απολήξεις του Βοίου, συναντούν το δυτικό τμήμα του νομού Γρεβενών, πλησιάζοντας προς το όριο με τον νομό Κοζάνης, βρίσκονται φωλιασμένα, τα σχεδόν άγνωστα Μαστοροχώρια του Βοΐου

Οι περισσότεροι ταξιδιώτες στο άκουσμα τους, νομίζουν ότι πρόκειται περί λάθους, αφού η μνήμη τους οδηγεί, προς τα ομώνυμα χωριά της Ηπείρου. Ολόκληρη η περιοχή αποτελεί ξάφνιασμα για τον επισκέπτη. Όμως αυτές οι εκπλήξεις είναι, που κάνουν τα Γρεβενά, και την ευρύτερη ορεινή περιοχή της Βόρειας Πίνδου, αγαπητή στους περιηγητές, που συνεχώς ανακαλύπτουν νέα τμήματα, συναρπαστικές διαδρομές, μιας άγνωστης Ελληνικής ενδοχώρας.

Στις αρχές του 19ου αι. στα χωριά του νοτιοανατολικού τμήματος του Βοίου, οι χτίστες, που μέχρι τότε εξυπηρετούσαν τοπικές ανάγκες ανοικοδόμησης, συγκρότησαν τα πρώτα μπουλούκια – ισνάφια μαστόρων με διάφορες, εξειδικευμένες κατά περίπτωση ειδικότητες, όπως θα δούμε πιο κάτω, που μετακινούνταν σε διάφορες περιοχές. Χρησιμοποιώντας την πέτρα που αφθονούσε στα βουνά της Πίνδου, ύψωσαν σπίτια, εκκλησίες, και λαμπρά δημόσια κτήρια. Για τα δυτικότερα χωριά, Δασύλλιο, Τρίκορφο, Καλλονή, Άγιο Κοσμά, όπου τα φτωχά εδάφη δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν το σιτάρι, και οι ρεματιές δεν ευνοούσαν την κτηνοτροφία, η μαστορική, ήταν και για αυτούς, η μόνη διέξοδος επιβίωσης. Οι οικοδομικές συντεχνίες που δημιουργήθηκαν εκείνη την εποχή, έδωσαν ώθηση στην οικονομία και τον πολιτισμό ολοκλήρου του τόπου. 

Χαρακτηριστικά της τέχνης τους, είναι τα μεγάλα τετράγωνα σπίτια που, πληθωρικά, τα συναντάτε σε όλη την περιοχή. Οι έως τότε άσημοι αγρότες έμελλε να επιδοθούν με μεγάλη επιτυχία στην οικοδομική, έγιναν ξακουστοί ως τεχνίτες της πέτρας, και τα χωριά που κατοικούσαν, πέρασαν στην ιστορία σαν Μαστοροχώρια.

Δύο, από τις τρεις κύριες εισόδους για να φτάσετε στα μαστοροχώρια, είναι πάνω στην Εθνική οδό που συνδέει, την Κόνιτσα με τα Γρεβενά περνώντας μέσα από εκπληκτικά τοπία, διασχίζοντας μεγάλα δάση πάνω στις κυματιστές ράχες του Βοίου. Ο Πεντάλοφος, και βορειότερα το Τσοτύλι, τα δύο παλιά ιστορικά κεφαλοχώρια, είναι οι είσοδοι στον ορεινό χώρο, αποτελώντας ταυτόχρονα τα κέντρα που παλιότερα είχαν τις μεγαλύτερες σχέσεις, και συναλλαγές με τα μαστοροχώρια. 

Η ‘’κλασσική’’ όμως διαδρομή φεύγει από την πόλη των Γρεβενών, ακολουθώντας τον δρόμο προς τα χωριά Οροπέδιο, Λείψι, Εκκλησιές χαρακτηριστικούς οικισμούς με πολλά πέτρινα σπίτια. Πιο μακρινή, αλλά πολύ πιο γραφική είναι η διαδρομή που προσεγγίζει τα χωριά από το Μεγάλο Σειρήνι, προς τις Αμυγδαλιές και τα Αηδόνια1. Εκεί, ο δρόμος διακλαδώνεται, και εσείς πάτε αριστερά προς Κυδωνιές, Αγ. Κοσμά, Κυπαρίσσι, Τρίκορφο, Καλλονή στην ενδοχώρα του Βοίου στα βόρεια ‘’σύνορα’’ του νομού.  Τα προαναφερθέντα φροντισμένα χωριά μαζί με το Δασύλλιο, Καλλονή, Εκκλησιές, Λείψι, Δασάκι, Κριθαράκια, Κληματάκι, Κριμίνι, Δίλοφο, αποτελούν μια ενιαία ενότητα με ίδια ήθη και έθιμα αλλά κυρίως ασχολίες, με άφθονα δείγματα της μαστορικής τέχνης του Βοίου. 

Οι κάτοικοι των πρώτων οικισμών μοίραζαν με κόπο το ενδιαφέρον τους, ανάμεσα στην γεωργία και την κτηνοτροφία. Αν η γεωργία ήταν περιορισμένη, εξ’ αιτίας του ορεινού εδάφους, δεν συνέβαινε το ίδιο με την κτηνοτροφία, που αναπτύχθηκε σημαντικά, όταν τον 18 αι. οι οικισμοί μεγάλωσαν, και έγιναν κεφαλοχώρια. Αρκετοί τσελιγκάδες έγιναν πολλοί πλούσιοι, από τα τυριά και κυρίως το μαλλί. Είναι γνωστό, ότι τον 17ο - 18ο αι. τα Γρεβενιώτικα καραβάνια διέσχιζαν τα χιονισμένα βουνά για να μεταφέρουν στην Ευρώπη τα πλεονάσματα σε μαλλί, δέρματα, και υφαντά.

Τότε άνθισε και το επάγγελμα των κυρατζήδων. Αυτοί ταξίδευαν τέσσερις φορές το χρόνο από τα χωριά τους στην Πόλη, και αλλού, μεταφέροντας εκτός των εμπορευμάτων, γράμματα, και χρήματα με το σύστημα της ‘’πόλτσας’’2. Το εμπόριο μαλλιών, γινόταν στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, τόσο από ξένους αντιπροσώπους, όσο και από Έλληνες. Τα μαλλιά συγκεντρώνονταν στη Θεσσαλονίκη και από εκεί μετακομίζονταν, με καραβάνια, προς της χώρες της Ευρώπης, και με πλοία κυρίως προς τη Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία.

Η επανάσταση του Διονυσίου Σκυλόσοφου, το 1611, είχε σαν αποτέλεσμα, φοβερούς διωγμούς Ηπειρωτών από τους Τουρκαλβανούς. Το κύμα μετακίνησης που έγινε από την Ήπειρο, προς τα ανατολικά σε όλη τη διάρκεια του 17ου έως τον 18ο Αι, (με τα Ορλωφικά εγκαταστάθηκαν και Πελοποννήσιοι) ενίσχυσε σημαντικά τον πληθυσμό, που στρέφεται στα επαγγέλματα που συνδέονται με την οικοδομική. Στις αρχές του 20ουαι, ο πληθυσμός τονώθηκε ακόμη μια φορά από τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Οι νέοι κάτοικοι έφεραν μαζί τους νεωτερισμούς, γνώσεις, και με την εμπειρία τους ανανέωσαν τις καλλιεργητικές μεθόδους που εφαρμόζονταν χρόνια στην περιοχή. Η παραγωγή αυξήθηκε και τα χωριά μεγάλωναν. Από κει και μετά, ασκούσαν παραδοσιακά το επάγγελμα του κτίστη δημιουργώντας, και αυτοί, όπως και οι Ηπειρώτες, οργανωμένα περιπλανώμενα μαστορικά μπουλούκια, τα περίφημα ισνάφια των κουδαραίων ή καλφάδων. 

Το κάθε ισνάφι αποτελούνταν από κτίστες, μαραγκούς, πελεκάνους, ξυλογλύπτες, μαρμαρογλύπτες, ζωγράφους, τσιράκια. Με τον καταμερισμό της δουλειάς, γινόταν το έργο γρήγορα και συντονισμένα από τον αρχηγό του ισναφιού, το πρωτομάστορα. Η περιοχή του Βοίου, είναι η σημαντικότερη κοιτίδα μαστόρων της Μακεδονίας, και οι κτίστες αυτοί, όπως και οι Ηπειρώτες, ξενιτευόταν χρόνια ολόκληρα στις μεγάλες πολιτείες της Ανατολικής Ρωμυλίας, της Μικράς Ασίας, την Ανατολή όπως την έλεγαν, φτάνοντας στα πέρατα της Καππαδοκίας. Πέρασαν τον Τίγρη και τον Ευφράτη, κι έφτασαν πέρα από την Τεχεράνη, βαθιά στην Περσία, ανεγείροντας όλων των ειδών τα κτήρια, δημόσια και ιδιωτικά, σπίτια, εκκλησίες και γεφύρια. Αργότερα με την τέχνη τους κατέκτησαν την Αμερική, τον Καναδά, και την απόμακρη Αυστραλία. 

Τις βαλκανικές χώρες τις θεωρούσαν γειτονικές, Σερβία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Αυστρία κ.λ.π. Αυτοί όμως που έκτιζαν, στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες ή στην Κωνσταντινούπολη και το Άγιο Όρος είδαν και υιοθέτησαν νέους τρόπους, νέα σχέδια, νέα θέματα ζωγραφικών παραστάσεων, δηλαδή όλες τις νέες Ευρωπαϊκές τάσεις. Σήμερα, όλα αυτά τα χωριά διασώζουν δεκάδες τέτοια κτίσματα και λεπτομέρειες, π.χ. το τέμπλο του Αγίου Ευσταθίου στο Κριμίνι, με εξαιρετικά λεπτοδουλεμένες ελισσόμενες γιρλάντες, ενώ πολλά από τα έργα τους, έχουν ακόμα τις λιθανάγλυφες χρονολογήσεις του ιδιοκτήτη ή του πρωτομάστορα.

Οι νομάδες κτηνοτρόφοι στο μεταξύ, εξακολουθούσαν στο αέναο πέρασμα του χρόνου, να μετακινούν τα κοπάδια τους από την Θεσσαλία στον ορεινό όγκο της βόρειας Πίνδου από τα αρχέγονα μονοπάτια. Από τα μονοπάτια αυτά,  περνώντας από τη γέφυρα του ποταμού Βενέτικου, κατηφόρισαν τα μπουλούκια των μαστόρων, πηγαίνοντας στις οικοδομές του θεσσαλικού κάμπου.

Από το μεσοπόλεμο, μέχρι τον Β’ Π. Π. η περιοχή άνθησε, και ο πληθυσμός έφτασε στα ανώτερα επίπεδα από ποτέ. Τα ορεινά Γρεβενά ανοικοδομήθηκαν με την εισροή χρημάτων από τους μαστόρους, τα μπουλούκια και τους πρώτους μετανάστες. Η τελευταία αναλαμπή ήρθε μετά την λήξη του πολέμου. Τότε προέκυψε ο εμφύλιος, και τα πάντα κατέρρευσαν. Αργότερα η αστικοποίηση και κυρίως το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα ερήμωσαν κυριολεκτικά την περιοχή. 

Στις μέρες μας, έχοντας πια συνηθίσει να κοιτάμε τα ένδοξα, ξεχασμένα και παραμελημένα ερείπια, όπως τα περισσότερα ορεινά μέρη της χώρας μας, τα πλάνα του περιηγητή γεμίζουν από εγκατάλειψη και η ψυχή από παράξενα συναισθήματα. Τα χωριά, συνεχίζουν να περιμένουν το στοργικό χέρι της πολιτείας για κάποιο έργο, κάποια σπίθα ζωής και ανάπτυξης, ώστε να αποφύγουν τον επερχόμενο θάνατο. Όμως, είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει, όχι τουλάχιστον στην μορφή που οι κάτοικοι περιμένουν και σίγουρα όχι, αυτές τις εποχές της σπάταλης διαχείρισης και των υπερβολικών εργολαβικών χρεώσεων. Πού θα βγει; ίσως το δούμε κι εμείς, η επόμενη γενιά όμως θα το ζήσει σίγουρα. 

Με την καινούργια διοικητική μεταβολή, τα περισσότερα Γρεβενιώτικα Μαστοροχώρια που αναφέραμε, υπάγονται στον Δήμο Αγίου Κοσμά Αιτωλού με έδρα το ηλιόλουστο Μέγαρο, (παλιά Ροδοσίνιστα σε 950 μ. Υ) και έχουν μόλις χίλιους οκτακόσιους κατοίκους. Ο Άγιος Κοσμάς, (παλιό Τσιράκι στα 950 μ Υ) ήταν, μαζί με την Καλλονή, το σπουδαιότερο μαστοροχώρι της περιοχής, με τους κατοίκους του, να διατρέχουν την Ελλάδα φτάνοντας στη Θεσσαλία, τη Ρούμελη και το Μοριά. Ακόμα και σήμερα, τα πετρόχτιστα σπίτια του, αποπνέουν έναν αρχοντικό αέρα, φωτίζοντας με μαεστρία το φόντο της εποχής, πλέκοντας γοητευτικά σενάρια και αναπαριστώντας την καθημερινή ζωή. Πήρε το νεότερο όνομά του από τον Πατροκοσμά που επισκέφθηκε και δίδαξε και σε αυτά τα μέρη. Μάλιστα στο  Μέγαρο περαστικός καθώς ήταν, είπε στους κατοίκους: ‘’Κάμετε υπομονή, γιατί σε λίγα χρόνια θα γίνει ρωμέϊκο, και θα ανάψει μεγάλη πυρκαγιά από την Αυλώνα, προφητεύοντας την απελευθέρωση από τους Τούρκους.

Από τον Άγιο Κοσμά καταγόταν, ο περίφημος λαϊκός αρχιτέκτονας και λιθογλύπτης (έπαιζε και βιολί) Γιώργος Λάζος, (1867 – 1933) περισσότερο γνωστός σαν ‘’κάλφας’’ Βράγγας, τα έργα του οποίου άφησαν εποχή στο Βόιο, στις γύρω περιοχές, και υπάρχουν ακόμα για να τα θαυμάσετε. Θεωρούταν ειδικός στο να κατασκευάζει εικονοστάσια, όμως όλοι οι ‘’απλοί’’ μαστόροι, είχαν εξαιρετικά αναπτυγμένο το καλλιτεχνικό γούστο. Με πολύ μεράκι και επιμέλεια, ωραιοποίησαν το ξύλο ή το μάρμαρο και με ευαισθησία τα έκαναν κομψοτεχνήματα, μικρά αριστουργήματα, που τα βλέπετε στα τέμπλα των εκκλησιών, στα σχολεία και στα καμπαναριά, στα ταβάνια και τα τζάκια, στα σεντούκια και τις ‘’μουσάντρες’’ (επικράτησε το ‘’μεσάντρες’’), ‘’ντουλάπια’’ – ξύλινα ερμάρια, με δύο όψεις που ‘’χώριζαν’’ τα δωμάτια λόγω του μικρού μεγέθους των οικοδομημάτων. 

Ένα ρέμα χωρίζει τον Αγ. Κοσμά από τον οικισμό Εκκλησιές (παλιό Βιβίστι στα 940 μ Υ), όνομα που παραπέμπει στις πολλές εκκλησίες με πιο ενδιαφέρουσες τον Αγ. Αθανάσιο και την Αγ. Παρασκευή. Ο οικισμός δημιουργήθηκε όταν οι κάτοικοι της θέσης "Παλαιοχώρι" μετακινήθηκαν στη σημερινή θέση, μέσα σε δάσος από βελανιδιές, για να προφυλαχθούν από επιθέσεις Τουρκαλβανών. Το 1970 οι κάτοικοι των Εκκλησιών, έφτιαξαν ένα παρακλάδι του οικισμού κοντά στον κεντρικό δρόμο που έρχεται από τα Γρεβενά, και έτσι δημιουργήθηκε η Άνω Εκκλησιά

Στη διαδρομή προς Καλλονή, ακριβώς στην καινούργια γέφυρα πριν το Κυπαρίσσι υπάρχει ένα μικρό ερειπωμένο πέτρινο γεφυράκι κτισμένο πάνω σε έναν μικρό χείμαρρο. Σύμφωνα με την εργασία του Γεωργίου Τσότσου (Μακεδονικά Γεφύρια) ήταν δίτοξο με μεγάλο συγκριτικά πλάτος. Όλες οι μαρτυρίες συγκλίνουν ότι κατασκευάστηκε από τον κάλφα Βράγγα χωρίς να διευκρινίζεται το πότε. Το μόνο που μπορεί ο επισκέπτης του να σκεφθεί, είναι, το τι θρύλοι και παραδόσεις, συνοδεύουν την κάθε πέτρα της λιθοδομής του.

Το Κυπαρίσσι (παλιό Δύσβατο και Μπίσοβο στα 940 μ Υ.), στην συνέχεια της διαδρομής, κατορθώνει ακόμα να συγκρατεί περίπου τριάντα κατοίκους, κυρίως, συνταξιούχους κτηνοτρόφους. Στο καφενείο της κ. Βενετίας, (νύφη από την άλλη μαστορομάνα, τη Κάρπαθο), υπάρχει πιθανότητα να γνωρίσετε τον παλιό αγροφύλακα του τόπου, τον κ. Παπαδόπουλο Τριαντάφυλλο, εβδομήντα ενός ετών σήμερα. Είναι από τους κατάλληλους ανθρώπους για να σας μιλήσει για τα παλιά μεγαλεία. Το χωριό, βρισκόταν κτισμένο στην ίδια θέση και δεν έγιναν ποτέ μεταβολές στον πληθυσμό του. Εδώ, στέκουν ακόμα σε καλή κατάσταση, όμορφα πετρόχτιστα, ψηλά δίπατα, και μεγαλοπρεπή τρίπατα σπίτια, δείγματα των θαυμάτων που έκαναν τους ντόπιους δεξιοτέχνες μάστορες, ξακουστούς. 

Στο Κυπαρίσσι υπάρχουν τρεις θαυμάσιες εκκλησίες. Την πρωτοκαθεδρία όμως στις καρδιές των κατοίκων, κρατάει αυτή του Αγ. Γεωργίου, στην άκρη του χωριού, καμάρι των κατοίκων, που τη διατηρούν σε καλή κατάσταση. Το τέμπλο της είναι ξυλόγλυπτο ενώ το εσωτερικό διαθέτει ενδιαφέρουσες αγιογραφίες. Στο δρόμο, πριν μπείτε στον μεγάλο περίβολο της εκκλησίας, υπάρχει ένα πρόχειρο στέγαστρο που προφυλάσσει; το περίτεχνο εικονοστάσι, με λιθανάγλυφα του αγίου και αποτρεπτικά σύμβολα, παλιά συνήθεια τον μαστόρων της πέτρας στο Βόιο & αλλού. 

Το γλυπτό λιοντάρι, είναι ένα έργο του 1922 του σμιλευτή της πέτρας ‘’κάλφα’’ Βράγγα, που δημιουργήθηκε σε μονοκόμματη πέτρα ύψους δύο μέτρων!. Λένε μάλιστα, πως την μετέφεραν από μακρινή απόσταση με μανέλες, (μακριά ξύλα) τέσσερις άντρες, και χρειάστηκαν τρεις μέρες για τη μεταφορά της. Αν προσέξετε καλύτερα το γλυπτό, θα δείτε τη σχισμή στο στόμα του. Από εκεί έριχναν ‘’τον όβολό τους’’ οι προσκυνητές για το λάδι του καντηλιού, και μέσα από το λαξεμένο ‘’σώμα’’ του λέοντος κατέβαιναν στο παγκάρι, κάτω, χαμηλά, εκεί που είναι η κλειδαριά. Πάνω από το σώμα του λιονταριού υψώνονταν καμάρα, όπου τοποθετούσαν την εικόνα και το καντήλι. Ο ίδιος έκτισε το εικονοστάσι κοντά στη γέφυρα Χρυσαυγής με κεφάλι λιονταριού στην κορυφή. Το κεφάλι εκείνου του γλυπτού έγερνε προς τα πίσω και ‘’άνοιγε’’ χώρο για την εικόνα και το καντήλι. 

Αναφέρεται, ότι στο μέρος που έκανε το αυτό το έργο, τον είχαν συλλάβει ληστές, τον έψαξαν και του πήραν τις δύο λίρες που είχε πάνω του. Όταν όμως αυτός τους είπε ότι αυτές προέρχονται από κατασκευές εικονοστασίων, οι ληστές του άφησαν τα χρήματα, τον υποχρέωσαν όμως, να κτίσει το εικονοστάσι. Στον περίβολο της εκκλησίας υπάρχει ένα αξιόλογο δημόσιο κτίριο, το παλιό σχολείο. Σε αυτή την κατασκευή μπορεί ο επισκέπτης να διακρίνει μια επιτυχημένη μίξη, μνημειακής αρχιτεκτονικής με την παραδοσιακή τέχνη και τα υλικά του τόπου. Μέχρι πριν τον πόλεμο, έφτασε, όπως όλα τα χωριά εδώ πάνω, να έχει εκατόν είκοσι μαθητές, σε δύο ‘’βάρδιες’’, πρωινή και απογευματινή. 

Από το Κυπαρίσσι και πάνω, τα χωριά είναι περισσότερο ορεινά, με μεγάλα δάση βελανιδιάς και βοσκοτόπια, χωρίς γεωργικές εκτάσεις, όμορφα και γραφικά. Αυτό πάντως που επιβάλλεται, και ταυτόχρονα προβληματίζει, άσχετα από την διάθεση ή τα αισθήματα του επισκέπτη, είναι η εγκατάλειψη, που παντού, κάνει αισθητή την παρουσία της. Σπίτια κλειστά, άλλα ερειπωμένα, σκοτεινιασμένα, στα όρια της κατάρρευσης και άλλα αναστηλωμένα και φρεσκοβαμμένα. Στον δρόμο κανείς, εκτός από κάποιους γέροντες και γερόντισσες που κοιτούν από τα παράθυρα, με πείσμα. 

Η Καλλονή (παλιό Λούντζι στα 980 μ Υ), στην σκιά της κορυφής ‘’Ογλάς’’, όπως φανερώνει και το όνομά της, είναι ένα από τα πιο όμορφα, γραφικά και άγνωστα χωριά του νομού. Τα σπίτια είναι ολοπέτρινα, πολλές φορές δίπατα και τρίπατα, χτισμένα παραδοσιακά από τους ντόπιους τεχνίτες, υπάρχει και λαογραφικό μουσείο που δημιούργησε ο δραστήριος Εξωραϊστικός σύλλογος. Τα περισσότερα παλιά καλντερίμια διατηρούνται, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της κοινότητας είναι πνιγμένο στο πράσινο από τις βελανιδιές που την περιτριγυρίζουν. Τα ολάνθιστα ψηλά μπαλκόνια και τα λουλούδια που ξεπετάγονται από παντού δίνουν μια ξεχωριστή ευαισθησία και καθαρότητα στον χώρο. Λες και κάθε πρωί κάποιες νοικοκυρές βγαίνουν και τα ποτίζουν, κόβουν τα ξερά άνθη και τα περιποιούνται. Το ίδιο συμβαίνει και με τις πλακόστρωτες αυλές, λες και ακούγονται ψίθυροι από τα ‘’νέα’’ της γειτονιάς, και κάποιες γυναίκες με το κέντημα στο χέρι ή τις μεγάλες βελόνες για τα πλεκτά, μιλούν για τα περασμένα και τα μελλούμενα. 

Ο στενός δρόμος περνά από την πλατεία με την πετρόχτιστη βρύση και το καφενεδάκι, για τσιπουράκι και κάποιο νόστιμο ντόπιο μεζέ, τουρσί ή ομελέτα με λουκάνικο. Αυτό που εντυπωσιάζει στις κουβέντες αυτών των ανθρώπων, είναι οι συζητήσεις, που αν τύχει και τις ακούσετε, μιλούν για τα παλιά, λες και δεν έχει περάσει ούτε μέρα. Συζητήσεις για περιπέτειες που έχουν ακούσει από τους παλιούς μαστόρους, για μακρινά ταξίδια, βροχές, δυσκολίες και καθυστερήσεις από αναποδιές, που φτάνουν ως τις μέρες μας, διανθισμένα με μια ανεπτυγμένη αίσθηση αλληλοβοήθειας – αλληλεγγύης, λες, και δένονται ακόμη οι ίδιοι, με τα δεσμά των ‘’μπουλουκιών’’ - συντεχνιών, έστω και αν οι τελευταίες έχουν από χρόνια διαλυθεί. Τους ξεφεύγει, και κανένα ‘’κουδαρίτικο’’3 κατάλοιπο, από την παράξενη συνθηματική γλώσσα που μιλούσαν οι μαστόροι – κουδαραίοι, που στην μεγάλη ιστορία τους, αναδεικνύονται και γλωσσοπλάστες. Μύθοι και θρύλοι, ζωντανεύουν στα στενά καλντερίμια δίπλα στα χαρακτηριστικά μακεδονίτικα, πετρόχτιστα σπίτια, ορισμένα εκ των οποίων, μετρούν δεκάδες χρόνια παρουσίας.

‘’Λένε ότι κάποτε ήταν ένας Κοντσιώτης (σ.σ. Γαλατινή), υποψήφιος παπάς (σ.σ. πιθανόν μάστορας). Μπήκε ευλαβικά στην Μητρόπολη Σιατίστης και προσκύνησε με πολύ σέβας το Δεσπότη. Εκείνος με πειραχτική διάθεση και για να ιδεί, τάχα τι ξέρει ο υποψήφιος, τον ρώτησε: Τώρα Κοκόλη θέλω και λίγα θρησκευτικά.

-  Ποιος έκτισε την Αγιά Σοφιά;

Σκέφθηκε λίγο ο Γαλατινιώτης κι απάντησε με αυταρέσκεια:

-  Οι Κουντσιώτες την έκτισαν Δέσποτά μου…….

-  Μόνοι τους; τον ρώτησε ο Δεσπότης,

-  Ά, ναι.. είχαν και λίγους Ζουπανιώτες (σ.σ. Πεντάλοφος),

-  Μα τότε εσύ θα ξέρεις και ποιος έκτισε τον Κόσμο, τον ξαναρώτησε ο Δεσπότης,

-  Χάιδεψε λίγο τα μικρά του γένια ο υποψήφιος, πήρε θάρρος από τα χαμόγελα του δεσπότη και είπε δυνατά, κουνώντας χέρια και πόδια:

-  Μα οι Κουντσιώτες, δεσποτά μου, δεν είπαμε;

Γέλασε ο Δεσπότης, γέλασε και ο Κουντσιώτης, κοκκινίζοντας και λίγο……’’ (Ευθυμίου Λαζόγκα – από τα πρακτικά του Β’ Συμποσίου Ιστορίας - Λαογραφίας – Γλωσσολογίας – Παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής Δυτικής Μακεδονίας. Θεσσαλονίκη 4 – 5 Νοεμβρίου 1978).

Αυτό το περιστατικό, που με διάφορες παραλλαγές, συναντάμε σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, π.χ. στην Αθήνα λέγανε παλιότερα, ποιος την έχτισε; οι Μυκονιάτες, ήταν η απάντηση ή κατ’ άλλους, οι Ανδριώτες και οι Σκοπελίτες, ποιοι χτίσανε τη Σάμο; οι Καρπαθιώτες, ποιοι την Πελοπόννησο; οι Λαγκαδιανοί κ.τ.λ. Αυτά, δείχνουν με αδιάψευστο τρόπο, την αυτοπεποίθηση των μαστόρων, στην αξιοσύνη τους και στα εργαλεία τους. 

Παλιότερα η Καλλονή, αποτελούσε ένα από τα ακμαία μαστοροχώρια των Γρεβενών. Από τον εκλογικό κατάλογο του 1914 σε σύνολο 160 ψηφισάντων ξεχωρίζουμε 66 κτίστες και 40 εργάτες (με διάφορες ειδικότητες στο σκάλισμα της πέτρας), δύο δάσκαλοι, ένας γιατρός πρακτικός, και ένας υποδηματοποιός. Το ορεινό ανάγλυφο της περιοχής Γρεβενών έπαιξε τον δικό του ρόλο στην απομόνωση των χωριών, μακριά από κάθε ξένη επιρροή, με εξαίρεση τα μαστοροχώρια. Οι κάτοικοι ήταν ανέκαθεν ταξιδιώτες, κοσμογυρισμένοι, σωστοί κοσμοπολίτες και – κυρίως – περιζήτητοι ξυλουργοί ‘’ταγιαδόροι’’ και κτίστες. Όργωναν με τα μουλάρια τους τόπους, φέρνοντας πίσω εκτός από χρήματα και ιδέες, σχέδια για καινούργια χτισίματα και την πνοή από τις πολιτείες που έζησαν. Το σήμερα βρίσκει τους είκοσι κατοίκους του χειμώνα, να προσπαθούν μέσα στις αντιξοότητες, να επιβιώσουν. 

Αξιόλογη είναι η εκκλησία του Αγ. Νικολάου (1864), με τις εικόνες και τις αγιογραφίες της. Υπάρχουν ακόμα η εκκλησία του Προφήτη Ηλία (1 χλμ. Δ) και η εκκλησία της Παναγίας στο ύψωμα ‘’Ογλάς’’. Μέσα στο χωριό υπάρχει άλλος ένας ναός της Παναγίας, αρκετά παλιός, με χαρακτηριστικό του, την πηγή "Αγιονέρι", που σύμφωνα με τους κατοίκους έχει θαυματουργό νερό που πολλοί το πίνουν για ιατρικούς σκοπούς.

Όπως σε όλη την ορεινή Ελλάδα, κάθε καλοκαίρι που γυρνούν στα πάτρια οι κάτοικοι και οι ξενιτεμένοι, έτσι και εδώ, γίνονται πανηγύρια. Όχι σαν και αυτά που τα τελευταία χρόνια έχουν πλημμυρίσει τον τόπο σαν κακέκτυπα, του στυλ, ‘’γιορτή κρασιού, σαρδέλας, τσίπουρου’’ κ.λπ. Σε αυτά τα μέρη κρατούν, και κρατιούνται, ακόμη γερά από την παράδοση, που σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους οδηγεί. Οι ορχήστρες εδώ, παίζουν με τα εντυπωσιακά Χάλκινα όργανα. Εκπληκτικό, μεγαλειώδες άκουσμα όσο και σπάνιο, μια που μαζί με τις κομπανίες χάνονται και οι αυθεντικοί αυτοί ήχοι.

Καρσ’ ί – καρσ’ ί στο Λούντζι,  (Καρσί = αντίκρυ – Λούντζι το παλιό όνομα της Καλλονής),

Βαρούνε τα βιολιά!

Χορεύ ο Κωσταντάκης

Με παρδαλά βρακιά….

Σκωπτικό τραγούδι.

Ιστορία άφησε σε όλα τα χωριά της Επαρχίας Βοΐου, ο γνωστός για τη ‘’τρέλα’’ του Τέγος που έπαιζε νταϊρέ. Επίσης, την ευρύτερη περιοχή Γρεβενών - Κοζάνης η ξακουστή ορχήστρα ‘’Σκύλα’’ του παππού Τζιμόπουλου, οι ‘’μουζίκοι’’ από τη Σιάτιστα, που έπαιζαν από το 1920 μέχρι τα τέλη του ‘70. Ο δυνατός, γεμάτος ήχος των χάλκινων κρίθηκε απολύτως κατάλληλος για διασκέδαση σε εξωτερικούς χώρους. Κάποτε με τέτοιες κομπανίες ήταν γεμάτες οι πόλεις και τα χωριά της Μακεδονίας.Στην Φλώρινα, Καστοριά, Κοζάνη, Σιάτιστα, Πεντάλοφο, Γρεβενά, δεν γινόταν εκδήλωση χωρίς την παρουσία των συγκεκριμένων οργάνων. Στο Τσοτίλι Γρεβενών μάλιστα, θεωρούν τους εαυτούς τους επαγγελματίες, ζουν δηλαδή από την μουσική που παίζουν - σε γάμους, γιορτές, πανηγύρια. Πρέπει, για μια φορά να βρεθείτε την παραμονή της γιορτής του Προφήτη Ηλία, (19/7) και ανήμερα, (20/7) στο μεγάλο γλέντι στην πλατεία του χωριού.  Τα τελευταία χρόνια στα Γρεβενά, ο δραστήριος Μ.Ο.Γ, στήνει το μεγάλο τριήμερο πανηγύρι, τα ‘’ανακατωσάρια’’, όπου κομπανίες, ξαναζωντανεύουν αυτά τα θρυλικά γλέντια, κάθε αποκριά.

Αν ο τελικός σας προορισμός είναι η Κόνιτσα, εδώ είναι το πρώτο κατάλληλο σημείο. Μια παράκαμψη περνάει από το μονότοξο πέτρινο γεφύρι της Μαέρης, φτάνει στο Δασύλλιο4 (παλιά Μαγέρι και Μάγερ στα 1000 μ Υ), από τα ψηλότερα χωριά της περιοχής, και συνεχίζει από μια εξ’ ίσου ωραία διαδρομή προς Πεντάλοφο. Η όλο στροφές διαδρομή διασχίζει, απαράμιλλης ομορφιάς τοπία. Το γεφύρι της Μαέρης, στην αρχή περίπου της διαδρομής, κατασκευάστηκε από τον κάλφα Γιώργο Τζιούφα, το 1910, με την συνδρομή των ξενιτεμένων στην Αμερική Δασυλλιωτών. Όμως, η καταλληλότερη συνέχεια, είναι περιοχή του Δοτσικού. (βλ. στον ίδιο τόμο ‘’Κουπατσοχώρια Γρεβενών).

Σημειώσεις:

(1) Τα Αηδόνια (παλιό Στεχάζι) ιδρύθηκαν στα χρόνια του Αλή των Ιωαννίνων. Είναι η πατρίδα του ηρωικού οπλαρχηγού Αθανασίου Μπρούφα, που είναι ο πρώτος αρματολός που διέγνωσε τον κίνδυνο της Μακεδονίας από τους Βούλγαρους και πολέμησε επί μια εικοσιπενταετία τα κατακτητικά τους σχέδια.

(2) Οι κυρατζήδες, έδιναν πρώτα στην οικογένεια του ξενιτεμένου χρήματα, και κατόπιν, όταν πήγαιναν στην πόλη που εκείνος δούλευε, τα εισέπρατταν με τόκο, πέντε γρόσια την λίρα.

(3)Ο καθηγητής Νικόλαος Μουτσόπουλος γράφει ότι οι Πυρσογιαννίτες έπλασαν αυτή τη γλώσσα, όμως, δεν πρέπει να προσπεράσουμε αδιάφορα την δημιουργία πολλών λέξεων, εντελώς διαφορετικών, από τους κουδαραίους του Βοίου, που ακούγονται πιο ποιητικοί. Σε κάθε περίπτωση, η γλώσσα εφευρέθηκε γιατί οι ορεσίβιοι μαστόροι μας, νοιώθανε ξένοι στους τόπους που βρίσκανε πραχάλνα1, χτίζοντας κούφια2, και έπρεπε, να πάρουν τα μέτρα τους. Η πρώτη τους άμυνα, ήταν η γλώσσα. Μην νομίζετε ότι μιλάμε για γλώσσα τέλεια, με γραμματική, κανόνες κ.τ.λ. Αναφερόμαστε κυρίως σε λέξεις, συνθηματικές, που δεσπόζουν στο νόημα της πρότασης με δυσνόητο αποτέλεσμα για τον μπαρό3
1Δουλειά, 2 Σπίτια,  3Αφεντικό.

(4)Στο χωριό υπάρχει το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, που κάποτε (1910) είχε απ’ έξω κρεμασμένες φουστανέλες!. Από στόμα σε στόμα λέγεται η πιο κάτω ιστορία. Όταν οι Αρβανίτες κατά την επανάσταση του 1821 κατέστρεψαν τη Νάουσα, γυρίζοντας στον τόπο τους με πλούσια λάφυρα και σκλάβους, έμειναν ένα βράδυ έξω από το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Οι σκλάβοι, δεμένοι καθώς ήταν, παρακάλεσαν την Αγία να τους ελευθερώσει. Η Αγία τους λυπήθηκε και έτσι νοιώσανε τα χέρια τους λυτά και έφυγαν. Το πρωί, οι Αρβανίτες δεν βρήκαν τους σκλάβους και από το θυμό τους μπήκαν στην εκκλησία, και με τα μαχαίρια τους σούβλισαν τα μάτια της εικόνας της Αγίας Παρασκευής. Δεν πρόλαβαν όμως να απομακρυνθούν, και τυφλώθηκαν. Προχωρώντας μετά κουτσά στραβά, βρήκαν ένα παππού και του είπαν για το πάθημά τους. Τότε ο γέροντας τους είπε: να πάρετε λάδι και να το προσφέρετε στην εκκλησία. Γύρισαν πίσω οι Αρβανίτες, βρήκαν τον επίτροπο της εκκλησίας και του άφησαν εκτός από τα χρήματα για πολλές οκάδες λάδι και τις φουστανέλες τους, που οι ίδιοι κρέμασαν έξω από την Αγία Παρασκευή. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24620

ΔΙΑΜΟΝΗ: Γρεβενά: ‘’Μηλιώνης’’ 28190, 84092, 23223, ‘’Αίγλη’’ 85019, Μητρόπολη 28085, 23251 – 2, Αχίλλειον 2ο χλμ Γρεβενών - Κοζάνης 85600,  ΞΕΝΩΝΕΣ: Μέγαρο: Μερόπη Λιάκου 73286, Χρυσάνθη Κακαρίκα 73229. ΚΑΜΠΙΝΓΚ:. Μελλοντικά στους σκοπούς της Νομαρχίας Γρεβενών είναι να δημιουργηθεί χώρος κατασκήνωσης. Εσείς, στήστε στα ερημικά ξωκλήσια, και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Γρεβενά: Στην πλατεία 25ης Μαρτίου, ίσως η μοναδική στην Ελλάδα ταβέρνα που διαθέτει την μεγαλύτερη ποικιλία μεζέδων αποκλειστικά, από εκλεκτά άγρια μανιτάρια Πίνδου. Οι ‘’Αυλαίς’’ 25402 ζητήστε το Θοδωρή. Ονομαστές, από παλιά οι ταβέρνες της πλατείας Αιμιλιανού ‘’Τάκας’’ & ‘’Γκέκας’’. Δοκιμάστε το τοπικό μαλακό τυρί ‘’ανεβατό’’, και την κόκκινη πιπεριά Φλωρίνης. Στα μαστοροχώρια το καλοκαίρι, δοκιμάστε πρόβειο κρέας στα κάρβουνα, τοπικό τσιπουράκι, και νόστιμο ‘’κεμπάπ’’ στις ψησταριές, και τα καφενεία στις πλατείες των χωριών. Εκκλησιές Τζιαμπίρης Χρήστος 82469, Άγιος Κοσμάς Παπαβασιλείου Ευαγγελία 82814, Κυπαρίσσι Σταυροπούλου Βενετία 28643, Καλλονή Μητάκου Δήμητρα 82725, 82695.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Αναπτυξιακή Γρεβενών 87382, 87004, Δήμος Γρεβενών 87843, 4, 74230, Δήμος Αγίου Κοσμά Αιτωλού 73364, Αστυνομική Διεύθυνση Γρεβενών 22407, Α. Τ. Πολυνερίου 81357, Α’ βοήθειες 22222, 22464. Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ: Αφοί Παυλίδη 83250.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.fora.gr-grevena www.pamegrevena.gr www.grevena.gr Για το μικρό, λαογραφικό μουσείο Καλλονής απευθυνθείτε στο καφενείο του χωριού που έχει τα κλειδιά. Σαλέ Βασιλίτσας : 84100, Καταφύγιο : ΧΟΣ Γρεβενών 28602, Γραφείο Οικοτουρισμού Γρεβενών Αγίου Αχίλλειου 77, Απόστολος Διανέλος 85032.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στο κέντρο της πόλης τέσσερα και το μοναδικό στα ορεινά στους Μαυραναίους.   

ΧΑΡΤΕΣ: Απεικόνιση με ακρίβεια στον οδικό χάρτη ‘’Νομός Γρεβενών’’ 1:125.000, και ο επίσης αναλυτικός ‘’ΒΑΛΙΑ ΚΑΛΝΤΑ’’ σε κλίμακα 1:50.000. Και οι δύο εκδόσεις από την ΑΝΑΒΑΣΗ Στοά Αρσακείου 6 Α’, 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152. Στέλνονται με αντικαταβολή και από το ‘’λίκνο’’ Ελάτη Τρικάλων 2434071826.

ΒΙΒΛΙΑ: Το βιβλίο των Αδαμακόπουλου – Ματσούκα ‘’Πίνδος – Γρεβενά’’ θα σας δώσει μια ολοκληρωμένη άποψη του νομού. Από τις εκδόσεις ΚΑΠΟΝ.

ΛΕΣΧΗ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Γ. Μοτοσυκλετιστικός όμιλος Γρεβενών: Λυκούργου 10 Τηλ & Fax 80436, www.mog.gr Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΓΡΕΒΕΝΑ - ΚΟΥΠΑΤΣΟΧΩΡΙΑ και ΓΡΕΒΕΝΑ - ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Φώτη Δ. Παπανικολάου / Γλώσσα και Λαογραφία Επαρχίας Βοΐου / Θεσσαλονίκη 1973
  • Πρακτικά Β’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Πρακτικά Γ’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1982
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Οι ορεινές κοινότητες της Β. Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον 1995
  • Γεώργιος Τσότσος /  Μακεδονικά Γεφύρια / / University Studio Press / Θεσσαλονίκη 1997
  • Ρίκη Βαν Μπουσχότεν / Ανάποδα χρόνια – Συλλογική μνήμη και Ιστορία στο Ζιάκα Γρεβενών (1900 – 1950) / εκδόσεις Πλέθρον 1997
  • Γιώργος Δ. Μπατζής / Το Δοτσικό Γρεβενών / Μορφωτικός Σύλλογος ‘’Η Σκούρζια’’ 1999
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Γρεβενά / Νομ. Αυτοδιοίκηση Γρεβενών 2000
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Πίνδος – Γρεβενά / εκδόσεις ΚΑΠΟΝ / Αθήνα 2001

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρύσα Σκοπελίτη / Μίλτος Ζέρβας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ3 Σεπτ – Οκτ 1998
    Ανεβαίνοντας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας / Τ20 Δεκ – Ιαν 2002 - 2003
    Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Βόιο / περιοδικό ΓΕΩ Τ136 / 16/11/02
    Λία Παπαθεοδώρου / Δοτσικό Γρεβενών / περιοδικό ΓΕΩ Τ196 / 19/1/04

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ηλέκτρα Σαμοίλη / Μαστοροχώρια Γρεβενών / Καθημερινή 18/1/04

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (3156 λέξεις)

ΓΡΕΒΕΝΑ – ΔΟΤΣΙΚΟ – ΜΕΣΟΛΟΥΡΙ - ΠΡΟΣΒΟΡΟ (2ο άρθρο από 2)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Στα χωριά των Κουπατσαραίων

Το ορεινό συγκρότημα της βόρειας Πίνδου αποτελεί ένα ευρύτερο οικολογικό τοπίο που απλώνεται από τον Βενέτικο ποταμό, μέχρι την Ήπειρο και τον Αώο με τους παραποτάμους του, Βοϊδομάτη και Σαραντάπορο. 

Σε αυτόν τον ποικιλόμορφο γεωγραφικό χώρο, στις υπώρειες του ανατολικού ορεινού όγκου της, οι ανάγκες για επιβίωση δημιούργησαν μικρούς οικισμούς που υπολείμματα τους, σώζονται ακόμα. ‘’Παλιοχώρι’’, ‘’Κιάφα’’, ‘’Τσέρος’’, ‘’Καλύβια’’, ‘’Μαυρομάτι’’. Μαζί με δεκάδες άλλους στην ευρύτερη περιοχή, εγκαταλείφθηκαν από τους κατοίκους τους μέσα στην ανασφάλεια που προκαλούσαν τότε οι ορεινές διαβάσεις εκτεθειμένες όπως ήταν, στις επιδρομές κάθε λογής στοιχείων. 

Από το χωριό Καλλονή, που ήταν ο προορισμός στα ‘’Μαστοροχώρια των Γρεβενών’’ δρασκελίζετε την υπο-περιοχή του Βοίου και εισέρχεστε στην αγριωπή, ορεινή νερομάνα ‘’Σκούρτζα’’ (1799 μ), μια από τις κορυφές του δεύτερου σε ύψος βουνού της Ελλάδας, του Σμόλικα (2637 μ). Μεγάλο ενδιαφέρον, στην διαδρομή, παρουσίαζε το παλιό εκκλησάκι του Αγ. Αθανασίου και το ‘’κελί’’, το μικρό σπιτάκι δίπλα του, στο οποίο διανυκτέρευαν οι αγωγιάτες που πήγαιναν προς Σαμαρίνα και Επταχώρι. Στα χρόνια της ‘’μεγάλης εισόδου’’ διανυκτέρευαν λαθρομετανάστες, που προκάλεσαν μεγάλες, ανεπανόρθωτες φθορές, και τώρα, που έγινε ο ασφαλτόδρομος, από το ‘’κελί’’ υπάρχουν μόνο οι πέτρες της θεμελίωσης, και αυτές σκορπισμένες.  

Ο δρόμος σύντομα θα σας φέρει στην περιοχή των Κουπατσαραίικων χωριών και την, πρώτη στη διαδρομή, ιστορική κοινότητα Δοτσικού (παλιό Δούσικο στα 1060 μ Υ). Το μοναδικό χωριό του νομού Γρεβενών με πέτρινο γεφύρι στο κέντρο του, σαν στολίδι που παραμένει χρήσιμο και λειτουργικό, συνδέοντας τους δύο συνοικισμούς του χωριού, Τσιγκέλ και Κιατσαβίκ Μαχαλά. Το Δοτσικό είναι η βορειότερη κοινότητα του νομού Γρεβενών και θεωρείται, όχι άδικα, πολιτιστικό σταυροδρόμι, αφού εδώ συναντώνται οι κτηνοτροφικές πρακτικές των Βλάχων με τις δεξιότητες των μαστόρων και τις συνήθειες των Κουπατσαραίων1. Άλλα Κουπατσαρέϊκα χωριά είναι: Φιλιππαίοι, Αλατόπετρα,  Μαυρανέοι, Πολυνέρι, Λάβδας, Πανόραμα, Ζιάκας, και Καλλιθέα.

Μια θαυμάσια, κατ’ εξοχήν ποιμενική κοινότητα, που πριν το 1920 διατηρούσε όλο τον πληθυσμό μόνιμα στο χωριό. Μετά, πέρασε στην εποχή που υπήρχαν μόνιμοι, και μετακινούμενοι κάτοικοι. Αρκετοί από αυτούς, άσκησαν την μαστορική τέχνη. Οι μόνιμοι, εκτός από τα λίγα οικόσιτα ζώα, καλλιεργούσαν με βόδια, μικρούς ιδιόκτητους αγρούς, καλύπτοντας με αυτό τον τρόπο, τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειας. Η πλειονότητα όμως των κατοίκων, όπως συμβαίνει σε όλα τα κτηνοτροφικά χωρά των ορεινών μας όγκων, μετακινούνταν κάθε χειμώνα, ακολουθώντας ένα κυκλικό ρυθμό ζωής και μια σταθερότητα, που προσδιορίζεται από την απουσία μηχανισμών διεύρυνσης των παραγωγικών δυνατοτήτων. Στα τέλη Οκτωβρίου του Αγίου Δημητρίου φεύγουν προς τα χειμαδιά του Θεσσαλικού κάμπου, και κάθε Άνοιξη, στα τέλη Απριλίου του Αγίου Γεωργίου, ξαναγυρνούν τα δροσερά βοσκοτόπια του χωριού. Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και σήμερα, με τη διαφορά ότι οι κάτοικοι έρχονται μόνο το καλοκαίρι, και τα κοπάδια (16 – 17.000 ζωντανά) μεταφέρονται στην πλειοψηφία τους με φορτηγά. 

Στο Δοτσικό, άλλο ένα επάγγελμα που γνώρισε μεγάλη άνθιση, ήταν οι κυρατζήδες. Υπήρχαν δεκάδες επαγγελματίες αγωγιάτες που ταξίδευαν με τα καραβάνια τους ως την Κωνσταντινούπολη, Βεράτι, Αυλώνα, Πρέβεζα. Αυτό το διαμετακομιστικό εμπόριο απέφερε μεγάλα κέρδη και οικονομική ευρωστία σε όλη την περιοχή, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στα αρχοντικά, και στις εκκλησιές του χωριού. Αργότερα η μετανάστευση και οι κακουχίες του εμφυλίου έπληξαν και αυτό το χωριό που από 444 κατοίκους έμεινε το ’51 με τρεις, και στην απογραφή του ’71 με έναν!. 

Γύρω του, υψώνονται οι κορυφές "Σκούρτζα", "Μελίσσι" (1.600 μ.) και "Αγλύστρες" (1.300 μ.), με χαρακτηριστικό τους στοιχείο, τα ασβεστολιθικά πετρώματα και το έδαφος που μοιάζει με ψιλή σκόνη. Από αυτές τις κορφές, η θέα προς τις περιοχές Επταχωρίου, Βασιλίτσας, Πεντάλοφου, Καστοριάς και Βοΐου είναι υπέροχη. Στην τοποθεσία "Ογλάς" διακόσια μ. από το χωριό, υπάρχουν χαρακώματα, απ' όπου, σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής, γινόταν η αναχαίτιση των ιταλογερμανών προς τη "Σκούρτζα". 

Επίσης εδώ, γυρίστηκε η ταινία "Μεγαλέξανδρος" του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Αφανής ήρωας της μεταφοράς του τεράστιου γερανού μέσα από τα χιόνια στάθηκε ο Θανάσης Ρόβας, μεγάλη καρδιά, κάτοικος Καληράχης σήμερα, απ’ όπου έλκει την καταγωγή του. Μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν ο αλύγιστος χειμωνιάτικος φύλακας του χωριού. Όσοι επισκέπτες είχαν έρθει εδώ χειμώνα - η επιβλητικότερη εποχή - τον είχαν συναντήσει, παρέα με τ’ άλογά του, και είχαν γευθεί τη φιλοξενία και το καθαρό, σαν τον ίδιο, τσιπουράκι στο κονάκι του. 

Η θαυμάσια ορεινή κοινότητα, μέσα στην απομόνωση της από τα μεγάλα αστικά κέντρα, διατήρησε το παραδοσιακό της χρώμα που δεν συναντάται πλέον εύκολα, στην χώρα μας. Από τους ελάχιστους πραγματικά παρθένους, αμόλυντους τόπους, με λουλούδια και πουλιά, βοσκότοπους και βουνά, με δεκάδες επιλογές για πεζοπορία, ή βόλτες με την μοτοσυκλέτα. Υπάρχουν κοντινοί χιλιοβαδισμένοι από τους Δοτσικιώτες δρόμοι - μονοπάτια, που οδηγούν Σαμαρίνα και Κόνιτσα, ή Φούρκα και Επταχώρι – Γράμμο. Από έναν τέτοιο μονοπάτι έρχονταν, το 1775, ο Αλβανός Ισμαήλ Αγάς (Ντάμσης), για να καταπνίξει τις τοπικές εξεγέρσεις. Όμως, οι κάτοικοι τον περίμεναν, στην τοποθεσία ‘’Σκάλα’’. Στην μάχη που ακολούθησε, σκοτώθηκε ο ίδιος και η συνοδεία του. Από τότε, το περιστατικό αυτό πέρασε στην ιστορία του χωριού, φτάνοντας στις μέρες μας με το δημοτικό τραγούδι, του ‘’Σμαήλ Αγά’’, γνωστό σε όλη την περιοχή, και ‘’εθνικό’’ για τους Δοτσικιώτες. 

Όλη η ζωή τον βαρύ σκοτεινιασμένο και υγρό, χειμώνα γυροφέρνει το καφενείο - ταβέρνα και τον μικρό ξενώνα του Γιάννη. Η καταλληλότερη περίοδος για επίσκεψη, είναι όλοι οι καλοκαιρινοί μήνες, εποχή που επιστρέφουν σιγά – σιγά οι πρώτοι κτηνοτρόφοι, ανοίγουν τα καφενεία – ταβερνάκια, (τρία στην πλατεία και ένα – του Γιάννη – στον απέναντι μαχαλά, μετά το γεφύρι) και το χωριό ζωντανεύει. Τότε ανοίγουν όλοι οι δασικοί και μια καταπληκτική φύση περιμένει όλους τους επισκέπτες. Στο σημερινό Δοτσικό τα περισσότερα σπίτια είναι ολοπέτρινα παραδοσιακά, χτισμένα γύρω στο 1900. Υπάρχουν βέβαια, όπως σε όλα τα χωριά της περιοχής, και τα ερειπωμένα, αλλά από ότι φαίνεται οι ρυθμοί ανοικοδόμησης δεν θα τα αφήσουν για πολύ έτσι. Τον θεαματικό οικισμό συμπληρώνουν η βρύση αλλά και ο τεράστιος πλάτανος που σκεπάζει τη λιθόστρωτη πλατεία, με τα φιλόξενα καφενεδάκια της που το καλοκαίρι, σφύζουν από ζωή. 

Δίπλα από το καφενεδάκι του μπάρμπα Δημήτρη Τσότσα, βρίσκεται το μονότοξο πέτρινο γεφύρι, σήμα κατατεθέν του χωριού, διατηρητέο μνημείο από το ‘91, που γεφυρώνει τον χείμαρρο Δοτσικιώτη. Ο χείμαρρος είναι ακόμα στην αρχή του, και δεν έχει πολύ νερό, όμως, λίγο πιο κάτω, που ονομάζεται Βελονιάς, τα νερά που έχει μαζέψει πληθαίνουν και με βουητό καταλήγουν σε λίγα χιλιόμετρα να γίνονται βασικός τροφοδότης, παραπόταμος του Βενέτικου. Συνολικά, φτάνει να γεφυρώνεται ακόμα, με άλλα τέσσερα γεφύρια (βλ. Γεφύρια των Γρεβενών 0 –300 τόμος Β’). 

Δείτε στην μεσαία πέτρα, ‘’το κλειδί’’, το σκαλισμένο λιθανάγλυφο κεφάλι, πράγμα συνηθισμένο στην αρχιτεκτονική των σπιτιών του Δοτσικού. Η πρώτη επαφή με ένα παραδοσιακό πέτρινο γεφύρι δημιουργεί, πάντοτε, μια αίσθηση που φέρνει την σφραγίδα του χρόνου πάνω της. Ενός χρόνου που συχνά χάνεται ανάμεσα σε θρύλους και παραδόσεις. Ο ακαταπόνητος ερευνητής της Μακεδονικής υπαίθρου, Γεώργιος Τσότσος, αναφέρει στο βιβλίο του, ότι οι κάτοικοι του χωριού, βεβαιώνουν πως το γεφύρι έχτισαν μαστόροι από την γειτονική Καλλονή και το Δοτσικό, μετά την εκκλησία (1865). Συνεπώς το κτίσιμο του γεφυριού τοποθετείται γύρω στο 1870 – 1880.

Η άλλη άποψη, του καθηγητή της Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. κ. Παντερμαλή, αναφέρει ότι το γεφύρι ήταν χτισμένο από το 1804 και αργότερα επισκευάστηκε. Κάλφας του, ήταν ο Γιώργος Τζιούφας, από το Δίλοφο, και συμμετείχε ως μάστορας ο Γεώργιος Μυτάκος από την Καλλονή (που πέθανε 110 ετών περί το 1960), και μερικοί από το Δοτσικό. Αυτά τα ερωτήματα, εξαλείφονται ευθύς μόλις περπατήσετε πάνω στο τόξο του. Στην απέναντι πλευρά του χωριού, αφού περάσετε μέσα από το ρηχό ποτάμι ή το γεφύρι, υπάρχουν τα περισσότερα παλιά σπίτια το καφενεδάκι ‘’η μπάμπω’’ του Γιάννη Τσότσα και πιο πάνω η γραφική βρύση ‘’Σιώποτος’’ κτισμένη το 1935 πάνω στον δρόμο για Σαμαρίνα ή Μεσολούρι. 

Εκτός από τη γραφικότητα, το Δοτσικό διαθέτει και φυσική ομορφιά, με το γειτονικό κοινοτικό δάσος να είναι κατάφυτο από μαύρη πεύκη, βελανιδιές και οξιές. Υπεύθυνα γι' αυτό το καταπράσινο τοπίο, είναι τα άφθονα νερά που καταλήγουν στο ποτάμι, που το διασχίζει για 400 μ. Τα νερά του εμπλουτίζονται από τις πηγές στις βραχώδεις θέσεις ‘’Μελίσσι’’, ‘’Κιάφα’’ (2 χλμ. Δ), ‘’Σοφάς’’, ‘’Σακί’’, ‘’Χριστόφορος’’ (2 χλμ. Β) και τις πηγές "Βίγλα" και "Καλύβια". Αντίθετα με ότι ισχύει στα άλλα χωρία, η έκταση των τριάντα χιλιάδων στρ που περιβάλει το Δοτσικό, δεν είναι δημόσια, αλλά ανήκει στην κοινότητα από το 1859, έτος που αγοράστηκε επίσημα, από τους Μπέηδες της Νεάπολης.

Η εκκλησία του Αγ. Αθανασίου (1865) διατηρητέο μνημείο, στην είσοδο του χωριού, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον λόγω των παλιών εικόνων και των τοιχογραφιών, από Σαμαρινιώτες αγιογράφους. Ειδικά μετά την επέμβαση και τις αναστηλωτικές εργασίες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, η κατάσταση της είναι πολύ ικανοποιητική. Το μεγαλύτερο πανηγύρι, υπό την αιγίδα του πολιτιστικού συλλόγου, διεξάγεται με την ευκαιρία της γιορτής της Αγ. Παρασκευής, είναι τριήμερο, και γίνεται στην πλατεία 26 – 27 – 28 Ιουλίου. 

Φεύγοντας από τον ορεινό χωματόδρομο προς Μεσολούρι, λίγο έξω από το Δοτσικό, υπάρχει δστ που σας επιτρέπει να αποκλίνετε από την διαδρομή, (πηγαίνοντας ευθεία), γνωρίζοντας το ψηλότερο κατοικημένο χωριό της χώρας, την Σαμαρίνα, (1450 μ. Υ) απ’ όπου μέσω Φιλιππαίων θα πάτε στα Γρεβενά (45’) ή μέσω Αρμάτων στην Ιστορική Κόνιτσα (δες 0 –300 τόμος Α’ 1999). Υπάρχει και εναλλακτική διαδρομή προς Επταχώρι (21 χλμ) – Κόνιτσα – Μαστοροχώρια, αν στρίψετε, δεξιά στα τελευταία σπίτια του Δοτσικού και ακολουθήσετε το ρέμα, προς ‘’Γκαγκαράτσα’’ - ‘’Ντέτσου(2) Καλύβια’’ - ‘’Ρέντες’’ (με λιγοστά ερείπια και ένα εκκλησάκι) – Ι. Μονή Αγ – Γεωργίου – Επταχώρι σύνολο 21 χλμ. ‘’Πάνω’’ σε αυτή τη διαδρομή, σας συνοδεύει το Ζουζουλιώτικο ρέμα, μέχρι να δείτε αριστερά σας, απέναντι, (βορειοδυτικά) τη Ζούζουλη πάνω στο κεντρικό ‘’δρόμο’’ που συνέδεε τα Γρεβενά με το Επταχώρι. Εδώ μπορείτε να περπατήσετε μέχρι το ομώνυμο πέτρινο γεφύρι και μέσω αυτού, να φτάσετε στο χωριό. 

Τέσσερα χλμ εντουροδιαδρομής μέσα στο δάσος και συναντάτε τον όμορφο μικρό οικισμό στα (1.020 μ. Υ). Το Μεσολούρι κατοικείται μόνο το καλοκαίρι ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχει έντονη οικοδομική δραστηριότητα, επισκευάζονται πολλά σπίτια, και οι κάτοικοι φαίνεται να επιθύμησαν καλά συντάξιμα χρόνια. Η παράδοση αναφέρει ότι επί τουρκοκρατίας υπήρξε τσιφλίκι του Αλή Πασά, ενώ στη θέση "Παλιόσπιτα" υπάρχουν ερείπια παλιού οικισμού που πιθανόν να ανήκε σ' αυτό. 

Ο χωματόδρομος σας φέρνει γρήγορα στο λιτό κέντρο του χωριού, με την παμπάλαια (ίσα με το χωριό) πετρόχτιστη βρύση, το καφενείο του με την ξυλόσομπα και γνήσιο τσιπουράκι. Αξιόλογο μνημείο ολόκληρης της περιοχής αποτελεί η σπουδαία τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλήτη, στρατιωτικού άγιου των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Η εκκλησία είναι κτισμένη το 1778 και αγιογραφήθηκε από τον Σαμαριναίο Αδάμο Χρ. Κράγια και τον μαθητή του Ζήση Ζόβα το 1867, (θα τρομάξετε με την κόλαση), με χορηγία των οπλαρχηγών Τόσκα και Γώγου. Πεντακόσια μέτρα από το ‘’κέντρο’’, προς τον ‘’βελονιά’’ υπάρχουν ερείπια νερόμυλων που λειτουργούσαν μέχρι τον εμφύλιο.

Η περιοχή εδώ, όπως και του Δοτσικού, είναι μνημειώδης όσον αφορά το περιβάλλον. Πραγματικό καταφύγιο – υπάρχει και ξενώνας - για ανθρώπους ζώα και πουλιά (αετοί, γεράκια, κιρκινέζια). Στα δάση της περιοχής, που αποτελούνται από μαύρη πεύκη, βελανιδιά, σφενδάμια, κρανιές κρύβονται από τα αδιάκριτα μάτια, αρκούδες, λύκοι, ζαρκάδια, αλεπούδες, λαγοί, μέχρι και αγριογούρουνα. Μέσα από το χωριό ξεκινά εύκολα, μια περιπετειώδης εντουροδιαδρομή, που περνά δίπλα από πολλές πηγές και με λίγη πεζοπορία φτάνει σε μικρή δολίνη (περιοδική λιμνούλα). Αν συνεχίσετε θα φτάσετε στον κεντρικό δρόμο, στις κατασκηνώσεις ‘’Κουρούνα’’, εκεί που έγινε από τον Μ.Ο.Γ. η 12η συνάντηση Enduro. Η διαδρομή από εκεί συνεχίζει, προς Σαμαρίνα (δεξιά) ή προς Φιλιππαίους (αριστερά). 

Από το Μεσολούρι, έχοντας κάνει έναν μεγάλο κύκλο στα Μαστοροχώρια, (δες και Μαστοροχώρια Γρεβενών στον ίδιο τόμο) κατηφορίστε (το ’04 – ’05 θα ασφαλτοστρωθεί) από την τελευταία δασική διαδρομή προς Πρόσβορο – Καληράχη – Έλατος – Γρεβενά. Μπαίνοντας στο Πρόσβορο (παλιό Δέλνο στα 980 μ. Υ), θα δείτε το παλιό πέτρινο σχολείο του 1924, σε αίθουσα του οποίου φυλάγεται μικρή συλλογή από παραδοσιακές στολές και ξυλόγλυπτα είδη λαϊκής τέχνης. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η εκκλησία του Αγ. Δημητρίου (1840), με το περίτεχνο πετρόχτιστο καμπαναριό (1933), ένα από τα ωραιότερα της ορεινής περιοχής. Η πέτρινη βρύση στην πλατεία καθώς και οι υπόλοιπες βρύσες του χωριού, "Καρυά", "Λαγονίκα", συμπληρώνουν επάξια την πρώτη καλή εντύπωση του οικισμού. 

Οι πιο πολλοί κάτοικοι είναι κτηνοτρόφοι, που μετακινούνται από τα χειμαδιά στα θερινά βοσκοτόπια, στα πλαίσια της ποιμενικής ζωής που εδώ, έχει τον χαρακτήρα της παράδοσης. Ελάχιστα άτομα ασχολούνται με τη γεωργία και κάποιοι είναι μελισσοκόμοι. Κάθε χρόνο στις 20 Ιουλίου, όλοι οι ντόπιοι ανεβαίνουν και γιορτάζουν στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Στο δροσερό μικρό πλάτωμα που φιλοξενεί το ξωκλήσι, μπορεί να δει κανείς υπολείμματα παλιών οχυρώσεων, και να στήσει τη σκηνή του. Η τελευταία εμπειρία, έρχεται με το τσίπουρο στις ψησταριές του χωριού που διαθέτουν όλων των ειδών τα κρεατικά στα κάρβουνα. Ιδανικό στέκι για ξεκούραση, ανασύνταξη της παρέας, και χάραξη νέων διαδρομών. 

Οι χωματεροί θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα την παράκαμψη από Πρόσβορο προς Αλατόπετρα. Μια θαυμάσια, και σύντομη διαδρομή, (στο ύψος της γέφυρας Μπέλεϋ αριστερά) που περιλαμβάνει, προαιρετικά, μικρή πεζοπορία σε ένα εκπληκτικό καταπράσινο τοπίο, με τον Βενέτικο ποταμό να κυλά αργά συναντώντας το πέτρινο γεφύρι στο ‘’Νιδρούζι’’. Το γεφύρι είναι ένα ακόμα έργο του περίφημου λαϊκού αρχιτέκτονα και λιθογλύπτη (έπαιζε και βιολί) Γιώργου Λάζου (… 1933) περισσότερο γνωστός σαν ‘’κάλφας’’ Βράγγας, έργα του οποίου άφησαν εποχή στο Βόιο και τις γύρω περιοχές. Μπορείτε να πάτε και οδηγώντας από το ίδιο μονοπάτι, χωρίς φορτίο, προσέξτε όμως στην αρχή, γιατί το ψιλό χαλικάκι δεν είναι σταθερό….ενώ από κάτω, έχει ανοίξει την αγκαλιά του το ποτάμι…..και το χωριό, έχει ανηφόρα για να γυρίσετε πίσω. Σε αυτή την σπουδαία, σπάνια περιοχή απο άποψη φυσικού περιβάλλοντος, έγινε ο δεύτερος διεθνής αγώνας trial του Μ.Ο.Γ. και της Λ.Ε.Μ. το ’96.

Από τους τέσσερις νομούς της δυτικής Μακεδονίας, τα Γρεβενά, διαθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό δασοκάλυψης με 43,3 %. Την τελευταία δεκαπενταετία, οι χρήσεις της γης έχουν αλλάξει και η γεωργία πλέον απασχολεί πολύ μικρό ποσοστό (1%), η κτηνοτροφία παραπαίει με δήθεν ‘’προγράμματα’’, που όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά παραπλανώντας, εξανεμίζουν τα όποια επενδυτικά κεφάλαια των τοπικών επενδυτών. Το μόνο που μένει ανέγγιχτο είναι το δάσος, οι εκτάσεις του οποίου παραμένουν ίδιες. Αυτές οι απέραντες, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους παρθένες, εκτάσεις αναβαπτίζουν την έννοια του ταξιδιού. Μακροπρόθεσμα όμως, αν συνεχιστεί η εγκατάλειψη, είναι βέβαιο ότι θα αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του. Αυτό είναι κρίσιμο, με δεδομένο (και κατοχυρωμένο με νόμο πλέον), ότι η διοίκηση, (αν και με την δική της ανεπάρκεια μετακινήθηκαν οι κάτοικοι στα μεγάλα αστικά κέντρα), δεν θα αφήσει ανεκμετάλλευτο το πλούσιο δασικό τοπίο. 

Τελικά, τα προβλήματα του σήμερα (δημογραφική συρρίκνωση, κοινωνική και οικονομική υποχώρηση) θα είναι, δυστυχώς, προάγγελοι ‘’τομών’’ με επιπτώσεις στο ορεινό οικοσύστημα. Εμείς, εσείς, δεν είναι σίγουρο ότι μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία των πραγμάτων, που ίσως, φορούν τον μανδύα ‘’επενδύσεων’’. Αυτός είναι ο λόγος που προτείνουμε, ειδικά αυτή την περιοχή, να την επισκεφθείτε σύντομα. 

Είναι βέβαιο ότι οι άνθρωποι, σε συνδυασμό με τον φυσικό πλούτο θα σας ενθουσιάσουν, οι διαδρομές και τα μεθυστικά αρώματα των δασών, θα ‘’χαραχθούν’’ για πολλά χρόνια στη μνήμη σας. Τόσα, ώστε κάποτε  αυτές οι διαδρομές θα αποτελούν το δικό σας παρελθόν. 

Σημειώσεις:

(1) Από το ‘’Κουπάτς’’ τουρκική λέξη που δηλώνει την πρεμνοφυή (κούτσουρα - πρέμνα), μορφή των δρυοδασών που απλώνονται σε όλα τα χαμηλότερα μέρη. Βλάχικη λέξη kupatsi δηλώνει βελανιδιά και επομένως θαμνώδη τόπο μεταξύ βουνού και κάμπου. Το συμπλήρωσα 11/3/06 από το βιβλίο τσελιγκάτα 380 του Γκιόλια.

(2)  Τα ‘’καλύβια Ντέσιου ή Ντέτσου φαίνεται ότι κάποια εποχή ήταν χάνι όπου ξεκουραζόντουσαν και κοιμόντουσαν αγωγιάτες και μπουλούκια μαστόρων. ‘’…φύγαμε από τη Ζέρμα (μαστοροχώρι της Κόνιτσας), για δουλειά. Ξημερώσαμε στα καλύβια του Ντέσιου. Φύγαμε για τον Ξυρόλακκο. Κοιμηθήκαμε στην Καλαμπάκα και πήγαν δύο μαστόροι στο Καστράκι να αγοράσουν κρασί. Έπιναν οι μαστόροι και τα μαστορόπουλα κοίταζαν. Έφυγαν οι μαστόροι με το τραίνο και τα μαστορόπουλα έμειναν με τα μουλάρια να πάνε στο Δομοκό…’’. Από διήγηση του μάστορα Γρηγορίου Τσουμάνη που γεννήθηκε το 1917 στη Ζέρμα =Πλαγιά Κόνιτσας, στον Ιωάννη Β. Τσάγκα. (Βλ. Κονιτσιώτικα – Ζερματινά, Αθήνα (2004) 105. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24620

ΔΙΑΜΟΝΗ: Γρεβενά: ‘’Μηλιώνης’’ 28190, 84092, 23223, ‘’Αίγλη’’ 85019, Μητρόπολη 28085, 23251 – 2, Αχίλλειον 2ο χλμ Γρεβενών - Κοζάνης 85600,  ΞΕΝΩΝΕΣ: Δοτσικό Γιάννης Τσότσας ‘’η Μπάμπω’’ 81100 Μεσολούρι: Κανιά Παναγιώτα 81117, 84185, Πρόσβορο: Κόττας Περικλής 85622, Αλατόπετρα : Καραγιάννης Στέλιος  81022, Γούλας Λευτέρης 81015, Φιλιππαίοι: ‘’Φιλιππείον’’ 82674 www.fora.gr/filippeion Άφοι Μότσιου 85333, Μπακόλα Ευρυδίκη 85339, 93379.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ:. Μελλοντικά στους σκοπούς της Νομαρχίας Γρεβενών είναι να δημιουργηθεί χώρος κατασκήνωσης. Εσείς, στήστε στα ερημικά ξωκλήσια (στον Προφήτη Ηλία στο Πρόσβορο) ή στο δάσος ανάμεσα από Δοτσικό και Μεσολούρι, και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Γρεβενά: Στην πλατεία 25ης Μαρτίου, ίσως η μοναδική στην Ελλάδα ταβέρνα που διαθέτει την μεγαλύτερη ποικιλία μεζέδων αποκλειστικά, από εκλεκτά άγρια μανιτάρια Πίνδου. Οι ‘’Αυλαίς’’ 25402 ζητήστε το Θοδωρή. Ονομαστές, από παλιά οι ταβέρνες της πλατείας Αιμιλιανού ‘’Τάκας’’ & ‘’Γκέκας’’. Δοκιμάστε το τοπικό μαλακό τυρί ‘’ανεβατό’’, και την κόκκινη πιπεριά Φλωρίνης. Δοτσικό: Γιάννης Τσότσας ‘’η Μπάμπω’’ 81100 και για ύπνο, Καφενεδάκι δίπλα στο γεφύρι του Δοτσικού, Δημήτρης Τσότσας 81075, Τσιανάκας Παύλος, Παπαϊωάννου Γιάννης 85046, Μεσολούρι: Γιάννης Καραΐσκος 81125, Πρόσβορο: ‘’ο Πλάτανος’’ Περικλής Κόττας 85622.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Αναπτυξιακή Γρεβενών 87382, 87004, Κοινότητα Δοτσικού 81067 (το χειμώνα 25630 στα Γρεβενά), Κοινότητα Μεσολουρίου 81122, (το χειμώνα 22046 στα Γρεβενά), Δήμος Θεοδώρου Ζιάκα (για το Πρόσβορο) 83110, Αστυνομική Διεύθυνση Γρεβενών 22407, Α’ βοήθειες 22222, 22464. Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ: Αφοί Παυλίδη 83250.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.fora.gr-grevena www.pamegrevena.gr www.grevena.gr Σαλέ Βασιλίτσας : 84100, Καταφύγιο : ΧΟΣ Γρεβενών 28602, Γραφείο Οικοτουρισμού Γρεβενών Αγίου Αχίλλειου 77, Απόστολος Διανέλος 85032.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στο κέντρο της πόλης τέσσερα και το μοναδικό στα ορεινά στους Μαυραναίους.

ΧΑΡΤΕΣ: Απεικόνιση με ακρίβεια στον οδικό χάρτη ‘’Νομός Γρεβενών’’ 1:125.000, και ο επίσης αναλυτικός ‘’ΒΑΛΙΑ ΚΑΛΝΤΑ’’ σε κλίμακα 1:50.000. Και οι δύο εκδόσεις από την ΑΝΑΒΑΣΗ Στοά Αρσακείου 6 Α’, 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152. Στέλνονται με αντικαταβολή και από το ‘’λίκνο’’ Ελάτη Τρικάλων 2434071826.

ΒΙΒΛΙΑ: Πολύ ενδιαφέρον το Δοτσικό Γρεβενών του Γεωργίου Μπατζή. Εκδόθηκε από τον Μορφωτικό Σύλλογο Δοτσικού ‘’Η Σκούρζια’’. Επίσης του Βασίλη Νιτσιάκου, ’’οι Ορεινές κοινότητες της Βόρειας Πίνδου’’.

ΛΕΣΧΗ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Γ. Μοτοσυκλετιστικός όμιλος Γρεβενών: Λυκούργου 10 Τηλ & Fax 80436, www.mog.gr Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΓΡΕΒΕΝΑ - ΚΟΥΠΑΤΣΟΧΩΡΙΑ και ΓΡΕΒΕΝΑ - ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Φώτη Δ. Παπανικολάου / Γλώσσα και Λαογραφία Επαρχίας Βοΐου / Θεσσαλονίκη 1973
  • Πρακτικά Β’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Πρακτικά Γ’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1982
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Οι ορεινές κοινότητες της Β. Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον 1995
  • Γεώργιος Τσότσος /  Μακεδονικά Γεφύρια / / UniversityStudioPress / Θεσσαλονίκη 1997
  • Ρίκη Βαν Μπουσχότεν / Ανάποδα χρόνια – Συλλογική μνήμη και Ιστορία στο Ζιάκα Γρεβενών (1900 – 1950) / εκδόσεις Πλέθρον 1997
  • Γιώργος Δ. Μπατζής / Το Δοτσικό Γρεβενών / Μορφωτικός Σύλλογος ‘’Η Σκούρζια’’ 1999
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Γρεβενά / Νομ. Αυτοδιοίκηση Γρεβενών 2000
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Πίνδος – Γρεβενά / εκδόσεις ΚΑΠΟΝ / Αθήνα 2001

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρύσα Σκοπελίτη / Μίλτος Ζέρβας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ3 Σεπτ – Οκτ 1998
  • Ανεβαίνοντας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας / Τ20 Δεκ – Ιαν 2002 - 2003
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Βόιο / περιοδικό ΓΕΩ Τ136 / 16/11/02
  • Λία Παπαθεοδώρου / Δοτσικό Γρεβενών / περιοδικό ΓΕΩ Τ196 / 19/1/04

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ηλέκτρα Σαμοίλη / Μαστοροχώρια Γρεβενών / Καθημερινή 18/1/04

 ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ (5602 λέξεις)

ΚΕΡΑΣΟΧΩΡΙ – ΚΡΕΝΤΗΣ – ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ

(Άγραφα 3η εργασία από 6)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2004

Μια Ανάσα μακριά από το Θεό

Τα Άγραφα, ο αγριωπός ορεινός χώρος της πατρίδας μας, εξακολουθεί ακόμα και στις μέρες μας, να είναι απροσπέλαστος πολλές φορές το χρόνο, και για αυτό, ανόθευτος κι’ αληθινός. Μαζί και οι άνθρωποι, αυτοί οι σοφοί, που έμαθαν να φιλοσοφούν τη ζωή, τις αντιξοότητες και την απομόνωση. Αυτός, ο πλούσιος πολιτισμικά τόπος, με τους κατοίκους του, έχει τη δυνατότητα ‘’να ανοίγει τα μάτια’’, σ’ αυτούς που μπορούν ακόμη να βλέπουν, και δίνει στην περιήγηση, διαφορετική οπτική. Ο τόπος και οι άνθρωποι, συγχρωτίζονται με τα ‘’επιτεύγματα’’ της εποχής, αλλά, περιέργως πώς, δεν κρατάνε τίποτε άλλο, παρά μόνο τα χρήσιμα.

Τα κριτήριά τους απλοϊκά κι’ αλάνθαστα, συμβαδίζουν με αυτά που έλειπαν όλα αυτά τα χρόνια. Χρήσιμα και απαραίτητα πια, θεωρούν την επικοινωνία, την ήπια ανάπτυξη, με βάση τους δικούς τους κώδικες, και την ύπαρξη υποδομών για τους ίδιους και για τους επισκέπτες. 

Πράγματα, που για τα περισσότερα μέρη της πατρίδας μας θεωρούνται αυτονόητα, εδώ, σ’ αυτή τη δυσπρόσιτη περιοχή έλειπαν. Σε αυτό συνέβαλε ο τόπος, που με την κυριαρχία των βουνών δυσκόλευε, την παραμονή, αφήνοντας χωρίς φροντίδα  τα δισεπίλυτα προβλήματα επικοινωνίας, υγείας, και μετακίνησης. Άλλαξαν τα χρόνια, άλλαξαν οι άνθρωποι, ήρθαν οι δρόμοι, (1982), και αντί μαζί τους να έρθει η ανάπτυξη, ήρθε η φυγή, ερημώνοντας τα χωριά. Στα βόρεια, οι κορυφές Βουτσικάκι (Καραμανώλη) 2.154 μ), Καράβα (2.184 μ) και Καραβούλα (1.862 μ), πίσω τους τα ξεχασμένα χωριά της Αργιθέας, ανατολικά το Μπορλέρο (Μπορλέρου) (2.032 μ), και εμπρός του η λαμπερή Τεχνητή λίμνη Νικολάου Πλαστήρα ή Ταυρωπού, η Κόψη (1.941 μ), η Σβόνι ή Μαραθιά, (2.042 μ). Δυτικά, το Ντεληδήμι ή Τσουρνάτα (2.163μ) η Φτέρη (2.128 μ), και πίσω τους τα ιστορικά χωριά του Βάλτου, με τους Απεράντιους και τα χρόνια άλυτα προβλήματά τους. 

Όλη αυτή η ορεινή περιοχή των βορείων, (θεσσαλικών) και νοτίων, (Ευρυτανικών) Αγράφων εντάσσεται στη νότια Πίνδο. Με μήκος, Ανατολή - Δύση 75 χλμ, Βορά - Νότου 60 χλμ και με έκταση 2.608.000 στρ, από τα οποία, τα 1.120.000 στρ σκεπάζονται από πανέμορφα δάση Ελάτης - Οξιάς και Βελανιδιάς. Σε αυτόν τον ενιαίο γεωγραφικά, ιστορικά και πολιτισμικά χώρο αναφερόμαστε όταν ονομάζουμε τα Άγραφα. Δυστυχώς, αυτοί οι ασφαλισμένοι από τα βράχια τόποι, ενώ η φυσικοί νόμοι τους θέλουν μαζί, οι ανθρώπινοι τους χωρίζουν σε τέσσερις νομούς, (Αιτωλοακαρνανίας, Ευρυτανίας, Καρδίτσας, Φθιώτιδας), με ότι αυτή η διοικητική διαίρεση, επιφέρει στους οικισμούς, και στην ανάπτυξη τους. Ο νομός Ευρυτανίας, που ανήκει το μεγαλύτερο και αγριότερο τμήμα του Αγραφιώτικου τοπίου, ‘’χωρίζεται’’ από την Ε.Ο. Λαμίας – Αγρινίου στο νότιο, (Καλιακούδα – Χελιδόνα – Παναιτωλικό) και τον βόρειο κλάδο των Αγράφων. 

Ανάλογα από που θα γίνει η είσοδός σας στον ορεινό όγκο, (δύσκολα από Λίμνη Πλαστήρα ή το Βλάσι - ευκολότερα από Αγρίνιο ή  Καρπενήσι), αρχίζει και το ταξίδι.  Θα ήταν άδικο να μην αναφερθεί, ότι ο καλύτερος τρόπος προσέγγισης των θαυμάσιων, φαινομενικά απροσπέλαστων ορεινών όγκων, είναι η πεζοπορία. Όλες οι κορυφές που αναφέρονται, όλες οι διαδρομές που θα αναφερθούν1, γίνονται κυρίως με τα πόδια από πολλούς φυσιολάτρες. Υπάρχει καλή σήμανση, ειδικά του μονοπατιού Ε-4 που διασχίζει απ’ άκρον εις άκρου τη χώρα. Ειδικότερα για τις πεζοπορικές διαδρομές ή τις αναρριχήσεις στις κορυφές, όλοι οι ορειβατικοί σύλλογοι της χώρας, σχεδόν κάθε μήνα διοργανώνουν κάποια εξόρμηση. Μην αποπειραθείτε μόνοι σας ή με παρέα την ‘’κατάκτηση’’ οποιασδήποτε διαδρομής ή κορυφής. Υπάρχουν δυσκολίες ή προκύπτουν πολύ γρήγορα, που και οι ‘’μυημένοι’’ καμιά φορά τα χάνουν.

Τη γνωριμία με τον χώρο από τη γέφυρα της Επισκοπής προς Κρέντη – Άγραφα την περιγράψαμε, (βλ. ‘’Λίμνη Κρεμαστών – Άγραφα’’ τομ Α’ 0-300 1999), από εκεί που ανοίγονται, οι ‘’καλύτερες’’ νότιες διαδρομές2 , προς Προυσό - Μεγάλο - Μικρό Χωριό, (βλ. ‘’Καρπενήσι – Προυσός – Μεγάλο χωριό – Στουρνάρα – Πανταβρέχει – Ροσκά’’ τομ Γ’ 0-300 2001). Η είσοδος από την σήραγγα Τυμφρηστού, προς Κερασοχώρι - Κρέντη – Μοναστηράκι – Άγραφα, είναι εξ’ ίσου εντυπωσιακή, με πολλές ευκαιρίες παράκαμψης, σε χωματόδρομους και διαδρομές, έξω από το ασφάλτινο οδικό δίκτυο. Μεταξύ τους, περνάτε από ξεχασμένους οικισμούς, απότομες ανηφοριές, ορεινά περάσματα, δάση με πλατάνια, ποτάμια, παλιά ξύλινα και πέτρινα παραδοσιακά γεφύρια, με κατεύθυνση τα Χωριά της Αργιθέας ή στα Ανατολικά - τη λίμνη Ν. Πλαστήρα. 

Εικοσιεπτά περίπου χλμ, όλο στροφές, από Καρπενήσι μέχρι την ομώνυμη του ποταμού, γέφυρα Μέγδοβα (310 μ. υψ), κάνουν σχεδόν αναγκαστική τη στάση. Εδώ υπάρχει καφενείο, (πρώην χάνι Μέγδοβα), και η ‘’βάση’’ της εταιρείας trekking Hellas, που κάνει κοινό κτήμα, τη χαρά του κανόε – καγιάκ, στους απανταχού εραστές του υδάτινου στοιχείου. Η κατάβαση του ποταμού διαρκεί περίπου δύο ώρες, ενώ στα μισά της διαδρομής γίνεται η καθιερωμένη στάση, στον μικρό καταρράκτη. Εκεί, όποιος επιθυμεί, παίρνει μαθήματα αναρρίχησης στους λείους υγρούς βράχους. Πριν τη γέφυρα, αλλά και μετά, έχει σκιερά πλατώματα για σκηνές, και ειδικά το καλοκαίρι το σημείο προσφέρεται για κολύμπι στα δροσερά νερά του ποταμού. Κάποια ερείπια πετρόχτιστων κτισμάτων, δίπλα, (το πιθανότερο θάλαμοι στρατιωτών & πολυβολείο), σας πάνε χρόνια πίσω, και θυμίζουν τη στρατιωτική παρουσία. Μια από τις κυριότερες διαβάσεις ήταν εδώ, προς Καρπενήσι και Βίνιανη, και ‘’έπρεπε’’ να ελέγχετε όλο το εικοσιτετράωρο. 

Μετά τη γέφυρα, φεύγει αριστερά σας, ανηφορικός στρωτός χωματόδρομος που παραλίμνια, βγάζει στην γέφυρα της Επισκοπής, σε μια εκπληκτικής ομορφιάς διαδρομή, όλο χρώματα, από τη λίμνη και το γύρω κατάφυτο τοπίο. Αυτή η διαδρομή, παρακάμπτει όλο το ορεινό ασφαλτοστρωμένο δίκτυο, συντομεύοντας κατά πολύ την άφιξη στο Αγρίνιο. Στον κεντρικό δρόμο τώρα, προς Κερασοχώρι, περνάτε από το καφενεδάκι του οικισμού Παρκιό (350 μ. υψ). Μικρότερο το κόστος των μεζέδων, από το προηγούμενο, και σαφώς πιο ντόμπρο το τσίπουρο. Η ‘’Ε.Ο.’’ συνεχίζει προς Φραγκίστες, αλλά ο δρόμος προς Κερασοχώρι σας φέρνει, από μια γενναία ανηφόρα, στη Νέα Βίνιανη.

Ανεβαίνοντας τον κεντρικό δρόμο υπάρχει παράκαμψη, με σήμανση που οδηγεί στο Πέτρινο γεφύρι της Βίνιανης, (2 χλμ 300μ), σε ένα φανταστικό τοπίο, με το ποτάμι να προκαλεί για βουτιές. Ο χωματόδρομος που κατεβήκατε έως εδώ, και το μονοπάτι, απέναντι από το γεφύρι, είναι τμήμα του Ε – 4, που συνεχίζει μέχρι τον οικισμό Στένωμα, περνά τον Άγιο Αθανάσιο και φτάνει στο Καρπενήσι. 

Στην Νέα Βίνιανη (560 μ. υψ), υπάρχει καφενείο – ταβέρνα πάνω στο δρόμο, ενώ απέναντι, στο ύψωμα, είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου, με μεγάλο προαύλιο χώρο, για σκηνές. Η Νέα Βίνιανη, στη θέση ‘’λιβάδια’’, κτιζόταν από το 1968, έως το 1973, χρονιά που παραδόθηκαν στους δικαιούχους τα καινούργια σπίτια. Στις 5 Φεβρουαρίου του 1966 ήταν που έγινε ο μεγάλος σεισμός στη περιοχή, και κατέστησε την Ιστορική Παλιά Βίνιανη (620 μ. υψ), ακατοίκητη. Το παλιό χωριό, είναι ευρύτερα γνωστό από την απόφαση της ίδρυσης της Π.Ε.Ε.Α., (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), που ελήφθη στο σπίτι του αγωνιστή, μέλους της κεντρικής επιτροπής του Ε.Α.Μ., αείμνηστου Σταύρου Κανελλόπουλου. 

Από τις 10 Μαρτίου 1944, και μετά, η Π.Ε.Ε.Α. στελεχώθηκε από χιλιάδες εθελοντές, που μετείχαν στα όργανα που καθιέρωσε η ‘’Κυβέρνηση του Βουνού’’, και η Βουλή των Κορυσχάδων. Στους νέους θεσμούς, όπως τα Λαϊκά δικαστήρια, η Λαϊκή δικαιοσύνη, και η Λαϊκή Τοπική Αυτοδιοίκηση, κ.α. συμμετείχαν όλοι. Επόμενο βήμα υπήρξε, ‘’η Βουλή του Βουνού’’ με την ίδρυση του Εθνικού Συμβουλίου των Κορυσχάδων, στις 14 Μαΐου του 1944. 

Το παλιό πετρόχτιστο χωριό με τα διώροφα αρχοντικά, τα πετρόχτιστα καλντερίμια, έχει μείνει να θυμίζει τη παλιά του αίγλη. Να την επισκεφθείτε, βλέποντας μεταξύ άλλων, το παλιό σχολείο, που αναστηλωμένο πια, στεγάζει το μουσείο Εθνικής αντίστασης. Πιο κάτω, μια εκπληκτικής ομορφιάς διαδρομή, οδηγεί στην παράμερη Χρύσω, τον απρόσιτο Αγ. Δημήτριο, και από εκεί, στον απροσπέλαστο ‘’δρόμο’’ που περνά σύρριζα, από την κορυφή ‘’Ουρανός’’ (1619 μ υψ.), καταλήγοντας ή (αριστερά) Κλοπουκίτσα – Κερασοχώρι ή (δεξιά) στο Μάραθο. Η συνέχεια του δρόμου, αν αγνοήσετε την δστ προς Χρύσω, σας φέρνει στη Μαυρομάτα, και στον ορεινό χώρο των Ανατολικών Αγράφων. 

Σαράντα ένα χλμ από Καρπενήσι, και φτάνετε στο Κερασοχώρι (παλιά Κεράσοβο στα 1000 μ. υψ), έδρα του Δήμου Βίνιανης που περιλαμβάνει τα χωριά Δάφνη, Χρύσω, Μαυρομάτα, Αγ. Δημήτριος, Βίνιανη, με συνολικό πληθυσμό 1436 κατοίκων. Ένα μεγάλο, παλιό κεφαλοχώρι, που συγκεντρώνει την κίνηση όλων των γύρω χωριών. Στο καφενείο, της πλατείας ο κυρ – Κώστας θα σας περιποιηθεί, αναλόγως την ώρα που θα φτάσετε, με μεζέδες ή δροσερό καφέ. Ότι πρέπει για ανασύνταξη, αφού από εδώ ή από τον Κρέντη, αρχίζει η ουσιαστική επαφή με τα Δυτικά Άγραφα. Αξιοθέατα του, εκτός από τα πολύ ωραία πετρόχτιστα αρχοντικά, που επιβάλλονται με τη παρουσία τους, είναι τα ερείπια του αρχαίου τείχους και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (1780), με πολύ ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες. 

Όλη η Επαρχία Αγράφων3, ανάμεσα από το όρος Τυμφρηστός και τον ποταμό Αχελώο, αποτελούσε στους προεπαναστατικούς χρόνους, αλλά και κατά τη διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα του 1821, βασικό δρόμο επικοινωνίας της Αιτωλοακαρνανίας με τη Θεσσαλία. Οι διεσπαρμένοι, (από τότε), κάτοικοι των Αγράφων, που δεν αποτελούσε ενιαίο οικιστικά χώρο, αλλά ενιαίο ιστορικά και πολιτισμικά, σήκωσαν τη σημαία της επανάστασης, εδώ, στο Κερασοχώρι, στις 10 Μαΐου 1821, αφού το Καρπενήσι είχε απαλλαχθεί από την Τούρκικη παρουσία. Όσοι Τούρκοι ήταν τότε στα χωριά της επαρχίας, διώχτηκαν χωρίς αιματοχυσία. Η επανάσταση όμως, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, παρά τον ηρωισμό που έδειξαν οι αρχηγοί, Σταμούλης Γάτσος (που αργότερα άλλαξε  ιδέες), Λογοθέτης Ζώτος, Κωνσταντίνος Βελής4 (προσθήκη 27/3/07 δες Γκιόλια Ιστορία νεότερων χρόνων σελ 96) (από το Κερασοχώρι, μέλος της Φιλικής εταιρίας), Κωσταντίνος Βουλπιώτης, Χρήστος Σουλιώτης, Στουρνάρας, Γουδέλης, οι Γιολδασαίοι κ.α. 

Αποτέλεσμα ήταν, ο πασάς της Λάρισας Μαχμούτ (Δράμαλης), να απωθήσει τους επαναστάτες και να ‘’ανακαταλάβει’’ τα Άγραφα, τοποθετώντας μετά την υποταγή τους, ισχυρές δυνάμεις στην Ρεντίνα, (18 χλμ από Φουρνά), που έως τότε είχε μικρή φρουρά. Το ‘’αυτοδιοίκητο’’5 των Αγράφων, αναδεικνύεται στην απάντηση του Καποδίστρια σε επιστολή που έστειλε ο πρίγκιπας του Σαξ – Κοβούργ, Λεοπόλδος τον Φεβρουάριο του 1830, στον τότε κυβερνήτη της Ελλάδος, και καθόριζε, μεταξύ άλλων, τα σύνορα της Ελλάδος - Τουρκίας εκ νέου, στην ‘’γραμμή Ασπροποτάμου’’. 

Απαντώντας ο Καποδίστριας είπε ‘’ποτέ δεν θα παύσω να λέγω ότι οι οκτώ επαρχίαι που θα μείνουν πάλιστον οθωμανικό ζυγό η Ακαρνανία, η Βόνιτσα, ο Βάλτος, ο Βλοχός, τα Άγραφα, το Κράββαρι, το Καρπενήσι, και το Πατρατζίκι, κατοικούνται από 80.000 - 100.000 χριστιανούς και είναι γνωστό ότι αυτές οι επαρχίες ουδέποτε υπετάχθηκαν ολοτελώς εις την Πόρτα’’. Αυτό το ‘’ολοτελώς’’, συνδέεται με την συμφωνία που είχε κάνει ο Καραϊσκάκης, (ώστε να διατηρήσει το αρματολίκι του στα Άγραφα), με τον  Ρεσήτ πασά της Θεσσαλίας, που έλεγε ‘’να μην πατήσει Τούρκος ή Έλληνας ένοπλος στα Άγραφα’’, (βλ. και Αρσενίου ‘’το έπος των Θεσσαλών σελ 70 – 71).

Από το Κερασοχώρι ξεκινάει ο παμπάλαιος δρόμος που καταλήγει στα Άγραφα από μια άγρια, μεγαλοπρεπή διαδρομή, σαράντα πέντε χλμ, περνώντας από τον μικρό ποιμενικό συνοικισμό της Κλοπουκίτσας, τον Ιστορικό Μάραθο και την Παραμερίτα. Να την χρησιμοποιήσετε αυτή τη διαδρομή, γυρνώντας από το χωριό Άγραφα, ειδικά το καλοκαίρι που είναι σίγουρα ανοιχτή. Λίγο πριν τον συνοικισμό του Κερασοχωρίου, Κρέντη, υπάρχει το μοναδικό βενζινάδικο στην περιοχή, και καλό θα ήταν να γεμίσετε, εκτός το ντεπόζιτο, και κάποιο εύκαιρο τετράλιτρο, τουλάχιστον. Ο Κρέντης (740 μ. υψ), αποτελεί το ιδανικό ορμητήριο για τα χωριά των Δυτικών Αγράφων. Οδηγός σας ή πληροφοριοδότης αν προτιμάτε, για πεζοπορίες και διαδρομές στην περιοχή, είναι ο Αργύρης Μάκκας, ο οποίος, μαζί με τον αδελφό του Γιώργο, έχουν το φιλόξενο αγροτουριστικό ξενώνα του χωριού. 

Από εδώ η πρόσβαση στο μοναστήρι της Τατάρνας ή το πέτρινο, μισοβυθισμένο, γεφύρι του Μανώλη,είναι εύκολη κι’ αν υπάρχει χρόνος, απαραίτητη. (δες συνοπτική παρουσίαση ‘’Λίμνη Κρεμαστών – Άγραφα’’ τομ Α’ 0-300 1999). Από τον Κρέντη, περνά το διεθνές μονοπάτι Ε-4, που όπως και σε άλλα μέρη, σε αυτό το σημείο, (έως Κερασοχώρι), είναι ασφαλτοστρωμένο. Λίγο μετά το χωριό, συναντάτε ‘’του πουλιού τη Βρύση’’, με το ολόδροσο νερό. Εδώ έγινε μεγάλη μάχη τον Ιούλιο του 1806 μεταξύ του Κατσαντώνη και του δερβέναγα Χασάν Μπελούση. Η ασφάλτινη διαδρομή συνεχίζει, κατηφορίζοντας αριστερά. Αγνοείστε την δστ, αριστερά σας, (εκτός αν κατευθυνθείτε στα προαναφερθέντα μνημεία), και συνεχίστε ευθεία, στον κακοτράχαλο χωματόδρομο. 

Ταξιδεύοντας, όλο και περισσότερο θαυμάζετε, τα μεγαλειώδη τοπία, γεμάτα έλατα, πλατάνια, και πεύκα χαμηλότερα, τον φιδίσιο Αγραφιώτη, που τις περισσότερες ώρες περπατάτε ή οδηγείτε αντίθετα από την κατεύθυνσή του. Τα Άγραφα θεωρούνται από τις δύο – τρεις περιοχές της Ευρώπης, και της Ελλάδας με το καθαρότερο περιβάλλον, με το μεγαλύτερο μέσο όρο ετήσιας βροχόπτωσης (+ / - 1800 χιλιοστά). Ο πλούσιος σε νερό Αγραφιώτης τροφοδοτείται, ειδικά τον χειμώνα, από δεκάδες ρυάκια και παραπόταμους.

Διασχίζοντας τα Άγραφα, χωρίζοντάς τα σε Ανατολικά και Δυτικά, εκβάλει, μετά από μια διαδρομή τριάντα τέσσερα χλμ, μαζί με τον Αχελώο και τον Μέγδοβα, (Αρχ Καμπύλος) σχηματίζοντας την τεράστια, πανέμορφη, όσο και άγνωστη, λίμνη Κρεμαστών. Πριν την δημιουργία της λίμνης, η διαδρομή του ήταν εξήντα χλμ, και ενώνονταν με τον Αχελώο και τον Μέγδοβα. Συνταρακτικά τοπία, πολύμορφες σάρες, εκπληκτικό οικοσύστημα, απότομες χαράδρες, μονοπάτια, και παντελής έλλειψη ανθρώπων και κίνησης γενικότερα. Μοναδικός αμόλυντος τόπος, που η παρουσία σας ξενίζει τα πουλιά και τα ζώα που σίγουρα σας βλέπουν, απ’ τα δέντρα και τους θάμνους.

Από εδώ φαίνεται, αρχίζουν τα δύσκολα. Μια στροφή, αποκαλύπτει ξαφνικά την εκπληκτική θέα του Αγραφιώτη και την μικρή πετρώδη κοιλάδα του. Έχετε μπει στον Δήμο Αγράφων, (Φ.Ε.Κ. 244 Τεύχος Α’/4/12/1997) που περιλαμβάνει τα χωριά Μοναστηράκι, Άγραφα, Επινιανά, Μάραθο, Τρίδεντρο, Τροβάτο, Βραγγιανά και 52 συνοικισμούς (πληροφορία του Δημάρχου Χρήστου Μπούρα σε τηλεφωνική επικοινωνία 22/9/08 ω13:48). Αποτέλεσε την μεγάλη έκπληξη στην απογραφή του 2001 παρουσιάζοντας αύξηση, ούτε λίγο ούτε πολύ 266,3%!. Από 2278 κατοίκους την περασμένη δεκαετία, (ενδέκατος – τελευταίος, στην λίστα των δήμων) βρέθηκε με 3707 κατοίκους, δεύτερος πολυπληθέστερος δήμος στην Ευρυτανία, με πρώτο τον δήμο Καρπενησίου.

Η αίσθηση που αποκομίζετε είναι πρωτόγνωρη, κυρίως για τον περιβάλλοντα χώρο, με τα τεράστια πλατάνια και τον κρυστάλλινο Αγραφιώτη να κυριαρχεί στο τοπίο. Η κατάσταση του δρόμου, ίδια, δεν άλλαξε τίποτα, λακκούβες, νεροφαγώματα, πέτρες, ωραία. Λένε, ότι σύντομα θα ασφαλτοστρωθεί. Το συζητάνε εδώ και χρόνια, μάλλον πλησιάζει η ώρα, και το πιθανότερο είναι να απομυθοποιηθεί πλέον η πρόσβαση εδώ. Αν έχετε χρόνο εφέτος, κάντε μια βόλτα, γιατί μάλλον δεν θα είναι ποτέ το ίδιο. 

Χωρίς να το καταλάβετε, φτάνετε στην Βαρβαριάδα έναν μικρό οικισμό, περνώντας το ‘’κλεφτολήμερο’’. Μια στάση, στο παλιό καφενεδάκι και την βρύση με το δροσερό νερό, του κυρ Λάμπρου Κοντογούνη, επιβάλλεται. Εδώ, ήταν επί εβδομήντα (1937) και παραπάνω χρόνια, το παλιό χάνι Βαρβαριάδας, του αείμνηστου Γεωργίου Κ. Κοντογούνη, που εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί ακόμα όλους τους κατοίκους του Δήμου Αγράφων. Αμέσως μετά, η διαδρομή μπαίνει για τα καλά στο Αγραφιώτικο τοπίο, περνά μια νέα τσιμεντογέφυρα, τον ‘’οικισμό’’ (3 σπίτια) της Κωνσταντίνας, και φτάνει στην δστ για Μοναστηράκι. Εκεί, στο συνοικισμό Κοτσίστα ή Κωστίτσα, είναι το δεύτερο καφενεδάκι – ταβέρνα – σπίτι, του κυρ Σπύρου Γαντζούδη, που ανάλογα την ώρα, θα σας φτιάξει κάτι νόστιμο, για να πορευθείτε μέχρι το χωριό. 

Πλησιάζοντας από τον απότομο, ανηφορικό χωματόδρομο, (ανοίχθηκε το 1983 και με προσωπική εργασία) σε ένα από τα πιο απομονωμένα χωριά του τέως, και νυν Δήμου Αγράφων, το Μοναστηράκι, πραγματικά σας πιάνει δέος. Από αριστερά σας χάσκει άγριος και απύθμενος θαρρείς, ο γκρεμός, και βαθιά κάτω, ακούγεται το ρέμα του ποταμού Μοναστηρακιώτη που τρέχει παφλάζοντας να ενωθεί με τον Αγραφιώτη. Λίγο πριν μπείτε στο χωριό, δεξιά σας, μια ‘’δύσκολη’’ αλλά εκπληκτική διαδρομή, στις ράχες της ‘’Λιάκουρας’’ (2040 μ. υψ), ανηφορίζει περίπου στα 1600 μ υψ, φτάνοντας στους κτηνοτροφικούς ‘’συνοικισμούς’’ (2 – 3 σπίτια), Λαγκάδα, Κοτρώνι, δστ για Πλατανιά (1000 μ υψ), και  Βλαχοπούλα, με την εκπληκτική θέα, πλησιάζοντας στο Προσήλι και τις πηγές των ρεμάτων της Φτέρης, και του Τριβαλορέματος. 

Με το ελαφρύ εντουράκι σας θα φτάσετε κοντά στο τελευταίο και μετά με τα πόδια προς το ρέμα. Σε αυτούς τους μικρούς συνοικισμούς, (όπως και στους άλλους, κάτω στον Αγραφιώτη), αναδείχθηκε όσο πουθενά αλλού, η αυτόνομη αγροτοκτηνοτροφική οικονομία. Κάθε σόι, είχε δικούς του πόρους, προερχόμενους από μικρούς κλήρους, όπου έσπερναν τα απαραίτητα για την οικογένεια. Λίγα οικόσιτα ζώα, (πρόβατα – γουρούνια), συμπλήρωναν το πενιχρό έτσι κι’ αλλιώς εισόδημα. Οι κακουχίες, η αδιαφορία, έφεραν αυτή την ερήμωση. Μόνο η Βλαχοπούλα, (1200 μ υψ), ‘’κατοικείται’’ στις μέρες μας, και αυτό, μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες (λεπτομέρειες και χάρτη βλ. περιοδικό Κορφές τ.127 σελ. 71). 

Κατηφορική πεζοπορία από τον Πλατανιά, σε μονοπάτι που αλλού φαίνεται και αλλού έχει ‘’σαρίσει’’, σας φέρνει στο θεϊκό ρέμα της Φτέρης. Η διαδρομή κρατά +/- 3ω και βγάζει στο συνοικισμό της Φτέρης Επινιανών, με τους ξακουστούς μεγαλοκτηνοτρόφους, (Κουτρουμανέοι, Αρωνιαδαίοι, Αποστολέοι κ.α.), και στο πέτρινο γεφύρι της Ανηφόρας, πάνω στη συμβολή του Ρέματος της Φτέρης με τον Αγραφιώτη, απ’ όπου ή ανεβαίνετε στα Επινιανά (βόρεια), ή συνεχίζετε τον Αγραφιώτη μέχρι τον Καρβασαρά, (νότια), στο καφενεδάκι του κυρ – Σπύρου Γαντζούδη.

Όλη η ορεινή περιοχή της Ευρυτανίας, (αυτό δεν είναι ευρύτερα γνωστό) χτυπήθηκε από καταστρεπτικούς σεισμούς στις 5 και 6 Φεβρουαρίου 1966, και οι πολλοί τότε κάτοικοι, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές εστίες τους. Η διοίκηση, αδιαφορώντας για τις πληγές που άνοιξαν οι σεισμοί, άφησε τα χωριά να ερημώσουν, και τους κατοίκους να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν μονίμως πλέον σε άλλους τόπους, ενώ πολλοί ακολούθησαν τον δύσκολο δρόμο της μετανάστευσης. Για να αντιληφθείτε την κατάρρευση λόγω της σεισμικής δραστηριότητας, αρκεί να αναφέρουμε ότι από τις διακόσιες δεκαεπτά οικογένειες του χωριού Μοναστηράκι, (περίπου 900 κάτοικοι) μετά τους σεισμούς, έμειναν μόλις εικοσιτρείς!

Μπαίνοντας στο Μοναστηράκι (700 μ. υψ), δεξιά σας, είναι η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, η Παναγιά, με μεγάλο πλακοστρωμένο προαύλιο. Αν έρθετε βράδυ, μπορείτε να στήσετε σκηνή, δίπλα, υπάρχει βοηθητικός χώρος, βρύση με νερό, κ.λπ. Πιο πέρα από την εκκλησία, (900μ.) είναι άλλη μικρότερη και ερειπωμένη, του Αγίου Αθανασίου. Εκεί, υπάρχουν και άλλα κτίσματα που οι ντόπιοι λένε ότι ήταν τα κελιά των καλόγερων από το μεγάλο μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου, που λειτουργούσε και σαν ‘’κρυφό σχολειό’’. Ήταν η αγαπημένη όλων των οπλαρχηγών, και του ήρωα Κατσαντώνη.

Το χωριό, ειδικά τους χειμωνιάτικους μήνες, σας δίνει με την πρώτη ματιά, την αίσθηση της εγκατάλειψης. Αρκετά σπίτια είναι ερειπωμένα, όμως άλλα τόσα ξανακτίζονται, πράγμα που σημαίνει ότι οι κάτοικοι νοιάζονται. Μοναδικά σημάδια για να καταλάβει κάποιος αν είναι μόνος του ή όχι, είναι οι .... καμινάδες από τα τζάκια ή τα μπουριά από τις σόμπες, που καπνίζουν, και κάποια απλωμένη για να στεγνώσει κουρελού ή βελέντζα. Μετά την εκκλησία, αριστερά στο μεγάλο πλάτωμα, είναι ένα καινούργιο καφενείο (άνοιξε το 2003), με όμορφη θέα προς το χωριό. Πιο κάτω, προς το κέντρο, βρίσκεται το κλασικό παμπάλαιο λιθόχτιστο καφενείο, του Χρήστου Μπακογιάννη, ακόμα όρθιο. Τσιπουρομεζέδες και φαγητό πάντα υπάρχουν, να μην πείτε όχι. Το χειμώνα εν αντιθέσει, με το καλοκαίρι μένουν ελάχιστα άτομα εδώ. Το σχολείο, στην άκρη του χωριού, στον λόφο, φαίνεται από παντού, και μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε αρκετά πιτσιρίκια. Μεγάλωσαν, έφυγαν, και αυτό ήταν. Σ’ ένα χωριό που το ρεύμα ήρθε το 1990, (10 Νοεμβρίου), τι περιμένει κανείς. 

Στο μέσο του οικισμού, είναι κτισμένη από Τζουμερκιώτες μαστόρους, με τη βοήθεια και την προσωπική εργασία των κατοίκων, η λαμπρή εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (1908), πολιούχου του χωριού. Το καρυδένιο τέμπλο της, είναι σκαλισμένο από τον ξυλογλύπτη Ψυχογιό με καταγωγή τη γειτονική Δυτική Φραγκίστα. Από την κεντρική πλατεία, τον ‘’πλάτανο’’ των ντόπιων, ένα στρωτό καλντερίμι ανηφορίζει μέχρι το σχολείο, στη θέση ‘’Κάστρο’’. Εδώ, σύμφωνα με τα λεγόμενα των κατοίκων αλλά και τους μεγάλους λιθογκόλιθους που υπάρχουν στην πλαγιά του λόφου, υπήρχε αρχαίο κάστρο – παρατηρητήριο. Πολύ αργότερα κτίστηκε η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και στα ερείπια της θέσης της, το 1955, έγινε το λιθόκτιστο σχολείο. Σήμερα, με δαπάνες του Γεωργίου Κ. Χρυσικού ανοικοδομήθηκε στο ψηλότερο σημείο του λόφου η νέα εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, στολίδι του χωριού με την καλύτερη θέα. 

Στην πλατεία δεξιά, ο χωματόδρομος κατηφορίζει, μέχρι το ρέμα του Μοναστηριώτη. Εκεί υπάρχουν ακόμα, τα ερείπια του παλιού νερόμυλου (του Τόλη βλ. Ευρυτανικά χρονικά τ.29 σελ 36), το πέτρινο γεφύρι, και το σπιτάκι του ανάδοχου, για το υδροηλεκτρικό έργο (Μ.Υ.Κ. = Μικρά Υδροηλεκτρικά Έργα), από αυτά που σε λίγα χρόνια θα διαχειρίζονται την ‘’οικολογική’’ ενέργεια που παράγετε από το νερό. Από εκεί  η πεζοπορική διαδρομή, σας φέρνει σε +/- 6ω μέσω ‘’Παπαδιάς’’ (1750 μ. υψ), στην ψηλότερη κορυφή της περιοχής, ‘’Λιάκουρα’’ (2043 μ. υψ). 

Η διαδρομή που ενδιαφέρει, φεύγει από τον παλιό νερόμυλο και συνεχίζει κανονικά στον απαίσιο, στενό χωματόδρομο μέχρι που περνάει, το δεύτερο πέτρινο παραδοσιακό γεφύρι του χωριού, το ‘’ψηλό γεφύρι’’ των ντόπιων, όπου χειροτερεύει, (ο δρόμος). Ανεβαίνετε μια δύσκολη ανηφορική, όλο φουρκέτες διαδρομή, που σκαρφαλώνει με υπομονή στις πλαγιές της τοποθεσίας ‘’Πουρναράκι’’ και Παλιόρογκα. Πιο ψηλά το βουνό ‘’Νερούτσικο’’ και το ‘’Διάσελο’’. Στη ράχη, πάνω και αριστερά από το χωριό, στο βουνό Πύργος, με θέα στον Αγραφιώτη, υπάρχει η φημισμένη ‘’σπηλιά του Κατσαντώνη’’ όπου άρρωστος και ανήμπορος από ευλογιά, ο ‘’αετός των Αγράφων’’, κατέφυγε για να μην τον βρουν οι διώκτες του. Ανήμπορος πια, αυτός που δοξάστηκε, αποθεώθηκε και τραγουδήθηκε όσο κανένας άλλος. Χαρακτηριστικό το απόσπασμα: ‘’Ο Κατζαντώνης, και ο Λεπενιώτης αδελφός του κατετρόμαξαν τα εκλεκτότερα στρατεύματα, και τους ανδρειοτέρους αρχηγούς του Αλή Πασά, ώστε αν δεν συνελάμβανε δια προδοσίας τον πρώτον ασθενή όντα, και δεν εδολοφόνει τον δεύτερον, δυσκόλως ήθελε τους καταβάλει δια των όπλων, (Χ. Περραιβός – Ιστορία Σουλίου και Πάργας, σελ 24). Τελικά, βαριά άρρωστος, χωρίς να μπορεί να μετακινηθεί, μετά από παρακολούθηση; του μοναχού που του πήγαινε συχνά - πυκνά φαγητό, ο αγωνιστής – πολέμαρχος, (τιμητικός τίτλος που εδόθη από τον Καποδίστρια και τον Βαρνακιώτη) συνελήφθη, μαζί με τον αδελφό του Γιώργο Χασιώτη από το απόσπασμα του Άγου Μουχουρντάρη. 

Η σκληρή μάχη για τη σύλληψή τους, κράτησε επτά ώρες και σε αυτή χάθηκαν και οι πέντε σύντροφοι του αγωνιστή. Οι πολλαπλάσιοι διώκτες, τους μετέφεραν στα Γιάννινα όπου μαρτυρικά θανατώθηκαν το 1807 ή το 1808 (Σταμέλος,  186, 187, 188). Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι το απόσπασμα του Μουχουρντάρη μπήκε στο σπίτι του Γιάννη Γκούρλια για πλιάτσικο, και πήγε να πάρει και ένα μεγάλο καρπούζι, που ήταν για τον ‘’καπετάνιο’’. Ο μικρός γιος του Γκούρλια φώναξε ‘’μην το πειράζετε…. είναι για τον καπετάνιο’’. Αυτό ήταν. Οι Τούρκοι το ανέφεραν στον Μουχουρντάρη, και αυτός βασανίζοντας και απειλώντας την οικογένεια, απέσπασε την τοποθεσία του κρησφύγετου.

Εκεί που σήμερα τοποθετείται η ‘’σπηλιά’’, δεν υπάρχει παρά μια εσοχή ένα μικρό πλάτωμα, στο βράχο. Το να την εντοπίσετε είναι τουλάχιστον ευφάνταστο, το ίδιο ισχύει και για τη βρύση ‘’του Κατσαντώνη’’, μόνη λύση ο ντόπιος οδηγός. Εντυπωσιάζει πάντως η αδιαφορία. Τόσα χρόνια, όλοι οι επισκέπτες ψάχνουν, ρωτούν, και ενδιαφέρονται για το πώς θα πάνε στη σπηλιά, και ο ‘’μακάριος’’ Δήμος Αγράφων, ακόμα δεν έχει τοποθετήσει σήμανση. Ας ελπίσουμε, ότι η νέα Δημοτική αρχή, θα δει διαφορετικά το θέμα ‘’σήμανση’’. 

Από εκεί, η συνέχεια της διαδρομής, σπαρμένη θαρρείς όλο κοτρόνες, βγάζει στο συνοικισμό του χωριού Μοναστηράκι, Κεφαλόβρυσο (παλιό Σίχνικο), με τις δύο παλιές εκκλησίες, τον Άγιο Νικόλαο και τον Άγιο Παντελεήμονα και συνεχίζει προς το εγκαταλειμμένο Παλιό Παλιοκάτουνο, το Νέο, και το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη. Εκεί, προσεγγίζει τον κεντρικό προς Βούλπη ή προς το Κάστρο της Τσούκας, το γεφύρι του Μανώλη και τη Δ. Φραγκίστα ή τον Κρέντη. Μια μικρή διαδρομή + / - 25 χλμ (Μοναστηράκι – Γέφυρα Κρυονερίου), που ούτε στην φαντασία σας υπάρχει. 

Όλη η κατάφυτη παρθένα περιοχή, διαθέτει μοναδικά, άγρια τοπία που την χαρακτηρίζουν. Δεν είναι τυχαίο ότι κυρίαρχα στις παραδόσεις του τόπου είναι τα ξωτικά, οι νεράιδες και οι κρυμμένοι θησαυροί. Κάθε σημείο, η παραμικρή τοποθεσία, συνοδεύεται και από έναν θρύλο, μια μεταφυσική έκφραση. Από το Μοναστηράκι, αν δεν ακολουθήσετε τη διαδρομή προς τη σπηλιά του Κατσαντώνη, μπορείτε να γυρίσετε πίσω, στη διασταύρωση, ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο προς τον εγκαταλειμμένο πια Καρβασαρά, παλιό κόμβο των καραβανιών που διέσχιζαν την περιοχή. Από εδώ, υπάρχουν δύο βασικές διαδρομές

Η πρώτη, πεζοπορική, οδηγεί αριστερά στην κοίτη του Αγραφιώτη, φτάνει στο ασυντήρητο, (τέσσερα πέτρινα γεφύρια χάσαμε φέτος το χειμώνα – ’03 – ’04), πέτρινο παραδοσιακό γεφύρι της Ανηφόρας, το θαυμάσιο φαράγγι της Τρύπας με τους καταρράκτες του, ιδανικό για καλοκαιρινή διάσχισηκαι το ρέμα της Φτέρης, ανηφορικά αυτή τη φορά. Η συνέχεια της πεζοπορίας, (υπάρχει αραιή σήμανση), θα σας φέρει στα Επινιανά. Αυτή η ‘’στράτα’’ όπως την λένε οι ντόπιοι, ήταν ο μόνος δρόμος επικοινωνίας των Αγραφιώτικων χωριών με το Καρπενήσι. 

Η δεύτερη διαδρομή, οδική βγάζει στη Βαρβαριάδα, (που προσπεράσατε πηγαίνοντας στο Μοναστηράκι), και από εκεί στο Μάραθο, γενέτειρα του Κατσαντώνη. Το άγαλμα του, είναι στην πλατεία του χωριού, δίπλα στους Άγιους Ταξιάρχες, μια παμπάλαια εκκλησία (1760) με σπάνιες τοιχογραφίες, και περίφημο σκαλιστό τέμπλο. 

Ένας τέτοιος φυσικός - ιστορικός χώρος για να μην αποτελέσει εισβολή η παρουσία σας, χρειάζεται η επίσκεψή – περιήγησή, να συνοδεύετε με αγάπη για τον τόπο και τον απαραίτητο σεβασμό στους ανθρώπους που θα συναντήσετε, αλλά και στα πανταχού παρόντα μνημεία που - μην το ξεχνάμε ούτε στιγμή - αυτοί με κόπο, αγωνία, συντηρούν έτσι ώστε να τα χαιρόσαστε, έστω επιφανειακά.  Αλήθεια είναι, ότι όσες φορές και να ξεκινήσετε την περιήγηση στον ορεινό όγκο Αγράφων, άλλες τόσες θα ‘’αλλάξετε’’ τόπο ή χωριό προορισμού. Είναι τόσοι οι δρόμοι και τα μονοπάτια, που τις περισσότερες φορές δικαιολογημένα η περιέργεια οδηγεί αλλού. Είναι πολύ καλό, και επιμορφωτικό, να ‘’παρασυρθείτε’’ από μονοπάτια που ‘’ο Θεός ξέρει που βγάζουν’’, συνήθως στα Άγραφα βγάζουν σε μέρη παραμυθένια, πραγματικά από τους τελευταίους – μαζί με το Γράμμο, παράδεισους της χώρας.  

Σε λίγα χρόνια που οι δρόμοι θα είναι καλύτεροι, οι περιηγητές - ταξιδιώτες θα συνεχίσουν να φτάνουν εδώ. Τι θα βρίσκουν; Ίσως ένα ανεπτυγμένο χωριό. Το βέβαιο είναι, ότι αν δεν παρθούν μέτρα για τις τραγικές ελλείψεις, που έχει αυτό το θαυμάσιο, ίσως το ωραιότερο κομμάτι - παράδεισος της Ελληνικής γης, σύντομα, αντί της ανάπτυξης θα έρθει η ερήμωση, στα χνάρια άλλων οικισμών, όταν οι τελευταίοι γέροντες και γερόντισσες πάρουν την τελευταία τους ‘’στράτα’’, στα μονοπάτια των Αγράφων. 

Σημειώσεις:

(1)Τα Άγραφα είναι μια μεγάλη περιοχή, με πάρα πολλές ενδιαφέρουσες διαδρομές. Θα αναφερθούμε σε αυτές αναλυτικά, και κομμάτι - κομμάτι. Αν μαζευτούν όλα τα άρθρα θα έχετε έναν μοναδικό πιστεύουμε οδηγό. Τα στοιχεία υπάρχουν, αλλά μόνο με σειρά δημοσιευμάτων χωρούν στον τόμο. Αλλιώς, θα έπρεπε να αφιερώσουμε έναν ολόκληρο, και θα ήταν άδικο για τα άλλα σπάνια μέρη της Ελλάδας.

(2) Σε επόμενο άρθρο για να ‘’κλείσουμε’’ τις Νότιες διαδρομές, θα αναφερθούμε στην διαδρομή Λίμνη Κρεμαστών – Αγαλιανός – Αγ. Βλαχέρνα – Σελά – Φιδάκια – Χελιδόνα – Μικρό Χωριό – Καρπενήσι.

(3) Η ονομασία Άγραφα προϋπήρχε της Οθωμανικής κατάκτησης Στην περίοδο της εικονομαχίας συγκρούσθηκαν δύο αντιλήψεις, του ανεικονίστου ασιατικού πνεύματος και του εξεικονιστικού ελληνικού πνεύματος. Λέοντας ο Τρίτος ο Ίσαυρος ήταν ο Αυτοκράτορας που ξεκίνησε την εικονομαχία με πρώτο διάταγμα το 726 μ.Χ. Οι διάδοχοί του, επέβαλαν την απαγόρευση των χριστιανικών εικόνων, που διορθώθηκε και τελικά κατοχυρώθηκε η ορθόδοξη διδασκαλία περί εικόνων από την Ζ’ Οικουμενική σύνοδο. Την εποχή της διαμάχης μεταξύ εικονολατρών και εικονομάχων 726 - 843 / 867 μ.Χ. ο τότε Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε΄ (που οι φανατικοί καλόγεροι του κόλλησαν το παρατσούκλι Κοπρώνυμος) ή Πογωνάτος (741 – 775), γιος του Λέοντα, συγκάλεσε εικονομαχική σύνοδο, η οποία υιοθέτησε τις απόψεις των εικονομάχων, σαν επίσημες απόψεις της Εκκλησίας και του Κράτους.

Έτσι έστειλε σε όλη την επικράτεια, του τότε Βυζαντίου, διάταγμα, στο οποίο διάτασσε την καταστροφή των εικόνων. Για την πιστή τήρηση αυτής της εντολής έστειλε απεσταλμένους να διαπιστώσουν εάν η διαταγή, έχει εφαρμοσθεί. Σε όλους τους ελέγχους που έκαναν, διαπίστωναν (και έγραφαν) ποιες περιοχές είχαν εφαρμόσει την  διαταγή του Αυτοκράτορα. Προχωρώντας προς την ορεινή περιοχή, εν αντιθέσει με την Θεσσαλική πεδιάδα, έκπληκτοι διαπίστωναν ότι οι  κάτοικοι αυτών των απομονωμένων επαρχιών, πιστοί στα έθιμα και τις παραδόσεις, δεν είχαν αφαιρέσει τις εικόνες. Όταν οι απεσταλμένοι του Κωνσταντίνου τους σύστησαν να αφαιρέσουν τις εικόνες από τις πολυάριθμες εκκλησίες τους, εκείνοι  θεώρησαν ότι έχουν να κάνουν με ιερόσυλους, με αποτέλεσμα να συλληφθούν, να δικαστούν, και να καταδικαστούν σε θάνατο. Σε έναν χάρισαν τη ζωή για να μεταφέρει τα νέα στην Βασιλεύουσα. 

Ο Αυτοκράτορας εξοργίστηκε πολύ, αφ΄ ενός που δεν εφάρμοσαν την διαταγή, αφ΄ ετέρου, που θανατώθηκαν οι απεσταλμένοι. Έτσι έδωσε την εντολή ολόκληρη η περιοχή, να διαγραφεί από τον χάρτη της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Από εκείνη την περίοδο και μετά, ο χάρτης εμφάνιζε αυτές τις ορεινές επαρχίες ως ‘’ Άγραφτες ‘’, πολύ πριν την Οθωμανική κατάκτηση, που στη Θεσσαλία, έγινε 60 χρόνια πριν την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.

(4)Ο οπλαρχηγός Κώστας Στεργιόπουλος ή Βελής ήταν αυτός που έστειλε στους άλλους αρχηγούς διακήρυξη, όπου τους καλούσε στον ξεσηκωμό. Συνελήφθη στη θέση ‘’Ταμπούρια’’ τον Αύγουστο του 1821, και εστάλη στην Κωνσταντινούπολη, όπου βασανίστηκε και θανατώθηκε χωρίς να αποκαλύψει άλλα μέλη της Φιλικής εταιρίας.

(5)Άλωση της Κωνσταντινούπολης 1453. Εξήντα χρόνια νωρίτερα (1393) ο σουλτάνος Βαγιαζίτ Α’ καταλαμβάνει οριστικά τη Θεσσαλία Στα χρόνια του Σουλτάνου Σουλεϊμάν (1520 - 1566), του επονομαζόμενου και μεγαλοπρεπή, τα Άγραφα αντιστέκονται και τελικά δέχονται την επικυριαρχία των Τούρκων κρατώντας σημαντικά προνόμια. Στην πραγματικότητα αναγνωρίστηκαν τα προνόμια που προϋπήρχαν από τη βυζαντινή εποχή. Έτσι, το 1525 στις 10 Μαΐου στην Νεβρόπολι (Τάμασι = Ανάβρα) υπεγράφη η συνθήκη του Ταμασίου μεταξύ του αρχιστράτηγου των Τούρκων Μπεηλέρμπεη της Ρούμελης και των Αγραφιωτών προυχόντων που έλεγε: α) όλα τα χωριά των Αγράφων αποτελούν αυτόνομη περιοχή που διοικείται από συμβούλιο με έδρα το Νεοχώρι (Νεβροπόλεως), β) απαγορεύεται να κατοικήσει Τούρκικη οικογένεια στην περιοχή των Αγράφων πλην του Φαναρίου, γ) οι κάτοικοι των πεδινών και ορεινών περιοχών επικοινωνούν ελεύθερα, δ) Κάθε κοινότητα των Αγράφων υποχρεούται να πληρώνει στην Υψηλή Πύλη (Κωνσταντινούπολη) 50.000 γρόσια τον χρόνο. Αυτά θα μεταφέρονται με έμπιστο πρόσωπο στην Κωνσταντινούπολη.

Βλ. σχετικά: Μάρκου Α. Γκιόλια, Ιστορία της Ευρυτανίας στους Νεότερους Χρόνους (1939 – 1821), εκδόσεις Πορεία, Αθήνα (1999) 118 με πλούσια βιβλιογραφία. Στο ίδιο βλ. αμφισβητήσεις για το ποσό: Γκιόλια (1999) 119. Επίσης Ιωάννη Α. Καρατζόγλου, Ναοί Αθωνίτικου τύπου στα Θεσσαλικά Άγραφα (16ος – 18ος αι.), διδ. Διατριβή, Αθήνα (2002) 36 με βιβλιογραφία. Η επανάσταση του μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου Φιλόσοφου (1600), δεν κλόνισε τη συνθήκη, όμως τα Ορλωφικά (1769 – 1770) και οι πολεμικές αναταραχές που ακολούθησαν την αποσταθεροποίησαν. Διατηρήθηκε έως το 1775, (χρονιά που γεννήθηκε ο Κατσαντώνης βλ. Σταμέλου (1988, 32) τότε που άρχισε να κυριαρχεί ο Αλή Πασάς Τεπενενλής των Ιωαννίνων.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης 22370

ΔΙΑΜΟΝΗ: Κερασοχώρι Μήτσου Πηνελόπη 31214, Κρέντης Μάκκας Αργύρης & Γιώργος 31350, Μάκκα Θεοδώρα 31313, Επινιανά Γαντζούδης Κώστας 93212, 41349, Άγραφα: Κίτσος Γιώργος ‘’ο Πύργος των Αγράφων’’ 93200, 24082, Κώστας Κομπογιάννης 93209 –23239, Ξενώνας ‘’Τα Άγραφα ‘’ Κώστας Γατής 93220, Δυτ. Φραγκίστα ‘’ Ο Πλάτανος’’, Κώστας Στασινός 95316, 95018, ‘’ Η Δυτική Φραγκίστα’’ 95321. Καταφύγια: Όλα είναι μαζεμένα πάνω από τη λίμνη Πλαστήρα. Ο ‘’Ελατάκος’’ είναι πάντα ανοιχτός, δεν χρειάζεται κλειδί, φεύγοντας όμως, κλείστε την πόρτα, και μην αφήσετε σκουπίδια. Το καινούργιο στη θέση ‘’Κούλια’’, της περιοχής ‘’Καραμανώλη’’, κοιμίζει 30 άτομα, και διαθέτει νερό, ξυλόσομπες κ.λ.π. Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας, Διαχειριστής κ. Βασίλης Τασιόπουλος 6932744194. Τηλέφωνο Καταφυγίου (απαντούν μόνο τα Σαββατοκύριακα) 2441094434. Στη διάθεσή σας 200 μ. πιο κάτω είναι και το παλιό καταφύγιο του Ο.Χ.Ο. Καρδίτσας. Πληροφορίες στα ίδια τηλέφωνα.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στο Χάνι Μέγδοβα, απέναντι στην όχθη του ποταμού. Έξω από την εκκλησία της Νέας Βίνιανης, ή κάτω στο ποτάμι 1,5 χλμ από την Παλιά Βίνιανη προς Χρύσω δεξιά, και άλλα 2,5 κατηφορικά μέχρι το παλιό παραχωμένο γεφύρι. Στο Κερασοχώρι προς το δάσος και στο Μοναστηράκι, στο προαύλιο της εκκλησίας. Ελεύθερο, όπου σας εμπνέει, όμως φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια. 

ΦΑΓΗΤΟ: Η περιοχή ξεχωρίζει με ταβέρνες και ψησταριές έξω από τα συνηθισμένα. Τοπικοί μεζέδες, παραδοσιακές χορτόπιτες, και φυσικά, σούβλες και ψητά (Σαββατοκύριακα) συνοδευόμενα πάντα από Αγραφιώτικα γαλακτοκομικά προϊόντα. Τυρί, μέλι, καρύδια, & τσιπουράκι αγοράστε οπωσδήποτε. Καφενεία για τσιπουράκι και μεζέδες: ‘’Χάνι Μέγδοβα’’ 31789, Νέα Βίνιανη ‘’ο βράχος’’ Γαζέτας Γιάννης & Αναστασία 31007, Κερασοχώρι καφενείο Ρίζος Κώστας 31237, Χάνι Βαρβαριάδας Λάμπρος Κοντογούνης 94039, Μοναστηράκι Χρήστος Μπακογιάννης 95221, Σπίτι – Ταβέρνα – Καφενείο στην Κοστίτσα Σπύρος Γανζούδης 95082. Πριν το χωριό Άγραφα, είναι η καινούργια ταβέρνα του Κίτσιου Δημήτρη ‘’0 Νερόμυλος’’ 93249, 6977702979, μπορείτε να παραγγείλετε σούβλα ή πίτα πριν φτάσετε. Στο χωριό Άγραφα, Κώστας Γατής 93220, Κίτσου Αγόρω, Νίκη Κομπογιάννη ‘’ η Κυρά Νίκη’’ 93209.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Βίνιανης 31888, Δήμος Αγράφων 93276, Αστυνομία Κερασοχώρι 31216, Α’ Βοήθειες Κερασοχώρι 31219, Δ. Φραγκίστα 95381 - 2 - 3, 95269.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.evrytan.gr www.oreivatein.com/intro/gr.htm Σε περίπτωση που η διαμονή σας γίνει στο ξενοδοχείο ‘’Άνεσις’’ στο Καρπενήσι υπάρχουν προγράμματα που περιλαμβάνουν περιήγηση με τζιπ στα ορεινά, ιππασία κ.ά. Info: 80700, 1. Trekking Hellas 2103310323 – 6. Ο Πρόεδρος του συλλόγου Αγράφων κ. Λάμπρος Γάτης είναι στη διάθεσή σας για πληροφορίες 93240, 6977695120. Βουλκανιζατέρ - συνεργεία: Moto Japan Κουτούμπας Γιάννης, Αγίου Νικολάου 40, Καρπενήσι 80480, 6974603378 καλύπτει όλη την περιοχή Ευρυτανίας, μεταφέροντας με φορτηγάκι τη μοτοσυκλέτα σας, στο συνεργείο του. Επίσης ο Κώστας Στασινός πρατήριο ΕΚΟ, Δυτική Φραγκίστα 95316, και ο Θεοφάνης Γκιόλας, ΕΚΟ & Βουλκανιζατέρ, Γρανίτσα 61284.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Κρέντης ΕΚΟ,  Γρανίτσα ΕΚΟ, Δ. Φραγκίστα ΕΚΟ, Μουζάκι πολλές εταιρείες.

ΧΑΡΤΕΣ: Μοναδική εργασία ακριβείας, με αποτέλεσμα, τον πλαστικοποιημένο Χάρτη, ‘’Ευρυτανία’’, από την ΑΝΑΒΑΣΗ, σε κλίμακα 1:100.000, θα τον βρείτε στην Στοά Αρσακείου 6 Α’ 105 64 Αθήνα, 2103218104, 3210152.

ΒΙΒΛΙΑ: Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) & Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / Π. Γκιόλιας / Πορεία 1999.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Σ.ΜΟ.Κ. Σύλλογος Μοτοσυκλετιστών Καρδίτσας Δημ. Τερτίπη 22, Καρδίτσα, 2441027515, 21090, www.karditsa-net.gr/smok.htm Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΚΕΡΑΣΟΧΩΡΙ – ΚΡΕΝΤΗΣ – ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Διονύσιος Κόκκινος / Η ελληνική Επανάσταση  του 1821
  • Π. Γκιόλιας / Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / εκδόσεις Πορεία 1999
  • Π. Γκιόλιας / Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) / εκδόσεις Πορεία 1999
  • Ένωση Αγραφιώτικων Χωριών / Άγραφα – λεύκωμα / Καρδίτσα 1999
  • Γεωργίου Κ. Χρυσικού / Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας / Αθήνα 2000
  • Δημήτρη Σταμέλου / Κατσαντώνης – Η αποθέωση της παλικαριάς / Βιβλιοπωλείο της Εστίας / Αθήνα 1980

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Τάκης Ντάσιος / Επινιανά / περιοδικό Κορφές / Τ109 Σεπτ – Οκτ 1994
  • Μίλτος Ζέρβας / MountainBike στα Άγραφα / περιοδικό Cliff T4 χειμώνας 1995
  • Γιώργος Σαμπάνης – Κόντε Ιωάννα / Βουτσικάκι / περιοδικό Φυσιολατρικοί Ορίζοντες Τ9 Ιούλ – Δεκ 1995
  • Γιάννη Ιωακειμίδης / Άγραφα / περιοδικό cosmos Τ14 1995
  • Τάκης Ντάσιος / Άγραφα – χώρα των βουνών και των ανθρώπων / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ1 Άνοιξη 1998
  • Τοπογραφικοί οδηγοί για Χελιδόνα Τ129 Ιαν – Φεβ 1998
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Ευρυτανία / περιοδικό VitaT11 Μαρ 1998
  • Φάνης Βορεινάκης / Σπηλιά Κατσαντώνη / περιοδικό Κορφές Τ132 Ιούλ – Αυγ 1998
  • Νίκος Μαστροπαύλος / Στα μονοπάτια των Κυρατζήδων / περιοδικό VitaT11 Μαρ 1998
  • Μίλτος Ζέρβας / Άγραφα – τα σκληρά βουνά / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ11 Σεπτ – Οκτ – Νοε 2000
  • Νίκος Μοσχάκης / Λιάκουρα – Ρέμα Φτέρης / περιοδικό Κορφές Τ154 Μαρ – Απρ 2002
  • Κ. Τριανταφυλλίδη – Δ. Στάβαρη / Δυτικά Άγραφα / περιοδικό Κορφές Τ160 Μαρ – Απρ 2003
  • Γιώργος Φιλίππου / Το ρέμα της Φτέρης / περιοδικό Κορφές Τ166 Μαρ – Απρ 2004
  • Μίλτος Ζέρβας / Μπορλέρο / περιοδικό Ανεβαίνοντας / Τ25 Φεβ – Μαρτ 2004

 ΗΠΕΙΡΟΣ (6475 λέξεις)

ΠΡΕΒΕΖΑ – ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ – ΝΕΚΡΟΜΑΝΤΕΙΟ ΑΧΕΡΟΝΤΑ – ΣΟΥΛΙ

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2004

Από τον Αχέροντα στο Σούλι 

Από την Πρέβεζα, που αποτελεί το νοτιότερο σημείο της Ηπείρου, μέχρι το χωριό Αμμουδιά, οι παραλίες είναι απέραντες και συνεχόμενες, τόσο, ώστε μετά από λίγη ώρα οδήγησης, οι όμορφες τοποθεσίες κατακτούν το οπτικό πεδίο, κυριολεκτικά, ξεσηκώνοντας τις αισθήσεις. Αραιά και πού, κάποια συστάδα δέντρων ή βράχων, που και αυτές σχηματίζουν μικρές παραλίες, διακόπτουν την οπτική πανδαισία. 

Είναι μια ήσυχη παραθαλάσσια διαδρομή, σαράντα πέντε περίπου χλμ, που εφάπτεται στην αρχή, με την πλούσια σε καλλιέργειες εσπεριδοειδών, πεδιάδα, που ποτίζεται από τον Λούρο, λίγο πριν αυτός χυθεί στον Αμβρακικό. Η κατεύθυνση είναι προς τις εκβολές του Αχέροντα και την Αμμουδιά, λίγο πριν τη κοσμοπολίτικη, κοσμοβριθή, αλλά εσαεί καλλονή, Πάργα. Στη διαδρομή, οι μεγάλες ακρογιαλιές, ‘’Καστροσυκιά’’ – ‘’Βράχος’’ – ‘’Λούτσα’’ - η μεγαλύτερη και με ‘’Μπλε σημαία’’ για την καθαρότητά της - και τέλος, ο φιλικός όρμος της Αμμουδιάς με την λαμπερή παραλία της είναι οι πιο γνωστές, όμορφες και με υποδομή. Η εναλλακτική προσέγγιση γίνεται μέσω Άρτας με κατεύθυνση τον Λούρο, το ιστορικό Ζάλογγο, και το κομβικό Καναλλάκι, έδρα του Δήμου Φαναρίου. Από εκεί φτάνετε εύκολα στο Μεσοπόταμο (παλιά Λυκούρσι 10 μ. υψ.) και στην παραλιακή, ανεπτυγμένη πλέον, αλλά εξ’ ίσου συμπαθητική Αμμουδιά (παλιά Σπλάντζα 5 μ υψ), δίπλα από τις εκβολές του Αχέροντα. 

Στην αξιοποίηση της παράκτιας περιοχής, που πλέον διαθέτει αρκετές υποδομές φιλοξενίας και φαγητού, συνέβαλε η ύπαρξη του νεκρομαντείου και του ποταμού Αχέροντα, όπου στο σημείο αυτό, είναι πλωτός. Η σταθερή στάθμη του, εξασφαλίζεται από τις πολλές βροχοπτώσεις και την ήπια κλίση του εδάφους, προσφέροντας μια θαυμάσια ευκαιρία για βόλτα. Από τις εκβολές, ξεκινούν πλοιάρια ή βάρκες, ‘’ανεβαίνοντας’’ σχεδόν μέχρι το νεκυομαντείο, (αρχ. Νέκυς = νεκρός) της αρχαίας Εφύρας, (το Ξυλόκαστρο των ντόπιων), δίνοντάς σας τη δυνατότητα να απολαύσετε πραγματικά τη διαδρομή, και την πλούσια παραποτάμια βλάστηση. Στο κέντρο πληροφόρησης της Αμμουδιάς, θα ενημερωθείτε για την σπουδαία αξία του ποταμού, τα μονοπάτια, και θα έρθετε σε επαφή με τους βαρκάρηδες για την ρομαντική μηχανοκίνητη διαδρομή.  

Οδικώς, από την Αμμουδιά μέχρι το Μεσοπόταμο, και τον λόφο που βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος είναι περίπου πέντε χλμ. Πιο παλιά, δεν υπήρχε ούτε φύλακας ούτε είσοδος, τίποτα. Τα τελευταία χρόνια ο χώρος καθαρίστηκε, έγινε το πάρκινγκ, επισκευάστηκε η περίφραξη, προσλήφθηκαν μόνιμοι φύλακες – ξεναγοί, και ο αρχαιολογικός χώρος, λειτουργεί κανονικά, σύμφωνα με τα ωράρια που ισχύουν σε όλη την Ελλάδα.

Οι ξένοι περιηγητές, από τις αρχές του 20ου αι. προσπαθούσαν να εντοπίσουν την θέση του νεκρομαντείου, σύμφωνα με τη θέση της αρχαίας Έφυρας, (στη θέση της Κίχυρου της πρώτης Θεσπρωτικής πόλης) που ήκμασε εδώ τον 5ο – 4ο αι, ορμώμενοι από τις περιγραφές του Ομήρου, και των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. ’’Εκεί που σμίγουν τα άλλα δύο ποτάμια ο Πυριφλεγέθων, ο πύρινος,(ο σημερινός Κάκαβας, που πηγάζει από τα όρη Σουλίου), και ο Κωκυτός, (αρχ. Σελλήεντας, ο σημερινός Βουβός ή Βουβοπόταμος), αυτός που θρηνεί. Εκεί στη συμβολή των τριών ποταμών είναι η σκοτεινή σπηλιά, εκεί που τα βήματα των θνητών σταματούν, εκεί αρχίζει η κάθοδος στον Κάτω Κόσμο, η πορεία που δεν έχει επιστροφή’’.

Εδώ ακριβώς οι άνθρωποι ίδρυσαν ιερό, το νεκρομαντείο του Αχέροντα (άχος = λύπη, Αχέρων = χωρίς χαρά, ποταμός της λύπης), το αρχαιότερο και το πιο φημισμένο όλων, επειδή ακριβώς, τους μετέδιδε την φοβερή αίσθηση ενός ποταμού, που αποτελούσε το όριο μεταξύ του επάνω και του κάτω κόσμου. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν, ότι ο Αχέροντας ήταν μία, η σημαντικότερη, από τις Πύλες του Άδη. Υπήρχαν όμως και άλλες, όπως και άλλα νεκρομαντεία, όπως αυτό του Ταίναρου, (δες Δυτ. Μάνη – Ταίναρο τομ Ε’ 2003), της Ερμιόνης στην Αργολίδα, του Αιγιαλού στη Σικυώνα, της Κορώνειας στη Βοιωτία, της Ιταλικής Κύμης, της Ηράκλειας στον Πόντο κ.α. 

‘’Εκεί που ο ωκεανός συναντάει τα τρομερά βράχια, με τις σκοτεινές σπηλιές, εκεί που τα καράβια κινδύνευαν να τσακιστούν σπρωγμένα από την άσπλαχνη μανία του Ποσειδώνα, εκεί σμίγει  ο φοβερός Αχέρων με τη Θάλασσα’’. Εκεί λοιπόν, κάποτε, στον ανοιχτό κάμπο, τα νερά σταματούσαν για λίγο το ορμητικό τους ταξίδι προς τη θάλασσα, και σχημάτιζαν ένα δύσοσμο έλος, την Αχερουσία λίμνη. Πρέπει να ήταν ένα απόκοσμο και θλιβερό τοπίο τότε, χωρίς ζωή. Λένε, ότι ούτε πουλιά πετούσαν πάνω από τη λίμνη, τίποτα, παρά μόνο εκατομμύρια κουνούπια. Τα κουνούπια μάλιστα, ήταν φορείς ελονοσίας που μόλυνε τους κατοίκους πριν την αποξήρανση, και αποτελούσαν την πρώτη αιτία θανάτου στην περιοχή.

Οι ανασκαφικές εργασίες που πραγματοποίησε στην κορυφή του βραχώδους λοφίσκου, για λογαριασμό της Αρχαιολογικής εταιρείας, με την προτροπή του αείμνηστου Σπύρου Μουσελίμη, (1897 – 1984) Θεσπρωτού Δασκάλου – Λογοτέχνη και Ερευνητή, ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων, Σωτήρης Δάκαρης, (1916 – 1996) τα έτη 1958 – 1964 και 1976 – 1977, έφεραν στο φως τα πολύτιμα ερείπια ιερού, του τρίτου προχριστιανικού αιώνα, κάτω και δίπλα, από τη μονή Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (18ος Αι.). Υπάρχουν πολλά, που πρέπει να μνημονευτούν για τη συμβολή του Σπύρου Μουσελίμη, και για τις ιστορίες της ανασκαφής. Θα το κάνουμε με την πρώτη ευκαιρία, ίσως στο αφιέρωμα των χωριών της Λάκκας Σουλίου, που ετοιμάζεται. 

Αυτά τα μυστηριώδη ερείπια, μας μιλούν, ξυπνώντας με τον τρόπο τους το παρελθόν. Ο Ηρόδοτος βεβαιώνει τη λειτουργία του ιερού στον 8ο αι. π.Χ. που επιβεβαιώνεται και από τα ειδώλια της Περσεφόνης και τη ‘’Νεωνια’’ της Οδύσσειας. Για αιώνες ολόκληρους, οι επισκέπτες - προσκυνητές που ήθελαν να εξευμενίσουν τους νεκρούς, να δουν τα είδωλα τους, τις ‘’χλωμές σκιές’’, να μιλήσουν με τις ψυχές, να μάθουν τα μελλούμενα, και κυρίως, να βεβαιωθούν για αυτό που επιθυμούσαν. Την ύπαρξη κάποιου ‘’κόσμου’’, πέρα από τον κόσμο των ζωντανών.  Έφταναν ως εδώ, στον ιερό βράχο του νεκρομαντείου, διασχίζοντας τον Αχέροντα και την Αχερουσία λίμνη. Μετά, αναλάμβαναν τη μύηση οι ιερείς. 

Σε αυτά τα αινιγματικά ερείπια, που κάποτε αποτελούσαν την μεγάλη σκοτεινή αίθουσα της κάθαρσης, ο χρηστηριαζόμενος παρέμενε κλεισμένος, για έναν ολόκληρο σεληνιακό μήνα, εικοσιεπτά έως εικοσιεννέα μερόνυχτα. Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι της πρώτης αίθουσας υποβαλλόταν σε νηστεία και πράξεις εξαγνισμού. Έτρωγε φαγητά που φέρνουν παρενέργειες και ζάλη. Θαλασσινά στρείδια και χοιρινό κρέας κριθαρένιο ψωμί, λούπινα και κουκιά, και έπινε νερό, γάλα και μέλι. Άκουγε από τους ιερείς μυστηριώδεις διηγήσεις και έκανε λουτρά για να παραμείνει αμόλυντος από την επαφή του με τους ‘’νεκρούς’’. Και όταν ερχόταν η κρίσιμη μέρα, η στιγμή της συνάντησης, ο ιερέας τον οδηγούσε στον ανατολικό διάδρομο. Η διάρθρωση του οικοδομήματος, έδινε στον χρηστηριαζόμενο - προσκυνητή, τη ζοφερή ιδέα του Κάτω Κόσμου.

Περνώντας τον εξωτερικό κυκλώπειο πολυγωνικό περίβολο, με τους μεγάλους ογκόλιθους, εισέρχεστε στον χώρο του ιερού. Μέρος του ανοιχτού πλέον, διάδρομου - λαβύρινθου, αίθουσες καθαρμών και εγκοίμησης, βοηθητικές αίθουσες, δωμάτια προσφορών, διασχίζουν και σήμερα όσοι επισκέπτονται τον χώρο, για φθάσουν στο πιο αξιόλογο σημείο του νεκρομαντείου, στην ‘’αίθουσα των νεκρών’’, στο Άδυτο. Να αναφερθεί εδώ, ότι τα συναισθήματα και σήμερα, είναι ανάμικτα, ειδικά όταν κατεβαίνετε τη σιδερένια σκάλα και είστε μόνοι. Η αίθουσα υποβάλει, αν και είναι άριστα φωτισμένη με ένα πορτοκαλί - κόκκινο φως. Πραγματικά, οι άνθρωποι της εποχής, χωρίς ηχώ, (είναι τέτοια η κατασκευή, που δεν αναπαράγει οποιοδήποτε ίχνος  θορύβου) με μοναδικό φωτισμό τα κεριά, έπρεπε να ήταν κατατρομοκρατημένοι με αυτά που έβλεπαν και άκουγαν ή νόμιζαν, ότι έβλεπαν και άκουγαν. 

Η επίσκεψη στην αίθουσα για τον αρχαίο προσκυνητή, γινόταν μέσα στην απόλυτη σιωπή. Έριχνε στα δεξιά του, τον αποτρόπαιο λίθο, για να αφήσει πίσω τον κακό εαυτό, και κατόπιν έπλενε τα χέρια σε ένα πιθάρι με νερό, στα αριστερά του. Μετά, πέρναγε τη στενή Πύλη που οδηγούσε στους ‘’νεκρούς’’. Με τον ιερέα δίπλα, να επικαλείται συνεχώς τις ψυχές, τη νυχτερινή Εκάτη και την Περσεφόνη, προχωρούσε αργά στο διάδρομο και κάπου εκεί, μέσα σε ένα λάκκο, θυσίαζε ένα μικρό πρόβατο. Πιο κάτω, πρόσφερε (τα άλφιτα) κριθάλευρο ή άλλες προσφορές, λυχνάρια, για να εξευμενίσει τις ψυχές. Στρίβοντας πάντα προς τα δεξιά, ο προσκυνητής μαζί με τον ιερέα, έμπαινε στον λαβύρινθο, έναν σκοτεινό διάδρομο όλο στροφές που έδινε την εντύπωση της περιπλάνησης. Η δοκιμασία τόσων ημερών στα σκοτεινά δωμάτια του νεκρομαντείου, ήταν για προετοιμάσει τον προσκυνητή για αυτό που θα συναντούσε. Στα δεξιά του, ο φοβερός σκύλος Κέρβερος, με τα τρία κεφάλια, ο άγρυπνος φρουρός της σιδερένια πύλης που οδηγούσε στον Άδη, και απέναντί του στο ημίφως, ακίνητος, ένας ιερέας. Στο πάνω μέρος της αίθουσας αόρατοι μέσα στο σκοτάδι, άλλοι ιερείς, περιφέρονταν αργά λέγοντας ακατάληπτα λόγια με απόκοσμες ψιθυριστές φωνές. 

Και τότε τα είδωλα των νεκρών εμφανίζονταν στο βάθος. Εδώ ήταν η αρχαία σπηλιά, η μυστική τοξωτή κρύπτη, η κατοικία των θεών του Κάτω Κόσμου. Εδώ κανένας θνητός δεν είχε το δικαίωμα να κατέβει, ήταν η κατοικία του φοβερού Αηδωνέα, (Πλούτωνας) και της Περσεφόνης. Ο Αηδωνέας, πιθανόν, εξελίχθηκε σε Άϊδη – Άδη, ή και το  χριστιανικό Αϊδωνάτος – Άγιος Δονάτος. Πολλοί προσπάθησαν να κατέβουν εδώ, αλλά ελάχιστοι γύρισαν πίσω. Βέβαια, η μυθολογία, αναφέρει για τον άθλο του ήρωα Ηρακλή, που ανέβασε στη γη αλυσοδεμένο, τον τρομερό κέρβερο, και για τη λεύκα που κουβάλησε ο ίδιος από τον Άδη, ειδικά για να ανάβουν με το ξύλο της, στην Ολυμπία, οι φωτιές για τις θυσίες στους θεούς. Όπως και για άλλους ήρωες που κατέβηκαν στον Κάτω Κόσμο και κατάφεραν να επιστρέψουν, σαν τους Αινεία, Ορφέα, Θησέα, Οδυσσέα. 

Πάρα πολλά είναι τα τελετουργικά και λατρευτικά ευρήματα της υπόγειας αίθουσας. Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζουν τα υπολείμματα μιας ‘’μηχανής’’, ενός είδους γερανού – καταπέλτη του 3ου αι. π.Χ, που το χρησιμοποιούσαν για την εμφάνιση των ειδώλων στους προσκυνητές. Αυτό το τέχνασμα;, σε συνδυασμό με την διατροφή, δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για την επικοινωνία με τις ψυχές των νεκρών. Φεύγοντας ο επισκέπτης, αμίλητος για να μην χάσει τη φωνή του, είχε ακούσει σαφείς εντολές και είχε δώσει όρκο, πως δεν θα μιλήσει ποτέ για όσα είδε και άκουσε εδώ, δεν έπρεπε να δει κανέναν βγαίνοντας, δεν έπρεπε να κάνει πάλι την ίδια διαδρομή, από την οποία ήρθε, αλλιώς, επέσυρε πάνω του την ποινή του θανάτου με τη κατηγορία της ασέβειας. 

Δεν ξέρουμε αν είχε πάρει απαντήσεις στα ερωτήματα που έθεσε, το σίγουρο όμως είναι, ότι όλη η διαδικασία επηρέαζε τον ίδιο, κάνοντας ταυτόχρονα διάσημο σε όλο τον αρχαίο κόσμο το νεκρομαντείο. Τα περισσότερα ευρήματα αντιπροσωπεύουν την εποχή της μεγάλης ακμής του, στον 3ο και 4ο αι. π. Χ, και εκθέτονται στις αίθουσες του πρόσφατα ανακαινισμένου, αρχαιολογικού μουσείου Ιωαννίνων, (πλατεία 25ης Μαρτίου 6, 2651025490).

Οι αιώνες πέρναγαν, αλλάζοντας και την Ήπειρο, που πλέον βγαίνει από την απομόνωση τόσων αιώνων, ζώντας τη βασική της περίοδο, με τις μεγάλες πόλεις τα λαμπρά κτήρια, τα αγάλματα, τα θέατρα. Το ιερό του νεκρομαντείου προσαρμόζεται και αυτό στην δόξα των νέων καιρών. Το πάνω μέρος του βράχου με το αρχαίο ιερό και τη σπηλιά ισοπεδώνεται και εκεί χτίζεται το ογκώδες οικοδόμημα που σώζεται και βλέπουμε μέχρι σήμερα. Πολυάριθμοι ιερείς, πολυάριθμοι προσκυνητές, φήμη και πλούτος ήταν η συνέχεια, μέχρι το 167 π.Χ που  καταστράφηκε από τους ρωμαίους, ακολουθώντας την μοίρα της υπόλοιπης Ηπείρου. 

Το πώς η περιοχή έφτασε στις μέρες μας, και τι μεταφυσικοί θρύλοι υπήρχαν μέχρι ‘’πρόσφατα’’, το αναφέρει εύγλωττα, σε μια αδημοσίευτη συνέντευξή του ο Σπύρος Μελετζής, ο φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης, που την επισκέφθηκε την εποχή που έκανε περιοδεία στην Ήπειρο. (σ.σ. 1938) ‘’συνέχιζα την εργασία μου κανονικά, παρά τις αντιξοότητες. Πήρα φωτογραφίες από τον Αχέροντα, το Ζάλογγο, το Σούλι. Ειδικά όμως στον Αχέροντα, υπήρχε μεγάλη προκατάληψη, αφού οι ντόπιοι πίστευαν πως το ποτάμι ήταν στοιχειωμένο και όποιος πήγαινε προς τα εκεί εξαφανιζόταν’’. Πηγή: http://users.forthnet.gr/ath/notiayboia/meletzis_syne.htm

Πρόκειται για τις πρώτες φωτογραφίες του Αχέροντα, στην ιστορία. Τον Ιούλιο του 1938, βρέθηκε εκεί ‘’με φόβο και τρόμο – όπως ο ίδιος γράφει, να διασχίσει ένα τμήμα του Αχέροντα, ‘’ η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει από φόβο, ήμουνα μόνος σ’ αυτή την ερημιά και πάλευα με υπερφυσικές δυνάμεις’’. Εκεί έβγαλε, τις πρώτες ασπρόμαυρες φωτογραφίες του, οι οποίες δια μέσου των αθηναϊκών εφημερίδων, κάνουν το γύρο του κόσμου. Πηγή: Χαράλαμπος Γκούβας www.oreivatein.com

Η θλίψη και η προκατάληψη, ίσως βασίλευε κάποτε στο ποτάμι που οδηγούσε τις ψυχές στον Άδη. Σήμερα ο Αχέροντας συμβολίζει τη ζωή. Η Αχερουσία λίμνη, ο βαλτότοπος, το ‘’δύσοσμο έλος’’ με τα εκατομμύρια κουνούπια, αποστραγγίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’50, δίνοντας τη θέση της, στον κάμπο ανάμεσα στον Βουβοπόταμο και το Καστρί. Όλη η περιοχή, συμπεριλαμβανομένης και της εύφορης κοιλάδας μετά το Μεσοπόταμο, προς Πάργα, ποτίζεται από τα πλούσια νερά του, που διατρέχουν την περιοχή αναβλύζοντας από τα 1600 μ υψ. ασταμάτητα εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Πηγάζει από το νότιο τμήμα του βουνού Τόμαρος, κοντά στα χωριά Σιστρούνι και Ρωμανό, της Λάκκας Σουλίου Ιωαννίνων, και εκβάλει μετά από πενήντα οκτώ χλμ (Ε.Κ.Β.Υ.), στην Αμμουδιά.  

Στο πέρασμά των, επιφανειακών πάντα, παγωμένων νερών του, από τα φοβερά βράχια, που στέκουν, φύλακες λες, στο τρομερό φαράγγι, δημιουργούν μια εκπληκτική ποικιλία από τοπία με ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον. Το δέλτα του ποταμού, όπως και τα στενά του, έχουν ενταχθεί στις περιοχές προστασίας του δικτύου ‘’Φύση 2000’’ και ‘’προστατεύονται’’. Επίσης προτάσσονται σαν τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους (Τ.Ι.Φ.Κ.)(1) από την έρευνα του πολυτεχνείου.

Μετά το Καστρί, ο κεντρικός δρόμος οδηγεί στο Καναλάκι, έδρα του Δήμου Φαναρίου, για προμήθειες αν πρόκειται να κατασκηνώσετε. Αλλιώς, αμέσως μετά το Καστρί, στρίψτε αριστερά στην δστ που σας φέρνει γρηγορότερα στην εύφορη περιοχή Φαναρίου, στους μικρούς οικισμούς Αηδόνι, Μουζακέϊκα, Βουβοπόταμος, στο μοναδικό φυσικό περιβάλλον των ‘’στενών του Αχέροντα’’. 

Πάνω ακριβώς στο ‘’σύνορο’’, είναι η Γλυκή (80 μ. υψ) που οριοθετεί την είσοδό σας, στην Θεσπρωτία. Η νότια όχθη του ποταμού ανήκει στο Νομό Πρεβέζης και η βόρεια στο Νομό Θεσπρωτίας. Πληροφοριακό υλικό, και Χάρτη των πεζοπορικών διαδρομών, που ξεκινούν ή καταλήγουν εδώ, θα βρείτε στο κέντρο πληροφόρησης που υπάρχει στο Θεσπρωτικό τμήμα της περιοχής που ανήκει στον Δήμο Αχέροντα, με έδρα το Γαρδίκι Παραμυθιάς. Μετά, ακολουθήστε τις πινακίδες ‘’πηγές Αχέροντα’’ που δεν οδηγούν φυσικά στις πηγές, αλλά στο βατό, με τα πόδια, τμήμα του ποταμού, στο μεγάλο πλάτωμα με τα τεράστια υπεραιωνόβια πλατάνια, και στο εστιατόριο – καφετέρια ‘’πηγές Αχέροντα’’. Λίγο πριν το πλάτωμα, ένας παράδρομος φεύγει ανηφορικά δεξιά (κοντά στο γκρεμισμένο μεγάλο πέτρινο γεφύρι), ανεβαίνοντας προς το παλιό μονοπάτι των Σουλιωτών, τη ‘’Σκάλα της Τζαβέλαινας’’ απ’ όπου το πέτρινο μονοπάτι πλέον, σας φέρνει στη δύσβατη (από την μεριά του ποταμού) χαράδρα του ρέματος Ντάλα, και το ομώνυμο πέτρινο γεφύρι, (διατηρητέο μνημείο Φ.Ε.Κ. 281/Β’ 29 – 12 - 56) που δυστυχώς παρασύρθηκε το Νοέμβριο του 2003, από τις πολλές βροχές. 

Από εκεί, με δίωρη πεζοπορία από την μοναδική, ακόμα και σήμερα, φυσική πρόσβαση προς το Σούλι από τα δυτικά, φτάνετε στην δυσπρόσιτη Σαμονίβα (460 μ. υψ.), στα Σερτζιανά Ιωαννίνων ή στο χωριό Τρίκαστρο Πρεβέζης, (παλιά Άνω Κορύτιανη 480 μ υψ.), από διαμορφωμένη διαδρομή, που κόστισε – κρατηθείτε – διακόσια εβδομήντα εκατομμύρια δρχ!! (σκαλοπάτια – πλακόστρωση – προστατευτικά κιγκλιδώματα κ.λπ.) σε δυόμισι ώρες, υπάρχει και πλωτό κομμάτι στη διαδρομή. (info Ε.Ο.Σ. Πρέβεζας 2682021280).

Ο Αχέρων, παλιότερα λεγόταν και Μαυροπόταμος ή Μαύρος, γιατί σύμφωνα με τη Μυθολογία, κατά την Τιτανομαχία οι Τιτάνες για να ξεδιψάσουν ήπιαν νερό, από τον ποταμό, και ο Δίας, επάνω στο θυμό του μαύρισε και πίκρανε τα νερά του. Η ονομασία αυτή δεν χρησιμοποιείτε σήμερα. Στις όχθες του ποταμού, το καταπράσινο τοπίο συνθέτει μια σπάνια εικόνα ηρεμίας και γαλήνης, ευτυχώς, χωρίς ‘’αναπτυξιακές προσπάθειες’’. Σχεδόν δίπλα απ’ το εστιατόριο, ξεκινά το μονοπάτι που φέρνει τους επισκέπτες, στο παραποτάμιο σημείο που καταλήγει ή ξεκινά (ανάλογα από πού αρχίζετε τη πεζοπορία) η ‘’σκάλα Τζαβέλαινας’’(2).

Η ομορφότερη όμως διαδρομή, αυτή που δεν χάνει κανένας επισκέπτης, είναι μέσα από την κοίτη του ποταμού προς τα περίφημα ‘’στενά’’ του. Μετά τον καφέ, βγάλτε τις μπότες, το δερμάτινο παντελόνι και ξυπόλυτοι, (αν έχετε αθλητικά και σορτσάκι, ακόμα καλύτερα, γιατί τα βότσαλα στην αρχή δημιουργούν προβλήματα), περάστε απέναντι, κάθετα στην κοίτη του, και το μονοπάτι, σε πέντε λεπτά θα σας οδηγήσει κατ’ ευθείαν μέσα στο ρηχό ποτάμι. Περπατώντας στα παγωμένα νερά, μπορεί στην αρχή να μουδιάσουν τα πόδια σας, αλλά σε λίγη ώρα το απίστευτο περιβάλλον θα σας απορροφήσει. Το ύψος του νερού στον Αχέροντα, τις περισσότερες φορές φτάνει δεν φτάνει μέχρι το γόνατο, όμως σε αρκετά τμήματα του υπάρχουν και πιο βαθιά σημεία, νερόλακκοι και μικρές λίμνες. Μπορείτε εύκολα να τα περάσετε, ακόμα και σε μερικά μέρη που το νερό καλύπτει όλο το σώμα. 

Το κολύμπι ανάμεσα στους ψηλούς κάθετους βραχώδεις όγκους δημιουργεί μια παράξενη αίσθηση, και σίγουρα, προσθέτει στον Αχέροντα, τον ποταμό του Άδη, ένα αόριστο μυστηριώδες πέπλο. Γύρω σας, πηγές, καταρράκτες και μικρές αμμουδιές σε όλο το μήκος της διαδρομής. Τα χρώματα του τοπίου, πράσινο από τα δεκάδες φυτά που κρέμονται από τα γκρίζα βράχια, και γαλάζιο, από το νερό του ποταμού, είναι πιο φωτεινά τις μεσημεριανές ώρες που όλος ο τόπος αστράφτει από τον ήλιο. Λίγη πεζοπορία παραπάνω, σας φέρνει στα περίφημα, από πλευράς χλωρίδας και πανίδας, ‘’στενά του Αχέροντα’’. 

Αυτό που διαπιστώνει ο περιηγητής, είναι, ότι πέρα της μυθολογικής και ιστορικής αξίας του ποταμού, η οικολογική και φυσιολατρική του αξία, αγνοήθηκε πλήρως. Κατά γενική ομολογία πολλών, η φυσική ομορφιά της χαράδρας του Αχέροντα, είναι κατά πολύ ανώτερη άλλων ‘’διάσημων’’ με παρόμοια χαρακτηριστικά τόπων. Εδώ, το Ελληνικό κέντρο βιοτόπων – υγροτόπων και η εταιρεία ανάπτυξης Αμβρακικού, έχουν καταγράψει πληθώρα φυτών και δέντρων, περισσότερα από εννέα είδη ψαριών, βίδρες και άλλα θηλαστικά. Στις βραχώδεις εξάρσεις του φαραγγιού, φωλιάζουν σπάνια πουλιά, γερακίνες, ξεφτέρια, ασπροπάρηδες, φιδαετοί κ.α. Συνολικά η περιπλάνηση δεν διαρκεί πάνω από μία ώρα. Από εκεί και μετά, οι αναρριχητές θα τα καταφέρουν καλύτερα. 

Αμέσως μετά την περιπλάνησή σας στο εξωτικό τοπίο της Γλυκής, η κεντρική οδική αρτηρία συνεχίζει προς Παραμυθιά, και η τεράστια πινακίδα στην δστ, σας στέλνει δεξιά, προς την αετοφωλιά του Σουλιώτικου τοπίου. Το Σούλι ή Κακοσούλι, ορόσημο ηρωισμού και αυτοθυσίας για το σύγχρονο ελληνισμό, είναι η περιοχή που σηματοδοτεί ιστορικά το νομό Θεσπρωτίας. Οι Σουλιώτες, θαυμάστηκαν για τα κατορθώματά και την δημοκρατία τους, έγιναν τραγούδι, ποίημα, από το λόρδο Βύρωνα, και τους μεγάλους Έλληνες ποιητές μας, ζωγραφιά του Ευγένιου Ντελακρουά, περνώντας στον μύθο, αφήνοντας, αιώνια υποθήκη στις ανθρώπινες αξίες.

Ταξιδεύοντας στον φιδίσιο δρόμο, φτάνετε στον αυχένα και την τοποθεσία ‘’Ζαβρούχο’’ (ή Ζάβροχο ή Ψηλή Κορυφή). Σε αυτή τη θέση, υπήρχε παλιότερα ομώνυμος Σουλιώτικος οικισμός, μάρτυρες του οποίου στέκουν, τα παλιά πηγάδια και τα ερείπια κατοικιών, μόλις ένα χλμ αριστερά σας, στον χωματόδρομο κάτω από την Ψηλή Κορυφή (1318 μ υψ). Μέχρι τα τέλη του 17ου αι. οι Σουλιώτες ζούσαν σε μικρούς οικισμούς  μοιράζοντας τον χρόνο τους σε μικρούς γεωργικούς κλήρους με συμπλήρωμα την κτηνοτροφία, ‘’διασκορπισμένοι’’, στα οροπέδια περιφερειακά του Τσαγκαριώτικου ρέματος. Μάλιστα, σε μια δστ πιο κάτω, (με πινακίδα), υπάρχει ασφαλτοστρωμένος (πλέον) δρόμος που σας φέρνει στις όχθες του ρέματος, σε ένα φανταστικό, καταπράσινο τοπίο στη θέση ‘’Σουλιώτικοι Μύλοι’’, ιδανικό για κατασκήνωση. Εκεί υπάρχει ακόμα, ερειπωμένος ο Σουλιώτικος νερόμυλος, ένας από τους επτά, που κινούσε το Τσαγκαριώτικο ρέμα, λεγόντουσαν και μύλοι Αγίου Δονάτου.

Από την περιοχή του νερόμυλου, που κυλάει το Τσαγγαριώτικο ρέμα, προς τη Γλυκή, γίνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, με τον κατάλληλο εξοπλισμό, περιπετειώδης διάσχιση φαραγγιού. Απέναντί σας, η σκληρή φυσιογνωμία της περιοχής, τα όρη Σουλίου (1615 μ υψ.) και δεξιά σας στο βάθος, διακρίνονται καθαρά το ‘’Κούγκι’’, το Κάστρο της Κιάφας, και ο Άγιος Δονάτος, το Σούλι…δεν φαίνεται ακόμα.

Τόπος επιβλητικός, καθηλώνει τον επισκέπτη που βλέπει πρώτη φορά την απέριττη ομορφιά, και την αγριάδα του. Μην σας φανεί παράξενο αλλά, το Σούλι, προς το οποίο κατευθύνεστε, επισήμως, ‘’δεν υπάρχει’’. Ναι, είναι αλήθεια, η διοίκηση καταγράφει την περιοχή σαν ‘’θέση - Σούλι’’, εκεί που κάποτε υπήρχε ο οικισμός. Οι χάρτες, επίσης το αγνοούν, με εξαίρεση την Γ.Υ.Σ. που αναφέρει ‘’ερείπια Σουλίου’’. 

Η Διευρυμένη Κοινότητα σήμερα, με πληθυσμό 748 (01’) κατοίκους, κατοικείται χειμώνα – καλοκαίρι, περιλαμβάνοντας τα χωριά, Τσαγγάρι (460 μ. υψ. - 171 κατ), Αυλότοπος (παλιά Γλαβίτσα 560 μ. υψ. - 217 κατ), Κουκουλιοί (ή Κουκλιοί στα 600 μ. υψ - 110 κατ), Φροσύνη (παλιά Κορύστανη 600 μ. υψ - 169 κατ), (που λέγονται και Σκαπετοχώρια ή Σκάπετα), με έδρα την Σαμονίβα (81 κάτοικοι), το μόνο από τους τέσσερις οικισμούς του οροπεδίου του Σουλίου που κατοικήθηκε αδιάλειπτα μετά τον εκπατρισμό των Σουλιωτών, το 1822. 

Το Σούλι δεν αναφέρεται, σχεδόν δικαιολογημένα, αφού μόνο σκόρπιες πέτρες και ερείπια υπήρχαν μέχρι πριν τριάντα χρόνια. Εγκαταλειμμένα χωριά και ερειπωμένα σπίτια, συμπλήρωναν το άγριο σκηνικό των βουνών. Από τα τέσσερα δυνατά κάστρα που είχε, σώζεται μόνο αυτό της Φροσύνης. Από τότε όμως, άλλαξαν πολλά. Η διοίκηση τον κήρυξε διατηρητέο οικισμό (Φ.Ε.Κ. 281/Β’ 29 – 12 - 56) μαζί με το κάστρο της Κιάφας και τον μύλο του Ντάλα. Ορισμένες οικογένειες κτηνοτρόφων γύρισαν, αναστηλώθηκαν αρκετά σπίτια, δύο μάλιστα, είναι από τα παλιά Σουλιώτικα, ‘’κάστρα’’ των καπεταναίων, που παραπέμπουν στις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες, στις οποίες έζησε και αναπτύχθηκε η τοπική κοινωνία. 

Υπάρχει το κτήριο του σχολείου που στεγάζεται η κοινότητα, το βουλευτήριο, η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου, το καφενείο του χωριού, με μια ευρύχωρη σκεπασμένη αυλή, η νέα εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που κτίστηκε το 1963 από έναν Παραμυθιώτη καπνέμπορο, τον Σωτήριο Παπαθανασίου, δίπλα από τη θέση όπου υπήρχε το θρυλικό Κούγκι. Επίσης, η εκκλησία του Άγιου Δονάτου (πριν το 1790), το αμφιθέατρο, αξιόλογο λαογραφικό μουσείο, καθώς και 80 εκπληκτικής αισθητικής πέτρινα πηγάδια από τα 400 που υπήρχαν. 

Μπαίνοντας στον ιστορικό χώρο του Σουλίου, στις νότιες παρυφές του όρους Τόμαρος ή Ολύτσικα (1974 μ υψ), έρχεστε αντιμέτωποι με την πραγματική φύση, την γνήσια Ελληνική, λιτή, ορεινή Πατρίδα. Ο πλούτος των πέτρινων σπιτιών πράγματι διάσπαρτος, σε όλο τον τόπο. Αμέσως στη ματιά σας ξεχωρίζουν τα πέτρινα πηγάδια, και τα απέραντα λιβάδια δίπλα τους. Εδώ λοιπόν, οι Σουλιώτες διέπρεψαν, αγωνίστηκαν και πολέμησαν, πιστοί στους αρχηγούς τους, και τα ιδανικά τους, που τότε συνοψίζονταν σε μια λέξη. Ελευθερία. Πραγματικά, το άγονο έδαφος είναι όπως οι περιγραφές, ακόμα και σήμερα, μετά τόσων χρόνων ‘’αγρανάπαυση’’. Άγονο, και όμως, με αυτά τα λίγα προϊόντα που παρήγαγαν, σε συνδυασμό με την μικρή σε μέγεθος κτηνοτροφία όχι μόνο έζησαν, αλλά κατόρθωσαν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους πολλά περισσότερα χρόνια.

Τον 16ο αι. τοποθετούν οι περισσότεροι ερευνητές, την εγκατάσταση των ανυπότακτων Ηπειρωτών στη περιοχή του Σουλίου (για τις μαζικές πληθυσμιακές μετακινήσεις δες ‘’Κονιτσιώτικα Μαστοροχώρια’’ & Μαστοροχώρια Βοΐου στον Ίδιο τόμο). Αυτό καθαυτό το Σούλι, ήταν οχυρό από μόνο του, σε μια από τις θεαματικότερες τοποθεσίες των Βαλκανίων. Αντιδιαμετρικά με τα πλούσια Γιάννινα οι σχηματισμοί του Σουλίου και του Ζαγορίου, με όλους τους οικισμούς τους, ακμάζουν σαν ιδιαίτερες πολιτείες, προκλητικά αυτόνομες και αυτοδιοικούμενες, εν μέσω τουρκοκρατίας. Τα λεγόμενα ‘’προνόμια’’ ισχύουν και εδώ, (βλ. αναλυτικά Συράκο – Καλαρρύτες και Ματσούκι – τόμος Ε’ 0 – 300 2003 & Μαστοροχώρια Κόνιτσας στον ίδιο τόμο). Για να μην ενοχλούνται από το σουλτάνο, και να μην είναι αρνητικά διακείμενος προς αυτούς, πληρώνουν φόρο, τόσο για τα χωριά τους, όσο και για τους Παρασουλιώτες, τους κατοίκους εξήντα χωριών, με πάνω από εικοσιπέντε χιλιάδες κατοίκους πληθυσμό (κατ’ άλλους ερευνητές 30.000). 

Οι Σουλιώτες, κοινωνία ιδιοφυών πολεμιστών, ασκημένη σε λιτότητα και αυτάρκεια, πέραν της αναγκαιότητας για μόρφωση, σε αντίθεση με τους κοσμοπολίτες Ζαγορίσιους, αναδεικνύονται απαράμιλλοι φορείς και αγωγοί της πολεμικής τέχνης. Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι ήταν το αγκάθι στα πλευρά των πασάδων. Συμμετείχαν από πολύ νωρίς, σε όλα τα επαναστατικά κινήματα κατά των Τούρκων, καταγράφοντας συνεχείς νίκες. Η πρώτη ενέργεια, καταγράφεται από την ιστορία μόλις το 1685, ένα μόλις χρόνο μετά το ξεκίνημα του έκτου Βενετοτουρκικού πολέμου (1684 – 1689). Η κατάλυση της τουρκικής κυριαρχίας στο δυσπρόσιτο Σούλι ανησύχησε την Υψηλή Πύλη, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στην ιεραρχία των μπέηδων και των πασάδων του τόπου. 

Από εκείνη την εποχή, μέχρι τις αρχές του 19ου αι. οι ηρωικοί αγώνες των φιλοπάτριδων Σουλιωτών, εναντίον των Τούρκων, που είχαν βαλθεί, με χρήμα, δολοπλοκίες, εκβιασμούς, πολεμικές επιχειρήσεις, να καθυποτάξουν και να εξοντώσουν τη μικρή δημοκρατία τους, καταλήγουν πάντα στον εξευτελισμό των πάνοπλων και υπεράριθμων στρατευμάτων, κρατώντας την περιοχή του Σουλίου (αρχικά Τετραχώρι(3), αργότερα Επταχώρι(4)) και το μετέπειτα σύνθετο Παρασούλι(5), μακριά από τα θέατρα των μαχών, ελεύθερα. 

Σημαντική υπήρξε η κινητοποίηση των Σουλιωτών στα Ορλωφικά, (Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι). Πολέμησαν και στον πρώτο (1768 – 1774) και στον δεύτερο (1787 – 1792) ‘’δια το καλόν της βασιλείας (της Ρωσίας) και το καλό των ορθοδόξων χριστιανών’’.Θα περίμενε κανείς ότι οι συνεχείς ήττες των Τούρκων, θα τους έκανε να παραιτηθούν. Και ίσως να συνέβαινε αυτό, αν εν’ τω μεταξύ, δεν αθετούσε ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων, την συνθήκη(6) που είχε υπογράψει το 1789. Μόλις είχαν λήξει οι εχθροπραξίες του δεύτερου Ρωσωτουρκικού πολέμου και αμέσως ο Αλής των Ιωαννίνων(7) ξεθάρρεψε, ξεκινώντας με δέκα χιλιάδες στρατιώτες να παγιώσει την κυριαρχία του, και στο Σούλι. Απέτυχε στην εκστρατεία του για δεύτερη φορά, όπως είχαν αποτύχει πολλοί άλλοι πριν από αυτόν. Οι επιθέσεις του, ποτέ δεν έγιναν αποδεκτές από την Κωνσταντινούπολη, είχαν γίνει μάλιστα πολλοί υπαινιγμοί, να τις σταματήσει, γιατί οι Σουλιώτες πλήρωναν κανονικά το φόρο τους στον Σουλτάνο.

Επιπρόσθετα, η Υψηλή Πύλη φοβόταν την δύναμη που θα αποκτούσε. Όμως το πείσμα, οι απανωτές ταπεινώσεις, που είχε δεχθεί από τους Σουλιώτες, το τρωθέν κύρος που προσπαθούσε μάταια πάλι να επιβάλει, και το βαθύτατο μίσος, τον οδήγησε μετά από οκτώ χρόνια για δεύτερη φορά στα δυσπρόσιτα μονοπάτια των απότομων γκρεμών του Σουλιώτικου τοπίου. Με πονηρό τρόπο κατόρθωσε να εκμαιεύσει την περιπόθητη εξουσιοδότηση, και προχώρησε στην εκστρατεία του, την ‘’τελική μάχη’’ όπως έλεγε. Ο αποκλεισμός έγινε εφικτός το 1800. Μάταια οι Σουλιώτες που είχαν βοηθήσει τα μέγιστα στον Ρωσοτουρκικό αγώνα ζητούσαν την βοήθεια των Ρώσων και των Γάλλων. Τρία χρόνια αντιμετώπισαν με μάχες, τις ύπουλες διεισδύσεις των ανδρών του Αλή. Στις 12 Δεκεμβρίου 1803 αναγκάσθηκαν να συνθηκολογήσουν με τον Αλή Πασά, και να εκπατριστούν από το Σούλι, (16 Δεκεμβρίου) χωρίς όπλα, αλλά με τις οικογένειές τους. 

Οι τελευταίες μέρες της ηρωικής αντίστασης σφραγίστηκαν με ένα γεγονός που ξεφεύγει, από το σχετικό άλλωστε, όριο του ηρωισμού. Οι κάτοικοι, από παλιότερες εποχές, τότε που το Σούλι ήταν τέσσερα χωριά, όταν ήταν σε κίνδυνο κατέφευγαν, σαν τελευταίο καταφύγιο, στο ύψωμα της ‘’Μπίρας’’ ή ‘’Τρύπας’’, όπου υπήρχε ένας πύργος στη θέση ‘’Κιάφα’’. Στον αποκλεισμό του 1800, πρόλαβαν και το οχύρωσαν με δύο πυροβόλα και πολλά πυρομαχικά, συγκεντρωμένα στην παλιά εκκλησία της Αγίας Παρασκευής (1793), αναλαμβάνοντας την υπεράσπιση του ο μοναχός Σαμουήλ, κτήτορας της εκκλησίας.

Την επομένη της συνθηκολόγησης, με ακατανίκητο πείσμα, σε μια έξαρση υπερηφάνειας, ο Σαμουήλ, (ο οποίος αντιτάχθηκε στην ιδέα της συνθηκολόγησης) εξακολούθησε να αμύνεται και τελικά, αφού δεν υπήρχε πια ελπίδα σωτηρίας, ούτε άλλος τρόπος να ‘’πάρει μαζί του’’ και άλλους αλλόθρησκους, έβαλε φωτιά στα πολεμοφόδια και ανατινάχθηκε με τους εισβολείς, και τους πέντε συντρόφους του. Από αυτό το γεγονός, εμπνεύστηκε ο ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και έγραψε το ποίημα ‘’ο μοναχός Σαμουήλ’’. 

Στην διάρκεια της εγκατάλειψης του Σουλίου, ξεκίνησαν συνολικά και οργανωμένα τρεις φάλαγγες, εκ των οποίων η πρώτη, με επί κεφαλής τον Φώτο Τζαβέλλα, πρόλαβε, παρά την επίθεση που δέχθηκαν, να φτάσει στην υπό ρώσικη προστασία Πάργα, και από εκεί στην Κέρκυρα. Οι άλλες δύο είχαν τραγική κατάληξη. Η δεύτερη, έφτασε σε ένα μοναστήρι στο Ζάλογγο, όταν ο Αλής, έδωσε εντολή να συλληφθούν όλοι, και να μεταφερθούν στα Γιάννινα. Ένα μέρος από αυτή τη φάλαγγα, διέσπασε τον κλοιό των ανδρών του Αλή, και κατόρθωσε να φτάσει στην Πάργα με επί κεφαλής τον Κ. Μπότσαρη. Το άλλο, ανέβηκε στον βράχο της κορυφής που λέγεται ‘’Στεφάνι’’, και χορεύοντας, έπεσε στο βάραθρο για να αποφύγει την σύλληψη και την ατίμωση, στεφανώνοντας ταυτόχρονα, όλον τον Ελληνισμό που αγωνίστηκε για την ελευθερία.

Ανάμεσα στις οικογένειες που σκόρπισαν, ήταν και είκοσι περίπου, που αποτελούνταν κυρίως από χήρες και παιδιά που ζούσαν με άδεια του Αλή στο χωριό Ρινιάσα. Αρχές του 1804 έστειλε στρατό να τις υποδουλώσει. Το ίδιο περιστατικό με το Κούγκι καταγράφεται και εδώ, από μια γυναίκα αυτή τη φορά. Η Δέσπω Σέχου (σύζυγος Γ. Μπότση) μαζί με τις δύο κόρες της, τις δύο νύφες και τα έξι εγγόνια της κατέφυγε στον πύργο του Δημουλά (στη Ρινιάσα), από όπου συνέχισε να πολεμάει, μέχρι που έπαψε να υπάρχει ελπίδα σωτηρίας. Τότε, ανήμερα Χριστουγέννων, σαν να συναγωνιζόταν τον εθνομάρτυρα Σαμουήλ, έβαλε φωτιά σ’ ένα κιβώτιο, πλήρες πυρίτιδος, ανατινάζοντας τον πύργο και όσους ήταν μέσα. 

Η τρίτη ομάδα έφτασε στο Βουργαρέλι και από εκεί, μαζί με τους Μποτσαραίους, έφυγαν τον Ιανουάριο του 1804 προς την ορεινή Άρτα, φοβούμενοι επίθεση από τον Αλή Πασά. Χίλιοι τριακόσιοι Σουλιώτες εγκαταστάθηκαν στην δυσπρόσιτη Μονή Σέλτσου, (μονή Κοίμησης της Θεοτόκου)  λίγο έξω από το χωριό Πηγές. Οι φόβοι τους για επίθεση εκ’ μέρους του Αλή επιβεβαιώθηκαν τον ίδιο χρόνο. Πολιορκούμενοι επί τρεις μήνες από τις δυνάμεις του, επιχείρησαν έξοδο στις 21 Απριλίου 1804, κατά την οποία σώθηκαν(8) μόνο σαράντα οκτώ και μια γυναίκα. Κατά τη διάρκεια της μάχης, βλέποντας οι γυναίκες ότι δεν θα αντέξουν να υπερασπίσουν τα παιδιά τους, προτίμησαν να γκρεμιστούν μαζί τους, στα φουσκωμένα νερά του Αχελώου και στα απόκρημνα βράχια. Όσοι έμειναν αιχμαλωτίστηκαν, ανάμεσά τους ο Νότης, ο Μάρκος και ο Κώστας Μπότσαρης. Το Σέλτσο, αν και δεν είναι ευρύτερα γνωστό, πέρασε στην ιστορία σαν το δεύτερο ολοκαύτωμα, το δεύτερο Ζάλογγο, (160 γυναίκες έπεσαν στον Ασπροπόταμο), στεφανώνοντας τις τραγικές Σουλιώτικες μορφές.

Μετά τους πολέμους της περιόδου 1800 – 1803, ο σχεδόν κατεστραμμένος οικισμός του Σουλίου, δέχεται διακόσιες οικογένειες Τουρκαλβανών Λιάπηδων, που αλλοιώνουν ακόμα περισσότερο την όψη του. Ακόμα και έτσι όμως, ο Αλής δεν ησυχάζει. Τόσος ήταν ο φόβος του, που έχτισε και εξόπλισε πάνω στην Κιάφα, το κάστρο που βλέπουμε σήμερα, για να έχει σίγουρο, πως Σουλιώτης δεν θα ξαναγυρίσει πίσω. Κάστρο δυνατό, με τείχη και πολυγωνικούς προμαχώνες, πολεμίστρες, διπλές πύλες εισόδου - εξόδου, διπλές δεξαμενές νερού, πυργίσκους, και ότι άλλο καινούργιο, πρότεινε τότε η φρουριακή αρχιτεκτονική, και που καθιστούσε το κάστρο δυνατό και αξιόλογο. Το 1820, μετά τη συμμαχία τους με τον Ισμαήλ Πασά ορισμένες Σουλιώτικες οικογένειες επιστρέφουνστα πάτρια εδάφη, όμως η αναμέτρηση με τον τουρκικό στρατό μοιάζει γραμμένη στη μοίρα τους. Χάνουν, και στις 2 Σεπτεμβρίου 1822, το Σούλι εγκαταλείπεται οριστικά.

Η ζωή εδώ, στο κακοτράχαλο Σούλι, ακόμα και σήμερα παραμένει δύσκολη και σκληρή. Για σχολείο ή ‘’παραγωγικές – κτηνοτροφικές έστω – ‘’μονάδες’’ ούτε λόγος δεν γίνεται. Και πώς να γεννηθούν τέτοιες ιδέες, αφού το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων είναι γέροντες, και πάντως, οι δεκαπέντε νέοι δεν μπορούν να προσφέρουν κάτι παραπάνω εκτός από την ενασχόληση με την κτηνοτροφία. Προγράμματα που δεν θα φέρουν ανάπτυξη, όπως την εννοούν στην Ε.Ε., δεν υπάρχουν. Έτσι, η Διευρυμένη Κοινότητα Σουλίου παραμένει φυτοζωούσα, περιμένοντας την μοναδική επιδότηση από την διοίκηση, για να επιβιώσει.

Από τον οικισμό, να επισκεφθείτε πρώτα τον Άγιο Δονάτο, (επίσκοπος Ευροίας – πόλη της Παλιάς Ηπείρου, ενδεχομένως, στις εκβολές του Αχέροντα), από το μονοπάτι του οποίου θα βρεθείτε στο μεγάλο ‘’αμφιθέατρο’’. Από εκεί, η θέα απλώνεται ως κάτω, στο βουνό Φλάμπουρο. Σε πρώτο πλάνο, πάνω στο βράχο, το ιστορικό Κούγκι με τα ερείπια της θερινής κατοικίας του Αλή Πασά, και την καινούργια η Αγία Παρασκευή, στο πίσω ύψωμα, η Ντάπια Νότη Μπότσαρη και αριστερά, το κάστρο της Κιάφας. Στον ευρύτερο χώρο του ‘’αμφιθεάτρου’’, κάθε χρόνο, το τελευταίο σαββατοκύριακο του Μαΐου γίνονται οι περίφημες ‘’εθνικές εορτές’’, που περιλαμβάνουν αναπαραστάσεις ηρωικών πράξεων, και την ανατίναξη του Κουγκίου. Αυτή η επέτειος, είναι το μοναδικό ‘’σημάδι’’ της Διοίκησης ότι θυμούνται τους Σουλιώτες. Στις εκδηλώσεις παρευρίσκονται εκατοντάδες κάτοικοι και επισκέπτες, ακολουθεί γλέντι με παραδοσιακούς χορούς, τραγούδια και άφθονα ψητά, κρασιά, τσίπουρα, και ανεξάντλητο κέφι. Το 2002, τίμησε με την παρουσία του την εκδήλωση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Κ. Στεφανόπουλος.

Οι διαδρομές εξόδου από το Σούλι,αν εξαιρέσουμε το δρόμο που ήρθατε, είναι τέσσερις, δύο οδικές και δύο πεζοπορικές. Η πρώτη, οδηγεί από τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο, στη Σαμονίβα, πατρίδα του Νάστου Τόκα (1825). Εδώ υπάρχει η παλιά εκκλησία της Ευαγγελίστριας, το νεκροταφείο του χωριού, και το κάστρο. Ένα φρούριο που παρά την μεγαλοπρέπειά του, καταρρέει σιγά – σιγά, χωρίς να υπάρχει κάποιος, έστω μελλοντικός, προγραμματισμός για αναστήλωση. Ούτε πρόσβαση έχει, με εξαίρεση τη στενή γιδόστρατα που φτάνει έως εκεί, σε μια ώρα περίπου. 

Από το χωριό συνεχίζει, χωματόδρομος για enduro καταλήγοντας ή αριστερά στη Συκιά όπου σταματάει (στη συνέχεια το μονοπάτι φτάνει  Σερτζιανά Ιωαννίνων) ή δεξιά στο μονοπάτι για Γλυκή. Η δεύτερη με κατεύθυνση το Τσαγγάρι βγάζει, (αριστερά του Αυλοτόπου), Κουκουλιοί– Ζωτικό (χωριά Λάκας Σουλίου) – Δωδώνη – Γιάννινα. Μέχρι το Ζωτικό είναι δέκα χλμ, τα πρώτα πέντε ασφάλτινα και τα άλλα χώμα. Στον Αυλότοπο δείτε τον Ι. Ναό της Αγ. Κυριακής,διατηρητέο μνημείο της περιοχής(Φ.Ε.Κ. 239/Β’ 30 – 5 – 64). Από το Τσαγγάρι αριστερά, φτάνετε στη Φροσύνη, το κάστρο της, και από τον καινούργιο χωματόδρομο, έρχεστε στην Αγία Κυριακή (Πόποβο) σε επτά χλμ, διασχίζοντας ένα όμορφο δάσος Ελάτης. Από εκεί, αριστερά Παραμυθιά, δεξιά Τύρια (δστ Εγνατίας).

Για τους πεζοπόρους, από την Φροσύνη ξεκινά το καινούργιο καλντερίμι (2003), με σήμανση ανά 500 μέτρα παρακαλώ, που περνάει από το εκκλησάκι των Αγίων Πάντων, ανεβαίνει τον μεγαλοπρεπή Κορίλλα ή Κορύλα(1658 μ. υψ), των βουνών της Παραμυθιάς, φτάνοντας στον αυχένα στη θέση ‘’Σταυρός’’, και κατεβαίνει στην Χρυσαυγή Παραμυθιάς (παλιά Βέλιανη 460 μ. υψ.- αρχαία Ελέα), και την οχυρωμένη ακρόπολή της. Όλη η πεζοπορία είναι περίπου 3ω:30’ – 6.300 μ. 

Σημειώσεις:

(1)Αναλυτικά οι περιοχές που κηρύχθηκαν Τ.Ι.Φ.Κ. είναι: Κοιλάδα Αχέροντα από Αλώνι μέχρι Γλυκή, Εκβολή Αχέροντα και Νεκρομαντείο, Τμήμα Αχέροντα από Γλυκή μέχρι Καστρί, Χαράδρα ρέματος Ντάλα και στενά Αχέροντα. Τα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλους της χώρας προστατεύονται από τις ανθρώπινες επεμβάσεις. Με το πρόγραμμα του Ε.Μ.Π. διατηρούνται τα 190 παλιά Τ.Ι.Φ.Κ. και προτείνονται 259 νέα. Για περισσότερα δες ‘’Καθημερινή’’ 4/7/99 και Ένθετο του περιοδικού Μετρό Αύγουστος 1999.

(2)Από την σκάλα Τζαβέλαινας κατέβαιναν οι γυναίκες του Σουλίου για να πλύνουν τα ρούχα τους παίρνοντας μαζί – στη πλάτη – και τα νεογέννητα παιδιά τους. Κάποια φορά, από το στενό και απόκρημνο μονοπάτι έπεσε, μαζί με το μωρό της, μια Τζαβελλάτισσα νύφη (από τη φάρα των Τζαβελαίων). Πέφτοντας φώναξε: καλή αντάμωση μάνα! Ώρα καλή νύφη μου, την αποχαιρέτησε η πεθερά της. Από τότε η σκάλα, έμεινε να λέγεται ‘’σκάλα Τζαβέλαινας’’. 

(3) Ο αρχικός πυρήνας, από βορρά προς νότο ήταν το Σούλι (το σημαντικότερο με 22 φάρες - 450 οικογένειες), η Σαμονίβα (ή Σαμωνίδα ή Σαμονίδα) κάτω από την κορυφή Μούργκα με 3 φάρες - 50 οικογένειες), η Κιάφα (το νοτιότερο με 4 φάρες – 90 οικογένειες), και ο Αβαρίκος (νοτιοανατολικά της Κιάφας κάτω από την κορυφή Φλάμπουρο με 65 οικογένειες).

(4)  Οι ονομασίες των χωριών ήταν Τσεκουράτι (Τσεκούρι), Περιχάτι (ερειπωμένο), Βίλλια (ερειπωμένο), Αλ(ε)ποχώρι , Κοντάταις, Γκιονάλα (Ρευματιά) και Τσεφλήκι;), εγκαθίστανται οικογένειες από το Σούλι. Το Τετραχώρι και το Επταχώρι επικρατεί δυναμικά στη περιοχή, επιβάλει φορολογία, αναγνωρίζετε σιωπηλά από τον Σουλτάνο. Είναι γνωστή και σαν Σουλιώτικη Συμπολιτεία.

(5) Οι Σουλιώτες πέτυχαν να υποτάξουν σταδιακά (1754, 1768, 1772) εξήντα χωριά σε μικρή απόσταση από το Σούλι. Σε αυτά, δεν υπολογίζονται τα ‘’παλιά’’ έντεκα, Αυτά ήταν τα παρασούλια.

(6) Συνθήκη του 1789: Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, δεν είχε ακόμα τελειώσει. Ο Αλής στοχεύοντας στην εξομάλυνση των σχέσεων με τους Σουλιώτες, υπέγραψε την συνθήκη και έφτασε στο σημείο – ο φιλάργυρος – να αναλάβει την υποχρέωση, να καταβάλει μισθούς στους αρχηγούς των οικογενειών, με αντάλλαγμα (δήθεν, αφού δεν είχε καταληφθεί ποτέ) την φροντίδα τους για ασφάλεια στην περιοχή. Καλού - κακού όμως…πήρε πέντε ομήρους, παιδιά οπλαρχηγών.

(7) Ο Αλή πασάς ήταν Μπεχτασής, (Μπεχτασισμός - Μουσουλμανική αίρεση) ως εκ τούτου δεν ήταν τόσο φανατικός. Επηρεάστηκε από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, (όπως άλλωστε και ο Εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας του 1821), και σεβόταν τους Έλληνες λογίους, τους οποίους, (όπως και πολλούς οπλαρχηγούς) τους είχε στην αυλή του, για συμβούλους. Σεβόταν απεριόριστα τον Πατροκοσμά τον Αιτωλό ο οποίος μάλιστα του είπε ‘’Θα πάς με κόκκινα γένια στην Κωνσταντινούπολη’’ και ο Αλής νόμιζε ότι θα γίνει σουλτάνος, ενώ ο Πατροκοσμάς προφήτεψε τον αποκεφαλισμό του.

(8)Ο αριθμός των διασωθέντων διαφέρει. Ο Χριστόφορος Περραιβός (Ιστορία Σουλίου και Πάργας σελ 165) αναφέρει 57 άνδρες και 1 γυναίκα, ο Δημήτρης Καμαρούλιας (Τα μοναστήρια της Ηπείρου τομ Β’, σελ 292, 294 αναφέρει 80, ο Ουίλλιαμ Πλόμαρ (Αλή Πασάς – το διαμάντι των Ιωαννίνων σελ 123) αναφέρει 50 άνδρες και μια γυναίκα. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματοι Αριθμοί Κλήσης: περιοχή Αχέροντα (Πρέβεζα - Καναλλάκι – Αμμουδιά - Λούτσα) 26840, περιοχή Σουλίου (Θεσπρωτία – Γλυκή – χωριά Σουλίου – Γαρδίκι - Χόϊκα) 26660.

ΔΙΑΜΟΝΗ: Επικοινωνείτε πρώτα, γιατί πολλά ανοίγουν από Μάιο έως τέλος Οκτώβρη. Λούτσα: ’’το πέτρινο’’ στην παραλία της Λούτσας 22310, Πήλος Λάζαρος 6947209760, Καναλάκι: ‘’Αχέρων’’ 22241, ‘’Έφύρα’’ 22128, 6946243318, Αμμουδιά: ‘’Αθηνά’’ 41172, ‘’Ελένη’’ 41167, ‘’Παπάς’’ 41301,  Γλυκή: Δημητρίου Δ. 41635, Ευαγγέλου Δ. 42001, Μάρκου Η. 41900, Άφοι Μπουρνά 41464, Κλεοπάτρα Studio 42002, Γαρδίκι: Μαργαρίτης Α. 41186, Μαργαρίτης Π 41273, Κοινοτικός Ξενώνας στο Σούλι 24613.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ελεύθερο στο Τσαγγαριώτικο ρέμα, στη θέση ‘’Σουλιώτικοι Μύλοι’’, στην Γλυκή προς τις Πηγές και σε όποια άλλη θέση εντοπίσετε εσείς (προαύλια εκκλησιών κ.λπ.). Προσοχή στην επιλογή του σημείου που θα στήσετε, χρειάζεται στις Πηγές του Αχέροντα. Αν βρέξει το ποτάμι ‘’κατεβάζει’’ πολύ νερό. Φεύγοντας, μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Λούτσα: Πήλος Λάζαρος 2682056005, Γλυκή: Μπουρνάς Ελευθέριος 41625, ‘’Πηγές Αχέροντα’’ Νίκος Τζάκος 2684023005, 6944133872 (δεξιά κοίτη του ποταμού), ‘’Πηγές Αχέροντα’’ Μάρκου Ηλίας 41127(αριστερή κοίτη του ποταμού), ‘’Αχέροντας’’ 41464, ‘’Πανόραμα’’ 41479, ‘’Παράδεισος’’ 41636, Χόϊκα: ‘’Ευροία’’ 41447, Γαρδίκι: ‘’Πλατανάκια’’ 41071, Καφενείο στο Σούλι ο ‘’Παράδεισος’’, Δονάτου Τόκα 2666024486.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Φαναρίου με έδρα το Καναλλάκι 2684022315, 24174 - 5, Δήμος Αχέροντα με έδρα το Γαρδίκι Παραμυθιάς 2666041328 - 1, Διευρυμένη Κοινότητα Σουλίου 2666024613 – 4, Α’ Βοήθειες 22124 (Παραμυθιά), 22581 (Καναλάκι), Αστυνομία Γλυκή 41450, Καναλάκι 22222, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ: Πρέβεζα: Λεωφ. Ιωαννίνων 160 Κουτσοχρήστος Χαράλαμπος 2682089134, Καναλλάκι: Moto Σπυρίδων & Σία 23177, Λούρος: Κουτσοχρήστος Ιωάννης 2682031634, 31168, Ηγουμενίτσα: Γεωργιάδης Γεώργιος, Διον. Σολομού 10, 2665025265, Ανδρέου Ηλίας, Κύπρου 75, 2665026922, Κότσης Κώστας, Τζαβέλαινας 1 & Βασ. Πύρρου 2665023710, 21100. AUTO: τρία συνεργεία στο Γαρδίκι και τη Χόϊκα, και στην Ηγουμενίτσα, Τσανάκα Α.  2ο χλμ Ιωαννίνων - Ηγουμενίτσας, 2665026515.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.e-city.gr/preveza www.epirus.org/gr/soul­_per.html www.ota.gr/igoumenitsa/souli.html Για πολλές πληροφορίες διάσχισης της χαράδρας Αχέροντα, επικοινωνήστε με τον Ε.Ο.Σ. Πρέβεζας 2682021280, και δείτε το side www.oreivatein.com βάζοντας στην αναζήτηση ‘‘Αχέρων’’. Στην πεζοπορική διαδρομή Γλυκή ή Σκάλα Τζαβέλαινας υπήρχε το πέτρινο γεφύρι Ντάλα. Τώρα που το γεφύρι έπεσε κατεβαίνετε με τα πόδια στην κοίτη. Το πιθανότερο είναι εν’ καιρώ, να το αντικαταστήσουν με ξύλινο. Μια ενδιαφέρουσα άποψη για το νεκρομαντείο www.omadak.gr/time/Nekromantio.html Εταιρεία ανάπτυξης Αμβρακικού 2682022224, Κέντρο Πληροφόρησης Αμμουδιάς 2684041155, Αρχαιολογικός χώρος Νεκρομαντείου Αχέροντα 2684041206, 2651025490,  www.culture.gr/2/21/211/21112n/g211in06.html Αρχαιολογικό μουσείο Ιωαννίνων, 2651025490. Κατάβαση ποταμού (rafting) Δημητρίου Βασίλης 2666041455, ‘’Pony Club’’ Κωνσταντίνος Σταύρος 2666041748, 6947643805 & Ιππασία.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δύο στη Γλυκή, και άλλα τέσσερα στο Γαρδίκι και τη Χόϊκα.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Οι εκδόσεις Ρέκου επίσης χωρίς πρόσφατη ενημέρωση, σε κλίμακα 1:250.000, 23106960070, 696587.

ΒΙΒΛΙΑ: Σπύρου Γ. Μουσελίμη, Έρχομαι από το Σούλι Παραμυθιά 1999, ο Αρχαίος Άδης και το Νεκρομαντείο της Έφυρας, Γιάννινα 1971, 2666022304,

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΑΧΕΡΟΝΤΑ – ΣΟΥΛΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ουΐλλιαμ Πλόμαρ / Το διαμάντι των Ιωαννίνων – Αλή Πασάς 1741 – 1822 / Εκδόσεις Δωδώνη 1987 Ήπειρος / Εκδοτική Αθηνών / Αθήνα 1997

  • Βασίλη Νιτσιάκου / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Νομού Ιωαννίνων / Νομαρχία Ιωαννίνων 1998
  • Χριστόφορος Περραιβός / Ιστορία Σουλίου και Πάργας / Α’ ανατύπωση Αναστατικές εκδόσεις / Αθήνα 1990
  • Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 2000
  • Σπύρου Γ. Μουσελίμη / Έρχομαι από το Σούλι / Αυτοέκδοση Παραμυθιά 1999
  • Σπύρου Γ. Μουσελίμη / Ο Αρχαίος Άδης και το Νεκρομαντείο της Έφυρας / Γιάννινα 1971

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ε.Ο.Σ. Πρέβεζας / Διάσχιση όλης της Χαράδρας του Αχέροντα / περιοδικό Κορφές Τ109, 1994
  • Άννα Στεργίου – Σπύρος Τσακίρης / Αχέροντας / περιοδικό ΓΕΩ Τ8 Ιούνιος 2000
  • Αντώνης Κάτανος / Το νεκρομαντείο του Αχέροντα / περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα Τ26 Μάρ – Απρ 2002
  • Ανάβαση / πεζοπορία Σκάλα Τζαβέλαινας – Σαμονίβα / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ25 Φεβ – Μαρτ 2004
  • Σωτήρη Γοργογέτα / Μονή Σέλτσου / εφημερίδα Πρωινός Λόγος Τρικάλων 25/3/03
  • Γιώργος Λεκάκης / Σούλι – η πολιορκία / εφημερίδα Έθνος 21/12/03
  • Λία Παπαθεοδώρου / Σούλι / περιοδικό ΓΕΩ Τ142 Δεκέμβριος 2002
  • Αλέξανδρος Τσάκος – Γιάννης Σκουλάς / Αρχαία Πανδοσία / περιοδικό Γαιόραμα Τ48 Μαρτ - Απρ 2002
  • Αλέξανδρος Τσάκος – Κώστας Βέργας / Νεκρομαντείο Αχέροντα / περιοδικό Γαιόραμα Τ59 Ιαν – Φεβ 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρη Γοργογέτα / Μονή Σέλτσου / εφημερίδα Πρωινός Λόγος Τρικάλων 25/3/03
  • Γιώργος Λεκάκης / Σούλι – η πολιορκία / εφημερίδα Έθνος 21/12/03

ΗΠΕΙΡΟΣ (6107 λέξεις)

ΚΟΝΙΤΣΑ - ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ

ΠΥΡΣΟΓΙΑΝΝΗ – ΒΟΥΡΜΠΙΑΝΗ – ΑΣΗΜΟΧΩΡΙ – ΧΙΟΝΙΑΔΕΣ – ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΣ

(Γράμμος 1η εργασία από 8)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2004  

 Στα Μαστοροχώρια της Κόνιτσας 

Η επαρχία Κόνιτσας εκτείνεται στον γεωγραφικό χώρο, που περικλείουν οι ορεινοί όγκοι του Γράμμου (βόρεια), του Σμόλικα (ανατολικά), της Τύμφης ή Γκαμήλας (νότια), της Νεμέρτσικας ή Ντούσκο (αρχ. Μερόπης) και του Κάμενικ (δυτικά). Η ομώνυμη επαρχία βρίσκεται στην αγκαλιά του ορεινού όγκου της Βόρειας Πίνδου και περιλαμβάνει σαράντα δύο χωριά αποτελώντας μια από τις βασικές, ιστορικές και πολιτισμικές ενότητες του νομού Ιωαννίνων. Συνορεύει βορειοανατολικά με το νομό Καστοριάς και Γρεβενών, δυτικά με την Αλβανία, νότια με τα Ζαγοροχώρια, και το Πωγώνι. Αρκετά μακρύτερα, από εκεί που άνθισε το τουριστικό ρεύμα του νομού, με πρότυπο το Μέτσοβο, τα Ζαγοροχώρια και τα Γιάννινα.  

Η περιοχή της, χαρακτηρίζεται κέντρο της Ηπείρου, όσον αφορά τις ήπιες δραστηριότητες περιπέτειας, (καταβάσεις ποταμών, κανόε – καγιάκ, παραπέντε, διασχίσεις φαραγγιών κ.τ.λ.). Είναι μοναδική, γιατί ταυτόχρονα, μπορεί να μετρά και να αναμοχλεύει στο πέρασμα του χρόνου, τις μνήμες και το παρελθόν, από μια ενότητα ολοπέτρινων χωριών που γέννησαν και έδωσαν στη Χώρα, πλήθος καλλιτεχνών της πέτρας - κουδαραίους, ξυλογλύπτες – ‘’ταγιαδόρους’’, και λαϊκούς ζωγράφους.   

Μια από τις ωραιότερες και λιγότερο γνωστές γωνιές της Ηπείρου, αντιπροσωπεύονται στο βόρειο τμήμα του νομού, πολύ κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Η περιοχή του Δήμου Μαστοροχωρίων της Κόνιτσας, (δες και συνοπτική παρουσίαση στον τομ Α’ 0-300 1999 ‘’Κόνιτσα – Μαστοροχώρια’’), περιλαμβάνει δώδεκα, από τις πιο καλοφτιαγμένες ορεινές κοινότητες, φωλιασμένες σαν αετοφωλιές, στις δασωμένες παρυφές του Γράμμου(1), ενός από τα λίγα εναπομείναντα παρθένα ορεινά συγκροτήματα της Χώρας. Το έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο, και ο ρους του ποταμού Σαραντάπορου που μαζί με τον Βοϊδομάτη, καταλήγουν στον Αώο, πλουτίζει την περιοχή και καθορίζει την  ιστορική πορεία του τόπου, αποτελώντας την ίδια στιγμή, σημαντικό, οικολογικό, οικονομικό, πολιτισμικό παράγοντα. 

Τα μαστοροχώρια, είναι κτισμένα σε μεγάλο ύψος, αριστερά και δεξιά του ποταμού, πνιγμένα σε μεγάλα, υγιή δάση βελανιδιάς -  οξιάς. Αποτελεί ιστορικό πρόβλημα, το πότε ιδρύθηκαν τα χωριά και οι μικρότεροι συνοικισμοί τους, το πιθανότερο, είναι τον 15ο – 16ο  αι., κυρίως μετά το 1600. Ο Γράμμος, αποτέλεσε τον ζωτικό τους χώρο, εκεί δηλαδή που αναπτύχθηκαν οι εμπορικές σχέσεις και ο πλούτος, αφού στο ίδιο βουνό, συναντάμε τα μαστοροχώρια της Κολώνιας (Kolonje), γύρω από την Ερσέκα. Ο λόγος που βρήκαν καταφύγιο πάνω στα απόκρημνα βουνά, στις περισσότερες των περιπτώσεων, ήταν η ίδια η Τουρκική κατάκτηση και τα δεινά που αυτή συσσώρευε. 

Αυτή η κατάκτηση, επεκτεινόταν πολύ πιο πέρα από τα, σχετικά πρόσφατα, Εθνικά μας σύνορα(2), (που καθορίστηκαν με το Πρωτόκολλο ανεξαρτησίας της Αλβανίας – Λονδίνο 29/7/1913), στον χώρο της σημερινής Αλβανίας, (η Βόρειος Ήπειρος ανήκε στο Βιλαέτι Ιωαννίνων), και της σημερινής Π.Γ.Δ.Μ.). Όπου έφτανε, το χριστιανικό στοιχείο υπέφερε. Οι βίαιες εξισλαμίσεις, οι ομόφυλη εχθρότητα για αυτές, οι τρομοκρατία των κατακτητών, οι δολοφονίες και οι κάθε είδους εκβιασμοί, εξανάγκασαν το ελληνικό στοιχείο, να εγκαταλείψει τα εδάφη που μέχρι τότε αναπτυσσόταν η γεωργία. Συνοικισμοί αρχικά, χωριά ολόκληρα αργότερα, ερημώθηκαν. Ειδικότερα μετά τις πιέσεις και τις επιδρομές, των Καραμουρατάτων και διαφόρων άλλων αρνησιθρήσκων του Αργυροκάστρου, του Τεπελενίου, της Κολώνιας, και της Πρεμετής, οι κυριότερες ανεπτυγμένες πόλεις της εποχής, ερημώθηκαν.  

Πρόσθετος λόγος ήταν η ιδιορρυθμία ή η ανικανότητα της τουρκικής οικονομίας που, μετά το 1600, στρέφεται στην εκμετάλλευση των εσόδων της γης, κάνοντας όσους είχαν απομείνει στον κάμπο να αναζητήσουν με τη σειρά τους καταφύγιο προς τα ορεινά μέρη, στην αγκαλιά των βουνών και στα άγονα νησιά. Εκεί κάθε σόι (φάρα ή σειριά) θα αναπτύξει, τους λίγους αρχικά, στη συνέχεια όλους τους πόρους, ώστε να εξασφαλιστεί η ζωή των οικογενειών σε μεγάλο βάθος χρόνου, όσο γίνεται πιο μακριά από τους δυνάστες τους.  

Σιγά – σιγά οι Έλληνες, σε αυτούς τους νέους οικισμούς, με αυτές τις εκμεταλλεύσεις, ολοένα και ποιο έντονα, ειδικά μετά την επέκταση των προνομίων(3), (για τα προνόμια βλ. και ‘’Συράκο – Καλαρρύτες’’ & Ματσούκι Ιωαννίνων τομ Ε’ 0-300 2003), και του οδικού δικτύου επικοινωνίας, οδηγούνται στην αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής σε μεγαλύτερα επίπεδα, αρχίζοντας το εξαγωγικό εμπόριο, πάνω στην παρακμή της πολυεθνικής οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το διάστημα 1774 – 1822 η βιοτεχνική και εμπορική οικονομία παρουσιάζει μια εξαιρετικά δυναμική στροφή προς την δευτερογενή παραγωγή που απογειώνει τα κέρδη, με την ταυτόχρονη ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με το εξωτερικό, την επέκταση των χερσαίων δρόμων επικοινωνίας, την αύξηση του πληθυσμού, και του κοινοτικού (συντεχνίες) πνεύματος. 

Η Ήπειρος, και ειδικότερα τα Γιάννινα, έγιναν σχεδόν αυτόνομη πολιτεία, που περιλάμβανε εκτός τη Νότια και τη βόρεια Ήπειρο, την Αλβανία, τη Θεσσαλία, τη Στερεά και μέρος της Μακεδονίας. Το εμπόριο, στο σύνολό του, έχει περάσει στα χέρια του χριστιανικού στοιχείου, και μικρό τμήμα στους Εβραίους των μεγαλουπόλεων (Γιάννινα). Τότε, αρχίζει να φαίνεται στις πόλεις και τα ορεινά χωριά, μια αυξανόμενη συνεχώς, τάση, για πνευματική και καλλιτεχνική δραστηριότητα, που δεν είναι άσχετη με τις επαφές που έχουν εν’ τω μεταξύ αναπτυχθεί, με την φωτισμένη Ευρώπη. Είναι η εποχή, που στα ορεινά κεφαλοχώρια, οι ξένοι περιηγητές εντυπωσιάζονται από τα μεγάλα οικοδομήματα, τις γνώσεις, την πληθώρα των αγαθών και των ακριβών διακοσμήσεων, τον πλούτο των βιβλιοθηκών, που διαθέτουν δεκάδες ξενόγλωσσους τίτλους, ενώ την ίδια στιγμή, μπορούν να μάθουν τα νέα, από τις εφημερίδες της πατρίδας τους. 

Εικοσιοκτώ χλμ πανέμορφης διαδρομής από την Κόνιτσα, (για τα αξιοθέατά της, βλ. Κόνιτσα – Επαρχία Πωγωνίου τομ Α – 0 – 300 1999), ανάμεσα από καταπράσινα βουνά, ποτάμια, πέτρινα γεφύρια και έρχεστε στην δστ που οδηγεί στα χωριά της πέτρας. Δεν υπάρχει αμφιβολία, από μόνος του αυτός ο δρόμος, και τα μέρη που περνάει, εμπνέουν για αυτά που ακολουθούν. Στα τρία πρώτα χλμ εισέρχεστε στον πεντακάθαρο οικισμό της μαστορομάνας Πυρσόγιαννης (840 μ. υψ. – 31 χλμ από Κόνιτσα – από Κ. στο υπόλοιπο κείμενο), έδρας του Δήμου (2076 κάτοικοι ’01) Μαστοροχωρίων.

Είναι ανεξακρίβωτο το πότε ιδρύθηκε. Υποστηρίζεται ότι κατοικείτο ήδη το 1600 – 1650 χωρίς οι πηγές να φωτίζουν περισσότερο. Οι Πυρσογιαννίτες, αυτόφωτοι ειδικευμένοι τεχνίτες της πέτρας, (η πρώτη αναφορά για τα ‘’μπλούκια’’ γίνεται 1815), όχι μόνο φώτισαν την περιοχή, αλλά με τα έργα τους, διακρίθηκαν, και καταχωρήθηκαν στην ιστορία του Ηπειρώτικου λόγου και τη λαϊκή μούσα, σαν τους ‘’μαστόρους που έκτισαν τον κόσμο όλο’’. Οργανωμένοι σε μπουλούκια, ή μαστορικά ‘’ισνάφια’’, με αυστηρή ιεράρχηση σε  πρωτομάστορες, μαστόρους και νεαρά μαστορόπουλα ή καλφόπουλα άλλα για το κουβάλημα της λάσπης και άλλα για τις βοηθητικές δουλειές, εξελίχθηκαν σε εξαίσιους τεχνίτες, καλλιτέχνες στο πελέκημα και το χτίσιμο της πέτρας. Γρήγορα η φήμη τους εξαπλώνεται και στα δύο πέρατα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στα αστικά κέντρα της Ελλάδας, της Βαλκανικής, ακόμα και τη Ρωσία. Μέχρι τα μέσα του 19ο αι. έχουν φτάσει στο απόγειο της τέχνης τους, και πλέον  ταξιδεύουν ακόμα και σε άλλες Ηπείρους. 

Φτάνουν στο Σουδάν, την Αίγυπτο, Αιθιοπία, Ταγκανίκα, το Κογκό, ως τα βάθη της Περσίας, στα σύνορα με την Ινδία και τη μακρινή Αμερική, κατασκευάζοντας τα πάντα. Εκκλησίες, τζαμιά, καμπαναριά, νερόμυλους, κρήνες, γεφύρια. Την ίδια εποχή στην περιοχή τους, αλλά και αλλού, (Πελοπόννησο) φτιάχνονται πολλές κατασκευές και οικοδομήματα που φέρουν τη ‘’σφραγίδα’’ τους. Το μεγάλο γεφύρι της Κόνιτσας σχεδιάστηκε και κτίστηκε το 1870 από τον Πυρσογιαννίτη πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο, επίσης το αρχοντικό του Τούρκου διοικητή της Κόνιτσας, (μέσα 19ου αι.) αλλά και άλλα αρχοντικά, σχολεία, εκκλησίες και μιναρέδες. Πετρόχτιστες καμάρες και γέφυρες της σιδηροδρομικής γραμμής Τεχεράνης – Κασπίας θάλασσας (1935). Πολλές εκκλησίες (και τοιχογραφίες των αδελφών Αστραπά), στο Κόσοβο και τη Σερβία γενικότερα, καταστράφηκαν από τον πόλεμο αλλά και από την τελευταία, (Μάρτιος 2004) έξαρση βίας. Σιγά – σιγά, οι μαστόροι αποδεικνύονται και εξαιρετικοί γλωσσοπλάστες, αφού, στο πέρασμα των χρόνων, δουλεύοντας στα ξένα, έπρεπε να δημιουργήσουν μια γλώσσα συνεννόησης που να μην γίνεται αντιληπτή από τα αφεντικά, πράγμα που ισχύει, για όλα τα τεχνικά επαγγέλματα. 

Έτσι φτιάχτηκε η συνθηματική τους γλώσσα, τα ‘’μαστόρ’κα’’ ή ‘’κουδαρίτικα’’, για να προστατεύουν τα μυστικά της δουλειάς τους (δες και ‘’Μαστοροχώρια Γρεβενών – Βοίου’’ στον ίδιο τόμο).Βεβαίως, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι υπήρχαν και άλλα, άγνωστα μαστοροχώρια, που στις μέρες μας έχουν χαθεί. Η Λαγκάδα, (παλιά Μπλίσ(δ)ιανη), στην περιοχή των μαστοροχωρίων της Κόνιτσας, αν και δεν είναι τόσο γνωστή σαν την Πυρσόγιαννη έδωσε άξιους μαστόρους που έφτιαξαν μεγάλα αρχοντικά στη Σιάτιστα, το 1740, και έχουν βρεθεί και πέντε επιγραφές που πιστοποιούν τις κατασκευές αυτές. Τι συνέβη εκείνη την εποχή, και προτίμησαν τους  Μπλιζιανίτες από τους άλλους; Επίσης ο Πεντάλοφος (παλιό Ζουπάνι), τι ώθησε τους κατοίκους του Τσεπέλοβου (που θεωρείται η φωλιά των μαστόρων της Πυρσόγιαννης) να επιλέξουν το 1740 τους Ζουπανιώτες για να κτίσουν κάποια από τα αρχοντικά; 

Αυτά τα ερωτήματα, σβήνουν ευθύς μόλις περπατήσετε στην Πυρσόγιαννη, (δες και συνοπτική παρουσίαση στον τομ Α’ 0-300 1999 ‘’Κόνιτσα – Μαστοροχώρια’’) και αντιληφθείτε την έκταση των διαφορών από άλλα χωριά. Ένα τέλειο σύνολο από πέτρινα καλντερίμια, άψογες στέγες, πετρόχτιστα σπίτια, λαϊκά & αρχοντικά, με ξυλοδεσιές και υπέρθυρα λες και έγιναν χτες.  Και ορισμένα πράγματι, επισκευάστηκαν μετά τους σεισμούς του ’96, (26 Ιουλίου – της Αγ. Παρασκευής – 5,2 & 5,9 Ρίχτερ) που έπληξαν την περιοχή της Κόνιτσας, και άλλα ξανακτίστηκαν από την αρχή. 

Το σημερινό επιβλητικό σχολείο, κτίσμα του 1926 στην θέση παλιότερου που κάηκε το 1914, έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, για να δεχθεί το νεότευκτο Μουσείο Ηπειρωτών Μαστόρων και ίσως σχολή μαστόρων, για να διδαχθούν και να αναβιώσουν ει δυνατόν, την παλιά αυτή τέχνη οι νεώτεροι. Σκοπός ζωής εδώ και χρόνια, του δραστήριου Πολιτιστικού Συλλόγου ‘’Προοδευτική Ένωση Πυρσόγιαννης’’, που ιδρύθηκε το 1926, με πρόεδρο τον Βασίλη Παπαγεωργίου δικηγόρο, και τελευταίο κοινοτάρχη του χωριού, πριν τον Καποδίστρια. Χρόνια περιμένουν αυτό το έργο στην Πυρσόγιαννη, τα χρήματα έχουν βρεθεί, και πλέον, είναι ζήτημα χρόνου να ολοκληρωθεί. Στις δύσκολες μέρες μας, πραγματικά θα βοηθήσει, και θα αναδείξει σε όλο της το μεγαλείο την περιοχή, και τα έργα των ανθρώπων της. 

Στη βιβλιοθήκη της Προοδευτικής Ένωσης, οι Πυρσογιαννίτες έχουν συγκεντρώσει αξιόλογο ανέκδοτο υλικό (γράμματα & φωτογραφίες) καθώς και εργαλεία της τέχνης τους. Επίσης πολλές μελέτες και πνευματικά ευρήματα για τη περιοχή, του Πυρσογιαννίτη Λαογράφου, Ευριπίδη Σούρλα (1890 – 1984) που δημοσιεύτηκαν στα ‘’Ηπειρώτικα Χρονικά’’. Αρκετές πληροφορίες για τους μαστόρους, τα έργα τους, και το χωριό ιδιαίτερα, υπήρχε στο περιοδικό ‘’Αρμολόι‘’ που έβγαζε από το 1976 - 1980 η Προοδευτική Ένωση, και που δυστυχώς, στο 10ο τριμηνιαίο τεύχος σταμάτησε. 

Στην ολόδροση πάνω πλατεία, είναι το καφενείο -  ξενοδοχείο ‘’το Αρμολόι’’, ότι πρέπει για ξεκούραση και ανασυγκρότηση, κάτω από τον υπεραιωνόβιο πλάτανο (λένε ότι είναι 500 χρόνων) και την πετρόχτιστη βρύση με το παγωμένο νερό. Στο κέντρο του χωριού, δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγ. Γεωργίου, κτισμένος από Πυρσογιαννίτες μαστόρους το 1905, στη θέση παλιότερου (1712). Στην δυτική του πλευρά επιβλητικά, ενσωματωμένα στο ναό, τα δύο πέτρινα καμπαναριά. Για το ιερό του ναού, τον ‘’Άγιο Δήμο’’ ή αϊδήμους (ού) όπως τον ονομάζει ο γηγενής πληθυσμός σε πολλά μέρη της Ελλάδας, λένε ότι είναι κτισμένος πάνω τεράστιους κορμούς δέντρων που παίζουν τον ρόλο θεμελίων. Αυτή ήταν μια πάγια τακτική των μαστόρων σε μέρη που υπήρχαν κατολισθήσεις και σαθρά εδάφη. Μέσα στο χωριό, πέντε λεπτά από την πλατεία, είναι ο διατηρητέος ναός του Αγίου Νικολάου (1772 η ανακαίνιση). Μια πολύ όμορφη, πέτρινη τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, με τετράριχτη στέγη σκεπασμένη με εγχώρια σχιστόπλακα, και εξωνάρθηκα (χαγιάτι) που στηρίζεται σε πέτρινες κολώνες.  

Κάτω από τον Άγιο Μηνά, το θρυλικό τόπο αποχωρισμού των μπουλουκιών και των ξενιτεμένων, υπήρχε το πέτρινο γεφύρι της Σιάνιστα δίπλα στον Παπαλαμπρέϊκο νερόμυλο. Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα, εκτός από τις αναμνήσεις του ξενιτεμού των μπουλουκιών. Στο περιοδικό Κόνιτσα (τ.90 Ιαν – Φεβ 2000) διαβάζουμε «Στα 1909 χτίστηκε το γεφύρι της Σιάνιστα στην Πυρσόγιαννη, κάτω από τον Αι – Μηνά, δίπλα στον Παπαλαμπρέϊκο Μύλο. Χορηγοί της δαπάνης ήταν οι Πυρσογιαννίτες της Αμερικής (που μόλις είχαν δημιουργήσει το σωματείο τους ‘’Ο Άγιος Μηνάς’’ 1909). Δουλέψανε συνολικά περί τους 25 μαστόρους. Χάρη στα στοιχεία και τις έρευνες του Βασίλη Παπαγεωργίου γνωρίζουμε τα μπλούκια και τους δυο πρωτομαστόρους. Μαζί τους εργάστηκαν και μαστόροι από το σόι των Τσουβαλάδων. Το γεφύρι ανατινάχτηκε την πρώτη κρίσιμη μέρα 28 Οκτωβρίου του μεγάλου πατριωτικού πολέμου του 1940».Για την ανατίναξη του γεφυριού διαβάζουμε στην έκδοση της Διευθύνσεων Ιστορίας Στρατού (Γ.Ε.Σ. / Δ.Ι.Σ.): Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940 – 1941 - Η Ιταλική Εισβολή 28 Οκτωβρίου μέχρι 13 Νοεμβρίου 1940, Αθήνα (1960) 123: «Αι γέφυραι επι του ποταμού Σαρανταπόρου, Στράτσανης και Αγίου Μηνά καταστρέφονται κατόπιν διαταγής του Αποσπάσματος Πίνδου». 

‘’Ανάθεμα το βασιλιά, καλή ρούσα μου

και το βεζύρη αντάμα, κρίμα πόκαμες αφέντη!

Που έδωκαν τον ορισμό να φύγουν οι μαστόροι,

Να φύγ(ει) κι ο γυιός μ’ ο μοναχός στην ξενιτιά να πάει’’. 

Στην καρδιά της κοιλάδας του Γράμμου είναι κτισμένη η Βούρμπιανη, (900 μ. υψ. - 37 χλμ από Κ, – 5 χλμ από  Πυρσόγιαννη, Π. στο υπόλοιπο κείμενο), το αμέσως επόμενο χωριό. Αν και νωρίς, δεν έχει τόσο κόσμο όπως η Πυρσόγιαννη. Αυτό που σήμερα αντικρίζει ο επισκέπτης, δεν είναι ούτε το ένα τέταρτο του παλιού, πολυάριθμου και δυνατού χωριού. Αιτία της ‘’εξαφάνισης’’ είναι τα σαθρά εδάφη και οι κατολισθήσεις.  

Γνωστό, θρυλικό μαστοροχώρι από παλιά, φημίζεται για τα πολλά γραφικά ξωκλήσια της, τους ονομαστούς μαστόρους και πρωτομαστόρους. Οι Βουρμπιανίτες ήταν σπουδαίοι, και με τη λαϊκή καλλιτεχνική τους έκφραση, θα φτιάξουν με τη σειρά τους εξαιρετικές κατασκευές και μεγάλα έργα, αρχικά κοντά στον τόπο τους, κι’ έπειτα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Κτίζουν το μοναστήρι της Ζέρμας, (1802) και αργότερα το επισκευάζουν. Επίσης, επισκευάζουν το αγνώστων κτιστών, γεφύρι της Ζέρμας ή Καντσιώτικο.  

Ακολουθώντας άλλους ή φτιάχνοντας τα δικά τους μπουλούκια, γύρισαν τα Βαλκάνια κατασκευάζοντας καμπαναριά, σπίτια και αρχοντικά, περίτεχνες θύρες που συμφωνούσαν, (όπως όλοι), ξεχωριστή τιμή για αυτές, εξαίρετα λιθανάγλυφα, κυμάτια και έλικες, ιδιαίτερης τέχνης. Δούλεψαν στη Βουλή, στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά, σε πολλά νεοκλασικά, στο Λαύριο, το Μαντούδι, το Μεσολόγγι, τις μητροπόλεις στα Γιάννινα, και τη Κόνιτσα και αρκετοί έφτασαν στην Αιθιοπία και το Σουδάν. Μικρότερος αριθμός ήταν εγκατεστημένος στη Σμύρνη και τη Κωνσταντινούπολη.  

Η Βούρμπιανη είναι γενέτειρα των Κώστα Γραμματικού (μαστορόπουλο αρχικά) σύμβουλου και γραμματέα του Αλή των Ιωαννίνων, και του Αναστασίου Ευθυμίου λαμπρού ιστορικού, μελετητή και λαογράφου, που κατέγραψε και πρόβαλε την Βούρμπιανη μέσα από το ογκώδες συγγραφικό του έργο. Εδώ γεννήθηκε ο Σωτήρης Μπεηζαδές καπετάνιος των ‘’Σωτηραίων’’, που έδωσαν το παρόν σε πολλές μάχες του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, και βγήκαν νικητές στην τρίμηνη πολιορκία της Βόνιτσας (Δεκ 1828 – Μαρ 1829). 

Στην μεγάλη πλατεία, στο κέντρο του χωριού, η πελώρια εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου δεσπόζει στο χώρο με το ψηλό πέτρινο καμπαναριό και το ηλιακό ρολόι στην πλευρά που βρίσκεται ο κήπος. Τον δεκαπενταύγουστο γίνεται εδώ, το καθιερωμένο μνημόσυνο, υπέρ των μεγάλων ευεργετών Β. Μελά, Χ. Ψύλλα, Ζ. Κατσαντώνη, Α. Τράντα, Β. Τζόγια και δωρητών της Βούρμπιανης. Ένας από αυτούς τους ξενιτεμένους Βουρμπιανίτες, ο Χαρίσης Ζήκος (… 1882), άφησε την περιουσία του για να ιδρυθεί το σχολείο. Το βλέπετε λίγο πιο κάτω, με την γαλάζια πινακίδα που γράφει, ‘’Γυμνάσιον Βούρμπιανης’’. 

Το παλιό σχολαρχείο, ξακουστό στην ευρύτερη περιοχή, διέθετε και οικοτροφείο. Εδώ στην γενέτειρα του, επί σειρά ετών δίδαξε ο ακούραστος εργάτης της παιδείας, δάσκαλος, Χαράλαμπος Ν. Ρεμπέλης (1887 – 1947), απόφοιτος της Ζωσιμαίας σχολής Ιωαννίνων και του Μαράσλειου Διδασκαλείου Αθηνών (1909). Τα πρώτα χρόνια δίδαξε στην Βήσσανη Δελβινακίου (1910 – 1911), αλλά μετά, και επί 37 χρόνια, τον απορρόφησε η Βούρμπιανη. Εκτός ότι υπήρξε πραγματικός πνευματικός φωτοδότης για τους μαθητές του, πρόσφερε τον πρώτο ακριβέστατο χάρτη της περιοχής Κονίτσης και την βραβευμένη πλέον εργασία του, ‘’Κονιτσιώτικα’’, που εκτός του πλήθους των λαογραφικών στοιχείων που περιέχει αποτελεί, ακόμα και σήμερα, πρότυπο για την φωνητική ακρίβεια της λαϊκής προφοράς. Σκοτώθηκε από τους μαχητές του Δ.Σ.Ε. στα γεγονότα του Μαΐου 1947.  

Μαζί με τα αξιόλογα σχολεία και τους δασκάλους της Πυρσόγιαννης των Χιονιάδων και της Καστάνιανης βοήθησε στην πνευματική ανάπτυξη περιοχής, και στάθηκε ακοίμητος φρουρός, ειδικά μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου το 1913. Τα σχολεία σε αυτή την περιοχή, όπως τα περισσότερα στην επαρχία Κόνιτσας, έπαιξαν μεγάλο παιδευτικό ρόλο και στάθηκαν προπύργια του Ελληνισμού, βοηθώντας με τη γνώση και τα γράμματα να διατηρηθούν τόσο η Εθνική υπόσταση, η γλώσσα και η θρησκεία όσο και οι Ελληνικές παραδόσεις, σε όλη την περιοχή. Ακόμα ένας ακρίτας της μόρφωσης, που έδωσε τόσα πολλά, στα δύσκολα χρόνια, χωρίς μαθητές τώρα, αφού οι περισσότερες οικογένειες, έχουν οδεύσει στα μεγάλα αστικά κέντρα, και στα πάτρια έρχονται μόνο στις καλοκαιρινές διακοπές. 

Αμέσως μετά την έξοδο του χωριού, υπάρχει η δστ για Οξυά, (παλιά Σέλτση), που ήδη φαίνονται απέναντι, ανάμεσα στις οξιές, τα σπίτια της. Κατηφορίστε προς τα εκεί, και στη γέφυρα που οδηγεί στο χωριό, να πάτε αριστερά, πεζοπορώντας πλέον, ακολουθώντας παρόχθια διαδρομή προς την θέση ‘’Πύργος’’. Μετά από λίγο, (20’) θα φτάσετε στο παλιό γκρεμισμένο σήμερα (σώζονται τα δύο του βάθρα ) πέτρινο γεφύρι που συνέδεε την Βούρμπιανη με την Οξυά και τα άλλα χωριά του Γράμμου. Αυτός ήταν ο παλιός δρόμος, έτσι για να φανταστείτε τις δυσκολίες που παρουσίαζε η πιο απλή μετακίνηση, που σε πείσμα των μειονεκτημάτων, γνώρισε μια ξεχωριστή άνθηση τόσο στο οικονομικό, το κοινωνικό και το πολιτισμικό πεδίο, όσο και στο πεδίο της δημογραφίας. 

Στην απέναντι όχθη υπάρχουν σκόρπια ερείπια, από τον πρώτο νερόμυλο της περιοχής. Πιο κάτω, πάντα από την δεξιά όχθη του Βουρμπιανίτικου, φτάνετε στον δεύτερο μεγάλο νερόμυλο, τον ‘’Σωτηρέϊκο’’ που τον δούλευε μέχρι το τέλος, ο προαναφερθείς Σωτήρης Μπεηζαδές. Τα ερείπια τους σήμερα, μόνο θλίψη προκαλούν έχοντας πλέον χάσει για πάντα την αίγλη του παρελθόντος. Τα στοιχεία λένε ότι αυτοί οι δύο νερόμυλοι κάλυπταν όλες τις ανάγκες της Βούρμπιανης, (420 οικογένειες – 2000 κάτοικοι το 1883) στο άλεσμα σιτηρών, καλαμποκιού και άλλων γεννημάτων. Είναι ίσως ουτοπία να προταθεί η αναστήλωσή τους, όμως τι θα μείνει στις γενιές που έρχονται, αν όχι η ιστορία του τόπου, μέσα από τα ενθυμήματα; Προτείνεται η επίσκεψη στην Οξυά και θυμηθείτε ότι ο δασικός, συνεχίζει μέχρι το εικονοστάσι του Προφήτη Ηλία, περίπου στα 1400 μ. υψ. Το χωριό από παλιά γιορτάζει με μεγάλο πανηγύρι στις 20 Ιουλίου του προφήτη Ηλία τ’ Αη- Λιώς όπως λένε.  

Με κατεύθυνση τους Χιονιάδες, αγνοείτε την δστ που οδηγεί στον Γοργοπόταμο και συνεχίζοντας, αντικρίζετε το  Ασημοχώρι (παλιά Λεσκάτσι ή Λισκάτσι στα 970 μ υψ – 42 χλμ από Κ, – 7 χλμ από Π.). Είναι κτισμένο σε μια βορινή δασωμένη πλαγιά του ‘’Ιζερού’’ ανάμεσα σε δυο λάκκους τον Μέγα ή Τρανό Λάκκο και το Μικρό Λάκκο. Το 1924 το χωριό μετονομάστηκε σε Ασημοχώρι, λόγω κάποιων ευρημάτων που μαρτυρούσαν παλιότερη ενασχόληση των κατοίκων με την αργυροχοία. Τα σπίτια του παλιού χωριού όπως όλα στην περιοχή ήταν πέτρινα. Με τα γεγονότα του εμφύλιου, το μισό καταστράφηκε, (Αύγουστος του 1949), από δυνάμεις του στρατού. Χτίστηκε από την αρχή το 1954, και μεταλλάχθηκε από τη χρήση υλικών της καινούργιας εποχής, χάνοντας παντοτινά, και στο μεγαλύτερο μέρος του, την παλιά του αίγλη.  

Η αναντικατάστατη ομορφιά της φύσης όμως, παρέμεινε στη θέση της κατακλύζοντας τον ευρύτερο χώρο, πιο πλούσια από ποτέ, βοηθούμενη από την εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας, που όσο πάει, γίνεται πιο αισθητή. Στο χωριό, υπάρχει η Κοίμηση της Θεοτόκου, και ο παλιός νερόμυλος. Κοντινέςτοποθεσίες για πεζοπορία, είναι ο δασόδρομος προς τη βλάχικη στάνη, (1540 μ. υψ.) και η περιοχή, ‘’Βαρτζιομπάν’’ (μνήμα του τσοπάνη στα Αρβανίτικα). Μια αξιόλογη προσπάθεια του εν Αθήναις συλλόγου Ασημοχωριτών είναι η έκδοση του περιοδικού ‘’τα Ασημοχωρίτικα’’. 

Επόμενος αξέχαστος σταθμός οι γειτονικοί, ακριτικοί Χιονιάδες, (1100 μ υψ. 45 χλμ από Κ,12 χλμ από Π.), λίγο πριν την γραμμή των Αλβανικών συνόρων. Χωμένο μέσα στη δασώδη πλαγιά που κατεβαίνει από την ‘’Μπάντρα’’, το χωριό είναι κτισμένο σε σχεδόν αθέατη θέση μέσα στις πυκνές φυλλωσιές από τις Οξιές. Το πρώτο σημάδι ότι φτάσατε, είναι το μικρό ομώνυμο του χωριού πέτρινο γεφύρι στη θέση ‘’παρασπόρι’’ στην είσοδό του, κτισμένο σύμφωνα με τη παράδοση ‘’στα 1800’’. Δυστυχώς, είναι εντελώς ασυντήρητο, τόσο, που αν παραμείνει έτσι, είναι βέβαιο ότι ο χρόνος δεν θα το σεβαστεί.  

Η παρουσία του στρατού και των συνοριοφυλάκων ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες είναι εμφανής. Σ’ αυτή την ακριτική γωνιά του Γράμμου, την χειμωνιάτικη περίοδο δεν μένει σχεδόν κανείς, εκτός λίγους ηλικιωμένους, και ο παλιός  δάσκαλος, Πρόεδρος των Χιονιάδων, κύριος Ευριπίδης Ζωγράφος, ανοιχτό βιβλίο ιστορίας της περιοχής. Η ονομασία του χωριού, προήλθε ακριβώς από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, από τους πολλούς ‘’χιονιάδες’’ που πλήττουν αυτό το δυσπρόσιτο άκρο των Ελληνικών συνόρων. 

Η οικονομία4 του χωριού ήταν κτηνοτροφική, όπως και αλλού σ’ αυτά τα μέρη. Αργότερα, οι περιορισμένοι πόροι ανάγκασαν και εδώ, τον αντρικό πληθυσμό να αναζητήσει την τύχη του κυρίως, μέσα από τεχνικά επαγγέλματα. Ακολουθώντας τα μπουλούκια των μαστόρων την βρήκαν, μέσα από την ξεχωριστή δραστηριότητά τους, περνώντας το κατώφλι της ιστορίας, δια μέσου της απαράμιλλης ζωγραφικής τέχνης τους. Οι Χιονιαδίτες, διέτρεξαν όλη την Ελλάδα, την Αλβανία, τα Σκόπια και αλλού, ζωγραφίζοντας αρχοντικά, σαράγια ή αγιογραφώντας εκκλησίες, με σπάνιο ταλέντο και μεράκι, συνεχίζοντας την βυζαντινή παράδοση, εντάσσοντας την, στην τέχνη τους.  

Ειδικότερα στην Ήπειρο, η τέχνη της ζωγραφικής ασκήθηκε κυρίως από τους Χιονιαδίτες, (οι ανταγωνιστές Σαμαριναίοι κρατήθηκαν στα μέρη τους, και τη Θεσσαλία), που στόλιζαν με την ευαισθησία, τη ζωντάνια και τα σπινθηροβόλα πινέλα τους, τα πάντα. Στην εξαιρετικά επίπονη έρευνά του, ‘’Χιονιαδίτες ζωγράφοι’’ (1981), ο Κίτσος Α. Μακρής βρίσκει εξήντα δύο από αυτούς, ενώ οι νεώτεροι ερευνητές έχουν μεγαλώσει τον αριθμό και τα διασωθέντα έργα. Διακρίθηκαν για τις πανέμορφες τοιχογραφίες, τις λεπτομερείς προσωπογραφίες, τα σπάνια και δύσκολης τεχνικής ζωγραφιστά ταβάνια, τεράστια ποικιλία δροσερών φυτικών διακοσμητικών συνθέσεων, μέχρι και ποικιλόμορφα σεντούκια – κασέλες, βρέθηκαν ζωγραφισμένα από αυτούς. 

Όλα γινόντουσαν με μοναδική καλλιτεχνική αρτιότητα και επιμέλεια, μέσα σε μια πανδαισία χρωμάτων, και πολύ γρήγορα έγιναν περιζήτητοι δημιουργώντας τις δικές τους ομάδες. Οι ευκατάστατοι έμποροι από το Ζαγόρι και το Πήλιο, τους καλούσαν να διακοσμήσουν τα μεγάλα αρχοντικά και να εικονογραφήσουν τις εκκλησίες τους. Πολλές δημιουργίες τους σώζονται, σε όλη την Ήπειρο στα χωριά του Ζαγορίου, και του Πηλίου. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει μια στο Τσεπέλοβο, στο σπίτι του Ράδου, που σήμερα ανήκει στην οικογένεια Κέντρου. Ανάμεσα στα πολλά έργα ζωγραφικής υπάρχει και μια τοιχογραφία που παριστάνει τους γάμους του Ναπολέοντα. Είναι έργο του Χιονιαδίτη ζωγράφου Αναστασίου Παπακώστα – Μαρινά, γύρω στο 1850, από τα ωραιότερα δείγματα της λαϊκής ζωγραφικής του 19ου αι, με το συνηθισμένο στους Χιονιαδίτες μοτίβο, της τραβηγμένης με κορδόνια κουρτίνας, πλαισιωμένο από πολύχρωμο σχηματοποιημένο ουράνιο τόξο. 

Το καλλιτεχνικό παρελθόν του χωριού, παραπέμπει στην πολύ όμορφη χωροθέτησή του στο δάσος. Η θέση που είναι χτισμένο, θα ενθουσιάσει τους φυσιολάτρες μια που διαθέτει, εκτός της ωραίας θέας στις γύρω κορφές, και άφθονους χώρους για σκηνές. Ειδικά την πλούσια, λουλουδιασμένη και αρωματοφόρα άνοιξη, ή τον θλιμμένο Σεπτέμβρη – Οκτώβρη είναι πραγματικά, για διήμερη διαμονή. Έτσι θα σας δοθεί η δυνατότητα να γυρίσετε σχεδόν σε όλη τη περιοχή, την οποία γνωρίζει σαν τη τσέπη του, ο δάσκαλος (συνταξιούχος τώρα), και Πρόεδρος των Χιονιάδων κ. Ευριπίδης Ζωγράφος, φροντίστε να συναντηθείτε μαζί του.  

Στους Χιονιάδες υπήρχαν τέσσερις, (φανταστείτε πόσους κατοίκους είχε) νερόμυλοι. Πριν τη κατοχή, λειτουργούσαν οι δύο, ενώ μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο έμεινε ένας, της ‘’Φώναινας’’, που στα τελευταία της, τον δούλεψε για λίγο, ο γαμπρός της, Γεραβέλης Μιλτιάδης. Σήμερα έχει καθαριστεί το μονοπάτι που οδηγεί στον μύλο, αλλά ο επισκέπτης αντικρίζει μόνο τα ερείπια. Επίσης από παλιά, υπήρχε σχολείο, που είχε γίνει ονομαστό και στα γύρω χωριά, από τα οποία συνέρεαν πολλοί μαθητές ‘’υπό την στέγην της παλαιάς εκκλησίας αγ. Αθανασίου’’ (οι πληροφορίες κάνουν λόγο για το 1826). Η ‘’Ελληνική σχολή Χιονιάδων’’ που υπάρχει σήμερα, λειτούργησε επίσης ως παρθεναγωγείο, και χτίστηκε το 1905 στην ίδια θέση που ήταν παλιότερο, πιθανά του 1855. Στους Χιονιάδες εκτός από την αγιογραφημένη εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, δεν υπάρχει κάτι άλλο που να θυμίζει την μεγάλη ζωγραφική παράδοση του χωριού. Όμως, μπορείτε να δείτε εργασίες τους, σε όλες τις εκκλησίες της περιοχής, όπου και να κοιτάξετε. Στον Άγιο Γεώργιο στην Πυρσόγιαννη (το τέμπλο), ενώ στην Βούρμπιανη υπάρχει η παλιότερη υπογεγραμμένη εικόνα, (Κώνστας Θεοδόσι - 1747).   

Κάποτε το χωριό έσφυζε από ζωή. Η πυκνότητα των εσωτερικών και εξωτερικών επικοινωνιών ήταν αντιστρόφως ανάλογη με τις δυσκολίες πρόσβασης και το ανώμαλο του εδάφους. Σήμερα οι τελευταίες φωνές και τα υπομνήματα προς τη διοίκηση έχουν σταματήσει. Όλοι κάτι έχουν να διηγηθούν από τα παλιά, στον μοναδικό τόπο συνάντησης, το μικρό εποχιακό καφενεδάκι, που είναι ανοιχτό από 20 Ιουνίου έως 30 Αυγούστου, και κάποιες γιορτινές μέρες του χειμώνα. Όλες οι κουβέντες με τους γέροντες, μετατρέπονται σε κατάθεση ψυχής, ανάμεσα στα τσιπουράκια. Κουράστηκαν οι άνθρωποι να απευθύνονται σε όσους έχουν πάρει ήδη τις αποφάσεις τους, και τόσα χρόνια, δεν έχουν κάνει τίποτα και δεν έχουν αλλάξει, ούτε στο ελάχιστο την πορεία του τόπου. 

Ενός τόπου, που αρκετά ευρήματα ερευνών(5), (Δαμιανάκος – Ζακοπούλου – Κασίμης – Νιτσιάκος – ‘’Εξουσία, Εργασία και Μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου’’ – Πλέθρον σελ 14), εκπλήσσουν για την απίστευτη ικανότητα αντίστασης στην εξαφάνιση, πιο σωστά, αρνούνται πεισματικά να σβηστούν από το χάρτη αντίθετα με την πληθυσμιακή συρρίκνωση, (αν και τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός σταθεροποιήθηκε) οι οποία φαίνεται να προκαλεί κάθε ορθολογισμό, αμφισβητώντας ακόμη και την εγκυρότητα της ‘’υπαρκτής στατιστικής’’, και τον τρόπο κατασκευής των στατιστικών κατηγοριών. Η αξιοπρέπεια παραμένει γνώρισμα τους, άσχετα αν η πίκρα από τα λόγια όσων έμειναν, περισσεύει. Η ερήμωση των χωριών, και η εξαφάνιση κάθε παραγωγικής δραστηριότητας έφερε το τέλος στην ενεργή πολιτισμική παρουσία των Χιονιάδων. Αυτά που διασώθηκαν, είναι πλέον ανεκτίμητα, αντικείμενα μελέτης, μια που δεν ξαναφτιάχνονται. 

Κάτι τέτοιο κάνει, μελετά και παρουσιάζει από τις σελίδες του, ένα μοναδικό για τα δεδομένα της χώρας, περιοδικό, το ‘’εκ Χιονιάδων’’. Πρόκειται για μια σπάνια και αξιότιμη συλλογή λαϊκής ζωγραφικής, (εικόνες, πίνακες, κασέλες, φωτογραφίες, έγγραφα) κ.ά. Ο διευθυντής του, Κώστας Σκούρτης, ζωγράφος ο ίδιος, και εκδότης του εξαιρετικού βιβλίου, ‘’ξυλόγλυπτες και ζωγραφιστές κασέλες’’, μαζί με την συντακτική επιτροπή του περιοδικού, μας έχει προσφέρει έως τώρα επτά τεύχη, όπου παρουσιάζονται αυτές οι ξεχωριστές εργασίες και οι ιστορίες των περίφημων Χιονιαδιτών ζωγράφων. Μαζί με το Δήμο Μαστοροχωρίων, που έχει ήδη διαθέσει, (+73000 EUR - εικοσιπέντε εκατομμύρια δρχ) πρωτοστατούν στην ίδρυση του ‘’Μουσείου Χιονιαδιτών Ζωγράφων’’, που μαζί με το Μουσείο Ηπειρωτών Μαστόρων, στην Πυρσόγιαννη, είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσουν δύο εργαλεία υψηλής ποιότητας και ανάκαμψης για όλη τη περιοχή. Αποδεικνύεται, και αναδεικνύεται ταυτόχρονα, ότι μια ομάδα νέων ανθρώπων, που στηρίζει αυτές τις προσπάθειες, μπορεί όχι μόνο να αντισταθεί στη φθορά των ορεινών μικροκοινωνιών, αλλά μπαίνοντας δυναμικά στο χώρο, να τον αναπτύξει και να του προσδώσει νέες χρήσεις και λειτουργίες. 

Πιο κάτω στην κοιλάδα, στο δρόμο για το Πληκάτι, βρίσκεται η δεύτερη είσοδος για τον Γοργοπόταμο (παλιά Τούρνοβο, 940 μ. υψ. 44 χλμ από Κ, – 11 χλμ από Π.). Το χωριό είναι κτισμένο στα ριζά της Όρλας προς τα ανατολικά, και απλώνεται ως κάτω, στο ποτάμι Γοργοπόταμο που χύνεται στον Σαραντάπορο, σε ένα απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς τοπίο. Παλιά, με τη δύναμη του νερού, δούλευαν δύο νερόμυλοι και ταυτόχρονα ποτίζονταν ο ‘’κάμπος’’, με τους μικρούς κλήρους, μπροστά από το χωριό, δίνοντας ζωή και σώνοντας κόσμο από την πείνα, στα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της κατοχής, με το καλαμπόκι και τους ξακουστούς γίγαντες που και σήμερα καλλιεργούν οι λιγοστοί κάτοικοί του. Μια στάση, θα σας θυμίσει όλες τις αγαπημένες μελωδίες της φύσης, τον ξεχασμένο ήχο των ρεμάτων, τα κελαηδίσματα των πουλιών και τα βελάσματα των κοπαδιών. Ιδανικός προορισμός για όσους θέλουν να γνωρίσουν απ’ την αρχή τα άπειρα, δροσερά χρώματα, του δάσους, τα μονοπάτια και τις ξεχασμένες πυγολαμπίδες κοντά στο ποτάμι, το βράδυ.

Σε αυτό το χωριό, σε όλη τη διάρκεια του 18ου – 19ου αι. αναπτύχθηκαν, όλοι οι κλάδοι της ιδιαίτερα ευαίσθητης τέχνης, της ξυλογλυπτικής. Οι Τουρναβίτες ‘’σκαλιστές – ταγιαδόροι’’ απέκτησαν τεράστια φήμη και ήταν περιζήτητοι στην Ελλάδα  την Αλβανία, αλλά και τη Βαλκανική. Οργανωμένοι σε ξεχωριστές ομάδες ‘’ισνάφια’’ όπως και οι Χιονιαδίτες ζωγράφοι όργωσαν κυριολεκτικά την Χώρα, δημιουργώντας έργα απαράμιλλης τέχνης, σε πολλές εκκλησίες, π.χ. το τέμπλο της μητρόπολης στα Γιάννινα έργο του 1830 της οικογένειας Σκαλιστή. 

Μετά τα γεγονότα του πολέμου, και του εμφυλίου λιγοστοί κάτοικοι επέστρεψαν. Αλλά όπως σε όλα τα Γραμμοχώρια, ήταν αργά ‘’για να πάρουν τα πάνω τους’’, οικονομικά. Ο αδελφοκτόνος, καθαρτήριος σπαραγμός, είχε ήδη αποδομήσει την περιοχή, (και όλα γενικά τα ορεινά της Χώρας(6) ) που μέσα σε ένα περιβάλλον τραγικών, πολλές φορές, αλλαγών, έπρεπε να ορθοποδήσει, και να ξαναβρεί τον τρόπο ζωής του. Το 1961 το σχολείο, είχε τριάντα μαθητές και ο αγαπητός στους κατοίκους δάσκαλος, Σωκράτης Οικονόμου, είχε οργανώσει εκτός από τα μαθητικά συσσίτια, και νυχτερινό σχολείο, ώστε να πάρουν απολυτήριο οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, όσοι τέλος πάντων απόφυγαν τη μετανάστευση, που και εδώ άφησε βαρύ σημάδι. Την πενταετία 1956 – 1961 μετανάστευσαν, (κυρίως στη Γερμανία), 9515 άτομα δηλαδή 1903 άτομα το χρόνο, (Ιωάννης Έξαρχος – Οικονομικός Προγραμματισμός στην Ήπειρο – Αθήνα 1963).   Όπου ‘’μπουλούκι’’ και αποχωρισμός. Πολλοί, κυρίως πολιτικοί, αδιαφορώντας για τις μελλοντικές συνέπειες (βλ. Editorial), την ονόμασαν ευλογία θεού, επειδή βρήκαν δουλειά και μάλιστα καλοπληρωμένη. Αυτοί, φαίνεται ότι δεν έζησαν, όπως αυτά τα χωριά που τώρα επισκέπτεστε, την ιεροτελεστία του ξενιτεμού από την ορεινή πατρίδα. Όσοι την έζησαν, δεν την ξέχασαν ποτέ.  

Είναι πολύ δύσκολο να τιθασεύσεις τον πειρασμό, και να μην αναφερθεί, ότι για άλλη μια φορά η ανικανότητα της διοίκησης να δώσει διέξοδο, στην ανθηρή κάποτε οικονομία, στα ήδη φτασμένα κεφαλοχώρια, (που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα μικρότερα), έφερε την παρακμή όλων, και αυτή με τη σειρά της, το αποτέλεσμα της αναχώρησης – φυγής. Γιαυτό ο λαός μας την ονόμασε, και την θεωρεί ως τις μέρες μας, κατάρα και εθνική αιμορραγία. Στο πέρασμα του χρόνου η λαϊκή μούσα δημιούργησε ανάλογα τραγούδια που βεβαιώνουν τον πόνο του αποχαιρετισμού. Δυστυχώς, τα αποτελέσματα αυτής της μαύρης εποχής, και των πολιτικών μπακαλικής, που ακολουθήθηκαν από όλες τις πολιτικές ηγεσίες στη συνέχεια, τα βλέπουμε σήμερα, σαράντα – πενήντα χρόνια μετά. Μοναδική διέξοδος στις μέρες μας, και φωτεινό παράδειγμα για όλη την Ελλάδα, αποτελούν οι νέοι άνθρωποι, που αγαπούν και γυρίζουν στον τόπο τους, οι δραστήριοι σύλλογοι, που πέρα από τα μικροσυμφέροντα και τα ευχολόγια θα επαναπροσδιορίσουν και θα διαχειριστούν το μέλλον των ορεινών χώρων. 

Η συνέχεια της εξαιρετικής γνωριμίας με τη δυσπρόσιτη ορεινή πατρίδα (βλ. ‘’Γραμμουστιανό Σταυροδρόμι’’, στον ίδιο τόμο), θα σας φέρει στο τελευταίο μαστοροχώρι, αυτής της περιοχής, το Πληκάτι. Από εκεί, η χωμάτινη πλέον διαδρομή, σας ανεβάζει για τα καλά στο Γράμμο, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον, σ’ ένα από τα δύο πιο γνωστά και παλιά βλαχοχώρια, την Αετομηλίτσα. Δύο πανέμορφα ζωντανά χωριά, που με την παρουσία τους στολίζουν το Γράμμο, τις ρίζες της παράδοσης και του πολιτισμού μας.  

Ευχαριστώ τον Β. Παπαγεωργίου και τον Ε. Ζωγράφο για τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις που έκαναν για αυτό το άρθρο. 

Σημειώσεις:

(1) Ο επόμενος τόμος, θα περιέχει την συνέχεια των διαδρομών και την αναλυτική παρουσίαση των χωριών, από την Αετομηλίτσα μέχρι το Νεστόριο Καστοριάς.

(2)Μετά το 1913 που έκλεισαν τα ‘’εθνικά σύνορα’’, η περιοχή στερήθηκε την επικοινωνία την ανταλλαγή τεχνογνωσίας, (και από εκεί μαστόροι – πετράδες ήταν) και το εμπόριο (άρα, της ανάπτυξης), με τον φυσικό της χώρο, και σαν ντόμινο, άρχισε η αποδιοργάνωση του χώρου των Μαστοροχωρίων, του Πωγωνίου, και γενικά όλων των χωριών της νέας συνοριακής γραμμής, ένθεν – και ένθεν, μέχρι κάτω τη Σαγιάδα, στη Θεσπρωτία. 

(3) Προνόμια ήταν: 1) Καθεστώς Αυτοδιοίκησης, εξέλεγαν δημογέροντες, υδρονόμους, αγροφύλακες, επιτρόπους εκκλησιών, εισπράκτορες φόρων, εφόρους σχολείων και τους οπλαρχηγούς, 2) Διατήρηση της γλώσσας, 3) Ελεύθερη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων και χωρίς προβλήματα ανακαίνιση των ναών,  4) Κανένας Τούρκος υπάλληλος δεν παρέμενε στα κεφαλοχώρια, 5) Τα Τουρκικά στρατιωτικά αποσπάσματα δεν μπορούσαν να παρατείνουν τη παραμονή τους. Στον χώρο της Βορείου Ηπείρου, τα μεγάλα βλαχοχώρια Σιπίσχα, Νικολίτσα, Μοσχόπολη υπαγόταν στην προστασία της βασιλομήτορος (δες Ζαγόρι – Συράκο – Καλαρρύτες - Ματσούκι). Ειδικά τα προνόμια της περιοχής Χειμάρας ήταν τόσα πολλά (απαλλαγή από φόρους – τελωνιακούς δασμούς, δικαίωμα οπλοφορίας στους καπεταναίους) που ουσιαστικά τα χωριά αυτά παρέμειναν απάτητα από τους Τούρκους.

(4)  Σε παλιότερη συνοπτική μας περιγραφή, (τομ Α’ 1999) είχαμε αναφέρει, ότι οι Χιονιαδίτες είχαν διακριθεί σε ένα είδος εμπορίου, που είχε να κάνει με την εκμετάλλευση του χιονιού. Σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες κάτι τέτοιο δεν έχει τεκμηριωθεί. Βλέπετε, και η έγκυρη κατά τα άλλα βιβλιογραφία, όσο και αν διασταυρώνεται ενδέχεται να πέφτει σε σφάλματα.

(5) ‘’Πριν από τριάντα χρόνια είχαμε έντονη την αίσθηση ότι η Πυρσόγιαννη αργόσβηνε και ότι την αντικρίζαμε λίγο πριν την εξαφάνισή της. Όμως τριάντα χρόνια μετά είναι πάντα ετοιμοθάνατη και πάντα ζωντανή, πάντα αναζωογονημένη από την αμερικανική, αυστραλιανή, αθηναϊκή διασπορά της’’. Με αυτά τα λόγια ο Henri Mendras, ο οποίος είχε ηγηθεί της ερευνητικής αποστολής ‘’έξι χωριά της Ηπείρου’’ το 1958, ‘’χαιρετίζει’’ τα ευρήματα της νέας έρευνας που πραγματοποίησαν ο Σ. Δαμιανάκος και οι συνεργάτες του σε τρία χωριά της Ηπείρου. (Λεωνίδας Λουλούδης - ‘’Γεωγραφίες’’ καλοκαίρι 2003 Τ5 - εκδόσεις Εξάντας σελ 37).

(6)Στον Εμφύλιο 700000 – 800000 κάτοικοι των ορεινών περιοχών μετακόμισαν βιαίως στις πόλεις για να μην έχουν οι αντάρτες πηγές ανεφοδιασμού, στρατολογίας και υπηρεσιών. Λίγοι από αυτούς επέστρεψαν στα χωριά τους το 1950, με τον επαναπατρισμό, όπως είχε ονομαστεί. (Λεωνίδας Λουλούδης - ‘’Γεωγραφίες’’ καλοκαίρι 2003 – Τ5 - εκδόσεις Εξάντας σελ 39). 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης 

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης:  26550

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.mastorohoria.gr www.konitsa.gr Ξενοδοχείο ‘’το Αρμολόι’’  στην Πυρσόγιαννη 31297, Τσούβαλης Γεώργιος. Αν έρθετε ή φεύγετε προς Αετομηλίτσα από Επταχώρι βολεύει και ο ξενώνας στο Κεφαλοχώρι Φασούλης Δημήτριος 81481 πριν την Δστ για Λυκόρραχη. Καταφύγιο το ‘’Μιτσικέλι’’ του Ε.Ο.Σ. Ιωαννίνων στα 1400 μ. Χωρητικότητα 28 άτομα, Ξυλόσομπα, Τζάκι, κουζίνα, υδροδότηση. Ορειβατικός Ιωαννίνων καθημερινά 19:00 – 21:00 Καννής Λευτέρης 2651022138. Καταφύγιο στην ‘’Γκαμήλα’’ (Πάπιγκο) ανήκει στην Ομοσπονδία, διαχειριστής Ροκκάς Γιώργος 2651046818, 6973223100.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ανάλογα την εποχή που θα πάτε. Άνοιξη και φθινόπωρο δεν υπάρχει πρόβλημα όπου και να ‘’στήσετε’’. Στους Χιονιάδες στην εκκλησία, και στον Γοργοπόταμο κάτω στο ποτάμι. Σε κάθε περίπτωση ρωτήστε πρώτα, μια που η περιοχή ελέγχετε αυστηρά από την αστυνομία και τους συνοριοφύλακες λόγω λαθρομεταναστών. Μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Στην κεντρική πλατεία της Πυρσόγιαννης, όλα τα καλά της ώρας και νόστιμοι τσιπουρομεζέδες (το τσίπουρο είναι χωρίς γλυκάνισο). Τσούβαλης Γεώργιος εστιατόριο – καφενείο 31297, Γκάσιος Χρυσόστομος καφενείο 31680. Από εκεί και μετά, κάτι πρόχειρο (μπριζόλες, λουκάνικα) στα καφενεία των χωριών.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Κόνιτσας: 22191, Δήμος Μαστοροχωρίων: 31269, 31111, Fax: 31112, Γραφείο Δ. Δ. Χιονιάδων

31169, 31696. Αστυνομία: Κόνιτσας 22202, Πυρσόγιαννη 31216, Συνοριακή φύλαξη 31100, Α’ Βοήθειες Κόνιτσας 23111, Πυρσόγιαννης23111, 22222, Βούρμπιανης 31330.

ΧΡΗΣΙΜΑ: ‘’εκ Χιονιάδων’’ Περιοδική έκδοση, θα το βρείτε στην Αθήνα ‘’Δωδώνη’’: Ανδρέου Μεταξά 28, 2103825485. Επίσης στην Κόνιτσα: Βασίλης Σκούρτης τ.κ. 44 100 Χιονιάδες, 24945. Ορειβατικός Σύλλογος Κόνιτσας 22464, Δασαρχείο 22498. Κάθε χρόνο τον Ιανουάριο συνήθως στις 16 ή 17 - ανάλογα πότε ‘’πέφτει’’ Σαββατοκύριακο - γίνεται η ετήσια συνάντηση Πυρσογιαννιτών και φυσικά ανάμεσά τους είναι παλιοί, (όσοι έχουν μείνει) και νεώτεροι τεχνίτες της πέτρας. Συνεργεία: Τούσιας Θωμάς 1ο χλμ, Ε.Ο. Κόνιτσας – Κοζάνης 22904, Ζώτος Νικόλαος 22910. Βουλκανιζατέρ: Αντωνίου Ευάγγελος, Κιλελέρ 1, 23081, Βαγενάς Σωτήρης 22818, Ντελής Σπύρος 22939. Τα συνεργεία & τα βουλκανιζατέρ που εντοπίσθηκαν είναι για αυτοκίνητα. 

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Κόνιτσα όλες οι εταιρείες και στο Επταχώρι BP.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) η μόνη λύση είναι η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα.

ΒΙΒΛΙΑ: Διαβάστε το εξαίρετο ‘’Εξουσία, Εργασία και Μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου’’, εκδόσεις Πλέθρον 2103645057, Μοναδική έκδοση για τους Χιονιαδίτες Ζωγράφους το ομώνυμο βιβλίο του Κίτσου Μακρή από τις εκδόσεις Μέλισσα 2103611692. Ήπειρος της Εκδοτικής Αθηνών, Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Νομού Ιωαννίνων, έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων, Φύση και έργα ανθρώπων, έκδοση Κέντρου περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.ΜΙ. (Λέσχη Μοτοσυκλετιστών Ιωαννίνων) Ανεξαρτησίας 130, Γιάννινα τηλ Fax: 2651048501, http://lemimoto.freeshell.org  Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826. 

Περισσότερες πληροφορίες για ΗΠΕΙΡΟ – ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ και  ΗΠΕΙΡΟ – ΠΛΗΚΑΤΙ - ΑΕΤΟΜΗΛΙΤΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ιωακείμ Μαρτινιανού (Μαρτιάνου) / Μοσχόπολις / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Θεσσαλονίκη 1957

  • Ιωάννου Έξαρχου / Οικονομικός Προγραμματισμός εις τον Ηπειρώτικον Χώρον / Η.Ε.Α. Αθήνα 1963
  • Κίτσος Α. Μακρής / χιονιαδίτες ζωγράφοι / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1981
  • Παύλος Τάττης / Η θαυματουργή εικόνα της Πληκατιώτισσας / Ιωάννινα 1981
  • Σ. Δαμιανάκος – Ε. Ζακοπούλου – Χ. Κασίμης – Β. Νιτσιάκος / Εξουσία, Εργασία και Μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1997
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / Νομαρχία Ιωαννίνων 1998
  • Χ. Κασίμης – Λ. Λουλούδης / Συλλογική εργασία - έρευνα ‘’η Ελληνική Αγροτική Κοινωνία στο τέλος του Εικοστού Αιώνα’’ / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1999
  • Φύση και έργα ανθρώπων / Κέντρο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας / Κόνιτσα 2001
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Αετομηλίτσα / Πολιτιστικός Σύλλογος Αετομηλίτσας / Γιάννινα 2003
  • Κώστας Σκούρτης / Ξυλόγλυπτες και Ζωγραφιστές Κασέλες από τους Χιονιάδες της Ηπείρου / Νομ. Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων – Δήμος Μαστοροχωρίων / Αθήνα 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρυσηίς Τσερώνη / Στόχος ο Γράμμος / περιοδικό Κορφές Τ115 Σεπτ – Οκτ 1995
  • Γιούλα Δρόλαπα / Με Αφορμή τον Γράμμο / περιοδικό Κορφές Τ127 Σεπτ – Οκτ 1997
  • Κώστας Τζιβελέκας / Γράμμος / περιοδικό ΓΕΩ Τ23 Σεπτέμβριος 2000
  • Γιώργος Δ. Τσίτσος / Παναγία Πληκατιώτισσα / περιοδικό Κόνιτσα Τ103 Μάρτιος – Απρίλιος 2002
  • ‘’εκ Χιονιάδων’’ / Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Χιονιαδιτών σε συνεργασία με την αδελφότητα Χιονιαδιτών ‘’ο Άγιος Αθανάσιος’’.
  • Αφιέρωμα στην Ήπειρο / Γεωγραφίες Τ5 εκδόσεις Εξάντας Καλοκαίρι 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Σωκράτη Οικονόμου / Αναμνήσεις από το Γοργοπόταμο / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ110 Μάιος – Ιούνιος 2003
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Οι Ορεινές Κοινότητες της Βόρεια Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1995
  • Ήπειρος / Εκδοτική Αθηνών / Αθήνα 1997

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

 ΗΠΕΙΡΟΣ (5686 λέξεις)

ΠΛΗΚΑΤΙ – ΑΕΤΟΜΗΛΙΤΣΑ

(Γράμμος 2η εργασία από 8)

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Μάρτιος 2004 

Γραμμουστιανό Σταυροδρόμι

Μετά τη μικρή κοιλάδα του Δ.Δ. Γοργοπόταμου, ξετυλίγετε η μοναδική παραμεθόρια διαδρομή προς τις απόκρημνες, δαντελωτές παρυφές του Γράμμου. Μια ‘’άγνωστη’’ ενδοχώρα, με εξαιρετικά φυσικά θέλγητρα σας αποκαλύπτετε, όταν από το στενό ασφάλτινο δίκτυο φτάσετε στο πιο απομακρυσμένο από τα μπουκέτα των χωριών της πέτρας. Το γειτονικό στο Γοργοπόταμο, Πληκάτι, (1240 μ. υψ. 48 χλμ από Κόνιτσα – 17 από Πυρσόγιαννη), κρατάει ακόμα την αυθεντική του, παραδοσιακή αρχιτεκτονική φυσιογνωμία που φανερώνεται στον επισκέπτη, μετά τις στροφές του ανηφορικού δρόμου που σας οδηγούν κατ’ ευθείαν στην πλατεία.

Η τουριστική ‘’κίνηση’’ εδώ πάνω, είναι περιορισμένη και σίγουρα θα γίνετε το θέμα της ημέρας για τους θαμώνες του καφενείου της πλατείας. Ανάλογα την ώρα, είναι ιδανική για δροσερούς καφέδες και βόλτες ή για βράδυνα τσιπουράκια, χωρίς γλυκάνισο, με τους ντόπιους να αφηγούνται παλιές περιπέτειες της ζωής τους. Το χωριό, με την ανάσα μια άλλης εποχής φαίνεται ότι έχει σπουδαία ιστορία, που έρχεται από μακριά. Ίσως αποτέλεσε σταθμό μεταφόρτωσης εμπορευμάτων. 

Οι επαφές, (όπως σε όλα τα Μαστοροχώρια) με την Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη ή την εγγύς Ανατολή ήταν συνεχείς και κάθε άλλο παρά προσέκρουαν σε αδιαπέραστα φυσικά εμπόδια και εθνικά σύνορα. Υπάρχει, λένε, σε καλή κατάσταση, μονοπάτι – καλντερίμι ακόμα και σήμερα, που οδηγεί στην Αλβανική Ερσέκα, (πρωτεύουσα της Κολώνιας) σε τρεις ώρες, στη Ράχοβα, που είχαν στενές σχέσεις, (Νιτσιάκος – Μάντζος 2003 – Γεωγραφίες Τ5 σελ 90) και στο Λεσκοβίκι, όπως πηγαινοερχόντουσαν παλιά, με ωραίες πετρόχτιστες κρήνες στη διαδρομή,  με παγωμένο νερό.

Την ίδια εποχή, πήγαιναν και με τα μουλάρια στην Κόνιτσα, περνώντας από το, γκρεμισμένο σήμερα, πέτρινο γεφύρι του Βουρμπιανίτικου, σε εννέα ώρες. Ο Gustav Weigand που ταξίδεψε στα βλαχοχώρια (δεν έφτασε εδώ), γράφει στο βιβλίο του, που εκδόθηκε το 1895, ότι κατοικούσαν 250 ψυχές. Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι έγραφαν μόνο τον αντρικό πληθυσμό (με βασικό κριτήριο το θρήσκευμα) συμπεραίνουμε ότι ήταν τουλάχιστον οι διπλοί. (Οι Αρωμούνοι – Βλάχοι – τομ Α’, Αφοι Κυριακίδη σελ 322). 

Η προέλευση των σημερινών κατοίκων, είναι από χριστιανικά μαστοροχώρια, κατά μια εκδοχή από τη Μοσχόπολη(1) της Β. Ηπείρου, την οποία εγκατέλειψαν το 1769 ύστερα από τις ανεπανόρθωτες καταστροφές που προκάλεσαν εκεί οι Τουρκαλβανοί. Η άλλη, ισχυρότερη και σχεδόν βεβαιωμένη άποψη, αναφέρει ότι είναι Αρβανίτικη(2) αποικία των χωριών της Κολώνιας, σε μια μετοικεσία που έγινε περί τον 18ο αι. Ακολούθησε, και ανέπτυξε την μαστορική – οικοδομική τέχνη, στους δρόμους και τα μονοπάτια, που χάραξαν τα ‘’μπουλούκια’’ της περιοχής. Πληκαδίτες μαστόροι της πέτρας ταξίδεψαν μακριά, κτίζοντας. Αντίς Αμπέμπα, Γαλλία (μαζί τους και ένας Βουρμπιανίτης), Αμερική, και στο Ιρκούτσκ όπου δούλεψαν 12 άτομα εκ΄ των οποίων 2 Ιταλοί όπου εργάστηκαν στα πετρόχτιστα τεχνικά έργα του υπερσιβηρικού. Μερικοί μάλιστα, από εκεί, έφτασαν με διαφορετικό επάγγελμα μέχρι το ακραίο Βλαδιβοστόκ, στην Ιαπωνική θάλασσα. Οι Θεολογέοι και οι Τατέοι, έχτισαν το σπίτι του Μακρυγιάννη στην Αθήνα, (συμβολή Μακρυγιάννη – Διάκου), και με τα χρήματα που πήραν, αγόρασαν μεγάλη έκταση στο σημερινό κέντρο της Αθήνας – λέγεται ότι η έκταση περιελάμβανε τη σημερινή πλατεία Ομονοίας, τα ‘’Βορεία Άκρα’’ τότε – την οποία πούλησαν αργότερα σε Αρβανίτες.

Στις αρχές του 19ου αι. το βρίσκουμε με 400 σπίτια, ενώ κάμποσα χρόνια μετά, ο πληθυσμός έχει φτάσει τους δύο χιλιάδες, διακόσιους κατοίκους. Αρχικά, η αγροτική παραγωγή επαρκούσε για τη διατροφή ολόκληρου του πληθυσμού, αργότερα, οι εκτάσεις που καλλιεργούσαν δεν επαρκούσαν για να θρέφονται όλοι, και όπως σε άλλα ορεινά χωριά έγινε μετοικεσία. Πολυπληθή συνεργεία μαστόρων, μετακινήθηκαν ομαδικά προς τα νοτιοανατολικά του όρους Βέρνον (Βίτσι), ιδρύοντας την Μπελκαμένη(3), (1841) σημερινή παλιά Δροσοπηγή, και τη Νεγόβανη, Νεγκοβάνη ή Νεχόβανη, (1861), το σημερινό Φλάμπουρο.

Η πολυπληθής ανθρώπινη παρουσία αποτελεί έκπληξη εδώ πάνω. Συνηθισμένοι από την έλλειψη κατοίκων, αντικρίσαμε ένα ζωντανό χωριό με πολύ κόσμο, καινούργια σπίτια, που απ’ ότι μας είπαν, ασχολούνται λίγο με τη κτηνοτροφία, τη γεωργία, την υλοτόμηση και οι περισσότεροι, είναι εργολάβοι οικοδομών και εργάτες – ‘’πετράδες’’, που παίρνουν δουλειές στα γύρω χωριά. Οι μικρές παραδοσιακές καλλιέργειες που εναλλάσσονται με τη θαμνώδη βλάστηση, συνθέτουν ένα άριστο αγροτικό τοπίο και ταυτόχρονα έναν σημαντικό βιότοπο για τα πουλιά. Βορειοδυτικά του χωριού, κοντά στα σύνορα με την Αλβανία, έχει παρατηρηθεί μικρός πληθυσμός αγριόγιδου, είδος σπάνιο στη χώρα μας. Στα απόκρημνα βράχια πάνω από τον οικισμό φωλιάζει ο χρυσαετός που κυνηγάει στις υποαλπικές εκτάσεις του βουνού. 

Πραγματικά, ο επισκέπτης προκαταλαμβάνεται θετικά με το Πληκάτι, που φαίνεται, ότι διαφύλαξε ζωντανό το παραδοσιακό του χρώμα, μαζί με τα πολύ καλά, και όμορφα διατηρημένα οικοδομήματα - σπίτια, ορισμένα εκ’ των οποίων φαντάζουν – και πρέπει να είναι, παμπάλαια. Το πιο ουσιαστικό στοιχείο της αρχιτεκτονικής των μαστοροχωρίων, είναι τα σπίτια, ιδιαίτερα τα λαϊκά, που συνδέονται με τον άνθρωπο σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής του. Σε αυτά, βρίσκονται αποτυπωμένες οι αντιλήψεις του, οι αξίες, οι βιοτικές του ανάγκες, η συνήθειές του καθώς και ο τρόπος με τον οποίο τις ικανοποιεί, χρησιμοποιώντας τα υλικά που του παρέχει η φύση. 

Η κατασκευή τους, σε πολλές περιπτώσεις, απαιτούσε νέες μεθόδους κατασκευής, και η εφαρμογή αυτών των μεθόδων, αποτελούσε σταθμό στην εξέλιξη των κατασκευών. Ιδιαίτερα προσεγμένο ήταν το δούλεμα της πέτρας, το πελέκημα, (από εκεί και το πελεκάνος) που χρειαζόταν απίστευτο μεράκι, ειδικά στην τοιχοποιία της πρόσοψης, που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι μοναδικό, προκαλώντας, από τότε, τον ανυπόκριτο θαυμασμό. Τα σπίτια διώροφα ή τριώροφα (δίπατα ή τρίπατα) επιβάλλουν τη παρουσία τους, ακόμα και σήμερα.

Στο Πληκάτι, παλιότερα, μεταξύ των γυναικών, ήταν ανεπτυγμένη η υφαντουργία και η πλεκτική, πράγμα που φαίνεται αν μπείτε σε κάποιο από τα νοικοκυρεμένα, στολισμένα θα έλεγε κανείς, σπίτια. Δείγματα των όμορφων παλιών υφαντών, συνήθως προίκες κοριτσιών, αλλά και νεώτερα, καλύμματα καναπέδων, κεντητά τραπεζομάντιλα, μαξιλάρες, κοσμούν κάθε γωνιά του, και με δικαιολογημένη περηφάνια, πολλά από αυτά είναι σε μεγάλες κορνίζες κρεμασμένα στον τοίχο, ή μικρότερα κάδρα πάνω στα τραπέζια. Επίσης έφτιαχναν βελέντζες και είχαν γενικά ανεπτυγμένη, την τέχνη της υφαντουργίας και της πλεκτικής. Υπάρχει πιθανότητα, το όνομα του χωριού, να προέρχεται ακριβώς από αυτή την βιοτεχνική παραγωγή πλεκτών. 

Αξιόλογα θρησκευτικά μνημεία, του χωριού, αλλά και όλης της περιοχής, είναι η νεότερη εκκλησία της Παναγίας, η παλιά του Αγίου Αθανασίου(4), και η ‘’Παναγιοπούλα’’ αφιερωμένη στο Γενέσιον της Θεοτόκου. Στην Παναγία, μεταξύ άλλων κειμηλίων, φυλάσσεται η σπάνια και θαυματουργή εικόνα, της Παναγίας Πληκατιώτισσας, όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, προστάτιδας του χωριού, και όλων των Γραμμοχωρίων. Η εικόνα βρέθηκε από βοσκούς στην τοποθεσία ‘’Πεστηλέπι’’, νότια της Αετομηλίτσας, και τοποθετήθηκε αρχικά στον ναό του Αγίου Αθανασίου. Η παράδοση,  αναφέρει ότι μετακινήθηκε, φτάνοντας στο μέσο του χωριού, όπου υπήρχαν ερείπια παλιότερου ναού. Τότε, οι κάτοικοι έκτισαν ναό, ρυθμού βασιλικής, αφιερώνοντάς τον στην Κοίμηση της Θεοτόκου (1775). Αυτό το μοναδικό μνημείο της λαϊκής αρχιτεκτονικής, κατάγραφο τοιχογραφιών, καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς του χωριού, και ξεθεμελιώθηκε κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του ’48 – ’49. Ξαναχτίστηκε ανάμεσα στα έτη 1951 – ‘53 με έξοδα της 8ης Μεραρχίας Ηπείρου και με τη βοήθεια και συνδρομή των κατοίκων. Στις 16 Φεβρουαρίου, κάθε χρόνο, γίνεται μεγαλόπρεπη θρησκευτική γιορτή, αφιερωμένη στη Παναγία τη Πληκατιώτισσα, που την παρακολουθούν και την γιορτάζουν εκατοντάδες προσκυνητές που έρχονται ακόμη απ’ τη Κόνιτσα και τα Γιάννινα. 

Το χωριό, είναι κτισμένο στο ψηλότερο σημείο, στην αρχή της κοιλάδας ή Λάκκας Σαραντάπορου, σε καταπληκτική περίκλειστη τοποθεσία. Από εδώ φαίνεται, η ανώνυμη κορφή 2520 (είναι το υψόμετρο), που παλιότερα λεγόταν και Τσιούκα (αλ) Πέτση ή Τσιούκα Ρέσκα, η ψηλότερη του Γράμμου, και η κορφή Περήφανο (2442 μ). Και για τις δυο κορφές, υπάρχει πρόσβαση(5) από το χωριό Γράμμος, αλλά οι περισσότεροι πεζοπόροι – ορειβάτες, προτιμούν το Πληκάτι γιατί είναι πιο κοντά, και πιο εύκολα. Απέναντι από το χωριό, στην μικρή καταπράσινη κοιλάδα, σμίγουν τα νερά τους τρεις μεγάλες ρεματιές, του Ξηροποτάμου, του Μεσοποτάμου και του Ντέντσ(ι)κου για να γεννήσουν το Γοργοπόταμο που δυναμωμένος στην πορεία του, μετά από λίγα χιλιόμετρα, ονομάζεται Σαραντάπορος. Εκεί, σε ένα μεγάλο πλάτωμα, στη θέση ‘’Πριόνια’’, υπάρχει ο παλιός ερειπωμένος πετρόχτιστος νερόμυλος, ωραίο σημείο για κατασκήνωση, πάνω στη διαδρομή για Αετομηλίτσα. 

Μακαρίστε την τύχη σας, που βρίσκεστε εδώ, προβλέψτε να έχετε μαζί σας πέντε λίτρα βενζίνες, και ξεκινήστε προς την Αετομηλίτσα, (δες στο τέλος, αναλυτικό ‘’road book’’) από τον καλό δασικό δρόμο που περνά από τις σχεδόν απρόσιτες, πυκνοδασωμένες πλαγιές του Γράμμου ανεβαίνει ψηλότερα, στις ‘’σπανούρες’’, συνθέτοντας μερικές, (οι άλλες είναι από την μεριά του χωριού Γράμμος), από τις ομορφότερες χωμάτινες διαδρομές που έχετε κάνει ποτέ. 

Ο δρόμος για Αετομηλίτσα, φεύγει από το χωριό με κατεύθυνση κάτω, στον νερόμυλο, και από εκεί, στριφογυρίζει στις πλαγιές της τοποθεσίας ‘’Οχυρό’’ μέσα στις οξιές. Νωρίς το καλοκαίρι ‘’κρατάει’’ νερό και παχιά – βαριά λάσπη, μόνο σε ένα - δύο σημεία για 100 – 120 μέτρα. Όσο ανεβαίνετε το βουνό ‘’Καρδάρι – Σταυρός’’, τόσο η θέα ομορφαίνει, και το Πληκάτι, ο τελευταίος σας σταθμός, φαίνεται τώρα πίσω σας, σε όλο του το μεγαλείο, αμφιθεατρικά κτισμένος με τις κόκκινες στέγες μες το καταπράσινο περιβάλλον, και τις τεράστιες γραμμώσεις του τοπίου, που έχουν δημιουργηθεί από τα ρέματα και τα άφθονα νερά τους. 

Τα πολλά νερά της Λάκκας Σαραντάπορου, και της πολύομβρου Ηπείρου γενικότερα, είναι ευλογία, αλλά κατά καιρούς, δημιούργησαν πολλά προβλήματα, ρήγματα, καθιζήσεις, (πρόσφατα – 2003 - και στην Αετομηλίτσα) και σοβαρές κατολισθήσεις. Βοηθούν και τα σαθρά εδάφη, (θυμηθείτε στο άρθρο ‘’Μαστοροχώρια Κόνιτσας’’ τη Βούρμπιανη). Στα στοιχεία των ζημιών του έτους 1963, του νομού Ιωαννίνων, διαβάζουμε ότι σημειώθηκαν κατολισθήσεις σε 58 κοινότητες, με αποτέλεσμα να πάθουν σοβαρές ζημιές τετρακόσια σπίτια, να καταστραφούν άλλα πενήντα επτά, δύο δημοτικά σχολεία, μία εκκλησία και δύο υδραγωγεία, (Ιωάννης Έξαρχος – Οικονομικός Προγραμματισμός στην Ήπειρο – Αθήνα 1963).   

Ο Γράμμος, παλιότερα, λειτούργησε σαν συνδετικός κρίκος στο εμπόριο, και την ανταλλαγή πολιτισμικών στοιχείων. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο, και εξελίχθηκε σε μεγάλο ορεινό σταυροδρόμι εμπορίου και πολιτισμών, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην ανάπτυξη ολόκληρης της περιοχής, μέχρι κάτω, τα Γιάννινα από την μια, και την Καστοριά από την άλλη. Οι εμπορικές σχέσεις, οι εμπορικοί δρόμοι και η κίνηση της εποχής, έφταναν εκτός από το φυσικό χώρο της σημερινής Αλβανίας, ακόμα πιο μακριά, στις Βαλκανικές ιστορικές πόλεις, την Κωνσταντινούπολη και τις Ρώσικες μεγαλουπόλεις. Στα χρόνια μας, οι μνήμες του εμφυλίου, τον σφράγισαν ανεξίτηλα κρατώντας μακριά αρκετούς επισκέπτες, παρόλο που δεν ισχύουν σήμερα, οι απαγορεύσεις του παρελθόντος.  Ξέρετε, παλιότερα για να πλησιάσεις τα χωριά του ή τις κορφές του, έστω σαν ορειβάτης, ή φυσιολάτρης, έπρεπε να ζητήσεις την άδεια της ασφαλείας, που με τη σειρά της, σε έστελνε στην 8η Μεραρχία στα Γιάννινα ή την 15η στην Καστοριά (ανάλογα από πού επιθυμούσες να μπεις).

Σήμερα, μετά την κατάρρευση του πρώην κομμουνιστικού καθεστώτος της Αλβανίας, έχει αρκεστεί στον άχαρο ρόλο του ‘’μεθοριακού βουνού’’ καθορίζοντας τα σύνορα με την γειτονική Αλβανία, στέκοντας δυσπρόσιτος ψηλός φύλακας. Μακροπρόθεσμα όμως, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε, (ήδη λειτουργεί στην Μέρτζανη ολοκαίνουργιο τελωνείο) την αποκατάσταση των ιστορικών δεσμών του χώρου με τη γείτονα, και την αναβίωση των παλιών ‘’δρόμων’’ επικοινωνίας και εμπορίου, έστω σε διαφορετική μορφή.

Βλέπετε, στο πέρασμα αυτών των χωριών, ότι οι πόροι κάθε περιοχής ήταν περιορισμένοι. Αυτό ανάγκασε ένα ποσοστό από τον αντρικό πληθυσμό να ασχοληθεί με τεχνικά επαγγέλματα, μάλιστα με ειδικότητες. Οι Πυρσογιαννίτες οι Βουρμπιανίτες και οι Πληκατιώτες γίνονται άριστοι πετράδες, και ασχολούνται με την οικοδομική, οι Χιονιάδες δίνουν άλλον αέρα στην λαϊκή ζωγραφική διακόσμηση, οι Τουρνοβίτες προκόβουν σαν ξυλουργοί - ‘’ταγιαδόροι’’. Τα προσυμφωνημένα, έργα που ‘’έκλειναν’’ οι πρωτομάστορες, καθόριζαν τις ειδικότητες και τη σύνθεση του κάθε μπουλουκιού. Από αυτή την άποψη, ο τρόπος δουλειάς τους μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε, ότι ήταν πρωτοποριακός.

Όμως για όλα, υπάρχει η ακμή και η παρακμή. Με το κλείσιμο των συνόρων το 1913, συνέχισε εντονότερα, η αλλαγή, σε όλα τα δεδομένα. Έτσι, δομή του ‘’μπουλουκιού’’ που διατηρήθηκε για περισσότερο από τέσσερις αιώνες, αλλάζει ριζικά γύρω στο 1930. Άλλαξαν τα ταξίδια άλλαξαν και οι μαστόροι. Τη δεκαετία του ’60, (μέσο κατά κεφαλή εισόδημα 120 US.D έναντι 320 US.D της χώρας, Πηγή: Ιωάννης Έξαρχος – Οικονομικός Προγραμματισμός στην Ήπειρο – Αθήνα 1963), υπάρχουν ακόμα λίγοι που εξακολουθούν να εργάζονται σε παρέες. 

Η γρήγορη εισβολή του τσιμέντου, σαν βασικού υλικού, (γρήγορες και φθηνές κατασκευές), τα καινούργια μηχανήματα για την ξυλογλυπτική κ.α. έδωσαν το τελευταίο ‘’χτύπημα’’ στις τέχνες των μαστόρων. Τα επόμενα είκοσι χρόνια εξαφανίζονται και οι τελευταίοι. Συνοψίζοντας, και απλοποιώντας θα λέγαμε ότι η μορφή των ‘’μπουλουκιών’’ της εποχής εκείνης έχουν φτάσει στις μέρες μας, με τη μορφή των μεγαλοεργολάβων, που αναλαμβάνουν τα πάντα, από τις διαμορφώσεις χώρων, το κτίσιμο, βάψιμο, ακόμα και τη διακόσμηση των χώρων που επιλέγουμε να ζήσουμε, καλώντας κάθε φορά το ‘’συνεργείο’’ που χρειάζεται. Η άλλη άποψη όμως, που είναι η σωστή, λέει, ότι ξεχάσαμε την κατασκευή σε σχέση με τη φύση, τα υλικά, και τη σοφία της λαϊκής αρχιτεκτονικής που ασυναίσθητα τις περισσότερες φορές ονομάζουμε και παραδοσιακή. Και είναι, αφού η σοφία της παράδοσης, διαμορφώθηκε μέσα από τις πραγματικές ανάγκες και σε σχέση πάντα, με τη φύση και τα ‘’υλικά’’ που αυτή έδινε. Τώρα επιλέγουμε διαφορετικά δομικά υλικά, ‘’ξεχωριστά’’ σχέδια ‘’ειδικών’’ για να ζήσουμε, τότε ζούσανε, με βάση τις πραγματικές ανάγκες τους, με λιτότητα, προεκτείνοντας τον χώρο μέσα στη φύση.  

Σήμερα, βλέπουμε όσα από τα έργα τους απόμειναν, με θαυμασμό. Μην ρωτάτε τι γίνονται και πως επισκευάζονται όλα αυτά τα πετρόχτιστα, σπίτια, εκκλησίες, καμπαναριά, κρήνες κ.λ.π. Αν και έχουν περάσει πολλά χρόνια, από την κατασκευή τους, δεν χρειάζονται μεγάλη συντήρηση. Αν χρειαστεί να γίνει κάποια πιο σοβαρή εργασία, τότε αναλαμβάνουν οι πετράδες της Αλβανίας να τα φέρουν βόλτα. Και τα καταφέρνουν καλά, αν προσέξουμε τις επισκευές που έχουν γίνει στα αρχοντικά της Κόνιτσας, των Μαστοροχωρίων, και πιο μακριά, Νυμφαίο, Συράκο, Καλαρρύτες, Χωριά Ασπροποτάμου κ.α. Από το ’89 και μετά όλες οι δουλειές, γίνονται από αυτούς, που απασχολούμενοι μόνιμα ή εποχιακά αποδεικνύονται άξιοι συνεχιστές…..ίσως των Ελλήνων δασκάλων τους.

Χωρίς να το καταλάβετε καλά – καλά, θα φτάσετε στην δστ με το μικρό πέτρινο εικονοστάσι, όπου ο δρόμος, (ανοίχτηκε από το Α΄ Σώμα στρατού) χωρίζει, δεξιά για την Αετομηλίτσα, και αριστερά, ίσως από τον ψηλότερο ‘’δρόμο’’ της επικράτειας, προς το Μνημείο – Ηρώο του Α’ Σώματος στρατού στην κορυφή ‘’Γκέσος’’ (2166 μ.). Η ψυχή πιάνετε, δρασκελίζοντας τους λόφους, όσο ανεβαίνετε, προς το μνημείο, τόσο αγριεύει το τοπίο, και σεις όσο περνά η ώρα, τόσο συνειδητοποιείτε τη θέα και το μεγαλείο των ορεινών όγκων. Αυτά που ξέρετε, μπερδεύονται με αυτά που βλέπετε.

Μπαρουτοκαπνισμένοι λόφοι και αγριολούλουδα. Επικρατούν τα δεύτερα. Οι κοτρόνες, προμαχώνες, του ματωμένου τόπου, σωστά ερείπια, όπως τους πρέπει. Πάνω τους μούσκλια, από την υγρασία και πολλά άνθη, σαν τα λάθη. Σαν στεφάνια στους ανδρείους, και των δύο, γελασμένων πλευρών. 

Σταματήστε στο επιβλητικό Μνημείο των μαχών του ’48 – ’49, και μακάρι να έχετε μαζί σας ένα ζευγάρι κιάλια. Η θέα, ξεφεύγει από τα όρια του εντυπωσιακού καθώς επιβάλλεται με τρόπο πρωτόγνωρο και απόλυτο. Στοιχεία της φύσης. ‘’Υπάρχουν υψηλαί  κορυφαί, εις την ανάβαση των οποίων αποκαλύπτετε η ιστορία, και είναι τότε, ο θρύλος, ο οποίος διηγείται την δόξα των’’, έγραψε, και έχει απόλυτο δίκιο. Λίγο πιο πάνω από το Μνημείο, (υπάρχει σήμανση) ξεκινά το απότομο, χορταριασμένο και σαθρό μονοπάτι, (‘’σκάλα’’ των ντόπιων), δίπλα από τον γκρεμό, που οδηγεί στην κορφή Περήφανο (2442 μ.). Στο πίσω μέρος του μνημείου, έχει μια ‘’κρύπτη’’ που κατεβαίνετε με σκαλοπάτια, και ένα μικρό εκκλησάκι. Ανάψτε το καντηλάκι,….. και κατηφορίστε προς την διασταύρωση που αφήσατε πίσω σας. 

Το εκπληκτικό συγκρότημα του Γράμμου, αργά η γρήγορα, θα ‘’καθαριστεί’’, έστω επιφανειακά, μια που οι μνήμες δεν σβήνουν. Είναι αδύνατον να μείνει άλλο έτσι. Τα μέρη εδώ πάνω, έχουν άλλο αέρα, εντυπωσιάζουν με την τόση ομορφιά τους, και αργά η γρήγορα, θα γίνουν πρότυπο ανάπτυξης για την περιοχή.

Κατηφορίζοντας προς την Αετομηλίτσα, από αυτό το θείο βουνό, συναντάτε παντού αγριολούλουδα, ρυάκια, βότανα, μυριάδες πουλιά, λιμνούλες, ανθισμένο τσάι σιδερίτη, (σαν αυτό που πουλάνε στα παζάρια), χίλιες μυρωδιές, χίλια δώρα της φύσης. Το καλοκαίρι….δεν μπορεί, σ’ αυτούς τους περίφημους βοσκότοπους, θα διασταυρωθείτε, με Αλβανούς βοσκούς, που εγκατεστημένοι, και εξοικειωμένοι πλήρως με τις ελληνικές συνήθειες, λιάζονται αμέριμνοι στον ήλιο, με το ραδιόφωνο στ’ αυτί, με πρόβατα που βόσκουν το ίδιο αμέριμνα ….και με ελληνικούς ποιμενικούς που κυνηγάνε να φάνε, τις ολοκαίνουργιες μπότες σας.

Σε εννιά περίπου χλμ από την δστ, θα μπείτε στον πυρήνα της Αετομηλίτσας, (παλιά Ντένισκο ή Ντέντσ(ι)κο 1430 μ. υψ 71 χλμ από Κ, - 40 χλμ από Π,  - 23 χλμ από Πληκάτι), του βορειότερου μεθοριακού χωριού της μέσα Πατρίδας, (επαρχία Κόνιτσας). Παλιό κεφαλοχώρι, ένα απο τα ψηλότερα κατοικημένα ορεινά βλαχοχώρια της Ελλάδας, μαζί με τη Σαμαρίνα, (1450 μ. υψ.) στα Γρεβενά, το Πισοδέρι Φλώρινας (1420 μ. υψ.) τη Φούρκα, (1360 μ. υψ.) στο Σμόλικα, το Στεφάνι, (1380 μ. υψ) στον Ασπροπόταμο και το Νυμφαίο (1350 μ. υψ.) στη Φλώρινα. Το χωριό, προήλθε από συνένωση οικισμών, που προϋπήρχαν στη περιοχή μέχρι τον 17ο αι. Η ονομασία του, Ντένισκο, ήταν Σλάβικη και σημαίνει προσήλιο. 

Απέχει 61 χλμ από Κόνιτσα (απ’ την κεντρική Ε.Ο.), πρόσβαση όμως υπάρχει, και από Δοτσικό ή τη Σαμαρίνα Γρεβενών (χώμα) μέσω Φούρκας ή Ζούζουλης – Επταχωρίου ή από την Ε.Ο. Κοζάνης - Κόνιτσας. Στην πλατεία του χωριού, υπάρχουν δύο καφενεία από δύο συνονόματους Αποστόληδες. Μετά τον καθαρό αέρα της διαδρομής, θα σας περιποιηθούν αναλόγως. Λουκάνικα και κρεατικά ντόπια είναι μια καλή αρχή. Τσίπουρα επιβάλλονται, αν όχι, δεν σας ψήνουν τίποτα. Ζητήστε τους σε κάθε περίπτωση μανούρι ντόπιο, από τα σπέσιαλ προϊόντα της Αετομηλίτσας. Στο κέντρο σχεδόν του οικισμού, υπάρχει θαυμάσια πετρόχτιστη κρήνη και η καινούργια ντριστέλα, για το πλύσιμο των βαριών μάλλινων κλινοσκεπασμάτων, που εξυπηρετεί σήμερα όλες τις νοικοκυρές. Παλιότερα, στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν πέντε ντριστέλες. 

Από την πλατεία, η θέα κάτω, προς την κοιλάδα, ανοίγει νέους ορίζοντες στο ταξίδι σας. Επιβάλλοντας την ομορφιά της, υπαγορεύει την περαιτέρω γνωριμία με τον τόπο, που δεν είναι, παρά μικρό κομμάτι, μιας άλλοτε ευημερούσας, τοπικής οικονομίας. Ο Gustav Weigand που ταξίδεψε στα βλαχοχώρια (δεν έφτασε εδώ), αναφέρει στο βιβλίο του, που εκδόθηκε το 1895, ότι κατοικούσαν 400 ψυχές. Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι έγραφαν μόνο τον αντρικό πληθυσμό, συμπεραίνουμε ότι ήταν τουλάχιστον οι διπλοί, (Οι Αρωμούνοι – Βλάχοι – τομ Α’, Αφοι Κυριακίδη, σελ 322). Επίσης ‘’ ..στην εντελώς βόρεια άκρη της Πίνδου στις πλαγιές του Γράμμου, κοντά στα εθνογραφικά όρια των Ελλήνων, και των Αλβανών, υπάρχουν μερικά βλαχοχώρια. Τα σπουδαιότερα από αυτά είναι η Γράμμοστα (το χωριό Γράμμος) και το Ντένσικο (Αετομηλίτσα), που βρίσκονται έξι ώρες από τη Φούρκα (σ.σ από εκεί πέρναγε η κεντρική οδός, που σύνδεε τη Κόνιτσα με τα Μπιτώλια (Μοναστήρι), (A. Wace – M. Thompson – Οι νομάδες των Βαλκανίων –  πρώτη έκδοση Λονδίνο 1914 – Αφοι Κυριακίδη, σελ 212). ‘’….εδώ εβγαίνουν και αι καλές ούρδες (τυρί ωσάν κεφάλια, παχύτατο) οπού είναι περίφημες, προϊόν σπάνιον, γίνονται εις το χωρίον Δένζικο και χωρίον Γράμοστη βλαχοχώρια, του Πίνδου, πλησίον Κολόνιας…’’. Κοσμά Θεσπρωτού – Αθανασίου Ψαλίδα, Γεωγραφία Αλβανίας και Ηπείρου, Προλεγόμενα και σημειώσεις Αθαν. Χ. Παπαχαρίση, Ιωάννινα 1(1964), 2(2005) 8, 63, και Χ. Γκούτος περιοδικό Κόνιτσα τ.100, (2001) 295. σ.σ. Η ούρδα είναι υπόλειμμα κατεργασίας του γάλακτος, αφού βράσουν το τυρόγαλο. Θυμίζει έντονα κρητική ‘’στάκα’’. Εδώ την βάζουν σε πίτες, την τηγανίζουν με αυγά κ.α. 

Ο πόλεμος, και ύστερα ο εμφύλιος, άφησαν ανεξίτηλα σημάδια. Πριν το ’40 είχε τριακόσια σπίτια, και πολλά κοπάδια από ζώα (λένε για 45.000). Στο πέτρινο παραδοσιακό κτήριο του παλιού σχολείου, που εδώ και χρόνια ήταν κλειστό, αφού έλειψαν τα παιδιά, έγινε το σημερινό ζεστό καταφύγιο – ξενώνας. Πριν τον πόλεμο είχε δέκα δασκάλους, και πεντακόσιους μαθητές!. 

Σήμερα η Αετομηλίτσα έχει με τριακόσιους έξι κατοίκους (’01), και δεκάδες καινούργια ή αναπαλαιωμένα σπίτια. Χαρακτηριστική περίπτωση ημινομαδικού οικισμού, με πενήντα κτηνοτροφικές οικογένειες που συνεχίζουν να μετακινούνται κάθε χειμώνα του Αγίου Δημητρίου, προς τα χειμαδιά της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, επιστρέφοντας κάθε άνοιξη του Αγίου Γεωργίου, στα δροσερά, αλπικά βοσκοτόπια της περιοχής, (60 χιλ στρέμματα), μαζί με δεκαέξι χιλιάδες ζώα. Ο μερικός εκσυγχρονισμός, της παραγωγής και της μετακίνησης (π.χ. τριαξονικά μεταφέρουν τα κοπάδια), έχει μεταβάλει τις σταθερές κάποτε ημερομηνίες, αλλά η παράδοση, παρ’ όλες τις αλλαγές, παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη. Έτσι ορίζει, από παλιά η κτηνοτροφία, σε όσους συμμετέχουν σ’ αυτόν στον κυκλικό ρυθμό ζωής, (βλάχοι και Σαρακατσάνοι κατά το πλείστον) βιώνοντας με τον δικό τους τρόπο, το χρόνο και τις εποχές. 

Άλλωστε, δεν έχει υπάρξει κάποια προσπάθεια διεύρυνσης των δυνατοτήτων της περιοχής, όσον αφορά τα σπορ περιπέτειας ή τα νέα πρότυπα και μορφές, βιώσιμης ανάπτυξης, ώστε να αλλάξει κάτι. Πιο σωστά, οι κάτοικοι (οι νεώτεροι τουλάχιστον), δεν είχαν την ευκαιρία να διαλέξουν ανάμεσα στην τουριστική ανάπτυξη και την κτηνοτροφία. Μια προσπάθεια, που έφερε τη δημιουργία του μοντέρνου καταφυγίου, αμέσως βρήκε φανατικούς φίλους, που ανεβαίνουν το καταχείμωνο για πεζοπορία στο Γράμμο. Γιατί όχι, ο Θοδωρής είναι εκεί, φαγητό και ύπνος είναι εξασφαλισμένα, και μελλοντικά, ίσως είναι ένας από τους δρόμους για να αναδειχθεί το μοναδικό φυσικό περιβάλλον, και το χειμώνα.  

Όπως τα περισσότερα βλαχοχώρια, είναι και αυτό, κτισμένο ψηλά, πάνω απ’ τα χίλια μέτρα, σε θέση επιλεγμένη με σοφία, από ανθρώπους που είχαν περίσσευμα από αυτή. Τοποθετημένη στο χαμηλότερο σημείο της αλπικής ζώνης, εξασφαλίζει πλούσια βόσκηση για τα κοπάδια, το καλοκαίρι, που συνεχίζουν με τα παραγόμενα προϊόντα να προσφέρουν πολλά, στις κοινωνίες της Χώρας. Το χειμώνα, τα πολλά νερά και τα χιόνια, πλουτίζουν τον υδροφόρο ορίζοντα, ο οποίος, με τη σειρά του, αναζωογονεί τη φύση, που είναι έτοιμη, φρέσκια το καλοκαίρι, για ακόμα ένα κύκλο ζωής. Ο ημινομαδικός βίος, η σχέση ανθρώπου – ζώου, και ανθρώπου – φύσης, δημιουργεί μέσα από μια σοφή μίξη, έναν ιδιαίτερο ποιμενικό πολιτισμό, με ιδιαίτερες αξίες, οι οποίες έχουν αποτυπωθεί στο χώρο, ξυπνώντας τις μνήμες από παλιότερα χρόνια.

Ο τόπος, ανήκει στο ευρύτερο πλέγμα της αναπαλλοτρίωτης αντίληψης και σχέσεων, που είχαν, και συνεχίζουν να αναπτύσσουν, μέσω των συλλόγων ή των αδελφοτήτων, οι βλάχοι. Οι βλάχοι με τα μεγάλα καραβάνια τους, που έκαναν τρεις και τέσσερις μέρες να ‘’περάσουν’’ απ’ τις στράτες και τα χωριά, τα κοπάδια τους. Οι κυρατζήδες που μετέφεραν με κινδύνους προϊόντα και ανθρώπους, στα πέρατα, των Βαλκανίων. Οι βλάχοι που γέμιζαν τα παζάρια της Κόνιτσας (βιλαέτι Ιωαννίνων) και του Μαυρονόρους (βιλαέτι Μοναστηρίου), με χειροποίητα έργα προβιομηχανικού πολιτισμού, φλοκάτες, βελέντζες, κάπες, υφαντά, κάθε τι, μάλλινο και κάθε τι, τυροκομικό. Οι βλάχοι που με την ιδιότυπη οικονομική στρατηγική τους, γέμισαν την ορεινή Ελλάδα έργα πολιτισμού, λαμπρά κτήρια, βιβλιοθήκες, γεφύρια, εκκλησιές, μοναστήρια, τάματα, χάνια, και τόσα άλλα. Όλα αυτά, αποτελούν ένα σημαντικό κεφάλαιο του λαϊκού πολιτισμού μας, παρουσιάζοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον, βλέποντάς το, σα συνέχεια της φύσης, αφού τα πάντα φτιαχνόντουσαν με τα υλικά της.

Μιας φύσης, που ‘’παίζει’’ θα έλεγε κανείς, με την χιονισμένη ανάσα της Πίνδου, που εδώ, δεν είναι πια ρομαντικό φόντο, δίπλα από γυαλισμένες τζαμαρίες, κοντά στο τζάκι, αλλά παγερή πραγματικότητα. Στο χωριό, υπάρχουν οι εκκλησίες του Αγίου Νικολάου, που καταστράφηκε με τους σεισμούς του ’96. Είναι η παλιότερη της κοινότητας, με άγνωστη ημερομηνία πρώτης θεμελίωσης που ξανακτίστηκε το 2002. Το καινούργιο ξωκλήσι των Αγίων Αποστόλων (1994), προς τιμή φυσικά των αγίων, αλλά και των δεκάδων οικογενειών του χωριού που διαθέτουν Αποστόληδες και το παλιό ξωκλήσι των Ταξιαρχών

Αυτή που ξεχωρίζει στις καρδιές των κατοίκων, η ‘’κεντρική’’ του χωριού, είναι της Παναγίας, που την γιορτάζουν τον δεκαπενταύγουστο με μεγάλο πανηγύρι. Κτίστηκε τον 18ο αι., καταστράφηκε ολοσχερώς τη δεκαετία του ’40 και ξανακτίσθηκε, όπως ήταν, το 1974 με δαπάνες των κατοίκων. Η εικόνα της Παναγίας που διασώθηκε από παλιά απεικονίζει την Παναγία Μελαχρινή, Σουμουλάϊα, όπως την αναφέρουν, στη βλάχικη, οι ντόπιοι. Πρόσφατα, (2003) ολοκληρώθηκε το καμπαναριό και το χαγιάτι με τις επτά καμάρες. Μεγάλο γλέντι, γίνεται και το ‘’τριήμερο της κτηνοτροφίας’’ ή των κτηνοτρόφων που γιορτάζεται το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου ή το πρώτο του Αυγούστου. Τότε συγκεντρώνεται κόσμος από όλη την Ελλάδα, αποτελώντας πραγματική ευκαιρία για τον περιηγητή να νοιώσει μουσικές, που δύσκολα θα ακούσει αλλού, επηρεασμένες όπως είναι, από το ‘’αλβανικό’’ στοιχείο και όχι μόνο. Λόγω της θέσης της, αλλά και επειδή οι κάτοικοι πηγαινοέρχονται προς Θεσσαλία και Μακεδονία, η μουσική και τα τραγούδια της Αετομηλίτσας είναι επηρεασμένα απ’ την Ήπειρο, την Αλβανία, τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. 

Νότια της Αετομηλίτσας είναι ο βράχος ‘’Κιάτρα Ντισικάτα’’, (πέτρα σχισμένη – η παράδοση αναφέρει από σεισμό), δίπλα στο ‘’άσπρο ποτάμι’’, παραπόταμο του Σαραντάπορου. Στις δασωμένες πλαγιές των βουνών, ανοίγονται διαδρομές προς το Γράμμο ή Γράμμουστα (το χωριό), κυρίως από τις ‘’Αρένες’’ και τη ‘’Τρακοσάρα’’ (χώμα) ή από τη Χρυσή, (άσφαλτος), ακόμα και προς το δύσκολο Σμόλικα, (17 χλμ απέχει η Ε. Ο.), με κατεύθυνση Φούρκα. Και από εδώ ξεκινά μονοπάτι6, με σήμανση, η οποία ενδιάμεσα χωρίζεται και κατευθύνεται προς τη Γράμμουστα, του οποίου οι κάτοικοι έχουν ακριβώς την ίδια προέλευση αλλά και ιστορική διαδρομή με τους Αετομηλιτσιώτες, ή προς τη κορφή 2520, προς τον αυχένα ‘’Κιάφα’’, (Διάσελο στα Αρβανίτικα), ανάμεσα στις κορφές Κιάφα (2398 μ) και Περήφανο (2442 μ) σε 2ω30’. 

Αν το χειμώνα οι χιονισμένες βουνοκορφές, είναι για αθλήματα περιπέτειας ή για 4Χ4, το καλοκαίρι, είναι ιδανικό για ατελείωτες βόλτες. Περίπου τρία χλμ από το χωριό, (άσφαλτος), προς την Ε.Ο., αριστερά σας η πρώτη δστ, φεύγει μες το δάσος χωματόδρομος πλέον, (υπάρχει μία διχάλα που βγαίνει πάλι στον ‘’κεντρικό’’, με την ίδια κατεύθυνση), που πάει προς τα αλπικά λιβάδια του Γράμμου στην ισοϋψή των 2000 μ, περνά χαμηλότερα από την κορυφή ‘’Κανελοπούλου’’ (2171 μ), και σταματά μετά από 17 - 18 χλμ στη ‘’Στάνη Λάμπρη’’. Από εδώ συνεχίζει, μονοπάτι πλέον που φτάνει στο ‘’Λιανοτόπι’’, όπου υπήρχε, μέσα σε σπηλιά, το νοσοκομείο του Δημοκρατικού Στρατού, καθώς και το πεδίο βολής. Υπάρχει αίτημα της κοινότητας Αετομηλίτσας να ανοιχθεί ο δρόμος, λίγο ακόμα, και να φτάσει στο χωριό Γράμμος. Αν γίνει κάτι τέτοιο η διαδρομή συντομεύει πάρα πολύ. Επίσης, θα γίνει εκ νέου χάραξη, και σήμανση, στα έξι μονοπάτια που ξεκινούν από το χωριό, συνδέοντάς το με το ορεινό συγκρότημα του Γράμμου και με όλες τις γύρω περιοχές.

Λίγο πιο κάτω από την πρώτη δστ, υπάρχει δεύτερη δστ (+/- 200 μ, διαφορά), που φεύγει πάλι ‘’περίεργος’’ χωματόδρομος, προς την τοποθεσία ‘’Κιάτρα Μούκα’’, (πέτρα του Μούκα – σκοτώθηκε, λέει η παράδοση, κάποιος Τούρκος ονόματι Μούκας). Εδώ, ήταν η έδρα του Δημοκρατικού Στρατού, και της κυβέρνησης του βουνού με το στρατηγείο του Μάρκου Βαφειάδη, στον εμφύλιο. Ο δρόμος περνάει από κάτω, και συνεχίζει προς ‘’Αρένες’’ (λιμνούλα – μία από τις τρεις του Γράμμου) και ‘’Τρακοσάρα’’ (πηγή). Από εκεί, όλος ο Γράμμος είναι ‘’δικός σας’’……...

Στο καταφύγιο της Αετομηλίτσας, (από εκεί, κάτω στο ρέμα της Αετομηλίτσας, φαίνονται οι Άγιοι Ταξιάρχες), θα πιείτε το δροσερό σας καφέ το καλοκαίρι, ενώ το χειμώνα, αφού τηλεφωνήσετε, θα σας περιμένει το τζάκι ‘’με μια θράκα, που ψήνει και αρνί’’, όπως λέει ο Θοδωρής, που έχει τα κλειδιά του παραδείσου, και ψήνει κιόλας. 

Ευχαριστώ τον Γ. Παπανώτη και τον Χ. Νιτσιάκο για τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις που έκαναν για αυτό το άρθρο.

ΔΙΑΔΡΟΜΗ - Πληκάτι Αετομηλίτσα

Μηδενίστε στο Πληκάτι, 

1) 1ο χλμ δστ δεξιά Νερόμυλος – αριστερά λιβάδια & στάνες,

2) 2ο χλμ δστ δεξιά Γοργοπόταμος - αριστερά μνημείο

3) 5,6    δστ δεξιά ;; ευθεία εσείς

4) 8,6    δστ δεξιά πιθανά Αετομηλίτσα; - αριστερά μνημείο (υπάρχει μπλε βέλος & σημάδι Π.Μ. (Προς Μνημείο)

5) 8,8    δστ δεξιά μνημείο και μπλε βέλος, αριστερά δρόμος προς στάνες

6) 11,7  δστ δεξιά;; αριστερά μνημείο

7) 13,4  δστ δεξιά Αετομηλίτσα - αριστερά μνημείο

8) 15,8  Μνημείο

Γυρίστε πάλι στην δστ που αφήσατε για να ανεβείτε στο μνημείο και μηδενίστε

1) 2,6    δστ δεξιά Αετομηλίτσα - αριστερά σε 2 χλμ σταματάει,

2) 6,2    δστ δεξιά;; (μάλλον είναι η κατάληξη της δστ Νο4) αριστερά Αετομηλίτσα

3) 7,8    δεξιά άλογα και στάνη, αριστερά Αετομηλίτσα, ξύλινη πεζογέφυρα, επικίνδυνο ποτάμι

4) 9,7    δεξιά Αετομηλίτσα, αριστερά δρόμος για σπίτια – στάνες

5) 10,8 Αετομηλίτσα

Σημειώσεις:

(1) Μοσχόπολη (Voscopoja - Βοσκόπολη): (1330 - ίδρυση, 1769 1η καταστροφή, 1792 2η καταστροφή, 1916 3η καταστροφή – 1930) η οποία από κτηνοτροφικό βλαχοχώρι το 1684, εξελίχθηκε (18ος αι) σε πνευματικό, εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο της τάξης των εξήντα χιλιάδων κατοίκων (12.000 οικογένειες) και δεκατεσσάρων συντεχνιών. Μια μεγάλη πόλη, σε ένα ανεπτυγμένο πνευματικά, αστικό περιβάλλον, ένα αυτόφωτο αστέρι που φώτισε και επηρέασε όλες τις μεγάλες πόλεις της εποχής. Η οικονομική ευμάρεια των αποδήμων Μοσχοπολιτών (η οικογένεια Σίνα είχε καταγωγή από τη Μοσχόπολη) στην Βενετία, Βιέννη, Ουγγαρία, Οδησσό και τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες έφερε σχολές, (‘’Νέα Ακαδημία’’) το δεύτερο τυπογραφείο στον ελληνικό χώρο, (μέχρι τότε είχε μόνο η Κωνσταντινούπολη) επιβλητικούς ναούς, με αξιόλογες τοιχογραφίες κ.λ.π.

(2) Αρβανίτικη: Χρήστος Γεωργίου (Κίτσος Γιαγγιώργος) ‘’Μπελκαμένη’’ εκατό χρόνια ζωή, εκδόσεις Διογένης Αθήνα 2000, σελ 22. Αρβανίτικη ή Αλβανική που αναφέρεται, αφορά δίγλωσσους Έλληνες Βορειοηπειρώτες.

(3) Μπελκαμένη: Στην ‘’Ιστορία του Πλικάτι’’ με ποίημα του παπά – Χριστόφορου Νεγοβάνη, αναφέρεται (σελ 7) ότι έφυγαν το 1824. Έφυγαν άραγε για να ιδρύσουν την Μπελκαμένη; Η βιβλιογραφία της σημερινής Δροσοπηγής αναφέρει ότι, τα πρώτα τζάκια άναψαν το 1844, άρα είναι πιο κοντά στην αλήθεια ότι έφυγαν το 1841.

(4 )Αγίου Αθανασίου: Η τοπική παράδοση αναφέρει ότι η εκκλησία, χτίστηκε πάρα πολύ παλιά (900) και ότι η χρονολόγηση αυτή, βρίσκεται σε πινακίδα; εντός του Ναού, (χτισμένη όμως), στον γυναικωνίτη. Φαντάζει, και είναι απίστευτο, όπως ότι το χωριό υπάρχει από το 1000, από κάποιους Βησανέους; που προέρχονται από τη Μάνη.

(5) Πρόσβαση: (Αν δεν έχετε καλό χάρτη μην αποπειραθείτε την προσέγγιση). Στην κορυφή (2520 μ) υπάρχει ένα γκρεμισμένο, εκκλησάκι; Η θέα από εκεί πάνω είναι καταπληκτική σε όλη τη επονομαζόμενη και ‘’Λάκκα Σαραντάπορου’’, αποζημιώνοντας, ειδικά την τελευταία προσπάθεια, από εκεί που σβήνει το μονοπάτι, και ανηφορίζει στο σαθρό έδαφος. Προς τα βορειοδυτικά, φαίνονται οι ομαλές πλαγιές που καταλήγουν μέσα στην Αλβανία, Βορειοανατολικά το χωριό Γράμμος, από εκεί που πηγάζει ο Αλιάκμονας, Νοτιοδυτικά με τη ματιά σας στο Πωγώνι η Νεμέρτσικα ή Ντούσκο, η αρχαία Μερόπη, ένα μεγαλόπρεπο βουνό με τις κορφές του στην Αλβανία. Η Κιάφα (2393 μ.) ο Σούφλικας (2146 μ.), η Πάνω (2192 μ.) και Κάτω Αρένα (2075 μ.).

(6) Μονοπάτι: (Αν δεν έχετε καλό χάρτη μην αποπειραθείτε την προσέγγιση αν και υπάρχει σήμανση). Από ‘’Κιάφα’’ το μονοπάτι έχει δυτική κατεύθυνση. Μετά από 30’ συναντά δρόμο, που έρχεται από την κορυφή Γκέσος (2166 μ), περνά το Περήφανο (2442 μ.), τις δυτικές πλαγιές στα 2300 μ. Βαδίζοντας άλλα 45’ πάνω στο δρόμο συναντάτε τη βρύση με ντεκόρ μια κάνη από οπλοπολυβόλο (αν υπάρχει ακόμα). Από εδώ το μονοπάτι ανηφορίζει προς την κορυφή 2381 μ. όπου μια σειρά πολυβολεία και βοηθητικά κτίσματα χάσκουν στο πέρασμα του χρόνου, για να καταλήξει στην ψηλότερη κορφή 2520.

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης:  26550

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.mastorohoria.gr www.konitsa.gr Ξενώνας στο Πληκάτι Λάζαρος Θεολόγου 31414. Αετομηλίτσα: Στο καταφύγιο με τζάκι 24 + 12 άτομα, και στον σύντομα προστιθέμενο ξενώνα. Και για τα δύο υπεύθυνος ο Θοδωρής Φερφέλης 6974389788, 31345. Αν έρθετε ή φεύγετε προς Αετομηλίτσα από Επταχώρι βολεύει και ο ξενώνας στο Κεφαλοχώρι Φασούλης Δημήτριος 81481 πριν την Δστ για Λυκόρραχη. Καταφύγιο το ‘’Μιτσικέλι’’ του Ε.Ο.Σ. Ιωαννίνων στα 1400 μ. Χωρητικότητα 28 άτομα, Ξυλόσομπα, Τζάκι, κουζίνα, υδροδότηση. Ορειβατικός Ιωαννίνων καθημερινά 19:00 – 21:00 Καννής Λευτέρης 2651022138. Καταφύγιο στην ‘’Γκαμήλα’’ (Πάπιγκο) ανήκει στην Ομοσπονδία, διαχειριστής Ροκκάς Γιώργος 2651046818, 6973223100.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Ανάλογα την εποχή που θα πάτε. Άνοιξη και φθινόπωρο δεν υπάρχει πρόβλημα όπου και να ‘’στήσετε’’. Στους Χιονιάδες στην εκκλησία ή στο Πληκάτι κάτω στον Νερόμυλο. Σε κάθε περίπτωση ρωτήστε πρώτα, μια που η περιοχή ελέγχετε αυστηρά από την αστυνομία και τους συνοριοφύλακες λόγω λαθρομεταναστών. Μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Στην κεντρική πλατεία στο Πληκάτι όλα τα καλά της ώρας και νόστιμοι τσιπουρομεζέδες (το τσίπουρο είναι χωρίς γλυκάνισο), Βρόϊκος Βασίλης 31419 (σημείωση: 9/3/07 ο Μπασγιουράκης αναφέρει κάποιον Βασίλη Νάτση και τη γυναίκα του Φιλαρέτα). Νόστιμα ντόπια κρεατικά και λουκάνικο στα κάρβουνα στα καφενεία – ταβέρνες, στην πλατεία της Αετομηλίτσας, Νιτσιάκος Απόστολος 31056, Καϊμακάμης Απόστολος 31036, (Μάιος – Σεπτ), Καταφύγιο Αετομηλίτσας Θοδωρής Φερφέλης 6974389788, 31345.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Κόνιτσας: 22191, Δήμος Μαστοροχωρίων: 31269, 31111, Fax: 31112, Κοινότητα Αετομηλίτσας 31063, το Χειμώνα 2410622061, Αστυνομία: Κόνιτσας 22202, Πυρσόγιαννη 31216, Συνοριακή φύλαξη 31100, Α’ Βοήθειες Κόνιτσας 23111, Πυρσόγιαννης23111, 22222, Βούρμπιανης 31330.

ΧΡΗΣΙΜΑ: Ορειβατικός Σύλλογος Κόνιτσας 22464, Δασαρχείο 22498, Καταφύγιο στην Αετομηλίτσα 6974389788, Συνεργεία: Τούσιας Θωμάς 1ο χλμ, Ε.Ο. Κόνιτσας – Κοζάνης 22904, Ζώτος Νικόλαος 22910. Βουλκανιζατέρ: Αντωνίου Ευάγγελος, Κιλελέρ 1, 23081, Βαγενάς Σωτήρης 22818, Ντελής Σπύρος 22939. Τα συνεργεία & τα βουλκανιζατέρ που εντοπίσθηκαν είναι για αυτοκίνητα. 

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στην Κόνιτσα όλες οι εταιρείες και στο Επταχώρι BP.

ΧΑΡΤΕΣ: Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 20 ‘’Νομός Ιωαννίνων’’ & Νο 18 ‘’Νομός Θεσπρωτίας εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063. Ο Ε.Ο.Τ. έχει βγάλει, (με την συνεργασία του Ε.Ο.Σ. Αχαρνών), 12 χάρτες για την οροσειρά της Πίνδου. Μεταξύ αυτών, είναι δύο που ενδιαφέρουν, ο Σμόλικας και ο Γράμμος σε κλίμακα 1:50.000. Αν δεν βρείτε εκεί (στον Ε.Ο.Τ. ή στον Ε.Ο.Σ. Αχαρνών) δεν υπάρχει άλλη λύση, Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811 άλλαξε 8206632 κέντρο 8206600. Αγοράστε 2 φύλλα 1:250.000 (1:50.000 δεν δίνουν εκτός και αν ζητηθούν από δημόσια υπηρεσία), Κοζάνη, Ιωάννινα.

ΒΙΒΛΙΑ: Ένα σωρό λαογραφικά στοιχεία για την Αετομηλίτσα θα βρείτε στο ομώνυμο βιβλίο του Βασίλη Νιτσιάκου, έκδοσης του Πολιτιστικού συλλόγου του χωριού. Υπάρχει στο βιβλιοπωλείο ‘’Σκάλα’’ στη Λάρισα 2410624352. Ήπειρος της Εκδοτικής Αθηνών, Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Νομού Ιωαννίνων, έκδοση Νομαρχίας Ιωαννίνων, Φύση και έργα ανθρώπων, έκδοση Κέντρου περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.ΜΙ. (Λέσχη Μοτοσυκλετιστών Ιωαννίνων) Ανεξαρτησίας 130, Γιάννινα τηλ Fax: 2651048501, http://lemimoto.freeshell.org  Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για ΗΠΕΙΡΟ – ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ και  ΗΠΕΙΡΟ – ΠΛΗΚΑΤΙ - ΑΕΤΟΜΗΛΙΤΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ιωακείμ Μαρτινιανού (Μαρτιάνου) / Μοσχόπολις / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Θεσσαλονίκη 1957
  • Ιωάννου Έξαρχου / Οικονομικός Προγραμματισμός εις τον Ηπειρώτικον Χώρον / Η.Ε.Α. Αθήνα 1963
  • Κίτσος Α. Μακρής / χιονιαδίτες ζωγράφοι / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1981
  • Παύλος Τάττης / Η θαυματουργή εικόνα της Πληκατιώτισσας / Ιωάννινα 1981
  • Σ. Δαμιανάκος – Ε. Ζακοπούλου – Χ. Κασίμης – Β. Νιτσιάκος / Εξουσία, Εργασία και Μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1997
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / Νομαρχία Ιωαννίνων 1998
  • Χ. Κασίμης – Λ. Λουλούδης / Συλλογική εργασία - έρευνα ‘’η Ελληνική Αγροτική Κοινωνία στο τέλος του Εικοστού Αιώνα’’ / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1999
  • Φύση και έργα ανθρώπων / Κέντρο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας / Κόνιτσα 2001
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Αετομηλίτσα / Πολιτιστικός Σύλλογος Αετομηλίτσας / Γιάννινα 2003
  • Κώστας Σκούρτης / Ξυλόγλυπτες και Ζωγραφιστές Κασέλες από τους Χιονιάδες της Ηπείρου / Νομ. Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων – Δήμος Μαστοροχωρίων / Αθήνα 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρυσηίς Τσερώνη / Στόχος ο Γράμμος / περιοδικό Κορφές Τ115 Σεπτ – Οκτ 1995
  • Γιούλα Δρόλαπα / Με Αφορμή τον Γράμμο / περιοδικό Κορφές Τ127 Σεπτ – Οκτ 1997
  • Κώστας Τζιβελέκας / Γράμμος / περιοδικό ΓΕΩ Τ23 Σεπτέμβριος 2000
  • Γιώργος Δ. Τσίτσος / Παναγία Πληκατιώτισσα / περιοδικό Κόνιτσα Τ103 Μάρτιος – Απρίλιος 2002
  • ‘’εκ Χιονιάδων’’ / Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Χιονιαδιτών σε συνεργασία με την αδελφότητα Χιονιαδιτών ‘’ο Άγιος Αθανάσιος’’.
  • Αφιέρωμα στην Ήπειρο / Γεωγραφίες Τ5 εκδόσεις Εξάντας Καλοκαίρι 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Σωκράτη Οικονόμου / Αναμνήσεις από το Γοργοπόταμο / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ110 Μάιος – Ιούνιος 2003
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Οι Ορεινές Κοινότητες της Βόρεια Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1995
  • Ήπειρος / Εκδοτική Αθηνών / Αθήνα 1997

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

 ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ (2294 λέξεις)

ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ 

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Ιανουάριος 2004

Λίκνο Πολιτισμού

Τόπος ιστορικός όπου διαδραματίστηκαν μύθοι, έδρασαν ημίθεοι και ήρωες, Χώρος προνομιακός όπου δημιουργήθηκαν πολιτισμοί με οικουμενικές διαστάσεις και σημασία. Η ιερή επιδαύρια γη, έχει σφιχταγκαλιάσει τα εναπομείναντα ερείπια του λαμπρού παρελθόντος που βρίσκεται σε μια κατάφυτη πεδιάδα της Αργολίδας τριγυρισμένη από βουνά. 

Από το Ναύπλιο ακολουθείστε τις πινακίδες ‘’Επίδαυρος – Αρχαίο Θέατρο’’ με κατεύθυνση το Λυγουριό. Όμορφη διαδρομή, με γεωργικές εκτάσεις οπωροφόρων και τα πανταχού παρόντα αρώματα της φύσης, αλλά προσέξτε, ο δρόμος είναι στενός, όλο απότομες στροφές, ‘’εσάκια’’ και ‘’πέταλα’’, τουλάχιστον μέχρι το πρώτο αξιοθέατο της διαδρομής, άξιο στάσης, την Μυκηναϊκή Λιθόκτιστη Γέφυρα του Αρκαδικού ένα από τα παλαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα της Αργολίδας κομμάτι πολύτιμο της Αργείας οδού. Αν και δεν έχει αρχιτεκτονική σχέση με πέτρινο γεφύρι (οι προϊστορικές και αρχαϊκές γέφυρες δεν ήταν παρά τοίχοι με τριγωνικές διόδους – οπές παροχέτευσης, κτισμένες με το εκφορικό σύστημα1, η χρησιμότητα ήταν η ίδια. Ευκολία στην μεταφορά αγαθών και διευκόλυνση του εμπορίου. 

Σύντομα θα φτάσετε στο Λυγουριό, έδρα του Δήμου Ασκληπιείου. Γνωστός πόλος έλξης επισκεπτών από όλο τον κόσμο, με τους πλούσιους αρχαιολογικούς Θησαυρούς αλλά και το φημισμένο ετήσιο φεστιβάλ Επιδαύρου εξιδανικεύει την επίσκεψη έστω για ημερήσια εκδρομή (τουλάχιστον για τους κατοίκους της Αττικής). Στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Ασκληπιείου, υπάρχει μεγάλος αριθμός εκκλησιών, περίπου 300, μικρές και μεγάλες, ορισμένες από τις οποίες είναι μεγάλης ιστορικής και θρησκευτικής αξίας, καθώς και το αξιόλογο μουσείο Φυσικής Ιστορίας της πόλης. 

Στην αρχαιότητα, η Επίδαυρος ήταν τόπος λατρείας του Ασκληπιού, οργάνωσης αθλητικών αγώνων, εορτών και θεατρικών παραστάσεων, με το ιερό του θεού, που ερείπια του υπάρχουν οκτώ χλμ στα ανατολικά της, να παίζει πρωτεύοντα ρόλο σε αυτές. Η λατρεία του Ασκληπιού, γιου του θεού Απόλλωνα και της θνητής Κορωνίδας, ήρθε από την Θεσσαλία και στην Αργολίδα απέκτησε χιλιάδες πιστούς που προσδοκούσαν θεραπεία από ασθένειες. Από τον 6ο αι. αρχίζει η λατρεία του αρχαίου θεού και προς τιμή του αργότερα ιδρύθηκε ο μεγαλύτερος και κομψότερος ναός του Ασκληπιού.Κτίστηκε στην ορεινή περιοχή του  Κυνόρτιου όρους, με δωρικό ρυθμό σε σχέδια του αρχιτέκτονα Θεόδοτου το διάστημα από 385 π.Χ. έως 380 π.Χ. Ο γλύπτης Τιμόθεος φιλοτέχνησε τον διάκοσμο και ο Πάριος γλύπτης Θρασυμήδης σκάλισε σε ελεφαντοστό το περίφημο λατρευτικό άγαλμα.

Γρήγορα το ιερό απέκτησε πανελλήνια φήμη δίνοντας το έναυσμα για την δημιουργία και άλλων σε όλη την Ελλάδα. Στην γύρω περιοχή έχουν βρεθεί λίθινα εργαλεία της νεολιθικής εποχής, ευρήματα μυκηναϊκής προέλευσης καθώς και τα ερείπια του ναού του Απόλλωνα Μαλεάτα, που έκτισε τον 7ο αι. π.Χ. ο τύραννος της Επιδαύρου Προκλής.  Η μεγάλη εποχή του ιερού της Επιδαύρου είναι ο 4ος και ο 3ος π.Χ. αιώνας. Ο Ασκληπιός, ως ο περισσότερο φιλάνθρωπος θεός, είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων και αυτοί συνέρεαν κατά εκατοντάδες για να θεραπευτούν.

Την εποχή αυτή, ο τεράστιος πλούτος που συγκεντρώνει η πόλη στο ιερό επιτρέπει την μνημειώδη ανάπτυξη του. Ο ναός του Ασκληπιού που στέγαζε το χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού αποτελεί ένα από τα πιο προοδευτικά δείγματα δωρικής ναϊκής αρχιτεκτονικής. Η Θυμέλη, το κυκλικό κτήριο που σήμερα είναι γνωστό σαν Θόλος, ήταν το πιο κομψό μετά το Ερεχθείο κτίσμα των κλασικών χρόνων. Το Άβατον δίπλα σε αυτά τα κεντρικά κτήρια ήταν η μεγάλη στοά που είχε περιλάβει το ιερό πηγάδι και δεχόταν τους ασθενείς οι οποίοι κοιμόντουσαν και περίμεναν την θεραπεία τους από την επίσκεψη του θεού – ιατρού στον ύπνο τους. Πάνω στις στήλες (αναθηματικές επιγραφές) ήταν γραμμένα τα θαύματα του Ασκληπιού ώστε η παράδοση να ενισχύει την πίστη των ασθενών. Κάπου εβδομήντα γραμμένα θαύματα έχουν σωθεί ως σήμερα. 

Το ομορφότερο κόσμημα του ιερού, θεωρείται το μεγάλο θέατρο της Επιδαύρου,από τα πιο λαμπρά δείγματα θεατρικής αρχιτεκτονικής του αρχαίου κόσμου, ένα από τα ωραιότερα και καλύτερα σωζόμενα θέατρα της Ελλάδας. Αμέτρητοι είναι οι τύποι κτηρίων που σκέφθηκε ο άνθρωπος στην ιστορική διαδρομή του. Ελάχιστες από τις αρχιτεκτονικές αυτές ιδέες δεν ξεπεράστηκαν με το πέρασμα των αιώνων. Σε αυτή την διαπίστωση υπάρχει η εξαίρεση της αρχιτεκτονικής των θεάτρων. Σήμερα, δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά την ανακάλυψη του, στην αρχαία Αθήνα αρχικά και σε όλον τον γνωστό κόσμο αργότερα, συνεχίζουν να κτίζονται σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης θέατρα που λιγότερο ή περισσότερο αντιγράφουν το αρχαίο ελληνικό πρότυπο. 

Το θέατρο της Επιδαύρου σχεδιάστηκε από τον Αργείο αρχιτέκτονα Πολύκλειτο τον νεότερο, που σχεδίασε και την Θόλο, και κτίστηκε στην πρώτη φάση τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. με χωρητικότητα έξι χιλιάδων θεατών σε τριάντα τέσσερις σειρές. Οι είκοσι μία επιπλέον σειρές του πάνω διαζώματος προστέθηκαν τον 2ο αι. π.Χ. και ανέβασαν την χωρητικότητα σε δεκατέσσερις χιλιάδες θεατές σε πενήντα πέντε σειρές.

Το θέατρο, που ήταν πάντοτε ορατό, αποκαλύφθηκε πλήρως από τον αρχαιολόγο Π. Καββαδία με εργασίες που άρχισαν το 1881 και μέχρι το 1928 είχαν αποκαλυφθεί όλα τα κτίσματα του ιερού όπως τα βλέπει σήμερα ο περιηγητής. Ήταν περίφημο για την τελειότητά του ήδη από την αρχαιότητα και επίσης φημισμένο για την εκπληκτική ακουστική του, που επιτρέπει ακόμα και στον θεατή που κάθεται στην τελευταία σειρά να ακούει όσα λέγονται στην σκηνή. 

Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στον κόσμο είναι το καλοκαιρινό φεστιβάλ αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου. Η πρώτη παράσταση έγινε το 1938 με την Ηλέκτρα του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη. Η επόμενη παράσταση που παρουσίασε ο σκηνοθέτης για πρώτη φορά στην Επίδαυρο, ήταν ο Ιππόλυτος του Ευριπίδη, που παίχτηκε τον Αύγουστο του 1954 και αποτέλεσε το έναυσμα. Από την επόμενη χρονιά το φεστιβάλ καθιερώθηκε εμπλουτίζοντας με παραστάσεις αρχαίου δράματος την σύγχρονη θεατρική πρακτική. Τα ‘’Επιδαύρια’’, σαν θεσμός πλέον, οφείλουν σε μεγάλο μέρος την φήμη τους ακριβώς σε αυτό το θέατρο. 

Τα αρχαιολογικά αυτά μνημεία είναι λίγα λεπτά οδήγησης από το Λυγουριό. Ο εξωτερικός χώρος είναι ένα τεράστιο επίπεδο πλάτωμα – πάρκινγκ, των αυτοκινήτων και των πούλμαν κατά την διάρκεια των παραστάσεων, που γίνονται στο αρχαίο θέατρο τους καλοκαιρινούς μήνες. Το Φθινόπωρο, αλλά και η Άνοιξη, είναι πραγματικά μια υπέροχη εποχή, παρ’ όλο που περιλαμβάνει και μερικές μέρες από τον ευμετάβλητο Μάρτιο, είναι ιδανική για κατασκήνωση, αρκεί να ρωτήσετε πρώτα και να ‘’στήσετε’’, στην άκρη ώστε να μην προκαλείτε. 

Δίπλα σχεδόν από το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου υπάρχει το μουσείο που ιδρύθηκε το 1905 – 1909 από τον αρχαιολόγο που ανέσκαψε το ιερό Π. Καββαδία, στο οποίο εκτίθενται αξιόλογα ευρήματα και αντικείμενα από τα ιερά του Ασκληπιού και του Απόλλωνα Μαλεάτα, καθώς και κατάλοιπα της Ρωμαϊκής εποχής. Το μικρό αλλά πλούσιο σε ευρήματα μουσείο αξίζει να το επισκεφθείτε πριν την περιήγησή σας στον αρχαιολογικό χώρο, ώστε να πάρετε χρήσιμες πληροφορίες για αυτόν και να κατανοήσετε καλύτερα τα οικοδομήματα που θα συναντήσετε στο Ασκληπιείο. 

Σημαντικές είναι οι επιγραφές που έχουν αφιερωθεί στο ιερό από ασθενείς που θεραπεύτηκαν, στις οποίες περιγράφονται με λεπτομέρειες τα θαύματα του θεού – γιατρού. Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι η πάροδος των ετών και η πρόοδος της αρχαίας ιατρικής δεν άφηνε ανεπηρέαστο το Ασκληπιείο. Έτσι, εκτός από τις επικλήσεις στο θεό, την θεία επέμβαση, γίνονταν και ιατρικές πράξεις με ανθρώπινη επέμβαση όπως αποδεικνύουν και τα ιατρικά εργαλεία που εκτίθενται στον προθάλαμο. 

Οι τρεις οικισμοί – Παλιά Επίδαυρος, Νέα, και Ασκληπιείο απλώνονται κάτω από τον ίσκιο του Αραχναίου όρους που χωρίζει την Κορινθία από την Αργοναυπλία καταλήγοντας ανατολικά στον κόλπο – χερσόνησο της Επιδαύρου και δυτικά στον Αργολικό κόλπο. Οι οικισμοί είναι γνωστοί από τα προϊστορικά χρόνια σε μικρή απόσταση (21 χλμ) μεταξύ τους. Μια κοντινή βόλτα στην Παλιά (Αρχαία) Επίδαυρο, (τα παλιότερα Πίδαυρα), ένα ήρεμο πλούσιο χωριό χωρίς τις καλοκαιρινές εξάρσεις της Νέας, με έσοδα που προέρχονται κυρίως απο τα φημισμένα πορτοκάλια της εύφορης Αργολικής γης και δευτερευόντως από τον τουρισμό. 

Είναι κτισμένη αμφιθεατρικά πάνω σε λόφο με έναν καταγάλανο όρμο στα πόδια της. Στον χώρο της Παλιάς Επιδαύρου υπάρχει το ‘’Μικρό’’ μαρμάρινο αρχαίο θέατρο κτισμένο τον 4ο αι. π.Χ. αφιερωμένο στον θεό Διόνυσο. Χωράει έξι χιλιάδες θεατές και υπήρξε κέντρο των πολιτικών και πολιτιστικών γεγονότων της περιοχής στην αρχαιότητα. Σήμερα και κάθε καλοκαίρι γίνεται το πρόσφατα καθιερωμένο (1995) ετήσιο φεστιβάλ ‘’Μουσικός Ιούλιος’’, που συνοδεύεται απο το μεγάλο υπαίθριο παζάρι του Αγροτουρισμού. Απο το μικρό θέατρο ακολουθήστε το στενό μονοπάτι προς την χερσόνησο ‘’Νησί’’ που φτάνει μέχρι ψηλά τον λόφο στο εκκλησάκι της Παναγίας κτισμένο πάνω στα υπολείμματα της αρχαίας ακρόπολης. Από αυτό το μικρό φυσικό λιμανάκι γίνονται δρομολόγια, τους καλοκαιρινούς μήνες, στα απέναντι νησιά Αίγινα και Αγκίστρι. Σε περίπτωση που ταξιδεύετε από μακριά και έχετε τουλάχιστον μια μέρα στην διάθεσή σας είναι καλή ευκαιρία να γνωρίσετε και αυτά τα προικισμένα νησιά. 

Στην διαδρομή της επιστροφής κάντε μια στάση στην Νέα Επίδαυρο (Αρχαία Πιάδα), που είναι ένα μεγάλο όμορφο χωριό με το βυζαντινό κάστρο της, και τις όμορφες παραλίες. Αναφέρεται ανάμεσα στις 449 περιοχές ιδιαίτερου κάλλους της Ελλάδας που έγινε από το Ε. Μ. Πολυτεχνείο. Εδώ έγιναν κατά την Επανάσταση του 1821 οι δύο Εθνικές Συνελεύσεις2, που έχουν το όνομα ‘’Συνελεύσεις της Επιδαύρου’’. Τότε το μικρό χωριό λεγόταν ‘’Πιάδα’’ ή κατ’ άλλους ‘’Πηγάδα’’ ή και ‘’Πεδιάδα’’. Λίγες εβδομάδες μετά την πρώτη συνέλευση έγινε η μετονομασία σε Νέα Επίδαυρος, οι δε κάτοικοι Επιδαύριοι. 

Στις 20 Δεκεμβρίου 1821, συνήλθε η Πρώτη Εθνική Συνέλευση, των απελευθερωμένων Ελλήνων, έχοντας μεγάλη σημασία για το νεοσύστατο έθνος, το οποίο μετά από τέσσερις αιώνες σκλαβιά κήρυξε την πολιτική του, και την ανεξαρτησία του,  χωρίς την φυσική παρουσία αυτών που αγωνίστηκαν για αυτό. Εξήντα πληρεξούσιοι από την Πελοπόννησο, τη Στερεά και πολλά νησιά που είχαν αποτινάξει τον τούρκικο ζυγό συγκεντρώνονται και συντάσσουν το ‘’Προσωρινό Πολίτευμα της Επιδαύρου’’, το οποίο αποτελεί το πρώτο σύνταγμα της Ελεύθερης Ελλάδος. Μεταξύ άλλων, καθορίστηκαν τα δύο διοικητικά σώματα, (Βουλευτικό – Εκτελεστικό), τα χρώματα της εθνικής σημαίας, (τότε ήταν, η της Φιλικής εταιρείας, μαύρη), που από τότε είναι το κυανόλευκο, και την Εθνική σφραγίδα που φέρει πλέον την θεά Αθηνά. Ο γενικός αρχηγός της επανάστασης Δημήτριος Υψηλάντης όπως και οι αρχηγοί του αγώνα Κολοκοτρώνης, Νικηταράς, Ανδρούτσος, καθώς και όλοι οι οπλαρχηγοί δεν παίρνουν μέρος, γιατί πολεμούσαν. Ακόμα και έτσι όμως χρειάστηκαν διάφορες μηχανορραφίες για να αναδειχτεί κορυφαίος πολιτικός ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. 

Στον ίδιο χώρο της Επιδαύρου συνήλθε και η Τρίτη Εθνική Συνέλευση, τον Απρίλιο του 1826, με κύριο έργο την αναθεώρηση του Συντάγματος, και τον συμβιβασμό της Ελλάδας με την Πύλη με διαπραγματευτές, τις ‘’Μεγάλες δυνάμεις’’. Κατά τη διάρκεια των πρώτων ωρών, της συνέλευσης, ήρθαν τα μαντάτα για την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου, (δες στον ίδιο τόμο – Επαρχία Μεσολογγίου), με αποτέλεσμα, να διακοπούν οι εργασίες, οι οποίες συνεχίστηκαν αργότερα, (19 – Μαρτίου – 5 Μαΐου 1927) στην Τροιζήνα. 

Προς το βουνό, βρίσκεται η Ι. Μονή Αγνούντος (11ου  αι.) ένα σημαντικό μοναστικό κέντρο, το αρχαιότερο της Επιδαύρου. Από εκεί όλα αυτά τα χρόνια ‘’αγνάντευε’’ τα δρώμενα των καιρών. Επιδαύρια χώρα, μια καταπράσινη, εύφορη και ιερή κοιλάδα, γεμάτη θρύλους και ιστορία, ιδανικό θέρετρο ξεκούρασης ακόμα και για ένα Σαββατοκύριακο.

Σημειώσεις:

 (1) Εκφορικό σύστημα δόμησης έχουμε όταν η κάθε πέτρα προεξέχει όλο και περισσότερο προς το εσωτερικό της ‘’Καμάρας’’.

(2)Ιδιαίτερα μελετήματα γι’ αυτές δείτε: 1) Σαριπόλου Ν. – Η Πρώτη Εθνοσυνέλευσις και το πολίτευμα της Επιδαύρου του 1822, Αθήνα 1907, 2) Αννίνου Μπάμπη – Η εν Επιδαύρω Πρώτη Εθνική Συνέλευσις (‘’Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδος’’ Α’, 1922, σελ 334 – 345) και 3) Δραγούμη Ν. – Επεισόδια του Ελληνικού Αγώνος. Τρίτη Εθνική Συνέλευσις (περιοδικό ‘’Πανδώρα’’ τομ ΚΒ’ (1871 – 1872, φύλλο 528, σελ 567 – 575). 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 27530

ΔΙΑΜΟΝΗ: Λυγουριό: Ξενία 22005 - 3, Άβατο 22178, Αλκυών 22002, Αρχαία Επίδαυρος: Χριστίνα 41451 www.ancientepidavros.com  Verdelis Inn 41332, Μαριαλλένα 41090, 41138, Πάολα 41397, Ποσειδών 41211.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Νέα Επίδαυρος το ομώνυμο 31296, Διαμαντής 31181, 31240, Στην Παλιά Επίδαυρο ‘’Νικόλας’’ σκιερό και με γρασίδι 41218, Βερδελής 41425, 41322, Μπέκας με ευκάλυπτους για σκιά 41714, 41333 όλα στο Γαλάση. 

ΦΑΓΗΤΟ: Στο Λυγουριό οι ψησταριές είναι όσες και τα σπίτια. Παϊδάκια, μπριζόλες και ότι έχει να κάνει με Κρεατικά. Στην παλιά Επίδαυρο αγοράστε από τους φούρνους πεντανόστιμο ψωμί και πίτες. Στο Αδάμι (5 χλμ από το θέατρο) ο κυρ’ Νίκος Σμυρλής στην εξοχική του ταβέρνα θα σας περιποιηθεί δεόντως. 

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Ασκληπιείου (Λυγουριό) 22238, 23281, Δήμος Επιδαύρου 41250, Α’ Βοήθειες 22222, Αστυνομία 22213, Αρχαίας Επιδαύρου 41203, Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ: Γρίβας Αθανάσιος 23306 (Moto), Ξυπολιάς Βασίλειος (Auto) 23252.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.culture.gr Αρχαιολογικός Χώρος Επιδαύρου 22009, 4η Εφορεία Ναυπλίου 2752027502, είσοδος 6 EUR για όλο τον χώρο και το μουσείο. Ανοιχτά από Απρίλιο έως Οκτώβριο 08:00 – 19:00, από Νοέμβριο έως Μάρτιο 08:00 – 17:00, κλειστά 25/26 Δεκεμβρίου, 1η κάθε έτους, 25η Μαρτίου, 1η Μαΐου, Πάσχα.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Μέσα στο Λυγουριό και στην δστ για τον αρχαιολογικό χώρο.

ΧΑΡΤΕΣ: Παλιός, Καλός, πιθανόν εξαντλημένος ο χάρτης ‘’Αργολίδα – Κορινθία’’ σε κλίμακα 1:200.000 των εκδόσεων Μποζινάκη.Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 2 ‘’Νομός Αργολίδας’’, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, 3225241, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER, στο Μουσείο της Επιδαύρου θα βρείτε την ενδιαφέρουσα έκδοση ‘’το ιερό του Ασκληπιού και το μουσείο’’, ‘’Μια σκηνή για τον Διόνυσο’’ / εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, ‘’Αρχαία Θέατρα’’ / εκδόσεις ΙΤΑΝΟΣ.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΦΙΛ.Μ.Α (Φίλοι Μοτοσυκλέτας Αργολίδας) Θερμογιάννη 19, Ναύπλιο 26830, Γ. Γραμματέας Σοφοκλής Παπαγεωργόπουλος 6977649796, e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. Ανοιχτά κάθε Τετάρτη τον χειμώνα από τις 20:00 και το καλοκαίρι από τις 21:00. Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων τηλ Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΕΠΙΔΑΥΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Αγγελική Χαριτωνίδου / Επίδαυρος το ιερό του Ασκληπιού και το μουσείο / εκδόσεις ΚΛΕΙΩ / Αθήνα 1978
  • Μια Σκηνή για τον Διόνυσο / Σπύρος Μερκούρης – εκδόσεις ΚΑΠΟΝ 1998
  • Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Αρχαία Θέατρα / εκδόσεις Ε.Ο.Τ. / Αθήνα 1996

Β’         Αφιερώματα περιοδικών 

  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσειςAD & ED / Αθήνα 1997
  • Επίδαυρος / περιοδικό ΓΕΩ Τ111
  • Επίδαυρος / περιοδικό VITA Τ51

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Επίδαυρος: Η πόλις, το ιερό και το θέατρο / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 18/8/96
  • Τα Υπέροχα (και άγνωστα) Ελληνικά Θέατρα / Νίκος Χατζηαντωνίου Εφημ. Ελευθεροτυπία 25/8/97
  • Ο θαυμαστός Κόσμος των αρχαίων θεάτρων / Βασίλης Αγγελικόπουλος Εφημ. Καθημερινή 27/9/98
  • Τα αρχαία Ελληνικά Θέατρα / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 25/7/99
  • Φεστιβάλ Επιδαύρου / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 13/7/2003

 Ενδεικτική βιβλιογραφία εργασιών τόμου ΣΤ’ 2004

Περισσότερες πληροφορίες για τις ΣΠΕΤΣΕΣ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία – Εργασίες

  • Δημήτρης Ρ. Θεοχάρης / Αγία Μαρίνα Σπετσών / Αρχαιολογικό δελτίο 26 (1971): Χρονικά, 84, 93.
  • Θεοδ. Δημητριάδη / Το Καστέλλι, ο προ του 1800 οικισμός
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Ανδρέας Α. Κουμπής / Σπετσιώτες Ναυμάχοι τομ Α’ (Α – Κ) έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001
  • Φίλιππος Δεμερτζής Μπούμπουλης / Μουσείο Μπουμπουλίνας 2001
  • Ανδέας Α. Κουμπής / Οι Σπέτσες στον Αγώνα / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001
  • Γ. Σταματίου / Ο Εθνικός Ευεργέτης Σωτήριος Ανάργυρος / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2001               
  • Γ. Σταματίου / Η Ξυλοναυπηγική τέχνη των Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών / Αθήνα 2002
  • Παύλος Παρασκευαϊδης / Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα / έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Σπετσών / Αθήνα 2002
  • Γ. Σταματίου / Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών 2003
  • Ανδρέας Α. Κουμπής / Οι Παλιές Εκκλησίες των Σπετσών / έκδοση Πολιτιστικού Συλ. Σπετσών 2003
  • Ελένη Σιάτρα / Σπέτσες – Ύδρα / Εφημ. Καθημερινή / 3/4/97
  • Λίνα Γιάνναρου / IsoladiSpezzie / Εφημ. Καθημερινή / 19/5/02

Β’         Αφιερώματα περιοδικών 

  • Μυρτώ Μακρή / Σπέτσες / περιοδικό Κόσμος Τ1 / Μάιος 1994
    Σπέτσες / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 26/7/1998
    Αναστασία Γκολιομύτη / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού Οξυγόνο2 Τ9 / Ιούλιος – Αύγουστος 1998
    Γιάννης Παπαδόπουλος Τετράδης / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού ΓΕΩ Τ68 / 28/7/2001
    Θεόφιλος Μπασγιουράκης – Άννα Καλαϊτζή / Σπέτσες / Αφιέρωμα του περιοδικού Ελληνικό Πανόραμα Τ33 / Μάιος – Ιούνιος 2003

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σπετσιώτικος Αντίλαλος / Αρμάτα 2003 / Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2003

Περισσότερες πληροφορίες για την ΗΡΑΚΛΕΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Joseph Pitton de Tournefort / Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους / Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης / Ηράκλειο 2003
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Κυκλάδες / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Αντώνης Βεκρής / Αμοργός και Μικρές Κυκλάδες / εκδόσεις Αμοργός 2002

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Σειρήνες των Κυκλάδων / περιοδικό για τις Κυκλάδες / Τ4 1997
  • Ιωάννα Δεικτάκη – Γιώργος Αβαγιανός / Σπήλαιο Αγίου Ιωάννη Ηρακλειάς Νάξου / περιοδικό ΓΑΙΟΡΑΜΑ Τ50 Ιούλιος – Αύγουστος 2002
  • Θάλεια Αργίτη – Μιχάλης Κωσταράς / Ο Άθλος της Ηρακλειάς / περιοδικό ΓΕΩ Τ119 Ιούλιος 2002

Περισσότερες πληροφορίες για την ΠΑΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992.
  • Το Αιγαίο επίκεντρο Ελληνικού Πολιτισμού / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1995
  • Β. Σφυρόερα – Α. Αβραμέα – Σ. Ασδραχά / Χάρτες και χαρτογράφοι του Αιγαίου / εκδόσεις Ολκός / Αθήνα 1985.
  • Κούλα Ξηραδάκη / Γυναίκες του ’21 / Εκδόσεις Δωδώνη / Γιάννινα 1995
  • Φωτεινή Ζαφειροπούλου / Πάρος / εκδόσεις Τ.Α.Π.Α. / Αθήνα 1998
  • Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998.
  • Πάρος – Αντίπαρος / εκδόσεις Μ. Τουμπή / Αθήνα 1998
  • Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου / Υπουργείο Αιγαίου – Πανεπιστήμιο Αθηνών 1999
  • Βυζαντινά Μουσεία και Συλλογές στην Ελλάδα / εκδόσεις Τ.Α.Π.Α. / Αθήνα 1999
  • Θεολόγος Αλιπράντης / Η Εκατονταπυλιανή της Πάρου / Πάρος 2001
  • Γιώργος Τόλιας / Τα νησολόγια, η μοναξιά και η συντροφιά των νησιών / εκδόσεις Ολκός / Αθήνα 2002
  • Παναγιώτη Πατέλη / Ξενάγηση στην Εκατονταπυλιανή / Πάρος 2002
  • Κυκλάδες / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Joseph Pitton de Tournefort / Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους / Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης / Ηράκλειο Κρήτης 2003
  • Ελληνική Γεωγραφική Εγκυκλοπαίδεια / Μιχαήλ Σταματελάτος – Φωτεινή Βάμβα Σταματελάτου / Εκδόσεις Τεγόπουλος – Μανιατέας Αθήνα 1997
  • Κυριακή Ραγκούση Κοντογιώργου / Πάρος – Αντίπαρος / Με τα μάτια των Χαρτογράφων και περιηγητών 15ος – 19ος αι. / Εκδόσεις Ανθέμιον / Πάρος 2000

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Πάρος / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 8/9/96
  • Μαρία Τσιάντου – Νίκος Σωτηρόπουλος / Πάρος / περιοδικό Κόσμος Τ4 Αύγουστος – Σεπτέμβριος 1994
  • Κάλια Χυτήρογλου – Αντώνης Πουλίδης / Πάρος / περιοδικό Οξυγόνο Τ12 Ιούλιος 1999
  • Ιωάννης Ιωάννου / Παριανό Μάρμαρο / περιοδικό ΓΕΩ Τ18 Αύγουστος 2000
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Πάρος Μαρμαρογέννητη / περιοδικό ΓΕΩ Τ75 Σεπτέμβριος 2001
  • Θάλεια Αργείτη – Μιχάλης Κωσταράς / Λεύκες κατάλευκες /  περιοδικό ΓΕΩ Τ139 Δεκέμβριος 2002

Περισσότερες πληροφορίες για την ΕΠΙΔΑΥΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία: 

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Αγγελική Χαριτωνίδου / Επίδαυρος το ιερό του Ασκληπιού και το μουσείο / εκδόσεις ΚΛΕΙΩ / Αθήνα 1978
  • Μια Σκηνή για τον Διόνυσο / Σπύρος Μερκούρης – εκδόσεις ΚΑΠΟΝ 1998
  • Πελοπόννησος / εκδόσεις EXPLORER / Αθήνα 2002
  • Αρχαία Θέατρα / εκδόσεις Ε.Ο.Τ. / Αθήνα 1996

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Αντώνης Αναγνώστου / Αργολίδα / εκδόσειςAD & ED / Αθήνα 1997
  • Επίδαυρος / περιοδικό ΓΕΩ Τ111
  • Επίδαυρος / περιοδικό VITA Τ51

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Επίδαυρος: Η πόλις, το ιερό και το θέατρο / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 18/8/96
  • Τα Υπέροχα (και άγνωστα) Ελληνικά Θέατρα / Νίκος Χατζηαντωνίου Εφημ. Ελευθεροτυπία 25/8/97
  • Ο θαυμαστός Κόσμος των αρχαίων θεάτρων / Βασίλης Αγγελικόπουλος Εφημ. Καθημερινή 27/9/98
  • Τα αρχαία Ελληνικά Θέατρα / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 25/7/99
  • Φεστιβάλ Επιδαύρου / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ. Καθημερινή 13/7/2003

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΓΡΕΒΕΝΑ - ΚΟΥΠΑΤΣΟΧΩΡΙΑ και ΓΡΕΒΕΝΑ - ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Φώτη Δ. Παπανικολάου / Γλώσσα και Λαογραφία Επαρχίας Βοΐου / Θεσσαλονίκη 1973
  • Πρακτικά Β’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1979
  • Πρακτικά Γ’ συμποσίου Δυτικομακεδονικού Χώρου / Βοϊακή Εστία Θεσσαλονίκης 1982
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Οι ορεινές κοινότητες της Β. Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον 1995
  • Γεώργιος Τσότσος /  Μακεδονικά Γεφύρια / / University Studio Press / Θεσσαλονίκη 1997
  • Ρίκη Βαν Μπουσχότεν / Ανάποδα χρόνια – Συλλογική μνήμη και Ιστορία στο Ζιάκα Γρεβενών (1900 – 1950) / εκδόσεις Πλέθρον 1997
  • Γιώργος Δ. Μπατζής / Το Δοτσικό Γρεβενών / Μορφωτικός Σύλλογος ‘’Η Σκούρζια’’ 1999
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Γρεβενά / Νομ. Αυτοδιοίκηση Γρεβενών 2000
  • Τριαντάφυλλος Αδαμακόπουλος – Πηνελόπη Ματσούκα / Πίνδος – Γρεβενά / εκδόσεις ΚΑΠΟΝ / Αθήνα 2001

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρύσα Σκοπελίτη / Μίλτος Ζέρβας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ3 Σεπτ – Οκτ 1998
    Ανεβαίνοντας / Βόιο / περιοδικό Ανεβαίνοντας / Τ20 Δεκ – Ιαν 2002 - 2003
    Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Βόιο / περιοδικό ΓΕΩ Τ136 / 16/11/02
    Λία Παπαθεοδώρου / Δοτσικό Γρεβενών / περιοδικό ΓΕΩ Τ196 / 19/1/04

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ηλέκτρα Σαμοίλη / Μαστοροχώρια Γρεβενών / Καθημερινή 18/1/04

Περισσότερες πληροφορίες για ΑΧΕΡΟΝΤΑ – ΣΟΥΛΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ουΐλλιαμ Πλόμαρ / Το διαμάντι των Ιωαννίνων – Αλή Πασάς 1741 – 1822 / Εκδόσεις Δωδώνη 1987
    Ήπειρος / Εκδοτική Αθηνών / Αθήνα 1997
    Βασίλη Νιτσιάκου / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Νομού Ιωαννίνων / Νομαρχία Ιωαννίνων 1998
    Χριστόφορος Περραιβός / Ιστορία Σουλίου και Πάργας / Α’ ανατύπωση Αναστατικές εκδόσεις / Αθήνα 1990
    Δημήτρης Καμαρούλιας / Τα μοναστήρια της Ηπείρου / εκδόσεις Μπάστας – Πλέσσας Αθήνα 2000
    Σπύρου Γ. Μουσελίμη / Έρχομαι από το Σούλι / Αυτοέκδοση Παραμυθιά 1999
    Σπύρου Γ. Μουσελίμη / Ο Αρχαίος Άδης και το Νεκρομαντείο της Έφυρας / Γιάννινα 1971

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Ε.Ο.Σ. Πρέβεζας / Διάσχιση όλης της Χαράδρας του Αχέροντα / περιοδικό Κορφές Τ109, 1994
  • Άννα Στεργίου – Σπύρος Τσακίρης / Αχέροντας / περιοδικό ΓΕΩ Τ8 Ιούνιος 2000
  • Αντώνης Κάτανος / Το νεκρομαντείο του Αχέροντα / περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα Τ26 Μάρ – Απρ 2002
    Λία Παπαθεοδώρου / Σούλι / περιοδικό ΓΕΩ Τ142 Δεκέμβριος 2002
    Αλέξανδρος Τσάκος – Γιάννης Σκουλάς / Αρχαία Πανδοσία / περιοδικό Γαιόραμα Τ48 Μαρτ - Απρ 2002
    Αλέξανδρος Τσάκος – Κώστας Βέργας / Νεκρομαντείο Αχέροντα / περιοδικό Γαιόραμα Τ59 Ιαν – Φεβ 2004
  • Ανάβαση / πεζοπορία Σκάλα Τζαβέλαινας – Σαμονίβα / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ25 Φεβ – Μαρτ 2004

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρη Γοργογέτα / Μονή Σέλτσου / εφημερίδα Πρωινός Λόγος Τρικάλων 25/3/03
  • Γιώργος Λεκάκης / Σούλι – η πολιορκία / εφημερίδα Έθνος 21/12/03

Περισσότερες πληροφορίες για ΗΠΕΙΡΟ – ΜΑΣΤΟΡΟΧΩΡΙΑ και  ΗΠΕΙΡΟ – ΠΛΗΚΑΤΙ - ΑΕΤΟΜΗΛΙΤΣΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Ιωακείμ Μαρτινιανού (Μαρτιάνου) / Μοσχόπολις / Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών / Θεσσαλονίκη 1957
  • Ιωάννου Έξαρχου / Οικονομικός Προγραμματισμός εις τον Ηπειρώτικον Χώρον / Η.Ε.Α. Αθήνα 1963
  • Κίτσος Α. Μακρής / χιονιαδίτες ζωγράφοι / εκδόσεις Μέλισσα / Αθήνα 1981
  • Παύλος Τάττης / Η θαυματουργή εικόνα της Πληκατιώτισσας / Ιωάννινα 1981
    Βασίλης Νιτσιάκος / Οι Ορεινές Κοινότητες της Βόρεια Πίνδου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1995
    Ήπειρος / Εκδοτική Αθηνών / Αθήνα 1997
  • Σ. Δαμιανάκος – Ε. Ζακοπούλου – Χ. Κασίμης – Β. Νιτσιάκος / Εξουσία, Εργασία και Μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1997
  • Νιτσιάκου / Αράπογλου / Καρανάτση / Σύγχρονη Πολιτιστική Γεωγραφία Ν. Ιωαννίνων / Νομαρχία Ιωαννίνων 1998
  • Χ. Κασίμης – Λ. Λουλούδης / Συλλογική εργασία - έρευνα ‘’η Ελληνική Αγροτική Κοινωνία στο τέλος του Εικοστού Αιώνα’’ / εκδόσεις Πλέθρον Αθήνα 1999
  • Φύση και έργα ανθρώπων / Κέντρο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης Κόνιτσας / Κόνιτσα 2001
  • Βασίλης Νιτσιάκος / Αετομηλίτσα / Πολιτιστικός Σύλλογος Αετομηλίτσας / Γιάννινα 2003
  • Κώστας Σκούρτης / Ξυλόγλυπτες και Ζωγραφιστές Κασέλες από τους Χιονιάδες της Ηπείρου / Νομ. Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων – Δήμος Μαστοροχωρίων / Αθήνα 2003

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Χρυσηίς Τσερώνη / Στόχος ο Γράμμος / περιοδικό Κορφές Τ115 Σεπτ – Οκτ 1995
  • Γιούλα Δρόλαπα / Με Αφορμή τον Γράμμο / περιοδικό Κορφές Τ127 Σεπτ – Οκτ 1997
  • Κώστας Τζιβελέκας / Γράμμος / περιοδικό ΓΕΩ Τ23 Σεπτέμβριος 2000
  • Γιώργος Δ. Τσίτσος / Παναγία Πληκατιώτισσα / περιοδικό Κόνιτσα Τ103 Μάρτιος – Απρίλιος 2002
  • ‘’εκ Χιονιάδων’’ / Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Χιονιαδιτών σε συνεργασία με την αδελφότητα Χιονιαδιτών ‘’ο Άγιος Αθανάσιος’’.
  • Αφιέρωμα στην Ήπειρο / Γεωγραφίες Τ5 εκδόσεις Εξάντας Καλοκαίρι 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Σωκράτη Οικονόμου / Αναμνήσεις από το Γοργοπόταμο / περιοδικό Κόνιτσα Τ109 Μάρτιος – Απρίλιος 2003
  • Χάρη Δ. Σωτηρίου / Ηπειρώτες Αγωνιστές / περιοδικό Κόνιτσα Τ110 Μάιος – Ιούνιος 2003

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Σωτήρης Γοργογέτας / Οδοιπορικό στο Γράμμο και τα μαστοροχώρια / σειρά 19 άρθρων στην εφημερίδα ‘’Πρωινός Λόγος’’ Τρικάλων από 2/3/99 – έως 23/3/99

Περισσότερες πληροφορίες για ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ – ΚΕΡΑΣΟΧΩΡΙ – ΚΡΕΝΤΗΣ – ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία

  • Διονύσιος Κόκκινος / Η ελληνική Επανάσταση  του 1821
  • Π. Γκιόλιας / Ιστορία των Αρχαίων Ευρυτάνων / εκδόσεις Πορεία 1999
  • Π. Γκιόλιας / Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393 – 1821) / εκδόσεις Πορεία 1999
  • Ένωση Αγραφιώτικων Χωριών / Άγραφα – λεύκωμα / Καρδίτσα 1999
  • Γεωργίου Κ. Χρυσικού / Το χωριό μου Μοναστηράκι Αγράφων Ευρυτανίας / Αθήνα 2000
  • Δημήτρη Σταμέλου / Κατσαντώνης – Η αποθέωση της παλικαριάς / Βιβλιοπωλείο της Εστίας / Αθήνα 1980

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Τάκης Ντάσιος / Επινιανά / περιοδικό Κορφές / Τ109 Σεπτ – Οκτ 1994
  • Μίλτος Ζέρβας / Mountain Bike στα Άγραφα / περιοδικό Cliff T4 χειμώνας 1995
  • Γιώργος Σαμπάνης – Κόντε Ιωάννα / Βουτσικάκι / περιοδικό Φυσιολατρικοί Ορίζοντες Τ9 Ιούλ – Δεκ 1995
  • Γιάννη Ιωακειμίδης / Άγραφα / περιοδικό cosmos Τ14 1995
  • Τάκης Ντάσιος / Άγραφα – χώρα των βουνών και των ανθρώπων / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ1 Άνοιξη 1998
  • Τοπογραφικοί οδηγοί για Χελιδόνα Τ129 Ιαν – Φεβ 1998
  • Θοδωρής Αθανασιάδης / Ευρυτανία / περιοδικό Vita T11 Μαρ 1998
  • Φάνης Βορεινάκης / Σπηλιά Κατσαντώνη / περιοδικό Κορφές Τ132 Ιούλ – Αυγ 1998
  • Νίκος Μαστροπαύλος / Στα μονοπάτια των Κυρατζήδων / περιοδικό Vita T11 Μαρ 1998
  • Μίλτος Ζέρβας / Άγραφα – τα σκληρά βουνά / περιοδικό Ανεβαίνοντας Τ11 Σεπτ – Οκτ – Νοε 2000
  • Νίκος Μοσχάκης / Λιάκουρα – Ρέμα Φτέρης / περιοδικό Κορφές Τ154 Μαρ – Απρ 2002
  • Κ. Τριανταφυλλίδη – Δ. Στάβαρη / Δυτικά Άγραφα / περιοδικό Κορφές Τ160 Μαρ – Απρ 2003
  • Γιώργος Φιλίππου / Το ρέμα της Φτέρης / περιοδικό Κορφές Τ166 Μαρ – Απρ 2004
  • Μίλτος Ζέρβας / Μπορλέρο / περιοδικό Ανεβαίνοντας / Τ25 Φεβ – Μαρτ 2004

Περισσότερες πληροφορίες για ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ – ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ  αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

Α’         Αυτοτελή Βιβλία 

  • Αλεξανδροπούλου Σ. / Νότια Αιτωλία – το οδικό Δίκτυο /  Αθήνα 1993
  • Γιώργος Σφήκας – Γρηγόρης Τσούνης / Οικοτουριστικός Οδηγός Ελλάδας / Γ.Γ.Ν.Ε. – Ε.Ε.Π.Φ. Αθήνα 1993
  • Αιτωλοακαρνανία / Τόποι – Μνημεία – Ιστορία / έκδοση Ιστορικής – Αρχαιολογικής Εταιρείας Δυτικής Στερεάς Ελλάδας / Αγρίνιο 1995
  • Απογραφή Ελληνικών Υγροτόπων / εκδότης ΕΚΒΥ – Μουσείο Γουλανδρή / Θεσσαλονίκη Ιούνιος 1994
  • Ελληνικοί Υγρότοποι / Μουσείο Γουλανδρή – ΕΚΒΥ / εκδότης Εμπορική Τράπεζα Αθήνα 1996
  • Ακακία Κορδόση / Γνωρίστε το Μεσολόγγι / εκδόσεις Ασημακόπουλος / Μεσολόγγι 1999
  • Κωσταντίνου Παπαδόπουλου / Τουριστικός Οδηγός Αρχαίας Πλευρώνας / εκδόσεις ΑΛΦΑ / Αθήνα 2001
  • Λύντια Τρίχα / Ο γνωστός και ο άγνωστος Χαρίλαος Τρικούπης / Εκδόσεις Καπόν / Αθήνα 2002

Β’         Αφιερώματα περιοδικών

  • Παναγιώτης Κρήτας / Το επαναστατημένο Μεσολόγγι στην Ποίηση / περιοδικό Ελληνική Δημιουργία Τ125 / Αθήνα 1953
  • Μεσολόγγι / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 24/4/94
  • Τάκη Ντάσιου / Μάζωξη στην Βαράσοβα / περιοδικό Κορφές / Τ115 Σεπτ – Οκτ. 1995
  • Κώστας Παπανδρέου / Με τη Γαΐτα / περιοδικό Ταξιδεύοντας (το μικρό) / 4 Τροχοί Νοέμβριος 1996
  • Ρούλα Χάιδου – Άγγελος Ρασιάς / Μεσολόγγι / περιοδικό Cosmos / Τ21 Απρίλιος – Μάιος 1997
  • Μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας / Αφιέρωμα 7 ημερών Εφημ Καθημερινή 27/9/98
  • Γιώργος Ζαρκαδάκης – Γιάννης Σμαραγδής / Μεσολόγγι / περιοδικό Γαιόραμα / Τ34 Νοέμ – Δεκ.1999
  • Ιωάννα Σωτήρχου – Σπύρος Τσακίρης / Γεύση από Αλάτι / περιοδικό ΓΕΩ / Τ1 Απρίλιος 2000
  • Ντίνα Μπατζιά – Διονύσης Μοσχονάς / Αυγο-ταραχή Ουρανίσκου / περιοδικό ΓΕΩ / Τ88 Δεκέμβριος 2001
  • Μίρκα Παλιούρα / Ευγένιος Ντελακρουά / περιοδικό Γαιόραμα / Τ48 Μάρτιος – Απρίλιος 2002
  • Θάλεια Αργείτη – Μιχάλης Κωσταρής / Μνήμες Ιστορίας / περιοδικό ΓΕΩ / Τ161 Μάιος 2003
  • Θοδωρής Αθανασιάδης – Ζερμαίν Αλεξάκη / Ο αγιασμός των υδάτων / περιοδικό ΓΕΩ / Τ163 Μάιος 2003
  • Διονύσης & Σπυρογεράσιμος Δημητράτος / Μεσολόγγι / περιοδικό Κορφές / Τ164 Νοέμ – Δεκ 2003

Για τις παντοειδείς καταστροφές στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου – Αιτωλικού διαβάστε αναλυτικά , στο περιοδικό ‘’Νέα Οικολογία’’ Ιούνιος ’96 / Το δάσος Φραξιά κινδυνεύει, Οκτώβριος – Νοέμβριος ’99 / Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού, Ιούνιος ’00 / Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού, του Μεσολογγίτη Ιωάννη Λεονάρδου και τα δύο

Γ’         Άρθρα σε εφημερίδες

  • Ενεπεκίδη Π. / Στο πένθιμο Μεσολόγγι του 1824 / Εφημ Καθημερινή 12/9/1999
    Αλέξανδρος – Πηνελόπη Τσαντούλα / Στις εκβολές του Αχελώου / ένθετο Νο 10 2003 στην εφημερίδα Ημερησία.
    Ντίνος Κιούσης / Mezzolaghi / Εφημ Καθημερινή 12/5/02

Για τις παντοειδείς καταστροφές στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου – Αιτωλικού διαβάστε αναλυτικά, στις εφημερίδες, ‘’Καθημερινή’’ 18/9/99 άρθρο της Έφης Χατζηιωαννίδου / ‘’Βαριανασαίνει η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού’’, και ‘’Καθημερινή’’ 8/10/00, άρθρο των, Γιάννη Μακρή – Ελένης Ντινιά – Μπουντάλη / ‘’Έγκλημα στη λιμνοθάλασσα’’, επίσης, το ‘’Βήμα της Κυριακής’’ 21/1/01 άρθρο της, Παναγιώτας Μπίτσικα / ‘’το Υδρόθειο πνίγει το Αιτωλικό’’, και το ‘’Βήμα της Κυριακής’’ 29/9/02 άρθρο των, Παναγιώτας Μπίτσικα – Μάχης Τράτσα / ‘’Καταστρέφεται η λιμνοθάλασσα’’, για την παραπομπή στο ευρωδικαστήριο, δείτε την ‘’Καθημερινή’’ 30/1/04 άρθρο – ανταπόκριση από Βρυξέλες, του Κωνσταντίνου Καλλέργη.

Ταξίδια τόμος ΣΤ'
0300 καλοκαίρι 2004

 EDITORIAL Τόμου Ε’ 2002 (694 λέξεις)

Ελλάδα και Τουριστική Ανάπτυξη 

Και σε αυτό τον γεμάτο ταξίδια σε μια ‘’άλλη Ελλάδα’’ τόμο δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αλήθειες που τόσο πολύ μας λείπουν. 

Διαπιστώνουμε όλοι, μέσα από αυτά τα ταξίδια, ότι η αυτάρκης αγροτική & κτηνοτροφική κοινωνία που ζούσε και ευημερούσε σε όλα τα χωριά που ταξιδεύουμε - και προτείνουμε να ταξιδέψετε και εσείς - προ πολλού έχει γίνει ‘’πρώην’’, προ πολλού έχει καταρρεύσει και σταδιακά μεταβλήθηκε σε αστική. Ελάχιστοι κάτοικοι πλέον σε αυτά τα χωριά διατηρούν τον κοινωνικό & οικογενειακό τους ιστό εκεί.  Δείγματα αυτής της άλλοτε κραταιάς κοινωνίας αχνοφαίνονται σε όλα τα ορεινά συγκροτήματα της πατρίδας μας αποκλειστικά και μόνο το καλοκαίρι, ενώ έως την δεκαετία του 70’ – 80’ υπήρχαν εκατοντάδες οικογένειες που διαχείμαζαν στην γενέτειρά τους παρά τις δυσκολίες. 

Αυτή η χειμωνιάτικη εικόνα εγκατάλειψης που παρουσιάζουν τα χωριά, οφείλεται πρωτίστως σε γεγονότα:
1ο: τα δημόσια κοινωνικά προγράμματα δεν πιάσανε ‘’τόπο’’, (αφού δεν υπήρχε πρόνοια για διαφανείς διαδικασίες στο μοίρασμα της ‘’πίττας’’ ή των αναπτυξιακών ‘’πακέτων’’ της Ε. Ε, που διαχειρίζονται σε τοπικό επίπεδο αναπτυξιακές Α. Ε),

2ο: η αποσάθρωση και διάλυση της κτηνοτροφίας που παρέσυρε τον αυτόνομο κοινωνικό ιστό, στην έλλειψη έγκυρης πληροφόρησης & εύκολης επικοινωνίας, με τα κέντρα αποφάσεων, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα την μαζική εσωτερική μετακίνηση του πληθυσμού και την αναζήτηση μόνιμης στέγης, αξιόπιστης πληροφόρησης και σίγουρης εργασίας στις μεγαλύτερες πόλεις. 

Η Διοίκηση, οι δήθεν ‘’αναπτυξιακές’’ εταιρείες ανίκανες να δουν την αλήθεια, αγνοούν ακόμη και αυτό το οφθαλμοφανές γεγονός. Δυστυχώς μόνο με ημερίδες, ευχές, σεμινάρια, ή για τους τύπους… ενημέρωση, ουδείς φαίνετε διατεθειμένος να επιστρέψει.  Και πώς να το πράξει, όταν όλα αυτά που επιδοτούμενα παρουσιάζονται σαν ανάπτυξη, δεν υλοποιούνται από τον τοπικό πληθυσμό, όπως θα έπρεπε να είναι το βασικό ζητούμενο, αλλά από ανθρώπους ξένους προς αυτόν και την κουλτούρα του. 

Διακρίνετε δηλαδή, μια εκ βάθρων επιχειρούμενη διαστρέβλωση της κοινωνικής συνοχής που φέρνει μέσα από αυτές τις ‘’αναπτυξιακές’’ προσπάθειες ο πρόσκαιρος πλουτισμός των ευνοουμένων, άσχετων με τον τόπο, ανθρώπων που εννοούν καλά και σώνει να τον αναπτύξουν όπως αυτοί οραματίζονται, μην λαμβάνοντας υπ’  όψιν τις βασικές δομές λειτουργίας των τοπικών ευνομούμενων κοινωνιών. Μην λαμβάνοντας υπ΄ όψιν το ‘’παν μέτρον άριστον’’ έχουν μπερδέψει την εξέλιξη με την ασυδοσία και την καταστροφή, λησμονώντας τα καίρια προβλήματα των καιρών μας. 

Εν τω μεταξύ, ο καιρός περνάει άπρακτος για αυτούς που επιμένουν να μένουν στα χωριά. Η εμπλοκή των υπεύθυνων ‘’αναπτυξιακών’’ εταιρειών, τα ωραία λόγια, και ταυτόχρονα ο παραλογισμός και η ομαδική παράκρουση της Διοίκησης που τα πιστεύει, έχουν - όλοι αυτοί  - φτάσει στο σημείο να νομίζουν πραγματικά – ειδικά τα τελευταία χρόνια – ότι στις ορεινές και μειονεκτικές ορεινές περιοχές υπάρχει ανάπτυξη !!! 

Ας ξεκαθαρίσουμε όμως κάτι. Ανάπτυξη είναι όταν οι επενδύσεις γίνονται στον τόπο, και ταυτόχρονα, τα τυχόν κέρδη από αυτές μένουν και επενδύονται σε αυτόν. Αυτό είναι δυνατόν να συμβεί μόνο από ανθρώπους που ανήκουν σε αυτόν και απολύτως φυσιολογικά συμπάσχουν μαζί του. Δεν είναι ανάπτυξη, όταν έρχεται ο επίδοξος επενδυτής από όποια πόλη - ή χώρα πλέον - παίρνοντας 50% ή 60% επιδότηση και να φτιάχνει όπως – όπως αυτό που έχει επιλέξει και το τελικό κέρδος από αυτή την επένδυση να το επαναπροωθεί στην γενέτειρά του για χίλιους δυο δικούς του λόγους, που δεν υποχρεούται να αναφέρει σε κανέναν. 

Κέρδος για την επιτυχημένη πορεία της ανάπτυξης και ταυτόχρονα της όποιας επενδυτικής προσπάθειας θα έπρεπε να θεωρείται όταν το κέρδος, παραμένει και επαναεπενδύετε στον τόπο και δεν φεύγει αλλού. Τότε, και μόνον τότε, υπάρχει και  - κυρίως - στεριώνει η όποια προσπάθεια.  

Κοιτώντας μεσοπρόθεσμα, να εκταμιευθούν κονδύλια επειδή ‘’το πρόγραμμα τρέχει τώρα’’ για δήθεν έργα ή δήθεν επενδύσεις στους ορεινούς & μειονεκτικούς τόπους της πατρίδας μας, τότε είναι πράγματι άτυχοι, και αυτοί, εφ’ όσον οι επενδύσεις χάνονται, αλλά κυρίως, ο δύσμοιρος τόπος και οι πραγματικά αγανακτισμένοι από τις διακρίσεις κάτοικοί του, που έτυχε να κυβερνάται από αυτούς.

Εμείς, αλλά κυρίως εσείς που μας διαβάζετε έχετε σίγουρα δει αυτά τα καθοριστικά για την Ελλάδα γεγονότα. Συνεχίστε να ταξιδεύετε μέσα από τις σελίδες μας καταγράφοντας τοπία και εμπειρίες στο μυαλό ή στο χαρτί. Σε λίγα χρόνια, οι τουριστικοί ‘’προορισμοί’’ θα έχουν αλλάξει μορφή, και σίγουρα, δεν θα έχουν καμία σχέση με αυτό που εμείς επιζητούμε. 

Ταξιδεύοντας…….και αναβοσβήνοντας τα φώτα. 

Άγγελος Σινάνης

 ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ (4197 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΛΕΡΟΣ

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Το νησί της Παναγιάς του Κάστρου  

‘’Φέρτε θυμάρ’ απ’ την Πηγή και θρίμπ’

        [απ’ το Παρθένι

για να μοσχοβολήσουνε οι δρόμοι που

                 [διαβαίνει,

Δίστιχο της Λέρου που τραγουδάνε οι κοπέλες στη γιορτή του Κλείδωνα.

 

Η Λέρος είναι ένα μικρό νησί με πολλούς γραφικούς καταπράσινους λόφους, μικρές κοιλάδες και δαντελωτές ακτές. Τρεις Χερσόνησοι και έξι όμορφοι βαθείς όρμοι καθορίζουν το περίγραμμα του ζωντανού και εύφορου νησιού της Δωδεκανήσου. Από τα πιο γαλήνια του αρχιπελάγους  γοητεύει όσους επισκέπτες θέλουν να περάσουν λίγες μέρες από τις διακοπές τους μέσα σε ένα φιλόξενο περιβάλλον με πολύ πλούσιο αρχαιολογικό παρελθόν και σημαντικότατη νεότερη ιστορία. 

Η πιθανή προκατάληψη και ο συσχετισμός με τις ιστορίες που ακούσατε ή που είδατε στην τηλεόραση, εξαφανίζονται στην θέα ενός από τα μεγαλύτερα φυσικά λιμάνια της Μεσογείου. Το Λακκί με τις επιβλητικές κορφές Πατέλα (248 μ. Υ.) και Σκουμπάρδα (334 μ.Υ.) να πλαισιώνουν τον νοτιοδυτικό κόλπο, σας υποδέχονται με τους φαρδείς ασφαλτοστρωμένους δρόμους, τα δεκάδες καταστήματα, ταξιδιωτικά γραφεία και καφενεία, που τα βράδια χρωματίζουν την παραμονή σας με την ηρεμία τους. Η όψη και το άρωμα των αρχοντικών και των κτηρίων της ιταλοκρατίας είναι παρούσες, από την πρώτη στιγμή. Τα περισσότερα στέκουν θλιμμένα, αφού στο πέρασμα του χρόνου έχουν εγκαταλειφθεί να καταστρέφονται άδικα, δείχνοντας την ηλικία τους και θυμίζοντας στους περίπατους του ταξιδιώτη, ξεχασμένο σκηνικό ταινίας.

Οι συνειρμοί του πρόσφατου παρελθόντος στο Λακκί οδηγούν λίγο έξω από το χωριό, στον δρόμο προς τη Γούρνα, που βρίσκεται από τον 11ο Αι ηαξιόλογη Ι. Μονή Αγ. Ιωάννη Θεολόγου με τα θαυμάσια ίδιας χρονολογίας ψηφιδωτά. Οδηγώντας και περνώντας από τους σχεδόν ενωμένους οικισμούς του νησιού, από το Λακκί που είναι το κύριο λιμάνι, ως τα Άλιντα που είναι η πιο όμορφη αμμουδερή παραλία για κολύμπι αλλά και διασκέδαση, κυρίαρχη είναι η εντύπωση ότι είναι θέμα ωρών να ‘’τα δεις όλα’’. Τα μόλις πενήντα τρία χλμ στεριάς και δεκαπέντε χλμ μέγιστο μήκος βοηθούν αυτή την αίσθηση που ως συνήθως….αποδεικνύεται λανθασμένη.

Πρωτεύουσα και δεύτερο λιμάνι του νησιού είναι, η κατά ένα μέρος, κτισμένη αμφιθεατρικά  Αγία Μαρίνα, 5 χλμ από το Λακκί. Από εδώ φεύγουν πλοία και δελφίνια για το κοντινό μικρονήσι Λειψοί και την Κάλυμνο. Η επέκταση του οικισμού χρόνο με το χρόνο έφερε την ένωση με την αρχαιότερη συνοικία, παλιά πρωτεύουσα Πλάτανο ο οποίος έχει και αυτός ενωθεί με το Παντέλι ένα μικρό γραφικό ψαροχώρι ανατολικά. Εκεί θα δοκιμάσετε Λεριώτικη μαγειρική στα γνωστά για την απλότητά τους νησιώτικα ταβερνάκια. Ο Ζοrbas είναι δίπλα στο ακρογιάλι και συστήνεται. 

Σ’ αυτό το σύνολο κτυπά η καρδιά της Λέρου αφού εδώ είναι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, οι περισσότερες επιχειρήσεις, αλλά και το Δημαρχείο που στεγάζεται σε δύο νεοκλασικά κτήρια, ενώ ακριβώς δίπλα η ‘’Λεριακή Λέσχη’’ συνεχίζει την παραδοσιακή προσφορά της. Δίπλα στο Παντέλι η μεγάλη αμμουδιά του Βρομόλιθου με τους ψαρομεζέδες και τις σπάνιες ‘’φουσκιές’’ περιμένουν τους καλοκαιρινούς επισκέπτες.

Χαρακτηριστικό σημείο στην Αγία Μαρίνα ο παλιός Ανεμόμυλος σχεδόν μέσα στη θάλασσα, σαν να καθορίζει τα ‘’όρια’’ μεταξύ της ομώνυμης παραλίας και αυτής του Κριθωνίου. Δίπλα, το κλασικό ταβερνάκι για ουζάκι και χταποδάκι στα κάρβουνα σε ένα συνδυασμό που δεν υπάρχει πουθενά. Στο τέλος της παραλίας της Αγίας Μαρίνας λίγο πριν αρχίσετε να ανηφορίζετε προς το Κάστρο και τα 500 σκαλοπάτια του (ξεκινούν από τον Πλάτανο), εκεί προς τη θάλασσα υπάρχει το Μπρούζι, το ρωμαϊκό φρούριο με τις καμάρες που βλέπουν στο πέλαγο. 

Περπατώντας από τον παλιό Ανεμόμυλο μέσα στη θάλασσα, μέχρι τα στενά σκαλωτά σοκάκια του οικισμού συναντάτε την πανέμορφη πέτρινη εκκλησία της Αγ. Μαρίνας, σπιτάκια με εξώστες, γνώριμες μυρωδιές, λουλούδια, ασβέστης παντού, και χρωματιστά πορτοπαράθυρα. Ο Πλάτανος, όταν πια έχεις παρασυρθεί, είναι κοντά. Εκεί εστιάζουν όλοι οι φακοί του κόσμου, παλιές δίπατες κατοικίες (κατοικιές των ντόπιων), ιταλικές βίλες, παραδοσιακά αρχοντικά, ξύλινα και πέτρινα μπαλκόνια, μέσα στην πυκνή δόμηση μέχρι πάνω στην εκκλησία του Χριστού. Ωραία, πλούσια σπίτια σε ένα νησί που διατηρεί την πολιτισμική και πνευματική του παράδοση. Και οι τρεις οικισμοί (Πλάτανος, Αγία Μαρίνα και Παντέλι) περιλαμβάνονται στον κατάλογο που δημιουργήθηκε από ομάδα ερευνητών του Πολυτεχνείου με τα 449 Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους.

Μια εξαιρετική ταυτότητα που αυτή τη φορά δεν προέρχεται από τουριστικά εισοδήματα και ‘’αναπτυξιακές’’ δοσοληψίες. Καλλιεργούν τα κτήματά τους, ασχολούνται με την αλιεία, υπάρχει το Θεραπευτήριο με πολλούς εργαζόμενους και όλα κυλούν με φυσιολογικούς ρυθμούς δίχως τις πρόσκαιρες καλοκαιρινές εξάρσεις που παρουσιάζουν τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Από αυτούς τους οικισμούς υπάρχει ωραία θέα ολόκληρου του ‘’βουνού’’ Απιτίκι (Πιτύκι των ντόπιων) στα 154 μ Υ, ειδικά το δειλινό, που ανάβουν τα φώτα του χωριού και οι ειδικοί προβολείς που φωτίζουν τα τείχη του Κάστρου.

Πολλή καλή εργασία έχουν κάνει οι αρχαιολόγοι και αρχιτέκτονες της Αρχαιολογικής υπηρεσίας Δωδεκανήσων στο Αρχαιολογικό Μουσείο, που εγκαινιάστηκε το 1998 και στεγάζεται στην ‘’Αστική Σχολή’’, νεοκλασικό κτήριο του 1882 στην Αγία Μαρίνα. Εκτίθενται αρχαιολογικά ευρήματα από ανασκαφές όλων των εποχών από τη νεολιθική ως την παλαιοχριστιανική και βυζαντινή περίοδο. Το πλούσιο διάγραμμα που δίνεται κατά την είσοδο του επισκέπτη παρουσιάζει στοιχεία από τον μύθο, την ιστορία και τη γεωγραφία του νησιού που είναι πολύ παλιά και σημαντική. 

Η ανθρώπινη παρουσία και δραστηριότητα στην Λέρο μαρτυρείται από την πανάρχαια νεολιθική περίοδο (4η χιλιετία π.Χ.), όπως φανερώνουν τα αρχαιολογικά λείψανα που εντοπίστηκαν στον κόλπο του Παρθενίου και της Γούρνας.  Στη Λέρο, όπως και σ’ όλα τα νησιά του Αιγαίου κατοίκησαν σύμφωνα με τους μύθους οι Κάρες και οι Λέλεγες, λαοί Μικρασιατικοί ενώ κατά τους ιστορικούς χρόνους την κατοίκησαν Ίωνες που ήρθαν από την Μίλητο και μέσω αυτής, βρισκόταν κάτω από την επιρροή της περσικής ζώνης. Στα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου (τέλος 5ου Αι π.Χ.) την αναφέρει ο Θουκυδίδης σαν θέση στην οποία έλαβαν μέρος συγκρούσεις αντιπάλων στόλων και στρατών.

Από την Αγία Μαρίνα ο δρόμος σας φέρνει γρήγορα στα Άλιντα την υπέροχη μεγάλη παραλία με τον Πύργο του Λέριου Εθνικού Ευεργέτη Παρίση Μπελλένη. Το κτίσμα του 1925 – 26, έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού διατηρητέο μνημείο και σήμερα, μετά την αναστήλωση του 1988, στεγάζει το Λαογραφικό – Ιστορικό μουσείο. Είναι παράξενο στην αρχή, γιατί ο επισκέπτης δεν βλέπει πολλά λαογραφικού χαρακτήρα αντικείμενα. Οι συλλογές είναι κυρίως ιστορικές και αυτό γιατί η κοινωνία της Λέρου την περίοδο 1880 – 1920 ήταν αστική. Σε αίθουσα του μουσείου υπάρχει ένα πρόχειρο χειρουργικό κρεβάτι και κλίβανος αποστείρωσης παραπέμποντας στα δύσκολα χρόνια τότε που ο πύργος λειτούργησε σαν νοσοκομείο. 

Επίσης στα Άλιντα στο προαύλιο του σημερινού δημοτικού ξενώνα βρέθηκε ιερό παλαιοχριστιανικού ναού, της Παναγιάς Γαλατιανής με εξαιρετικά ψηφιδωτά. Νωρίς το πρωί η αμμώδης ακρογιαλιά υποδέχεται τον επισκέπτη ήσυχα για περπάτημα ή κολύμπι στην πεντακάθαρη θάλασσα. Εκεί κατά τις δέκα, τα πολλά καταστήματα, μπαράκια, ταβέρνες ανοίγουν και σιγά – σιγά μετατρέπουν την Άλιντα σε ωραίο τόπο διασκέδασης. Ο δρόμος συνεχίζεται παραλιακά γίνεται χωμάτινος και οδηγεί στην μικρούλα παραλία Κρυφό. Πρόσφατα στα Άλιντα με τη βοήθεια της πολεμικής αεροπορίας ανελκύστηκε πολεμικό αεροσκάφος ‘’Γιούνκερ 54’’. 

Στο ψηλότερο σημείο της Λέρου, το περίφημο ‘’Κλειδί’’ στα 320! μ.Υ., οδηγεί βατός χωματόδρομος και προς το τέλος άσφαλτος με θέα που κόβει την ανάσα, ειδικά όταν το επισκεφθείς την ώρα του δειλινού που το χρυσαφένιο φως του ήλιου καλύπτει τα πάντα, φτιάχνοντας ένα μοναδικά αληθινό τοπίο. Η θέα φτάνει στους Λειψούς στην Πάτμο, αλλά και στη ράχη του ορεινού όγκου της Ικαρίας. Λίγο πριν τη δστ προς το Κλειδί ο δρόμος συνεχίζει, περνά το φράγμα! οδηγώντας στο αεροδρόμιο και το Παρθένι. Το παραθαλάσσιο μικρό ψαροχώρι απλώνεται σε μια εύφορη κοιλάδα σε ένα καλά προστατευμένο όρμο. Απέναντί του, το μικρονήσι Αρχάγγελος και πολύ κοντά στο χωριό η παραλία του Αγίου Στέφανου

Οι Λειψοί είναι πολύ κοντά και μια ωραία εκδρομή ξεκινά με τα καΐκια που αναχωρούν από εδώ. Δυτικά από το αεροδρόμιο (υπάρχει πινακίδα) είναι ο αρχαιολογικός χώρος και τα ερείπια αρχαίου ναού. Ο κύριος αρχαίος οικισμός του νησιού τοποθετείται στην περιοχή της Αγίας Μαρίνας ενώ στο Παρθένι, όπου βρέθηκαν αρχαίες επιγραφές, βρισκόταν το επίσημο ιερό της Παρθένου Ιοκαλλίδος (η λατρεία της συνδέεται με την Άρτεμη), αλλά και το διοικητικό κέντρο της. 

Στον αρχαιολογικό χώρο βρέθηκαν ερείπια προϊστορικού συνοικισμού του 3800 π.Χ. λείψανα Πύργου και Οχυρού που χρονολογούνται στο 4ο αιώνα π.Χ. Στην ευρύτερη περιοχή σώζεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (10ος Αι) με πολλά αρχαία μέλη. Από το τέλος του 3ου αιώνα μ.Χ. μέχρι τις αρχές του 7ου η Λέρος ανήκε πολιτικά στην επαρχία των Νήσων, κάτω από την διοίκηση της Ασίας, ενώ εκκλησιαστικά η Επισκοπή Λέρου, υπαγόμενη στη Μητρόπολη Ρόδου, ανήκε στην επαρχία των Νήσων Κυκλάδων. Η εποχή αυτή αντιπροσωπεύεται αρχαιολογικά από πλήθος παλαιοχριστιανικών βασιλικών (4ος – 5ος αι). 

Τον 11ο αι. το νησί βρίσκεται στο Θέμα της Σάμου και στην διάρκεια της Ιπποτοκρατίας (1309 – 1522) το νησί ανήκε στη διοικητική μονάδα (preceptoria) της Κω, μαζί με τα γειτονικά νησιά Κάλυμνο και Νίσυρο. Η μάστιγα της πειρατείας (15ος – 16ος Αι) δεν έλειψε και από την Λέρο, αφού παράλληλα με τους Τούρκους πειρατές δρούσαν μέχρι το 1522 και χριστιανοί (δες Νήσος Αντίπαρος σχετικά). Το τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη που ήταν εγκατεστημένο στη Ρόδο και τα Δωδεκάνησα από το 1309, ασκούσε με τον στόλο του πειρατεία αλλά αυτοί έδιναν ιδεολογικό περιεχόμενο στην δράση τους, αφού στρέφονταν κατά των Τούρκων, άμεσα με συνεχείς αρπαγές πλοίων του τούρκικου και αιγυπτιακού στόλου, έμμεσα παρεμποδίζοντας τον ανεφοδιασμό της Κωνσταντινούπολης σε τρόφιμα και εμπορεύματα. Παράλληλα η Ρόδος ήταν σημαντικός σταθμός μεταπρατικού εμπορίου κυρίως δούλων, γιατί σκλάβους κυρίως άρπαζαν και τους χρησιμοποιούσαν ως κωπηλάτες ή τους μεταπουλούσαν. Οι έλληνες της Δωδεκανήσου αλλά και των βορείων Σποράδων, Σκιάθου, Σκοπέλου, Σκύρου ήταν πιστοί συνεργάτες τους κυρίως λόγω της εναντίωσής τους στους Τούρκους, αλλά και για τον πλουτισμό τους.

Από το Παρθένι η διαδρομή εύκολα οδηγεί στην Αγία Κιουρά και στον μικρό οικισμό Μπλεφούτι μια πανέμορφη ήσυχη παραλία με μικρά παραθαλάσσια ταβερνάκια. Στο άνοιγμα – έξοδο από τον όρμο φαίνεται το νησάκι Στρογγύλη. Η επίσκεψη στην εκκλησία της Αγίας Κιουράς θα σας εντυπωσιάσει αφού οι θαυμάσιες ‘’παράξενες’’ αγιογραφίες δεν είναι δημιουργίες κάποιων γνωστών επώνυμων αγιογράφων, αλλά πολιτικών κρατουμένων της χούντας στο Παρθένι. Την ιδέα τους υλοποίησαν οι Τάκης Τζανετέας, Κ. Τσακίρης και Α. Καραγιάννης. 

Στην επιστροφή από τον κεντρικό δρόμο προτείνεται η διαδρομή προς τον όρμο της Γούρνας την καλή παραλία της και τον Άγιο Ισίδωρο στην άκρη, πάνω στον βράχο, με πρόσβαση από μια στενή λωρίδα γης μέσα στην θάλασσα. Συνεχίζοντας τον στενό χωματόδρομο θα βγείτε στα παλιά πέτρινα αλώνια, στα οποία συνεχίζουν να αλωνίζουν στις μέρες μας οι ντόπιοι, και στο ξωκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου. Συνεχίζοντας την διαδρομή προς το Λακκί περνάτε από τον όμορφο Δρυμώνα και την κοντινή Παναγία την Γουρλομάτα (13ος – 14ος Αι). Ο δρόμος από τον Δρυμώνα συνεχίζει προς τον Άγιο Γεώργιο και φεύγει προς την Πατέλα το ‘’βουνό’’ της περιοχής που εξασφαλίζει μια ωραία εντουράδικη διαδρομή με κατεύθυνση και τελικό προορισμό το Λακκί. Στην Πατέλα (στο Κατσούνι), στην Σκουμπάρδα (στον Αι - Γιώργη) αλλά και σε πολλά υψώματα υπάρχουν ακόμη οι οχυρώσεις (στάνες για τα κατσίκια σήμερα) από τις Ιταλικές Πυροβολαρχίες. 

Στα 1912, τα Δωδεκάνησα, αντί με τους νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους (1912 – 13) να ενσωματωθούν με την Ελλάδα, πέρασαν υπό  ιταλική κατοχή, στην αρχή με το πρόσχημα ότι οι Τούρκοι δεν θα μπορούσαν να μεταφέρουν στρατεύματα και πολεμοφόδια στον συνεχιζόμενο πόλεμο της Λιβύης, και θα αναγκάζονταν να αναγνωρίσουν την προσάρτηση της Τριπολίτιδας και της Κυρηναϊκής από την Ιταλία. Στην συνέχεια φάνηκε ότι η Ιταλία ήθελε και ένα σημαντικό εδαφικό ενέχυρο για να το χρησιμοποιήσει στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη.

Στις 12 Μαΐου 1912 κατελήφθησαν από ιταλικά πολεμικά σκάφη τα περισσότερα Δωδεκάνησα (δες και νήσο Κάρπαθο 0 – 300 τομ Γ’ 2001). Την Λέρο κατέλαβε ‘’προσωρινά’’ στην αρχή, το καταδρομικό R. N. San Marco. Η κατάληψη εμφανίστηκε σαν στρατιωτική ενέργεια αντιπερισπασμού έναντι των Τούρκων. Αυτό δικαιολογεί τον αρχικό ενθουσιασμό των Δωδεκανησίων που δέχθηκαν τους Ιταλούς σαν ελευθερωτές. Αρχικά μάλιστα (5 Μαίου με 18 Οκτωβρίου 1912), είχαμε την λεγόμενη occupatio dellica, όπως την ορίζουν τα διεθνή νόμιμα, την κατάληψη δηλαδή με προσωρινό χαρακτήρα, που δεν άλλαζε το καθεστώς των νησιών, παρέμεναν δηλαδή υπό την κυριαρχία της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βέβαια, στην συνέχεια φάνηκαν οι πραγματικές προθέσεις των Ιταλών απογοητεύοντας οικτρά τους Δωδεκανήσιους. 

Ο Μουσολίνι άρχισε να υλοποιεί το όραμά του για την δημιουργία μιας νέας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τη Λέρο. Η επέμβαση στον βαλτότοπο Λακκί το 1923 είναι εντυπωσιακή για τα μέτρα και τα μέσα της εποχής. Με καινούργιο σχέδιο πόλης το Λακκί γίνεται στρατιωτικό λιμάνι που απαγορεύεται να προσεγγίζουν πλοία ξένης σημαίας. Οι Ιταλοί αρχιτέκτονες και μηχανικοί αρχίζουν να εφαρμόζουν την επιθυμία του δικτάτορα να χτιστεί η ιδανική φασιστική πόλη. Όλοι οι βάλτοι μπαζώθηκαν τα αμπέλια ξεριζώθηκαν και η επιθυμία άρχισε να υλοποιείται. Μια καινούργια ηλεκτροδοτημένη πόλη, πρωτεύουσα τότε, ξεφύτρωσε διαθέτοντας κινηματοθέατρο, ξενοδοχείο, κλειστή – με κυκλικό σχήμα - αγορά, κατοικίες, πολλά μοντέρνα κτήρια που κατασκευάζονται με ένα νέο για την εποχή υλικό, το τσιμέντο.

Στο νησί ανοίγονται δρόμοι (που δυστυχώς περίμεναν χρήματα από την Ε.Ε. για να επισκευαστούν ) ενώ δεξιά και αριστερά τους πυκνοφυτεύονται ευκάλυπτοι για να μην φαίνονται οι κινήσεις των στρατιωτικών οχημάτων. Από τις πρώτες κιόλας μέρες λειτούργησε ιδεολογικά η πλαστογράφηση του ιστορικού παρελθόντος, με έντυπη κυρίως προπαγάνδα φτάνοντας στο σημείο να υμνεί τα κατορθώματα των Ιπποτών του Τάγματος του Αγ. Ιωάννη της Ιερουσαλήμ υποστηρίζοντας ως επικείμενη την προσάρτηση των νησιών με βάση την κληρονομιά των τίτλων των Ιπποτών της Ρόδου από τον οίκο της Σαβοΐας. 

Ήταν τέτοια η επιμονή και η πειστικότητα των ‘’στοιχείων’’ που έφτασε να έχει απήχηση ακόμα και σε ελληνικούς κύκλους, ‘’ξεχνώντας’’ ή αγνοώντας ότι η καταγωγή των Ιπποτών ήταν κυρίως από την Αραγονία, Προβηγκία, Γαλλία, Αγγλία, Σκότια, Γερμανία, και ελάχιστη ποσοτικά σχέση είχε με την Ιταλία. Η συνέχεια ήταν οδυνηρή για τους Έλληνες με πνιγμό των εθνικών αισθημάτων, τη μη εφαρμογή εκ μέρους της Ιταλίας των συμφωνιών Tittoni – Βενιζέλου (1919) και Σεβρών (1920). Η Συνθήκη της Λωζάνης (1923) έφερε της επισημοποίηση της κατάληψης και κυριαρχίας στα νησιά. Στην θητεία των δύο στρατιωτικών διοικητών, του Mario Lago (1922 – 1936) και του συνιδρυτή, τετράρχη του φασιστικού κινήματος στην Ιταλία Cesare De Vecchi (1936 – 1940) ο οικοδομικός οργασμός μετέτρεψε ριζικά την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία των Δωδεκανήσων ειδικά στην Ρόδο, την Κω, και τη Λέρο. Αυτή η εικοσαετία ήταν καθοριστική για το νησί που από τις αρχές της δεκαετίας του ’20 άρχισε να οχυρώνεται με μεγάλα στρατιωτικά έργα. 

Τα βουνά σκάβονται και γεμίζουν με αποθήκες υλικών, καταφύγια και εικοσιτρείς συνολικά πυροβολαρχίες1.  Τα 105 διάσημα (από την μυθοπλασία της ταινίας που τα ‘’χάρισε’’ λόγω των γυρισμάτων που έγιναν στην Ρόδο) ‘’κανόνια του Ναβαρόνε’’ στήνονται σε όλες τις κορφές (και όχι στη φανταστική ‘’Κέρο’’) απειλώντας όποιον εχθρό προσέγγιζε το νησί. Σταδιακά η Λέρος μεταμορφώθηκε στην μεγαλύτερη στρατιωτική βάση των Ιταλών στη Μεσόγειο. Κατά τη διάρκεια του Β. Π. Π. ήταν από κάθε άποψη, απόρθητο οχυρό με οκτώ χιλιάδες άνδρες από τους οποίους οι έξι χιλιάδες ανήκαν στο Ναυτικό, αλλοιώνοντας την πληθυσμιακή εικόνα της νήσου επιφέροντας, μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές. Από την αρχή του πολέμου μέχρι την ανακωχή, η κύρια αποστολή της υπήρξε εκείνη της βάσης υποβρυχίων που έστηναν ενέδρες στην ναυτική και αεροπορική αγγλική δραστηριότητα. 

Από την Λέρο ξεκίνησε το υποβρύχιο Delfino που τορπίλισε και βύθισε το ελληνικό εύδρομο Έλλη (15 Αυγούστου 1940), και στο Λακκί της Λέρου βυθίστηκε στις 26 Αυγούστου 1943 από γερμανικά βομβαρδιστικά Στούκας κατά τη διάρκεια της ανακωχής, το θρυλικό αντιτορπιλικό Βασίλισσα Όλγα (εκθέματα από την μάχη και από την βύθιση του αντιτορπιλικού ξαναζωντανεύουν στο μουσείο Μπελένη). Όμως από την Λέρο επίσης, ξεκίνησαν μετά την ανακωχή της 8ης Σεπτεμβρίου 1943 λαμπρές δράσεις, αποβατικές αποστολές για την κατάληψη άλλων ελληνικών νησιών, και ειδικά για την κατάκτηση της Κρήτης. Το νησί έπαθε μεγάλες καταστροφές κατά την διάρκεια του Β. Π. Πολέμου. Οι Λέριοι όμως, με την υποστήριξη των συμπατριωτών τους που είχαν ανθηρές παροικίες στο Σουέζ, την Αλεξάνδρεια, το Κάιρο, σε άλλα κέντρα της Αιγύπτου και της Αμερικής, ξανάδωσαν δύναμη, χάρη και γοητεία στο νησί, ώστε τα χρόνια που ήρθαν, να μην δείχνουν ότι από εδώ, πέρασαν μερικές από τις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας της, αλλά και όλων των Δωδεκανήσων. 

Το βουνό του Κάστρου επιβάλει την παρουσία του έτσι είναι αδύνατον να μην επισκεφθείτε το Κάστρο του Παντελίου ή Παναγιάς Κυράς στο Απιτίκι (Πιτύκι των ντόπιων). Πάνω από τους τρεις ενωμένους πλέον οικισμούς δεσπόζει στον χώρο τραβώντας το βλέμμα σαν μαγνήτης. Εκεί φαίνεται πως ήταν η αρχαία Ακρόπολη και έπειτα το βυζαντινό κάστρο. Ανεβαίνοντας τον φιδίσιο δρόμο περνάτε από τους πρόσφατα ανακαινισμένους πανέμορφους ανεμόμυλους, σε ένα σημείο με πλούσια θέα προς το Παντέλι τον Πλάτανο αλλά και την Αγία Μαρίνα. Από εδώ αντιλαμβάνεται καλύτερα ο επισκέπτης την ένωση των τριών οικισμών.

Λίγο πριν το Κάστρο σε απόκρημνο σημείο ο Πρφ. Ηλίας αγναντεύει την Αγία Μαρίνα και τα Άλιντα από ένα ιδανικό μαζί με το ‘’Κλειδί’’ μέρος για να δείτε το ηλιοβασίλεμα. Το Κάστρο αποτελεί το σημαντικότερο και ……μεγαλύτερο μνημείο στο νησί με τρεις περιβόλους, εκ των οποίων οι δύο εσωτερικοί κτίστηκαν πριν το 1087. Εκείνη τη χρονιά οι δύο μεγάλες αγροτικές περιοχές του νησιού, τα ‘’Προάστια’’ Παρθένι και Τεμένια, καθώς και τμήμα του κάστρου του Παντελίου, παραχωρήθηκαν από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ Κομνηνό στον όσιο Χριστόδουλο και στην μονή του Άγιου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο. Τότε ιδρύονται πολλές εκκλησίες, μερικές από τις οποίες φέρουν αξιόλογο ζωγραφικό διάκοσμο. Τον τρίτο περίβολο για γενικότερη ενίσχυση των οχυρώσεων τον πρόσθεσαν οι Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου κατά τη διάρκεια της Ιπποτοκρατίας (1309 – 1522).

Όποια αιγαιοπελαγίτισα Παναγιά επισκεφθείτε την ίδια συγκίνηση αισθάνεστε. Λίγο ή πολύ οι περισσότεροι έχουν προσκυνήσει ή τουλάχιστον γνωρίζουν την Παναγία της Τήνου, την Καταπολιανή στην Πάρο ή την Θεομήτορα στην Αγιάσο. Στην Λέρο στα τέλη του 17ου Αι στην γωνιά του δεύτερου περιβόλου θεμελιώθηκε ο Ι. Ναός της Παναγίας του Κάστρου – Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην θέση παλιότερου βυζαντινού ναού του 9ου αι. 

Απόκτημα ευλογία για το νησί, αλλά και ολόκληρο το Αιγαίο, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας με χρονολογία 713 μ.Χ. που ιστορήθηκε, κατά την παράδοση, από τον ευαγγελιστή Λουκά πάνω σε δέρμα. Η αργυρεπίχρυση επένδυση ‘’συντελέσθη στις 23 Μαΐου 1785’’. Αρκετές είναι οι μαρτυρίες για την εύρεση της εικόνας αλλά δύο οι αξιοσημείωτες, η πρώτη όταν έφτασε στο νησί μέσα σε ένα κιβώτιο με δύο λαμπάδες δεξιά και αριστερά της κατά την εποχή της εικονομαχίας (9ος Αι). Η δεύτερη αναφέρει ότι μια βάρκα ήρθε μόνη στο λιμάνι του Κάστρου και είχε μέσα δύο αναμμένες λαμπάδες και την εικόνα της Παναγίας. Την είδαν οι Τούρκοι φρουροί, το θεώρησαν θαύμα του ταξίδευε μόνη και την πήγαν στον Δεσπότη του νησιού. 

Στον ναό υπάρχει ένα μοναδικής καλλιτεχνικής αξίας τέμπλο (1745) στα πρότυπα της βυζαντινής ξυλογλυπτικής με το εξαιρετικό βημόθυρο και αγιογράφηση από Κρήτες δημιουργούς. Βέβαια δεν ήταν πάντα έτσι, αφού τα δίσεκτα χρόνια που πέρασαν υπήρχαν πολλές φθορές ενώ στο τέμπλο είχαν ζωγραφιστεί δυτικότροπες μαντόνες.

Μέχρι πριν από δεκαπέντε χρόνια έμεναν στα χαλάσματα οι ακρίτες του Ελληνικού Στρατού. Μόλις αποσύρθηκαν ο ναός παραχωρήθηκε κατόπιν αιτήματος του μητροπολίτη Νεκτάριου και άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασης από ειδικούς Αμερικανούς συντηρητές. Έτσι φτάσαμε σήμερα να θεωρείται ένα από τα λίγα θρησκευτικά και ιστορικά μνημεία του ελληνισμού. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το εκκλησιαστικό μουσείο που βρίσκεται στο Κάστρο, πίσω από την εκκλησία της Παναγίας. Εκεί υπάρχουν λαμπρές συλλογές εκκλησιαστικών κειμηλίων και εικόνων.

Στο νοτιότερο άκρο του νησιού βρίσκεται ο κόλπος του Ξηρόκαμπου. Λίγο πριν κατηφορίσετε για την παραλία και το κάμπινγκ, ανάμεσα από τις αγροικίες το μονοπάτι αριστερά σας βγάζει στον λόφο του Παλαιόκαστρου με την εκκλησία της Παναγίας στην θέση παλιότερου παλαιοχριστιανικού ναού με όμορφα ψηφιδωτά. Εκεί είναι ορατό ένα τμήμα του τείχους του 4ου Αι π.Χ. Αυτός ο ορθογώνιος Πύργος στον Ξηρόκαμπο είναι πολύ παλιότερος από το Κάστρο του Παντελίου ή Παναγιάς και ήταν κτισμένος μέσα στο αρχαίο Κάστρο των Λεπίδων. 

Από εδώ η θέα φεύγει εντελώς, προς το υπέροχο γαλάζιο της θάλασσας, το ακρωτήριο Διαπόρι και στο στενό θαλάσσιο πέρασμα μεταξύ της Λέρου και της Καλύμνου. Ανάμεσά τους τα δύο όμορφα Γλαρονήσια. Ολοκάθαρη, φαίνεται η βόρεια κακοτράχαλη πλευρά της Καλύμνου, σχεδόν δίπλα, λες και μια γέφυρα θα τα ένωνε. Αφήνοντας δεξιά σας το μικρό παραθαλάσσιο χωριό συνεχίστε την χωμάτινη διαδρομή φτάνοντας πολύ σύντομα στο ειδυλλιακό τοπίο με το μικρό ξωκλήσι της Παναγίας της Καβουράδαινας. Η μικρή εκκλησία που συναντάτε κατεβαίνοντας τα δεκάδες σκαλάκια θεωρείται από τις ομορφότερες του νησιού, κτισμένη πάνω στα βράχια. Η παράδοση αναφέρει ότι ένας ψαράς που έψαχνε για καβούρια, βρήκε σε μια σχισμή του βράχου την εικόνα της Παναγίας που φυλάσσεται στο βραχώδες εσωτερικό της. Ο δρόμος σύντομα σταματάει και η καλύτερη λύση είναι στάση για κολύμπι ή διατριβή με θέμα τους ουζομεζέδες στα ταβερνάκια του Ξερόκαμπου. 

Πριν ακόμα ξεκινήσει το ταξίδι, στο μυαλό του περιηγητή έρχονται οι σκέψεις για τη νεότερη ιστορία με τους πολιτικούς κρατούμενους, τον τόπο εξορίας τους με τα δύο στρατόπεδα συγκέντρωσης ένα στο Παρθένι και ένα στο Λακκί ή τα αρνητικά δημοσιεύματα του Αγγλικού τύπου σχετικά με το ψυχιατρείο. Αποχαιρετώντας όμως ο επισκέπτης τη Λέρο καταλαβαίνει την λανθασμένη εντύπωση που είχε και το πόσο έξω είχε πέσει. Η προσπάθειες της Νομαρχίας και του Δήμου να προβάλουν το νησί και να εξαλείψουν τις φήμες έχει πιάσει τόπο. 

Σήμερα το νησί της Αφροδίτης με την ήρεμη ατμόσφαιρα και τα μαγευτικά τοπία, φαντάζει μέσα στο Αιγαίο σαν ένας μικρός παράδεισος, ίσως από τους τελευταίους, που κατακτά με την ομορφιά και την αγνότητά της, τον περιηγητή που αναζητεί φρέσκα τα χνάρια της ιστορίας, μνημεία φορτωμένα ιστορία σαν μικρές νησίδες γνώσης, ανέγγιχτες παραλίες, κάστρα και νεράιδες..…..

Σημειώσεις:

(1) Πυροβολαρχίες (ΠΒΧ): Τρεις των 152 – 50 χιλιοστών βεληνεκούς 18.300 μ, & 152 – 40 χλσ βεληνεκούς 14.400μ, (‘’Ducci’’στην τοποθεσία Κατσούνι 152 μ.Υ. – ‘’Ciano’’ στην τοποθεσία Κλειδί 310μ.Υ. – ‘’San Giorgio’’ στην τοποθεσία Σκουμπάρδα 334 μ.Υ.), Δύο των 120 – 45 χλσ βεληνεκούς 16.100 μ (‘’Farinata’’ στην τοποθεσία Μάρκελλο 246 μ. Υ. – ‘’Lago’’ στην τοποθεσία Απιτίκι 181 μ.Υ.), Τέσσερις των 102 χλσ, Μια των 90 χλσ, Δεκατέσσερις των 76 χλσ. Οι πυροβολαρχίες μικρού διαμετρήματος είχαν διπλή αποστολή, αντιναυτική & αντιαεροπορική. Για την αντιαεροπορική άμυνα υπήρχαν 14 πυροβόλα των 102 χλσ, έξι των 90 χλσ, τριάντα οκτώ των 76 χλσ, και 49 μυδραλιοβόλα (3 των 37 χλσ, 15 των 20 χλσ, 31 των 13,2 χλς).

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 53 τ.χ., Ακτογραμμή: 71 χλμ, Υψόμετρο: 0 - , Πληθυσμός: 8.500 κατ, Πρωτεύουσα: Πλάτανος, Νομός: Δωδεκανήσου, Απόσταση από Πειραιά 171 ν.μ. Διάρκεια ταξιδιού 11 ω.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22470

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.ando.gr/dimoi/leros www.greek-tourism.com/leros Πολύ καλή ξενοδοχειακή υποδομή και τα τελευταία χρόνια αρκετά νέα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Marilen στα Άλιντα 24100, 24660 www.marilen.gr Γραφείο τουριστικών Πληροφοριών: 22937.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στον Ξηρόκαμπο οργανωμένο κάμπινγκ 22236, δίνονται και μαθήματα κατάδυσης. Δεν επισημάνθηκαν άλλα μέρη για ελεύθερο. Τα μικρονήσια γύρω προσφέρονται, φεύγοντας όμως μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Ο χαρακτήρας της Λέρου κερδίζει αμέσως τον επισκέπτη, πόσο μάλλον οι τοπικές νοστιμιές, ‘’ZORBAS’’ στο Παντέλι, η παλιότερη ψαροταβέρνα του νησιού, ‘’Νερόμυλος’’ στην Αγία Μαρίνα για ουζομεζέδες αλλά και καφέ, ‘’στου Καπανίρη’’ επίσης στην Αγία Μαρίνα για χταποδάκι. Ο φούρνος του Μικέ στον Πλάτανο και του Σταύρου στο Λακκί φτιάχνουν μυρωδάτο χωριάτικο ψωμί και νοστιμότατες πιτούλες.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος: 28320 - 28340 - 23255, Α΄ Βοήθειες: 23251, Αστυνομία: 22222 - 3, Τράπεζες με ΑΤΜ / Αγροτική – Εθνική – Εμπορική. Ενοικιάσεις σχεδόν παντού, Συνεργείο – Βουλκανιζατέρ: Ελευθ. Χατζημιχάλης 22919.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.lerosisland.com www.leros.org Φωτογραφικά Φιλμ & Διαφάνειες στον Κύριο Φυλακούρη στον Πλάτανο, επίσης Ημερολόγια του νησιού με πολύ μεράκι. Αρχαιολογικό μουσείο ανοιχτό καθημερινά εκτός Δευτέρας από Απρίλιο μέχρι Οκτώβριο (08.00 – 14.30) 24775, Βυζαντινό Μουσείο Κάστρου Λέρου ανοιχτό καθημερινά το καλοκαίρι 09:00 – 13:00, Λαογραφικό μουσείο στον Πύργο Μπελένη στα Άλιντα. Δημοτική Βιβλιοθήκη: 24294.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Με πλοίο G.A. Ferries καθημερινά από Πειραιά, διάρκεια ταξιδιού 11 ώρες, 171 ν.μ - Τηλ λιμεναρχείου Πειραιά 2104226000, Λιμεναρχείο Λέρου 22224 - 23256. Εισιτήρια & Πληροφορίες: στον Πειραιά ακτή Μιαούλη 185 G.A. Ferries 2104511720, στο Λακκί Νικήτας Γρίμπιλος 22154, 24000 & Δημήτρης Καστής 22500 - Κόστος (Φεβ 03) 21,90 EUR το άτομο, η μοτοσυκλέτα έως 250 cc 12,80 EUR & 17,00 EUR πάνω από 250 cc. Από την Λέρο υπάρχει σύνδεση με ‘’Δελφίνι’’ για Κάλυμνο και Λειψούς πληροφορίες & εισιτήρια στην Αγία Μαρίνα 22140.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Δεν θα αντιμετωπίσετε κανένα πρόβλημα αφού υπάρχουν τέσσερα σε όλους σχεδόν τους οικισμούς.

ΧΑΡΤΕΣ: Τουριστικός χάρτης Λέρου σε κλίμακα 1:40.000 από την Δημήτρης Δάβαρης 2109216357, & ομότιτλη από τις εκδόσεις Τουμπή 2103217484. Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 11 ‘’Νομός Έβρου’’, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Λέρος / εκδόσεις Σ. Τουμπής Αθήνα 2001, Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998, Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΛΕΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

  • Λέρος / Ημερολόγιο 2002 / 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων / Μαρία Μιχαηλίδου / έκδοση Μιχ. Τουμπής.
  • Λέρος / εκδόσεις Σ. Τουμπής Αθήνα 2001.
  • Λέρος / εκδόσεις Μ. Τουμπής Αθήνα 2000.
  • Λέρος η Μάλτα του Αιγαίου / Μιχ. Ι. Σαμάρκου / Αθήνα 1974.
  • Το πανόραμα της Λέρου / Μανώλη Α. Ήσυχου / Λέρος 1989.
  • Γεγονότα στο Αιγαίο μετά την ανακωχή / Ιστορικό Γραφείο Π.Ν. / Λέρος 1999.
  • Η Πειρατεία στην Τουρκοκρατία / Αλεξάνδρα Κραντονέλλη / ένθετο Επτά ημέρες Καθημερινή 16/2/1997.
  • Ένας θρύλος στον βυθό / Ρένα Ιατροπούλου – Κώστας Θωκταρίδης / περιοδικό Οξυγόνο Τ61/2 / Σεπτ - Οκτ 1997.
  • Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα / Ζαχαρία Ν. Τσιρπανλή / ένθετο Επτά ημέρες Καθημερινή / 16/2/1997.
  • Το Βασίλισσα Όλγα & η Μάχη της Λέρου / Περιοδικό Γαιόραμα / Μάιος – Ιούνιος 2002.
  • Οι Ιταλικές Κατζάρμες Λέρου / Δημήτρης Κωστόπουλος / Περιοδικό Ταξιδεύοντας Τ03 / Τεχνικές Εκδόσεις 1998.
  • Εφημερίδα Καθημερινή 15/8/’99 άρθρο της Κατερίνας Ρωμιοπούλου ‘’δύο γείτονες με πολλές αντιθέσεις’’.
  • Εφημερίδα Καθημερινή 25/7/’01 άρθρο του Αντώνη Καρκαγιάνη ‘’μας γράφουν από τη Λέρο’’.
  • Έρως καλοκαιρινός / Σπύρος Τσακίρης / Περιοδικό ΓΕΩ / Ελευθεροτυπία 25/8/2001.

 ΚΥΚΛΑΔΕΣ (6872 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΣ αρχ. Ωλίαρος

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Αναλλοίωτες Αισθήσεις στη Διαπασών

Μικρές κουκίδες στον χάρτη, κοντά σε μεγάλα και πιο ‘’διάσημα νησιά’’. Κομμάτια γης και βράχων που ξεπροβάλλουν μέσα από τα κύματα. Νησίδες με ονόματα που φαντάζουν περίεργα, καθώς σπάνια τα ακούμε. Νησάκια που μπορούν να γίνουν αγαπημένοι τόποι διακοπών, για όσους επιθυμούν κάτι διαφορετικό και είναι διατεθειμένοι να παρακάμψουν τα μοδάτα αδέλφια τους θυσιάζοντας ελάχιστες πολυτέλειες. Σαν αντιστάθμισμα και κέρδος, οι πεντακάθαρες θάλασσες, οι ερημικές παραλίες, η φιλοξενία των ντόπιων, η ηρεμία και η πραγματική γνωριμία με την φύση στην παρθενική της μορφή. 

Δυτικά της Πάρου, μόλις 3 ν.μ. βρίσκεται ένα σύμπλεγμα νησίδων που περιλαμβάνει μερικά από τα ομορφότερα μικρονήσια των κεντρικών Κυκλάδων. Η εξωτική Αντίπαρος το μεγαλύτερο και το μόνο κατοικημένο και τον χειμώνα, περιβάλλεται από αυτές. Το καλοκαίρι κατοικούνται δύο από τις ομορφότερες νησίδες, το ιδιωτικό Ρευματονήσι (δίπλα σχεδόν από το ακρωτήριο Μπουντάρια της Αντιπάρου) και το Δεσποτικό ή Επισκοπή. Πανέμορφες μέσα στην αγριάδα τους είναι οι ακατοίκητες νησίδες του Αγίου Σπυρίδωνα (Σπυριδονήσια) και η νησίδα Σάλιαγκος, με μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. 

Το πανέμορφο ψαροχώρι της Αντιπάρου, ακολούθησε σχεδόν σε όλη την πορεία της ιστορίας, την τύχη της Πάρου. Άλλωστε η παράδοση, και οι ιστορικές πηγές, αναφέρουν ότι στην προϊστορική εποχή τα δύο νησιά ήταν ενωμένα, και με τις γεωλογικές ανακατατάξεις στον χώρο του Αιγαίου χωρίστηκαν. Το σήμερα, βρίσκει την Πάρο με μοναδικά ‘’πλεονεκτήματα’’ και την απ’ ευθείας σύνδεση με τον Πειραιά, σε αντίθεση με την γειτόνισσα της αφού δεν υπάρχει - δεν μπορεί να υπάρξει - λόγω του μικρού βάθους του στενού της Αντιπάρου, απ’ ευθείας σύνδεση του νησιού με το μεγάλο λιμάνι. Αυτό στις μέρες μας αποτελεί θετικό για τον επισκέπτη, μια που δεν υπάρχει η κοσμοσυρροή και ο κορεσμός των άλλων νησιών, και αρνητικό για τους κατοίκους, αφού τα πάντα επιβαρύνονται με επιπλέον κόστος, που απορροφάται από την τοπική κοινωνία. Καλύτερη απόδειξη για αυτό, είναι το κόστος διαμονής και αγοράς αγαθών, που είναι σε καλύτερη σχέση από της Πάρου.

Η Αντίπαρος αποτελεί, συγκριτικά με την Πάρο αλλά και από πολλά νησιά του μεγέθους της, καλύτερο πρωτεύοντα προορισμό, αφού έχει βελτιώσει κατά πολύ τις υποδομές – παροχές προς τους επισκέπτες, δίχως να κάνει καμία υποχώρηση σε αυτά που την έκαναν ευρύτερα γνωστή στο παρελθόν. Ήταν και παραμένει ότι καλύτερο  για ήσυχες διακοπές, και για ‘’μετρημένα’’ ξεφαντώματα.  Μεγάλο της πλεονέκτημα, γνωστό στους φυσιολάτρες γονείς, η ελευθερία και η απόλυτη ασφάλεια που παρέχει σε οικογένειες με πιτσιρίκια που όλη μέρα παίζουν χωρίς τον φόβο των αυτοκινήτων, σε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις από ότι σε άλλα νησιά.

Φυσικά οι πεντακάθαρες γαλαζοπράσινες παραλίες, οι εξυπηρετικοί κάτοικοι και όλες αυτές οι ξεχασμένες μυρουδιές που αποπνέει ένας πραγματικά αμόλυντος τόπος, έχουν κάνει φανατικούς Αντιπαριώτες τους περισσότερους επισκέπτες του νησιού. Ειδικά τα τελευταία χρόνια που η αδιέξοδη και παραπλανητική ‘’ανάπτυξη’’ των γειτόνων καταλαμβάνει σαν λαίλαπα τα μυαλά των διοικούντων, οι επισκέπτες της Αντιπάρου αυξάνονται αλματωδώς, κρατώντας θαρρείς ζηλότυπα κρυφή την ανακάλυψη, αφήνοντας πίσω τα ‘’φωτεινά μυαλά’’ που μέσα στην παράκρουση που έχουν πάθει, νομίζουν ότι πράγματι υλοποιούν ‘’αναπτυξιακό έργο’’.

Με την άφιξή σας στο λιμάνι – μώλο, τίποτα δεν θυμίζει τα ….άλλα πολύβουα νησιά, και κυρίως τίποτα δεν διαταράσσει την αρχιτεκτονική αρμονία. Η καινούργια Αγία Μαρίνα, ο παλιός Ανεμόμυλος τα πολύχρωμα ψαροκάικα, η παλιάς κατασκευής ψαρόβαρκες με τα παράξενα αλλά τόσο οικεία ονόματα, στέκουν – επιπλέουν, λες από πάντα εκεί. Τα μεγαλύτερα κτήρια – ξενοδοχεία είναι στον γιαλό, παρ’ όλα αυτά κανένα δεν περνάει τους δύο ορόφους. Ανθρώπινο μέγεθος καθόλου επιτηδευμένο ή κραυγαλέο. 

Μια βόλτα κατά μήκος του κεντρικού δρόμου, με τις χαμηλές μονοκατοικίες και τα διώροφα, έως την πλατεία του χωριού με το τεράστιο πλατάνι τα κλασικά καφενεία και καταστήματα, με τον Αγ. Γεώργιο δίπλα από την είσοδο του Κάστρου πείθουν για του λόγου το αληθές. Στον γιαλό, οι παραλίες ‘’Καλούδια’’, ‘’Αγ. Σπυρίδωνας’’ μαζί με την κοντινή ‘’Ψαραλική’’ ενώ αποτελούσαν τις πρώτες γνωριμίες των επισκεπτών του ’60 – ’70, παραμένουν ακόμη έτσι παρθένες, περιμένοντας τους νεότερους. Στην βόρεια πλευρά του νησιού μόλις πέντε λεπτά με την μοτοσυκλέτα υπάρχει ένα από τα παλιότερα οργανωμένα κάμπινγκ των Κυκλάδων και ο Θεολόγος μια θαυμάσια αμμουδερή παραλία. 

Σε αυτό το σημείο υπάρχει οπτική επαφή με την νησίδα Κάτω Φυρά το ‘’Διπλό’’ των ντόπιων και ένα μοναδικά ιδιαίτερο ‘’φαινόμενο’’ που ίσως να μην μπορέσετε να θυμηθείτε κάτι παρόμοιο. Στο νησάκι απέναντι, μπορείτε να πάτε…..περπατώντας στον αμμώδη βυθό! αφού ο δίαυλος που σας χωρίζει είναι μόλις 150 μέτρα και βάθος 50 – 70 πόντοι!! Το Διπλό διαθέτει την δική του παραλία, αρκεί να περπατήσετε στο ομαλό μονοπάτι μέχρι να βρεθείτε στο βόρειο μέρος του, προς το ανοιχτό πέλαγος. Λίγο πιο δίπλα συνεχίζει η δεύτερη νησίδα Πάνω Φυρά ο ‘’Κάβουρας’’ των ντόπιων που επίσης ενώνεται με τα ίδια αμμώδη αβαθή. Είναι φοβερή η αίσθηση του να επικοινωνείς από νησί σε νησί, δύο φορές και μάλιστα με…..τα πόδια. 

Τα ‘’παράξενα’’ του κάθε τόπου, τις ευχάριστες εκπλήξεις των επισκεπτών δεν τις αναφέρει – δεν θα μπορούσε να το κάνει – η ιστορία, όμως η ίδια επιστήμη έχει καταγράψει στην Αντίπαρο πολύ σημαντικά γεγονότα. Την αναφέρει μια φορά, στους πρωτοπόρους στις θαλάσσιες επικοινωνίες στο Αιγαίο (μαζί με την Μήλο), δεύτερη για την σπανίζουσα στις Κυκλάδες αρχιτεκτονική του Κάστρου, - κατοικία και καταφύγιο των κατοίκων – τρίτη για το εκπληκτικό σπήλαιο, βάθους 85 μέτρων, και στα χρόνια μας πια, για την ανακάλυψη στην νησίδα Σάλιαγκος λείψανα Νεολιθικών χρόνων – από τα αρχαιότερα των Κυκλάδων – ενώ πρόσφατα ήρθε στο φως στην νησίδα Δεσποτικό σημαντικό ιερό των αρχαϊκών χρόνων. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, ότι μπορείτε να ασχοληθείτε με την ιστορία (όλα τα μνημεία είναι επισκέψιμα), αλλά εξ’ ίσου δυνατό να εκδράμετε στις παραλίες, κρυφές και φανερές, χωρίς να σας ενοχλεί στ’ αλήθεια κανείς.

Δίπλα σχεδόν από τα Φυρά βρίσκεται η μικρή νησίδα Σάλιαγκος που το 1961 ο έφορος αρχαιοτήτων Νικόλαος Ζαφειρόπουλος εντόπισε υπολείμματα Νεολιθικού οικισμού (περίπου 4000 π.Χ). Ο πολύ σημαντικός οικισμός ήταν ο πρώτος που βρέθηκε στο Αιγαίο και ήρθε στο φως τρία χρόνια αργότερα από τις ανασκαφές1  που πραγματοποίησε την περίοδο 1964 – 1965 η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή υπό των J. Evans και K. Renfrew. Τα πλούσια ευρήματα περιλαμβάνουν ζωγραφισμένα αγγεία, λίθινα ειδώλια, ανθρωπόμορφα περίαπτα, κεραμικά, εκατοντάδες εργαλεία & αιχμές βελών και δοράτων από οψιδιανό, καθώς και την ‘’παχύσαρκη κυρία του Σάλιαγκου’’ το αρχαιότερο μαρμάρινο ειδώλιο που έχει βρεθεί στις Κυκλάδες.

Οι κάτοικοι του οικισμού του Σάλιαγκου κατασκεύαζαν τα εργαλεία τους και τις αιχμές από τα βέλη τους με οψιδιανό. Τα ευρήματα μαρτυρούν ότι η κατεργασία του γινόταν σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από όσο δικαιολογούν οι τοπικές ανάγκες, γεγονός που δείχνει ότι ο Σάλιαγκος αποτελούσε κέντρο κατεργασίας και εμπορίας του οψιδιανού της Μήλου. Κατεργασία και εμπορία που φυσικά γινόταν μέσω θαλάσσης. Γνωρίζουμε ότι οι θαλάσσιες επικοινωνίες στο Αιγαίο χρονολογούνται από τη Νεολιθική εποχή, και οι πρώτες συναλλαγές φαίνεται ότι είχαν σαν αντικείμενο τον οψιδιανό. Αυτό το υλικό είναι μια από τις πιο πολύτιμες ενδείξεις των πρώτων θαλασσινών ταξιδιών. Οι επιστήμονες δηλώνουν βέβαιοι πια, ότι οι πρώτες θετικές μαρτυρίες για την ύπαρξη ναυτιλίας στον κόσμο μας τις δίνει ο οψιδιανός της προϊστορικής Ελλάδας. Ολόκληρο το Αιγαίο διαθέτει μονάχα τρεις πηγές αυτού του ηφαιστειακού γυαλιού και τις τρεις σε νησιά.

Οι δύο βρίσκονται στην Μήλο και η τρίτη στην Αντίπαρο. Μια τέταρτη πηγή είναι στην Νίσυρο όμως δεν υπάρχουν αυτές οι μαρτυρίες για το αν έγινε εντατική εκμετάλευση. Αυτή καθ’ αυτή η ανακάλυψη συναρπάζει, αφού γίνεται φανερό πως οι ναυτικοί διέσχιζαν το Αιγαίο και έφταναν στην Μήλο και την Αντίπαρο πολύ πριν το 7000 π.Χ. δηλαδή πριν αρχίσει η αγροτική ζωή. Οι ειδικοί σήμερα πιστεύουν ότι ο οψιδιανός μπορεί να θεωρηθεί σαν την πιο παλιά ένδειξη για τη μεταφορά αγαθών μέσω θαλάσσης σε οποιοδήποτε γνωστό μέρος του κόσμου τότε.

Μια από τις ωραιότερες διαδρομές ξεκινά από το λιμάνι με νότια κατεύθυνση προς τον όρμο της Φανερωμένης περνώντας από ωραίες μοναχικές παραλίες. Από την αρχή της βόλτας ξεδιπλώνονται οι πολύμορφες ακτές και η σμαραγδένια θάλασσα. Σύντομα ξεπροβάλει, μόλις 250 μέτρα μακριά, η βραχονησίδα Άγιος Αντώνιος με το εκκλησάκι πλουτίζοντας το οπτικό σας πεδίο. Αμμουδιές με κέδρα και άμμο ή ψιλό βότσαλο, ‘’Γλυφά’’ ‘’Πλάκας’’, ‘’Ακρωτήρι’’, εκτείνονται σχεδόν σε όλη την νότια ακτογραμμή, εκτός από μικρό μέρος της απότομης βορειοδυτικής βραχώδους πλευράς. 

Οι καλοδουλεμένες ξερολιθιές, κουραστικές στην κατασκευή τους, συμπυκνώνουν όλη τη σοφία των κατοίκων για να στηριχθούν ακλόνητες στο πέρασμα των χρόνων. Αυλακώνοντας το τοπίο μέχρι ψηλά στους λόφους, ξεχωρίζουν τις ιδιοκτησίες με επιβλητικό τρόπο, συνοδεύοντας τον περιηγητή με τον τρόπο τους παντού, αλλά και στη διαδρομή μέχρι το Απάντημα. Λιλιπούτειο λιμανάκι με όμορφη παραλία και μια μικρή ταβέρνα – καφετέρια. Στον εξωτερικό τοίχο του καταστήματος υπάρχει μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία που δείχνει τους περιηγητές, στην όχι τόσο παλιά εποχή, καβάλα στα μουλάρια με τους οδηγούς έτοιμους για την μεγάλη κοπιώδη ανάβαση στο σπήλαιο. Στα χρόνια που πέρασαν όλοι οι επισκέπτες της Αντιπάρου ήρθαν σε αυτό το λιμανάκι, που ήταν η μοναδική εύκολη πρόσβαση προς το Σπήλαιο. Την δεκαετία του ’80 υπήρχε πουλμανάκι της κοινότητας – όπως και σήμερα – που έφερνε τον επισκέπτη από τον κακό χωματόδρομο, τότε. 

Σήμερα ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος καλύπτει σύντομα μια διαδρομή που παλιότερα ήθελε μισή ώρα με το πουλμανάκι, και πάνω από δύο ώρες με το κλασικό στα νησιά μεταφορικό μέσο που δεν ήταν άλλο από τον γάιδαρο ή τα μουλάρια. Το παλιό μονοπάτι που ανέβαιναν παλιότερα οι περιηγητές με τα ζώα υπάρχει, σε καλή κατάσταση, το μοναδικό σημάδι όμως – μπορούσε να υπάρχει σήμανση – που προσδιορίζει την παρουσία του από μακριά, είναι οι κολώνες της ΔΕΗ που ηλεκτροδοτούν το σπήλαιο. Για να φτάσετε εκεί δεν έχετε παρά να στρίψετε δεξιά στον μοναδικό χωματόδρομο και να ακολουθήσετε τους στύλους. Με τριαντάλεπτη πεζοπορία έχετε φτάσει στην είσοδο του σπηλαίου.

Σύντομα φτάνετε στην δστ που δεξιά οδηγεί στο Σπήλαιο και αριστερά στον Σωρό και την Φανερωμένη ή τον Αι Γιώργη. Πρώτος στα αριστερά μας εμφανίζεται ο πανέμορφος Σωρός, μικρός αλλά σε συνεχή άνοδο παραθεριστικός οικισμός με ωραία παραλία με χοντρή άμμο και ταβερνάκι. Από την παραλία και μετά συνεχίζει βατός χωματόδρομος για εντούρο περνώντας από νεόκτιστες κατοικίες. 

Σε μια έξαρση του βράχου στο Απάντημα στέκει στο πέρασμα του χρόνου ένα βιομηχανικό μνημείο της Αντιπάρου, ‘’η σκάλα’’ (από την θάλασσα φαίνεται καλύτερα) από την οποία φορτωνόταν παλιότερα το μετάλλευμα του νησιού στα πλοία. Η συναρπαστική συνέχεια σας φέρνει προς τον όρμο του Σώστη, τις δυο – τρεις ξεχασμένες πρασινογάλανες παραλίες, ‘’Περαματάκι’’, ‘’Λιβάδι’’, ‘’Άγιος Σώστης’’, με θέα την μικρή νησίδα Πεταλίδα.  

Η διαδρομή καταλήγει σε πέντε περίπου χλμ πάνω στο βραχώδες τοπίο στον όρμο της Φανερωμένης. Όλη η τοποθεσία εξιδανικεύει την πεζοπορία αφού η μια παραλία διαδέχεται την άλλη, και σε είκοσι – τριάντα λεπτά το πολύ έχετε φτάσει όπου επιθυμείτε. Μόλις δώδεκα χλμ από το χωριό, σχεδόν όλο το μήκος του νησιού, και είστε μόνοι στο πουθενά, με μια πανέμορφη παραλία για βουτιές που σας υποδέχεται μέσα σε ένα πραγματικά παράξενο χώρο που περικλείεται από βράχια, που έχουν πάρει διάφορα σχήματα από την ορμή της θάλασσας και την διάβρωση που εξασφαλίζει η αλμύρα.

Στις 8 Σεπτεμβρίου που γιορτάζει το ολόλευκο εκκλησάκι της Παναγίας Φανερωμένης, όλοι οι Αντιπαριώτες με τα καίκια τους ξεκινούν από το χωριό δια θαλάσσης και ‘’δένουν’’ στην διπλανή παραλία για να τιμήσουν με την δέησή τους την Παναγία και μετά, να ακολουθήσει το γλέντι - πανηγύρι. Αν έρθετε με οργανωμένη εκδρομή προς το Δεσποτικό υπάρχει δυνατότητα στάσης εδώ, ενώ μόλις περάσετε το ακρωτήριο Πεταλίδα (τον Κάβο Σκύλο των ντόπιων) στο ακρότατο σημείο του νησιού, υπάρχει και άλλη όμορφη λιλιπούτεια παραλία με ψιλή άμμο ‘’του Γαρμπή τ’ Αυλάκι’’, που έχει πρόσβαση και οδηγώντας (δεξιά) λίγο πριν την Φανερωμένη.

Επιστρέφοντας στον κεντρικό δρόμο ή συνεχίζοντας από τον Σωρό η διαδρομή οδηγεί στην διάσημη σε όλο το νησί, παραλία του Αι Γιώργη. Όχι άδικα αφού είναι η μεγαλύτερη σε μήκος με ψιλή άμμο και βότσαλα μην αφήνοντας κανένα ασυγκίνητο. Το μαγευτικό σύνολο του τοπίου με το ψαρολίμανο, την παραλία του Αι Γιώργη, τον στενό και ρηχό δίαυλο σε πρώτο πλάνο και στο βάθος τα νησάκια Δεσποτικό και Κοιμητήρι παραπλανά κυριολεκτικά τις αισθήσεις. 

Τους καλοκαιρινούς μήνες που η κίνηση των σκαφών πολλαπλασιάζεται ο πανέμορφος Όρμος Δεσποτικού προβιβάζεται σε ένα ασφαλές αγκυροβόλιο σκαφών καθώς η γεωγραφική του θέση και τα γύρω ‘’βουνά’’ τον προστατεύουν από τα ισχυρά καλοκαιρινά μελτέμια. Οι άνετοι χωματόδρομοι οδηγούν, εκτός της παραλίας, σε δυο κλασικές ελληνικές ψαροταβέρνες. Του αλησμόνητου γεροναυτικού Πιπίνου η πιο παλιά, και ‘’το Δεσποτικό’’ του Κώστα και της Άννας η νεώτερη. Κάτω από τον ήλιο που καλύπτει τα πάντα, δοκιμάστε την ξεχασμένη γεύση του ολόφρεσκου χταποδιού στα κάρβουνα παρέα με εξαιρετική, πρωτόγνωρης γεύσης ξινομυζήθρα, ντοματούλες από τον κήπο, και φυσικά ντόπιας παραγωγής αρωματική τσικουδιά.

Ο δρόμος σταματάει στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με την μικρή παραλία απέναντι από την βραχονησίδα Κοιμητήρι. Λίγο πριν φτάσετε στην παραλία, αριστερά σας υπάρχει μια αγροικία, στον περίβολο της οποίας στέκει στο πέρασμα του χρόνου ένα μικρό αλωνάκι, μια πετρόχτιστη στέρνα, έτσι λες, να θυμίζουν στους νεώτερους, την σκληράδα της αγροτικής ζωής αλλά και τα ταπεινά μνημεία της ανθρώπινης παρουσίας. 

Η ευρύτερη περιοχή είναι, ανάλογα πάντα την εποχή, ένας ήσυχος τόπος με πολλές δυνατότητες. Από την αρχή του καλοκαιριού έως τα μέσα Σεπτέμβρη στον Άι Γιώργη αλλά και στον ‘’μόλο’’ της Αντιπάρου (δες χρήσιμα στις πληροφορίες) σταθμεύουν βάρκες ή καϊκάκια αντίστοιχα, που οργανώνουν μικρές εκδρομές στην ‘’Καμάρα’’ ή Επιτάφιο των ντόπιων, στο Δεσποτικό με την ωραία παραλία Λιβάδι με την λεπτή ψιλή αμμουδιά σ’ ένα φανταστικό τοπίο, τόσο σαν αισθητική διαδρομή όσο και σαν παραλία. Ο Κώστας Παρούσος στην ταβέρνα το ‘’Δεσποτικό’’ κάνει πότε – πότε την διαδρομή ακόμη και εκτός ‘’σαιζόν’’, διευκολύνοντας τους επισκέπτες να ‘’περάσουν απέναντι’’. 

Όπως η τύχη της νήσου συνδέθηκε με την Πάρο έτσι αντίστοιχα η τύχη των μικρών νησίδων Δεσποτικό¸ Τσιμιντήρι (από τη λέξη κοιμητήρι) και Στρογγυλό συνδέθηκε με την Αντίπαρο. Μαζί της πέρασαν στην δικαιοδοσία των Ενετών και στην συνέχεια των άλλων Βενετσιάνων ως το 1537 που όλες οι Κυκλάδες θεωρητικά πέρασαν στους Οθωμανούς. Οι πειρατές που λυμαίνονταν στο Αιγαίο προτιμούσαν σαν ορμητήρια μικρονήσια και ένα τέτοιο ήταν το Δεσποτικό το οποίο κατοικούνταν από αγροτοκτηνοτροφικές οικογένειες ως το 1675 όταν ο διαβόητος Γάλλος Daniel του τάγματος των Ιπποτών της Μάλτας αφού κυκλώθηκε από τους τούρκους επιχείρησε να εξαγοράσει τους κατοίκους για να του δώσουν άσυλο. Αυτοί όμως τον παρέδωσαν στους διώκτες του οι οποίοι τον σκότωσαν μαζί με τους άντρες του. Το περιστατικό εξόργισε την υπόλοιπη ‘’παρέα’’ Γάλλων πειρατών που μετά την αποχώρηση των Οθωμανών αποβιβάστηκαν στο νησάκι και για αντίποινα έκαναν εκκαθάριση μέχρι και του τελευταίου κατοίκου. 

Την μοναδική ομορφιά του Δεσποτικού (ένα από τα τρία, δυτικά της Αντιπάρου) πρέπει να την χαρείτε οπωσδήποτε μια φορά. Κατά προτίμηση την πρώτη φορά που θα βρεθείτε στο νησί. Οι όμορφες παραλίες του, τα μονοπάτια για πεζοπορικές διαδρομές, και ταυτόχρονα το θαυμάσιο αρχαίο παρελθόν του μικρού νησιού ενθουσιάζουν τους επισκέπτες. 

Οι ανασκαφές που γίνονται τα τελευταία χρόνια από τον αρχαιολόγο της ΚΑ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Κυκλάδων Γιάννο Κουράγιο τους συνεργάτες του καθηγητές Bryan Burns και Σοφία Δετοράτου καθώς και έλληνες και ξένους φοιτητές, έχουν ιστορία παραπάνω από εκατό χρόνια. Τότε βέβαια, σύμφωνα με τις μνήμες των παλαιοτέρων κατοίκων της Αντιπάρου, υπήρχαν στο Δεσποτικό πολλές οικογένειες κτηνοτρόφων που βοήθησαν με τις βάρκες τους στην μεταφορά των πρωτοπόρων αρχαιολόγων αλλά και με χειρονακτική εργασία. Ο θεμελιωτής της προϊστορικής αρχαιολογίας Χρήστος Τσούντας2   πραγματοποίησε αποδοτική έρευνα εδώ και το 1897, έφερε στο φως στις θέσεις ‘’Ζουμπάρια’’ και ‘’Λιβάδι’’, δύο πρωτοκυκλαδικά νεκροταφεία εντοπίζοντας επίσης λείψανα προϊστορικού οικισμού στην θέση ‘’Χειρόμυλος’’. 

Από τότε πέρασαν πάνω από εξήντα χρόνια μέχρι να μπορέσουν να συνεχιστούν οι εργασίες στην αρχαία Πρεπέσινθο. Ενδείξεις αρχαιοκαπηλίας έθεσαν σε λειτουργία τους μηχανισμούς και το 1959 – ‘60 υπό την διεύθυνση του Ν. Ζαφειρόπουλου αποκαλύφθηκαν από τις αρχαιολόγους Φ. Ζαφειροπούλου και Α. Λεμπέση είκοσι πρωτοκυκλαδικοί, και ένας Ρωμαϊκός τάφος. Ταυτόχρονα, στην θέση ‘’Μάντρα’’, δίπλα από στάνη, εντοπίστηκαν επίσης από τον αείμνηστο Ν. Ζαφειρόπουλο μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη δωρικού κτηρίου και λείψανα μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος, με ακτινοβολία στον κόσμο που ζούσε κατά τους αρχαϊκούς χρόνους, στα νησιά του Αιγαίου, την Θράκη και τις ακτές της ανατολικής Μεσογείου. 

Τις ανασκαφές βοήθησαν 15 – 20 Αντιπαριώτες πρώτος από τους οποίους ήταν ο κτηνοτρόφος Πιπίνος Μαριάνος πατέρας του σημερινού μοναδικού εποχικού κατοίκου του νησιού Πέτρου Μαριάνου. Από το 1996 μέχρι τις μέρες μας συνεχίζονται οι ανασκαφές στην θέση ‘’Μάντρα’’ από τον Γιάννο Κουράγιο αποκαλύπτοντας ένα μεγάλο κτιριακό συγκρότημα, που αποτελείται από πέντε συνεχόμενους χώρους ‘’δωμάτια’’ διαστάσεων 8Χ8 μέτρων, κολλημένα σε έναν εξωτερικό τοίχο 37 μ. Το υλικό που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του είναι ο λυχνίτης, το σπουδαίο διαφανές λευκό παριανό μάρμαρο, (σήμερα προστατεύεται και έχει απαγορευθεί η εξόρυξή του), και τα περίπου 500 κινητά ευρήματα του 7ου και 6ου Αι π.Χ. που ήταν θαμμένα στα δάπεδα του ιερού, (πήλινα ειδώλια, χάλκινες πόρπες, σιδερένια εγχειρίδια, κοσμήματα από χαλκό και χρυσό, σφραγιδόλιθοι κ.α.), δείχνουν ότι από τους αρχαϊκούς χρόνους υπήρχε ένα σημαντικό λατρευτικό κέντρο - ιερό, αφιερωμένο πιθανώς στους αγαπητούς στις Κυκλάδες Θεούς, Άρτεμη και Απόλλωνα.

Το πρόβλημα που αποτελούσε το τυροκομείο, η στάνη, και η πάνω από εκατό μέτρα ξερολιθιά λύθηκε πέρυσι  (καλοκαίρι 2002) με την μεταφορά ολόκληρων των εγκαταστάσεων τριακόσια μέτρα πιο μακριά από τον αρχαιολογικό χώρο. Ούτε να το φανταστείτε δεν μπορείτε ότι όλη αυτή ξερολιθιά (πολύ δύσκολο να την χαλάσεις και εξαιρετικά επίπονο να την ξαναφτιάξεις) μεταφέρθηκε. Με αποστόμωσε ο Πέτρος λέγοντάς ότι την είχε μεταφέρει τρεις!! φορές τα τελευταία χρόνια, με την βοήθεια του γιου του, γιατί η υπηρεσία κάθε χρόνο έσκαβε και πιο μέσα!! Χαράς το κουράγιο του Πέτρου και των Αντιπαριωτών που βοήθησαν όλα αυτά τα χρόνια. Η πολιτεία τώρα, θα πρέπει να ανταποκριθεί στον ρόλο της φροντίζοντας για την ανέγερση μουσείου την στιγμή μάλιστα που η κοινότητα έχει παραχωρήσει οικόπεδο σε κεντρικό σημείο του γιαλού.

Εφ’ όσον υπάρχει χρόνος συστήνονται ανεπιφύλακτα οι δύο πεζοπορικές διαδρομές του νησιού. Η ‘’μεγάλη’’ διαρκεί σαράντα λεπτά, οδηγώντας σας από τον Αρχαιολογικό χώρο στον νότιο κόλπο και την ομώνυμη παραλία Λιβάδι.  Η ‘’μικρή’’ εικοσάλεπτη , ανάμεσα την παράξενη χλωρίδα και τα βότανα, σας φέρνει στην παραλία της Παναγιάς που την διασχίζετε έως το πετρόχτιστο εκκλησάκι της, με τον μικρό μώλο για βουτιές. Από εκεί θα σας πάρει το βαρκάκι απ’ τον Άι Γιώργη…..αρκεί να συνεννοηθείτε γι’ αυτό από πριν. 

Το Τσιμηντήρι βρίσκεται μεταξύ Πάρου και Δεσποτικού. Και εδώ η ίδια εικόνα: Τάφοι, πλήθος οστράκων κλασικής και ελληνιστικής εποχής και ένα μεγάλο κτήριο (30χ20 μ) από ογκόλιθους. Λίγα μέτρα πιο εκεί και άλλο ογκώδες κτήριο με διάσπαρτα όστρακα διαφόρων εποχών. Το Στρογγυλό (δυτικά του Δεσποτικού) είναι δυσπρόσιτο, ακατοίκητο και αυτό. Στην ανατολική πλευρά δίπλα στη βραχώδη ακτή του, βρίσκεται γκρεμισμένο μεταβυζαντινό εκκλησάκι, για το χτίσιμο του οποίου έχουν χρησιμοποιηθεί πολλά αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη. Επίσης στην είσοδό του σώζονται δύο μαρμάρινοι κίονες ελληνιστικής εποχής. Πίσω από το εκκλησάκι υπάρχουν πολλοί αρχαίοι τοίχοι που διακρίνονται κάτω από μια σύγχρονη κατασκευή, ενδεχομένως μια ερειπωμένη στάνη. 

Επιστρέφοντας στον Άι Γιώργη ξεκινήστε μια ωραία εντουράδικη διαδρομή για το πιο ψηλό σημείο της Αντιπάρου τον Προφήτη Ηλία στα 300 μ. Υ. Στην αρχή σχεδόν της βόλτας περνάτε μια στάνη συνεχίζοντας τον ανηφορικό δρόμο. Στα 2,5 χλμ περίπου φεύγει ένας στενός χωματόδρομος αριστερά που προς το παρόν τον αγνοείται συνεχίζοντας μέχρι σχεδόν το προαύλιο της εκκλησίας και τις κεραίες. Είναι πραγματικά το καλύτερο σημείο με απεριόριστη θέα που εποπτεύει προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, ολόκληρη την Αντίπαρο, το Δεσποτικό και φυσικά την γειτόνισσα Πάρο με την ψηλότερη κορφή της, τους Άγιους Πάντες στα 771 μ και τις κεραίες δίπλα τους. Με καλό, διαυγή καιρό φαίνονται η Σέριφος η Τήνος η Κίμωλος, αλλά οι μακρινές Σαντορίνη και Μήλος. Οι μυρουδιές από θυμάρι και ρίγανη θα σας συνεπάρουν περπατώντας προς το ξωκλήσι που όπως τα περισσότερα στην Αντίπαρο, είναι κτισμένο πάνω σε παλιότερο. Μπείτε στο περίβολο, απ’ όπου μπορεί να πεταχτεί τρομαγμένο κάποιο αγριοπερίστερο ή αγριοκούνελο, περπατήστε στο πλακόστρωτο και ανοίξτε την πόρτα της λιτής εκκλησιάς για να σας υποδεχθούν γνώριμες μυρουδιές λιβανιού και κεριών. 

Δίπλα σχεδόν από την εκκλησία είναι χαραγμένος ένας ‘’δρόμος’’, μονοπάτι σχεδόν, με αγκαθωτά πουρνάρια που ίσως κάποτε να έβγαινε, με ζώα προφανώς, στο Απάντημα (το λιμανάκι) ή το Σπήλαιο. Μην τον ακολουθήσετε (εκτός και αν θέλετε ακόμα μια όμορφη πεζοπορική διαδρομή) γιατί τώρα είναι αδιέξοδο. Αντίθετα, ακολουθείστε τον κακοτράχαλο χωματόδρομο στην δστ που αφήσατε πίσω, ανεβαίνοντας προς την εκκλησία. Το ερειπωμένο κτίσμα που βλέπετε στα αριστερά σας, είναι το πρώτο από μια σειρά κτιρίων – θα συναντήσετε και άλλα πιο κάτω – που χρησίμευαν για κοιτώνες, μαγειρεία των Μεταλλείων που υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή. Σκληρή εργασία, αφού εκτός της εξόρυξης του μεταλλεύματος υπήρχε αρχικά, η επίπονη διαδικασία του φορτώματος στα ζώα και η μεταφορά του στο σημείο που ήταν το καράβι. 

Η διαδρομή που ακολουθούσαν ήταν από τον ‘’δρόμο’’ δίπλα από το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία ή από τον Αι Γιώργη με κατεύθυνση και οι δύο στην απόκρημνη ακτή το ‘’Απάντημα’’ και την σκάλα φόρτωσης απ’ όπου ξεφόρτωναν το μετάλλευμα κατ’ ευθείαν στα αμπάρια του πλοίου. Και ήταν πολύ το μετάλλευμα, και πολύτιμο τότε. Ο ορυκτός πλούτος του νησιού ήταν από παλιά σημαντικός αφού εδώ, στις δυτικές πλαγιές του Προφήτη Ηλία, ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα λειμονίτη, απ’ όπου έβγαινε σίδερο, και σμισθσωνίτη απ’ όπου έβγαινε ψευδάργυρος.

Οι εργασίες στο νησί άρχισαν το 1873, από την Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία τότε που επιχειρηματίες και μεταλλειολόγοι ανακάλυπταν τον πλούτο του ελληνικού χώρου και επιχειρούσαν να δημιουργήσουν μόνιμες εγκαταστάσεις. Η εταιρεία άρχισε με την εξόρυξη ψευδάργυρου και σιδήρου, μέχρι το τέλος του αιώνα που ο μεταλλευτικός πυρετός έδινε τον τόνο στην εξέλιξη της ελληνικής βιομηχανίας. Το 1900 ανέλαβε τα μεταλλεία η Γαλλική εταιρεία Λαυρίου, που δημιούργησε τις εγκαταστάσεις που βλέπετε, αλλά και ένα πλήρες σιδηροδρομικό σύστημα για την μεταφορά του μεταλλεύματος στην θάλασσα. 

Καταργώντας τις μεγάλες δυσκολίες μετακίνησης οι οποίες οφείλονταν στο ορεινό γεωφυσικό υπόβαθρο ανέτειλε η χρυσή εποχή για το νησί. Από το 1902 έως το 1920 εξορύχθηκαν συνολικά 45.894 τόνοι μεταλλευμάτων και απασχολήθηκαν εκατοντάδες μεταλλωρύχοι. Οι τελευταίες δραστηριότητες έγιναν την περίοδο 1952 – ’56. Στις μέρες μας κανείς επισκέπτης δεν γνωρίζει αυτές τις δραστηριότητες στο νησί (πρόκειται για την πρώτη δημοσίευση) ούτε υπάρχει κάποιου είδους σήμανση για αυτούς που δεν διαβάζουν αυτές τις γραμμές. Σήμερα, η μεταλλική (στην θέση παλιότερης ξύλινης) σκάλα φόρτωσης στο Περαματάκι, οι εγκατελειμένες μεταλλευτικές εγκαταστάσεις, τα κτήρια που σώζονται ως τις μέρες μας, μαζί με άλλα βιομηχανικά κατάλοιπα ή αντικείμενα που πιθανώς δεν φαίνονται, κινδυνεύουν άμεσα από την φθορά του χρόνου.  

Αν αυτά αντιμετωπισθούν σαν πολιτιστικό αγαθό για τις επόμενες γενιές, και σαν όχημα μιας ήπιας και βιώσιμης ανάπτυξης στο νησί, θα είναι θετικό. Μια μελέτη για την δημιουργία Υπαίθριου Μουσείου Μεταλλευτικής Δραστηριότητας και Ορυκτού Πλούτου Αντιπάρου είναι η καλύτερη τύχη που μπορεί να έχουν όλα αυτά.

Ο στενός όλο κοτρόνες και πρασινάδες δρόμος, όσο κατηφορίζει τόσο εισχωρεί θαρρείς περισσότερο την αγκαλιά του φαραγγιού. Ωραία διαδρομή δυο χλμ μέσα σε αγριωπό τοπίο, στο τέλος όμως έρχεται η θεσπέσια έκπληξη που κρύβει πεισματικά η απόκρημνη βόρεια ακτή. Ο θαυμάσιος απομονωμένος Όρμος των Μοναστηριών απλώνεται νωχελικά κρύβοντας, για λίγο, την παραλία. Η πρώτη εκκλησία του Αγίου Ιωάννη Πρόδρομου δίπλα στο νεόχτιστο (2002) σπίτι, και η πολύ ωραία της Αγίας Ζώνης έδωσαν το όνομα Μοναστήρια στην περιοχή. 

Δείτε από κοντά τις ασπρισμένες εκκλησίες, ειδικά την Αγία Ζώνη. Η οροφή της δεν έχει όπως άλλες πελεκημένα δοκάρια, πώς να τα κουβαλήσουν από τις γιδόστρατες οι άνθρωποι, αλλά είναι στηριγμένη σε σιδερένιες ράγες, λύση αναγκαστική από τα παρακείμενα μεταλλεία. Μέχρι πριν λίγα χρόνια το στενό μονοπάτι και η απότομη κατηφοριά έκαναν  κυριολεκτικά απροσπέλαστη την παραλία. Όσοι γνώριζαν το εξαιρετικό αυτό σημείο ερχόντουσαν με βάρκες ή καΐκια στήνανε τα σκηνάκια τους και ανάλογα τις προμήθειες καθόριζαν και τη διαμονή. Τώρα ο δρόμος άνοιξε επικοινωνώντας με τον Άι Γιώργη (απ’ όπου ήρθατε) και με τον Κάμπο, (που θα πάτε), προσφέροντας μια εξαιρετικής ομορφιάς ολοκληρωμένη κυκλική διαδρομή.

Αφήνοντας πίσω τους θεούς και τους Αγίους να συνεχίζουν το αέναο ταξίδι τους πάνω στο νησιώτικο σκαρί, ανηφορίστε προς τα Πρασοβούνια (βόρεια) μέχρι το διάσελο, που αριστερά οδηγεί σε παλιές πετρόχτιστες αγροικίες χωρίς συνδετικό κονίαμα (λάσπη ή τσιμέντο κοινώς) και το λατομείο με την ωραία θέα, και δεξιά προς τον Κάμπο με τις μικρές Αγροτικές κατοικίες. Από τα παλιά τα χρόνια ο Κάμπος  ήταν η εύφορη κοιλάδα του νησιού. 

Οι κάτοικοι, κυρίως κτηνοτρόφοι ακόμα και σήμερα, φτιάχνουν με τον παραδοσιακό τρόπο κεφαλοτύρια και μυζήθρες από τα νοστιμότερα των Κυκλάδων. Όπου σταματήσετε θα δείτε στις αυλές, σκεπασμένα ή όχι, ανάλογα το στάδιο ωρίμανσης κεφάλια τυριών, που προωθούνται στην τοπική αγορά αλλά κάνουν και ‘’εξαγωγές’’ στις τουριστικές αγορές της Πάρου και της Ίου. Στο Κάμπο καλλιεργούνται δημητριακά, αλλά και συκιές, λεμονιές, πορτοκαλιές. 

Για το τέλος έμεινε μια από τις πολυτιμότερες  καλλιέργειες στο νησί, η αμπελουργία. Θεσπέσια η γεύση του αυθεντικού κόκκινου γλυκού κρασιού της Αντιπάρου, παλιότερα που υπήρχε μεγαλύτερη παραγωγή εξαγόταν, και ακόμη καλύτερη της ρακής (τσικουδιά των ντόπιων). Στα πέντε ‘’καζάνια’’ της Αντιπάρου παράγεται μια εξαιρετική ρακή, τέτοιας γεύσης, που μόνο η Μονεμβασιά και η Μαντηλαρία, που καλλιεργούνται εδώ και στην Πάρο μπορούν να δώσουν. Μέσα στα κουκούτσια, στα κοτσάνια και τις φλούδες των πατημένων σταφυλιών βρίσκονται οι νοστιμιές της πέτρας, της θάλασσας και του ήλιου. Η Αντίπαρος είναι διάσημος χταποδότοπος είναι κρίμα να μην δοκιμάσετε στη σχάρα αυτόν τον υπέροχο μεζέ, με την θαυμάσια παραδοσιακή τσικουδιά.

Λίγο πριν τον κεντρικό δρόμο (υπάρχουν πινακίδες) στα αριστερά σας, σε 1 χλμ, είναι η παραλία Λιβάδι με ωραία γαλαζοπράσινα νερά και δέντρα για σκιά, που θεωρείται η παραλία του Κάμπου, μόλις 4,5 χλμ από το βενζινάδικο και το χωριό. Στην βόρεια ακτή του Λιβαδιού υψώνεται το Βουνί, ένας ακόμα αρχαιολογικός χώρος. Θέλει λίγο περπάτημα αλλά η ανταμοιβή του ωραιότατου τοπίου αποζημιώνει. Από την παραλία υπάρχουν δύο επιλογές αφού βέβαια βγείτε πάλι στην κεντρική δστ (1 χλμ). Η πρώτη οδηγεί στο Κάστρο (5χλμ) και η δεύτερη περνάει από το εκκλησάκι του Χριστού με κατεύθυνση το σπήλαιο (3, 6χλμ).

Με κατεύθυνση το σπήλαιο σύντομα ο άσφαλτος αντικαθίσταται από καλό χωματόδρομο ακριβώς στην εκκλησία του Χριστού που λόγω του τρούλου φαίνεται από μακριά (από τις λίγες εξαιρέσεις σε ρυθμό σταυροειδούς με τρούλο). Μέσα στο κατακαλόκαιρο γίνεται ένα από τα ωραιότερα πανηγύρια της Αντιπάρου εδώ. Αν βρεθείτε στην εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στις 6 Αυγούστου μην το χάσετε. Είναι μια ευκαιρία να νιώσετε την κατάνυξη της λειτουργίας αλλά και τον τρόπο που διασκεδάζουν οι αντιπαριώτες. Στο προαύλιο, μπροστά στην είσοδο, υπάρχει το παλιό πηγάδι με δροσερό νερό. Γεμίστε το παγούρι ή το ισοθερμικό θερμός και διασχίζοντας μικρούς αμπελώνες, περνώντας πάλι δίπλα από λιτά αγροτόσπιτα με τις μεγάλες αυλές, διανύετε εύκολα τα 2,9 χλμ μέχρι το Σπήλαιο.

Το βραχώδες ‘’βουνό’’ του Αι Γιάννη υψώνεται στα 171 μ. Αφήστε στο πάρκινγκ (ευθεία είναι το παλιό μονοπάτι προς το ‘’Απάντημα’’) την Μοτοσυκλέτα και ανεβείτε στο στόμιο είσοδο του περίφημου σπηλαίου. Η συστηματική εξερεύνησή του πραγματοποιήθηκε το 1979 από την αείμνηστη Άννα Πετροχείλου η οποία το χαρτογράφησε, μελέτησε την τουριστική διαδρομή, και ονομάτισε διάφορους χώρους. Το διάσημο σε όλο τον κόσμο κάθετο (βαραθρώδες) σπήλαιο έχει έκταση 5.600 τ.μ, μέγιστο βάθος 85 μ, μέγιστο πλάτος 70μ, με μήκος 89μ. όπως καταλαβαίνετε, από τις διαστάσεις είναι τεράστιο. Πριν από αιώνες η οροφή στο μπροστινό τμήμα γκρεμίστηκε δημιουργώντας την σημερινή είσοδο που βρίσκονται τα δύο εκκλησάκια, του Αι Γιάννη Σπηλιώτη (ανακαινίστηκε το 1714 από τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Άρτης, Νεόφυτο Μαυρομάτη) και το παλιότερο της Ζωοδόχου Πηγής, τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους. 

Το Σπήλαιο της Αντιπάρου, ένα από τα ωραιότερα στον Ελληνικό χώρο, θεωρείται ‘’μουσείο εν ενεργεία’’ αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς ως έργο της φύσης με παγκόσμια αξία. Περιγραφές του δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς στην παγκόσμια βιβλιογραφία (συνολική παρουσίαση γίνεται στην εξαίρετη εργασία της κυρίας Ραγκούση – Κοντογιώργου στο βιβλίο Πάρος – Αντίπαρος με τα μάτια των Χαρτογράφων & περιηγητών, έκδοση Ανθέμιον – Πάρος 2000). Το γνωστό από την αρχαιότητα σπήλαιο φέρει ως σήμερα γραφές που πιστοποιούν την μακρά ιστορία του στους αιώνες. 

Ως αρχαιότερος επισκέπτης αναφέρεται ο λυρικός ποιητής από την Πάρο Αρχίλοχος (728 – 650 π.χ.), ενώ μέχρι τον 19 Αι υπήρχε εντοιχισμένη επιγραφή με αρχαίους ελληνικούς χαρακτήρες που η παράδοση αποδίδει σε συνωμότες κατά της ζωής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι αποκαλύφθηκαν και για να σωθούν κατέφυγαν εδώ. Στους νεότερους χρόνους διάσημες προσωπικότητες επισκέφθηκαν το σπήλαιο όπως ο πρέσβης του Λουδοβίκου ΙΔ’ της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη De Nointel το 1673 ο οποίος, τέλεσε θεία λειτουργία στην σημερινή ‘’Αγία Τράπεζα’’ ένα τεράστιο σταλαγμίτη με περιφέρεια 18 μέτρων και ύψους οκτώ!. Ζωγράφοι και σχεδιαστές που είχε φέρει μαζί του De Nointel αποτύπωναν ότι έβλεπαν ενώ ταυτόχρονα το βοηθητικό προσωπικό αποσπούσε σταλακτίτες που φορτώθηκαν μαζί με αρχαία από την Πάρο για το μεγάλο ταξίδι στην Γαλλία. Αυτή ήταν η πρώτη σύληση του σπηλαίου. 

Ο επίσης Γάλλος φυσιοδίφης Pitton de Tournefort επισκέφθηκε την Αντίπαρο αφήνοντας θαυμάσιες αποτυπώσεις του εσωτερικού του σπηλαίου από τον ζωγράφο  Audriet που τον συνόδευε. Διάσημοι που χάραξαν την επίσκεψή τους, ήταν ο βασιλιάς Όθων και η βασίλισσα Αμαλία στις 27-9-1840.  Παρά τις καταστροφές και τις λεηλασίες που υπέστη στο πέρασμα των αιώνων, με σημαντικότερη  των Ρώσων – πολλοί από τους σταλακτίτες του σπηλαίου βρίσκονται στο μουσείο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης (Λένινγκραντ) - κυρίαρχων του νησιού τα έτη 1700 – 1774 (Ορλωφικά) και των Ιταλών (1940 – 1943), το σπήλαιο παρά την σύλησή του διατηρεί την ομορφιά και τη λάμψη του θαμπώνοντας – και φοβίζοντας λόγω του βάθους - τους επισκέπτες με τους φαντασμαγορικούς σταλακτίτες – σταλαγμίτες. 

Η ευκολία εισόδου, τα σκαλιά (417) που κατασκευάστηκαν και φτάνουν ως τα χαμηλότερα επίπεδα, ο ηλεκτροφωτισμός για περισσότερη ασφάλεια, γενικά η τουριστική αξιοποίηση των τελευταίων δεκαετιών, φέρνουν χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο κοντά στα θαυμάσια έργα φυσικής γλυπτικής του. Η κατάβαση στο σπήλαιο γίνεται ανά μικρές ομάδες, και πάντα, με συνοδεία έμπειρων οδηγών. Εσείς τα μόνα πρόσθετα που καλό είναι να έχετε μαζί σας, είναι το μακρυμάνικο πουλόβερ (για το κρύο), και τον ειδικό φακό που στερεώνετε στο μέτωπο (αν θέλετε να δείτε κάτι που δεν φωτίζεται).

Η Χώρα ή Κάστρο λουσμένη στο αστραφτερό φως του καλοκαιριάτικου ήλιου είναι η πρώτη εντύπωση του επισκέπτη που βαδίζοντας στα πλακόστρωτα σοκάκια αποκτά την αίσθηση του χώρου χωρίς υπερβολές. Βαδίστε μέχρι την πλατεία του χωριού με τα καφενεία, τις εκκλησιές, και το θρυλικό Κάστρο, που πραγματικά μέσα στην μοναδικότητά του, είναι το μόνο που κατοικείται ακόμη. Αυτό που σε μεγαλύτερο ποσοστό συναντάμε σε όλες τις Κυκλάδες είναι η γειτνίαση, ή ακόμη και το κτίσιμο κατοικιών κοντά, δίπλα, και μέσα σε αμυντικές κατασκευές, Πύργους, Κάστρα, οχυρωμένους γενικά περιβόλους.  

Το Κάστρο της Αντιπάρου είναι ο ίδιος ο παλιός οικισμός, η πιο καθαρή μορφή οχυρωμένης πόλης στις Κυκλάδες μαζί με λιγοστούς ακόμη π.χ. Μαστιχοχώρια Χίου που εξ αρχής σχεδιάστηκε, κτίσθηκε, και κατοικήθηκε, έχοντας υπ’ όψιν ακριβώς αυτό τον αμυντικό χαρακτήρα. Η γνωριμία μαζί του πεζοπορώντας, θα σας δείξει αυτόν το σχεδιασμό, στα πολύ στενά σοκάκια του (ρίμνες των ντόπιων), και στα χαρακτηριστικά για άμυνα υπερυψωμένα μπαλκόνια των σπιτιών, με τις ολόλευκες πέτρινες, εξωτερικές σκάλες που βλέπουν στην κεντρική αυλή. Αν ανεβείτε στον ερειπωμένο πλέον πετρόχτιστο ‘’πύργο’’ (σώζεται μόνο η βάση του) θα έχετε καλύτερη θέα των σπιτιών με τις επίπεδες στέγες φτιαγμένες από πηλό ή χώμα, καλάμια και φύκια. Παλιότερα πάνω στις στέγες ξέραιναν φρούτα για το χειμώνα.

Στον εσωτερικό περίβολο υπάρχει το Λαογραφικό και το νεότευκτο – υποτυπώδες προς το παρόν – Αρχαιολογικό μουσείο με φωτογραφίες από τα ευρήματα και τις ανασκαφές στο Δεσποτικό. Επίσης οι πολύ ενδιαφέρουσες εκκλησίες του Προδρόμου και της Γεννήσεως του Χριστού. Μην σας ξενίσει – αν και είναι ηλίου φαεινότερο - η σημερινή εξωτερική μορφή του Κάστρου, αφού στο πέρασμα του χρόνου έχει μεταβληθεί. Οι σημερινές προσθήκες – γκρεμίσματα, σκάλες, αυλές ή μπαλκόνια δεν υπήρχαν παρά μόνο το ψηλό τείχος. 

Τα χρόνια που κατασκευάστηκε το Κάστρο η πειρατεία ήταν ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τα πλοία που διέσχιζαν τις ελληνικές θάλασσες Γενικότερα όλα τα νησιά του Αιγαίου πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την τουρκική κατάκτηση είχαν τεράστια προβλήματα από τις επιθέσεις, υποχρεώνοντας τους κατοίκους σε συνεχή άμυνα. Ειδικότερα η περίοδος κατά την οποία οι πειρατές χαρακτηρίστηκαν μάστιγα είναι εκείνη που εμφανίστηκαν οι Οθωμανοί – Τούρκοι στο Αιγαίο οι οποίοι εμφανίζονται και σαν χρηματοδότες – κατασκευαστές πειρατικών πλοίων. 

Οι Τούρκοι πειρατές έδιναν στις πράξεις τους το χαρακτήρα επιδρομής και εξόντωσης των άπιστων χριστιανών αφού δεν εφορμούσαν μόνο στα πλοία και τους ναυτικούς αλλά αποβίβαζαν άνδρες στις παραθαλάσσιες και νησιωτικές περιοχές και σκότωναν αδιακρίτως, άρπαζαν περιουσίες, εμπορεύματα, ακόμα και ζώα ή σοδιές πουλώντας τα ή καταναλώνοντας τα οι ίδιοι. Η συχνότητα των επιδρομών ανάγκαζαν τους πληθυσμούς σε ομαδικές μετακινήσεις και ερήμωση των νησιών. Το 1416 – 1420, όταν ο Ιταλός Cristoforo Buondelmonti περιηγήθηκε στα νησιά του Αιγαίου, πολλά από αυτά ήταν ακατοίκητα, μεταξύ τους η Αντίπαρος, και στα υπόλοιπα οι κάτοικοι ζούσαν στην αθλιότητα και τον τρόμο.

Οι συνθήκες ανασφάλειας που δημιούργησε η πειρατεία σε συνδυασμό με την διάρκεια αυτής της απειλής, επηρέασαν την αρχιτεκτονική καθώς και τη δομή, οργάνωση, μορφή των οικισμών. Αυτοί πλέον, έπρεπε να έχουν αμυντικό χαρακτήρα, ώστε να προσφέρουν πάνω από όλα ασφάλεια. Έτσι στο Αιγαίο σημειώθηκε έντονη δραστηριότητα στην κατασκευή κάστρων σε δύο κυρίως περιόδους. Στην Λατινική κατάκτηση (13ος Αι), και στο τέλος του 14ου αρχές 15ου αι. με την τουρκική απειλή. Οι οχυρωμένοι οικισμοί ήταν συνήθως μικροί, έδιναν όμως στους κατοίκους τη δυνατότητα να αντιτάξουν παθητική αντίσταση, παρέχοντας μια στοιχειώδη ασφάλεια στον πληθυσμό. Το κτίσιμο των κάστρων με δικά τους έξοδα αναλάμβαναν συχνά οι ίδιοι οι λατίνοι αφεντάδες, προκειμένου να ζουν σε συνθήκες ασφάλειας οι κάτοικοι που καλλιεργούσαν τη γη τους. Το χτίσιμο ενός χωριού βάση σχεδίου είναι κάτι πολύ σπάνιο στο Αιγαίο και μαρτυρεί την επιβολή μιας ξένης βούλησης που οργανώνει αυτό.

Σαν τέτοια περίπτωση αναφέρεται ο εποικισμός της Νήσου, όταν το 1440 ο άρχοντας της Πάρου Κρουσσίνος Α’ Σομμαρίπας έδωσε το φέουδο της Αντιπάρου προίκα στην κόρη του Φραντζέσκα για τον γάμο της με τον Leonardo Lorendano. Την ίδια εποχή εποικίστηκε η Σαντορίνη από τον Pisani (1448), ενώ είχε προηγηθεί η οχύρωση των μαστιχοπαραγωγικών χωριών της Χίου. Η αποτελεσματικότητα των κάστρων αρκετές φορές αποδείχθηκε ανεπαρκής άλλες όμως έσωσαν τους κατοίκους οι οποίοι ανελλιπώς παρακολουθούσαν τις ύποπτες κινήσεις στoν θαλάσσιο χώρο. Στην Αντίπαρο εκτός την εποπτεία των θαλάσσιων δρόμων παρακολουθούσαν ένα είδος πτηνών – τους Φάλκωνες – και από την συμπεριφορά τους καταλάβαιναν αν υπήρχε κίνδυνος στην περιοχή.  

Στο κέντρο του χωριού που θεωρείται η μικρούλα πλατεία και το Κάστρο υπάρχει η εκκλησία του Αγίου Νικολάου μητρόπολη της Αντιπάρου κτισμένη στα μέσα του 17ου Αι και η Ευαγγελίστρια με θαυμάσιες αγιογραφίες Κρητικής Σχολής. Σημαντική θεωρείται η απεικόνιση της Αγίας Παρασκευής και του Χριστού σαν Μέγα Αρχιερέα, έργα του 17ου Αι. Οι στενοί δρόμοι με τις μπουκαμβίλιες και τα κόκκινα γεράνια επιβάλλονται, μαζί με τους πεζούς, και δεν επιτρέπουν την κίνηση με τροχοφόρα γενικά. Όμως οι αποστάσεις είναι τόσο μικρές ειδικά από την πλατεία του χωριού. 

Μια πεντάλεπτη πεζοπορία διασχίζει όλο το χωριό, περνώντας από την Παναγία (άλλη μια παλιά και ιστορική εκκλησία) φεύγοντας προς τις εξοχές. Η δεύτερη πεζοπορία περνάει κάτω από την καμάρα της πλατείας και δίπλα από λουλουδιασμένες αυλές, θα σας οδηγήσει στον όμορφο Σιφνέικο γιαλό, μια μεγάλη παραλία με ψιλή άμμο για τα πιο τρελά παιχνίδια με τα κύματα. Απέναντι το βράδυ με καλό καιρό φαίνονται τα φώτα της Σίφνου – από κει και το όνομα. Από εκεί, περνώντας το γήπεδο ποδοσφαίρου φαίνεται το παραλιακό αρχικά μονοπάτι που σκαρφαλώνει αργά στο βουνό, φτάνοντας στον Σταυρό, το μικρό εκκλησάκι. Από εκεί η θέα είναι εξ’ ίσου ωραία με του Προφήτη Ηλία αγναντεύοντας τις τελευταίες βόρειες απόκρημνες  ακτές, τις νησίδες γύρω από το νησί, ακόμα και την Πάρο. Ένα σημείο που φαίνετε ολόκληρος ο κεντρικός οικισμός της Αντιπάρου μέχρι κάτω το λιμάνι και τον Άγιο Σώστη με φόντο το απέραντο μπλε - γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού. 

Ολόκληρη η Αντίπαρος είναι μια απέραντη ακρογιαλιά, άλλες φορές γεμάτη κόσμο, άλλες μοναχική η ότι πρέπει για ερωτευμένους ….και κατασκήνωση. Οι επιλογές πολλές παρά το μικρό μέγεθος του νησιού. Οι νησίδες γύρω της (Φυρά, Στρογγυλό, Τούρνα, Κόκκινος & Μαύρος Τρούλος κ.α.) δίνουν διαφορετική αίσθηση αφού είναι εύκολη η επίσκεψη σε αυτές με τις οργανωμένες εκδρομές που γίνονται καθημερινά ή …με τα πόδια. Παρά τις κλασσικές για τις Κυκλάδες καλλιέργειες και εργασίες που έχουν να κάνουν με την κτηνοτροφία και τα θαυμάσια τυριά, ο τουρισμός είναι αυτός που την τελευταία δεκαετία συμβάλει στο να μένουν νέοι στο νησί, γεγονός που γίνεται φανερό στις δραστηριότητες και την ζωντάνια που αυτές αναπτύσσονται. 

Το μεγάλο και ανεκτίμητο κεφάλαιο της Αντιπάρου αποτελούν οι ατόφιοι άνθρωποι. Αυτό είναι ο λόγος που όλο και περισσότεροι επισκέπτονται το νησί κάθε καλοκαίρι. Η κίνηση αυξάνεται με σταθερότητα αλλά όλοι συμφωνούν ότι παραπάνω προβολή δεν χρειάζεται. Εκεί που σε άλλα νησιά κυριαρχεί η απληστία εδώ απλά δεν υπάρχει, θα περάσετε το ίδιο καλά όπως περνούν καλά οι Αντιπαριώτες. 

Το Αιγαίο δεν είναι θάλασσα με νησιά. Όπως έγραψε κάποτε ο ιστορικός Σπύρος Ασδραχάς, είναι ‘’Ελληνική πόλη, ενιαία πάνω σε υγρή επιφάνεια’’. Από την Τζια ως την Σαμοθράκη, την Χίο, τη Σύμη και το ακραίο Καστελόριζο είναι μία και μοναδική πόλη, με τον ίδιο πολιτισμό, τον ίδιο τρόπο ζωής, τις ίδιες συνήθειες. Μια χιλιόχρονη ζωή γαντζωμένη στο βράχο και στην βάρκα

Πολλές φορές στα ταξίδια σας ίσως αναρωτηθείτε που και πώς αναπτύχθηκε ο Αστικός κόσμος της Ελλάδας. Αυτή η τάξη με την θαυμαστή ιστορία στο εμπόριο, και την ναυτιλία, που ήξερε να κτίσει τις πόλεις και τα σπίτια που κατοικούσε, τις Εκκλησίες που προσευχόταν, τους δρόμους που περπατούσε. Τόσα υπέροχα αρχοντικά, καρνάγια, τέχνες, που αντικρίζετε. Μετά από σκέψη ίσως καταλήξετε και εσείς ότι κοιτίδα της αστικής τάξης, μαζί φυσικά με τον Πειραιά τον Βόλο και την Πάτρα, είναι αυτή η πανέμορφη ‘’πλωτή πόλη’’.

Σημειώσεις:

(1) Λεπτομερή έκθεση για τις ανασκαφές στο νησί Σάλιαγκος δείτε I. Evans και C. Renfrew, Excavation at Saliagos near Antiparos, Annual of the British School of Athens 1968.

(2)Μετά την έρευνα και την αποκάλυψη του οικισμού στην νησίδα Σάλιαγκος, ο ερευνητής αρχαιολόγος περιηγήθηκε την Θεσσαλία από το 1889 έως το 1906 δίνοντας πρώτος έναν συστηματικό κατάλογο εξήντα τριών προϊστορικών οικισμών της Θεσσαλίας. Παράλληλα διενήργησε εκτεταμένες ανασκαφές στους νεολιθικούς οικισμούς του Σέσκλου και του Διμηνίου.  

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 35 τ.χ., Ακτογραμμή: 57 χλμ, Υψόμετρο: 0 – 299 κορυφή Προφήτης Ηλίας, Πληθυσμός: 1057 κατ (‘01), Πρωτεύουσα: Αντίπαρος - Κάστρο, Νομός: Κυκλάδων, Απόσταση από Πειραιά 95 ν.μ., Διάρκεια ταξιδιού 4ω 30’ μέχρι Παροικιά, από εκεί 10’ για Πούντα και 10’ για Αντίπαρο.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 22840

ΔΙΑΜΟΝΗ: www.antiparos-isl.gr Υπάρχουν εννέα ξενοδοχεία ‘’Ανάργυρος’’ 61237, 61204, ‘’Αντίπαρος’’ 61358, 61340, ‘’Άρτεμις’’ 61460, 61102, ‘’Γαλήνη’’ 61420, ‘’Δήμητρα’’ 61474, ‘’Κοράλλι’’ 61236, ‘’Μανταλένα’’ 61206, ‘’Μπεγλέρι’’ 61378, ‘’Χρυσούλα’’ 61244, και δεκάδες ενοικιαζόμενα ’’Το Κάστρο’’ Κριτσαντώνη – Μαούνη 61423, στον Σωρό - Τριαντάφυλλος Γιώργος 61374, Τριαντάφυλλος Διονύσης 61505, ‘’Μωράκης’’ 61323, ‘’Πατέλη’’ 61265.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην παραλία Αγ. Ιωάννης Θεολόγος, 2χλμ από τον μώλο, το οργανωμένο ‘’Αντίπαρος’’ Τηλ 61410, 61221. Στα Μοναστήρια ή στον Αγ. Γεώργιο ρωτήστε όμως πρώτα να αποφύγετε την ταλαιπωρία, και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Τα καλύτερα πρωινά στην ‘’Νότικα’’ 61323 και την ‘’Μαργαρίτα’’ 91461 στον κεντρικό δρόμο. Ζυμωτό ψωμί, εξαιρετικές πίττες & κρουασάν στον φούρνο του Δημήτρη Παλαιολόγου. Στον ‘’Γιώργο’’ πάνω στον κεντρικό δρόμο,  δοκιμάστε εξαιρετικά μαγειρευτά και ολόφρεσκες σαλάτες, αν είστε τυχεροί ή αν παραγγείλετε 61362, φτιάχνει και εκπληκτική κακαβιά, στην ‘’Κληματαριά’’ 61298 επίσης ισχύουν τα ίδια. Στον μικρό οικισμό Σωρός εκτός από τα δαντελωτά ακρογιάλια υπάρχει και ένα μικρό ταβερνάκι με...του κόσμου τις λιχουδιές. Στον Σωρό το ‘’Περαματάκι’’ 61302, 61211, στον Αγ. Γιώργη δύο ταβέρνες για εξαίρετο χταπόδι στα κάρβουνα, και πρωτόγνωρη ξινομυζήθρα, Κώστας Παρούσος ‘’το Δεσποτικό’’ 23864.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Κοινότητα 61570, Α’ Βοήθειες 61219, Αστυνομία 61202 Τράπεζα με ΑΤΜ / Εθνική.

ΧΡΗΣΙΜΑ: Σπήλαιο Αντιπάρου Ανοιχτά καθημερινά είσοδος 3 EUR. www.antiparos-isl.gr/Locations/CaveGr.htm  Εκδρομές στα γύρω νησάκια, αναχώρηση από τον Μώλο καθημερινά, Κουβαράς Τάσος με τα σκάφη ‘’Θύελλα’’ & ‘’Δελφίνι’’ 61028 και Μυλωνάς Αλέξανδρος με τον ‘’Αλέξανδρο’’ 61273. Συνεργείο δεν υπάρχει, όμως σίγουρα θα σας εξυπηρετήσουν στις ενοικιάσεις Π. Μαρινάτος 61110, 61449, Δ. Σιμιτζής 61289. Λαογραφικό - Αρχαιολογικό μουσείο 61005. Τα αρχαιολογικά ευρήματα από την νησίδα Σάλιαγκος (μία βιτρίνα) και μέρος των ευρημάτων του Δεσποτικού εκτίθενται στο Μουσείο της Πάρου 21231. Καθημερινά εκτός Δευτέρας 08:30 – 15:00, είσοδος 2 EUR.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: Καθημερινά με όλα τα πλοία από Πειραιά – Πάρο, από Θεσσαλονίκη ή Ραφήνα, Λιμεναρχείο Πειραιά 2104226000 διάρκεια ταξιδιού 4ω 30’ - 95 ν.μ., Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης 2310531504 – 5, διάρκεια ταξιδιού 15 ώρες -250ν.μ, Λιμεναρχείο Ραφήνας 2294022300 διάρκεια ταξιδιού 6.30΄- 82ν.μ. Η συντομότερη επιλογή είναι από Πειραιά με τα highspeed I, II, III, IIII, 2ω30’, ή με τα Blue Star του Στρίντζη 2108919800 www.bluestarferries.com. Τηλ λιμεναρχείου Πάρου 21240, Τηλ λιμενικού Σταθμού Αντιπάρου 61231. Στην Πάρο έχετε δύο επιλογές ή από Παροικιά – Αντίπαρο 30’ - 3 ν.μ, ή Πούντα – Αντίπαρο 10’ - 1200μ κάθε μισή ώρα. Εισιτήρια: Κόστος (Φεβ 03) 20,70 EUR το άτομο, 13,00 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 19,50 EUR πάνω από 250 cc.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Υπάρχουν δύο ακριβώς έξω από το χωριό. 

ΧΑΡΤΕΣ: όλες οι εκδόσεις που διαθέτουν την Πάρο έχουν και την Αντίπαρο. Η πιο αξιόπιστη είναι η ΑΝΑΒΑΣΗ Επίσης Γ.Υ.Σ. Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού, Πεδίον Άρεως 2108842811. Αγοράστε 2 φύλλα 1: 50.000 Δεσποτικό, Πάρος. Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 29 ‘’Νομός Κυκλάδων’’ με όλες τις Κυκλάδες, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Πάρος – Αντίπαρος με τα μάτια των Χαρτογράφων & περιηγητών / Κυριακή Ραγκούση – Κοντογιώργου   έκδοση Ανθέμιον – Πάρος 2000, Το Σπήλαιο της Αντιπάρου / Κυριακή Ραγκούση – Κοντογιώργου / έκδοση Ανθέμιον – Πάρος 2000.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ:Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  - τ.κ. 42032  Πύλη, Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΑΝΤΙΠΑΡΟ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

  • Το Ελληνικό Αρχιπέλαγος / Σπύρος Ασδραχάς / έκδοση Ολκός Αθήνα 1985
  • Το Κάστρο της Αντιπάρου / Μαριγώ – Φίλιππα – Αποστόλου / Αθήνα 1978
  • Εξωκλήσια της Αντιπάρου / Ομάδα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Γυμνάσιο Αντιπάρου 1996
  • Αντίπαρος / Κοινότητα Αντιπάρου 1997.
  • Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley Καθημερινή / Αθήνα 1998
  • Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992.
  • Το Αιγαίο / Επίκεντρο Ελληνικού πολιτισμού / Μέλισσα
  • Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου / Υπουργείο Αιγαίου – Πανεπιστήμιο Αθηνών 1999
  • Η Πειρατεία στην Τουρκοκρατία / Αλεξάνδρα Κραντονέλλη / Επτά ημέρες / Καθημερινή 16/2/1997.
  • Κάστρα και Πυργόσπιτα / Μαριγώ – Φίλιππα – Αποστόλου / Επτά ημέρες / Εφημ. Καθημερινή 16/2/’97
  • Δεσποτικό / Χαρά Κιοσσέ / Βήμα / 6/1/’02 & 15/12/’02
  • Ένα νησάκι σαν Μουσείο / Ν. Κοντράρου Ρασιά / Ελευθεροτυπία 7/7/02

 ΒΟΡΕΙΟ ΑΙΓΑΙΟ (6920 λέξεις)

ΝΗΣΟΣ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ αρχ. Σαόννησος ή Σαώκις - Ομηρική Υλυέσσα

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Στο νησί όλων των καιρών

Ο επίγειος παράδεισος της ακριτικής Σαμοθράκης, με τα δάση, τα άφθονα κρυστάλλινα νερά, τους επιβλητικούς καταρράκτες αλλά και την υδροκίνηση, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, σε συνδυασμό με τους αξιόλογους, αρχαιολογικούς χώρους είναι ένας προορισμός που θα ενθουσιάσει τους φυσιολάτρες, αλλά και όσους αντικρίζουν με θετική διάθεση την αχλή και τα σπαράγματα της αρχαίας ιστορίας ενός τόπου. 

Ο χωματόδρομος από την Μαρώνεια προς τον αρχαιολογικό χώρο Μεσημβρία Ζώνη σε πολλά σημεία είναι άσχημος, αλλά αποζημιώνει με το παραπάνω λόγω της γειτνίασης με την θάλασσα και την αλμύρα. Μέσα στην καλοκαιρινή ζέστη είναι προτιμότερο να οδηγήσετε από εδώ – σύντομα άλλωστε θα ασφαλτοστρωθεί – μέχρι την Αλεξανδρούπολη. Από τον χώρο της Μεσημβρίας φαίνεται ολοκάθαρα ο ψηλός ορεινός όγκος της Σαμοθράκης, ανάλογα δε τους αέρηδες είναι και η ομίχλη στην κορυφή του ή στα παράλια.

Αυτή η άχλη που όσο πλησιάζετε στο νησί τόσο προκλητική και μυστηριώδης γίνεται. Το βουνό της, Φεγγάρι ή ΣΑΟΣ, υψώνεται ανάμεσα στην θάλασσα και στον ουρανό στα 1611 μ και είναι μετά τις κορφές της Κρήτης και την Εύβοιας το ψηλότερο βουνό σε νησί του Αιγαίου. Πολύ κοντά από την Αλεξανδρούπολη - μόλις εικοσιτέσσερα ν. μίλια - ανάλογα το πλοίο, δύο το πολύ δυόμισι ώρες, σας υποδέχεται η Καμαριώτισσα, το λιλιπούτειο οργανωμένο χωριουδάκι – λιμάνι του νησιού. Ανεπτυγμένη τα τελευταία χρόνια με πολλά ενοικιαζόμενα δωμάτια, ταβέρνες – μπαράκια πολλές εξυπηρετήσεις για τον ταξιδιώτη – περιηγητή που αρχικά ίσως ξεγελαστεί φέρνοντας στο μυαλό του ένα πολύβουο χωριό Αύγουστο μήνα. 

Φυσικά δεν έχει σχέση με το νησί που αντίκρισα το ’92 πόσο μάλλον το ’87 που ήρθα πρώτη φορά. Όμως η πραγματική χαρισματική δύναμη της Σαμοθράκης κρατιέται ακόμη αλώβητη, κρυφή θάλεγε κανείς, από τα αδιάκριτα βλέμματα αφού παραμένει ίδια, ανέπαφη ακριβώς όπως πριν δεκαπέντε χρόνια. Ίσως να είναι ιδέα μου όμως οι χάρες της – αυτό ισχύει για τα περισσότερα νησιά – δεν αποκαλύπτονται εύκολα. Η ύπαρξη του τυπικού εξοπλισμού για κατασκήνωση θα φανεί εξαίρετη λύση στην αρχή του καλοκαιριού μια που το νησί δεν έχει δεχθεί ακόμη πολλούς επισκέπτες και το δημοτικό κάμπινγκ είναι εντελώς άδειο. 

Το νησί με τα 13 χωριά και τους 8 μικρούς οικισμούς είναι καταπράσινο, πνιγμένο μέσα στην πυκνή βλάστηση που κυριαρχούν οι ελιές, οι καστανιές, τα θαμνόκεδρα, τα πλατάνια, και τα σφενδάμια. Η Σαμοθράκη είναι ίσως το μοναδικό νησί στην Ελλάδα που έχει μεγάλα και σε τόση έκταση πλατανοδάση που φτάνουν ως την παραλία!!. Το πλούσιο σε νερό υπέδαφος που κατηφορίζει από το Σάος, βοηθά τα θαμνοειδή που καλύπτουν με μυρτιές, τσικουδιές, κουμαριές, αγριογκορτσιές, σπάρτα και ρείκια, σχεδόν τα πάντα. Τα δεκάδες επιφανειακά ρυάκια και ποταμάκια είναι καλυμμένα στις όχθες από λυγαριές, φτέρες, μέντες, πικροδάφνες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στον κατάλογο με τα 449 Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους (ΤΙΦΚ), που έγινε από ομάδα ερευνητών του Πολυτεχνείου η Σαμοθράκη παρά το μικρό της μέγεθος έχει καταχωρηθεί με τρία Τοπία. Για να αντιληφθείτε την σύγκριση, ολόκληρος ο νομός Έβρου έχει ένα Τοπίο. Τα Τ.Ι.Φ.Κ. της νήσου είναι το Φαράγγι Γριά Βάθρας (Βαράδες), το Φαράγγι Τστομάρι, και το Φαράγγι του Φονιά.

Η φύση της Σαμοθράκης σε συνδυασμό με τις αρχαιότητες είναι μοναδική και πρέπει να προστατευτεί από την ανεξέλεγκτη κτηνοτροφία και την υπερβόσκηση, αφού ήδη σε πολλά σημεία η βλάστηση κοντεύει να εξαφανιστεί από τα επιδοτούμενα κατσίκια (τα αγριοκάτσικα που υπήρχαν, έχουν εξαφανιστεί εδώ και χρόνια) που περιπλανούνται στις βουνοκορφές, όπως ακριβώς και στην αρχαιότητα. Περισσότερο όμως από τις πραγματικά παραδεισένιες φυσικές ομορφιές της, την βαραίνει μια κληρονομιά ένδοξης ιστορίας τριών χιλιάδων χρόνων. Αποτέλεσε από τους αρχαίους χρόνους φυσικό σημείο έλξης του ταξιδιώτη, του εμπόρου, του καπετάνιου. Μάρτυρες τα εκατοντάδες αρχαιολογικά ευρήματα που οδηγούν από τους προϊστορικούς χρόνους, στην νεολιθική και την εποχή του χαλκού. Στο νησί υπάρχουν διάσπαρτα πελασγικά ίχνη, ενώ ως πρώτος οικιστής του αναφέρεται ο Σάων, γιος του θεού Ερμή (ή του ίδιου του Δία) και κάποιας νύμφης.

Ο Ίωνας Δραγούμης στο βιβλίο του ‘’Σαμοθράκη’’ γράφει: στο νησί με την παλιάπολη που βρήκαν την πάγκαλη πολύτιμη νίκη κουτσουρεμένη από τα χρόνια τα βάρβαρα και την άρπαξαν ξένοι στα ξένα και βρήκαν τα θέμελα πεσμένων ναών και τοίχους, τείχη πελασγικά, ελληνικά και ρωμαϊκά, και τοίχους βυζαντινούς, και πύργους βυζαντινούς και γενοβέζικους, στο νησί όλων των καιρών. 

Αρχές Ιουνίου είναι θαυμάσια για περιήγηση. Πάνω που φεύγει η Άνοιξη αφού πρώτα έχει πλημμυρίσει τα τοπία με μυρουδιές και χρώματα από τα δεκάδες αγριολούλουδα. Οι επισκέπτες λίγοι και στους ντόπιους περισσεύει η ευγένεια, έτσι κι’ αλλιώς. Η Καμαριώτισσα είναι ο οδικός ‘’κόμβος’’ που συνδέει το Βόρειο με το Νότιο τμήμα του νησιού. Ο Νότιος δρόμος οδηγεί στην παραλία Παχιά Άμμο, όμως στην αρχή της διαδρομής κοντά στον Άγιο Δημήτριο δοκιμάστε να κατεβείτε νότια, προς την θάλασσα. Πολύπλοκοι χωματόδρομοι και από κοντά το ρέμα Πολυπούδι οδηγούν στην παραλία με τα χοντρά βότσαλα και στο πανάρχαιο παρελθόν της νήσου. 

Αρχαιολογικός χώρος νοείται όλος ο χώρος γύρω από τον λοφίσκο στα δεξιά σας και είναι πρακτικά ανοιχτός, εκτός της κύριας ανασκαφής που είναι κλειστή και καλυμμένη με τσίγκους. Κάποια μικρά παράνομα ανοίγματα – σχισίματα σε αυτούς ίσως σας δώσουν την δυνατότητα να ‘’δείτε’’ μέσα. Οι πρώτοι κάτοικοι και η πρώτη μέχρι σήμερα γνωστή οργανωμένη κοινότητα της νήσου έζησε στην Νοτιοδυτική παραλία της, σε αυτή ακριβώς που περπατάτε. Οι επιχώσεις του οικισμού, ο οποίος είχε διάρκεια τριών χιλιετιών, σχηματίζουν το ύψωμα Μικρό Βουνί όπου το πάχος των επιχώσεων φτάνει τα 8 μέτρα. Έχει έκταση 10 στρ η οποία αντιστοιχεί σε έναν πληθυσμό 500 ατόμων και αποτελεί μια από τις πρωτοαστικές αιγιακές ‘’πόλεις’’. Στα σημαντικά ευρήματα του οικισμοί Μικρό Βουνί και στο ΒΑ Αιγαίο ήταν μερικά ’’έγγραφα’’ σε πηλό ενός μινωικού αρχείου, για πρώτη φορά τόσο μακριά από την Κρήτη. Η Μινωική παρουσία εδώ είχε εμπορικό χαρακτήρα και ήταν σαφώς μια ανακτορική επιχείρηση. 

Στην συνέχεια της διαδρομής θα συναντήσετε τις πινακίδες προς Μακριλιές – Ξεροπόταμο. Οδηγήστε μέσα από μια θαυμάσια διαδρομή προς τον πανέμορφο ξεχασμένο οικισμό του Ξεροπόταμου και περπατήστε κοντά στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, ανάμεσα στα παλιά μονόροφα πετρόχτιστα – πλινθόκτιστα σπίτια, ορατά σημάδια του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος που έπληξε το νησί από το 51’ (πληθ 4258) μέχρι το 1981 (πληθ 2871). Ελάχιστοι κάτοικοι, που ζουν από την κτηνοτροφία και ότι, αυτή πια μπορεί να προσφέρει. Στο χωριό υπάρχει καφενεδάκι – μίνι market που λόγω εποχής ήταν κλειστό. Εντυπωσιάζει το χορταριασμένο, μέσα στην εγκατάλειψη, παλιό σχολείο με την – κλασική στη Βόρεια Ελλάδα – προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου στον προθάλαμο.    

Ένα στενό δρομάκι σας φέρνει στον εγκατελειμένο από χρόνια λαδόμυλο1 του Πλάτωνα Τερζή, σπάνιο αρχιτεκτονικό δείγμα της πρωτοβιομηχανικής εποχής της Σαμοθράκης. Αυτός ο λαδόμυλος έφτανε τα 800 – 1000 κιλά λάδι σε δύο βάρδιες οκτάωρες. Το 1912 ο Γ. Τερζής κλείνει συμφωνία με το μηχανοποιείο & ναυπηγείο ‘’Βασιλειάδης’’ στον Πειραιά για την ‘’Εγκατάστασιν υδροκίνητου ελαιουργείου & αλευρόμυλου προφανώς για τον λαδόμυλο στο Ξεροπόταμο. Το 1971 ο ίδιος μύλος έγινε πλέον ηλεκτροκίνητος που όμως σύμφωνα με μαρτυρία του Πλάτωνα Τερζή ‘’με το νερό δουλεύαμε καλύτερα απ’ ότι σήμερα με την ηλεκτροκίνηση’’. Γενικά στο νησί υπάρχουν αρκετοί λαδόμυλοι – νερόμυλοι που μαζί με την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Χώρα θεωρούνται από τους αρχαιολόγους τα μοναδικά παραδείγματα μνημειακής αρχιτεκτονικής στο νησί τα τελευταία 125 χρόνια.

Τόσο οι νερόμυλοι όσο και οι λαδόμυλοι, εκτός από έναν στο χωριό Μακρυλιές που γύριζε με ζώο, δούλευαν με την δύναμη του νερού, που στην Σαμοθράκη υπάρχει άφθονο. Οι υδρόμυλοι του νησιού είναι του λεγόμενου ‘’Ανατολικού’’ ή ‘’Ελληνικού’’ τύπου και όπως στα ορεινά χωριά της Πίνδου είχαν φτερωτή στο κάτω μέρος ενός άξονα. Ο άξονας μέσω της κατώπετρας, στερεώνεται στην πανώπετρα την οποία με την δύναμη του νερού κινεί. Ότι καρπός πέσει ανάμεσά τους (κριθάρι – στάρι – καλαμπόκι αλλά και φασόλια – σύκα – ρόβι) συνθλίβεται και από ένα εξωτερικό άνοιγμα βγαίνει το αλεύρι ή το λάδι στην συνηθέστερη περίπτωση στην Σαμοθράκη. 

Υπάρχουν διαφορές από τύπο σε τύπο όμως η κυριότερη (και η πιο εντυπωσιακή) είναι το σημείο και ο μηχανισμός που το νερό διοχετεύεται στον μύλο. Το νερό σε όλες τις περιπτώσεις ‘’πέφτει’’ από ψηλά μέσω ενός ξύλινου παλιά τσίγκινου στις μέρες μας, χωνιού - κώνου (καρίκι) ανοιχτού επάνω ενώ όσο φτάνει στην βάση του μύλου στενεύει. Έτσι το νερό αποκτά μεγαλύτερη δύναμη και πέφτοντας στην φτερωτή κινεί τις μυλόπετρες. Η διαφορά των λαδόμυλων είναι ότι το νερό ‘’πέφτει’’ πάνω στα πτερύγια του κατακόρυφου μεγάλου τροχού που με την σειρά του κινεί τον άξονα και αυτός με τη σειρά του τις μυλόπετρες.  

Από τον οικισμό ξεκινά ένα θαυμάσιο, απόκρημνο μονοπάτι και κανάλι ταυτόχρονα για νερό, που σε 20 – 30’ σας φέρνει σε ένα εκπληκτικά πυκνό δασωμένο τοπίο, σ’ έναν πανέμορφο πλουσιότατο σε νερά Καταρράκτη & βάθρα του Ξεροπόταμου, από τους πιο όμορφους συνδυασμούς στο νησί. Παραδεισένιο περιβάλλον – ξεκούραση, δροσιά, και γιατί όχι ωραία ευκαιρία για δροσερό καφέ ή κολατσιό με ουζάκι προαιρετικά.

Η διαδρομή συνεχίζει και οδηγεί σύντομα στην δστ Λάκκωμα – Πρφ Ηλίας – παραλία Παχιά Άμμος. Το Λάκκωμα έχει πολύ ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική που θα την δείτε ολοζώντανη και χρηστική όταν περπατήσετε στις γειτονιές του.    Υπάρχουν καφενεδάκια ανοιχτά όλο τον χρόνο. Στην έξοδο του χωριού και σε πείσμα θάλεγε κανείς του καιρού στέκονται δύο μεγάλα συγκροτήματα λαδόμυλων, του Αναστασιάδη και του Χανού. Η πρώτη, σήμερα χρονολογήσιμη χρήση της υδραυλικής ενέργειας για την κίνηση λαδόμυλου στην Σαμοθράκη τοποθετείται το 1896 στον μύλο Αναστασιάδη με την μεγάλη ξύλινη ‘’ροδάνα’’ εξωτερικά. Αναφέρεται ότι η παραγωγή του λαδόμυλου Αναστασιάδη ήταν 650 – 800 κιλά λάδι την ημέρα, ενώ ο γειτονικός λαδόμυλος (στην δστ) του Γεωργίου Χανού σε ‘’καλές’’ εποχές έβγαζε 60 – 80 τόνους την χρονιά. 

Μόλις δύο χλμ πάνω από το Λάκκωμα είναι το ψηλότερο χωριό του νησιού ο Πρφ. Ηλίας στα 300 μ Υ, με την ομώνυμη εκκλησία με τον τεράστιο σταυρό και την όμορφη θέα μεγάλου μέρους του κάμπου (θυμάμαι ότι από εδώ εντόπισα την τοποθεσία ‘’Μικρό Βουνί’’ επειδή γυάλιζαν οι τσίγκοι του στεγάστρου). Το καλύτερο ηλιοβασίλεμα του νησιού αλλά και η καλύτερη …σούβλα επίσης. Το σπεσιαλιτέ είναι κατσικάκι αλλά και τα νοστιμότατα αρνιά δεν λείπουν. Ο δρόμος κάνει έναν μικρό κύκλο και κατεβαίνει από τον οικισμό Καστέλι πάλι στο Λάκκωμα.

Παλιότερα, στο Λάκκωμα σταματούσε η άσφαλτος, και ο κακοτράχαλος χωματόδρομος είχε κοστίσει πολλά αμορτισέρ και πολύ περισσότερες φθορές σε όποιους τολμούσαν να οδηγήσουν προς την παραλία. Αυτά βέβαια αποτελούν παρελθόν και ο καλός ασφάλτινος πλέον δρόμος διασχίζει τους αγροτικούς οικισμούς Δάφνες και Κοιτάδα τους απέραντους ελαιώνες οδηγώντας άνετα προς την Παχιά Άμμο. Αριστερά σας σε λίγα χλμ υπάρχει πινακίδα ‘’Παναγία’’ 1,5 χλμ που σας στέλνει προς το βουνό και το ξωκλήσι. Λίγο πριν τελειώσει ο δρόμος διακλαδώνεται αριστερά ανεβαίνοντας ακόμη πιο ψηλά απ’ όπου η θέα είναι ακόμη καλύτερη. Αν αγνοήσετε την δστ σε δύο χλμ περίπου ο βατός χωματόδρομος σταματά και με τα πόδια πλέον ανεβαίνετε τα σκαλοπάτια φτάνοντας στα 600 μ Υ, σε μια ωραιότατη τοποθεσία με εκπληκτική θέα που είναι κτισμένο το ολόλευκο ξωκλήσι της Κρημνιώτισσας. 

Οι περισσότεροι επισκέπτες κάνουν ολόκληρη την διαδρομή με τα πόδια λόγω του πανέμορφου καταπράσινου τοπίου. Η πίστη προς την Παναγία είναι και στην Σαμοθράκη μεγάλη, εκφράζεται δε με διάφορες παραδόσεις, κυρίως για την Παναγία την Καμαριώτισσα και την Παναγία την Κρημνιώτισσα.Το μοναδικά όμορφο τοπίο ενθουσιάζει τους επισκέπτες. Σε πρώτο πλάνο η πανέμορφη παραλία Παχιά Άμμος, το Αιγαίο, ενώ στο βάθος το νησί της Ίμβρου που απέχει μόλις 12 ν.μ. Το ξωκλήσι κτίστηκε το 1887 και ανακαινίστηκε το 1999, μετά από την πυρκαγιά που κατέστρεψε το όμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο της. Η θεωρούμενη θαυματουργή  από τους ντόπιους, εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε από τότε στην Κοίμηση της Θεοτόκου στην Χώρα. Μέσα στο εκκλησάκι υπάρχει βιβλίο επισκεπτών με πληθώρα ευχών σε όλες τις γλώσσες.

Ο κεντρικός Νότιος ασφαλτοστρωμένος δρόμος σταματάει στην παραλία της Παχιάς Άμμου. Υπάρχουν και άλλες παραλίες με εύκολη πρόσβαση στο νησί (Κήπου – Πύργος του Φονιά) όμως αυτή πραγματικά φαντάζει μοναδική. Ίσως η καλύτερη παραλία της Σαμοθράκης με πρασινογάλαζα νερά και λεπτή λευκή άμμο. Από εδώ ξεκινά μονοπάτι ‘’γραμμένο’’ στο έδαφος, για την μεγάλη παραλία Βάτο, στην οποία μπορείτε επίσης να πάτε και με φουσκωτό με καΐκι ή βάρκα. Ρωτήστε τους αδελφούς Κάπελα στο ταβερνάκι για την πεζοπορική διαδρομή (να είστε σίγουροι) αλλά και για την μετάβαση στο Βάτο με  πλεούμενο. Οι δύο αυτές παραλίες είναι ιδανικοί τόποι για ελεύθερο κάμπινγκ, ανάμεσα από σπηλιές με γλάρους και περιστέρια, αρκεί να προβλέψετε για προμήθειες και ανοιχτήρι για το κόκκινο κρασί. Εξυπακούεται ότι στο ταβερνάκι θα γευθείτε ολόφρεσκα ψαρικά αλλά και σπιτικά μαγειρευτά ή σπέσιαλ ουζομεζέδες.

Επιστρέφοντας στην Καμαριώτισσα περιπλανώμενοι, θα διαπιστώσετε ότι εκτός από συγκοινωνιακός κόμβος αποτελεί και το ενεργειακό κέντρο του νησιού, αφού έξω από το λιμάνι προς τον μυχό του κόλπου υπάρχουν τέσσερις ανεμογεννήτριες των 55 KW για την παραγωγή ρεύματος που δίνει σχετική αυτάρκεια στο νησί. Δίπλα από το ανθρώπινο έργο υπάρχει ένας φυσικός, μικρός αλλά πολύ σημαντικός υγρότοπος η λιμνοθάλασσα του Αγίου Ανδρέα που αποτελείται από δύο αλμυρές λίμνες. Αυτή η περιοχή, αλλά και ολόκληρο το νησί ουσιαστικά, αφού υπάρχουν και άλλες εποχικές λιμνούλες, παρουσιάζει ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον γιατί είναι ένας από τους λίγους ‘’σταθμούς’’ - ‘’στάσεις’’ για ανάπαυση και διατροφή που συναντούν τα αποδημητικά πουλιά στους εναέριους μεταναστευτικούς διαδρόμους τους, που οδηγούν από την Ανατολική Ευρώπη μέσω Βοσπόρου, στην Αφρική. 

Μερικά είδη που ξεκουράζονται εδώ και υπάρχει πιθανότητα να τα δείτε και σε άλλα μέρη της νήσου είναι Ερωδιοί, Κορμοράνοι, Καλαμοκανάδες, Πελαργοί, Χαλκόκοτες. Στις παραλίες μπορεί να συναντήσετε Νυχτοκόρακες, ενώ τα αρπακτικά όπως ο Χρυσαετός, που εδώ είναι γνωστός με το λαϊκό του όνομα Σταυραετός, υπάρχουν σε όλο το νησί. Παλιότερα ο αετός αυτός υπήρχε σε πολύ μεγαλύτερους πληθυσμούς. Σήμερα όμως, έχει εκδιωχθεί από τους κτηνοτρόφους επειδή δήθεν, αποτελούσε απειλή για τα κατσίκια. Ευτυχώς ακόμα υπάρχουν ο Φιδαετός και ο Σπιζαετός καθώς και πολλά είδη γερακιών.  

Για τους επισκέπτες, το Βόρειο τμήμα του νησιού είναι το πιο ενδιαφέρον και είναι αυτό που ‘’σοβαρεύει’’ την περιήγηση όχι άδικα, αφού εδώ είναι μερικοί από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους στο Αιγαίο και από τα σημαντικότερα θρησκευτικά Ιερά. Η Θρησκεία τα μυστήρια και οι δοξασίες, η λατρεία των Μεγάλων Θεών και η ύπαρξη των Καβείριων Μυστηρίων έφεραν μαζί τους την αίγλη και τη μεγάλη δόξα στην αρχαία Σαμοθράκη κάνοντάς την να ξεχωρίζει ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις. 

Αυτή η μορφή θρησκευτικής εμπειρίας στην αρχαία Ελλάδα ήταν φημισμένη και σεβαστή από τον 5ο αι. π.Χ. περιλαμβάνοντας ‘’Μυστήρια’’ που πιστευόταν πως είχαν θεία προέλευση. Η μύηση σε αυτά, ήταν το ίδιο φημισμένη και προϋπήρχε των Ελευσινίων που τελούνταν στο Ιερό της Δήμητρας και της Κόρης στη Μεγαρίδα της Ελευσίνας. Ο μέγας Θρακιώτης μύστης Ορφεύς (έζησε περί το (20 – 22000 π.Χ.) ο ιδρυτής και εφευρέτης της θρησκείας και των γραμμάτων μυήθηκε στην Σαμοθράκη όπου είδε τα μυστήρια, επαναπροσδιόρισε τα της θεογονίας – κοσμογονίας και ίδρυσε, με τον μαθητή του Μουσαίο, τα Ελευσίνια μυστήρια. 

Η λατρεία των Μεγάλων Θεών είχε προκατακλυσμιαίες – προελληνικές ρίζες και αφομοιώθηκε από τους Έλληνες αποίκους που έφθασαν εδώ γύρω στο 700 π.Χ. Για την ιστορία της Παλιάπολης στην αρχαιότητα γνωρίζουμε πολύ λίγα, όμως το Ιερό συνέχιζε να ακμάζει και η δημοτικότητά του συνεχίστηκε αμείωτη στον αρχαίο κόσμο ως τον 3ο αι. μ.Χ. Μετά άρχισε η σταθερή πτώση της αρχαίας θρησκείας μέχρι την διακοπή της τον 4ο αι μ.Χ.   Περιλάμβανε ιεροτελεστίες και Μυστήρια στα οποία γίνονταν δεκτοί πιστοί ανεξάρτητα από κοινωνική τάξη, ηλικία, ή εθνική προέλευση. Οι προελληνικής καταγωγής θεότητες, Μεγάλη Μητέρα (στην τοπική διάλεκτο Αξίερος), που οι έλληνες την ταύτισαν με την θεά της γης Δήμητρα, ο θεός της εφορίας Καδμίλος που τον ταύτισαν με τον Ερμή. 

Στον ίδιο λατρευτικό κύκλο ανήκαν και οι δίδυμοι δαίμονες οι Κάβειροι ενώ αργότερα στην ίδια ομάδα προστέθηκαν δύο ακόμη ισχυρές μορφές: ένας θεός του κάτω κόσμου και η σύζυγος του, που οι Έλληνες καλούσαν με τα γνωστά ονόματα του Άδη και της Περσεφόνης, ενώ στην τοπική διάλεκτο ήταν ο θεός του κάτω κόσμου Αξιόκερσος και η γυναίκα του Αξιόκερσα. Τα μυστικά αυτών των τελετών απέφυγαν να αποκαλύψουν οι αρχαίοι συγγραφείς που αναφέρθηκαν στις τελετές, ‘’οι προβαίνοντες εις την μετάδοσιν των μυστικών εις τους αμύητους και τους βέβηλους ετιμωρούντο δια θανάτου’’. Ο Ηρόδοτος είχε μυηθεί στα Μυστήρια, καθώς και ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Λύσανδρος. Ο Αριστοφάνης αναφέρει τα Μυστήρια, πράγμα που σημαίνει πως πολλοί από τους Αθηναίους ακροατές του ήταν μυημένοι σ’ αυτά. Ο Πλάτωνας φαίνεται πως τα υπαινίσσεται επανειλημμένα με σεβασμό, ενώ ο ίδιος ο Παυσανίας ζήτησε από τους αναγνώστες του να του επιτρέψουν να σιωπήσει. 

Στην κλασική εποχή η φήμη των Μυστηρίων της Σαμοθράκης που αναφέρουν οι Ηρόδοτος και Αριστοφάνης και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς είναι μεγάλη και το Ιερό των Μεγάλων Θεών γίνεται διεθνές θρησκευτικό κέντρο. Οι Έλληνες βασιλείς της Μακεδονίας, της Θράκης, και της Αιγύπτου το έθεσαν κάτω από την προστασία τους και το πλούτισαν με πολυτελείς μαρμάρινες κατασκευές και αναθήματα, ερείπια των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα. Ιδιαίτερα η βασιλική οικογένεια της Μακεδονίας είχε μεγάλη πίστη σ’ αυτές τις τελετές. Αναφέρεται μάλιστα πως ο νεαρός πρίγκιπας Φίλιππος, όταν ήρθε να μυηθεί, γνώρισε την Ολυμπιάδα την πριγκίπισσα από την Ήπειρο και μελλοντική μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αμέσως την ερωτεύτηκε. 

Όλοι οι μετέπειτα Μακεδόνες βασιλείς από τον Φίλιππο τον Β’, τον Μέγα Αλέξανδρο και των διαδόχων του τρέφουν βαθύτατο σεβασμό σ’ αυτά. Η Σαμοθράκη μετά την κατάκτηση της Θράκης και του Ελλησπόντου από τους Πτολεμαίους περιέρχεται στο κράτος της Αιγύπτου. Στην ρωμαϊκή περίοδο το νησί παραμένει ελεύθερο αφού θεωρείται ιερό και το τέμενος των Μεγάλων Θεών άσυλο. Από τις αρχές του 1ου π.Χ. Αι. έρχονται στην Σαμοθράκη ανώτατοι αξιωματούχοι, έμποροι και στρατιωτικοί και μυούνται στα μυστήρια των Καβείρων. Οι ετήσιες γιορτές είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα αν και δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για αυτές. Ακόμα και η ημερομηνία παραμένει άγνωστη. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο τοποθετούνται τέλος Ιουλίου αρχές Αυγούστου. Αν είναι έτσι, σύμφωνα με τον αμερικανό αρχαιολόγο Karl Lehmann, η γιορτή μπορεί να επέζησε ως τις μέρες μας με την μορφή του μεγάλου πανηγυριού της Αγ. Παρασκευής (26 Ιουλίου) στην Παλιάπολη, στον ευρύτερο χώρο του πάρκινγκ - εισόδου στον αρχαιολογικό χώρο.

Νεώτερες ανασκαφές στην άκρη του αρχαίου λιμανιού της Παλιάπολης από την Αμερικάνικη σχολή αποκάλυψαν το 1938 μια πρώιμη χριστιανική Βασιλική που πιθανολογείται πως χτίστηκε μετά από αιώνες, σε ανάμνηση του γεγονότος της στάθμευσης του Αποστόλου Παύλου το φθινόπωρο του 49 - 50 μ.Χ. στον δρόμο του από την Μικρά Ασία προς την Νεάπολη (Καβάλα). Η Βασιλική βρίσκεται στον περιφραγμένο χώρο κάτω από το οχυρό των Gattilusi που χρονολογείται στα 1431 - 3. Η συνέχεια, με τα 999 ξωκλήσια της λαϊκής παράδοσης μαρτυρούν μια πλούσια θρησκευτική χριστιανική ζωή.  

Το 123 μ.Χ. επισκέφθηκε το νησί ο αυτοκράτορας Αδριανός που έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές. Στους Βυζαντινούς χρόνους η Σαμοθράκη μαζί με την Θάσο τη Σκιάθο και τη Σκόπελο είναι πιθανό να είχαν υπαχθεί στο ‘’Θέμα’’ Αιγαίου (842 – 843) ή στα ‘’Θέματα’’ Μακεδονίας και Θράκης. Στα χρόνια του μεσαίωνα η Σαμοθράκη παρακμάζει, τα αρχαία μνημεία της καταστρέφονται ή εκμεταλλεύονται χρησιμοποιούμενα από ασβεστάδες και συλητές σαν οικοδομικά υλικά, γεγονός που κράτησε ως τις μέρες μας. Κατάλοιπο της αρχαίας θρησκείας θεωρείται η περίπτωση της ανύπαρκτης στο εορτολόγιο ‘’αγίας Ανέμης’’. Μέσα στην ποικιλία των θρύλων μεταφέρθηκε από τους αρχαίους χρόνους και η μαγική τελετουργία για την κατάπαυση των σφοδρών πραγματικά ανέμων που πνέουν από το ανοιχτό πέλαγος, τη Ροδόπη και τα Δαρδανέλια. Ο κατάδεσμος των ανέμων αποτελούσε μαγική πρακτική με αρχαιότατη παράδοση στον ελληνικό χώρο και η Σαμοθράκη ήταν από αυτούς τους χώρους που μπορούσε κανείς να προμηθευτεί κατάδεσμους ανέμων. Νεώτερη έρευνα έδειξε ότι στην ‘’αγία Ανέμη’’ γινόταν από τις γυναίκες ένα είδος κατάδεσμου του ανέμου, όταν αυτός φυσούσε επικίνδυνα για τη γεωργική παραγωγή.

Τις πρώτες ανασκαφές άρχισε η γαλλική αποστολή με τους Deville και Cocquart το 1856. Το 1863 επισκέφθηκε το νησί ο M. Champoiseau, Γάλλος πρόξενος τότε στην Αδριανούπολη. Εντυπωσιασμένος από τα ερείπια του Ιερού Χώρου άρχισε να ανασκάπτει τα σπαράγματα που οδήγησαν στην τυχαία εύρεση από Έλληνες εργάτες της Φτερωτής Νίκης της Σαμοθράκης, αναγγέλλοντας του: ‘’Κ ύ ρ ι ε   ε ύ ρ α μ ε   μ ι α   γ υ ν α ί κ α’’. Ένα από τα ωραιότερα αγάλματα που δημιούργησε ποτέ ο άνθρωπος έβλεπε πάλι το φως της ημέρας. Με ύψος 2,60 μ από Πάριο μάρμαρο, η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης ή ‘’Φτερωτή Νίκη’’ είναι σαν να ξεχύνεται μπροστά με ορμή, (ενώ στην πραγματικότητα προσεγγίζει για να στεφανώσει το νικητή κυβερνήτη και τους ναύτες του) βοηθούμενη και από τα μεγάλα φτερά. Ο Champoiseau αντιλαμβάνεται αμέσως την αξία της και ειδοποιεί την Γαλλική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Σε λίγο χρόνο φτάνει στο νησί γαλλικό πολεμικό πλοίο που θα μεταφέρει το άγαλμα στην Γαλλία, στο Λούβρο. 

Από τότε οι αρχαιολογική έρευνα εντάθηκε με πολλές αποστολές ξένων αρχαιολογικών σχολών και τα έτη 1873 – 1875 αποκαλύφθηκε το Πρόπυλο του Πτολεμαίου Β’, η Στοά και τμήματα από το Ιερό, το Τέμενος και η περίφημος Θόλος της Αρσινόης (288 – 281 Π.χ.) το μεγαλύτερο κλειστό, κυκλικό οικοδόμημα που είναι γνωστό στην ελληνική αρχιτεκτονική. Το 1891 ο M. Champoiseau επέστρεψε στην Σαμοθράκη και πήρε στο Παρίσι τα κομμάτια της βάσης που παρίστανε την πλώρη ενός πλοίου που πάνω του στεκόταν η Νίκη. Είναι πολύ πιθανό ότι το έργο αυτό είναι δημιουργία ενός Ρόδιου τεχνίτη των αρχών του 2ου π.Χ. αιώνα, του Πυθόκριτου, και ανατέθηκε στο Ιερό των Μεγάλων Θεών προστατών των θαλασσινών από τους κατοίκους της Ρόδου, ύστερα από μια μεγάλη ναυτική νίκη του στόλου τους. Γνωρίζουμε πως το 190 π.Χ. ο Ρόδιος ναύαρχος Εύδαμος επικεφαλής ενός συμμαχικού στόλου (Ρωμαίων και των αντιπάλων του Αντιόχου ΙΙΙ Ελλήνων) διέλυσε τις ναυτικές δυνάμεις του Αντιόχου του ΙΙΙ (222 – 187 Π.χ) έξω από την Σίδη της Κιλικίας και την Μυόννησο. Δεν είναι απίθανο ο νικητής ναύαρχος, γυρνώντας στην πατρίδα του, να θέλησε να απαθανατίσει την μεγάλη επιτυχία του με την ανάθεση αυτού του μνημείου στην Σαμοθράκη. 

Το 1938, το Ίδρυμα Αρχαιολογικών Ερευνών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Σαμοθράκη αρχίζοντας συστηματικές ανασκαφές που αμέσως οδήγησαν στην ανακάλυψη του Ανακτόρου διάφορων άλλων ερειπίων, νεκροταφείων κ.α. Η οικοδόμηση του μουσείου άρχισε αμέσως από την αμερικάνικη αποστολή (υπάρχει εντοιχισμένη αναμνηστική επιγραφή πάνω από την είσοδό του) και σύντομα άρχισε να γεμίζει ασφυκτικά από τα ευρήματα, δημιουργώντας επιτακτικά την ανάγκη επέκτασης. Αυτή έγινε πραγματικότητα τα έτη 1953 – 54 με την δημιουργία της νότιας και της δυτικής πτέρυγας. 

Στα αρχαιολογικά ευρήματα περιλαμβάνονται και τα επονομαζόμενα ‘’τυχαία’’ που εντοπίσθηκαν από ντόπιους καθώς και έναν μεγάλο αριθμό αρχαιοτήτων που είχαν συγκεντρωθεί κατά το παρελθόν στην εκκλησία Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1875) της Χώρας από τον γιατρό και μεγάλη προσωπικότητα της νήσου Νικόλαο Φαρδύ2. Στις μέρες μας επιβάλλεται η επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο της Παλιάπολης όπου σε μια έκταση 50 στρεμμάτων πλέον, βρίσκεται το άψογο - πληθωρικό σε εκθέματα - Αρχαιολογικό μουσείο, ο τεράστιος αρχαιολογικός χώρος όπου θα δείτε τα αναστηλωμένα ερείπια του Ιερού των Μεγάλων Θεών, τη Θόλο της Αρσινόης, τα δύο θέατρα, την αρχαία πόλη, και πληθώρα κτηρίων. Στην τέταρτη αίθουσα του μουσείου εκτίθεται γύψινο αντίγραφο της Νίκης της Σαμοθράκης ενώ το αυθεντικό γλυπτό φιλοξενείται στο Μουσείο του Λούβρου τοποθετημένο στο αρχικό πλοίο – βάθρο, στην αίθουσα ελληνικής γλυπτικής (Denon 8 – 1ος όροφος). www.louvre.fr

Μετά την Παλιάπολη ο δρόμος οδηγεί στο λιμάνι των Θέρμων απ’ όπου σε καθημερινή βάση το καλοκαίρι αναχωρούν τα δύο πλοιάρια για τον κλασικό ‘’γύρο του νησιού’’. Το ταξίδι περιλαμβάνει βόλτα στην Νότια πλευρά που δεν υπάρχει δρόμος. Σε αυτή την ευχάριστη είναι αλήθεια διαδρομή θα δείτε τον καταρράκτη ‘’Κρεμαστό’’ που ‘’πέφτει’’ στην θάλασσα από 100 τουλάχιστον μέτρα, τα παράξενα σχέδια στα βράχια ‘’της Γριάς τα Πανιά’’ και τις παραλίες ‘’Γιάλι’’ και ‘’Βάτο’’. Για φαγητό θα σταματήσετε (εκτός αν συνεννοηθείτε αλλιώς) στην Παχιά Άμμο. Ο ανηφορικός δρόμος στην συνέχεια, σας φέρνει μέσα στην πυκνή βλάστηση του χωριού. Τα Θέρμα ή Λουτρά ήταν από τα αρχαία χρόνια γνωστά για τις θερμές – θειούχες ιαματικές πηγές του. Οι Βυζαντινοί γνώριζαν για τις θεραπευτικές ιδιότητες τους. Σήμερα λειτουργεί το σχετικά νέο δημοτικό υδροθεραπευτήριο και οι εγκαταστάσεις με τις ζεστές θειούχες πηγές περιμένουν όσους επιθυμούν να θεραπευθούν από παθήσεις της χολής, των νεφρών κ.α. 

Μέσα από τα Θέρμα ξεκινά το σηματοδοτημένο μονοπάτι Ε – 6 που οδηγεί στην Κορυφή Φεγγάρι (1.611 μ). Το δεύτερο ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων διαδρομών μετά το Ε – 4 που σήμερα διασχίζει οριζόντια την Ήπειρο – Μακεδονία – Θράκη (πιο παλιά τελείωνε στην Θεσσαλονίκη). Ξεκινά από την Φινλανδία και αφού διασχίσει κάθετα όλη την Ευρώπη φτάνει στην Σλοβενία, απ’ όπου ταξιδεύοντας μέσω Αδριατικής καταλήγει για την συνέχεια στην Ηγουμενίτσα. Διασχίζοντας μοναδικά Ελληνικά τοπία φτάνει μέσα από τις λιμνοθάλασσες και τους αρχαιολογικούς χώρους της Κομοτηνής – Αλεξανδρούπολης (Μαρώνεια – Μεσημβρία Ζώνη – Μάκρη) στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και αφού επιβιβασθεί πάλι σε καράβι έρχεται στη Σαμοθράκη και στην κορυφή του Όρους ΣΑΟΣ ή Φεγγάρι, αφού έχει διασχίσει 6.300 χλμ από τα οποία τα 1000 σε ελληνικό έδαφος. 

Στην πρώτη πεζοπορική διαδρομή 4ων περίπου ωρών μπορείτε να απολαύσετε το μοναδικό θέαμα και το φυσικό περιβάλλον του Βουνού. Στην αρχή η σήμανση με πινακίδες (Ε – 6) είναι καλή, μετά ακολουθήστε τα σημάδια με την κόκκινη μπογιά. Η κορυφή του Σάος δίνει πανοραμική θέα στο πέλαγος και την μοναδικά όμορφη παραλία ‘’Παχιά Άμμος’’. Το δειλινό αποκτά μαγικές διαστάσεις στην σκιά του Βουνού. Το φως του δίνει υπερκόσμιες διαστάσεις. Πορτοκαλί, Κόκκινο της φωτιάς μέχρι που χάνεται. Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Ποσειδώνας παρακολουθούσε τον Τρωικό πόλεμο από την κορυφή Φεγγάρι της Σαμοθράκης, μετά την απαγόρευση του Δία να αναμιχθεί στα δρώμενα του πολέμου. Εσείς, αν υπάρχει διαύγεια θα δείτε...την κοντινή Ίμβρο!!

Η δεύτερη πεζοπορική διαδρομή ξεκινά πάλι μέσα από τον οικισμό (υπάρχουν πινακίδες ‘’Γριά Βάθρα’’) και μέσα από τα σοκάκια και την πυκνή βλάστηση της περιοχής περνάτε το θεϊκό σε αίσθηση μεγάλο ξέφωτο με τα θεόρατα πλατάνια, βρίσκετε το ομώνυμο ποτάμι, και αρχίζετε να ……μετράτε βάθρες (λιμνούλες). Να γνωρίζετε ότι όσες και να μετρήσετε, πάντα υπάρχει μια ….πιο πάνω. Αναζωογονηθείτε στην πρωτόγνωρη αίσθηση (για νησί του Αιγαίου) που δίνουν τα πλούσια και ολόδροσα νερά έως την επόμενη λιμνούλα. Η περιοχή είναι σχετικά δύσβατη, ανάμεσα από πλατάνια, σκλήθρα, φτέρες και….γλιστερά βράχια, όμως ως δια μαγείας εξαφανίζεται η κάψα του καλοκαιρινού ήλιου και αυτό φτάνει. 

Περίπου 4 χλμ από τα Θέρμα, επί του παραλιακού δρόμου, συναντάτε τον ‘’Φονιά’’ το ξακουστό ποτάμι της Σαμοθράκης και το πάρκινγκ για τα οχήματα. Φαίνεται πως οι ιστορίες των κατοίκων για τις ξαφνικές πλημμύρες και πνιγμούς που δημιουργεί δικαιολογούν την ονομασία. Επιλέξτε τι κινητό θα αφήσετε πάνω στην μοτοσυκλέτα (καλύτερα τίποτα) και ξεκινήστε για την τρίτη πεζοπορική διαδρομή που είναι μια σχισμή ευφορίας σε ένα απότομο βουνό καλυμμένο από αδιαπέραστη σκληρή θαμνώδη ζούγκλα. Η διαδρομή πλάι στο ποτάμι είναι δύσκολη αλλά μοναδική. Αξίζει να την διαβεί κανείς για να απολαύσει την μυρωδιά της μέντας και τους μοναδικούς σε ομορφιά καταρράκτες μέχρι το τέλος που φτάνετε στον μεγάλο καταρράκτη του Φονιά, ιδρωμένοι και να δροσιστείτε με ένα δυναμικό κρύο ντους. 

Λίγο μετά το πάρκινγκ για την πεζοπορική διαδρομή του μεγάλου καταρράκτη του Φονιά υπάρχουν οι πινακίδες που σας οδηγούν στην βοτσαλωτή παραλία και σε ένα από τα βόρεια κάστρα των Gattilusi (1431 – 1455). Δίπλα ακριβώς από το μνημείο είναι οι εκβολές, το ‘’δέλτα’’ του ποταμού Φονιά, όπου ενώνονται τα δροσερά γλυκά νερά του ποταμού με την αλμύρα της θάλασσας σε ένα πραγματικά παραδεισένιο τοπίο.

Ο κεντρικός δρόμος συνεχίζει με κατεύθυνση το Ακρωτήριο και την ομώνυμη παραλία του Κήπου. Στο ύψος της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής που είναι κτισμένη σχεδόν δίπλα στο γιαλό, δεξιά σας υπάρχει παρακαμπτήριος δρόμος προς τους μικρούς αγροτικούς οικισμούς Μνημόρια – Ρεπουτσάδικα – Άνω Μεριά. Οδηγήστε προς τα εκεί περνώντας μικρές αγροικίες χωρίς κάτι ιδιαίτερο, προσπεράστε το στρατόπεδο, και στην Άνω Μεριά περίπου 1 χλμ μετά τα σπίτια του οικισμού μέσα σε τεράστιες καρυδιές εμφανίζεται η ομώνυμη ταβέρνα ‘’οι καρυδιές’’. Η ομορφότερη στάση για σπιτικούς μεζέδες που μπορεί να γίνει σε αυτή τη διαδρομή. Από εδώ έχετε δύο επιλογές ή επιστροφή στην Άνω Μεριά και 2 χλμ για τον παραλιακό δρόμο ή συνέχεια στον χωματόδρομο για 4,8 χλμ διασχίζοντας το δάσος και να βγείτε πάλι στον παραλιακό προς την παραλία του Κήπου και στις δύο περιπτώσεις.

Στην Άνω Μεριά ρωτήστε για τα ερείπια του Καλογερικού Λαδόμυλου. Ο μύλος πλέον είναι ερείπιο αλλά σώζεται μέρος του κτηρίου (η στέγη έχει καταρρεύσει) οι μυλόπετρες και η ξύλινη παλιά ροδάνα. Την εποχή που λειτουργούσε η ετήσια παραγωγή του ήταν 15 τόνοι ενώ η ημερήσια 600 κιλά. Το παραγόμενο φαγώσιμο λάδι είχε οξύτητα που κυμαινόταν από 1 έως 5 βαθμούς. Από την μελέτη που έκανε η ΙΘ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων προκύπτει ότι από τους μύλους της Σαμοθράκης, οι δύο λαδόμυλοι είχαν και αλευρόμυλο, σε έξι αναφέρονται και σαπουνοποιεία, ενώ σε έναν υπήρχε καφενείο, το οποίο, εκτός από κρασί, ούζο, καφέ, την περίοδο λειτουργίας του ‘’εργοστασίου’’ πρόσφερε σε πελάτες και προσωπικό, φαγητό.

Η Χώρα της Σαμοθράκης, παραδοσιακός διατηρητέος οικισμός με το Π.Δ. 13/11/1978 (ΦΕΚ 594 Δ’) είναι η γοητευτική πρωτεύουσα του νησιού 6 χλμ από το λιμάνι.Κρυμμένη ψηλά στο λαγκάδι της, εντυπωσιάζει και υποβάλει αμέσως τον επισκέπτη καθώς απότομα αποκαλύπτεται παρουσιάζοντας ένα ιδιόμορφο μωσαϊκό από αρχαίους θρύλους, μεσαιωνικά ερείπια και λαϊκή γραφικότητα.Κτισμένη αμφιθεατρικά, αθέατη όπως σε όλα τα νησιά του Αιγαίου από τον φόβο των πειρατών, μακριά από την θάλασσα ανάμεσα στις απόκρημνες πλευρές δύο βουνών ώστε να προστατεύεται από τις επιθέσεις και τις λεηλασίες τους. Τα στενά πλακόστρωτα δρομάκια σε συνδυασμό με τα παλιά καλντερίμια της σας οδηγούν μέσα στον πανέμορφο οικισμό. Η Χώρα αποτελεί ένα από τα ωραιότερα δείγματα μια ιδιότυπης αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής, ανάμικτης με μικρασιάτικα στοιχεία.

Τα μικρά, διώροφα ως επί το πλείστον σπίτια, με τις εξωτερικές πέτρινες σκάλες, το ένα κολλητά στο άλλο με διατεταγμένες τις στέγες με τέτοιο τρόπο ώστε να μην κρύβεται ο ήλιος από κανένα. Αυτό που τραβάει αμέσως την προσοχή των επισκεπτών είναι τα οχυρωματικά έργα, το ισχυρό οχυρό των Gattilusi που τα ερείπια του διατηρούνται ως τις μέρες μας και δεσπόζουν στην βόρεια πλευρά. Η ιστορία αναφέρει τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ που παρέδωσε το νησί στον Γενουάτη άρχοντα και ηγεμόνα του Αίνου, Παλαμήδη Gattilusi, να το κυβερνήσει (1431 – 1455) με την βοήθεια ενός Έλληνα τοπάρχη. Αυτή την εποχή οι Gattilusi  έχτισαν το κάστρο της Χώρας και προστάτεψαν τα βόρεια παράλια με δύο ακόμη οχυρά, ένα στην Παλιάπολη στον λόφο, πάνω από την χριστιανική Βασιλική, και ένα στην βορειοανατολική παραλία στις εκβολές του ποταμού Φονιά.

Όπως στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, έτσι και από εδώ, πέρασαν πολλοί κατακτητές (Γενουάτες, Βενετοί, Ρώσοι και Τούρκοι). Μετά το τέλος του πολέμου μεταξύ Βενετών και Τούρκων το 1479 και σύμφωνα με την συνθήκη που υπογράφηκε τότε, οι Βενετοί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το νησί. Οι περισσότεροι κάτοικοι μεταφέρθηκαν για τον εποικισμό της Κωνσταντινούπολης. Από τότε και ως την 12η Οκτωβρίου του 1912 η Σαμοθράκη έμεινε στα χέρια των Τούρκων. Οι Σαμοθρακίτες που έμειναν πίσω, αποτραβήχτηκαν ψηλότερα στο εσωτερικό δημιουργώντας την Χώρα, χωρίς να δέχονται άμεσα την καταπίεση, μια που Τουρκική διοίκηση δεν είχε κατορθώσει να προστατεύσει το νησί από την πειρατεία, και κατ’ επέκταση δεν ήταν ‘’η καλύτερη’’ τους να μένουν στο νησί, ειδικά οι αξιωματικοί, λόγω των κινδύνων που διέτρεχαν. 

Έτσι, με μια ολιγομελή διοίκηση, οι κάτοικοι αφέθηκαν να δημιουργήσουν την οικονομία τους εκμεταλλευόμενοι τον πλούτο της γης, δίνοντας τους φόρους που τους αναλογούσαν. Σύντομα η εκμετάλευση των πόρων της νήσου έφερε οικονομική άνθηση που με την σειρά της αύξησε τον πληθυσμό. Το γεγονός της επανάστασης του 1821 από την Πελοπόννησο ταξίδεψε γρήγορα στο νησί και οι μυημένοι στην Φιλική εταιρεία, πρόκριτοι πείθουν τους κατοίκους να κηρύξουν τον Απρίλιο την ελευθερία τους, αρνούμενοι εφ’ εξής να καταβάλουν φόρους. Η τουρκική κυβέρνηση απασχολούμενη με την επανάσταση στην Νότια Ελλάδα δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Όμως μετά από μήνες, ο στόλος βγήκε από τον Ελλήσποντο και την 1η Σεπτεμβρίου αποβιβάστηκε στο νησί και άρχισε τη σφαγή αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό. Απέναντι από τον Πύργο (από εκεί που πιθανώς ήρθατε) είναι ο ‘’Βρυχός’’, ένας μεγάλος βράχος που πρόσφατα ανακαλύφθηκε ακρόπολη του 11ου π.Χ. Αι. αλλά όπου κυρίως είχαν οχυρωθεί την 1η Σεπτεμβρίου 1821 οι Σαμοθρακίτες για να αποκρούσουν τους Τούρκους εισβολείς. 

Η ευημερία και η οικονομική ευμάρεια διακόπηκε βίαια, αφού η καταστροφή που επακολούθησε ήταν ολοκληρωτική.   Οι Τούρκοι λεηλάτησαν τα πάντα ενώ τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για να πουληθούν. Μεταξύ των παιδιών που πουλήθηκαν ήταν και οι μετέπειτα Άγιοι Πέντε Νεομάρτυρες, τέσσερις από την Σαμοθράκη οι Εμμανουήλ, Γεώργιος, Θεόδωρος, Γεώργιος, και ο Μιχαήλ από την Κύπρο οι οποίοι επέζησαν, και ενωμένοι με άλλους χριστιανούς, γύρισαν στο νησί και άρχισαν να εργάζονται για τη διάδοση του χριστιανισμού.

Οι πέντε νέοι μαρτύρησαν στην Μάκρη Αλεξανδρουπόλεως την Δευτέρα του Θωμά 6 Απριλίου 1836. Με ξεχωριστή λαμπρότητα και επισημότητα τιμάται η μνήμη τους στην εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, όπου φυλάσσονται τα λείψανα τους. Σπουδαίο αρχιτεκτονικό δείγμα θεωρείται η αφιερωμένη στους πέντε μάρτυρες εκκλησία, που άρχισε να κτίζεται το 1867 και ολοκληρώθηκε με το κωδωνοστάσιο και την τοποθέτηση της καμπάνας το 1925. Στην διάρκεια του χτισίματος όλοι είχαν κάτι να προσφέρουν, από εθελοντική εργασία μέχρι οικοδομικά υλικά, π.χ. την 1η Ιανουαρίου 1873 ο καλόγερος της Ι. Μονής Αγίου Αθανασίου στα Αλώνια, είχε προσφέρει δύο καντάρια ασβέστη. Εντυπωσιάζει όμως, (σύμφωνα με μια παράδοση που διέσωσε ο Γεώργιος Αικατερινίδης), ότι οι δαπάνες για την ανέγερση αντιμετωπίσθηκαν με το νόμισμα που εξέδιδε και κυκλοφορούσε η εκκλησία από το 1882 έως το 1902. 

Κάτω από την εκκλησία της Κοίμησης ζωντανεύει το παρελθόν ένα πανέμορφο λαογραφικό μουσείο. Ξετυλίγοντας με φαντασία τους θαυμάσιους πολιτιστικούς θησαυρούς της Σαμοθράκης, όσους τέλος πάντων η ανθρώπινη μνήμη φρόντισε να κρύψει σε δύσκολους καιρούς, μαθαίνει ο επισκέπτης πολλά θαυμαστά που συνωθούνται στους απογόνους ενός τόσο πλούσιου σε παρελθόν νησιού. Θαυμάσια διατηρημένα ολοκέντητα κλινοσκεπάσματα, περίτεχνα κεντήματα, τοπικές φορεσιές, μικροέπιπλα, οικιακά σκεύη, αργαλειό, σπάνιο φωτογραφικό υλικό, σπανιότατα αγροτικά ξύλινα εργαλεία κ.α. Στην βόλτα κοντά στην πλατεία της Χώρας θα συναντήσετε την προτομή του λόγιου Νικολάου Φαρδύ2 (1853 – 1901), μιας προσωπικότητας με πολύπλευρη δραστηριότητα στην Σαμοθράκη σε εποχές μάλιστα δύσκολες. 

Από την Χώρα ο δρόμος για την Καμαριώτισσα περνά (με μικρή παράκαμψη) από τα Αλώνια και κοντά από το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου, μετόχι της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους που βρίσκετε στις εξοχές του χωριού. Ξεχωριστή θέση για τους κατοίκους όλου του νησιού έχει το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου στις 18 Ιανουαρίου, με γλέντι και άφθονα φαγητά. 

Η Σαμοθράκη αποδεικνύει ότι δεν είναι μόνο εδαφική συνέχεια του ελλαδικού χώρου αλλά αποτελεί με την ηπειρωτική χώρα ένα ενιαίο πνευματικό - πολιτιστικό σύνολο από την προϊστορική ακόμα εποχή, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του ελληνικού πολιτισμού και την διαμόρφωση του ελληνικού έθνους. Τα διάσπαρτα αρχαιολογικά ευρήματα στέκουν μάρτυρες σε αυτή την διαπίστωση. Αποκαλύψτε αυτό το θαυμαστό κομμάτι  Θρακικής γης που υπόσχεται να ικανοποιήσει από χαλαρωτικέςκαλοκαιρινές διακοπές – περιηγήσεις, μέχρι ορειβασία! 

Τα πάντα φαίνονται μεταξένια, ονειρικά, ενώ σε απόλυτη αίσθηση κυριαρχούν τα νερά, τα δάση, η θάλασσα. Ψάχνοντας – οδηγώντας η περπατώντας στη γη του Ορφέα, των Καβείρων, σιγά – σιγά προσαρμόζεστε σε μια πραγματικότητα εντελώς διαφορετική από ότι σε άλλα μέρη της Ελλάδας.

Η γοητεία της Σαμοθράκης θα σας αφήσει εντυπώσεις όμορφες, γνήσιες, απ’ αυτές που δύσκολα ξεχνιούνται (ειδικά για κείνους που έχουν το χάρισμα να κάνουν τα ερείπια να ζωντανεύουν και να φαντάζονται το μεγαλείο τους) έως ότου ξαναγυρίσετε στον παραλιακό δρόμο - από κει που τον αφήσατε - για να γυρίσετε στο λιμάνι, όπου η ‘’Αρσινόη’’ ή το ‘’Σάος’’ περιμένει για τον αργό γυρισμό από το νησί - μυστήριο - στην κοσμική Αλεξανδρούπολη.

Σημειώσεις:

(1) Μια πρόταση προς τη διοίκηση και τους συλλόγους της Σαμοθράκης: οι λαδόμυλοι – νερόμυλοι είναι σημαντικές πρωτοβιομηχανικές κατασκευές, που θα αποσβέσουν αμέσως κάθε οικονομική επιβάρυνση της αξιοποίησής τους. Αποκαταστήστε έναν τουλάχιστον από κάθε τύπο για να εξυπηρετήσει μελλοντικές αλλά και παρούσες πολιτιστικές λειτουργίες. Στις μέρες μας είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι χρειάζεται.

(2)  Ο Νικόλαος Φαρδύς γεννήθηκε το 1853 στη Σαμοθράκη. Παρακολούθησε μαθήματα στο αρρεναγωγείο του Σεβντίκιοϊ της Σμύρνης. Πριν γίνει 20 χρονών εργάζεται στην Θράκη ως δάσκαλος. Το 1874 επιστρέφει στην Σμύρνη για να φοιτήσει στην Ευαγγελική σχολή και παράλληλα σπουδάζει εκκλησιαστική μουσική. Το 1879 εγκαθίσταται στην Χώρα της Σαμοθράκης και αποκτά μεγάλη οικογένεια. Επόμενοι σταθμοί στην ζωή του είναι η Μασσαλία όπου παίρνει δίπλωμα ιατρικής και η Κορσική, όπου επιτελεί εθνικό έργο σαν δάσκαλος ελληνικών στην αποικία των Μανιατών του Καργκέζε.

Το 1887 επιστρέφει στην Σαμοθράκη με την οικογένεια του και ασκεί την ιατρική. Εκλέγεται επανειλημμένως δήμαρχος και πεθαίνει στη δημιουργική ηλικία των σαράντα οκτώ ετών. Κορυφαίο έργο του Ν. Φαρδύ είναι η ‘’Διατριβή περί ατόνου και απνευματίστου γραφής της ελληνικής γλώσσης’’ (1884). Ο κ. Ν. Κατσάνης αν. καθηγητής της Φιλοσοφικής ΑΠΘ, επισήμανε ότι ο Ν. Φαρδύς είναι ο εισηγητής του μονοτονικού συστήματος που υιοθέτησε εκατό χρόνια αργότερα το ελληνικό κράτος, υπογραμμίζοντας  ότι η Νέα Ελληνική Φιλολογία πρέπει να επανορθώσει προβάλλοντάς τον ως εμπνευστή του μονοτονικού.

Ο ιατροφιλόσοφος Ν. Φαρδύς εκτός της ιατρικής έθρεφε και ιδιαίτερη αγάπη για την μουσική ιδίως την ψαλτική. Το 1871 συνέταξε με τη Χρυσανθινή παρασημαντική το ‘’Ψαλτών Εγκόλπιον’’ που περιέχει εκκλησιαστικές και λόγιες μελωδίες. Επίσης ασχολήθηκε με την καταγραφή της δημοτικής μας μουσικής διασώζοντας σπάνιες μελωδίες. Πράγματι, ο Ν. Β. Φαρδύς με την πολύπλευρη πνευματική του δραστηριότητα και τα πονήματά του έδωσε στην Σαμοθράκη παρά πήρε. Το νησί του, ξεπλήρωσε το χρέος του με την επιστημονική ημερίδα που διοργάνωσε πρόσφατα το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Σαμοθράκης, για τα εκατό χρόνια από τον θάνατό του. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Έκταση: 178 τ.χ., Ακτογραμμή: 32 χλμ, Υψόμετρο: 0 - 1.611 κορυφή Σάος, Πληθυσμός: 3.048 κατ, Πρωτεύουσα: Σαμοθράκη – Χώρα, Νομός: Έβρου, Απόσταση από Αλεξανδρούπολη 24 ν. μ, Διάρκεια ταξιδιού 2ω 30’, Απόσταση από Πειραιά 256 ν.μ.

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 25510

ΔΙΑΜΟΝΗ: Δεν θα αντιμετωπίσετε πρόβλημα αφού τα τελευταία χρόνια έχουν ξεφυτρώσει δεκάδες νέα ενοικιαζόμενα δωμάτια (πάνω από 1200 κλίνες) και ξενοδοχεία. Πολύ καλή επιλογή αποτελεί η Χώρα με το παραδοσιακό της χρώμα. Στην Καμαριώτισσα, την Παλιάπολη και τους Καρυώτες με θέα την θάλασσα, στο Λάκκωμα ή ψηλά στον Πρφ. Ηλία με την εκπληκτική θέα. Στα καταπράσινα Λουτρά – Θέρμα. Γραφείο Πληροφοριών: 41505, 41465, 98393.

ΚΑΜΠΙΝΓΚ: Στην παραλία Θέρμα λειτουργούν δύο οργανωμένα δημοτικά κάμπινγκ τηλ / 98291, 98244. Αν είναι γεμάτα ή έρθετε στο νησί νωρίς την Άνοιξη υπάρχει πιθανότητα να σας αφήσουν να ‘’στήσετε’’ στο ‘’ρέμα του φονιά’’. Ρωτήστε πρώτα για να αποφύγετε την ταλαιπωρία, και φεύγοντας μην αφήσετε σκουπίδια.

ΦΑΓΗΤΟ: Ο φιλόξενος χαρακτήρας, όπως και οι τοπικές σπεσιαλιτέ δεν λείπουν. Δοκιμάστε γεμιστό κατσίκι σε φούρνο με ξύλα στον ‘’Αντώνη’’ στην Καμαριώτισσα ή στον ‘’Βράχο’’ του Αποστόλη και τον ‘’Παράδεισο’’ του Τσαούση. Ταβέρνα ‘’Δελφίνι’’ Παχιά Άμμος 95119, Τοπικές σπεσιαλιτέ στα Θέρμα ο Κώστας και η Νίτσα στο όμορφο ‘’το περιβόλι του Ουρανού’’ 98313 ή ο Νίκος Βάβουρας 98207. Στο ‘’Λάκκωμα το ακρογιάλι, στην Καμαριώτισσα οι Χαρανάδες, και στην Χώρα το ‘’εξοχικό’’. Μεζέδες και ποτάκια στα ‘’Θερμιά’’ στον καλό Ιορδάνη 98325, και φυσικά στα Λουτρά η καλή ‘’Γριά Βάθρα’’ του Γιώργου Τρύπη 98384, ‘’οι καρυδιές’’ στην Άνω Μεριά 98266. Εντρυφήστε στα γλυκά κουταλιού, πραούστι (άγριο Δαμάσκηνο), καρυδάκι και καϊσί, μυρωδάτη μυζήθρα, καταπληκτικό μανούρι, εκλεκτό μέλι, ελιές. Ο φούρνος στην Χώρα φτιάχνει μυρωδάτο χωριάτικο ψωμί, και υπέροχα παξιμάδια με παραδοσιακή συνταγή.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος: 41218, 41790, 2551350800 το νέο (25/4/12) Α΄ Βοήθειες: 41376, 41217, Αστυνομία: 41203, 41303, Τράπεζες με ΑΤΜ / Αγροτική & Εθνική. Ενοικιάσεις - Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ: Χανός Θεόδωρος 41511, Πρίτσος Παύλος 41150.  Αν είναι σοβαρή βλάβη η μόνη λύση είναι φόρτωμα για Αλεξανδρούπολη, εκεί ο Σίμος Μακαρόνης αναλαμβάνει τα υπόλοιπα 2551034645, 32537.

ΧΡΗΣΙΜΑ: Μην παρκάρετε την μοτοσυκλέτα ή το αυτοκίνητο κάτω από οποιοδήποτε δέντρο. Υπάρχει πιθανότητα να ανέβουν επάνω κατσίκια για να φτάσουν (και να φάνε) τις φυλλωσιές. www.samothraki.gr & www.samothraki.com Αρχαιολογικό μουσείο 41474 ανοιχτό καθημερινά εκτός δευτέρας (08.00 – 15.00) είσοδος 3 EUR, Λαογραφικό μουσείο στην Χώρα 41227 υπεύθυνη Κα Ιωάννα Λημνιού 41222. Είναι ανοιχτό από 1η Ιουλίου έως 30 Σεπτεμβρίου. Για τους υπόλοιπους μήνες επικοινωνήστε με τον Δήμο. Δημοτική Βιβλιοθήκη 41709. Πεζοπορίας Info Νερό σε παγούρι. Στις ‘’Βάθρες’’ απαραίτητο αξεσουάρ είναι το μαγιό ή το σορτσάκι, πρόχειρα αθλητικά παπούτσια θα βοηθήσουν.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ: www.samothraki.com/htm/faehren­_g.htm Με πλοίο καθημερινά, από Αλεξανδρούπολη και Καβάλα, διάρκεια ταξιδιού 2.30 ώρες, - 24ν.μ - Τηλ λιμεναρχείου Αλεξανδρούπολης / 26468, 21430, Τηλ λιμεναρχείου Σαμοθράκης / 41305. Από Καβάλα 4.30’ - Τηλ λιμεναρχείου / 2510223716, 224472, 224967. Τα καράβια ΣΑΟΣ Ι & ΙΙ, & Αρσινόη, εισιτήρια & Πληροφορίες: Βατιτσή Αικατερίνη - Κύπρου 5 Αλεξανδρούπολη 26721, 23512 Σαμοθρακική Ναυτική ΕταιρείαΚαμαριώτισσαΣαμοθράκης 2551041505, 41411. Κόστος (Φεβ 03) 7,80 EUR το άτομο, 6,74 EUR η μοτοσυκλέτα έως 250 cc & 10,12 EUR πάνω από 250 cc.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Το μοναδικό βρίσκεται ανάμεσα από την Καμαριώτισσα και την Χώρα.

ΧΑΡΤΕΣ: Οι εκδόσεις Ζουμπουλάκη Μεσολογγίου 3, Αθήνα 2103832704 έχουν μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση όλης της Θράκης. Νομός Έβρου σε κλίμακα 1:200.000 & Σαμοθράκη σε κλίμακα 1: 50.000 τουριστικοί Χάρτες από την Ρέκος Ε.Π.Ε. Αγ. Μηνά 13, Θεσσαλονίκη 2310696070, 696587. Πλαστικοποιημένοι χάρτες ανά νομό που χωρούν στο tang Bag. Αγοράστε τον χάρτη Νο 11 ‘’Νομός Έβρου’’, εκδόσεις  ‘’Ελλάδα’’ Κολοκοτρώνη 11 Αθήνα 2103222573, Βενιζέλου 3 Θεσσαλονίκη 2310223063.

ΒΙΒΛΙΑ: Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998, Ανατολική Μακεδονία – Θράκη / εκδόσεις Explorer / Αθήνα 2002, Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992, Σαμοθράκη / Karl Lehmann / έκτη έκδοση / Θεσσαλονίκη 1998, Νερόμυλοι – Λαδόμυλοι Σαμοθράκης / έκδοση ΙΘ’ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων / Αλεξανδρούπολη 1999.

ΛΕΣΧΕΣ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑΣ: ΛΕ.Μ.Εβρου Μητροπολίτου Ιωακείμ 11, www.le-m-evroy.cityslide.com Τηλ - Fax: 2551081071, 33761, Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων  Τηλ - Fax: 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για την ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία –  Αρθρογραφία:

  • Λούβρο / εκδόσεις Gallimard - Ερευνητές / Αθήνα 2001.
  • Τα Ελληνικά νησιά / εκδόσεις Dorling Kindersley ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / Αθήνα 1998.
  • Λούβρο / εκδόσεις Mondadori – Φυτράκης / Αθήνα 1967.
  • Ανατολική Μακεδονία – Θράκη / εκδόσεις Explorer / Αθήνα 2002.
  • Ελλάδα – Τα νησιά / εκδόσεις Γιαλλελή / Αθήνα 1992.
  • Σαμοθράκη / Karl Lehmann / έκτη έκδοση / Θεσσαλονίκη 1998
  • Το Αιγαίο / Επίκεντρο Ελληνικού πολιτισμού / Μέλισσα
  • Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου / Υπουργείο Αιγαίου – Πανεπιστήμιο Αθηνών 1999
  • Οι Άγιοι ένδοξοι Πέντε Νεομάρτυρες / εκδόσεις Γνωριμία / Αλεξανδρούπολη 1997
  • Νερόμυλοι – Λαδόμυλοι Σαμοθράκης / έκδοση ΙΘ’ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων, Δημ Μάτσας – Δήμος Σαμοθράκης – Πολιτιστικός Σύλλογος Σαμοθράκης / Αλεξανδρούπολη 1999
  • Σαμοθράκη / Περιοδικό Ελληνικό Πανόραμα Τ 4
  • Η Σαμοθράκη στην Αρχαιότητα / Δημ. Μάτσα / Επτά ημέρες / Εφημερίδα Καθημερινή 4/9/94
  • Κόρη του Ανέμου / Θ. Πολίτης / Περιοδικό ΓΕΩ / Εφημερίδα Ελευθεροτυπία 5/1/01
  • Εφημερίδα Καθημερινή 21/10/01 άρθρο της Πέγκυς Κουνενάκη για το βιβλίο ‘’Ελληνικές Αρχαιότητες στο Λούβρο’’.
  • Εφημερίδα Καθημερινή 15/8/02 άρθρο της Ελευθερίας Τράιου από την Ημερίδα ‘’Ν. Β. Φαρδύς’’.
  • Ανάβαση στο Φεγγάρι - Πεζοπορία / περιοδικό Oxygen T 15 Α. Καλογήρου / Ιούλιος 2000.
  • Διάσχιση Φαραγγιού ‘’Στομάρι’’ / περιοδικό Κορφές Τ 134 / Δ. Σωτηράκης /  Νοε – Δεκ 1998

 ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (2321 λέξεις)

ΓΡΕΒΕΝΑ – ΔΕΣΚΑΤΗ – ΖΑΒΟΡΔΑ

Κείμενο - Διαφάνειες: Άγγελος Σινάνης e – mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

© Φεβρουάριος 2003

Σημαντικά προσκυνήματα

Το να οργανώσεις εκδρομή στο νομό Γρεβενών αποδεικνύεται καμιά φορά περίπλοκο. Είναι τόσα τα μέρη που την τελευταία δεκαετία έχουν ακουστεί και στο πιο απομακρυσμένο μέρος, που αυτός που επιθυμεί να επισκεφθεί τον μέχρι πρότινος ‘’άγνωστο’’ Νομό, από την μια ενθουσιάζεται και από την άλλη δεν ξέρει που να πρωτοπάει και που να διαθέσει τον χρόνο του. 

Είναι τόσες οι ευκαιρίες, που πλούσια παρέχονται πλέον στον επισκέπτη. Η εκπληκτική φύση των ορεινών συγκροτημάτων…… τα περίφημα παλιά βλαχοχώρια ….. ο εθνικός δρυμός της Βάλια Κάλντα .… οι διάσημες πλέον καταβάσεις ποταμών … μήπως να διαλέξει αποκλειστικά διαδρομές στα γεφύρια, στια ιστορικά μοναστήρια του νομού και στα ανθρώπινα μνημεία; Οι επιλογές πολλές και ο χρόνος, όπως πάντα, λίγος.

Στις πολλές εναλλαγές τοπίων ο νομός Γρεβενών διαθέτει και έναν, αφανή στους περισσότερους ταξιδιώτες, κάμπο, εκεί προς τα όρια του με τον νομό Λάρισας, στην δεύτερη σε μέγεθος πόλη, την Δεσκάτη. Εκεί δεσπόζει η παρουσία του Αλιάκμονα ποταμού και της κοιλάδας του που θεωρείται κοιτίδα των ιστορικών και θρησκευτικών παραδόσεων της περιοχής, αφού γνώρισε αξιόλογη οικιστική ανάπτυξη και παράλληλα την πρώτη μοναστική παρουσία. Στις όχθες του κτίσθηκαν την εποχή της τουρκοκρατίας μια σειρά μοναστικών κέντρων, ασκηταριών συνδεμένα μεταξύ τους με πνευματικούς δεσμούς. 

Η προσέγγιση αυτής της άγνωστης στους περιηγητές περιοχής γίνεται ή από τον οδικό άξονα που ξεκινά από την πόλη των Γρεβενών και διατρέχει την κοιλάδα του Γρεβενίτη φτάνοντας στο πρώτο χωριό, τον Πόρο και μετά στην Κνίδη, το κεφαλοχώρι της περιοχής Βεντζίων. Αυτή η διαδρομή προσθέτει στο οπτικό πεδίο των επισκεπτών μια εντελώς διαφορετική άποψη για τα Γρεβενά, διασχίζει όμορφα αγροτικά τοπία, εξοχές που προσθέτουν μια άλλη διάσταση επεκτείνοντας τις διαδρομές πολιτισμού πέρα από τον ορεινό χώρο του νομού. 

Η άλλη διαδρομή σας φέρνει πιο γρήγορα στην περιοχή της Δεσκάτης μέσω Χασίων από τον κύριο δρόμο που ξεκινά από το ‘’χάνι Μουργκάνι’’ μετά την Καλαμπάκα βόρεια. Στην πρώτη μεγάλη δστ κατευθύνεστε προς τα όμορφα χωριά των Χασίων Ασπροκκλησιά, Ψήλωμα, Φωτεινό σε ένα απέραντο γεωργικό τοπίο, ενώ ο νέος δρόμος μέσα από το Δασοχώρι σας φέρνει στα ριζά της Βουνάσας της πιο ψηλής κορυφής των Καμβουνίων (1615 μ), στο οροπέδιο όπου κυριαρχεί η Δεσκάτη στα 860 μ. Υ, πόλη της μετάβασης ανάμεσα σε Θεσσαλία - Δυτική Μακεδονία.

Στον ομώνυμο Δήμο με συνολικό πληθυσμό περίπου πέντε χιλιάδες κατοίκους υπάγονται οι πέντε κοινότητες δορυφόροι της Δασοχώρι, Παρασκευή, Γήλοφος, Παλιουργιά και Παναγιά. Από παλιά ήταν σταυροδρόμι επικοινωνίας και πολιτισμών και ανήκε στην επισκοπή Σταγών. Σήμερα στην ευρύτερη περιοχή συναντώνται τέσσερις νομοί: Κοζάνης, Γρεβενών, Τρικάλων, Λάρισας. Είναι η δεύτερη σε μέγεθος πόλη μετά τα Γρεβενά στην νοτιοανατολική πλευρά του νομού. Πρώτη φορά αναφέρεται σε χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ’ Παλαιολόγου και την μετέπειτα Τουρκική απογραφή του 1454 - 1455 με την ονομασία Ντισικάτα. Η Δεσκάτη διαθέτει ξενοδοχείο και μπορεί να γίνει σημείο εκκίνησης - γνωριμίας με την θαυμάσια περιφέρεια και με ένα απίστευτο θρησκευτικό πλούτο και τις όμορφες εξοχές προς την Ελασσόνα, τα Καμβούνια όπου υπάρχει καταφύγιο στα 1414 μ Υ, και τον ποταμό Αλιάκμονα. 

Μνημεία που μαρτυρούν την πορεία μέσα το χρόνο της ελληνικής αυτής γωνιάς, υπάρχουν διάσπαρτα σ’ ολόκληρη την περιοχή και στέκονται άφθαρτα και σιωπηλά όχι μακριά από τους σημερινούς οικισμούς. Η περιοχή της Δεσκάτης κατοικήθηκε τουλάχιστον από το 5000 π.Χ. Έχουν εντοπισθεί πάνω από τριακόσιες τοποθεσίες αρχαιολογικής σημασίας, ερείπια τοίχων αρχαίων οικισμών, χάλκινα νομίσματα Μακεδονικής εποχής (4ος – 5ος Αι), θησαυρός αρχαίων νομισμάτων που βρέθηκε το 1914 κ.α. που καλύπτουν την περίοδο από τη νεολιθική, τους ελληνιστικούς χρόνους, το βυζάντιο και την τουρκοκρατία μέχρι σήμερα. 

Δυστυχώς δεν έχει δημιουργηθεί ακόμα, κάποιο μουσείο ώστε ο ενδιαφερόμενος επισκέπτης να δει όλες αυτές τις μαρτυρίες. Έτσι θα πρέπει να οδηγήσει έως τα πιο ενδιαφέροντα μνημεία, που σώζονται και είναι από την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Βρίσκονται πολύ κοντά στους κύριους άξονες περιηγήσεων όπως η Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Βουνάσα, Μονή Παναγίας Τορνικίου, Οσίου Νικάνορος Ζάβορδας, Μονή Ιλαρίωνος δίπλα στην κοίτη του Αλιάκμονα.

Ξεκινώντας από την Δεσκάτη προς την Παρασκευή φαίνονται ξεκάθαρα τα Καμβούνια όρη, και η Βουνάσα με το Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας στην αγκαλιά της, σε μια περιοχή που πρέπει να προστατευτεί μια που υπάρχει εκτός της βλάστησης παρουσία άγριας και σπάνιας πανίδας. Λίγο πριν από το χωριό Παλιουριά (υπάρχουν πινακίδες), ένας βατός χωματόδρομος ανηφορίζει μέχρι την εγκατελειμένη σήμερα Μονή. Υπάρχει εναλλακτική διαδρομή μέσα από την Δεσκάτη όλο χώμα που παρακάμπτει τελείως την άσφαλτο ανεβαίνει στην Μονή και κατηφορίζει προς την Παλιουργιά. 

Η θέα από εδώ είναι εξαιρετική με τον καλλιεργημένο κάμπο να απλώνεται ως εκεί που φτάνει η ματιά. Στην Τουρκική απογραφή η περιοχή αυτή εμφανίζεται με μικρό – ποιμενικό πιθανώς – οικισμό που κατοικούσαν έξι οικογένειες. Ο ψηλός εξωτερικός τοίχος που περιβάλει την μονή είναι γκρεμισμένος σε πολλά σημεία και έτσι ο επισκέπτης προχωρά μέσα μέχρι το καθολικό, κτίσμα του 1816. Από την φθορά του χρόνου σώζονται η τράπεζα, ο φούρνος, ο πυλώνας, και αρκετά κελιά. Ανήκει στον αθωνικό τύπο με λιθανάγλυφα στις όψεις. Το μοναστήρι δέσποζε κάποτε στην περιοχή και υπήρξε σημαντική πνευματική εστία με ιστορικό και κοινωνικό ρόλο. Δυστυχώς σήμερα έχει αφεθεί να καταρρέει παραμελημένο. Οι γνώσεις μας για τον μοναστικό βίο στη Μακεδονία είναι ακόμα ελλιπείς και αποσπασματικές. Οι γραπτές πηγές λίγο βοηθούν στον εντοπισμό των μονών, και η αρχαιολογική έρευνα έχει ακόμα μεγάλο έργο να επιτελέσει. 

Από την Παλιουργιά θα περάσετε την σιδερένια γέφυρα του Αλιάκμονα φτάνοντας στο διπλανό χωριό Παναγιά. Ακολουθώντας τις πινακίδες ‘’προς Ι. Μ. Ζάβορδας’’, πολύ σύντομα ανατολικά του χωριού και την αριστερή όχθη του Αλιάκμονα ένας μικρός χωματόδρομος δεξιά, σας οδηγεί σε μόλις 150 μ ανάμεσα σε υπεραιωνόβια πλατάνια. Εκεί βρίσκεται χτισμένο από τους βυζαντινούς χρόνους, το μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Τορνικίου Γρεβενών Παναγίας αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η ερειπωμένη, με δεκάδες υποστυλώματα μονή, είναι χτισμένη σε ένα μικρό ανάχωμα της όχθης του Αλιάκμονα παρουσιάζοντας και μια ιδιομορφία με το διώροφο καθολικό της.

Ιδρύθηκε στα τέλη του 14ου ή στην αρχή του 15ου Αι, στο ισόγειο υπάρχουν τοιχογραφίες ιστορημένες το 1728 – ’30, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ενώ τα τελευταία χρόνια είναι σε διαδικασία συντήρησης με δεκάδες στερεωτικές εργασίες που είναι απαραίτητες και λόγω των σεισμών του ’95. Όλα με την ευθύνη και υπό την επίβλεψη της 11ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Βέροιας 2331029737. Στον δεύτερο όροφο του καθολικού υπάρχουν τοιχογραφίες του 1481 – 1489. Προφανώς ο ναός του ορόφου προϋπήρξε του ισογείου που διαμορφώθηκε κατά τον 18 Αι. Στο χώρο της μονής υπήρχε συνοδεία δώδεκα μοναχών και σώζονται λίγα από τα κελιά τους, οι αποθήκες, και ένας πύργος που αναγνωρίζετε μόνο από τους παχύτερους τοίχους του. 

Μέχρι πρόσφατα οι ντόπιοι γνώριζαν, ότι με την ολοκλήρωση του φράγματος ‘’Ιλαρίωνα’’ στον Αλιάκμονα θα δημιουργηθεί μια καινούργια τεχνητή λίμνη που εκτός από την αλλαγή που θα φέρει στο οικοσύστημα της περιοχής, αναμένετε να εξαφανίσει και το παλιό μοναστήρι, αφού οι πιθανότητες να βρεθεί κάτω από την στάθμη της λίμνης ήταν μεγάλες. Πριν λίγες μέρες όμως (Μάιος 2003) και κατόπιν χρονοβόρων ενεργειών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Βέροιας κατατέθηκε από την ΔΕΗ η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων που εγκρίθηκε περιλαμβάνοντας όπως ανέφερε η Κα Τσιλιπάκου, με δικαιολογημένο ενθουσιασμό, την διάσωση της μονής και την μελέτη μεταφοράς της πιο πάνω, στον λόφο, όπου δεν κινδυνεύει. 

Από εδώ ακολουθώντας τον καινούργιο ασφαλτοστρωμένο δρόμο φτάνετε σε 5 χλμ στο ιστορικό μοναστήρι του Οσίου Νικάνορα το επονομαζόμενο και Ζάβορδα, που βρίσκεται κτισμένο στην κορυφή του Καλλίστρατου όρους. Η Ι. Μονή ιδρύθηκε από τον εκ Θεσσαλονίκης  Όσιο Νικάνορα στις αρχές του 16ου Αι, πιθανόν το 1528. Στη συνέχεια γνώρισε μεγάλη ακμή και πλούτο σε γη. Στην ακμή του ήταν σταυροπηγιακό υπαγόταν στο πατριαρχείο, και αποτελούσε ένα είδος διοικητικού κέντρου της περιοχής, αφού στο κώδικα του 1692 εμφανίζεται κατάλογος με τα χωριά και τους κατοίκους της επαρχίας Γρεβενών. Ο πλούτος του χρησιμοποιήθηκε για κοινωφελή έργα μεταξύ των οποίων ήταν και σχολή για την εκπαίδευση των μοναχών, το οποίο εξελίχθηκε σε σημαντικό κέντρο γνώσης που λειτουργούσε ως το 1912, παίζοντας σπουδαίο ρόλο στους απελευθερωτικούς αγώνες της Δυτικής Μακεδονίας. Στην μονή ισχύει το άβατο και πριν την κεντρική της είσοδο, στον μεγάλο προαύλιο χώρο – πάρκινγκ υπάρχει ο ναός του Αγίου Δημητρίου ειδικά για τις  γυναίκες. 

Στον χώρο της μονής κυριαρχεί έντονο το στοιχείο της μακεδονικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, η πέτρα και το ξύλο. Ο κυρίως ναός, εξαίσιο δείγμα αρχιτεκτονικής, με τα σημάδια και τις ρωγμές από τον σεισμό ακόμα φανερά, είναι κατάγραφος με θαυμάσιες τοιχογραφίες που χρονολογούνται από το 1519. Στον μεγάλο σκεπαστό εξώστη ‘’λόντζα’’ η θέα είναι ήρεμη και πανέμορφη. Από εδώ φαίνεται η θαυμάσια κοιλάδα με τα δάση Οξιάς και ο ποταμός Αλιάκμονας που αργοκυλάει προς την λίμνη Πολυφύτου. 

Αυτό το μεγάλο φρουριακό συγκρότημα που αντικρίζει στις μέρες μας ο επισκέπτης, είναι ‘’καινούργιο’’ αφού μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του ’95, πριν οκτώ χρόνια, η μονή είχε υποστεί τις μεγαλύτερες καταστροφές από όλα τα μνημεία της περιοχής. Τα περισσότερα κτίσματα, οι πτέρυγες των κελιών, τα μαγειρεία, το αρχονταρίκι, ακόμη και ο εξωτερικός περίβολος είχαν καταρρεύσει. Από θαύμα γλίτωσε το καθολικό και το τεράστιο σε μέγεθος πετρόχτιστο καμπαναριό του 1873. Η μονή ανοικοδομήθηκε μετά από επίμονες προσπάθειες της Μητρόπολης Γρεβενών και προσωπικά του ακαταπόνητου Μητροπολίτη κ. Σέργιου, από τις οικονομικές ενισχύσεις των κατοίκων της περιοχής αλλά και των εκατοντάδων επισκεπτών – προσκυνητών, που έφτασαν τα 310 εκατομμύρια συνολικά. 

Αμέτρητοι πνευματικοί και καλλιτεχνικοί θησαυροί, σπουδαία βυζαντινά κειμήλια, σπάνιοι κώδικες και χειρόγραφα ανυπολόγιστης αξίας, όπως το λεξικό του Πατριάρχου Φωτίου, προέρχονται από την μονή και φυλάσσονται στην ιερά μητρόπολη Γρεβενών. Μέσα στην άγρια χαράδρα που σχηματίζει ο Αλιάκμονας, σ’ ένα κοίλωμα του απρόσιτου βράχου κουρνιάζει το θρυλικό ασκηταριό του Αγίου. Στον επάνω ‘’όροφο’’ σώζεται ένας μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο του Ζαμπουρτζά, με θαυμάσιες τοιχογραφίες μεταξύ των οποίων και κάποιες του 13ου αι τότε που η σκήτη ήταν μοναστήρι. 

Ο εξέχων στην περιοχή Όσιος Νικάνωρ γιορτάζεται στις 7 Αυγούστου, και ανέγγιχτο από το χρόνο παραμένει το έθιμο της περιφοράς των οστών του στα χωριά της Κοζάνης, από καβαλάρηδες. Οι ιστορικές αναφορές κάνουν λόγο για κάποιο λοιμό που έπληξε κάποτε την περιοχή και τα γύρω χωριά, σταματώντας σαν από θαύμα όταν έφεραν τα οστά του αγίου. Από τότε, νέοι από την Αιανή και τον Κρόκο πηγαίνουν κάθε χρόνο με τα άλογα και επαναλαμβάνουν την διαδρομή που έκαναν κάποτε οι πατεράδες τους διατηρώντας το έθιμο.

Αναχωρώντας από την μονή στα δεξιά σας (βόρεια) υπάρχει βατός χωματόδρομος που βγάζει στην Μονή Ιλαρίωνα. Ωραία διαδρομή μέσα σε δάσος Οξιάς για τους κατέχοντες enduro. Ο ασφάλτινος οδικός άξονας οδηγεί πάλι πίσω, στην Παναγία, και μετά από μια σύντομη αλλά πανέμορφη ασφάλτινη διαδρομή δίπλα από τα μεγάλα καλλιεργημένα λιβάδια του Παλιοχωρίου και της Ποντινής, φεύγετε από τον κάμπο του νομού Γρεβενών και η πινακίδα σας πληροφορεί για την είσοδό σας στον νομό Κοζάνης. 

Είναι απίστευτο πόσες ομορφιές και χρώματα έχει αυτός ο τόπος και μια ωραία άποψη για αυτό, σχηματίζετε στο πρώτο χωριό από αυτή την είσοδο του νομού. Το Χρώμιο Κοζάνης μεταλλευτικό χωριό κοντά στο οποίο βρίσκεται το υπαίθριο μουσείο Μακεδονικού Αγώνα (Δες Χρώμιο – Βελβενδός – Καταφύγι Τομ Γ’ 2001). Λίγα χλμ πιο κάτω συναντάτε την όμορφη πανοραμική θέα της λίμνης Πολυφύτου και δεξιά σας τον χωματόδρομο που έρχεται από την Ζάβορδα. Εκεί βρίσκεται το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας, γνωστότερο σαν Μονή Ιλαρίωνα. Επιβλητικό περιτοιχισμένο μοναστήρι με θαυμάσιες τοιχογραφίες και πανύψηλο καμπαναριό. Ο μοναδικός μοναχός Πατέρας Ιλαρίων, με χαρά θα σας ξεναγήσει και θα σας μιλήσει για την ιστορία της, και τους αγώνες του ιδίου για να μην ερειπωθεί. 

Επιστρέφοντας στα Γρεβενά από τον παλιό καλό δρόμο των εξοχών θα βρεθείτε (υπάρχουν πινακίδες) κοντά στο Πέτρινο Γεφύρι του Πασά (Δες Χρώμιο – Βελβενδός – Καταφύγι Τομ Β’ 2000) κτισμένο το 1690. Γεφύρωνε με τα έξι τόξα του τον ποταμό Αλιάκμονα και εξυπηρετούσε την επικοινωνία των Γρεβενών με την Κοζάνη και από εκεί στους μεγάλους ευρωπαϊκούς δρόμους. Στην συνέχεια περνάτε έξω από τον οικισμό του Ταξιάρχη με την Ιερά Μονή Ταξιαρχών που χρονολογείται, με την σημερινή του μορφή, στον 19ο Αι. Το συγκρότημα από κελιά, αρχονταρίκι, μαγειρεία, φούρνος, σώζεται στο σύνολό του. Η μικρή και χαμηλή είσοδος σας φέρνει στο κέντρο της εσωτερικής αυλής όπου υπάρχει ο κυρίως ναός αθωνικού τύπου. 

Εξέχουσα θέση στην εκκλησιαστική τέχνη κατέχουν τα μοναστήρια της δυτικής Μακεδονίας που βρίσκονται στα σημερινά διοικητικά όρια Κοζάνης – Γρεβενών. Ο Αλιάκμονας από την μια μεριά, το σχεδόν άγνωστο για τον πολύ κόσμο ποτάμι της Δυτικής Μακεδονίας κυλάει σαν φυσικό σύνορο διασχίζοντας την περιοχή, δημιουργώντας την μεγάλη και όμορφη λίμνη Πολυφύτου στην Κοζάνη και της Λίμνης Σφηκιά στα Πιέρια (δες Πιέρια και Διαδρομές Τομ Γ’ 2001).  Απο την άλλη, οι ορεινοί όγκοι των Πιερίων, των Χασίων της Πίνδου και του Βοίου έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία μοναστηριών τα οποία δίδουν πολύτιμες μαρτυρίες για την τέχνη των μεταβυζαντινών χρόνων. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ιδέα & υλοποίηση μορφής: Άγγελος Σινάνης

Αυτόματος Αριθμός Κλήσης: 24620

ΔΙΑΜΟΝΗ:  Γρεβενά : ‘’Μηλιώνης’’ 28190, 84092, 23223, ‘’Αίγλη’’ 85019, Μητρόπολη 28085, 23251 – 2, Αχίλλειον 2ο χλμ Γρεβενών - Κοζάνης 85600, Δεσκάτη ‘’Καμβούνια’’ 2462031555.

ΦΑΓΗΤΟ: Τοπικά νόστιμα, με εξαιρετικήποιότητα ψητά, κοκορέτσι, φτιαγμένα με μεράκι κάνουν κάθε γεύμα αξέχαστο, είτε στις παραδοσιακές ψησταριές της Δεσκάτης και των γύρω χωριών είτε στις ταβέρνες των Γρεβενών.

ΑΧΡΕΙΑΣΤΑ: Δήμος Δεσκάτης 31203, Αστυνομία – Τροχαία 31111, 22766, Α’ βοήθειες 22222, 22464. Συνεργεία – Βουλκανιζατέρ στα Γρεβενά: Αφοί Παυλίδη 24392.

ΧΡΗΣΙΜΑ: www.deskati.com Ι.Μ. Ζάβορδας 25261, Γραφείο Οικοτουρισμού Γρεβενών Απόστολος Διανέλος 85032.

ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΑ: Στο κέντρο της Δεσκάτης και στην πόλη των Γρεβενών όλες οι εταιρείες.

ΧΑΡΤΕΣ: Ο αναλυτικός οδικός – πολιτιστικός χάρτης ‘’Νομός Γρεβενών’’ 1:125.000 και κατάλληλος για Πεζοπόρους & ορειβάτες ‘’ΒΑΛΙΑ ΚΑΛΝΤΑ’’. Και οι δύο εκδόσεις από την ΑΝΑΒΑΣΗ Χαριλάου Τρικούπη 6 – 10 εμπορικό κέντρο Atrium 2103647703. Στέλνετε και με αντικαταβολή από το ‘’λίκνο’’ Ελάτη Τρικάλων 2434071826.

ΛΕΣΧΗ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΑΣ: Μ.Ο.Γ. Μοτοσυκλετιστικός όμιλος Γρεβενών: Λυκούργου 10 www.mog.gr Τηλ & Fax 80436, Πληροφορίες για το ταξίδι σας, όλο το χρόνο, βρίσκετε στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ - Σύλλογος Μοτοσικλετιστών - Ελάτη Τρικάλων Τηλ & Fax 2434071826.

Περισσότερες πληροφορίες για τα ΓΡΕΒΕΝΑ αντλήστε από την ενδεικτική Βιβλιογραφία – Αρθρογραφία:

  • Γρεβενά / Π. Ματσούκα – Τρ. Αδαμακόπουλος / Νομαρχία Γρεβενών
  • Τα μοναστήρια της Μακεδονίας / 7 Ημέρες Εφημερίδα Καθημερινή 13 – 14 / 4/96
  • Μακεδονία / ένθετο 7 ημέρες / Εφημ. Καθημερινή 2/7/2000
  • Δυτική Μακεδονία Α’ έκδοση / Περιφ. Δυτικής Μακεδονίας / Κοζάνη 1994
  • Δυτική Μακεδονία Β’ έκδοση / Περιφ. Δυτικής Μακεδονίας / Κοζάνη 2000

Extra Products - Χρήστος Τασούλης

 

Monday the 3rd. . Joomla 3.0 templates. All rights reserved.